Ισοκράτης (436-338 π.χ.) Α. Βίος: Γεννήθηκε το 436 π.χ. από εύπορη οικογένεια, στην Αθήνα. Διδάχτηκε από τον Πρόδικο, τον Γοργία (στη Σικελία), τον Τεισία και τον Θηραμένη. Γνώριζε προσωπικά τον Σωκράτη. Αφού δούλεψε σαν λογογράφος, άνοιξε μια σχολή ρητορικής γύρω στα 393. Ανάμεσα στους μαθητές του ήταν οι ιστορικοί Έφορος και Θεόπομπος και οι ρήτορες Υπερείδης και Ισαίος. Δεν ήταν ποτέ ενεργά ρήτορας ή πολιτικός, αλλά δημοσίευσε τους περισσότερους λόγους του σε φυλλάδια. Διάσημη είναι η στήριξη που παρείχε στον Φίλιππο Β, προκειμένου όλοι οι Έλληνες να ενωθούν υπό την ηγεσία του Μακεδόνα βασιλιά εναντίον των Περσών. Ο Ισοκράτης πέθανε από πείνα, το 338 π.χ. Β. Έργα: (1) Λόγοι. Σώζονται 21: α) λογογραφικοί (αρ. 16-21), β) εγκώμια (Βούσιρις και Ελένη), γ) παιδαγωγικοί (Περί Αντιδόσεως, Κατά των σοφιστών) και δ) πολιτικοί (Πανυγυρικός, Πλαταϊκός, Προς Δημόνικον, Προς Νικοκλέα, Νικοκλής ή Κύπριοι, Αρχίδαμος, Ευαγόρας, Αρεοπαγιτικός, Περί ειρήνης, Φίλιππος, Παναθηναϊκός). (2) Επιστολές (9, προς διάφορους αποδέκτες, π.χ. τον Διονύσιο Α των Συρακουσών, τον Φίλιππο Β κλπ.).
Γ. Ισοκράτης, Φίλιππος 5.30-38: Δύο χρόνια μετά την υπογραφή της "ειρήνης του Φιλοκράτη" (346 π.χ.) ο Ισοκράτης, έστειλε επιστολή στον Φίλιππο. Ήδη από την αρχή της ο ρήτορας χαρακτήρισε τη συνθήκη ως ένα θετικό βήμα για την πραγματοποίηση της πανελλήνιας ιδέας, με την ένωση των Ελλήνων υπό τον Φίλιππο σε έναν κοινό αγώνα κατά των Περσών. Αφού κάλεσε τον Μακεδόνα βασιλιά να μελετήσει προσεκτικά τις προτάσεις του, αγνοώντας τις ενστάσεις όσων έβλεπαν στο πρόσωπό του έναν απλό κατακτητή, αλλά και παραβλέποντας τις αδυναμίες του επιστολικού λόγου σε σχέση με τον ρητορικό, συνεχίζει: Δ. Αρχαίο κείμενο: [30] Ἃ μὲν ἐβουλόμην σοι προειρῆσθαι, ταῦτ ἐστίν. περὶ δ αὐτῶν τῶν πραγμάτων ἤδη ποιήσομαι τοὺς λόγους. Φημὶ γὰρ χρῆναί σε τῶν μὲν ἰδίων μηδενὸς ἀμελῆσαι, πειραθῆναι δὲ διαλλάξαι τήν τε πόλιν τὴν Ἀργείων καὶ τὴν Λακεδαιμονίων καὶ τὴν Θηβαίων καὶ τὴν ἡμετέραν. ἢν γὰρ ταύτας συστῆσαι δυνηθῇς, οὐ χαλεπῶς καὶ τὰς ἄλλας ὁμονοεῖν ποιήσεις [31] ἅπασαι γάρ εἰσιν ὑπὸ ταῖς εἰρημέναις, καὶ καταφεύγουσιν, ὅταν φοβηθῶσιν, ἐφ ἣν ἂν τύχωσι τούτων, καὶ τὰς βοηθείας ἐντεῦθεν λαμβάνουσιν. ὥστ ἐὰν τέτταρας μόνον πόλεις εὖ φρονεῖν πείσῃς, καὶ τὰς ἄλλας πολλῶν κακῶν ἀπαλλάξεις.
[32] Γνοίης δ ἂν ὡς οὐδεμιᾶς σοι προσήκει τούτων ὀλιγωρεῖν, ἢν ἀνενέγκῃς αὐτῶν τὰς πράξεις ἐπὶ τοὺς σοὺς προγόνους εὑρήσεις γὰρ ἑκάστῃ πολλὴν φιλίαν πρὸς ὑμᾶς καὶ μεγάλας εὐεργεσίας ὑπαρχούσας. Ἄργος μὲν γάρ ἐστί σοι πατρὶς, ἧς δίκαιον τοσαύτην σε ποιεῖσθαι πρόνοιαν ὅσην περ τῶν γονέων τῶν σαυτοῦ Θηβαῖοι δὲ τὸν ἀρχηγὸν τοῦ γένους ὑμῶν τιμῶσι καὶ ταῖς προσόδοις καὶ ταῖς θυσίαις μᾶλλον ἢ τοὺς θεοὺς τοὺς ἄλλους [33] Λακεδαιμόνιοι δὲ τοῖς ἀπ ἐκείνου γεγονόσι καὶ τὴν βασιλείαν καὶ τὴν ἡγεμονίαν εἰς ἅπαντα τὸν χρόνον δεδώκασι τὴν δὲ πόλιν τὴν ἡμετέραν φασίν, οἷς περὶ τῶν παλαιῶν πιστεύομεν, Ἡρακλεῖ μὲν συναιτίαν γενέσθαι τῆς ἀθανασίας (ὃν δὲ τρόπον, σοὶ μὲν αὖθις πυθέσθαι ῥᾴδιον, ἐμοὶ δὲ νῦν εἰπεῖν οὐ καιρός), τοῖς δὲ παισὶ τοῖς ἐκείνου τῆς σωτηρίας. [34] μόνη γὰρ ὑποστᾶσα τοὺς μεγίστους κινδύνους πρὸς τὴν Εὐρυσθέως δύναμιν ἐκεῖνόν τε τῆς ὕβρεως ἔπαυσε, καὶ τοὺς παῖδας τῶν φόβων τῶν ἀεὶ παραγιγνομένων αὐτοῖς ἀπήλλαξεν. ὑπὲρ ὧν οὐ μόνον τοὺς τότε σωθέντας δίκαιον ἦν ἡμῖν χάριν ἔχειν, ἀλλὰ καὶ τοὺς νῦν ὄντας διὰ γὰρ ἡμᾶς καὶ ζῶσι καὶ τῶν ὑπαρχόντων ἀγαθῶν ἀπολαύουσι μὴ γὰρ σωθέντων ἐκείνων οὐδὲ γενέσθαι τὸ παράπαν ὑπῆρχεν αὐτοῖς. [35] Τοιούτων οὖν ἁπασῶν τῶν πόλεων γεγενημένων ἔδει μὲν μηδέποτέ σοι μηδὲ πρὸς μίαν αὐτῶν γενέσθαι διαφοράν ἀλλὰ γὰρ ἅπαντες πλείω πεφύκαμεν ἐξαμαρτάνειν ἢ κατορθοῦν. ὥστε τὰ μὲν πρότερον γεγενημένα κοινὰ θεῖναι δίκαιόν ἐστιν εἰς δὲ τὸν ἐπίλοιπον χρόνον
φυλακτέον ὅπως μηδὲν συμβήσεταί σοι τοιοῦτον, καὶ σκεπτέον τί ἂν ἀγαθὸν αὐτὰς ἐργασάμενος φανείης ἄξια καὶ σαυτοῦ καὶ τῶν ἐκείναις πεπραγμένων πεποιηκώς. [36] ἔχεις δὲ καιρόν ἀποδιδόντα γάρ σε χάριν ὧν ὤφειλες ὑπολήψονται διὰ τὸ πλῆθος τοῦ χρόνου τοῦ μεταξὺ προϋπάρχειν τῶν εὐεργεσιῶν. καλὸν δ ἐστὶ δοκεῖν μὲν τὰς μεγίστας τῶν πόλεων εὖ ποιεῖν, μηδὲν δ ἧττον ἑαυτὸν ἢ κείνας ὠφελεῖν. [37] χωρὶς δὲ τούτων, εἰ πρός τινας αὐτῶν ἀηδές τί σοι συμβέβηκεν, ἅπαντα ταῦτα διαλύσεις [ ] [38] ὁρᾷς δ ὡς τεταλαιπώρηνται διὰ τὸν πόλεμον, καὶ ὡς παραπλησίως ἔχουσι τοῖς ἰδίᾳ μαχομένοις. καὶ γὰρ ἐκείνους αὐξανομένης μὲν τῆς ὀργῆς οὐδεὶς ἂν διαλλάξειεν ἐπὴν δὲ κακῶς ἀλλήλους διαθῶσιν, οὐδενὸς διαλύοντος αὐτοὶ διέστησαν. ὅπερ οἶμαι καὶ ταύτας ποιήσειν, ἢν μὴ σὺ πρότερον αὐτῶν ἐπιμεληθῇς.
Ε. Μετάφραση (Μτφρ. Στ. Μπαζάκου Μαραγκουδάκη. 1967. Ισοκράτης. Πανηγυρικός, Φίλιππος): Ό,τι λοιπόν ήθελα να ειπωθή από την αρχή είναι αυτά που είπα. Τώρα ήρθε η ώρα να αναπτύξω και το ίδιο μου το θέμα. Λοιπόν, η γνώμη μου είναι πως πρέπει, χωρίς να παραμελήσης κανένα από τα δικά σου τα συμφέροντα, να προσπαθήσης να συμβιβάσης μεταξύ τους την πόλη των Αργείων, την πόλη των Σπαρτιατών, την πόλη των Θηβαίων και την πόλη τη δική μας. Γιατί, αν αυτές μπορέσης και συμφιλιώσης, εύκολα ύστερα θα κάνης και τις άλλες να ομονοήσουν γιατί όλες είναι κάτω από την εξουσία αυτών των πόλεων και σε κάθε τους κίνδυνο σε μια από τις τέσσερες τους καταφεύγουν σ' όποια τους έρθη βολικά και από αυτήν παίρνουν βοήθεια. Ώστε, αν τέσσερες μονάχα πόλεις πείσης να λογικευτούν, όλες τις άλλες θα τις απαλλάξης από ένα πλήθος συμφορές. Πολύ καλά θα καταλάβης ότι δεν έχεις το δικαίωμα να αδιαφορήσης για καμιά από τις πόλεις που σου είπα, αν αναλογιστής τι σου έκαναν άλλοτε αυτές για τους προγόνους σου. Τότε θα βρης πως κάθε μια από αυτές έδειξε αισθήματα αγνής φιλίας και σας πρόσφερε σοβαρές υπηρεσίες. Το Άργος πρώτα πρώτα είναι η πατρίδα σου, και έχεις υποχρέωση να ενδιαφερθής γι' αυτό τουλάχιστο όσο για τους γονείς σου. Η Θήβα ύστερα τιμάει το γενάρχη σας και με θρησκευτικές γιορτές και με θυσίες περισσότερο από τους άλλους τους θεούς. Ο Σπαρτιάτες πάλι στους απογόνους εκείνου έδωσαν μια για πάντα τη βασιλεία και όλη την εξουσία. Τέλος η πόλη η δικιά μας, καθώς μας βεβαιώνουν οι παλιές μας παραδόσεις, έγινε αφορμή τόσο για την αθανασία του Ηρακλή το πώς, εύκολο είναι να το μάθης καμιά άλλη
φορά τώρα δεν είναι ώρα να στο πω όσο και για τη σωτηρία των παιδιών του: Μόνη αντιμετώπισε τεράστιους κινδύνους ενάντια στη δύναμη του Ευρυσθέα, και σταμάτησε την αλαζονεία και την έπαρση εκείνου γλιτώνοντας σύγκαιρα και τα παιδιά του Ηρακλή από τους φόβους που τα κυνηγούσαν ασταμάτητα. Και για τις πράξεις μας αυτές το σωστό είναι να μας χρωστούν ευγνωμοσύνη όχι μονάχα αυτοί που τότε σώθηκαν, αλλά και οι τωρινοί απόγονοί τους, γιατί σ' εμάς χρωστάνε τη ζωή τους, αλλά και τα αγαθά που απολαμβάνουν τώρα: Αν τότε εκείνοι δεν είχαν σωθή, ετούτοι εδώ δε θα μπορούσαν ούτε να υπάρξουν. Αφού λοιπόν τόσο ευεργετική στάθηκε η παρουσία όλων αυτών των πόλεων, δεν έπρεπε ποτέ ούτε με μια από αυτές να 'ρθης σε προστριβή. Όμως όλοι από το φυσικό μας πιότερο πέφτομε σε σφάλματα παρά κάνομε το σωστό. Γι' αυτό λοιπόν τα περασμένα γεγονότα σε όλους μας είναι σωστό να καταλογιστούν. Στο μέλλον όμως να προσέξης τίποτα τέτοιο να μη ξανασυμβή και να σκεφτής στα σοβαρά τι καλό θα μπορούσες να τους προσφέρης, που θα είναι αντάξιο και στη δικιά σου φήμη και στα ευεργετήματα που έκαμαν εκείνες. Και είναι για σένα πραγματική ευκαιρία: Τη στιγμή που εσύ θα ανταποδίδης χάρη που χρωστούσες στις πόλεις, ακριβώς επειδή πολύς καιρός μεσολάβησε από τότε που αυτές σε ευεργέτησαν, θα σχηματίσουνε τη γνώμη ότι πρώτος εσύ αρχίζεις τις ευεργεσίες. Και είναι θαυμάσιο να δίνης την εντύπωση πως ευεργέτησες τις πιο μεγάλες πόλεις την ώρα που τον εαυτό σου περισσότερο παρά εκείνες ωφελείς. Πέρα όμως από αυτά, εάν με κάποια από αυτές έχης έρθει στο παρελθόν σε δυσάρεστες σχέσεις, τώρα θα διαλύσης κάθε συννεφιά. [ ] Βλέπεις δα και πόσο έχουν ταλαιπωρηθή από τον πόλεμο και πόσο μοιάζουν με τους ανθρώπους που πολεμούν μεταξύ τους: Και εκείνους, όσο φουντώνει ο θυμός και η οργή, κανείς δε
θα μπορούσε να τους συμφιλιώση όταν όμως θα έχουν κάμει το κακό ο ένας στον άλλο, τότε πια και θα χωριστούν οριστικά χωρίς κανένας να μεσολαβήση. Είμαι λοιπόν βέβαιος ότι το ίδιο θα συμβή και με τις πόλεις, αν δε βιαστής εσύ να τις φροντίσης.