Επιχειρηματικότητα στον Αγροτικό Τομέα Τόμος Α ΠΡΟΛΟΓΟΣ



Σχετικά έγγραφα
Εκατοστή τριακοστή τρίτη ηλεκτρονική έκδοση εβδομαδιαίας εφημερίδας του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης

ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΥΡΙΟ ΜΕΡΟΣ ΤΜΗΜΑ A. Αριθμός 4895 Παρασκευή, 30 Οκτωβρίου

ΕΤΗΣΙΑ EKΘΕΣΗ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ 2014

591 Κ.Ι\ ΘΕΜΑ: ΚΑΩΣΤΟΥΦΑΝΤΟΥΡΓΙΑ & ΠΕΡΙΒΑλλΟΝ ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: ΤΜΗΜΑ ΚΛΩΣΤΟΥΦΑΝΤΟΥΡΓΙΑΣ. Τ.Ε.Ι Πειραιά για την απόκτηση του πτυχίου.

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ. Πρόταση σχεδιασμού και κατάρτισης αναπτυξιακού προγραμματισμού περιόδου

ΤΡΙΗΡΗΣ. ΤΡΙΗΡΗΣ Σελίδα 1

Έκθεση Εσωτερικής Αξιολόγησης

Η Πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ για τη ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΠΟΡΡΙΜΜΑΤΩΝ Βιώσιμη και δίκαιη οικονομικά και οικολογικά λύση

ΑΝΑΡΤΗΤΕΟ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α

ΠΑΓΚΥΠΡΙΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ (ΠΟΕΔ) ΟΔΗΓΙΕΣ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ

κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ Θέσεις της Πολιτικής Επιτροπής

ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΤΗΣ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ

Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΚΘΕΣΗ ΕΛΕΓΧΟΥ

Η ΕΡΤ ΤΗΣ ΕΠΟΜΕΝΗΣ ΗΜΕΡΑΣ «ΠΟΙΑ ΕΡΤ ΘΕΛΟΥΜΕ»

Πρακτικό 1/2014 της συνεδρίασης της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου Λήμνου, της 10 ης Ιανουαρίου 2014

ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΠΛΑΤΕΙΑ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ - ΚΕΡΑΤΣΙΝΙ ΕΜΠ-ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΑΣΤΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΣΤΙΚΩΝ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΑΘΗΝΩΝ

ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ Ο ΔΗΜΑΡΧΟΣ

ΔΕΗ Ανανεώσιμες: Το μέλλον της ΔΕΗ Ομιλία του κ. Τάκη Αθανασόπουλου Προέδρου & Διευθύνοντος Συμβούλου ΔΕΗ Α.Ε

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ Τμήμα Εφαρμοσμένης Πληροφορικής Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Εφαρμοσμένης Πληροφορικής

ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΠΡΟΧΕΙΡΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΩΝ ΣΥΣΚΕΥΩΝ

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ολική άρνηση στράτευσης

Δεν μπορεί να μείνει αναπάντητη η επίθεση κυβέρνησης - ΕΕ - εφοπλιστών


ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗΣ ΕΝΣΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

AΘΗΝΑ, ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Α.Π. : 3342 ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΕΙΔΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Η παρούσα πτυχικακή εργασία έρχεται μετά από λίγα χρόνια να συμπληρώσει μία ακόμη σχεδιαστική πρόταση για την «Ανάπλαση της Αλάνας της Τούμπας», θέμα

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΜΑ: ΤΑ ΠΕΤΡΙΝΑ ΓΕΦΥΡΙΑ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ

Σ Υ Λ Λ Ο Γ Ο Σ Ε Λ Λ Η Ν Ω Ν Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ω Ν

ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΣΙΑ. Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Κριτική παρουσίαση της μελέτης των Κ. Κασιμάτη και Άλλισον Ε.

Προτάσεις Ανάπλασης Κεντρικών Περιοχών Ελευσίνας

Καταστατικό του επιστημονικού σωματείου με την επωνυμία ΕΝΤΟΜΟΛΟΓΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Άρθρο 1 ο Ίδρυση Επωνυμία Έδρα

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ-ΔΙΕΥΚΡΙΝΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ

Θέμα: «Χαιρετισμός και Οδηγίες για τα μαθήματα που διδάσκουν οι Κοινωνιολόγοι σε Γυμνάσια, Γ.Ε.Λ και ΕΠ.ΑΛ

(Νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 648/2012 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. της 4ης Ιουλίου 2012.

ΘΕΜΑ: Κάλυψη κενών θέσεων τακτικού προσωπικού σε νησιωτικούς δήμους. Δυόμισι χρόνια μετά την εφαρμογή του Προγράμματος Καλλικράτης και την

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ

ΚΟΙΝΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ, ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ

ΕΠΕΞΗΓΗΜΑΤΙΚΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ Π Ρ Ο Ϋ Π Ο Λ Ο Γ Ι Σ Μ Ο Υ

ΒΙΟΛΟΓΙΑ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

ΠΡΟΟΔΟΣ ΠΡΟΣΚΟΠΟΥ. Οι διακρίσεις αυτές συνοδεύονται από αντίστοιχο διακριτικό για τη στολή, όπως αυτά

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ. Θέμα: Μέτρα πρόληψης κατά της διασποράς της γρίπης

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΙΚΗ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ. Παράρτημα Β Διατάξεις Εφαρμογής Κανονισμού για τους Ερασιτέχνες Ποδοσφαιριστές

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΘΕΜΑ: «Προκήρυξη διαγωνισμού για την πρόσληψη στο Πυροσβεστικό Σώμα τεσσάρων χιλιάδων (4000) Πυροσβεστών Πενταετούς υποχρέωσης».

το σημείωμα του Προέδρου

Ε.Β.ΖΑΧΑΡΗΣ Α.Ε. Θεσσαλονίκη 17/12/2013

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ

Μπορούμε να πούμε ότι η δεύτερη δύναμη είναι πολύ πιο ισχυρή από την πρώτη.

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4083, 20/4/2006 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΓΚΑΘΙΔΡΥΣΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΓΙΑ

ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΩΝ

ΣΥΝΟΛΙΚΟΣ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ #60.000,00# ΕΥΡΩ (συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ)

σύμφωνα με τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς

ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΟΜΕΝΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

74 η ΣΥΝΟΔΟΣ ΠΡΥΤΑΝΕΩΝ & ΠΡΟΕΔΡΩΝ Δ.Ε. ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Θεσσαλονίκη, Δεκεμβρίου 2013

«ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΕΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΣΤΑΘΜΟΥ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΚΙΒΩΤΙΩΝ Σ.ΕΜΠΟ Ο.Λ.Π.» Η ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΙΜΕΝΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ. Αναλυτικά Πακέτο Α: ,68 (με ΦΠΑ) Πακέτο Β: ,07 (με ΦΠΑ)

ΠΑΡΕΛΘΟΝ, ΠΑΡΟΝ ΚΑΙ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΟΥΚΡΑΝΙΑΣ

Ι. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟΥ

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΕΜΒΑΔΟΥ ΤΟΥ ΟΡΘΟΓΩΝΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟΥ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΜΕ ΤΗ ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ Τ.Π.Ε.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα, 23/05/2013 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΘΗΝΑ,

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΔΗΜΟΣΙΟγραφικά. Πίνακας περιεχομένων

ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ. (Εγκρίθηκε στη 299/ Συνεδρίαση της Συγκλήτου)

Έκθεση Εσωτερικής Αξιολόγησης

ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ

7. ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΤΟΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟ, ΣΕ ΚΑΘΕ ΒΗΜΑ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ. Μακέτα εργασίας 1/50.

ΘΕΜΑ: «Συζήτηση και λήψη αποφάσεων για τη διαθεσιμότητα υπαλλήλων, περικοπή πόρων, και δημιουργία Παρατηρητηρίου στον Δήμο μας».

Π Ρ Ο Κ Η Ρ Υ Ξ Η ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΛΗΨΗ ΔΙΔΑΚΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΜΕ ΩΡΙΑΙΑ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ

ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ

Εισήγηση για τον Προϋπολογισμό 2011 του Δήμου Κηφισιάς


Βιογραφικό Σημείωμα ΝΙΚΟΣ ΚΟΥΝΔΟΥΡΟΣ

Αριστοτέλης Ο πατέρας της Δυτικής Επιστήμης

ΚΑΝΟΝΕΣ: ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΕΝΟΙΚΩΝ ΓΙΑ ΔΙΑΜΟΝΗ ΣΕ ΦΟΙΤΗΤΙΚΕΣ ΕΣΤΙΕΣ Ή ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΙΑΧΕΙΡΙΖΕΤΑΙ ΤΟ ΤΕΠΑΚ

Ξεκινώντας τον απολογισμό της χρήσης του 2014 θα εξετάσουμε ορισμένα θεμελιώδη μεγέθη των Οικονομικών Καταστάσεων στα οποία παρατηρούνται τα εξής:

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΙΜΕΝΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΡΕΘΥΜΝΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Αριθμ.Μελών κατά Νόμο

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΤΩΚΟΠΙΑΣ (KATOKOPIA CULTURAL HERITAGE ASSOCIATION)

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. Το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα και η επιρροή του στην ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τοτολίδης Αεωνίδας Α.Μ.

ΘΕΜΑ: «Συγκέντρωση και μετάδοση των αποτελεσμάτων των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών της 18 ης Μαΐου 2014». ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Κέντρα Προπονητικού Αθλητικού Τουρισμού

Κοινωνική Οικονομία: Μια βιώσιμη εναλλακτική?

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ

Παρράσιο Πάρκο Πολιτιστικής Κληρονομιάς: Σχέδιο της Πρότασης

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΗΣ ΣΤΑΡΟΣΠΙΚ ΜΠΑΡΜΠΑΡΑ ΜΑ ΓΙΑ

Γ31/2960/ ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΠΛΕΙΟΔΟΤΙΚΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΜΙΣΘΩΣΗ ΙΔΙΟΚΤΗΤΟΥ ΟΙΚΟΠΕΔΟΥ ΣΤΗ ΛΑΡΙΣΑ ΩΣ ΥΠΑΙΘΡΙΟΥ ΧΩΡΟΥ ΣΤΑΘΜΕΥΣΗΣ.

Προς τα μέλη της Διαρκούς Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΕΙΔΙΚΟΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΣ ΚΟΝΔΥΛΙΩΝ ΕΡΕΥΝΑΣ ΤΕΥΧΟΣ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗΣ

ΟΡΙΣΜΟΊ, ΠΕΡΙΕΧΌΜΕΝΟ, ΣΤΌΧΟΙ ΤΟΥ ΝΈΟΥ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟΎ ΣΧΕΔΊΟΥ

Η εκτίμηση της συμβολής της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην τουριστική ανάπτυξη.

ΙΔΡΥΜΑ ΝΕΟΛΑΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ Π Ρ Ο Σ Φ Ο Ρ Α

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

Transcript:

ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας στην ελληνική γεωργία αποτελεί διακηρυγμένη επιδίωξη της πολιτείας από την πρώτη στιγμή της ένταξης της χώρας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Η σταδιακή έκθεση της οικονομίας (και κυρίως του αγροτικού τομέα της) στον διεθνή ανταγωνισμό και οι αναμενόμενες, από τη δεκαετία του 1980 ακόμη, εξελίξεις σχετικά με την απελευθέρωση του εμπορίου των αγροτικών προϊόντων, οδηγούσαν τις ελληνικές κυβερνήσεις στη θεώρηση τουλάχιστον της αναγκαιότητας προώθησης της επιχειρηματικότητας στη γεωργία ως προϋπόθεσης για την ανάπτυξη της ανταγωνιστικότητας. Η υλοποίηση των προσπαθειών έκτοτε, πήρε περισσότερο τη μορφή κινήτρων οικονομικού χαρακτήρα που απευθύνονταν σε νέους αγρότες μελλοντικούς επιχειρηματίες αντί ουσιαστικότερης προσπάθειας παρέμβασης στην ανάπτυξη υποδομής υλικής και κυρίως άϋλης στην οποία οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις-επιχειρήσεις θα μπορούσαν να στηρίξουν διατηρήσιμη ανάπτυξη. Τα αποτελέσματα της πολιτικής που ασκήθηκε στην πράξη δεν ήταν ικανοποιητικά, όπως μπορεί να καταδείξει και η φθίνουσα την τρέχουσα δεκαετία ανταγωνιστικότητα των αγροτικών προϊόντων. Αιτία της αρνητικής αυτής εξέλιξης είναι, σε σημαντικό βαθμό, το γεγονός ότι παραμελήθηκε εντελώς η πλευρά της προετοιμασίας του ανθρώπινου παράγοντα, δηλαδή μιας γενεάς νέων επιχειρηματιών του αγροτικού τομέα. Οι ιδιομορφίες της αγροτικής επιχείρησης (φυσικοί κίνδυνοι, ελεγχόμενα κανάλια διανομής, σχετική ασφάλεια έναντι χρεοκοπίας, συμμετοχή αυτοαπασχόλησης κλπ.) τείνουν να υποβαθμίσουν στη συνείδηση των φορέων τους τη σημασία που έχει η γνώση του «επιχειρείν» για την πορεία μιας (οποιασδήποτε) επιχείρησης (και όταν ακόμα υποτεθεί ότι ο ιδιοκτήτης/διαχειριστής της διαθέτει «έμφυτη» την ικανότητα αυτή). ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ I

Το κενό αυτό έρχεται να καλύψει η συγκεκριμένη μελέτη «Επιχειρηματικότητα στον Αγροτικό Τομέα», την οποία ανέλαβε, μετά από σχετική ανάθεση του Υπουργείου Γεωργίας, το Κέντρο Ερευνών του Πανεπιστημίου Πειραιώς. Μεθοδολογικά, η μελέτη στηρίχθηκε σε εκτεταμένη έρευνα πεδίου που περιέλαβε και ανάλυση ενός αριθμού πραγματικών επιχειρηματικών περιπτώσεων (case studies). Η μελέτη επιδίωξε να εντοπίσει και να αναδείξει τους παράγοντες εκείνους που δυσχεραίνουν ή ευνοούν την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας στον τομέα της γεωργίας και να συνάγει κατευθύνσεις πολιτικής και άξονες δράσης για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για προσπάθεια προώθησης ενός Ολοκληρωμένου Προγράμματος για την ανάπτυξη της Επιχειρηματικότητας στον Αγροτικό Τομέα, από την επιτυχία του οποίου αναμένεται ότι θα προκύψουν σημαντικά και πολλαπλασιαστικά οφέλη για το σύνολο του τομέα, καθώς και την οικονομία και την κοινωνία της περιφέρειας και της χώρας ολόκληρης. Για τη διεκπεραίωση του έργου απαιτήθηκε η κινητοποίηση σχετικά μεγάλου αριθμού επιστημόνων στο κέντρο και στην περιφέρεια. Ευαισθητοποιημένη, ολόκληρη η Ομάδα, από την πρωτοτυπία του αντικειμένου και από την ευρύτητα των επιπτώσεων και ενθαρρυμένη από την υποστήριξη και τη συνεργασία της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Γεωργίας και των υπηρεσιών του, κινητοποιήθηκε στην έρευνα πεδίου και τη διαμόρφωση των μελετών περιπτώσεων, με αποτελεσματικότητα και πραγματικό ενθουσιασμό. Στις προσπάθειές τους οφείλεται η έγκαιρη ολοκλήρωση της μελέτης. Τα αποτελέσματα της έρευνας και ιδιαίτερα οι Προτάσεις στις οποίες καταλήγει ελπίζουμε ότι θα αποτελέσουν αντικείμενο περαιτέρω μελέτης και θα αξιοποιηθούν στο πλαίσιο της συνολικής πολιτικής για αναβάθμιση του κρίσιμου για την ελληνική οικονομία αγροτικού τομέα και των φορέων του. Αθήνα, Ιούλιος 2001 Καθηγητής Ιωσήφ Χασσίδ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ II

ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ ΕΡΓΟΥ Επιστημονικός Υπεύθυνος Καθηγητής Ιωσήφ Χασσίδ, Πανεπιστήμιο Πειραιώς Επιστημονικός Συνεργάτης και Συντονιστής Έρευνας Πεδίου Ιωάννης Καζάκος, Οικονομολόγος Συνεργάτης Ερευνητής Ιωάννης Γούσιος, Γεωργοοικονομολόγος Συνεργάτες Έρευνας Πεδίου Ευτύχης Ανδρουλάκης, Οικονομολόγος Κώστας Ζιώγας, Οικονομολόγος Γιώργος Μάντεσης, Οικονομολόγος Πάρις Μουτσινάς, Γεωπόνος Μιλτιάδης Πίπιλης, Οικονομολόγος Ηλίας Συριόπουλος, Γεωπόνος Δημήτρης Τσιούτσιας, Οικονομολόγος Τεχνική Υποστήριξη Γιάννης Σμυρλής Μιράντα Τάτο Διοικητική Υποστήριξη Ελένη Κεβόρκ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ III

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Σελ. Πρόλογος Σύνθεση της Ομάδας Έργου Περιεχόμενα Σύνοψη της μελέτης i iii iv Ι - ΧΙ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Κατάσταση, Εξέλιξη και Προοπτικές του Αγροτικού Τομέα ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Χαρακτηριστικά της Παραγωγής και του Ανθρώπινου Δυναμικού στον Ελληνικό Αγροτικό Τομέα 1.1 Οικονομικά χαρακτηριστικά του πρωτογενή τομέα 1 1.2. Διαρθρωτικά χαρακτηριστικά του πρωτογενή τομέα 28 1.3 Δημογραφικά χαρακτηριστικά του αγροτικού πληθυσμού 43 1.4 Συμπεράσματα 56 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: Ανταγωνιστικότητα και Εκσυγχρονισμός του Αγροτικού Τομέα 2.1 Οι διεθνείς συμβάσεις και η απελευθέρωση του εμπορίου των αγροτικών προϊόντων 59 2.2 Η πορεία των θεσμικών τιμών των αγροτικών προϊόντων στην Ε.Ε. και οι προοπτικές με ορίζοντα το 2006 62 2.3 Agenda 2000 66 2.4 Η καλλιέργεια των βιολογικών προϊόντων ως εναλλακτική πρόταση για την παραγωγική κατεύθυνση της εκμετάλλευσης 70 2.5 Η διαρθρωτική πολιτική της Ε.Ε. 72 2.6 Το νέο θεσμικό πλαίσιο για την αγροτική ανάπτυξη 75 2.7 Ο νέος διαρθρωτικός Κανονισμός 76 2.8 Οι νέοι στόχοι της διαρθρωτικής πολιτικής 78 2.9 Η προστασία του περιβάλλοντος ως βασική παράμετρος ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ IV

της νέας ΚΑΠ 81 2.10 Ο ρόλος των συνεταιρισμών ως παράγοντας εκσυγχρονισμού των δομών της ελληνικής γεωργίας 84 2.11 Οι Γεωργικές Εφαρμογές και ο ρόλος τους στην ανασυγκρότηση της αγροτικής παραγωγής 87 2.12 Υφιστάμενη κατάσταση και μεσοπρόθεσμες προοπτικές στη χρηματοδότησης του αγροτικού τομέα 90 2.13 Κίνητρα για ιδιωτικές επενδύσεις στον αγροτικό τομέα 92 2.14 Η εμπορία των αγροτικών προϊόντων και οι διασυνδέσεις του πρωτογενή τομέα με τον κλάδο της μεταποίησης 97 2.15 Νέα καταναλωτικά πρότυπα και ποιοτικά προϊόντα 103 2.16 Συμπεράσματα 105 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: Εξελίξεις και Προσαρμογές στη Μεταποίηση Αγροτικών Προϊόντων Οι Επιπτώσεις για τις Αγροτικές Εκμεταλλεύσεις 3.1 Εισαγωγικές παρατηρήσεις 108 3.2 Μακροοικονομικό και θεσμικό περιβάλλον του κλάδου μεταποίησης τροφίμων 109 3.3 Τομεακές επιδόσεις και επιχειρηματικές στρατηγικές Πρόσφατες εμπειρίες από τον ευρωπαϊκό και το διεθνή χώρο 115 3.4 Επιχειρηματική στρατηγική στον ευρωπαϊκό κλάδο Τροφίμων-Ποτών 124 3.5 Η περίπτωση του ελληνικού τομέα Τροφίμων Ποτών: Τα ισχυρά και ασθενή στοιχεία του, οι ευκαιρίες και οι κίνδυνοι 130 3.6 Μηνύματα για τους διαχειριστές των αγροτικών εκμεταλλεύσεων 138 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΡΩΤΟΥ ΜΕΡΟΥΣ 140 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ V

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Η Ερευνα της Επιχειρηματικότητας στον Αγροτικό Τομέα ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4: Θεωρητικό Υπόβαθρο για την Ανάπτυξη Επιχειρηματικότητας- Εφαρμογή στην Περίπτωση του Αγροτικού Τομέα 4.1 Εισαγωγικές παρατηρήσεις 143 4.2 Περιεχόμενο της Επιχειρηματικότητας 144 4.3 Παράγοντες προσφοράς και ανάπτυξης Επιχειρηματικότητας 147 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5: Το Δείγμα και το Ερωτηματολόγιο της Έρευνας Πεδίου 5.1 Γενικά 152 5.2 Τρόπος επιλογής του δείγματος 152 5.3 Το ερωτηματολόγιο της έρευνας πεδίου 154 5.4 Διάρθρωση του δείγματος 157 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6: Τα Αποτελέσματα της Έρευνας Πεδίου - Τμήμα Α: Οι Εκμεταλλεύσεις και οι Αρχηγοί τους 6.1 Γενικά 162 6.2 Χαρακτηριστικά του δείγματος των αρχηγών των εκμεταλλεύσεων 162 6.3 Χαρακτηριστικά των εκμεταλλεύσεων 174 6.4 Δημιουργία και εξέλιξη των εκμεταλλεύσεων 186 6.5 Λειτουργία των εκμεταλλεύσεων 196 6.6 Ανάγκες εκπαίδευσης και τεχνικής στήριξης 212 6.7 Συμπεράσματα 227 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7: Τα Αποτελέσματα της Έρευνας Πεδίου - Τμήμα Β : Επιχειρηματικότητα και Επιχειρηματίες 7.1 Διάκριση απλών και επιχειρηματιών αγροτών 233 7.2 Επιχειρηματικός στόχος των εκμεταλλεύσεων 241 7.3 Η Επιχειρηματικότητα και η ανάπτυξή της 247 7.4 Συμπεράσματα 267 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ VI

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8: Ζωντανές Μαρτυρίες - Σύνθεση των Μελετών Περιπτώσεων 8.1 Διαπιστώσεις από τις μελέτες περιπτώσεων 272 8.2 Στόχος και μεθοδολογία των μελετών περιπτώσεων 276 8.2 Οι Προτάσεις των επιχειρηματιών αγροτών 293 8.3 Συμβουλές και παραινέσεις για νέους αγρότες επιχειρηματίες 299 8.5 Συμπεράσματα 313 ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ Η Επιχειρηματικότητα στον Αγροτικό Τομέα: Συμπεράσματα και Προτάσεις ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9: Συνολικά Συμπεράσματα της Μελέτης 9.1 Για την κατάσταση του τομέα και τις προοπτικές του 317 9.2 Για την Επιχειρηματικότητα 320 9.3 Για την επίδραση της Επιχειρηματικότητας στις αγροτικές εκμεταλλεύσεις 322 9.4 Για τη συμπεριφορά του αγρότη-επιχειρηματία 325 9.5 Για την εκπαίδευση του αγρότη-επιχειρηματία 331 9.6 Για τις παραινέσεις προς τους νέους 333 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10: Προτάσεις για το Σχεδιασμό και την Υλοποίηση Ολοκληρωμένου Προγράμματος Προώθησης Επιχειρηματικότητας στον Αγροτικό Τομέα 10.1 Εισαγωγικές παρατηρήσεις 335 10.2 Οι βασικοί Άξονες της Πρωτοβουλίας ΝΕΑ 336 10.3 Το περιεχόμενο των Δράσεων Άξονας I 339 10.4 Το περιεχόμενο των Δράσεων Άξονας II 350 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ VII

ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Η μελέτη «Επιχειρηματικότητα στον Αγροτικό Τομέα» εκπονήθηκε για λογαριασμό του Υπουργείου Γεωργίας στο χρονικό διάστημα από τον Αύγουστο του 2000 μέχρι τον Ιούνιο του 2001. Βασίστηκε τόσο σε Έρευνα Γραφείου όσο και σε Έρευνα Πεδίου, στο πλαίσιο της οποίας ερευνήθηκε πανελλαδικό δείγμα 293 αγροτών και συντάχθηκαν 22 μελέτες-περιπτώσεων. Η μελέτη αποτελείται απο δύο Τόμους, στο δεύτερο εκ των οποίων παρουσιάζονται τα πλήρη κείμενα των 22 Μελετών Περιπτώσεων και οι επεξεργασίες των αποτελεσμάτων της Έρευνας Πεδίου. Ο πρώτος Τόμος περιλαμβάνει την κυρίως μελέτη χωρισμένη σε τρία (3) Μέρη και δέκα (10) Κεφάλαια. Το Πρώτο Μέρος αναφέρεται στην Κατάσταση, την Εξέλιξη και τις Προοπτικές του Αγροτικού Τομέα. Τα χαρακτηριστικά της παραγωγής και του ανθρώπινου δυναμικού στον ελληνικό αγροτικό τομέα εξετάζονται στο Κεφάλαιο 1. Διαπιστώνεται ότι ο ρόλος του τομέα παραμένει σημαντικός για τη χώρα και η παραγωγικότητά του αυξάνεται πλησιάζοντας το μέσο όρο της οικονομίας. Παράλληλα, όμως, το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου αγροτικών προϊόντων διευρύνεται και οι επενδύσεις μειώνονται. Η ανάγκη επομένως για εκσυγχρονισμό των δομών γίνεται επιτακτική, ενώπιον και των εξελίξεων σε ευρωπαϊκό (Agenda 2000) και παγκόσμιο (ΠΟΕ) επίπεδο. Απαιτούνται νέες, ευέλικτες, οργανωμένες εκμεταλλεύσεις με διαχειριστικό έλεγχο και προσαρμογή στις απαιτήσεις της αγοράς. Χρειάζονται άνθρωποι με επιχειρηματικό πνεύμα και καινοτόμες ιδέες που θα αξιοποιήσουν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που διαθέτει η χώρα. Εντούτοις, τα αποτελέσματα των προσπαθειών που γίνονται προς αυτή την κατεύθυνση μέσω επενδυτικών προγραμμάτων και κινήτρων δεν είναι μέχρι σήμερα σημαντικά. Οι κύριες καλλιέργειες δεν έχουν διαφοροποιηθεί και τα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά της γεωργικής παραγωγής (με εξαίρεση το βαθμό εκμηχάνισης) απέχουν ακόμα πολύ από τα πρότυπα άλλων ευρωπαϊκών ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ VIII

κρατών. Το ανθρώπινο παραγωγικό δυναμικό μειώνεται σταθερά και ο βαθμός γήρανσης αυξάνεται. Το μέσο μέγεθος της οικογένειας στις αγροτικές περιοχές μειώνεται και αυτό και πολλές ορεινές περιοχές απειλούνται με κατάρρευση. Από την άλλη μεριά, αναβαθμίζεται το επίπεδο εκπαίδευσης και αν το δυναμικό αυτό συγκρατηθεί στις αγροτικές περιοχές υπάρχει η ελπίδα να αναληφθούν οι πρωτοβουλίες που απαιτούνται για τον εκσυγχρονισμό των αγροτικών εκμεταλλεύσεων και τη μετατροπή τους σε επιχειρηματικές μονάδες. Στο Κεφάλαιο 2 αναλύονται θέματα που σχετίζονται με την ανταγωνιστικότητα και τον εκσυγχρονισμό του τομέα, ιδίως εν όψει διαφόρων εξελίξεων στο διεθνές, ευρωπαϊκό και εθνικό οικονομικό και θεσμικό περιβάλλον του. Η αγορά των αγροτικών προϊόντων φιλελευθεροποιείται σε παγκόσμιο επίπεδο και στην Ε.Ε. η «φιλοσοφία» της ΚΑΠ αλλάζει. Οι ενισχύσεις αποσυνδέονται από τον όγκο παραγωγής, αυξάνεται η χρηματοδότηση του διαρθρωτικού σκέλους της ΚΑΠ, εφαρμόζονται μέτρα για την περιβαλλοντική πολιτική. Στο πλαίσιο αυτό οι ελληνικές αγροτικές εκμεταλλεύσεις καλούνται να βελτιώσουν την ποιότητα των προϊόντων τους και να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητά τους αξιοποιώντας τη θετική επίδραση των φορολογικών ελαφρύνσεων και των χαμηλών σχετικά τιμών των εισροών καθώς και των κινήτρων για «Νέους Αγρότες» και για επαρκούς τεκμηρίωσης «Σχέδια Βελτίωσης». Η δημοτικότητα των βιολογικών προϊόντων μεγαλώνει τόσο μεταξύ του καταναλωτικού κοινού όσο και μεταξύ των καλλιεργητών παραγωγών εξ αιτίας του έντονου προβληματισμού για την ποιότητα των προϊόντων διατροφής, που τροφοδοτείται από συνεχείς, τα τελευταία χρόνια, αποκαλύψεις για τα επιβλαβή αποτελέσματα των ανεξέλεγκτων κερδοσκοπικών παρεμβάσεων στη διατροφική αλυσίδα. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ IX

Απαιτείται πλέον μια εμπορική στρατηγική με στόχο την εξεύρεση νέων αγορών, τη βελτίωση της εικόνας των ελληνικών αγροτικών προϊόντων, την προσαρμογή τους στα καταναλωτικά πρότυπα νέων αγορών και στη διερεύνηση νέων δικτύων διανομής. Η πιστοποίηση των προϊόντων και η μεταποίησή τους στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό είναι επίσης μεταξύ των στόχων που η επίτευξή τους θα αναβαθμίσει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων. Στο Κεφάλαιο 3 η ανάλυση που προηγήθηκε στα Κεφάλαια 1 και 2 εξειδικεύεται σε παρουσίαση, σχολιασμό και ερμηνεία αντίστοιχων εξελίξεων στον τομέα της μεταποίησης των αγροτικών πρώτων υλών και της μετατροπής τους σε ενδιάμεσα προϊόντα (για βιομηχανική χρήση) ή σε τελικά προϊόντα (για τελικούς καταναλωτές). Περιγράφονται το μακροοικονομικό και το θεσμικό περιβάλλον του κλάδου των Τροφίμων και Ποτών στην Ελλάδα και τις χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εξετάζονται οι τομεακές επιδόσεις και οι επιχειρηματικές στρατηγικές που αναπτύσσονται στον κλάδο. Περνώντας από τα θέματα των αγορών, του κόστους παραγωγής, των διαπεριφερειακών πωλήσεων και των άμεσων ξένων επενδύσεων η ανάλυση εξετάζει τους προσδιοριστικούς παράγοντες της στρατηγικής των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων Τροφίμων Ποτών και δίνει τα βασικά στοιχεία μιας ανάλυσης ισχυρών και ασθενών στοιχείων του ελληνικού τομέα καθώς και των ευκαιριών που προσφέρονται και των κινδύνων που τον απειλούν (SWOT Αnalysis). Από την ανάλυση αυτή προκύπτουν ορισμένα «μηνύματα» για τους διαχειριστές των αγροτικών εκμεταλλεύσεων που μπορούν να συνοψιστούν στα ακόλουθα: - Παρόλο που ο ανταγωνισμός οξύνεται, δεν υπάρχουν ουσιαστικά εμπόδια που να απαγορεύουν την εμφάνιση στην αγορά νέων, αποτελεσματικών επιχειρήσεων που θα είναι φορείς καινοτομίας και επιχειρηματικότητας, πολύ δε περισσότερο αν έχουν και ισχυρή σχέση με την πρωτογενή παραγωγή. (παράδειγμα βιοτεχνίας αναψυκτικών ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ X

Τεμενίων, παραγωγών με εξαγωγικές επιδόσεις, παραγωγών βιολογικών προϊόντων κλπ.). - Η μεγαλύτερη ευχέρεια στη χρηματοδότηση ακόμα και μικρών μεταποιητικών επιχειρήσεων από τον τραπεζικό τομέα (με ευνοϊκότερους όρους και ευέλικτες διαδικασίες) ανοίγει νέες προοπτικές για τις επεκτεινόμενες αγροτικές εκμεταλλεύσεις. - Οι μικρές αγροτικές εκμεταλλεύσεις μπορούν, με την προϋπόθεση ότι θα διαθέτουν σχετική ευελιξία, να ανταποκριθούν καλύτερα στις συνεχείς και συχνές μεταβολές των καταναλωτικών προτιμήσεων και να εξετάσουν τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται σε εξειδικευμένες αγορές, όπως αυτές των βιολογικών προϊόντων. - Οι πιέσεις από τις επιχειρήσεις διανομής και εμπορίας για περιορισμό των περιθωρίων κέρδους των παραγωγών, είναι στον αγροτικό τομέα ιδιαίτερα έντονες (και ήταν πάντα, λόγω ακριβώς της σχετικά αδύνατης θέσης του παραγωγού αγρότη φυσικοί κίνδυνοι, χρηματοδοτική εξάρτηση, άγνοια αγοράς- στο κύκλωμα εμπορίας των αγροτικών προϊόντων). Διέξοδος προσφέρεται σήμερα μέσα από την ανάπτυξη επιχειρηματικών δραστηριοτήτων που, μεταξύ άλλων, θα αξιοποιήσουν παραδοσιακούς τρόπους προώθησης των προϊόντων (προσωπικές πωλήσεις, πωλήσεις πόρτα πόρτα) αλλά και τύπους προώθησης προηγμένης τεχνολογίας (ηλεκτρονικό εμπόριο). Προϋπόθεση για όλα αυτά είναι η δραστική επανεξέταση και αναθεώρηση του τρόπου διαμόρφωσης αποφάσεων εκ μέρους των αγροτών παραγωγών. Απαιτείται ανάληψη πρωτοβουλιών και κινδύνων, ανάπτυξη ικανοτήτων εξέτασης και ανάλυσης περίπλοκων καταστάσεων, τεκμηρίωσης αποφάσεων για προβλήματα που δεν είχαν προηγουμένως αντιμετωπιστεί κλπ.. Συνολικά, απαιτείται μια ποιοτική διαφοροποίηση του τρόπου λειτουργίας των διαχειριστών αρχηγών αγροτικών εκμεταλλεύσεων και καλλιέργεια της επιχειρηματικότητάς τους. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ XI

Το Δεύτερο Μέρος της μελέτης αναφέρεται στα αποτελέσματα της Έρευνας Πεδίου για την Επιχειρηματικότητα στον Αγροτικό Τομέα, που πραγματοποιήθηκε, όπως ήδη αναφέρθηκε, σε πανελλαδικό δείγμα 293 αρχηγών εκμεταλλεύσεων, καθώς και στα ευρήματα 22 μελετών-περιπτώσεων οι οποίες καταγράφουν τη «ζωντανή μαρτυρία» αγροτών-επιχειρηματιών που θεωρήθηκε ότι αποτελούσαν κατάλληλα παραδείγματα για προβολή και μίμηση. Μια προσέγγιση του θεωρητικού πλαισίου για την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας και του τρόπου που αυτό το πλαίσιο μπορεί να βρει εφαρμογή στον αγροτικό τομέα, γίνεται στο Κεφάλαιο 4. Εξετάζεται το περιεχόμενο και οι παράγοντες προσφοράς και ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας από την άποψη της οικονομικής πολιτικής, αλλά και της ψυχολογικής / συμπεριφορικής επιστήμης και εντοπίζονται οι αναλογίες για τον αγρότη «επιχειρηματία». Ο τελευταίος, αν και τύποις «επιχειρηματίας», φαίνεται ότι στην πράξη αποδέχεται (ή υποχρεώνεται να αποδεχθεί) λόγω αντικειμενικών ή/και υποκειμενικών συνθηκών, να εκχωρήσει σε άλλους φορείς μέρος της επιχειρηματικής αρμοδιότητας και ευθύνης που του αναλογεί. Η αναίρεση αυτής της «πραγματικότητας» με την ενίσχυση, με αυτή την έννοια, της «διαπραγματευτικής» θέσης του αγρότη «επιχειρηματία», ώστε αυτός να καταστεί ουσιαστικά Επιχειρηματίας, είναι μέσα στους στόχους της παρούσας μελέτης. Ουσιαστικής σημασίας στοιχείο της μεθοδολογίας στην οποία στηρίχτηκε η μελέτη, αποτέλεσε η έρευνα πεδίου η οποία, μέσω συνεντεύξεων με αγρότες αρχηγούς εκμεταλλεύσεων διαφόρων τύπων και συμπλήρωσης ερωτηματολογίων, προσπάθησε να εντοπίσει και να αναδείξει τους παράγοντες εκείνους που ευνοούν ή δυσχεραίνουν την ανάπτυξη επιχειρηματικότητας στον αγροτικό τομέα. Το δείγμα και το ερωτηματολόγιο της έρευνας πεδίου παρουσιάζονται και εξετάζονται στο Κεφάλαιο 5. Το δείγμα ήταν πανελλαδικό και περιέλαβε 293 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ XII

αρχηγούς αγροτικών εκμεταλλεύσεων οι οποίοι κατατάχθηκαν με βάση συγκεκριμένο ορισμό και κριτήρια σε 5 Κλιμάκια Επιχειρηματικότητας με κατώτερο το 1 και ανώτερο το 5. Τα δύο πρώτα κλιμάκια (1-2) περιέλαβαν 175 ερωτώμενους (Υποσύνολο Α) που αποτέλεσαν την ομάδα των απλών αγροτών (Ομάδα Ελέγχου) και τα τρία τελευταία κλιμάκια (3-5) περιέλαβαν 118 ερωτώμενους (Υποσύνολο Β) που αποτέλεσαν την ομάδα των αγροτών επιχειρηματιών (Ομάδα Μάρτυρα). Ο λόγος για το διαχωρισμό του δείγματος σε δύο υποσύνολα σκόπευε στη διερεύνηση και εξαγωγή συμπερασμάτων για την επίμαχη ομάδα των αγροτών επιχειρηματιών, προκειμένου να διαμορφωθούν προτάσεις και να ληφθούν μέτρα πολιτικής τα οποία, αποβλέποντας στην ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και στοχεύοντας στη συγκεκριμένη ομάδα, θα ήσαν περισσότερο αποτελεσματικά. Περίπου το 80% του δείγματος ήταν ηλικίας μέχρι 45 ετών και το 44% ήταν μέχρι 35 ετών, πρόκειται δηλαδή για δείγμα ιδιαίτερα νέο από την άποψη της ηλικίας. Τα αποτελέσματα της έρευνας πεδίου, και συγκεκριμένα το πρώτο τμήμα που αφορά τις εκμεταλλεύσεις και τους αρχηγούς τους, παρουσιάζονται στο Κεφάλαιο 6. Αναλύθηκε ένα μεγάλος αριθμός παραγόντων (επάγγελμα πατέρα, εκπαιδευτικό επίπεδο αρχηγού, ηλικία εκμετάλλευσης, τρόπος δημιουργίας της, είδος και μορφή καλλιέργειας, τομείς δραστηριοποίησης και εξέλιξή τους, απασχολούμενοι, θέματα λειτουργίας, προβλήματα και αντιμετώπισή τους κλπ.) και σε αρκετές περιπτώσεις έγιναν αλληλοσυσχετίσεις για πληρέστερη εξαγωγή συμπερασμάτων. Για κάποιους από τους παράγοντες αυτούς δεν διαπιστώθηκαν σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των δύο υποσυνόλων. Σε άλλες όμως περιπτώσεις, οι διαφοροποιήσεις ήταν σημαντικές και ανέδειξαν τους παράγοντες που επηρεάζουν ή χαρακτηρίζουν την Επιχειρηματικότητα. Όλες οι διαπιστώσεις επιβεβαιώθηκαν με τη χρήση στατιστικών ελέγχων (Έλεγχοι χ 2 ). ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ XIII

Η Επιχειρηματικότητα είναι μια ιδιότητα που διαμορφώνεται σε σχετικά νεαρή ηλικία και επηρεάζεται από το οικογενειακό περιβάλλον (επάγγελμα πατέρα) και τις εμπειρίες που αποκτούν οι άνθρωποι στα νεανικά τους χρόνια. Η εκδήλωση ή ανάπτυξη της Επιχειρηματικότητα εξαρτάται και από το εκπαιδευτικό επίπεδο των ατόμων και μάλιστα από τις εγκύκλιες σπουδές. Διαδικασίες επαγγελματικής κατάρτισης μπορούν να επηρεάσουν μόνο όταν έχουν την κατάλληλη μορφή, στόχο, περιεχόμενο και οργάνωση. Η Επιχειρηματικότητα εμφανίζεται με τη μετακίνηση των αρχηγών των εκμεταλλεύσεων προς περισσότερο εντατικές η βιολογικές ή υψηλής τεχνολογίας καλλιέργειες και την επέκταση σε μεταποιητικές και εμπορικές δραστηριότητες. Οι αγρότες επιχειρηματίες μεγαλώνουν το μέγεθος τω πατρικών τους εκμεταλλεύσεων ή ιδρύουν νέες και, σε σύγκριση με τους απλούς αγρότες, επιτυγχάνουν ανώτερες επιδόσεις σε όλα τα τμήματα της επιχείρησής του (παραγωγικό, μεταποιητικό, εμπορικό). Οι αγρότες επιχειρηματίες ασχολούνται σχετικά συχνότερα με θέματα που προσιδιάζουν στην επιχειρηματική αντίληψη (κοστολόγηση, επιλογή νέων τύπων και ποικιλιών καλλιέργειας) και αντιμετωπίζουν τις δυσκολίες με προσφυγή σε υπηρεσίες ειδικών και όχι με ερασιτεχνικό τρόπο. Παίρνουν τις αποφάσεις τους αφού πρώτα μελετήσουν επιστημονικά τα θέματα. Όλοι εκδηλώνουν την ανάγκη για πρόσθετη εκπαίδευση και για τεχνική στήριξη μέσω βραχυχρόνιων, κυρίως, σεμιναρίων και εκπαιδευτικών ταξιδιών. Ζητούν να διδαχθούν νέες καλλιεργητικές μεθόδους, θέματα ποιοτικού ελέγχου, marketing, τρόπους διαπραγματεύσεων και λήψης αποφάσεων, αλλά και μηχανογράφηση, φοροτεχνικά και ξένες γλώσσες. Θεωρούν ότι πιο αποτελεσματικά εκπαιδευτικά υλικά είναι οι βιντεοταινίες, τα έντυπα και οι εκπομπές της τηλεόρασης, χωρίς να αποκλείονται και τα πιο σύγχρονα εκπαιδευτικά μέσα (CD-ROMs και Internet). Το Υπουργείο Γεωργίας έρχεται ψηλά στις προτιμήσεις τους ως φορέας εκπαίδευσης, με τα Πανεπιστήμια να ακολουθούν από κοντά. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ XIV

Στο Κεφάλαιο 7 παρουσιάζονται τα αποτελέσματα του δεύτερου τμήματος της έρευνας πεδίου που αφορούν την Επιχειρηματικότητα και τους επιχειρηματίες. Διαπιστώθηκε υψηλό επίπεδο αυτογνωσίας τόσο στην ομάδα των απλών αγροτών όσο και σ αυτή των επιχειρηματιών αγροτών. Οι τελευταίοι επιβεβαίωσαν την κατάταξή τους στα ανώτερα κλιμάκια επιχειρηματικότητας θέτοντας ως κυρίαρχο επιχειρηματικό τους στόχο τη μεγιστοποίηση του κέρδους. Η στροφή προς περισσότερο σύνθετες μορφές επιχειρηματικής δραστηριότητας ήταν συνειδητή κίνηση, αποτέλεσμα καλά μελετημένων εκτιμήσεων για τις προοπτικές των παλαιών και των νέων δραστηριοτήτων και για την ανάγκη προσαρμογής των εκμεταλλεύσεων στο εξελισσόμενο περιβάλλον του αγροτικού τομέα. Η λήψη των σχετικών αποφάσεων ήταν (και εξακολουθεί να είναι) υπόθεση των αρχηγών των εκμεταλλεύσεων αλλά, τόσο στο ξεκίνημα όσο και στην πορεία εξέλιξης των επιχειρήσεων, σοβαρό ρόλο έπαιξαν οι συνεργασίες είτε με άλλα μέλη της οικογένειας είτε με ειδικούς (επιστήμονες συμβούλους) προκειμένου να αντιμετωπιστούν οικονομικά, λειτουργικά και τεχνικά προβλήματα. Από τα οικονομικά προβλήματα, το σημαντικότερο ήταν η έλλειψη κεφαλαίων για απόκτηση παγίου ή μηχανολογικού εξοπλισμού. Σοβαρότερο λειτουργικό πρόβλημα ήταν (και είναι ακόμα) η κοστολόγηση τιμολόγηση των προϊόντων, ενώ τα τεχνικά προβλήματα ποικίλουν ανάλογα με το είδος της εκμετάλλευσης και το βαθμό μεταποίησης των προϊόντων. Για την αντιμετώπιση των προβλημάτων και δυσκολιών που προκύπτουν από την επιχειρηματική δράση, οι αρχηγοί των εκμεταλλεύσεων αναζητούν πληροφόρηση σε διάφορες «παραδοσιακές» πηγές (ειδικές εκδόσεις, περιοδικά, συνεργάτες, συμβούλους, Εκθέσεις, υπηρεσίες του Υπουργείου Γεωργίας) και, τελευταία, δειλά δειλά, στο Internet. Στη συνείδηση των αγροτών η επιχειρηματική δράση συνδέεται με καλύτερες προοπτικές για την εκμετάλλευση (κυρίως) αλλά και για την οικογένεια. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ XV

Συνεπάγεται όμως και μεγαλύτερη δέσμευση τόσο προσωπική όσο και κεφαλαιακή. Αξίζει να σημειωθεί ότι όλα τα παραπάνω ερευνητικά αποτελέσματα συγκρίθηκαν και βρέθηκε να είναι συνεπή με αντίστοιχα άλλης μελέτης που το Κέντρο Ερευνών του Πανεπιστημίου Πειραιώς έχει εκπονήσει και πάλι με θέμα την Επιχειρηματικότητα σε μη αγροτικούς όμως τομείς (Μεταποίηση, Υπηρεσίες). Η έρευνα πεδίου περιέλαβε και την ανάλυση 22 πραγματικών επιχειρηματικών περιπτώσεων (ζωντανών μαρτυριών) που επελέγησαν από το σύνολο του δείγματος ως οι καλύτερες ή περισσότερα υποσχόμενες περιπτώσεις (best practices). Αυτές διερευνώνται στο Κεφάλαιο 8 και παρουσιάζονται ως ξεχωριστό σώμα, στον Τόμο Β του έργου. Οι αγρότες επιχειρηματίες που εξετάστηκαν ήταν άνθρωποι με σχετικά υψηλό εκπαιδευτικό επίπεδο και αρκετές εξωγεωργικές εμπειρίες, οι οποίοι ανέλαβαν τις απλές παραγωγικές εκμεταλλεύσεις της πατρικής οικογένειας και τις μετέτρεψαν σε οργανωμένες επιχειρήσεις με μεταποιητικές ή/και εμπορικές δραστηριότητες, γρήγορα αναπτυσσόμενες, με σοβαρές επενδύσεις, παρουσία στην τοπική ή και ευρύτερη αγορά, καλές αποδόσεις και καλές προοπτικές. Η αβεβαιότητα, ο κίνδυνος και η πολλή και σκληρή δουλειά έγιναν αναπόσπαστα στοιχεία της καθημερινότητάς τους και τρόπος ζωής για όλους. Στη διαδικασία της μετεξέλιξής τους σε επιχειρηματίες χρειάστηκε να αναπτύξουν νέες ικανότητες (οργανωτικές, διαπραγματευτικές, επικοινωνιακές), να πάρουν σοβαρές αποφάσεις για την αναδιάρθρωση των καλλιεργειών τους, να εφαρμόσουν νέες τεχνολογίες. Αναπτύσσονται σταδιακά και με προσεκτικά βήματα, μειώνουν την εξάρτησή τους από δανειακά κεφάλαια, δίνουν βάρος στην ποιότητα αντί της ποσότητας, προωθούν τις βιολογικές καλλιέργειες όπου και όσο είναι δυνατό, αναζητούν στηρίγματα και συνεργασίες, προσφεύγουν στις συμβουλές ειδικών. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ XVI

Επιχειρούν αλλαγές, πειραματίζονται, αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες και κινδύνους. Προσπαθούν να πρωτοτυπήσουν, να προβλέψουν τις εξελίξεις, να σχεδιάσουν το μέλλον, να αξιοποιήσουν ιδέες. Με την πάροδο του χρόνου, αλλάζουν νοοτροπία, αποκτούν ευελιξία και προσαρμοστικότητα, μετατρέποντας σε συνειδητούς δημιουργούς νέας αξίας, επιδιώκουν ως επιχειρηματίες το κέρδος και την επέκταση, αναβαθμίζουν την κοινωνική τους εικόνα και λειτουργούν, στον περίγυρό τους, ως πρότυπα και προωθητικοί παράγοντες. Βασικά τους προβλήματα είναι: Το μικρό μέγεθος των εκμεταλλεύσεων και τα περιορισμένα περιθώρια επέκτασης της παραγωγικής δραστηριότητας, λόγω έλλειψης γης. Η αβεβαιότητα της παραγωγικής διαδικασίας (καιρικές συνθήκες, ασθένειες). Η έλλειψη ειδικευμένου προσωπικού τόσο σε χαμηλά επίπεδα (εργάτες παραγωγής, τεχνίτες) όσο και σε υψηλά στελέχη διοικητικά, τεχνικά), αλλά και η αδυναμία προσέλκυσής τους (ειδικά των τελευταίων) λόγω ανεπαρκών συνθηκών και όρων εργασίας. Η ανεπαρκής τεχνική στήριξη από ειδικευμένους γεωτεχνικούς του Υπουργείου Γεωργίας. Η έλλειψη οργανωμένης και δια βίου κατάρτισης. Η αδυναμία πρόσβασης σε πληροφορίες (οικονομικές, τεχνικές, εμπορικές, επιχειρηματικές) απαραίτητες για την ανάπτυξη τόσο των επιχειρήσεων όσο και της επιχειρηματικότητας. Το Τρίτο Μέρος περιλαμβάνει τα συνολικά Συμπεράσματα της μελέτης και τις Προτάσεις. Τα συνολικά Συμπεράσματα της μελέτης παρουσιάζονται στο Κεφάλαιο 9, ομαδοποιημένα σε πέντε τμήματα. Στο πρώτο, παραθέτονται τα συμπεράσματα για την Κατάσταση του Αγροτικού Τομέα και τις Προοπτικές του, στο δεύτερο, αυτά που αφορούν την Επιχειρηματικότητα καθ εαυτή, στο τρίτο έχουν ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ XVII

ενσωματωθεί τα συμπεράσματα για την επίδραση της Επιχειρηματικότητας στις αγροτικές εκμεταλλεύσεις και στο τέταρτο, αυτά που αφορούν τη συμπεριφορά του αγρότη επιχειρηματία. Τέλος, στο πέμπτο τμήμα, εμφανίζονται τα συμπεράσματα που αφορούν το ιδιαίτερα σοβαρό θέμα της εκπαίδευσης του αγρότη επιχειρηματία. Το Κεφάλαιο 10, τελευταίο της μελέτης, παρουσιάζει τις Προτάσεις των μελετητών για το σχεδιασμό και την υλοποίηση ενός ολοκληρωμένου προγράμματος προώθησης της Επιχειρηματικότητας στον αγροτικό τομέα. Το πρόγραμμα αυτό, που ονομάζεται Πρωτοβουλία ΝΕΑ (Νέοι Επιχειρηματίες Αγρότες), αποτελείται από 2 Άξονες. Ο πρώτος, αφορά την «Ανάπτυξη Επιχειρηματικότητας Προετοιμασία του Επιχειρηματία Αγρότη» και ο δεύτερος, την «Εφαρμογή Επιχειρηματικότητας Υλοποίηση Επενδύσεων στον Αγροτικό Χώρο». Οι άξονες αυτοί αναλύονται σε επιμέρους Δράσεις των οποίων εξετάζεται το «Πεδίο Εφαρμογής», τα «Μέσα», η «Κλίμακα κόστους υλοποίησης» και η «Προτεραιότητα». ΟΙ Δράσεις αυτές είναι, για μεν τον πρώτο άξονα η «Ευαισθητοποίηση», η «Καλλιέργεια Επιχειρηματικής Σκέψης», η «Εκπαίδευση» και η «Παρακολούθηση-Αξιολόγηση», για δε τον δεύτερο η «Ενίσχυση Επενδύσεων Νέων Επιχειρηματιών Αγροτικού Τομέα», η «Τεχνική Στήριξη» και η «Παρακολούθηση-Αξιολόγηση». Αναλύεται επίσης η συμπληρωματική Δράση «Πληροφόρηση Ενημέρωση», μέσω της οποίας οι δύο Άξονες του Προγράμματος συνδέονται, καθώς και η πρόταση για δημιουργία μιας Ειδικής Μονάδας Διαχείρισης Βάσης Δεδομένων για Αγροτικές Επιχειρήσεις. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ XVIII

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Χαρακτηριστικά της παραγωγής και του ανθρώπινου δυναμικού στον ελληνικό αγροτικό τομέα 1.1 Οικονομικά χαρακτηριστικά του Πρωτογενή τομέα 1.1.1 Εξέλιξη του Αγροτικού Προϊόντος και της παραγωγικότητας Το βασικότερο μέγεθος για να κατανοήσουμε τη σχετική σημασία του πρωτογενή τομέα στην εθνική οικονομία είναι το Αγροτικό Προϊόν και η συνεισφορά του στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν της χώρας. Την περίοδο 1988 1998, το συνολικό ΑΕΠ (σε σταθερές τιμές) αυξήθηκε σε ποσοστό 15,2% ή με ετήσιο ρυθμό 1,74%. Το ΑΕΠ του Πρωτογενούς τομέα την ίδια περίοδο αυξήθηκε κατά 7,5% (ετήσιος ρυθμός αύξησης 0,7%). Η διαφορά αυτή στους ρυθμούς επέκτασης είχε ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της συμμετοχής του αγροτικού προϊόντος στο συνολικό προϊόν της χώρας από 12,4% το 1988 σε 8,5% το 1997 (Διαγράμματα 1.1 και 1.2). Παρόλα αυτά, η σχετική οικονομική σημασία του πρωτογενούς τομέα δεν θα πρέπει να αποτελεί το μοναδικό κριτήριο στη θεώρηση σχετικά με τη σημασία του, αφού ο ρόλος του ως τροφοδότη πρώτης ύλης του δευτερογενούς τομέα, καθώς και η συμβολή του στην διατήρηση της δημογραφικής ισορροπίας μεταξύ της υπαίθρου και των αστικών κέντρων, αποτελούν στοιχεία που θα πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 1

Διάγραμμα 1.1 Ποσοστιαία συμμετοχή των οικονομικών τομέων της οικονομίας στο συνολικό ΑΕΠ (1988 και 1997) 1988 Πρωτογενής 1997 Πρωτογενής Τριτογενής 12% 8% Δευτερογενής 23% 61% Δευτερογενής 27% Τριτογενής 69% ΠΗΓΗ: Υπουργείο Γεωργίας (2000) Διάγραμμα 1.2 Εξέλιξη του ΑΕΠ και του ΑΕΠ του Πρωτογενή τομέα (σε δις δρχ.) την περίοδο 1988 1998 (σε σταθερές τιμές 1988) 10000 8000 6000 4000 2000 0 1988 1989 1990 1991 1992 1993 1994 1995 1996 1997 1998 ΑΕΠ ΑΕΠ Πρωτογενή τομέα ΠΗΓΗ: Τράπεζα Ελλάδος - Μηνιαία Στατιστικά Δελτία ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 2

Οι Περιφέρειες με τις μεγαλύτερες πεδινές εκτάσεις συμμετέχουν σε μεγαλύτερο ποσοστό, όπως είναι φυσικό, στο ΑΕΠ του Πρωτογενούς τομέα. Έτσι, οι Περιφέρειες της Κεντρικής Μακεδονίας και της Θεσσαλίας παράγουν το 18% και το 13% του ΑΕΠ του Πρωτογενούς τομέα αντίστοιχα, ενώ τα νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου καθώς και η Δυτική Μακεδονία έχουν τη μικρότερη συμμετοχή (Διάγραμμα 1.3). Η αύξηση του ΑΕΠ του πρωτογενούς τομέα συνδυαζόμενη με τη μείωση των απασχολούμενων σε αυτόν (βλέπε 1.3.6) έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της παραγωγικότητάς του. Αυτό γίνεται φανερό και στο Διάγραμμα 1.4, όπου εμφανίζεται η μέση παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας και η μέση παραγωγικότητα του πρωτογενούς τομέα, όπως αυτές εκφράζονται από το πηλίκο του ΑΕΠ ανά απασχολούμενο. Τα τελευταία πάντως χρόνια η διαφορά της παραγωγικότητας του πρωτογενούς τομέα από την αντίστοιχη για το σύνολο της οικονομίας εμφανίζεται όλο και μικρότερη. Έτσι, ενώ το 1988 η παραγωγικότητα του τομέα κυμαινόταν κάτω από το 50% της παραγωγικότητας του συνόλου της οικονομίας, το 1998 το αντίστοιχο ποσοστό έφθανε το 63,4%. Οπωσδήποτε, την αύξηση της παραγωγικότητας επηρέασε θετικά η μείωση του αγροτικού πληθυσμού και των απασχολούμενων (βλ. παράγραφο 1.3) που είχε ως συνέπεια την μείωση της υποαπασχόλησης στον αγροτικό τομέα. Επιπλέον, η αύξηση του ΑΕΠ του πρωτογενούς τομέα, αν και μικρότερη από την αύξηση του συνολικού ΑΕΠ, δίνει τη δυνατότητα να διατυπωθούν κάποιες ενθαρρυντικές προβλέψεις τόσο για την πορεία εκσυγχρονισμού της ελληνικής αγροτικής παραγωγής, όσο και για την διαφοροποίηση στο προφίλ της αγροτικής εκμετάλλευσης προς πιο αποδοτική οργάνωση και διαχείριση της παραγωγικής διαδικασίας. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 3

Διάγραμμα 1.3 Κατανομή του ΑΕΠ του Πρωτογενούς τομέα ανά Περιφέρεια (1997) Νότιο Αιγαίο 1% Βόρειο Αιγαίο 2% Πελοπόννησος 11% Κρήτη 8% Ανατ. Μακεδονία Θράκη 11% Κεντρική Μακεδονία 18% Αττική 5% Στερεά Ελλάδα 11% Δυτική Ελλάδα 10% Ιόνια Νησιά 3% Θεσσαλία 13% Δυτική Μακεδονία Ήπειρος 3% 4% ΠΗΓΗ: Επεξεργασία στοιχείων (ALPHA Τράπεζα Πίστεως 2000) Διάγραμμα 1.4 Εξέλιξη της παραγωγικότητας (σε δρχ./απασχολούμενο) στο σύνολο της οικονομίας και στον Πρωτογενή τομέα την περίοδο 1988-1998 (σε σταθερές τιμές 1988) 3.000.000 2.500.000 2.000.000 1.500.000 1.000.000 500.000 0 1988 1989 1990 1991 1992 1993 1994 1995 1996 1997 1998* Σύνολο της οικονομίας Πρωτογενής τομέας ΠΗΓΗ: Επεξεργασία στοιχείων, ΕΣΥΕ Έρευνες Εργατικού Δυναμικού και Τράπεζας Ελλάδος - Μηνιαία Στατιστικά Δελτία ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 4

Από την ανάλυση των στοιχείων ανά Περιφέρεια, προκύπτει ότι η παραγωγικότητα, όπως υπολογίζεται από το πηλίκο του ΑΕΠ του πρωτογενούς τομέα προς τις ΜΑΕ 1, είναι υψηλότερη από το μέσο όρο στις περιοχές οι οποίες έχουν μεγάλες πεδινές εκτάσεις, όπως η Θεσσαλία και η Στερεά Ελλάδα, καθώς επίσης και οι περιοχές όπου κυριαρχούν οι εντατικές καλλιέργειες (θερμοκήπια, κηπευτικά κ.λπ.), όπως η Αττική, η Κρήτη και η Δυτική Ελλάδα. Κοντά στο μέσο όρο είναι η Περιφέρεια της Κεντρικής Μακεδονίας με τις μεγάλες εκτάσεις δενδροκομικών καλλιεργειών, αλλά και υψηλές απαιτήσεις σε ανθρώπινη εργασία. Τέλος, οι μικρότερες αποδόσεις όσον αφορά στην παραγωγικότητα παρατηρούνται στις Περιφέρειες με μεγάλους ορεινούς όγκους (Δυτική Μακεδονία, Πελοπόννησος και Ήπειρος) και στη νησιωτική Ελλάδα όπου το ανάγλυφο του εδάφους και η έλλειψη χώρου δεν επιτρέπουν την ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα (Διάγραμμα 1.5). 1.1.2 Εξέλιξη των επενδύσεων στον αγροτικό τομέα. Στη δεκαετία του (80, η εφαρμογή της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των αγροτικών εισοδημάτων, χωρίς όμως αντίστοιχη αύξηση των (παραγωγικών) επιδόσεων του ελληνικού αγροτικού τομέα όπως θα φανεί και πιο κάτω στην ανάλυση του εμπορικού ισοζυγίου αγροτικών προϊόντων. Θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι ενώ η εισοδηματική κατάσταση των αγροτών βελτιώθηκε, οι δομές της ελληνικής αγροτικής παραγωγής παρέμειναν καθυστερημένες. 1 Η ΜΑΕ (Μονάδα Ανθρώπινης Εργασίας) είναι μονάδα μέτρησης της ανθρώπινης εργασίας και ορίζεται ως η εργασία που προσφέρεται από κάθε ενήλικο φυσικό πρόσωπο σε σύνολο 280 ημερών και 8 ωρών ημερησίως στο οικονομικό έτος και σε κανονικές συνθήκες. Η μονάδα αυτή αντιστοιχεί συνήθως σε 2.240 ώρες/έτος και είναι γνωστή ως ετήσια ΜΑΕ. Η χρήση της ΜΑΕ κρίνεται αναγκαία για την βελτίωση της αξιοπιστίας του δείκτη της παραγωγικότητας σε περιφερειακό επίπεδο, με δεδομένο ότι ο βαθμός πολυαπασχόλησης σε επίπεδο περιφερειών διαφέρει και επομένως ο δείκτης παραγωγικότητας που χρησιμοποιεί ως παρανομαστή τον αριθμό των απασχολούμενων στον πρωτογενή τομέα δεν είναι αντιπροσωπευτικός. Ο συνολικός αριθμός των ΜΑΕ για κάθε περιφέρεια υπολογίστηκε με βάση τα ημερομίσθια των μόνιμων και εποχικών εργατών όπως αυτά αναφέρονται στην Απογραφή Γεωργίας - Κτηνοτροφίας 1995. Με αυτό το τρόπο η επίδραση της πολυαπασχόλησης περιορίζεται στο βαθμό που οι μόνιμοι εργαζόμενοι στον αγροτικό τομέα απασχολούνται πλήρως με την πρωτογενή παραγωγή. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 5

Διάγραμμα 1.5 Παραγωγικότητα του Πρωτογενή τομέα (ΑΕΠ Πρωτογενή τομέα ανά ΜΑΕ, σε εκατ./μαε) ανά Περιφέρεια (1995) Νότιο Αιγαίο Βόρειο Αιγαίο Πελοπόννησος Δυτική Μακεδονία Ήπειρος Ιόνια Νησιά Κεντρική Μακεδονία ΣΥΝΟΛΟ ΧΩΡΑΣ Ανατ. Μακεδονία Θράκη Δυτική Ελλάδα Στερεά Ελλάδα Κρήτη Θεσσαλία Αττική 0,00 1,00 2,00 3,00 4,00 5,00 6,00 7,00 ΠΗΓΗ: Επεξεργασία στοιχείων ΕΣΥΕ (ALPHA Τράπεζα Πίστεως 2000) Διάγραμμα 1.6 Εξέλιξη των Ακαθάριστων Επενδύσεων στον Πρωτογενή Τομέα την περίοδο 1988 1995 (σε εκατ. δρχ., σε σταθερές τιμές 1988) 100.000 90.000 80.000 70.000 60.000 50.000 40.000 30.000 20.000 10.000 0 1988 1989 1990 1991 1992 1993 1994 1995 ΠΗΓΗ: Μαραβέγιας και Μέρμηγκας 1999 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 6

Στη δεκαετία του 90, η αλλαγή της φιλοσοφίας της ΚΑΠ, με μειώσεις στις εγγυημένες τιμές και αποσύνδεση του ύψους των επιδοτήσεων από το ύψος της παραγωγής, φανέρωσαν τις αδυναμίες και τις ελλείψεις στις δομές της ελληνικής αγροτικής παραγωγής (Μαραβέγιας, Μέρμηγκας 1999). Το σχετικά χαμηλό αγροτικό εισόδημα, αλλά και η έλλειψη επιχειρηματικού πνεύματος και κατάλληλης κρατικής πολιτικής μέσω των γεωργικών εφαρμογών, οδήγησαν μεγάλο ποσοστό της αύξησης αυτής του εισοδήματος στην κατανάλωση, χωρίς πρόβλεψη για την ενίσχυση των δομών μέσω επενδύσεων. Όπως γίνεται φανερό από το Διάγραμμα 1.6, οι ακαθάριστες επενδύσεις στον πρωτογενή τομέα παρουσιάζουν μείωση και μάλιστα την περίοδο 1988 1995 η μείωση φθάνει το 8,4%. Η ανάλυση της πορείας των επενδύσεων παρουσιάζει ενδιαφέρον, καθώς, όπως φαίνεται από τα διαθέσιμα στοιχεία (1988 1995), η μείωση των συνολικών ακαθαρίστων επενδύσεων στον αγροτικό τομέα οφείλεται αποκλειστικά στη μείωση των ιδιωτικών επενδύσεων κατά 25% (μέσος ετήσιος ρυθμός 4%), αφού οι δημόσιες επενδύσεις την ίδια περίοδο σημείωσαν αύξηση κατά 20,6% (μέσος ρυθμός 2,7% ετησίως) (Διάγραμμα 1.7). Θα πρέπει να επισημανθεί ότι οι δημόσιες επενδύσεις την περίοδο μετά το 1988 επηρεάστηκαν θετικά από τα δύο Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης (1989 1993 και 1994 1999), γεγονός που ερμηνεύει και την αναντιστοιχία στην εξέλιξη των δημόσιων και των ιδιωτικών επενδύσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το 1992 οι εισπράξεις από το Τμήμα Προσανατολισμού (συμπεριλαμβανομένων και των συνοδευτικών μέτρων που χρηματοδοτούνται από το τμήμα εγγυήσεων) του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (FEOGA) υπερβαίνει το 50% των επενδύσεων στον Πρωτογενή τομέα, ενώ το 1994 έφτασε το 82,2%. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 7

Διάγραμμα 1.7 Εξέλιξη των δημοσίων και ιδιωτικών Ακαθάριστων Επενδύσεων στον Πρωτογενή Τομέα την περίοδο 1988-1995 ( σε εκατ. δρχ. σε σταθερές τιμές 1988) 60.000 50.000 40.000 30.000 20.000 10.000 0 1988 1989 1990 1991 1992 1993 1994 1995 Δημόσιες Επενδύσεις Ιδιωτικές Επενδύσεις ΠΗΓΗ: Μαραβέγιας και Μέρμηγκας 1999 Διάγραμμα 1.8 Εξέλιξη των εισαγωγών, των εξαγωγών και του εμπορικού ισοζυγίου των τροφίμων και ζώντων ζώων με τις Ανατολικές χώρες την περίοδο 1988-1997 (σε.000. $) 300.000 250.000 200.000 150.000 100.000 50.000 0-50.000 1983 1985 1987 1989 1991 1993 1995 1997 Εισαγωγές Εξαγωγές ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΠΗΓΗ: Επεξεργασία στοιχείων Foreign Trade by Commodities. OECD ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 8

1.1.3 Εμπορικό ισοζύγιο των αγροτικών προϊόντων. 2 Το έλλειμμα του εξωτερικού εμπορίου αγροτικών προϊόντων πρωτοεμφανίστηκε στα μέσα της δεκαετίας του (80 και κινήθηκε ανοδικά με έντονο τρόπο μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του (90, πιθανότατα λόγω και των αποσταθεροποιητικών εξελίξεων στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, οι οποίες ανέκαθεν αποτελούσαν σημαντικό προορισμό των ελληνικών εξαγωγών. Οι τελευταίες αυτές, όπως φαίνεται στο Διάγραμμα 1.8, ανέκοψαν την ανοδική τους πορεία την περίοδο 1987 1989. Το εμπορικό ισοζύγιο των αγροτικών προϊόντων εμφανίζεται αρνητικό, με αυξητικές τάσεις από το 1992 και μετά, παρά τις σημαντικές εξαγωγές αγροτικών προϊόντων που πραγματοποιήθηκαν το 1998 και αποτελούσαν το 30,7% των συνολικών εξαγωγών. Το 1996, όπως φαίνεται και από το Διάγραμμα 1.9, το έλλειμμα σημείωσε μια μείωση λόγω της αποκατάστασης των ροών εμπορίου, για να συνεχίσει να αυξάνεται μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 90, λόγω της αύξησης του ελλείμματος στο ενδοκοινοτικό εμπόριο (δηλ. με τα υπόλοιπα Κράτη - Μέλη της Ε.Ε.). Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι, από το 1992 το έλλειμμα του ενδοκοινοτικού εμπορίου είναι μεγαλύτερο από το συνολικό εμπορικό ισοζύγιο των αγροτικών προϊόντων και το 1998 έφθασε το 1,3% του ΑΕΠ. Το γεγονός αυτό εμφανίζεται ως επακόλουθο της απουσίας συντονισμένης προσπάθειας για την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων έναντι των ελεύθερα διακινούμενων αγροτικών προϊόντων των Κρατών Μελών της Ε.Ε. 2 Η ανάλυση του εμπορικού ισοζυγίου των αγροτικών προϊόντων βασίστηκε σε επεξεργασμένα στοιχεία από την μελέτη της Δ/νσης Αγροτικής Πολιτικής & Τεκμηρίωσης του Υπουργείου Γεωργίας με τίτλο Η Ελληνική Γεωργία με αριθμούς: Βασικά Χαρακτηριστικά. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 9

Διάγραμμα 1.9 Εξέλιξη του εμπορικού ισοζυγίου του Πρωτογενή Τομέα την περίοδο 1988-1998 (σε εκατ. δρχ., σε σταθερές τιμές 1988) 0-20.000-40.000-60.000-80.000-100.000-120.000-140.000-160.000-180.000 1988 1989 1990 1991 1992 1993 1994 1995 1996 1997 1998 ΣΥΝΟΛΟ Με τα Κ-Μ της Ε.Ε. ΠΗΓΗ: Μαραβέγιας και Μέρμηγκας 1999 Διάγραμμα 1.10 Ποσοστιαία διάρθρωση των ελληνικών εισαγωγών (1998) 5,42% 4,67% 4,35% 4,35% 5,03% 18,96% 6,05% 6,31% 14,65% 8,15% 12,74% 9,34% Κρέατα Λοιπά Γάλα & Αυγά Φρούτα & Λαχανικά Δημητριακά Ποτά Ψάρια Καπνός Ξυλεία Ζωοτροφές Καφές, Κακάο κ.λπ. Τρόφιμα (μεταποιημένα) ΠΗΓΗ:. ΕΣΥΕ - Επεξεργασία στοιχείων Εξωτερικού Εμπορίου ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 10

Η διάρθρωση των εισαγωγών όπως παρουσιάζεται στη συνέχεια (Διάγραμμα 1.10) αναδεικνύει το πρόβλημα του μεγάλου ελλείμματος σε προϊόντα ζωικής παραγωγής (κρέατα και γαλακτοκομικά προϊόντα), τα οποία αποτελούν το 31,7% της αξίας των συνολικών εισαγωγών αγροτικών προϊόντων. Τα τελευταία χρόνια, κυρίως μετά το 1992-1993, παρατηρείται μια μείωση στο έλλειμμα του ισοζυγίου κρέατος καθώς την περίοδο 1988 1998 μειώθηκε κατά 15,5%. Παρόμοια εξέλιξη παρουσιάστηκε και στην περίπτωση των γαλακτοκομικών προϊόντων, το έλλειμμα των οποίων είναι το δεύτερο μεγαλύτερο έλλειμμα μετά από εκείνο του κρέατος, και το οποίο μειώθηκε κατά 26,15% την ίδια περίοδο. Αντίθετα, υπερδιπλασιάστηκε η αξία των εισαγωγών των φρούτων και λαχανικών, των ζωοτροφών, του καπνού, των τροφίμων και των ποτών. Τα φρούτα και λαχανικά αποτελούν τα κύρια ελληνικά εξαγωγικά προϊόντα και η αξία των εξαγωγών τους αποτελεί το 40,6% της συνολικής αξίας των ελληνικών εξαγωγών. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι, 4 κατηγορίες προϊόντων: τα φρούτα και λαχανικά, ο καπνός, το βαμβάκι και τα λίπη και έλαια, καταλαμβάνουν τα 2/3 της αξίας των ελληνικών εξαγωγών (1998) (Διάγραμμα 1.11). Την περίοδο 1988-1998 που εξετάζεται, τα φρούτα και λαχανικά εμφανίζουν το μεγαλύτερο πλεόνασμα στο ισοζύγιό τους, αν και τη δεκαετία του (90 το μέγεθός του μειώθηκε κατά 30%. Το δεύτερο μεγαλύτερο πλεόνασμα είναι εκείνο των ελαίων και λιπών που λόγω της ιδιομορφίας του προϊόντος (η παραγωγή ελαιολάδου εμφανίζει μεγάλες διακυμάνσεις που οφείλονται σε οργανικούς παράγοντες) εμφανίζει έντονες ετήσιες διακυμάνσεις, ενώ στα ισοζύγια του καπνού και του βαμβακιού, μετά την αύξηση που σημειώθηκε στα μέσα του (90, στο τέλος της δεκαετίας βαίνουν μειούμενα. Αξιοσημείωτη είναι η κατά διαστήματα αύξηση των εξαγωγών δημητριακών χωρίς να παρατηρείται κάποια συγκεκριμένη τάση. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 11

Διάγραμμα 1.11 Ποσοστιαία διάρθρωση των ελληνικών εξαγωγών (1998) 10,64% 1,14% 5,98% 3,92% 4,22% 40,60% 4,68% 7,26% 7,93% 13,63% Φρούτα & Λαχανικά Καπνός Βαμβάκι Ψάρια Δημητριακά Ποτά Γάλα & Αυγά Έλαια & λίπη Κρέατα Λ ά ΠΗΓΗ:. ΕΣΥΕ - Επεξεργασία στοιχείων Εξωτερικού Εμπορίου ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 12

Από την ανάλυση που προηγήθηκε επιβεβαιώνεται η συνεχώς μειούμενη σημασία των παραδοσιακών εξαγώγιμων προϊόντων και με δεδομένη την σταθερότητα που παρατηρείται στην αξία των εξαγωγών (σε σταθερές τιμές) είναι θεμιτό να συμπεράνει κανείς ότι αναπτύσσονται νέοι δυναμικοί εξαγώγιμοι κλάδοι, ακόμη και σε προϊόντα στα οποία η χώρα θεωρείται ότι έχει συγκριτικό μειονέκτημα (π.χ. γαλακτοκομικά και αλλαντικά). Επισημαίνεται ότι, τα προϊόντα που εξάγονται σε μεγάλο μέρος τους αφορούν προϊόντα σε αμεταποίητη μορφή, η με πολύ μικρή προστιθέμενη αξία, και τα οποία χρησιμοποιούνται ως πρώτη ύλη στις βιομηχανίες των χωρών προορισμού. Η ανάπτυξη της τυποποίησης (φρούτα, ελαιόλαδο, κρασί κ.λπ.) είναι μεν σαφής αλλά ακόμη σε μικρή κλίμακα σε σχέση με τον συνολικό εμπορευόμενο όγκο (Μέργος, 1998). 1.1.4 Βιωσιμότητα των αγροτικών εκμεταλλεύσεων (Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Δειγματοληπτικής Γεωργικής Λογιστικής Παρακολούθησης 3 Το πρόγραμμα Δειγματοληπτικής Λογιστικής Παρακολούθησης έχει ιστορία 30 χρόνων στην Ε.Ε., εφαρμόζεται στην Ελλάδα από το 1981 και στόχος του είναι η συγκέντρωση τεχνικών και οικονομικών στοιχείων των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, η οποία γίνεται με ετήσιες δειγματοληπτικές έρευνες σε όλα τα κράτη μέλη. Το βασικό εργαλείο της μεθοδολογίας του προγράμματος είναι το Τυπικό Ακαθάριστο Κέρδος (ΤΑΚ) 4 που προσδιορίζει το οικονομικό μέγεθος της εκμετάλλευσης και το οποίο εκφράζεται σε Ευρωπαϊκές Μονάδες Μεγέθους (ΕΜΜ). Κάθε ΕΜΜ ισούται με 1.200 ευρώ. Οι εκμεταλλεύσεις κατατάσσονται στις παρακάτω κατηγορίες οικονομικού μεγέθους: 0 2 ΕΜΜ = Εκμεταλλεύσεις μικρού οικονομικού μεγέθους 2 16 ΕΜΜ = Εκμεταλλεύσεις μεσαίου οικονομικού μεγέθους 16 40 ΕΜΜ = Εκμεταλλεύσεις μεγάλου οικονομικού μεγέθους > 40 ΕΜΜ = Εκμεταλλεύσεις πολύ μεγάλου οικονομικού μεγέθους 3 Βλ. Τσιμπούκας Κ., Τσουκαλάς Σ. Στο συλλογικό τόμο Η Ελληνική Γεωργία προς το 2010 4 Βλ. Τσιμπούκας Κ., Τσουκαλάς Σ. Στο συλλογικό τόμο Η Ελληνική Γεωργία προς το 2010 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 13

Εάν για την ανάλυση του αριθμού και της παραγωγικής κατεύθυνσης των εκμεταλλεύσεων χρησιμοποιηθούν οι διαρθρωτικές έρευνες γεωργίας κτηνοτροφίας (1987-1993) τότε προκύπτουν σημαντικές εξελίξεις στην διάρθρωση των εκμεταλλεύσεων. Πιο συγκεκριμένα παρατηρήθηκε μείωση στον αριθμό των εκμεταλλεύσεων κατά 13,8%, η οποία οφειλόταν στην σημαντική μείωση των εκμεταλλεύσεων μικρού οικονομικού μεγέθους, ο αριθμός των οποίων μειώθηκε κατά 34,7% γεγονός που ερμηνεύεται σε μεγάλο βαθμό από την εγκατάλειψη της γεωργίας λόγω γήρανσης του πληθυσμού. Το μεγαλύτερο ποσοστό των εκμεταλλεύσεων συγκεντρώνεται στην κατηγορία του μεσαίου οικονομικού μεγέθους (περίπου 60% του συνόλου), ενώ μόλις το 7% των εκμεταλλεύσεων της χώρας εντασσόταν στην μεγάλη και πολύ μεγάλη κατηγορία οικονομικού μεγέθους. Τα στοιχεία αυτά εμφανίζουν τα αποτελέσματα της λειτουργίας στο πλαίσιο της ΚΑΠ των γεωργικών εκμεταλλεύσεων της χώρας την περίοδο 1981 1993. Η βελτίωση της διάρθρωσης των εκμεταλλεύσεων δεν πραγματοποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό λόγω του μικρού χρονικού διαστήματος, αλλά κυρίως λόγω του γεγονότος ότι την εποχή που η Ελλάδα εντάχθηκε στην Ε.Ο.Κ. (1981), είχε ήδη ξεκινήσει η εφαρμογή των πρώτων μέτρων περιορισμού της παραγωγής και του προϋπολογισμού του FEOGA. Επίσης, την ίδια περίοδο παρατηρήθηκε αξιοσημείωτη ευελιξία των παραγωγών στην αναζήτηση της παραγωγικής κατεύθυνσης της εκμετάλλευσης που θα σταθεροποιήσει τα εισοδήματα τους, μέσω της πολιτικής εγγυήσεων που είναι ακόμη η κυρίαρχη κατεύθυνση της ΚΑΠ. Έτσι, αυξήθηκαν σημαντικά οι εκμεταλλεύσεις με καλλιέργειες όπως το βαμβάκι, η ελιά, τα κηπευτικά, τα άνθη και οι εκτροφές μηρυκαστικών, των οποίων οι οργανώσεις αγορών εξασφάλιζαν ικανοποιητικές τιμές και επιδοτήσεις. Στην περίπτωση που χρησιμοποιηθούν τα στοιχεία της δειγματοληπτικής έρευνας του RICA 1989 1995 (Σπαθής κ.ά, 1999, 1997), οι μεταβολές στην έγγεια διάρθρωση αφορούν μόνο στις εκμεταλλεύσεις μεγάλου και πολύ μεγάλου οικονομικού μεγέθους, οι οποίες μεγεθύνουν τη χρησιμοποιούμενη γεωργική γη τους με ετήσιο ρυθμό 0,6% και 3,2% αντίστοιχα, ενώ παράλληλα ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 14

αυξάνουν και τις ενοικιαζόμενες εκτάσεις (6,8%). Στις εκμεταλλεύσεις μεσαίου μεγέθους ο μέσος όρος των ετήσιων μεταβολών του αριθμού τους είναι 1,9%, ενώ ταυτόχρονα αυξάνουν με βραδείς ρυθμούς την ενοικιαζόμενη γη (0,6% ετησίως). Οι εκμεταλλεύσεις που αυξάνουν το μέσο μέγεθος της χρησιμοποιούμενης γεωργικής γης είναι κυρίως αυτές των μεγάλων καλλιεργειών όπως το βαμβάκι και των λοιπών αροτραίων καλλιεργειών, ενώ από τις εκμεταλλεύσεις με ζωικό κεφάλαιο, αυτές που εκτέφουν αίγες, βοοειδή και οι μικτές (φυτικής και ζωικής παραγωγής. Τέλος, αυξάνεται η μέση έκταση στην κατεύθυνση των πολυκαλλιεργειών. Όσον αφορά στην εργασία της εκμετάλλευσης, στις εκμεταλλεύσεις μεσαίου οικονομικά μεγέθους η απασχολούμενη εργασία μειωνόταν κατά 1,2% ετησίως, σε αντίθεση με τις εκμεταλλεύσεις μεγάλου και πολύ μεγάλου οικονομικά μεγέθους όπου αυξήθηκε κατά μέσο όρο 1% και 1,9% ετησίως αντίστοιχα. 5 Το διαθέσιμο οικογενειακό εργατικό δυναμικό στο μέσο όρο των τριών κατηγοριών ακολουθεί φθίνουσα πορεία (-1% ετησίως) - αν και το 93% των μονάδων ανθρώπινης εργασίας προέρχονται ακόμα από το οικογενειακό εργατικό δυναμικό της εκμετάλλευσης - και κατά συνέπεια οι εξελίξεις στην ποσότητα της διαθέσιμης εργασίας οφείλονται στην αυξητική πορεία της αμειβόμενης εργασίας η οποία σημείωνε αύξηση κατά 16,7% ετησίως. Η μεγαλύτερη αύξηση της αμειβόμενης εργασίας παρατηρήθηκε στις εκμεταλλεύσεις της μεγάλης και πολύ μεγάλης κατηγορίας οικονομικού μεγέθους (8,3 και 11% ετησίως αντίστοιχα). Οι αυξήσεις ήταν ιδιαίτερα σημαντικές κατά την περίοδο 1993 1995 και συμπίπτουν χρονικά με τη μαζική άφιξη αλλοδαπών εργατών στη χώρα. Από τη διαθέσιμη εργασία του οικογενειακού εργατικού δυναμικού το 62,5% προέρχεται από τον ιδιοκτήτη. Ο βαθμός απασχόλησης του οικογενειακού 5 Η απασχολούμενη εργασία υπολογίστηκε σε ΜΑΕ. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 15