4. Οι γενικοί όροι των τραπεζικών συναλλαγών Βιβλιογραφία



Σχετικά έγγραφα
Διαφάνεια των όρων της σύµβασης µεταξύ καταναλωτή (επιλέγοντα πελάτη) και παρόχου υπηρεσιών στον τοµέα της ενέργειας.

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Θέμα: «Δημόσια Διαβούλευση Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας».

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ 15/2007 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΗ ΠΡΟΕΞΟΦΛΗΣΗΣ ΣΕ ΣΤΕΓΑΣΤΙΚΑ ΔΑΝΕΙΑ ΣΤΑΘΕΡΟΥ ΕΠΙΤΟΚΙΟΥ

ΠΡΑΞΗ ΙΟΙΚΗΤΗ ΑΡΙΘΜ. 2501/ ΘΕΜΑ: Ενηµέρωση των συναλλασσοµένων µε τα πιστωτικά ιδρύµατα για τους όρους που διέπουν τις συναλλαγές τους.

ΤΥΠΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗΣ ΠΙΣΤΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΤΟΥ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΦΟΡΕΑ ΑΦΜ:

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΟΡΩΝ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΗΣ ΚΑΡΤΑΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗΣ ΠΙΣΤΗΣ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΟΡΩΝ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΗΣ ΚΑΡΤΑΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗΣ ΠΙΣΤΗΣ

ΤΥΠΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗΣ ΠΙΣΤΗΣ. «ΤΡΑΠΕΖΑ EUROBANK ERGASIAS A.E.» (εφεξής η «Τράπεζα»)

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΑΠ 296/2001

ΛΗΞΙΠΡΟΘΕΣΜΕΣ ΟΦΕΙΛΕΣ

... 15,80% , 14,80% , 14,30% , 13,80%. άνω, 13,30%.

Αρμόδια: Δρ. Βασιλική Μπώλου Αθήνα 13 Μαρτίου 2013 Βοηθός Συνήγορος του Καταναλωτή Αριθ. Πρωτ. :6787

Μεθοδολογία κατάρτισης της νέας σειράς επιτοκίων τραπεζικών καταθέσεων και δανείων

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΕΝΑΝ ΕΘΕΛΟΝΤΙΚΟ ΚΩ ΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ ΓΙΑ ΤΑ ΣΤΕΓΑΣΤΙΚΑ ΑΝΕΙΑ ("ΣΥΜΦΩΝΙΑ")

Συχνές Ερωτήσεις για τον Κώδικα Δεοντολογίας του ν.4224/2013

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την παρουσία της Γραμματέως

ΠΡΑΞΗ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ: «Τραπεζική αργία βραχείας διάρκειας»


ΚΥΚΛΟΣ ΣΧΕΣΕΩΝ ΚΡΑΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΗ

ηλαδή, το ποσό του κεφαλαίου δανεισµού συν τους τόκους και τις ενδεχόµενες δαπάνες που σχετίζονται µε την πίστωση που λαµβάνετε

Καταχρηστικές ρήτρες σε συµβάσεις: Τι πρέπει να προσέχουν οι αγοραστές ακινήτων

Ε.Ε. Παρ.Ι(Ι), Αρ. 4349, (Ι)/2012 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΩΝ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΕΩΝ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΣΤΙΣ

(2015) 1 PRO JUSTITIA. «Αρχή Υπεύθυνου Δανεισμού» Άννα Οβσεπιάν, Μεταπτυχιακή Φοιτήτρια

Χρήστος Βλ. Γκόρτσος Επίκουρος Καθηγητής Διεθνούς Οικονομικού Δικαίου, Πάντειο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Γενικός Γραμματέας Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

α) Παρέχει πλήρη και επικαιροποιημένα στοιχεία επικοινωνίας στους δανειστές ή σε όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό τους.

ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΚΑΤΑΘΕΣΕΩΝ* I. ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ Α ΖΗΤΗΣΗΣ ΣΕ ΕΥΡΩ. 3. Δυνατότητα δωρεάν πάγιων εντολών. 4. Δυνατότητα έκδοσης Καρνέ Επιταγών.

0,6%). CLF 1013/1/05-16

Ε Γ Γ Ρ Α Φ Η Σ Υ Σ Τ Α Σ Η Π Ο Ρ Ι Σ Μ Α

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΠΡΟΣ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΕΣ. Τι είναι η Διαδικασία Επίλυσης Καθυστερήσεων (ΔΕΚ);

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 8 ο ΜΑΘΗΜΑ

Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 26/2004

ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΣΥΜΦΩΝΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΩΝ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ-ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

ΟΔΗΓΙΑ 93/13/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές

Οι Περί Ελευθεροποίησης του Επιτοκίου και Συναφών Θεμάτων Νόμοι του 1999 έως 2015

EKPOIZObanks CORRECT 26/01/ :05 Page 1. Στεγαστικά δάνεια. Τι να γνωρίζουµε, τι να προσέχουµε

ΘΕΜΑ: Έγγραφη Σύσταση Πόρισμα. ΣΧΕΤ. : Αρ. πρωτ. B/5976/ , Β/8293/ έγγραφά μας.

ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΤΗΣ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ ΚΥΡΟΥΣ ΤΩΝ ΓΟΣ ΣΤΙΣ ΤΡΑΠΕΖΙΚΕΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ. Γιώργου Ι. Δέλλιου, Καθηγητή Νομικής ΑΠΘ

ΤΑΜΕΙΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΙΙ ΔΡΑΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΤΕΠΙΧ ΙΙ Υποπρόγραμμα 2

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Συντομογραφίες. 1. Εισαγωγή 1 Ι. Η οικονομική σημασία των συμβάσεων καταναλωτικής

ΕΘΕΛΟΝΤΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΥΜΒΑΤΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΣΤΕΓΑΣΤΙΚΑ ΔΑΝΕΙΑ

Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ΕΠΙΤΡΟΠΗ. (Κείµενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (2001/193/ΕΚ)

Γενικοί Όροι και Προϋποθέσεις για το Ηλεκτρονικό Κατάστημα της Olympus

ΕΘΕΛΟΝΤΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΥΜΒΑΤΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΣΤΕΓΑΣΤΙΚΑ ΔΑΝΕΙΑ

Πολιτική Κατηγοριοποίησης Πελατών

ΤΥΠΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΙΣΤΩΣΗ ΜΕΣΩ ΕΝΕΧΥΡΙΑΣΗΣ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ

Η νέα Οδηγία για την παροχή πιστώσεων σε καταναλωτές. Χριστίνα Κ. Λιβαδά Ειδική Νομική Σύμβουλος ΕΕΤ


β) υπόλοιπο και κινήσεις λογαριασμών, ενεργών ή μη, που άνοιξαν ή έκλεισαν.

Όροι Χρεωστικού Υπολοίπου σε Χρήματα DEGIRO

Προκειμένου να επιτευχθεί η επιθυμητή δόση, το Ταμείο ακολουθεί διαδοχικά τα κατωτέρω στάδια ρύθμισης:

ΤΕΚΕ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΓΓΥΗΣΗΣ ΚΑΤΑΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ T.E.K.E. Ενηµερωθείτε πώς λειτουργεί και πώς σας καλύπτει. ΤΡΑΠΕΖΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΜονΠρωτΑθ 2438/1997


[2] N. 2251/1994. Προστασία των καταναλωτών (ΦΕΚ A 191/ )

Working Paper. Title: «Η Σύμβαση Εμπορικής Αντιπροσωπείας» Georgios K. Karametos

Υπεύθυνος δανεισμός και υπερχρέωση των καταναλωτών

Συχνές Ερωτήσεις για τον Κώδικα εοντολογίας του Ν.4224/2013 1) Ποιός είναι ο σκοπός του Κώδικα εοντολογίας;... 2

LEGAL INSIGHT ΔΑΝΕΙΑ ΜΕ ΕΓΓΥΗΣΗ ΔΗΜΟΣΙΟΥ Ε.Τ.Ε.ΑΝ. Α.Ε.

2. ΠΟΙΕΣ ΟΦΕΙΛΕΣ ΡΥΘΜΙΖΟΝΤΑΙ

ν. 2251/1994 Προστασία του καταναλωτή σε στεγαστικά δάνεια με καταχρηστικούς όρους

ΘΕΜΑ: Αναφορά του κ... (αρ. πρωτ. εισερχ / ).

Ηλεκτρονική σάρωση όλων των συναλλαγών από το ΥΠΟΙΚ

ο περί Ανοικτού Τύπου Οργανισμών Συλλογικών Επενδύσεων Νόμος του 2012

ΟΙ ΠΕΡΙ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ ΝΟΜΟΙ ΤΟΥ 1997 ΕΩΣ 2016

Η Οδηγία 2007/64/ΕΚ για τις υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά Συνολική θεώρηση

Πρόγραμμα Νοσοκομειακής Περίθαλψης Full [Health] Ειδικό

Υπεύθυνος δανεισµός: άµυνα στην υπερχρέωση των καταναλωτών

Επιτόκιο Σταθερής Περιόδου 10, , , , , ,57

ΣΧΟΛΙΟ ΤΟΥ ΝΟΜΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΟΥ ΤΗΣ ΠΕΣΕΔΕ ΤΑΣΟΥ ΓΑΚΙΔΗ: Με το υπ αριθ. πρωτ /ΕΥΘΥ738/ έγγραφό του (με θέμα:

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΠΙΤΟΚΙΟΥ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΝΟΜΟ TOY Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

γ) Τις διατάξεις του π.δ. 189/2009 (ΦΕΚ 221 Α ) «Καθορισμός και Ανακατανομή αρμοδιοτήτων των Υπουργείων».

ΤΙΜΟΛΟΓΙΟ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΥ ΙΣΧΥΕΙ ΑΠΟ 16/12/2009

ΠΡΟΛΟΓΟΣ V ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το προς επίλυση πρόβλημα Η διαχρονική νομοθετική προσπάθεια αντιμετώπισής του... 6 ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ Ο ΝΟΜΟΣ

4. Δεν επιτρέπεται η παροχή του προγράμματος διευκόλυνσης σε οφειλέτες των οποίων οι συμβάσεις έχουν καταγγελθεί.

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΥΣΤΑΣΗ (Άρθρο 4 παρ. 5 ν. 3297/2004 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει)

Αριθμ. οικ. 2/64312/ /9/ Παροχή της εγγύησης του Ελλη

ΤΑΜΕΙΟ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ & ΑΝΕΙΩΝ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

Δίκτυο Υπηρεσιών Πληροφόρησης & Συμβουλευτικής Εργαζομένων και Ανέργων

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»

Συχνές Ερωτήσεις για τον Κώδικα εοντολογίας του Ν.4224/2013

ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΓΓΥΗΣΗΣ ΚΑΤΑΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΕΝ ΥΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ

ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 3016/2002

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΑΙΤΗΣΗ ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ

Η ΟΔΗΓΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΓΟΡΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ (MIFID)

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 6537/2001

ΧΡΕΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς ν.4321 με τροπ. με ν.4337/2015

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

Κατηγοριοποίηση πελατών

β) Τις διατάξεις του π.δ. 187/2009 (ΦΕΚ 214 Α') «Διορισμός Υπουργών και Υφυπουργών».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΟΜΙΛΟΥ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ. Πολιτική κατηγοριοποίησης πελατών

ε) βεβαιωμένες και ληξιπρόθεσμες έως και την οφειλές πτωχών οφειλετών.

(Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΟΔΗΠΑ 93/13/EOK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. της 5ης Απριλίου 1993

Κύρωση του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου της Συµφωνίας µεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας

Πνευµατικά ικαιώµατα

Transcript:

ΑΡΘΡΟ 2 Ν. 2251/1994 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ µερικώς ανίσχυρη οποιαδήποτε εθνική ρύθµιση (άρα και εκείνη του άρθρου 332 παρ. 2 εδ. β ΑΚ), στο µέτρο που αυτή αποστερεί από τον καταναλωτή την ελευθερία να προδιατυπώνει αυτός τους όρους της σύµβασής του (αν και σπάνια περίπτωση) και να τους επιβάλλει χωρίς περαιτέρω διαπραγµάτευση στον προµηθευτή. 4. Οι γενικοί όροι των τραπεζικών συναλλαγών Βιβλιογραφία Αθανασούλη Π./Βουτσά Αλ.: Πιστωτικές κάρτες και προστασία του καταναλωτή στην Ελλάδα, Ένωση καταναλωτών «Η ποιότητα της ζωής» Γραφείο Νοµικής Προστασίας, 1994. Αυγητίδη Δ.: Ο αποδέκτης επενδυτικών υπηρεσιών ως καταναλωτής, ΕπισκΕΔ 2001,296. Ιδίου: Η ευθύνη του αναδόχου στο δίκαιο προστασίας του καταναλωτή, 2005. Βελέντζα Γ.: Τραπεζικές πιστώσεις και προστασία του καταναλωτή - πελάτη της Τράπεζας, ΕΕµπΔ 1997,640. Ιδίου: Δίκαιο πιστωτικών ιδρυµάτων, 1998. Ιδίου: Ενηµέρωση του καταναλωτή στις τραπεζικές συµβάσεις, ΕΤρΑξΧρΔ 2003,487. Βενιέρη Ι.: Ο έλεγχος ΓΟΣ στεγαστικού δανείου που προβλέπει το δικαίωµα και τις συνέπειες εξόφλησης πριν τη λήξη του δανείου, ΧριΔ 2004,470. Ιδίου: Έξοδα κίνησης και τήρησης τραπεζικού λογαριασµού κατάθεσης - Η επιβάρυνση του καταναλωτή και ο έλεγχος του σχετικού όρου κατά το ν. 2251/94, ΕΕµπΔ 2004,717. Γεωργακόπουλου Λ.: Χρηµατιστήριο και Τραπεζικό Δίκαιο, 1999. Γκόρτσου Χ.: Δίκαιο προστασίας του καταναλωτή χρηµατοπιστωτικών υπηρεσιών: περιεχόµενο και ιδιαιτερότητες, ΧρηΔικ 2007, 2/2007,161. Γκούσκου Αγγ.: Ζητήµατα νοµικής προστασίας καταναλωτών - πελατών των τραπεζών, ΔΕΕ 1997,660. Δέλλιου Γ.: Η προστασία του καταναλωτή στις Τραπεζικές Συναλλαγές, ΝοΒ 1992,811. Ιδίου: Ατοµικά δικαιώµατα, ιδιωτικό δίκαιο, προστασία των καταναλωτών και εγγυήσεις τραπεζικών δανείων, Digesta 2003,357 επ. Ιδίου: Προστασία των καταναλωτών και σύστηµα ιδιωτικού δικαίου, 2001 και 2005. Δελλή Γ.: Οι διατάξεις της Σύµβασης των Βρυξελλών για την προστασία του καταναλωτή και η περίπτωση των επενδυτών σε παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα, ΔΕΕ 2002,1082. Δούβλη Β.: Ο δικαστικός έλεγχος της λειτουργίας των ΓΟΣ στις τραπεζικές συναλλαγές, ΕΤρΑξΧρΔ 1999,3. Ιδίου: Η προστασία ελλήνων πελατών πιστωτικών ιδρυµάτων από γενικές συναλλακτικές ρήτρες εφαρµοστέου αλλοδαπού δικαίου, ΔΕΕ 2002,480. Ιδίου: Η υπαγωγή ή µη των τραπεζικών εγγυητών στο ν. 2251/94 για την προστασία των καταναλωτών, ΔΕΕ 2003,876. ΕΚΕΜΕ: Προστασία καταναλωτή και τραπεζικές συµβάσεις, 1997. Ένωση Δικαίου Προστασίας Καταναλωτή: Η προστασία του καταναλωτή στις τραπεζικές συναλλαγές (πρακτικά 1ου Συνεδρίου - Αθήνα 7 Ιουνίου 2002), 2005. Ιγγλεζάκη Ι.: Υποχρέωση των καταναλωτών και πτωχευτικό δίκαιο, ΕπισκΕΔ 2003,596. Καζάκου Α.: Η χρησιµοποίηση ΓΟΣ από Τράπεζες, ΕΝΒΕ, 1993, τεύχος 19. Καλαµπούκα-Γιαννοπούλου Π.: Η προστασία του καταναλωτή στην παροχή χρηµατοπιστωτικών υπηρεσιών, ΔΕΕ 2000,12. Καλλιµόπουλου Γ.: Θεώρηση εν είδει προλόγου θεµάτων του τραπεζικού δικαίου, ΧρηΔικ 1/2007,6 Καράκωστα Ι.: Γενικοί όροι των τραπεζικών συναλλαγών, 2001. - Ιδίου: Ο αποδέκτης τραπεζικών υπηρεσιών ως καταναλωτής, ΧρΙΔ 2003,97. Ιδίου: Σηµείωση υπό την Πρωτ. Ξάνθης 434/1985, ΝοΒ 1986,703. Κεραµέως Κ.: Οµιλία στο συµπόσιο του ΕΚΕΜΕ 116

ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΤΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΑΡΘΡΟ 2 Ν. 2251/1994 δηµοσιευµένη στο «Προστασία καταναλωτή και τραπεζικές συµβάσεις» 1997. Κλαβανίδου Δ.: Καταναλωτικά δάνεια 1997. Κοκοµέλη: Τραπεζικές υπηρεσίες προς καταναλωτές (Retail banking) ΔΕΕΤ 1995,76. Μακρίδου Κ. /Διαµαντόπουλου Γ.: Ανακοπή εκτελέσεως από εγγυητή συµβάσεως, η οποία περιέχει καταχρηστικούς ΓΟΣ κατά το χρόνο που εκκρε- µεί αίτηση για υπαγωγή της πρωτοφειλέτριας ΑΕ σε καθεστώς ειδικής εκκαθαρίσεως, ΔΕΕ 2006,701. Μαρίνου Μ.Θ./Βενιέρη Ι.: Η ποινή για την πρόωρη εξόφληση του δανείου, ΧρΙΔ 2005,459. Μεντή Γ.: Γενικοί όροι τραπεζικών καταναλωτικών συµβάσεων, ΧρΙΔ 2001,558. Ιδίου: Όρια της ευθύνης του εγγυητή στις τραπεζικές καταναλωτικές συµβάσεις, ΧρΙΔ 2004,185 επ. Παπαϊωάνου Γ.: Καταναλωτής και πλαστικό χρήµα, Συνήγορος 2001,210. Ιδίου: Νοµικά ζητήµατα προστασίας του καταναλωτή από τη χρήση των τραπεζικών καρτών, ΧρΙΔ 2002,103. Παπανικολάου Π.: Η απαλλακτική ρήτρα για την ευθύνη της Τράπεζας στο µεγάλο ριφιφί, 1995. Ιδίου.: Η ευθύνη της Τράπεζας ως αναδόχου εκδόσεως κινητών αξιών, 1998. Τίτσια Δ.: Σύµβαση πιστωτικής κάρτας: διάσπαση ή µη της σχετικότητας των ενοχών και η προστασία του κατόχου ως καταναλωτή, Νοµική Επιθεώρηση 1999, 69. Τριανταφυλλάκη Γ.: Ζητήµατα αστικής ευθύνης Τραπεζών κατά τη διενέργεια πληρωµών µε µεταφορά κεφαλαίων, ΔΕΕ 1996,578. Ιδίου: Ιδιωτική ασφάλιση και προστασία του καταναλωτή - Ρήτρες εξαίρεσης από ασφαλιστική κάλυψη αστική ευθύνης στα τροχαία ατυχήµατα και προστασία του καταναλωτή, ΔΕΕ 2006,142. Τσίρου Σ.: Πιστωτική κάρτα, Σειρά µελετών αστικού δικαίου (διεύθυνση σειράς: Ι. Καράκωστας), Νοµική Βιβλιοθήκη 2007. Φραγκάκη Ν.: Προστασία καταναλωτή και τραπεζικές υπηρεσίες. Φώσκολου Α.: Προστασία καταναλωτή και τραπεζικές συναλλαγές (ΕΚΕΜΕ) 1997. Χατζηγιάννη: Καταναλωτής και χρηµατοοικονοµικές υπηρεσίες - Δελτίον 1997,91. Χελιδόνη Απ.: Η εγγύηση ως σύµβαση εκτός εµπορικού καταστήµατος, ΧρΙΔ 2002,775. Ψυχοµάνη Σ.: Τραπεζικό Δίκαιο - Δίκαιο Τραπεζικών Συµβάσεων, τ. 1, 1995. Ιδίου: Τραπεζικό Δίκαιο, 1999. Ιδίου: Τα τραπεζικά επιτόκια, ΝοΒ 1995,5. Ιδίου: Ο Κώδικας Τραπεζικής Δεοντολογίας, Εισήγηση στο 8ο Συνέδριο Ελλήνων Εµπορικολόγων 1998, 257. Α. Η δυνατότητα εφαρµογής του ν. 2251/94 επί των τραπεζικών συµβάσεων Στο πλαίσιο της ελληνικής έννοµης τάξης δεν έχουν θεσπισθεί ειδικές νοµοθετικές ρυθµίσεις που να αφορούν αµέσως τις προϋποθέσεις και την έκταση ελέγχου των ΓΟΣ των τραπεζών. Με την ψήφιση, ωστόσο, του ν. 2251/94 ετέθη ευθέως ο προβληµατισµός, αφενός, κατά πόσο ο πελάτης της Τράπεζας εµπίπτει στην έννοια του κατ άρθρο 1 παρ. 4 περ. α ν. 2251/94 «καταναλωτή» και, αφετέρου, το κατά πόσο οι υπηρεσίες που παρέχουν οι τράπεζες εµπίπτουν στο εύρος της «προµήθειας προϊόντων» ή «παροχής υπηρεσιών» (άρθρο 1 παρ. 4 περ. β ν. 2251/94). Δεδοµένης της διαρκούς επέκτασης των µαζικών συναλλαγών µε συνέπεια τη συνηθέστατη προσχώρηση του ασθενέστερου οικονοµικά µέρους σε µονοµερώς διατυπωµένους όρους, γίνεται δεκτή η επέκταση της προστασίας του καταναλωτή στα πλαίσια των τραπεζικών συναλλαγών, είτε ο τελευταίος ικανοποιεί προσωπική είτε επαγγελµατική του ανάγκη. Από την 124 117

ΑΡΘΡΟ 2 Ν. 2251/1994 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ευρεία διατύπωση του ν. 2251/94 δεν συνάγεται καµία πρόθεση του νοµοθέτη να αποκλείσει από το πεδίο εφαρµογής του νόµου της τραπεζικές συναλλαγές. 65 Ι. Η έννοια του «καταναλωτή» χρηµατοπιστωτικών υπηρεσιών 65α 125 126 α) Ο πελάτης της Τράπεζας Ο περιορισµός που τάσσει ο νόµος 2251/94 ότι, προκειµένου να υπαχθεί κάποιος στην έννοια του «καταναλωτή», πρέπει να είναι απλώς ο τελικός αποδέκτης των παρεχόµενων σε αυτόν υπηρεσιών αποτελεί ανεπιτυχές κριτήριο για την εφαρµογή του ν. 2251/94 στις τραπεζικές συναλλαγές, διότι είναι δυνατόν να υποστηριχθεί ότι η υπηρεσία εν γένει, ως αγαθό, αναλώνεται µε την παροχή της και υπό την έννοια αυτή κάθε παροχή τραπεζικής υπηρεσίας απευθύνεται προς τον «τελικό αποδέκτη» της. 66 Ως τελικός αποδέκτης των τραπεζικών υπηρεσιών θεωρείται καταρχήν ο πελάτης της Τράπεζας που καταρτίζει µε αυτήν σύµβαση για την εξυπηρέτηση προσωπικών και όχι επαγγελµατικών αναγκών. 67 Εξειδικεύοντας περισσότερο την προσέγγιση αυτή είναι δυνατόν να λεχθεί ότι οι διατάξεις του ν. 2251/94 είναι εφαρµοστέες (και µάλιστα ευθέως) στον τοµέα του λεγόµενου retail banking, όρος ο οποίος αποδίδεται στα ελληνικά ως «τραπεζικές υπηρεσίες προς καταναλωτές», και περιλαµβάνει τουλάχιστον τις τραπεζικές συµβάσεις παροχής υπηρεσιών που από τη φύση τους προσφέρονται κυρίως σε φυσικά πρόσωπα [και όχι για την άµεση ή έµµεση εξυπηρέτηση των επαγγελµατικών τους αναγκών], αποτελούν συναλλαγές σχετικά µικρού ύψους και παρουσιάζουν σχετική οµοιοµορφία, περιοδικότητα και επαναληπτικότητα. 68 Στις 65 Μακρίδου Κ. /Διαµαντόπουλου Γ., Ανακοπή εκτελέσεως από εγγυητή συµβάσεως, η οποία περιέχει καταχρηστικούς ΓΟΣ κατά το χρόνο που εκκρεµεί αίτηση για υπαγωγή της πρωτοφειλέτριας ΑΕ σε καθεστώς ειδικής εκκαθαρίσεως, ΔΕΕ 2006,707. 65α Αναλυτικότερα για την προστασία -ως καταναλωτή- του αποδέκτη τραπεζικών και επενδυτικών υπηρεσιών βλ. τις σχετικές γνωµοδοτήσεις του καθηγητή Ι. Καράκωστα στο Δ Μέρος του βιβλίου. Βλ. και Χ. Γκόρτσο, Δίκαιο προστασίας καταναλωτή χρηµατοπιστωτικών υπηρεσιών: περιεχόµενο και ιδιαιτερότητες, ΧρηΔικ 2/2007,167 επ. 66 Ε. Περάκης, ό.π. σελ. 32, Αγγ. Γκούσκου, Ζητήµατα νοµικής προστασίας καταναλωτών - πελατών τραπεζών, ΔΕΕ 1997,662. 67 Η ΚΥΑ Φ1-983/7.3.1991, όπως ισχύει, για την καταναλωτική πίστη, ορίζει στο άρθρο 2 α) ως καταναλωτή «κάθε φυσικό πρόσωπο που µε τις δικαιοπραξίες επιδιώκει σκοπούς που είναι εκτός της επαγγελµατικής του δραστηριότητας». 68 Βλ. σχόλιο Φ. Δωρή, ΠΠρΑθ 3356/97 ΝοΒ 1998, 845 = ΔΕΕ 1998,1111 = ΕΤρΑξΧρΔ 1998,676. Βλ. και ΕφΑθ 8217/2006, ΔΕΕ 2007,462 = ΧρηΔικ 2007,262 (σηµ. Χ. Λιβαδά). Στην απόφαση ΠΠρΒόλου 235/2003 (αδηµ.), το δικαστήριο επισηµαίνει οι ενάγοντες δεν υπάγονται στον κύκλο των καταναλωτών κατά την έννοια του άρθρου 1, παρ. 4α ν. 2251/1994, καθόσον συµβλήθηκαν µε την Τράπεζα για την έµµεση εξυπηρέτηση των επαγγελµατικών τους αναγκών. Στην αντίθετη κατεύθυνση κινείται η ΠΠρΘεσ 12504/2006 Αρµ 2006,1041, µε την οποία το δικαστήριο επισηµαίνει ότι οι διατάξεις του άρθρου 2 του ν. 2251/1994 για τους ΓΟΣ εφαρµόζονται ανεξάρτητα από το εάν ο πελάτης συναλλάσσεται µε την Τράπεζα στο πλαίσιο της επαγγελµατικής ή και της εµπορικής του ιδιότητας, αρκεί 118

ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΤΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΑΡΘΡΟ 2 Ν. 2251/1994 υπηρεσίες αυτές εµπίπτουν οι καταθέσεις χρηµάτων ή άλλων κινητών αξιών, οι πράξεις διενέργειας πληρωµών και µεταφοράς κεφαλαίων, οι χορηγήσεις πιστώσεων, η έκδοση και διαχείριση µέσων πληρωµής -πιστωτικών και χρεωστικών καρτών, 68α ταξιδιωτικών και τραπεζικών επιταγών-, οι συναλλαγές σε συνάλλαγµα, κινητές αξίες και παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα, η διαχείριση χαρτοφυλακίου ή η παροχή συµβουλών για τη διαχείρισή του, η φύλαξη και διαχείριση κινητών αξιών, η εκµίσθωση θυρίδων, οι επενδυτικές υπηρεσίες προς ιδιώτες κ.λπ. 69 Επειδή, όµως, στο χώρο των τραπεζικών συναλλαγών, η ανάγκη προστασίας της συµβατικής ισορροπίας και διασφάλισης της δικαιοπρακτικής αυτοδιάθεσης των αντισυµβαλλοµένων των τραπεζών είναι ιδιαίτερα έκδηλη λόγω της οικονοµικής και οργανωτικής υπεροχής ή άλλως της εξουσιαστικής θέσης των τραπεζών, οι οποίες κατά κανόνα επιβάλλουν µονοµερώς στους ασθενέστερους αντισυµβαλλοµένους τους την κατάρτιση τυποποιηµένων συµβάσεων µε προδιατυπωµένους από τις ίδιες γενικούς όρους, βάσιµα υποστηρίζεται η άποψη ότι οι διατάξεις του άρθρου 2 ν. 2251/94 για τους ΓΟΣ εφαρµόζονται ευθέως 70 ή κατ αναλογία 71 κατά τον έλεγχο των Τραπεζικών ΓΟΣ, ανεξάρτητα από το εάν ο πελάτης συναλλάσσεται µε την Τράπεζα στο πλαίσιο της επαγγελµατικής ή και εµπορικής του ιδιότητας, αρκεί να χαρακτηρίζεται η συγκεκριµένη συναλλαγή από ανισοµέρεια σε βάρος της διαπραγµατευτικής δύναµης του πελάτη της Τράπεζας. 72 Προς απόδειξη της ιδιότητας του καταναλωτή θα πρέπει να λαµβάνεται υπόψη η θέση του προσώπου σε συγκεκριµένη σύµβαση σε σχέση µε τη φύση και το σκοπό αυτής και όχι η υποκειµενική κατάσταση του ιδίου αυτού προσώπου. Έτσι, ένα και το αυτό πρόσωπο µπορεί να θεωρηθεί ως καταναλωτής στο πλαίσιο ορισµένων πράξεων και ως επιχειρηµατίας στο πλαίσιο άλλων πράξεων. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι δεν προστατεύεται κάθε ασθενέστερος συναλλασσόµενος, αλλά µόνον εκείνος που συνάπτει την επίµαχη σύµβαση εκτός του πλαισίου των επαγγελµατικών του σχέσεων. Για τη διαπίστωση της συνδροµής της ανωτέρω προϋπόθεσης δεν έχει 127 128 να χαρακτηρίζεται η συγκεκριµένη συναλλαγή από ανισοµέρεια σε βάρος της διαπραγµατευτικής δύναµης του πελάτη της Τράπεζας (βλ. και ΠΠρΑθ 8032/2001 ΕλΔ 2003, σελ. 568). Ωστόσο, στην ΕφΑθ 6401/2002 (ΔΕΕ 2003,413) το δικαστήριο έκρινε ότι «ο όρος καταναλωτής περιλαµβάνει και εµπόρους και ελεύθερους επαγγελµατίες, εφόσον αυτοί συνάπτουν συµβάσεις για τις ιδιωτικές ανάγκες τους». Στην ίδια προβληµατική βλ. ΕφΑθ 5861/2006 ΔΕΕ 2007,62 επ. 68α Αναλυτικά για την ιδιότητα του κατόχου πιστωτικής κάρτας ως καταναλωτή βλ. Σ. Τσίρου, Πιστωτική κάρτα, Σειρά µελετών αστικού δικαίου (διεύθυνση σειράς: Ι. Καράκωστας), Νοµική Βιβλιοθήκη 2007, σελ. 437-438. 69 Ι. Καράκωστας, Γενικοί όροι των τραπεζικών συναλλαγών, 2001, σελ. 30-31. 70 Γ. Τριανταφυλλάκης, Ζητήµατα αστικής ευθύνης τραπεζών κατά τη διενέργεια πληρωµών µε µεταφορά κεφαλαίων, ΔΕΕ 1996, σελ. 578. 71 Σπ. Ψυχοµάνης, Τραπεζικό Δίκαιο, 1999, σελ. 17. 72 Ι. Καράκωστας, ό.π. σελ. 33. 119

129 130 ΑΡΘΡΟ 2 Ν. 2251/1994 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ σηµασία η υποκειµενική του κατάσταση (αν λ.χ. το επάγγελµά του είναι άσχετο ή σχετικό µε τη συγκεκριµένη σύµβαση), αλλά αν µπορεί να θεωρηθεί κατ αντικειµενική κρίση ως επαγγελµατίας στο πλαίσιο της συγκεκριµένης συναλλαγής. Συνεπώς, η έννοια του καταναλωτή κρίνεται κατά περίπτωση, µε γνώµονα τις βασικές αξιολογήσεις που οδήγησαν στη θέσπιση της υπό εφαρµογή διάταξης και µε αναγωγή στα πραγµατικά περιστατικά της συγκεκριµένης περίπτωσης. Το κατά πόσο ο συγκεκριµένος συναλλασσόµενος έχει πραγµατικά ανάγκη προστασίας κρίνεται από το δικαστήριο ad hoc. Κατά συνέπεια, ο αγοραστής τραπεζικών προϊόντων ή ο αποδέκτης τραπεζικών υπηρεσιών δεν µπορεί να θεωρηθεί εκ των προτέρων καταναλωτής, αποκλειστικά λόγω του γεγονότος ότι είναι αντισυµβαλλό- µενος Τράπεζας. Προφανώς, ένα σηµαντικό τµήµα των τραπεζικών εργασιών, όπως λ.χ. οι λογαριασµοί καταθέσεων, τα στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια ή οι πιστωτικές κάρτες, που αποτελούν τις υπηρεσίες λιανικής των τραπεζών, απευθύνονται στο ευρύ κοινό, το οποίο πράγµατι χρήζει ειδικής προστασίας, κυρίως δεδοµένης της οικονοµικής ισχύος και της διαπραγµατευτικής υπεροπλίας των τραπεζών να επιβάλλουν συµβατικούς όρους των συµφερόντων τους. Από την άλλη πλευρά, η επίκληση και υπαγωγή στο προνοµιακό καθεστώς προστασίας των διατάξεων του καταναλωτικού δικαίου, ιδιωτών επενδυτών, οι οποίοι, µε γνώση και εµπειρία της αγοράς και σηµαντική οικονοµική επιφάνεια, ασχολούνται συστηµατικά µε προϊόντα και συναλλαγές υψηλής οικονοµικής αξίας, αποβαίνει καταχρηστική, καθώς οι ανωτέρω συναλλασσόµενοι υπερβαίνουν κατά πολύ το πρότυπο του µέσου αποταµιευτή και δεν είναι απαραίτητα το αδύνατο µέρος της συγκεκριµένης συναλλαγής. 72α β) Ο εγγυητής τραπεζικού δανείου Το ζήτηµα της υπαγωγής του εγγυητή τραπεζικού δανείου στην έννοια του καταναλωτή προκάλεσε διιστάµενες απόψεις σε θεωρία και νοµολογία που αποτέλεσαν έναυσµα για τη νέα νοµοθετική ρύθµιση του πρόσφατου ν. 3587/2007. Παράδειγµα αποτελούν δύο δικαστικές αποφάσεις του έτους 2002: Το Εφετείο Πειραιώς µε την υπ αριθµ. 91/2002 73 απόφασή του, προκειµένου ν απορρίψει τον ισχυρισµό του εγγυητή ότι η γενόµενη µε τους ΓΟΣ, παραίτησή του από τις ενστάσεις των άρθρων 853 επ. ΑΚ είναι ανίσχυρη κατά το άρθρο 2 παρ. 6 ν. 2251/94, διατύπωσε το σκεπτικό ότι «ο εγγυητής δεν είναι αποδέκτης των προσφερόµενων από την Τράπεζα υπηρεσιών και συνεπώς δεν είναι καταναλωτής µε την έννοια του άρθρου 1 παρ. 4α 72α ΕφΑθ 6401/2002 ΔΕΕ 2003,412, µε τις εκεί παραποµπές σε αποφάσεις του ΔΕΚ, ΠΠρΑθ 8032/2001 ΕλΔ 44,568 και κυρίως 574 επ., ΔΕΚ υπόθεση C-269/95 ΕλΔ 39,238. Βλ. και Ε. Αλεξανδρίδου, Δίκαιο προστασίας του καταναλωτή ελληνικό και κοινοτικό, σελ. 34 - Φ. Aντωνοπούλου, Τα όρια της προστασίας του αποδέκτη τραπεζικών υπηρεσιών κατά το σύγχρονο καταναλωτικό δίκαιο, ΕλΔ 44,333, ΜΠρΧαλκ 32/2006 ΔΕΕ 2006,803. 73 ΕφΠειρ 91/2002 ΕπισκΕΔ 2002,778 (παρατ. Παµπούκη). 120

ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΤΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΑΡΘΡΟ 2 Ν. 2251/1994 ν. 2251/94». Το Εφετείο Αθηνών όµως µε την υπ αριθµ. 5253/2003 74 απόφασή του (η οποία επικύρωσε την ΜΠρΑθ 1119/2002) 75 αναφέρει στο σκεπτικό ότι ο εγγυητής εµπίπτει και αυτός στην έννοια του καταναλωτή, «αφού προσέρχεται στην προµηθεύτρια Τράπεζα σαν πελάτης και είναι αποδέκτης των υπηρεσιών αυτής». Μέρος της ελληνικής θεωρίας επικροτεί την πρώτη απόφαση µε την αιτιολογία ότι ο µεν πρωτοφειλέτης διαπραγµατεύεται τη χορήγηση σε αυτόν της όποιας µορφής τραπεζικής χρηµατοδότησης ως επαγγελµατίας µε στόχο την άµεση βελτίωση της κερδοφορίας της επιχείρησής του, ο δε τραπεζικός εγγυητής, προσδοκά συνήθως και αυτός άµεσο ή έµµεσο έστω όφελος από παρόµοια εξέλιξη, ιδίως όταν ο εγγυητής είναι εταίρος της πρωτοφειλέτιδος εταιρίας (περίπτωση επαγγελµατικού κυρίως δανείου). 76 Από την άλλη πλευρά, µία άλλη µερίδα της θεωρίας, σχολιάζοντας επικριτικά την απόφαση του Εφετείου Πειραιώς, φαίνεται να υιοθετεί την άποψη ότι ο κάθε πιστολήπτης, όχι µόνο καταναλωτικού αλλά και επαγγελµατικού δανείου είναι τελικός αποδέκτης της παρεχόµενης τραπεζικής υπηρεσίας και ως εκ τούτου καταναλωτής µε την έννοια του άρθρου 1 παρ. 4α ν. 2251/94 και συνεπώς η ιδιότητα αυτή µεταδίδεται από τον πιστολήπτη στον εγγυητή του. 77 Πάντως και οι δύο πλευρές της θεωρίας φαίνεται να συµφωνούν στο ότι ο εγγυητής καταναλωτικού δανείου ή σύµβασης για τη χορήγηση πιστωτικής κάρτας δεν θα µπορούσε να αποκλεισθεί τελικά από το πεδίο προστασίας του ν. 2251/94 δεδοµένου ότι προέβη στη συγκεκριµένη ενέργεια µε σκοπό όχι το µετέπειτα, έµµεσο έστω, κερδοσκοπικό όφελος αλλά την κάλυψη καθαρά ατοµικών οικονοµικών αναγκών. Το ίδιο θα µπορούσε κατά βάση να ισχύει αναφορικά και µε τυχόν εγγυητές ατοµικών στεγαστικών δανείων. 78 Αντιστοίχως, συγκλίνουν και στο ότι ο εγγυητής του επαγγελµατικού δανείου δεν είναι σε κάθε περίπτωση άξιος προστασίας διότι συχνά ο εγγυητής αυτός είναι συναλλακτικά έµπειρος συνεταίρος της δανειολήπτριας επιχείρησης, ο οποίος γνωρίζει πολύ καλά τις δυνατότητες αποπληρω- µής της πρωτοφειλέτιδας, καθώς και τον κίνδυνο που αναλαµβάνει. 79 131 132 74 ΕφΑθ 5253/2003 ΧρΙΔ 2004,134, ΔΕΕ 2004,797. 75 ΜΠρΑθ 1119/2002 ΔΕΕ 2002,424 (παρατ. Μ. Ασίκη, Ε. Περάκη). 76 Β. Δούβλης, Η υπαγωγή ή µη των τραπεζικών εγγυητών στο ν. 2251/94 για την προστρασία των καταναλωτών, ΔΕΕ 2003,882. 77 Κ. Παµπούκης, ΕπισκΕΔ 2002,787-789, Γ. Μπεχρή, ΕπισκΕΔ 1995,273. Βλ. και Α. Χελιδόνη, Η ΑΚ 862 και η αναγωγή του εγγυητή, ΕπισκΕΔ 2000, 372, ιδίως σελ. 385 επ., ο οποίος δέχεται ότι ο εγγυητής «ενδιαφέρεται και κερδίζει από την πίστωση», συνεπώς θεωρείται καταναλωτής. Προς την ίδια θέση συµφωνούν και η Σκορίνη-Παπαρρηγοπούλου, Η προστασία του καταναλωτή στη σύµβαση εκτός εµπορικού καταστήµατος, 1999, σελ. 51 και ο Μ. Σταθόπουλος σε Σταθόπουλου/Χιωτέλλη/ Αυγουστιανάκη, Κοινοτικό Αστικό Δίκαιο Ι, 1999, σελ. 47. 78 Β. Δούβλης, ό.π., σελ. 879, (βλ. υποσηµ. 24). 79 Σ. Δέλλιος, Ατοµικά δικαιώµατα, Ιδιωτικό δίκαιο, Προστασία των καταναλωτών και εγγυήσεις τραπεζικών δανείων, Digesta 2003,382. 121

133 134 135 ΑΡΘΡΟ 2 Ν. 2251/1994 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ Το ΔΕΚ σε δύο αποφάσεις του έκρινε ότι ο εγγυητής δεν µπορεί να θεωρηθεί ως καταναλωτής. Στην υπόθεση C-45/96, απόφ. της 17.3.1998, Bayerische Hypotheken, το ΔΕΚ έκρινε ότι µια σύµβαση εγγύησης συναφθείσα από φυσικό πρόσωπο το οποίο ενεργεί στο πλαίσιο επαγγελµατικής δραστηριότητας αποκλείεται από το πεδίο εφαρµογής της Οδηγίας 85/577/ΕΟΚ (προστασία καταναλωτή), εφόσον διασφαλίζει την επιστροφή της οφειλής προσώπου που ενεργεί στο πλαίσιο επαγγελµατικής δραστηριότητάς του. Μάλιστα στη ΔΕΚ Υπόθ. C-208/98, απόφ. της 23.3.2000, Berliner Kindl Brauerei AG, κρίθηκε ότι εµπίπτει στο πεδίο εφαρµογής της Οδηγίας 87/102/ΕΟΚ (καταναλωτική πίστη) σύµβαση εγγύησης συναφθείσα για την εξασφάλιση της επιστροφής πίστωσης αν ούτε ο εγγυητής ούτε ο δικαιούχος της πίστωσης ενήργησαν στο πλαίσιο επαγγελµατικής τους δραστηριότητας. 80 Στο ίδιο πλαίσιο η ΜΠρΘεσ 34071/2006, 80α έκρινε ότι και ο εγγυητής είναι καταναλωτής διότι η εγγύηση είναι παρεπόµενη της πίστωσης σύµβαση και διότι η Τράπεζα δεν θα είχε καταρτίσει τη σύµβαση πίστωσης αν η εγγύηση δεν είχε προσλάβει το περιεχόµενο το οποίο η Τράπεζα επιθυµεί. Οπότε θα ήταν αντιφατικό να µην έχει και ο εγγυητής την ιδιότητα του καταναλωτή. 80β Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα άποψη διατυπώθηκε στη θεωρία ως προς το κριτήριο παροχής προστασίας στον εγγυητή. Υποστηρίχθηκε ότι η σχετική κρίση θα πρέπει να εξαρτάται από τη διαπίστωση της συνδροµής ή µη, κατά περίπτωση, «καταστάσεων ελλείµµατος δυνατοτήτων αυτοπροστασίας» που ενδέχεται να συνοδεύουν τον εγγυητή. 81 Το σκεπτικό ξεκινά από την υποχρέωση διασφάλισης της συνταγµατικά κατοχυρωµένης ιδιωτικής αυτονοµίας και αυτοκαθορισµού των συναλλασσοµένων (συνταγµατική προσέγγιση της προστασίας των καταναλωτών). Υπό το πρίσµα αυτό, το Γερµανικό Συνταγµατικό Δικαστήριο 82 έκρινε αναγκαίο να προστατεύσει το ατοµικό δικαίωµα αυτοκαθορισµού του εγγυητή (βλ. περιπτώσεις όπου η Τράπεζα εκµεταλλεύεται τη συναλλακτική απειρία και την ψυχική φόρτιση των εγγυητών τέκνων, συζύγων ή στενών συγγενών του δανειολήπτη, µε αποτέλεσµα η λήψη των εγγυήσεων αυτών να ισοδυναµεί µε εκ των προτέρων καταδίκη του ασθενέστερου σε «ετεροπροσδιορισµό» και µε παθητική προσβολή του ατοµικού δικαιώµατος της ιδιωτικής του αυτονοµίας). 83 80 Βλ. Σ.Τσίρου, ό.π., σελ. 441-442. 80α ΔΕΕ 2007,81. 80β Όµοια και η ΜΠρΘεσ 40804/2005 ΔΕΕ 2006,806. 81 Βλ. αναλυτικά, Γ. Δέλλιο, ό.π., σελ. 382 επ. 82 Βλ. BVerfGer 89,234. 83 Σχετικά µε την τριτενέργεια των ατοµικών δικαιωµάτων βλ. Γ. Δέλλιο ό.π., σελ. 359 επ. Γενικότερα για το θέµα της ευθύνης του εγγυητή βλ. Γ. Μεντή, Όρια της ευθύνης του εγγυητή στις τραπεζικές καταναλωτικές συµβάσεις ΧρΙΔ 2004, 185 επ., Απ. Χελιδόνη, Η εγγύηση ως σύµβαση εκτός εµπορικού καταστήµατος ΧρΙΔ 2002,775 επ. 122

ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΤΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΑΡΘΡΟ 2 Ν. 2251/1994 Σε συνέχεια αυτής της νοµολογιακής και θεωρητικής αναζήτησης ο ν. 3587/2007 µε το άρθρο 1 παρ. 5 περ. α υποπερ. ββ διευκρινίζει το ζήτηµα του εύρους της έννοιας του καταναλωτή. Πλέον εντάσσεται ρητά στο προστατευτικό πεδίο του ν. 2251/1994 και το πρόσωπο που εγγυάται υπέρ του καταναλωτή, εφόσον δεν ενεργεί στο πλαίσιο της επαγγελµατικής ή επιχειρηµατικής του δραστηριότητάς. Δύο είναι οι προϋποθέσεις του νόµου, µία θετική και µία αρνητική: α) Η εγγύηση του φ.π. ή ν.π. να δίνεται υπέρ του καταναλωτή και β) να µην εντάσσεται στο πλαίσιο της επαγγελµατικής ή επιχειρηµατικής δραστηριότητας του εγγυητή. Η υπό β) αρνητική προϋπόθεση ακολουθεί τη νοµολογιακή θέση, σύµφωνα µε την οποία εγγυητής που προχωρεί σε µεγάλης οικονοµικής αξίας συναλλαγή στο πλαίσιο των επαγγελµατικών του ενασχολήσεων και όχι π.χ. για εξυπηρέτηση φιλικού ή συγγενικού του προσώπου δεν χρήζει προστασίας βάσει του ν. 2251/94. 83α ΙΙ. Η έννοια του «προµηθευτή» Όσον αφορά το ζήτηµα της υπαγωγής της Τράπεζας στην έννοια του «προµηθευτή» σύµφωνα µε το άρθρο 1 παρ. 4 περ. β ν. 2251/94 το οποίο ορίζει ότι «προ- µηθευτής είναι κάθε φυσικό ή νοµικό πρόσωπο που, κατά την άσκηση της επαγγελµατικής ή επιχειρηµατικής του δραστηριότητας προµηθεύει προϊόντα ή παρέχει υπηρεσίες στον καταναλωτή», δεν γεννώνται ιδιαίτερα προβλήµατα. 84 Η Τράπεζα, όπως προκύπτει τόσο από τις διατάξεις του ν. 2076/92, όσο και από τον Κώδικα Τραπεζικής Δεοντολογίας, 85 ο οποίος στον ορισµό που περιέχει για την έννοιά της την προσδιορίζει ως «επιχείρηση η οποία δέχεται καταθέσεις από το κοινό, χορηγεί πιστώσεις και περιέχει όσες άλλες υπηρεσίες προβλέπονται από την άδεια λειτουργίας της», παρέχει στο πλαίσιο της άσκησης της επιχειρηµατικής της δραστηριότητας σειρά υπηρεσιών προς τους πελάτες της. Ας σηµειωθεί ότι αµφισβητείται αν ορισµένες τραπεζικές εργασίες που αναφέρονται στο άρθρο 24 ν. 2076/92 και οι οποίες είναι από τις πλέον συνηθισµένες στις τραπεζικές συναλλαγές (όπως η παροχή πιστώσεων και οι προεξοφλήσεις συναλλαγ- µατικών) αποτελούν παροχή «υπηρεσιών» κατά την έννοια του ν. 2251/94. Τέλος, δεν έχουν διατυπωθεί αµφιβολίες ως προς την προϋπόθεση της «προσφοράς προϊόντων ή υπηρεσιών στην αγορά». Οι παρεχόµενες από τις τράπεζες 136 137 138 139 83α ΜΠρΧαλκ 32/2006 ΔΕΕ 2006,83. 84 ΠΠρΑθ 3356/97 ΔΕΕ 1998,1111 = ΝοΒ 1998,838 = ΕΤρΑξΧρΔ 1998,676, όπου τα πιστωτικά ιδρύ- µατα χαρακτηρίζονται ως προµηθευτές και παροχείς υπηρεσιών κατά το άρθρο 1 και 8 ν. 2521/94 (βλ. και σχετικά σχόλια Φ. Δωρή, ΝοΒ 1998,844). 85 Για τον Κώδικα Τραπεζικής Δεοντολογίας βλ. εκτενώς, Α. Φώσκολο, σε Προστασία Καταναλωτή και τραπεζικές υπηρεσίες, σελ. 51 (ΕΚΕΜΕ - 1997) και Σπ. Ψυχοµάνη, Εισήγηση στο 8ο Συνέδριο Ελλήνων Εµπορικολόγων, Νοέµβριος 1998 µε θέµα: Η διαφήµιση και οι Κώδικες Δεοντολογίας, σελ. 260-261. 123

ΑΡΘΡΟ 2 Ν. 2251/1994 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ υπηρεσίες σαφώς απευθύνονται και αφορούν στο ευρύ καταναλωτικό κοινό, δεν προσφέρονται ούτε σχεδιάζονται για ορισµένο αποδέκτη, αλλά έχουν κατά κανόνα µαζικό χαρακτήρα και έντονο το στοιχείο της τυποποίησης. Η γνωστοποίησή τους στην αγορά γίνεται µέσω διαφηµίσεων, ανακοινώσεων, ενηµερωτικών φυλλαδίων, προσφορών και προτάσεων που στοχεύουν στον ανώνυµο πελάτη και υποψήφιο αντισυµβαλλόµενο. Β. Περιπτωσιολογία καταχρηστικών τραπεζικών ΓΟΣ 140 141 142 143 144 145 146 Από τη νοµολογία έχει κριθεί ότι είναι καταχρηστικοί, και συνεπώς άκυροι, οι ακόλουθοι τραπεζικοί γενικοί όροι στο πλαίσιο όµως συγκεκριµένων -που κρίθηκαν ad hoc- συναλλακτικών σχέσεων: ο όρος σύµφωνα µε τον οποίο η Τράπεζα µπορεί κατά την κρίση της να επιβάλλει οποτεδήποτε έξοδα κίνησης σε κάθε λογαριασµό για την περίπτωση που δεν παρουσιάζει υπόλοιπα ανώτερα από το κατώτατο όριο που θα καθορίζει κάθε φορά η ίδια Τράπεζα για το αντίστοιχο είδος λογαριασµού 86 ο όρος σύµφωνα µε τον οποίο καθορίζονται υπερβολικά µεγάλες για την Τράπεζα ή υπερβολικά σύντοµες για τον πελάτη προθεσµίες καταγγελίας διαρκών πιστωτικών ή άλλων συµβάσεων (παρ. 7 περ. γ ) ο όρος που συνεπάγεται την παράταση ή ανανέωση της σύµβασης για διάστηµα υπερβολικά µεγάλο, αν ο πελάτης δεν την καταγγείλει σε ορισµένο χρόνο (παρ. 7 περ. δ ) ο όρος ο οποίος επιφυλάσσει µόνο στην Τράπεζα το δικαίωµα µονοµερούς τροποποίησης ή λύσης της σύµβασης χωρίς ορισµένο ειδικό και σπουδαίο λόγο (παρ. 7 περ. ε ) 86α ή αν πρόκειται για σύµβαση αόριστης διάρκειας, χωρίς εύλογη προθεσµία (περ. στ ) και µάλιστα επιτρέπει στην Τράπεζα να παρακρατεί τα ποσά που έχουν επιβληθεί για παροχές οι οποίες δεν έχουν εκτελεσθεί ακόµα από εκείνη (περ. ιστ ) ο όρος που επιφυλάσσει για την Τράπεζα το δικαίωµα να κλείνει τον αλληλόχρεο λογαριασµό οποτεδήποτε και για οποιαδήποτε αιτία (ΑΚ 281, 371, 372) 87 ο όρος σε σύµβαση δανείου που ορίζει ότι σε περίπτωση πρόωρης καταγγελίας δεν θα υπάρχει αξίωση επιστροφής των ανάλογων τοκοχρεολυσίων που έχουν ήδη καταβληθεί 86 ΑΠ 1219/2001 ΔΕΕ 2001,1128 (σηµ. Κ. Σκουλαρίκη) = EΕµπΔ 2001,529 (παρατ. Χ. Χρυσάνθη) = ΕλΔ 2001,1624, ΝοΒ 2002,354, ΧρΙΔ 2001,516. 86α ΜΠρΘεσ 34071/2006 ΔΕΕ 2007,81. 87 ΑΠ 1153/76 ΝοΒ 1977,700, ΕφΑθ 2624/75 ΕΕµπΔ 1976,404, ΜΠρΞανθ 434/85 ΝοΒ 1986,700 (παρατ. Γ. Καράκωστα). 124

ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΤΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΑΡΘΡΟ 2 Ν. 2251/1994 ο όρος σύµφωνα µε τον οποίο ο τραπεζικός οργανισµός µπορεί να ορίζει µονοµερώς τον χρόνο εκταµίευσης της πίστωσης (παρ. 7 περ. η ) ή να αφήνει χωρίς σπουδαίο λόγο αρρύθµιστο το ύψος του επιτοκίου, το οποίο µπορεί να τροποποιεί ελεύθερα, καθώς επίσης και το ύψος της προµήθειας και των λοιπών επιβαρύνσεων ή τη συχνότητα ανατοκισµού µε κριτήρια που δεν είναι ειδικά καθορισµένα στη σύµβαση και εύλογα για τον πελάτη (περ. ε και ια σε συνδυασµό µε ΑΚ 288 και 281). 88 Ειδικότερα, καταχρηστικός είναι ο όρος περί αυξήσεως του επιτοκίου υπερηµερίας µονοµερώς από την Τράπεζα 88α ο όρος σύµφωνα µε τον οποίο προσαυξάνεται το όριο του επιβαλλόµενου επιτοκίου του στεγαστικού δανείου µε την εισφορά του ν. 128/75 (η οποία βαρύνει τα πάσης φύσεως πιστωτικά ιδρύµατα που λειτουργούν στην Ελλάδα), υπέρ του κοινού λογαριασµού για την επιστροφή σε εξαγωγικές επιχειρήσεις διαφόρων τόκων 89 ο όρος που επιβάλλει την είσπραξη προµήθειας στα δάνεια, των οποίων το επιτόκιο ορίζεται ελεύθερα από τα πιστωτικά ιδρύµατα (άρθρο 1 της ΠΔ/ΤΕ 1969/8.8.1991), 90 καθώς και ο όρος σύµφωνα µε το οποίο η Τράπεζα επιβάλλει στο δανειολήπτη κατά τη χορήγηση του δανείου να της καταβάλει επιβάρυνση µεγαλύτερη του 1% επί του ποσού του δανείου την οποία επιβάρυνση ονοµάζει «διαχειριστικά έξοδα» 90α ο όρος που προβλέπει ότι οι τόκοι υπολογίζονται µε βάση έτος 360 ηµερών και όχι 365 ηµερών 90β ο όρος σύµβασης πίστωσης µε αλληλόχρεο λογαριασµό που προσδιορίζει ότι η έκταση της παροχής (το ύψος της χορηγούµενης πίστωσης) ανατίθεται στην απόλυτη κρίση της Τράπεζας (άρθρο 281, 371, 372 ΑΚ) 91 ο όρος που επιτρέπει στην Τράπεζα να ζητήσει από τον πιστούχο υπέρµετρες εξασφαλίσεις και εγγυήσεις (περ. κστ ), όπως π.χ. ρήτρες που επιβάλλουν σε βάρος του καταναλωτή τη σωρευτική παροχή υπέρµετρης ασφάλειας (εγγραφή προσηµείωσης υποθήκης υπέρ της δανείστριας Τράπεζας αλλά επιπροσθέτως υποχρεωτική ασφάλιση του ακινήτου κατά κινδύνων πυρός και σεισµού και παράλληλα εκχώ- 147 148 149 150 151 152 88 ΑΠ 1219/2001 ΔΕΕ 2001,1128 (σηµ. Κ. Σκουλαρίκη) = EΕµπΔ 2001,529 (παρατ. Χ. Χρυσάνθη) = ΕλΔ 2001,1624 = ΝοΒ 2002,354 = ΧρΙΔ 2001,516. 88α ΕφΑθ 776/2006 ΕλΔ 2006,1499. 89 ΠΠρΑθ 1119/2002 ΔΕΕ 2002,424 (παρατ. Μ. Ασίκη, Ε. Περάκη) όπως αυτή επικυρώθηκε από την ΕφΑθ 5253/2003 ΧρΙΔ 2004,134. 90 ΠΠρΑθ 1119/2002 ό.π. 90α ΕιρΑθ 810/2006 (αδηµ.), ΠΠρΑθ 142/2006 ΔΕΕ 2006,516, ΜΠρΑθ 4593/2005 ΔΕΕ 2006,517, ΕιρΑθ 3179/2005 ΔΕΕ 2006,520. 90β ΑΠ 430/2005 ΔΕΕ 2005,460 = ΕΕµπΔ 2005,334 = ΕλΔ 2005,802. 91 ΜΠρΞανθ 434/85 ΝοΒ 1986,700 (παρατ. Γ. Καράκωστα). 125

153 154 155 156 ΑΡΘΡΟ 2 Ν. 2251/1994 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ρηση µισθωµάτων από την εκµίσθωση του ακινήτου για την αγορά, κατασκευή ή επισκευή του οποίου χορηγήθηκε το δάνειο) 92 ο όρος που επιβάλλει σε βάρος του πιστούχου υπερβολικούς τόκους υπερη- µερίας σε περίπτωση καθυστέρησης και γενικά υπέρµετρη αποζηµίωση ή ποινική ρήτρα εφόσον δεν τηρεί τις συµβατικές του υποχρεώσεις (περ. λ ) 93 ο όρος που αντιστρέφει το βάρος της απόδειξης πραγµάτων που σύµφωνα µε το νόµο πρέπει να αποδείξει η Τράπεζα επιρρίπτοντας το βάρος αυτό στον πιστούχο 94 ή που περιορίζει τα αποδεικτικά µέσα του τελευταίου (περ. κζ ) συνήθως µε τη συναγωγή τεκµηρίων και µάλιστα αµάχητων, όπως για παράδειγµα ο όρος ότι οι τηρού- µενοι από την Τράπεζα λογαριασµοί αποτελούν πλήρη απόδειξη της οφειλής του πελάτη και ότι αυτός τους αποδέχεται και αναγνωρίζει το χρέος του αν δεν προβάλλει γραπτώς τις βάσιµες αντιρρήσεις του εντός σύντοµης προθεσµίας 95 ο όρος σύµφωνα µε τον οποίο η Τράπεζα περιορίζει ή αποκλείει υπέρµετρα την ευθύνη της για παραβίαση συµβατικών της υποχρεώσεων ή ακόµα και για αδικοπρακτική της ευθύνη (παρ. 7 περ. β, ι, ιε, ιγ ) και αντίστοιχα επαυξάνει την ευθύνη των πελατών της ο όρος που επιτρέπει στην Τράπεζα να εισπράττει αποζηµίωση σε περίπτωση πρόωρης προεξόφλησης του δανείου από τον οφειλέτη, 96 αν ο όρος αυτός δεν διατυπώνεται µε πλήρη σαφήνεια, ώστε ο καταναλωτής να αντιληφθεί την υποχρέωση που αναλαµβάνει ως προς την επιβάρυνση (παρ. 7 περ. ια ). Ο Άρειος Πάγος µάλιστα αποσαφηνίζοντας τον καταχρηστικό ή µη χαρακτήρα όρων δανειακών συµβάσεων σχετικών µε τη δυνατότητα προεξόφλησης έκρινε πρόσφατα ότι «σε περίπτωση αποδοχής µε σύµβαση ενυπόθηκου δανείου µε σταθερό επιτόκιο από Τράπεζα σε πελάτη της δυνατότητας προεξόφλησης από το δανειολήπτη του δανείου, υπό τον όρο καταβολής πρόσθετης παροχής (αποζηµίωσης) στο δανειστή, το ύψος της παροχής αυτής θα κριθεί µε βάση την αρχή της εύλογης αποζηµιώσεως... Το επιτρεπτό δε και νόµιµο της πρόσθετης αυτής παροχής του δανειολήπτη, σε περίπτωση πρόωρης εξόφλησης του ποσού του δανείου, υπολογίζεται µε βάση το κόστος του δανεισµού που έχει ο δανειστής (Τράπεζα) για το συγκεκριµένο κεφάλαιο και το αναµενόµενο κέρδος που έχει από τη χορήγηση του δανείου στο συγκεκριµένο καταναλωτή... 92 ΠΠρΑθ 1119/2002 ΔΕΕ 2002,424 (παρατ. Μ. Ασίκη, Ε. Περάκη) όπως αυτή επικυρώθηκε από την ΕφΑθ 5253/2003 ΧρΙΔ 2004,134. 93 ΠΠρΑθ 1119/2002 ΔΕΕ 2002,424 (παρατ. Μ. Ασίκη, Ε. Περάκη) όπως αυτή επικυρώθηκε από την ΕφΑθ 5253/2003 ΧρΙΔ 2004,134. 94 ΑΠ 589/2001 ΔΕΕ 2001,1117. 95 ΠΠρΑθ 1119/2002 ΔΕΕ 2002,424 (παρατ. Μ. Ασίκη, Ε. Περάκη) όπως αυτή επικυρώθηκε από την ΕφΑθ 5253/2003 ΧρΙΔ 2004,134 επ., ΕφΘεσ 899/98 Αρµ 2001,384 (παρατ. Στ. Νακόπουλου). 96 ΕιρΘεσ 5985/2006 Αρµ 2006,1739, ΠΠρΑθ 1119/2002 ΔΕΕ 2002,424 (παρατ. Μ. Ασίκη, Ε. Περάκη) όπως αυτή επικυρώθηκε από την ΕφΑθ 5253/2003 ΧρΙΔ 2004,134. 126

ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΤΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΑΡΘΡΟ 2 Ν. 2251/1994 Κατά συνέπεια κριτήρια υπολογισµού της απώλειας του δανειστή, αν αυτός είναι Τράπεζα από την εξόφληση µέχρι την κανονική λήξη του δανείου, είναι ο χρόνος που αποµένει από την προεξόφληση µέχρι την κανονική λήξη του δανείου, το ύψος των επιτοκίων κατά τη σύναψη και τη λήξη του δανείου και το λειτουργικό κόστος και το κόστος του πιστωτικού κινδύνου από τα οποία απαλλάσσεται η Τράπεζα µε την προεξόφληση του δανείου» 97 ο όρος που στερεί τον εγγυητή από τα ευεργετήµατα των άρθρων 862, 863 και 864 ΑΚ χωρίς σοβαρούς και εύλογους λόγους (παρ. 6, παρ. 7 περ. κστ και ιγ ) 97α ή από την ένσταση διζήσεως του άρθρου 855 ΑΚ όρος που προβλέπει ότι η προσωπική εγγύηση ή η εµπράγµατη ασφάλεια που παρέχει τρίτος για ορισµένη απαίτηση θα ισχύει και για όλες τις λοιπές - ακόµη και µελλοντικές - απαιτήσεις του δανειστή 98 ο όρος σύµφωνα µε τον οποίο η καθυστέρηση µίας και µόνης δόσης από τις πολλές που συµφωνήθηκαν συνεπάγεται το ληξιπρόθεσµο ολόκληρου του υπολειπόµενου ποσού δανείου 99 ο όρος µε τον οποίο προβλέπεται ότι ο πιστούχος δεν δικαιούται να αµφισβητήσει το περιεχόµενο των αποσπασµάτων των εµπορικών βιβλίων της Τράπεζας, δηλ. στερείται το δικαίωµα ανταπόδειξης (παρ. 2 περ. κζ ) 99α ο όρος µε τον οποίο εισάγεται το δικαίωµα της Τράπεζας που εξέδωσε πιστωτική κάρτα ή δάνειο να επεξεργάζεται τα δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα του πελάτη-καταναλωτή χωρίς τη συγκατάθεσή του, τη γνωστοποίηση της ταυτότητας του υπευθύνου επεξεργασίας, του εκπροσώπου του, του αριθµού τηλεφώνου τους και την ύπαρξη του δικαιώµατος αντίρρησης. 99β 157 158 159 160 161 97 ΑΠ Ολ 15/2007 ΔΕΕ 2007,828, ΧρηΔικ 2007,437 (παρατ. Π. Δασµάνογλου, Σ. Σπυρόπουλος). Βλ. και ΕιρΘεσ 5985/2006 Αρµ 2006,1739. Διαφορετική είναι η άποψη που ακολουθεί η ΚΥΑ Φ1-983/ 1991 (ΦΕΚ Β 172/21.3.1991) περί καταναλωτικής πίστης, σύµφωνα µε την οποία ο καταναλωτής µπορεί να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του νωρίτερα από τη λήξη του χρόνου πίστωσης. Στην περίπτωση αυτή δικαιούται συγκεκριµένη µείωση επί του συνολικού κόστους της πίστωσης, ενώ δεν προβλέπεται καµία πρόσθετη επιβάρυνση. Βλ. και γνωµ. Μ.Θ. Μαρίνου/Ι. Βενιέρη, Η ποινή για την πρόωρη εξόφληση στεγαστικού δανείου, ΧρΙΔ 2005,459, Κουµάνη, Καταχρηστικοί ΓΟΣ στεγαστικού δανείου, ΧρΙΔ 2004,281. 97α ΠΠρΑθ 1119/2002 ΔΕΕ 2002,424 (παρατ. Μ. Ασίκη, Ε. Περάκη) όπως αυτή επικυρώθηκε από την ΕφΑθ 5253/2003 ΧρΙΔ 2004,134. Βλ. όµως την ΕφΠειρ 91/2002 ΕπισκΕΔ 2002,778 (παρατ. Κ. Παµπούκη). 98 Γ. Δέλλιος, Προστασία των καταναλωτών και σύστηµα του ιδιωτικού δικαίου. ΙΙ. Ο Δικαστικός έλεγχος του περιεχοµένου των καταναλωτικών συµβάσεων και τα όριά του, 2001, σελ. 84-85. 99 ΑΠ 1219/2001 ΔΕΕ 2001,1128 (σηµ. Κ. Σκουλαρίκη) = EΕµπΔ 2001,529 (παρατ. Χ. Χρυσάνθη) = ΕλΔ 2001,1624 = ΝοΒ 2002,354 = ΧρΙΔ 2001,516. 99α ΠΠρΘεσ 12504/2006 Αρµ 2006,1041. 99β ΕφΑθ 147/2004 ΕΤρΑξΧρΔ 2004,372 = ΝοΒ 2005,289. 127

162 163 164 165 166 167 ΑΡΘΡΟ 2 Ν. 2251/1994 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ Πολύ πρόσφατα κρίθηκε νοµολογιακά 99γ η καταχρηστικότητα των εξής τραπεζικών ΓΟΣ: ο ΓΟΣ µε τον οποίο κατά την κίνηση λογαριασµού ταµιευτηρίου ή τρεχούµενου λογαριασµού που αφορά ανάληψη ή κατάθεση µετρητών ή κατάθεση επιταγής στα ταµεία, η Τράπεζα χρεώνει τον συµβαλλόµενο καταναλωτή µε ποσό το οποίο προβλέπεται σε σχετικό κατάλογο προµηθειών. Δεν είναι καταχρηστικοί οι όροι µε τους οποίους η Τράπεζα επιβάλλει στους πελάτες της -καταναλωτές χρέωση για ανάκληση πληρωµής επιταγών τους, για επεξεργασία και σφράγιση ακάλυπτων επιταγών τους και για διαγραφή δυσµενών στην «ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ ΑΕ». ο ΓΟΣ µε τον οποίο η Τράπεζα χρεώνει τον καταναλωτή που καταθέτει µετρητά σε λογαριασµό που τηρεί τρίτος - πελάτης της µε σχετική προµήθεια κατάθεσης µετρητών. ο ΓΟΣ, βάσει του οποίου, κατά την κατάρτιση των συµβάσεων στεγαστικών δανείων, στην περίπτωση της εφάπαξ εκταµίευσης αλλά και της κατάθεσης του δανείου σε δεσµευµένο λογαριασµό, εισπράττει από τους δανειολήπτες συµβαλλοµένους της τοκοχρεωλύσιο για το σύνολο του δανείου, χωρίς όµως ο δανειολήπτης να δύναται να χρησιµοποιεί αυτό το ποσό του δανείου (τουλάχιστον αρχικά κατά το µεγαλύτερο µέρος του). Επίσης κρίθηκαν 99δ ως καταχρηστικοί οι εξής ΓΟΣ: ο ΓΟΣ σύµφωνα µε τον οποίο θεσπίζεται η υποχρέωση του καταναλωτή να καταβάλει τόκους από προγενέστερη ηµεροµηνία, από την οποία εκείνος καθυστερεί την οφειλή του ο ΓΟΣ, ως προς τη χρήση του παρεµβατικού επιτοκίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ως επιτοκίου αναφοράς, αναφορικά µε τη δυνατότητα της Τράπεζας να µεταβάλει το συµβατικό επιτόκιο των πιστωτικών καρτών σε ποσοστό έως και 200% σε σχέση µε τη µεταβολή του επιτοκίου αναφοράς, καθώς και ως προς το τµήµα που επιτρέπει τη µη µεταβολή του συµβατικού επιτοκίου µε την έννοια της µη µείωσης του, ακόµα κι αν µειωθεί το επιτόκιο αναφοράς ο ΓΟΣ που εξαρτά τη χορήγηση βεβαίωσης οφειλών, η οποία συνήθως ζητείται από τον καταναλωτή µε σκοπό εκείνος να «µεταφέρει» την οφειλή του σε άλλο πιστωτικό ίδρυµα, από την καταβολή ποσού ύψους 50 ευρώ ως «έξοδα εξέτασης» 99γ Βλ. ΠΠρΑθ 117/2007 (Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΔΣΑ). 99δ Βλ. ΠΠρΑθ 961/2007 αδηµ. 128

ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΤΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΑΡΘΡΟ 2 Ν. 2251/1994 ο ΓΟΣ σύµφωνα µε τον οποίο ορίζεται εφάπαξ δαπάνη εξέτασης αιτήµατος δανειοδότησης και προέγκρισης δανείων µη επιδοτούµενων ή επιδοτούµενων µόνο από το ελληνικό Δηµόσιο ο ΓΟΣ σύµφωνα µε τον οποίο επιβάλλεται χρέωση σε ακίνητους λογαριασµούς καταθέσεων ο ΓΟΣ που επιτρέπει στην εναγόµενη να καθορίζει κάθε φορά αριθµό δέσµευσης της διαθεσιµότητας και µετάθεσης της έναρξης καταβολής τόκων αναφορικά µε ποσά που είτε κατατίθενται είτε αναλαµβάνονται από καταστήµατα διαφορετικά από εκείνο, στο οποίο τηρείται ο σχετικός λογαριασµός ο ΓΟΣ, στο βαθµό που αποκλείει την ευθύνη της Τράπεζας από δόλο και από βαριά αµέλεια, αν καταβληθούν χρήµατα σε τρίτο πριν ο δικαιούχος του λογαριασµού ειδοποιήσει την Τράπεζα για την απώλεια του βιβλιαρίου καταθέσεων ο ΓΟΣ που αναφέρει ότι οι λογαριασµοί µε µέσο µηνιαίο υπόλοιπο µικρότερο από εκείνο που ορίζει η Τράπεζα βαρύνονται µε έξοδα τήρησης και παρακολούθησης και κινήσεων ο ΓΟΣ που χορηγεί στην εναγόµενη δικαίωµα µεταβολής των όρων λειτουργίας του λογαριασµού και των τυχόν επιβαρύνσεών του. 168 169 170 171 172 173 Για τις συµβάσεις καταναλωτικής πίστης 100 διατυπώνονται αµφιβολίες για το κύρος των εξής όρων: ο όρος που επιρρίπτει αποκλειστικά στη σφαίρα ευθύνης του κατόχου πιστωτικών δελτίων χρεώσεις ύστερα από κλοπή ή απώλεια του δελτίου και δεν διευκρινίζει αν η ευθύνη του κατόχου της πιστωτικής κάρτας υφίσταται και σε περίπτωση έλλειψης υπαιτιότητάς του ως προς την έγκαιρη γνωστοποίηση στην Τράπεζα της κλοπής ή απώλειας της κάρτας 101 ο όρος σύµφωνα µε τον οποίο η Τράπεζα δεν έχει έναντι του πελάτη καµία ευθύνη για τις πράξεις ή παραλείψεις των συµβαλλοµένων µε αυτήν επιχειρήσεων κατά τις συναλλαγές του κατόχου πιστωτικής κάρτας µε αυτές, ενώ ούτε ο κάτοχος έχει το δικαίωµα να προβάλει κατά της Τράπεζας ενστάσεις και αξιώσεις που τυχόν θα έχει κατά των επιχειρήσεων, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρµογής της ΥΑ Φ1-983/1991 (ΦΕΚ Β 172/21.3.1991). 102 Μόνο στην περίπτωση που η κάρτα 174 175 100 Ειδικότερα για την περίπτωση της Travel Card βλ. σχετική γνωµοδότηση του καθηγητή Γ. Καράκωστα στο Δ Μέρος του βιβλίου. 101 ΑΠ 1219/2001 ΔΕΕ 2001,1128 (σηµ. Κ. Σκουλαρίκη) = EΕµπΔ 2001,529 (παρατ. Χ. Χρυσάνθη) = ΕλΔ 2001,1624 = ΝοΒ 2002,354 = ΧρΙΔ 2001,516. 102 ΑΠ 1219/2001 ό.π. 129

176 177 178 179 180 181 182 183 ΑΡΘΡΟ 2 Ν. 2251/1994 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ δεν είναι κυρίως πιστωτική αλλά µέσο πληρωµής (κάρτα µε την οποία ο κάτοχος υποχρεούται σε ταχεία εξόφληση χωρίς τόκο) χωρεί συµβατική απόκλιση ο όρος που επιβάλλει στον καταναλωτή το βάρος να αποδείξει ότι δεν έλαβε τον λογαριασµό ή ότι δεν αποδέχθηκε το εις βάρος του χρεωστικό υπόλοιπο (περ. κζ ) ο όρος που ορίζει ότι σε περιπτώσεις καθυστέρησης πληρωµής δόσεων ολόκληρο το ποσό καθίσταται ληξιπρόθεσµο και επιβαρύνεται µε τόκο υπερηµερίας (περ. λ ) ο όρος που ορίζει ότι σε περίπτωση υπέρβασης του πιστωτικού ορίου η εξόφληση θα γίνει στο χρόνο που ορίζει η Τράπεζα και της δίνεται δικαίωµα επιβολής συµβατικής ποινής (περ. λ ) ο όρος που ορίζει ότι ο τόκος τµηµατικών καταβολών ορίζεται και τροποποιείται µονοµερώς από την Τράπεζα, εφόσον δεν καθορίζονται εκ των προτέρων κριτήρια ειδικά και εύλογα για τον καταναλωτή (περ. ια ) 103 ο όρος που επιτρέπει στις Τράπεζες να επιβάλλουν πρόσθετες επιβαρύνσεις για συναλλαγές στο εξωτερικό συνυπολογιζόµενες στο ποσό της ετήσιας συνδροµής κατά αναλογία της πραγµατοποιηθείσας χρέωσης (περ. ε ) ο όρος σύµφωνα µε τον οποίον θα συνάγεται τεκµήριο για αποδοχή των εγγραφών που έγιναν και αναγνώριση του χρεωστικού υπολοίπου εφόσον µέσα σε είκοσι ηµέρες από την λήψη του µηνιαίου λογαριασµού ο κάτοχος δεν αµφισβητήσει το ποσό ή δεν προβάλλει τις αντιρρήσεις του και η περαιτέρω συναγωγή τεκµηρίου παραλαβής και µηνιαίου λογαριασµού εφόσον µέσα στον επόµενο ηµερολογιακό µήνα δεν ειδοποιήσει γραπτώς µε απόδειξη την Τράπεζα, διότι κατά µεν το πρώτο σκέλος εµπίπτει στην περίπτωση άκυρης απαλλαγής του προµηθευτή (περ. β, ιγ, ιζ ) άλλως πολύ σύντο- µης προθεσµίας έγερσης των αξιώσεων (περ. β ), ενώ κατά το δεύτερο σκέλος άκυρος ως καταχρηστικός σύµφωνα µε το άρθρο 2 παρ. 6 ν. 2251/94 104 ο όρος σύµφωνα µε τον οποίο αν ο κάτοχος πιστωτικής κάρτας καθυστερήσει την πληρωµή της ελάχιστης καταβολής ή του ποσού που αναγράφεται ως αµέσως πληρωτέο, καθίσταται ληξιπρόθεσµο και απαιτητό αυτοδικαίως στο σύνολό του και το υπόλοιπο του οφειλόµενου ποσού και επιβαρύνεται µε τόκους υπερηµερίας (παρ. 7 περ. λ ) 105 ο όρος που προβλέπει την επιβάρυνση του κατόχου κατά τη χορήγηση πιστωτικής κάρτας µε την εκάστοτε ισχύουσα ετήσια συνδροµή, η οποία υπόκειται σε ανα- 103 ΑΠ 1219/2001 ό.π. 104 ΑΠ 1219/2001 ό.π. 105 ΑΠ 1219/2001 ό.π. 130

ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΤΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΑΡΘΡΟ 2 Ν. 2251/1994 προσαρµογές κατά την κρίση της Τράπεζας, καθώς οι ρήτρες µονοµερούς από τον προµηθευτή αναπροσαρµογής της αντιπαροχής θεωρούνται αδιαφανείς (περ. ια ) 106 ο όρος σε σύµβαση µίσθωσης τραπεζικής θυρίδας σύµφωνα µε τον οποίο η Τράπεζα δεν ευθύνεται για απώλεια του περιεχοµένου της θυρίδας είτε από τη διάρρηξή της είτε από την πρόσβαση στη θυρίδα τρίτου µη δικαιούχου εφόσον η υπογραφή του τρίτου έχει οµοιότητα µε τις απεικονιζόµενες στη σύµβαση και ο µη δικαιούχος τρίτος φέρει και το κλειδί. 107 Στη νοµολογία έγινε δεκτό ότι: «Ο αποκλεισµός της ευθύνης της εκµισθώτριας Τράπεζας παρίσταται δικαιολογηµένος καθόσον προστατεύονται µε αυτόν τα θεµιτά συµφέροντα αυτής και αντισταθµίζονται τα βασικά µειονεκτήµατα που συνεπάγεται γι αυτήν η φύση της προκείµενης σύµβασης και ειδικότερα αντισταθµίζεται: α) η αδυναµία της να γνωρίζει το περιεχόµενο της θυρίδα και την έκταση του κινδύνου που συνιστά τυχόν απώλεια αυτών, β) η αδυναµία της να ασφαλίσει τον εν λόγω κίνδυνο εξαιτίας αρνήσεως των ασφαλιστικών εταιριών να αναλάβουν αυτόν και γ) η αδυναµία της να ανταποδείξει σχετικά µε το µέγεθος της τυχόν αποδεικνυόµενης ζηµίας. Τα µειονεκτήµατα δε αυτά καθιστούν θεµιτή τη µετακύλιση του συµβατικού αυτού κινδύνου στον πελάτη» 107α η ρήτρα παρεκτάσεως της αρµοδιότητας που περιλαµβάνεται σε σύµβαση Τράπεζας και πελάτη της χωρίς να αποτελέσει αντικείµενο ατοµικής διαπραγµάτευσης, όπως απαιτείται κατά το άρθρο 42 ΚΠολΔ και η οποία απονέµει αποκλειστική αρµοδιότητα στα δικαστήρια στην περιφέρεια των οποίων βρίσκεται η έδρα της Τράπεζας. Δεν ανταποκρίνεται σε εύλογο συµφέρον του προµηθευτή, όταν δεν καθίσταται πραγµατικά δυσχερής η οργάνωση της νοµικής του υποστήριξης στον τόπο τα δικαστήρια του οποίου είναι κατά τον ΚΠολΔ αρµόδια για την εκδίκαση της διαφοράς, και δηµιουργεί αντίθετα προς την αρχή της καλής πίστης, σηµαντική ανισορροπία σε βάρος του καταναλωτή µεταξύ των εκ της συµβάσεως δικαιωµάτων και υποχρεώσεων των συµβαλλοµένων. Ο ν. 2251/1994 δεν περιέλαβε την περίπτωση της παρέκτασης αρµοδιότητας στον ενδεικτικό κατάλογο καταχρηστικών ρητρών (σε αντίθεση µε τον προϊσχύοντα ν. 1961/1991). Από τη µη αναφορά αυτή προκύπτει η βούληση του νοµοθέτη να µην επιφέρει η παρέκταση αρµοδιότητας την απόλυτη ακυρότητα του σχετικού όρου, αλλά να ενδέχεται ο σχετικός όρος να είναι καταχρηστικός µε τη συνδροµή των προϋποθέσεων της παρ. 6 του άρθρου 2 ν. 2251/1994 108 184 185 106 ΑΠ 1219/2001 ό.π. 107 Π. Παπανικολάου, Η απαλλακτική ρήτρα για την ευθύνη της Τράπεζας στο µεγάλο ριφιφί, 1995, 55. 107α ΕφΑθ 4948/2004 ΕλΔ 2006,933. 108 ΑΠ 1219/2001 ό.π. Οµοίως απεφάνθη το ΔΕΚ στην απόφαση της 27.6.2000 συνεκδ. υποθ. C - 240/ 98 έως 244/98 ΧρΙΔ 2001,136 επ. Επίσης πρόσφατα κρίθηκε (Queens Bench Division/ Commercial Court, Standard Bank London Limited v. Apostolakis and ANOR, Lloyds Law Reports 2001, 240) στην ειδικότερη περίπτωση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών από χρηµατοπιστωτικό ίδρυµα, ότι η ρήτρα αποκλειστικής δικαιοδοσίας δικαστηρίου ευρισκόµενου σε χώρα διαφορετική από αυτήν του αποδέκτη καταναλωτή, δεν είναι δεσµευτική για τα συµβαλλόµενα µέρη, διότι οι ρήτρες 131

186 ΑΡΘΡΟ 2 Ν. 2251/1994 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ο όρος που προβλέπει την προµήθεια ανάληψης µετρητών µέσω πιστωτικής κάρτας, γιατί προκαλείται στον πελάτη σύγχυση για το τι καλύπτει ο τόκος και τι η προµήθεια. 109 Γ. Ο εποπτικός ρόλος της Τράπεζας της Ελλάδος 187 188 189 Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει βάσει του Καταστατικού της, αρµοδιότητα για τη διασφάλιση της διαφάνειας των διαδικασιών και των όρων των τραπεζικών συναλλαγών, όχι όµως και την ευρύτερη αρµοδιότητα της προστασίας των καταναλωτών. Σε εφαρµογή της αρµοδιότητάς της για τη διαφάνεια, η ΤτΕ έχει θεσπίσει κανόνες, σύµφωνα µε τους οποίους τα πιστωτικά ιδρύµατα υποχρεούνται να παρέχουν αναλυτική και πλήρη ενηµέρωση προς εκείνους τους συναλλασσόµενους που, κατά κανόνα, δεν διαθέτουν την απαιτούµενη γνώση, εµπειρία και εξειδίκευση, ώστε να κατανοούν πλήρως τα χαρακτηριστικά και τους τυχόν κινδύνους των τραπεζικών προϊόντων και υπηρεσιών, τα οποία γίνονται όλο και πιο περίπλοκα µέσα στο διαρκώς µεταβαλλόµενο χρηµατοπιστωτικό περιβάλλον. Η αρµοδιότητα καθορισµού κανόνων διαφάνειας είναι παράλληλη προς εκείνη του Υπουργείου Ανάπτυξης για την προστασία των καταναλωτών, είναι όµως ειδικότερη (κατ είδος και έκταση) και δεν ταυτίζεται µε αυτήν, αφού η αρµοδιότητα του Υπουργείου Ανάπτυξης εκτείνεται και στα ζητήµατα καταχρηστικότητας των όρων των συναλλαγών, βάσει των διατάξεων του ν. 2251/1994. Στο πλαίσιο της αρµοδιότητας αυτής, η ΤτΕ ήδη από το 1995 προχώρησε στην πρώτη συστηµατική καταγραφή των ελάχιστων υποχρεώσεων των Τραπεζών για τη διασφάλιση της διαφάνειας, ενώ µετά την παροχή ρητής νοµοθετικής αρµοδιότητας στα θέµατα διαφάνειας θέσπισε αναλυτικότατους κανόνες, προσαρµοσµένους στο νέο χρηµατοοικονοµικό περιβάλλον του ελεύθερου ανταγωνισµού, όπως έχει πλέον δια- µορφωθεί, και τη διεθνοποίηση των αγορών τραπεζικών προϊόντων και υπηρεσιών. τέτοιου είδους είναι άδικες λόγω ανισότητας της διαπραγµατευτικής ισχύος των µερών. Ειδικότερα το αγγλικό δικαστήριο, το οποίο εξέτασε το κύρος υπογεγραµµένης στην Ελλάδα σύµβασης παροχής επενδυτικών υπηρεσιών µεταξύ φυσικού προσώπου - καταναλωτή που κατοικεί στην Ελλάδα και τραπεζικού οργανισµού µε έδρα την Αγγλία, έκρινε ότι αποτελεί βάρος και δαπάνη για τον εκάστοτε καταναλωτή να προβαίνει σε δικαστικές ενέργειες εκτός της κατοικίας του όπως επίσης να αντιδικεί σε γλώσσα που δεν είναι η µητρική του. Η ανισότητα της διαπραγµατευτικής δύναµης των µερών ισοδυναµεί µε την αθέτηση της αρχής της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών. Βλ. σχετικά: Γ. Δελλή, Οι διατάξεις της Σύµβασης των Βρυξελλών για την προστασία του καταναλωτή και η περίπτωση των επενδυτών σε παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα, ΔΕΕ 2002,1082, Β. Δούβλη, Η προστασία Ελλήνων πελατών πιστωτικών ιδρυµάτων από γενικές συναλλακτικές ρήτρες εφαρµοστέου αλλοδαπού δικαίου, ΔΕΕ 2002,480. 109 ΑΠ 1219/2001 ό.π. 132

ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΤΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΑΡΘΡΟ 2 Ν. 2251/1994 Με την Πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος (ΠΔ/ΤΕ) 2501/ 31.10.2002 110 «Ενηµέρωση των συναλλασσοµένων µε τα πιστωτικά ιδρύµατα» συ- µπληρώθηκαν και κωδικοποιήθηκαν σ ενιαίο κείµενο, οι ισχύουσες διατάξεις για τη διαφάνεια των διαδικασιών και των όρων των τραπεζικών συναλλαγών. 190 Πιο συγκεκριµένα, αυτή η νοµοθετική επέµβαση αποσκοπεί: στην προσαρµογή των ρυθµίσεων, που αφορούν στην ενηµέρωση των συναλλασσοµένων από τα πιστωτικά ιδρύµατα, λαµβάνοντας υπόψη το χρηµατοοικονοµικό περιβάλλον του ελεύθερου ανταγωνισµού, που έχει πλέον διαµορφωθεί και τη διεθνοποίηση των αγορών τραπεζικών προϊόντων και υπηρεσιών. 191 στην παροχή επαρκούς ενηµέρωσης των συναλλασσοµένων µε τις Τράπεζες, ώστε να καλύπτονται πλήρως οι ανάγκες και του µη έµπειρου καταναλωτή. στην παροχή ειδικότερα στον µη έµπειρο συναλλασσόµενο της δυνατότητας να συγκρίνει τα προσφερόµενα προϊόντα και τις υπηρεσίες των πιστωτικών ιδρυµάτων. στην ενίσχυση των συνθηκών ανταγωνισµού µεταξύ των πιστωτικών ιδρυµάτων. στην υποχρέωση των πιστωτικών ιδρυµάτων να έχουν οι διαφηµίσεις του περιεχόµενο απλό, κατανοητό και αληθές. Θεσπίζεται υποχρέωση των πιστωτικών ιδρυµάτων για ενηµέρωση των συναλλασσοµένων, όχι µόνο πριν την ολοκλήρωση, αλλά και πριν την έναρξη και σε όλη τη διάρκεια της συµβατικής σχέσης και για όλα τα στοιχεία που προσδιορίζουν το περιεχόµενό της. 111 Καθορίζεται υποχρέωση σαφούς προσδιορισµού του επιτοκίου αναφοράς, σε περιπτώσεις δανείων µε κυµαινόµενο επιτόκιο, ούτως ώστε να είναι γενικώς αναγνωρίσιµο και επαληθεύσιµο. Πέραν της περιοδικής έγγραφης ενηµέρωσης των συναλλασσοµένων, προβλέπεται η υποχρέωση των πιστωτικών ιδρυµάτων, ν ανταποκρίνονται σε αιτήµατα των συναλλασσοµένων για παροχή πληροφοριών και διευκρινίσεων, που δεν καλύπτονται από τους άλλους τρόπους ενηµέρωσης. Υιοθετείται η αρχή του «εύλογου χρονικού διαστήµατος», µε σαφές µέτρο αναλογικότητας, το βαθµό δυσκολίας για την παροχή των ζητούµενων πληροφοριών και ανώτατο όριο, αυτό που τίθεται από το νόµο για τη ρύθµιση ληξιπρόθεσµων οφειλών (ν. 2873/2000, άρθρο 47 παρ. 3, όπως ισχύει). 112 Επίσης, στο θέµα αυτό αναγνωρίζεται το δικαίωµα των τραπεζών 192 193 194 110 Με την ΠΔ/ΤΕ 2501/31.10.2002 -που ισχύει από 1.1.2003- καταργούνται: α) η ΠΔ/ΤΕ 1969/8.8.1991 όπως τροποποιήθηκε από την ΠΔ/ΤΕ 1979/25.9.1991 και την ΕΤΠΘ/ΤΕ (Συν 524/4/8.4.1993), και β) η Εγκύκλιος Διοίκησης της Τράπεζας της Ελλάδος 21/24.10.1995. 111 Λ.χ. έναρξη και λήξη τοκοφορίας, επιτόκιο, έξοδα τρίτων, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις. 112 Βλ. αναλυτικά Γ. Βελέντζα, Δίκαιο αλληλόχρεου λογαριασµού, 2η έκδ. 2000, σελ. 140 επ. 133

195 196 197 198 ΑΡΘΡΟ 2 Ν. 2251/1994 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ στη λήψη αµοιβής για τα σχετικά έξοδα, αφού όµως έχουν ενηµερώσει µε σαφή τρόπο τους συναλλασσόµενους. Δίνεται έµφαση στην ενηµέρωση των οφειλετών δανείων ή των εγγυητών, κατά τη διάρκεια ισχύος των συµβάσεων και ιδίως στις περιπτώσεις που οι δανειολήπτες περιέρχονται σε υπερηµερία. Ιδιαίτερη µορφή πληροφόρησης προβλέπεται στις περιπτώσεις παροχής νέων σύνθετων προϊόντων και υπηρεσιών, ώστε να διευκολύνεται η κατανόηση και συγκρισιµότητα και να αξιολογούνται οι ενυπάρχοντες κίνδυνοι ως προς τις βασικές συνιστώσες των προϊόντων. Επιβάλλεται υποχρέωση στα πιστωτικά ιδρύµατα, να µεριµνούν για την εκπαίδευση των υπαλλήλων τους, ώστε να ανταποκρίνονται επαρκώς στην παροχή εξειδικευµένης πληροφόρησης, που απαιτείται στις διαρκώς εξελισσόµενες µορφές συναλλαγών. Προβλέπεται ειδική πληροφόρηση για τις διενεργούµενες µέσω του διαδικτύου τραπεζικές συναλλαγές. Με την ΠΔ/ΤΕ 2523/12.6.2003, που τροποποιεί την ΠΔ/ΤΕ 1955/2.7.1991 σχετικά µε την καταναλωτική πίστη και τα δάνεια που χορηγούνται σε φ.π. για την κάλυψη προσωπικών αναγκών θεσπίζεται η υποχρέωση των συµβαλλο- µένων µε τα πιστωτικά ιδρύµατα να αξιοποιούν στο µέγιστο δυνατό βαθµό την παρεχόµενη ενηµέρωση για τη σύγκριση των χρηµατοδοτικών προϊόντων και την ορθή εκτίµηση του ύψους των υποχρεώσεων και των τυχόν κινδύνων που αναλαµβάνουν. 199 5. Γενικοί όροι των συµβάσεων κινητής τηλεφωνίας 113 Βιβλιογραφία Τσιρακοπούλου Τ.: Καταχρηστικοί ΓΟΣ σε συµβάσεις κινητής τηλεφωνίας, Συνήγορος 1998, σελ. 17 επ. Από τη νοµολογία κρίθηκαν άκυροι οι παρακάτω ΓΟΣ που εµπεριέχονταν σε συγκεκριµένες συµβάσεις -που κρίθηκαν ad hoc- παροχής υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας: 113 Στον τοµέα των τηλεπικοινωνιών τα δικαιώµατα και οι υποχρεώσεις των συνδροµητών και των εταιριών προσδιορίζονται πέραν του ν. 2251/1994 και από τα εξής νοµοθετήµατα: -ν. 2687/2000 (οργάνωση και λειτουργία των τηλεπικοινωνιών), π.δ. 181/1999 (προσαρµογή στην Οδηγία 98/10/ ΕΚ, Παροχή Ανοικτού Δικτύου), ν. 2774/1999 (προστασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα τον τηλεπικοινωνιακό τοµέα), ν. 2471/1997 (προστασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα), ν. 2225/1994 (απόρρητο των επικοινωνιών). 134

ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΤΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΑΡΘΡΟ 2 Ν. 2251/1994 ο ΓΟΣ που παρέχει δικαίωµα µονοµερούς τροποποίησης του τιµοκαταλόγου επιχείρησης υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας χωρίς προδιαγεγραµµένα κριτήρια που να είναι εύλογα για τον καταναλωτή 113α ο ΓΟΣ που επιφέρει δυσµενείς οικονοµικές συνέπειες στον καταναλωτή που καταγγέλλει τη σύµβαση 113β ο ΓΟΣ που εµποδίζει τον καταναλωτή να υπαναχωρήσει της σύµβασης πριν από την πάροδο εξάµηνης διάρκειας, αφαιρώντας του το δικαίωµα καταγγελίας για σπουδαίο λόγο (όπως στην περίπτωση που κρίνουν υπερβολική την εκάστοτε αύξηση του τιµοκαταλόγου) 113γ ο ΓΟΣ µε βάση τον οποίο η τηλεπικοινωνιακή εταιρία δικαιούται να επιβάλει περαιτέρω εγγύηση καθόλη τη διάρκεια ισχύος της σχετικής σύµβασης δίχως ύπαρξη ειδικών αντικειµενικών κριτηρίων 114 ο ΓΟΣ που υποχρεώνει τον χρήστη να καταβάλει τα πάγια τέλη ληξιπρόθεσµων λογαριασµών µέχρι τη λήξη της σύµβασης, ανεξάρτητα από τον λόγο για τον οποίο έληξε 115 ο ΓΟΣ που αποκλείει ή περιορίζει το δικαίωµα του συνδροµητή να ζητήσει αποζηµίωση σε περίπτωση βλάβης ή διακοπής στη σύνδεση ο ΓΟΣ που προβλέπει ως αρµόδια για την επίλυση διαφορών εκ της συµβάσεως τα δικαστήρια της έδρας της εταιρίας ο ΓΟΣ που επιτρέπει στην εταιρία τηλεπικοινωνιών να διακόψει τη σύνδεση χωρίς ειδική έγγραφη ειδοποίηση, θεωρώντας π.χ. ως προειδοποίηση το λογαριασµό. 113α ΑΠ 296/2001 ΔΕΕ 2001,1112 (σηµ. Α. Δεληκωστοπούλου), ΕΕµπΔ 2001,489 = ΕλΔ 2001,1321 = ΧρΙΔ 2001,435, ΕφΑθ 3811/98 ΔΕΕ 1998,1096 (σηµ. Α. Δεληκωστοπούλου) = ΝοΒ 1998,1266 (σηµ. Φ. Δωρή) = ΕΕΕυρΔ 1999,227 (σηµ. Σ. Παντζάλη), ΠΠρΑθ 2438/97 ΔΕΕ 1998,50 (σηµ. Ε. Κουντουµά, Μ. Μουζουράκη) = ΕλΔ 1998,938, ΝοΒ 1998,835 (σηµ. Φ. Δωρή) = Αρµ 1998,803 (σηµ. Σ. Κουµάνη). 113β ΑΠ 296/2001 ό.π., ΕφΑθ 3811/98 ό.π.. 113γ ΠΠρΑθ 2438/97 ΔΕΕ 1998,50 (σηµ. Ε. Κουντουµά, Μ. Μουζουράκη), ΕλΔ 1998,938, ΝοΒ 1998,835 (σηµ. Φ. Δωρή), Αρµ 1998,803 (σηµ. Σ. Κουµάνη). Ο Συνήγορος του Καταναλωτή στην ετήσια έκθεσή του (Ιούνιος 2006 - Μάιος 2007) σηµειώνει ότι στα «ψιλά γράµµατα» συµβάσεων εταιριών κινητής τηλεφωνίας και ίντερνετ περιλαµβάνεται ο όρος που δεν επιτρέπει τη διακοπή της παροχής της υπηρεσίας κατόπιν επιθυµίας του πολίτη, αν πρώτα δεν περάσουν 30 ή 45 ηµέρες από τη δήλωσή του περί διακοπής. Αν µάλιστα δεν ενηµερώνει ο καταναλωτής την πάροχο εταιρία για την πρόθεσή του να σταµατήσει να λαµβάνει υπηρεσίες από τη λήξη της σύµβασης, τότε η σύµβαση ανανεώνεται αυτόµατα χωρίς να ειδοποιηθεί ο καταναλωτής. 114 ΕφΑθ 3811/98 ό.π., ΠΠρΑθ 2438/97 ό.π. 115 ΕιρΑθ 2254/98 ΔΕΕ 1998,1117. 135