ΚΕΦ. 1. ΙΑΡΘΡΩΤΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ 1.1. Οριοθέτηση Περιοχής Μελέτης και Ευρύτερης Περιοχής Με δεδοµένη την έκταση της λιγνιτικής εκµετάλλευσης κατά µήκος του λεγόµενου «ενεργειακού άξονα» Κοζάνης Πτολεµαϊδας Αµυνταίου 1, αλλά και σύµφωνα µε την εµβέλεια αναφοράς του προτεινόµενου Ενεργειακού Τεχνολογικού Πάρκου Πτολεµαϊδας Αµυνταίου, ως Ευρύτερη Περιοχή Μελέτης ορίζεται η Περιφέρεια υτικής Μακεδονίας, µε έµφαση στους δύο νοµούς Κοζάνης και Φλώρινας. Χάρτης 1: Ευρύτερη Περιοχή Μελέτης Αντίστοιχα, Περιοχή Μελέτης είναι η περιοχή που προσδιορίζεται από τις ακριβείς γεωγραφικές θέσεις των επιµέρους πόλων ανάπτυξης του προτεινόµενου Πάρκου, κυρίως ανατολικά του άξονα Κοζάνης Πτολεµαϊδας Αµυνταίου. Τα διοικητικά όρια νοµών και επαρχιών κρίνεται ότι δεν προσφέρονται απολύτως αφενός για την ανάλυση των χαρακτηριστικών της περιοχής µελέτης, αφετέρου για την οριοθέτηση και προεκτίµηση των επιπτώσεων, των αλληλεπιδράσεων και τελικά της σηµασίας µιας παρέµβασης της κλίµακας του Ενεργειακού Τεχνολογικού Πάρκου για την ευρύτερη περιοχή. 1 Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραµµα υτικής Μακεδονίας 2000-2006, Μάρτιος 2001, σελ. 8
Οι υφιστάµενες συγκοινωνιακές υποδοµές, καθώς και τα υλοποιούµενα και προγραµµατιζόµενα σήµερα συγκοινωνιακά έργα στην περιοχή (Εγνατία Οδός, Κάθετοι Αξονες Κοζάνης Νίκης και Σιάτιστας - Κρυσταλλοπηγής, σιδηροδροµική σύνδεση Κοζάνης Καλαµπάκας και υτική Σιδηροδροµική Εγνατία) είναι αυτονόητο ότι, πέρα από ευνοϊκή συγκυρία για τις µελλοντικές προοπτικές ανάπτυξης του Πάρκου, στο µέτρο που εξασφαλίζουν υψηλής στάθµης προσπελασιµότητα, θα διαχέουν τα όποια προσδοκώµενα κοινωνικο-οικονοµικά οφέλη από τη λειτουργία ενός τέτοιου χώρου σε περιοχές που βρίσκονται σε ακτίνα που υπερβαίνει τα συµβατικά διοικητικά όρια ακόµα και του συνόλου της Περιφέρειας υτικής Μακεδονίας. Η διαθεσιµότητα των αναγκαίων στατιστικών στοιχείων και πληροφοριών προκειµένου για την περιγραφή των διαρθρωτικών χαρακτηριστικών της Ευρύτερης Περιοχής, αναγκάζει ωστόσο να υποταχθεί η ανάλυση στα ισχύοντα διοικητικά όρια των τεσσάρων νοµών της Περιφέρειας. 1.2. Φυσική γεωγραφία και περιβάλλον Η Περιφέρεια υτικής Μακεδονίας βρίσκεται στην βορειοδυτική Ελλάδα και συνορεύει µε την Αλβανία και τη FYROM, καθώς και τις Περιφέρειες Κεντρικής Μακεδονίας, Θεσσαλίας και Ηπείρου. Η έκτασή της, 9.451 τ.χλµ., ισοδυναµεί µε το 7,2% της συνολικής έκτασης της χώρας, γεγονός που την καθιστά τη δεύτερη µικρότερη ελληνική Περιφέρεια µετά την Περιφέρεια της Ηπείρου. Περιλαµβάνει 4 νοµούς (Γρεβενών, Καστοριάς, Κοζάνης και Φλώρινας) και έχει ως διοικητική έδρα την πόλη της Κοζάνης. Η µισή και πλέον έκταση (51,2%) της Περιφέρειας είναι ορεινή µε υψηλά όρη και το 18% του εδάφους είναι πεδινό. Κυριότερα είναι η οροσειρά της Βόρειας Πίνδου, το Βέρνον (Βίτσι), το Τρικλάριο, το Βαρνούς (Περιστέρι), ο Βόρας (Καϊµακτσαλάν), το Ασκιο (Σινιάτσικο), ο Βούρινος και το Βέρµιο 2. Σε αυτό το ορεινό τµήµα της Περιφέρειας βρίσκεται το 39,9% των οικισµών της. Οι πεδινές εκτάσεις της Περιφέρειας εντοπίζονται κυρίως στη λεκάνη Σερβίων Βελβενδού που διαρρέεται από τον Αλιάκµονα και στη λεκάνη µεταξύ Βέρνου και Βόρα ανατολικά της πόλης της Φλώρινας και νοτιότερα στην Εορδαία, µεταξύ Βέρµιου και Ασκιου, στον άξονα Πτολεµαϊδας Κοζάνης. 2 Κούβαρης Λ. (1964) Ατλας της Ελλάδος, Νέα Οικονογραφηµένη Γεωγραφία, Αθήναι, τ. Ε και Ελληνοεκδοτική, Χάρτης Οδηγός, υτική Κεντρική Μακεδονία, κλίµακα 1 : 250.000 2
Χάρτης 2: Γεωφυσικό υπόβαθρο Ευρύτερης Περιοχής Μελέτης Η υτική Μακεδονία διαθέτει σηµαντικούς φυσικούς πόρους (ενεργειακά ορυκτά και µεταλλεύµατα 3 ), παραµένει ωστόσο αποµονωµένη από την υπόλοιπη χώρα, κάτι που οφείλεται αφενός στη µορφολογία του εδάφους, αφετέρου στη γεωπολιτική της θέση στη βόρεια παραµεθόριο ζώνη. ιαθέτει επίσης πολλά και πλούσια οικοσυστήµατα. Η υτική Μακεδονία συγκεντρώνει το 65% των επιφανειακών υδάτινων πόρων της χώρας, ενώ η δασοκάλυψη πλησιάζει το 50%. ιασχίζεται από έναν από τους µεγαλύτερους ποταµούς της χώρας, τον Αλιάκµονα και φιλοξενεί τις λίµνες Πρέσπες, Καστοριάς, Βεγορίτιδα, Χειµαδίτιδα και άλλες µικρότερες, καθώς και την Τεχνητή Λίµνη του Αλιάκµονα (λίµνη Πολυφύτου) 4. Τα σηµαντικά οικοσυστήµατα είναι συγκεντρωµένα σε τρεις κυρίως ζώνες : στα δυτικά, στην οροσειρά της Πίνδου, στον κεντρικό άξονα Πρέσπες Βέρνον Ασκιο Βούρινος και στα νοτιοανατολικά, κατά µήκος της λίµνης Πολυφύτου. Στην Περιφέρεια απαντούν δύο από τους δέκα Εθνικούς ρυµούς της χώρας. Ο εθνικός δρυµός Βάλια-Κάλντα της Βόρειας Πίνδου είναι το σηµαντικότερο δασικό οικοσύστηµα, ενώ ο σηµαντικότερος υγροβιότοπος είναι ο Εθνικός ρυµός των Πρεσπών, που έχει επιπλέον χαρακτηριστεί ως περιοχή ειδικής προστασίας από την οδηγία 79/409 της ΕΕ και υγροβιότοπος διεθνούς σηµασίας 5. Εκτός αυτών, στην Περιφέρεια υπάγονται εννέα ακόµα περιοχές που έχουν ενταχθεί στο δίκτυο «NATURA 2000» : η Βασιλίτσα, ο Γράµµος, το Βίτσι, το Βαρνούς, ο Βούρινος 3 Εκτός από το λιγνίτη στην Περιφέρεια συναντώνται το σηµαντικότερο πανευρωπαϊκά κοίτασµα αµιάντου (στη θέση Ζιδάνι στο Ν. Κοζάνης), το µοναδικό πανευρωπαϊκά κοίτασµα χρωµίτη, κ.ά. (Χωροαταξικό Σχέδιο Περιφέρειας υτικής Μακεδονίας) 4 Ο Αλιάκµονας πηγάζει από τις ανατολικές πλαγιές του Γράµµου, εκβάλλει στο Θερµαϊκό και έχει µήκος 314 χλµ. 5 Χωροταξικό Σχέδιο Περιφέρειας υτικής Μακεδονίας, σελ. 345 3
κοιλάδα Μεσιανού Νερού, η ευρύτερη Πίνδος και οι λίµνες Καστοριάς, Βεγορίτιδα, Πετρών, Χειµαδίτιδα και Ζάζαρη. Τέλος, στην Περιφέρεια και ιδιαίτερα στο Νοµό Φλώρινας, συγκεντρώνονται ορισµένες από τις σηµαντικότερες πηγές µεταλλικών και ιαµατικών υδάτων της χώρας, µε κυριότερες τις πηγές Αµυνταίου και Ξινού Νερού. Εικόνα 1.1. Το ορυχείο λιγνίτη του Βόρειου Πεδίου Το κλίµα είναι γενικά ηπειρωτικό µε πολλές χιονοπτώσεις και βροχοπτώσεις και µεγάλες θερµοκρασιακές διακυµάνσεις. Οι θερµοκρασίες είναι ιδιαίτερα χαµηλές το χειµώνα, ενώ το καλοκαίρι είναι δροσερό στα ορεινά και θερµό στα πεδινά 6. Η υγρασία είναι υψηλότερη στην Καστοριά και χαµηλότερη στην Κοζάνη που αναπτύσσεται σε εκτεταµένο οροπέδιο. Το κλίµα, οι χιονοπτώσεις, οι ορεινοί όγκοι, τα δάση και τα λιµναία ή ποτάµια συστήµατα δίνουν στη υτική Μακεδονία εξαιρετικές δυνατότητες ανάπτυξης του ήπιου οικολογικού ορεινού τουρισµού. Αυτός ο τοµέας µόλις τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να ενδιαφέρει και να προγραµµατίζεται, κυρίως στις περιοχές της Βόρειας Πίνδου και των Πρεσπών. Η φυσική κληρονοµιά (περιοχές ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, παλαιοντολογικά ευρήµατα) και η πολιτιστική κληρονοµιά (αρχαίος και βυζαντινός πολιτισµός, καθώς και λαϊκός και τεχνικός πολιτισµός των νεώτερων χρόνων) σε συνδυασµό µε το εξαιρετικό τοπίο, ενισχύουν το ενδιαφέρον και καθιστούν ελκυστική την ανάπτυξη του ποιοτικού τουρισµού. Σήµερα ωστόσο, η ταυτότητα του νοµού Κοζάνης προσδιορίζεται σε µεγάλο βαθµό από τη λειτουργία των λιγνιτωρυχείων και των ατµοηλεκτρικών σταθµών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Είναι γεγονός ότι η οικολογική ισορροπία της περιοχής κατά µήκος του άξονα Κοζάνης Πτολεµαϊδας Αµυνταίου, έχει πληγεί σηµαντικά από τη µακρόχρονη δραστηριότητα της ΕΗ στην περιοχή. Επιπτώσεις παρατηρούνται και στο κλίµα, το οποίο έχει υποστεί αλλαγές λόγω των εκποµπών των ρύπων, ιδιαίτερα στο νοµό Κοζάνης. Τα τελευταία χρόνια ωστόσο, η ΕΗ έχει 6 Μέσες θερµοκρασίες στην Κοζάνη 0 0 C (Ιαν,) 26 0 C (Αυγ.) και στη Φλώρινα 1 0 C (Ιαν,) 24 0 C (Αυγ.). 4
κάνει σηµαντικά βήµατα στον τοµέα της αντιµετώπισης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, ιδιαίτερα στο επίπεδο διαχείρισης των ατµοσφαιρικών ρύπων. Εικόνα 1.2. Η λίµνη του Φράγµατος Περδίκκα κοντά στην Πτολεµαϊδα. Η ατµόσφαιρα ρυπαίνεται από τις εκποµπές της καύσης του λιγνίτη και από την αιωρούµενη σκόνη της εξόρυξης και µεταφοράς του. Αντίστοιχες επιπτώσεις υπάρχουν στο έδαφος και τα ύδατα, επιφανειακά και υπόγεια, αλλά και στα επίπεδα θορύβου της περιοχής. Οι σηµερινές πρακτικές αντιρρύπανσης συνίσταται σε ότι αφορά στην αιωρούµενη σκόνη είτε σε ειδικά µόνιµα δίκτυα διαβροχής κατά µήκος του κυρίου οδικού δικτύου στην περιοχή λιγνιτικής εκµετάλλευσης, είτε σε βυτιοφόρα οχήµατα για τη διαβροχή στο δευτερεύον δίκτυο, ενώ για τα υγρά απόβλητα έχουν πρόσφατα εισαχθεί εγκαταστάσεις βιολογικού καθαρισµού και γίνονται εργασίες σταθεροποίησης της στάθµης των νερών σε επιλεγµένες θέσεις (στη Βεγορίτιδα). Η εισαγωγή αντιρρυπαντικής τεχνολογίας είναι περιορισµένη. Όπου αυτή έχει εφαρµοσθεί παρατηρούνται µικρές βελτιώσεις στην ποιότητα του περιβάλλοντος. Με τα ηλεκτροστατικά φίλτρα που χρησιµοποιούν σήµερα οι σταθµοί παραγωγής ενέργειας, η εκποµπή των αιωρούµενων σωµατιδίων έχει µειωθεί στο 2% περίπου. Με την αστική αξιοποίηση της εκλυόµενης θερµότητας των ηλεκτρογεννητριών στην Κοζάνη και την Πτολεµαϊδα, έχει επίσης βελτιωθεί η ατµόσφαιρα τα τελευταία χρόνια. 5
Εικόνα 1.3. Ο Ατµοηλεκτρικός Σταθµός Καρδιάς κοντά στην Κοζάνη. Πέρα από τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της διαδικασίας εκµετάλλευσης των λιγνιτικών κοιτασµάτων, το περιβάλλον αντιµετωπίζει όλο το φάσµα των «τυπικών» κινδύνων που σωρεύουν ανθρωπογενείς δραστηριότητες, όπως η αλόγιστη επέκταση των αρδεύσεων, η λαθραία και ανεξέλεγκτη ρύπανση εδάφους και υδάτων µε αστικά, βιοµηχανικά και γεωργικά λύµατα που περιέχουν φυτοφάρµακα και λιπάσµατα, η ρύπανση µέσω της εναπόθεσης µπαζών και απορριµάτων, η λαθροθηρία στα δάση και τις λίµνες, η λαθροβόσκηση, η λαθροϋλοτοµία, και ο εκσυγχρονισµός των αλιευτικών µεθόδων. 1.3. Γεωλογικό υπόβαθρο Η λιγνιτογένεση σηµειώνεται στον Ελληνικό χώρο από το Ηώκαινο µέχρι και το Κατώτερο Πλειστόκαινο (Koukouzas & Koukouzas 1995; Koukouzas et al., 1997, Αnagnostopoulos et al, 1988, Αναστόπουλος και Κούκουζας, 1972a). Στους Παλαιογενείς σχηµατισµούς (Ηώκαινο-Ολιγόκαινο) ανήκουν κατά κανόνα κοιτάσµατα παράκτιων λεκανών, π.χ. της Αλεξανδρούπολης, του Πενταλόφου (Ν. Κοζάνης), των Γρεβενών, των Ζαγοριών (Ν. Ιωαννίνων) κ.ά. Μέσα σε θαλάσσια ιζήµατα παρεµβάλλονται λιµναίες και τελµατικές αποθέσεις, από τις οποίες (τελµατικές) προέκυψαν φακοειδή στρώµατα λιγνίτη καλής ποιότητας. Λόγω των γενικά περιορισµένων διαστάσεών τους τα κοιτάσµατα αυτά δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερο µεταλλευτικό ενδιαφέρον. Κατά το Νεογενές και το Πλειστόκαινο σχηµατίστηκαν τα περισσότερα και σηµαντικότερα λιγνιτικά κοιτάσµατα της χώρας µας. Οι περίοδοι αυτές συνδέονται µε την έντονη µεταλπική ρηξιγενή τεκτονική και ταφρογένεση. ηµιουργούνται πολυάριθµες ηπειρωτικές λεκάνες, που είτε δεν έχουν 6
καµιά επικοινωνία µε τη θάλασσα (ενδοηπειρωτικές) είτε επικοινωνούν παροδικά µόνο κατά τη διάρκεια της εξέλιξής τους µε αυτήν (περιηπειρωτικές). Στις ηπειρωτικές λεκάνες πληρούνταν οι προϋποθέσεις για τον σχηµατισµό εκτεταµένων κατω-τυρφώνων και τη διατήρηση της τυρφογένεσης για µεγάλα χρονικά διαστήµατα, µε αποτέλεσµα να προκύψουν λιγνιτικά στρώµατα µε σχετικά µεγάλη εξάπλωση και πάχος, όπως αυτά της Φλώρινας, της Πτολεµαΐδας, του Αλιβερίου, της Μεγαλόπολης κ.ά. Αντίθετα οι λιγνιτικές αποθέσεις αυτών των περιόδων σε παράκτιες λεκάνες (Κατερίνη, Πρέβεζα-Ακαρνανία, Πύργος-Ολυµπία, Κρήτη) παρουσιάζουν µικρό πάχος, αν και συχνά η έκτασή τους είναι σηµαντική. Στους νεότερους λιγνίτες (Πλειστόκαινο) ανήκει ο (τυρφοειδούς µορφής) µαλακός λιγνίτης της Μεγαλόπολης. 1.3.1. Η τεκτονική τάφρος της υτικής Μακεδονίας Η λιγνιτοφόρα λεκάνη Φλώρινας-Αµυνταίου-Πτολεµαΐδας-Κοζάνης-Σερβίων-Ελασσόνας αποτελεί τµήµα της µεγάλης τεκτονικής τάφρου µήκους > 120 km, που εκτείνεται από το Μοναστήρι (πρώην Γιουγκοσλαβική ηµ. Μακεδονίας) µέχρι την Ελασσόνα, νότια του Αλιάκµονα ποταµού. Ο άξονας της τάφρου έχει Β -ΝΑ διεύθυνση, παράλληλη µε τον άξονα των Ελληνίδων. Γεωτεκτονικά η περιοχή ανήκει στην Πελαγονική ζώνη. Η τάφρος δηµιουργήθηκε από τη ρηξιγενή τεκτονική του Νεογενούς. Κατά το Ανώτερο Μειόκαινο επεκράτησαν εφελκυστικές τάσεις µε διεύθυνση ΒΒΑ-ΝΝ, που δηµιούργησαν το κύριο βύθισµα µε ρήγµατα Β -ΝΑ διεύθυνσης. Κατά το Ανώτερο Πλειόκαινο και το Τεταρτογενές εφελκυστικές τάσεις Β -ΝΑ διεύθυνσης χώρισαν το αρχικό βύθισµα σε επιµέρους λεκάνες, που οριοθετούνται από ΒΑ-Ν ρήγµατα. Σχηµατίστηκαν έτσι οι λεκάνες Φλώρινας, Αµυνταίου-Πτολεµαΐδας, Κοζάνης-Σερβίων και Ελασσόνας. Οι Νεογενείς αποθέσεις των παραπάνω λεκανών διακρίνονται σε τρεις σειρές: - την κατώτερη σειρά (σχηµατισµός Κοµνηνών), - τη µεσαία σειρά (σχηµατισµός Πτολεµαΐδας) και - την ανώτερη σειρά. Η κατώτερη σειρά αποτελείται στη βάση της από ένα γνευσιακό κροκαλοπαγές, το οποίο µεταβαίνει προς τα πάνω σε µάργες, αµµώδεις µάργες, άµµους, ιλύες, αργίλους και λιγνίτες. Το περιβάλλον απόθεσης ήταν ποτάµιο, ποταµολιµναίο και τοπικά τελµατικό. Η ηλικία του σχηµατισµού είναι Ανω Μειοκαινική µέχρι Κάτω Πλειοκαινική, όπως διαπιστώθηκε από µακροπαλαιοβοτανικούς και παλυνολογικούς προσδιορισµούς. 7
Ο µεσαίος σχηµατισµός χαρακτηρίζεται από µεγάλου πάχους στρώµατα λιγνιτών, που εναλλάσσονται µε στρώµατα αργίλων, ιλύων, αµµωδών αργίλων και µαργών. Το περιβάλλον απόθεσης ήταν κύρια λιµναίο και λιµνοτελµατικό. Η ηλικία του σχηµατισµού είναι Πλειοκαινική σύµφωνα µε παλυνολογικές µελέτες. Ο ανώτερος σχηµατισµός αποτελείται από τις Τεταρτογενείς αποθέσεις. Το πάχος τους δεν είναι σταθερό, αλλά κυµαίνεται από λίγα µέτρα µέχρι µερικές εκατοντάδες µέτρα. Τα ιζήµατα κάθονται ασύµφωνα πάνω στα Πλειοκαινικά στρώµατα. Η αιτία της ασυµφωνίας είναι ο τεκτονισµός του Ανώτερου Πλειοκαίνου-Κατώτερου Πλειστοκαίνου. Τα ιζήµατα είναι κύρια ποτάµια (άµµοι και κροκάλες), ενώ τοπικά απαντώνται άργιλοι και µάργες, µικρού πάχους λιγνιτικά στρώµατα και τύρφη. 1.3.2. Ο λιγνίτης της κατώτερης σειράς Ο λιγνίτης του κατώτερου σχηµατισµού είναι σκληρός, καστανόχρωµος, και εµφανίζει έντονα τη δοµή και υφή του ξύλου, πρόκειται δηλαδή για ξυλιτικό λιθότυπο. Τα ιζήµατα στα οποία φιλοξενείται είναι κυρίως ιλύες, µέσα στις οποίες υπάρχουν κατά θέσεις φακοί άµµου, αργίλου και µάργας. Απαντάται στα ανατολικά περιθώρια των λεκανών Φλώρινας-Αµυνταίου-Πτολεµαΐδας. εν σχηµατίζει εκτεταµένα στρώµατα, αλλά λόγω τεκτονισµού έχει αποτεθεί σε πολλά µικρά τµήµατα των λεκανών, γειτονικά µεταξύ τους. Ο ξυλίτης προήλθε από δασοτυρφώνες µε κωνοφόρα κυρίως δένδρα, που αναπτύσσονταν σε ένα σχετικά πιο θερµό και υγρό κλίµα από το σηµερινό. Στη λεκάνη της Φλώρινας κυριαρχεί ο ξυλιτικός λιγνίτης. Τα βέβαια αποθέµατα ξυλίτη ανέρχονται σε 270 Μt, τα τεχνικοοικονοµικά απολήψιµα σε 200 Μt. Η εκµετάλλευση γίνεται από δυο ιδιωτικές εταιρίες, που διαθέτουν λιγνιτωρυχεία στις περιοχές της Βεύης και της Αχλάδας αντίστοιχα. Η ετήσια παραγωγή ανέρχεται σε 2 Μt περίπου, που τροφοδοτούν τους ατµοηλεκτρικούς σταθµούς (Α.Η.Σ.) Πτολεµαΐδας-Αµυνταίου της.ε.η. Πρόσφατα ανακαλύφθηκε µεταξύ Βεύης και Αχλάδας το κοίτασµα Λόφων µε ξυλιτικό λιγνίτη. Από πλευράς βαθµού ενανθράκωσης ο ξυλίτης της Φλώρινας κατατάσσεται στους µαλακούς λιγνίτες. Είναι καλής ποιότητας µε µέση υγρασία 30%, τέφρα (επί ξηρού) 27% και κατώτερη θερµαντική ικανότητα (σε φυσική κατάσταση) 2.700 kcal/kg. Στα ανατολικά περιθώρια της λεκάνης Πτολεµαΐδας-Αµυνταίου υπάρχουν τρία ξυλιτικά κοιτάσµατα: των Κοµνηνών, του Ανατολικού-Καρυοχωρίου και της Βεγόρας. 8
Το κοίτασµα Κοµνηνών έχει βέβαια αποθέµατα 264 Μt, από τα οποία απολήψιµα θεωρούνται 153 Μt. Ο ξυλίτης έχει υγρασία 40%, τέφρα (επί ξηρού) 30%, κατώτερη θερµαντική ικανότητα (σε φυσική κατάσταση) 2.400 kcal/kg. Το κοίτασµα Ανατολικού-Καρυοχωρίου διαθέτει βέβαια αποθέµατα 205 Μt, τεχνικοοικονοµικά απολήψιµα 152 Μt. Ο ξυλίτης έχει την ίδια ποιότητα µε αυτόν των Κοµνηνών. Το κοίτασµα της Βεγόρας έχει παρόµοια ποιοτικά χαρακτηριστικά. Τα αποθέµατα είναι της τάξης των 40 Μt. 1.3.3. Ο λιγνίτης της µεσαίας σειράς Οι Πλειοκαινικοί λιγνίτες εµφανίζονται κυρίως στη λεκάνη Πτολεµαΐδας-Αµυνταίου. Πρόκειται για στιβάδες, που αποτελούνται από εναλλαγές στρωµάτων µικρού πάχους λιγνίτη µε αργίλους και µάργες. Ο λιγνίτης είναι καστανόχρωµος µέχρι µαύρος, µαλακός και αποτέθηκε σε τοπογενείς τυρφώνες µε χαµηλή βλάστηση (ποώδη). Η µέση υγρασία του λιγνίτη Πτολεµαΐδας είναι 50-60%, η τέφρα (επί ξηρού) 35% και η κατώτερη θερµαντική ικανότητα 1.370 kcal/kg. Παρόµοια ποιοτικά χαρακτηριστικά διαθέτει και ο λιγνίτης Αναργύρων-Αµυνταίου µε ελαφρά µικρότερη θερµαντική ικανότητα (1.250 kcal/kg). Τα συνολικά αποθέµατα ανέρχονται σε 3.100 Μt, από τα οποία 60% περίπου είναι εκµεταλλεύσιµα. Ας σηµειωθεί, ότι στη λεκάνη Πτολεµαΐδας-Αµυνταίου υπάρχει το 67% των εκµεταλλεύσιµων αποθεµάτων λιγνίτη της χώρας. Η εκµετάλλευση γίνεται από τη.ε.η.. Μικρή ποσότητα (<2%) χρησιµοποιείται για παρασκευή λιγνιτοπλίνθων (µπρικεττών), λιγνιτόσκονης και λιπασµάτων, ενώ ο κύριος όγκος της παραγωγής τροφοδοτεί τους Α.Η.Σ. της.ε.η. στην περιοχή. Το σύνολο της εγκατεστηµένης ισχύος των Α.Η.Σ. στο Λιγνιτικό Κέντρο Πτολεµαΐδας- Αµυνταίου είναι 4.048 ΜW και αποτελεί το 50% της ολικής εγκατεστηµένης ισχύος της.ε.η. Εδώ παράγεται το 70% της ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας. Τα ορυχεία στη λεκάνη Πτολεµαΐδας-Αµυνταίου είναι τα ακόλουθα: 1. Το Κύριο Πεδίο. Η εξόρυξη άρχισε το 1955 και η παραγωγή τροφοδότησε τους πρώτους Α.Η.Σ της.ε.η. Το κοίτασµα έχει εξοφληθεί. Η εξόρυξη συνεχίζεται στα δυο γειτονικά ορυχεία: - το Βόρειο Πεδίο, του οποίου η εξόρυξη άρχισε το 1981 και - το Πεδίο Κοµάνου, του οποίου η εξόρυξη άρχισε το 1982. Η συνολική ετήσια παραγωγή φθάνει τους 6 Μt περίπου. 2. Το λιγνιτωρυχείο Καρδιάς. Η εξόρυξη άρχισε το 1970 και έχει ήδη ολοκληρωθεί. Η ετήσια παραγωγή ανερχόταν σε 10 Μt. Εχει ξεκινήσει η αποκατάσταση του τοπίου, ενώ η εξόρυξη 9
συνεχίζεται (και αναµένεται να περατωθεί µέχρι το 2010) στον Τοµέα 6, που βρίσκεται Ν του ορυχείου Καρδιάς Η ετήσια παραγωγή ανέρχεται σε 16 Μt περίπου. 3. Το Νότιο Πεδίο. Η εξόρυξη άρχισε το 1979 και αναµένεται να διαρκέσει µέχρι το 2040. Η ετήσια παραγωγή σήµερα είναι 16 Μt και αναµένεται να φθάσει τους 20 Μt. Είναι το µεγαλύτερο λιγνιτωρυχείο της Ελλάδας και ένα από τα µεγαλύτερα στον κόσµο. Τα απολήψιµα αποθέµατα ανέρχονται σε 900 Μt και συνιστούν το 50% των αποθεµάτων του κοιτάσµατος Πτολεµαΐδας. Το µέσο πάχος της λιγνιτικής στιβάδας είναι 35 m, το µέγιστο 140 m, ενώ το µέσο πάχος των υπερκειµένων αγόνων 160 m. Το ολικό βάθος της τελικής εκσκαφής θα φθάσει τα 250 m. 4. Στην περιοχή Αναργύρων-Αµυνταίου λειτουργεί από το 1987 ένα ακόµα λιγνιτωρυχείο. Τα βέβαια αποθέµατα ανέρχονται σε 489 Μt, τα απολήψιµα σε 288 Μt. Η ετήσια παραγωγή φθάνει τους 8 Μt. Εκτιµάται ότι η εξόρυξη θα συνεχιστεί µέχρι το 2025. 5. Τέλος στο υτικό Πεδίο, που βρίσκεται κοντά στα δυτικά περιθώρια της λεκάνης, αναµένεται να αρχίσει η εξόρυξη σύντοµα. Τα αποθέµατα ανέρχονται σε 500 Μt. Ο έντονος τεκτονισµός και το µεγάλο βάθος, στο οποίο απαντάται το κοίτασµα, καθιστούν την εκµετάλλευση προβληµατική. Τέλος στη λεκάνη Πτολεµαΐδας υπάρχει το κοίτασµα Προαστείου µε βέβαια αποθέµατα 337 Μt, από τα οποία 230 Μt κρίνονται απολήψιµα. Το πάχος της λιγνιτικής στιβάδας είναι 33 m και η κατώτερη θερµαντική ικανότητα 2.000 kcal/kg. Λόγω του σηµαντικού πάχους των υπερκειµένων (178 m) η εξόρυξη θα αντιµετωπιστεί µετά την εξόφληση του Βόρειου Πεδίου και του Πεδίου Κοµάνου. Νοτιότερα, στη λεκάνη Κοζάνης-Σερβίων, η επιφανειακή εξάπλωση των Νεογενών και Τεταρτογενών ιζηµάτων έχει έκταση 400 km 2. Λιγνιτοφορία διαπιστώθηκε σε έκταση 80 km 2, από τα οποία ενδιαφέρον από πλευράς εκµετάλλευσης παρουσιάζουν µόνο τα 26 km 2. Ποιοτικά ο λιγνίτης είναι κατώτερος εκείνου της Πτολεµαΐδας, γιατί έχει χαµηλότερη Κ.Θ.Ι. (1.400 kcal/kg) και περισσότερη τέφρα. Τα βέβαια γεωλογικά αποθέµατα ανέχονται σε 508 Μt, τα απολήψιµα σε 290 Μt. Το µέγιστο συνολικό πάχος των λιγνιτικών στρωµάτων είναι 16 m, ενώ το µέσο πάχος του απολήψιµου λιγνίτη 9,2 m. Το µέσο πάχος των υπερκειµένων ανέρχεται σε 121 m. Η σχέση αγόνων/λιγνίτη δεν επιτρέπει επιφανειακή εκµετάλλευση, ενώ ενδεχόµενη υπόγεια εξόρυξη θα αντιµετωπίσει προβλήµατα από υπόγεια νερά, που θα προέρχονται από τον ταµιευτήρα γειτονικού φράγµατος στον Αλιάκµονα ποταµό. Τέλος στη λεκάνη της Ελασσόνας ανακαλύφθηκε σηµαντικό κοίτασµα λιγνίτη. Τα αποθέµατα ανέρχονται σε 150 Μt. Η έρευνα ολοκληρώθηκε το 1999. 1.3.4. Τα Τεταρτογενή οργανικά ιζήµατα 10
Μικρά κοιτάσµατα τυρφοειδούς λιγνίτη βρέθηκαν στις περιοχές της Άρδασσας, καθώς και ΒΑ της λίµνης Χειµαδίτιδας. Πρόκειται για αποθέσεις µικρού πάχους, αλλά σηµαντικής οριζόντιας εξάπλωσης µε πολλά ενδιάµεσα στείρα υλικά. Η ηλικία των σχηµατισµών τοποθετείται στο Μέσο και Ανώτερο Πλειστόκαινο. Τα αποθέµατα δεν υπερβαίνουν τους 100 Μt, αλλά η εξόρυξη κρίνεται ασύµφορη. Τέλος, Ολοκαινικές αποθέσεις τύρφης υπήρχαν µέχρι πρόσφατα σε αρκετές περιοχές της λεκάνης Πτολεµαΐδας-Αµυνταίου. Για παράδειγµα, ΒΑ της λίµνης Χειµαδίτιδας εκτεινόταν τυρφώνας σε έκταση 25 km 2 περίπου. Το πάχος της τύρφης έφθανε µέχρι 3,5 m, ενώ τα αποθέµατα ήταν 1.000.000 m 3. Λόγω της αποξήρανσης του τυρφώνα και της εντατικής καλλιέργειας του εδάφους, η τύρφη οξειδώθηκε και ανεφλέγη (αυτανάφλεξη), µε αποτέλεσµα όλο το κοίτασµα να χαθεί. 1.3.5. Στρωµατογραφία Λεκάνης Πτολεµαΐδας Η γενική στρωµατογραφία της λεκάνης της Πτολεµαΐδας (Anastopoulos & Koukouzas, 1972b), παρουσιάζει την ακόλουθη διάταξη: Προς την επιφάνεια και για περίπου 20-100 µέτρα εµφανίζεται µια ενότητα Πλειο-Πλειστοκαινικών στρωµάτων άµµου και αργίλου που διακόπτονται από µάργες και κροκαλοπαγή. Έπονται Πλειο-µειοκαινικά στρώµατα λιγνίτη και άµµου που επικάθηνται σε Νεογενείς και τριασικούς σχηµατισµούς. Με την ιζηµατογένεση που έλαβε χώρα στην περιοχή, αποτέθηκαν ιζήµατα που περιλαµβάνουν τους λιγνιτοφόρους και µη σχηµατισµούς του Νεογενούς και τις Τεταρτογενείς αποθέσεις. Οι αποθέσεις αυτές που καλύπτουν εξ ολοκλήρου τα προγενέστερα ιζήµατα περιλαµβάνουν. 1. Αλλουβιακούς σχηµατισµούς (πρόσφατες ποταµοχειµάρριες αποθέσεις, πλευρικά κορήµατα και ελογενή ιζήµατα της περιοχής Σαριγκιόλ) 2. Σχηµατισµούς του ιλουβίου (εναλλασσόµενα στρώµατα κροκαλοπαγών, ψαµµιτών, ερυθρών αργίλων και κώνων κροκαλο-λατυποπαγούς ποταµοχειµάρρειας προέλευσης σε µορφή ριπιδοειδών σχηµατισµών) Οι υποκείµενοι σχηµατισµοί του Νεογενούς περιλαµβάνουν τρεις σειρές: την ανώτερη (υπερκείµενη της λιγνιτοφόρας), την λιγνιτοφόρα και την κατώτερη (υποκείµενη της λιγνιτοφόρας). Ανώτερη σειρά Η ανώτερη σειρά περιλαµβάνει κιτρινόφαια κλαστικά ιζήµατα (µε εναλλασσόµενες ενστρώσεις άµµου, αργίλων, αµµούχων µαργών, χαλαρών κροκαλοπαγών και φακοειδών διαστρώσεων ψαµµιτών, ψηφιδοπαγών και µαργαϊκών ασβεστολίθων) και πρασινότεφρες αργιλο-µαργαϊκές αποθέσεις (αποτελούµενες από αµµούχους αργίλους και ιλυοµιγείς αργιλούχες µάργες). Το µέγιστο πάχος της σειράς αυτής ανέρχεται σε 100 µέτρα. 11
Λιγνιτοφόρος σειρά Η λιγνιτοφόρος σειρά περιλαµβάνει: 1. την ανώτερη λιγνιτοφόρο στοιβάδα µε µέγιστο πάχος 40 µέτρα, η οποία συνίσταται από 9-10 λιγνιτικά στρώµατα πάχους µερικών εκατοστών µέχρι ενός έως τριών λεπτότερων στρωµάτων ξυλίτη στην οροφή της στιβάδας µεταξύ των οποίων παρεµβάλλονται στείρες ενστρώσεις αργίλου, µαργών και λιµναίας κρητίδος. 2. την ενδιάµεση στοιβάδα των στείρων ιζηµάτων, µέγιστου πάχους 14 µέτρων όπου επικρατούν οι ανοιχτόχρωµες µάργες µε φακοειδείς ενστρώσεις λιµναίας κρητίδος. 3. την κατώτερη λιγνιτοφόρο στοιβάδα µε µέγιστο πάχος 80 µέτρων, η οποία αποτελείται από εναλλασσόµενα στρώµατα λιγνίτη, µαργών, αργίλων µε µεταβαλλόµενο πάχος και από δύο χαρακτηριστικές ενστρώσεις άµµου και ληµναίας κρητίδος. Στη λιγνιτοφόρο στοιβάδα απαντώνται επίσης οι δύο παρακάτω καθοδηγητικοί ορίζοντες: Ορίζοντας NERITINA (H 2 ) Παλαιοντολογικός ορίζοντας του απολιθώµατος NERITINA, κυµαινόµενου πάχους 20-50 εκατοστά. Φιλοξενείται στο µεσαίο τµήµα της λιγνιτοφόρου στοιβάδας µε σχηµατισµό γκριζοκίτρινης µάργας Ορίζοντας χαρακτηριστικής άµµου (ΧΑ) Πετρογραφικός ορίζοντας µικρού πάχους (10-20 εκατ.) που τοποθετείται στο τέλος της λιγνιτοφόρου στοιβάδας και συγκεκριµένα 5-12 µέτρα πάνω από το γεωλογικό δάπεδο του κοιτάσµατος. Κατώτερη σειρά Η κατώτερη σειρά περιλαµβάνει τους ανώτερους ορίζοντες (µε συνολικό πάχος 40 µέτρα) που αποτελούνται από τεφρές αργιλούχες µάργες, κατά τόπους αµµούχες, µε φακοειδείς ενστρώσεις µαργαϊκού ασβεστολίθου και κορυφαία ένστρωση ληµναίας κρητίδος και τους κατώτερους ορίζοντες που αποτελούνται από τεφρές αµµούχες αργίλους µε αραιές ενστρώσεις αργιλούχων µαργών. Στην εικόνα 1.4. παρουσιάζεται το λιγνιτικό κέντρο Πτολεµαΐδας-Αµυνταίου. Στην εικόνα 1.5. παρουσιάζεται η γεωλογική τοµή της λιγνιτοφόρου λεκάνης Πτολεµαΐδας- Αµυνταίου, ενώ στην εικόνα 1.6. η στρωµατογραφική ακολουθία του Νοτίου Πεδίου. 12
Εικόνα 1.4. Λιγνιτικό κέντρο Πτολεµαΐδας-Αµυνταίου Εικόνα 1.5. Γεωλογική τοµή λιγνιτοφόρου λεκάνης Πτολεµαΐδας-Αµυνταίου 13
Εικόνα 1.6. Στρωµατογραφική ακολουθία Νοτίου Πεδίου (Καλογήρου, 2000) 14
1.4. Πληθυσµός Ο πληθυσµός της Περιφέρειας υτικής Μακεδονίας σύµφωνα µε την απογραφή του 2001 ανέρχεται στους 301.522 κάτοικους 7. Το µέγεθος αυτό αντιστοιχεί σε ποσοστό 2,75% του συνολικού πληθυσµού της χώρας και στο 12,4% του πληθυσµού της Μακεδονίας. Ο πληθυσµός παρουσιάζει µικρή αριθµητική αύξηση (2,95% την δεκαετία 1991-2001), αλλά έχει µειωθεί σε σχέση µε την ποσοστιαία αναλογία ως προς τον συνολικό πληθυσµό της χώρας 8. Πλέον του µισού πληθυσµού της Περιφέρειας (51,5%) συγκεντρώνεται στο νοµό Κοζάνης µε τις πόλεις της Κοζάνης και της Πτολεµαϊδας να είναι οι πολυπληθέστερες (35.942 και 28.942 κατοίκους αντίστοιχα) και τις άλλες πόλεις να έχουν πληθυσµό κάτω των 15.000 κατοίκων. Το µικρότερο πληθυσµό συγκριτικά έχει η πόλη των Γρεβενών (10.447 κατοίκους). Πίνακας 1 Εξέλιξη πληθυσµών 1961-2001 στη υτική Μακεδονία (κατά νοµό). 1961 1971 1981 1991 2001 ΝΟΜΟΣ ΚΟΖΑΝΗΣ 152.815 135.709 147.051 150.246 155.324 ΝΟΜΟΣ ΦΛΩΡΙΝΑΣ 67.356 52.264 52.430 53.147 54.768 ΝΟΜΟΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ 47.487 45.711 53.169 52.685 53.483 ΝΟΜΟΣ ΓΡΕΒΕΝΩΝ 38.020 35.275 36.421 36.797 37.947 ΥΤΙΚΗ ΜΑΚΕ ΟΝΙΑ 307.639 270.930 291.052 292.875 301.522 Πίνακας 2. Κατανοµή πληθυσµών 2001 στη υτική Μακεδονία (κατά νοµό). ΝΟΜΟΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ 18% ΝΟΜΟΣ ΓΡΕΒΕΝΩΝ 13% ΝΟΜΟΣ ΦΛΩΡΙΝΑΣ 18% ΝΟΜΟΣ ΚΟΖΑΝΗΣ 51% 7 Στοιχεία Απογραφής Πραγµατικού Πληθυσµού ΕΣΥΕ 2001 8 Το 1991 ο πραγµατικός πληθυσµός της υτικής Μακεδονίας ανερχόταν σε 292.875 κατοίκους και αντιστοιχούσε σε ποσοστό 2,85% σε σχέση µε τον πληθυσµό της χώρας. ΕΣΥΕ 2001. 15
Η εξέλιξη του πληθυσµού των νοµών της υτικής Μακεδονίας καταγράφεται στον πίνακα 1 και δείχνει κατ αρχήν τη σταθερή πληθυσµιακή υπεροχή του νοµού Κοζάνης, ο οποίος σταθερά συγκεντρώνει το 50% και πλέον του πληθυσµού της Περιφέρειας. Ένα δεύτερο στοιχείο το οποίο καταγράφεται είναι η µεγάλη πτώση του συνολικού πληθυσµού της Περιφέρειας την περίοδο 1960-1970 (πληθυσµιακή συρρίκνωση κατά 13,6%). Η πτώση συµβαδίζει µε την ευρύτερη εγκατάλειψη του αγροτικού και κυρίως του ορεινού χώρου κατά την µεταπολεµική περίοδο. Ιδιαίτερη συµµετοχή στο φαινόµενο της µόνιµης µετανάστευσης φαίνεται να έχει ο Νοµός Φλώρινας µε ποσοστά που κυµαίνονται για την περίοδο 1960-1975 µεταξύ 22 και 35% 9. Αντίστοιχα µεγαλύτερη είναι η συγκράτηση του πληθυσµού στο Νοµό Καστοριάς κατά τη δεκαετία του 60, ενώ παρουσιάζει και σηµαντική πληθυσµιακή ανάκαµψη (16,3%) κατά τη δεκαετία του 70. Σηµαντική πληθυσµιακή ανάκαµψη στη δεκαετία του 70 παρουσιάζει και ο Νοµός Κοζάνης (8,4%). Θα λέγαµε ότι η πληθυσµιακή διακύµανση στο σύνολο της Περιφέρειας ταυτίζεται εν πολλοίς µε το µοτίβο διακύµανσης του πληθυσµού στο Νοµό Κοζάνης. Ετσι, η πληθυσµιακή αύξηση που αρχίζει να καταγράφεται από το 1971 και µετά οφείλεται κατά µείζονα λόγο στο Νοµό Κοζάνης, και προφανώς στην εκβιοµηχάνιση του διπόλου Κοζάνης - Πτολεµαϊδας. Πίνακας 3. Μετανάστευση εκτός Ελλάδας κατά τα έτη 1961-1963 από τη υτική Μακεδονία 10. Νοµός 1961 1962 1963 ΝΟΜΟΣ ΚΟΖΑΝΗΣ 1,164 4,455 3,987 ΝΟΜΟΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ 732 1,143 1,136 ΝΟΜΟΣ ΦΛΩΡΙΝΑΣ 1,533 2,656 2,699 ΥΤΙΚΗ ΜΑΚΕ ΟΝΙΑ 3,429 6,254 7,822 Πίνακας 4. ιάγραµµα εξέλιξης πληθυσµών στη υτική Μακεδονία (1961-2001). 9 Sivignon M. et al, Atlas de la Grèce, CNRS-Libergéo La Documentation Française, p. 50 10 Ο Νοµός Γρεβενών σχηµατίστηκε το 1964 από εδάφη των νοµών Κοζάνης, κυρίως, και Λάρισας. 16
350.000 300.000 250.000 ΝΟΜΟΣ ΚΟΖΑΝΗΣ 200.000 ΝΟΜΟΣ ΦΛΩΡΙΝΑΣ ΝΟΜΟΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ ΝΟΜΟΣ ΓΡΕΒΕΝΩΝ 150.000 ΥΤΙΚΗ ΜΑΚΕ ΟΝΙΑ 100.000 50.000 0 1961 1971 1981 1991 2001 Στον πίνακα 3 φαίνεται το µεγάλο ρεύµα της µετανάστ ευσης, κατά την περίοδο της όξυνσής του (1961-1963) και η κατανοµή του στη υτική Μακεδονία 11. Ο νοµός Κοζάνης συµµετέχει σε αυτό µε ποσοστό σχεδόν 50%. Ο πίνακας αφορά µόνο την εξωτερική µετανάστευση, ενώ η εσωτερική µετανάστευση δεν είναι καταγεγραµµένη. Το ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι η πληθυσµιακή αιµορραγία φαίνεται να επουλώνεται σε ελάχιστο χρόνο, συγκεκριµένα µετά το 1971, αλλά προφανώς µε άλλες πληθυσµιακές οµάδες. Εποµένως, στη υτική Μακεδονία εκείνη την περίοδο έχ ουµ ε τη δεύτερη µ εγάλη αλλαγή πληθυσµών του 20ου αιώνα, µετά την εκδίωξη των µουσουλµανικών πληθυσµών και την εγκατάσταση των χριστιανών προσφύγων. Το 1928, οι πρόσφυγες αποτελούσαν το 32% του πληθυσµού του ενιαίου τότε (µαζί µε το νοµό Καστοριάς) νοµού Κοζάνης, ενώ στο σύνολο της χώρας το 20%. Στην πόλη της Κοζάνης απογράφονται 1.000 πρόσφυγες το 1928, το 7,5% του πληθυσµού της. Αυτές οι αλλαγές έχουν σε πολύ µεγάλο βαθµό επιδράσει στη φυσιογνωµία των πόλεων στις οποίες κυριάρχησαν, κυρίως στην Πτολεµαϊδα και λιγότερο στην Κοζάνη. Πίνακας 5. Πληθυσµός 2001 στα αστικά κέντρα της υτικής Μακεδονίας. Πόλη Κάτοικοι % ΚΟΖΑΝΗ 35.942 32,5 ΠΤΟΛΕΜΑΙ Α 28.942 26,2 ΚΑΣΤΟΡΙΑ 16.218 14,6 ΦΛΩΡΙΝΑ 14.555 13,2 ΓΡΕΒΕΝΑ 10.447 9,5 ΑΜΥΝΤΑΙΟ 4.407 4,0 ΣΥΝΟΛΟ 110.511 100,0 Τα µεγάλα αστικά κέντρα της υτικής Μακεδονίας κατά την απογραφή του 2001 εµφανίζουν τους πληθυσµούς του πίνακα 5. Σύµφωνα µε την απογραφή του 2001, ο αστικός πληθυσµός που 11 Κούβαρης, Λ., Άτλας της Ελλάδος, Νέα Οικονογραφηµένη Γεωγραφία, Αθήναι 1964, τ. Ε, σελ. 531. 17
συγκεντρώνεται στις πρωτεύο υσες των νο µών ή σε πόλεις άνω των 10.000 κατοίκων αποτελεί το 35,2% του πληθυσµού της Περιφέρειας. Το 61,2% αυτού του αστικού πληθυσµού είναι συγκεντρωµένο στο νοµό Κοζάνης, στο δίπολο Κοζάνη-Πτολεµαϊδα. 1.5. Οικονοµική µεγέθυνση, απασχόληση και παραγωγικές δραστηριότητες Η Περιφέρεια υτικής Μακεδονίας είναι από µία τις φτωχότερες περιφέρειες της Ε.Ε. παρουσιάζει ωστόσο σταθερά ανοδική δυναµική, τουλάχιστον σύµφωνα µε τις µετρήσεις του ΑΕΠ και τις συγκρίσεις που γίνονται σε επίπεδο ευρωπαϊκών περιφερειών (NUTS ΙΙ level). Από το 1986 οπότε εµφάνιζε ΑΕΠ ίσο µε το 58% του µέσου ΑΕΠ της ΕΕ, έφτασε το 1999 να εµφανίζει ΑΕΠ ίσο µε το 65% του µέσου ΑΕΠ της Ένωσης και να καθίσταται ως η έκτη πιο ανεπτυγµένη ελληνική περιφέρεια 12. Πρέπει ωστόσο να συνεκτιµάται κάθε φορά η στατιστική ακαταλληλότητα του δείκτη ΑΕΠ ως δείκτη οικονοµικής ανάπτυξης, ιδιαίτερα στη υτική Μακεδονία, αφού σε αυτό το ΑΕΠ συµπεριλαµβάνεται το ΑΕΠ των µονάδων της ΕΗ που βρίσκονται στην περιοχή. 13 Πίνακας 6. Κατά κεφαλή ΑΕΠ περιόδου 2000-2002 για τις ελληνικές περιφέρειες Σήµερα, η περιφέρεια µε βάση το ΑΕΠ κατά κεφαλή, έχει ανέλθει στην τρίτη θέση µεταξύ των ελληνικών περιφερειών µε ποσοστό 103,7% επί του εθνικά παραγόµενου ΑΕΠ (µετά τη Στερεά 12 Eurostat, Statistics in Focus, Jan 2002, p. 3 και ΠΕΠ. Μακεδονίας, Μάρτιος 2001, σελ. 3 13 Πηγή: Κέντρο Επιχειρηµατικής Ανάπτυξης Θεσσαλίας, www.keta.gr 18
Ελλάδα και την Αττική). Το εθνικά παραγόµενο ΑΕΠ συγκεντρώνεται όµως στην περιφέρεια µόνο κατά 2,8%. Από πλευράς ρυθµών ανάπτυξης, η περιφέρεια υτικής Μακεδονίας παρουσιάζει τους χαµηλότερους ρυθµούς µαζί µε την περιφέρεια Θεσσαλίας (6,8% και 5,3% αντίστοιχα) 14. Η εξέλιξη του οικονοµικά ενεργού πληθυσµού παρουσιάζει αύξηση τα τελευταία χρόνια, ενώ ο αριθµός των απασχολούµενων παρουσιάζει διακυµάνσεις. Σύµφωνα µε την απογραφή του 2001, ο οικονοµικά ενεργός πληθυσµός της. Μακεδονίας ανέρχεται σε 112.246 άτοµα και αντιπροσωπεύει το 2,4% του αντίστοιχου της χώρας. Στο Νοµό Κοζάνης ειδικότερα, καταγράφεται το 50,1% του οικονοµικά ενεργού πληθυσµού, το 52,9% του οικονοµικά µη ενεργού πληθυσµού και το 46,9% των ανέργων της περιφέρειας. Η ανεργία συνιστά φαινόµενο µε µακρά ζωή στην περιφέρεια. Σχετίζεται κατά κύριο λόγο µε την αποβιοµηχάνιση στην περιοχή Κοζάνης Πτολεµαϊδας, την «κρίση της γούνας» που έπληξε κυρίως την Καστοριά και τη Σιάτιστα, την καταστροφή καλλιεργήσιµων γαιών από τις διαδικασίες εκµετάλλευσης του λιγνίτη και τη γενικευµένη στροφή της απασχόλησης από τον πρωτογενή στο δευτερογενή και τριτογενή τοµέα. Αποτελεί έτσι γραµµική συνέπεια του αναπτυξιακού µοντέλου που ακολουθήθηκε και στηρίχθηκε µονοσήµαντα σχεδόν στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, χωρίς παράλληλη και εναλλακτική υποστήριξη από ένα ισχυρό λειτουργικό δίκτυο πόλεων. Σήµερα η ανεργία, ως ποσοστό επί του οικονοµικά ενεργού πληθυσµού, αγγίζει το 16,3% για την περιφέρεια ξεπερνώντας σηµαντικά το αντίστοιχο εθνικό ποσοστό του 11,1% 15. Τα νεώτερα στοιχεία της ΕΣΥΕ υπολογίζουν την ανεργία σε 13,8% για την περιφέρεια. Μακεδονίας, γεγονός που την καθιστά µεταξύ των τριών ελληνικών περιφερειών µε την υψηλότερη ανεργία (µαζί µε την Κ. Μακεδονία και το Ν. Αιγαίο). Το ποσοστό της µακροχρόνιας ανεργίας είναι επίσης σχετικά υψηλό σε σχέση µε αυτό της χώρας (63,1% έναντι 57,1%) 16. Ιδιαίτερα ανησυχητική είναι επίσης η κατάταξη της περιφέρειας ως προς την ανεργία των νέων έως 25 ετών, που φτάνει το 39,1% και την φέρνει στη δεύτερη χειρότερη θέση µεταξύ των ελληνικών περιφερειών 17. Ιδιαίτερα οξύ είναι το πρόβληµα για τις γυναίκες, τόσο σε εθνικό επίπεδο, όσο και στην περιφέρεια. Το γενικό επίπεδο µόρφωσης είναι χαµηλό (µόνο το 19,2% του οικονοµικά ενεργού πληθυσµού έχει πτυχίο ανώτερης ή ανώτατης εκπαίδευσης). Εξετάζοντας το παραγωγικό περιβάλλον της υτικής Μακεδονίας από τη σκοπιά της απασχόλησης, παρατηρείται σταδιακή µείωση της απασχόλησης στον πρωτογενή και 14 Στοιχεία ΕΣΥΕ για % µεταβολής κατά κεφαλή ΑΕΠ 2000-2001. 15 ΕΣΥΕ, 2001 16 Στοιχεία για το 1998 από το ΠΕΠ. Μακεδονίας, Μάρτιος 2001, σελ. 3 17 Σύµφωνα µε τα στοιχεία της EUROSTAT (Ιούλιος, 2002), το εθνικό ποσοστό ανεργίας των νέων έως 25 ετών φτάνει στο 27,4% µε µέσο αντίστοιχο για την Eυρωζώνη το 16,35%. Η Σ. Ελλάδα εµφανίζει ανεργία των νέων κατά 40,2%, η. Μακεδονία 39,1%, η Ηπειρος 36,3% και οι υπόλοιπες περιφέρειες γύρω στο 30%. 19
δευτερογενή τοµέα, που παραµένουν ωστόσο πολύ πιο δυναµικοί από τα αντίστοιχα επίπεδα της χώρας και διόγκωση του µεριδίου απασχόλησης στον τριτογενή τοµέα 18. 1.5.1. Πρωτογενής τοµέας Στην περιφέρεια. Μακεδονίας, αντιστοιχεί το 3,6% των εκµεταλλεύσεων της χώρας για τον πρωτογενή τοµέα και το 5,8% των καλλιεργούµενων εκτάσεων της χώρας. Ως προς το περιφερειακό ΑΕΠ, ο πρωτογενής τοµέας συµµετέχει στην παραγωγή του κατά 13,4% και απορροφά το 23,5%. Η κτηνοτροφία σταδιακά συρρικνώνεται, ενώ στη γεωργία, το ποσοστό των αρδευόµενων καλλιεργήσιµων εκτάσεων είναι πολύ χαµηλό. Από πλευράς απασχόλησης, ο πρωτογενής τοµέας παρέχει περιφερειακά το 19,22% των θέσεων και έχει ιδιαίτερα έντονη παρουσία στους νοµούς Γρεβενών (33,5%) και Φλώρινας (26,86%). Συγκριτικά, χαµηλότερα επίπεδα δραστηριότητας στον πρωτογενή τοµέα εµφανίζει ο νοµός Κοζάνης. Τα κυριότερα γεωργικά προϊόντα που παράγονται στην Περιφέρεια είναι τα µήλα και το σιτάρι 19. Σηµαντική και µοναδική στο είδος της θεωρείται η καλλιέργεια του σπάνιου φυτού κρόκος 20 ( sofran). Η ετήσια παραγωγή του φυτού ανέρχεται στους 6-7 tn, αξία ς 1,5 δις δρχ. Το 98% αυτής της παραγωγής εξάγεται στη διεθνή αγορά 21. Η ενίσχυση του αγροτικού τοµέα, η ανάπτυξη εναλλακτικών και συµπληρωµατικών δραστηριοτήτων παράλληλα µε την αξιοποίηση των τοπικών χαρακτηριστικών και των επώνυµων τοπικών προϊόντων, η βελτίωση των υποδοµών και η προστασία των φυσικών πόρων και του αγροτικού περιβάλλοντος, είναι στόχοι που έχουν ενσωµατωθεί στα περιφερειακά προγράµµατα και πολιτικές, τόσο στο πλαίσιο του Β, όσο και του Γ ΚΠΣ. 1.5.2. ευτερογενής τοµέας Στο δευτερογενή τοµέα απασχολείται το 29,59% του οικονοµικά ενεργού πληθυσµού της περιφέρειας 22 και η τάση για το ποσοστό αυτό είναι σταθερά πτωτική τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Ως προς το περιφερειακά παραγόµενο ΑΕΠ, ο δευτερογενής συµµετέχει σε αυτό κατά 47,5% 23, ενώ η ακαθάριστη προστιθέµενη αξία (ΑΠΑ) παραγωγής στο δευτερογενή τοµέα ανέρχεται στο 18 Ο πρωτογενής τοµέας κρατάει το 19,2% της απασχόλησης στον οικονοµικά ενεργό πληθυσµό της περιφέρειας, ο δευτερογενής το 29,6% και ο τριτογενής έχει ανέλθει στο 48,1%. Τα αντίστοιχα εθνικά ποσοστά είναι 14,4% για τον πρωτογενή, 21,8% για το δευτερογενή και 58,6 για τον τριτογενή. ΕΣΥΕ, 2001. 19 Στην Περιφέρεια υτικής Μακεδονίας αναλογεί το 16% της εγχώριας παραγωγής µήλων και το 15% σίτου. 20 Το φυτό Κρόκος έχει ιαµατικές, αρωµατικές και χρωστικές ιδιότητες και χρησιµοποιείται ευρύτατα στη µαγειρική, τη ζαχαροπλαστική, την ποτοποιία, τη τυροκοµία, καθώς επίσης και στην παραγωγή φαρµακευτικών παρασκευασµάτων. 21 Κοζάνη-Γρεβενά, επιχειρηµατικός οδηγός, Υπουργείο Ανάπτυξης, ΑΝΚΟ-Γραφείο Βιοµηχανικής Αλλαγής Κοζάνης, 2000. 22 Στοιχεία ΕΣΥΕ, 2001. 23 ΠΕΠ. Μακεδονίας, Μάρτιος 2001, σελ. 3 20
30,9% της ΑΠΑ της περιφέρειας 24. Ωστόσο, η ακαθάριστη αξία παραγωγής του δευτερογενούς τοµέα στην περιφέρεια, αγγίζει µόλις το 0,47% της συνολικής αξίας παραγωγής του δευτερογενούς τοµέα σε εθνικό επίπεδο 25. Οι πιο ισχυροί νοµοί σε αυτόν τον τοµέα είναι της Καστοριάς και της Κοζάνης. Αυτό οφείλεται στην βιοµηχανία παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που αναπτύσσεται στο νοµό Κοζάνης και στη βιοτεχνία του κλάδου γούνας-δέρµατος στο νοµό Καστοριάς. Σήµερα (2004) λειτουργούν στην περιοχή 6 ατµοηλεκτρικοί σταθµοί µε συνολική ισχύ 4.438 MW. Στους σταθµούς αυτούς αντιστοιχεί περισσότερο από 75% της συνολικής παραγωγής λιγνίτη της ΕΗ 26, παράγεται περίπου το 60% της συνολικής ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας, από το οποίο το 80% περίπου παράγεται στο νοµό Κοζάνης. Τέλος, παρά τη θεσµοθέτηση ήδη από το 1986 µιας σειράς ΒΙΠΕ και ΒΙΟΠΑ, η υλοποίηση είναι περιορισµένη 27. Ο δευτερογενής τοµέας, καίτοι παραµένει ακόµα πολύ ισχυρός στην περιφέρεια, και ενώ ακόµα αναπτύσσεται, εκχωρεί σταδιακά µερίδιο παραγωγικότητας στον τριτογενή τοµέα 28. Η ενίσχυση της παραγωγικότητας µε τη βοήθεια των νέων τεχνολογιών, η ανάπτυξη του αναγκαίου επιχειρηµατικού περιβάλλοντος (υπό µορφή βιοµηχανικών ζωνών και υποδοµών, αλλά και µέσω της ώσµωσης των τοµέων παραγωγής, έρευνας και εκπαίδευσης), καθώς και η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, αποτελούν βασικές κατευθύνσεις των πολιτικών και των προγραµµάτων στο πλαίσιο των ΚΠΣ και άλλων κοινοτικών πρωτοβουλιών (π.χ. πρόγραµµα LEADER) και αναµένεται να τονώσουν την εξωστρέφεια των επιχειρήσεων της Περιφέρειας. 1.5.3. Τριτογενής τοµέας Ο τριτογενής τοµέας είναι ο σηµαντικότερος ως προς τον αριθµό των απασχολουµένων µε ποσοστό 48,07% 29. Συµµετέχει δε κατά 39,1% στην περιφερειακή παραγωγή ΑΕΠ 30. Λόγω της αποµόνωσης από τα µεγάλα αστικά κέντρα, ο τοµέας του εµπορίου και των υπηρεσιών απασχολεί αρκετούς εργαζόµενους και έχει δηµιουργήσει σηµαντικό αριθµό καταστηµάτων. Το χονδρικό εµπόριο υποχωρεί, ενώ το λιανικό εµπόριο και οι υπηρεσίες εκσυγχρονίζονται. Επίσης, 24 Στοιχεία ΕΣΥΕ για το 2002. 25 Στοιχεία ΕΣΥΕ για το 2002. 26 78% για το 2001. Στοιχεία ΕΗ. 27 Σύµφωνα µε το ΠΕΠ. Μακεδονίας (Μάρτιος, 2001, σελ. 5) λειτουργεί µόνο µια ΒΙΠΕ στη Φλώρινα. Εχουν επίσης θεσµοθετηθεί (Π 136/86) οι ΒΙΠΕ Κοζάνης, Γρεβενών και Καστοριάς και δηµιουργούνται Εκθεσιακό Κέντρο στα Κοίλα Κοζάνης, ΒΙΟΠΑ ξύλουεπίπλου Κοζάνης, ΒΙΟΠΑ Εράτυρας και το ΒΙΟΠΑ Σιάτιστας. 28 Παρουσιάζει µείωση του ποσοστού συµµετοχής του στο συνολικό Ακαθάριστο Προϊόν της Περιφέρειας. 29 Στοιχεία ΕΣΥΕ, 2001. 30 ΠΕΠ. Μακεδονίας, Μάρτιος 2001, σελ. 3 21
παρά τα ακόµα χαµηλά επίπεδα τουριστικής δραστηριότητας και των περιορισµένων υποδοµών, ο τοµέας του τουρισµού βρίσκεται σε έντονα ανοδική πορεία. Σε αυτό έχει συµβάλει η όλο και µ εγαλύτερη ανάδειξη κυρίως των περιβαλλοντικών ποιοτήτων (σηµαντικότερος πόλος έλξης το λιµναίο οικοσύστηµα των Πρεσπών) της περιφέρειας και η παράλληλη ανάπτυξη και διάδοση των εναλλακτικών µορφών τουρισµού, όπως ο οικοτουρισµός και ο αγροτοτουρισµός (βλ. ειδικότερα παρ. 1.4.4.). Από την άποψη των υποδοµών, η περιφέρεια εµφανίζει ελλείψεις στις υποδοµές υγείας και πρόνοιας (δεν έχει Περιφερειακό Νοσοκοµείο). Αντίθετα, εµφανίζει πολύ καλύτερους δείκτες στις υποδοµές εκπαίδευσης. Εκτός από τις υποδοµές πρωτοβάθµιας και δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης, υπάρχουν 16 Τµήµατα ΤΕΙ, τα περισσότερα από τα οποία βρίσκονται στην Κοζάνη, ενώ πρόσφατα ιδρύθηκε και το ΑΕΙ. Μακεδονίας στην Κοζάνη (Π 92/11-4-2003) που φιλοξενεί µέχρι σήµερα τέσσερα τµήµατα προπτυχιακών σπουδών και ένα τµήµα µεταπτυχιακών σπουδών. Ο τοµέας της τριτοβάθµιας εκπαίδευσης αναµένεται να συµβάλλει σηµαντικά στην περαιτέρω τόνωση του τριτογενούς τοµέα, ιδιαίτερα στην προοπτική διασύνδεσής του µε τους κυριότερους παραγωγικούς τοµείς. Τέλος, σηµαντική είναι η συµβολή των τηλεπικοινωνιακών υποδοµών που έχουν ήδη ολοκληρωθεί. Η ανάπτυξη δικτύου υπηρεσιών υποστήριξης των ΜΜΕ, η βελτίωση και ανάδειξη του τουριστικού προϊόντος και η διασύνδεση της έρευνας µε την τοπική παραγωγή, έχουν τεθεί ως στόχοι των περιφερειακών προγραµµάτων και στο πλαίσιο αυτό έχουν ήδη χρηµατοδοτηθεί και προωθηθεί σηµαντικές δράσεις. Με τη σειρά τους, οι προγραµµατιζόµενες και υλοποιούµενες συγκοινωνιακές υποδοµές θα συµβάλουν αποφασιστικά στην άρση της αποµόνωσης και στην τόνωση όλου του επιχειρηµατικού φάσµατος. 1.5.4. Τουρισµ ός Ο τουρισµός εκτιµάται από όλες τις πρόσφατες µελέτες 31 ως ένας από τους σηµαντικότερους τοµείς µε αναπτυξιακές προοπτικές στην Περιφέρεια υτικής Μακεδονίας. Κι αυτό γιατί η Περιφέρεια χαρακτηρίζετα ι από αρκετά υψηλό και εν πολλοίς «αναξιοποίητο» δυναµικό σε πόλους τουριστικού ενδιαφέροντος, δυναµικό που περιλαµβάνει περιοχές ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, ενδιαφέροντα οικοσυστήµατα και πληθώρα µνηµείων πολιτισµού. 31 Χωροταξικό Σχέδιο Περιφέρειας υτικής Μακεδονίας και Γ Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραµµα υτικής Μακεδονίας. 22
H υφιστάµενη τουριστική κίνηση συγκροτείται κατά πλειοψηφία από έλληνες τουρίστες µε αναλογίες που ξεπερνούν σε κάθε περίπτωση το 75% και συχνά και το 95% 32, αναλογίες ιδιαίτερα υψηλές σε σχέση µε το εθνικό ποσοστό ηµεδαπών τουριστών που κινείται περί το 25%. Ιδιαίτερα «εξαρτηµένοι» από τον ηµεδαπό τουρισµό εµφανίζονται οι Νοµοί Φλώρινας και Γρεβενών, µε τη διαφορά ότι στον πρώτο παρατηρείται σχετικά σταθερή ανοδική τάση στο ποσοστό και στον απόλυτο αριθµό των ξένων επισκεπτών 33. Πιο «ελκυστικός» για τους ξένους εµφανίζεται ο Νοµός Καστοριάς και ακολουθεί ο Ν. Κοζάνης 34. Συνολικά, σε επίπεδο Περιφέρειας, υψηλότερη τουριστική κίνηση καταγράφεται στο Νοµό Κοζάνης και ακολούθως στο Νοµό Καστοριάς (µε µικρή διαφορά) και ακολουθούν ο Νοµός Φλώρινας και πολύ πιο χαµηλά ο Νοµός Γρεβενών, µε πολύ δυναµική άνοδο ιδιαίτερα στην κίνηση αλλοδαπών τουριστών. Γεγονός είναι ότι το σύνολο της τουριστικής κίνησης στην Περιφέρεια υτικής Μακεδονίας κινείται σε ιδιαίτερα χαµηλά αριθµητικά επίπεδα, τόσο ως προς το περιφερειακά παραγόµενο ΑΕΠ, όσο και ως προς τα εθνικά επίπεδα τουριστικής κίνησης. Συγκεκριµένα εµφανίζεται να αποτελεί λιγότερο από 1% της εθνικής τουριστικής κίνησης και τα ποσοστά φθίνουν στο διάστηµα 1996-2001 35. Αυτό δεν αντανακλά σε καµµία περίπτωση την πυκνότητα πόλων ενδιαφέροντος στην ευρύτερη περιοχή, σχετίζεται ωστόσο µε το γεωγραφικό «µειονέκτηµα» του ότι η υτική Μακεδονία δεν βρέχεται από θάλασσα, κι έτσι δεν προσφέρει το τυποποιηµένο προϊόν του θερινού παραθαλάσσιου τουρισµού που προσφέρουν οι περισσότερες τουριστικές περιοχές της Ελλάδας. Σε µια περίοδο όµως που όλες οι περιοχές της χώρας θέτουν ως στόχο τη µείωση της εποχικότητας του τουρισµού, η υτική Μακεδονία µε τους πόρους που διαθέτει, από τουριστική σκοπιά πλεονεκτεί. Η χαµηλή της τουριστική κίνηση εποµένως, δεν µπορεί παρά να οφείλεται κατά µείζονα λόγο στις περιορισµένες διαθέσιµες υποδοµές, στα ατελή, περιορισµένα και αρκετά «εσωστρεφή» κανάλια προβολής, καθώς και στις δυσκολίες προσπέλασης. Οι τελευταίες αναµένεται να αρθούν σύντοµα και σε µεγάλο ποσοστό, εν όψει της ολοκλήρωσης των προωθούµενων συγκοινωνιακών έργων. Ηδη, παρατηρείται αύξηση στην τουριστική κίνηση τα τελευταία χρόνια, που δεν παρουσιάζει όµως απόλυτη συνέπεια. Σύµφωνα µε το Γ ΠΕΠ, πραγµατοποιήθηκε αύξηση κατά 30,7% στο διάστηµα 1995-98, στα στατιστικά στοιχεία του ΕΟΤ ωστόσο, φαίνεται ότι η συνολική κίνηση έπεσε το 2001 σε επίπεδα χαµηλότερα του 1996. Αντίστοιχες παρατηρήσεις µπορεί να κάνει κανείς εξετάζοντας και τη µέση πληρότητα των ξενοδοχειακών µονάδων, που πράγµατι ανέβηκε 32 Νοµός Φλώρινας το 1996 και Νοµός Γρεβενών τα έτη 1996, 1998 και 1999. Από στοιχεία του ΕΟΤ για τις διανυκτερεύσεις ηµεδαπών και αλλοδαπών τουριστών κατά νοµό για την περίοδο 1996-2001. 33 Το ποσοστό και ο απόλυτος αριθµός τείνουν να διπλασιαστούν στο διάστηµα 1996-2000. 34 Ωστόσο, σύµφωνα µε τα στοιχεία του ΕΟΤ, η κίνηση αλλοδαπών τουριστών παρουσιάζει έντονη διακύµανση κατά το διάστηµα 1996-2001 στην Καστοριά, ενώ στην Κοζάνη παρουσιάζει σταθερά ανοδική πορεία. 35 Η συµµετοχή της τουριστικής κίνησης στην Περιφέρεια στην εθνική τουριστική κίνηση από 0,78% το 1996 πέφτει στο 0,58% το 2001. 23
από 33,7% που ήταν το 1995, σε 40,8% το 1998 36, έπεσε όµως στο 35,36% το 2000 37. Σηµαντικός δείκτης συνεπούς τουριστικής ανάκαµψης είναι το γεγονός ότι το απόθεµα σε ξενοδοχειακές κλίνες αυξήθηκε στο διάστηµα 1997-2001 κατά 87,5% 38. Εντούτοις, το µεγαλύτερο ποσοστό των κλινών συγκεντρώνεται στα αστικά κέντρα της Περιφέρειας και απευθύνονται κυρίως σε ηµεδαπούς επισκέπτες που έρχονται στην περιοχή συχνότερα για επαγγελµατικούς λόγους 39. Από άποψη λοιπών έργων υποδοµής, ολοκληρώνονται τα έργα στα δύο χιονοδροµικά κέντρα Βασιλίτσας και Πισοδερίου και εξελίσσονται παρεµβάσεις σε ευαίσθητα οικοσυστήµατα και αστικές αναπλάσεις. Οι βασικές µορφές τουρισµού που αναπτύσσονται σήµερα στην Περιφέρεια υτικής Μακεδονίας είναι ο εµπορικός τουρισµός στον «άξονα της γούνας» Καστοριά Αργος Ορεστικό Σιάτιστα, χειµερινός χιονοδροµικός στα χιονοδροµικά κέντρα Πισοδερίου και Βασιλίτσας και λιγότερο στο χιονοδροµικό κέντρο Βέρνου στο Βίτσι, ορειβατικός τουρισµός µε αναφορά στα κατά τόπους ορειβατικά καταφύγια, οικοτουρισµός κυρίως στις Πρέσπες και στο Νυµφαίο (εγκαταστάσεις οικολογικής οµάδας «Αρκτούρος») και δευτερεύοντως στη Βάλια Κάλντα και τις ορεινές κοινότητες του Ν. Γρεβενών σε συνδυασµό µε αγροτοτουρισµό, ενώ σε επίπεδο πολιτιστικού τουρισµού αναδεικνύονται ως σηµαντικότεροι πόλοι ο αρχαιολογικός χώρος της Αιανής, ο προϊστορικός λιµναίος οικισµός ισπηλιού στη λίµνη της Καστοριάς, η Καστοριά και η Σιάτιστα µε τους βυζαντινούς ναούς και την τοπική αρχιτεκτονική, το Νυµφαίο, οι Πρέσπες, τα ιστορικά γεφύρια και τα παλαιότερα µοναστήρια που βρίσκονται διάσπαρτα στο έδαφος της περιφέρειας. Τέλος, υπάρχει περιορισµένη κίνηση στην κατηγορία του θεραπευτικού ιαµατικού τουρισµού ιδιαίτερα στις περιοχές της Καστοριάς και της Φλώρινας 40. Τόσο το Χωροταξικό Σχέδιο, όσο και το ΠΕΠ αποδίδουν ιδιαίτερη έµφαση στην ήπια τουριστική ανάπτυξη µε µικρές εκµεταλλεύσεις σε υφιστάµενους οικισµούς και ενίσχυση ειδικών µορφών τουρισµού. Πιο εξειδικευµένες µελέτες όπως το Επιχειρησιακό Σχέδιο Ανάπτυξης Τουρισµού υτικής Μακεδονίας αναδεικνύουν τις επιµέρους «εναλλακτικές (ήπιες) µορφές τουρισµού» 41 σε σχέση µε τις τοπικές δυνατότητες και τις αναγκαίες προϋποθέσεις. Τέτοια µοντέλα ανάπτυξης προϋποθέτουν, πέρα από τις υποδοµές για την εστίαση και την προσπέλαση, εκτεταµένο δίκτυο προβολής και ανάδειξης προκειµένου αφενός να προσελκύσουν καταρχήν τους επισκέπτες στην περιοχή, αφετέρου να τους καθοδηγήσουν µέσω ενός συστήµατος συνεπούς και οργανωµένης σηµατοδότησης και ανάδειξης των περιοχών τουριστικού ενδιαφέροντος. Ακόµα, προϋπόθεση 36 Στοιχεία από Γ ΠΕΠ υτικής Μακεδονίας. 37 Στατιστικά στοιχεία ΕΟΤ 38 Γ ΠΕΠ υτικής Μακεδονίας 39 Χωροταξικό Σχέδιο Περιφέρειας υτικής Μακεδονίας 40 Λουτρά Αµµουδάρας και Αγραπιδιάς. 41 Επιχειρησιακό Σχέδιο Ανάπτυξης Τουρισµού υτικής Μακεδονίας, σελ. 109-114. Πρόκειται για τις µορφές : Πολιτιστικός, Περιηγητικός, Οικολογικός Φυσιολατρικός, Αγροτουρισµός, Αθλητικός, Συνεδριακός Εκθεσιακός, Θεραπευτικός, Τουρισµός Περιπέτειας, Ιστορικός, Θρησκευτικός, Βιοµηχανικός και Εκπαιδευτικός Τουρισµός. 24
αποτελεί η συµµετοχή και συνεργασία του ντόπιου πληθυσµού που θα υποδεχθεί άµεσα ή έµµεσα τον τουρισµό, κάτι που µε τη σειρά του αναδεικνύει την ανάγκη προγραµµάτων ενηµέρωσης, εκπαίδευσης και κατάρτισης του τοπικού ανθρώπινου δυναµικού. Με δεδοµένη τη γνώση των αδιεξόδων και των προβληµάτων που δηµιούργησε η αλόγιστη επέκταση τουριστικών υποδοµών σε βάρος του πολιτιστικού και φυσικού περιβάλλοντος, που αποτελεί ταυτόχρονα το σκηνικό και το καθαυτό «προϊόν» της κάθε περιοχής, και στην κατεύθυνση της βιώσιµης ανάπτυξης, αναδεικνύεται ως κύριος στόχος για τους ανεκµετάλλευτους τουριστικούς πόρους της περιφέρειας η αξιοποίησή τους µε µεθόδους και µεγέθη διαφορετικά από αυτά των συµβατικών µορφών τουρισµού. Εχει ήδη επισηµανθεί από σχετικές µελέτες η ανάγκη δηµιουργίας περιφερειακής ενιαίας ταυτότητας για το τουριστικό προϊόν, κάτι που µε τη σειρά του προϋποθέτει διαδηµοτική ή διανοµαρχιακή συνεργασία 42. Ανάλογη έµφαση πρέπει να αποδοθεί στην αποφυγή της «αποµονωµένης» προβολής της Περιφέρειας σε σχέση µε όµορες περιοχές, και αντ αυτής στη «δικτύωση» του περιφερειακού τουριστικού προϊόντος σε ενιαίο δίκτυο επισκέψιµο πόλων στην ευρύτερη περιοχή µε όσους τρόπους µπορεί αυτή να νοηθεί: υτική Ελλάδα, Βόρεια Ελλάδα, υτική Μακεδονία Αλβανία ΠΓ Μ, ακόµα και Νοτιοανατολική Ευρώπη. Ο στόχος αυτός θεωρούµε ότι συνεργάζεται απόλυτα µε το στόχο «ενίσχυση της εξωστρέφειας» που διατυπώνεται στο Μέτρο 4.5. του Γ ΠΕΠ. Η υλοποίηση των κάθετων αξόνων της Εγνατίας και η σταδιακή άρση της γεωπολιτικής αποµόνωσης της υτικής Μακεδονίας θα συµβάλουν µε τη σειρά τους στην ένταξη του οικολογικού πλούτου, αλλά και της πολιτιστικής ταυτότητας της Περιφέρειας, αρχαίας και νεώτερης ή «βαλκανικής», στα ευρύτερα δίκτυα οικολογικού και πολιτιστικού ενδιαφέροντος στο γεωγραφικό χώρο της Ν.Α. Ευρώπης. 42 Marketing Plan για την τουριστική προβολή της Περιφέρειας υτικής Μακεδονίας 25
Χάρτης 3: Πόλοι έλξης Περιοχής Μελέτης Ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι ήδη στα πλαίσια του Χωροταξικού Σχεδίου της Περιφέρειας, πέρα από τη λεπτοµερή αναφορά σε όλους τους πόλους οικολογικού και πολιτιστικού ενδιαφέροντος, γίνεται ειδική µνεία στον «βιοµηχανικό άξονα Κοζάνης Πτολεµαϊδας [που] θα µπορούσε να αποτελέσει άξονα ανάπτυξης του βιοµηχανικού τουρισµού γεγονός που µπορεί να αποτελέσει διαφορετική διέξοδο για την τοπική οικονοµία και να την απαγγιστρώσει από τον κλάδο της ηλεκτροπαραγωγής». Ανάλογες επισηµάνσεις περιέχονται και στο Επιχειρησιακό Σχέδιο Ανάπτυξης Τουρισµού υτικής Μακεδονίας, καθώς επίσης και στο Marketing Plan για την τουριστική προβολή της Περιφέρειας υτικής Μακεδονίας. Πράγµατι, το βιοµ ηχανικό παρελθόν και παρόν που αναπτύσσεται στον άξονα Σέρβια Κοζάνη Πτολεµαϊδα Αµύνταιο και ιδιαίτερα ο τοµέας της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας συνιστά µοναδικό φαινόµενο στον εθνικό και ευρύτερο περιφερειακό χώρο (διασυνοριακά), τόσο ως προς το είδος και την κλίµακα της δραστηριότητας, όσο και κυρίως γιατί πρόκειται για «σκηνικό» ενεργής βιοµηχανικής δράσης και όχι για εγκαταλελειµµένους χώρους ιστορικής αξίας, όπως τα περισσότερα ανάλογα παραδείγµατα σε Ελλάδα και εξωτερικό. 26