Κυριακή 9 Ἰουλίου 2017 ΚΥΡΙΑΚΗ E ΜΑΤΘΑΙΟΥ, Παγκρατίου ἱερομ., Μιχαήλ (Πακνανᾶ) Ἀθηναίου νεομ. Ἀπολυτίκιον Παναγίας Προυσιωτίσσης Ἦχος α Τῆς Ἑλλάδος ἁπάσης Σύ προΐστασαι πρόμαχος καί τερατουργός ἐξαισίων τῇ ἐκ Προύσσης εἰκόνι Σου, Πανάχραντε Παρθένε Μαριάμ καί γάρ φωτίζεις ἐν τάχει τούς τυφλούς δεινούς τε ἀπελαύνεις δαίμονας καί παραλύτους δέ συσφίγγεις, Ἀγαθή, κρημνῶν τε σῴζεις καί πάσης βλάβης τούς Σοί προσφεύγοντας. Δόξα τῷ Σῷ ἀσπόρῳ τοκετῷ, δόξα τῷ Σέ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διά Σοῦ τοιαῦτα θαύματα. Η ΑΓΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗ 1. Τήν 7η Ἰουλίου, ἀδελφοί χριστιανοί, ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία γιορτάζει τήν μεγαλομάρτυρα ἁγία Κυριακή. Ἡ ἁγία αὐτή γεννήθηκε ἀπό εὐσεβεῖς γονεῖς, τόν Δωρόθεο καί τήν Εὐσεβία. Ἦταν ἄτεκνοι οἱ γονεῖς αὐτοί, ἀλλά παρακαλοῦσαν τόν Θεό νά τούς δώσει τέκνο, γιατί, ὅπως λέει ἡ Ἁγία Γραφή, ὁ Θεός δίδει κύηση (Ρούθ 4,13). Καί ὁ Θεός ἄκουσε τήν προσευχή τους καί τούς χάρισε μία θυγατέρα, ἡ ὁποία γεννήθηκε ἡμέρα Κυριακή, γι αὐτό καί τήν ὀνόμασαν Κυριακή. Οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς της τήν ἀνέθρεψαν μέ χριστιανική παιδεία καί ἤθελαν νά τήν ἀφιερώσουν στόν Θεό. Ἔτσι ἡ Ἁγία, μέ τήν παιδεία πού ἔλαβε ἀπό τούς γονεῖς
της, διέφερε ἀπό μικρή ἀπό τά ἄλλα παιδιά τῆς ἡλικίας της. Δέν ἔπαιζε ἄτακτα, ὅπως τά ἄλλα κορίτσια, οὔτε ἀσχολεῖτο μέ ἄπρεπα παιχνίδια καί ἀργολογίες, ἀλλά ἀπό μικρή προσευχόταν στόν Χριστό καί ἄκουγε πολύ πρόθυμα τίς καλές νουθεσίες τῶν γονέων της. Καί ὅσο μεγάλωνε ἡ Ἁγία, τόσο περισσότερο προόδευε στήν ἀρετή. Σάν κύριο ἔργο της εἶχε πῶς νά ἀρέσει στόν Θεό, γι αὐτό προσευχόταν συνεχῶς καί μελετοῦσε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Εἶχε δέ μεγάλη ἐπιθυμία νά παρθενεύσει στήν ζωή της κατά μίμηση τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Ἦταν ὄμορφη στό σῶμα, ὅπως ἦταν ὡραία καί στήν ψυχή. Πολλοί μνηστῆρες τήν ἐζήτησαν σέ γάμο, ἀλλά ἀπέρριψε ὅλες τίς προτάσεις, λέγοντας ὅτι εἶναι ἀρραβωνιασμένη μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό καί ὅτι δέν ἐπιθυμοῦσε τίποτε περισσότερο ἀπό τό νά πεθάνει ἐν παρθενίᾳ. 2. Ἕνας πλούσιος εἰδωλολάτρης, πού βρέθηκε στήν πόλη πού ἦταν ἡ ἁγία Κυριακή, ἄκουγε ἐπαίνους γιά τήν ὀμορφιά καί τό ἦθος τῆς νεαρῆς παρθένου, τῆς Κυριακῆς, καί γι αὐτό τήν πλησίασε καί τῆς πρότεινε νά τῆς δώσει γιά σύζυγό της τόν γιό του. Ἡ Ἁγία ὅμως τοῦ ἀπάντησε ὅτι θέλει νά εἶναι νύμφη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί νά ζήσει παρθενικά. Ὁ εἰδωλολάτρης πλούσιος, ὅταν ἄκουσε τά λόγια αὐτά, ἔγινε ἔξαλλος καί κατήγγειλε αὐτήν καί τούς γονεῖς της στόν εἰδωλολάτρη αὐτοκράτορα Διοκλητιανό. Ἦταν δέ ὁ Διοκλητιανός σκληρός καί ὠμός αὐτοκράτορας, πού μέ τήν βία καί μέ σκληρά βασανιστήρια ἐπέβαλλε τήν εἰδωλολατρία. Ἐκάλεσε λοιπόν ὁ ἡγεμόνας αὐτός τούς γονεῖς τῆς Ἁγίας καί τούς ἀνέκρινε σχετικά μέ τήν πίστη τους. Ὁ Δωρόθεος, ὁ πατέρας τῆς Ἁγίας, ἀπάντησε μέ θάρρος ὅτι εἶχε μάθει ἀπό τούς γονεῖς του νά μήν λατρεύει ἄλλο Θεό, παρά μόνον Ἕνα, τόν ἀληθινό Θεό, τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, τόν σωτήρα καί λυτρωτή τοῦ κόσμου. Τό ἴδιο εἶπε καί ἡ σύζυγός του ἡ Εὐσεβία. Γιά τήν θαρραλέα τους αὐτή ὁμολογία καί διότι ἐχλεύαζαν τά εἴδωλα καί τήν εἰδωλολατρία ὑποβλήθηκαν καί οἱ δυό σέ σκληρά βασανιστήρια καί τελικά ἀποκεφαλίστηκαν. Ἔγιναν μάρτυρες λοιπόν γιά τήν πίστη οἱ γονεῖς τῆς ἁγίας Κυριακῆς. 3. Ὁ Διοκλητιανός ἔπειτα, γιά νά μή ἐξευτελιστεῖ περισσότερο, ὅτι δέν πετυχαίνει αὐτό πού θέλει, ἔστειλε τήν ἁγία Κυριακή στόν γαμπρό του Καίσαρα Μαξιμιανό, πού ἔμενε στήν Νικομήδεια. Αὐτός θαύμασε τήν Ἁγία ἀπό τήν ἐμφάνισή της καί τῆς ὑποσχέθηκε νά τήν παντρέψει μέ κάποιον συγγενῆ τοῦ αὐτοκράτορα, ἄν δεχόταν νά προσκυνήσει τά εἴδωλα. Ἡ νεαρά παρθένος ὅμως Κυριακή τοῦ ἀπήντησε μέ θάρρος ὅτι τίποτε δέν πρόκειται νά τήν χωρίσει ἀπό τόν Νυμφίο της Ἰησοῦ Χριστό. Τότε ὁ ἄρχοντας τήν ἔριξε κατά γῆς καί πρόσταξε νά τήν μαστιγώσουν πολλές ὧρες. Σέ ὅλο της αὐτό τό μαρτύριο ἡ Ἁγία παρέμεινε σταθερή στήν πίστη της καί χλεύαζε καί αὐτή, ὅπως οἱ γονεῖς της, τήν εἰδωλολατρία. 2
Μήν ἀπορήσετε, χριστιανοί μου, γιά τήν ἀντοχή αὐτή μιᾶς νεαρῆς κοπέλλας. Ἡ κοπέλλα αὐτή ἦταν θεοφόρα, γιατί ἔζησε ἁγνή καί καθαρή ζωή, ζωή μέ ἄσκηση καί μέ προσευχή. Καί ὅταν τέτοια εἶναι ἡ ζωή τοῦ χριστιανοῦ, ἔρχεται πλούσια ἡ θεία Χάρη στήν ψυχή του καί τόν δυναμώνει νά ὑπερβαίνει τά ἀνθρώπινα καί τά φυσικά, γιατί κατοικεῖ μέσα του ὁ ὑπέρ φύσιν Θεός. Τό βλέπουμε αὐτό σέ ὅλους τούς μάρτυρες καί τούς ἀσκητές τῆς Ἐκκλησίας μας. 4. Δέν λύγισε λοιπόν ἡ Ἁγία μας ἀπό τό μαρτύριο τοῦ ραβδισμοῦ, γι αὐτό καί ὁ Μαξιμιανός, ντροπιασμένος, τήν ἀπέστειλε σέ ἄλλο σκληρό εἰδωλολάτρη, τόν Ἱλαριανό, τόν διοικητή τῆς Βιθυνίας. Ὁ Ἱλαριανός, ἀφοῦ ἀνέκρινε τήν Ἁγία καί τήν εἶδε νά εἶναι σταθερή στήν πίστη της καί νά ὑβρίζει τά εἴδωλα, τήν πῆγε στόν ναό τῶν εἰδώλων. Μόλις μπῆκε ἡ Ἁγία στόν ναό αὐτό, τόν γεμάτο μέ εἴδωλα, προσευχήθηκε καί ἀμέσως ἔγινε σεισμός καί τά εἴδωλα γκρεμίστηκαν καί κομματιάστηκαν, μιά ἀστραπή δέ πού ἦλθε ἀπότομα κατέκαυσε στό πρόσωπο τόν ἀσεβῆ ἡγεμόνα Ἱλαριανό. Ὁ ἄλλος τώρα ἄρχοντας, ὁ διάδοχος τοῦ Ἱλαριανοῦ, κατεδίκασε τήν Ἁγία νά κατακαεῖ. Ἄναψαν λοιπόν φωτιά οἱ εἰδωλολάτρες, μεγάλη φωτιά, καί ἔσπρωξαν τήν Ἁγία μέσα σ αὐτήν. Ἡ Ἁγία ἔκανε τήν προσευχή της ὤ, ἡ προσευχή τῶν ἁγίων! καί ἐνῶ ἡ ἐποχή ἦταν θερινή, φάνηκε ἕνα σύννεφο ἀπό τόν οὐρανό πιστέψατέ το, χριστιανοί! καί ἔγινε βροχή, μεγάλη βροχή καί ἔσβησε ἡ φωτιά. Πολλοί εἰδωλολάτρες πού εἶδαν τό παράδοξο αὐτό θαῦμα πίστεψαν στόν Χριστό καί Τόν ὁμολόγησαν ὡς ἀληθινό Θεό. Κατε-ξευτελίστηκε καί καταντροπιάστηκε ὁ ἄρχοντας, γιατί ἀπεδείχθη ὡς ψεύτικη ἡ εἰδωλολατρία καί ὡς ἀληθινή ἡ πίστη τῆς ἁγίας Κυριακῆς, ἡ πίστη στόν Ἰησοῦ Χριστό. Γι αὐτό καί γρήγορα-γρήγορα ἔβγαλε τήν ἀπόφαση νά ἀποκεφαλίσουν τήν Ἁγία. Πῆραν οἱ δήμιοι τήν ἁγία Κυριακή καί βγῆκαν ἔξω ἀπό τήν πόλη γιά νά τήν ἀποκεφαλίσουν, ἀκολούθησαν δέ καί μερικοί χριστιανοί. Ἡ ἁγία ζήτησε τότε μικρή διορία γιά νά προσευχηθεῖ. Προσευχήθηκε καί μετά πλάγιασε στήν γῆ καί παρέδωσε τήν ψυχή της στά χέρια τοῦ Θεοῦ. Πλησίασαν οἱ στρατιῶτες γιά νά τήν ἀποκεφαλίσουν, ἀλλά τήν εἶδαν νεκρή καί ἐξεπλάγησαν. Τότε ἦλθε φωνή θεϊκή ἀπό τόν οὐρανό πού ἔλεγε: «Πηγαίνετε, ἀδελφοί, καί διηγηθεῖτε σέ ὅλους τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ». Οἱ στρατιῶτες πίστεψαν καί αὐτοί στόν ἀληθινό Θεό, τόν Ἰησοῦ Χριστό. 5. Ἡ ἁγία Κυριακή, ἀγαπητοί μου, μιά νεαρή κοπέλλα αὐτή, χλεύαζε τήν εἰδωλολατρία καί τά ψεύτικα κατασκευάσματά της, τά εἴδωλα, καί ὁμολογοῦσε τόν Ἰησοῦ Χριστό ὡς μόνο ἀληθινό Θεό. Καί βέβαια, ἔτσι εἶναι: Ψέμα εἶναι ἡ εἰδωλολατρία, ψέμα εἶναι οἱ δώδεκα θεοί τοῦ Ὀλύμπου, ψέμα ὁ Δίας καί ἡ Ἀφροδίτη. Ἕνας μόνο εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός: Ἡ Ἁγία Τριάς, ὁ Πατέρας, ὁ Υἱός καί 3
τό Ἅγιο Πνεῦμα. Καί μία εἶναι ἡ ἀλήθεια, αὐτή πού κηρύττει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας. Καί ἐμεῖς, πού τιμᾶμε τήν ἁγία Κυριακή καί ὅλους τούς ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας, μαζί μέ αὐτούς χλευάζουμε τήν εἰδωλολατρία καί λυπούμαστε γιά τούς νεοειδωλολάτρες δωδεκαθεϊστές, οἱ ὁποῖοι, ἐνῶ ἔλαμψε τό φῶς καί ἡ ἀλήθεια τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, αὐτοί, σάν τυφλοπόντικες, χώνονται στά σκοτάδια τῆς νύχτας, δηλαδή τῆς πλάνης. Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ. Ταχύ προκατάλαβε Ὡς βρύσις πολύκρουνος, παρθενομάρτυς Χριστοῦ, κατήρδευσας πάνσοφε, τήν Ἐκκλησίαν αὐτοῦ, καί ἤθλησας ἄριστα ἔσωσας τούς ἐν σκότει τῆς εἰδωλομανίας, αἴγλῃ τῶν σῶν θαυμάτων, Κυριακή ἀθληφόρε διό ἐν παῤῥησίᾳ Χριστῷ, πρέσβευε σωθῆναι ἡμᾶς. bc ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ (Σειρά μαθημάτων ἀπό τόν Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἱερεμία) Η ΑΜΑΡΤΙΑ 1. Ἡ οὐσία τῆς ἁμαρτίας Σάν δημιούργημα τοῦ Θεοῦ ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά ὑπακούει στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἡ παρακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι μία ἐναντίωση πρός Αὐτόν καί αὐτό εἶναι ἁμαρτία. Πραγματικά αὐτό εἶναι ἡ ἁμαρτία, ἡ ἐναντίωση στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι τό δείχνει καθαρά τό πρῶτο ἁμάρτημα πού ἔπραξε ὁ ἄνθρωπος, τό λεγόμενο «προπατορικό ἁμάρτημα». Ὅπως τό βλέπουμε ἀπό τήν περιγραφή στό βιβλίο τῆς Γένεσης (κεφ. 3) τό ἁμάρτημα αὐτό ἦταν μιά συνειδητή ἐναντίωση πρός τήν ἐξουσία τοῦ Θεοῦ. Αὐτή τήν ἐναντιότητα πρός τόν Θεό, πεισματική μάλιστα, τήν ἐκφράζουν οἱ λόγοι τῶν Ἰσραηλιτῶν πρός τούς προφῆτες, πού τούς συμβούλευαν νά βαδίσουν τήν ὁδό τοῦ Κυρίου («στῆτε ἐν ταῖς ὁδαῖς καί ἴδετε καί ἐρωτήσατε τρίβους Κυρίου αἰωνίους καί ἴδετε ποία ἐστίν ἡ ὁδός ἡ ἀγαθή καί βα- 4
δίζετε ἐν αὐτῇ», Ἱερ. 6,16), αὐτοί ἀπαντοῦσαν: «Ὄχι, δέν θά τήν βαδίσουμε» («οὐ πορευσόμεθα», Ἱερ. 6,16). «Σᾶς ἔστειλα κήρυκες, λέγει ὁ Κύριος στούς Ἰσραηλῖτες, ἀκούσατέ τους» («καθέστακα ἐφ ἡμᾶς σκοπούς, ἀκούσατε τῆς φωνῆς τῆς σάλπιγγος», Ἱερ. 6,17), ἀλλά αὐτοί πάλι μέ πεῖσμα ἀπαντοῦσαν: «Ὄχι, δέν θά τούς ἀκούσουμε» («οὐκ ἀκουσόμεθα», Ἱερ. 6,17). Βλ. καί Ἡσ. 30,9.10. Σκληρή ἀνυπακοή καί ἐναντιότητα πρός τόν Θεό. Ἡ ρίζα τῆς ἁμαρτίας, κατά τήν Παλαιά Διαθήκη, εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια. Τό βλέπουμε αὐτό, καθαρά πάλι, στό προπατορικό ἁμάρτημα. Οἱ πρωτόπλαστοι ἔφαγαν τόν ἀπηγορευμένο καρπό γιά νά γίνουν θεοί (Γεν. 3,5.6). Ὁμοίως στήν Βαβέλ οἱ ἄνθρωποι ἤθελαν νά κτίσουν ἕνα πύργο πανύψηλο, μέχρι τόν οὐρανό, λέγοντες «ποιήσωμεν ἑαυτοῖς ὄνομα» (Γεν. 11,4), νά γίνουμε, δηλαδή, φημισμένοι! Ὁ προφήτης Ἡσαΐας πάλι χαρακτηρίζει τήν ἁμαρτία ὡς ὑπερηφάνεια, καί προτρέπει τούς ὑπερόπτες καί ὑβριστές, τούς νομίζοντες ἑαυτούς ὡς πανύψηλα δένδρα, σάν τίς κέδρους τοῦ Λιβάνου, τούς προτρέπει νά ταπεινωθοῦν, γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι μηδαμινός καί μόνο ὁ Κύριος εἶναι μέγας καί ὑψηλός. Καί θά τό ἀποδείξει αὐτό ἡ ἡμέρα ἐκείνη τῆς καταστροφῆς τους. Εἶναι μεγαλοπρεπής καί καλλιεπής ἡ σχετική περικοπή, ὅπως μάλιστα μᾶς τήν ἀποδίδει ἡ Μετάφραση τῶν Ο. Τήν παραθέτουμε: «Οἱ ὀφθαλμοί Κυρίου ὑψηλοί, ὁ δέ ἄθρωπος ταπεινός (δηλαδή, μηδαμινός) καί ταπεινωθήσεται τό ὕψος τῶν ἀνθρώπων, καί ὑψωθήσεται Κύριος μόνος ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ. Ἡμέρα γάρ Κυρίου σαβαώθ ἐπί πάντα ὑβριστήν καί ὑπερήφανον καί ἐπί πάντα ὑψηλόν καί μετέωρον, καί ταπεινωθήσονται, καί ἐπί πᾶσαν κέδρον τοῦ Λιβάνου τῶν ὑψηλῶν καί μετεώρων καί ἐπί πᾶν δένδρον βαλάνου Βασάν καί ἐπί πᾶν ὑψηλόν ὄρος καί ἐπί πάντα βουνόν ὑψηλόν καί ἐπί πάντα πύργον ὑψηλόν καί ἐπί πᾶν τεῖχος ὑψηλόν καί ἐπί πᾶν πλοῖον θαλάσσης καί ἐπί πᾶσαν θέαν πλοίων κάλλους. Καί ταπεινωθήσεται πᾶς ἄνθρωπος, καί πεσεῖται ὕψος ἀνθρώπων καί ὑψωθήσεται Κύριος μόνος ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ» (Ἡσ. 2,11-17). Ὁμοίως καί ὁ προφήτης Σοφονίας ὅταν ὁμιλεῖ γιά τήν κάθαρση τῆς Ἱερουσαλήμ ἀπό τούς ἁμαρτωλούς καί τήν ἀνάδειξη μιᾶς νέας ἰουδαϊκῆς κοινότητας ὁμιλεῖ ἀκριβῶς γιά τήν ἐκδίωξη τῶν ὑπερηφάνων καί τῶν ἀλαζόνων ἀπό αὐτήν: «Θά ἀπομακρύνω ἐκ τοῦ μέσου σου λέγει ὁ Θεός τούς ὑπερηφάνους ἀλαζόνας σου 5
καί δέν θά ἐξακολουθεῖς πλέον νά ὑπερηφανεύεσαι ἐπί τοῦ ἁγίου μου ὄρους» (Σοφ. 3,11). Ἐπίσης, κατά τήν Παλαιά Διαθήκη, ἡ προσβολή κατά τοῦ συνανθρώπου εἶναι ἁμαρτία κατά τοῦ Θεοῦ. Γι αὐτό καί ὁ Δαβίδ γιά τήν ἁμαρτία του πρός τήν Βηρσαβεέ καί τόν φόνο τοῦ Οὐρίου τοῦ Χετταίου εἶπε, «ἡμάρτηκα τῷ Κυρίῳ» (Β Βασ. 12,13). Καί γιά τήν διπλῆ του αὐτή ἁμαρτία λέγει πρός τόν Θεό, «Σοί μόνῳ ἥμαρτον» (Ψαλμ. 50,6). Οἱ ἐκφράσεις αὐτές τοῦ Δαβίδ δείχνουν ὅτι ἡ ἁμαρτία πρός τόν πλησίον συνιστᾶ ἁμαρτία πρός τόν Θεό καί αὐτό ἑρμηνεύεται ἐκ τοῦ ὅτι ἡ Παλαιά Διαθήκη λέγει τόν ἄνθρωπο ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ (βλ. Γεν. 1,27). Ἑπομένως μία προσβολή καί περιφρόνηση πρός τόν ἄνθρωπο τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἀναφέρεται στό πρωτότυπο τῆς εἰκόνας, σ Αὐτόν τόν Θεό. Γι αὐτό καί οἱ Παροιμίαι λέγουν ὅτι «ὅποιος ἐκμεταλλεύεται τόν πτωχό προσβάλλει τόν πλάστη του» (14,31). Ἡ ἁμαρτία, λοιπόν, εἶναι μία πράξη ἀνυπακοῆς στόν θεῖο Νόμο, εἶναι μία περιφρόνηση τοῦ Γιαχβέ (Μαλαχ. 1,6), εἶναι ἀκόμη μία ἀπιστία καί ἀθέτηση τῆς διαθήκης του (Ἡσ. 48,8. Ἱερ. 3,20. Ἡσ. 24,5. Ἱερ. 11,10. Ἰεζ. 16,59. Ὠσ. 6,7. Μαλαχ. 2,10) καί ἀποβαίνει μία ἀποστασία ἀπό τόν Γιαχβέ (Ἡσ. 1,4.9. 46.8. Ἱερ. 2,5.13. Ὠσ. 4,12). Ἐπειδή δέ ἡ σχέση τοῦ Γιαχβέ μέ τόν Ἰσραήλ παριστάνεται μέ τόν γάμο (βλ. τά βιβλία τῶν προφητῶν Ὠσηέ καί Ἱερεμίου), γι αὐτό καί ἡ ἁμαρτία, ἡ ἀποστασία ἀπό τόν Θεό, παριστάνεται ὡς μοιχεία καί πορνεία (Ἱερ. 3,8. 13,27. Ἰεζ. 16,32. 23,43. Λευϊτ. 17,7. 20,5.6. Δευτ. 31,16. Ἰεζ. 6,9. 23,30). Καί ἐπειδή πάλι ἡ ἁμαρτία εἶναι ἀνοησία μέ τό νά ἐναντιώνεται στόν παντοδύναμο καί πάνσοφο Θεό (Κριτ. 20,6.10. Ἱερ. 29,23), ὁ ἁμαρτάνων εἶναι μωρός καί ἀνόητος (Δευτ. 32,6. Ἡσ. 32,5.6. Ψαλμ. 13,1. 38,9. 52,2). Καί ἀκόμη, ἐπειδή ἡ ἁμαρτία ἐναντιώνεται πρός τήν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, εἶναι γι αὐτό ψέμα καί ἀπάτη ( Ησ. 57,4. Ὠσ, 12,1. Ψαλμ. 5,7). Καί ἄν σκεφθοῦμε ὅτι τήν ἁμαρτία δέν τήν θέλει ὁ Θεός πού μᾶς ἀγαπᾶ τόσο πολύ καί μᾶς δίνει τόσα καλά, ἡ ἁμαρτία χαρακτηρίζεται πάλι στήν Παλαιά Διαθήκη ὡς οἰκτρά ἀχαριστία πρός τόν μέγα μας εὐεργέτη, τόν Θεό (Ἡσ. 1,2.3. Ἀμ. 2,9-12. Ὠσ. 11,1-4). (Συνεχίζεται) 6