ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 10ης Νοεμβρίου 1992 *

Σχετικά έγγραφα
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Μαΐου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 12ης Νοεμβρίου 1992 *

συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, S. von Bahr, A. La Pergola, M. Wathelet (εισηγητή) και C. W. A. Timmermans, δικαστές,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 1989 (έκτο τμήμα) της 24ης Ιανουαρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 1ης Ιουλίου 1993 *

Ομόσπονδου κράτους Rheinland/Pfalz, εκπροσωπουμένου από τον υπουργό Οικονομίας και Μεταφορών, 65 Mainz,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Νοεμβρίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 7ης Μαΐου 1991 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 'της 17ης Ιουνίου 1992 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2002 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 14ης Μαρτίου 1991 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 9 Μαΐου 1985 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 14ης Ιουλίου 1988 *

δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας (EE ειδ. έκδ. 05/001,

της 8ης Ιουνίου 1971<appnote>*<appnote/>

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 17ης Ιουνίου 1998 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Δεκεμβρίου 1992 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 10ης Μαρτίου 1992 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1988 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Απριλίου 1991 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Σεπτεμβρίου 1987 *

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( πέμπτο τμήμα ) της 11ης Ιουνίου 1987 *

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1993 σελίδα I Σουηδική ειδική έκδοση σελίδα I Φινλανδική ειδική έκδοση σελίδα I 00477

GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 27ης Μαρτίου 1990 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( έκτο τμήμα ) της 27ης Σεπτεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Απριλίου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 17ης Μαΐου 1988 *

δικαστή), δικαστές, Δικαστήριο, της 31ης καθώς και της εταιρίας Winthrop BV, εγκατεστημένης στο Haarlem, η έκδοση

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 17ης Ιουνίου 1998 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Δεκεμβρίου 1995 *

THIEFFRY ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 17ης Φεβρουαρίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαΐου 1991 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Μαρτίου 2000 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1989 *

προς την εφαρμογή, στο κοινοτικό δίκαιο, των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής σύμβασης περί των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 7ης Οκτωβρίου 2010 *

Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, εκπροσωπουμένης από

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 20ής Σεπτεμβρίου 1988 *

«Σύμβαση των Βρυξελλών Ασφαλιστικά μέτρα Εξέταση μάρτυρα»

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 6ης Δεκεμβρίου 2007 *

ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 28ης Νοεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Φεβρουαρίου 1990 *

BERTRAND ΚΑΤΑ OTT ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 29ης Φεβρουαρίου 1996 *

Οικονομικής Κοινότητος», που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 9 Ιουλίου. Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης R. και V. Haegeman, Βρυξέλλες,

της 3ης Απριλίου 1968*

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 29ης Μαΐου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 18ης Μαρτίου 1986 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Μαΐου 1998*

ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-108/98. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 9ης Σεπτεμβρίου 1999 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 11ης Οκτωβρίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 9ης Οκτωβρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 17ης Σεπτεμβρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 9ης Νοεμβρίου 1995 *

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 2004 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 12ης Μαρτίου 2002 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 10ης Μαρτίου 2005 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 4ης Οκτωβρίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 29ης Ιουνίου 1995 *

κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του παραπέμποντος δικαστηρίου

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 17ης Μαρτίου 1998*

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 5ης Απριλίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 11ης Ιανουαρίου 2000 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 20ής Φεβρουαρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 16ης Σεπτεμβρίου 1999 *

διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 21ης Απριλίου 2005 *

ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 27ης Σεπτεμβρίου 1988 *

Συλλογή της Νομολογίας

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 24ης Οκτωβρίου 1996 *

Union Professionnelle de la Radio et de la Télédistribution (RTD), Société Intercommunale pour la Diffusion de la Télévision (BRUTELE),

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τέταρτο τμήμα ) της 15ης Μαρτίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 31ης Μαρτίου 1993 *

της 31ης Δικαστήριο, Οκτωβρίου 1974 εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, καθώς και

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Οκτωβρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 17ης Δεκεμβρίου 1998 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 9ης Απριλίου 1987 *

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Τροποποιήσεις του κανονισμού διαδικασίας του δικαστηρίου

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουλίου 1992 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Μαΐου 1989 *

Transcript:

HANSA FLEISCH ERNST MUNDT ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 10ης Νοεμβρίου 1992 * Στην υπόθεση C-156/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Schleswig-Holsteinisches Verwaltungsgericht (Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ Hansa Fleisch Ernst Mundt GmbH & Co. KG και Landrat des Kreises Schleswig-Flensburg, η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία της οδηγίας 85/73/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιανουαρίου 1985, για τη χρηματοδότηση των υγειονομικών επιθεωρήσεων και ελέγχων των νωπών κρεάτων και των κρεάτων πουλερικών (ΕΕ L 32, σ. 14), και της αποφάσεως 88/408/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουνίου 1988, σχετικά με το ύψος των τελών που πρέπει να εισπράττονται για τις υγειονομικές επιθεωρήσεις και ελέγχους των νωπών κρεάτων σύμφωνα με την οδηγία 85/73/ΕΟΚ (ΕΕ L194, σ. 24), ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους J. L. Murray, πρόεδρο τμήματος, G. F. Mancini και F. Α. Schockweiler, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs γραμματέας: Η. Α. Rühi, κύριος υπάλληλος διοικήσεως, λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν: η Hansa Fleisch Ernst Mundt GmbH & Co. KG, εκπροσωπουμένη από την Ingeborg Adrian-Mundt, δικηγόρο Schleswig * Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική. Ι - 5589

ΑΠΟΦΑΣΗ της 10.11.1992 ΥΠΟΘΕΣΗ C-156/91 ο Landrat des Kreises Schleswig-Flensburg, εκπροσωπούμενος από τον Ulrich Seyffert, Mitarbeiter beim Rechtsamt η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπουμένη απο τους Ernst Roder, Ministerialrat του Ομοσπονδιακού Υπουργείου Οικονομίας, και Joachim Karl, Regierungsdirektor του Ομοσπονδιακού Υπουργείου Οικονομίας η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον δόκτορα Ulrich Wölker, μέλος της νομικής της υπηρεσίας, έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου, αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις της Hansa Fleisch Ernst Mundt GmbH & Co. KG, της Γερμανικής Κυβερνήσεως και της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά τη συνεδρίαση της 14ης Μαΐου 1992, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 25ης Ιουνίου 1992, εκδίδει την ακόλουθη Απόφαση Με διάταξη της 15ης Μαρτίου 1991, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 13 Ιουνίου 1991, το Schleswig-Holsteinisches Verwaltungsgericht υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, τρία προδικαστικά ερωτήματα ως προς την ερμηνεία της οδηγίας 85/73/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιανουαρίου 1985, για τη χρηματοδότηση των υγεινομικών επιθεωρήσεων και ελέγχων των νωπών κρεάτων και των κρεάτων πουλερικών (ΕΕ L 32, σ. 14), και της αποφάσεως 88/408/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουνίου 1988, σχετικά με το ύψος των τελών που πρέπει να εισπράττονται για τις υγειονομικές επιθεωρήσεις και ελέγχους των νωπών κρεάτων σύμφωνα με την οδηγία 85/73/ΕΟΚ (ΕΕ L194, σ. 24). Ι - 5590

HANSA FLEISCH ERNST MUNDT 2 Τα ερωτήματα αυτά υποβλήθηκαν στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της εταιρίας Hansa Fleisch Ernst Mundt GmbH & Co. KG, (στο εξής: Hansa Fleisch) και του Landrat des Kreises Schleswig-Flensburg (στο εξής: Landrat), ως προς το ποσό των οφειλομένων από την Hansa Fleisch στον Landrat τελών για τις υγειονομικές επιθεωρήσεις που πραγματοποιήθηκαν στις εγκαταστάσεις της. 3 Η Hansa Fleisch εκμεταλλεύεται ένα σφαγείο, ένα εργαστήριο τεμαχισμού και ψυκτική αποθήκη κρεάτων στο Schleswig-Holstein. Τα κρέατα των σφαγέντων στις εγκαταστάσεις της Hansa Fleisch ζώων αποτελούν αντικείμενο επιθεωρήσεων, πραγματοποιούμένων από τους υπαλλήλους της Υπηρεσίας Κτηνιατρικού Ελέγχου και Ελέγχου Τροφίμων η οποία τελεί υπό την εποπτεία του Landrat. 4 Σύμφωνα προς το άρθρο 1, παράγραφος 1, της προαναφερθείσας οδηγίας 85/73, εισπράττεται τέλος για τα έξοδα που προκύπτουν από τις εν λόγω επιθεωρήσεις. Δυνάμει του άρθρου 2, παράγραφος 1, της οδηγίας 85/73, το Συμβούλιο όφειλε να καθορίσει το ύψος του τέλους αυτού κατ' αποκοπή πριν από την 1η Ιανουαρίου 1986, ημερομηνία κατά την οποία έληγε η χορηγηθείσα στα κράτη μέλη, εκτός της Ελληνικής Δημοκρατίας, προθεσμία, προκειμένου να διασφαλίσουν τη μεταφορά της οδηγίας 85/73 στο εθνικό δίκαιο. 5 Το κατ' αποκοπήν ύψος του τέλους καθορίστηκε με την προαναφερθείσα απόφαση 88/408. Το άρθρο 2, παράγραφος 1, της εν λόγω αποφάσεως καθορίζει ένα ή περισσότερα ποσά τελών ανά είδος ζώου. Πάντως, το άρθρο 2, παράγραφος 2, της ιδίας αυτής διατάξεως προβλέπει ότι «τα κράτη μέλη στα οποία το μισθολογικό κόστος, η δομή των εγκαταστάσεων και [η σχέση] που υφίσταται μεταξύ κτηνιάτρων και επιθεωρητών αποκλίνουν από τον κοινοτικό μέσο όρο που έχει επιλεγεί για τον υπολογισμό των κατ' αποκοπήν ποσών (...) μπορούν να παρεκκλίνουν με αυξήσεις ή μειώσεις έως ότου επιτευχθεί το πραγματικό κόστος επιθεωρήσεως». Δυνάμει του άρθρου 11 της αποφάσεως 88/408, αυτή έπρεπε να τεθεί σε εφαρμογή από τα κράτη μέλη το αργότερο μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1990. 6 Στη Γερμανία, η είσπραξη τέλους για τα έξοδα τα οποία προκύπτουν από τις επιθεωρήσεις και τους υγειονομικούς ελέγχους των ζώων που προορίζονται για σφαγή βασίζεται στο άρθρο 24 του Fleischhygienegesetz (νόμος περί της υγιει- I - 5591

ΑΠΟΦΑΣΗ της 10. 11. 1992 ΥΠΟΘΕΣΗ C-156/91 νής του κρέατος, BGBl. Ι, 1987, νέα δημοσίευση, σ. 649), το οποίο προστέθηκε στον εν λόγω νόμο με τον νόμο της 13ης Απριλίου 1986 (BGBl. Ι, σ. 398). Δυνάμει του άρθρου 24, παράγραφος 2, του Fleischhygienegesetz, στα ομόσπονδα κράτη εναπόκειται να καθορίζουν τα πραγματικά περιστατικά που υπόκεινται στην επιβολή τελών και να καθορίζουν το ύψος αυτών. Η ίδια διάταξη προβλέπει πάντως ότι τα τέλη πρέπει να υπολογίζονται σύμφωνα προς την προαναφερθείσα οδηγία 85/73. 7 Στο Land του Schleswig-Holstein, το ύψος του τέλους που οφείλεται για τις επιθεωρήσεις και τους υγειονομικούς ελέγχους που προβλέπονται από την οδηγία 85/73 καθορίστηκε με την κανονιστική απόφαση της 3ης Απριλίου 1987 περί τροποποιήσεως της κανονιστικής αποφάσεως περί των διοικητικών τελών στο πλαίσιο της διοικήσεως του κτηνιατρικού τομέα (Gesetz- und Verordnungsblatt ßr Schleswig-Holstein 1987, σ. 173). Το ύψος του τέλους που καθορίστηκε με την εν λόγω κανονιστική απόφαση είναι υψηλότερο των κατ' αποκοπήν ποσών του άρθρου 2, παράγραφος 1, της προαναφερθείσας αποφάσεως 88/408. 8 Βάσει της κανονιστικής αποφάσεως του ομόσπονδου κράτους του 1987, ο Landrat καταλόγισε στην Hansa Fleisch τα οφειλόμενα από αυτήν τέλη για τις πραγματοποιηθείσες στις εγκαταστάσεις της επιθεωρήσεις. Η Hansa Fleisch άσκησε ενστάσεις κατά των εκδοθεισών από τις 23 Μαΐου 1989 και εφεξής αποφάσεων περί εισπράξεως των τελών. Δεδομένου ότι οι ενστάσεις αυτές απορρίφθηκαν από τον Landrat, η Hansa Fleisch άσκησε προσφυγή ενώπιον του Schleswig- Holsteinisches Verwaltungsgericht. Ενώπιον του δικαστηρίου αυτού, η Hansa Fleisch ισχυρίστηκε ότι οι εκδοθείσες από τον Landrat αποφάσεις περί εισπράξεως ήταν παράνομες για τον λόγο, ιδίως, ότι τα τα καταλογισθέντα τέλη ήταν υψηλότερα από αυτά που προβλέπονται από το άρθρο 2, παράγραφος 1, της αποφάσεως 88/408. 9 Κρίνοντας ότι η ενώπιόν του αχθείσα διαφορά έθετε ζητήματα ερμηνείας του κοινοτικού δικαίου, το εθνικό δικαστήριο αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία έως ότου το Δικαστήριο αποφανθεί προδικαστικώς επί των ακολούθων ερωτημάτων: «1) Επιτρέπει η οδηγία 85/73/ΕΟΚ του Συμβουλίου, σε συνδυασμό με την απόφαση 88/408/ΕΟΚ του Συμβουλίου, την απευθείας εφαρμογή εις τρόπον ώστε ένας πολίτης της Κοινότητας να μπορεί, ενώπιον δικαστηρίου της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, να επικαλείται επιτυχώς ότι το κράτος οπωσδήποτε δεν είναι πλέον αρμόδιο, εφόσον ισχύει η απόφαση Ι - 5592

HANSA FLEISCH ERNST MUNDT 88/408/EOK του Συμβουλίου, να εισπράττει τέλη κατά την έννοια του άρθρου 1 της εν λόγω αποφάσεως του Συμβουλίου, τα οποία υπερβαίνουν κατά το ύψος τα κατ' αποκοπήν ποσά που προβλέπονται από το άρθρο 2, παράγραφος 1, της εν λόγω αποφάσεως; 2) Έχει σημασία για την απάντηση του Δικαστηρίου στο ερώτημα 1 το αν έχει ήδη λήξει η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 11 της αποφάσεως 88/408/ΕΟΚ του Συμβουλίου; 3) Έχει σημασία για την απάντηση του Δικαστηρίου στο ερώτημα 1 αν το άρθρο 2, παράγραφος 2, της αποφάσεως 88/408/ΕΟΚ του Συμβουλίου πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι την εν λόγω εισάγουσα εξαίρεση διάταξη μπορεί να την επικαλείται ένα κράτος μέλος ως τοιούτο, αλλά δεν μπορούν να την επικαλούνται οι επί μέρους διαιρέσεις ενός κράτους μέλους, όπως είναι τα ομόσπονδα κράτη της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας;» 10 Στην έκθεση ακροατηρίου αναπτύσσονται διεξοδικώς τα πραγματικά περιστατικά της διαφοράς της κύριας δίκης, η εφαρμοστέα κανονιστική ρύθμιση, η εξέλιξη της διαδικασίας καθώς και οι γραπτές παρατηρήσεις που κατατέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου. Τα στοιχεία αυτά της δικογραφίας δεν επαναλαμβάνονται κατωτέρω παρά μόνο καθόσον απαιτείται για τη συλλογιστική του Δικαστηρίου. Επί του πρώτου και του δευτέρου ερωτήματος 11 Από τη διάταξη περί παραπομπής προκύπτει ότι, με το πρώτο και το δεύτερο ερώτημα, το εθνικό δικαστήριο ερωτά, κατ' ουσίαν, αφενός αν το άρθρο 2, παράγραφος 1, της προαναφερθείσας αποφάσεως 88/408 έχει άμεσο αποτέλεσμα και αφετέρου, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, αν τη διάταξη αυτή μπορεί να την επικαλείται ιδιώτης κατά κράτους μέλους πριν από τη λήξη της προβλεπομένης στο άρθρο 11 της αποφάσεως 88/408 προθεσμίας, προκειμένου να αντιταχθεί στην είσπραξη τελών υψηλοτέρου ποσού από αυτό που προβλέπεται από το άρθρο 2, παράγραφος 1. 12 Υπενθυμίζεται συναφώς ότι, όπως το Δικαστήριο έκρινε με την απόφαση της 6ης Οκτωβρίου 1970, 9/70, Grad (Συλλογή τόμος 1969-1971, σ. 497, σκέψη 5), Ι - 5593

ΑΠΟΦΑΣΗ της 10.11.1992 ΥΠΟΘΕΣΗ C-156/91 δεν θα συμβιβαζόταν προς το δεσμευτικό αποτέλεσμα, που το άρθρο 189 αναγνωρίζει στην απόφαση, ο κατ' αρχήν αποκλεισμός της δυνατότητας των προσώπων, που η απόφαση αφορά, να επικαλούνται την προβλεπομένη από αυτήν υποχρέωση. 13 Με την απόφαση αυτή, το Δικαστήριο έκρινε επίσης ότι μπορεί να γίνει επίκληση κατά κράτους μέλους διατάξεως αποφάσεως απευθυνόμένης στο εν λόγω κράτος μέλος, οσάκις η εν λόγω διάταξη επιβάλλει στον αποδέκτη της ανεπιφύλακτη και επαρκώς σαφή και ακριβή υποχρέωση (σκέψη 9). 14 Η Γερμανική Κυβέρνηση και ο Landrat ισχυρίστηκαν ότι η επιβληθείσα στα κράτη μέλη υποχρέωση να καθορίζουν το ύψος του τέλους στα προβλεπόμενα από το άρθρο 2, παράγραφος 1, της αποφάσεως 88/408 επίπεδα δεν αποτελεί ανεπιφύλακτη υποχρέωση, λόγω της δυνατότητας παρεκκλίσως από τα εν λόγω κατ' αποκοπήν ποσά, η οποία παρέχεται στα κράτη μέλη με το άρθρο 2, παράγραφος 2, της αποφάσεως. 15 Πάντως, το γεγονός ότι μια απόφαση επιτρέπει στα κράτη μέλη που είναι αποδέκτες της να παρεκκλίνουν από σαφείς και ακριβείς διατάξεις της ιδίας αυτής αποφάσεως δεν είναι δυνατό, καθαυτό, να στερεί τις διατάξεις αυτές του αμέσου αποτελέσματος. Ειδικότερα, αυτές οι διατάξεις μπορούν να έχουν άμεσο αποτέλεσμα οσάκις η χρήση των κατ' αυτόν τον τρόπο αναγνωριζομένων δυνατοτήτων παρεκκλίσεως υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο (υπό την αυτή έννοια, βλ. απόφαση της 4ης Δεκεμβρίου 1974, 41/74, Van Duyn, Συλλογή τόμος 1974, σ. 537, σκέψη 7). 16 Αυτό ακριβώς συμβαίνει εν προκειμένω, όσον αφορά τη δυνατότητα παρεκκλίσεως προς τα άνω από τα κατ' αποκοπήν ποσά του τέλους που καθορίζει το άρθρο 2, παράγραφος 1, της αποφάσεως 88/408. Πράγματι, όπως προκύπτει από το άρθρο 2, παράγραφος 2, και το παράρτημα της αποφάσεως 88/408, το ύψος του τέλους μπορεί να αυξηθεί έως το ύψος του πραγματικού κόστους επιθεωρήσεως, οσάκις αυτό είναι υψηλότερο των επιπέδων του τέλους που Ι - 5594

HANSA FLEISCH ERNST MUNDT καθορίστηκαν με το άρθρο 2, παράγραφος 1, της αποφάσεως. Η δυνατότητα αυξήσεως του τέλους εξαρτάται, επομένως, από προϋποθέσεις των οποίων η τήρηση υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο. 17 Συνεπώς, το γεγονός ότι το άρθρο 2, παράγραφος 2, της αποφάσεως 88/408 παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να παρεκκλίνουν προς τα άνω από τα κατ' αποκοπήν ποσά του τέλους, που καθορίζονται από το άρθρο 2, παράγραφος 1, της ιδίας αποφάσεως, δεν είναι δυνατό να στερήσει την τελευταία αυτή διάταξη του αμέσου αποτελέσματος. 18 Εντούτοις, το άρθρο 11 της αποφάσεως 88/408 τάσσει στα κράτη μέλη προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να διασφαλιστεί η θέση σε εφαρμογή της εν λόγω αποφάσεως. 19 Οσάκις απόφαση απευθυνομένη στα κράτη μέλη περιέχει διατάξεις ακριβείς και ανεπιφύλακτες, των οποίων η θέση σε εφαρμογή πρέπει να συντελεστεί εντός ορισμένης προθεσμίας, οι ιδιώτες μπορούν να επικαλούνται τις διατάξεις αυτές κατά κράτους μέλους μόνο στην περίπτωση κατά την οποία το εν λόγω κράτος δεν θέτει σε εφαρμογή την απόφαση, ή τη θέτει σε εφαρμογή κατά τρόπο εσφαλμένο, μετά τη λήξη της προβλεπομένης προθεσμίας. 20 Πράγματι, η παρασχεθείσα στους ιδιώτες δυνατότητα να επικαλούνται απόφαση κατά των κρατών μελών τα οποία είναι οι αποδέκτες της βασίζεται στον δεσμευτικό χαρακτήρα που η απόφαση έχει έναντι των αποδεκτών της. Συνεπώς, όταν η απόφαση τάσσει στα κράτη μέλη ορισμένη προθεσμία προκειμένου να συμμορφωθούν προς τις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτήν, οι ιδιώτες δεν μπορούν να επικαλεστούν την εν λόγω απόφαση έναντι των κρατών μελών πριν από τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας. 21 Ενόψει των ανωτέρω, στο πρώτο και δεύτερο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 2, παράγραφος 1, της αποφάσεως 88/408/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουνίου 1988, σχετικά με το ύψος των τελών που πρέπει να εισπράττονται για τις υγειονομικές επιθεώρησες και ελέγχους των νωπών Ι - 5595

ΑΠΟΦΑΣΗ της 10.11.1992 ΥΠΟΘΕΣΗ C-156/91 κρεάτων σύμφωνα με την οδηγία 85/73/ΕΟΚ, μπορεί να το επικαλεστεί ιδιώτης κατά κράτους μέλους προκειμένου να αντιταχθεί στην είσπραξη τελών υψηλότέρου ποσού από αυτό που προβλέπεται στην εν λόγω διάταξη, οσάκις δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις από τις οποίες το άρθρο 2, παράγραφος 2, της εν λόγω διατάξεως εξαρτά τη δυνατότητα αυξήσεως του ποσού των τελών που καθορίζεται από το άρθρο 2, παράγραφος 1. Πάντως, επίκληση του άρθρου 2, παράγραφος 1, της αποφάσεως 88/408 μπορεί να γίνει μόνο κατά των αποφάσεων περί εισπράξεως των τελών που εκδόθηκαν μετά τη λήξη της προθεσμίας του άρθρου 11 της εν λόγω αποφάσεως. Επί του τρίτου ερωτήματος 22 Καταρχάς, πρέπει να υπομνηστεί ότι, όπως αναφέρθηκε στην ανωτέρω σκέψη 17, η δυνατότητα παρεκκλίσεως από τα κατ' αποκοπήν ποσά του τέλους που καθορίζει το άρθρο 2, παράγραφος 1, της προαναφερθείσας αποφάσεως 88/408, υπό τις προϋποθέσεις και εντός των ορίων που προβλέπονται από το άρθρο 2, παράγραφος 2, της εν λόγω αποφάσεως, δεν είναι δυνατόν να στερεί το άρθρο 2, παράγραφος 1, του αμέσου αποτελέσματος. 23 Στη συνέχεια, πρέπει να τονιστεί ότι κάθε κράτος μέλος είναι ελεύθερο να κατανέμει τις αρμοδιότητες στο εσωτερικό επίπεδο και να θέτει σε εφαρμογή τις πράξεις κοινοτικού δικαίου που δεν είναι απ' ευθείας εφαρμοστέες μέσω μέτρων ληφθέντων από τις περιφερειακές ή τοπικές αρχές, αρκεί η κατανομή αυτή των αρμοδιοτήτων να καθιστά δυνατή την ορθή εφαρμογή των εν λόγω πράξεων κοινοτικού δικαίου. 24 Εν προκειμένω, καμία διάταξη της αποφάσεως 88/408 δεν απαγορεύει στα κράτη μέλη να παρέχουν στις περιφερειακές ή τοπικές αρχές την εξουσία παρεκκλίσεως από τα κατ' αποκοπήν ποσά του τέλους, υπό τις προϋποθέσεις και εντός των ορίων που προβλέπονται από το άρθρο 2, παράγραφος 2, της εν λόγω αποφάσεως. 25 Εξάλλου, από το άρθρο 7 και από το παράρτημα της ιδίας αυτής αποφάσεως προκύπτει ότι οι παρεκκλίσεις από τα κατ' αποκοπήν ποσά του τέλους μπορούν να εφαρμόζονται εφ' όλων των εγκαταστάσεων ενός κράτους μέλους ή επί μιας μόνο εξ αυτών. Ι - 5596

HANSA FLEISCH ERNST MUNDT 26 Ενόψει των ανωτέρω, στο τρίτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 2, παράγραφος 2, της αποφάσεως 88/408 έχει την έννοια ότι ένα κράτος μέλος μπορεί να αναθέσει στις περιφερειακές ή τοπικές αρχές την άσκηση της εξουσίας που απονέμει η διάταξη αυτή. Επί των δικαστικών εξόδων 27 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι οποίες κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον xaρaκτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Για τους λόγους αυτούς, ΤΟ ΔΙΚΑΕΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα), κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε το Schleswig-Holsteinisches Verwaltungsgericht, με διάταξη της 15ης Μαρτίου 1991, αποφαίνεται: 1) Το άρθρο 2, παράγραφος 1, της αποφάσεως 88/408/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουνίου 1988, σχετικά με to ύψος των τελών που πρέπει να εισπράττονται για τις υγειονομικές επιθεωρήσεις και ελέγχους των νωπών κρεάτων σύμφωνα με την οδηγία 85/73/ΕΟΚ, μπορεί να το επικαλεστεί ιδιώτης κατά κράτους μέλους προκειμένου να αντιταχθεί στην είσπραξη τελών υψηλοτερου ποσού από αυτό που προβλέπεται στην εν λόγω διάταξη, οσάκις δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις από τις οποίες το άρθρο 2, παράγραφος 2, της εν λόγω διατάξεως εξαρτά τη δυνατότητα αυξήσεως του ποσού των τελών που καθορίζεται από το άρθρο 2, παράγραφος 1. Πάντως, επίκληση του άρθρου 2, παράγραφος 1, της αποφάσεως 88/408 μπορεί να γίνει μόνο κατά των αποφάσεων περί εισπράξεως των τελών που εκδόθηκαν μετά τη λήξη της προθεσμίας του άρθρου 11 της εν λόγω αποφάσεως. 2) Το άρθρο 2, παράγραφος 2, της αποφάσεως 88/408/ΕΟΚ έχει την έννοια ότι ένα κράτος μέλος μπορεί να αναθέσει στις περιφερειακές ή τοπικές αρχές την άσκηση της εξουσίας που του απονέμει η διάταξη αυτή. Ι - 5597

ΑΠΟΦΑΣΗ της 10.11.1992 ΥΠΟΘΕΣΗ C-156/91 Murray Mancini Schockweiler Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 10 Νοεμβρίου 1992. Ο Γραμματέας J.-G. Giraud Ο Πρόεδρος του δεύτερου τμήματος J. L. Murray Ι - 5598