Του Βαλάντη Αθανασίου, ιστορικού «Από ψυχολογικής πλευράς ο Άγγλος κάνει έκκληση στα υλικά του συμφέροντα και στο αίσθημα του τού δικαίου, όχι όμως στην καρδιά του ή στη φαντασία του. Ο Κύπριος μπορεί να σέβεται τον Άγγλο αλλά δεν μπορεί να τον αγαπήσει. Γι αυτό και δεν μπορεί ποτέ [ο Κύπριος] να αισθανθεί ότι αποτελεί μέλος της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, ενώ αισθάνεται ότι είναι μέλος του ελληνόφωνου κόσμου. Το Λονδίνο μπορεί να είναι η εμπορική πρωτεύουσα του Κυπρίου, αλλά πνευματική, πολιτιστική και επαγγελματική του πρωτεύουσα είναι η Αθήνα. Ο Κύπριος αισθάνεται Έλληνας και επομένως θέλει, τρόπον τινά, να είναι Έλληνας. Αυτό είναι το ψυχολογικό θεμέλιο της Ενώσεως». Patrick Balfour, 3 ος Βαρόνος Kinross, Τhe Orphaned Realm: Journeys in Cyprus (1951), p. 208 Παλμεροκρατία ονομάζεται η περίοδος της στυγνής δικτατορικής διακυβέρνησης των Βρετανών αποικιοκρατιών στην Κύπρο, μετά την κατάπνιξη της αυθόρμητης εξέγερσης των Ελλήνων της Κύπρου στα τέλη Οκτωβρίου 1931 (Οκτωβριανά). Στόχος των Βρετανών ήταν να καταπνίξουν το εθνικό αίσθημα των ελληνοκύπριων και το πάγιο αίτημα τους για Ένωση του νησιού με την Ελλάδα. Κράτησε ως το ξέσπασμα του Β Παγκοσμίου πολέμου, όταν οι Βρετανοί, για να προσεταιριστούν τους Κύπριους, επέτρεψαν τις περισσότερες από τις ατομικές ελευθερίες. Η περίοδος ονομάστηκε Παλμεροκρατία συμβατικά από τον Sir Herbert Richmond Palmer, κυβερνήτη της Κύπρου τα διάστημα 1933-1939. Η επιβολή της δικτατορίας Στις 9 Ιουνίου 1932 ο σερ Ρόναλντ Στορς αναχώρησε από την Κύπρο και στις 4 Δεκεμβρίου έφτασε ο νέος κυβερνήτης, σερ Ρέτζιναλντ Έντουαρντ Σταμπς. Ο νέος κυβερνήτης προσπάθησε να προσεταιριστεί τους Κύπριους με κινήσεις καλής θέλησης. Ξεκίνησε διάλογο με τον γηραιό αρχιεπίσκοπο Κύριλλο Γ, προχώρησε σε μερική άρση της λογοκρισίας του Τύπου, μείωσε ελαφρώς το κόστος κατασκευής του νέου κυβερνείου (τα έξοδα κατασκευής του βάρυναν τους Ελληνοκύπριους) και ίδρυσε το λεγόμενο Συμβουλευτικό Συμβούλιο το οποίο αποτελούσαν τέσσερις Ελληνοκύπριοι και ένας μουσουλμάνος. Όμως δεν υπήρχε καμιά διάθεση αλλαγής του δικτατορικού καθεστώτος. 1
Χαρακτηριστικά, σύμφωνα με τον νέο εκπαιδευτικό νόμο ο κυβερνήτης διόριζε, εκτός από τους δασκάλους της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης (όπως προέβλεπε ο νόμος του 1929), τα εκπαιδευτικά συμβούλια και τις σχολικές εφορίες, αλλά όριζε επίσης και την διδακτέα ύλη. Το μάθημα της ιστορίας μπήκε υπό τον πλήρη έλεγχο των αποικιοκρατών. Η Εκκλησία και όλοι οι εκπαιδευτικοί αντέδρασαν, αλλά αυτή την φορά δεν είχαν κανένα περιθώριο για να ληφθούν υπ όψη. Σύντομα τα μέτρα καταστολής αυξήθηκαν και μονιμοποιήθηκαν. Η λογοκρισία του τύπου και του κινηματογράφου διατηρήθηκε ως το 1940. Απαγορεύτηκαν τα κόμματα και καταδιώχθηκαν τα μέλη τους, ειδικά στο Κομμουνιστικό Κόμμα Κύπρου (το οποίο αποτελούσαν ελληνοκύπριοι και τουρκοκύπριοι). Ο Κυβερνήτης μπορούσε να κηρύξει παράνομη οποιαδήποτε οργάνωση ήθελε. Εφαρμόστηκε στρατιωτικός νόμος, οι δυνάμεις ασφαλείας απέκτησαν υπερεξουσίες, όπως την σύλληψη οποιουδήποτε ατόμου χωρίς ένταλμα, ακόμα κι αν δεν υπήρχαν στοιχεία εναντίον του, αλλά μόνο υποψίες. Απαγορεύτηκε η είσοδος στην Κύπρο οποιουδήποτε Κύπριου εάν η κυβέρνηση θεωρούσε πως θα είχε σκοπό να δράσει «κατά τρόπο επικίνδυνο για την ειρήνη και την τάξη». Καταργήθηκαν, μαζί με τις βουλευτικές και οι δημοτικές εκλογές. Για ένα διάστημα απαγορεύθηκε η λειτουργία των συνδικάτων, κι όταν άρθηκε η απαγόρευση, η λειτουργεία τους τέθηκε υπό αυστηρότατα πλαίσια. Κάθε είδους δραστηριότητα που μπορούσε να θεωρηθεί πολιτική απαγορευόταν. Απαγορεύτηκε η συνάθροιση άνω των πέντε ατόμων, εκτός ειδικών περιπτώσεων, όπως γάμοι, κηδείες και αθλητικές συναθροίσεις, αν και κάποτε χρειαζόταν άδεια και γι αυτές. Απαγορεύθηκε η ανύψωση και η δημόσια εμφάνιση της ελληνικής σημαίας όπως απαγορεύτηκε και η ανάρτηση εικόνων εθνικών ηρώων. Ο μόνος τόπος που μπορούσαν να εκφραστούν ελεύθερα οι Κύπριοι ήταν στο εξωτερικό, στην Ελλάδα, την Αγγλία και τις ΗΠΑ. Η ακέφαλη Εκκλησία Στις 16 Νοεμβρίου 1933 ο Αρχιεπίσκοπος Κύριλλος Γ εκοιμήθη μετά από σύντομη ασθένεια. Οι Βρετανοί είχαν αφήσει στην Κύπρο μόνο έναν Επίσκοπο, τον Μητροπολίτη Πάφου Λεόντιο, αφού ο Κυρηνείας Μακάριος και ο Νικόδημος Κιτίου είχαν εξοριστεί για τη συμμετοχή τους στα Οκτωβριανά. Ο Λεόντιος τις μέρες των Οκτωβριανών βρισκόταν σε διεθνή συνέδρια (στο Λονδίνο και την Βόννη) και, αρχικά, του απαγορεύθηκε η επιστροφή στο νησί εκτός κι αν δήλωνε, πριν επιστρέψει, όταν θα δεσμευόταν να μην αναμειχθεί στα πολιτικά πράγματα. Εκείνος αρνήθηκε να κάνει δήλωση και κατέφυγε στα Ιεροσόλυμα, όπου μετά από έντονο παρασκήνιο επέστρεψε στις 23 Ιουνίου 1932, επειδή είχε εφαρμοστεί νόμος που επέβαλε αυστηρότατες ποινές 2
σε όσους προπαγάνδιζαν την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Η αποικιακή κυβέρνηση δεν επέτρεψε στους εξορισμένους ιεράρχες να επιστρέψουν στην Κύπρο για την εκλογή νέου Αρχιεπισκόπου, με αποτέλεσμα ο Λεόντιος να αναλάβει τοποτηρητής του Αρχιεπισκοπικού θρόνου. Ο Λεόντιος ήταν ικανός ιεράρχης, δεινός ρήτορας και σθεναρός αγωνιστής της Ένωσης, γι αυτό και τον υπολόγιζαν τόσο πολύ οι Βρετανοί. Σύμφωνα με το τότε καταστατικό της Εκκλησίας της Κύπρου ο τοποτηρητής δεν μπορούσε να τροποποιήσει καθ οποιοδήποτε τρόπο τα εκκλησιαστικά. Όμως ο Λεόντιος δεν μπορούσε να συγκαλέσει σύνοδο αφού δεν υπήρχαν άλλοι ιεράρχες. Οι Βρετανοί δεν επέτρεπαν στους εξόριστους μητροπολίτες να επιστρέψουν, και οι τελευταίοι δεν παραιτούνταν, επειδή ήθελαν κι εκείνοι να λάβουν μέρος στις εκλογές, όταν θα γίνονταν στο μέλλον. Έτσι αναγκαστικά οι εκλογές αναβλήθηκαν επ αόριστον. Στην Εκκλησία της Κύπρου επιβλήθηκε έλεγχος των προσόδων της, και αποκλεισμός των καταδικασθέντων στα Οκτωβριανά από το αρχιεπισκοπικό αξίωμα. Επίσης αποκλείσθηκαν από τη θέση του Αρχιεπισκόπου οι ξένοι υπήκοοι και, το κυριότερο, ο ιεράρχης που θα ανερχόταν στον θρόνο έπρεπε να εγκρίνεται από τον εκάστοτε κυβερνήτη. Μέσα στην πιο πάνω κατάσταση, ο Λεόντιος έμεινε μόνος ηγέτης της Εκκλησίας και των Ελληνοκυπρίων. Ως τοποτηρητής μετέφερε την έδρα του στην Λευκωσία και την Αρχιεπισκοπή, όπου περιόδευε όλο το νησί. Τον Απρίλη του 1938 ο Πάλμερ έκρινε πως έξι από τους λόγους του κήρυσσαν την επανάσταση και τον έστειλε στο δικαστήριο Λεμεσού, που τον καταδίκασε στις 21 Απριλίου σε εκτόπιση ενός έτους στην Πάφο, από την οποία μπορούσε να βγει μόνο μετά από άδεια του αστυνόμου Πάφου. Όταν τερματίστηκε η ποινή του, παραπέμφθηκε εκ νέου στο δικαστήριο επειδή έκανε ομιλία για την 25 η τιμωρήθηκε με ακόμα ένα έτος εκτοπισμού στην Πάφο. Μαρτίου, το 1939. Στις 18 Μαΐου ο Λεόντιος Έργα και ημέρες του Χέρμπερτ Πάλμερ Όταν έφτασε στην Κύπρο, στις 8 Νοεμβρίου 1933, ως νέος Κυβερνήτης ο δικηγόρος Herbert Richmond Palmer (ο οποίος είχε δεκαετή αποικιακή εμπειρία, ως κυβερνήτης της Νιγηρίας και της Γκάμπια) ήρθε με την πρόθεση να ενισχύσει και τα επεκτείνει τα δικτατορικά μέσα διακυβέρνησης που ίσχυαν από το 1931. Από την πρώτη στιγμή έδειξε τις προθέσεις του. 3
Φωτογραφία του Πάλμερ που χρονολογείται από το 1924, από τα οικογενειακά αρχεία (πηγή: Wikipedia) Με νόμο που δημοσίευσε στις 23 Μαρτίου 1934 όριζε πως οι δημοτικές εκλογές που είχαν καταργηθεί, δεν θα διεξάγονταν, και οι δήμαρχοι/κοινοτάρχες και δημοτικοί σύμβουλοι θα διορίζονταν από τον ίδιο, ακόμα κι αν δεν ήταν εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους. Επίσης, αύξησε τις εξουσίες και τις απολαβές των τοπικών αρχόντων (εννοείται πως την αύξηση αυτή πλήρωσαν οι φορολογούμενοι). Έτσι με την δική του στήριξη οι αξιωματούχοι των Χωριτικών Αρχών, οι οποίοι ήταν διαλεγμένοι απ όσους ήταν συνεργάσιμοι με το καθεστώς, έγιναν δικτάτορες της κοινότητάς τους. Αυτό το φαινόμενο ονομάστηκε σκωπτικά «μουχταροκρατία 1» (μουχτάρης=κοινοτάρχης). Ακολούθως στράφηκε κατά της ελληνικής παιδείας, υπέρ της αγγλικής. Επέβαλε την υποχρεωτική διδασκαλία της αγγλικής γλώσσας στα σχολεία και όρισε πως δεν θα προαγόταν κανένας δάσκαλος αν δεν επιτύγχανε στις κυβερνητικές εξετάσεις της αγγλικής γλώσσας. Τον Σεπτέμβριο του 1935 όρισε ότι «η κυβέρνηση θα διευθύνει κάθε εκπαιδευτική πολιτική στο νησί και θα ασκεί εποπτεία επί όλων των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων». Μαζί με το εθνικό κίνημα ο Πάλμερ δίωξε το ίδιο το κομμουνιστικό, φυλακίζοντας όλα τα ηγετικά στελέχη του ΚΚΚ, το οποίο ουσιαστικά διαλύθηκε, και διώκοντας τα απλά μέλη. Το 1938 ένας λειτουργός του βρετανικού Υπουργείου Αποικιών ανάφερε πως η διακυβέρνηση της Κύπρου «άρχισε να επηρεάζεται από την πολιτική φιλοσοφία του Μουσολίνι». 1 Εκ του τουρκικού Muhtar = αιρετός δημοτικός ή κοινοτικός υπάλληλος 4
Ο περιβόητος κυβερνήτης- δικτάτορας της Κύπρου Πάλμερ σε σατιρικό πρωτοσέλιδο σκίτσο της εφημερίδας «Το Γέλιο» της Λεμεσού που τον παρουσιάζει να έρχεται από την Γκάμπια για να κυβερνήσει τους Κυπρίους. (πηγή: Τίτος Κολώτας, Τα Οκτωβριανά του 1931, http://limassolinhistory.blogspot.com/2010/10/1931.html) Η οικονομία της Κύπρου την δεκαετία του 30 ήταν τόσο κακή που το Υπουργείο Αποικιών δήλωσε πως θα έστελνε ειδικούς από την Αγγλία. Σύμφωνα με επί τόπου ρεπορτάζ των Λονδρέζικων Times: «Η κατάσταση είναι άθλια και οι χωρικοί προσπαθούν να χορτάσουν την πείνα τους με σκέτα χόρτα». αλλά και η ύπαρξη των συνδικάτων, έστω και με πολλούς περιορισμούς στην λειτουργεία τους, έδωσαν διέξοδο στην αγγλική καταπίεση μέσω των εργατικών αγώνων. Μοναδική διέξοδος αντίδρασης είναι τα συνδικάτα, έστω και με τους αποπνιχτικούς περιορισμούς 5
στη λειτουργεία τους. Είναι εποχή μεγάλων απεργιών, όπως αυτή των οικοδόμων και των μεταλλωρύχων της Σκουριώτισσας. Χαρακτηριστικό εξώφυλλο του σατιρικού περιοδικού «Το Γέλιο» του Γιώργου Φασουλιώτη του 1934. Το κοινό της παρέλασης απαρτίζεται από ζητιάνους (πηγή: Τίτος Κολώτας, Κι όμως το νηστικό αρκούδι χορεύει...!, http://limassolinhistory.blogspot.com/2012/02/blog-post_16.html Σταδιακά, με το πέρασμα των ετών, τα αυστηρά δικτατορικά μέτρα χαλάρωσαν σε ένα βαθμό, αλλά ο Πάλμερ δεν έπαυσε να έχει στο χέρι του τον απόλυτο έλεγχο όλων των εξουσιών στο νησί. Εφαρμόζοντας την πολιτική του διαίρει και βασίλευε, επιβράβευε όσους Κύπριους ήταν συνεργάσιμοι με αξιώματα, μισθούς και μετάλλια, χωρίζοντας τους Κύπριους σε «κυβερνώντες και κυβερνωμένους», όπως δήλωνε έγγραφο μιας τριμελούς αντιπροσωπείας η οποία ταξίδεψε το 1937 στο Λονδίνο για να καταγγείλει το δικτατορικό καθεστώς. Χαρακτηριστικά, ενώ η πενταετής θητεία του θα ολοκληρωνόταν το 1938, οι Κύπριοι φίλοι του κατόρθωσαν να παρατείνουν την διαμονή του για ακόμα ένα χρόνο. 6
Ο Πάλμερ αναχώρησε από το νησί στις 4 Ιουλίου 1939, μισητός από όλο το νησί. Αν και η αυταρχικότητα του δεν διέφερε από την αυταρχικότητα άλλων Βρετανών κυβερνητών που προηγήθηκαν ή ακολούθησαν, ο ίδιος έγινε συνώνυμο της αποικιακής καταπίεσης για τρεις λόγους: Για τον προσωπικό του κυνισμό και έλλειψη διπλωματικότητας στην άσκηση εξουσίας, για την τακτική του να διχάσει τους Ελληνοκύπριους σε ευνοούμενους και αδικουμένους, μέσω της τοπικής διοίκησης, και για την απροκάλυπτη, μεθοδευμένη και θεσμική δίωξη του κατά της ελληνικής εκπαίδευσης και της Εκκλησίας της Κύπρου. Οι Βρετανοί δεν σκόπευαν να αλλάξουν ριζικά την άσκηση της διοίκησής τους στο νησί, όμως με το ξέσπασμα του Β Παγκοσμίου πολέμου διαφοροποιήθηκαν, για να προσεταιριστούν τον πληθυσμό στη γενική πολεμική τους προσπάθεια. Τέλος, η ιταλική επίθεση εναντίον της Ελλάδας στις 28 Οκτώβρη 1940 έστρεψε τους ελληνοκύπριους στο πλευρό της συμμαχικής προσπάθειας. Βιβλιογραφία Άντρος Παυλίδης, Ιστορία της Νήσου Κύπρου - Τόμος Δ - Από το 1571 ως το 1964, Φιλόκυπρος, Λευκωσία 1993 Ιστορία της Κύπρου, Τόμος Γ Αγγλοκρατία (1878-1959), Οδύσσεια, 2010 Ιστορία της Κύπρου, Μεσαιωνική Νεότερη, Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού Διεύθυνση Μέσης Εκπαίδευσης, Υπηρεσία Ανάπτυξης Προγραμμάτων, Λευκωσία 2003 Ιστορία των Ελλήνων, Τόμος ΙΕ, Κύπρος, Εκδόσεις Δομή Τίτος Κολώτας, Λεμεσός και Ιστορία. Τα Οκτωβριανά του 1931 (http://limassolinhistory.blogspot.com/2010/10/1931.html) Τίτος Κολώτας, Λεμεσός και Ιστορία, Κι όμως το νηστικό αρκούδι χορεύει...! (http://limassolinhistory.blogspot.com/2012/02/blog-post_16.html) 7