Ε.Ε. Παρ. 1(1) Αρ. 3365,19.11.99



Σχετικά έγγραφα
Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4173, 18/7/2008 NOMOΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΔΟΛΙΕΥΣΗ ΤΩΝ ΕΚ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ ΠΙΣΤΩΤΩΝ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4093, 27/10/2006 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3649, 1/11/2002

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3882, 2/7/2004 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΒΕΒΑΙΩΣΕΩΣ ΚΑΙ ΕΙΣΠΡΑΞΕΩΣ ΦΟΡΩΝ ΝΟΜΟ

206(Ι)/2012 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΤΩΧΕΥΣΗΣ ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3791, 31/12/2003 Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ ΕΓΓΥΗΤΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2003

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3414, 23/6/2000

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

Αριθμός 4(Ι) του 2017 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΛΗΞΙΠΡΟΘΕΣΜΩΝ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ ΤΟΥ 2017

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2003 Ν.122(Ι)/2003 (25/07/2003) ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΠΑΡΑΠΟΝΩΝ Κ.Δ.Π. 570/2005 (16/12/2005)

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3449, 17/11/2000

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3629, 9/8/2002

Ο Διευθυντής του Τμήματος Φορολογίας έχει την δυνατότητα να ασκήσει τις εξουσίες που του παρέχει ο Νόμος για την είσπραξη των πιο κάτω φόρων:

ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3629, 9/8/2002

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3413, 16/6/2000

132(Ι)/2016 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 1973 ΕΩΣ (Αρ. 2) ΤΟΥ 2015

NOMOΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ ΕΓΓΥΗΤΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2003 ΕΩΣ 2006

Αριθμός 97(Ι) του 2017 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΒΕΒΑΙΩΣΕΩΣ ΚΑΙ ΕΙΣΠΡΑΞΕΩΣ ΦΟΡΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 1978 ΕΩΣ 2016

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4193, 27/2/2009 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΩΝ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΕΙΔΩΝ ΚΑΙ ΚΑΥΣΙΜΩΝ ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4359, (Ι)/2012 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟ ΠΕΡΙ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΣΗΜΑΝΣΗΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΠΟΛΥΤΙΜΑ ΜΕΤΑΛΛΑ ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4271, 25/2/2011

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4289, 29/7/2011 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΙΔΙΩΤΙΚΩΝ ΓΡΑΦΕΙΩΝ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΝΟΜΟ

ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4448, (Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟYΣ ΠΕΡΙ ΒΕΒΑΙΩΣΕΩΣ ΚΑΙ ΕΙΣΠΡΑΞΕΩΣ ΦΟΡΩΝ ΝΟΜΟYΣ ΤΟΥ 1978 ΕΩΣ 2013

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4231, 19/2/2010

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3404, 27/4/2000

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4316, 17/2/2012 2(I)/2012 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2010

Αριθµός 197(I) του 2003 Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ ΕΓΓΥΗΤΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2003

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3679, 31/1/ (I)/2003 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ (ΕΛΕΓΧΟΣ ΚΑΙ ΠΩΛΗΣΗ) ΝΟΜΟ

3(I)/2016 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2011 ΕΩΣ Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

41(Ι)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΚΙΝΗΤΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ (ΔΙΑΚΑΤΟΧΗ, ΕΓΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΗ) ΝΟΜΟ

ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΜΕ ΤΙΤΛΟ ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΙΣΠΡΑΞΕΩΣ ΦΟΡΩΝ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 1962

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4214, 24/7/2009 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3578, 22/2/2002

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3401, 7/4/2000

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4448, Ν. 80(Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΙΣΠΡΑΞΕΩΣ ΦΟΡΩΝ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 1962

E.E. Παρ. ΠΙ (I) Αρ. 2806,

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4092, 20/10/2006 Ο ΠΕΡΙ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΗΣ ΔΙΑΚΙΝΗΣΗΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΠΑΡΑΒΙΑΖΟΥΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2006

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4112, 16/2/2007 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΡΓΟΔΟΤΟΥΜΕΝΩΝ ΜΕ ΕΡΓΑΣΙΑ ΟΡΙΣΜΕΝΟΥ ΧΡΟΝΟΥ(ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΔΥΣΜΕΝΟΥΣ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗΣ)ΝΟΜΟ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ της 9ης ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1996 ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΜΕΡΟΣ Ι

Αριθμός 52(Ι) του 2017 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2010 ΜΕΧΡΙ Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ της 14ης ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1997 ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΜΕΡΟΣ Ι

E.E., Παρ. I (I), Αρ. 2673, Ν. 4/92

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4071, 24/2/2006 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΣΤΕΡΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΩΝ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 3742,

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4076, 17/3/2006

ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΛΙΕΥΤΙΚΩΝ ΚΑΤΑΦΥΓΙΩΝ ΝΟΜΟ

175 Ν. 46(Ι)/96. "όροι εργασίας" σημαίνει τους όρους που το δικαστήριο δύναται να επιβάλει, σύμφωνα με το εδάφιο (5) του άρθρου 5 και το άρθρο 6 του

E.E., Παρ. I, Αρ. 2659,

ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ - ΜΕΡΟΣ Ι. Αριθμός 4118 Τετάρτη, 21 Μαρτίου

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4514, (Ι)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΓΓΡΑΦΗΣ ΟΔΟΝΤΙΑΤΡΩΝ ΝΟΜΟ. στο εξής θα αναφέρεται ως «ο βασικός νόμος»).

Αριθμός 86(Ι) του 2018 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΓΟΡΑΠΩΛΗΣΙΑΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΕΩΝ ΚΑΙ ΓΙΑ ΣΥΝΑΦΗ ΘΕΜΑΤΑ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2015

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4118, 21/3/2007 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΜΙΣΘΩΝ

ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΜΕ ΤΙΤΛΟ ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΥΠΟΘΗΚΕΥΣΕΩΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ ΝΟΜΟ

Αριθμός 48(Ι) του 2018 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΑΔΕΙΑΣ ΟΔΗΓΗΣΗΣ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2001 ΜΕΧΡΙ Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ - ΜΕΡΟΣ Ι

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4129, 22/6/2007 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟN ΠΕΡΙ ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ ΑΝΑΠΗΡΙΕΣ ΝΟΜΟ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4019, 29/7/2005 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΑΜΕΙΟΥ ΠΑΡΟΧΗΣ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΣΕ ΕΠΕΝΔΥΤΕΣ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3551, 30/11/2001

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3939, 31/12/2004 O ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΟΔΙΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι) Αρ. 4565,

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3487, 6/4/2001

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι) Αρ. 4615,

Ν. 216(I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΤΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ (ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΣΥΝΔΙΑΛΕΞΕΩΝ) ΝΟΜΟ ΤΟΥ 1996

E.E. Παρ. 1(1) 648 Ν. 25(Ι)/95 Αρ. 2962,

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ της 24ης ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1992 ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΜΕΡΟΣ Ι

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4083, 20/4/2006

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4235, 19/3/2010

E.E., Παρ. I, Αρ. 2284,

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3850, 30/4/2004

E.E. Παρ. 1(1) 1302 Ν. 75(Ι)/97 Αρ. 3170,

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3622, 15/7/2002

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι) Αρ. 4565,

Παναγιώτη Παναγή, Λειτουργό Τμήματος Εργασιακών Σχέσεων

ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4181, 7/11/2008 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟN ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4401, Ν. 73(Ι)/2013 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΓΓΡΑΦΗΣ ΓΙΑΤΡΩΝ ΝΟΜΟ. αναφέρεται ως «ο βασικός νόμος»).

18(Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΕ ΔΙΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4089, 28/7/2006

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4019, 29/7/2005 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ ΝΟΜΟ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΝΟΜΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟΥ ΣΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑIΚΗΣ EΝΩΣΗΣ 184(I)/2011

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4136, 25/7/2007 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4114, 23/2/2007 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΝΟΜΟ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4005, 16/6/2005 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΓΚΡΙΣΗ ΤΥΠΟΥ ΟΧΗΜΑΤΩΝ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3679, 31/1/2003 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΟΧΗ ΕΠΙ ΟΜΑΤΟΣ ΜΑΝΑΣ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4088, 21/7/2006 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΦΥΣΙΚΟΥ ΑΕΡΙΟΥ ΝΟΜΟ

H Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως: 2. Το άρθρο 2 του βασικού νόμου τροποποιείται ως ακολούθως:

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3853, 3/4/2004

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4175, 25/7/2008 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΟΙΝΙΚΟ ΚΩΔΙΚΑ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3401, 7/4/2000

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4275, 24/3/2011

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4092, 20/10/2006 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΟΙΝΙΚΟ ΚΩΔΙΚΑ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4085, 28/4/2006

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3849, 30/4/2004

ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Transcript:

Ε.Ε. Παρ. 1(1) Αρ. 3365,19.11.99 423 Ν. 134(Ι)/99 Ο περί Πολιτικής Δικονομίας (Τροποποιητικός) (Αρ. 2) Νόμος του 1999 εκδίδεται με δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας σύμφωνα με το Αρθρο 52 του Συντάγματος. Αριθμός 134(1) του 1999 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΜΕΡΩΝ VIII ΚΑΙ IX Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως: 1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Πολιτικής Δικονομίας (Τροποποιητικός) (Αρ. 2) Νόμος του 1999 και θα διαβάζεται μαζί με τον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο, (που στο εξής θα αναφέρεται ως ο «βασικός νόμος»). 2. Το εδάφιο (1) του άρθρου 14 νόμου τροποποιείται με την αντικατάσταση της παραγράφου (ε) αυτού από την πιο κάτω νέα παράγραφο: «(ε) με την εξέταση του εξ αποφάσεως οφειλέτη δυνάμει του Μέρους VIII και την έκδοση διατάγματος δυνάμει του Μέρους IX του Νόμου αυτού.». 3. Ο βασικός νόμος τροποποιείται με την αντικατάσταση των Μερών VIII και IX από τα πιο κάτω νέα Μέρη: «ΜΕΡΟΣ VIII ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΟΥ ΕΞ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ ΟΦΕΙΛΕΤΗ Αίτηση για εξέταση του εξ αποφάσεως οφειλέτη. Ο εξ αποφάσεω: οφειλέτης εξαναγκάσιμος μάρτυρας. 82. (1) Όταν χρέος οφειλόμενο δυνάμει απόφασης ή διατάγματος δικαστηρίου παραμένει εξ ολοκλήρου ή εν μέρει απλήρωτο (ανεξάρτητα αν εκδόθηκε ή όχι οποιοδήποτε ένταλμα εκτέλεσης), ο εξ αποφάσεως πιστωτής δύναται να αποταθεί στο Δικαστήριο για να εξεταστεί ο εξ αποφάσεως οφειλέτης αναφορικά (α) Με την οικονομική του κατάσταση με σκοπό την έκδοση οποιουδήποτε από τα διατάγματα που αναφέρονται στο Μέρος IX και (β) με οποιαδήποτε δωρεά, παράδοση ή μεταβίβαση οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου ή με οποιαδήποτε επιβάρυνση, διακίνηση ή απόκρυψη οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου που είχε ως αποτέλεσμα να παρεμποδιστεί ο πιστωτής στην είσπραξη του εξ αποφάσεως χρέους ή μέρους αυτού. (2) Ο εξ αποφάσεως πιστωτής δύναται στην αίτηση του (η οποία στο εξής θα αναφέρεται ως 'αίτηση έρευνας') να ζητήσει τη διεξαγωγή έρευνας για τις περιπτώσεις (α) και (β) που αναφέρονται στο εδάφιο (1) ή οποιαδήποτε από αυτές. 83. Το Δικαστήριο το οποίο επιλαμβάνεται αίτησης δυνάμει του Μέρους αυτού έχει τις ίδιες εξουσίες για τον εξαναγκασμό του εξ αποφάσεως οφειλέτη να εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου για σκοπούς εξέτασης δυνάμει του Μέρους αυτού όπως έχει σε οποιαδήποτε πολιτική αγωγή για το εξαναγκάσιμο εμφάνισης μαρτύρων. Συνοπτικός τίτλος. Κεφ. 6. 11 του 1965 161 του 1989 228 του 1989 51(1) του 1999. του άρθρου 14 Κατάργηση και αντικατάσταση των Μερών VIII και IX

Ν. 134(Ι)/99 424 Εξέταση. Αλλα αποδεικτικά. Αναβολή εξέτασης και άλλες εξουσίες του Δικαστηςίου. 84. (1) Ο εξ αποφάσεως οφειλέτης όταν εμφανίζεται ενώπιον Δικαστηρίου δυνάμει του Μέρους αυτού, εξετάζεται ενόρκως από ή εκ μέρους του εξ αποφάσεως πιστωτή και από το Δικαστήριο αναφορικά με (α) Την ικανότητα του να πληρώσει το οφειλόμενο ποσό (β) την αποκάλυψη περιουσιακών στοιχείων τα οποία μπορούν να διατεθούν για την πληρωμή του χρέους και (γ) τη διάθεση οποιωνδήποτε περιουσιακών στοιχείων στην οποία προέβη μετά τη δημιουργία ή τη γένεση της αστικής ευθύνης. (2) Ο εξ αποφάσεως οφειλέτης υποχρεούται να παρουσιάσει ενόρκως ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο νόμιμα θεωρούμενο υποκατάστατο του όρκου όλα τα βιβλία, έγγραφα, συμβόλαια, αποδείξεις και άλλα παρόμοια αποδεικτικά τα οποία βρίσκονται στην κατοχή του ή υπό τον έλεγχο του και τα οποία σχετίζονται με περιουσία που δύναται ή εδύνατο να διατεθεί για σκοπούς, πληρωμής του χρέους. (3) Ανευ επηρεασμού της γενικότητας του εδαφίου (2), ο οφειλέτης υποχρεούται να αποκαλύψει στο Δικαστήριο με οποιοδήποτε τρόπο τα πιο κάτω στοιχεία: (α) Το όνομα και τη διεύθυνση του εργοδότη του ή άλλου προσώπου το οποίο του καταβάλλει μισθούς ή άλλα ποσά (β) λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τις απολαβές πραγματικές ή αναμενόμενες (γ) οποιαδήποτε εισοδήματα από εργασία ή άλλες πηγές (δ) τις ανάγκες του ιδίου και της οικογένειας του (ε) οποιαδήποτε άλλη πληροφορία η οποία είναι αναγκαία για σκοπούς του παρόντος άρθρου. 85. Παρά την παράλειψη του εξ αποφάσεως οφειλέτη να εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου, ο εξ αποφάσεως πιστωτής και όλοι οι μάρτυρες, που το Δικαστήριο κρίνει αναγκαίους, εξετάζονται ενόρκως ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο αναφορικά με το θέμα της εξέτασης. 86. (1) Το Δικαστήριο δύναται αν κρίνει τούτο σκόπιμο να αναβάλλει κατά καιρούς την εξέταση του εξ αποφάσεως οφειλέτη και να ζητήσει από τον εν λόγω οφειλέτη να δώσει εγγυήσεις προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου για να εξασφαλιστεί η εμφάνιση του κατά την αναβληθείσα ακρόαση. (2) Το Δικαστήριο δύναται να διατάξει την κράτηση του οφειλέτη σε περίπτωση που αρνείται να δώσει εγγυήσεις για την εμφάνιση του στο Δικαστήριο. (3) Το Δικαστήριο δύναται αν κρίνει τούτο σκόπιμο να διορίσει οποιοδήποτε κατάλληλο πρόσωπο ως ελεγκτή ή επιθεωρητή της περιουσίας ή επιχείρησης οποιουδήποτε εξ αποφάσεως οφειλέτη με όρους εντολής και όρους διεξαγωγής του ελέγχου ή επιθεώρησης που το Δικαστήριο κρίνει αναγκαίο να περιλάβει στο διάταγμα περιλαμβανομένης και της αμοιβής του εν λόγω προσώπου.

Διατάγματα του Δικαστηρίου. Συνένωση αιτήσεων έρευνας. Διαδικαστικοί Κανονισμοί. Διάταγμα πληρωμής με δόσεις. 425 Ν. 134(Ι)/99 87. (1) Το Δικαστήριο δύναται μετά την εξέταση του οφειλέτη να εκδώσει, ανάλογα με την περίπτωση, ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα διατάγματα: Α. Διάταγμα πληρωμής του χρέους με μηνιαίες δόσεις Β. διάταγμα ακύρωσης καταδολιευτικών μεταβιβάσεων ή επιβαρύνσεων Γ. διάταγμα αποκοπής απολαβών. (2) Το Δικαστήριο δεν εκδίδει διάταγμα δυνάμει του εδαφίου (1) το οποίο δεν περιλαμβάνεται στην αίτηση του εξ αποφάσεως πιστωτή. 88. (1) Το Δικαστήριο ενώπιον.του οποίου εκκρεμεί αίτηση έρευνας δύναται, είτε αυτεπάγγελτα είτε κατόπιν αίτησης του εξ αποφάσεως οφειλέτη, να διατάξει όπως άλλες εκκρεμούσες αιτήσεις έρευνας, οι οποίες αφορούν τον ίδιο οφειλέτη, συνενωθούν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου. (2) Το Δικαστήριο δύναται, μετά τη διεξαγωγή έρευνας δυνάμει των συνενωμένων αιτήσεων, να εκδώσει, ανάλογα με την περίπτωση ένα ή περισσότερα από τα διατάγματα που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 87. (3) Τηρουμένων των διατάξεων του Μέρους IX, διατάγματα δυνάμει συνενωμένων αιτήσεων υπόκεινται σε διαφοροποίηση, ακύρωση ή αναστολή από το Δικαστήριο που τα εξέδωσε. 89. (1) Το Ανώτατο Δικαστήριο δύναται, αν κρίνει τούτο σκόπιμο, να εκδίδει Διαδικαστικούς Κανονισμούς δημοσιευόμενους στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας για καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων των Μερών VIII και IX. (2) Ανευ επηρεασμού της γενικότητας του εδαφίου (1), οι Διαδικαστικοί Κανονισμοί δύνανται να ρυθμίζουν (α) Τις περιπτώσεις και τις προϋποθέσεις άσκησης από το Δικαστήριο των δυνάμει του παρόντος Μέρους εξουσιών του (β) τον τρόπο επίδοσης ειδοποιήσεων (γ) ο,τιδήποτε είναι σχετικό με τη συνένωση αιτήσεων έρευνας ή (δ) τον τύπο αιτήσεων, ενστάσεων, ειδοποιήσεων, διαδικασιών έρευνας και οποιοδήποτε άλλο διαδικαστικό θέμα. (3) Μέχρις ότου εκδοθούν Διαδικαστικοί Κανονισμοί δυνάμει του άρθρου αυτού, εφαρμόζονται οι ισχύοντες Διαδικαστικοί Κανονισμοί αναφορικά με τις αιτήσεις διά κλήσεως. ΜΕΡΟΣ IX ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑΔΟΑΙΕΥΣΗΣ ΕΞ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ ΠΙΣΤΩΤΩΝ 90. (1) Το Δικαστήριο δύναται, αν κρίνει τούτο οκο. αμο κατά ή μετά την εξέταση που γίνεται δυνάμει του Μέρους VIII, να διατάξει όπως το οφειλόμενο δυνάμει της απόφασης χρέος πληρωθεί με δόσεις κατά τις ημερομηνίες και στα ποσά που ήθελε κρίνει εύλογα και εντός των οικονομικών δυνατοτήτων του οφειλέτη.

Ν. 134(ϊ)/99 426 Δόσεις εισπραττόμενες ως χρηματική ποινή. Πράξεις καταδολίευσης εξ αποφάσεως πιστωτών. (2) Διάταγμα το οποίο εκδίδεται δυνάμει του εδαφίου (1) δύναται να ακυρωθεί, ανασταλεί ή τροποποιηθεί ύστερα από αίτηση του οφειλέτη αν αποδείξει ότι η οικονομική του κατάσταση έχει αλλάξει ουσιαστικά από την ημερομηνία της τελευταίας εξέτασης με αποτέλεσμα να μην είναι σε θέση να καταβάλει τις δόσεις στους χρόνους και στα ποσά που το Δικαστήριο προσδιόρισε στο διάταγμα του. (3) Διάταγμα δυνάμει του εδαφίου (1) δύναται να διαφοροποιηθεί επίσης ύστερα από αίτηση του εξ αποφάσεως πιστωτή αν αποδείξει ότι (α) Η οικονομική κατάσταση του εξ αποφάσεως οφειλέτη είχε αλλάξει προς το καλύτερο από την ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος ή της τελευταίας διαφοροποίησης του ή (β) κατά την εξέταση του ενώπιον του Δικαστηρίου ο εξ αποφάσεως οφειλέτης απέκρυψε ή δεν αποκάλυψε την ύπαρξη ουσιωδών γεγονότων ή συνθηκών προσδιοριστικών της οικονομικής του κατάστασης, τα οποία αν ήταν γνωστά στο Δικαστήριο, το περιεχόμενο του διατάγματος θα ήταν ουσιαστικά διαφορετικό από το ήδη εκδοθέν, νοουμένου ότι οι πληροφορίες για την ύπαρξη των γεγονότων ή συνθηκών αυτών περιήλθαν σε γνώση του εξ αποφάσεως πιστωτή μετά την ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος. 91. Σε περίπτωση καθυστέρησης στην καταβολή πέραν των τριών δόσεων ή σε περίπτωση καθυστέρησης λιγότερων δόσεων, όταν με αυτές εξοφλείται το εξ αποφάσεως χρέος, το Δικαστήριο δύναται, κατόπιν αίτησης διά κλήσεως από ή εκ μέρους του εξ αποφάσεως πιστωτή, να διατάξει όπως το ποσό των εν λόγω δόσεων και τα έξοδα εισπραχθούν ως χρηματική ποινή που επιβλήθηκε σε ποινική υπόθεση, εκτός αν ο εξ αποφάσεως οφειλέτης αποδείξει εύλογη αιτία για την καθυστέρηση. 91Α. (1) Πράξεις καταδολίευσης εξ αποφάσεως πιστωτών συνιστούν, μεταξύ άλλων, οι ακόλουθες ενέργειες από ή εκ μέρους του εξ αποφάσεως οφειλέτη (α) Οποιαδήποτε δωρεά, μεταβίβαση ή επιβάρυνση προς όφελος τρίτου οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου του εξ αποφάσεως οφειλέτη, ή (β) οποιαδήποτε μετακίνηση, απόκρυψη ή άλλη αποξένωση οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου του εξ αποφάσεως οφειλέτη, εφόσον αυτές γίνονται με σκοπό την παρεμπόδιση ή καθυστέρηση ικανοποίησης των εξ αποφάσεως χρεών του οφειλέτη. (2) Οι ενέργειες που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (β) του εδαφίου (1) τεκμαίρονται, μέχρις απόδειξης του αντιθέτου, ότι έγιναν με σκοπό την καταδολίευση του εξ αποφάσεως πιστωτή, ανεξαρτήτως εάν έγιναν πριν ή μετά την καταχώρηση της αγωγής δυνάμει της οποίας εκδόθηκε απόφαση την εκτέλεση της οποίας επιδιώκει ο ειρημένος πιστωτής.

427 Ν. 134(Ι)/99 (3) Πράξη καταδολίευσης δύναται να θεωρείται και οποιαδήποτε παράλειψη καταβολής από τον εξ αποφάσεως οφειλέτη του ποσού το οποίο υπολογίζεται ως δίκαιο και εντός των οικονομικών του δυνατοτήτων και διατάζεται να πληρωθεί με δόσεις δυνάμει διατάγματος του Δικαστηρίου κατά τις διατάξεις του άρθρου 90. Αδικήματα 9IB. (1) Εξ αποφάσεως οφειλέτης ο οποίος προβαίνει σε καταδολίευσης οποιαδήποτε πράξη καταδολίευσης κατά την έννοια του άρθρου πιστωτών 08^ 91Α διαπράττει αδίκημα τιμωρούμενο με φυλάκιση δώδεκα μηνών ή με χρηματική ποινή χιλίων λιρών ή και με τις δύο αυτές ποινές, χωρίς επηρεασμό των εξουσιών του Δικαστηρίου προς έκδοση οποιουδήποτε διατάγματος δυνάμει του παρόντος ή οποιουδήποτε άλλου (2) Κάθε πρόσωπο το οποίο αποδέχεται δωρεά, πώληση, μεταβίβαση, παράδοση ή φύλαξη οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου από πρόσωπο το οποίο γνωρίζει ότι είναι οφειλέτης και ότι σκοπός των πιο πάνω ενεργειών του είναι η καταδολίευση των δανειστών του κατά την έννοια του άρθρου 9ΙΑ, διαπράττει αδίκημα τιμωρούμενο με φυλάκιση έξι μηνών ή με χρηματική ποινή πεντακοσίων λιρών ή και με τις δύο αυτές ποινές. (3) Σε οποιαδήποτε ποινική διαδικασία για αδίκημα δυνάμει του εδαφίου (1), αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει (α) Προκειμένου περί κατηγορίας για καταδολιευτική μεταβίβαση ή επιβάρυνση ότι η εν λόγω πράξη έγινε προς συγγενικό πρόσωπο ή προς αγοραστή με καλή πίστη και χωρίς πρόθεση να παρεμποδίσει ή καθυστερήσει τον πιστωτή στην είσπραξη του οφειλόμενου σε αυτόν εξ αποφάσεως χρέους ή (β) προκειμένου περί κατηγορίας για παράλειψη πληρωμής εξ αποφάσεως χρέους με δόσεις δυνάμει διατάγματος του Δικαστηρίου, ότι έχει μεταβληθεί η οικονομική του κατάσταση από την ημερομηνία έκδοσης του εν λόγω διατάγματος και ότι έχει ειδοποιήσει γι' αυτό το Δικαστήριο με κοινοποίηση προς τον εξ αποφάσεως πιστωτή. (4) Για τους σκοπούς του εδαφίου (3) οι πιο κάτω όροι: (α) 'συγγενικό πρόσωπο' σημαίνει πατέρα, μητέρα, σύζυγο, τέκνο, εγγονό, αδελφό ή αδελφή (β) 'καλή πίστη' σημαίνει (i) σε σχέση με πράξη που γίνεται προς όφελος συγγενικού προσώπου, μεταβίβαση ή επιβάρυνση που γίνεται έναντι λογικού ανταλλάγματος, περιλαμβανομένης και ανταλλαγής με περιουσία ίσης αξίας, ή μεταβίβαση ή επιβάρυνση που γίνεται με σκοπό τη μόρφωση, ιατρική περίθαλψη ή αποκατάσταση του εν λόγω προσώπου, και (ii) σε σχέση με πράξη που γίνεται προς όφελος αγοραστή, οποιαδήποτε μεταβίβαση ή επιβάρυνση γίνεται έναντι λογικού ανταλλάγματος

Ν. 134(Ι)/99 428 Διάταγμα ακύρωσης καταόολιευτικών μεταβιβάσεων, επιβαρύνσεων κ.λ.π. Διόρθωση καταχωρήσεων. Έκδοση διαταγμάτων αποκοπής απολαβών. Συνέπειες και περιεχόμενο διατάγματος αποκοπής απολαβών. 91Γ. (1) Οποιαδήποτε καταδολιευτική μεταβίβαση, επιβάρυνση ή άλλη αποξένωση περιουσιακού στοιχείου η οποία γίνεται από οποιοδήποτε οφειλέτη δύναται να κηρυχθεί άκυρη από το Δικαστήριο κατόπιν αίτησης οποιουδήποτε εξ αποφάσεως πιστωτή του εν λόγω οφειλέτη, λαμβανομένων προσηκόντως υπόψη των συμφερόντων οποιουδήποτε καλόπιστου τρίτου. Προς το σκοπό αυτό το Δικαστήριο δύναται, κατά την κρίση του, να διατάξει όπως η αίτηση επιδοθεί επίσης σ' οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο δυνατό να έχει οποιοδήποτε συμφέρον επί του περιουσιακού στοιχείου που αποτελεί το αντικείμενο της αίτησης. (2) Το Δικαστήριο κατά την εξέταση αίτησης δυνάμει του εδαφίου (1) δύναται, εκδίδοντας το ακυρωτικό διάταγμα, να διατάξει όπως (α) Το περιουσιακό στοιχείο κατασχεθεί και πωληθεί προς ικανοποίηση του εξ αποφάσεως χρέους, ή (β) εάν το περιουσιακό στοιχείο υπόκειται δυνάμει οποιασδήποτε νομοθετικής διάταξης σε εγγραφή ή επιβάρυνση, ακυρωθεί η εν λόγω εγγραφή ή επιβάρυνση και επανεγγραφεί στο όνομα του οφειλέτη, ή (γ) εάν το περιουσιακό στοιχείο είναι ακίνητη περιουσία, η ακύρωση της εγγραφής και επανεγγραφή στο όνομα του οφειλέτη συνοδεύεται ταυτόχρονα με εγγραφή του εξ αποφάσεως χρέους ως επιβάρυνσης επί της εν λόγω ακίνητης περιουσίας με τις ίδιες συνέπειες ως εάν επρόκειτο περί εγγραφής δυνάμει των άρθρων 53 μέχρι 62. 91Δ. Ο αρμόδιος λειτουργός του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας ή οποιουδήποτε άλλου δημόσιου αρχείου στο οποίο εγγράφονται δυνάμει οποιασδήποτε νομοθετικής διάταξης ορισμένα περιουσιακά στοιχεία, με την προσαγωγή πιστοποιημένου αντίγραφου ακυρωτικού διατάγματος δυνάμει του άρθρου 91 Γ, προβαίνει σε κάθε αναγκαία διόρθωση των αρχείων του αναφορικά με τις καταχωρήσεις των περιουσιακών στοιχείων που αναφέρονται στο ακυρωτικό διάταγμα. 91Ε. (1) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (2), διάταγμα αποκοπής απολαβών εκδίδεται κατόπιν έρευνας που διεξάγει το δικαστήριο δυνάμει του Μέρους VIII ύστερα από αίτηση του εξ αποφάσεως πιστωτή. (2) Το Δικαστήριο δεν εκδίδει διάταγμα αποκοπής απολαβών στις περιπτώσεις που εκκρεμεί άλλος τρόπος εκτέλεσης ή σε περίπτωση που εκκρεμεί υπόθεση για διάπραξη ποινικού αδικήματος δυνάμει του άρθρου 9IB. 91 ΣΤ. (1) Το Δικαστήριο εκδίδει διάταγμα αποκοπής απολαβών στις περιπτώσεις που ο εξ αποφάσεως οφειλέτης είναι μισθωτός, το οποίο απευθύνεται στο πρόσωπο που διαπιστώνεται ότι είναι ο εργοδότης του εξ αποφάσεως οφειλέτη και το οποίο εφαρμόζεται ως διαταγή προς το πρόσωπο αυτό όπως (α) Προβαίνει σε περιοδικές αφαιρέσεις και κατακρατήσεις από τις απολαβές του οφειλέτη του ποσού που το Δικαστήριο υπολόγισε ως εύλογο και εντός των δυνατοτήτων του οφειλέτη να πληρώσει με δόσεις και

429 Ν. 134(Ι)/99 Συμμόρφωση εργοδότη με διάταγμα αποκοπής απολαβών. (β) καταβάλλει τις εν λόγω περιοδικές αφαιρέσεις και κατακρατήσεις στον εξ αποφάσεως πιστωτή ή στον αρμόδιο λειτουργό του Δικαστηρίου σε τέτοια χρονικά διαστήματα που το δικαστήριο ορίζει. (2) Κάθε διάταγμα αποκοπής απολαβών περιέχει (α) Επαρκή στοιχεία και πληροφορίες για να μπορεί ο εργοδότης να διακριβώσει την ταυτότητα του οφειλέτη (β) αναφορά για ολόκληρο το ποσό που είναι πληρωτέο δυνάμει της απόφασης του Δικαστηρίου (ή του υπόλοιπου του εν λόγω χρέους) περιλαμβανομένων των εξόδων (γ) αναφορά στο ποσό το οποίο περιοδικώς αποκόπτεται από τις απολαβές του οφειλέτη, καθώς επίσης και τις περιόδους των εν λόγω αποκοπών που το Δικαστήριο εύλογα κρίνει, έχοντας υπόψη του τα ακόλουθα στοιχεία αναφορικά με τον εξ αποφάσεως οφειλέτη: (ί) Τις απολαβές του, πραγματικές και αναμενόμενες (ii) οποιαδήποτε άλλα εισοδήματα του από εργασία ή άλλες πηγές (iii) τα έξοδα για τις βασικές οικογενειακές ανάγκες του ιδίου και της οικογένειας του (iv) άλλες υποχρεώσεις και ανάγκες του. (3) Στην περίπτωση συνενωμένων αιτήσεων έρευνας δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 88, το Δικαστήριο δύναται, μετά τη διεξαγωγή της έρευνας, να διατάξει όπως αποκόπτεται από τις απολαβές του οφειλέτη συγκεκριμένο ποσό το οποίο να καταβάλλεται στον αρμόδιο λειτουργό του Δικαστηρίου και ακολούθως με οδηγίες του Δικαστηρίου που περιέχονται στο διάταγμα να διανέμεται από το λειτουργό αυτό στους αιτητές των συνενωμένων αιτήσεων κατά τα ποσοστά που προσδιορίζονται στο διάταγμα. (4) Για σκοπούς του άρθρου αυτού 'αρμόδιος λειτουργός του Δικαστηρίου' σημαίνει τον Πρωτοκολλητή του Δικαστηρίου ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο το οποίο ορίζει ο Πρόεδρος του Επαρχιακού Δικαστηρίου της επαρχίας στην οποία διεξάγεται η έρευνα 'εργοδότης' σημαίνει κάθε πρόσωπο περιλαμβανομένης της Κυπριακή Δημοκρατίας το οποίο υπό την ιδιότητα του ως κύριος και όχι ως υπάλληλος ή αντιπρόσωπος καταβάλλει στον εξ αποφάσεως οφειλέτη αμοιβή για την παροχή από αυτό υπηρεσιών 'μισθωτός' σημαίνει πρόσωπο το οποίο προσφέρει τις υπηρεσίες του έναντι αμοιβής δυνάμει σύμβασης εργασίας ή κάτω από τέτοιες περιστάσεις από τις οποίες δύναται να συναχθεί η ύπαρξη σχέσης εργοδότη και εργοδοτουμένου. 91Ζ. (1) Εργοδότης στον οποίο επιδόθηκε διάταγμα αποκοπής απολαβών έχει υποχρέωση να συμμορφωθεί με αυτό χωρίς καθυστέρηση κατά την αμέσως μετά την επίδοση πληρωμή προς το μισθωτό.

Ν. 134(Ι)/99 430 (2) Σε περίπτωση κατά την οποία ο οφειλέτης δε βρίσκεται στην υπηρεσία του ή έπαυσε να βρίσκεται στην υπηρεσία του μετά την επίδοση του διατάγματος αποκοπής απολαβών στον εργοδότη προς τον οποίο απευθύνεται, ο εν λόγω εργοδότης οφείλει εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία επίδοσης του διατάγματος ή από την ημερομηνία που ο οφειλέτης έπαυσε να βρίσκεται στην υπηρεσία του, ανάλογα με την περίπτωση, να ειδοποιήσει το Δικαστήριο για το γεγονός αυτό. (3) Ο εργοδότης επιπροσθέτως οποιουδήποτε ποσού που αναφέρεται στο διάταγμα αποκοπής απολαβών δικαιούται να αποκόπτει και ποσό που καθορίζει το Δικαστήριο που εξέδωσε το διάταγμα για σκοπούς κάλυψης γραφικών και διοικητικών εξόδων του εργοδότη. Το ποσό αυτό δε δύναται όμως σε καμιά περίπτωση να υπερβαίνει το 5% του ποσού κάθε αποκοπής. (4) Σε κάθε περίπτωση που εργοδότης συμμορφώνεται με διάταγμα αποκοπής απολαβών δίδει στον εξ αποφάσεως οφειλέτη γραπτή κατάσταση των αποκοπών. (5) Σε περίπτωση κατά την οποία ο εργοδότης έχει οποιαδήποτε αμφιβολία σε σχέση με την εφαρμογή και εκτέλεση διατάγματος αποκοπής απολαβών αποτείνεται στο Δικαστήριο εντός τριών ημερών από την ημερομηνία επίδοσης σε αυτόν του σχετικού διατάγματος. Η αίτηση απευθύνεται στον Πρωτοκολλητή του Δικαστηρίου που εξέδωσε το διάταγμα αφού διατυπωθούν ευκρινώς τα σημεία που χρήζουν διευκρίνισης. Οι διευκρινίσεις δίνονται γραπτώς και χωρίς οποιαδήποτε καθυστέρηση που δυνατό να επηρεάσει δυσμενώς την εκτέλεση του διατάγματος. (6) Εργοδότης ο οποίος παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε από τις επιτακτικές διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) ή παραλείπει να καταβάλει έγκαιρα τα χρήματα που απέκοψε διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές. Περαιτέρω το Δικαστήριο δύναται να διατάξει τον εργοδότη να καταβάλει τα οφειλόμενα ποσά. Διαφοροποίηση, 91Η. (1) Το Δικαστήριο δύναται, ύστερα από αίτηση, του αναστολή ή διατάγματος, οφειλέτη, του πιστωτή, του εργοδότη, ή άλλου επηρεαζόμενου προσώπου ή και αυτεπάγγελτα, να διατάξει τη διαφοροποίηση, αναστολή ή ακύρωση διατάγματος αποκοπής απολαβών. (2) Ο εξ αποφάσεως οφειλέτης δύναται να υποβάλει αίτηση εάν η οικονομική του κατάσταση και οι ανάγκες του έχουν αλλάξει από την ημερομηνία διεξαγωγής της τελευταίας έρευνας δυνάμει του Μέρους VIII. Το Δικαστήριο δύναται να αποδεχθεί την αίτηση εάν αποδειχθεί προς ικανοποίηση του ότι η συνέχιση της αποκοπής του ποσού που αναφέρεται στο διάταγμα θα προξενήσει στον οφειλέτη ουσιαστικές δυσχέρειες στην αντιμετώπιση βασικών βιοτικών αναγκών του ιδίου ή της οικογένειας του σε περίπτωση που το διάταγμα κατάσχεσης απολαβών δε διαφοροποιηθεί, ανασταλεί ή ακυρωθεί ή για οποιοδήποτε λόγο το Δικαστήριο κρίνει λογικό.

Γνωστοποίηση αλλαγών στην εργοδοσία. Διάταγμα αποκοπής απολαβών σε σχέση με εργοδοτουμένους από τις δημόσιες υπηρεσίες. 431 N.134(I)/99 (3) Στις περιπτώσεις που διάταγμα αποκοπής απολαβών διαφοροποιείται, ακυρώνεται ή αναστέλλεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου επιδίδεται στον εργοδότη αντίγραφο του νέου διατάγματος με το οποίο ο εργοδότης οφείλει να συμμορφωθεί. (4) Το Δικαστήριο δύναται να διαφοροποιήσει διάταγμα αποκοπής απολαβών ύστερα από αίτηση του εξ αποφάσεως πιστωτή εάν αυτός αποδείξει ότι η οικονομική κατάσταση ή ανάγκες του οφειλέτη έχουν αλλάξει προς το καλύτερο από την ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος ή της τελευταίας διαφοροποίησης του. (5) Σε περίπτωση κατά την οποία το πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται διάταγμα αποκοπής απολαβών ως εργοδότης του οφειλέτη, παύσει να εργοδοτεί τον οφειλέτη, το διάταγμα αυτό κατόπιν αίτησης του εργοδότη αναστέλλεται, εκτός εάν το Δικαστήριο απευθύνει το διάταγμα στο νέο εργοδότη του οφειλέτη σε περίπτωση που αυτός είναι γνωστός. 91 Θ. (1) Ο οφειλέτης εναντίον του οποίου εκδόθηκε διάταγμα αποκοπής απολαβών οφείλει όταν γίνεται οποιαδήποτε αλλαγή στην εργοδοσία του (αλλαγή εργοδότη, αλλαγή απολαβών, τερματισμός απασχόλησης, ή οποιαδήποτε άλλη σημαντική αλλαγή), να ειδοποιεί γραπτώς τον Πρωτοκολλητή του Δικαστηρίου που εξέδωσε το διάταγμα, εντός επτά ημερών από την εν λόγω αλλαγή. (2) Πρόσωπο το οποίο προσλαμβάνει στην υπηρεσία του οφειλέτη, εναντίον του οποίου κατέχει πληροφορία ότι υπάρχει σε ισχύ διάταγμα αποκοπής απολαβών, οφείλει να ειδοποιήσει εγγράφως τον Πρωτοκολλητή του Δικαστηρίου που εξέδωσε το διάταγμα ότι έχει προσλάβει τον οφειλέτη στην υπηρεσία του. Η ειδοποίηση γίνεται εντός επτά ημερών από την ημερομηνία πρόσληψης του οφειλέτη στην υπηρεσία του ή από την ημερομηνία που έλαβε γνώση της ύπαρξης του διατάγματος, οποιοδήποτε από αυτά έχει επισυμβεί μεταγενέστερα. Στην ειδοποίηση αναφέρεται το ποσό των καταβαλλόμενων ή αναμενόμενων απολαβών του οφειλέτη. (3) Παράβαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου συνιστά αδίκημα τιμωρούμενο με χρηματική ποινή μέχρι πεντακοσίων λιρών. 911. Οι διατάξεις του Μέρους αυτού σχετικά με την έκδοση διατάγματος αποκοπής απολαβών εφαρμόζονται και όταν ο οφειλέτης εργοδοτείται από την Κυπριακή Δημοκρατία, με τις πιο κάτω όμως διαφοροποιήσεις: (α) Σε περίπτωση που ο οφειλέτης κατέχει μόνιμη θέση στη Δημόσια Υπηρεσία ή στη Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία ή στην Αστυνομία ή στις Ένοπλες Δυνάμεις της Δημοκρατίας, το διάταγμα επιδίδεται στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών ή Παιδείας και Πολιτισμού, ή Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως ή Άμυνας ανάλογα με την περίπτωση, (β) Στις περιπτώσεις που ο οφειλέτης εργοδοτείται ως έκτακτος ή με Συμβόλαιο, το διάταγμα επιδίδεται στο Γενικό.Διευθυντή του Υπουργείου στο οποίο εργάζεται.

Ν. 134(Ι)/99 432 Μεταβατικές διατάζεις. (γ) Οποιαδήποτε αμφιβολία για την επίδοση του διατάγματος αναφέρεται στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών. (δ) Οι διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 91Θ δεν τυγχάνουν εφαρμογής.». 4. (1) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται άνευ επηρεασμού των διαταγμάτων φυλάκισης εξ αποφάσεως οφειλετών που έχουν εκδοθεί πριν από την έναρξη της ισχύος του. (2) Οι κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου εκκρεμείς δικαστικές διαδικασίες για φυλάκιση εξ αποφάσεως οφειλετών δυνάμει του καταργούμενου Μέρους VIII καταργούνται, τα δε μέχρι τούδε γενόμενα έξοδα μπορούν να προστεθούν στα έξοδα της σχετικής δικαστικής απόφασης και να ανακτηθούν ανάλογα. (3) Τα εκδοθέντα πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου διατάγματα πληρωμής εξ αποφάσεως χρέους με δόσεις θεωρούνται διατάγματα πληρωμής με δόσεις που εκδόθηκαν με βάση τον παρόντα Νόμο. (4) Οι κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου εκκρεμείς αιτήσεις για εξέταση εξ αποφάσεως οφειλετών συνεχίζουν να εκδικάζονται ωσάν αυτές κατεχωρίζοντο με βάση τις νέες διατάξεις που εισάγονται με τον παρόντα Νόμο.

434 του άρθρου 6 του άρθρου 7 του άρθρου 8 του άρθρου 12 του Παραρτήματος Νοείται ότι, όταν η απαλλοτριώνουσα αρχή είναι δημοτική αρχή ή Κοινοτική Συνέλευση, δεν επιτρέπεται η δημοσίευση γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης, εκτός εάν δοθεί στο Υπουργικό Συμβούλιο, δεκαπέντε ημερών προειδοποίηση για τη σκοπούμενη δημοσίευση: Νοείται παραιτέρω ότι, αν, κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του έργου, καταστεί αναγκαίο να προσαρμοστεί το θέσμιο σχέδιο κατά τρόπο που να συνάδει με την πραγματική κατασκευή του έργου, όπως τούτο είχε αρχικά σχεδιαστεί, και ως αποτέλεσμα της προσαρμογής αυτής επιβάλλεται η απαλλοτρίωση πρόσθετης ιδιοκτησίας, δημοσιεύεται σχετική διόρθωση της γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης, η οποία θεωρείται αναπόσπαστο μέρος της αρχικής γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης και τυγχάνει εφαρμογής για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου σαν να είχε δημοσιευτεί κατά την ημερομηνία της αρχικής δημοσίευσης της γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης.». 3. Η επιφύλαξη του εδαφίου (2) του άρθρου 6 νόμου τροποποιείται με την αντικατάσταση της λέξης «δέκα» (δεύτερη γραμμή) με τη λέξη «δώδεκα». 4. Το εδάφιο (2) του άρθρου 7 νόμου τροποποιείται με την αντικατάσταση της λέξης «δέκα» (τρίτη γραμμή) και της λέξης «δέκα» (πέμπτη γραμμή) με τη λέξη «δώδεκα» και με τη λέξη «δεκατέσσερα», αντίστοιχα. 5. Το εδαφίο (1) του άρθρου 8 νόμου τροποποιείται με την αντικατάσταση της λέξης «δέκα» (πρώτη γραμμή) με τη λέξη «δεκατεσσάρων». 6. Η επιφύλαξη του εδαφίου (2) του άρθρου 12 νόμου τροποποιείται με την αντικατάσταση της λέξης «δέκα» (τέταρτη γραμμή) με τη λέξη «δεκατεσσάρων». 7. Ο Πίνακας του παραρτήματος νόμου τροποποιείται με την προσθήκη μετά τη λέξη «σχέδιον» (δεύτερη γραμμή) της φράσης «και αναφορά στο όνομα και διεύθυνση των προσώπων που είναι εγγεγραμμένα και/ή καταχωρημένα στα κτηματικά μητρώα και/ή μητρώα φόρων του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας».