ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 26ης Σεπτεμβρίου 1996 *

Σχετικά έγγραφα
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Μαΐου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 29ης Φεβρουαρίου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( δεύτερο τμήμα ) 14 Φεβρουαρίου 1985 '

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2002 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 *

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 29ης Μαΐου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 12ης Νοεμβρίου 1992 *

ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 6ης Φεβρουαρίου 2003 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 20ής Φεβρουαρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 12ης Φεβρουαρίου 1998 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 6ης Δεκεμβρίου 2007 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 29ης Απριλίου 2004 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 10ης Νοεμβρίου 1992 *

συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, S. von Bahr, A. La Pergola, M. Wathelet (εισηγητή) και C. W. A. Timmermans, δικαστές,

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ F. G. JACOBS της 27ης Φεβρουαρίου 1992 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 2005 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Απριλίου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( έκτο τμήμα ) της 27ης Σεπτεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 14ης Μαρτίου 1991 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 24ης Οκτωβρίου 1996 *

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 2004 *

Συλλογή της Νομολογίας

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 8ης Φεβρουαρίου 2007 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 9 Μαΐου 1985 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 18ης Μαρτίου 1986 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Μαΐου 1998*

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 11ης Οκτωβρίου 2001 *

Δεν εμπίπτει στο Φ.Π.Α. η μεταβίβαση ακινήτου στο Δημόσιο ή σε οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης ενόψει της εξοφλήσεως φορολογικής οφειλής

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Μαρτίου 2000 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 27ης Μαρτίου 1990 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 *

Ομόσπονδου κράτους Rheinland/Pfalz, εκπροσωπουμένου από τον υπουργό Οικονομίας και Μεταφορών, 65 Mainz,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 1ης Ιουλίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 27ης Νοεμβρίου 2003 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 7ης Μαΐου 1991 *

«Σύμβαση των Βρυξελλών Ασφαλιστικά μέτρα Εξέταση μάρτυρα»

ΔΕΕ - υπόθεση C 126/14 Έκπτωση του φόρου επί. επενδύσεως - Διαδρομή αναψυχής ευθέως προοριζόμενη για δωρεάν χρήση από το κοινό -

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Σεπτεμβρίου 1999 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 17ης Ιουνίου 1998 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 16ης Σεπτεμβρίου 2004 * με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Νοεμβρίου 1993 *

«Δικαιώματα του δημιουργού - Δορυφορική ραδιοτηλεοπτική μετάδοση και καλωδιακή αναμετάδοση»

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 5ης Απριλίου 2001 *

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας (EE ειδ. έκδ. 05/001,

BERTRAND ΚΑΤΑ OTT ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 17ης Μαρτίου 1998*

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( δεύτερο τμήμα ) 4 Ιουλίου 1985 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τέταρτο τμήμα ) της 15ης Μαρτίου 1989 *

THIEFFRY ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τέταρτο τμήμα ) 27 Νοεμβρίου 1985 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Δεκεμβρίου 1992 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 9ης Οκτωβρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 14ης Ιουλίου 1988 *

της 3ης Απριλίου 1968*

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 12ης Μαρτίου 2002 *

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 21ης Ιουνίου 2007 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 10ης Μαρτίου 2005 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30 ής Απριλίου 1998 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 28ης Οκτωβρίου 1999 *

2) Για την οποία έχει κατατεθεί σύμβαση πώλησης στο Τμήμα Κτηματολογίου ή στον Έφορο Φορολογίας (και έχει χαρτοσημανθεί) πριν τις 2 Ιανουαρίου 2018.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 16ης Μαΐου 2002 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 17ης Ιουνίου 1998 *

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1993 σελίδα I Σουηδική ειδική έκδοση σελίδα I Φινλανδική ειδική έκδοση σελίδα I 00477

GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 30ής Σεπτεμβρίου 2004 * με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ,

της 3ης Ιουνίου 1971 της 14ης αστικές και εμπορικές υποθέσεις, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς

κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του παραπέμποντος δικαστηρίου

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 1989 (έκτο τμήμα) της 24ης Ιανουαρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 27ης Σεπτεμβρίου 1988 *

ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-106/95. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 20ής Φεβρουαρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1988 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 *

Published on TaxExperts (

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 9ης Νοεμβρίου 1995 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Οκτωβρίου 2003 *

Οικονομικής Κοινότητος», που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 9 Ιουλίου. Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης R. και V. Haegeman, Βρυξέλλες,

Συλλογή της Νομολογίας

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 'της 17ης Ιουνίου 1992 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 4ης Οκτωβρίου 2001 *

δικαστή), δικαστές, Δικαστήριο, της 31ης καθώς και της εταιρίας Winthrop BV, εγκατεστημένης στο Haarlem, η έκδοση

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Transcript:

ENKLER ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 26ης Σεπτεμβρίου 1996 * Στην υπόθεση C-230/94, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Bundesfinanzhof προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ Renate Enkier και Finanzamt Homburg, η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία του άρθρου 4, παράγραφοι 1 και 2, του άρθρου 6, παράγραφος 2, στοιχείο α', και του άρθρου 11, μέρος Α, παράγραφος 1, στοιχείο γ', της έκτης οδηγίας, 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49), ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα), συγκείμενο από τους Κ. Ν. Κακούρη, πρόεδρο τμήματος, P. J. G. Kapteyn και Η. Ragnemalm (εισηγητή), δικαστές, γενικός εισαγγελέας: Γ. Κοσμάς γραμματέας: Η. Α. Rühi, κύριος υπάλληλος διοικήσεως, * Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική. Ι - 4537

ΑΠΟΦΑΣΗ της 26.9.1996 ΥΠΟΘΕΣΗ C-230/94 λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν: η Renate Enkler, εκπροσωπούμένη από τον Hans-Jürgen Enkier, σύμβουλο επί φοροτεχνικών θεμάτων στο Kirkel, η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμένη από τον Ernst Roder, Ministerialrat στο ομοσπονδιακό Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, εκπροσωπούμένη από τον John E. Collins, Assistant Treasury Sollicitor, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμένη από τον Jürgen Grunwald, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας, έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου, αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις της Renate Enkler, εκπροσωπούμένης από τον Hans-Jürgen Enkler, του Finanzamt Homburg, εκπροσωπουμένου από τον Hans-Werner Klein, Regierungsoberrat, και της Επιτροπής, εκπροσωπούμένης από τον Jürgen Grunwald, κατά τη συνεδρίαση της 15ης Φεβρουαρίου 1996, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 28ης Μαρτίου 1996, εκδίδει την ακόλουθη Απόφαση 1 Με διάταξη της 5ης Μαΐου 1994, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 11 Αυγούστου 1994, το Bundesfinanzhof υπέβαλε στο Δικαστήριο, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ, τέσσερα προδικαστικά ερωτήματα ως προς την ερμηνεία Ι - 4538

ENKLER του άρθρου 4, παράγραφοι 1 και 2, του άρθρου 6, παράγραφος 2, στοιχείο α', και του άρθρου 11, μέρος Α, παράγραφος 1, στοιχείο γ', της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49, στο εξής: έκτη οδηγία). 2 Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της Enkier και του Finanzamt Homburg όσον αφορά την ιδιότητα της Enkier ως επιχειρηματία και τον υπολογισμό της βάσεως επιβολής φόρου επί ενός αυτοκινήτου τροχόσπιτου (camping car) του οποίου είναι ιδιοκτήτρια. 3 Το άρθρο 2, σημείο 1, της έκτης οδηγίας υποβάλλει στον φόρο προστιθέμενης αξίας τις παραδόσεις αγαθών και τις παροχές υπηρεσιών, που πραγματοποιούνται εξ επαχθούς αιτίας στο εσωτερικό της χώρας υπό υποκειμένου στον φόρο που ενεργεί υπό την ιδιότητά του αυτή. 4 Κατά το άρθρο 4 της έκτης οδηγίας, «1. Θεωρείται ως "υποκείμενος στον φόρο" οποιοσδήποτε ασκεί, κατά τρόπο ανεξάρτητο και σε οποιονδήποτε τόπο, μια από τις οικονομικές δραστηριότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 2, ανεξαρτήτως του επιδιωκομένου σκοπού και των αποτελεσμάτων της δραστηριότητος αυτής. 2. Οικονομικές δραστηριότητες, κατά την έννοια της παραγράφου 1, είναι όλες οι δραστηριότητες του παραγωγού, του εμπόρου ή του παρέχοντος υπηρεσίες, περιλαμβανομένων και των δραστηριοτήτων εξορύξεως, των γεωργικών δραστηριοτήτων καθώς και των δραστηριοτήτων των ελευθέρων επαγγελμάτων ή των εξομοιουμένων προς αυτά. Ως οικονομική δραστηριότης θεωρείται επίσης η εκμετάλλευση ενσωμάτου ή αλου αγαθού, προς τον σκοπό αντλήσεως εσόδων διαρκούς χαρακτήρος.» 5 Το άρθρο 6 προβλέπει εξάλλου τα εξής: «1. Ως παροχή υπηρεσιών θεωρείται κάθε πράξη, η οποία δεν αποτελεί παράδοση αγαθών κατά την έννοια του άρθρου 5. (...) Ι - 4539

ΑΠΟΦΑΣΗ της 26.9.1996 ΥΠΟΘΕΣΗ C-230/94 2. Εξομοιούνται προς παροχές υπηρεσιών εξ επαχθούς αιτίας: α) Η χρησιμοποίηση αγαθού, το οποίο κατέχει η επιχείρηση, για τις ίδιες ανάγκες του υποκειμένου στον φόρο ή του προσωπικού του ή, γενικότερα, για σκοπούς ξένους προς την επιχείρηση, εφόσον το αγαθό αυτό εδημιούργησε δικαίωμα προς ολική ή μερική έκπτωση του φόρου προστιθεμένης αξίας (...).» 6 Εν όψει των δραστηριοτήτων του άρθρου 6, παράγραφος 2, το άρθρο 11 ορίζει ότι η βάση επιβολής του φόρου είναι το ποσό των εξόδων των αναληφθέντων από τον υποκείμενο στον φόρο για την εκτέλεση της παροχής των υπηρεσιών. 7 Η Enkier απασχολείται ως ειδικευμένη σε εμπορικά θέματα υπάλληλος στο φοροτεχνικό γραφείο του συζύγου της. Στις 15 Σεπτεμβρίου 1984 δήλωσε τη μίσθωση αυτοκινήτων τροχόσπιτων ως επαγγελματική δραστηριότητα στις διοικητικές υπηρεσίες του δήμου όπου είχε τη διαμονή της και στο Finanzamt Homburg. Στις 28 Σεπτεμβρίου 1984 απέκτησε αυτοκίνητο τροχόσπιτο αντί ποσού 46 249 γερμανικών μάρκων (DM), πλέον του φόρου κύκλου εργασιών, ήτοι ποσού 6 474,89 DM. 8 Στη δήλωση φόρου κύκλου εργασιών για το 1984 η Enkier δήλωσε εκπεστέο ποσό 7 270,77 DM, ενώ είχε χρησιμοποιήσει το αυτοκίνητο τροχόσπιτο για σκοπούς αποκλειστικά ιδιωτικούς. 9 Στη δήλωση της για το 1985 η ενδιαφερομένη ανέφερε ότι πραγματοποίησε κύκλο εργασιών ύψους 2 535 DM, εκ των οποίων ποσό 2 205 DM αντιστοιχούσε σε έσοδα από εκμίσθωση του αυτοκινήτου τροχόσπιτου στον σύζυγό της. 10 Στη δήλωση της για το 1986 δήλωσε, τέλος, κύκλο εργασιών ύψους 1 728 DM, εκ των οποίων ποσό 868 DM προερχόταν και πάλι από τα έσοδα της εκμισθώσεως του αυτοκινήτου τροχόσπιτου προς τον σύζυγό της. Ι - 4540

ENKLER 11 Για την εκμίσθωση αυτή ο Enkier κατέβαλε στη σύζυγο του κατ' αποκοπή ποσό 90 DM ημερησίως. Είχε επιπλέον συμμετάσχει στην αγορά και στη συντήρηση του αυτοκινήτου τροχόσπιτου καταβάλλοντος της ποσό 42 321 DM το 1984, 8 270 DM το 1985 και 8 751 DM το 1986. 12 Κατά τις τρεις αυτές τελευταίες χρήσεις, η Enkler εκμίσθωσε δύο φορές το όχημα σε τρίτους. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέσχε, το αυτοκίνητο τροχόσπιτο χρησιμοποιήθηκε ως εξής: συνολική χρήση: 250 ημέρες, διανυθείσα απόσταση 25 781 km, χρησιμοποίηση για ιδιωτικούς σκοπούς: 79 ημέρες, διανυθείσα απόσταση 13 100 km, χρησιμοποίηση από τον σύζυγο: 40 ημέρες, διανυθείσα απόσταση 5 239 km, εκμίσθωση σε τρίτους: 18 ημέρες, διανυθείσα απόσταση 3 236 km, διαδρομές από και προς το συνεργείο επισκευών: 113 ημέρες, διανυθείσα απόσταση 4 206 km 13 Από τη διάταξη περί παραπομπής προκύπτει εξάλλου ότι η εκ του αυτοκινήτου τροχόσπιτου αστική ευθύνη καλυπτόταν από ιδιωτική ασφάλιση. Επιπλέον, όταν το όχημα διετίθετο σε τρίτους, η Enkier συνήπτε ασφάλιση για εκμισθούμενα οχήματα και παρέδιδε το ασφαλιστήριο στους πελάτες. Βάσει συμφωνίας με τον ασφαλιστή, ο Enkier μπορούσε να χρησιμοποιεί το όχημα χωρίς να είναι αναγκαία η σύναψη συμπληρωματικής ασφαλίσεως. 1 4 Τέλος, όπως προκύπτει, η Enkier δεν προέβαινε σε διαφημίσεις στον ημερήσιο τύπο για την εκμίσθωση του αυτοκινήτου τροχόσπιτου. Το όχημα, όταν δεν ήταν μισθωμένο, παρέμενε σταθμευμένο σε στεγασμένο χώρο σταθμεύσεως πλησίον της κατοικίας του ζεύγους Enkier. Ι-4541

ΑΠΟΦΑΣΗ της 26. 9. 1996 ΥΠΟΘΕΣΗ C-230/94 15 Το 1986 η Enkier δήλωσε ότι θα προέβαινε σε ιδιωτική αποκλειστικώς χρήση του οχήματος. Ως βάση επιβολής του φόρου ανέγραψε το ποσό των 19 000 DM και ισχυρίστηκε ότι εδικαιούτο εκπτώσεως φόρου ύψους 80 % ως μικρός επιχειρηματίας. 16 Με διορθωτική πράξη της 3ης Απριλίου 1989, για τα έτη 1984 έως 1986, το Finanzamt Homburg έλαβε υπόψη, για τον υπολογισμό του καταβλητέου από την ενδιαφερoμένη φόρου μόνον το ποσό που αντιστοιχούσε στον φόρο κύκλου εργασιών με τον οποίο είχε χρεώσει χωριστά τους μισθωτές του οχήματος. Συναφώς, το Finanzamt στηρίχθηκε στην αρχή ότι η ενδιαφερoμένη όφειλε τον φόρο μόνον επειδή είχε χρεώσει τον φόρο αυτόν, ενώ δεν είχε την ιδιότητα του επιχειρηματία. 17 Η προσφυγή που άσκησε η Enkier απορρίφθηκε από το Finanzgericht, το οποίο έκρινε, μεταξύ άλλων, ότι αυτή δεν ενεργούσε ως επιχειρηματίας κατά την εκμίσθωση του αυτοκινήτου τροχόσπιτου. Το δικαστήριο αυτό διευκρίνισε, άλλωστε, ότι η διαρκούς χαρακτήρα δραστηριότητα που απαιτείται για την ιδιότητα του επιχειρηματία προϋποθέτει την πρόθεση πραγματοποιήσεως εσόδων, η οποία πρέπει να διαπιστώνεται βάσει αντικειμενικώς ελεγξίμων κριτηρίων. Κατά το Finanzgericht, η δραστηριότητα της Enkier προσομοιάζει προς μορφή δραστηριότητας ιδιωτικής φύσεως, δεδομένου ότι: απέκτησε ένα μόνον όχημα, το οποίο προορίζεται εκ φύσεως για σκοπούς αναψυχής και το οποίο χρησιμοποίησε για ιδιωτικούς κυρίως σκοπούς, ασκούσε κύρια δραστηριότητα διαφορετική από την εκμίσθωση, δεν διατηρούσε γραφείο ούτε εγκαταστάσεις για τη φύλαξη και συντήρηση του οχήματος, η δαπάνη για την κτήση και τη συντήρηση του αυτοκινήτου τροχόσπιτου είχε αναληφθεί κυρίως από τον σύζυγό της, το όχημα ασφαλιζόταν ως εκμισθούμενο όχημα μόνο για τα χρονικά διαστήματα που όντως χρησιμοποιούνταν για σκοπούς εκμεταλλεύσεως, διατηρήθηκε από την ιδιοκτήτρια του ενώ η εκμετάλλευση του αποδείχθηκε εξαιρετικά ζημιογόνος. Ι - 4542

ENKLER 18 H Enkler άσκησε αναίρεση (Revision) ενώπιον του Bundesfinanzhof. Θεωρώντας ότι οι σχετικές διατάξεις του γερμανικού δικαίου έπρεπε να ερμηνευθούν υπό το φως των αντιστοίχων διατάξεων της έκτης οδηγίας, το δικαστήριο αυτό αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία μέχρις ότου το Δικαστήριο εκδώσει προδικαστική απόφαση επί των ακολούθων τεσσάρων ερωτημάτων: «1) Πρέπει να θεωρείται η εκμίσθωση ενσωμάτων αγαθών α) ως δραστηριότητα παρέχοντος υπηρεσίες κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 2, πρώτη φράση, της έκτης οδηγίας (77/388/ΕΟΚ) ή β) αποκλειστικώς, κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 2, δεύτερη φράση, της έκτης οδηγίας (77/388/ΕΟΚ), ως παροχή που περιλαμβάνει την εκμετάλλευση ενσωμάτων αγαθών προς τον σκοπό αντλήσεως εσόδων διαρκούς χαρακτήρος; 2) Αποτελεί κάθε εξ επαχθούς αιτίας παραχώρηση αντικειμένου προς εκμετάλλευση οικονομική δραστηριότητα κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 2, δεύτερη φράση, της έκτης οδηγίας (77/388/ΕΟΚ) ή το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας τέτοιας οικονομικής δραστηριότητας προϋποθέτει ότι η δραστηριότητα αυτή είναι επιδεκτική οριοθετήσεως έναντι μιας ιδιωτικής δραστηριότητας; Πρέπει η οριοθέτηση έναντι ενδεχομένως ιδιωτικής δραστηριότητας να γίνεται βάσει συγκεκριμένων κριτηρίων (π.χ. ανάλογα με την οικονομική σημασία, τη διάρκεια της παραχωρήσεως προς εκμετάλλευση, το ύψος του ανταλλάγματος) ή μέσω συγκρίσεως με συνήθεις μορφές αντίστοιχης οικονομικής δραστηριότητας (στην παρούσα διαφορά: κατ' επάγγελμα εκμίσθωση αυτοκινήτων τροχόσπιτων); Ι - 4543

ΑΠΟΦΑΣΗ της 26.9.1996 ΥΠΟΘΕΣΗ C-230/94 3) Θεωρείται η εκμίσθωση αυτοκινήτου τροχόσπιτου οικονομική δραστηριότητα προς τον σκοπό αντλήσεως εσόδων διαρκούς χαρακτήρα, όταν το αυτοκίνητο τροχόσπιτο εκμισθώνεται εντός πλέον των δύο ετών μόνο για μερικές ημέρες σε δύο ξένους προς την εκμισθώτρια μισθωτές και συνολικά περίπου έξι εβδομάδες στο σύζυγο της αντί συνολικού ανταλλάγματος περίπου 4 300 DM; 4) Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο τρίτο ερώτημα: πρέπει να περιληφθεί στη βάση επιβολής του φόρου [άρθρο 11, τμήμα Α, παράγραφος 1, στοιχείο γ', της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ)] ως προς την παροχή υπηρεσιών κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 2, της έκτης οδηγίας (77/388/ΕΟΚ) και το ποσό εξόδων που προέκυψαν στο χρονικό διάστημα κατά το οποίο το αντικείμενο της μισθώσεως είναι στη διάθεση του εκμισθωτή για ιδιωτική χρήση (αποκαλούμενες νεκρές περίοδοι);» Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος 19 Με το πρώτο ερώτημα του, το εθνικό δικαστήριο ζητεί κατ' ουσίαν από το Δικαστήριο να διευκρινίσει αν η εκμίσθωση ενσωμάτου αγαθού πρέπει να χαρακτηριστεί ως «οικονομική δραστηριότητα» υπό την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 2, πρώτη φράση, της έκτης οδηγίας ή αποκλειστικά υπό την έννοια της δεύτερης φράσεως της ιδίας διατάξεως. 20 Επισημαίνεται εξαρχής ότι από την αντιπαράθεση του άρθρου 4, παράγραφος 2, προς το άρθρο 4, παράγραφος 3, της έκτης οδηγίας προκύπτει ότι η έννοια της οικονομικής δραστηριότητας τόσο κατά την πρώτη όσο και τη δεύτερη φράση του άρθρου 4, παράγραφος 2, δεν αφορά δραστηριότητες που ασκούνται ευκαιριακά) ς. 21 Διευκρινίζεται στη συνέχεια ότι η εκμίσθωση ενσωμάτου αγαθού πρέπει να θεωρηθεί ως «εκμετάλλευση» του αγαθού αυτού υπό την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 2, δεύτερη φράση, της έκτης οδηγίας (βλ. απόφαση της 14ης Φεβρουαρίου 1985, 268/83, Rompelman, Συλλογή 1985, σ. 655). I-4544

ENKLER 22 Κατά συνέπεια, στο πρώτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι η εκμίσθωση ενσωμάτου αγαθού συνιστά εκμετάλλευση του αγαθού αυτού η οποία πρέπει να χαρακτηριστεί ως «οικονομική δραστηριότητα» υπό την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 2, της έκτης οδηγίας, εφόσον ασκείται προς τον σκοπό αντλήσεως εσόδων διαρκούς χαρακτήρα. Επί του δευτέρου και του τρίτου προδικαστικού ερωτήματος 23 Με το δεύτερο και το τρίτο προδικαστικό ερώτημα το εθνικό δικαστήριο ερωτά κατ' ουσίαν υπό ποίες προϋποθέσεις η εκμίσθωση ενσωμάτου αγαθού, όπως ενός αυτοκινήτου τροχόσπιτου, πρέπει να θεωρηθεί ότι ασκείται προς τον σκοπό αντλήσεως εσόδων διαρκούς χαρακτήρα υπό την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 2, δεύτερη φράση, της έκτης οδηγίας. 24 Συναφώς, πρέπει να υπομνηστεί ότι ο ζητών την έκπτωση του ΦΠΑ υποχρεούται να αποδείξει ότι συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις για να τύχει αυτής της εκπτώσεως και, ιδίως, ότι ανταποκρίνεται στα σχετικά κριτήρια για να θεωρηθεί υποκείμενος στον φόρο. Κατά συνέπεια, το άρθρο 4 της έκτης οδηγίας δεν εμποδίζει τις φορολογικές αρχές να απαιτούν να επιβεβαιώνεται η δηλωθείσα πρόθεση από αντικειμενικά στοιχεία (βλ. προπαρατεθείσα απόφαση Rompelman, σκέψη 24). Επομένως, το διοικητικό ή δικαιοδοτικό όργανο που καλείται να εκφέρει σχετικώς κρίση πρέπει να εκτιμήσει το σύνολο των δεδομένων που χαρακτηρίζουν μια συγκεκριμένη περίπτωση για να καθορίσει αν η επίμαχη δραστηριότητα, εν προκειμένω η εκμετάλλευση αγαθού υπό μορφή εκμισθώσεως, αποσκοπεί στην άντληση εσόδων διαρκούς χαρακτήρα. 25 Ως προς το σημείο αυτό πρέπει να υπογραμμιστεί ότι, όπως προκύπτει από το άρθρο 4, παράγραφος 1, της έκτης οδηγίας, οι σκοποί ή τα αποτελέσματα της δραστηριότητας είναι αυτά καθεαυτό άνευ σημασίας για τον καθορισμό του πεδίου εφαρμογής της έκτης οδηγίας. Ι - 4545

ΑΠΟΦΑΣΗ της 26.9.1996 ΥΠΟΘΕΣΗ C-230/94 26 Με την απόφαση της 11ης Ιουλίου 1991, C-97/90, Lennartz (Συλλογή 1991, σ. I- 3795), το Δικαστήριο έκρινε ότι μεταξύ των δεδομένων βάσει των οποίων οι φορολογικές αρχές πρέπει να εξετάζουν αν ο υποκείμενος στον φόρο απέκτησε τα αγαθά για τις ανάγκες των οικονομικών δραστηριοτήτων του περιλαμβάνεται η φύση του οικείου αγαθού. 27 Το κριτήριο αυτό πρέπει επίσης να παρέχει τη δυνατότητα να προσδιορίζεται αν ο ιδιώτης χρησιμοποίησε το αγαθό κατά τρόπον ώστε η δραστηριότητα του να πρέπει να χαρακτηριστεί ως οικονομική δραστηριότητα υπό την έννοια της έκτης οδηγίας. Το γεγονός ότι ένα αγαθό προσφέρεται για οικονομική αποκλειστικώς εκμετάλλευση αρκεί, κατά κανόνα, για να θεωρηθεί ότι ο κύριός του το εκμεταλλεύεται για τις ανάγκες οικονομικών δραστηριοτήτων και, κατά συνέπεια, για να πραγματοποιήσει έσοδα διαρκούς χαρακτήρα. Αν, αντιθέτως, το αγαθό είναι, ως εκ της φύσεως του, δεκτικό τόσο οικονομικής όσο και ιδιωτικής χρήσεως, θα πρέπει να αναλυθεί το σύνολο των συνθηκών υπό τις οποίες χωρεί η εκμετάλλευση του για να προσδιοριστεί αν χρησιμοποιείται με σκοπό την άντληση εσόδων τα οποία είναι πράγματι διαρκούς χαρακτήρα. 28 Στην τελευταία αυτή περίπτωση, η σύγκριση μεταξύ, αφενός, των συνθηκών υπό τις οποίες ο ενδιαφερόμενος εκμεταλλεύεται πράγματι το αγαθό και, αφετέρου, των συνθηκών υπό τις οποίες ασκείται συνήθως η αντίστοιχη οικονομική δραστηριότητα μπορεί να συνιστά τη μία από τις μεθόδους που καθιστούν δυνατό να ελεγχθεί αν η οικεία δραστηριότητα ασκείται με σκοπό την πραγματοποίηση εσόδων διαρκούς χαρακτήρα. 29 Επιπλέον, καίτοι κριτήρια σχετικά με τα αποτελέσματα της οικείας δραστηριότητας δεν μπορούν αυτά καθεαυτά να καταστήσουν δυνατό να προσδιοριστεί αν η δραστηριότητα ασκείται με σκοπό την πραγματοποίηση εσόδων διαρκούς χαρακτήρα, η πραγματική διάρκεια της εκμισθώσεως του αγαθού, η σημασία της πελατείας και του ποσού των εσόδων είναι στοιχεία τα οποία, καθόσον αποτελούν μέρος του συνόλου των δεδομένων της υπό κρίση περιπτώσεως, μπορούν να ληφθούν υπόψη, μαζί με άλλα, κατά την εξέταση αυτή. 30 Εν όψει των προηγουμένων σκέψεων, στο δεύτερο και στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι για να προσδιοριστεί αν η εκμίσθωση ενσωμάτου αγαθού όπως ενός αυτοκινήτου τροχόσπιτου ασκείται με σκοπό Ι - 4546

ENKLER την άντληση εσόδων διαρκούς χαρακτήρα, υπό την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 2, δεύτερη φράση, της έκτης οδηγίας, στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να προβεί στην εκτίμηση του συνόλου των δεδομένων της υπό κρίση περιπτώσεως. Επί του τετάρτου προδικαστικού ερωτήματος 31 Με το τέταρτο ερώτημα, το εθνικό δικαστήριο ερωτά αν το άρθρο 11, μέρος Α, παράγραφος 1, στοιχείο γ', της έκτης οδηγίας έχει την έννοια ότι στη βάση επιβολής του φόρου κύκλου εργασιών επί των δραστηριοτήτων, που εξομοιώνονται προς παροχές υπηρεσιών δυνάμει του άρθρου 6, παράγραφος 2, στοιχείο α', της ίδιας οδηγίας, πρέπει να συμπεριλαμβάνονται δαπάνες οι οποίες ανακύπτουν σε χρονική περίοδο κατά την οποία το αγαθό βρίσκεται στη διάθεση του υποκειμένου στον φόρο κατά τρόπον ώστε να μπορεί πράγματι να το χρησιμοποιεί ανά πάσα στιγμή για την εξυπηρέτηση σκοπών ξένων προς την επιχείρηση. 32 Καταρχάς, το άρθρο 17 της έκτης οδηγίας προβλέπει στην παράγραφο 1 ότι «το δικαίωμα προς έκπτωση γεννάται κατά τον χρόνο κατά τον οποίο ο εκπεστέος φόρος γίνεται απαιτητός» και επιτρέπει, στην παράγραφο 2, στον υποκείμενο στον φόρο, κατά το μέτρο που τα αγαθά ή οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται για την πραγματοποίηση των φορολογουμένων πράξεων του, «να εκπίπτει από τον φόρο για τον οποίο είναι υπόχρεος τον οφειλόμενο ή καταβληθέντα φόρο προστιθεμένης αξίας για τα αγαθά που του παρεδόθησαν ή πρόκειται να του παραδοθούν (...) από άλλον υποκείμενο στον φόρο». 33 Δεύτερον, προκειμένου να εμποδίσει τον υποκείμενο στον φόρο, ο οποίος προέβη στην έκπτωση του ΦΠΑ κατά την αγορά αγαθού περιελθόντος στην επιχείρηση του, να αποφύγει την καταβολή του ΦΠΑ κατά την ανάληψη του εν λόγω αγαθού από την περιουσία της επιχειρήσεως του για ιδιωτικούς σκοπούς και, κατά συνέπεια, να προσπορισθεί αδικαιολόγητα οφέλη έναντι του κοινού καταναλωτή που αποκτά το αγαθό καταβάλλοντας τον ΦΠΑ, το άρθρο 6, παράγραφος 2, της έκτης οδηγίας εξομοιώνει προς παροχές υπηρεσιών εξ επαχθούς αιτίας «τη χρησιμοποίηση αγαθού το οποίο κατέχει η επιχείρηση για τις ίδιες ανάγκες του υποκειμένου στον φόρο ή του προσωπικού του ή, γενικότερα, για σκοπούς ξένους προς την επιχείρηση του, εφόσον το αγαθό αυτό δημιούργησε δικαίωμα προς ολική ή μερική έκπτωση του φόρου προστιθεμένης Ι - 4547

ΑΠΟΦΑΣΗ της 26.9.1996 ΥΠΟΘΕΣΗ C-230/94 αξίας» (βλ., προκειμένου περί του άρθρου 5, παράγραφος 6, της έκτης οδηγίας, το οποίο στηρίζεται στην ίδια αρχή, απόφαση της 6ης Μαΐου 1992, C-20/91, De Jong, Συλλογή 1992, σ. I-2847, σκέψη 15). 34 Στην απόφαση της 25ης Μαΐου 1993, C-193/91, Mohsche (Συλλογή 1993, σ. I- 2615, σκέψεις 13 και 14), το Δικαστήριο έκρινε ότι η ιδιόχρηση αγαθού υπόκειται σε φόρο μόνο κατ' εξαίρεση και ότι, κατά συνέπεια, ο όρος «χρησιμοποίηση αγαθού» του άρθρου 6, παράγραφος 2, στοιχείο α', της έκτης οδηγίας πρέπει να ερμηνευθεί υπό στενή έννοια περιλαμβάνουσα αποκλειστικώς τη χρησιμοποίηση του ίδιου του αγαθού. Επομένως, οι υπηρεσίες που παρέχονται από τρίτους και αφορούν τη συντήρηση ή την εκμετάλλευση του αγαθού, χωρίς δυνατότητα του υποκειμένου στον φόρο να προβεί στην έκπτωση του φόρου που καταβάλλει σε προηγούμενο στάδιο, δεν εμπίπτουν στη διάταξη αυτή. 35 Όπως επισημάνθηκε ήδη στη σκέψη 33 ανωτέρω, σκοπός του άρθρου 6, παράγραφος 2, της έκτης οδηγίας είναι να διασφαλίζει την ίση μεταχείριση μεταξύ του υποκειμένου στον φόρο και του τελικού καταναλωτή. Ο τελικός καταναλωτής έχει πάντοτε τη δυνατότητα να διαθέτει ένα αγαθό, όταν το επιθυμεί. Επομένως, για τον καθορισμό, σύμφωνα με το άρθρο 11, μέρος Α, παράγραφος 1, στοιχείο γ', της βάσεως επιβολής του φόρου μιας δραστηριότητας που εξομοιούται προς παροχή υπηρεσιών δυνάμει του άρθρου 6, παράγραφος 2, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και οι περίοδοι κατά τις οποίες ένα αγαθό βρίσκεται στη διάθεση του υποκειμένου στον φόρο κατά τρόπον ώστε να είναι ανά πάσα στιγμή δυνατή η χρησιμοποίηση του προς εξυπηρέτηση πράγματι ιδιωτικών αναγκών. 36 Καταρχάς, ο υπολογισμός των περιόδων αυτών κατά τον προσδιορισμό της βάσεως επιβολής του ΦΠΑ περιορίζεται από την υποχρέωση να λαμβάνονται υπόψη αποκλειστικά οι δαπάνες που αφορούν το ίδιο το αγαθό, όπως οι αποσβέσεις λόγω μειώσεως της αξίας του αγαθού, ή οι δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε ο υποκείμενος στον φόρο που γέννησαν δικαίωμα εκπτώσεως του ΦΠΑ. 37 Στη συνέχεια, δεν χρειάζεται να περιληφθεί στη βάση επιβολής του φόρου το σύνολο των δαπανών αυτής της φύσεως. Οι εν λόγω περίοδοι χαρακτηρίζονται από το γεγονός ότι το οικείο αγαθό βρίσκεται στη διάθεση του υποκειμένου στον φόρο όχι μόνο για την εξυπηρέτηση των ιδιωτικών του αναγκών αλλά, Ι - 4548

ENKLER ταυτοχρόνως, και για την εξυπηρέτηση των αναγκών της επιχειρήσεως του. Επομένως, πρέπει να ληφθεί υπόψη ένα μέρος των δαπανών, ανάλογο προς τη σχέση που υφίσταται μεταξύ, αφενός, της συνολικής διάρκειας της πραγματικής χρησιμοποιήσεως του αγαθού και, αφετέρου, της διάρκειας της πραγματικής χρησιμοποιήσεως του αγαθού για σκοπούς ξένους προς την επιχείρηση. 38 Κατά συνέπεια, στο τέταρτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 11, μέρος Α, παράγραφος 1, στοιχείο γ', της έκτης οδηγίας έχει την έννοια ότι στη βάση επιβολής του φόρου κύκλου εργασιών επί των πράξεων, που εξομοιώνονται προς παροχές υπηρεσιών δυνάμει του άρθρου 6, παράγραφος 2, στοιχείο α', της ίδιας οδηγίας, πρέπει να περιλαμβάνονται δαπάνες που ανακύπτουν σε χρονική περίοδο κατά την οποία το αγαθό βρίσκεται στη διάθεση του υποκειμένου στον φόρο κατά τρόπον ώστε να μπορεί πράγματι να το χρησιμοποιεί ανά πάσα στιγμή για την εξυπηρέτηση σκοπών ξένων προς την επιχείρηση και οι οποίες συνδέονται με το ίδιο το αγαθό ή γέννησαν δικαίωμα εκπτώσεως του ΦΠΑ υπέρ του υποκειμένου στον φόρο. Το μέρος των δαπανών αυτών που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη πρέπει να είναι ανάλογο προς τη σχέση που υφίσταται μεταξύ της συνολικής διάρκειας της πραγματικής χρησιμοποιήσεως του αγαθού, αφενός, και της διάρκειας της πραγματικής χρησιμοποιήσεως του αγαθού για σκοπούς ξένους προς την επιχείρηση, αφετέρου. Επί των δικαστικών εξόδων 39 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Γερμανική Κυβέρνηση και η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου καθώς και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Για τους λόγους αυτούς, Ι - 4549

ΑΠΟΦΑΣΗ της 26.9.1996 ΥΠΟΘΕΣΗ C-230/94 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα), κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε με διάταξη της 5ης Μαΐου 1994 το Bundesfinanzhof, αποφαίνεται: 1) Η εκμίσθωση ενσωμάτου αγαθού συνιστά εκμετάλλευση του αγαθού αυτού η οποία πρέπει να χαρακτηριστεί ως «οικονομική δραστηριότητα» υπό την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 2, της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, εφόσον ασκείται προς τον σκοπό αντλήσεως εσόδων διαρκούς χαρακτήρα. 2) Για να προσδιοριστεί αν η εκμίσθωση ενσωμάτου αγαθού όπως ενός αυτοκινήτου τροχόσπιτου ασκείται με σκοπό την άντληση εσόδων διαρκούς χαρακτήρα, υπό την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 2, δεύτερη φράση, της έκτης οδηγίας 77/388, στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να προβεί στην εκτίμηση του συνόλου των δεδομένων της υπό κρίση περιπτώσεως. 3) Το άρθρο 11, μέρος Α, παράγραφος 1, στοιχείο γ', της έκτης οδηγίας 77/388 έχει την έννοια ότι στη βάση επιβολής του φόρου κύκλου εργασιών επί των πράξεων, που εξομοιώνονται προς παροχές υπηρεσιών δυνάμει του άρθρου 6, παράγραφος 2, στοιχείο α', της ίδιας οδηγίας, πρέπει να περιλαμβάνονται δαπάνες που ανακύπτουν σε χρονική περίοδο κατά την οποία το αγαθό βρίσκεται στη διάθεση του υποκειμένου στον φόρο κατά τρόπον ώστε να μπορεί πράγματι να το χρησιμοποιεί ανά πάσα στιγμή για την εξυπηρέτηση σκοπών ξένων προς την επιχείρηση και οι οποίες συνδέονται με το ίδιο το αγαθό ή γέννησαν δικαίωμα εκπτώσεως του ΦΠΑ υπέρ του υποκειμένου στον φόρο. Το μέρος των δαπανών αυτών που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη πρέπει να είναι ανάλογο προς τη σχέση που υφίσταται μεταξύ της συνολικής διάρκειας της πραγματικής χρησιμοποιήσεως του αγαθού, αφενός, και της διάρκειας της πραγματικής χρησιμοποιήσεως του αγαθού για σκοπούς ξένους προς την επιχείρηση, αφετέρου. Κακού ρης Kapteyn Ragnemalm Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 26 Σεπτεμβρίου 1996. Ο Γραμματέας R. Grass Ο Πρόεδρος του τετάρτου τμήματος Κ. Ν. Κακούρης Ι - 4550