α) Παραγωγοί-εξαγωγείς στην Ταϊβάν

Σχετικά έγγραφα
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

στην ανακοίνωση για την έναρξη, έγιναν δεκτά σε ακρόαση. Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 332/17

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 80/7

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 29 Ιουνίου 2012 (OR. en) 11628/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0155 (NLE) ANTIDUMPING 55 COMER 155

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 26 Αυγούστου 2011 (OR. en) 13456/11 Διοργανικός φάκελος: 2011/0215 (NLE) ANTIDUMPING 79 COMER 161

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση KANONIΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛIΟΥ

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 94/5

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

(Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

(Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

L 59/12 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 7 Οκτωβρίου 2008 (OR. en) 13063/08 ANTIDUMPING 101 COMER 171 ASIE 93 CHINE 62

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 379/65

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση KΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

12659/09 ΖΑC/dch DG E II

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Σχέδιο ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Πρόταση ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Έγγραφο εργασίας της ΓΔ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΣΧΕΔΙΟ ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΩΝ ΓΡΑΜΜΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΩΣΙΑΚΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ

Πρόταση ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Πρόταση ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

L 316/8 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 70/5

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟY ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Πρόταση ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

(Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΣΧΕΤ. : Η αριθ. πρωτ. Δ 17 Ε ΕΞ 2013/ Δ.Υ.Ο.

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. ΠΡΟΤΑΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (EΚ) αριθ. /2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ. L 37/2 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 20 Ιουνίου 2011 (OR. en) 11546/11 Διοργανικός φάκελος: 2011/0151 (NLE) ANTIDUMPING 54 COMER 119

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

(4) Κατόπιν της επανεξέτασης για τη λήξη των μέτρων που Ενδιάμεσες επανεξετάσεις που. (5) Η Επιτροπή έλαβε δύο αιτήσεις για μερική ενδιάμεση

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΟΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, ιεχοντας υπόψη:

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Πρόταση Ο ΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

DGC 1A EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 23 Νοεμβρίου 2017 (OR. en) 2016/0351 (COD) PE-CONS 50/17 COMER 103 WTO 225 ANTIDUMPING 13 CODEC 1519

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

A8-0236/22

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Αποτελέσματα Α Εξαμήνου 2018

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 21 Αυγούστου 2009 (OR. en) 12593/1/09 REV 1 ANTIDUMPING 56 COMER 122 ASIE 71

Ηαποδοτικότητατουαγροτικού µάρκετινγκ. ΝτουµήΠ. Α.

Εισαγωγικό Σηµείωµα. Η Ελλάδα σε Αριθµούς περιλαµβάνονται στην τρέχουσα έκδοση του τόµου «Η Ελλάδα σε Αριθµούς».

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(5) Στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας, η Επιτροπή. (6) Όπως περιγράφεται στις κατωτέρω αιτιολογικές σκέψεις (33)

Ε Λ Τ Ι Ο Τ Υ Π Ο Υ. Πέµπτη, 25 Ιουνίου, 2009

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

(Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση)

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

την κάλυψη σε επιφανειακά ή υπόγεια δίκτυα και/ή ανοίγματα επιφανειακών ή υπόγειων δικτύων, καθώς επίσης και για

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 343/51

Ειδικό Παράρτημα. Α Χρηματοοικονομικοί δείκτες: Ανάλυση κατά κλάδο και τομέα

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

17055/11 IKS+GA/ag DG K

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Σύσταση για ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

6661/11 ROD/nm+ag TEFS

Συνημμένα : σελίδα 1 Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 94/17

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Transcript:

L 334/8 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 18.12.2001 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 2479/2001 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 17ης εκεµβρίου 2001 για την επιβολή προσωρινού δασµού αντιντάµπινγκ στις εισαγωγές οπτικών δίσκων µε δυνατότητα εγγραφής καταγωγής Ταϊβάν Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, τον κανονισµό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συµβουλίου, της 22ας εκεµβρίου 1995, για την άµυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείµενο ντάµπινγκ ή επιδοτήσεων εκ µέρους χωρών µη µελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ( 1 ), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισµό (ΕΚ) αριθ. 2328/2000 ( 2 ), και ιδίως το άρθρο 7, Κατόπιν διαβουλεύσεων µε τη συµβουλευτική επιτροπή, Εκτιµώντας τα ακόλουθα: Α. ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ (1) Στις 31 Μαρτίου 2001, η Επιτροπή, µε ανακοίνωση που δηµοσιεύτηκε στην Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ( 3 ), ανήγγειλε την έναρξη διαδικασίας αντιντά- µπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές στην Κοινότητα οπτικών δίσκων µε δυνατότητα εγγραφής (εφεξής «CD-R») καταγωγής Ταϊβάν και άρχισε έρευνα. (2) Η έρευνα υποκινήθηκε από καταγγελία που υπέβαλε τον Φεβρουάριο του 2001 η επιτροπή ευρωπαίων κατασκευαστών CD-R («CECMA»), ενεργώντας εξ ονόµατος των παραγωγών που αντιπροσωπεύουν το µεγαλύτερο µέρος της συνολικής κοινοτικής παραγωγής CD-R. H καταγγελία περιείχε αποδεικτικά στοιχεία για την άσκηση πρακτικής ντάµπινγκ όσον αφορά το υπό εξέταση προϊόν, καθώς και για τη σηµαντική ζηµία που προκλήθηκε από αυτήν. Τα αποδεικτικά αυτά στοιχεία θεωρήθηκε ότι επαρκούν για να δικαιολογηθεί η έναρξη διαδικασίας. (3) Η Επιτροπή ενηµέρωσε επίσηµα τους καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς, καθώς και τους λοιπούς γνωστούς κοινοτικούς παραγωγούς, τους παραγωγούς-εξαγωγείς, τους εισαγωγείς, τους χρήστες και τους προµηθευτές πρώτων υλών που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται, καθώς και τους εκπροσώπους της Ταϊβάν για την έναρξη της διαδικασίας. Τα ενδιαφερόµενα µέρη είχαν τη δυνατότητα να εκθέσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση εντός της προθεσµίας που προβλεπόταν στην ανακοίνωση σχετικά µε την έναρξη της διαδικασίας. (4) Ορισµένοι παραγωγοί-εξαγωγείς της Ταϊβάν και η ένωση αυτών, καθώς και οι καταγγέλλοντες και άλλοι κοινοτικοί παραγωγοί και εισαγωγείς γνωστοποίησαν γραπτώς τις απόψεις τους. Όλα τα µέρη που υπέβαλαν σχετική αίτηση εντός της προαναφερθείσας προθεσµίας και ανέφεραν ότι είχαν ειδικούς λόγους για να γίνουν δεκτά σε ακρόαση, έγιναν πράγµατι δεκτά. (5) Ορισµένα µέρη ισχυρίστηκαν ότι οι καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί δεν πληρούσαν τους όρους του άρθρου 5 παράγραφος 4 του κανονισµού (ΕΚ) αριθ. 384/96 (εφεξής ( 1 )ΕΕL 56 της 6.3.1996, σ. 1. ( 2 )ΕΕL 257 της 11.10.2000, σ. 2. ( 3 )ΕΕC 102 της 31.3.2001, σ. 2. «ο βασικός κανονισµός»). Στο πλαίσιο αυτό, ο έλεγχος της Επιτροπής πριν από την έναρξη της διαδικασίας έδειξε ότι πληρούνταν τόσο το όριο του 25 % όσο και το όριο του 50 %. Πράγµατι, οι καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί αντιπροσώπευαν άνω του 26 % της συνολικής κοινοτικής παραγωγής και ουδείς επιλέξιµος κοινοτικός παραγωγός εξέφρασε την αντίθεση του στην έναρξη της έρευνας. Σηµειωτέον ότι, µε βάση τα διαθέσιµα στοιχεία σχετικά µε τους κοινοτικούς παραγωγούς (καθώς και όσον αφορά τη σχέση τους µε τους παραγωγούς-εξαγωγείς της Ταϊβάν και το ποσοστό εισαγωγής του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής Ταϊβάν), η Επιτροπή αποφάσισε, σύµφωνα µε το άρθρο 4 παράγραφος 1 του βασικού κανονισµού, να αποκλείσει έξι παραγωγούς στο πλαίσιο του ορισµού της συνολικής κοινοτικής παραγωγής, εκ των οποίων κανείς δεν περιλαµβάνετο στους καταγγέλλοντες. (6) Λόγω του µεγάλου αριθµού παραγωγών-εξαγωγέων στην Ταϊβάν, η Επιτροπή εξέτασε το ενδεχόµενο να εφαρµόσει τεχνικές δειγµατοληψίας σύµφωνα µε το άρθρο 17 του βασικού κανονισµού. Η Επιτροπή, προς το σκοπό αυτό, έστειλε ερωτηµατολόγια σε αντιπροσωπευτικό δείγµα παραγωγών-εξαγωγέων της Ταϊβάν από τους οποίους έλαβε λεπτοµερείς πληροφορίες (βλέπε αιτιολογική σκέψη 17). Σύµφωνα µε το ίδιο άρθρο 17 του βασικού κανονισµού, και ενόψει του µεγάλου αριθµού εισαγωγέων, εξετάστηκε η δυνατότητα εφαρµογής τεχνικών δειγµατοληψίας. Ωστόσο, µόνον πέντε εισαγωγείς προσήλθαν και υπέβαλαν πληροφορίες όπως ορίζεται στην ανακοίνωση για την έναρξη της έρευνας. Η Επιτροπή απέστειλε ερωτηµατολόγια στους εν λόγω εισαγωγείς, εκ των οποίων µόνον τρεις απέστειλαν απαντήσεις. Επίσης, η Επιτροπή απέστειλε ερωτηµατολόγια σε όλα τα γνωστά ενδιαφερόµενα µέρη και έλαβε απαντήσεις από τους τέσσερις καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς, καθώς και από δέκα άλλους κοινοτικούς παραγωγούς, οι οποίες θεωρήθηκαν πλήρεις και σηµαντικές. (7) Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που έκρινε αναγκαίες για το σκοπό του προκαταρκτικού προσδιορισµού του ντάµπινγκ, της ζηµίας και του συµφέροντος της Κοινότητας, και πραγµατοποίησε επισκέψεις επαλήθευσης στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων εταιρειών: α) Παραγωγοί-εξαγωγείς στην Ταϊβάν Auvistar Industry Co., Chung-Li Princo Corporation, Hsinchu Prodisc Technology Inc., Ταϊπέι Ritek Corporation, Hsinchu Unidisc Technology Co., Ταϊπέι β) Συνδεδεµένοι εισαγωγείς στην Κοινότητα Multimedia Info-Tech Ltd, Μπέλφαστ, Βόρεια Ιρλανδία

18.12.2001 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων L 334/9 γ) Παραγωγοί στην Κοινότητα Computer Support Italcard SRL, Μιλάνο, Ιταλία CPO Magnetic Products BV, Oosterhout, Κάτω Χώρες Fuji Magnetics GmbH, Kleve, Γερµανία Matsushita Media Manufacturing Ireland Ltd, Youghal, Ιρλανδία Mitsui Advanced Média SA, Ensisheim, Γαλλία MPO Media SAS, Averton, Γαλλία TDK Recording Media Europe SA, Bascharage, Λουξεµβούργο. (8) H έρευνα για το ντάµπινγκ και τη ζηµία κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου έως τις 31 εκεµβρίου 2000 (εφεξής «περίοδος έρευνας»). Η ανάλυση των τάσεων που είχαν σχέση µε τον προσδιορισµό της ζηµίας κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 1997 έως το τέλος της περιόδου έρευνας (εφεξής η «υπό εξέταση περίοδος»). Β. ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙ ΕΣ ΠΡΟΪΟΝ 1. Υπό εξέταση προϊόν (9) Το υπό εξέταση προϊόν είναι οι οπτικοί δίσκοι µε δυνατότητα εγγραφής (CD-R) που υπάγεται επί του παρόντος στον κωδικό ΣΟ ex 8523 90 00. (10) Οι CD-R είναι δίσκοι από πολυκαρβονικό υλικό, επενδεδυ- µένοι µε χρωστική στρώση, µε στρώση ανακλαστικού υλικού, όπως χρυσού ή αργύρου, και µε στρώση προστατευτικού υλικού. Η εγγραφή στους δίσκους αυτούς γίνεται µόνο µία φορά και ως εκ τούτου οι δίσκοι θεωρούνται τύπου «WORM» (Write Once Read Many γράφεται µία φορά, διαβάζεται πολλές). Οι δίσκοι αποτελούν υποθέµατα για αποθήκευση ψηφιακών δεδοµένων ή µουσικής. Η εγγραφή είναι δυνατή όταν η χρωστική στρώση εκτίθεται σε υπέρυθρη δέσµη λέιζερ σε µια συσκευή εγγραφής CD-R. Οι CD-R διαχωρίζονται αναλόγως του τύπου των δεδο- µένων που αποθηκεύονται σε αυτούς (CD-R δεδοµένων και CD-R µουσικής), της χωρητικότητας, της ανακλαστικής µεταλλικής στρώσης (κυρίως από άργυρο) και του εάν φέρουν ή όχι εκτύπωση. Επίσης, το προϊόν πωλείται σε διαφορετικές ποιότητες και υπάρχει στην αγορά σε διαφορετικές συσκευασίες και συνηθέστερα σε κανονικές ή λεπτές θήκες του ενός CD-R, σε θερµοσυστελλόµενες συσκευασίες των δέκα ή των 100 CD- R, σε κουτιά των δέκα ή των 100 CD-R, σε φακέλους του ενός CD-R συσκευασµένους σε σελοφάν, σε κιβώτια από χαρτόνι κ.λπ. Παρόλο που µπορούν να διαφέρουν οι πιθανές ειδικές χρήσεις και η ποιότητα διαφόρων τύπων CD-R, αυτό δεν δηµιουργεί σηµαντικές διαφορές στα βασικά φυσικά χαρακτηριστικά των διαφόρων τύπων. Συνεπώς, θεωρούνται ως ενιαίο προϊόν για τους σκοπούς της παρούσας έρευνας. 2. Οµοειδές προϊόν (11) Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν διαφορές στα βασικά φυσικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και τις χρήσεις των CD-R που εισήχθησαν στην Κοινότητα από την Ταϊβάν και των CD-R που παρήχθησαν από τον καταγγέλλοντα και άλλους κοινοτικούς παραγωγούς και πωλήθηκαν στην κοινοτική αγορά. ιαπιστώθηκε επίσης ότι δεν υπάρχει διαφορά µεταξύ των CD-R που παρήχθησαν στην Ταϊβάν και εξήχθησαν προς την Ευρωπαϊκή Κοινότητα και αυτών που πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά της Ταϊβάν. Συνεπώς, συνήχθη το συµπέρασµα ότι τόσο οι CD-R που παρήχθησαν και πωλήθηκαν από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής στην κοινοτική αγορά όσο και οι CD-R που παρήχθησαν και πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά της Ταϊβάν ήταν, κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισµού, όµοιοι µε τους CD-R που εισήχθησαν στην Κοινότητα από την Ταϊβάν. Γ. ΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑ α) ειγµατοληψία των εξαγωγέων της Ταϊβάν (12) Λόγω του µεγάλου αριθµού των παραγωγών-εξαγωγέων στην Ταϊβάν, η Επιτροπή αποφάσισε ότι θα ήταν σκόπιµο να εφαρµόσει τεχνικές δειγµατοληψίας σύµφωνα µε το άρθρο 17 του βασικού κανονισµού. (13) Για να µπορέσει η Επιτροπή να επιλέξει δείγµα εταιρειών, σύµφωνα µε το άρθρο 17 παράγραφος 2 του βασικού κανονισµού, οι παραγωγοί-εξαγωγείς κλήθηκαν να αναγγελθούν εντός τριών εβδοµάδων από την έναρξη της διαδικασίας και να υποβάλουν βασικές πληροφορίες σχετικά µε τις εξαγωγικές και τις εγχώριες πωλήσεις τους, τις ακριβείς τους δραστηριότητες όσον αφορά την παραγωγή του εν λόγω προϊόντος και τις επωνυµίες και τις δραστηριότητες όλων των συνδεδεµένων εταιρειών στον τοµέα της παραγωγής ή/και της πώλησης του υπό εξέταση προϊόντος. Η Επιτροπή ήρθε επίσης σε επαφή για το θέµα αυτό µε τις αρχές της Ταϊβάν και την ένωση παραγωγών-εξαγωγέων της Ταϊβάν, που δεν εξέφρασαν αντιρρήσεις σχετικά µε τη χρησι- µοποίηση της δειγµατοληπτικής µεθόδου. β) Προεπιλογή συνεργαζόµενων εταιρειών (14) εκατέσσερις εταιρείες στην Ταϊβάν παρουσιάστηκαν και παρείχαν τις απαιτούµενες πληροφορίες εντός της προθεσµίας των τριών εβδοµάδων που καθορίζει το άρθρο 17 παράγραφος 2 του βασικού κανονισµού. Ωστόσο, µόνον δώδεκα εταιρείες ανέφεραν εξαγωγές προς την Κοινότητα κατά την περίοδο έρευνας. Αυτές οι εταιρείες, οι οποίες εξήγαγαν το υπό εξέταση προϊόν στην Κοινότητα κατά την περίοδο της έρευνας και εξέφρασαν την επιθυµία να συµµετέχουν στη δειγµατοληψία, θεωρήθηκαν αρχικά ως συνεργαζόµενες εταιρείες και λήφθηκαν υπόψη στην επιλογή του δείγµατος. Οι εν λόγω εταιρείες αντιπροσωπεύουν περίπου το 88 % των συνολικών εξαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος από την Ταϊβάν στην Κοινότητα. (15) Οι εταιρείες που δεν αναγγέλθηκαν εντός του διαστήµατος των τριών εβδοµάδων, θεωρήθηκε ότι δεν συνεργάστηκαν στην έρευνα. γ) Επιλογή του δείγµατος (16) Σύµφωνα µε το άρθρο 17 παράγραφος 1 του βασικού κανονισµού, το δείγµα επιλέχθηκε µε βάση τον µεγαλύτερο αντιπροσωπευτικό όγκο εξαγωγών, για τον οποίο ήταν εύλογο να διεξαχθεί έρευνα εντός του διαθέσιµου χρόνου. Στη βάση αυτή, έξι εταιρείες της Ταϊβάν (περιλαµβανοµένων τεσσάρων συνδεδεµένων παραγωγών-εξαγωγέων του ιδίου οµίλου) επιλέχθηκαν για τη δειγµατοληψία κατόπιν συνεννόησης µε την ένωση παραγωγών-εξαγωγέων της Ταϊβάν. Οι αρχές της Ταϊβάν ενηµερώθηκαν σχετικά.

L 334/10 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 18.12.2001 (17) Οι έξι συνεργαζόµενες εταιρείες που τελικά δεν λήφθηκαν υπόψη στη δειγµατοληψία, ενηµερώθηκαν για το γεγονός ότι ο δασµός αντιντάµπινγκ επί των εξαγωγών τους θα υπολογιζόταν σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 9 παράγραφος 6 του βασικού κανονισµού. Ορισµένες από τις εταιρείες αυτές αρχικά εξέφρασαν την πρόθεση τους να ζητήσουν ατοµικό περιθώριο σύµφωνα µε το άρθρο 17 παράγραφος 3 του βασικού κανονισµού, σε περίπτωση που δεν ληφθούν υπόψη στη δειγµατοληψία. Ωστόσο, κανένα τεκµηριωµένο αίτηµα δεν ελήφθη µέχρι το τέλος της προθεσµίας που καθορίζεται στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας. (18) Απεστάλησαν ερωτηµατολόγια προς συµπλήρωση και στις έξι εταιρείες που επιλέχθηκαν αρχικά για το δείγµα. Ωστόσο, µία από τις εταιρείες αυτές αποφάσισε τελικά να µην απαντήσει στο ερωτηµατολόγιο. Κατά συνέπεια, η εν λόγω εταιρεία ενηµερώθηκε ότι δεν ήταν δυνατό να θεωρείται πλέον ότι συνεργάστηκε κατά την έρευνα και ότι ως εκ τούτου θα έπρεπε να έχει την ίδια µεταχείριση µε άλλες µη συνεργαζόµενες εταιρείες. Εποµένως, το ποσοστό έλλειψης συνεργασίας αυξήθηκε στο 22 % των συνολικών εξαγωγών προς την Κοινότητα. 3. Κανονική αξία. ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ (19) Σύµφωνα µε το άρθρο 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισµού, η Επιτροπή εξέτασε, πρώτον, κατά πόσον οι εγχώριες πωλήσεις CD-R σε ανεξάρτητους πελάτες από έκαστο των παραγωγών-εξαγωγέων ήταν αντιπροσωπευτικές, ήτοι κατά πόσον ο συνολικός όγκος αυτών των πωλήσεων ήταν ίσος ή µεγαλύτερος από το 5 % του συνολικού όγκου των αντίστοιχων εξαγωγικών πωλήσεων στην Κοινότητα. Από την εκτίµηση αυτή προέκυψε ότι όλοι οι παραγωγοίεξαγωγείς που έλαβαν µέρος στην έρευνα πραγµατοποίησαν αντιπροσωπευτικές πωλήσεις CD-R στις εγχώριες αγορές τους κατά την περίοδο έρευνας. (20) Η Επιτροπή θεώρησε τους τύπους του προϊόντος που πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά, οι οποίοι είχαν παρόµοια χωρητικότητα, µεταλλική στρώση, εκτύπωση, ποιότητα και χρήσεις, ως άµεσα συγκρίσιµους. (21) Οι εγχώριες πωλήσεις ενός συγκεκριµένου τύπου προϊόντος θεωρήθηκε ότι είναι αρκετά αντιπροσωπευτικές εφόσον ο όγκος του εν λόγω τύπου προϊόντος που πωλήθηκε στην εγχώρια αγορά σε ανεξάρτητους πελάτες κατά την περίοδο έρευνας αντιπροσώπευε 5 % ή περισσότερο του συνολικού όγκου του συγκρίσιµου τύπου προϊόντος που πωλήθηκε προς εξαγωγή στην Κοινότητα. (22) Η Επιτροπή στη συνέχεια εξέτασε κατά πόσον οι εγχώριες πωλήσεις κάθε εταιρείας θα πρέπει να θεωρηθεί ότι πραγµατοποιήθηκαν στο πλαίσιο συνήθων εµπορικών πράξεων σύµφωνα µε το άρθρο 2 παράγραφος 4 του βασικού κανονισµού. Για τον σκοπό αυτό, υπολογίστηκε το ποσοστό εγχώριων πωλήσεων σε ανεξάρτητους πελάτες, καθενός από τους εξαγόµενους τύπους προϊόντος που πωλήθηκαν µε ζηµία στην εγχώρια αγορά κατά την περίοδο έρευνας: α) για τους τύπους προϊόντος για τους οποίους περισσότερο από το 80 % κατ όγκο των πωλήσεων στην εγχώρια αγορά πραγµατοποιήθηκε σε τιµές όχι κατώτερες του κόστους ανά µονάδα, και στις περιπτώσεις που η µέση σταθµισµένη τιµή πώλησης ήταν ίση ή ανώτερη του µέσου σταθµισµένου κόστους παραγωγής, ως κανονική αξία, για κάθε τύπο προϊόντος, υπολογίστηκε ο σταθµισµένος µέσος όρος όλων των τιµών των εγχωρίων πωλήσεων του εν λόγω τύπου προϊόντος β) για τους τύπους προϊόντος για τους οποίους τουλάχιστον 10 %, αλλά όχι περισσότερο από 80 %, κατ όγκο των πωλήσεων στην εγχώρια αγορά πραγµατοποιήθηκαν σε τιµές κατώτερες του κόστους ανά µονάδα, ως κανονική αξία, ανά τύπο προϊόντος, υπολογίστηκε ο σταθµισµένος µέσος όρος των τιµών των εγχώριων πωλήσεων που πραγµατοποιήθηκαν σε τιµές ίσες ή ανώτερες του κόστους ανά µονάδα του υπό εξέταση τύπου προϊόντος γ) για τους τύπους προϊόντος για τους οποίους λιγότερο από το 10 %, κατ όγκο πωλήθηκε στην εγχώρια αγορά, σε τιµή όχι κατώτερη του κόστους ανά µονάδα, θεωρήθηκε ότι ο εν λόγω τύπος προϊόντος δεν πωλήθηκε κατά τις συνήθεις εµπορικές συναλλαγές και συνεπώς η κανονική αξία κατασκευάστηκε. (23) Για όλους τους τύπους που πωλήθηκαν για εξαγωγή στην Κοινότητα από µια εταιρεία που αποτέλεσε αντικείµενο έρευνας, και για ορισµένους τύπους που πωλήθηκαν για εξαγωγή στην Κοινότητα από τις άλλες τέσσερις εταιρείες που αποτέλεσαν αντικείµενο έρευνας, διαπιστώθηκε ότι οι εγχώριες πωλήσεις πραγµατοποιήθηκαν κατά τις συνήθεις εµπορικές πράξεις. Η κανονική αξία για τον αντίστοιχο τύπο προϊόντος βασίστηκε στις τρέχουσες καταβληθείσες ή καταβλητέες τιµές από ανεξάρτητους πελάτες στην εγχώρια αγορά της Ταϊβάν, κατά την περίοδο έρευνας, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του βασικού κανονισµού. (24) Για τους τύπους του προϊόντος που δεν υπάγονται στις συνήθεις εµπορικές πράξεις, καθώς και για τους τύπους του προϊόντος που δεν πωλήθηκαν σε αντιπροσωπευτικές ποσότητες στην εγχώρια αγορά, η κανονική αξία κατασκευάστηκε. Τέσσερις εταιρείες που αποτέλεσαν αντικείµενο της έρευνας πωλούσαν παρόµοιους τύπους του προϊόντος για εξαγωγή στην Κοινότητα. (25) Για την κατασκευή της κανονικής αξίας σύµφωνα µε το άρθρο 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισµού, τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα που προέκυψαν και το µέσο σταθµισµένο κέρδος που απεκόµισαν οι συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς επί των εγχώριων πωλήσεων του οµοειδούς προϊόντος, κατά τις συνήθεις εµπορικές πράξεις, κατά την περίοδο έρευνας, προστέθηκαν στο δικό τους µέσο κόστος παραγωγής κατά την περίοδο έρευνας. Όπου κρίθηκε απαραίτητο, το κόστος παραγωγής και τα γενικά και διοικητικά έξοδα που αναφέρθηκαν διορθώθηκαν πριν χρησιµοποιηθούν στις συνήθεις εµπορικές πράξεις και για την κατασκευή της κανονικής αξίας. 4. Τιµή εξαγωγής (26) Για όλες τις εξαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος που πραγµατοποιήθηκαν απευθείας σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα, και από τους πέντε παραγωγούς-εξαγωγείς που αποτέλεσαν αντικείµενο της έρευνας, η τιµή εξαγωγής καθορίσθηκε σύµφωνα µε το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισµού, µε βάση τις πράγµατι καταβληθείσες ή καταβλητέες τιµές εξαγωγής.

18.12.2001 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων L 334/11 ύο παραγωγοί-εξαγωγείς που αποτέλεσαν αντικείµενο της έρευνας πωλούσαν και αυτοί το υπό εξέταση προϊόν σε συνδεδεµένα µέρη στην Κοινότητα. Για τις εξαγωγές αυτές, η τιµή εξαγωγής καθορίστηκε σύµφωνα µε το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισµού, µε βάση την τιµή στην οποία τα εισαχθέντα προϊόντα µεταπωλήθηκαν για πρώτη φορά σε ανεξάρτητο αγοραστή. Για το σκοπό αυτό, έγιναν προσαρµογές για να ληφθεί υπόψη το συνολικό κόστος, περιλαµβανοµένων των δασµών και των φόρων, που προέκυψε µεταξύ της εισαγωγής και της µεταπώλησης, καθώς και τα κέρδη που κανονικά αποκοµίσθηκαν, για τον καθορισµό αξιόπιστης τιµής εξαγωγής. 5. Σύγκριση (27) Η σύγκριση µεταξύ της κανονικής αξίας και της τιµής εξαγωγής πραγµατοποιήθηκε σε επίπεδο τιµής «εκ του εργοστασίου». Για λόγους ορθής σύγκρισης µεταξύ της κανονικής αξίας και της τιµής εξαγωγής, έγιναν οι απαραίτητες προσαρµογές για τις διαφορές που επηρεάζουν τη δυνατότητα σύγκρισης των τιµών, σύµφωνα µε το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισµού. Για όλους τους παραγωγούς-εξαγωγείς που αποτέλεσαν αντικείµενο της έρευνας, πραγµατοποιήθηκαν προσαρµογές για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές στο κόστος µεταφοράς, θαλάσσιων ναύλων, ασφάλισης, διεκπεραίωσης, φόρτωσης και τα παρεπόµενα έξοδα, στο κόστος πίστωσης, στο κόστος εγγύησης και στις προµήθειες, όπου κρίθηκε απαραίτητο και αιτιολογηµένο. ύο παραγωγοί-εξαγωγείς ζήτησαν ειδική προσαρµογή για τις διαφορές στις µέσες ποσότητες αγοράς. Οι εν λόγω εταιρείες ισχυρίστηκαν ότι χρέωναν χαµηλότερες τιµές για την αγορά µεγαλύτερων ποσοτήτων και ότι η µέση ποσότητα αγοράς για πώληση στην Κοινότητα ήταν σηµαντικά υψηλότερη από τη µέση ποσότητα αγοράς στην εγχώρια αγορά. Ωστόσο, οι εν λόγω εταιρείες δεν µπορούσαν να αποδείξουν, όπως ορίζει το άρθρο 2 παράγραφος 10 στοιχείο κ) του βασικού κανονισµού, ότι οι πελάτες στην εγχώρια αγορά συστηµατικά πλήρωναν διαφορετικές τιµές εξαιτίας των διαφορών στις ποσότητες αγοράς. Συνεπώς, το αίτηµα αυτό απορρίφθηκε. 6. Περιθώρια ντάµπινγκ α) Περιθώριο ντάµπινγκ για τις εταιρείες που αποτέλεσαν αντικείµενο της έρευνας (28) Τα περιθώρια ντάµπινγκ καθορίστηκαν µε βάση τη σύγκριση της µέσης σταθµισµένης κανονικής αξίας µε τη µέση σταθµισµένη τιµή εξαγωγής ανά τύπο προϊόντος. Ωστόσο, τα περιθώρια ντάµπινγκ καθορίστηκαν µε βάση τη σύγκριση ανά τύπο προϊόντος της µέσης σταθµισµένης κανονικής αξίας µε τις τιµές όλων των επιµέρους εξαγωγικών συναλλαγών όταν διαπιστώθηκε ότι υπήρχαν τιµές εξαγωγής που διέφεραν σηµαντικά µεταξύ των χρονικών περιόδων και το πραγµατικό εύρος της πρακτικής ντάµπινγκ δεν αντικατοπτριζόταν στη σύγκριση της µέσης σταθµισµένης κανονικής αξίας µε τη µέση σταθµισµένη τιµή εξαγωγής ανά τύπο προϊόντος. (29) Για τις πέντε εταιρείες που αποτέλεσαν αντικείµενο της έρευνας, θα µπορούσε να καθοριστεί ότι υπήρχαν τιµές εξαγωγής που διέφεραν σηµαντικά µεταξύ διαφορετικών χρονικών περιόδων κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας. Για τρεις εταιρείες διαπιστώθηκαν σηµαντικές διαφορές µεταξύ του περιθωρίου ντάµπινγκ που καθορίστηκε µε βάση τη σύγκριση της µέσης σταθµισµένης κανονικής αξίας µε τη µέση σταθµισµένη τιµή εξαγωγής ανά τύπο προϊόντος και του περιθωρίου ντάµπινγκ που καθορίστηκε µε βάση τη σύγκριση της µέσης σταθµισµένης κανονικής αξίας ανά τύπο προϊόντος µε τις τιµές όλων των επιµέρους συναλλαγών µε αντικείµενο εξαγωγές ανά τύπο προϊόντος. Σύµφωνα µε το άρθρο 2 παράγραφος 11 του βασικού κανονισµού και για να αντικατοπτρίζεται όλο το εύρος της πρακτικής ντάµπινγκ που ασκούσαν οι τρεις αυτές εταιρείες το περιθώριο ντά- µπινγκ που καθορίστηκε τελικά βασίστηκε στη σύγκριση της µέσης σταθµισµένης κανονικής αξίας ανά τύπο προϊόντος µε τις τιµές όλων των επιµέρους εξαγωγικών συναλλαγών. Για τις άλλες δύο εταιρείες, το περιθώριο ντάµπινγκ καθορίστηκε µε σύγκριση της µέσης σταθµισµένης κανονικής αξίας ανά τύπο προϊόντος µε τη µέση σταθµισµένη τιµή εξαγωγής ανά τύπο προϊόντος. (30) Είναι συνήθης πρακτική της Επιτροπής να εξετάζει τις συνδεδεµένες εταιρείες ή τις εταιρείες που ανήκουν στον ίδιο όµιλο ως ενιαία οντότητα για τον καθορισµό περιθωρίου ντάµπινγκ και, εποµένως, να καθορίζει για όλες τις εταιρείες ενιαίο περιθώριο ντάµπινγκ. Αυτό συµβαίνει διότι ο καθορισµός ατοµικών περιθωρίων ντάµπινγκ θα µπορούσε να ενθαρρύνει την καταστρατήγηση των µέτρων αντιντάµπινγκ, καθιστώντας τα αναποτελεσµατικά, δίνοντας τη δυνατότητα στους συνδεδεµένους παραγωγούς να διοχετεύσουν τις εξαγωγές τους προς την Κοινότητα µέσω της εταιρείας µε το χαµηλότερο ατοµικό περιθώριο ντάµπινγκ. Σύµφωνα µε την πρακτική αυτή, οι τέσσερις συνδεδεµένοι παραγωγοί-εξαγωγείς που ανήκουν στον ίδιο όµιλο εξετάστηκαν ως ενιαία οντότητα και εφαρµόστηκε σ αυτούς ενιαίο περιθώριο ντά- µπινγκ. Για αυτούς τους παραγωγούς-εξαγωγείς αποφασίστηκε, πρώτον, να υπολογισθεί ένα περιθώριο ντάµπινγκ ανά εταιρεία και στη συνέχεια να καθορισθεί σταθµισµένος µέσος όρος των εν λόγω περιθωρίων ντάµπινγκ για τον όµιλο στο σύνολό του. β) Περιθώριο ντάµπινγκ για συνεργαζόµενες εταιρείες που δεν επιλέχθηκαν στη δειγµατοληψία (31) Το περιθώριο ντάµπινγκ για τους παραγωγούς-εξαγωγείς, οι οποίοι αναγγέλθηκαν σύµφωνα µε το άρθρο 17 του βασικού κανονισµού αλλά δεν εξετάστηκαν ατοµικά, καθορίστηκε µε βάση το σταθµισµένο µέσο όρο των περιθωρίων ντάµπινγκ των εταιρειών που συµπεριλήφθηκαν στο δείγµα σύµφωνα µε το άρθρο 9 παράγραφος 6 του βασικού κανονισµού. γ) Περιθώριο ντάµπινγκ για µη συνεργαζόµενες εταιρείες (32) Για τους παραγωγούς-εξαγωγείς που δεν απάντησαν στο ερωτηµατολόγιο της Επιτροπής ούτε αναγγέλθηκαν µε άλλο τρόπο, το περιθώριο ντάµπινγκ καθορίστηκε µε βάση τα διαθέσιµα στοιχεία, σύµφωνα µε το άρθρο 18 παράγραφος 1 του βασικού κανονισµού. (33) Ο όγκος των εξαγωγών προς την Κοινότητα τον οποίον ανέφεραν οι συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς συγκρίθηκε µε τα ισοδύναµα στατιστικά στοιχεία της Eurostat για τις εισαγωγές, για να προσδιοριστεί το γενικό ποσοστό συνεργασίας.

L 334/12 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 18.12.2001 ιαπιστώθηκε ότι το συνολικό ποσοστό άρνησης συνεργασίας στην Ταϊβάν ήταν υψηλό. Με βάση το χαµηλό ποσοστό συνεργασίας, θεωρείται σκόπιµο να καθοριστεί υπόλοιπο περιθωρίου ντάµπινγκ για τις µη συνεργασθείσες εταιρείες σε επίπεδο υψηλότερο από το υψηλότερο περιθώριο ντά- µπινγκ που καθορίστηκε για εταιρεία που συνεργάστηκε. Πράγµατι, υπάρχει λόγος να θεωρήσουµε ότι το χαµηλό ποσοστό συνεργασίας οφείλεται σε υψηλότερο επίπεδο ντά- µπινγκ από µέρους των µη συνεργασθέντων παραγωγώνεξαγωγέων στην Ταϊβάν σε σχέση µε τους συνεργασθέντες παραγωγούς. Το υπόλοιπο του περιθωρίου ντάµπινγκ για την Ταϊβάν καθορίστηκε εποµένως σε επίπεδο υψηλότερο από το υψηλότερο περιθώριο ντάµπινγκ που καθορίστηκε για εταιρεία που συνεργάστηκε. Το εν λόγω επίπεδο αντιστοιχεί στο µέσο σταθµισµένο περιθώριο ντάµπινγκ των τύπων του προϊόντος µε το υψηλότερο περιθώριο ντάµπινγκ που πωλήθηκαν σε αντιπροσωπευτικές ποσότητες. Η παραπάνω προσέγγιση όσον αφορά τις µη συνεργασθείσες εταιρείες θεωρήθηκε επίσης απαραίτητη για να µην επιβραβευθεί η έλλειψη συνεργασίας από µέρους ορισµένων εταιρειών. (34) Τα προσωρινά περιθώρια ντάµπινγκ, εκφρασµένα ως εκατοστιαίο ποσοστό της τιµής εισαγωγής cif στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή δασµού, είναι τα ακόλουθα: Auvistar Industry Co.: 18,8 % Princo Corporation: 29,9 % Prodisc Technology Inc.: 18,8 % Ritek Corporation: 18,8 % Unidisc Technology Co.: 18,8 % Συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς που δεν συµπεριλήφθησαν στο δείγµα: 20,1 % Μη συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς: 39,5 % οκτώ µη καταγγέλλοντες παραγωγούς οι οποίοι δεν συνεργάστηκαν κατά τη διαδικασία και εκ των οποίων ο ένας υποστήριξε τη διαδικασία. (36) Το γεγονός ότι ορισµένοι µη καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί συνεργάστηκαν στο πλαίσιο της έρευνας έδωσε στην Επιτροπή την ευκαιρία να εξετάσει σε βάθος το καθεστώς τους σε σχέση µε το άρθρο 4 παράγραφος 1 του βασικού κανονισµού. ιαπιστώθηκε ότι ορισµένοι συνεργαζόµενοι παραγωγοί (καθώς και ορισµένοι από τους αρχικά µη καταγγέλλοντες) είχαν εισαγάγει CD-R από την Ταϊβάν. Ωστόσο, δεν υπήρχε λόγος να αποκλειστούν οι εταιρείες αυτές από τον ορισµό του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, δεδοµένου ότι µεγάλο µέρος αυτών των αγορών πραγµατοποιήθηκαν για την αντιµετώπιση της ζήτησης της αγοράς και παράλληλα συνέβαλαν στη δηµιουργία νέας ή πρόσθετης ικανότητας, και µε βάση το σχετικά χαµηλό ποσοστό αγορών από την Ταϊβάν σε σύγκριση µε το σύνολο των πωλήσεων και της κοινοτικής παραγωγής κατά την περίοδο έρευνας. (37) Εποµένως, οι CD-R που παράγουν όλες αυτές οι εταιρείες αποτελούν την κοινοτική παραγωγή κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 του βασικού κανονισµού. 2. Ορισµός του κοινοτικού κλάδου παραγωγής (38) Οι εννέα συνεργαζόµενοι κοινοτικοί παραγωγοί που υποστήριξαν την καταγγελία αντιπροσώπευαν το µεγαλύτερο µέρος της συνολικής κοινοτικής παραγωγής CD-R κατά την περίοδο έρευνας, στην προκειµένη περίπτωση 69,4 %. Συνεπώς, θεωρήθηκε ότι αποτελούν τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 και του άρθρου 5 παράγραφος 4 του βασικού κανονισµού. Οι εν λόγω παραγωγοί καλούνται εφεξής ο «κοινοτικός κλάδος παραγωγής». ΣΤ. ΖΗΜΙΑ Ε. ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΚΛΑ ΟΥ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ 1. Κοινοτική παραγωγή (35) Κατά την περίοδο έρευνας, οι CD-R κατασκευάζονταν στην Κοινότητα από τις ακόλουθες εταιρείες: τέσσερις καταγγέλλοντες παραγωγούς που συνεργάστηκαν στη διαδικασία, πέντε µη καταγγέλλοντες παραγωγούς που συνεργάστηκαν στη διαδικασία και την υποστήριξαν, δύο µη καταγγέλλοντες παραγωγούς, εκ των οποίων ο ένας υποστήριξε τη διαδικασία και ο άλλος δήλωσε ουδέτερος, ενώ αµφότεροι απέστειλαν εµπιστευτικές απαντήσεις στο ερωτηµατολόγιο, τρεις µη καταγγέλλοντες παραγωγούς που υποστήριξαν τη διαδικασία και απάντησαν στο ερωτηµατολόγιο αλλά στη συνέχεια δεν υπέβαλαν απαντήσεις όσον αφορά τις ανεπάρκειες, τέσσερις µη καταγγέλλοντες παραγωγούς που παρείχαν γενικές πληροφορίες στην Επιτροπή αλλά δεν συνεργάστηκαν κατά την έρευνα και εκ των οποίων οι δύο εξέφρασαν την αντίθεση τους στη διαδικασία και δύο δήλωσαν ουδέτεροι, 1. Προκαταρκτική παρατήρηση (39) Οι CD-R είναι σχετικά πρόσφατα προϊόντα προηγµένης τεχνολογίας. Άρχισαν να διατίθενται στο ευρύ κοινό και καθιερώθηκαν κυρίως κατά τα έτη 1997-1998. Έκτοτε, η αύξηση της ζήτησης αυτού του νέου µέσου αποθήκευσης δεδοµένων υπήρξε θεαµατική. Το γεγονός αυτό αιτιολογεί την εξέλιξη που εµφανίζουν ορισµένοι δείκτες, όπως η κατανάλωση, η παραγωγή και οι πωλήσεις. 2. Κοινοτική κατανάλωση (40) Η κοινοτική κατανάλωση βασίστηκε στον όγκο των πωλήσεων από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής CD-R ιδίας παραγωγής, στον όγκο των πωλήσεων των πέντε εταιρειών που απέστειλαν απαντήσεις στο ερωτηµατολόγιο αλλά αποκλείστηκαν από τον ορισµό του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, στον όγκο των πωλήσεων των τεσσάρων εταιρειών που παρείχαν γενικές πληροφορίες, στα στοιχεία της Eurostat όσον αφορά τον όγκο των εισαγωγών καταγωγής Ταϊβάν και άλλων τρίτων χωρών και σε εκτίµηση των πωλήσεων των λοιπών κοινοτικών παραγωγών µε βάση τα στοιχεία που συγκέντρωσε η Επιτροπή κατά την έρευνα για την αποδοχή της καταγγελίας.

18.12.2001 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων L 334/13 Κατανάλωση (1 000 µονάδες) CD-R 159 876 459 166 1 172 950 2 017 557 είκτης 100 287 734 1 262 3. Εισαγωγές CD-R στην Κοινότητα α) Όγκος, τιµή και µερίδιο αγοράς των εισαγωγών καταγωγής Ταϊβάν (41) Ο όγκος των εισαγωγών από την Ταϊβάν αυξήθηκε σηµαντικά κατά τη διάρκεια της εξεταζόµενης περιόδου. Εισαγωγές (1 000 µονάδες) Ταϊβάν 10 152 111 447 612 539 1 212 237 είκτης 100 1 098 6 034 11 941 (42) Η µέση τιµή εισαγωγής των CD-R από την Ταϊβάν µειώθηκε σηµαντικά κατά 73 % κατά την εξεταζόµενη περίοδο. Μετά τη µείωση του 51 % µεταξύ των ετών 1997 και 1998, η τιµή των εισαγωγών από την Ταϊβάν µειώθηκε ακόµη περισσότερο κατά 21 % από το 1998 έως το 1999 και κατά 30 % από το 1999 έως το 2000. Μέση τιµή εισαγωγής ανά µονάδα σε ευρώ (ECU/ευρώ) Ταϊβάν 1,1 0,6 0,4 0,3 είκτης 100 49 38 27 (43) Η Ταϊβάν αύξησε σηµαντικά το µερίδιο αγοράς της κατά την εξεταζόµενη περίοδο. Μερίδια αγοράς Ταϊβάν 6,3 % 24,3 % 52,2 % 60,1 % είκτης 100 382 822 946 β) Τιµές χαµηλότερες των κοινοτικών (44) Για τον καθορισµό της πρακτικής πώλησης σε τιµές χαµηλότερες των κοινοτικών, η Επιτροπή ανέλυσε τα στοιχεία όσον αφορά τις τιµές που αναφέρονται στην περίοδο έρευνας. Οι σχετικές τιµές πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής είναι καθαρές τιµές µετά την αφαίρεση των µειώσεων και εκπτώσεων. Οι τιµές αυτές προσαρµόστηκαν εφόσον ήταν απαραίτητο σε επίπεδο «εκ του εργοστασίου», ήτοι µε εξαίρεση των εξόδων µεταφοράς στην Κοινότητα. Οι τιµές των εισαγωγών από την Ταϊβάν που συγκρίθηκαν είναι και αυτές καθαρές, µε αφαίρεση των εκπτώσεων και µειώσεων και προσαρµόζονται όπου κρίνεται απαραίτητο στην τιµή cif στα κοινοτικά σύνορα. (45) Βάσει των απαντήσεων στο ερωτηµατολόγιο, είναι δυνατός ο προσδιορισµός διαφορετικών κατηγοριών CD-R για λόγους σύγκρισης µε βάση τα ακόλουθα κριτήρια: χωρητικότητα, τύπος εγγεγραµµένων δεδο- µένων, φύση της ανακλαστικής στρώσης, εκτύπωση και συσκευασία. ιαπιστώθηκε ότι τα φυσικά χαρακτηριστικά των CD-R δεν επέδρασαν αποφασιστικά στην τιµή πώλησης των CD-R, ενώ αποδείχθηκε ότι η συσκευασία αποτέλεσε σηµαντικό κριτήριο για τη σύγκριση. (46) Οι τιµές πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και οι τιµές εισαγωγής των παραγωγών-εξαγωγέων της Ταϊβάν συγκρίθηκαν στο ίδιο στάδιο εµπορίας, συγκεκριµένα, σε επίπεδο ανεξάρτητων πελατών στην κοινοτική αγορά, µε τις δέουσες προσαρµογές, όπου ήταν απαραίτητο. (47) Κατά την περίοδο έρευνας, τα µέσα σταθµισµένα περιθώρια πωλήσεως σε τιµές χαµηλότερες από τις κοινοτικές, εκφραζόµενα ως εκατοστιαίο ποσοστό των τιµών πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, κυµάνθηκαν από 25,5 έως 29,5 %. Το µέσο σταθµισµένο περιθώριο πώλησης σε τιµές χαµηλότερες από τις κοινοτικές ήταν 29 %.

L 334/14 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 18.12.2001 4. Κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής α) Προκαταρκτική παρατήρηση (48) Το πρώτο κύµα εγκατάστασης νέων ευρωπαϊκών µονάδων µπορεί να τοποθετηθεί περίπου το 1997, που θεωρείται ως εκ τούτου έτος εκκίνησης µε υψηλό κόστος παραγωγής ανά µονάδα και µικρή χρησιµοποίηση της ικανότητας. Μετά την επίτευξη εύλογης κλίµακας παραγωγής και τη σηµαντική µείωση του κόστους παραγωγής, οι προοπτικές για το συγκεκριµένο κλάδο ήταν ευνοϊκές το 1999. Το γεγονός αυτό προσήλκυσε περαιτέρω επενδύσεις και νέες επιχειρήσεις. β) Παραγωγή, παραγωγική ικανότητα και χρησιµοποίηση της παραγωγικής ικανότητας Παραγωγή 19 371 85 692 210 442 322 679 (1 000 µονάδες) είκτης 100 442 1 086 1 666 Παραγωγική ικανότητα 55 589 126 588 229 344 373 879 (1 000 µονάδες) είκτης 100 228 413 673 Χρησιµοποίηση ικανότητας 34,8 % 67,7 % 91,8 % 86,3 % (49) Ως συνέπεια της θεαµατικής αύξησης της κοινοτικής κατανάλωσης, η παραγωγή CD-R από τον κοινοτικό κλάδο συνέχισε να αυξάνεται κατά την εξεταζόµενη περίοδο. (50) Η χρησιµοποίηση της ικανότητας ακολούθησε ανοδική τάση µέχρι το 1999 αλλά µειώθηκε κατά την περίοδο έρευνας διότι ο όγκος των πωλήσεων ήταν κατώτερος του προβλεπόµενου. Η εξέλιξη αυτή είχε ως αποτέλεσµα τη µαζική αύξηση των αποθεµάτων. Για να αποφευχθεί η υπερβολική δηµιουργία αποθεµάτων, ορισµένοι παραγωγοί έφθασαν στο σηµείο να αναστείλουν κατά περιόδους την παραγωγή. (51) Κατά την εξεταζόµενη περίοδο, η παραγωγική ικανότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής επταπλασιάστηκε. Το γεγονός αυτό οφείλεται στις σηµαντικές επενδύσεις σε µηχανήµατα και εξοπλισµό, που πραγµατοποιήθηκαν κυρίως κατά τα έτη 1997 και 1999. Γενικά, το έτος 1997 µπορεί να θεωρηθεί έτος εκκίνησης, και χαρακτηρίζεται από χαµηλή χρησιµοποίηση ικανότητας. Το χρονικό διάστηµα που µεσολάβησε από την αγορά του κύριου µέρους της εγκατάστασης µέχρι την πραγµατική έναρξη της παραγωγής ήταν έξι µήνες. Το έτος 1998 χαρακτηρίστηκε κυρίως από τις προσπάθειες χρησιµοποίησης της παραγωγής και τελειοποίησης της παραγωγικής διαδικασίας. Έτσι κατέστη δυνατή η αύξηση της χρησιµοποίησης της ικανότητας κατά 68 %. Η χρησιµοποίηση της ικανότητας αυξήθηκε ακόµη περισσότερο κατά το 1999 λόγω της προαναφερθείσας γνώσης της παραγωγικής διαδικασίας σε συνδυασµό µε τις ευνοϊκές συνθήκες της αγοράς. Η κάµψη επήλθε κατά την περίοδο έρευνας όταν δεν πραγµατοποιήθηκαν οι αναµενόµενες πωλήσεις. γ) Όγκος των πωλήσεων, τιµή πώλησης, µερίδιο αγοράς και µεγέθυνση Πωλήσεις στην Κοινότητα Όγκος 17 838 73 229 176 904 223 116 (1 000 µονάδες) είκτης 100 411 992 1 251 Τικµή πώλησης (Ecu/ευρώ ανά CD) 1,7 0,9 0,9 0,6 είκτης 100 55 53 35

18.12.2001 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων L 334/15 (52) Με βάση την ευνοϊκή εξέλιξη της κοινοτικής κατανάλωσης, ο όγκος των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην Κοινότητα αυξήθηκε σηµαντικά κατά την εξεταζόµενη περίοδο. Μεταξύ των ετών 1998 και 2000, ο όγκος των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής τριπλασιάστηκε αλλά, κατά την ίδια περίοδο, η κοινοτική αγορά υπερτετραπλασιάστηκε. Οι µέσες τιµές πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής µειώθηκαν κατά 65 % κατά την εξεταζόµενη περίοδο. (53) Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αύξησε το µερίδιο αγοράς του µεταξύ των ετών 1997 και 1998 το 1998 και 1999 κυµάνθηκε στο 16 %. Από το 1999, αυξήθηκε ο όγκος των εισαγωγών από την Ταϊβάν στην κοινοτική αγορά. Το µερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής µειώθηκε στο 12,6 % κατά την περίοδο έρευνας. Γενικά, το µερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής αυξήθηκε από 11,6 σε 12,6 % κατά την εξεταζόµενη περίοδο, ενώ το µερίδιο αγοράς των υπό εξέταση εισαγωγών αυξήθηκε από 6,3 σε 60,1 %. Κοινοτικός κλάδος παραγωγής Μερίδιο αγοράς 11,6 % 16,8 % 16,2 % 12,6 % είκτης 100 144 139 108 (54) Τόσο οι πωλήσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής όσο και η κοινοτική κατανάλωση αυξήθηκαν κατά ένα συντελεστή 13 κατά την εξεταζόµενη περίοδο. Οι εισαγωγές καταγωγής Ταϊβάν αυξήθηκαν µε συντελεστή 119 κατά την ίδια περίοδο. Από το 1999 έως την περίοδο έρευνας, οι πωλήσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής αυξήθηκαν κατά 26 % ενώ η κοινοτική κατανάλωση αυξήθηκε κατά 72 % και οι εισαγωγές από την Ταϊβάν κατά 98 %. δ) Αποθέµατα (55) Τα αποθέµατα CD-R ιδίας παραγωγής αυξήθηκαν σηµαντικά προς τα τέλη του 1999 και ακόµη περισσότερο προς τα τέλη του 2000. Ο όγκος των πωλήσεων αυξήθηκε λιγότερο από το προβλεπόµενο όριο γεγονός που οδήγησε σε δηµιουργία αποθεµάτων αφενός και, αφετέρου, σε µειώσεις και ενίοτε αναστολή της παραγωγής. Τα αποθέµατα, εκφρασµένα σε ποσοστό της παραγωγής CD-R, έφθασαν στο σηµαντικό ποσοστό του 20,3 % κατά την περίοδο έρευνας, παρόλη τη διακοπή της παραγωγής. Αποθέµατα σε (1 000 µονάδες) 6 734 8 513 25 479 65 561 είκτης 100 126 378 974 ε) Κόστος παραγωγής και αποδοτικότητα (56) Παρά τη µείωση των τιµών πώλησης, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής κατέστη αποδοτικός το 1999. Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής επέτυχε να µειώσει σηµαντικά το κόστος παραγωγής, το οποίο κατά την περίοδο έρευνας αντιπροσώπευε περίπου 80 % του συνολικού κόστους παραγωγής CD-R, τα έτη 1997-1999 χάρη σε οικονοµίες κλίµακας και τελειοποίηση της παραγωγικής διαδικασίας. Αν και οι προσπάθειες αυτές συνεχίστηκαν κατά την περίοδο έρευνας και επετεύχθησαν σηµαντικές περαιτέρω µειώσεις του κόστους, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη µεγάλη οικονοµική ζηµία. Πράγµατι, µεταξύ του 1999 και της περιόδου έρευνας, η µείωση κατά 22 % του συνολικού κόστους παραγωγής δεν επαρκούσε για να αντισταθµίσει τη µείωση των τιµών πώλησης κατά 34 %. Η κατάσταση αυτή είχε ως αποτέλεσµα απώλειες 4,8 % κατά µέσο όρο σε κύκλο εργασιών για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατά την περίοδο έρευνας. Κόστος παραγωγής (Ecu/ευρώ ανά CD) 3,3 1,2 0,8 0,6 είκτης 100 36 25 19 Αποδοτικότητα 89,1 % 25,0 % 10,7 % 4,8 %

L 334/16 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 18.12.2001 στ) Επενδύσεις, απόδοση των επενδύσεων, ταµειακές ροές και ικανότητα άντλησης κεφαλαίων Επενδύσεις (1 000 Ecu/ευρώ) 69 043 29 370 59 531 23 635 είκτης 100 43 86 34 Απόδοση των επενδύσεων 27,2 % 14,9 % 7,9 % 6,0 % Ταµειακές ροές (1 000 Ecu/ευρώ) 16 374 8 424 34 738 12 371 (57) Οι επενδύσεις ήταν σηµαντικές κατά το 1997, που µπορεί να θεωρηθεί έτος εκκίνησης και κατά το 1999 κατά το οποίο πραγµατοποιήθηκαν νέες επενδύσεις, χάρη στις ευνοϊκές συνθήκες που επικρατούσαν στην αγορά. (58) Λόγω της θεαµατικής αλλαγής των συνθηκών της αγοράς και πριν από τη µείωση των τιµών πώλησης, οι νέες αποφάσεις για επενδύσεις κατά την περίοδο έρευνας κατά ένα µεγάλο ποσοστό αναβλήθηκαν ή ακυρώθηκαν, παρά την περαιτέρω αύξηση της κοινοτικής κατανάλωσης. (59) Η απόδοση των επενδύσεων µε βάση το καθαρό αποτέλεσµα αυξήθηκε από 27,2 % το 1997 σε 7,9 % το 1999 και κατέστη και πάλι αρνητική το 2000 ( 6 %). (60) Οι ταµειακές ροές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής απέκτησαν για πρώτη φορά θετικό πρόσηµο το 1999. Ωστόσο, οι ταµειακές ροές κατά την περίοδο έρευνας δεν επαρκούσαν για να στηρίξουν τις αποσβέσεις, τις προσαρµογές της αξίας και το αποθεµατικό. Ως εκ τούτου, η συνέχιση των επενδύσεων δεν µπορούσε να διασφαλισθεί χωρίς την προσέλκυση πρόσθετης χρηµατοδότησης. (61) Η ικανότητα άντλησης κεφαλαίων επηρεάστηκε από τα αρνητικά αποτελέσµατα του 2000 και τις αρνητικές προοπτικές όσον αφορά την εξέλιξη των τιµών της αγοράς. Ακόµη και εταιρείες που είχαν την υποστήριξη ισχυρού οµίλου, δεν µπόρεσαν να προσελκύσουν νέα χρηµατοδότηση, εξαιτίας της προβλεπόµενης ανεπαρκούς απόδοσης των επενδύσεων. ζ) Απασχόληση, παραγωγικότητα και µισθοί Απασχόληση 483 623 877 1 037 είκτης 100 129 181 215 Μέσο κόστος απασχόλησης ανά υπάλληλο (1 000 Ecu/ευρώ) 22,1 27,7 31,5 30,7 είκτης 100 125 143 139 Παραγωγικότητα CD ανά υπάλληλο 40 100 137 500 240 000 311 200 είκτης 100 343 599 776 (62) Η απασχόληση για το υπό εξέταση προϊόν αυξήθηκε άνω του 100 % κατά την εξεταζόµενη περίοδο. Η αύξηση αυτή συµβαδίζει µε τη δηµιουργία νέας ικανότητας. Η παραγωγικότητα ανά υπάλληλο αυξάνετο συνεχώς κατά την εξεταζόµενη περίοδο. (63) Μέρος της αύξησης της απασχόλησης µπορεί να αποδοθεί στην προσπάθεια του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να πραγµατοποιήσει µεγαλύτερες πωλήσεις µε την καθιέρωση ελκυστικής συσκευασίας. Η συσκευασία αποδείχθηκε δραστηριότητα µεγαλύτερης έντασης εργασίας και λιγότερο αυτοµατοποιηµένη από ό,τι η παραγωγή και η εκτύπωση. (64) Η αύξηση κατά 39 % του µέσου κόστους αµοιβών ανά υπάλληλο χρειάζεται περαιτέρω αποσαφήνιση.

18.12.2001 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων L 334/17 η) Μέγεθος του ντάµπινγκ (65) Λόγω του όγκου και της τιµής των εισαγωγών που αποτελούν αντικείµενο ντάµπινγκ, δεν µπορεί να θεωρηθεί αµελητέος ο αντίκτυπος των πραγµατικών περιθωρίων ντάµπινγκ, τα οποία ήταν σηµαντικά. 5. Συµπέρασµα ως προς τη ζηµία (66) Ο όγκος των εισαγωγών σε χαµηλές τιµές από την Ταϊβάν αυξήθηκε σηµαντικά κατά τη διάρκεια της εξεταζόµενης περιόδου. Το µερίδιο αγοράς τους αυξήθηκε από 6,3 σε 60,1 % και οι τιµές εισαγωγής τους µειώθηκαν κατά 73 %. Η κοινοτική αγορά έχει κυριευθεί από εισαγωγές καταγωγής Ταϊβάν, οι οποίες, κατά την εξεταζόµενη περίοδο, ευνοήθηκαν πολύ περισσότερο από τη θετική εξέλιξη της κοινοτικής ζήτησης CD-R από ό,τι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής όσον αφορά τον όγκο των πωλήσεων και το µερίδιο αγοράς. (67) Η αύξηση του όγκου των εισαγωγών και η κάµψη των τιµών πώλησης ήταν ιδιαίτερα αισθητές µεταξύ του 1999 και της περιόδου έρευνας. Ο όγκος των εισαγωγών υπερδιπλασιάστηκε κατά την εν λόγω περίοδο, και οι τιµές των εισαγωγών µειώθηκαν κατά 30 %, και ήταν κατά 29 % χαµηλότερες από τις τιµές πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά την περίοδο έρευνας. Ως εκ τούτου, οι εισαγωγείς της Ταϊβάν συνέχισαν να κερδίζουν µερίδιο αγοράς. (68) Ορισµένοι οικονοµικοί δείκτες που αφορούν την κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, όπως η παραγωγή CD-R, η παραγωγική ικανότητα, ο όγκος των πωλήσεων, η απασχόληση και η παραγωγικότητα, σηµείωσαν θετικές εξελίξεις κατά την εξεταζόµενη περίοδο. Το ποσοστό χρησιµοποίησης της ικανότητας αυξήθηκε µέχρι το 1999, αλλά µειώθηκε κατά την περίοδο έρευνας σε 86 %. Οι µέσες τιµές πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής µειώθηκαν σηµαντικά κατά την εξεταζόµενη περίοδο. (69) Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αρχικά εξασφάλισε κάποιο µερίδιο αγοράς, που παρέµεινε µάλλον περιορισµένο, αλλά στη συνέχεια απώλεσε µέρος αυτού του µεριδίου αγοράς προς όφελος των εισαγωγών από την Ταϊβάν. Οι δυσκολίες που συνάντησε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής να επιτύχει τις αναµενόµενες πωλήσεις σε µια εξελισσόµενη αγορά οδήγησε στη δηµιουργία σηµαντικών αποθεµάτων κατά την περίοδο έρευνας. Κατά την περίοδο έρευνας, οι νέες επενδυτικές αποφάσεις κατά µεγάλο µέρος αναβλήθηκαν ή µαταιώθηκαν. (70) Η µείωση του κόστους παραγωγής επέτρεψε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να αυξήσει την παραγωγικότητα του το 1999, αλλά οι περαιτέρω µειώσεις του κόστους δεν επαρκούσαν για να αντισταθµίσουν τη σηµαντική µείωση των τιµών πώλησης. Κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας προέκυψε οικονοµική ζηµία. (71) Λαµβάνοντας υπόψη τους προαναφερθέντες παράγοντες, ειδικότερα το γεγονός ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν µπόρεσε να συµµετάσχει στην ανάπτυξη της αγοράς, ότι τα επενδυτικά προγράµµατα για CD-R µειώθηκαν σε σηµαντικό βαθµό εξαιτίας της καθοδικής τάσης των τιµών πώλησης, ότι οι τιµές πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής ήταν υψηλότερες από τις τιµές των εισαγωγών από την Ταϊβάν, την οικονοµική ζηµία κατά την περίοδο έρευνας και τις δυσκολίες άντλησης πρόσθετων κεφαλαίων, θεωρείται ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σηµαντική ζηµία. Ζ. ΑΙΤΙΩ ΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ 1. Εισαγωγή (72) Σύµφωνα µε το άρθρο 3 παράγραφοι 6 και 7 του βασικού κανονισµού, η Επιτροπή εξέτασε αν οι εισαγωγές CD-R καταγωγής Ταϊβάν που αποτελούν αντικείµενο ντάµπινγκ προκάλεσαν στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής ζηµία σε βαθµό που να µπορεί να θεωρηθεί σηµαντικός. Γνωστοί παράγοντες, πλην των εισαγωγών που αποτελούν αντικείµενο ντάµπινγκ, οι οποίοι θα µπορούσαν να είχαν προκαλέσει, κατά το ίδιο χρονικό διάστηµα, ζηµία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, εξετάστηκαν και αυτοί, ούτως ώστε η προκαλούµενη από τους εν λόγω λοιπούς παράγοντες ζηµία να µην αποδοθεί στις εισαγωγές που αποτελούν αντικείµενο ντάµπινγκ. 2. Επιπτώσεις των εισαγωγών µε ντάµπινγκ (73) Η κοινοτική κατανάλωση CD-R αυξήθηκε θεαµατικά κατά την εξεταζόµενη περίοδο από 160 εκατοµµύρια σε 2 018 εκατοµµύρια CD-R. H παραγωγή του κοινοτικού κλάδου αυξήθηκε µε αντίστοιχο ρυθµό, ενώ οι εισαγωγές µε ντάµπινγκ καταγωγής Ταϊβάν αυξήθηκαν πολύ περισσότερο κατά την ίδια περίοδο, φθάνοντας τα 1 212 εκατοµµύρια. µονάδες κατά την περίοδο έρευνας, γεγονός που αντιστοιχεί σε αύξηση µεριδίου αγοράς από 6,3 % σε 60,1 % κατά την εξεταζόµενη περίοδο. Κατά την ίδια εξεταζόµενη περίοδο, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αύξησε το µερίδιο αγοράς του από 11,6 σε 12,6 %, γεγονός που αντιστοιχεί σε πωλήσεις 254 εκατοµµυρίων µονάδων κατά την περίοδο έρευνας.

L 334/18 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 18.12.2001 (74) Η µείωση κατά 73 % των τιµών των εισαγωγών από την Ταϊβάν κατά την εξεταζόµενη περίοδο ήταν σηµαντική και οι τιµές των εισαγωγών από την Ταϊβάν ήταν µονίµως κατώτερες των τιµών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής (που µειώθηκαν κατά 65 % κατά την εξεταζόµενη περίοδο), του συνολικού κόστους παραγωγής του κοινοτικού κλάδου κατώτερες ακόµη και του κόστους κατασκευής CD-R. Το µέσο σταθµισµένο περιθώριο πώλησης σε τιµές χαµηλότερες από τις κοινοτικές ήταν 29 % κατά την περίοδο έρευνας. (75) Η µείωση των τιµών κατά την εξεταζόµενη περίοδο µπορεί να αποδοθεί εν µέρει στη βελτίωση της διαδικασίας παραγωγής και στις οικονοµίες κλίµακας που εφαρµόζονται στην παραγωγή του σύγχρονου αυτού προϊόντος προηγµένης τεχνολογίας. Ωστόσο, οι παράγοντες αυτοί δεν δικαιολογούν τη θεαµατική µείωση των τιµών των εισαγωγών από την Ταϊβάν. (76) Εποµένως, η Επιτροπή καταλήγει στο συµπέρασµα ότι οι εισαγωγές από την Ταϊβάν άσκησαν αξιοσηµείωτες καθοδικές πιέσεις στις τιµές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και ότι οι εν λόγω εισαγωγές που αποτελούν αντικείµενο ντάµπινγκ και διατίθενται σε χαµηλές τιµές είχαν αρνητικές επιπτώσεις στην κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. 3. Επιπτώσεις άλλων παραγόντων α) Εξέλιξη της κατανάλωσης (77) Κατά την περίοδο που εξετάζεται, η κοινοτική κατανάλωση αυξήθηκε µε συντελεστή 13, εξέλιξη η οποία υπό οµαλές συνθήκες θα είχε επιτρέψει στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να αναπτυχθεί ανάλογα και να επιτύχει υψηλή αποδοτικότητα. Εποµένως, η εξέλιξη της κατανάλωσης δεν συνέβαλε στη ζηµία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής. β) Εισαγωγές CD-R από άλλες τρίτες χώρες (78) Το 1999, οι εισαγωγές από την Ταϊβάν αυξήθηκαν σε σχέση µε τις λοιπές εισαγωγές και κατά την περίοδο έρευνας αντιπροσώπευαν το 74 % όλων των εισαγωγών στην Κοινότητα. Εισαγωγές (1 000 µονάδες) Άλλες χώρες 126 019 228 518 297 733 429 347 είκτης 100 181 236 341 εκ των οποίων: Ιαπωνία 52 811 80 089 128 640 192 183 είκτης 100 152 244 364 Σιγκαπούρη 22 782 53 267 71 220 55 420 είκτης 100 234 313 243 (79) Οι τιµές όλων των εισαγωγών στην Κοινότητα µειώθηκαν σηµαντικά κατά την εξεταζόµενη περίοδο. Μέση τιµή εισαγωγής ανά µονάδα (Ecu/ευρώ) Άλλες χώρες 1,33 0,65 0,63 0,37 είκτης 100 49 47 28 εκ των οποίων: Ιαπωνία 1,94 1,20 0,89 0,42 είκτης 100 62 46 22 Σιγκαπούρη 0,81 0,39 0,35 0,28 είκτης 100 48 43 35

18.12.2001 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων L 334/19 (80) Το µερίδιο αγοράς των εισαγωγών από άλλες χώρες µειώθηκε κατά 73 % ή κατά 57,5 ποσοστιαίες µονάδες. Η αύξηση των εισαγωγών από την Ταϊβάν απορρόφησε µε το παραπάνω τη µείωση άλλων εισαγωγών από το 1999 και µετά. Εκτός από την Ιαπωνία και τη Σιγκαπούρη, οι οποίες µετά την Ταϊβάν ήταν οι σηµαντικότερες χώρες εισόδου των εισαγωγών στην Κοινότητα, πάνω από 30 άλλες χώρες συνολικά αποτελούν το υπόλοιπο µερίδιο αγοράς του 9 % κατά την περίοδο έρευνας. Μερίδια αγοράς Άλλες χώρες 78,8 % 49,8 % 25,4 % 21,3 % είκτης 100 63 32 27 εκ των οποίων: Ιαπωνία 33,0 % 17,4 % 11,0 % 9,5 % είκτης 100 53 33 29 Σιγκαπούρη 14,2 % 11,6 % 6,1 % 2,7 % είκτης 100 81 43 19 (81) Αν και κατά την περίοδο έρευνας οι εισαγωγές από την Ιαπωνία αντιπροσώπευαν µόνο το 16 % των εισαγωγών από την Ταϊβάν, υπήρξαν κατά παράδοση σηµαντικές δεδοµένου ότι δύο ιαπωνικές εταιρείες (η Sony και η Tai Yuden) εφηύραν τη διαδικασία παραγωγής CD-R (µαζί µε την Philips) και ότι οι σηµαντικότεροι κοινοτικοί παραγωγοί διαθέτουν πλήρη ή µερική συµµετοχή στις ιαπωνικές εταιρείες. Οι προµήθειες από την Ιαπωνία συµπλήρωναν το φάσµα των προϊόντων που θα κάλυπταν τη ζήτηση, ενώ ανεπτύσσετο η παραγωγική ικανότητα. Ως εκ τούτου, το µερίδιο αγοράς αυτών των προϊόντων µειώθηκε από 33 σε 9,5 % κατά την εξεταζόµενη περίοδο, ενώ το τελευταίο ποσοστό αντιστοιχεί κυρίως σε άµεσες πωλήσεις στην κοινοτική αγορά. Κατά την εξεταζόµενη περίοδο, οι µέσες τιµές εισαγωγής των ιαπωνικών προϊόντων ήταν συστηµατικά υψηλότερες από τις τιµές άλλων εισαγωγών. (82) Προβλήθηκε ο ισχυρισµός ότι οι εισαγωγές από τη Σιγκαπούρη, που εισάγονται στην κοινοτική αγορά σε χαµηλές τιµές, ήταν πράγµατι υπεύθυνες για τη ζηµία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής. Με βάση στοιχεία της Eurostat, προκύπτει ενδεχοµένως ότι οι εισαγωγές από τη Σιγκαπούρη εισάγονται στην Κοινότητα σε µέσες τιµές χαµηλότερες από εκείνες των παραγωγών-εξαγωγέων της Ταϊβάν. Ωστόσο, οι εισαγωγές από τη Σιγκαπούρη µειώθηκαν κατά 22,2 % από το 1999 µέχρι την περίοδο έρευνας και, κατά την περίοδο έρευνας, αντιπροσώπευαν ποσοστό 3,4 % του συνόλου των εισαγωγών και µερίδιο 2,7 % της κοινοτικής αγοράς, από το 14,2 % κατά την έναρξη της εξεταζόµενης περιόδου. Με βάση την εξέλιξη αυτή και την ταχύτητα διείσδυσης στην αγορά των εισαγωγών από την Ταϊβάν κατά την εξεταζόµενη περίοδο, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η επίδραση των εισαγωγών καταγωγής Σιγκαπούρης πρέπει να θεωρείται περιορισµένη και ότι η πιθανότητα οι εν λόγω εισαγωγές να έχουν οδηγήσει στον καθορισµό των τιµών των εισαγωγών από την Ταϊβάν φαίνεται µικρή. (83) Επίσης, προβλήθηκε ο ισχυρισµός ότι η Λαϊκή ηµοκρατία της Κίνας και η Ινδονησία ήταν υπεύθυνες για τη ζηµία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής. Η Κίνα αντιπροσωπεύει το 0,8 % του συνόλου των εισαγωγών CD-R στην Κοινότητα, που αντιστοιχεί σε µερίδιο αγοράς 0,67 %. Η Ινδονησία εισήλθε στην αγορά το 2000 και έλαβε µερίδιο αγοράς 0,18 % µε τιµές οι οποίες, σύµφωνα µε τα στοιχεία της Eurostat, ήταν σηµαντικά χαµηλότερες από εκείνες των εισαγωγών από την Ταϊβάν. Όσον αφορά αµφότερες την Κίνα και την Ινδονησία, το µερίδιο αγοράς τους κατά την περίοδο έρευνας ήταν κατώτερο του ελάχιστου περιθωρίου του 1 % της κοινοτικής αγοράς σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 5 παράγραφος 7 του βασικού κανονισµού. (84) Συνάγεται το συµπέρασµα ότι οι επιπτώσεις των εισαγωγών από τρίτες χώρες διαφορετικές από την Ταϊβάν δεν ήταν τέτοιες ώστε να διασπάσουν την αιτιώδη συνάφεια µεταξύ της πρακτικής ντάµπινγκ εκ µέρους των εισαγωγών από την Ταϊβάν και της ζηµίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής. γ) Εξαγωγική δραστηριότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής Εξαγωγές 1 531 7 937 19 578 32 245 (1 000 µονάδες) είκτης 100 518 1 279 2 106 Τιµή εξαγωγής (Ecu/ευρώ ανά µονάδα) 1,73 0,92 0,86 0,59 είκτης 100 53 50 34

L 334/20 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 18.12.2001 (85) Η εξαγωγική δραστηριότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά την περίοδο έρευνας αντιπροσώπευσε ποσοστό 11,3 % του συνόλου των πωλήσεων του CD-R ιδίας παραγωγής, σε σύγκριση µε 7,6 % το 1997 και 9,3 % τα έτη 1998 και 1999. εδοµένου ότι οι εξαγωγές CD-R προς τρίτες χώρες αποτελούν εποµένως περιορισµένη δραστηριότητα, η ζηµία από πλευράς εξέλιξης της παραγωγής ή των πωλήσεων που προκλήθηκε από την εξέλιξη των εξαγωγών κατά την εξεταζόµενη περίοδο θεωρείται περιορισµένη. Οι τιµές εξαγωγής που επιτεύχθηκαν είναι συγκρίσιµες µε τις τιµές πώλησης σε µη συνδεδεµένους πελάτες στην κοινοτική αγορά. δ) Αγορές από την Ταϊβάν και άλλες τρίτες χώρες (86) Η έρευνα έδειξε ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής κατά την εξεταζόµενη περίοδο αγόρασε CD-R από άλλες πηγές προκειµένου να ανταποκριθεί στη ζήτηση της αγοράς. Το σύνολο των αγορών αντιστοιχεί στο 35,7 % του συνόλου των πωλήσεων το 1997, στο 44,8 % το 1998, στο 32,8 % το 1999 και στο 22,1 % το 2000. Οι εισαγωγές από την Ταϊβάν αντιπροσώπευσαν αντίστοιχα 0,6 % το 1997, 5,8 % το 1998, 17,9 % το 1999 και 7,7 % το 2000. (87) Η µείωση των αγορών από το 1999 και µέχρι την περίοδο έρευνας αποτελεί λογική συνέπεια της ανάπτυξης πρόσθετης ικανότητας, της δηµιουργίας αποθεµάτων CD-R ιδίας παραγωγής και της καθοδικής προσαρµογής των προβλέψεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής όσον αφορά τις πωλήσεις. (88) Επίσης, διαπιστώθηκε ότι ο όγκος των αγορασθέντων CD-R µειώθηκε σε σύγκριση µε την παραγωγή του κοινοτικού κλάδου. Οι αγορασθείσες ποσότητες CD-R αντιπροσωπεύουν 55,5 % το 1997, 78,7 % το 1998, 43,4 % το 1999 και 24 % το 2000. Οι CD-R από την Ταϊβάν αντιπροσωπεύουν αντίστοιχα 1 % το 1997, 10,1 % το 1998, 23,7 % το 1999 και 8,4 % το 2000. (89) Οι αγορές που πραγµατοποιήθηκαν από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής ήταν κατά µεγάλο µέρος προσωρινού χαρακτήρα. Ως αντίδραση στις αυξανόµενες ευκαιρίες και τη ζήτηση της αγοράς, ορισµένοι παραγωγοί υποθεµάτων εγγραφής (π.χ. κατασκευαστές δισκετών) επένδυσαν στη νέα τεχνολογία CD µε δυνατότητα εγγραφής. Πριν ακόµη γίνουν λειτουργικές οι εγκαταστάσεις παραγωγής, είχαν ήδη αρχίσει οι προσπάθειες εµπορικής προώθησης και η ζήτηση έπρεπε να καλυφθεί εν µέρει από τα αγορασθέντα προϊόντα. Οι ιαπωνικές εισαγωγές υπήρξαν σχετικά σηµαντικές διότι η Ιαπωνία ήταν η πρώτη χώρα που ανέπτυξε αυτή την τεχνολογία και διότι, όπως ήδη αναφέρθηκε, σηµαντικό µέρος της ευρωπαϊκής βιοµηχανίας ανήκει σε ιαπωνικούς οµίλους. (90) Οι αγορές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής από την Ταϊβάν κατά την περίοδο έρευνας αντιπροσώπευσαν το 2,2 % των συνολικών εισαγωγών από την Ταϊβάν και οι συνολικές αγορές αντιπροσώπευσαν το 4,7 % όλων των εισαγωγών στην Κοινότητα και πραγµατοποιήθηκαν κυρίως στην αρχή της περιόδου έρευνας. Οι αγορές αυτές εποµένως δεν είναι δυνατόν να είχαν αποφασιστική επίδραση στη ζηµιογόνο κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. ε) Τεχνολογία υψηλής ταχύτητας (91) Προβλήθηκε ο ισχυρισµός ότι το µερίδιο αγοράς των ευρωπαίων παραγωγών επηρεάστηκε αρνητικά εξαιτίας της αργής προσαρµογής στην τεχνολογία υψηλής ταχύτητας, δηλαδή την τεχνολογία που καθορίζει την ταχύτητα στην οποία οι χρήστες µπορούν να πραγµατοποιούν εγγραφές στα CD-R. (92) Από την έρευνα δεν προέκυψε ότι η ταχύτητα είναι καθοριστικός παράγοντας για τον καθορισµό της τιµής. Η υψηλότερη ταχύτητα εγγραφής CD-R χρειάζεται το απαιτούµενο υλικό, δηλαδή το χαρακτηριστικό αυτό προορίζεται για τους υπάρχοντες χρήστες που είναι έτοιµοι να εγκαταστήσουν νέο υλικό ή για νέους χρήστες, που αγοράζουν για πρώτη φορά συσκευή εγγραφής CD. Αν και δεν υπάρχουν στοιχεία για το ποσοστό αυτών των χρηστών σε σύγκριση µε όλους τους χρήστες CD-R, είναι εµφανές ότι η υψηλή ταχύτητα δεν αποτελεί στόχο όλων των χρηστών. (93) Προβλήθηκε ο ισχυρισµός ότι ένας µη συνεργαζόµενος παραγωγός-εξαγωγέας της Ταϊβάν εισήγαγε CD-R υψηλής ταχύτητας 16x τον Οκτώβριο του 2000, ενώ οι ευρωπαίοι παραγωγοί καθυστέρησαν και το εισήγαγαν τον Φεβρουάριο του 2001. Στον ισχυρισµό δεν αποσαφηνίζεται κατά πόσον εισαγωγή σηµαίνει έναρξη παραγωγής ή έναρξη πωλήσεων. Από τη µία πλευρά, δεδοµένου ότι ο παραγωγός-εξαγωγέας της Ταϊβάν δεν συνεργάστηκε, ο ισχυρισµός δεν ήταν δυνατόν να επαληθευτεί αλλά, από την άλλη πλευρά, έρευνα στους τρεις µεγαλύτερους παραγωγούς του κοινοτικού κλάδου έδειξε ότι ο πρώτος είχε προωθήσει στο εµπόριο CD-R υψηλής ταχύτητας 16x την 1η Νοεµβρίου 2000, ο δεύτερος στις 15 εκεµβρίου 2000 ενώ ο τρίτος µετέβη απευθείας από ταχύτητα 12x σε ταχύτητα 24x το 2001. (94) Εποµένως, δεν φαίνεται ότι η προσαρµογή στην τεχνολογία υψηλής ταχύτητας είχε την κατά τους ισχυρισµούς επίδραση στη ζηµιογόνο κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.