ΦΑΚΕΛΟΣ 1 Β. ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΚΑΙ ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ 2. Ο θεσμός των αρχόντων α. Άρχοντες: Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού: Ανακτήθηκε από: http://www.fhw.gr/chronos/05/gr/politics/index_300.html (18/9/2013). «Η καθορισμένη περίοδος για την άσκηση του αξιώματος ενός άρχοντα στην κλασική Αθήνα ήταν συνήθως ένας χρόνος, αλλά ορισμένοι οικονομικοί και στρατιωτικοί άρχοντες μπορούσαν να επανεκλεγούν. Πριν από την ανάληψη της αρχής τους οι άρχοντες περνούσαν τη λεγόμενη δοκιμασία, και μετά τη λήξη της θητείας τους απέδιδαν τις ευθύνες τους (εύθυνα). Εκτός από τους εννέα άρχοντες, στους σημαντικότερους αξιωματούχους της Αθήνας συγκαταλέγονταν και οι εξής: Οι ιεροποιοί: ήταν υπεύθυνοι για τις θυσίες και για τη διοργάνωση ορισμένων εορτών, όπως των Δηλίων, των Βραυρωνίων, των Ηρακλείων, των Ελευσινίων, των Παναθηναίων, των Ηφαιστίων και των Διονυσίων στη Σαλαμίνα και στον Πειραιά (Αριστοτέλους, Αθηναίων Πολιτεία, 54.6-8). Οι δέκα αθλοθέτες: εκλεγόταν ένας από κάθε φυλή και ήταν υπεύθυνοι για τη διοργάνωση της εορτής των Παναθηναίων και για την απονομή των επάθλων στους νικητές (Αριστοτέλους, Αθηναίων Πολιτεία, 60.1). Οι αγορανόμοι, οι μετρονόμοι, οι σιτοφύλακες και οι επιμελητές του εμπορίου: ήταν υπεύθυνοι για την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς και για το εμπόριο γενικότερα. Οι λογιστές: είχαν τον έλεγχο της οικονομικής διοίκησης των αρχόντων. Οι άρχοντες επί το θεωρικόν: ορίστηκαν από το 350 π.χ. με πρωτοβουλία του Ευβούλου, για να επιβλέπουν την αθηναϊκή οικονομική διοίκηση». 1
β. Εννέα άρχοντες: Ι. Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού: Ανακτήθηκε από: http://www.fhw.gr/chronos/05/gr/politics/index_300.html (18/9/2013). «Οι εννέα άρχοντες ήταν οι εξής: ο επώνυμος άρχων, ο άρχων βασιλεύς, ο πολέμαρχος και οι έξι θεσμοθέτες. Στις αρχές του 5ου αιώνα π.χ., εκλέξιμοι με κλήρο στα αξιώματα των εννέα αρχόντων ήταν μόνον όσοι προέρχονταν από τις δύο ανώτερες οικονομικές τάξεις πολιτών, δηλαδή οι πεντακοσιομέδιμνοι και οι ιππείς, ενώ από το 457/6 π.χ. παραχωρήθηκε και στους ζευγίτες αυτό το δικαίωμα. Για να εκπροσωπούνται και οι δέκα φυλές στο θεσμό αυτό, ως δέκατος άρχοντας κληρωνόταν ο γραμματέας των θεσμοθετών, ενώ μετά το τέλος της θητείας τους γίνονταν όλοι ισόβια μέλη του Αρείου Πάγου. Οι εννέα άρχοντες διατηρούσαν την προεδρία στις συνεδριάσεις ορισμένων δικαστηρίων κι έκαναν την προανάκριση των αντιδίκων. Κύρια καθήκοντά τους ήταν να προεδρεύουν στα νομοθετικά όργανα, να επιβλέπουν τη σωστή εφαρμογή των νόμων και των αποφάσεων, και να προετοιμάζουν τα θέματα που επρόκειτο να συζητηθούν στις συνελεύσεις του δήμου και στα δικαστήρια. Στα τέλη του 5ου αιώνα π.χ. και στις αρχές του 4ου αιώνα π.χ., οι εξουσίες των εννέα αρχόντων ήταν κυρίως θρησκευτικές και δικαστικές. Ο επώνυμος άρχων έδινε το όνομά του στο έτος της θητείας του και είχε την έδρα του στο Πρυτανείο (από ορισμένους μελετητές ταυτίζεται με τη Θόλο). Στα καθήκοντά του υπάγονταν: η διαδικασία της αντίδοσης και του διορισμού των χορηγών των δραματικών αγώνων, η οργάνωση των θεωριών της Δήλου και ορισμένων πομπών, όπως των Μεγάλων Διονυσίων και αυτών προς τιμήν του Ασκληπιού, καθώς και θέματα που αφορούσαν την οικογένεια (Αριστοτέλους, Αθηναίων Πολιτεία, 56.2-7). Από τα τέλη του 5ου αιώνα π.χ. τα ψηφίσματα της Εκκλησίας του Δήμου χρονολογούνται με την αναφορά του ονόματός του, αλλά η πρακτική αυτή φαίνεται ότι γενικεύτηκε κυρίως κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο. Ο άρχων βασιλεύς διατήρησε την προεδρία του Aρείου Πάγου και ήταν αρμόδιος για τις δικαστικές υποθέσεις ανθρωποκτονίας. Επόπτευε τις μυστηριακές τελετές, ήταν υπεύθυνος για την ορθή τήρηση ορισμένων εορτών και θυσιών και είχε την έδρα του στη Βασίλειο Στοά (Αριστοτέλους, Αθηναίων Πολιτεία, 57.1-2). Ο πολέμαρχος στη διάρκεια του 5ου αιώνα π.χ. δίκαζε υποθέσεις ξένων ή μετοίκων και είχε την έδρα του στο Επιλύκειο. Ήταν υπεύθυνος για τους επιτάφιους αγώνες προς τιμή των νεκρών πολέμου και πραγματοποιούσε τις θυσίες στην Άρτεμη Αγροτέρα, στον Ενυάλιο και στους Τυραννοκτόνους (Αριστοτέλους, Αθηναίων Πολιτεία, 58). Οι έξι (6) θεσμοθέτες και ο γραμματέας τους ήταν υπεύθυνοι για το σύστημα των δικαστηρίων και τους είχε ανατεθεί να ορίζουν τον τόπο και τον χρόνο των συνεδριάσεών τους (Αριστοτέλους, Αθηναίων Πολιτεία, 59.1). Όλοι οι πολίτες είχαν εξίσου το δικαίωμα να αναλαμβάνουν τα αξιώματα της πόλης τους. Οι άρχοντες εκλέγονταν με κλήρο, ενώ οι στρατηγοί και οι οικονομικοί αξιωματούχοι εκλέγονταν με ψηφοφορία, επειδή για την άσκηση των καθηκόντων τους απαιτούνταν ιδιαίτερα προσόντα και συγκεκριμένες ικανότητες (Αριστοτέλους, Αθηναίων Πολιτεία, 43.1-2). Η εκλογή των αρχόντων με κλήρο περιόριζε τις ευκαιρίες για την ανάδειξη στην εξουσία ενός ισχυρού ατόμου ή συμβουλίου που θα μπορούσε να αμφισβητήσει την κυριαρχία του δήμου και απάλλασσε έτσι σε μεγάλο βαθμό την εκλογική διαδικασία από ανταγωνισμούς και εχθρότητες. Για τον λόγο αυτόν διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στον περιορισμό των πλεονεκτημάτων που έδιναν η κοινωνική θέση και ο πλούτος των παλαιών αριστοκρατικών οικογενειών». 2
ΙΙ. Μ.Β. Σακελλαρίου, Η Αθηναϊκή δημοκρατία, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 1999, σ. 189-190. «Το έτος 487/86 π.χ. αποφασίσθηκαν δύο προοδευτικότεροι νεωτερισμοί. Με τον πρώτο διευρύνθηκε ο κύκλος των εκλογίμων: στους πεντακοσιομεδίμνους προστέθηκαν οι τριακοσιομέδιμνοι ή ιππείς. Με τον δέυτερο, ο αριθμός των προκρίτων ανά φυλή αυξήθηκε σ εκατό, γεγονός που πολλαπλασίασε το ρόλο του τυχαίου. Το 457/6 π.χ. η κληρωση εκ προκρίτων αντικαταστάθηκε από κλήρωση μεταξύ κληρωτών. Συγχρόνως διευρύνθηκε για μια ακόμη φορά ο κύκλος των πολιτών που μπορούσαν ν αναδειχθούν στα αξιώματα των εννέα αρχόντων : στους πεντακοσιομεδίμνους και τους ιππείς προστέθηκαν οι ζευγίται. Το επόμενο και τελευταίο βήμα έγινε χωρίς νόμο απλώς χαλάρωσε μέχρι σιωπηρής καταργήσεως η εφαρμογή των μέτρων, με τα οποία αποφευγόταν η συμπερίληψη θητών στις κληρωτίδες. Από την άλλη, όμως, μεριά, δεν επεκτάθηκαν στην ανάδειξη των αρχόντων που επιφορτίζονταν με στρατιωτικές ή οικονομικές ή τεχνικές ευθύνες». 3
γ. Δοκιμασία αρχόντων: Ι. Αριστοτέλους, Αθηναίων Πολιτεία, 55.1-5, μτφρ. Α.Σ. Βλάχος. Ανακτήθηκε από την Πύλη για την ελληνική γλώσσα: http:// www.greeklanguage.gr/greeklang/ancient_greek/tools/corpora/anthology/content.html?t=21&m=2 (18/9/2013). «[55.1] Αὗται μὲν οὖν αἱ ἀρχαὶ κληρωταί τε καὶ κύριαι τῶν εἰρημένων [πάντ]ων εἰσίν. οἱ δὲ καλούμενοι ἐννέα ἄρχοντες τὸ μὲν ἐξ ἀρχῆς ὃν τρόπον καθίσταντο [εἴρ]ηται [νῦν] δὲ κληροῦσιν θεσμοθέτας μὲν ἓξ καὶ γραμματέα τούτοις, ἔτι δ ἄρχοντα καὶ βασιλέα καὶ πολέμαρχον κατὰ μέρος ἐξ ἑκάστης φυλῆς. [55.2] δοκιμάζονται δ οὗτοι πρῶτον μὲν ἐν τῇ βουλῇ τοῖς φ πλὴν τοῦ γραμματέως, οὗτος δ ἐν δικαστηρίῳ μόνον ὥσπερ οἱ ἄλλοι ἄρχοντες (πάντες γὰρ καὶ οἱ κληρωτοὶ καὶ οἱ χειροτονητοὶ δοκιμασθέντες ἄρχουσιν), οἱ δ ἐννέα ἄρχοντες ἔν τε τῇ βουλῇ καὶ πάλιν ἐν δικαστηρίῳ. καὶ πρότερον μὲν οὐκ ἦρχεν ὅντιν ἀποδοκιμάσειεν ἡ βουλή, νῦν δ ἔφεσίς ἐστιν εἰς τὸ δικαστήριον, καὶ τοῦτο κύριόν ἐστι τῆς δοκιμασίας. [55.3] ἐπερωτῶσιν δ, ὅταν δοκιμάζωσιν, πρῶτον μὲν τίς σοι πατὴρ καὶ πόθεν τῶν δήμων, καὶ τίς πατρὸς πατήρ, καὶ τίς μήτηρ, καὶ τίς μητρὸς πατὴρ καὶ πόθεν τῶν δήμων; μετὰ δέ ταῦτα, εἰ ἔστιν αὐτῷ Ἀπόλλων πατρῷος καὶ Ζεὺς ἑρκεῖος, καὶ ποῦ ταῦτα τὰ ἱερά ἐστιν, εἶτα ἠρία εἰ ἔστιν καὶ ποῦ ταῦτα, ἔπειτα γονέας εἰ εὖ ποιεῖ, καὶ τὰ τέλη εἰ τελεῖ, καὶ τὰς στρατείας εἰ ἐστράτευται. ταῦτα δ ἀνερωτήσας, κάλει, φησίν, τούτων τοὺς μάρτυρας. [55.4] ἐπειδὰν δὲ παράσχηται τοὺς μάρτυρας, ἐπερωτᾷ τούτου βούλεταί τις κατηγορεῖν; κἂν μὲν ᾖ τις κατήγορος, δοὺς κατηγορίαν καὶ ἀπολογίαν οὕτω δίδωσιν ἐν μὲν τῇ βουλῇ τὴν ἐπιχειροτονίαν, ἐν δὲ τῷ δικαστηρίῳ τὴν ψῆφον ἐὰν δὲ μηδεὶς βούληται κατηγορεῖν, εὐθὺς δίδωσι τὴν ψῆφον. καὶ πρότερον μὲν εἷς ἐνέβαλλε τὴν ψῆφον, νῦν δ ἀνάγκη πάντας ἔστὶ διαψηφίζεσθαι περὶ αὐτῶν, ἵνα, ἄν τις πονηρὸς ὢν ἀπαλλάξῃ τοὺς κατηγόρους, ἐπὶ τοῖς δικασταῖς γένηται τοῦτον ἀποδοκιμάσαι. [55.5] δοκιμασθέντες δὲ τοῦτον τὸν τρόπον βαδίζουσι πρὸς τὸν λίθον ἐφ οὗ τὰ τόμι ἐστίν, ἐφ οὗ καὶ οἱ διαιτηταὶ ὀμόσαντες ἀποφαίνονται τὰς διαίτας καὶ οἱ μάρτυρες ἐξόμνυνται τὰς μαρτυρίας ἀναβάντες δ ἐπὶ τοῦτον ὀμνύουσιν δικαίως ἄρξειν καὶ κατὰ τοὺς νόμους, καὶ δῶρα μὴ λήψεσθαι τῆς ἀρχῆς ἕνεκα, κἄν τι λάβωσι ἀνδριάντα ἀναθήσειν χρυσοῦν. ἐντεῦθεν δ ὀμόσαντες εἰς ἀκρόπολιν βαδίζουσιν καὶ πάλιν ἐκεῖ ταὐτὰ ὀμνύουσι, καὶ μετὰ ταῦτ εἰς τὴν ἀρχὴν εἰσέρχονται». Μετάφραση: Α.Σ. Βλάχος «[55.1] Αυτά, λοιπόν, είναι τα αξιώματα στα οποία ο διορισμός γίνεται με κλήρο και οι αρμοδιότητές τους είναι αυτές που αναφέρθηκαν. Για τους λεγόμενους εννέα άρχοντες έχει κιόλας λεχθεί πώς διορίζονταν παλαιότερα. Τώρα διορίζουν με κλήρο έξη θεσμοθέτες και έναν γραμματέα τους, καθώς και τον άρχοντα, τον βασιλέα και τον πολέμαρχο, τον καθένα από μία φυλή με την σειρά. [55.2] Οι άρχοντες αυτοί, εκτός από τον γραμματέα, εξετάζονται πρώτα από τη βουλή των πεντακοσίων. Ο γραμματέας εξετάζεται από το δικαστήριο όπως όλοι οι άλλοι αξιωματούχοι γιατί όλοι όσοι διορίζονται σε αξίωμα είτε με κλήρο είτε με εκλογή εξετάζονται από δικαστήριο προτού αναλάβουν υπηρεσία. Οι εννέα άρχοντες εξετάζονται πρώτα από τη βουλή και ύστερα από το δικαστήριο. Παλαιότερα δεν αναλάμβανε εξουσία όποιος αποδοκιμαζόταν από τη βουλή αλλά τώρα μπορεί να γίνει έφεση στο δικαστήριο που έχει και τελεσίδικη αρμοδιότητα. [55.3] Όταν γίνεται η εξέταση ρωτούν: Ποιος είναι ο πατέρας σου και σε ποιον δήμο ανήκει, και ποιος είναι ο πατέρας του πατέρα σου, ποια η μητέρα σου και ποιος ο πατέρας της μητέρας σου και από ποιους δήμους; Μετά τον ρωτούν αν συμμετέχει στη λατρεία του πατρώου Απόλλωνα και του ερκείου Διός και πού βρίσκονται τα ιερά τους. Ύστερα αν έχει οικογενειακούς τάφους και πού βρίσκονται, έπειτα αν φροντίζει τους γονείς του και αν πληρώνει τους φόρους και αν είχε πάρει μέρος σε εκστρατείες. [55.4] Και αφού παρουσιάσει τους μάρτυρές του, ρωτούν: Έχει κανείς κάποια κατηγορία εναντίον του; Και αν υπάρχει κάποιος κατήγορος το δικαστήριο του δίνει τον λόγο και μετά ο κατηγορούμενος απολογείται. Ύστερα 4
βγαίνει απόφαση, στη βουλή με ανάταση χεριών και στο δικαστήριο με ψήφο. Αν δεν παρουσιαστεί κατήγορος, γίνεται αμέσως η ψηφοφορία. Άλλοτε μόνο ένας δικαστής έριχνε την ψήφο του (στην ψηφοδόχη) αλλά τώρα όλοι οι δικαστές πρέπει να ψηφίσουν για τους εννέα άρχοντες ώστε, αν κανένας πονηρός υποψήφιος δωροδοκήσει τους κατηγόρους του, να μπορούν οι δικαστές να τον απορρίψουν. [55.5] Αφού περάσουν τη δοκιμασία αυτήν πηγαίνουν στον βράχο όπου είναι τοποθετημένα τα κομμάτια από τα θυσιασμένα ζώα, τον ίδιο βράχο όπου παίρνουν όρκο οι δικαστές όταν εκδίδουν την απόφασή τους καθώς και όσοι παίρνουν όρκο ότι δεν έχουν να καταθέσουν τίποτε. Ανεβαίνουν, λοιπόν, επάνω στον βράχο και δίνουν όρκο να ασκήσουν τα καθήκοντά τους με δικαιοσύνη και σύμφωνα με τους νόμους και να μη δεχθούν δώρα που θα είναι σχετικά με την άσκηση της εξουσίας τους, και αν το κάνουν να δώσουν ανάθημα έναν ανδριάντα από χρυσό. Αφού ορκιστούν εκεί πηγαίνουν στην ακρόπολη και ορκίζονται πάλι τον ίδιο όρκο. Και μετά από αυτά αναλαβαίνουν τα καθήκοντά τους». ΙΙ. M.H. Hansen, La démocratie athénienne à l époque de Démosthène. Structure, Principes et Idéologie (μτφρ. στα γαλλικά S. Bardet), εκδ. Les Belles Lettres, Παρίσι 1991, σ. 255-256 -η απόδοση στα ελληνικά δική μας. «Η Βουλή των Πεντακοσίων ή το Δικαστήριο αναλάμβανε να απορρίψει έναν υποψήφιο που δεν ήταν Αθηναίος πολίτης, δεν είχε συμπληρώσει τα τριάντα χρόνια ή που επιχειρούσε να επανεκλεγεί σε ένα αξίωμα που ήδη είχε στο παρελθόν. Επίσης, απέρριπτε έναν υποψήφιο που είχε κριθεί ένοχος για κάποιο έγκλημα που τιμωρούνταν με ατιμία (στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων). Ακόμα κι αν ο υποψήφιος πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις, η Βουλή ή το Δικαστήριο μπορούσε να τον απορρίψει, αν δεν τον έκρινε άξιο για το συγκεκριμένο αξίωμα. Μας έχουν σωθεί τέσσερις λόγοι σχετικοί με τη δοκιμασία, όλοι του Λυσία: Κατά Ευάνδρου, Υπέρ Μαντιθέου, Κατά Φίλωνος, Δήμου καταλύσεως απολογία. Στους παραπάνω λόγους, οι υποψήφιοι κατηγορούνται για ανάμειξη στο καθεστώς των τριάκοντα, το 404/3 π.χ. ή για συμπάθεια προς την ολιγαρχία. Παρά την αμνηστία του 403, η συγκεκριμένη κατηγορία μπορούσε να αποτελέσει την αιτία απόρριψης του υποψηφίου από κάποιο δημόσιο αξίωμα. Ενώπιον της Βουλής των Πεντακοσίων ή ενώπιον του δικαστηρίου, η δοκιμασία ξεκινούσε με ερωτήσεις, στις οποίες ο υποψήφιος έπρεπε να απαντήσει. Για την επιβεβαίωση των απαντήσεών του έπρεπε να έχει μάρτυρες. Οι γνώσεις μας περιορίζονται στις ερωτήσεις που απευθύνονταν στους εννέα άρχοντες, αλλά γνωρίζουμε ότι και σε όλους τους άλλους υποψηφίους για δημόσια αξιώματα, οι ερωτήσεις ήταν παραπλήσιες ή ίδιες. Ο υποψήφιος έπρεπε να δηλώσει την ταυτότητά του (το όνομα και τον δήμο του πατέρα του, της μητέρας του και των παππούδων του), έπειτα έπρεπε να πει αν συμμετέχει στη λατρεία του Απόλλωνα Πατρώου και του Δία Ερκείου, δηλαδή, να βεβαιώσει ότι ήταν μέλος μιας φατρίας και ότι λάτρευε τους θεούς της πολιάδας κοινότητας και είχε οικογενειακούς τάφους σε συγκεκριμένο τόπο. Στη, έπρεπε να αποδείξει ότι φέρεται καλά στους γονείς του, πληρώνει φόρους και ότι έχει συμμετάσχει σε εκστρατείες υπέρ της πόλης. Ύστερα και από την επιβεβαίωση των λεγόμενών του και από μάρτυρα, κάθε πολίτης είχε το δικαίωμα να τον κατηγορήσει για κάτι. Έπρεπε, επομένως, να απαντήσει στις κατηγορίες, αμέσως, επί τόπου. Έπειτα, ψήφιζαν, με χειροτονία στη Βουλή, με μυστική ψηφοφορία στο δικαστήριο. Η ψηφοφορία ήταν απαραίτητη ακόμα και εάν δεν διατυπωνόταν καμία κατηγορία, γεγονός που υποδεικνύει ότι, ακόμα και εάν δεν είχε κατηγορηθεί για κάτι, ο υποψήφιος μπορούσε να απορριφθεί κρινόμενος ανάξιος για το συγκεκριμένο αξίωμα. Φαίνεται ότι η δοκιμασία δεν είχε άλλη επίπτωση, παρά μόνον την αποδοκιμασία του υποψηφίου, ενώ η αποκάλυψη μιας επιλήψιμης πράξης κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας δεν είχε άλλη συνέπεια, παρά μόνον αν ακολουθούσε δικαστική καταδίωξη. Η συνεδρίαση ήταν ανοιχτή για όλους και ο αριθμός των κατηγόρων δεν ήταν καθορισμένος. Στη διάρκεια της ημέρας λάμβαναν χώρα πολλές δοκιμασίες». 5
IΙΙ. Μ.Β. Σακελλαρίου, Η Αθηναϊκή δημοκρατία,πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 1999, σ. 191. «Αυτός ο έλεγχος (της δοκιμασίας των αρχόντων) γινόταν από τη Βουλή και τελείωνε με τελεσίδικη απόφασή της. Έπειτα, αλλά πάντα μέσα στον 5ο αιώνα π.χ., ο απορριπτόμενος από τη Βουλή έλαβε το δικαίωμα προσφυγής σε ηλιαστικό Δικαστήριο, το οποίο έκρινε ανέκκλητα. Τέλος, αυτή η διαδικασία διατηρήθηκε μόνον για τους εννέα άρχοντες : αυτοί περνούσαν οπωσδήποτε από τον έλεγχο και της Βουλής και του Δικαστηρίου, ενώ οι υπόλοιποι δοκιμάζονταν από το Δικαστήριο χωρίς να κριθούν προηγουμένως από τη Βουλή». 6