ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ



Σχετικά έγγραφα
O ΠΕΡΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ Μέρος Ι - ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4318, 2/3/2012 9(I)/2012 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΥΔΑΤΟΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ (ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ) ΝΟΜΟ

E.E., Παρ. I (I), Αρ. 2673, Ν. 4/92

E.E., Παρ. I, Αρ. 2659,

ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΜΕ ΤΙΤΛΟ ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ, ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΣΥΝΑΦΗ ΘΕΜΑΤΑ

Ο ΠΕΡΙ ΕΛΕΓΧΟΥ ΣΙΤΗΡΩΝ ΝΟΜΟΣ (ΚΕΦ. 68 ΚΑΙ ΝΟΜΟΙ 18 ΤΟΥ I960, 54 ΤΟΥ 1962, 27 ΤΟΥ 1963, 30 ΤΟΥ 1964 ΚΑΙ 83 ΤΟΥ 1966)

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4010, 8/7/2005.Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΘΕΣΠΙΣΗΣ ΓΕΝΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΕΡΓΟΔΟΤΟΥΜΕΝΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2005

ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΓΚΑΘΙΔΡΥΣΗ ΣΥΜΒΟΥΛΙΩΝ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΝΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΝ ΩΣ ΦΟΡΕΙΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΔΙΑΘΕΣΗΣ Η ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΟΙΚΙΑΚΩΝ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ

«συμπαραγωγή θερμότητας και ηλεκτρισμού» σημαίνει την ταυτόχρονη μετατροπή πρωτογενών καυσίμων σε μηχανική ή ηλεκτρική ενέργεια και

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3851, 30/4/2004

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ της 14ης ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1997 ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΜΕΡΟΣ Ι

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3851, 30/4/2004 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΛΕΓΧΟΥ ΣΙΤΗΡΩΝ ΝΟΜΟ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3558, 14/12/2001

1444 Ν. 109(Ι)/97. E.E. Παρ. 1(1) Αρ. 3211,

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4114, 23/2/2007 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΝΟΜΟ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Αριθμός 33(Ι) του 1994 Ο ΠΕΡΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΝΕΟΛΑΙΑΣ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 1994 ΜΕΡΟΣ Ι - ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΑ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4404,

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3413, 16/6/2000

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι) Αρ. 4615,

ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπου

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3649, 1/11/2002

ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΜΕ ΤΙΤΛΟ ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Παρ. Ι(I), Αρ.4545,

ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ - ΜΕΡΟΣ Ι. Αριθμός 4118 Τετάρτη, 21 Μαρτίου

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3386, 4/2/2000. ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ της 4ης ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2000

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3451, 24/11/2000

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3611, 14/6/2002

662 Ν. 33(Ι)/94. Αριθμός 33(1) του 1994 Ο ΠΕΡΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΝΕΟΛΑΙΑΣ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 1994

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4425,

967 Ν. 105(I)/92. Ε.Ε. Παρ. I (I), Αρ. 2760,

(ui) (iv) E.E:, Παρ. I, 1883 Ν. 199/91 Αρ. 2646,

E.E. Παρ. 1(1) 1302 Ν. 75(Ι)/97 Αρ. 3170,

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΡΙΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ της 23ης ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1990 ΔΙΟΙΚΗΠΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4019, 29/7/2005 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΑΜΕΙΟΥ ΠΑΡΟΧΗΣ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΣΕ ΕΠΕΝΔΥΤΕΣ

ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΝΟΜΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟΥ ΣΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑIΚΗΣ EΝΩΣΗΣ 184(I)/2011

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ της 9ης ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1996 ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΜΕΡΟΣ Ι

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΡΙΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ. ΜΕΡΟΣ Ι Κανονιστικές Διοικητικές Πράξεις

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3626, 26/7/2002

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3622, 15/7/2002

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3401, 7/4/2000

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2003 Ν.122(Ι)/2003 (25/07/2003) ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΠΑΡΑΠΟΝΩΝ Κ.Δ.Π. 570/2005 (16/12/2005)

Αριθμός 27(IΙ) του 2014

3(I)/2016 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2011 ΕΩΣ Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4118, 21/3/2007 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΜΙΣΘΩΝ

164 Ν. 44(Ι)/96. E.E. Παρ. 1(1) Αρ. 3051,

Διοικητικό Προσωπικό Κανονισμοί 1990 και 1992

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ της 21ης ΙΟΥΛΙΟΥ 1989 ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3449, 17/11/2000

Ο ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΥ ΦΟΡΕΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

συνεδριάζει τακτικά μια φορά κάθε τρεις μήνες* μεριμνά, ώστε να τηρούνται τα αναγκαία πρακτικά των συνεδριάσεων

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3967, 18/3/2005

ΣΧΕΔΙΟ «ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΜΕΝΗΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΣΤΕΛΕΧΩΝ» Αρχή Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού Κύπρου (ΑνΑΔ) Γενικός Διευθυντής

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3601, 10/5/2002

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4271, 25/2/2011

Ε.Ε. Παρ. Ι(IΙ) Αρ. 4305, Ν. 30(IΙ)/2016

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3610, 7/6/2002

E.E., Παρ. I, Αρ. 2516, Ν. 111/90

H Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3780, 5/12/2003 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2003

Ε.Ε.Παρ.Ι(Ι) 740 Ν. 59(Ι)/95 Αρ. 2981,

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4158, 11/4/2008 NOMOΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΟ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4112, 16/2/2007 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΡΓΟΔΟΤΟΥΜΕΝΩΝ ΜΕ ΕΡΓΑΣΙΑ ΟΡΙΣΜΕΝΟΥ ΧΡΟΝΟΥ(ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΔΥΣΜΕΝΟΥΣ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗΣ)ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4136, 25/7/2007 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΛΙΜΑΝΙΩΝ ΚΑΙ ΓΙΑ ΣΥΝΑΦΗ ΘΕΜΑΤΑ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3939, 31/12/2004 O ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΟΔΙΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3459, 29/12/2000. ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ της 29ης ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2000

Ε.Ε. Παρ. 1(1) 866 Ν. 108(Ι)/95 Αρ. 3028,

Αριθμός 182 Ο ΠΕΡΙ ΑΡΔΕΥΤΙΚΩΝ ΤΜΗΜΑΤΩΝ (ΧΩΡΙΩΝ) ΝΟΜΟΣ ΚΕΦ. 342

E.E., Παρ. I, Αρ. 2598, Ν. 139/91

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4280, 13/4/2011 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ, ΔΙΑΠΙΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4137, 27/7/2007 Ο ΠΕΡΙ ΚΕΝΤΡΩΝ ΑΝΑΨΥΧΗΣ (ΑΔΕΙΕΣ ΕΚΠΟΜΠΗΣ ΗΧΟΥ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3989, 6/5/2005

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3850, 30/4/2004 Ο ΠΕΡΙ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΕΙΔΩΝ (ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΑΝΩΤΑΤΩΝ ΤΙΜΩΝ ΛΙΑΝΙΚΗΣ ΠΩΛΗΣΗΣ ΣΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3611, 14/6/2002

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3967, 18/3/2005 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΣΥΜΒΟΥΛIΟΥ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3629, 9/8/2002

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4226, 18/12/2009

Αριθμός 117(1) του 2009

Αριθμός 242 Ο ΠΕΡΙ ΑΡΔΕΥΤΙΚΩΝ ΤΜΗΜΑΤΩΝ (ΧΩΡΙΩΝ) ΝΟΜΟΣ (ΚΕΦ. 342 ΚΑΙ ΝΟΜΟΙ 130 ΤΟΥ 1968, 5 ΤΟΥ 1978, 157 ΤΟΥ 1989 ΚΑΙ 47 ΤΟΥ 1991)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΡΙΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ της 5ης ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2003 ΑΙΟΪΚΗΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ. ΜΕΡΟΣ Ι Κανονιστικές Διοικητικές Πράξεις

Ο ΠΕΡΙ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟ ΟΤΟΥΜΕΝΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΡΓΟ ΟΤΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΟΡΟΥΣ ΠΟΥ ΙΕΠΟΥΝ ΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗ Ή ΤΗ ΣΧΕΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2000

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3496, 4/5/2001

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4272, 4/3/2011

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3853, 3/4/2004

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3629, 9/8/2002

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3851, 30/4/2004

ΕΙΣΗΓΗΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ. 3. Επισυνάπτονται: (α) Νομοσχέδιο με τίτλο: «ο περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Τροποποιητικός) Νόμος του 2019».

ΟΙ ΠΕΡΙ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΝΟΜΟΙ ΤΟΥ 1960 ΕΩΣ Κανονισμοί δυνάμει του άρθρου 42

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4166, 13/6/2008 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΓΓΡΑΦΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΣΥΝΑΦΗ ΘΕΜΑΤΑ

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3810, 13/2/2004 Ο ΠΕΡΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΙΠΤΑΜΕΝΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

E.E., Παρ. 1, Αρ. 2571, Ν. 3/91

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΡΙΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ της 27ης ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1990 ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ. ΜΕΡΟΣ Ι Κανονιστικές Διοικητικές Πράξεις

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΣΧΕΔΙΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΜΕΝΗΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΣΤΕΛΕΧΩΝ. Προγράμματα Συνεχιζόμενης Κατάρτισης Συνδικαλιστικών Στελεχών

ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΥΦΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ, ΔΙΟΡΙΣΜΟΥ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΠΑΡΑ ΤΩ ΠΡΟΕΔΡΩ ΚΑΙ ΓΙΑ ΣΥΝΑΦΗ ΘΕΜΑΤΑ ΤΟΥ 2017

ΟΙ ΠΕΡΙ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΝΟΜΟΙ ΤΟΥ 1969 ΕΩΣ 2005

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ της 7ης ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1997 ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΜΕΡΟΣ Ι

ΜΕΡΟΣ Ι Κανονιστικές Διοικητικές Πράξεις Αριθμός [ ] ΟΙ ΠΕΡΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ ΝΟΜΟΙ

Transcript:

Ε.Ε. Παρ. 1(1) 392 Ν. 125(Ι)/99 Αρ. 3360,1.11.99 Ο ΠΕΡΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 1999 1. Συνοπτικός τίτλος 2. Ερμηνεία ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΜΕΡΟΣ Π ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΚΥΠΡΟΥ 3. Ίδρυση Αρχής και έμβλημα αυτής 4. Γενικός σκοπός της Αρχής 5. Εξουσίες και αρμοδιότητες της Αρχής 6. Υποχρέωση υποβολής σχεδίων προς τον Υπουργό 7. Εξουσίες Υπουργού 8. Εξουσίες για λήψη πληροφοριών 9. Εξουσία για αναγκαστική απαλλοτρίωση ακίνητης ιδιοκτησίας. ΜΕΡΟΣ III ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ 10. Διοικητικό Συμβούλιο 11. Συνεδρίες του Διοικητικού Συμβουλίου 12. Συμβουλευτικές Επιτροπές ΜΕΡΟΣ IV ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ 13. Γενικός Διευθυντής 14. Διάρθρωση υπηρεσιών και ορισμός θέσεων της Αρχής, υπάλληλοι, Κανονισμοί για τους όρους υπηρεσίας αυτών κλπ. 15. Επιθεωρητές 16. Εξουσίες επιθεωρητή 17. Εφαρμογή Ποινικού Κώδικα ΜΕΡΟΣ V ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ 18. Ταμείο Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού 19. Χρησιμοποίηση του Ταμείου 20. Υποχρέωση εργοδοτών για καταβολή τέλους 21. Καταβολή χορηγήματος σε εργοδότες σε ορισμένες περιπτώσεις 22. Δάνεια και επενδύσεις 23. Προϋπολογισμός 24. Λογαριασμοί 25. Απολογισμός και Ισολογισμός 26. Έλεγχος λογαριασμών 27. Απαλλαγή της Αρχής από Φορολογία και τέλη χαρτοσήμων ΜΕΡΟΣ VI ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ 28. Παροχή δικαιοδοσίας στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών 29. Είσπραξη ποσών που επιδικάζονται από το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών 30. Αδικήματα 31. Δικαιώματα για αποζημιώσεις και κυρώσεις 32. Χρηματικές ποινές που εισπράττονται καταβάλλονται στο Ταμείο

393 Ν- 125(Ι)/99 33. Εξουσίες Υπουργικού Συμβουλίου για μεταβίβαση αρμοδιοτήτων και περιουσιακών στοιχείων στην Αρχή 34. Μεταβατικές εξουσίες 35. Υπάλληλοι της Αρχής κατά προτίμηση πρώην δημόσιοι υπάλληλοι 36. Μεταφορά δημόσιων υπαλλήλων στην Αρχή 37. Κανονισμοί 38. Καταργήσεις και επιφυλάξεις 39. Κατάργηση του περί Μαθητευομένων Νόμου 40. Έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου ΠΊΝΑΚΑς

Ν. 125(Ι)/99 394 Ο περί Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού Νόμος του 1999 εκδίδεται με δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας σύμφωνα με το Αρθρο 52 του Συντάγματος. Αριθμός 125(1) του 1999 ΝΟΜΟΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΩΝ ΚΑΙ ΕΝΟΠΟΙΩΝ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΕΩΣ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 1974 ΕΩΣ (ΑΡ. 2) ΤΟΥ 1980 ΚΑΙ ΠΡΟΒΑΕΠΩΝ ΠΑ ΤΗ ΣΥΝΕΧΙΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΕΩΣ ΚΥΠΡΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ ΑΡΧΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΚΥΠΡΟΥ Συνοπτικός τίτλος. Ερμηνεία. Προοίμιο ΕΠΕΙΔΗ η ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού του τόπου και η αναβάθμιση της αποτελεσματικότητας της επιχειρηματικής δραστηριότητας αποτελεί βασική προϋπόθεση για βελτίωση της αποδοτικότητας των Κυπριακών επιχειρήσεων και για αύξηση της ανταγωνιστικότητας των προϊόντων και υπηρεσιών που αυτές προσφέρουν τόσο στην εγχώρια όσο και στη διεθνή αγορά και ΕΠΕΙΔΗ για την επίτευξη των στόχων αυτών απαιτείται, πέρα από τη συνεχή κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού, και η επιδίωξη πιο εξειδικευμένων στόχων όπως είναι η αναβάθμιση του προσωπικού που βρίσκεται στην αγορά εργασίας, η πληρέστερη αξιοποίηση του δυναμικού που επιστρέφει στην Κύπρο μετά τη συμπλήρωση των σπουδών, η υποβοήθηση των ατόμων που πρόκειται να κάνουν την επιλογή τους αναφορικά με την επαγγελματική τους σταδιοδρομία, η εισαγωγή προτύπων επαγγελματικών προσόντων, η ανάπτυξη συνεργασίας με ιδρύματα και αρχές άλλων χωρών ή με διεθνείς οργανώσεις και σώματα με σκοπό τον εμπλουτισμό των δραστηριοτήτων κατάρτισης και ανάπτυξης του ανθρώπινου δυναμικού της Κύπρου και η σφαιρική επέκταση των δραστηριοτήτων στον τομέα της έρευνας και μελέτης και ΕΠΕΙΔΗ η ισχύουσα νομοθεσία περί βιομηχανικής κατάρτισης (Οι περί Βιομηχανικής Καταρτίσεως Νόμοι του 1974 έως (Αρ. 2) του 1980) δεν παρέχει στην Αρχή Βιομηχανικής Καταρτίσεως τις αναγκαίες αρμοδιότητες και εξουσίες για άσκηση των δραστηριοτήτων που απαιτούνται για ικανοποίηση όλων των πιο πάνω προϋποθέσεων για την ανάπτυξη της οικονομίας του τόπου και ΕΠΕΙΔΗ είναι επιβεβλημένη η θέσπιση νόμου που να καθορίζει τις αρμοδιότητες και εξουσίες της Αρχής καθώς και άλλες συναφείς πρόνοιες. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως: ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ 1. Ο Νόμος αυτός θα αναφέρεται ως ο περί Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού Νόμος του 1999. 2. Στο Νόμο αυτό, εκτός αν προκύπτει από το κείμενο διαφορετική έννοια «Αρχή» σημαίνει την Αρχή Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού Κύπρου που αναφέρεται στο άρθρο 3 «Γενικός Διευθυντής» σημαίνει το Γενικό Διευθυντή της Αρχής που διορίζεται σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 13

395 Ν. 125(Ι)/99 «Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών» σημαίνει το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών που καθιδρύθηκε δυνάμει του Αρθρου 12 των περί Ετησίων 8 του 1967 Αδειών με Απολαβές Νόμων του 1967 έως 1999 και περιλαμβάνει και κάθε 23 του ϊ%9 Τμήμα του 26 του 1970 34 του 1972 66 του 1972 5 του 1973 85 του 1979 55 του 1980 65(1) του 1993 79(1) του 1996 26(1) του 1997 110(1) του 1999. «Διοικητικό Συμβούλιο» σημαίνει το Διοικητικό Συμβούλιο που συνιστάται σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 10 «επιθεωρητής» σημαίνει πρόσωπο που εξουσιοδοτήθηκε να ενεργεί ως επιθεωρητής σύμφωνα με το άρθρο 15* «εργατική διαφορά» σημαίνει οποιαδήποτε διαφορά μεταξύ εργοδοτών και εργοδοτουμένων ή μεταξύ εργοδοτουμένων και εργοδοτουμένων, σχετικά με την απασχόληση ή μη απασχόληση ή με τις συνθήκες και τους όρους απασχόλησης οποιωνδήποτε προσώπων είτε εργοδοτουμένων από τον εργοδότη με τον οποίο εγείρεται η διαφορά είτε όχι «εργοδοτούμενος» σημαίνει πρόσωπο που εργάζεται για άλλο πρόσωπο είτε με σύμβαση εργασίας ή μαθητείας είτε κάτω από τέτοιες περιστάσεις από τις οποίες μπορεί να συναχθεί η ύπαρξη σχέσης εργοδότη εργοδοτουμένου, ο δε όρος «εργοδότης» θα ερμηνεύεται ανάλογα αλλά δε θα περιλαμβάνει την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας: Νοείται ότι ο όρος «εργοδοτούμενος» περιλαμβάνει και πρόσωπα μη εργαζόμενα τα οποία θεωρούνται ως να ήσαν εργαζόμενα, προς το σκοπό της παροχής σ' αυτά κατάρτισης και αναζήτησης εργασίας και απασχόλησης μετά το πέρας της κατάρτισης τους: Νοείται περαιτέρω ότι ο ίδιος πιο πάνω όρος περιλαμβάνει και οποιαδήποτε πρόσωπα απασχολούμενα, μόνιμα ή προσωρινά, σε οργανική ή άλλη θέση από οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή από οποιοδήποτε άλλο οργανισμό δημοσίου δικαίου χωρίς νομική προσωπικότητα, που ιδρύονται με νόμο προς το δημόσιο συμφέρον: Νοείται έτι περαιτέρω ότι ο όρ'ος «εργοδοτούμενος» περιλαμβάνει και κάθε πρόσωπο το οποίο είναι μέτοχος σε ιδιωτική εταιρεία, όπως ο όρος αυτός καθορίζεται στον περί Εταιρειών Νόμο, και εργάζεται στην εταιρεία Κε( Ρ 113. η.., ' 9 του 1968 αυτή, οχι όμως με σύμβαση εργασίας η κάτω απο περιστάσεις απο τις 76τουΐ977 οποίες μπορεί να συναχθεί η ύπαρξη σχέσης εργοδότη και εργοδοτουμένου ΐ7του 1979 105 του 1985 198 του 1986 19 του 1990 46(1) του 1992 96(1) του 1992 41(1) του 1994 15(1) του 1995 21(1) του 1997 82(1) του 1999. «καθορίζεται» μαζί με τις γραμματικές παραλλαγές του όρου και συγγενείς εκφράσεις, σημαίνει καθορίζεται με Κανονισμούς που εκδίδονται σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου αυτού «καταβλητέες απολαβές» περιλαμβάνει κάθε χρηματική αντιμισθία από απασχόληση του εργοδοτουμένου ή κάθε κέρδος από την απασχόληση αυτή

Ν. 125(Ι)/99 396 δεκτικό χρηματικής αποτίμησης καθώς και την εισφορά που καταβάλλεται στο Κεντρικό Ταμείο Αδειών που ιδρύθηκε με τους περί Ετησίων Αδειών με Απολαβές Νόμους του 1967 έως 1999, εξαιρούνται όμως έκτακτες προμήθειες και κατά χάρη. (ex gratia) πληρωμές «κατάρτιση» σημαίνει την προγραμματισμένη και συστηματική διαδικασία εξ υπαρχής μάθησης, επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ατόμων, που οδηγεί στην αποτελεσματική εκτέλεση της εργασίας μέσα από την απόκτηση, ανάπτυξη και βελτίωση των γνώσεων και των δεξιοτήτων ή τη διαφοροποίηση του τρόπου σκέψης και αντίληψης και στοχεύει στη βελτίωση της αποδοτικότητας της οικονομίας. Τα άτομα δυνατό να απασχολούνται ή να προτίθενται να απασχοληθούν σε οποιοδήποτε επάγγελμα και οποιαδήποτε βαθμίδα του προς ικανοποίηση αναγκών της οικονομίας σε ανθρώπινο δυναμικό. Ο όρος «πρόγραμμα κατάρτισης» θα ερμηνεύεται ανάλογα: Νοείται ότι ο όρος «κατάρτιση» δεν περιλαμβάνει οποιαδήποτε σχολική εκπαίδευση «κατηγορία εργοδοτουμένων» σημαίνει όλους τους εργοδοτουμένους που απασχολούνται στο ίδιο επάγγελμα, έχοντας αυτό ως κύριο επάγγελμα «οικονομικό έτος» σημαίνει χρονική περίοδο που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου και λήγει στις 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους «Ταμείο» σημαίνει το Ταμείο Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού που αναφέρεται στο άρθρο 18 «τέλος» σημαίνει τέλος που καταβάλλεται από τους εργοδότες στο Ταμείο «υπάλληλος της Αρχής» σημαίνει οποιοδήποτε υπάλληλο της Αρχής που κατέχει θέση σ' αυτή είτε μόνιμα είτε προσωρινά είτε αναπληρωτικά, περιλαμβάνει δε και το Γενικό Διευθυντή της Αρχής «υποστατικό» σημαίνει οποιοδήποτε τόπο ή οίκημα όπου απασχολούνται εργοδοτούμενοι, καθώς και οποιοδήποτε άλλο τόπο όπου στεγάζονται Ιδρύματα ή Κέντρα ή Οργανισμοί Κατάρτισης ή όπου αλλού εφαρμόζονται προγράμματα κατάρτισης που έχουν τύχει της έγκρισης της Αρχής ή διεξάγονται άλλες δραστηριότητες που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της Αρχής «Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Ίδρυση Αρχής κι Έμβλημα αυτής. 21 του 1974 ότου 1975 17 του 1980 53 του 1980. Πίνακας. Γενικός σκοπός της Αοχής. ΜΕΡΟΣ II ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΚΥΠΡΟΥ 3. (1) Η Αρχή Βιομηχανικής Καταρτίσεως Κύπρου που ιδρύθηκε δυνάμει των προνοιών των περί Βιομηχανικής Καταρτίσεως Νόμων του 1974 έως (Αρ. 2) του 1980 και η οποία αποτελεί νομικό πρόσωπο και έχει όλες τις εξουσίες και ιδιότητες νομικού προσώπου, θα συνεχίσει να υφίσταται και να λειτουργεί με την επωνυμία «Αρχή Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού Κύπρου» δυνάμει των προνοιών του παρόντος Νόμου. (2) Το έμβλημα της Αρχής είναι αυτό που παρουσιάζεται στον Πίνακα του παρόντος Νόμου, σε οποιοδήποτε χρώμα. 4. Σκοπός της Αρχής είναι η ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού σε όλες τις βαθμίδες και τομείς απασχόλησης μέσα στα πλαίσια και προτεραιότητες της εκάστοτε οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής της Δημοκρατίας.

397 Ν. 125(Ι)/99 5. Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του προηγούμενου άρθρου, προς Εξουσίες και επίτευξη του σκοπού της η Αρχή, ειδικότερα, έχει αρμοδιότητα και εξουσία "ηδονής 5 να (α) Συντονίζει και μεριμνά για την προσφορά κατάρτισης σε παγκύπρια κλίμακα (β) ιδρύει, αναλαμβάνει, λειτουργεί ή εποπτεύει ιδρύματα ή κέντρα κατάρτισης (γ) ετοιμάζει και εγκρίνει προγράμματα κατάρτισης και παίρνει όλα τα ενδεικνυόμενα μέτρα για εφαρμογή τους, μεριμνά για τη διεξαγωγή εξετάσεων και εκδίδει τα σχετικά πιστοποιητικά (δ) ορίζει πρότυπα επαγγελματικών προσόντων για οποιαδήποτε κατηγορία ή κατηγορίες εργοδοτουμένων, μεριμνά για τη διεξαγωγή εξετάσεων και εκδίδει τα σχετικά πιστοποιητικά επαγγελματικών προσόντων (ε) παρέχει τεχνική ή οικονομική βοήθεια σε ιδρύματα, οργανισμούς και επιχειρήσεις ή άλλα πρόσωπα ή αρχές (στ) παρέχει ή εξασφαλίζει επιδόματα και υποτροφίες ή άλλες διευκολύνσεις σε καταρτιζόμενους (ζ) παρέχει ή εξασφαλίζει χορηγήματα σε εργοδότες σε σχέση με δαπάνες κατάρτισης των εργοδοτουμένων τους (η) παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες επί θεμάτων κατάρτισης και απασχόλησης και γενικότερα πληρέστερης αξιοποίησης του ανθρώπινου δυναμικού* (θ) παρέχει ή βοηθεί στην παροχή υπηρεσιών μέσω των οποίων άτομα που προσφέρουν και άτομα που αναζητούν απασχόληση να έρχονται σε επικοινωνία μεταξύ τους (ι) παρέχει ή βοηθεί στην παροχή υπηρεσιών για καθοδήγηση και πληροφόρηση σε σχέση με επιλογή επαγγέλματος και απασχόλησης (ια) λειτουργεί σχέδια ή φροντίζει για τη λειτουργία σχεδίων απόκτησης εργασιακής πείρας (ιβ) φροντίζει για την παροχή κατάρτισης σε άτομα τα οποία συμπληρώνουν ή διακόπτουν την εκπαίδευση τους σε σχολές μέσης, ανώτερης ή και ανώτατης παιδείας, προς το σκοπό ομαλής ένταξης τους στην αγορά εργασίας (ιγ) συγκεντρώνει, αναλύει και διανέμει πληροφορίες που σχετίζονται με τον προγραμματισμό, αξιοποίηση και ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού, περιλαμβανομένων στατιστικών στοιχείων, προβλέψεων, δεικτών, συμπερασμάτων μελετών (ιδ) διεξάγει έρευνες και μελέτες για θέματα που σχετίζονται με τις αρμοδιότητες και τις υπηρεσίες της και δημοσιοποιεί τα αποτελέσματα τους (ιε) παρέχει υπηρεσίες, είτε στην Κύπρο είτε στο εξωτερικό, αναφορικά με σχέδια ανάπτυξης ανθρώπινου δυναμικού ξένων χωρών με οποιοδήποτε τρόπο κρίνεται πρόσφορος, μετά από σύμφωνη γνώμη του Υπουργού. Προς το σκοπό αυτό δύναται να είναι μέλος ή να συνάπτει ειδικές συμφωνίες με ιδρύματα ή αρχές άλλων χωρών ή διεθνείς οργανώσεις και σώματα που ασχολούνται με αρμοδιότητες παρόμοιες με αυτές της Αρχής

Ν. 125(Ι)/99 398 Υποχρέωση υποβολής σχεδίων προς τον Υπουργό. Εξουσίες Υπουργού. Εξουσίες για λήψη πληροφοριών. Εξουσία για αναγκαστική απαλλοτρίωση ακίνητης ιδιοκτησίας. (ιστ) εξασφαλίζει τις υπηρεσίες ή συνεργάζεται με οποιοδήποτε πρόσωπο, όργανο ή αρχή στην Κύπρο ή στο εξωτερικό (ιζ) αποκτά, μισθώνει ή κατέχει οποιασδήποτε φύσης κινητή ή ακίνητη ιδιοκτησία (ιη) συνάπτει οποιεσδήποτε συμβάσεις για την κτήση ή μίσθωση οποιασδήποτε περιουσίας ή υπηρεσίας, περιλαμβανομένων συμβάσεων ή διευθετήσεων για την από άλλο πρόσωπο, οργανισμό, όργανο ή αρχή λειτουργία προγραμμάτων κατάρτισης ή παροχή διευκολύνσεων αναγκαίων για την εφαρμογή και λειτουργία, εν όλω ή εν μέρει, οποιουδήποτε προγράμματος κατάρτισης (ιθ) αναθέτει σε άλλο πρόσωπο, οργανισμό, όργανο ή δημόσια ή άλλη αρχή την άσκηση οποιασδήποτε από τις αρμοδιότητες της που αναφέρονται στο παρόν άρθρο (κ) πράττει οτιδήποτε ήθελε κριθεί συναφές, βοηθητικό ή αναγκαίο προς την προώθηση και επίτευξη των σκοπών ή οποιασδήποτε αρμοδιότητας ή επί μέρους σκοπού της Αρχής. 6. Η Αρχή μεριμνά ώστε (α) Από καιρό σε καιρό να υποβάλλει στον Υπουργό λεπτομέρειες των σχεδίων και προγραμμάτων που προτίθεται να εφαρμόσει μέσα στα πλαίσια άσκησης των αρμοδιοτήτων της (β) οι δραστηριότητες και τα προγράμματα της να συνάδουν προς οποιεσδήποτε οδηγίες δίδονται σ' αυτή από τον Υπουργό, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7. 7. (1) Ο Υπουργός δύναται από καιρό σε καιρό, να εκδίδει προς την Αρχή οδηγίες γενικής φύσης σε σχέση προς την ακολουθούμενη από την Αρχή πολιτική και γενικά τις δραστηριότητες και τα προγράμματα της. (2) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1), ο Υπουργός δύναται αναφορικά προς οποιαδήποτε σχέδια ή προγράμματα που υποβάλλονται από την Αρχή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6, να τα εγκρίνει με ή χωρίς οποιεσδήποτε τροποποιήσεις, η δε Αρχή οφείλει να εφαρμόζει οποιοδήποτε σχέδιο ή πρόγραμμα της όπως αυτό δυνατό να εγκριθεί ή τροποποιηθεί από τον Υπουργό. 8. Η Αρχή δύναται, όποτε θεωρηθεί αναγκαίο για τους σκοπούς άσκησης των αρμοδιοτήτων της, να ζητήσει με έγγραφη ειδοποίηση (α) Από οποιοδήποτε εργοδότη όπως, μέσα σε τέτοια χρονική περίοδο που θα ορίζεται στην ειδοποίηση, δίνει πληροφορίες αναφορικά προς οποιοδήποτε πρόσωπο που εργοδοτείται από αυτόν, (β) από οποιοδήποτε Κέντρο, Ίδρυμα ή Οργανισμό κατάρτισης, επιχείρηση ή καταρτισθέντες ή καταρτιζόμενους οι οποίοι συμμετέχουν ή συμμετέσχαν σε πρόγραμμα κατάρτισης όπως, μέσα σε τέτοια χρονική περίοδο που θα ορίζεται στην ειδοποίηση, δίνουν πληροφορίες αναφορικά με οποιαδήποτε προγράμματα κατάρτισης που έχουν ή είχαν τύχει της έγκρισης της Αρχής, και κάθε πρόσωπο νομικό ή φυσικό προς το οποίο δίδεται ειδοποίηση σύμφωνα με το παρόν άρθρο, είναι υπόχρεο να συμμορφώνεται με αυτή. 9. (1) Η Αρχή έχει εξουσία κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της να προβαίνει σε αναγκαστική απαλλοτρίωση ακίνητης ιδιοκτησίας σύμφωνα προς τις διατάξεις του εκάστοτε ισχύοντος Νόμου περί Αναγκαστικής Απαλλοτρίωσης.

399 Ν. 125(Ι)/99 (2) Η Αρχή δύναται, μετά από έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου, να ΐ5τουΐ962 διαθέτει οποιαδήποτε ακίνητη.ιδιοκτησία της με δωρεά, πώληση, ανταλλαγή ή ^ ^ άλλο τρόπο. 84 του 1988 92(1) του 1992 63(1) του 1996 74(1) του 1996 30(1) του 1998. ΜΕΡΟΣ III ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ 10. (1) Η Αρχή διοικείται από Διοικητικό Συμβούλιο το οποίο αποτε Διοικητικό Συμβούλιο. λείται από δεκατρία μέλη που διορίζονται, με πρόταση του Υπουργού, από το Υπουργικό Συμβούλιο. Από τα μέλη, τα πέντε εκπροσωπούν την Κυβέρνηση και τα άλλα 8 εξίσου τις πλέον αντιπροσωπευτικές εργοδοτικές και εργατικές οργανώσεις. Το Υπουργικό Συμβούλιο ορίζει ένα από τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου ως Πρόεδρο αυτού και ένα ως Αντιπρόεδρο. Ο Αντιπρόεδρος θα έχει όλες τις εξουσίες και θα εκτελεί τα καθήκοντα του Προέδρου σε περίπτωση προσωρινής απουσίας ή προσωρινού κωλύματος του Προέδρου ή τυχόν προσώπου που διορίζεται προσωρινά ως Πρόεδρος δυνάμει του εδαφίου (4) του παρόντος άρθρου: Νοείται ότι το υφιστάμενο αμέσως πριν την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου Διοικητικό Συμβούλιο που συστάθηκε δυνάμει των προνοιών των περί Βιομηχανικής Καταρτίσεως Νόμων του 1974 έως (Αρ. 2) του 1980, θα συνεχίσει να λειτουργεί και θα θεωρείται ως Διοικητικό Συμβούλιο συσταθέν δυνάμει του παρόντος άρθρου μέχρι της λήξεως της θητείας των μελών του σύμφωνα με τους όρους διορισμού τους: Νοείται περαιτέρω ότι το Υπουργικό Συμβούλιο μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου θα ορίσει ένα από τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου ως,αντιπρόεδρο αυτού. (2) Η θητεία των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου ορίζεται σε τρία έτη: Νοείται ότι το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί σε οποιοδήποτε χρόνο πριν από τη λήξη της θητείας οποιουδήποτε μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου να τερματίσει το διορισμό του: Νοείται περαιτέρω ότι κάθε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου, εκτός από τα μέλη που εκπροσωπούν την Κυβέρνηση, δύναται σε οποιοδήποτε χρόνο πριν από τη λήξη της θητείας του να υποβάλει εγγράφως την παραίτηση του στον Υπουργό: Νοείται έτι περαιτέρω ότι και ο Πρόεδρος δικαιούται να υποβάλει εγγράφως προς τον Υπουργό παραίτηση έστω και αν προέρχεται από τα μέλη που εκπροσωπούν την Κυβέρνηση. (3) Το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται να ενεργεί ανεξάρτητα από τη χηρεία οποιασδήποτε θέσης του. (4) Κατά τη διάρκεια προσωρινής απουσίας ή προσωρινού κωλύματος του Προέδρου, Αντιπροέδρου ή άλλου μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου, ο Υπουργός δύναται να διορίσει άλλο πρόσωπο να εκτελεί τα καθήκοντα του Προέδρου, Αντιπροέδρου ή άλλου μέλους, ανάλογα με την περίπτωση, κατά τη διάρκεια της απουσίας αυτής ή του κωλύματος και κάθε πρόσωπο που διορίζεται με αυτό τον τρόπο έχει όλες τις εξουσίες του Προέδρου, Αντιπροέδρου ή άλλου μέλους του οποίου εκτελεί τα καθήκοντα. (5) Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου δύνανται να παίρνουν αποζημίωση, όπως ορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο.

Συνεδρίες του Συμβουλίου Ν. 125(Ι)/99 400 (6) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου αυτού το Υπουργικό Συμβούλιο έχει εξουσία να πληρώνει οποιαδήποτε κενή θέση μέλους του Συμβουλίου με διορισμό νέου μέλους για την υπόλοιπη περίοδο της θητείας του μέλους του οποίου η θέση κενώθηκε. (7) Το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται να προβαίνει στη σύσταση επιτροπών από μέλη του, στις οποίες δύναται να συμμετέχει και ο Γενικός Διευθυντής και άλλοι "υπάλληλοι της Αρχής και να μεταβιβάζει σ' αυτές οποιεσδήποτε από τις αρμοδιότητες του. 11. (1) Οι συνεδρίες του Διοικητικού Συμβουλίου συγκαλούνται από τον Πρόεδρο ο οποίος και προεδρεύει αυτών. Σε περίπτωση απουσίας σε οποιαδήποτε συνεδρία του Προέδρου ή τυχόν προσώπου που διορίζεται προσωρινά ως Πρόεδρος δυνάμει του εδαφίου (4) του άρθρου 10 και του Αντιπροέδρου, τα μέλη που είναι παρόντα εκλέγουν ένα από αυτά για να προεδρεύει της συνεδρίας αυτής. (2) Απαρτία αποτελούν ο Προεδρεύων της συνεδρίας και έξι παρόντα μέλη. (3) Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει με πλειοψηφία, σε περίπτωση δε ισοψηφίας ο Προεδρεύων της συνεδρίας έχει δεύτερη ή τη νικώσα ψήφο. (4) Ο Γενικός Διευθυντής δύναται να παρίσταται σε όλες τις συνεδρίες του Διοικητικού Συμβουλίου, να λαμβάνει μέρος στις διεξαγόμενες συζητήσεις και να εκφράζει τη γνώμη του, αλλά δεν έχει δικαίωμα ψήφου. (5) Το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται με εσωτερικούς κανονισμούς να ρυθμίζει θέματα που αφορούν τα των εργασιών του ως και οιωνδήποτε επιτροπών που συστήνονται δυνάμει του εδαφίου (7) του άρθρου 10 και ιδιαίτερα τη σύγκληση των συνεδριών, την ειδοποίηση που πρέπει να δίδεται για τη σύγκληση συνεδριών, τη διαδικασία που θα ακολουθείται κατά τις συνεδριάσεις και την τήρηση των πρακτικών. (6) Το Διοικητικό Συμβούλιο ορίζει, από τους υπαλλήλους της Αρχής, το Γραμματέα του και τον αντικαταστάτη του Γραμματέα, ο οποίος παρίσταται στις συνεδρίες και έχει τη φροντίδα για τη σύνταξη και ετοιμασία των πρακτικών των συνεδριάσεων του Συμβουλίου και των επιτροπών αυτού. Με την άδεια του Διοικητικού Συμβουλίου, ο Γραμματέας ή ο αντικαταστάτης του δύναται να χρησιμοποιήσουν και βοηθό από τους υπαλλήλους της Αρχής για την τήρηση των πρακτικών, ο οποίος θα παρίσταται στις συνεδρίες για το σκοπό αυτό. (7) Στις συνεδρίες του Συμβουλίου ή οποιασδήποτε επιτροπής του που ' συστάθηκε δυνάμει του εδαφίου (7) του άρθρου 10, δύνανται να παρίστανται και υπάλληλοι του οργανισμού, σύμβουλοι, εμπειρογνώμονες και οποιαδήποτε άλλα πρόσωπα για παροχή πληροφοριών, συμβουλών, απόψεων και για υποβολή εκθέσεων σε σχέση με θέματα που εξετάζει το Συμβούλιο. Στη συνέχεια τα πιο πάνω πρόσωπα αποχωρούν από τη συνεδρία και δε μετέχουν στη συζήτηση θεμάτων ή στη λήψη απόφασης από το Διοικητικό Συμβούλιο. Συμβουλευ 12. (1) Το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται να προβαίνει στη σύσταση τικέ 5 τριμερών ή υπηρεσιακών ή άλλων συμβουλευτικών επιτροπών και υπεπιτροπών αυτών, αποτελουμένων μερικών η ολικώς απο μέλη του, υπάλληλους της Αρχής ή άλλα πρόσωπα για να το συμβουλεύουν επί θεμάτων της αρμοδιότητας της Αρχής: Νοείται ότι τα μέλη των τριμερών επιτροπών και υπεπιτροπών θα εκπροσωπούν την Κυβέρνηση και τις πλέον αντιπροσωπευτικές εργοδοτικές και εργατικές οργανώσεις.

401 Ν. 125(Ι)/99 (2) Η θητεία των μελών, οι όροι εντολής και ο τρόπος διεξαγωγής των εργασιών των συμβουλευτικών επιτροπών και υπεπιτροπών αυτών αποφασίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο: Νοείται ότι κάθε μέλος δύναται σε οποιοδήποτε χρόνο να παραιτηθεί από τη θέση του με έγγραφη παραίτηση που θα δίδεται στον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου: ΜΕΡΟΣ IV ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ 13. (1) Το Διοικητικό Συμβούλιο διορίζει, με την έγκριση του Υπουρ Γενικός γικού Συμβουλίου και με τους όρους που αυτό θα εγκρίνει, το Γενικό Διευ Αιευ υντης ' θυντή της Αρχής ο οποίος προΐσταται των υπηρεσιών και των υπαλλήλων της Αρχής και κατευθύνει την εργασία τους: Νοείται ότι ο υπηρετών αμέσως πριν την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, Γενικός Διευθυντής της Αρχής, ο οποίος διορίστηκε δυνάμει των περί Βιομηχανικής Καταρτίσεως Νόμων του 1974 έως (Αρ. 2) του 1980, θα συνεχίσει να υπηρετεί και να θεωρείται ως Γενικός Διευθυντής, διορισθείς δυνάμει του παρόντος άρθρου. (2) Ο Γενικός Διευθυντής εκτελεί τις αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου εντός των ορίων που εκάστοτε τίθενται από αυτό και υπόκειται στον έλεγχο του. (3) Το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται να μεταβιβάζει στο Γενικό Διευθυντή οποιεσδήποτε από τις αρμοδιότητες του: Νοείται ότι το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται να εξουσιοδοτεί το Γενικό Διευθυντή να μεταβιβάζει, χωρίς την άδεια του, σε άλλους υπαλλήλους της Αρχής τέτοιες από τις αρμοδιότητες που μεταβιβάστηκαν σ' αυτόν από το Διοικητικό Συμβούλιο οι οποίες απαιτούνται για την αποτελεσματική διεξαγωγή των τρεχουσών εργασιών της Αρχής. Οποιεσδήποτε άλλες αρμοδιότητες μεταβιβάζονται από το Γενικό Διευθυντή σε άλλους υπαλλήλους με την άδεια του Διοικητικού Συμβουλίου. (4) Ο Γενικός Διευθυντής δύναται, προς το σκοπό της ταχύτερης και αποτελεσματικότερης διεκπεραίωσης των εργασιών της Αρχής, να μεταβιβάζει οποιεσδήποτε από τις αρμοδιότητες τις οποίες έχει ο ίδιος σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, σε άλλους υπαλλήλους της Αρχής. 14. (1) Η Αρχή ορίζει, με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου, τη Διάρθρωση διάρθρωση των υπηρεσιών και τις θέσεις της διάρθρωσης, καταρτίζει σχέδια κατοικσμός υπηρεσίας των θέσεων αυτών και αποφασίζει το μισθό και τη μισθοδοτική θέσεων της κλίμακα κάθε θέσης. Αρχής, υπαλ ^ " ληλοι, Κανονι (2) Η Αρχή προσλαμβάνει τους αναγκαίους για την άσκηση των αρμόδιο ορούς σμοί για υπηρεσίας αυτών τους τήτων και εξουσιών της υπαλλήλους. (3) Η Αρχή εκδίδει με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου, Κανόνι κλπ σμούς που διέπουν (α) Τα σχετικά με τους όρους υπηρεσίας των υπαλλήλων της, κυρίως τα σχετικά με διορισμό, προαγωγή, άδεια, απόλυση, ιατρική πρόνοια, σχέδιο ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, σχέδιο συντάξεων και χορηγημάτων ή οποιοδήποτε άλλο ταμείο ή σχέδιο το οποίο η Αρχή θα έκρινε αναγκαίο για τους σκοπούς της υπηρεσίας των υπαλλήλων, και τα σχετικά χορηγήματα ή άλλα ωφελήματα αφυπηρέτησης λόγω ορίου ηλικίας ή με άλλο τρόπο (β) τα σχετικά με την πειθαρχία των υπαλλήλων της, και την άσκηση πειθαρχικής δίωξης εναντίον τους και τα σχετικά με το δικαίωμα προσφυγής σε περίπτωση καταδίκης τους σε πειθαρχική ποινή

Επιθεωρητές. Εξουσίες επιθεωρητή. Εφαρμογή Ποινικού Κώδικα. Κεφ. 154. 3 του 1962 43 του 1963 41 του 1964 69 του 1964 70 του 1965 5 του 1967 58 του 1967 44 του 1972 92 του 1972 29 του 1973 59 του 1974 3 του 1975 13 του 1979 10 του 1981 46 του 1982 86 του 1983 186 του 1986 111 του 1989 Ν. 125(Ι)/99 402 (γ) οποιοδήποτε θέμα παρεμπίπτον, συμπληρωματικό και παρεμφερές προς αυτά που αναφέρονται στο εδάφιο αυτό. 15. (1) Η Αρχή δύναται να διορίζει έναν ή περισσότερους υπαλλήλους ή άλλα πρόσωπα ως επιθεωρητή ή επιθεωρητές για τους σκοπούς του Νόμου αυτού και οποιωνδήποτε Κανονισμών που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου αυτού. (2) Κάθε πρόσωπο που εξουσιοδοτείται να ενεργεί ως επιθεωρητής πρέπει να είναι εφοδιασμένο με πιστοποιητικό διορισμού του, το οποίο και επιδεικνύει αν του ζητηθεί, όταν ζητά να επισκεφθεί οποιοδήποτε υποστατικό. 16. (1) Κάθε επιθεωρητής έχει εξουσία, για τους σκοπούς εφαρμογής του Νόμου αυτού και οποιωνδήποτε Κανονισμών που θα εκδοθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου αυτού, όπως (α) Σε οποιοδήποτε εύλογο χρόνο εισέρχεται σε οποιοδήποτε υποστατικό, εξαιρουμένης κατοικίας, όπου δικαιολογημένα πιστεύει ότι απασχολούνται εργοδοτούμενοι (β) προβαίνει στην αναγκαία εξέταση και έρευνα για να εξακριβώσει αν σε οποιοδήποτε υποστατικό τηρούνται οι διατάξεις του Νόμου αυτού ή οποιωνδήποτε Κανονισμών που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού (γ) αναφορικά με οποιαδήποτε θέματα που αφορούν στο Νόμο αυτό, ή οποιουσδήποτε Κανονισμούς οι οποίοι εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του, για τα οποία εύλογα μπορεί ή είναι αναγκαίο να ζητήσει πληροφορίες, εξετάσει με ερωτήσεις είτε μόνος του είτε, εφόσον το κρίνει σκόπιμο, στην παρουσία οποιουδήποτε άλλου προσώπου, κάθε πρόσωπο που θα βρεθεί σε οποιοδήποτε υποστατικό ή το οποίο δικαιολογημένα πιστεύει ότι είναι ή υπήρξε εργοδοτούμενος και απαιτήσει από αυτό να υποβληθεί σε αυτή την αναγκαία εξέταση (δ) προβαίνει σε κάθε άλλη ενέργεια αναγκαία για την εφαρμογή του Νόμου αυτού και οποιωνδήποτε Κανονισμών που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του. (2) Ο κάτοχος κάθε υποστατικού και κάθε άλλο πρόσωπο το οποίο απασχολεί ή απασχολούσε οποιοδήποτε εργοδοτούμενο, οι αντιπρόσωποι αυτών, καθώς και κάθε εργοδοτούμενος οφείλουν να παρέχουν σε οποιοδήποτε επιθεωρητή κάθε πληροφορία και να προσκομίζουν σ' αυτόν για εξέταση κάθε έγγραφο που αυτός εύλογα θα απαιτήσει. 17. Οι υπάλληλοι της Αρχής καθώς και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο εξουσιοδοτημένο να εκτελεί οποιοδήποτε καθήκον ή να ασκεί οποιαδήποτε εξουσία σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου αυτού θεωρούνται για τους σκοπούς του Ποινικού Κώδικα ως εάν υπηρετούσαν στη Αημόσια Υπηρεσία.

403 Ν- 125(Ι)/99 236 του 1991 6(1) του 1994 3(1) του 1996 99(1) του 1996 36(1) του 1997 40(1) του 1998 45(1) του 1998 15(1) του 1999 37(1) του 1999 38(1) του 1999. ΜΕΡΟΣ V ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ 18. (1) Το Ταμείο Βιομηχανικής Κατάρτισης που ιδρύθηκε και λειτουργεί Ταμείο σύμφωνα με τους περί Βιομηχανικής Καταρτίσεως Νόμους του 1974 έως Ανθρώπινου (Αρ. 2) του 1980 και το οποίο αποτελεί περιουσία της Αρχής, θα συνεχίσει τη Δυναμικού, λειτουργία του με την επωνυμία «Ταμείο Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού» σύμφωνα με τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου. (2) Στο Ταμείο κατατίθενται (α) Όλα τα τέλη που καταβάλλονται από τους εργοδότες, σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου αυτού (β) οποιαδήποτε δικαιώματα εισπράττονται από την Αρχή σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου αυτού ή Κανονισμών που εκδίδονται σύμφωνα με αυτόν (γ) το προϊόν οποιουδήποτε δανείου εισπράττεται από την Αρχή (δ) όλες οι χρηματικές ποινές που επιβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου αυτού ή Κανονισμών που εκδίδονται σύμφωνα με αυτόν (ε) οποιαδήποτε έσοδα της Αρχής προέρχονται από πώληση ή μίσθωση οποιασδήποτε ιδιοκτησίας, ή από υπηρεσίες που παρέχονται από την Αρχή ή από οποιαδήποτε σύμβαση που έγινε από την Αρχή (στ) οποιεσδήποτε Κυβερνητικές ή άλλες χορηγίες ή δωρεές που γίνονται προς την Αρχή. 19. Κάθε ποσό που κατατίθεται στο Ταμείο και η περιουσία της Αρχής Χρησιμοποίηση χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την εκπλήρωση του σκοπού και άσκηση τουτα^ειου των αρμοδιοτήτων και εξουσιών της Αρχής. 20. (1) Κάθε εργοδότης υποχρεούται να καταβάλλει στο Ταμείο τέλος Υποχρέωση που δε θα υπερβαίνει το ένα τοις εκατόν των καταβλητέων απολαβών σε κάθε καταβολή Υ1 ένα από τους εργοδοτούμενούς του, όπως εκάστοτε θα καθορίζεται. τέλους. (2) Η Αρχή με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου καθορίζει με Κανονισμούς τον τρόπο και το χρόνο καταβολής του τέλους που θα καταβάλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου αυτού. 21. (1) Η Αρχή έχει εξουσία όπως, τηρουμένων των διατάξεων των Καταβολή επόμενων εδαφίων, καταβάλλει από το Ταμείο χορήγημα σε εργοδότες, σεεργοοότες αναφορικά με ποσά τα οποία αυτοί δαπάνησαν ή οφείλουν προς το σκοπό σε ορισμένες παροχής κατάρτισης σε εργοδοτούμενα από αυτούς άτομα, σύμφωνα με διαδι πεοιπτωσει 5 κασία και κάτω από όρους και προϋποθέσεις που θα καθορίζονται. (2) Τίποτε στο εδάφιο (1) δεν παρέχει το δικαίωμα στην Αρχή να καταβάλλει οποιοδήποτε χορήγημα σε εργοδότη (α) Αναφορικά με κατάρτιση που παρασχέθηκε χωρίς την εκ των προτέρων έγκριση της Αρχής (β) Αναφορικά με κατάρτιση που παρασχέθηκε χωρίς να ικανοποιούνται οι όροι και προϋποθέσεις που καθορίστηκαν από την Αρχή.

Δάνεια και επενδύσεις. Προϋπολογισμός. Λογαριασμοί. Απολογισμός και Ισολογισμός. Ν. 125(Ι)/99 404 (3) Κανονισμοί που θα εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού δύνανται να προβλέπουν, μεταξύ άλλων (α) Για τον τύπο της αίτησης για καταβολή χορηγήματος και για τα στοιχεία τα οποία πρέπει να περιέχονται σ' αυτή (β) για το χρόνο και τον τρόπο υποβολής της αίτησης και εξέτασης αυτής. 22. (1) Η Αρχή έχει εξουσία με σκοπό την καλύτερη άσκηση των αρμοδιοτήτων της, να συνάπτει δάνεια με τους όρους που θα εγκρίνει το Υπουργείο Οικονομικών. (2) Η Αρχή δύναται, με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου, να επιβαρύνει ολόκληρη ή μέρος της περιουσίας της για εξασφάλιση οποιουδήποτε δανείου, το οποίο αυτή συνάπτει. (3) Ο Υπουργός Οικονομικών έχει εξουσία, μετά από απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, να εγγυάται, με τον τρόπο και με τους όρους που κρίνει αναγκαίους, την αποπληρωμή οποιουδήποτε δανείου που συνάπτει η Αρχή. (4) Όλα τα χρήματα τα οποία δεν απαιτούνται για τη λειτουργία της Αρχής ή για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της, επενδύονται από αυτή σε επενδύσεις που θα εγκρίνει ο Υπουργός Οικονομικών. 23. (1) Η Αρχή υποβάλλει μέσω του Υπουργού, το αργότερο τρεις μήνες πριν από την έναρξη του οικονομικού έτους στο οποίο αυτός αφορά, τον ετήσιο Προϋπολογισμό εσόδων και εξόδων, καθώς και κάθε συμπληρωματικό προϋπολογισμό, στη Βουλή των Αντιπροσώπων, υπό μορφή νομοσχεδίου, κατόπιν επεξεργασίας του από το Υπουργικό Συμβούλιο. Ουδεμία υπέρβαση του Προϋπολογισμού επιτρέπεται εκτός αν ληφθεί προηγουμένως η έγκριση του Υπουργού. (2) Ο Προϋπολογισμός καταρτίζεται με βάση λεπτομέρειες που ο Υπουργός δυνατό να ορίσει. 24. Η Αρχή τηρεί ακριβείς λογαριασμούς (α) Των ποσών που εισπράχθηκαν ή που δαπανήθηκαν από αυτή, και των αντικειμένων για τα οποία έγινε αυτή η είσπραξη ή δαπάνη και (β) για το ενεργητικό και παθητικό της Αρχής τα οποία προετοιμάζονται για να δείχνουν ξεχωριστά το πάγιο ή κεφαλαιουχικό ενεργητικό της Αρχής και τα δανεισθέντα ποσά ή τα οφειλόμενα για δάνεια ή προκαταβολές. 25. (1) Η Αρχή μετά το τέλος του οικονομικού έτους συντάσσει απολογισμό εσόδων και εξόδων της χρήσης του οικονομικού έτους που έληξε καθώς και ισολογισμό κατά την 31η Δεκεμβρίου και τους υποβάλλει για έλεγχο όχι αργότερα από τις 30 Απριλίου. (2) Η Αρχή υποβάλλει, μέσω του Υπουργού, στο Υπουργικό Συμβούλιο, τον Απολογισμό και Ισολογισμό του οικονομικού έτους, δεόντως ελεγμένους, καθώς και έκθεση των πεπραγμένων της κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους αυτού. (3) Οι ελεγχθέντες με αυτό τον τρόπο λογαριασμοί, μαζί με την έκθεση του Γενικού Ελεγκτή της Δημοκρατίας, δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. (4) Μετά την υποβολή του Απολογισμού και Ισολογισμού καθώς και της ετήσιας έκθεσης πεπραγμένων της Αρχής στο Υπουργικό Συμβούλιο, αντίγραφο όλων αυτών κατατίθεται στη Βουλή των Αντιπροσώπων για ενημέρωση της.

405 Ν. 125(Ι)/99 26. (1) Οι οικονομικές δοσοληψίες της Αρχής, οι λογαριασμοί και η εν Έλεγχος γένει οικονομική διαχείριση της ελέγχονται από το Γενικό Ελεγκτή της Δήμο λ Υ α β ιασ^ων κρατίας. (2) Ο Γενικός Ελεγκτής δύναται, κατά τον έλεγχο των λογαριασμών της Αρχής, να καλέσει οποιοδήποτε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου ή υπάλληλο της Αρχής να του δώσει πληροφορίες ή επεξηγήσεις ή να του προσκομίσει οποιοδήποτε βιβλίο, συμβόλαιο, σύμβαση, λογαριασμό, τιμολόγιο ή άλλο έγγραφο αναγκαίο για τον ασκούμενο έλεγχο. (3) Τα ελεγκτικά έξοδα καταβάλλονται από την Αρχή. 27. Η Αρχή απαλλάσσεται Απαλλαγή της (α) Από την πληρωμή οποιωνδήποτε τελών ή δασμών που καταβάλλονται φορολογία και δυνάμει της τελωνειακής νομοθεσίας που ισχύει κάθε φορά για οποία τέλη χαρτοδήποτε αντικείμενα ή υλικά οποιασδήποτε φύσης, περιλαμβανομένων σ^ων συσκευών, οχημάτων, οργάνων, εργαλείων και εφοδίων, τα οποία εισάγονται για αποκλειστική χρήση της Αρχής και δεν προορίζονται για πώληση προς το κοινό (β) από οποιαδήποτε τέλη χαρτοσήμων που καταβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας περί τελών χαρτοσήμων που ισχύει κάθε φορά. ΜΕΡΟΣ VI ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ 28. Ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε άλλες ή περί του αντιθέτου διατάξεις παροχήδικαιστο άρθρο 12 του περί Ετησίων Αδειών με Απολαβές νόμων του 1967 έως Δικαστήριο 0 1997 και οποιαδήποτε άλλη διάταξη οποιουδήποτε άλλου νόμου, το Δικά Εργατικών στήριο Εργατικών Διαφορών έχει αποκλειστική δικαιοδοσία να επιλαμβά Δια <Ρ οων νεται και να αποφασίζει για οποιαδήποτε εργατική διαφορά, περιλαμβανομένου και οποιουδήποτε θέματος παρεμπίπτοντος ή συμπληρωματικού προς αυτή, η οποία εγείρεται από την εφαρμογή του Νόμου αυτού ή οποιωνδήποτε Κανονισμών οι οποίοι εκδόθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου αυτού ή και των δύο. 29. (1) Απόφαση του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών κατά την Είσπραξη άσκηση της δικαιοδοσίας του δυνάμει του άρθρου 28 του παρόντος Νόμου, ^ιδτκάζονται που επιδικάζει οποιοδήποτε ποσό, εκτελείται κατά τον ίδιο τρόπο όπως και από το απόφαση πολιτικού Δικαστηρίου. Εργατικών (2) Ποσό που επιδικάζεται όπως προβλέπεται στο εδάφιο (1) από το Δικά Διαφορών, στήριο Εργατικών Διαφορών περιλαμβάνεται μεταξύ των χρεών τα οποία (α) Δυνάμει του άρθρου 38 του περί Πτωχεύσεως Νόμου, κατά τη διανομή Κε Φ 5 c... 49 του 1985 της ιδιοκτησίας η των στοιχείων του ενεργητικού πτωχεύσαντος και ι97 του 1986. (β) δυνάμει του άρθρου 300 του περί Εταιρειών Νόμου, κατά τη διάλυση εταιρείας πρέπει να πληρώνονται κατά προτεραιότητα έναντι όλων των υπόλοιπων χρεών, όταν υποβληθεί αίτηση στο Δικαστήριο, στη μεν περίπτωση (α) πριν από την ημερομηνία του Διατάγματος Παραλαβής, στη δε περίπτωση (β) πριν από την ημερομηνία έναρξης της διάλυσης της εταιρείας. (3) Όταν κατά το χρόνο της επιδίκασης από το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών έχει αρχίσει διαδικασία αναφορικά προς εργοδότη σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτωχεύσεως Νόμου ή του Μέρους V του περί Εταιρειών Νόμου, ο εργοδότου μένος προς τον οποίο έγινε η επιδίκαση εισπράττει από το Ταμείο ολόκληρο το ποσό που επιδικάστηκε. Τα δικαιώματα του εργοδοτουμένου, αναφορικά προς κάθε πληρωμή που επιδικάστηκε, τα οποία είναι καταβλητέα απευθείας από τον εργοδότη μεταβιβάζονται στο Ταμείο.

Αδικήματα. Δικαιώματα για αποζημιώσεις και κυρώσεις. Χρηματικές ποινές που εισπράττονται καταβάλλονται στο Ταμείο. Εξουσίες Υπουργικού Συμβουλίου για μεταβίβαση αρμοδιοτήτων και περιουσιακών στοιχείων στην Αρχή. Ν. 125(Ι)/99 406 30. (1) Οποιοσδήποτε ο οποίος (α) Με οποιοδήποτε τρόπο παρεμποδίζει επιθεωρητή από την άσκηση των εξουσιών που παρέχονται σ' αυτόν από τις διατάξεις του άρθρου 16 (β) χωρίς εύλογη αιτία, παραλείπει να συμορφωθεί με οποιαδήποτε ειδοποίηση δόθηκε από την Αρχή σύμφωνα με το άρθρο 8, ή παρόλο που συμμορφώνεται με αυτή προβαίνει σε δήλωση που εν γνώσει του είναι ψευδής ως προς κάποιο ουσιώδες στοιχείο της, είναι ένοχος αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τον ένα χρόνο, ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές. (2) Οποιοσδήποτε ο οποίος παραβαίνει ή παραλείπει να συμορφωθεί με οποιαδήποτε άλλη διάταξη του Νόμου αυτού είναι ένοχος αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές. 31. (1) Οι πρόνοιες των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 30 δεν επηρεάζουν ή περιορίζουν με οποιοδήποτε τρόπο το δικαίωμα της Αρχής να εγείρει αγωγή ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου για επανάκτηση ωφελημάτων που καταβλήθηκαν, με τη μορφή χορηγημάτων και επιδομάτων ή με άλλο τρόπο, ως συνέπεια των παραβάσεων ή παραλείψεων ή ψευδών δηλώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 30 ή για αποζημιώσεις ή για οποιαδήποτε άλλη θεραπεία. (2) Η Αρχή θα δικαιούται να διακόψει την παροχή ωφελημάτων προς ή τη συνεργασία της με οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί προς οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου, ή να του επιβάλει οποιεσδήποτε άλλες διοικητικές κυρώσεις κρίνει κατάλληλες. 32. Όλες οι χρηματικές ποινές, που επιβάλονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου αυτού και των Κανονισμών που εκδίδονται σύμφωνα με αυτόν, καταβάλλονται στο Ταμείο, εκτός αν καθοριστεί διαφορετικά. 33. (1) Το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί με απόφαση του (α) Να μεταβιβάζει στην Αρχή, με τους όρους που αυτό κρίνει αναγκαίους, τη διαχείριση ή κυριότητα της περιουσίας οποιωνδήποτε υφιστάμενων, κατά την ημερομηνία έναρξης του Νόμου αυτού, δημόσιων Ιδρυμάτων, Κέντρων ή Οργανισμών κατάρτισης και τις αρμοδιότητες, ευθύνες, υποχρεώσεις ή δικαιώματα σε σχέση με αυτά (β) να ορίζει όπως, από ημερομηνία που θα καθορίζεται στην απόφαση του, αρμοδιότητες του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή οποιουδήποτε δημόσιου Ιδρύματος, Κέντρου ή Υπηρεσίας που υπάγεται σ' αυτό ή άλλου, τις οποίες η Αρχή εξουσιοδοτείται με το Νόμο αυτό να ασκεί, περιέλθουν στην Αρχή με τέτοιους όρους και περιορισμούς που θα αποφασίσει το Υπουργικό Συμβούλιο. (2) Οποιαδήποτε απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου σύμφωνα με τις Διατάξεις του άρθρου αυτού δύναται να προνοεί, εκτός των άλλων, για την υποχρέωση της Αρχής να συνεχίσει οποιοδήποτε πρόγραμμα κατάρτισης που εφαρμόζεται από το Ίδρυμα, Κέντρο ή Υπηρεσία κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του Νόμου αυτού, για τους όρους της συνέχισης αυτής, και για οποιαδήποτε άλλα συναφή θέματα για την απρόσκοπτη και ομαλή διαδοχή της λειτουργίας, οποιουδήποτε από αυτά τα Ιδρύματα, Κέντρα ή Υπηρεσίες.

407 Ν. 125(Ι)/99 34. Πρόσθετα προς τις διατάξεις του άρθρου 5, η Αρχή έχει εξουσία όπως Μεταβατικές αναφορικά προς οποιεσδήποτε αρμοδιότητες ή Ιδρύματα, Κέντρα ή Υπηρε ε^ουσιε 5 σίες που μεταβιβάζονται ή περιέχονται στην Αρχή δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 33 (α) Συνεχίσει οποιοδήποτε πρόγραμμα αναφέρεται σε απόφαση που εκδόθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του εδαφίου (2) του άρθρου 33 (β) αναγνωρίζει για τους σκοπούς του Νόμου αυτού οποιαδήποτε κατάρτιση παρασχέθηκε με τους όρους που θα κρίνει σκόπιμο: Νοείται ότι τίποτε στο άρθρο αυτό δεν εμποδίζει την Αρχή από του να τροποποιήσει οποιοδήποτε πρόγραμμα που αναλαμβάνει με αυτό τον τρόπο ή να ορίσει ότι αυτό θα συνεχίσει να λειτουργεί σύμφωνα με τα πρότυπα επαγγελματικών προσόντων και τα επίπεδα ποιότητας που ορίζονται από την Αρχή. 35. (1) Δημόσιοι υπάλληλοι, οι οποίοι απασχολούνται με αρμοδιότητες Υπάλληλοι που μεταβιβάζονται στην Αρχή δυνάμει του άρθρου 33 και οι υπηρεσίες των ^τ %$? τί _ οποίων δεν είναι πλέον αναγκαίες στην Κυβέρνηση εξαιτίας της μεταβίβασης, μηση πρώην θα προσληφθούν από την Αρχή, με όχι λιγότερο ευνοϊκούς όρους εργοδό ^ ι ι οι τησης. (2) Κάθε δημόσιος υπάλληλος που θα προσληφθεί από την Αρχή όπως προβλέπει το εδάφιο (1) του άρθρου αυτού για περίοδο δύο ετών από την πρόσληψη του δεν μπορεί να απολυθεί παρά μόνο με όποιες προϋποθέσεις θα μπορούσε να απολυθεί από τη δημόσια υπηρεσία κατά το χρόνο της τελευταίας εργοδότησής του σ' αυτή, διατηρεί δε προς το σκοπό αυτό τα δικαιώματα τα οποία απολάμβανε κατά το χρόνο εκείνο. 36. (1) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των άρθρων 13 και 35, κάθε Μεταφορά δημόσιος υπάλληλος ο οποίος αμέσως πριν από τη μεταβίβαση υπηρετεί σε επαλλήλων αρμοδιότητες που μεταβιβάζονται στην Αρχή, δύναται με απόφαση του στην Αρχή. Υπουργικού Συμβουλίου, να μεταφερθεί από την ημερομηνία της μεταβίβασης στην υπηρεσία της Αρχής και τοποθετείται από αυτή, εφόσον αυτό είναι πρακτικά δυνατό, σε θέση οι λειτουργίες της οποίας είναι ανάλογες προς τις λειτουργίες της θέσης που κατέχεται από αυτόν στη δημόσια υπηρεσία της Δημοκρατίας. (2) Κάθε δημόσιος υπάλληλος δύναται είτε μέσα σε ένα μήνα από την ημερομηνία αυτής της μεταφοράς, ή μετά από αυτή τη μεταφορά, μέσα σε ένα μήνα από την κοινοποίηση σ' αυτόν των όρων υπηρεσίας της θέσης του και της διάρθρωσης των υπηρεσιών της Αρχής, να δηλώσει με έγγραφη γνωστοποίηση προς την Αρχή ότι δεν επιθυμεί αυτή την υπηρεσία στην Αρχή, οπότε παύει να είναι στην υπηρεσία της Αρχής μετά πάροδο έξι μηνών από την ημερομηνία της γνωστοποίησης του για την επιθυμία του αυτή και σ' αυτή την περίπτωση δικαιούται στα ίδια ωφελήματα που θα δικαιούτο αν αποχωρούσε από τη δημόσια υπηρεσία της Δημοκρατίας σύμφωνα με τις διατάξεις του ισχύοντος τότε περί Συντάξεων Νόμου που είχαν εφαρμογή στη δική του περίπτωση. (3) Η υπηρεσία του δημόσιου αυτού υπαλλήλου στην Αρχή θα θεωρείται χωρίς διακοπή συνέχιση της υπηρεσίας του στη δημόσια υπηρεσία της Δημοκρατίας και η αντιμισθία και οι υπόλοιποι όροι υπηρεσίας του στην Αρχή δεν μπορούν να μεταβληθούν δυσμενώς γι' αυτόν κατά τη διάρκεια της συνέχισης της υπηρεσίας του στην Αρχή.

Ν. 125(Ι)/99 408 Για τους σκοπούς του εδαφίου αυτού «όροι υπηρεσίας» περιλαμβάνουν ότι αφορά στην άδεια, παύση ή αποχώρηση, σύνταξη, πρόσθετα χορηγήματα ή άλλα παρόμοια επιδόματα: Νοείται ότι για οποιαδήποτε τυχόν σύνταξη ή άλλα ωφελήματα αποχώρησης μέχρι την ημέρα μεταφοράς του δημόσιου υπαλλήλου στην υπηρεσία της Αρχής παραμένει υπεύθυνη η Δημοκρατία και μετά την ημέρα αυτή μέχρι την ημέρα αποχώρησης του από την Αρχή είναι υπεύθυνη η Αρχή. (4) Κάθε δημόσιος υπάλληλος που μεταφέρεται στην υπηρεσία της Αρχής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στην Αρχή, τηρουμένων οποιωνδήποτε εσωτερικών κανονισμών ή οδηγιών της Αρχής, απολαμβάνει όλων των δικαιωμάτων και ωφελημάτων και υπόκειται σε όλες τις υποχρεώσεις και καθήκοντα των δημόσιων υπαλι του 1990 λήλων σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου ή 2ΐι ίου 1991 οποιου δήποτε άλλου νόμου που τροποποιεί ή αντικαθιστά αυτόν. 27(1) του 1994 83(1) του 1995 60(1) του 1996 109(1) του 1996. Κανονισμοί. (5) Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται ως προς άλλον υπάλληλο της Αρχής, παρά μόνο ως προς αυτούς που αναφέρονται στο εδάφιο (1). 37. (1) Η Αρχή εκδίδει, με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου, Κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του Νόμου αυτού και για τον καθορισμό κάθε θέματος το οποίο σύμφωνα με τις διατάξεις ή για τους σκοπούς του Νόμου αυτού χρήζει ή είναι επιδεκτικό καθορισμού, ή προνοείται από το Νόμο αυτό ότι δύναται να καθορίζεται με Κανονισμούς. (2) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας των εξουσιών που παρέχονται με το εδάφιο (1), οι Κανονισμοί δύνανται να ρυθμίζουν ή καθορίζουν όλα ή οποιοδήποτε από τα ακόλουθα θέματα: (α) Τη διοργάνωση, εφαρμογή ή λειτουργία οποιουδήποτε προγράμματος κατάρτισης, τη μορφή κατάρτισης ή τον καθορισμό και τη ρύθμιση πρότυπων επαγγελματικών προσόντων (β) τη διεξαγωγή εξετάσεων και έκδοση πιστοποιητικών και τον καθορισμό των τελών που θα καταβάλλονται σε σχέση με αυτά (γ) τον καθορισμό, επιβολή και είσπραξη τελών (δ) τον καθορισμό, επιβολή και είσπραξη δικαιωμάτων για οποιεσδήποτε παρεχόμενες υπηρεσίες ή για οποιοδήποτε άλλο θέμα (ε) τη διοίκηση και ρύθμιση του Ταμείου, περιλαμβανομένου του καθορισμού του χρόνου και τρόπου καταβολής οποιωνδήποτε τελών και δικαιωμάτων (στ) την καταβολή χορηγημάτων σε εργοδότες ή εργοδοτουμένους. (3) Κανονισμοί που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού δύνανται να προνοούν ότι η παράβαση τους συνιστά αδίκημα το οποίο τιμωρείται με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες ή με φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή και με τις δύο ποινές. Επίσης αυτοί δύνανται να προνοούν για επιβολή διοικητικών κυρώσεων σε περίπτωση παραβάσεως τους. (4) Κανονισμοί που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού καταθέτονται στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Αν μέσα σε εξήντα ημέρες από την κατάθεση τους η Βουλή των Αντιπροσώπων με απόφαση της δεν τροποποιήσει ή ακυρώσει τους Κανονισμούς που κατατέθηκαν, στο

Ν. 125(Ι)/99 410 (ζ) Κανονισμοί που εκδόθηκαν σύμφωνα με τις πρόνοιες των περί Βιομηχανικής Καταρτίσεως Νόμων του 1974 έως (Αρ. 2) του 1980 και που βρίσκονται σε ισχύ αμέσως πριν την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, θεωρούνται από εκείνη την ημερομηνία ότι είναι Κανονισμοί που εκδόθηκαν σύμφωνα με τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου, θα εφαρμόζονται με οποιεσδήποτε αναγκαίες τροποποιήσεις, και θα ισχύουν μέχρις ότου τροποποιηθούν, καταργηθούν ή αντικατασταθούν από Κανονισμούς που ήθελαν εκδοθεί δυνάμει του παρόντος Νόμου, κατάργηση 39. Ο περί Μαθητευομένων Νόμος του 1966 καταργείται, χωρίς επηρεασμό Μαθητευο όλων όσων έγιναν σύμφωνα με τις διατάξεις του, από την ημερομηνία μένων Νόμου, έναρξης της ισχύος του παρόντος άρθρου. 13 του 1966. Έναρξη της 40. (1) Ο Νόμος αυτός, εκτός από το άρθρο 39 αυτού θα τεθεί σε ισχύ παρόντο υ απο την ημερομηνία της δημοσίευσης του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημο Νόμου. * κρατίας. (2) Το άρθρο 39 του παρόντος Νόμου θα τεθεί σε ισχύ σε ημερομηνία που θα καθορισθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο με γνωστοποίηση που θα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. ΠΙΝΑΚΑΣ (Αρθρο 3(2)) Τυπώθηκε στο Τυπογραφείο της Κυπριακής Δημοκρατίας, Λευκωσία.

409 Ν 125(Ι)/99 σύνολο τους ή μερικώς, τότε αυτοί, αμέσως μετά από την πάροδο της πιο πάνω προθεσμίας, δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και αρχίζει η ισχύς τους από τη δημοσίευση αυτή. Σε περίπτωση τροποποίησης τους από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, στην ολότητα τους ή μερικώς, αυτοί δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας όπως τροποποιήθηκαν από τη Βουλή των Αντιπροσώπων και αρχίζει η ισχύς τους από τη δημοσίευση αυτή. (5) Κανονισμοί εκδιδόμενοι δυνάμει του παρόντος άρθρου δύνανται να έχουν αναδρομική ισχύ. 38. (1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (2) του παρόντος Καταργήσεις άρθρου οι περί Βιομηχανικής Καταρτίσεως Νόμοι του 1974 έως (Αρ. 2) του *"ιφ υλά ξ εις 1980 καταργούνται. (2) Ανεξάρτητα από την κατάργηση των περί Βιομηχανικής Καταρτίσεως Νόμων του 1974 έως (Αρ. 2) του 1980 (α) Οι πράξεις, αποφάσεις και ενέργειες της Αρχής και των υπηρεσιών της που λήφθηκαν ή έγιναν σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Βιομηχανικής Καταρτίσεως Νόμων του 1974 έως (Αρ. 2) του 1980 και των Κανονισμών που εκδόθηκαν με βάση αυτούς δεν επηρεάζονται (β) όλες οι διεξαχθείσες εργασίες από το Διοικητικό Συμβούλιο και το Γενικό Διευθυντή της Αρχής Βιομηχανικής Κατάρτισης Κύπρου και όλες οι ληφθείσες από αυτούς αποφάσεις μέχρι την ημερομηνία της έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, εξακολουθούν να ισχύουν και να θεωρούνται έγκυρες και μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου (γ) προγράμματα κατάρτισης, σχέδια κατάρτισης, χορηγήματα, επιδόματα, υποτροφίες ή άλλα θέματα που σχετίζονται με την κατάρτιση και άρχισαν ή αποφασίστηκαν ή παραχωρήθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Βιομηχανικής Καταρτίσεως Νόμων του 1974 έως (Αρ. 2) του 1980 δεν επηρεάζονται και μπορούν να συνεχίζουν και να ολοκληρώνονται με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου (δ) περιουσία και έσοδα της Αρχής που αποκτήθηκαν ή υποχρεώσεις που δημιουργήθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Βιομηχανικής Καταρτίσεως Νόμων του 1974 έως (Αρ. 2) του 1980 συνεχίζουν να αποτελούν περιουσιακά στοιχεία ή υποχρεώσεις της Αρχής σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου (ε) τα έσοδα που θα βρίσκονται στο Ταμείο Βιομηχανικής Κατάρτισης, το οποίο ιδρύθηκε και λειτουργούσε με βάση τους περί Βιομηχανικής Καταρτίσεως Νόμους του 1974 έως (Αρ. 2) του 1980, κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, θεωρούνται, ως εάν αποτελούσαν έσοδα του Ταμείου Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού (στ) οι υπάλληλοι που αμέσως πριν την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου ήσαν υπάλληλοι της Αρχής Βιομηχανικής Καταρτίσεως Κύπρου σύμφωνα με τις πρόνοιες των περί Βιομηχανικής Καταρτίσεως Νόμων του 1974 έως (Αρ. 2) του 1980, συνεχίζουν να είναι υπάλληλοι της Αρχής με την ονομασία Αρχή Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου και η υπηρεσία τους θεωρείται ότι συνεχίζεται χωρίς διακοπή με τα ίδια ωφελήματα, δικαιώματα και υποχρεώσεις που είχαν αμέσως πριν την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου