ΚΟΤΙΝΗ ΙΩΑΝΝΑ ΜΠΟΓΔΑΜΠΕΪΔΟΥ ΝΙΚΟΛΕΤΤΑ ΜΠΥΡΟΥ ΕΥΘΥΜΙΑ
Εισαγωγή Είναι αποδεκτό ότι η τακτική άσκηση βοηθάει πολλαπλά στη σωματική και ψυχική υγεία των ανθρώπων. Θα γίνει αναφορά: στα ψυχολογικά οφέλη της άσκησης στη θεωρητική ερμηνεία των ωφελειών από την άσκηση στην προσκόλληση στην άσκηση στις θεωρίες για τη συμπεριφορά άσκησης
Εισαγωγή Αναφορά: στη σχέση φυσικής κατάστασης με το καθημερινό στρες στη σχέση ανοσοποιητικού συστήματος, καρκίνου, HIV με την άσκηση στο κοινωνικό άγχος ως κοινωνική κατασκευή στον εθισμό στην άσκηση στις διατροφικές διαταραχές
Ψυχολογικά οφέλη από την άσκηση Η τακτική άσκηση οδηγεί στη βελτίωση του ψυχολογικού συναισθήματος. Το βελτιωμένο ψυχολογικό συναίσθημα έχει ως συνέπεια τη μείωση του αρνητικού συναισθήματος, όπως του άγχους και της κατάθλιψης, και της αύξησης του θετικού συναισθήματος, όπως αυτοαποτελεσματικότητας, ενεργητικότητας, ευεξίας.
Ψυχολογικά οφέλη από την άσκηση Σύμφωνα με τους Nicoloff & Schwenk (1995), η άσκηση είναι τόσο αποτελεσματική στη θεραπεία διαταραχών του συναισθήματος όσο η ψυχοθεραπεία και τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα.
Ψυχολογικά οφέλη από την άσκηση Η σχέση άσκησης και ψυχολογικών συναισθηματικών ωφελειών έχει αποδειχθεί τόσο σε μελέτες με βραχυχρόνια ημερήσια άσκηση (acute exercise), όσο και με χρόνια άσκηση (chronic exercise). Με ένα βραχύχρονο πρόγραμμα άσκησης μπορεί να υπάρξει μείωση της αρνητικής ψυχολογικής διάθεσης, προκειμένου όμως να διατηρηθούν αυτά τα ψυχολογικά οφέλη, απαιτείται άσκηση μακράς διαρκείας.
Ψυχολογικά οφέλη από την άσκηση Τα σημαντικότερα ψυχολογικά οφέλη αποκομίζονται με τη χρήση άσκησης μέτριας έντασης. Τέτοιου είδους άσκηση είναι η αερόβια, η οποία συνδέεται με την επιθυμητή πρόσληψη επαρκούς ποσότητας οξυγόνου. Η αναερόβια χρησιμοποιεί άλλους μηχανισμούς. Τα ίδια οφέλη αποκομίζουν τα άτομα από την άσκηση με αντιστάσεις, καθώς έχει αποδεδειγμένη καθυστερημένη αγχολυτική δράση (delayed anxiolytic effect).
Ειδικές κατηγορίες πληθυσμού 1. Κλινικοί ασθενείς: Τα οφέλη της τακτικής φυσικής δραστηριότητας είναι μεγαλύτερα για τα άτομα που υποφέρουν από ψυχολογικές διαταραχές από τα φυσιολογικά άτομα (North et al., 1990, Petruzzelo et al., 1991). Σύμφωνα με τους Craft & Landers (1998) τόσο η αερόβια όσο και η αναερόβια άσκηση μειώνει την κλινική κατάθλιψη, ακόμα και στα άτομα με υψηλά επίπεδα κατάθλιψης. Επίσης έχει παρόμοια οφέλη με τη ψυχοθεραπεία και τη φαρμακοθεραπεία, ενώ τα μακροπρόθεσμα προγράμματα άσκησης είναι πιο αποτελεσματικά από τα βραχύχρονα.
Άσκηση και ειδικές κατηγορίες πληθυσμού 2. Παιδιά και άτομα τρίτης ηλικίας: Παράγοντες που επηρεάζουν την απόφαση ενός παιδιού να εμπλακεί σε φυσική δραστηριότητα είναι: Πεποιθήσεις των γονέων. Αντίληψη των παιδιών για την προσωπική τους επάρκεια. Οι προσανατολισμοί στόχων. Όσον αφορά την άσκηση και την τρίτη ηλικία έρευνες δείχνουν ότι η συμμετοχή σε αερόβιες ασκήσεις διατηρεί επιλεκτικά ορισμένες από τις γνωστικές λειτουργίες που εκφυλίζονται με τα χρόνια.
Ειδικές κατηγορίες πληθυσμού Άτομα με ειδικές ανάγκες: Η τακτική άσκηση έχει αυξημένα ψυχολογικά οφέλη και θετικές επιδράσεις.
Ρυθμιστικοί παράμετροι Έρευνες υποστηρίζουν ότι υπάρχουν παράμετροι και παράγοντες που ρυθμίζουν ή διευκολύνουν την αποτελεσματικότητα της τακτικής άσκησης στην ψυχική ευεξία. Τέτοιες παράμετροι είναι: Ώρα της ημέρας Είδος άσκησης Μουσική Στρατηγική της προσοχής Κοινωνικό περιβάλλον
Ερμηνείες για τη σχέση μεταξύ άσκησης και βελτιωμένης ψυχικής υγείας Ψυχολογικές ερμηνείες: Γνωστική συμπεριφορική υπόθεση (η άσκηση προκαλεί τη δημιουργία θετικών σκέψεων και αισθημάτων καταπολεμώντας αρνητικές συναισθηματικές καταστάσεις) Υπόθεση της κοινωνικής αλληλεπίδρασης (η άσκηση βελτιώνει την ψυχική υγεία μέσω της κοινωνικής λειτουργίας) Υπόθεση του περισπασμού (αποσπά τα άτομα από τις ανησυχίες και τις απογοητεύσεις της ζωής)
Ερμηνείες για τη σχέση μεταξύ άσκησης και βελτιωμένης ψυχικής υγείας Φυσιολογικές ερμηνείες: Υπόθεση της υγείας του καρδιαγγειακού συστήματος (με τη βελτίωση της ψυχολογικής διάθεσης βελτιώνεται και η καρδιαγγειακή αντοχή) Υπόθεση των αμινών (με τη βελτίωση της ψυχικής υγείας αυξάνεται η έκκριση χημικών ουσιών που διευκολύνουν τη νευροδιαβίβαση) Υπόθεση των ενδορφινών (με την άσκηση παράγονται στον εγκέφαλο χημικές ουσίες παρόμοιες με τη μορφίνη, προκαλώντας έτσι γενική ευφορία)
Η προσκόλληση στην άσκηση και οι καθοριστικοί παράγοντες της συμπεριφοράς στην άσκηση Καθιστική Υιοθέτηση της άσκησης Διατήρηση (προσκόλληση) Επανάληψη Παραίτηση Διαδικαστικό μοντέλο
Παράγοντας «Σ» ( P Factor) Για την απόκτηση περισσότερων ωφελειών μέσω της φυσικής δραστηριότητας είναι ο παράγοντα «Σ» που είναι ο σκοπός της άσκησης και όχι το είδος, η ένταση, η συχνότητα και η διάρκεια της άσκησης.
Μετάβαση από το καθεστώς παραίτησης στην επανένταξη στην άσκηση Οι Sallis και Hovell (1990) διαπίστωσαν ότι δεν έχουν γίνει έρευνες σχετικά με τη μετάβαση από την παραίτηση από την άσκηση στην επανένταξη σε ένα εντατικό πρόγραμμα άσκησης. Πρόκειται για ένα σημαντικό στάδιο έρευνας για την ψυχολογία της άσκησης, το οποίο θα πρέπει να διερευνηθεί. Προκύπτουν τα ακόλουθα ερωτήματα: Είναι πιο δύσκολο να ξαναρχίσει κανείς ένα πρόγραμμα άσκησης αφού έχει παραιτηθεί ή να το ξεκινήσει ευθύς εξαρχής; Οι άνθρωποι που ξαναρχίζουν ένα πρόγραμμα άσκησης αφού είχαν παραιτηθεί, προσκολλώνται σε αυτό ή τείνουν να παραιτούνται για ακόμα μια φορά; Οι καθοριστικοί παράγοντες για τη διατήρηση της άσκησης είναι οι ίδιοι με αυτούς της επανένταξης σε άσκηση ή υπάρχει μια ξεχωριστή ομάδα καθοριστικών παραγόντων για όσους ξαναρχίζουν την άσκηση;
Αιτιολογημένη δράση Κοινωνιογνωστική θεωρία Θεωρίες για τη συμπεριφορά άσκησης Προσχεδιασμένη συμπεριφορά Διαθεωρητικό μοντέλο
Θεωρία της αιτιολογημένης δράσης (theory of reasoned action) Ο προάγγελος μιας συμπεριφοράς, όπως η άσκηση, είναι η πρόθεση του ατόμου να υιοθετήσει αυτή τη συμπεριφορά (Ajen & Fishbein, 1977). Η πρόθεση του ατόμου να υιοθετήσει τη συμπεριφορά καθορίζεται από τη στάση του απέναντι στη συμπεριφορά και τα κοινωνικά πρότυπα ή την κοινωνική πίεση για την υιοθέτηση της συμπεριφοράς. Έρευνες δείχνουν ότι η θεωρία της αιτιολογημένης δράσης μπορεί να εξηγήσει την άσκηση (Estabrooks & Courneya, 1997) Έρευνες έχουν δείξει ότι, αν και η θεωρία της αιτιολογημένης δράσης είναι είναι ένα βιώσιμο μοντέλο για την πρόβλεψη της συμπεριφοράς άσκησης, βελτιώνεται με την πρόσθεση του προσωπικού ελέγχου. Οδηγεί στην θεωρία Σχεδιασμένης Συμπεριφοράς.
Θεωρία της Σχεδιασμένης Συμπεριφοράς (theory of planned behavior) Αποτελεί προέκταση της αιτιολογημένης δράσης. Η πρόθεση υιοθέτησης συμπεριφοράς (θεμελιώδης έννοια) καθορίζεται από τη στάση του ατόμου απέναντι στη συμπεριφορά και τα κοινωνικά πρότυπα. Η διαφορά μεταξύ των δύο θεωριών είναι η προσθήκη του συμπεριφορικού ελέγχου στο προηγούμενο μοντέλο. Η πρόθεση είναι αποτέλεσμα της στάσης απέναντι στην άσκηση και την κοινωνική στήριξη. Αποτελεί προγνωστικό παράγοντα για τη συμπεριφορά της άσκησης (Mummery & Wankel, 1999, Wankel & Mummery, 1993). Η προσδοκία για άσκηση λαμβάνει υπόψιν μη-γνωστικές συνήθειες και αντιλαμβανόμενες ικανότητες σε μεγαλύτερο βαθμό από την πρόθεση (Courneya & McΑuley, 1994). Ισχυρά κριτήρια υπέρ της θεωρίας της σχεδιασμένης συμπεριφοράς έδωσε η μετα-ανάλυση των Hausenblas, Carron και Mack (1994).
Στάση Υποκειμενικά Πρότυπα Πρόθεση Συμπεριφορά Αντιλαμβανόμενος έλεγχος συμπεριφοράς Ajzen, 1985
Διαθεωρητικό μοντέλο ( trans theortical model ) Προτάθηκε αρχικά ως μια θεωρία για τα στάδια αλλαγής στη συμπεριφορά (Prochaska & DiClemente, 1986) Τα άτομα περνούν από πέντε δυναμικά στάδια (ενδεχόμενη μετακίνηση μεταξύ των σταδίων προτού φτάσουν στον τελικό δυναμικό στάδιο) πριν την υιοθέτηση μιας μακροπρόθεσμης συμπεριφοράς άσκησης Τα στάδια είναι τα εξής: Διαδικασίες αλλαγής 0 1 2 3 4 Στάδια αλλαγής Οι διαδικασίες αλλαγής (processes of change) αλληλεπιδρούν με διάφορα στάδια του δια-θεωρητικού μοντέλου για την επιτυχημένη αλλαγή στη συμπεριφορά άσκησης. Άλλοι παράγοντες είναι η αυτό-αποτελεσματικότητα, αντιλαμβανόμενο όφελος ή απώλεια, αντιμετώπιση ψυχολογικών εμποδίων.
Κοινωνικο γνωστική θεωρία Βιώσιμη εξήγηση για τη συμπεριφορά της άσκησης (Bandura, 1997). Υψηλού βαθμού στόχοι και αυτο-αποτελεσματικότητα στην άσκηση (exercise self-efficacy) για την επίτευξη στόχων στην άσκηση (DuCharme & Brawley, 1995, McAuley & Blissmer, 2000). Η αυτό-αποτελεσματικότητα στην άσκηση αποτελεί ισχυρό προγνωστικό παράγοντα της συμπεριφοράς άσκησης. Άτομα με αυτοπεποίθηση και πίστη στην επιτυχία διατήρησης ενός προγράμματος άσκησης είναι γενικώς επιτυχημένα. Τα αξιώματα της κοινωνικο-γνωστικής θεωρίας για τη συμπεριφορά άσκησης ενσωματώνονται με καλύτερο τρόπο σε άλλες θεωρίες. Η αυτό-αποτελεσματικότητα αποτελεί σημαντικό συστατικό της θεωρίας της σχεδιασμένης συμπεριφοράς και του δια-θεωρητικού μοντέλου. Σύμφωνα με σύγχρονες προσεγγίσεις καλύτερα αποτελέσματα προκύπτουν με την υιοθέτηση στοιχείων από διαφορετικές θεωρίες, σε μια στρατηγική βελτίωσης της συμπεριφοράς άσκησης σε άτομα που ζουν καθιστική ζωή.
Η καλή Φυσική Κατάσταση ως Ρυθμιστής του Στρες της Καθημερινής Ζωής Εμβολιασμός κατά του στρες (stress inoculation) Η ικανότητα των ατόμων να απομονώνονται, να προστατεύονται ή να «εμβολιάζονται» ενάντια στα άγχη της ζωής μέσα από την τακτική άσκηση. Σύμφωνα με έρευνες τα ψυχολογικά οφέλη που σχετίζονται με την τακτική άσκηση δεν απαιτούν βελτίωση της φυσικής κατάστασης (Rejeski, Brawley, & Schumaker, 1996) Η καλή αερόβια κατάσταση είναι όμως παράγοντας του εμβολιασμού έναντι του άγχους. Παιδιά και ενήλικοι με υγιείς συμπεριφορές που οδηγούν σε καλή φυσική κατάσταση, μπορούν να προστατευτούν από διάφορα σωματικά και ψυχολογικά προβλήματα υγείας καθ όλη τη διάρκεια της ζωής τους.
Στρες της Καθημερινής Ζωής (life stress ) Είναι το άθροισμα των καθημερινών ενοχλήσεων και προκλήσεων της ζωής. Τα άτομα που ασκούνται τακτικά και διατηρούν ένα υψηλό επίπεδο φυσικής κατάστασης είναι λιγότερο ευάλωτα σε αρνητικές επιδράσεις του άγχους της ζωής (Brown, 1981). Η άσκηση είναι μια αποτελεσματική μη-φαρμακευτική θεραπεία της υπέρτασης (Martin & Calfas, 1989) Η αερόβια άσκηση μειώνει την αρτηριακή πίεση ανεξάρτητα με την απώλεια βάρους ή τη δίαιτα.
Δεδομένων των πολλά υποσχόμενων επιδράσεων που έχει η άσκηση πάνω στο καθημερινό στρες, μεγάλο ερωτηματικό παραμένει το ότι πολλοί άνθρωποι δεν εκμεταλλεύονται αυτή την κατάσταση. Πιθανές εξηγήσεις: Έλλειψη ενημέρωσης για τις ωφέλιμες επιδράσεις του εμβολιασμού κατά του στρες που δημιουργεί η άσκηση. Σύμφωνα με έρευνες τα άτομα που ασχολούνται τακτικά με την άσκηση έχουν διακριτά χαρακτηριστικά προσωπικότητας Οι ασκούμενοι παρουσιάζουν ένα προφίλ αυξημένης επιφυλακτικότητας, ευφυίας, σοβαρότητας, φαντασίας, ευθύτητας και προσωπικής επάρκειας συγκριτικά με τους μη-ασκούμενους (Hartung & Farge, 1977). Απαντήθηκε θετικά το ερώτημα αν η προσωπικότητα στην νεαρό ενήλικη ζωή είναι προγνωστικός παράγοντας της συνήθειας για άσκηση στη μέση ηλικία (Schnurr, Vaillant & Vaillant, 1990)
καρκίνος, το ανοσοποιητικό σύστημα, ο HIV και η άσκηση o Η τακτική άσκηση με μέτρο έχει θετικές ψυχολογικές και βιολογικές επιδράσεις (μειωμένη επίπτωση του καρκίνου του μαστού και του παχέος εντέρου). o Τα άτομα με καρκίνο που ασκούνται τακτικά επωφελούνται από τη βελτιωμένη ψυχολογική ευεξία, τη συντήρηση του μυικού ιστού και το ενισχυμένο ανοσοποιητικό σύστημα. Άσκηση και καρκίνος Άσκηση και ανοσοποιητικό σύστημα Άσκηση και ιός της ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας (HIV) o Η μακροχρόνια έντονη και αγχογόνα άσκηση μπορεί να οδηγήσει σε διαταραχή της διάθεσης και σε καταστολή του ανοσοποιητικού συστήματος (λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού) (Rowbottom & Green, 2000). o Τα βραχύχρονα προγράμματα έντονης άσκησης δεν σχετίζονται με μείωση της λειτουργίας του ανοσοποιητικού. o Οι οροθετικοί παρουσιάζουν σημαντική αύξηση στο άγχος και σε άλλες καταστάσεις. Δυσφορίας. o Συναισθηματικοί παράγοντες, όπως η κατάθλιψη, συνδέονται με τη διευκόλυνση της ανάπτυξης του HIV. o Λόγω του ότι η άσκηση (αερόβια άσκηση, προπόνηση αντιστάσεων, διατατικές ασκήσεις και ασκήσεις ευλυγισίας) μειώνει το άγχος και την κατάθλιψη, επιβραδύνει και τις αρνητικές εξελίξεις των αρνητικών επιδράσεων του HIV.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΑΓΧΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΑΝΤΙΛΗΨΗ & ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ Το κοινωνικό άγχος για την κατασκευή του σώματος (social physique anxiety) είναι το άγχος που βιώνουν οι άνθρωποι όταν αντιλαμβάνονται ότι τα άλλα άτομα κρίνουν αρνητικά τη σωματική κατασκευή τους. Σε μια προσπάθεια ποσοστικοποίησης του βαθμού στον οποίο οι άνθρωποι βιώνουν το κοινωνικό άγχος για την κατασκευή του σώματός τους,ερευνητές ανέπτυξαν την Κλίμακα Κοινωνικού Άγχους για την Κατασκευή του Σώματος (Social Physique Anxiety Scale: SPAS)
Σωματική αυτο-αντίληψη(physical self-concept) είναι η αντίληψη που έχουν οι άνθρωποι σχετικά με τη σωματική τους υπόσταση. Η σωματική αυτό-αντίληψη μετριέται με το Προφίλ της Σωματικής αυτό-αντίληψης (PSPP: Physical self-perception profile), το οποίο μετράει την αντιλαμβανόμενη ελκυστικότητα του σώματος και τις αντιλήψεις για τη σωματική επάρκεια και τη δύναμη. Το PSPP αποτελεί το θεμέλιο αυτού που έχει γίνει γνωστό ως Ιεραρχικό Μοντέλο Σωματικής Αυτό-αντίληψης του Fox, το οποίο προβλέπει ότι η θετική σωματική αυτό-αντίληψη συμβάλλει στην ανάπτυξη της συνολικής αυτοεκτίμησης.
Η εικόνα του σώματος (body image) αναφέρεται στις εικόνες ή τα είδωλα που έχουν οι άνθρωποι για το σώμα τους. Η εικόνα του σώματος μετριέται με τη χρήση του Πολυδιάστατου Ερωτηματολογίου για τις σχέσεις Σώματος-Εαυτού (Multidimentional Body-self relations questionnaire: MBSRQ), το οποίο μετρά την ικανοποίηση από την εμφάνιση του σώματος, τη φυσική κατάσταση και την υγιεία καθώς και τον προσανατολισμό σε σχέση με την εμφάνιση του σώματος, τη φυσική κατάσταση και την υγεία.
ΕΘΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ Ο εθισμός στην άσκηση (exercise addiction) ορίζεται ως η ψυχοφυσιολογική εξάρτηση σε τακτικό πρόγραμμα άσκησης. Ο υπερ-προσκολλημένος(super-adherer) θεωρείται γενικά ο εθισμένος στην άσκηση. Ένας άλλος όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τον εθισμένο ασκούμενο είναι ο όρος εξαρτημένος (ασκησιομανής) δρομέας (obligatory runner). Η Κλίμακα Εθισμού στο Τρέξιμο (RAS: Running Addiction Scale) αναπτύχθηκε για να εκτιμήσει τον εθισμό στην άσκηση.
ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ Οι πραγματικές κλινικά διαγνωσμένες διατροφικές διαταραχές είναι σχετικά σπάνιες ανάμεσα στους αθλητές και στους ενθουσιώδεις οπαδούς της φυσικής δραστηριότητας. Σ αυτό το χώρο κυριαρχεί πολύ περισσότερο μια ολόκληρη σειρά από παθολογικές υποκλινικές διατροφικές διαταραχές.
ΚΛΙΝΙΚΑ ΔΙΑΓΝΩΣΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΨΥΧΟΓΕΝΗΣ ΑΝΟΡΕΞΙΑ ΨΥΧΟΓΕΝΗΣ ΒΟΥΛΙΜΙΑ
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΔΙΑΤΑΡΑΧΩΝ ΑΝΟΡΕΞΙΑ Σοβαρή απώλεια βάρους Άρνηση για διατήρηση ενός φυσιολογικού σωματικού βάρους Έντονος φόβος αύξησης του βάρους ή πάχυνση Σοβαρή διαταραχή της εικόνας του σώματος Στις γυναίκες, απουσία 3 ή περισσότερων συνεχόμενων εμμηνορρυσιών (αμηνόρροια) ΒΟΥΛΙΜΙΑ Λαιμαργία στο φαγητό και μετά αποβολή τουλάχιστον 2 φορές τη βδομάδα επι 3 μήνες Απώλεια αυτοελέγχου Σοβαρή διαταραχή της εικόνας του σώματος
ΜΗ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΖΟΜΕΝΕΣ-ΥΠΟΚΛΙΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ (subclinical eating EDNOS Αθλητική ανορεξία disorders) Χαρακτηριστικά διατροφικών διαταραχών: 1. Νηστεία/ασιτία 2. Διαιτητικά χάπια 3. Διουρητικά 4. Καθαρτικά-Υποκλισμούς 5. Εμέτους 6. Ελεύθερες από λιπαρά δίαιτες 7. Σάουνες 8. Υπερβολική άσκηση
ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΚΑΙ ΜΗ ΥΓΙΕΙΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΕΣ ΑΣΚΗΣΗΣ Ο Yates (1987, 1991) έκανε την υπόθεση ότι οι άνδρες (εξαρτημένοι, ασκησιομανείς) δρομείς και οι ανορεξικές γυναίκες έχουν κοινά χαρακτηριστικά προσωπικότητας και μια κοινή ορμή να είναι αδύνατοι, τα οποία αποκτούν μέσα από την υπερβολικά άσκηση. Ο Yates ονόμασε την άποψη υπόθεση ανάλογη προς την ανορεξία (anorexia analogue hypothesis), ενώ ο Dess (2000) την αναφέρει ως ανορεξία δραστηριότητας (activity anorexia).
ΜΥΪΚΗ ΔΥΣΜΟΡΦΙΑ Οι άνδρες αρσιβαρίστες που πάσχουν από μυϊκή δυσμορφία διαφέρουν από τους φυσιολογικούς αρσιβαρίστες σε πολλά σημεία, περιλαμβανομένων τη δυσαρέσκειας με το σώμα τους, των διατροφικών διαταραχών, της χρήσης αναβολικών στεροειδών και των διαταραχών διάθεσης. Ως μυϊκή δυσμορφία (muscle dysmorphia) ορίζεται η εμμονή του ατόμου στην ιδέα ότι δεν είναι αρκετά μυώδες. Εξαιτίας της ομοιότητας με την ψυχογενή ανορεξία,η διαταραχή αυτή έχει ονομασθεί αντίστροφη ψυχογενής ανορεξία.
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΒΑΡΟΥΣ ΠΑΛΑΙΣΤΩΝ Οι αρνητικές ψυχολογικές επιδράσεις της ταχείας απώλειας βάρους ή του «κοψίματος» στην προετοιμασία για αγώνες είναι καλά τεκμηριωμένες. Η γρήγορη απώλεια βάρους μέσα από συμπεριφορές που καταγράφηκαν στον πίνακα καταλήγουν σε μείωση του όγκου του πλάσματος, αφυδάτωση και υπογλυκαιμία. Η έρευνα των Choma, Sforzo και Keller (1998) έδειξε ότι και αυτή η ανθυγιεινή πρακτική καταλήγει σε μείωση της γνωστικής λειτουργικότητας. Η ταχεία απώλεια βάρους φαίνεται να μην παρέχει καμία τεκμηριωμένη ανταμοιβή ή πλεονέκτημα, ενώ είναι πιο εμφανή τα μειονεκτήματα.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΑΣ