www.inlaw.gr Newsletter 12/2011 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία 3-117 [ 2 ]



Σχετικά έγγραφα
Newsletter 05-06/2013 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία [ 2 ]

Newsletter 07 08/2012 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Εμπορικό 3 104

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 1/2005. ΘΕΜΑ: Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 9 Ν. 3302/04 (ΦΕΚ 267 τ.α ) περί ρύθµισης οφειλών του Ι.Κ.Α Ε.Τ.Α.Μ.

ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΙΑΚΙΝΗΣΗ ΑΝΘΡΩΠΩΝ

Ενότητα 2. Γενικά Οργάνωση Ελέγχου (ΙΙ) Φύλλα Εργασίας Εκθέσεις Ελέγχων

ΤΙΤΛΟΣ I ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ

ΣΥΝΘΗΚΗ SCHENGEN (ΣΕΝΓΚΕΝ)

Επίσηµη Εφηµερίδα αριθ. L335 της 19/12/2001 σ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΓΟΝΕΩΝ & ΚΗΔΕΜΟΝΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΡΟΣΧΕΔΙΟΥ ΤΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ 1 ου ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΥ ΣΗΜΕΙΩΣΗ

ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΟΥ Εξώφυλλο του Συντάγµατος του 1844 (Βιβλιοθήκη Βουλής των

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΤΟΥ ΕΞΩΡΑΪΣΤΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ «Η ΑΝΕΜΟΕΣΣΑ»

ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΗΜΟΣΙΑΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΜΑΘΗΜΑ: ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ (ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ)

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3646, 25/10/2002. ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ της 25ης ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2002

Επαρχιακός Γραμματέας Λ/κας-Αμ/στου ΠΟΑ Αγροτικής

Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 175 παράγραφος 1, την πρόταση της Επιτροπής ( 1 ),

ΑΠΟΦΑΣΗ 34750/2006 (Αριθμός καταθέσεως πράξεως 43170/2006) ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από

62 η ΣΥΝΟΔΟΣ ΠΡΥΤΑΝΕΩΝ & ΠΡΟΕΔΡΩΝ Δ.Ε. ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ 2010 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ

Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής

ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΑΣΕΠ ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ 13 Α' ΜΕΡΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ 1897 ΣΤΟ ΓΟΥΔΙ

Αιτιολογική έκθεση Προς τη Βουλή των Ελλήνων

Πολιτική Πρόταση για μια Προοδευτική Διέξοδο Από την Κρίση

35η ιδακτική Ενότητα ΕΝΟΧΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ( ΕΝΟΧΙΚΟ ΙΚΑΙΟ)

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Η ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΘΗΚΗ

ΓΕΝΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ

Σύμβαση για την πρόσληψη, τοποθέτηση και τις συνθήκες εργασίας των εργαζόμενων μεταναστών, 1939, Νο. 66 1

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ «ΕΝΑ ΟΝΕΙΡΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΚΝΩΣΟ» - ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ

ΝΟΜΟΣ 3263/2004 (ΦΕΚ 179 Α ) Μειοδοτικό σύστηµα ανάθεσης των δηµοσίων έργων και άλλες διατάξεις

ΤΜΗΜΑ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗΣ ΗΜΟΤΙΚΩΝ αριθ. Πρωτ. Προκ: & ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ Κ.Α για το 2015

Δράση 1.2. Υλοτομία και προσδιορισμός ποσοτήτων υπολειμμάτων.

ΣΧΕΔΙΟ. ΝΟΜΟΣ. Δηµόσιες υπεραστικές οδικές µεταφορές επιβατών. Κεφ. Α - ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ. Άρθρο 1 Σκοπός πεδίο εφαρµογής

Επίσηµη Εφηµερίδα αριθ. C 372 της 09/12/1997 σ

Άρθρο 2 -Καταχώρηση και τήρηση στοιχείων σε ηλεκτρονική µορφή

ΝΟΜΟΣ 3719/ ΦΕΚ 241/Α'/ Μεταρρυθμίσεις για την οικογένεια, το παιδί, την κοινωνία και άλλες διατάξεις.

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΚΟΡΙΝΘΟΥ 255, ΚΑΝΑΚΑΡΗ 101 ΤΗΛ , , FAX

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙ ΑΣ ΤΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ. Αρ της 25ης ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2002 ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΜΕΡΟΣ Ι

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α Τροποποίηση διατάξεων του ν. 3316/2005

ΙΕΘΝΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 183 «για την αναθεώρηση της (αναθεωρηµένης) σύµβασης για την προστασία της µητρότητας,»

α. Ιδρύεται σύλλογος µε την επωνυµία Ενιαίος Σύλλογος ιδακτικού Προσωπικού

Οι Αγώνες θα διεξαχθούν τόσο στο Σύγχρονο Θέατρο όσο και στο Αρχαίο

ΤΜΗΜΑ ΗΜΟΣΙΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ & ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

επείγοντος για την κατανοµή των βαρών της υποδοχής και προσωρινής διαµονής των µετακινουµένων ατόµων ( 6 ). Έχοντας υπόψη:

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Α. ΕΝΑΡΞΗ ΕΡΓΩΝ

Ο ΠΡΟΕ ΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Εκδίδοµε τον ακόλουθο νόµο που ψήφισε η Βουλή:

Αριθμός 9769/2014 TO ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές Μυρσίνη Κοντογιάννη, Πρόεδρο

Newsletter 03-04/2012 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Φορολογικό 3-28 [ 2 ]

«Πολιτιστικές διαδροµές στα µεταλλευτικά τοπία της Kύθνου»

109(Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΕΛΑΧΙΣΤΟ ΕΓΓΥΗΜΕΝΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΟΤΕΡΑ ΠΕΡΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ ΤΟΥ 2014 ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ

ΒΙΟΛΟΓΙΑ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ 2005 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ

*Η παρούσα απόφαση µε τις παρατηρήσεις δηµοσιεύτηκαν στην Ποινική ικαιοσύνη 2009/1196. Περίληψη: Αριθµός 1220/2008

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΠΡΟΣ: ΚΟΙΝ: ΘΕΜΑ: Ενηµερωτικό σηµείωµα για το πρόβληµα της παράνοµης υλοτοµίας και ειδικά αυτό της καυσοξύλευσης

ΠΟΛΙΤΙΚΉ ΠΑΙΔΕΙΑ. Α Γενικού Λυκείου και ΕΠΑ.Λ. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος

Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ ΣΤΟ ΟΥΔΕΤΕΡΟΘΡΗΣΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ (ΤΟΥ ΡΕΖΙΣ ΝΤΕΜΠΡΕ)

4 ο ΛΥΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΕΚΘΕΣΗ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΕ ΘΕΜΑ. Ε ιµέλεια Εργασίας :Τµήµα Α4

«Φιλολογικό» Φροντιστήριο Επαναληπτικό διαγώνισμα στη Νεοελληνική Γλώσσα. Ενδεικτικές απαντήσεις. Περιθωριοποίηση μαθητών από μαθητές!

& ../../ , :.. : FAX :... & :...

Η ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ

ΕΝ ΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Use of this document is subject to the agreed Terms and Conditions and it is protected by digitally embedded signatures against unauthorized use

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

ΠΡΑΣΙΝΟΙ ΤΟΙΧΟΙ - ΠΡΑΣΙΝΑ ΣΧΟΛΕΙΑ

ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΔΗΜΟΠΡΑΣΙΑΣ

στο σχέδιο νόµου «Διαχείριση των µη εξυπηρετούµενων δανείων, µισθολογικές ρυθµίσεις και άλλες επείγουσες στόχων και διαρθρωτικών µεταρρυθµίσεων»

Σημειώσεις Κληρονομικού Δικαίου

ΙΑΚΗΡΥΞΗ Νο. 3/2009 ΑΝΟΙΚΤΟΣ ΗΜΟΣΙΟΣ ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ ΧΑΡΤΟΠΕΤΣΕΤΩΝ ΚΑΙ ΧΑΡΤΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ 2002

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ. Η ολοκληρωμένη προσέγγιση θα εφαρμοστεί με τα παρακάτω Εργαλεία

Ενότητα. Μεθοδολογικά ζητήµατα διδασκαλίας της ξένης λογοτεχνίας από µετάφραση Κείµενα για το Ανθολόγιο Νεότερης Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας

Newsletter 07-08/2012 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Εργατικό 3-85

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΕΥΧΟΣ ΣΤ ΗΘΙΚΕΣ ΑΜΟΙΒΕΣ ΚΑΙ ΤΙΜΗΤΙΚΕΣ ΙΑΚΡΙΣΕΙΣ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ 27/06/2011 (E6Μ) 1

ιεύθυνση Οικον. Υπηρεσιών Τµ. Προµηθειών Αρ. Μελέτης /νσης Οικονοµικών Υπηρεσιών: 26/2014 ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΩΝ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ ΗΜΟΥ

Oδηγία 94/33/ΕΚ του Συµβουλίου της 22ας Ιουνίου 1994 για την προστασία των νέων κατά την εργασία

Ακολουθούν όλα τα σχετικά έγγραφα - αποφάσεις για το ωράριο, όπως οµόφωνα ψηφίστηκαν και επικυρώθηκαν από το συνέδριο στο Λουτράκι το 2007

του Αναπληρωτή Εκπαιδευτικού Π.Ε. Ένας χρήσιµος οδηγός αφιέρωµα στον αναπληρωτή εκπαιδευτικό της Π.Ε..

ΘΕΜΑΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ ΒΙΒΛΙΟ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΩΝ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ---- ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ Αθήνα 28 / 07 / 2015

ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ 42, ΑΘΗΝΑ ΙΝΕΜΥ - ΕΣΕΕ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΩΝ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΕΙ ΠΕΙΡΑΙΑ (Απόφαση Συνέλευσης ΤΕΙ αριθ. 5/ , ΦΕΚ 816/ , τ. Β )

I.Επί της Αρχής του σχεδίου Νόµου: ΙΙ. Επί των άρθρων του σχεδίου Νόµου: ΕΙΣΗΓΗΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

[Σηµ: Ο ένας αστερίσκος σηµειώνει τα άρθρα που αναθεωρήθηκαν το 1986 και οι δύο, αυτά που αναθεωρήθηκαν το 2001]

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ. Του σωµατείου µε την επωνυµία «ΚΥΝΟΦΙΛΙΚΟΣ ΟΜΙΛΟΣ. ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ», που εδρεύει στα Ιωάννινα, νόµιµα εκπροσωπούµενο.

Η παρακμή του εργατικού κινήματος είναι μια διαδικασία που έχει ήδη διαρκέσει. πολλά χρόνια, τώρα ζούμε τα επεισόδια του τέλους της.

ΘΕΜΑ Α2 Α.2.1. σελ.22: «Στη διάρκεια να εκµεταλλευτούν οι Έλληνες» Α.2.2. σελ : «Στην αρχή η περίθαλψη της προηγούµενης εγκατάστασης».

/νση: ΧΑΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ Μ. Αλεξάνδρου 49, 66100, ράµα Τηλ&φαξ: , κιν.: info@akademia.

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΝΟΜΟΣΧΕ ΙΟ. «Στρατολογία των Ελλήνων» Άρθρο 1 Υπόχρεοι σε στράτευση

Αρείου Πάγου: 699/1995 Τµ. Β' Πηγή:.Ε.Ε. 3/96, σ.299, Ε.Ε.. 55/96, σ.830,.ε.ν. 52/96, σ. 239

ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΜΕ ΠΡΟΚΛΗΣΗ

ΠΟΛΗ ΚΑΙ ΧΩΡΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ 20 Ο ΣΤΟΝ 21 Ο ΑΙΩΝΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ. Άρθρο πρώτο.

Αθήνα 30/6/2009. Αριθµ. Πρωτ. Γ99/1/211 Ι Ο Ι Κ Η Σ Η ΓΕΝ. /ΝΣΕΙΣ : ΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

ΕΞΩΔΙΚΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΔΗΛΩΣΗ ΜΕΤΑ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΦΥΛΑΞΕΩΣ

ΔΛΠ 17. ΔΛΠ 17 Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 17. Μισθώσεις

Transcript:

www.inlaw.gr Newsletter 12/2011 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία 3-117 [ 2 ]

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ Αγωγή - Αποδοχή αγωγής ικαστήριο: Μονοµελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης Αριθµός απόφασης: 1802 Έτος: 2009 - Αποδοχή της αγωγής. - Όπως προκύπτει από τις διατάξεις του άρθρου 298 ΚΠολ, ο εναγόµενος µπορεί να αποδεχθεί την αγωγή, αναγνωρίζοντας, ολικά ή εν µέρει, το δικαίωµα που έχει ασκηθεί µε αυτήν, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις κατά το ουσιαστικό δίκαιο. Η αποδοχή µπορεί να γίνει : α) µε δήλωση του εναγοµένου ενώπιον του δικαστηρίου που καταχωρίζεται στα πρακτικά (άρθρα 297, 298 και 256 παρ.1 δ ΚΠολ ), β) µε δικόγραφο που επιδίδεται στον ενάγοντα (άρθρα 297 και 298 ΚΠολ ), γ) µε καταχώρηση της σχετικής δηλώσεως στις προτάσεις του εναγοµένου (άρθρα 115 παρ. 2 σε συνδ. µε 242 και 256 παρ.1 δ ΚΠολ ) και δ) σιωπηρά, µε πράξεις από τις οποίες συνάγεται σαφώς (άρθρο 298 ΚΠολ ). εν απαιτείται η χρήση πανηγυρικών εκφράσεων. Η χρησιµοποίηση εκφράσεων όπως «αποδοχή», «αποδέχοµαι», «αναγνώριση», «αναγνωρίζω» κατά κανόνα αποτελεί αποδοχή εφόσον δεν προκύπτει το αντίθετο από το συνολικό περιεχόµενο της δηλώσεως. Αν γίνει αποδοχή, εκδίδεται απόφαση σύµφωνα µε αυτήν. Η αποδοχή διαφέρει από την κατ άρθρο 352 ΚΠολ οµολογία, διότι ενώ η αποδοχή αφορά άµεσα την αξίωση τόσο στο νοµικό όσο και στο πραγµατικό µέρος, η οµολογία αφορά µόνο στα πραγµατικά περιστατικά που θεµελιώνουν την αγωγή. Με την αποδοχή αναγνωρίζεται ότι πράγµατι ισχύει το συµπέρασµα του δικανικού συλλογισµού, στον οποίο αναφέρεται το αίτηµα της αγωγής, έστω και αν ο συλλογισµός αυτός είναι νόµω αβάσιµος (ΕφΠειρ 830/1993, Ελ νη 35.1687, ΕφΑθ 3194/1996, ΝοΒ 44.846, ΕφΑθ 3976/1986, 18.324, ΕφΑθ 1716/1988, ΝοΒ 36.576). ΚΠολ : 115, 242, 256, 297, 298, 352, ηµοσίευση: INLAW 2009* Αγωγή - Παραίτηση από αγωγή Αριθµός απόφασης: 1266 Έτος: 2010 - Παραίτηση από δικόγραφο αγωγής. Όχληση. Καταβολή τόκων. Αναιρείται η προσβαλλόµενη απόφαση (άρθ. 559 αριθ. 1, 9). - Η κατά τα άρθρα 294, 295 παρ. 1 και 297 ΚΠολ παραίτηση του ενάγοντος από το δικόγραφο της αγωγής που συνιστά ανάκληση της ενυπάρχουσας σε αυτή συγκεκριµένης αιτήσεως για παροχή δικαστικής προστασίας, υπό την έννοια της παραιτήσεως µόνο από την έναντι της πολιτείας αξίωση για έκδοση αποφάσεως επί συγκεκριµένης δίκης, έχουσα ως αποτέλεσµα το ότι η αγωγή θεωρείται ως µη ασκηθείσα, συνεπάγεται την ανυπαρξία εξ υπαρχής µόνο των αποτελεσµάτων που επήλθαν µετά από την άσκηση αυτής. Γιατί το προαναφερθέν από την παραίτηση αποτέλεσµα αφορά µεν την άσκηση της αγωγής ως σύνθετης διαδικαστικής πράξης (κατάθεση και επίδοση αντιγράφου της), δεν αφορά όµως και την επίδοση στον εναγόµενο αντιγράφου της αγωγής για επιδίκαση του αντικειµένου της απαιτήσεως,

κατά το µέρος που η επίδοσή του έχει χαρακτήρα οχλήσεως, ως οιονεί δικαιοπραξίας ανεξάρτητης από την επίδοση ως διαδικαστική πράξη, παρά την υλική σύµπτωσή τους. Αντίθετη της ανωτέρω εκδοχής δεν µπορεί να στηριχθεί στη διάταξη του άρθρου 221 παρ. 1 ΚΠολ, κατά το µέρος που διακρίνει τις συνέπειες της επιδόσεως της αγωγής από εκείνα της καταθέσεως, γιατί µε τη διάταξη αυτή σκοπείται ο ακριβής προσδιορισµός της διαδικαστικής πράξεως που επιφέρει το κατά το ουσιαστικό δίκαιο αποτέλεσµα της ασκήσεως της αγωγής και όχι και ο αποκλεισµός της δυνατότητας αυτοτελούς υπάρξεως της µονοµερούς δικαιοπραξίας ή οιονεί δικαιοπραξίας του ουσιαστικού δικαίου που το επιδιδόµενο δικόγραφο τυχόν περιέχει και που δύναται να συντελείται µε την απεύθυνση και περιέλευση σε ορισµένο πρόσωπο δηλώσεως οποιουδήποτε τύπου. Συνεπώς, η παραίτηση από του δικογράφου της αγωγής, καταλύουσα αναδροµικώς την επίδοση της αγωγής ως διαδικαστικής πράξης ούτως ώστε να µην οφείλονται εξ αιτίας της τόκοι κατά το άρθρο 346 ΑΚ, αλλά όχι και κατά το µέρος που συνιστά απλή όχληση, δεν συνεπάγεται άρση αναδροµική ή µη των κατά το άρθρο 345 ΑΚ εννόµων συνεπειών της υπερηµερίας του εναγοµένου οφειλέτου η οποία έχει ήδη µετά την όχληση, ως όρο της, τυχόν επέλθει (ΟλΑΠ 13/1994). - Το Εφετείο, που µετά την εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης δέχθηκε την αγωγή των αναιρεσειόντων για τα εν αυτή χρηµατικά ποσά λόγω ψυχικής οδύνης, παρέλειψε όµως να αποφανθεί επί του αιτήµατος περί καταβολής τόκων, από την επίδοση της προγενέστερης από 25-6-1997 οµοίας αγωγής τους, η οποία επιδόθηκε στους εναγοµένους και µε την οποία ζήτησαν την επιδίκαση των αυτών ως άνω χρηµατικών ποσών και από το δικόγραφο της οποίας παραιτήθηκαν, αφενός µεν άφησε αδίκαστο το αίτηµα περί καταβολής τόκων, αφετέρου δε, µε τη µη επιδίκαση τόκων επί του κεφαλαίου των απαιτήσεων από τον ανωτέρω χρόνο, παρεβίασε τις διατάξεις των άρθρων 345, 346 ΑΚ και, συνεπώς, υπέπεσε στις πληµµέλειες των αριθ. 9 και 1 του άρθρου 559 ΚΠολ και κατέστησε αναιρετέα την απόφασή του κατά τους βάσιµους 1ο και 2ο λόγους της αιτήσεως αναιρέσεως. ΑΚ: 345, 346, ΚΠολ : 221, 294, 295, 297, 559 αριθ. 1, 559 αριθ. 9, ηµοσίευση: INLAW 2010* ηµοσίευση: Ελ νη 2011, σελίδα 979 Αίτηση αναίρεσης - Αναβολή συζήτησης Αριθµός απόφασης: 1445 Έτος: 2010 - Αίτηµα αναβολής συζήτησης αίτησης αναίρεσης. Απόρριψη αιτήµατος. Απαράδεκτη συζήτηση. - Η διάταξη του άρθρου 280 παρ. 3 ΚΠολ, κατά την οποία "αν ο διάδικος που εµφανίστηκε κατά την εκφώνηση της υπόθεσης υποβάλλει αίτηση αναβολής της συζήτησης, η οποία απορρίφθηκε από το δικαστήριο, χωρίς να έχει απαντήσει στην ουσία, θεωρείται ότι δεν µετέχει κανονικά στην παραπέρα συζήτηση", εφαρµόζεται και στη διαδικασία της δίκης για την αναίρεση, καίτοι δεν αναφέρεται στις διατάξεις στις οποίες ρητά παραπέµπει το άρθρο 573 παρ. 1 ΚΠολ, διότι η µε αυτό παραποµπή σε ορισµένες διατάξεις του ΚΠολ δεν είναι περιοριστική, ενόψει και του ότι ούτε χρήση του στερητικού µορίου "µόνο" γίνεται µε το εν λόγω άρθρο 573 παρ. 1, ούτε η εφαρµογή της πιο πάνω διάταξης του άρθρου 280 παρ. 3 είναι ασυµβίβαστη προς την ενώπιον του Αρείου Πάγου διαδικασία, αφού στο άρθρο 575 ΚΠολ προβλέπεται η δυνατότητα αναβολής της συζήτησης της υπόθεσης, όπως και [4]

κατά τη διαδικασία ενώπιον των δικαστηρίων της ουσίας (241 ΚΠολ ), ούτε η ρύθµιση εκείνης προσκρούει στις περί ερηµοδικίας διατάξεις ενώπιον του Αρείου Πάγου (576 ΚΠολ ). - Από τις διατάξεις του άρθρου 576 παρ. 1 και 2 του ΚΠολ συνάγεται ότι, αν κάποιος από τους διαδίκους δεν εµφανιστεί κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ή εµφανιστεί και δεν λάβει µέρος µε τον τρόπο που ορίζει ο νόµος, ο Άρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως ποιος επισπεύδει τη συζήτηση. Αν την επισπεύδει ο απολειπόµενος διάδικος, η υπόθεση συζητείται σαν να ήταν παρόντες οι διάδικοι, αν όµως την επισπεύδει ο αντίδικός του, τότε ερευνάται αν ο απολειπόµενος ή ο µη παριστάµενος µε τον τρόπο που ορίζει ο νόµος, κλητεύθηκε νόµιµα και εµπρόθεσµα. Αν η κλήση για τη συζήτηση δεν επιδόθηκε καθόλου ή δεν επιδόθηκε νόµιµα και εµπρόθεσµα, κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση. ΚΠολ : 280, 576, Αίτηση αναίρεσης - Απαράδεκτο συζήτησης Αριθµός απόφασης: 435 - Απαράδεκτη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης. - Από τον συνδυασµό των διατάξεων των άρθρων 94 παρ. 1, 96 παρ. 1, 104 και 576 παρ. 1 και 3 του ΚΠολ προκύπτει ότι στην περίπτωση κατά την οποία ο φερόµενος έως τη συζήτηση της υποθέσεως ενώπιον του Αρείου Πάγου ως πληρεξούσιος δικηγόρος του διαδίκου που φέρεται ότι επισπεύδει τη συζήτηση, δεν εµφανισθεί στο ακροατήριο για τη συζήτηση της υποθέσεως και δεν αποδεικνύεται η ύπαρξη ρητής πληρεξουσιότητας, η οποία απαιτείται κατά τη συζήτηση και την ύπαρξη της οποίας αυτεπαγγέλτως πλέον, κατά τη συζήτηση αυτή, οφείλει να εξετάσει το δικαστήριο, ο διάδικος αυτός θεωρείται δικονοµικά απών και κηρύσσονται άκυρες οι προπαρασκευαστικές πράξεις και κλήσεις, µε βάση τις οποίες φέρεται ότι αυτός επισπεύδει τη συζήτηση, µε αποτέλεσµα να µη χωρεί εφαρµογή της διάταξης του άρθρου 576 παρ. 1 του ΚΠολ, σύµφωνα µε την οποία ο Άρειος Πάγος συζητεί την υπόθεση σαν να ήταν παρόντες οι διάδικοι. Και αυτό, διότι άλλως θα καταστρατηγείτο η διάταξη του άρθρου 104 του ΚΠολ, κατά την οποία µόνο για τις προπαρασκευαστικές πράξεις θεωρείται ότι υπάρχει πληρεξουσιότητα, υπό την αίρεση όµως ότι θα αποδειχθεί η ρητή πληρεξουσιότητα στο ακροατήριο (ΟλΑΠ 9/2003). ΚΠολ : 94, 96, 104, 576, Αίτηση αναίρεσης - Απαράδεκτο συζήτησης Αριθµός απόφασης: 282 - Απαράδεκτη συζήτηση αίτησης αναίρεσης. - Από το συνδυασµό των διατάξεων των άρθρων 568 παρ. 4 και 576 παρ. 1-3 ΚΠολ προκύπτει ότι αν κατά τη συζήτηση της υποθέσεως ενώπιον του Αρείου Πάγου δεν εµφανισθεί κάποιος από τους διαδίκους ή εµφανισθεί αλλά δεν λάβει µέρος σ' αυτήν [5]

µε τον τρόπο που ορίζει ο νόµος, το ικαστήριο ερευνά αν ο απολιπόµενος διάδικος κλητεύθηκε νόµιµα και εµπρόθεσµα ή αν επισπεύδει ο ίδιος τη συζήτηση και σε αποφατική περίπτωση κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση (ΟλΑΠ 1/2008, 2/2006). ΚΠολ : 568, 576, Αίτηση αναίρεσης - Απαράδεκτο συζήτησης Αριθµός απόφασης: 918 - Αναβολή συζήτησης αίτησης αναίρεσης. Απαράδεκτο συζήτησης. - Κατά το άρθρο 575 εδάφ. α' ΚΠολ, µε αίτηση του εισαγγελέα, του εισηγητή ή κάποιου από τους διαδίκους ή και αυτεπαγγέλτως το δικαστήριο µπορεί να αναβάλει τη συζήτηση της υποθέσεως µία µόνο φορά σε µεταγενέστερη δικάσιµο, που ορίζεται αµέσως µε επισηµείωση στο πινάκιο. - Kατά τη διάταξη του άρθρου 226 παρ. 4 εδαφ. β' και γ' ΚΠολ, που εφαρµόζεται και στην αναιρετική δίκη, κατ' άρθρο 575 εδαφ. β' του ίδιου Κώδικα, αν η συζήτηση αναβληθεί ο γραµµατέας οφείλει αµέσως, µετά το τέλος της συνεδρίασης να µεταφέρει την υπόθεση στη σειρά των υποθέσεων που πρέπει να συζητηθούν κατά τη δικάσιµο που ορίσθηκε. Κλήση του διαδίκου για εµφάνιση στη δικάσιµο αυτή δεν χρειάζεται και η αναγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων. Κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διάταξης, η αναβολή της υπόθεσης και η εγγραφή αυτής στο πινάκιο του δικαστηρίου για τη µετ' αναβολή δικάσιµο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων για τη δικάσιµο αυτή και εποµένως δεν χρειάζεται νέα κλήτευση του διαδίκου. Προϋπόθεση, όµως, της εγκυρότητας της κλήτευσης αυτής, συνεπεία της αναβολής της υπόθεσης και της εγγραφής αυτής στο πινάκιο είναι ότι ο απολειπόµενος, κατά τη µετ' αναβολή δικάσιµο, διάδικος είχε επισπεύσει εγκύρως τη συζήτηση ή είχε νοµίµως και εµπροθέσµως κλητευθεί να παραστεί κατά τη δικάσιµο κατά την οποία αναβλήθηκε η υπόθεση, είτε είχε παραστεί νοµίµως κατά την πρώτη αυτή δικάσιµο και εποµένως µε τη νόµιµη παράσταση και µη εναντίωσή του καλύφθηκε η ακυρότητα της κλήτευσής του κατά την αρχική δικάσιµο. ιαφορετικά απαιτείται κλήτευσή του στην µετ' αναβολή δικάσιµο. - Aπό τις διατάξεις των άρθρων 94 παρ. 1, 96 παρ. 1 και 104 ΚΠολ προκύπτει 1) ότι στα πολιτικά δικαστήρια και µάλιστα στον Άρειο Πάγο οι διάδικοι έχουν υποχρέωση να παρίστανται µε πληρεξούσιo δικηγόρο, 2) ότι η πληρεξουσιότητα δίνεται είτε µε συµβολαιογραφική πράξη, είτε µε προφορική δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά ή στην έκθεση, µπορεί να αφορά ορισµένες ή όλες τις δίκες εκείνου που την παρέχει και πρέπει να αναγράφει τα ονόµατα των πληρεξουσίων, 3) ότι για τη συζήτηση στο ακροατήριο απαιτείται ρητή πληρεξουσιότητα και αν αυτή δεν υπάρχει κηρύσσονται άκυρες όλες οι πράξεις, ακόµη και εκείνες που είχαν γίνει προηγουµένως, το δε δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως, σε κάθε στάση της δίκης, την έλλειψη πληρεξουσιότητας, καθώς και την υπέρβασή της, 4) ότι εκείνος που παρίσταται στο ακροατήριο µε δικηγόρο, στον οποίο όµως δεν αποδεικνύεται ότι έχει δοθεί νόµιµα ρητή σχετική πληρεξουσιότητα, θεωρείται ως µη παριστάµενος. Τέλος, κατά το άρθρο 576 παρ. 1 και 2 ΚΠολ, "αν εκείνος που επισπεύδει τη συζήτηση δεν εµφανιστεί ή εµφανιστεί αλλά δεν λάβει µέρος µε τον τρόπο που ορίζει ο νόµος, ο Άρειος Πάγος συζητεί την υπόθεση σαν να ήταν παρόντες οι διάδικοι" (παρ. 1). "Αν ο αντίδικος εκείνου που επέσπευσε δεν εµφανιστεί ή αν εµφανιστεί αλλά δεν λάβει [6]

µέρος σ' αυτήν µε τον τρόπο που ορίζει ο νόµος, ο Άρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως αν κλητεύθηκε νόµιµα και εµπρόθεσµα. Αν η κλήση για τη συζήτηση δεν επιδόθηκε καθόλου ή δεν επιδόθηκε νόµιµα ή εµπρόθεσµα, ο Άρειος Πάγος κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση και η υπόθεση επαναφέρεται για συζήτηση µε νέα κλήτευση..." (παρ. 2). ΚΠολ : 94, 96, 104, 226, 575, 576, Αίτηση αναίρεσης - Απαράδεκτο συζήτησης Αριθµός απόφασης: 1644 - Απαράδεκτο συζήτησης αίτησης αναίρεσης. - Από τις διατάξεις των άρθρ. 108, 110 παρ. 2, 498 παρ. 1, 568 παρ. 1, 2 και 4 και 576 παρ. 1-3 ΚΠολ προκύπτει ότι αν κατά τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης δεν εµφανισθεί και δεν µετάσχει µε τον προσήκοντα τρόπο σ' αυτή κάποιος διάδικος, το δικαστήριο ερευνά αυτεπαγγέλτως ποιος από τους διαδίκους επέσπευσε τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης και αν µεν τη συζήτησή της επέσπευσε εγκύρως ο απολειπόµενος διάδικος κλητεύοντας νόµιµα και εµπρόθεσµα τους λοιπούς ή κλητεύθηκε ο ίδιος νόµιµα και εµπρόθεσµα από τον επισπεύδοντα τη συζήτηση άλλο διάδικο, η υπόθεση συζητείται σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι, διαφορετικά, αν δηλαδή δεν προκύπτει έγκυρη επίσπευση της συζήτησής της ή δεν µπορεί να διαπιστωθεί ποιος διάδικος επέσπευσε τη συζήτησή της, αυτή κηρύσσεται απαράδεκτη ως προς όλους τους διαδίκους. ΚΠολ : 108, 110, 498, 568, 576, Αίτηση αναίρεσης - Απαράδεκτο συζήτησης Αριθµός απόφασης: 1782 - Απαράδεκτη συζήτηση αίτησης αναίρεσης. - Από το συνδυασµό των διατάξεων 498 παρ. 1, 568 παρ. 1, 4 και 576 παρ. 1, 2, 4 ΚΠολ προκύπτει ότι, αν κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αναιρέσεως δεν εµφανιστεί κάποιος διάδικος, το δικαστήριο οφείλει να εξετάσει αν επισπεύδει αυτός τη συζήτηση ή, όταν επισπεύδει αυτήν άλλος, αν κλητεύθηκε νόµιµα και εµπρόθεσµα, σε αποφατική δε περίπτωση να κηρύξει απαράδεκτη τη συζήτηση ως προς όλους τους διαδίκους. ΑΚ: 498, 568, 576, [7]

Αίτηση αναίρεσης - Απαράδεκτο συζήτησης Αριθµός απόφασης: 1665 - Απαράδεκτη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης. - Σύµφωνα µε τη διάταξη του άρθρου 576 παρ. 1 και 2 ΚΠολ, αν ο διάδικος που επισπεύδει τη συζήτηση της υποθέσεως δεν εµφανισθεί ή εµφανισθεί αλλά δεν λάβει µέρος µε τον τρόπο που ορίζει ο νόµος, ο Άρειος Πάγος συζητεί την υπόθεση σαν να ήταν παρόντες οι διάδικοι. Αν ο αντίδικος εκείνου που επισπεύδει τη συζήτηση δεν εµφανισθεί η εµφανισθεί αλλά δεν λάβει µέρος σε αυτή µε τον τρόπο που ορίζει ο νόµος, ο Άρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως αν κλητεύθηκε νόµιµα και εµπρόθεσµα. Αν η κλήση για συζήτηση δεν επιδόθηκε καθόλου ή δεν επιδόθηκε νόµιµα και εµπρόθεσµα, ο Άρειος Πάγος κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση ως προς όλους τους διαδίκους και η υπόθεση επαναφέρεται προς συζήτηση µε νέα κλήση. ΚΠολ : 576, Αίτηση αναίρεσης - Απαράδεκτο συζήτησης Αριθµός απόφασης: 1695 - Απαράδεκτη συζήτηση αίτησης αναίρεσης. - Σύµφωνα µε τα οριζόµενα στις διατάξεις των άρθρων 110 παρ.2 και 576 παρ.1, 2 ΚΠολ, αν κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αναιρέσεως κάποιος από τους διαδίκους δεν εµφανισθεί ή εµφανισθεί, αλλά δεν λάβει µέρος µε τον τρόπο που ορίζει ο νόµος, ο Άρειος Πάγος, αφού ελέγξει αυτεπαγγέλτως τη νοµιµότητα της δικονοµικής απουσίας, συζητεί την υπόθεση σαν να ήσαν παρόντες όλοι οι διάδικοι. Για να συµβεί αυτό, όµως, ερευνάται αν απολείπεται ο διάδικος που επισπεύδει τη συζήτηση ή ο αντίδικος αυτού. Στην πρώτη περίπτωση, η επίσπευση προκύπτει από το αντίγραφο της αιτήσεως αναιρέσεως (ή της κλήσεως µε την οποία αυτή φέρεται προς συζήτηση), µε την πράξη ορισµού δικασίµου και την πρόσκληση παράστασης κατ' αυτήν, το οποίο ο επισπεύδων επέδωσε προς τον αντίδικό του. Το αντίγραφο αυτό, µε την επ' αυτού σηµείωση του δικαστικού επιµελητή που διενήργησε την επίδοση, οφείλει να προσκοµίσει ο παριστάµενος αντίδικος του επισπεύδοντος τη συζήτηση. Στη δεύτερη περίπτωση, η επίσπευση της συζήτησης προκύπτει από την έκθεση επιδόσεως του αντιγράφου της αιτήσεως αναιρέσεως κλπ προς τον αντίδικο, την οποία οφείλει να προσκοµίσει ο επισπεύδων, που µετέχει στη συζήτηση. Εάν ο παριστάµενος διάδικος δεν αποδεικνύει τον τρόπο επίσπευσης της συζήτησης, µε την προσκοµιδή, κατά περίπτωση, ενός εκ των ως άνω εγγράφων, ο Άρειος Πάγος κηρύσσει τη συζήτηση απαράδεκτη, όπως και όταν διαπιστώνεται ότι η κλήτευση του απολειπόµενου στη συζήτηση παραλείφθηκε εντελώς ή υπήρξε µη νόµιµη ή εκπρόθεσµη. ΚΠολ : 110, 576, [8]

Αίτηση αναίρεσης - Απαράδεκτο συζήτησης Αριθµός απόφασης: 1021 - Απαράδεκτη συζήτηση αίτησης αναίρεσης. -Από τα άρθρα 568 παρ. 4 και 576 παρ. 1 και 3 ΚΠολ συνάγεται ότι σε περίπτωση ερηµοδικίας στην αναιρετική δίκη, ερευνάται αυτεπαγγέλτως, αν ο απολιπόµενος διάδικος επισπεύδει τη συζήτηση ή αν κλητεύθηκε νόµιµα και εµπρόθεσµα από εκείνον που επισπεύδει τη συζήτηση και σε αρνητική περίπτωση, κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση ως προς όλους τους διαδίκους. ΚΠολ : 568, 576, Αίτηση αναίρεσης - Απαράδεκτο συζήτησης Αριθµός απόφασης: 281 - Απαράδεκτο συζήτησης αίτησης αναίρεσης. Αναβολή συζήτησης της αίτησης αναίρεσης. - Από τις διατάξεις των άρθρ. 108, 110 παρ. 2, 498 παρ. 1, 568 παρ. 1, 2 και 4, 576 παρ. 1-3 ΚΠολ προκύπτει ότι αν κατά τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης δεν εµφανισθεί και δεν µετάσχει µε τον προσήκοντα τρόπο σ' αυτή κάποιος διάδικος, το δικαστήριο ερευνά αυτεπαγγέλτως ποιος από τους διαδίκους επέσπευσε τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης και αν µεν τη συζήτησή της επέσπευσε εγκύρως ο απολειπόµενος διάδικος κλητεύοντας νόµιµα και εµπρόθεσµα τους λοιπούς ή κλητεύθηκε ο ίδιος νόµιµα και εµπρόθεσµα από τον επισπεύδοντα τη συζήτηση άλλο διάδικο, η υπόθεση συζητείται σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι, διαφορετικά, αν δηλαδή δεν προκύπτει έγκυρη επίσπευση της συζήτησής της ή δεν µπορεί να διαπιστωθεί ποιος διάδικος επέσπευσε τη συζήτησή της, αυτή κηρύσσεται απαράδεκτη ως προς όλους τους διαδίκους και η υπόθεση επαναφέρεται για συζήτηση µε νέα κλήση (ΑΠ 407/2004, ΑΠ 1061/2010). - Κατά τις διατάξεις του άρθρ. 226 παρ. 4 εδ. β' και γ' ΚΠολ, που έχουν γενική εφαρµογή, αν η συζήτηση αναβληθεί, ο γραµµατέας οφείλει αµέσως µετά το τέλος της συνεδρίασης να µεταφέρει την υπόθεση στη σειρά των υποθέσεων που πρέπει να συζητηθούν κατά τη δικάσιµο που ορίσθηκε, κατά την οποία δεν χρειάζεται νέα κλήση του διαδίκου προς εµφάνιση και η αναγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων. Ωστόσο κατά την έννοια των τελευταίων αυτών διατάξεων, η αναβολή της υπόθεσης και η αναγραφή της στο πινάκιο του δικαστηρίου για τη µετ' αναβολή δικάσιµο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων για τη δικάσιµο αυτή και εποµένως δεν χρειάζεται νέα κλήση του απολειπόµενου κατ' αυτή διαδίκου, εφόσον αυτός είτε είχε επισπεύσει ο ίδιος τη συζήτηση της υπόθεσης κατά την αρχική δικάσιµο είτε είχε νόµιµα κλητευθεί να παραστεί κατά την αρχική δικάσιµο είτε είχε σε κάθε περίπτωση νόµιµα παραστεί κατ' αυτή, οπότε µε τη νόµιµη παράστασή του χωρίς εναντίωσή του καλύφθηκε η τυχόν ακυρότητα της κλήτευσής του για την αρχική δικάσιµο. ιαφορετικά η αναβολή της υπόθεσης και η αναγραφή της στο πινάκιο του δικαστηρίου για τη µετ' αναβολή δικάσιµο, δεν ισχύει ως κλήτευση του απολειπόµενου κατ' αυτή διαδίκου (ΑΠ 136/1999, ΑΠ 12/2011). [9]

- Σύµφωνα µε τις διατάξεις των άρθρ. 94 παρ. 1 και 96 παρ. 1 ΚΠολ, οι διάδικοι έχουν υποχρέωση να παρίστανται στα πολιτικά δικαστήρια µε πληρεξούσιο δικηγόρο, στον οποίο η πληρεξουσιότητα δίνεται είτε µε συµβολαιογραφική πράξη είτε µε προφορική δήλωση του εκπροσωπούµενου απ' αυτόν διαδίκου που καταχωρίζεται στα πρακτικά του δικαστηρίου ή στην τυχόν έκθεση του εισηγητή ή εντεταλµένου για τις αποδείξεις δικαστή, η έλλειψη δε της αναγκαίας πληρεξουσιότητας εξετάζεται κατά το άρθρ. 104 ΚΠολ αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο σε κάθε στάση της δίκης, µε συνέπεια να θεωρείται δικονοµικά απών ο διάδικος που εκπροσωπήθηκε στον Άρειο Πάγο από δικηγόρο στερούµενο της αναγκαίας πληρεξουσιότητας, αφού αυτός θεωρείται ως µη νοµίµως παριστάµενος (ΑΠ 1620/2000). ΚΠολ : 94, 96, 104, 108, 110, 226, 498, 568, 576, Αίτηση αναίρεσης - Απαράδεκτο συζήτησης Αριθµός απόφασης: 136 - Απαράδεκτη συζήτηση αίτησης αναίρεσης. - Ο Κώδικας Πολιτικής ικονοµίας ορίζει: α) Στο άρθρο 94 παρ. 1 ότι στα πολιτικά δικαστήρια οι διάδικοι έχουν την υποχρέωση να παρίστανται µε πληρεξούσιο δικηγόρο, β) στο άρθρο 96 παρ. 1 ότι η πληρεξουσιότητα δίνεται είτε µε συµβολαιογραφική πράξη είτε µε προφορική δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά, γ) στο άρθρο 97 παρ. 1 ότι η πληρεξουσιότητα παρέχει στον πληρεξούσιο το δικαίωµα να εκπροσωπεί στο δικαστήριο εκείνον που έδωσε την πληρεξουσιότητα XXX, δ) στο άρθρο 97 παρ. 3 ότι η πληρεξουσιότητα για όλες τις δίκες παύει να ισχύει µετά πέντε έτη από τη χορήγησή της ε) στο άρθρο 104 ότι για τη συζήτηση στο ακροατήριο απαιτείται ρητή πληρεξουσιότητα και αν αυτή δεν υπάρχει κηρύσσονται άκυρες όλες οι πράξεις, ακόµη και εκείνες που είχαν γίνει προηγουµένως, το δε δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως σε κάθε στάση της δίκης την έλλειψη πληρεξουσιότητας, στ) στο άρθρο 576 παρ. 1 ότι αν ο διάδικος που επισπεύδει τη συζήτηση, δεν εµφανισθεί ή εµφανισθεί αλλά δεν λάβει µέρος µε τον τρόπο που ορίζει ο νόµος, ο Άρειος Πάγος συζητεί την υπόθεση σαν να ήταν παρόντες οι διάδικοι και ζ) στο άρθρο 576 παρ. 2 ότι, αν ο µη εµφανισθείς ή ο εµφανισθείς αλλά µη παραστάς προσηκόντως διάδικος δεν έχει κλητευθεί, κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση. Από το συνδυασµό των παραπάνω διατάξεων συνάγεται, ότι στην περίπτωση κατά την οποία ο παριστάµενος κατά τη συζήτηση της αναίρεσης ως πληρεξούσιος δικηγόρος του αναιρεσείοντος, δεν αποδεικνύει την ύπαρξη ρητής πληρεξουσιότητας, ο αναιρεσείων θεωρείται ως µη παριστάµενος και για να είναι παραδεκτή η συζήτηση της αναίρεσης θα πρέπει να αποδεικνύεται ότι ο ίδιος είχε παράσχει στον παριστάµενο ως πληρεξούσιό του δικηγόρο την απαιτούµενη για την επίσπευση της συζήτησης δικαστική πληρεξουσιότητα, διαφορετικά κηρύσσεται άκυρη και η κλήση µε βάση την οποία εµφανίζεται ως επιµελούµενος τη συζήτηση, µε αποτέλεσµα να µη χωρεί εφαρµογή της διατάξεως του άρθρου 576 παρ. 1 ΚΠολ, σύµφωνα µε την οποία ο Άρειος Πάγος συζητεί την υπόθεση σαν να ήταν παρόντες οι διάδικοι, εκτός αν αυτός (αναιρεσείων), έχει κλητευθεί νοµίµως και εµπροθέσµως από τον παριστάµενο αναιρεσίβλητο, οπότε πλέον η υπόθεση συζητείται σαν να ήσαν παρόντες οι διάδικοι. ΚΠολ : 94, 96, 97, 104, 576, [10]

Αίτηση αναίρεσης - Απαράδεκτο συζήτησης Αριθµός απόφασης: 622 - Αίτηση αναίρεσης. Κλήτευση διαδίκων. Απαράδεκτη συζήτηση. - Aπό τις διατάξεις του άρθρου 576 παρ. 1, 2 και 3 του ΚΠολ προκύπτει ότι αν κάποιος από τους διαδίκους δεν εµφανιστεί κατά τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης ή εµφανιστεί και δεν λάβει µέρος µε τον τρόπο που ορίζει ο νόµος, ο Άρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως ποιός επισπεύδει τη συζήτηση. Αν την επισπεύδει ο απολειπόµενος διάδικος, η υπόθεση συζητείται σαν να ήταν παρόντες οι διάδικοι, αν όµως την επισπεύδει ο αντίδικός του, τότε ερευνάται αν ο απολειπόµενος ή ο µη παριστάµενος µε τον τρόπο που ορίζει ο νόµος κλητεύθηκε νόµιµα και εµπρόθεσµα. Αν η κλήση για συζήτηση δεν επιδόθηκε ή επιδόθηκε αλλά όχι νόµιµα και εµπρόθεσµα, ο Άρειος Πάγος κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση και η υπόθεση επαναφέρεται µε νέα κλήση. - Kατά τη γενική διάταξη του άρθρου 226 παρ. 4 εδ. 2 και 3 ΚΠολ που εφαρµόζεται και στην αναιρετική δίκη κατά το άρθρο 575 του ΚΠολ, αν η συζήτηση αναβληθεί, ο γραµµατέας είναι υποχρεωµένος αµέσως µετά το τέλος της συνεδρίασης να µεταφέρει την υπόθεση στη σειρά των υποθέσεων που πρέπει να συζητηθούν κατά τη δικάσιµο που ορίστηκε. Κλήση του διαδίκου για εµφάνιση στη δικάσιµο αυτή δεν χρειάζεται και η αναγραφή της υποθέσεως στο πινάκιο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων. Κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διάταξης, η αναβολή της συζήτησης και η εγγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο του δικαστηρίου για τη µετ' αναβολή δικάσιµο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων για τη δικάσιµο αυτή και εποµένως δεν χρειάζεται νέα κλήση του διαδίκου, όταν ο απολειπόµενος κατά την µετ' αναβολή δικάσιµο διάδικος είχε νοµίµως κλητευθεί να παραστεί κατά τη δικάσιµο κατά την οποία αναβλήθηκε η συζήτηση ή είχε παραστεί νοµίµως κατά την ίδια δικάσιµο και εποµένως µε τη νόµιµη παράσταση και µη εναντίωσή του καλύφθηκε η µη νόµιµη κλήτευσή του κατά την αρχική δικάσιµο. Αντιθέτως, αν κατά την αρχική δικάσιµο δεν είχε κλητευθεί νοµίµως να παραστεί και δεν παραστάθηκε ή δεν παραστάθηκε νοµίµως, όπως συµβαίνει και όταν ο δικηγόρος που εκπροσώπησε αυτόν κατά την αρχική δικάσιµο δεν είχε πληρεξουσιότητα, η από το πινάκιο αναβολή της υπόθεσης και η εγγραφή αυτής για τη νέα µετ' αναβολή δικάσιµο δεν ισχύει ως κλήτευση για τη νέα δικάσιµο. - Aπό το συνδυασµό των διατάξεων των άρθρων 568 παρ. 1 και 4, 576 παρ. 2 και 3, 142 παρ.1 και 4 και 143 παρ. 1 του ΚΠολ προκύπτει ότι εάν τη συζήτηση της αιτήσεως αναιρέσεως επισπεύδουν οι αναιρεσείοντες, απαιτείται για το παραδεκτό αυτής, όταν ένας ή περισσότεροι των αναιρεσιβλήτων δεν εµφανισθούν να επιθοθεί νοµότυπα σ' αυτούς αντίγραφο του αναιρετηρίου µε της κάτω από αυτό πράξεως του Προέδρου περί ορισµού δικασίµου και κλήσεως προς εµφάνιση. Η κλήτευση διαδίκου µπορεί να γίνει και µε επίδοση της κλήσεως προς τον αντίκλητο αυτού, ο διορισµός του οποίου λαµβάνει χώρα κατ' άρθρο 142 ΚΠολ µε δήλωση αυτοπροσώπως ή µε ειδικό πληρεξούσιο ενώπιον της γραµµατείας του Πρωτοδικείου της κατοικίας του δηλούντος και αν τη δήλωση την κάνει κάτοικος του εξωτερικού ενώπιον της γραµµατείας του Πρωτοδικείου της πρωτεύουσας. Ο επιµελούµενος της επιδόσεως προς τον αντίκλητο του αντιδίκου του βαρύνεται, σε περίπτωση µη εµφανίσεως αυτού κατά τη συζήτηση της υποθέσεως, µε την απόδειξη του διορισµού του φερόµενου ως αντικλήτου και µε την έκταση της εξουσίας αυτού, θεωρούµενης διαφορετικά, ως ανίσχυρης της γενόµενης προς αυτόν επίδοσης. εν είναι δε νοµότυπη η κλήτευση προς τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσίβλητου µε την [11]

ιδιότητα του αντίκλητου ο οποίος παρέστη κατά τη συζήτηση κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόµενη απόφαση ως πληρεξούσιος δικηγόρος αυτού, εάν ο επισπεύδων δεν αποδεικνύει το νοµότυπο (άρθ. 142 παρ. 1 και 4 ΚΠολ ) διορισµό αυτού ως αντίκλητου δικηγόρου, δυνάµενου δηλ. µε την ιδιότητά του αυτή να παραλαµβάνει τα προς επίδοση απευθυνόµενα προς το διάδικο δικόγραφα, διαφορετικά η συζήτηση κηρύσσεται απαράδεκτη. ΚΠολ : 142, 226, 568, 575, 576, Αίτηση αναίρεσης - Απαράδεκτο συζήτησης Αριθµός απόφασης: 763 - Απαράδεκτη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης. - Από το συνδυασµό των διατάξεων των άρθρων 568 παράγραφοι 1 και 4 και 576 παράγραφοι 1, 2 και 3 του ΚΠολ προκύπτει, ότι, αν κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αναιρέσεως δεν εµφανιστεί κάποιος από τους διαδίκους, ο Άρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως ποιος από αυτούς επισπεύδει τη συζήτηση της υπόθεσης και αν µεν η συζήτηση επισπεύδεται από το διάδικο που δεν εµφανίστηκε και δεν εµφανιστεί ο αντίδικός του, πρέπει να προσκοµίζεται, µε επίκληση, αποδεικτικό επιδόσεως της σχετικής κλήσης προς συζήτηση, αν δε η συζήτηση επισπεύδεται από τον αντίδικο του διαδίκου που εµφανίστηκε, πρέπει να προσκοµίζεται, µε επίκληση, η κλήση που επιδόθηκε (είτε αυτοτελής, είτε µετά της αιτήσεως αναιρέσεως και της πράξεως ορισµού δικασίµου). Αν δεν προκύπτει ποιος από τους διαδίκους επισπεύδει τη συζήτηση, αυτή κηρύσσεται απαράδεκτη (ΟλΑΠ 36/1997). ΚΠολ : 568, 576, Αίτηση αναίρεσης - Απαράδεκτο συζήτησης Αριθµός απόφασης: 765 - Απαράδεκτη συζήτηση αίτησης αναίρεσης. Έλλειψη της πληρεξουσιότητας - Από τις διατάξεις των άρθρων 94 παρ.1, 96 παρ.1, 97 παρ.1 και 104 ΚΠολ προκύπτει, ότι ο δικηγόρος που επισπεύδει τη συζήτηση της αναίρεσης, υπογράφοντας την απαιτουµένη κλήση και την παραγγελία προς το δικαστικό επιµελητή για την επίδοση, καθώς και εκείνος που εκπροσωπεί το διάδικο κατά τη συζήτησή της στον Άρειο Πάγο, πρέπει να είναι εφοδιασµένος µε σχετική πληρεξουσιότητα, η οποία παρέχεται από τον εκπροσωπούµενο διάδικο είτε µε συµβολαιογραφική πράξη, είτε µε έγγραφο της αρχής, είτε µε προφορική δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά ή στην έκθεση. Η έλλειψη της πληρεξουσιότητας, εξεταζόµενη και αυτεπαγγέλτως, έχει ως συνέπεια την ακυρότητα των πιο πάνω πράξεων της προδικασίας και τη µη προσήκουσα παράσταση του διαδίκου κατά τη συζήτηση. - Από το συνδυασµό των αµέσως πιο πάνω διατάξεων µε εκείνες των άρθρων 568 παρ.4 και 576 παρ. 1 και 3 του ίδιου Κώδικα προκύπτει, ότι, αν κάποιος από τους διαδίκους δεν εµφανιστεί κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ή εµφανιστεί αλλά δεν [12]

λάβει µέρος µε τον τρόπο που ορίζει ο νόµος, ο Άρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως ποιος επισπεύδει τη συζήτηση. Αν τη συζήτηση επισπεύδει ο απολειπόµενος διάδικος, η τελευταία γίνεται σαν να ήταν παρόντες οι διάδικοι, εφόσον όµως ο πληρεξούσιός του, που υπέγραψε την κλήση ήταν νόµιµα διορισµένος πληρεξούσιος αυτού, εάν δε τη συζήτηση επισπεύδει ο αντίδικος του απολειπόµενου διαδίκου, ο Άρειος Πάγος ερευνά αν ο τελευταίος έχει κλητεύσει νόµιµα και εµπρόθεσµα τον απολειπόµενο. Εάν δεν συντρέχει καµία από τις προϋποθέσεις αυτές ο Άρειος Πάγος κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση ως προς όλους τους διαδίκους (ΟλΑΠ 2/1992). ΚΠολ : 94, 96, 97, 104, 568, 576, Αίτηση αναίρεσης - Απαράδεκτο συζήτησης Αριθµός απόφασης: 674 - Αίτηση αναίρεσης. Παραίτηση. Απαράδεκτη συζήτηση. - Από τις διατάξεις των άρθρων 294, 296, 297, 573 παρ.1 και 495 παρ.1 ΚΠολ προκύπτει, ότι παραίτηση ολική ή µερική από το δικόγραφο της αναίρεσης µπορεί να γίνει και µε προφορική δήλωση, πριν από την έναρξη της προφορικής συζήτηση της υπόθεσης, που καταχωρίζεται στα πρακτικά και επιφέρει αντίστοιχη (ανάλογα µε το περιεχόµενο και την έκταση της) κατάργηση της δίκης (ΟλΑΠ 4/1992). Όµως η δήλωση του αναιρεσείοντος "ότι η αίτηση αναίρεσης δεν εισάγεται" ως προς κατονοµαζόµενους αναιρεσίβλητους, δεν επέχει θέση παραίτησης από το δικόγραφο της αναίρεσης, διότι δήλωση µε τέτοιο περιεχόµενο δεν προβλέπεται στον ΚΠολ (ΑΠ 463/2006, ΑΠ 692/2010), αλλά πρέπει να νοηθεί ως δήλωση παραίτησης από το, υπό του διαδίκου τούτου, ασκηθέν δικαίωµα κλήσης προς συζήτηση της υπόθεσης (ΑΠ 463/2006, ΑΠ 692/2010), αλλά πρέπει να νοηθεί ως δήλωση παραίτησης από το, υπό του διαδίκου τούτου, ασκηθέν δικαίωµα κλήσης προς συζήτηση της υπόθεσης (ΑΠ 1080/2008) και εφόσον πληρούται ο από τα αρθ. 298, 299 ΚΠολ απαιτούµενος τύπος, δηλαδή καταχώριση της δήλωσης στα πρακτικά ή επίδοση δικογράφου στον αντίδικο, έχει ως αποτέλεσµα να θεωρείται η κλήση προς συζήτηση µη ασκηθείσα, κατ' ανάλογη εφαρµογή της διάταξης του αρθ. 295 παρ. 1 εδ. ΚΠολ, που προβλέπει για την παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής όµοιο αποτέλεσµα, δηλαδή ανάκληση της διαδικαστικής πράξης. - Κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 576 παρ. 1-3 ΚΠολ, εάν κατά τη συζήτηση της αναιρέσεως δεν εµφανιστεί ή εµφανιστεί, αλλά δεν λάβει µέρος µε τον τρόπο που ορίζει ο νόµος, κάποιος από τους διαδίκους, ο Άρειος Πάγος ερευνά αυτεπαγγέλτως, αν ο υπολειπόµενος διάδικος επέσπευσε εγκύρως τη συζήτηση, οπότε συζητεί την υπόθεση σαν να ήταν παρόντες οι διάδικοι ή αν τη συζήτηση επέσπευσε ο αντίδικος του απολειποµένου διαδίκου, οπότε εξετάζει αυτεπαγγέλτως αν κλητεύθηκε νοµίµως και εµπροθέσµως. Αν η κλήση για συζήτηση δεν επιδόθηκε καθόλου ή δεν επιδόθηκε νοµίµως και εµπροθέσµως, ο Άρειος Πάγος κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση και η υπόθεση επαναφέρεται για συζήτηση µε νέα κλήτευση, εάν δε στην αναιρετική δίκη µετέχουν περισσότεροι διάδικοι και δεν κλητεύθηκε κάποιος από αυτούς, η συζήτηση κηρύσσεται απαράδεκτη για όλους, διότι δεν επιτρέπεται η εισαγωγή της αίτησης αναίρεσης για συζήτηση, µόνο µε µερικούς από τους διαδίκους της αναιρετικής δίκης, ακόµη και εάν πρόκειται για απλή οµοδικία. Εξ άλλου, κατά τη διάταξη του αρθ. 226 παρ. 4 ΚΠολ, ο δικαστής [13]

που διευθύνει τη συζήτηση σηµειώνει στο πινάκιο, αν η υπόθεση αναβλήθηκε και ο γραµµατέας µεταφέρει στη σειρά των υποθέσεων που πρέπει να συζητηθούν, κατά τη δικάσιµο που ορίσθηκε, οπότε δεν χρειάζεται κλήση του διαδίκου για εµφάνιση στη (νέα) αυτή δικάσιµο και η αναγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων, ακόµη και αν πρόκειται για απλή οµοδικία. ΚΠολ : 294, 295, 296, 297, 298, 299, 495, 573, 576, Αίτηση αναίρεσης - Απαράδεκτο συζήτησης Αριθµός απόφασης: 1182 - Απαράδεκτη συζήτηση αίτησης αναίρεσης. Έλλειψη πληρεξουσιότητας. - Από τις διατάξεις των άρθρων 94 παρ. 1, 96 παρ. 1, 97 παρ. 1 και 104 του ΚΠολ, προκύπτει ότι ο δικηγόρος που επισπεύδει τη συζήτηση της αναίρεσης, υπογράφοντας την απαιτούµενη κλήση και την παραγγελία προς το δικαστικό επιµελητή για την επίδοση, καθώς και εκείνος που εκπροσωπεί το διάδικο κατά τη συζήτησή της στον Άρειο Πάγο, πρέπει να είναι εφοδιασµένος µε σχετική πληρεξουσιότητα, η οποία παρέχεται από τον εκπροσωπούµενο διάδικο είτε µε συµβολαιογραφική πράξη, είτε µε έγγραφο της αρχής, είτε µε προφορική δήλωση του εντολέα διαδίκου, που καταχωρίζεται στα πρακτικά ή στην έκθεση. Η έλλειψη της πληρεξουσιότητας, εξεταζόµενη και αυτεπαγγέλτως, έχει ως συνέπεια την ακυρότητα των πιο πάνω πράξεων της προδικασίας και τη µη προσήκουσα παράσταση του διαδίκου κατά τη συζήτηση. - Από το συνδυασµό των αµέσως πιο πάνω διατάξεων µε εκείνες των άρθρων 576 παρ. 1 και 3 του ίδιου Κώδικα προκύπτει, ότι, αν κάποιος από τους διαδίκους δεν εµφανιστεί κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ή εµφανιστεί, αλλά δεν λάβει µέρος µε τον τρόπο που ορίζει ο νόµος, ο Άρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως ποιος επισπεύδει τη συζήτηση. Αν τη συζήτηση επισπεύδει ο απολειπόµενος διάδικος, η τελευταία γίνεται σαν να ήταν παρόντες οι διάδικοι, εφόσον όµως ο δικηγόρος, που υπέγραψε την κλήση ήταν νόµιµα διορισµένος πληρεξούσιος αυτού, εάν δε τη συζήτηση επισπεύδει ο αντίδικος του απολειποµένου διαδίκου, ο Άρειος Πάγος ερευνά αν ο τελευταίος έχει κλητεύσει νόµιµα και εµπρόθεσµα τον απολειπόµενο. Εάν δεν συντρέχει καµιά από τις προϋποθέσεις αυτές, ο Άρειος Πάγος κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση ως προς όλους τους διαδίκους (ΟλΑΠ 2/1992). ΚΠολ : 94, 96, 97, 104, 576, Αίτηση αναίρεσης - Απαράδεκτο συζήτησης Αριθµός απόφασης: 1181 - Έλλειψη πληρεξουσιότητας. Απαράδεκτη συζήτηση. - Από το συνδυασµό των διατάξεων των άρθρων 94 παρ. 1, 96 παρ. 1, 97, 101, 104, 226 παρ. 4γ' και δ', 575 και 576 παρ.1 και 3 του ΚΠολ, προκύπτει ότι, αν η συζήτηση επί της αιτήσεως αναιρέσεως ανεβλήθη µε σηµείωση στο πινάκιο, κατόπιν σχετικού αιτήµατος του αναιρεσείοντος και ο φερόµενος ως πληρεξούσιος αυτού [14]

δικηγόρος ενεφανίσθη τόσο στην πρώτη όσο και στη µετ'αναβολή συζήτηση, ως εκπροσωπών τον αναιρεσείοντα, χωρίς να αποδεικνύει την ύπαρξη ρητής πληρεξουσιότητας, τότε ο αναιρεσείων θεωρείται δικονοµικώς αυτών και εφόσον δεν αποδεικνύεται κλήτευσή του από άλλον διάδικο (οµόδικό του αναιρεσείοντα ή αναιρεσίβλητο), η συζήτηση κηρύσσεται απαράδεκτη, ως προς όλους τους διαδίκους (ΑΠ 274/2010). - Από το συνδυασµό των διατάξεων των άρθρων 568 παρ.1 και 4 και 576 παρ.1, 2 και 3 του ΚΠολ προκύπτει, ότι αν κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αναιρέσεως δεν εµφανιστεί κάποιος από τους διαδίκους, ο Άρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως ποιος από αυτούς επισπεύδει τη συζήτηση της υπόθεσης, και αν µεν η συζήτηση επισπεύδεται από το διάδικο που εµφανίστηκε και δεν εµφανιστεί ο αντίδικός του, πρέπει να προσκοµίζεται µε επίκληση αποδεικτικό επιδόσεως της σχετικής κλήσης προς συζήτηση, αν δε η συζήτηση επισπεύδεται από τον αντίδικο του διαδίκου που εµφανίστηκε, πρέπει να προσκοµίζεται µε επίκληση η κλήση που επιδόθηκε (είτε αυτοτελής, είτε µετά της αιτήσεως αναιρέσεως και της πράξεως ορισµού δικασίµου). Αν δεν προκύπτει ποιος από τους διαδίκους επισπεύδει τη συζήτηση, αυτή κηρύσσεται απαράδεκτη (ΟλΑΠ 36/1997). ΚΠολ : 94, 96, 97, 101, 104, 226, 568, 575, 576, Αίτηση αναίρεσης - Απαράδεκτο συζήτησης Αριθµός απόφασης: 801 - Απαράδεκτη συζήτηση αίτησης αναίρεσης. - Από το συνδυασµό των διατάξεων των άρθρων 568 παρ. 1, 2, 4 και 576 παρ. 2 και 3 ΚΠολ, προκύπτει ότι αν κατά την προσδιορισµένη δικάσιµο της υποθέσεως δεν εµφανισθεί ή εµφανισθεί αλλά δεν λάβει µέρος µε τον τρόπο που ορίζει ο νόµος κάποιος από τους διαδίκους, ο Άρειος Πάγος ερευνά ποιος επισπεύδει τη συζήτηση. Εάν τη συζήτηση επισπεύδει αυτός που δεν εµφανίσθηκε ή που δεν έλαβε µέρος κατά τον τρόπο που ορίζει ο νόµος, ο Άρειος Πάγος ερευνά την υπόθεση σαν να ήταν και αυτός παρών. Εάν όµως δεν προκύπτει ότι επισπεύδει αυτός τη συζήτηση ο Άρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως αν κλητεύθηκε νόµιµα και εµπρόθεσµα. Εάν η κλήση για τη συζήτηση δεν επιδόθηκε καθόλου ή δεν επιδόθηκε νόµιµα και εµπρόθεσµα σε κάποιον από τους διαδίκους, ο Άρειος Πάγος κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση για όλους τους διαδίκους. ΚΠολ : 568, Αίτηση αναίρεσης - Απαράδεκτο συζήτησης Αριθµός απόφασης: 1519 - Απαράδεκτη η συζήτησης της αίτησης αναίρεσης. - Από τις διατάξεις του άρθρου 576 παρ. 1,2 και 3 ΚΠολ προκύπτει ότι αν κάποιος από τους διαδίκους δεν εµφανισθεί κατά τη συζήτηση της υποθέσεως ή εµφανισθεί και δεν λάβει µέρος µε τον τρόπο που ορίζει ο νόµος, ο Άρειος Πάγος εξετάζει [15]

αυτεπαγγέλτως ποιος επισπεύδει τη συζήτηση. Αν την επισπεύδει ο απολειπόµενος διάδικος, η υπόθεση συζητείται ως να ήταν παρόντες οι διάδικοι, αν όµως την επισπεύδει ο αντίδικος του, τότε ερευνάται αν ο απολειπόµενος ή ο µη παριστάµενος µε τον τρόπο που ορίζει ο νόµος κλητεύθηκε νόµιµα και εµπρόθεσµα. Αν η κλήση για τη συζήτηση δεν επιδόθηκε ή επιδόθηκε, αλλά όχι νόµιµα, ο Άρειος Πάγος κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση και η υπόθεση επαναφέρεται µε νέα κλήση. Εφόσον δε στη δίκη για την αναίρεση µετέχουν περισσότεροι και δεν κλητεύθηκε κάποιος απ' αυτούς, η συζήτηση κηρύσσεται απαράδεκτη ως προς όλους. Αν δεν προκύπτει ποιος από τους διαδίκους επισπεύδει τη συζήτηση αυτή κηρύσσεται απαράδεκτη. ΚΠολ : 576, Αίτηση αναίρεσης - Απαράδεκτο συζήτησης Αριθµός απόφασης: 1219 - Ερηµοδικία στην αναιρετική δίκη. απαράδεκτη συζήτηση. - Kατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 576 του ΚΠολ, εάν κατά τη συζήτηση της αναιρέσεως δεν εµφανιστεί ή εµφανιστεί αλλά δεν λάβει µέρος µε τον τρόπο που ορίζει ο νόµος, κάποιος από τους διαδίκους, ο Άρειος Πάγος ερευνά αυτεπαγγέλτως αν ο απολειπόµενος διάδικος επέσπεσε εγκύρως τη συζήτηση, οπότε συζητεί την υπόθεση σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι, ή αν τη συζήτηση επέσπευσε ο αντίδικος του απολειποµένου διαδίκου, οπότε εξετάζει αυτεπαγγέλτως, αν κλητεύθηκε νοµίµως και εµπροθέσµως. Αν η κλήση για συζήτηση δεν επιδόθηκε καθόλου ή δεν επιδόθηκε νοµίµως και εµπροθέσµως, ο Άρειος Πάγος κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση και η υπόθεση επαναφέρεται προς συζήτηση µε νέα κλήση, αν δε στη δίκη µετέχουν περισσότεροι διάδικοι και δεν κλητεύθηκε κάποιος από αυτούς συζήτηση κηρύσσεται απαράδεκτη για όλους. ΚΠολ : 576, Αίτηση αναίρεσης - Απαράδεκτο συζήτησης Αριθµός απόφασης: 1123 - Απαράδεκτη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης. - Από το συνδυασµό των διατάξεων των άρθρων 576 παρ. 1 και 3, 568 παρ. 1 και 4 και 498 παρ. 1 ΚΠολ, προκύπτει ότι, αν κατά τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης ο αναιρεσείων ή ο αναιρεσίβλητος δεν εµφανισθεί, εξετάζεται αυτεπαγγέλτως ποιος επισπεύδει τη συζήτηση της υποθέσεως. Και αν µεν η συζήτηση επισπεύδεται από το διάδικο που εµφανίσθηκε και δεν εµφανίσθηκε ο αντίδικός του, πρέπει να προσκοµίζεται µε επίκληση αποδεικτικό επιδόσεως της σχετικής κλήσεως προς συζήτηση, αν δε η συζήτηση επισπεύδεται από τον απολειπόµενο διάδικο, πρέπει να προσκοµίζεται µε επίκληση η κλήση που επιδόθηκε. ιαφορετικά κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση. ΚΠολ : 498, 568, 576, [16]

Αίτηση αναίρεσης - Απαράδεκτο συζήτησης Αριθµός απόφασης: 1802 - Απαράδεκτη συζήτηση αίτησης αναίρεσης. - Από τον συνδυασµό των διατάξεων των άρθρων 498 παρ.1, 568 παρ.1,4 και 576 παρ.1,2,4 ΚΠολ, προκύπτει ότι, αν κατά τη συζήτηση της αναίρεσης δεν εµφανισθεί κάποιος διάδικος, το ικαστήριο οφείλει να εξετάσει, αν επισπεύδει τη συζήτηση αυτός ή, όταν την επισπεύδει άλλος, αν κλητεύτηκε νόµιµα και εµπρόθεσµα, σε αποφατική δε περίπτωση, να κηρύξει απαράδεκτη τη συζήτηση, ως προς όλους τους διαδίκους. ΚΠολ : 498, 568, 576, Αίτηση αναίρεσης - άρθρο 559 αριθ. 1 ΚΠολ Αριθµός απόφασης: 1096 Έτος: 2008 - Αναίρεση για παραβίαση ουσιαστικού κανόνα δικαίου και πότε συντρέχει τέτοια περίπτωση. Προϋποθέσεις για το ορισµένο και παραδεκτό του λόγου αυτού. Το ορισµένο της ένστασης πενταετούς παραγραφής των αξιώσεων του άρθρου 250 ΑΚ. Προϋποθέσεις προβολής νέων πραγµατικών ισχυρισµών στην κατ έφεση δίκη. - Από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 1 ΚΠολ, µε την οποία ορίζεται, ότι "αναίρεση επιτρέπεται και αν παραβιάστηκε κανόνας ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαµβάνονται και οι ερµηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών, αδιάφορο αν πρόκειται για νόµο ή έθιµο, ελληνικό ή ξένο, εσωτερικού ή διεθνούς δικαίου..", συνάγεται ότι ο λόγος αυτός αναίρεσης ιδρύεται, αν το δικαστήριο της ουσίας, µε βάση τα αναιρετικώς ανέλεγκτα γενόµενα δεκτά από αυτό ως αποδειχθέντα πραγµατικά περιστατικά, δεν εφαρµόσει τον κανόνα δικαίου ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρµογής του ή αν τον εφαρµόσει ενώ δεν έπρεπε, καθώς και αν εφαρµόσει αυτόν εσφαλµένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε µε ψευδή ερµηνεία είτε µε κακή εφαρµογή, δηλαδή µε εσφαλµένη ή µη υπαγωγή των πραγµατικών περιστατικών στον κανόνα ουσιαστικού δικαίου. Η παραβίαση δηλαδή από τη διάταξη αυτή πρέπει να προκύπτει από την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισµού, η οποία στηρίζει το δικανικό συµπέρασµα µε τη µορφή του διατακτικού, αφού η έλλειψη µείζονος προτάσεως στην απόφαση και πολύ περισσότερο εσφαλµένες κρίσεις του δικαστηρίου της ουσίας, ως προς την έννοια της διάταξης ουσιαστικού νόµου και τις προϋποθέσεις εφαρµογής της, δεν ιδρύουν αυτές και µόνο λόγο αναίρεσης, αν δεν συνέχονται µε την ουσιαστική κρίση του, διότι το διατακτικό της απόφασης δεν στηρίζουν οι νοµικές αναλύσεις αλλά οι ουσιαστικές παραδοχές, που διατυπώνονται στην ελάσσονα πρόταση. Από αυτά παρέπεται ότι αν η αγωγή, ένσταση κλπ κρίθηκε κατ' ουσίαν βάσιµη ή αβάσιµη, για να είναι ορισµένος και άρα παραδεκτός λόγος αναίρεσης για ευθεία παραβίαση ουσιαστικού νόµου από το δικαστήριο της ουσίας (άρθρο 559 αρ.1 ΚΠολ ) δεν αρκεί να εκτίθεται στο αναιρετήριο, το, κατά την εκδοχή του αναιρεσείοντος ερµηνευτικό ή υπαγωγικό σφάλµα, αλλά πρέπει, επί πλέον να αναφέρονται α) µε πληρότητα και όχι αποσπασµατικά οι ουσιαστικές παραδοχές του δικαστηρίου υπό τις οποίες και συντελέστηκε η προβαλλόµενη νοµική πληµµέλεια β) η εξ αιτίας του σφάλµατος [17]

καταγνωσθείσα εσφαλµένη έννοµη συνέπεια µε τη µορφή του διατακτικού γ) ο πραγµατικός ισχυρισµός (αγωγικός, ένσταση κλπ), όπως προτάθηκε στο πρωτοβάθµιο και επαναφέρθηκε στο δευτεροβάθµιο, αν η υπόθεση διήλθε και τους δύο βαθµούς δικαιοδοσίας και δ) η νόµιµη βάση, ήτοι η διάταξη του ουσιαστικού δικαίου που φέρεται ως παραβιασθείσα και µάλιστα ενάριθµα. Η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας για το ορισµένο ή αόριστο ένστασης, ως προς την έκθεση σ' αυτή των πραγµατικών περιστατικών που απαρτίζουν την ιστορική της αιτία και αποτελούν την προϋπόθεση εφαρµογής του επικαλουµένου κανόνα δικαίου (ποσοτική αοριστία), υπόκειται σε αναιρετικό έλεγχο, µε τον προβλεπόµενο από το άρθρο 559 αρ. 8 και 14 ΚΠολ λόγο αναίρεσης, αν το δικαστήριο της ουσίας έκρινε ορισµένο ή αόριστο τον ισχυρισµό, λαµβάνοντας υπόψη στην πρώτη περίπτωση γεγονότα καίτοι δεν διαλαµβάνονταν στο προβληθέντα ισχυρισµό ή µη λαµβάνοντας στη δεύτερη περίπτωση υπόψη γεγονότα που διαλαµβάνονταν σ' αυτόν. - Από τις διατάξεις των άρθρων 262 παρ. 1 ΚΠολ και 249, 250 επ. και 277 ΑΚ προκύπτει ότι, για να είναι ορισµένη ένσταση πενταετούς παραγραφής των αναφεροµένων στο άρθρο 250 ΑΚ αξιώσεων πρέπει να αναφέρεται, εκτός των άλλων και το έτος εντός του οποίου, σύµφωνα µε το άρθρο 251 ΑΚ, γεννήθηκε η σχετική αξίωση και είναι δυνατή η δικαστική της επιδίωξή από τον εναγόµενο, ήτοι το αφετήριο αυτής χρονικό σηµείο, που αποτελεί νόµιµη προϋπόθεση έναρξης της πενταετούς παραγραφής των αναφεροµένων στο προαναφερόµενο άρθρο 250 ΑΚ αξιώσεων. - Από τις διατάξεις των άρθρων 527 παρ. 3 και 269 παρ. 1, 2 ΚΠολ, προκύπτει ότι στην κατ' έφεση δίκη µπορούν κατ' εξαίρεση να προβληθούν παραδεκτώς από τον εναγόµενο ως εκκαλούντα µε την έφεση ή µε δικόγραφο προσθέτων λόγων έφεσης, νέοι πραγµατικοί ισχυρισµοί αυτού, που δεν προτάθηκαν νοµίµως στο πρωτοβάθµιο, αν κατά την ανέλεγκτη κρίση του Εφετείου, οι νέοι αυτοί πραγµατικοί ισχυρισµοί δεν προβλήθηκαν εγκαίρως στο πρωτοβάθµιο και από δικαιολογηµένη αιτία (ΑΠ 773/2007). ΑΚ: 249, 250, 251, 277, ΚΠολ : 262, 269, 527, 559 αριθ. 1, 559 αριθ. 8, 559 αριθ. 14, ηµοσίευση: INLAW 2008* ΧρΙ 2009, σελίδα 342, σχολιασµός Ν. Κατηφόρης * Ελ νη 2010, σελίδα 976, σχολιασµός Ι. Ν. Κ. * Αίτηση αναίρεσης - άρθρο 559 αριθ. 1 ΚΠολ Αριθµός απόφασης: 1274 - Παράβαση ουσιαστικού κανόνα δικαίου. Έλλειψη νόµιµης βάσης. Αοριστία λόγου αναίρεσης. Μη λήψη υπόψη αποδεικτικών µέσων. - Kατά το άρθρο 559 αρ.1 ΚΠολ, ιδρύεται λόγος αναίρεσης για ευθεία παράβαση ουσιαστικού κανόνος δικαίου, αν αυτός δεν εφαρµοσθεί, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρµογής του ή αν εφαρµοσθεί ενώ δεν έπρεπε, καθώς και αν εφαρµοσθεί εσφαλµένα. Αντιστοίχως για να είναι ορισµένος ο λόγος αναίρεσης για παραβίαση κανόνων ουσιαστικού δικαίου από το δικαστήριο της ουσίας (ΚΠολ 559 αρ. 1), πρέπει να καθορίζεται η συγκεκριµένη διάταξη του ουσιαστικού δικαίου που παραβιάστηκε και το αποδιδόµενο στην απόφαση νοµικό σφάλµα ως προς την ερµηνεία και εφαρµογή του ουσιαστικού νόµου. Αν δε το δικαστήριο ερεύνησε την υπόθεση στην ουσία της, πρέπει να εκτίθενται και οι κρίσιµες ουσιαστικές παραδοχές, δηλαδή τα πραγµατικά περιστατικά που έγιναν δεκτά, υπό τα οποία και [18]

συντελέστηκε η προβαλλόµενη παραβίαση των κανόνων του ουσιαστικού δικαίου (ΟλΑΠ 20/2005). - Για να είναι ορισµένος, και άρα παραδεκτός, ο λόγος αναίρεσης µε τον οποίο προσάπτεται στο δικαστήριο της ουσίας εκ πλαγίου παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου (ΚΠολ 559 αρ. 19), δεν αρκεί να εκτίθενται στο αναιρετήριο το κατά την εκδοχή του αναιρεσείοντος πραγµατικό µέρος της υπόθεσης, η έννοια που αποδίδει αυτός στην παραβιασθείσα διάταξη και το συµπέρασµα του δικαστηρίου που φέρεται ως προϊόν ερµηνευτικού ή υπαγωγικού σφάλµατος, αλλά πρέπει επί πλέον να αναφέρονται µε πληρότητα και σαφήνεια τα πραγµατικά περιστατικά που δέχθηκε το δικαστήριο µε βάση τα οποία κατέληξε στη νοµική του κρίση για τη συνδροµή των όρων των διατάξεων που εφάρµοσε. Και τούτο για τον λόγο ότι η ευδοκίµηση της αναίρεσης εξαρτάται από την ορθότητα όχι του αιτιολογικού αλλά του διατακτικού της προσβαλλόµενης απόφασης (ΚΠολ 578), το τελευταίο δε συνάπτεται αιτιωδώς µε τις ουσιαστικές παραδοχές του δικαστηρίου. Εποµένως η έκθεση των παραδοχών αυτών στο αναιρετήριο είναι αναγκαία, προκειµένου να ελεγχθεί, αν τα πραγµατικά περιστατικά που συγκροτούν την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισµού εκτίθενται επαρκώς και χωρίς αντιφάσεις, ώστε να αποβαίνει εφικτός ο έλεγχος της ορθής ή µη εφαρµογής του νόµου, συνακόλουθα και ο έλεγχος του διατακτικού της απόφασης. - Από τις συνδυασµένες διατάξεις των άρθρων 118 αρ. 4, 566 παρ. 1, 577 παρ. 3 ΚΠολ προκύπτει ότι στο έγγραφο της αναίρεσης πρέπει να αναφέρεται κατά τρόπο σαφή, ορισµένο και ευσύνοπτο η νοµική πληµµέλεια που αποδίδεται στο δικαστήριο της ουσίας ώστε να είναι δυνατό να διαπιστωθεί, αν και ποιο λόγο από τους περιοριστικά αναφεροµένους στο άρθρο 559 ΚΠολ θεµελιώνει η προβαλλόµενη αιτίαση, χωρίς η εντεύθεν αοριστία να µπορεί επιτρεπτώς να θεραπευθεί µε παραποµπή σε άλλο διαδικαστικό έγγραφο. - Κατά το άρθρο 559 αριθ. 11 περ. γ' ΚΠολ, ιδρύεται λόγος αναίρεσης της απόφασης και όταν το δικαστήριο παρά το νόµο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά µέσα που οι διάδικοι επικαλέσθηκαν και προσκόµισαν. Για την ίδρυση του λόγου αυτού αναίρεσης αρκεί και µόνη η ύπαρξη αµφιβολιών για το αν το δικαστήριο της ουσίας έλαβε υπόψη όλα τα αποδεικτικά µέσα που επικαλέσθηκαν και προσκόµισαν οι διάδικοι, τα οποία ήταν υποχρεωµένο να λάβει υπόψη, σύµφωνα µε τις διατάξεις των άρθρων 335 και 338 έως 340 ΚΠολ, υπό την προϋπόθεση ότι το πραγµατικό γεγονός που επικαλείται ο διάδικος προς απόδειξη µε το αποδεικτικό µέσο ασκεί επίδραση στην έκβαση της δίκης (ΟλΑΠ 2/2008), επιδρά δηλαδή στο διατακτικό της απόφασης. Καµία, ωστόσο, διάταξη δεν επιβάλλει την ειδική µνεία και τη χωριστή αξιολόγηση καθενός από τα αποδεικτικά µέσα που επικαλέσθηκαν και προσκόµισαν οι διάδικοι, αλλ' αρκεί η γενική µνεία των κατ' είδος αποδεικτικών µέσων που λήφθηκαν υπόψη. Μόνο αν από τη γενική αυτή αναφορά, σε συνδυασµό µε το περιεχόµενο της απόφασης, δεν προκύπτει κατά τρόπο αναµφίβολο ότι λήφθηκε υπόψη κάποιο συγκεκριµένο αποδεικτικό µέσο, θεµελιώνεται ο αναιρετικός αυτός λόγος. ΚΠολ : 62, 73, 118, 566, 577, 286 επ., 313, 558, 559 αριθ. 1, 559 αριθ. 11γ, 559 αριθ. 19, [19]

Αίτηση αναίρεσης - άρθρο 559 αριθ. 1 ΚΠολ Αριθµός απόφασης: 604 - Παραβίαση ερµηνευτικών κανόνων των δικαιοπραξιών. Αναίρεση κατά των αποφάσεων των Ειρηνοδικείων. - Οι ερµηνευτικοί κανόνες των άρθρων 173 και 200 του ΑΚ, που εκφράζουν ερµηνευτικές αρχές εφαρµόζονται σε κάθε περίπτωση κατά την οποία υπάρχει κενό στην ερµηνευόµενη σύµβαση ή αµφιβολία ως προς τις δηλώσεις βουλήσεως των συµβληθέντων. - Kατά τις διατάξεις των αριθ. 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολ, αναίρεση επιτρέπεται αν παραβιάστηκαν, ευθέως ή εκ πλαγίου, οι ερµηνευτικοί ως άνω κανόνες των δικαιοπραξιών. Το δικαστήριο παραβιάζει τους ερµηνευτικούς αυτούς κανόνες όταν, καίτοι ανελέγκτως διαπιστώνει, έστω και εµµέσως, την ύπαρξη κενού ή αµφιβολίας στις δηλώσεις βουλήσεως των δικαιοπρακτούντων και εντεύθεν την ανάγκη συµπληρώσεως ή ερµηνείας τους, παραλείπει να προσφύγει, για τη συµπλήρωση ή ερµηνεία τους, στις διατάξεις των ως άνω άρθρων ή προσφεύγει στην εφαρµογή των διατάξεων αυτών και τη συµπλήρωση ή ερµηνεία της δικαιοπραξίας, καίτοι δέχεται, επίσης ανελέγκτως, ότι η δικαιοπραξία είναι πλήρης και σαφής και δεν έχει ανάγκη συµπληρώσεως ή ερµηνείας. Εποµένως, ο πρώτος λόγος αναιρέσεως από τον αριθ. 1 του άρθρου 559 ΚΠολ, µε τον οποίον προβάλλεται παραβίαση ευθέως των ερµηνευτικών κανόνων των άρθρων 173 και 200 ΑΚ, σχετικά µε την ύπαρξη προφορικής συµφωνίας των διαδίκων για πρόωρη λύση της ένδικης συµβάσεως µισθώσεως, είναι αβάσιµος, ως στηριζόµενος σε εσφαλµένη προϋπόθεση, αφού το Εφετείο, όπως προκύπτει από την προσβαλλόµενη απόφασή του, κατά την ανέλεγκτη κρίση του, δε διαπίστωσε, έστω και έµµεσα, την ύπαρξη κενού ή αµφιβολίας στις δηλώσεις βουλήσεως των συµβληθέντων ως προς την προαναφερόµενη συµφωνία και εποµένως δεν ήταν ανάγκη να προσφύγει στους ανωτέρω ερµηνευτικούς κανόνες. - Κατά τη διάταξη του άρθρου 560 ΚΠολ κατά των αποφάσεων των Ειρηνοδικείων, καθώς και των αποφάσεων, καθως και των αποφάσεων των πρωτοδικείων που εκδίδονται σε εφέσεις κατά των αποφάσεων των Ειρηνοδικείων, επιτρέπεται αναίρεση µόνο: 1) αν παραβιάσθηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου...2) αν το δικαστήριο δεν συγκροτήθηκε όπως ορίζει ο νόµος...3) αν το δικαστήριο έχει υπερβεί την δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων ή δεν είχε καθ' ύλην αρµοδιότητα και 4) αν παράνοµα αποκλείστηκε η δηµοσιότητα της διαδικασίας. Από την προαναφερόµενη διάταξη προκύπτει ότι κατά των αποφάσεων των Ειρηνοδικείων και κατά των αποφάσεων των Πρωτοδικείων, οι οποίες εκδίδονται σε εφέσεις κατά των αποφάσεων των Ειρηνοδικείων, επιτρέπεται αναίρεση για ορισµένους λόγους που αναφέρονται περιοριστικώς στο νόµο αφού στη διάταξη αυτή η ορίζεται ότι αναίρεση επιτρέπεται µόνο για τους αναφερόµενους σ'αυτή λόγους. Οι διατάξεις του άρθρου 560 ΚΠολ είναι ειδικές ως προς τους λόγους αναιρέσεως των αναφεροµένων στο άρθρο αυτό αποφάσεων και αποκλείουν την εφαρµογή των διατάξεων του άρθρου 559 ΚΠολ που αναφέρονται στους λόγους αναιρέσεως των αποφάσεων των υπολοίπων δικαστηρίων. ΑΚ: 173, 200, ΚΠολ : 559 αριθ. 1, 559 αριθ. 19, 560, [20]