Αλέξις ντε Τοκβίλ: Το Παλαιό Καθεστώς και η Επανάσταση (L Ancien Regime et la Revolution), 1856 ηµήτρης Π. Σωτηρόπουλος, Αναπλ. Καθηγητής Είναι ένα βιβλίο για τη γαλλική επανάσταση. Η βασική πηγή του ήταν τα Τετράδια των Παραπόνων των τριών τάξεων το 1789. -- Ποιος είναι ο στόχος του: Η πρώτη του διαπίστωση ήταν πόσα κοινά είχαν τα δύο καθεστώτα. Θέλει να εξετάσει τι ήταν αυτό που ώθησε τους επαναστάτες να εγκαταλείψουν το αρχικό όραµα της ελευθερίας και να εγκαθιδρύσουν και πάλι ένα υπερσυγκεντρωτικό καθεστώς. ίνει µεγάλη έµφαση στην ελευθερία. Ως προς αυτή καταλήγει σε τρία συµπεράσµατα: 1) είναι φυσική ροπή των κοινωνιών να θέλουν να ξεριζώσουν την αριστοκρατία 2) αλλά όταν δεν υπάρχει αριστοκρατία, καταλήγουν στην αυταρχική κυβέρνηση 3) και τελικά στο δεσποτισµό Τελικά, όταν τίποτα δεν συνδέει ισχυρά τους πολίτες (οικογενειακά, ταξικά, συντεχνιακά) καταφεύγουν στον ατοµικισµό και αφήνουν την καλλιέργεια των δηµόσιων αρετών. Τότε το χρήµα καταντά το βασικό στοιχείο κοινωνικής διάκρισης και αυτό γίνεται σύµµαχος του δεσποτισµού. Μόνο η ελευθερία µπορεί να καταπολεµήσει κάτι τέτοιο. Χωρίς ελευθερία, µια δηµοκρατική κοινωνία µπορεί να είναι µεγαλοπρεπής και πλούσια δεν θα παράξει όµως ποτέ µεγάλους άνδρες και µεγάλο λαό. Ιδίως αν ο δεσποτισµός συνδυάζεται µε τον εξισωτισµό. Α Βιβλίο Κεφ.1: οι ηγεµόνες νοµίζουν αρχικά ότι η επανάσταση είναι παροδική ασθένεια. 1
Αυτή όµως τραβά το δρόµο της: καταστρέφει πρώτα τους πολιτικούς θεσµούς, µετά τους νόµους, τα ήθη, τα έθιµα, τη γλώσσα και τέλος το Θεό. Κεφ. 2: Πανίσχυρη κεντρική εξουσία (όµοια µε τη Ρωµαϊκή Αυτοκρατορία). Η ισοπέδωση των τάξεων συµβαδίζει µε την ενίσχυση της κεντρικής εξουσίας. Κεφ. 3: Η επανάσταση χρησιµοποίησε τις µεθόδους των θρησκευτικών επαναστάσεων κήρυγµα και προπαγάνδα. Αντιµετώπισε τον πολίτη ως αφηρηµένη οντότητα, και µίλησε όχι µόνο για τα δικαιώµατα του Γάλλου πολίτη αλλά γενικώς του ανθρώπου ως πολιτική οντότητα. Κεφ. 4: το ερώτηµα είναι γιατί αυτό συνέβη στη Γαλλία αφού οι ίδιοι (µεσαιωνικοί) θεσµοί παρήκµαζαν παντού στην Ευρώπη. εν µπορούµε να καταλάβουµε τη γαλλική επανάσταση αν µελετήσουµε µόνο τη Γαλλία (θέτει τις αρχές τις συγκριτικής πολιτικής επιστήµης). Η Αγγλία και η Γαλλία κυβερνάται σχεδόν µε τον ίδιο τρόπο στις πόλεις και την ύπαιθρο. Κεφ. 5: η επανάσταση είχε κοινωνικό και πολιτικό χαρακτήρα (και όχι αντιθρησκευτικό επειδή οι διαφωτιστές φιλόσοφοι ήτα άθεοι). Επιδίωξε να ενισχύσει την αυθεντία και τη δικαιοδοσία της κεντρικής εξουσίας. Κατέλυσε τους µεσαιωνικούς πολιτικούς θεσµούς και εγκατέστησε µια πολιτική τάξη πιο απλή, οµοιόµορφη στη βάση της αρχής της ισότητας των πολιτών. Έτσι φαίνεται πιο ριζοσπαστική από ό,τι ήταν στην πραγµατικότητα ενώ οι καινοτοµίες που εισήγαγε ήταν λίγες. Τελικά η επανάσταση επέσπευσε αυτό που θα γινόταν ούτως ή άλλως από µόνο του. Β Βιβλίο Κεφ. 1: η επανάσταση ξέσπασε στη χώρα που οι µεσαιωνικοί θεσµοί ήταν πιο ήπιοι και λιγότερο αυθαίρετοι από ό,τι σε άλλες χώρες. Ο Γάλλος χωρικός µετακινούνταν ελεύθερα, δεν ήταν πια δουλοπάροικος αλλά µικροϊδιοκτήτης γης. Στη Γερµανία υπήρχε ακόµη χωροδεσποτεία ενώ στην Αγγλία οι παλαιοί ιδιοκτήτες χωρικοί µειώνονταν. Το 18 ο αι. όλες οι υποθέσεις της ενορίας ρυθµίζονταν από τους δηµόσιους λειτουργούς όχι από το χωροδεσπότη. Οι Γάλλοι ευγενείς είχαν χάσει την πολιτική τους δύναµη, είχαν µόνο οικονοµική. Τους απέµεναν κάποια φεουδαλικά δικαιώµατα (αγγαρείες, διόδια, κυνήγι, νοίκι και δοσίµατα στο χωροδεσπότη κ.ά.) αλλά αυτά ίσχυαν και µάλιστα σε πιο ευρεία µορφή σε όλη την Ευρώπη. Γιατί λοιπόν στη Γαλλία; ιότι ακριβώς ο Γάλλος χωρικός είχε γίνει ιδιοκτήτης γης και είχε 2
ξεφύγει από τη διοικητική εξουσία του χωροδεσπότη. Όσο πιο αποδυναµωµένο ήταν το φεουδαρχικό σύστηµα τόσο πιο µεγάλα αισθήµατα µίσους προκαλούσε. Κεφ. 2: στην καρδιά του βασιλείου ήταν το Βασιλικό Συµβούλιο (Conseil du Roi τα µέλη του δε είναι ευγενείς αλλά άτοµα από τις µεσαίες και κατώτερες τάξεις που έχουν διοικητική εµπειρία) που είχε δικαστικές και νοµοθετικές εξουσίες. Ωστόσο, ο Βασιλιάς ήταν εκείνος που αποφάσιζε τελικά. Τη µεγαλύτερη εξουσία για τις εσωτερικές υποθέσεις την έχει ο γενικός επόπτης των οικονοµικών (controleur general). Στις επαρχίες η ουσιαστική διοίκηση ασκείται από τον έπαρχο (intendant), ανακλητός, διορίζεται από την κυβέρνηση και είναι ταπεινής καταγωγής. Αυτός µε τη σειρά του διορίζει σε κάθε καντόνι έναν υποπληρεξούσιό του (subdelegue). Φορολογία: το Συµβούλιο όριζε µυστικά το ύψος της έγγειας φορολογίας (taille). Για την είσπραξή της ήταν αρµόδιοι διάφοροι τοπικοί αξιωµατούχοι. Από τις πιο δυσβάσταχτες υποχρεώσεις ήταν η στράτευση στην πολιτοφυλακή καθήκον του έπαρχου. Ο έπαρχος ασκούσε κοινωνική πολιτική µέσω ενός ποσού που κρατούσε από την taille το Συµβούλιο. Η κεντρική εξουσία δεν ήταν πια εξουσιαστής αλλά κηδεµόνας. Κεφ. 3: Πως διοικούνταν οι πόλεις το 18 ο αι.; εν υπήρχε οµοιοµορφία. Γενικώς υπήρχαν δύο συνελεύσεις: το δηµοτικό συµβούλιο (corps de ville µε επικεφαλής το δήµαρχο που όµως δεν διοικεί την πόλη) και η γενική συνέλευση (Assemblee generale) που απαρτίζεται από προκρίτους (notables που από τα µέσα του 18 ου αι. ανήκουν κυρίως στην αστική τάξη) που εκλέγει το δηµοτικό συµβούλιο. Άρα το 18 ο αι. η τοπική εξουσία ασκείται από µια (ευάριθµη) ολιγαρχία και υπάγεται όλο και πιο απόλυτα στην κεντρική κυβέρνηση. Στα χωριά, η τοπική εξουσία ασκούνταν από δύο πρόσωπα: τον φοροσυλλέκτη (collecteur για την taille) και τον σύνδικο (syndic) που εκπροσωπεί τον έπαρχο (ο χωροδεσπότης δεν έχει λόγο). Στα χωριά απέµεναν µόνο άξεστοι και αγράµµατοι χωρικοί ανίκανοι να διαχειριστούν τις τοπικές υποθέσεις. Επιβίωνε πάντως η κοινοτική ελευθερία. Κεφ. 4: Στη Γαλλία τα τακτικά δικαστήρια εξαρτώνται ελάχιστα από την κεντρική κυβέρνηση. Ταυτόχρονα όµως είναι συχνή η προσφυγή στα τακτικά δικαστήρια. Το 3
Συµβούλιο (δηλ. ο Βασιλιάς) δηλαδή πολλές φορές προχωρούσε στην ανάκληση µιας υπόθεσης και έπαιρνε τη δικαιοδοσία από τους τακτικούς δικαστές. Κεφ. 5: ο έπαρχος είναι το χέρι της κεντρικής εξουσίας στις κατά τόπους περιοχές. Η κεντρική εξουσία επεκτείνει διαρκώς τη δικαιοδοσία της όσο αυξάνονται οι ανάγκες των κυβερνωµένων. Η συγκεντροποίηση είναι φυσική συνέπεια της κατάλυσης της αριστοκρατίας. Κεφ. 6: η δηµόσια διοίκηση δεν επιθυµεί να εµπλέκονται οι πολίτες στα κοινά και είναι καχύποπτη µε τον Τύπο. Κεφ. 7: το Παρίσι είχε εξελιχτεί σε ηγεµόνα της Γαλλίας και ήταν σύµφοιτη µε τη διοικητική συγκεντροποίηση του κράτους. Κεφ. 8: οι αστοί άρχισαν να µοιάζουν όλο και περισσότερο µε τους αριστοκράτες τέτοια εξοµοίωση δεν συναντάµε πουθενά αλλού. Κεφ. 9: αν και όµοιοι οι κάτοικοι αυτής της χώρας ήταν διαιρεµένοι σε µικρές και αποξενωµένες οµάδες. Αστοί και ευγενείς είναι ανταγωνιστικοί και εχθρικοί µεταξύ τους. Μεγάλη είναι και η φορολογική ανισότητα µε την αριστοκρατία να χαίρει πολλών απαλλαγών. Η ζήλια µεγάλωνε µέσω του συστήµατος των επίκτητων τίτλων ευγενείας. Οι πλούσιοι µη ευγενείς ιδιοκτήτες γης εγκατέλειψαν την επαρχία (ήθελαν να αποφύγουν την υποχρέωση της συλλογής της taille που ήταν καθήκον βαρύ και µε κόστος) για τις πόλεις νοικιάζοντας τα χωράφια τους. Στην πόλη άρχισαν να κυνηγούν µε πάθος δηµόσια αξιώµατα. Πολλές δηµόσιες θέσεις παρείχαν διάφορες φορολογικές απαλλαγές στους αστούς. Την αστική τάξη, που ήταν επίσης ετερόκλιτη και κατακερµατισµένη, διακατείχε ο συλλογικός ατοµικισµός. Το κυριότερο που φοβόταν ήταν µην εξισωθεί µε τα λαϊκά στρώµατα. Όµως ήταν όλοι έτοιµοι να συγχωνευτούν σε ένα ενιαίο σύνολο µε την προϋπόθεση να µην ξεχωρίζει κανείς. Κεφ. 10: Η κατάλυση της πολιτικής ελευθερίας και η (φορολογική) κυρίως ανισότητα (όλοι οι φόροι ενσωµατώθηκαν στην taille) οδηγούν σε τριγµούς ένα καθεστώς. Από τη στιγµή που η εξουσία δεν φοβάται τη λαϊκή επανάσταση, δεν υπάρχει διαφάνεια και δηµόσιος έλεγχος. Η γενικευµένη πώληση δηµόσιων αξιωµάτων οδήγησε σε µια 4
τεράστια και αναποτελεσµατική δηµόσια διοίκηση. Η µοναρχία ήταν αυτή που εξέθρεψε τις ταξικές ανισότητες (µέσω όλων των παραπάνω) και µετά ο µονάρχης παρουσιαζόταν ως ο µόνος που µπορούσε να διαχειριστεί τις κοινές υποθέσεις. Κεφ. 11: υπήρχε όµως µια ιδιότυπη ελευθερία των κυβερνωµένων ακριβώς λόγω του ξεπουλήµατος των δηµόσιων αξιωµάτων από το κράτος. Έτσι, το κράτος έπληττε τις φιλοδοξίες του εξαιτίας της απληστίας του. Τελικά, η εξουσία δεν ήξερε τα όριά της αφού καµία από τις δικαιοδοσίες της δεν ήταν ξεκάθαρες. Κακώς που η επανάσταση ξερίζωσε την αριστοκρατία διότι ήταν πόλος αντίστασης απέναντι στις αυθαιρεσίες της κοινωνίας. Επίσης, ο κλήρος πρέπει να διατηρεί το δικαίωµα στην κατοχή γης αλλιώς δεν έχει τίποτα που να τον συνδέει µε το κράτος και του αποµένει ην Εκκλησία. Ο καθολικός κλήρος της Γαλλίας ήταν ο πιο αξιόλογος της Ευρώπης και ήταν υπέρµαχος της πολιτικής ελευθερίας. Πιο ανεξάρτητη ήταν και η αστική τάξη του Παλαιού Καθεστώτος διότι ακόµη δεν είχε καταντήσει σε ένα είδος ψευδοαριστοκρατίας ενώ δεν ήταν υποχρεωµένη να αγοράζει τα δηµόσια αξιώµατα και να εξαρτάται από το κράτος. Και η δικαιοσύνη ήταν όπως είπαµε ανεξάρτητη. Ο λαός διακατεχόταν από ελευθεροφροσύνη διότι δεν ενδιαφερόταν µόνο για το χρήµα. Οι υπήκοοι ήταν πειθήνιοι στο Βασιλιά αλλά όχι δουλικοί κι έτσι ένιωθαν τη ψυχή τους ελεύθερη. Έτσι γεννήθηκαν τα υπερήφανα και τολµηρά πνεύµατα της επανάστασης. Κεφ. 12: οι ευγενείς είχαν εγκαταλείψει τις επαρχίες και το µόνο που τους ένοιαζε ήταν να συγκεντρώνουν τις οφειλές των χωρικών. Μόλις ένας αγρότης αποκτήσει χρήµατα, σπεύδει να αποµακρύνει το γιο του από τη γη και να του αγοράσει µια δηµόσια θέση. Το 18 ο αι. στα χωριά έχουν µείνει µόνο οι φτωχοί και οι άξεστοι. Ο καθ έκαστος φοροσυλλέκτης έχει αυθαίρετη εξουσία αλλά ο ίδιος έχει να διαχειριστεί και το ρίσκο της taille ήταν τύραννος και µάρτυρας. Όλα αυτά µαζί µε το γεγονός ότι όλοι πρέπει να κατασκοπεύουν όλους για να συγκεντρωθούν οι φόροι, γεννούν το φθόνο της κοινότητας. Η στρατιωτική θητεία ήταν δυσβάσταχτο καθήκον για το λαό όπως και η καταναγκαστική εργασία στα δηµόσια έργα. Έτσι, ο χωρικός του 18 ου αι. αν ελεύθερος ιδιοκτήτης ζούσε σε ορισµένες όψεις του σαν δουλοπάροικος. Έτσι, ο λαός έδειχνε ανικανότητα να αυτοκυβερνηθεί. εν υπήρχαν λοιπόν ουσιαστικοί δεσµοί ανάµεσα στις τάξεις. 5
Βιβλίο Γ Κεφ.1: οι διανοούµενοι στη Γαλλία ενδιαφέρονταν πάντα για την πολιτική, έστω και φιλολογικά. Όλοι τους συµφωνούσαν ότι η κοινωνία έπρεπε να διέπεται από τον ορθό λόγο και το φυσικό δίκαιο. Το βασικό ερώτηµα είναι πως αυτοί που δεν είχαν ποτέ υψηλή κοινωνική θέση ούτε πλούτη, κατάφεραν να γίνουν οι κατεξοχήν πολιτικοί µπροστάρηδες της επανάστασης; εν είχαν αίσθηση του κινδύνου διότι ήταν µόνο θεωρητικοί. Νόµιζαν ότι µπορούσαν να τα ανατρέψουν όλα. Η θεωρητικολογία των διανοουµένων επηρέασε βαθιά το πνεύµα της επανάστασης. Υπό την επίδρασή τους, τα δηµόσια πάθη έγιναν επιχειρήµατα φιλοσοφικού χαρακτήρα. Η παρακµάζουσα αριστοκρατία είχε χάσει µεταξύ άλλων και την ιδεολογική ηγεµονία *** 6