Περιβαλλοντικές επιδράσεις στην αύξηση και παραγωγή παραδοσιακής καλλιέργειας κοκκαριού (Allium cepa L.) Α. Λιόπα-ΤσακαΑίδη * Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ τεύχος 28 (1),2005
ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ, 28 (1): 47-56, 2005 Περιβαλλοντικές επιδράσεις στην αύξηση και παραγωγή παραδοσιακής καλλιέργειας κοκκαριού (Allium cepa L.) Α. Λιοπα-Τσακαλίδη Ινστιτούτο Προστασίας Φυτών Πάτρας, ΕΘΙΑΓΕ ΠΕΡΙΛΗΨΗ Οι περιβαλλοντικές επιδράσεις στην αύξηση και παραγωγή παραδοσιακής καλλιέργειας κοκκαριού (Allium cepa L.), μελετήθηκαν σε δύο καλλιεργητικές περιόδους (2002 και 2003) σε τρία αγροκτήματα με ετερογενή εδάφη (αμμοαργιλοπηλώδες, αμμοπηλώδες, αργιλοπηλώδες) στα Αργυρά Αχαϊας. Η σπορά του κοκκαριού έγινε τον Ιανουάριο του 2002, ενώ το 2003 το Μάρτιο, λόγω χαμηλών θερμοκρασιών. Στη διάρκεια της περιόδου ανάπτυξης των φυτών προσδιορίστηκαν το Βάρος και το μήκος των φυτών, ο αριθμός φύλλων και τα ολικά διαλυτά στερεά συστατικά. Την καλλιεργητική περίοδο 2002, η φυτρωτική ικανότητα του σπόρου και η πυκνότητα φυτών στον αγρό ήταν χαμηλή, ο σχετικός ρυθμός αύξησης του βάρους και του μήκους των φυτών του κοκκαριού ήταν μικρότερα και η διάρκεια αύξησής τους μεγαλύτερη σε σχέση με το 2003. Η γήρανση των φύλλων τις τελευταίες 15 μέρες της καλλιεργητικής περιόδου, συνοδεύτηκε από αύξηση των διαστάσεων και του βάρους του βολβού και είχε ως αποτέλεσμα μεγαλύτερη συσσώρευση διαλυτών ολικών στερεών συστατικών στο κοκκάρι. Οι διαστάσεις και το βάρος των βολβών στο αμμοπηλώδες έδαφος ήταν μεγαλύτερα από εκείνα στα άλλα εδάφη, ενώ οι βολβοί στο αργιλοπηλώδες έδαφος είχαν περισσότερα διαλυτά ολικά στερεά συστατικά. Η παραγωγή κοκκαριού ήταν υψηλότερη το 2003, σε σχέση με το 2002 και στο αμμοπηλώδες έδαφος, σε σχέση με το αργιλοπηλώδες. Λέξεις κλειδιά: κοκκάρι, ετερογενή εδάφη, ποιοτικά χαρακτηριστικά, φυτρωτική ικανότητα, διαλυτά ολικά στερεά συστατικά. ΕΙΣΑΓΩΓΗ / Τα παραδοσιακά συστήματα καλλιέργειας έχουν διατηρήσει την ποικιλομορφία τους προκειμένου να συντηρηθεί η σταθερότητα της παραγωγής κάτω από κλιματολογικούς κινδύνους, καθώς και κινδύνους ασθενειών και παρασίτων. Οι απαιτήσεις όμως για τρόφιμα και οι δυνάμεις αγοράς έχουν ενθαρρύνει την αντικατάσταση των τοπικά προσαρμοσμένων ποικιλιών με ποικιλίες υψηλής παραγωγής. Στην Ελλάδα, η παραδοσιακή καλλιέργεια κοκκαριού (Allium cepa L.) ελαττώνεται με γοργούς ρυθμούς λόγω των σύγχρονων καλλιεργητικών πρακτικών και των υβριδικών ποικιλιών (Swiader κ.ά. 1992). Αν και το κοκκάρι έχει καλλιεργηθεί εκτενώς στην Ελλάδα στο παρελθόν, οι περιοχές καλλιέργειάς του έχουν μειωθεί εντυπωσιακά τα τελευταία χρόνια. Το 1981 είχαν καλλιεργηθεί 6.100 στρέμματα, το 1991 3.777 και το 1998 4.040 στρέμματα. Τα Αργυρά Αχαΐας ήταν μία από τις περιοχές παραγωγής σπόρου κοκκαριού. Το 1991 καλλιεργούνταν 80 στρέμματα, το 2001 12 και το 2002 μόλις 5 (πηγή: Δ'Νση Αγροτικής Πολιτικής & Τεκμηρίωσης, Υπουργείο Γεωργίας, 2003). Η αντικατάσταση των ντόπιων ποικιλιών με ποικιλίες υψηλής παραγωγής έχει μειώσει την παραγωγή του κοκκαριού και οδηγεί σταδιακά τον ντόπιο σπόρο στην εξαφάνιση. Μια κοινή πρακτική από τους αγρότες είναι η παρακράτηση του σπόρου μετά από κάθε συγκομιδή, για να εξασφαλιστεί η διαθεσιμότητα του σπόρου για την επόμενη χρονιά (Almekinders κ.ά. 1994). Τα κρεμμύδια καλλιεργούνται σε όλα τα είδη εδάφους από αμμώδη, βαριά αργιλώδη, μέχρι ηφαιστειακά βαριά και πετρώδη, αλλά απαιτούν η εδαφολογική δομή επιφανειακά, να είναι ομοιογενής και λεπτή (Bosch Serra και Currah 2002). Οι βολβοί των κρεμμυδιών αναπτύσσονται καλύτερα σε πηλώδη εδάφη και έχουν ελαφρώς μεγαλύτερο βάρος από εκείνους που αναπτύσσονται σε αργιλώδη (Hamilton κ.ά. 1998). Το άριστο φύτρωμα επιτυγχάνεται σε βάθος σποράς 1-2 cm και σε θερμοκρασία 10-20 C (Bosch Serra και Currah 2002, Kretschmer και Strohm 1996). Η περιεκτικότητα σε σάκχαρα κατά τη διάρκεια της ωρίμανσης δεν παρουσιάζει σημαντικές αλλαγές (Smittle και Maw 1988, Hamilton κ.ά. 1998) αλλά διαφέρει μεταξύ των περιοχών καλλιέργειας (Lancaster κ.ά. 1988), Σήμερα με τη χρήση των νέων τεχνολογιών της
48 Α. Λιόπα-Τσακαλίδη πληροφορικής εφαρμόζονται τα μοντέλα που αναπτύχθηκαν από το 1990 από ανεξάρτητες ερευνητικές ομάδες για να περιγράφουν την πολυπλοκότητα της αύξησης και ανάπτυξης των βολβών κρεμμυδιών (De Visser και van den Berg 1998, Bosch Serra και Currah 2002). Στην παρούσα εργασία μελετήθηκαν τα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά κοκκαριού σε τρεις εδαφολογικούς τύπους και σε δύο καλλιεργητικές περιόδους. Για την καλύτερη περιγραφή αυτών των χαρακτηριστικών χρησιμοποιήθηκε η συνάρτηση Richards (Richards 1959) που επιτρέπει μαθηματικά να εκφραστούν βιολογικά στοιχεία της ανάπτυξης του κοκκαριού. ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ Τρία υπαίθρια πειράματα πραγματοποιήθηκαν με σπόρο της ντόπιας ποικιλίας κοκκαριού (Allium cepa L.) τύπου "Χαλκίδος στο Δημοτικό Διαμέρισμα Αργυρός του Δήμου Ρίου Αχαίας (Γεωγραφικό πλάτος 21 51 'Ν, Γεωγραφικό μήκος 38 Ί7Έ ) το πρώτο εξάμηνο των ετών 2002 (αγρόκτημα 1) και 2003 (αγρόκτημα 2 και 3). Τα εδάφη των αγροκτημάτων είναι ετερογενή και τα κύρια χαρακτηριστικά είναι: α) αγροκτήμα 1: έδαφος αμμοαργιλοπηλώδες (SCL) ελαφρώς όξινο (ph 6,65), επαρκώς εφοδιασμένο με τα στοιχεία Mg, Κ, Ρ Fe, Zn, Cu, μη επαρκώς εφοδιασμένο με Β και σε επίπεδα υψηλότερα του επιθυμητού εφοδιασμένο με Μη, β) αγροκτήμα 2: έδαφος αμμοπηλώδες (SL) ελαφρώς αλκαλικό (ph 7,32), επαρκώς εφοδιασμένο με τα στοιχεία Ρ, Fe, Ζη, Μη, με Mg, Κ, μή επαρκώς εφοδιασμένο με Β και σε επίπεδα υψηλότερα του επιθυμητού με Cu, γ) αγροκτήμα 3: έδαφος αργιλοπηλώδες (CL) ελαφρώς αλκαλικό (ph 7,55), επαρκώς εφοδιασμένο με Κ, Μη και μη επαρκώς εφοδιασμένο με Mg, Ρ, Fe, Zn, Cu, Β. Και τα τρία εδάφη των αγροκτημάτων έχουν χαμηλή ηλεκτρική αγωγιμότητα (Πίν.1). Τα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά της εδαφολογικής ανάλυσης των τριών αγροκτημάτων προσδιορίστηκαν στο εργαστήριο ΠΕΓΕΑΑ Ξυλοκάστρου. Τα αγροκτήματα ήταν ακαλλιέργητα τα πέντε προηγούμενα χρόνια και θεωρούνται κατάλληλα για παραγωγή κοκκαριού (Onal κ.ά. 1992). Στην Εικόνα 1 παρουσιάζονται τα μετεωρολογικά στοιχεία κατά την καλλιεργητική περίοδο των ετών 2002 και 2003. Η προετοιμασία του χωραφιού και η σπορά έγιναν παραδοσιακά αρχίζοντας με ένα όργωμα τον Οκτώβριο, και ακολούθησε πριν τη σπορά λίπανση με θειική αμμωνία (21-0-0, 24,4% S) 40 kg/στρ. σύμφωνα με τις τοπικές συστάσεις, ένα φρεζάρισμα, και για τον έλεγχο των ζιζανίων ψεκασμός με το προφυτρωτικό ζιζανιοκτόνο Dacthal 75 WP δραστική ουσία chlorthaldimethyl 75% (Ευθυμιάδη Κ. & Ν. ΑΒΕΕ). Κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης των φυτών, η αντιμετώπιση των ζιζανίων έγινε με βοτάνισμα. Ο σπόρος που χρησιμοποιήθηκε ήταν ντόπιας ποικιλίας κοκκαριού τύπου 'Χαλκίδος, σε ποσότητα 12 kg/στρ. και είχε παραχθεί από τούς παραγωγούς την προηγούμενη χρονιά. Το βάρος των 1000 σπόρων ήταν 5,6 g. Η σπορά έγινε με μηχανή σποράς στον αγρό στις 13 Ιανουαρίου 2002, ενώ κατά την καλλιεργητική περίοδο 2003, που στην περιοχή επικρατούσαν θερμοκρασίες κάτω από τους 0 C και υπήρχε κίνδυνος παγετού, η σπορά πραγματοποιήθηκε το Μάρτιο (5/3/2003 στο αγρόκτημα 2 και 17/3/2003 στο αγρόκτημα 3). Τα αγροκτήματα ποτίζονταν μια φορά την εβδομάδα με κατάκλιση. Η συγκομιδή των φυτών και η τοποθέτησή τους για ξήρανση σε σειρές που απείχαν μεταξύ τους 1,5-3 m έγινε στις 18 Ιουλίου 2002 και 21 Ιουλίου 2003. Ένα μήνα αργότερα, όταν οι λαιμοί των φυτών ήταν πλήρως ξηροί, καθορίσθηκαν και έγινε η διαλογή του κοκκαριού σε δύο κατηγορίες με βάση το μέγεθος (I για σπόρο, II για κατανάλωση). Η παραγωγή ζυγίστηκε και η εμπορεύσιμη αποθηκεύθηκε σε συνθήκες περιβάλλοντος στους αποθηκευτικούς χώρους των παραγωγών για 4-5 μήνες μέχρι τη διάθεσή της στο εμπόριο. Στη διάρκεια της περιόδου ανάπτυξης των φυτών, οι μετρήσεις για την αξιολόγηση των ποιοτικών και ποσοτικών χαρακτηριστικών τους γίνονταν κάθε 15 ημέρες, αρχίζοντας από την 95π, 71" και 59η ημέρα από τη σπορά στα αγροκτήματα 1, 2 και 3 μέχρι και την ημέρα συγκομιδής. Ο σχετικός ρυθμός και ο απόλυτος ρυθμός αύξησης του βάρους και του μήκους των φυτών καθώς και η διάρκεια αύξησής τους υπολογίστηκαν από τα πειραματικά δεδομένα που προσαρμόστηκαν στη συνάρτηση Richards (Richards 1959): ln L = A ln (l+ e (b-kt)), όπου L είναι το βάρος ή μήκος των φυτών, t είναι οι ημέρες από την 95π, 71" και 59π ημέρα από τη σπορά στα αγροκτήματα 1, 2 και 3 μέχρι την ημέρα συλλογής και A, η, b και k είναι οι παράμετροι της συνάρτησης.
ΠεριβανιοΛογικές επιδράσεις στην παραδοσιακή καλλιεργεια κοκκαριού 49 ΠΙΝΑΚΑΣ 1 - TABLE 1 Φυσικοχημικά χαρακτηριστικά εδαφολογικής ανάλυσης τριών υπαίθριων πειραματικών κοκκαριού στην περιοχή Αργυράς Αχαΐας. Physical and chemical soil analysis characteristics of three trials of onion sets in the region of Argyra Achaias. Αγρόκτημα Field Έδαφος Soil Αμμοαργιλοπηλώδες Sandy clay loam (SCL) 1 2 3 Αμμοπηλώδες Sandy loam (SL) Οργανική ουσία (%) 2,95 2,61 1,21 Organic matter (%) Υδατοκορεσμός (%) 44 47 27 Water content (%). PH 6,65 7,32 7,55 CaC03 (%) 0 3 23 Ηλεκτρική αγωγιμότητα 1,76 1,24 1,26 Electrical Conductivity ms/cm (25 ) Υδατοδιαλυτά κατιόντα Mg 3,27 1,91 1,79 *Water-solubIe cations (meq/100g εδάφους) K 0,77 0,46 0,90 Ανταλλάξιμα κατιόντα Exchangeable cations (meq/100g soil) Ιχνοστοιχεία Microelements (ppm) Μηχανική ανάλυση εδάφους Mechanical analysis of soil * Saturated Paste Cation Αργιλοπηλώδες Clay loam (CL) Ca 17,64 22,34 22,17 Mg 1,39 1,35 0,78 K 0,35 0,56 0,25 Na 0,26 0,26 0,26 P 57 57 31 B 0,54 0,36 0,26 Fe 33,8 24 4,78 Zn 2,66 2,54 0,78 Mn 87 30,2 21,8 Cu 5,45 7,6 0,66 Αμμος 51 43--- --------------- -- 75------ ------ Sand Άργιλος 24 28 14 Clay Ιλύς 25 29 11 Silt Οι μετρήσεις για τα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά του εμπορεύσιμου κοκκαριού εγιναν 105 ημέρες από τη συγκομιδή, όταν η παραγωγή ήταν έτοιμη προς πώληση, λαμβάνοντας τυχαία τρία δείγματα από κάθε ποιότητα. Στο Ινστιτούτο Προστασίας Φυτών Πατρών πραγματοποιήθηκε μια δοκιμή Βλασπκής ικανότητας των σποροπαρτίδων που χρησιμοποιήθηκαν στο πείραμα. Η θλαστική ικανότητα του σπόρου καθορίστηκε σύμφωνα με τη διεθνή μέθοδο του International Seed Testing Association (ISTA 1993), αφού προσαρμόστηκε κατάλληλα. Εν ολίγοις η δοκιμή έγινε σε κλιματιζόμενο θάλαμο ανάπτυξης φυτών, όπου η θερμοκρασία ήταν 18 C και η υγρασία 60-70%. Η σπορά έγινε σε τριβλία με 3 επαναλήψεις των 50 σπόρων ανά σποροπαρτίδα και ως υπόστρωμα είχαν 2 διηθητικά χαρτιά (0 10 cm). Σε κάθε τριβλίο προστέθηκαν 5ml Η20. Κάθε δεύτερη μέρα προσθέτονταν στα τριδλία Η20. Η
50 Α. Λιόπα-Τσακαλίδη Εικ. 1. Μέση θερμοκρασία αέρα (Tm), σχετική υγρασία (%) και βροχόπτωση (mm/ημέρα) κατά την καλλιεργητική περίοδο κοκκαριού των ετών 2002 και 2003 (Μετεωρολογικά στοιχεία: Περιφερειακό Κέντρο Προστασίας Φυτών Πατρών). Fig. 1. Mean (Tm) air temperature, relative humidity and rainfall (mm/day) during the growth period of onion sets of 2002 and 2003 at Argyra Achaias (Meteorological data: Regional Plant Protection Center of Patras). αξιολόγηση του πειράματος (αριθμός σπόρων που φύτρωναν από την τοποθέτηση των σπόρων στα τρι6λία μέχρι την ημέρα που οι σπόροι δε φύτρωναν πλέον) γινόταν σε τακτά χρονικά διαστήματα. Η βλαστική ικανότητα του σπόρου στις συνθήκες αυτές ήταν 81 ± 1%. Το πειραματικό σχέδιο ήταν πλήρως τυχαιοποιημένο σε πειραματικά τεμάχια (30 m2 ) και σε κάθε μια από τις παρατηρήσεις γινόταν τυχαία επιλογή πέντε τεμαχίων (0,4 m2 ανά πειραματικό τεμάχιο). Μετά τη συλλογή και καταμέτρηση όλων των φυτών λαμβάνονταν τυχαία δέκα φυτά και προσδιορίζονταν τα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά. Η αξιολόγηση των δεδομένων έγινε με ανάλυση παραλακτικότητας (ANOVA) και η σύγκριση των μέσων όρων έγινε με το κριτήριο Duncan (a < 0,05), χρησιμοποιώντας το στατιστικό πρόγραμμα SPSS. Για τον έλεγχο των Post Hoc συγκρίσεων χρησιμοποιήθηκαν εναλλακτικά κατά. περίπτωση οι μέθοδοι Student-Newman-Keuls (SNK), Dunnett και Tukey. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Η πυκνότητα σποράς στον αγρό και στα τρία πειράματα ήταν 2142n/m2. Η φυτρωτική ικανότητα στον αγρό την καλλιεργητική περίοδο 2002, που η σπορά έγινε νωρίς τον Ιανουάριο, ήταν μικρότερη και ο τελικός αριθμός φυτών ανά m2 διαφέρει στατιστικά από την αντίστοιχη του 2003 (Πίν. 2). Κατά την καλλιεργητική περίοδο 2002, σε διάρκεια
ΠεριΒαντοΛογικές επιδράσεις στην παραδοσιακή καλλιέργεια κοκκαριού 51 ΠΙΝΑΚΑΣ 2 - TABLE 2 Χαρακτηριστικά του σπόρου, του βολβού και των φυτών της ντόπιας ποικιλίας κοκκαριού (Allium cepa L.) τύπου Χαλκίδος τις καλλιεργητικές περιόδους 2002 και 2003, σε αμμοαργιλοπηλώδες (SCL), αμμοπηλώδες (SL) και αργιλοπηλώδες (CL) εδάφη. Characteristics of seed, bulb and plant of native variety onion set (Allium cepa L.) type Chalcidos during growth period in 2002 and 2003 in sandy clay loam (SCL), sandy loam (SL) and clay loam (CL) soils. Έδαφος αγροκτήματος Field soil SCL SL CL Σχετικός ρυθμός φυτρωτικής ικανότητας σπόρου 0,2255±0,0469 Relative rate o f plant emergence [(n η'^ημέρα'1] Πυκνότητα σποράς στον αγρό 2142 (σε όλα τα αγροτεμάχια) Seed density in the field (n/m2) Φυτρωτική ικανότητα σπόρου στον αγρό 48,2a±3,3 70,6 ±3,8 68,3 ±3,8 Plant emergence in the field (%) Πυκνότητα φυτών που βλάστησαν στον αγρό 1045a±306 1463b±474 1513b±357 Plants density, that emerged in the field (n/m2) Μέγιστο βάρος φυτού 20,80a± l,l ll,12b b±0,99 7,3 l c ±0,99 Maximum plant weight (g) Μέγιστο ύψος φυτού 4,63a±0,09 4,12b±0,09 4,04b±0,09 Maximum plant height (cm) Μέγιστο βάρος βολβού 6,89a± l,4 8,37b±0,78 5,13c±0,78 Maximum bulb weight (g) Βάρος ξηρού βολβού (κοκκάρι) 4,37a±2,2 5,41b±3,l 3,84a±0,8 Dry bulb weight (onion set) (g) Διαστάσεις βολβού 2,0a/8,la±0,8/0,2 2,la/8,9b±0,7/0,2 l,4b/7,8a±0,7/0,2 Bulb dimension (cm) Διαλυτά ολικά στερεά συστατικά Total soluble solids ( Brix) 7,96a±0,8 8,32b±0,9 9,36c±0,9 Οι τιμές που ακολουθούνται από το ίδιο γράμμα δεν διαφέρουν στατιστικά μεταξύ τους στο επίπεδο σημανπκότητας 5% (Ρ<0,05). The values that are followed by the same letter are notstatistically different at a significance level of 5% (P<0,05). 6 μηνών, η αύξηση του βάρους των φυτών στα πρώτα στάδια ανάπτυξής τους (τις πρώτες 100 ημέρες από τη σπορά) όπου επικρατούσαν χαμηλές θερμοκρασίες (Μ.Ο. 13,0 C) και αρκετές βροχοπτώσεις ήταν αργή. Όταν η μέση θερμοκρασία ανήλθε στους 20,3 C (150 ημέρες μετά τη σπορά) παρατηρήθηκε μια απότομη αύξηση του βάρους, η οποία επιταχύνθηκε όταν οι θερμοκρασίες ανήλθαν στους 27,6 C (165 ημέρες μετά τη σπορά) (Εικ. 2). Ο σχετικός και ο απόλυτος ρυθμός αύξησης του βάρους στο χρονικό διάστημα των 95 έως 151 ημερών, ήταν 0,0231 [gg'^/ημέρα και 1,475 αντίστοιχα (Πίν. 2). Στην καλλιεργητική περίοδο 2003, διάρκειας 4 μηνών, το βάρος του φυτού στο αμμοπηλώδες έδαφος του αγροκτήματος 2 δε διέφερε στατιστικά σε όλα τα στάδια ανάπτυξης από το βάρος του φυτού στο αργιλοπηλώδες έδαφος του αγροκτήματος 3 (Εικ. 2). Την ημέρα της συγκομιδής του 2003 το βάρος των φυτών, οι διαστάσεις και το βάρος του βολβού στο αμμοπηλώδες αγρόκτημα, ήταν στατιστικά μεγαλύτερα από τα αντίστοιχα στο αργιλοπηλώδες, ενώ δεν παρατηρήθηκαν σημαντικές διαφορές στο μήκος των φυτών (Πίν. 2). Ο σχετικός ρυθμός αύξησης του βάρους και του μήκους του φυτού ήταν μικρότεροι, και η διάρκεια αύξησής τους μεγαλύτερη την καλλιεργητική περίοδο 2002 σε σχέση με την περίοδο 2003 (Πίν. 3). Η επιμήκυνση των φυτών και η αύξηση του βάρους
52 Α. Λιόπα-ΤσακαΛίδη Ημερομηνία δειγματοληψίας Sampling date 12-26- 15-25- 13-26 - 7-13- Απρ Απρ Μαϊ Μαϊ Ιουν Ιουν Ιουλ Ιουλ Ημερομηνία δειγματοληψίας Sampling date Εικ. 2. Μεταβολή του βάρους και του ύψους των φυτών, του μήκους των φύλλων και των διαμέτρων (ο: ισημερινή και : πολική διάμετρος) των βολβών της ντόπιας ποικιλίας κοκκαριού (Allium cepa L.) τύπου Χαλκίδος τις καλλιεργητικές περιόδους 2002 και 2003, σε αμμοαργιλοπηλώδες (SCL), αμμοπηλώδες (SL) and αργιλοπηλώδες (CL) εδάφη. Fig. 2. Changes in weight and height of plants, leaf length and bulb diameter (o; equatorial and : polar diameter) of native variety onion set (Allium cepa L.) type Chalcidos during growth period in 2002 and 2003 in sandy clay loam (SCL), sandy loam (SL) and clay loam (CL) soils. τους και στα τρία εδάφη - είτε ξεκίνησε τον Απρίλιο 2002, είτε το Μάιο 2003 - διήρκησε μέχρι αρχές Ιουλίου. Μετά ακολούθησε η γήρανση των φυτών με εμφανή συρρίκνωση του μήκους των φύλλων. Όταν το μήκος των φύλλων δεν αυξανόταν πλέον, παρατηρήθηκε μια σημαντική αύξηση της ισημερινής διαμέτρου των βολβών (Εικ. 2). Τα φυτά του αμμοπηλώδους αγροκτήματος είχαν μεγαλύτερη ισημερινή και πολική διάμετρο (0,21/0,89 cm), μεγαλύτερο βάρος βολβών και κοκκαριού (δηλ. βολβός μετά τη μεθωρίμανση) από εκείνα των αργιλοπηλωδών εδαφών (Πίν. 3). Η ίδια τάση φαίνεται να διατηρείται στο κοκκάρι (Ποιότητα I για σπόρο) μετά από 4,5 μήνες αποθήκευσης, δηλ. έως το μήνα πώλησης (Πίν. 4). Οι τιμές περιεκτικότητας των βολβών σε υγρασία το χειμώνα ήταν 80,1 ± 2,44, 80,0 ± 2, και 78,2 ± 2,9% στο αμμοαργιλοπηλώδες (SCL), αμμοπηλώδες (SL) και αργιλοπηλώδες (CL) έδαφος αντίστοιχα. Ο αριθμός των φύλλων των φυτών στο στάδιο του ώριμου κοκκαριού κυμάνθηκε από 4 έως 5. Κατά τη διάρκεια του εξαμηνιαίου πειράματος δεν εμφανίσθηκαν ασθένειες. Καθόλη την καλλιεργητική περίοδο 2002 τα ολικά διαλυτά στερεά συστατικά των φυτών κυμάνθηκαν μεταξύ 7,1-8,8 brix, ενώ την καλλιεργητική περίοδο 2003 παρατηρήθηκε μια αύξηση των τιμών των ολικών συστατικών τις τελευταίες 15 ημέρες πριν τη συλλογή, που διαφέρει σημαντικά από τις αντίστοιχες τιμές της
ΠεριβαντοΛογικές επιδράσεις στην παραδοσιακή καλλιέργεια κοκκαριού 53 ΠΙΝΑΚΑΣ 3 - TABLE 3 Σχετικός ρυθμός, απόλυτος ρυθμός αύξησης Βάρους και μήκους και διάρκεια αύξησης Βάρους και μήκους φυτού κοκκαριού σε τρία διαφορετικά εδάφη (αμμοαργιλοπηλώδες (SCL), αμμοπηλώδες (SL) και αργιλοπηλώδες (CL)). Οι παράμετροι αύξησης υπολογίστηκαν από τα πειραματικά δεδομένα που προσαρμόστηκαν στη συνάρτηση Richards. Relative and absolute growth rate of weight and length, duration of weight increase and length of growth period of onion set plants in three different soils (sandy clay loam (SCL), sandy loam (SL) και clay loam (CL)). The growth parameters were calculated by adaptation of the experimental data to the Richards function. 1 \nl = ln A - n ln(l + e (A fa)) Βάρος φυτού Μήκος φυτού Plant weight Plant length 'w... W 2D 3L L D Έδαφος ημέρα"1 g ημέρα'1 Ημέρα ημέρα 1 mm ημέρα-1 Ημέρα Soil day"1 g d a y 1 day" day"1 mm day'1 day' SCL 0,0231 1,475 138 0,0208 3,241 138 SL 0,0357 1,460 88 0,1344 16,778 25 CL 0,0387 0,846 85 0,1411 15,834 26 1W: Σχετικός ρυθμός αύξησης, Relative growth rate W: Απόλυτος ρυθμός αύξησης Βάρους φυτού, Absolute growth rate of plant weight 2 D: Διάρκεια αύξησης, Duration of growth 3L: Σχετικός ρυθμός αύξησης, Relative growth rate L: Απόλυτος ρυθμός αύξησης μήκους φυτού, Absolute growth rate of plant length Εικ. 3. Διαλυτά ολικά στερεά συστατικά (%) φυτών της ντόπιας ποικιλίας κοκκαριού (Allium cepa L.) τύπου Χαλκίδος την καλλιεργητική περίοδο των ετών 2002 και 2003, σε αμμοαργιλοπηλώδες (SCL), αμμοπηλώδες (SL) και αργιλοπηλώδες (CL) εδάφος. Fig. 3. Total soluble solids (%) of native variety of onion set (Allium cepa L.) type Chalcidos, during the growth period of 2002 and 2003 in sandy clay loam (SCL), sandy loam (SL) και clay loam (CL) soils.
54 Α. Λιόπα-Τσακα?\ίδη ΠΙΝΑΚΑΣ 4 - TABLE 4 Βάρος και διάμετροι της ντόπιας ποικιλίας κοκκαριού (Allium cepa L.) τύπου "Χαλκίδος 105 ημέρες μετά την συγκομιδή. Weight and dimensions of native onion set variety (Allium cepa L.) type Chalcidos, 105 days after harvest. Αγρόκτημα Field Σοδειά Crop (kg/στρ.) Διαστάσεις βολβού Bulb dimension (cm) Ποιότητα Βάρος βολβού Quality Bulb weight (g) I Βάρος κοκκαριού Onion set weight (kg/στρ.) Διαστάσεις βολβού Bulb dimension (cm) Ποιότητα Βάρος βολβού Quality Bulb weight (g) II Βάρος κοκκαριού Onion set weight (kg/στρ.) Βάρος κοκκαριού που δεν συλλέχθηκε Onion set weight, that was not collected (kg /στρ.) SCL SL CL 3816a±119 5381b±103 4284 ±117 l,5a/3,9a±0,3/0,6 l,8b/4,2b±0,3/0,6 l,5a/3,8a±0,3/0,6 3,7a±l,5 4,06a±l,5 3,05 b± 1,5 2715a±27 3693b±71 3286c±46 2,6/6,8a±0,3/0,2 2,8/5,6b±0,3/0,2 3,0/6,6a±0,3/0,2 6,2±2,3 5,4±3,1 5,3±2,6 961±28 1539±35 863±29 140a±16 148b±16 135c± l l Οι τιμές που ακολουθούνται από το ίδιο γράμμα δεν διαφέρουν στατιστικά μεταξύ τους στο επίπεδο σημαντικότητας 5% (Ρ<0,05). καλλιεργητικής περιόδου 2002 (Εικ. 3). Η μέση τιμή των διαλυτών ολικών στερεών συστατικών των φυτών διαφέρει σημαντικά μεταξύ των τριών αγροκτημάτων. Η υψηλότερη τιμή βρέθηκε στα φυτά του αργιλοπηλώδους εδάφους και η μικρότερη τιμή στα φυτά του αμμοαργιλοπηλώδους (Πίν. 2). Η σοδειά του κοκκαριού την καλλιεργητική περίοδο 2003 ήταν περισσότερη από την αντίστοιχη του 2002 (Πίν. 4) κυρίως εξαιτίας της χαμηλής φυτρωτικής ικανότητας στην καλλιέργεια του 2002. ΣΥΖΗΤΗΣΗ Η επιτυχία της καλλιέργειας του κοκκαριού σχετίζεται άμεσα ή έμμεσα με την υψηλή ποιότητα σπόρου που εκφράζεται με τη βλαστική ικανότητα (Gabriel κ.ά. 1997). Σε ελεγχόμενες συνθήκες στο εργαστήριό μας η βλαστική ικανότητα του σπόρου ήταν σχετικά καλή και συμφωνεί με τα αποτελέσματα των Onal κ.ά. (1992). Όμως αν και στον αγρό η σπορά ήταν πυκνή, η φυτρωτική ικανότητα κυμάνθηκε σε χαμηλά επίπεδα (Πίν. 2)... Οι Bosch Serra και Currah (2002) αναφέρουν ότι το ομοιόμορφο φύτρωμα σε επιθυμητή πυκνότητα εξαρτάται από την ποιότητα του σπόρου, από την απόδοσή του στα εδάφη και από την ικανότητά του να αποφεύγει τα φυσικά και χημικά εμπόδια. Στην παρούσα εργασία μικρός αριθμός σπόρων βλάστησαν στον αγρό, ειδικά στο αμμοαργιλοπηλώδες έδαφος το 2002, μπορεί να οφείλεται είτε στη βαθύτερη από 1-2 cm βάθος σπορά, που ίσως προκαλείται με το μηχανικό τρόπο σποράς, είτε στη χαμηλή φυτρωτική ικανότητα του ντόπιου (μη πιστοποιημένου) σπόρου. Έτσι, ενώ ο σπόρος είχε βλαστική ικανότητα 81% κάτω από άριστες συνθήκες στο εργαστήριο, στις πιο δύσκολες συνθήκες του αγρού δεν είχε αρκετή φυτρωτική ικανότητα ώστε να πετύχει την ανάδυση των φυταρίων σε μεγάλο ποσοστό. Η αποθήκευση σπόρου μετά από κάθε συγκομιδή είναι μια κοινή πρακτική από τους αγρότες να εξασφα-
Περιβαντολογικές επιδράσεις στην παραδοσιακή καλλιε'ργεια κοκκαριού 53 ΠΙΝΑΚΑΣ 3 - TABLE 3 Σχετικός ρυθμός, απόλυτος ρυθμός αύξησης βάρους και μήκους και διάρκεια αύξησης βάρους και μήκους φυτού κοκκαριού σε τρία διαφορετικά εδάφη (αμμοαργιλοπηλώδες (SCL), αμμοπηλώδες (SL) και αργιλοπηλώδες (CL)). Οι παράμετροι αύξησης υπολογίστηκαν από τα πειραματικά δεδομε'να που προσαρμόστηκαν στη συνάρτηση Richards. Relative and absolute growth rate of weight and length, duration of weight increase and length of growth period of onion set plants in three different soils (sandy clay loam (SCL), sandy loam (SL) και clay loam (CL)). The growth parameters were calculated by adaptation of the experimental data to the Richards function. 1 ln L = In A - n ln(l + e (i_fa)) Βάρος φυτού Plant weight Μήκος φυτού Plant length lw W 2D 3l L D Έδαφος Soil ημέρα'1 day'1 g ημέρα'1 gday'1 Ημέρα day' ημέρα'1 day"1 mm ημέρα"1 mm day'1 Ημέρα day' SCL 0,0231 1,475 138 0,0208 3,241 138 SL 0,0357 1,460 88 0,1344 16,778 25 CL 0,0387 0,846 85 0,1411 15,834 26 1 W: Σχετικός ρυθμός αύξησης, Relative growth rate W: Απόλυτος ρυθμός αύξησης βάρους φυτού, Absolute growth rate of plant weight 2D: Διάρκεια αύξησης, Duration of growth 3 L: Σχετικός ρυθμός αύξησης, Relative growth rate L: Απόλυτος ρυθμός αύξησης μήκους φυτού, Absolute growth rate of plant length Εικ. 3. Διαλυτά ολικά στερεά συστατικά (%) φυτών της ντόπιας ποικιλίας κοκκαριού (Allium cepa L.) τύπου Χαλκίδος την καλλιεργητική περίοδο των ετών 2002 και 2003, σε αμμοαργιλοπηλώδες (SCL), αμμοπηλώδες (SL) και αργιλοπηλώδες (CL) εδάφος. Fig. 3. Total soluble solids (%) of native variety of onion set (Allium cepa L.) type Chalcidos, during the growth period of 2002 and 2003 in sandy clay loam (SCL), sandy loam (SL) και clay loam (CL) soils.
54 Α. Λιόπα-Τσακα?\ίδη ΠΙΝΑΚΑΣ 4 - TABLE 4 Βάρος και διάμετροι της ντόπιας ποικιλίας κοκκαριού (Allium cepa L.) τύπου "Χαλκίδος 105 ημέρες μετά την συγκομιδή. Weight and dimensions of native onion set variety (Allium cepa L.) type Chalcidos, 105 days after harvest. Αγρόκτημα Field Σοδειά Crop (kg/στρ.) Διαστάσεις βολβού Bulb dimension (cm) Ποιότητα Βάρος βολβού Quality Bulb weight (g) I Βάρος κοκκαριού Onion set weight (kg/στρ.) Διαστάσεις βολβού Bulb dimension (cm) Ποιότητα Βάρος βολβού Quality Bulb weight (g) Π Βάρος κοκκαριού Onion set weight (kg/στρ.) Βάρος κοκκαριού που δεν συλλέχθηκε Onion set weight, that was not collected (kg /στρ.) SCL SL CL 3816a±119 5381b±103 4284c±117 1,573,9a±0,3/0,6 l,8b/4,2b±0,3/0,6 l,5a/3,8a±0,3/0,6 3,7a±l,5 4,06a±l,5 3,05b±l,5 2715a±27 3693b±71 3286c±46 2,6/6,8a±0,3/0,2 2,8/5,6^0,3/0,2 3,0/6,6a±0,3/0,2 6,2±2,3 5,4±3,1 5,3±2,6 961±28 1539±35 863±29 140a±16 148b±16 135c± ll Οι τιμές που ακολουθούνται από το ίδιο γράμμα δεν διαφέρουν στατιστικά μεταξύ τους στο επίπεδο σημανπκότητας 5% (Ρ<0,05). καλλιεργητικής περιόδου 2002 (Εικ. 3). Η μέση τιμή των διαλυτών ολικών στερεών συστατικών των φυτών διαφέρει σημαντικά μεταξύ των τριών αγροκτημάτων. Η υψηλότερη τιμή βρέθηκε στα φυτά του αργιλοπηλώδους εδάφους και η μικρότερη τιμή στα φυτά του αμμοαργιλοπηλώδους (Πίν. 2). Η σοδειά του κοκκαριού την καλλιεργητική περίοδο 2003 ήταν περισσότερη από την αντίστοιχη του 2002 (Πίν. 4) κυρίως εξαιτίας της χαμηλής φυτρωτικής ικανότητας στην καλλιέργεια του 2002. ΣΥΖΗΤΗΣΗ Η επιτυχία της καλλιέργειας του κοκκαριού σχετίζεται άμεσα ή έμμεσα με την υψηλή ποιότητα σπόρου που εκφράζεται με τη βλαστική ικανότητα (Gabriel κ.ά. 1997). Σε ελεγχόμενες συνθήκες στο εργαστήριό μας η βλαστική ικανότητα του σπόρου ήταν σχετικά καλή και συμφωνεί με τα αποτελέσματα των Onal κ.ά. (1992). Όμως αν και στον αγρό η σπορά ήταν πυκνή, η φυτρωτική ικανότητα κυμάνθηκε σε χαμηλά επίπεδα (Πίν. 2)... Οι Bosch Serra και Currah (2002) αναφέρουν ότι το ομοιόμορφο φύτρωμα σε επιθυμητή πυκνότητα εξαρτάται από την ποιότητα του σπόρου, από την απόδοσή του στα εδάφη και από την ικανότητά του να αποφεύγει τα φυσικά και χημικά εμπόδια. Στην παρούσα εργασία μικρός αριθμός σπόρων βλάστησαν στον αγρό, ειδικά στο αμμοαργιλοπηλώδες έδαφος το 2002, μπορεί να οφείλεται είτε στη βαθύτερη από 1-2 cm βάθος σπορά, που ίσως προκαλείται με το μηχανικό τρόπο σποράς, είτε στη χαμηλή φυτρωτική ικανότητα του ντόπιου (μη πιστοποιημένου) σπόρου. Έτσι, ενώ ο σπόρος είχε βλαστική ικανότητα 81% κάτω από άριστες συνθήκες στο εργαστήριο, στις πιο δύσκολες συνθήκες του αγρού δεν είχε αρκετή φυτρωτική ικανότητα ώστε να πετύχει την ανάδυση των φυταρίων σε μεγάλο ποσοστό. Η αποθήκευση σπόρου μετά από κάθε συγκομιδή είναι μια κοινή πρακτική από τους αγρότες να εξασφα-
Περιδαντολογικές επιδράσεις στην παραδοσιακή καλλιέργεια κοκκαριού 55 λιστεί διαθεσιμότητα σπόρου για την επόμενη εποχή. Η χαμηλή πυκνότητα φυτών που βλάστησαν στον αγρό το 2002, πιθανόν να οφείλεται στις χαμηλές θερμοκρασίες που επικράτησαν μετά τη σπορά ή και στο βάθος σποράς, που πιθανόν να ήταν μεγαλύτερο από 2 cm. Οι Kretschmer και Strohm (1996) αναφέρουν ότι το άριστο φύτρωμα γίνεται σε βάθος έως και 2 cm. Οι κλιματολογικές συνθήκες του 2002, επιβράδυναν το ρυθμό ανάπτυξης του φυτού και η αύξηση του μήκους και του βάρους των φυτών διήρκεσε μεγάλο χρονικό διάστημα. Η καθυστέρηση της σποράς την καλλιεργητική περίοδο 2003 κατά δύο μήνες επιτάχυνε το ρυθμό αύξησης του κοκκαριού και ελάττωσε τις μέρες αύξησης του μήκους και του βάρους των φυτών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τα ύψη των φυτών να μη διαφέρουν στατιστικά μεταξύ τους (Πίν. 2). Η αγρανάπαυση του αγροκτήματος για 5 χρόνια ήταν σημαντική παράμετρος για τη μη εμφάνιση ασθενειών, καθώς είναι γνωστό ότι το κοκκάρι όπως το κρεμμύδι δεν πρέπει να σπέρνεται διαδοχικά στην ίδια θέση (Onal κ.ά. 1992) για την αποφυγή παρασίτων των παθογόνων. Τα επίπεδα των διαλυτών ολικών στέρεων σακχάρων των κοκκαριών δεν παρουσίασαν σημαντική αλλαγή κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης την καλλιεργητική περίοδο 2002 και συμφωνούν με αναφορές των Smittle και Maw (1988) και Hamilton κ.ά. (1998) για τα κρεμμύδια. Αντίθετα, την καλλιεργητική περίοδο 2003 παρατηρήθηκε μια αύξηση των διαλυτών ολικών στέρεων συστατικών στα φυτά τις τελευταίες 15 ημέρες πριν τη συλλογή. Αυτό το αποτέλεσμα ήταν παράλληλο με τις αλλαγές του βάρους των φυτών, δεδομένου ότι οι υδατάνθρακες συνθέτονται στα φύλλα και μεταφέρονται στους βολβούς κατά την περίοδο της γήρανσης (Nagai 1967). Τέλος, η σπορά κατά την περίοδο του 2003 όπου επικρατούσαν υψηλές θερμοκρασίες και το αμμοπηλώδες έδαφος, συνέβαλαν στη μεγαλύτερη παραγωγή, παρά το ό,τι η καλλιεργητική περίοδος ήταν σύντομη. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Όταν η σπορά γίνεται σε χαμηλές θερμοκρασίες, η φυτρωτική ικανότητα του σπόρου και η πυκνότητα των φυτών που αναπτύσσονται στον αγρό κυμαίνονται σε χαμηλά επίπεδα. Ο ρυθμός αύξησης των φυτών είναι αργός, το βάρος του κοκκαριού είναι μικρό και τα διαλυτά ολικά στερεά συστατικά είναι λίγα, σε σχέση με τη σπορά που πραγματοποιείται σε υψηλές θερμοκρασίες. Κατά συνέπεια, οι καλλιεργητές κοκκαριού, θα πρέπει να προγραμματίζουν τη σπορά τους όταν οι θερμοκρασίες είναι υψηλές (πάνω από 8 C) παρά το ό,τι η καλλιεργητική περίοδος θα είναι σύντομη. Η γήρανση των φυτών τις τελευταίες 15 μέρες πριν τη συλλογή τους που ήταν παράλληλη με τις αλλαγές των διαστάσεων και του βάρους του βολβού, ιδιαίτερα τη σύντομη καλλιεργητική περίοδο, είχε ως αποτέλεσμα μεγαλύτερη συσσώρευση διαλυτών ολικών στερεών συστατικών στο κοκκάρι. Η ισημερινή διάμετρος και το βάρος των βολβών στο αμμοπηλώδες έδαφος ήταν μεγαλύτερα και κατά συνέπεια η παραγωγή ήταν μεγαλύτερη συγκριτικά με το αργιλοπηλώδες και το αμμοαργιλοπηλώδες έδαφος. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ALMEKINDERS, C.J.M., LOUWAARS, Ν.Ρ. and BRUIJN, G.H., 1994. Local seed systems and their importance for an improved seed supply in developing countries. Euphytica, 78: 207-216. BOSCH SERRA, A. D. and CURRAH, L., 2002. Agronomy of onions,, p. 187-232. In Rabinowitch, H.D. Currah, L., Allium Crop Science: recent advances. Wallingford, Oxon: CABI Publishing. DE VISSER, C.L.M. and VAN DEN BERG, W., 1998. A method to calculate the size distribution of onions and its use in an onion growth model. Scientia Horticulturae, 77: 129-143. GABRIEL, E.L., MAKUCH, M.A. and PICCOLO, R.J., 1997. Seed size, germination and bulb uniformity in onion (Allium cepa L.) cv. Valcatorce inta. Acta Horiculturae, 433: 573-584. HAMILTON, B.K., YOO, K.S. and PIKE, L.M., 1998. Changes in pungency of onions by soil type, sulphur nutrition and bulb maturity. Scientia Horticulturae, 74: 249-256 ISTA (International Seed Testing Association), 1993. International Rules for Seed Testing, Seed Science and Technology. Vol. 21. KRETSCHMER, M. and STROHM, E., 1996. Aussaattiefe bei Zwiebeln, Teil I. Gemüse, 32: 488-491. LANCASTER, J.E., REAY, P.F., MANN, J.D., BENNETT, W.D. and SEDCOLE, J.R., 1988. Quality in New Zealand-grown onion bulbs-a survey of chemical and physical characteristics. New Zealand Journal of Experimental Agriculture, 16: 279-285.
56 Α. Λιόπα-Τσακα?\ίδη NAGAI, M., 1967. Growth of onions in a summer crop. II: Fresh weight and dry matter content of the leaves as indicators for measuring growth and maturity. Journal of the Japanese Society for Horicultural Science, 36: 299-305. ONAL, I., TOZAN, M. and ZENDER, F.N., 1992. Onion set planting: a comparison of machine methods with hand planting. Onion Newsletter for the Tropics, 4: 18-21. RICHARDS, F.J., 1959. A lexible growth function for empirical use. Journal of Experimental Botany, 10 (29): 290-300. SMITTLE, D.A. and MAW, B.W., 1988. Elects of maturity and harvest methods on storage and quality of onions. HortScience, 23: 141-143. SWIADER, J.M., G.W. WARE and J.P. McCOLLUM., 1992. Producing Vegetable Crops. Interstate Publishers, Danville, IL, 626 p. Environmental effects on growth and production of traditional onion set crops (Allium cepa L.) A. Liopa-Tsakalidi Plant Protection Institute of Patras, NAGREF SUMMARY The environmental effects on growth and yield of traditional onion set crops (Allium cepa L.) were studied in two growing season (2002 and 2003) in three fields with heterogeneous soils (sandy clay loam (SCL), sandy loam (SL) και clay loam (CL)) in Argyra of Achaia. Seeding took place in January 2002 and March 2003. The weight and length of plants, numbers of leaves, total soluble solids were determinated. In 2002, plant emergence and consequently plant density were low, the relative growth rate of onion weight and length were smaller and the duration of the growth period was bigger than in 2003. The aging of leaves during the last 15 days of the growth period was accompanied by increase of onion set dimensions and weight and it had as result a higher accumulation of total soluble solids in the onion set. The dimensions and the weight of bulbs in the sandy loam (SL) soil were bigger than in the other soils, while the bulbs in clay loam soils had more total soluble solids. The onion set crop was larger in 2003 than 2002 as well as in sandy loam relatively to clay loam soil. Key words: onion set, heterogeneous soil, quality characteristics, germination, total soluble solids.