ΤΈΛΟΣ ΚΑΛΌ, ΌΛΑ ΚΑΛΆ
Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται από τις διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας (Ν. 2121/1993 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) και από τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται απολύτως, χωρίς γραπτή άδεια του εκδότη, η κατά οποιονδήποτε τρόπο ή οποιοδήποτε μέσο (ηλεκτρονικό, μηχανικό ή άλλο) αντιγραφή, φωτοανατύπωση, και εν γένει αναπαραγωγή, εκμίσθωση ή δανεισμός, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό, σε οποιαδήποτε μορφή και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου. Διορθώσεις: Παναγιώτης Αποστολάτος Δημιουργία εξωφύλλου: Βασίλης Ιωάννου Επιμέλεια έκδοσης: Πλάτων Μαλλιάγκας 2015 Ανθή Ψωμιάδου e-mail: anpsomiadou@gmail.com website: www.psomiadouanthi.com & 2015 CaptainBook.gr Σόλωνος 99, 10678 Αθήνα τηλ: 2103846805 - fax: 2103848269 www.captainbookondemand.gr e-mail: info@captainbook.gr ISBN 978-618-5058-34-0
Ανθή Ψωμιάδου Τέλος καλό, όλα καλά Διηγήματα CaptainBook.gr
Στη «Ροζούλα» της γιαγιάς μου, τη Ρόζα για άλλους, στη μαμά μου.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ My Way 11 Τρία κουκούτσια 61 Με το ίδιο νόμισμα(;) 72 Ευανθούλα 94
My Way Ήμουν ένας από τους πιο έμπειρους οδηγούς του γραφείου. Συνεπής στο καθημερινό μου ραντεβού με τους εκάστοτε επιβάτες του πούλμαν και χαρούμενος που είχα επιλέξει ένα επάγγελμα που μου ταίριαζε πολύ. Την αγαπούσα τη δουλειά μου. Μου άρεσε ακόμα και η επαφή των χεριών μου με το δέρμα που είχαμε προσθέσει γύρω από το τιμόνι για να κρύβει την παλαιότητά του. Εκείνο το δερμάτινο μπάλωμα δεν έπαψε να μου αρέσει ούτε όταν πια είχε και αυτό φθαρεί από την πολλή χρήση και ξέφτιζε γεμίζοντας το παντελόνι μου με μαύρα μικροσκοπικά κομματάκια δέρματος. Ίσως μάλιστα τότε, στη φθορά του, να το αγαπούσα ακόμα περισσότερο. Δεν μου αρέσει να παρατάω πράγματα ή ανθρώπους όταν χάνουν την αρχική τους λάμψη. Τότε είναι, νομίζω, που έχουν πιο πολλή ανάγκη να εισπράξουν το ενδιαφέρον κάποιου. [11]
Αγγίζοντας το ίδιο τιμόνι, αλλά τις ψυχές διαφορετικών ανθρώπων κάθε μέρα, πέρασαν είκοσι ολόκληρα χρόνια. Δύο δεκαετίες ακούραστης συλλογής ξεχωριστών συμπεριφορών. Πόσα μπορεί να μάθει κανείς... Πώς αλλιώς να διδαχθείς πράγματα για τη ζωή, αν όχι από την ανταλλαγή ενέργειας με διαφορετικούς από σένα ανθρώπους; Μπορείς βέβαια και από τα λάθη σου, κι ευτυχώς, εγώ έχω πολλά τέτοια στο ενεργητικό μου. Το μεγαλύτερο από αυτά σύμφωνα με τη γνώμη του περιβάλλοντός μου και μόνο ήταν η απόφασή μου να γίνω οδηγός πούλμαν στα τριάντα πέντε μου. Ήμουν ένας μορφωμένος και πολλά υποσχόμενος οικονομολόγος που ξάφνιασε τους πάντες με τη μετάβασή του σε έναν επαγγελματικό χώρο τόσο αταίριαστο με το προφίλ που είχε ως τότε δημιουργήσει. Τους απογοήτευσα. Οι προσδοκίες τους για το μέλλον μου είχαν πλάσει μια άλλη εικόνα, πολύ συγκεκριμένη. Γυάλινη, θα έλεγα εγώ. Ήταν σίγουροι για εκείνο το καλούπι που είχαν δημιουργήσει για μένα, ως τη μέρα που πήρα μια πέτρα μεγάλη σαν την ανάγκη μου για ανεξαρτησία, και το έσπασα αδιαφορώντας για τον θρήνο τους πάνω από τα θρύψαλά του. Ήθελα να αποφασίζω εγώ για τη ζωή μου ώστε να μπορώ κάποτε, γέρος πια στον ήσυχο κήπο μου, να τραγουδάω με τον Frank Sinatra να με σιγοντάρει από το pickup ότι ναι, «I did it my way». Η ζωή μου μετά από εκείνη την ανατροπή είχε πια [12]
μια καθημερινή πορεία γαλήνια και βατή, σαν διαδρομή με πλεούμενο σε ήρεμα νερά. Μέχρι πριν από δυόμισι χρόνια. Ένα ατύχημα στο πλαίσιο της δουλειάς, ήταν η φουρτούνα που άλλαξε τα πάντα ριζικά. Δεν ήταν τόσο το ίδιο το σοκ που υπέστην εκείνη τη νύχτα, όσο η αδυναμία μου να εξηγήσω μυστηριώδεις πτυχές του συμβάντος. Όλες οι προσπάθειές μου να με φανταστώ ξανά στο πόστο μου, έπεσαν στο κενό. Ο νους μου ήταν γεμάτος ερωτήματα για παράξενες πλευρές του γεγονότος. Αμφιταλαντευόμουν για το αν θα έπιανα ξανά τιμόνι ή θα έκλεινε εκεί άλλος ένας κύκλος στα επαγγελματικά μου. Ήξερα ότι όσο η ερμηνεία του περιστατικού είχε ομίχλη γύρω της, δεν θα μπορούσα να μπω ξανά στους ίδιους καθημερινούς ρυθμούς. Ήθελα να μάθω. Τελικά, για δεύτερη φορά στα πενήντα πέντε χρόνια της μέχρι τότε ζωής μου, άλλαξα ξανά πορεία. Αποφάσισα να διοχετεύσω στο γράψιμο εκείνη την παράξενη δίψα για απαντήσεις. Ήταν ανέκαθεν αγαπημένο μου χόμπι και ένας τρόπος να ταξινομώ ό,τι υπήρχε μέσα μου. Από τότε μέχρι σήμερα, έζησα απομονωμένος ελπίζοντας ότι μακριά από τη βοή της καθημερινότητας θα έβλεπα με πιο καθαρή ματιά το μυστήριο εκείνου του ταξιδιού. Τώρα πια που η περιπέτεια αυτή ανήκει στο παρελθόν, είναι μια καλή στιγμή να εξιστορήσω τα πάντα, αρχίζοντας από τη νύχτα του ατυχήματος [13]
Εκείνος ο Δεκέμβριος ήταν από τους πιο ήπιους των τελευταίων ετών και, ενώ αυτό προκαλούσε μια ευχαρίστηση λόγω παράτασης της καλοκαιρίας, έδινε ταυτόχρονα την αίσθηση ότι αν ο καιρός συνέχιζε στο ίδιο μοτίβο, δεν θα μπορούσαμε να απολαύσουμε τα χιονισμένα Χριστούγεννα που κάθε xρόνο ευχόμασταν να έχουμε. Προορισμός μας ήταν το Πήλιο, και συγκεκριμένα τα Χάνια. Τρία εικοσιτετράωρα νωρίτερα, ευχόμουν να επιδεινωθεί λίγο ο καιρός για να μπορέσουν οι εκδρομείς να απολαύσουν την απόδρασή τους όπως την είχαν ονειρευτεί: ξεκάθαρα χειμωνιάτικη, με ζεστά ροφήματα και ξέγνοιαστες στιγμές σε λευκό φόντο. Ξεκινήσαμε νωρίς το πρωί. Ένα γκρουπ τριάντα δύο ατόμων με εκπροσώπους διαφορετικών ηλικιών ήταν έτοιμο να δραπετεύσει από τη φυλακή της πρωτεύουσας, παρατώντας πίσω ανησυχίες και προβλήματα. Οι μεγαλύτεροι της παρέας ήταν μεταξύ εξήντα και εξήντα πέντε χρόνων, οι μικρότεροι γύρω στα δεκαπέντε και η ομάδα συμπληρωνόταν από τρία-τέσσερα ζευγάρια με μέσο όρο ηλικίας τα τριάντα. Ο ενθουσιασμός των περισσοτέρων ήταν έκδηλος, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Οι πρώτες δύο ώρες της διαδρομής πέρασαν με κάποιους να έχουν ήδη δημιουργήσει γνωριμίες, όπως συνηθίζεται σε τέτοιες περιπτώσεις, ενώ άλλους να προσπαθούν να αναπληρώσουν τις χαμένες ώρες ύπνου, βουλιάζοντας τα σώματά τους στα αναπαυτικά καθίσματα. [14]
Λίγο αργότερα, οι πιο κεφάτοι μού ζήτησαν να δυναμώσω τη μουσική, δίνοντας στο ταξίδι μια νότα διασκέδασης. Ο καιρός είχε αρχίσει να δείχνει λίγο πιο άγριες διαθέσεις, προσφέροντάς μου ικανοποίηση για την προσαρμογή του στις χριστουγεννιάτικες απαιτήσεις μας. Όταν πια φτάναμε στα Χάνια, οι περισσότεροι είχαν ήδη ξυπνήσει και απολάμβαναν την ομορφιά της διαδρομής. Η καταρρακτώδης βροχή δεν τους άφηνε πολλά περιθώρια για καλή ορατότητα, ωστόσο η μυρωδιά του βρεγμένου χώματος είχε καταφέρει να τρυπώσει από μερικά μισάνοιχτα παράθυρα, δίνοντας σε όλους μια αίσθηση επαφής με τη φύση. Ποτέ δεν με φόβιζε ιδιαίτερα η οδήγηση με κακοκαιρία, αλλά την τελευταία μία ώρα της διαδρομής ένα παράξενο αίσθημα ανησυχίας με κρατούσε μουδιασμένο. Ένας επιβάτης διερωτήθηκε μεγαλόφωνα για το πώς κατάφερνα να οδηγώ κανονικά με ένα τόσο θολό τοπίο μπροστά στα μάτια μου. Ήμουν έτοιμος να του απαντήσω, όταν μια μαυροφορεμένη μορφή εμφανίστηκε ξαφνικά μπροστά μας, λες και περίμενε την κατάλληλη στιγμή να βρεθεί κάτω από τις ρόδες κάποιου οχήματος. Πάτησα αμέσως φρένο, μα ήταν αργά. Τα γρήγορα αντανακλαστικά μου δεν απέτρεψαν το μοιραίο χτύπημα. Στο πούλμαν κυριάρχησε πανικός. Φωνές και ουρλιαχτά μπλέχτηκαν με σπρωξίματα και σταυροκοπήματα από τις μεγαλύτερες κυρίες. [15]