Η εφαρµογή της υδροκίνησης στην ξυλουργική βιοτεχνία της Πίνδου Το παρελθόν της βιοτεχνίας και µια πρόταση µουσειακής ανάδειξης



Σχετικά έγγραφα
ΠΡΟΣ: ΚΟΙΝ: ΘΕΜΑ: Ενηµερωτικό σηµείωµα για το πρόβληµα της παράνοµης υλοτοµίας και ειδικά αυτό της καυσοξύλευσης

ΔΙΚΤΥΟΥ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΗΣ» Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ

ΚΟΡΙΝΘΟΥ 255, ΚΑΝΑΚΑΡΗ 101 ΤΗΛ , , FAX

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗΣ ΗΜΟΤΙΚΩΝ αριθ. Πρωτ. Προκ: & ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ Κ.Α για το 2015

Οι Βαλκανικοί Πόλεµοι ( ) στα ελληνικά διδακτικά εγχειρίδια Ιστορίας (δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης) της περιόδου

ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΗΜΟΣΙΑΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΜΑΘΗΜΑ: ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ (ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ)

Σημειώσεις Κληρονομικού Δικαίου

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ. στο σχέδιο νόµου «ιατήρηση δεδοµένων που παράγονται ή υποβάλλονται σε επεξεργασία σε συνάρτηση

ΕΙ ΟΣ : ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΕΙ Η ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΗΜΟΣΙΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΦΕΚ

Ενότητα. Μεθοδολογικά ζητήµατα διδασκαλίας της ξένης λογοτεχνίας από µετάφραση Κείµενα για το Ανθολόγιο Νεότερης Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΕΙ ΠΕΙΡΑΙΑ (Απόφαση Συνέλευσης ΤΕΙ αριθ. 5/ , ΦΕΚ 816/ , τ. Β )

Μάριος Χάκκας. Το Ψαράκι της γυάλας

ιεύθυνση Οικον. Υπηρεσιών Τµ. Προµηθειών Αρ. Μελέτης /νσης Οικονοµικών Υπηρεσιών: 26/2014 ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΩΝ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ ΗΜΟΥ

ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ 2005 ΜΑΘΗΜΑ : ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ

O ΑΓΩΝΑΣ ΤΟΥ ΕΦΗΒΟΥ ΓΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ

ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΙΑΚΙΝΗΣΗ ΑΝΘΡΩΠΩΝ

ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΙΑ ΙΚΤΥΟ. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΗΜΑΘΙΑΣ ΗΜΟΣ ΑΛΕΞΑΝ ΡΕΙΑΣ Αλεξάνδρεια, Αριθµ. Πρωτ.: 4699

Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΑΣΤΡΩΜΑΤΩΣΗ ΤΟΥ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΤΟΥ ΡΕΘΥΜΝΟΥ ΚΑΙ Η ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝΤΑΛΛΑΞΙΜΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ,

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ Προς: Δημάρχους της Χώρας Αθήνα, 16 Δεκεμβρίου 2013 Α.Π.:2271. Αγαπητέ κ.

Α. KEIMENO Γιώργος Ιωάννου, Το Γάλα (απόσπασµα)

πρωτοβάθµια αυτοδιοίκηση και την περιφέρεια και άλλες διατάξεις. Προκηρύσσουµε τακτικό µειοδοτικό διαγωνισµό για την προµήθεια Η/Υ, εκτυπωτών

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΣ ΚΑΛΛΙΘΕΑΣ

ΝΟΜΟΣ 3263/2004 (ΦΕΚ 179 Α ) Μειοδοτικό σύστηµα ανάθεσης των δηµοσίων έργων και άλλες διατάξεις

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ υπ' αριθµ. ΣΟΧ 1/2015 για τη σύναψη ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΟΡΙΣΜΕΝΟΥ ΧΡΟΝΟΥ Ο ήµος Κορδελιού-Ευόσµου

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ (Τ.Ε.Ι.Κ.) ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ (ΣΤΕΓ) ΤΜΗΜΑ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ (Φ.Π.) ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ:

Η ΑΥΤΕΠΑΓΓΕΛΤΗ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΙΚΩΝ ΜΙΑ ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ. ( Διοικητική Ενημέρωση, τ.51, Οκτώβριος Νοέμβριος Δεκέμβριος 2009)

H προστασία της ιδιωτικής ζωής των παιδιών που ζουν σε ιδρύµατα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ Ν.Ο.Π.Ε Τμήμα Νομικής

ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΟΚΗΡΥΞΗΣ ΑΝΟΙΧΤΟΥ ΙΕΘΝΗ ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΗ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ :

-*- SPORΤDAY. 2 3 ο Η επόµενη µέρα της ΑΕΚ και του Ντέµη

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 1/2005. ΘΕΜΑ: Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 9 Ν. 3302/04 (ΦΕΚ 267 τ.α ) περί ρύθµισης οφειλών του Ι.Κ.Α Ε.Τ.Α.Μ.

ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ: Α.Μ.: Κ. Γ. Καρυωτάκης. Άγγελος Σικελιανός. Ανδρέας Εµπειρίκος

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΔΗΜΟΣ ΠΟΛΥΓΥΡΟΥ ΑΡΙΘΜ. ΑΠΟΦ:

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΓΟΝΕΩΝ & ΚΗΔΕΜΟΝΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΡΟΣΧΕΔΙΟΥ ΤΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ 1 ου ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΥ ΣΗΜΕΙΩΣΗ

Α. ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΚΟΙΝΟΠΡΑΞΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ

Αριθµός Απόφασης 7456/2008 Αριθµός κατάθεσης ανακοπής: / ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΕΙ ΙΚΗ ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ

ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΣΕΒΕ ΣΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Θεσσαλονίκη,

ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΑΝΑΘΕΣΗΣ ΚΑΙ ΕΚΠΟΝΗΣΗΣ ΜΕΛΕΤΩΝ

ΠΟΛΗ ΚΑΙ ΧΩΡΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ 20 Ο ΣΤΟΝ 21 Ο ΑΙΩΝΑ


Η παρακμή του εργατικού κινήματος είναι μια διαδικασία που έχει ήδη διαρκέσει. πολλά χρόνια, τώρα ζούμε τα επεισόδια του τέλους της.

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΣΕ ΤΑΚΤΙΚΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ

ΘΕΜΑ Α2 Α.2.1. σελ.22: «Στη διάρκεια να εκµεταλλευτούν οι Έλληνες» Α.2.2. σελ : «Στην αρχή η περίθαλψη της προηγούµενης εγκατάστασης».

ΠΡΟΣΛΗΨΕΙΣ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΣΑΥ - ΦΑΥ ΕΡΓΟΥ. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΚΡΗΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ ΗΜΟΣ ΜΙΝΩΑ ΠΕ ΙΑ ΑΣ /νση Τεχνικών Υπηρεσιών.

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ υπ αριθµ. ΣΟΧ 62/2015 για τη σύναψη ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΟΡΙΣΜΕΝΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΑΧΥ ΡΟΜΕΙΑ Α.Ε.

ΑΔΑ: 64Υ9ΩΗΜ-ΑΗΙ ΑΔΑΜ: 15PROC

ΠΑΣΚ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΟΥ Σ ΤΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝ ΙΑΣ

Το πρόβλημα του ανατοκισμού στις τραπεζικές πιστωτικές συμβάσεις ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΚΟΥΡΗ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΛΗΞΟΥΡΙ 2013

Ο Οδικός Χάρτης για την Ελλάδα της δημιουργίας

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

στο σχέδιο νόµου «Διαχείριση των µη εξυπηρετούµενων δανείων, µισθολογικές ρυθµίσεις και άλλες επείγουσες στόχων και διαρθρωτικών µεταρρυθµίσεων»

ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΣΥΝΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ 20 ΜΑΪΟΥ 2011 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ. Διδαγμένο κείμενο

/νση: ΧΑΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ Μ. Αλεξάνδρου 49, 66100, ράµα Τηλ&φαξ: , κιν.: info@akademia.

ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ : ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΑΤΡΩΝΥΜΟ : ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΙΕΥΘΥΝΣΗ : ΟΘΩΝΟΣ 9 ΓΛΥΚΑ ΝΕΡΑ ΤΗΛΕΦΩΝΟ :

Υποψήφιοι Σχολικοί Σύμβουλοι

Μη ανταγωνιστικές δραστηριότητες και παιχνίδια (υλικό)

ΑΔΑ: ΒΙΕΩΩΚΩ-15Η. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Μήλος 21/02/2014 ΝΟΜΟΣ KYKΛΑ ΩΝ Α.Π ΗΜΟΣ ΜΗΛΟΥ

Ακολουθούν όλα τα σχετικά έγγραφα - αποφάσεις για το ωράριο, όπως οµόφωνα ψηφίστηκαν και επικυρώθηκαν από το συνέδριο στο Λουτράκι το 2007

ΗΜΟΣ ΣΚΟΠΕΛΟΥ ΣΧΕ ΙΟ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ «ΤΕΧΝΙΚΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΣΚΟΠΕΛΟΥ»

Δράση 1.2. Υλοτομία και προσδιορισμός ποσοτήτων υπολειμμάτων.

ΑΠΟΦΑΣΗ 34750/2006 (Αριθμός καταθέσεως πράξεως 43170/2006) ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από

ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΠΟΦΟΙΤΩΝ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΜΟΥΣΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

ΘΕΜΑ: «Παραθεριστικοί Οικοδοµικοί Συνεταιρισµοί. Μελέτη Περίπτωσης του «Βραχόκηπου» ήµου Γουβών Ηρακλείου Κρήτης»

Αρείου Πάγου: 699/1995 Τµ. Β' Πηγή:.Ε.Ε. 3/96, σ.299, Ε.Ε.. 55/96, σ.830,.ε.ν. 52/96, σ. 239

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΩΝ

Ελληνική παιδική λογοτεχνία επιστηµονικής φαντασίας. Από την αποικιοκρατία και την απολυταρχία στη δηµοκρατική διαπαιδαγώγηση των παιδιών.

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 15 ΜΑΪΟΥ 2009 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ

ΒΑΣΙΛΙΚΟ ΙΑΤΑΓΜΑ 590/1968 "Περί κανονισµού υγιεινής και ασφαλείας των εις τα εργοστάσια και εργαστήρια κατασκευής συσσωρευτών µολύβδου εργαζοµένων"

Ασκήσεις ΙΙΙ Brno

ΙΑΚΗΡΥΞΗ 37 /2014 ΗΜΟΣΙΟΥ ΠΛΕΙΟ ΟΤΙΚΟΥ ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΜΙΣΘΩΣΗ ΤΟΥ ΚΥΛΙΚΕΙΟΥ ΤΟΥ Γ.Ν. ΚΟΜΟΤΗΝΗΣ

Υπό Παναγιώτη Δαλκαφούκη, μέλους Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ «ΕΝΑ ΟΝΕΙΡΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΚΝΩΣΟ» - ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ

Ενότητα 1. Στο τέλος κάθε κειμένου υπάρχουν ερωτήσεις και εργασίες, που μας βοηθούν να καταλάβουμε καλύτερα τα κείμενα αυτά.

Τ. Σινόπουλος, «Ο Καιόμενος» Μ. Χάκκας, «Το ψαράκι της γυάλας»

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ. 4. Τον προϋπολογισµό του έργου, ο οποίος ανέρχεται στο ποσό των πενήντα τεσσάρων

ΘΕΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟ ΟΞΗ ΝΑΟ ΟΜΙΑ

Συλλόγου ιπλωµατούχων Νοσηλευτριών και Νοσηλευτών Χειρουργείου

*Η παρούσα απόφαση µε τις παρατηρήσεις δηµοσιεύτηκαν στην Ποινική ικαιοσύνη 2009/1196. Περίληψη: Αριθµός 1220/2008

Αιτιολογική έκθεση Προς τη Βουλή των Ελλήνων

του Αναπληρωτή Εκπαιδευτικού Π.Ε. Ένας χρήσιµος οδηγός αφιέρωµα στον αναπληρωτή εκπαιδευτικό της Π.Ε..

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΝΟΜΟΣΧΕ ΙΟ. «Στρατολογία των Ελλήνων» Άρθρο 1 Υπόχρεοι σε στράτευση

ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΩΝ ΚΑΙ ΑΕΡΟΝΑΥΠΗΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ

15PROC

μας με μια ομάδα κ.λπ. Αναμφίβολα, γλώσσα με την πλήρη στη χρήση

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΕφΑθ 5253/2003

Ιατρική: Λίγα από την ιστορία και αιφνίδια άνθιση της Καρδιολογίας Παύλος Κ. Τούτουζας Οµ. Καθηγητής Καρδιολογίας Παν. Αθηνών

Αθήνα 30/6/2009. Αριθµ. Πρωτ. Γ99/1/211 Ι Ο Ι Κ Η Σ Η ΓΕΝ. /ΝΣΕΙΣ : ΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Ο ΗΜΑΡΧΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ /ΝΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ & ΤΑΜΕΙΑΚΗΣ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΜΗΜΑ ΠΡΟΚΗΡΥΞΕΩΝ & ΗΜΟΠΡΑΣΙΩΝ

ΕΝΩΠΙΟΝ ΠΑΝΤΟΣ ΑΡΜΟΔΙΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ Η ΑΡΧΗΣ ΕΞΩΔΙΚΗ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ - ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ

Νοµική Υπηρεσία ΣΑΤΕ Σταµάτης Σ. Σταµόπουλος, ικηγόρος, Νοµικός Σύµβουλος ΣΑΤΕ ΓΝΩΜΑΤΕΥΣΗ

Γ49/59 ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ Π Ρ Ο Σ :

ΑΔΑ: Β464Ν-ΡΔ5. Έχοντας υπόψη:

ΕΙ ΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ. Κύκλος ικαιωµάτων του Παιδιού. ιοικητική κράτηση και απέλαση αλλοδαπών ανηλίκων. Μίλτος Παύλου, Σταµατία Παπαδηµητρίου, Ανθή Σπανού

Transcript:

Η εφαρµογή της υδροκίνησης στην ξυλουργική βιοτεχνία της Πίνδου Το παρελθόν της βιοτεχνίας και µια πρόταση µουσειακής ανάδειξης Φ. ασούλας, Υποψήφιος ιδάκτωρ Λαογραφίας Πανεπιστήµιο Ιωαννίνων, Τµήµα Ιστορίας και Αρχαιολογίας Τοµέας Λαογραφίας, Εργαστήριο Προβιοµηχανικής Τεχνολογίας Περίληψη Το παρόν άρθρο αποσκοπεί στην παρουσίαση µίας άγνωστης ως σήµερα πτυχής της οικονοµικής και τεχνολογικής ιστορίας της Ελλάδας. Αφορά την προβιοµηχανική φάση της ξυλουργικής βιοτεχνίας της Πίνδου και συγκεκριµένα τις οικονοµοτεχνικές εξελίξεις που σηµειωθήκαν στα τέλη του 19ου και αρχές του 20ου αιώνα στην περιοχή του Μετσόβου οι οποίες είχαν σαν αποτέλεσµα την δηµιουργία των πρώτων ξυλουργικών µονάδων της οροσειράς. Ως τεχνολογική αφετηρία αυτών των εξελίξεων ορίζουµε το νεροπρίονο, έναν υδροκίνητο µηχανισµό πρίσης ο οποίος εµφανίζεται στα δάση της Πίνδου στα µέσα 19 ου αιώνα και επιφέρει αλµατώδη ανάπτυξη της υλοτοµικής παραγωγής. Όµως ενώ για τους υπόλοιπους ξυλοπαραγωγούς της Πίνδου το νεροπρίονο παρέµεινε ως το τέλος ένα «υλοτοµικό εργαλείο» για τους ξυλουργούς του Μετσόβου αποτέλεσε την απαρχή εκµηχάνισης της παραγωγικής τους διαδικασίας και εν τέλει της δηµιουργίας υδροκίνητων ξυλουργικών µονάδων. Η καταγραφή της συγκεκριµένης εξέλιξης προέκυψε στα πλαίσια µίας πολυετούς ερευνητικής προσπάθειας η οποία αφορά την µελέτη παρελθουσών οικονοµικών δοµών στον χώρο της κεντρικής Πίνδου. Η πραγµατοποίησή της βασίστηκε σε τρεις άξονες: 1) Καταγραφή µέσα από προσωπικές συνεντεύξεις της ορολογίας των τεχνικών και των µεθόδων που διαµόρφωναν το τεχνολογικό πλαίσιο της τοπικής ξυλουργικής τέχνης κατά τους προγενέστερους αιώνες, 2) σχεδιαστική και φωτογραφική καταγραφή εναποµεινάντων τεχνικών υποδοµών και 3) µελέτη αρχειακού υλικού. Η αναζήτηση των αιτίων που οδήγησαν στην ανωτέρω οικονοµοτεχνική εξέλιξη αποτελεί και το τελικό συµπέρασµα της παρούσας µελέτης. Οι βιοτεχνικές παραδόσεις και το µεταπρατικό πνεύµα που είχαν αναπτύξει οι κάτοικοι του Μετσόβου κατά την οθωµανική περίοδο αποτέλεσαν φορείς µίας διαφορετικής οικονοµικής αντίληψης η οποία ώθησε την τοπική ξυλουργική βιοτεχνία στις ανωτέρω εξελίξεις. Η απότοµη άνοδος της υλοτοµικής παραγωγής στην Πίνδο κατά τα τέλη του 19oυ αιώνα καθόρισε, ως ένα βαθµό, την οικονοµική πορεία της οροσειράς για τις επόµενες δεκαετίες και, έως σήµερα, δεν έχουν ερευνηθεί οι επιπτώσεις στους τοπικούς πληθυσµούς. Η αύξηση της οικονοµικής σηµασίας των δασών οδήγησε τους εκεί οικισµούς σε προστριβές. Ο καθορισµός των ορίων των κοινοτικών δασών µετατρέπεται σε αντικείµενο σφοδρών συγκρούσεων, που οδηγούν ακόµα και σε φόνους 1. Επίσης, η αλλαγή του καθεστώτος διαχείρισης των δασών αρχικά από τις οθωµανικές και µετά τις ελληνικές αρχές το 1912 δηµιουργεί έντονες αντιδράσεις 2. Σε επίπεδο οικονοµικών δοµών η κύρια συνέπεια ήταν η 1 Βλ. Γ.Μούσιος, Τούργια Κρανιά, Ιστορία λαογραφία, Αθήνα 1999, σ. 81-83 και Κ.Π. Σαράντη, Το χωριό Περιβόλι Γρεβενών, Αθήνα, 1977, σ. 43. 2 Βλ. Γ. Πλατάρης, Το σηµειωµατάρι ενός Μετσοβίτη 1871-1943, Αθήνα, 1972, σ. 112, 114-115, 118-119, 192-193. Στοιχεία για τις µορφές διαχείρισης του δάσους καθώς και τη σχετική οθωµανική και ελληνική νοµοθεσία, βλ. Π. Γρίσπος, ασική ιστορία της νεωτέρας Ελλάδος, Υπουργείο Εθνικής Οικονοµίας-Τοµεύς Γεωργίας Γενική ιεύθυνσις ασών, Αθήνα, 1973, Α. Οικονοµόπουλου, Η εξέλιξις της δασοπονίας εν τη, νέα, Ελλάδι. Από της απελευθερώσεως αυτής µέχρι του έτους 1940, Πανεπιστήµιον Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη, 1942, σ. 5 19. 1

µεταστροφή µέρους του παραγωγικού πληθυσµού προερχόµενο κυρίως από το κτηνοτροφικό επάγγελµα, που τότε άρχιζε να παρακµάζει, προς την υλοτοµία. Μάλιστα, µερικοί οικισµοί µετατρέπονται σχεδόν σε µονοτεχνικά χωριά, αφού το µεγαλύτερο µέρος των κατοίκων γίνονται «πριονάδες», δηλαδή τεχνίτες που κατασκευάζουν και χειρίζονται υδροπρίονες, ένα µηχάνηµα που συµβάλει καθοριστικά στη µεγιστοποίηση της παραγωγής και την ανάπτυξη του ξυλεµπορίου εκείνης της περιόδου. Τεχνολογικά αυτός ο µηχανισµός µπορεί να θεωρηθεί ως το πιο πολύπλοκο εργαλείο που κατασκευάστηκε ποτέ από τους κατοίκους της Πίνδου, πριν η οροσειρά εισέλθει στο σύγχρονο βιοµηχανικό κόσµο. Επρόκειτο για µία πραγµατική µηχανή µε την τεχνική της αλλά και την οικονοµική της έννοια, αφού επιτύγχανε µεγαλύτερη και ποιοτικότερη παραγωγή µε µικρότερη δαπάνη σε χρόνο και κόπο. Γνωστό στην Ευρώπη από τον 14o αιώνα εισήλθε στα Βαλκάνια στα τέλη του 16oυ αιώνα 3. Το πότε εµφανίστηκε στον ελλαδικό χώρο παραµένει αδιευκρίνιστο. Τον 19 ο αιώνα εκτεταµένη χρήση του γινόταν στις ορεινές περιοχές της Ηπείρου, Θεσσαλίας και Μακεδονίας 4. Στην νότια Ελλάδα αν και δεν είναι άγνωστη η εκµετάλλευση των δασών µε νεροπρίονα, πολύ πιθανόν να γινόταν από πληθυσµούς του βορείου ελλαδικού χώρου εφόσον όλοι οι τεχνίτες, οι υλοτόµοι και γενικά όσοι ασχολούνταν µε τη µαζική παραγωγή ξυλείας προέρχονταν από αυτές τις περιοχές 5. Τα στοιχεία αυτά µας κάνουν να υποθέσουµε ότι το νεροπρίονο εισήχθη στον ελλαδικό χώρο από το βορά, µέσω των εκεί πληθυσµών οι οποίοι διατηρούσαν από αιώνες στενές επαφές µε τους υπολοίπους λαούς των Βαλκανίων 6. Η πρώτη εµφάνιση αυτού του µηχανισµού στην Πίνδο είναι άγνωστη. Το σίγουρο είναι ότι στα τέλη του 19oυ αιώνα έχουµε εκτεταµένη χρήση του σε όλα τα παραγωγικά δάση της οροσειράς. Η τεχνογνωσία κατασκευής του δασικού νεροπρίονου και οι µέθοδοι παραγωγής ξυλείας υπήρξαν κοινές για όλη την Πίνδο, εφόσον αυτή η τέχνη ασκούνταν από συγκεκριµένες οµάδες τεχνιτών 7 οι οποίες περιφέρονταν σε όλη την οροσειρά 8. Αν και το 3 Σηµειώνουµε εδώ τις κυριότερες βιβλιογραφικές παραποµπές οι οποίες αναφέρονται στα νεροπρίονα: Σ. Μουζάκης, «Τα νεροπρίονα στην Πίνδο. Μία Ελάχιστα γνωστή εφαρµογή Υδροκίνησης. Έρευνα ιαπιστώσεις Προτάσεις», Τεχνολογία, τ. 7, σ. 54-56, Αθήνα, 1994. Σ Μουζάκης, «Νεροπρίονα της Πίνδου. Μία άγνωστη δραστηριότητα των βλάχικών κοινοτήτων», «Το Νερό πηγή Ζωής Κίνησης Καθαρµού». Πρακτικά Επιστηµονικής Συνάντησης, Αθήνα, 1999, σ. 105-115,. Σ. Νοµικός, Η υδροκίνηση στην προβιοµηχανική Ελλάδα, ΠΤΙ. ΕΤΒΑ Γ.Γ.Περιφ. Πελοποννήσου, Αθήνα, 1997, σ. 14-16, Πορφύριος Μοναχός Σιµωνοπετρίτης Σ. Μαµαλούκος, «Τα νεροπρίονα της Σιµωνόπετρας», «Το Νερό πηγή Ζωής Κίνησης Καθαρµού». Πρακτικά Επιστηµονικής συνάντησης, Αθήνα, 1999, σ. 99-104, Α. Οικονοµόπουλου, «Οι υδροπρίονες εν Ελλάδι», ασικόν Περιοδικόν, τ.1 ον, Αθήνα, 1926, Π. Γρίσπος, ό.π., σ. 106, 107, 168-172. 4 Ουσιαστικά, συνεχή και µαζική χρήση του νεροπρίονου στον ελλαδικό χώρο είχαµε µόνο στην Πίνδο, ενώ η χρήση του στις υπόλοιπες περιοχές της Ελλάδας ήταν περιστασιακή. Βλ. Π. Γρίσπος, ό.π., σ. 169. 5 Στο περιοδικό Σελίδες απ τη Φωκίδα σε άρθρο σχετικά µε το υλοτοµικό επάγγελµα στην περιοχή της στερεάς Ελλάδας αναφέρεται ότι η ειδική εγκοπή που γίνονταν στο δένδρο, πριν αυτό πέσει, λεγόταν «τάλιασµα» και η λάµα του τσεκουριού «τάλια». Και οι δύο όροι προέρχονται από τη βλαχική γλώσσα όπου táĺiu=κόβω, τέµνω, tăĺiáre=τµήση, κόψιµο και tăĺiătúră=λεπίδα, εγκοπή, γεγονός που επιβεβαιώνει την κάθοδο υλοτόµων της Πίνδου νοτιότερα. Βλ. Ν. Κουτσουκλένης, «Ο Υλοτόµος», Σελίδες απ τη Φωκίδα, Εταιρεία Φωκικών Μελετών, Άµφισσα, 1994, σ. 43/2711. Επίσης βλ. Π. Γρίσπος, ό.π., σ. 169, Α. Οικονοµόπουλος, ό.π., σ. 14, 15. 6 Σύµφωνα µε τους κατοίκους του χωριού Βωβούσα το νεροπρίονο εισήχθη στην Πίνδο από τη Βουλγαρία. 7 Κυρίως, διακριθήκαν σε αυτό το επάγγελµα οι κάτοικοι της Βωβούσας και του ιστράτου. Οι «πριονάδες» του ίστρατου δραστηριοποιούνταν στα δάση του Γράµµου και του Σµόλικα, ενώ οι «πριονάδες» της Βωβούσας πριόνιζαν στα δάση της Κεντρικής Πίνδου, χωρίς αυτό να σηµαίνει ότι δεν µετακινούνταν και σε άλλες περιοχές. Βλ. N. G.L. Hammond, Ήπειρος, µετ. Α. Γιάγκα, Ηπειρωτική Βιβλιοθήκη, Αθήναι, 1971, τόµ. Β, σ. 93, A. Wace M. Thompson, Οι νοµάδες των Βαλκανίων, µτφ. Π. Καραγιώργος, Φιλολογικός Ιστορικός, Λογοτεχνικός Σύνδεσµος (Φ.Ι.Λ.Ο.Σ), Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη, 1989, σ. 197, 202. 8 Οι µελέτες σχετικά µε τα νεροπρίονα και τη λειτουργία τους στην Πίνδο είναι ελάχιστες. Συγκεκριµένα βλ. Σ. Μουζάκης, «Τα νεροπρίονα στην Πίνδο...», ό.π, σ. 54-56, Σ. Μουζάκης, «Νεροπρίονα της Πίνδου...», ό.π, σ. 105, Σ. Μουζάκης, «Τιµές αγαθών και πολιτισµικά στοιχεία για τους κινητούς κτηνοτροφικούς πληθυσµούς 2

δασικό νεροπρίονο είναι µία πραγµατική µηχανή, αφού εκτελεί αυτόµατα µεταποιητικό έργο, η εποχική του χρήση µας αναγκάζει να το θεωρήσουµε περισσότερο ως ένα εξελιγµένο εργαλείο στα χέρια ειδικευµένων υλοτόµων παρά ως µηχάνηµα. Η διαφορά του από τα υπόλοιπα εργαλεία των υλοτόµων ήταν ότι δε µεταφέρονταν, αλλά κατασκευάζονταν επί τόπου, χρησιµοποιούνταν για ένα συγκεκριµένο χρονικό διάστηµα και µετά διαλύονταν. Ουσιαστικά, έχουµε να κάνουµε µε τη µηχανοποίηση του παλιού χειροκίνητου πριονιού πρίσης των κορµοτεµαχίων. Αυτή η καθήλωση του δασικού νεροπρίονου σε ένα εξελιγµένο υλοτοµικό εργαλείο οφείλεται στις µεθόδους παραγωγής και προώθησης του προϊόντος. Συγκεκριµένα, οι παραγωγοί δεν ήταν τίποτα άλλο παρά ολιγοµελείς οµάδες εξειδικευµένων τεχνιτών, που µίσθωναν την εργατική τους δύναµη και τη τέχνη τους σε ξυλέµπορους. Η παραπάνω µορφή εργασίας δε διέφερε και πολύ από τα µπουλούκια των τεχνιτών των παλαιοτέρων εποχών. Και αυτά µετανάστευαν εποχικά προς εκτέλεση παραγγελιών, όπου τύχαινε να κλείσουν συµφωνία πουλώντας µε αυτόν τον τρόπο την εξειδίκευσή τους σε κάποιον τοµέα. Ένας ουσιαστικός λόγος για τον οποίο ο ξυλοπαραγωγικός τοµέας της οροσειράς καθηλώθηκε σε τέτοιου είδους παραγωγικές µεθόδους, ήταν η έλλειψη οποιασδήποτε εναλλακτικής µεταφορικής υποδοµής, πέραν των υποζυγίων. εν µπορούµε, όµως, να αγνοήσουµε και τη συµβολή των ξυλεµπόρων στη διατήρηση του ανωτέρω σχήµατος παραγωγής, οι οποίοι το συνέχισαν και µετά τη διάνοιξη των αυτοκινητοδρόµων 9. Όσο οι τοπικές αγορές ήταν ξεκοµµένες από τα προϊόντα του διεθνούς εµπορίου και οι συνεχώς αυξανόµενες ανάγκες για ξυλεία καλύπτονταν από την εγχώρια παραγωγή, τόσο περισσότερο ευνοούνταν η µεταπρατική λογική των ξυλεµπόρων. Με µικρές επενδύσεις χρηµατικού κεφαλαίου που συνίστατο στη λήψη άδειας υλοτόµησης, την αµοιβή των «πριονάδων» και τα κόµιστρα των αγωγιατών που θα µετέφεραν την ξυλεία στις αποθήκες τις οποίες διατηρούσαν στις πόλεις πραγµατοποιούσαν ικανοποιητικά κέρδη, οπότε τίποτε δεν τους παρακινούσε να επενδύσουν σε ποιο καθετοποιηµένες µορφές εκµετάλλευσης του δάσους, κάτι βέβαια που θα απαιτούσε σηµαντικά κεφάλαια. Το ανωτέρω µοντέλο παραγωγής πριστής ξυλείας, το οποίο βασίζονταν στη χρήση του µετακινούµενου υδροπρίονα 10, διατηρήθηκε έως και την δεκαετία του 1950. Τότε αρχίζει η παρακµή του υλοτοµικού επαγγέλµατος στην Πίνδο, εξ αιτίας της απαρχαιωµένης τεχνολογίας και των καθυστερηµένων µεθόδων παραγωγής 11, οι οποίες δεν µπορούσαν πλέον του Βελεστίνου. Μαρτυρίες από έγγραφα και δεφτέρια του τέλους του 19 αι. Αρχείο Βασιλάκη βοβουσιώτου κατοίκου βελεστίνου», «Υπέρεια». Πρακτικά Β Συνεδρίου «Φεραί βελαστίνο Ρήγας», τόµ. 2 ος, Αθήνα, 1994, σ.323-324, Φ. Οικονοµίδου Μπότσιου, «Υδροκίνηση: Μαντάνια, νεροτριβές, υδροπρίονα. Μία πρώτη προσέγγιση σε εργαστήρια του Β. Ελλαδικού Χώρου», Πρακτικά Α Τριηµέρου Εργασίας, ΠΤΙ. ΕΤΒΑ, Αθήνα, 1991, σ.188. Πληροφορίες µας δίνουν και οι A. Wace M. Thompson, ό.π., σ. 75-76. Ανέκδοτα έγγραφα που αφορούν τα βουβουσιώτικα πριόνια υπάρχουν στο ανέκδοτο αρχείο του Μετσοβίτη έµπορου Βασιλείου Ζουρµπά και αφορούν κυρίως την περίοδο 1895 1910. 9 Στη δεκαετία του 1930 η Πίνδος διασχίστηκε για πρώτη φορά από αυτοκινητόδροµο. Τότε κατασκευάστηκε η εθνική οδός που συνδέει τα Γιάννενα µε τα Τρίκαλα. Για το ξυλεµπόριο τουλάχιστον της κεντρικής Πίνδου ήταν µία σηµαντική εξέλιξη, αφού οι σανίδες δε θα µεταφέρονταν πλέον µε τα µουλάρια µέχρι τα µεγάλα αστικά κέντρα, αλλά θα συγκεντρώνονταν κατά µήκος του δρόµου και από εκεί θα φορτώνονταν σε φορτηγά. υστυχώς, τα γεγονότα που ακολούθησαν (ο πόλεµος του 1940 και κατόπιν ο εµφύλιος) καθυστέρησαν την εκµετάλλευση αυτής της δυνατότητας και µόλις το 1950 το ξυλεµπόριο ενέταξε τον αυτοκινητόδροµο στη διαδικασία µεταφοράς των προϊόντων του. 10 Από τα τέλη της δεκαετίας του 1940 δεν µπορούµε να µιλάµε για νεροπρίονα γιατί έχουµε χρήση πετρελαιοκινητήρων, γεγονός που καταργεί όλη την υποδοµή τροφοδοσίας µε νερό. Ο υπόλοιπος µηχανισµός και οι µέθοδοι παραγωγής παραµένουν ίδιοι µέχρι και το τέλος της ύπαρξής τους, µε τη διαφορά ότι µαζί µε το νεροπρίονο άρχισαν ελάχιστοι «πριονάδες» να φέρουν µαζί τους και πριονοκορδέλα µε την οποία ευθυγράµµιζαν τα ξύλα. 11 Ο Ελβετός εµπειρογνώµονας Jean Bodoz σε έκθεση που συνέταξε στα τέλη της δεκαετίας του 1950 για τις δυνατότητες αναπτύξεως της βιοµηχανίας ξύλου στην Ήπειρο (ουσιαστικά για την Πίνδο) βρήκε τις 3

να ανταγωνιστούν τα εισαγόµενα προϊόντα. Μοναδική εξαίρεση σε αυτή την πορεία παρακµής της ξυλουργικής τέχνης στην Πίνδο αποτέλεσε η περιοχή του Μετσόβου. Εδώ, ο ξυλουργικός κλάδος δοµηµένος από αιώνες σε µία βιοτεχνική βάση υπήρξε φορέας µίας διαφορετικής οικονοµικής αντίληψης, σε σχέση µε αυτήν που αντιπροσώπευαν τα µετακινούµενα µπουλούκια των «πριονάδων». Αυτή η αντίληψη, όπως θα δούµε αµέσως παρακάτω, υπήρξε η αιτία να καταστεί το νεροπρίονο η βάση για τη δηµιουργία υδροκίνητων ξυλουργικών µονάδων. Η πρώτη προσπάθεια εκµηχάνισης της ξυλουργικής παραγωγής του Μετσόβου σχετίζεται µε την ενσωµάτωση του νεροπρίονου στην παραγωγική διαδικασία των τοπικών βιοτεχνιών. Αρχικά η χρήση του, από άποψη παραγωγικών µεθόδων και τεχνολογικών υποδοµών, δε διέφερε από αυτήν των «πριονάδων» της υπόλοιπης Πίνδου. Όµως, αν εµβαθύνουµε στο σκεπτικό που ώθησε τους ξυλουργούς του Μετσόβου να χρησιµοποιήσουν το νεροπρίονο, τότε θα διαπιστώσουµε µία βασική διαφορά. ιαβλέποντας αυτοί µε την εισαγωγή αυτού του µηχανισµού στα εργαστήριά τους µία ευκαιρία για εκµηχάνιση της παραγωγή τους, εξέφραζαν µία διαφορετική οικονοµική αντίληψη, η οποία ήθελε το νεροπρίονο όχι ένα εξελιγµένο εργαλείο, όπως θεωρούνταν από τους «πριονάδες», αλλά µία µηχανή, η οποία θα βελτίωνε την παραγωγική δυναµικότητα της ξυλουργικής βιοτεχνίας. Απτές αποδείξεις αυτής της αντίληψης µας δίδουν τα οικονοµικά κατάστιχα της οικογένειας Χρόνα 12. Ο κύριος όγκος των εργασιών της αφορούσε την παραγωγή και πώληση οικοδοµικής ξυλείας. Παρόλο που ένα τµήµα των προϊόντων που παρήγαγαν αποθηκεύονταν προς πώληση δεν µπορούµε να την εντάξουµε στην κατηγορία των ξυλεµπόρων, αλλά των βιοτεχνών εφόσον διατηρούν δικό τους εργαστήριο όπου εκτελούν παραγγελίες και ταυτόχρονα αναλαµβάνουν οι ίδιοι ως τεχνίτες τις ξυλοκατασκευές των οικοδοµών. Η επέκταση του κύκλου εργασιών τους είχε φέρει σε αδιέξοδο, επειδή δεν µπορούσαν να καλύψουν την αυξηµένη ζήτηση µόνο µε την χρήση χειρωνακτικών µεθόδων. Έτσι, αποφασίζουν να εντάξουν το νεροπρίονο στην παραγωγική διαδικασία της επιχείρηση τους και, σύµφωνα µε τα κατάστιχα, ο πρώτος µηχανισµός στήθηκε το 1880 στα δάση της Κατάρας 13. Αυτό που συνάγεται από το ανωτέρω παράδειγµα είναι ότι στο Μέτσοβο δεν δραστηριοποιούνται µόνο ξυλέµποροι που µισθώνουν τα νεροπρίονα και τις αντίστοιχες υλοτοµικές οµάδες που τα χειρίζονται, αλλά και βιοτέχνες που εισαγάγουν αυτήν τη µηχανή στον κύκλο των εργασιών τους, µε σκοπό τη βελτίωση της παραγωγικότητας των επιχειρήσεών τους. Εντός αυτού του πλαισίου κινήθηκαν στο πρώτο τουλάχιστον στάδιο της εκµηχάνισή τους όλες οι ξυλουργικές βιοτεχνίες του Μετσόβου. Ωστόσο, παρά την µεγιστοποίηση της παραγωγικής τους δυναµικότητας η ένταξη του νεροπρίονου προκαλούσε και ορισµένες δυσλειτουργίες στις ξυλουργικές επιχειρήσεις. Αυτές προέρχονταν από το γεγονός ότι τα νεροπρίονα στήνονταν στα δάση, δηλαδή µακριά από τα εργαστήρια που βρίσκονταν εντός του οικισµού. Πέραν του αυξηµένου κόστους που συνεπάγονταν η συνεχής µετεγκατάστασή του και η πρόσληψη επιπλέον προσωπικού για το χειρισµό του οι ίδιοι οι βιοτέχνες ήταν αναγκασµένοι να εγκαταλείπουν συχνά τις εργασίες τους, προκειµένου να συνθήκες, που επικρατούσαν στην πλειοψηφία των πριονιστηρίων, εξαιρετικά πρωτόγονες. Στην έκθεση αυτή µας δίνει µία καλή εικόνα για τα µέσα που χρησιµοποιούσαν οι παραγωγοί ξυλείας, το εµπόριο και από ποιους εκτελούνταν, το ρόλο των συνεταιρισµών και τους λόγους που παραµένει αυτή η δραστηριότητα καθηλωµένη σε παλιές µεθόδους. Βλ. J. Bοdoz, «Αι δυνατότητες αναπτύξεως της βιοµηχανίας του ξύλου εν Ηπείρω», Ηπειρωτική Εστία, τεύχ. 101, Ιωάννινα, 1960, σ. 832-846. 12 Τα ανέκδοτα κατάστιχα της οικογένειας Χρόνα απεικονίζουν τις οικονοµικές πράξεις της ξυλουργικής τους επιχείρησης για το χρονικό διάστηµα 1877-1918. 13 Το νεροπρίονο αυτό υπήρξε η αιτία να λάβει το ποτάµι που περνούσε δίπλα του την ονοµασία Valea de la Prione (το ρεύµα του πριονιστηρίου). Αυτό το ποτάµι αποτελεί την πρώτη κοίτη του Αώου ποταµού. 4

κατασκευάζουν, επιδιορθώνουν και να επιβλέπουν την παραγωγική διαδικασία στο νεροπρίονο. Οι ξυλουργοί γνώριζαν ότι αυτά τα προβλήµατα θα επιλύονταν µόνο αν εγκαθιστούσαν το νεροπρίονο στα εργαστήριά τους. Αυτό ήταν εφικτό, αρκεί να εξασφάλιζαν δύο βασικές προϋποθέσεις. Πρώτον, την ύπαρξη δυνατότητας υδροκίνησης εντός των εργαστηρίων τους και δεύτερον µία µέθοδο µεταφοράς των ακατέργαστων κορµοτεµαχίων από τα δάση στα εργαστήρια. Το θέµα της υδροκίνησης δεν πρέπει να τους απασχόλησε και πολύ, εφόσον µέσα και κάτω από τον οικισµό του Μετσόβου από αιώνες λειτουργούσαν διαφόρου τύπου υδροκίνητα εργαστήρια, που εκµεταλλεύονταν τα νερά των πηγών του Μετσοβίτικου ποταµού 14. εν είχαν παρά να εκµεταλλευτούν την υδροδυναµική ενέργεια των πιο κοντινών υδάτινων ρευµάτων. Όµως, το πρόβληµα της µεταφοράς των κορµοτεµαχίων ήταν δυσεπίλυτο και υπήρξε µία από τις βασικές αιτίες της καθήλωσης των νεροπρίονων στα δάση, εφόσον έπρεπε να στήνονται κοντά στα σηµεία υλοτόµησης. Οι βιοτέχνες του Μετσόβου το ξεπέρασαν χρησιµοποιώντας προς όφελός τους µία παλιά µέθοδο µεταφοράς µαδεριών για τις οικοδοµές, η οποία συνίστατο στην έλξη τους µε τα βόδια των ζευγάδων της περιοχής 15. Η συνύπαρξη των δύο παραπάνω προϋποθέσεων οδήγησε γρήγορα τους ξυλουργούς στο στήσιµο σταθερών, πλέον, πριονιστηρίων δίπλα από τους προϋπάρχοντες νερόµυλους. Αρχικά πρέπει να ήταν πρόχειρες, υπαίθριες εγκαταστάσεις πανοµοιότυπες των αντίστοιχων δασικών νεροπρίονων, γι αυτό και παρασέρνονται από το ποτάµι, όπως αναφέρει σχετική µαρτυρία της εποχής 16. Επίσης, η κατάληψη παραποτάµιων εκτάσεων για την εγκατάσταση νεροπρίονων θεωρήθηκε παράνοµη από τις τουρκικές αρχές, οι οποίες απαίτησαν αυτοί οι µηχανισµοί να λειτουργούν κατόπιν αδείας 17. Χρονικά αυτή η διαδικασία ολοκληρώθηκε την πρώτη δεκαετία του 20 ου αιώνα. Η µόνιµη εγκατάσταση των πριονόµυλων κοντά στον οικισµό αναγκάζει τους ιδιοκτήτες τους στην πραγµατοποίηση 14 Πρόκειται για ένα σύνολο υδάτινων ρευµάτων που πηγάζουν από τα βουνά που περιτριγυρίζουν το Μέτσοβο και καταλήγουν στα κατώτερα σηµεία της κοιλάδας, η οποία απλώνεται κάτω από τον οικισµό σχηµατίζοντας την πρώτη κοίτη του Μετσοβίτικου ποταµού, έναν από τους δύο πρώτους υδάτινους βραχίονες του ποταµού Αράχθου. 15 Στην περιοχή του Μετσόβου σε αντίθεση µε άλλους οικισµούς της Πίνδου η γεωργία δεν εγκαταλείφθηκε ποτέ. Ένα τµήµα του πληθυσµού ήταν αποκλειστικά γεωργοί. Επειδή διατηρούσαν ζεύγος βοδιών κατάλληλα για όργωµα αποκαλούνταν Boeári (Bóu στα βλάχικα σηµαίνει βόδι), ονοµασία που ήταν και δηλωτική της τάξης των γεωργών. Πολλές φορές συµπλήρωναν το εισόδηµά τους χρησιµοποιώντας τα βόδια για έλξη κορµοτεµαχίων. Ήταν µία σκληρή και επίπονη εργασία, γιατί τα δάση από τα οποία έφερναν τους κορµούς στα πριόνια ή στα σπίτια που χτίζονταν ήταν µακριά. Περνούσαν µέσα από ανώµαλα εδάφη µε κίνδυνο το βάρος των ελκυόµενων κορµών να παρασύρουν αυτούς και τα βόδια τους. Η έλξη ενός ή δύο κορµών, αναλόγως της διαµέτρου αυτών, απαιτούσε µία ολόκληρη µέρα. Αυτή την εργασία την αποκαλούσαν sírte και είχαν κατασκευάσει ένα σύστηµα έλξης που το προσάρµοζαν στο ζυγό, που επικάθονταν στον αυχένα των βοδιών. 16 Ο Μετσοβίτης δάσκαλος ηµήτριος Μέρανος στο προσωπικό του ηµερολόγιο µε ηµεροµηνία 28 Μάιου 1910 σηµειώνει: «Βροχή ραγδαιοτάτη και κατακλυσµιαία, πληµµυρήσαντος του Αράχθου και συµπαρασύραντος την γέφυραν Ανηλίου Μετσόβου την κάτωθεν του Αγ. Νικολάου και τινά πριόνια». Βλ. Γ. Πλατάρης, ό.π., σ.100. 17 Στο προαναφερόµενο ηµερολόγιο του δασκάλου ηµητρίου Μέρανου στις 16 Ιουλίου 1912 γίνεται λόγος για άδεια που ζητείται από τον βαλή Ιωαννίνων, για τη λειτουργία των «κοινοτικών πριονίων». Η φράση «κοινοτικών πριονίων» είναι διφορούµενη και δεν κατανοώ γιατί δεν τα αναφέρει απλά ως πριόνια, αλλά τα προσδιορίζει ως κοινοτικά. Πολύ πιθανόν µε αυτόν τον προσδιορισµό να θέλει να κάνει διάκριση των δασικών νεροπρίονων από αυτά, που εγκαταστάθηκαν µόνιµα πλέον στον οικισµό. Το γεγονός ότι για αυτά απαιτείται άδεια δείχνει πώς οι τουρκικέ αρχές δεν τα θεωρούν δασικά εργαλεία αλλά βιοτεχνικά εργαστήρια, γεγονός που δείχνει ότι υπήρχε αντίληψη του διαφορετικού τους οικονοµικού ρόλου, που είχαν πλέον αποκτήσει στην περιοχή του Μετσόβου. Τα δασικά νεροπρίονα, που συνήθως λειτουργούσαν σε «µπαλταλίκια», δηλαδή κοινοτικά δάση, υποχρεούνταν µόνο στην καταβολή του λεγόµενου ξυλοδέκατου, δηλαδή αναλογία φόρου επί της παραγωγής. Βλ. Γ. Πλατάρης,, ό.π., σ.118. 5

ορισµένων επενδύσεων πάγιου κεφαλαίου, όπως η αγορά παραποτάµιας έκτασης και η κατασκευή κτίσµατος, για τη στέγαση και την προστασία του µηχανισµού. Ήταν µία εξέλιξη, η οποία, πέραν των πρόσθετων χρηµατικών κεφαλαίων, απαιτούσε και κάποιες τεχνικές προσαρµογές, ώστε να ανταποκρίνεται στα νέα δεδοµένα εγκατάστασής τους. Συγκεκριµένα, όλο το σύστηµα πρόσληψης και διοχέτευσης του νερού έπρεπε να αποτελείται από πιο στέρεες εγκαταστάσεις από αυτές των δασικών νεροπρίονων, οι οποίες ήταν πρόχειρες, ώστε να αποσυναρµολογούνται εύκολα. Επιπλέον, απαιτούνταν προσαρµογή του στα δεδοµένα υδροληψίας του µετσοβίτικου ποταµού. Ασφαλώς, οι νερόµυλοι της περιοχής αποτέλεσαν το πρότυπο για τη δηµιουργία των βοηθητικών υποδοµών των πρώτων πριονόµυλων. Άλλωστε, είχαµε και περιπτώσεις όπου παλιοί νερόµυλοι είχαν µετατραπεί σε πριονιστήρια. Επίσης, κάποιες µεταβολές έπρεπε να υποστεί και η φέρουσα κατασκευή του νεροπρίονου για την καλύτερη προσαρµογή της εντός του κτίσµατος. Η ένταξη του νεροπρίονου στα τοπικά εργαστήρια καταγράφηκε ως τώρα ως µία προσπάθεια βελτίωσης της παραγωγικότητας των εργαστηρίων του Μετσόβου. Ουσιαστικά, όµως, αποτέλεσε την πρώτη φάση µίας διαδικασίας εκµηχάνισης της τοπικής βιοτεχνίας, η οποία οδήγησε στη δηµιουργία υδροκίνητων ξυλουργικών µονάδων, οι οποίες, παρά τον τεχνολογικό πρωτογονισµό που τις διέκρινε στα πρώτα στάδιά τους, αποτέλεσαν το πρότυπο δηµιουργίας της κατοπινής ξυλουργικής βιοτεχνίας του Μετσόβου. Γνωρίζουµε ότι σε οικονοµίες κεφαλαιοκρατικού τύπου οι επιχειρήσεις που προβαίνουν σε βελτίωση της παραγωγικότητά τους, µέσω επενδύσεων στην τεχνολογία, έχουν ως βασικό τους κίνητρο την αγορά. Φαίνεται, όµως, ότι αυτός ο βασικός κανόνας του καπιταλισµού εφαρµόζονταν µερικές φορές και στον προβιοµηχανικό κόσµο. Μόνο έτσι εξηγείται η προσπάθεια των ξυλουργών του Μετσόβου να βελτιώσουν την παραγωγικότητα των επιχειρήσεών τους. Το παράδοξο, αλλά συνάµα και γραφικό της υπόθεσης, είναι ότι αυτές οι βελτιώσεις βασίστηκαν σε µία τεχνολογική υποδοµή, η οποία ανήκει στην προβιοµηχανική περίοδο. Επίσης, ο γεωγραφικός χώρος όπου πραγµατοποιηθήκαν ήταν αποκοµµένος από κάθε αστικό κέντρο ή ευρύτερη αγορά. Θα µπορούσε κάλλιστα να χαρακτηριστεί ως η περιφέρεια του «ελληνικού καπιταλισµού» ή, για να ακριβολογούµε, το τελευταίο σηµείο όπου θα επενδύονταν κεφάλαια για τη δηµιουργία παραγωγικών µονάδων. Κάτω από αυτήν την οπτική γωνία η προσπάθεια εκµηχάνισης της ξυλουργικής βιοτεχνίας του Μετσόβου κατά το πρώτο µισό του 20oυ αιώνα αποτελεί µία από τις λίγες και περίεργες εξαιρέσεις στο γενικό κανόνα, που θέλει τις όποιες επενδύσεις στο βιοτεχνικό και βιοµηχανικό τοµέα συγκεντρωµένες σε αστικά κέντρα και λιµάνια και την ύπαιθρο, εντελώς ξεκοµµένη από τέτοιου είδους οικονοµικές εξελίξεις και καθηλωµένη στις παραδοσιακές της δοµές 18. Το αρνητικό σηµείο αυτής της υπόθεσης είναι το γεγονός ότι το προϊόν, που κυρίως αποτέλεσε το κίνητρο για την πραγµατοποίηση αυτών των επενδύσεων, απευθύνονταν στην αγροτική ακόµα κοινωνία της Ελλάδας, δηλαδή σε µία αγορά η οποία µετά από ορισµένες δεκαετίες θα κατέρρεε. Αυτό το προϊόν ήταν τα σαµαρόξυλα, δηλαδή η κατασκευή όλων των ξύλινων εξαρτηµάτων που συγκροτούν τον σκελετό του σάγµατος των υποζυγίων. 18 Στις αρχές του 20oυ αιώνα το πιο κοντινό προς την Πίνδο σύγχρονο ξυλουργείο ήταν των αδελφών ρεπανόπουλου στα Τρίκαλα. Εκεί, το 1910 εγκαταστάθηκε η πρώτη ηλεκτροκίνητη πριονοκορδέλα, ίσως όλου του Θεσσαλικού χώρου. Βασικά, όµως, αν µπορούµε να µιλάµε για βιοµηχανία ξύλου στην Ελλάδα στα τέλη του 19oυ και αρχές 20oυ αιώνα ξυλουργικές µονάδες υπήρχαν µόνο στην Πάτρα, ουσιαστικά σχιστήρια ξύλου όπου κατασκεύαζαν κασόνια για τις σταφίδες. Την πρώτη ύλη, όπως είδαµε, την έπαιρναν κυρίως από την Πίνδο. Βλ. Χ. Αγριαντώνη, Οι απαρχές της εκβιοµηχάνισης στην Ελλάδα τον 19o αι., Εµπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1986, σ. 234, 341-343, Λ. Αρσενίου, ό.π., σ. 189, Ν. Μπελαβίλας, «Αναζητώντας τα ίχνη της ιστορικής Βιοµηχανίας στις ελληνικές πόλεις», στο συλλογικό Ιστορικός βιοµηχανικός εξοπλισµός στην Ελλάδα, Πανεπιστηµιακές εκδόσεις ΕΜΠ, Αθήνα, 1998, σ. 30-31. 6

Είναι άγνωστο από πότε υπήρχαν στο Μέτσοβο εργαστήρια που ασχολούνταν αποκλειστικά µε την παραγωγή των ξύλινων τµηµάτων ενός σαµαριού. Φαίνεται ότι στις αρχές του 20oυ αιώνα η ζήτηση για το συγκεκριµένο προϊόν αυξήθηκε, κάτι που έκανε τους βιοτέχνες του Μετσόβου να στραφούν όλο και περισσότερο σε αυτή την δραστηριότητα. 19. Προφανώς, αυτοί διέθεταν ήδη κάποια συγκριτικά πλεονεκτήµατα, τα οποία τους καθιστούσαν πλήρως ανταγωνιστικούς σε αυτόν τον τοµέα. Κατά αρχήν βρίσκονταν δίπλα από τα πιο παραγωγικά δάση οξιάς του Ελλαδικού χώρου, από όπου και προµηθεύονταν την πρώτη ύλη σχετικά εύκολα. Επίσης όχι µόνο κατείχαν τις τεχνικές κατασκευής αυτού του προϊόντος, αλλά επέφεραν και επιπλέον βελτιώσεις. Επιπλέον, το ίδιο το Μέτσοβο και η ευρύτερη περιοχή της Πίνδου αποτελούσαν µία µεγάλη αγορά εφόσον η ανυπαρξία σύγχρονων µεταφορικών υποδοµών συνέβαλε στη διατήρηση µεγάλου αριθµού υποζυγίων. Τέλος, η προσπάθεια εκµηχάνισης των ξυλουργείων, που είχε αρχίσει από τα τέλη του 19 ου αιώνα, τους έδινε τη δυνατότητα να µαζικοποιήσουν την παραγωγή. Όλοι οι προαναφερόµενοι παράγοντες συνέβαλαν ώστε οι βιοτεχνίες του Μετσόβου να αποκτήσουν σχεδόν µονοπωλιακή θέση στην κεντρική και βόρεια Ελλάδα, έως και την εποχή που σταµάτησε η χρήση αυτού του προϊόντος. Σύµφωνα µε πληροφορίες που µου έδωσαν οι τελευταίοι ζώντες τεχνίτες, κατά τις προπολεµικές δεκαετίες η συνολική παραγωγή του Μετσόβου ήταν 30.000 σετ, δηλαδή κάλυπταν ετησίως την ανάγκη τριάντα χιλιάδων υποζυγίων σε σαµάρια. Βρισκόµαστε, λοιπόν, γύρω στα µέσα της δεκαετίας του 1920, όταν κάποιοι παραγωγοί σαµαρόξυλων πιεσµένοι από τη µεγάλη ζήτηση αποφασίζουν να αυξήσουν την παραγωγή τους εισάγοντας την υδροκίνηση στην παραγωγική διαδικασία των βιοτεχνιών τους. Αυτό σήµαινε αγορά οικοπέδου κοντά στο ποτάµι, κτίσιµο κτιρίου και εγκατάσταση νεροπρίονου εντός αυτού. Ασφαλώς, τα πρότυπα κατασκευής των µονάδων τους ήταν τα ήδη υπάρχοντα µόνιµα πριονιστήρια που βρίσκονταν στηµένα στην περιοχή. Όµως, οι παραγωγοί σαµαρόξυλων δε σταµάτησαν εκεί. Σύντοµα ενέταξαν στην παραγωγική διαδικασία και άλλες µηχανές µετατρέποντας τα εργαστήρια τους σε ξυλουργικά εργοστάσια. Ήταν µία εξέλιξη που απαιτούσε όχι µόνο αυξηµένες δυνατότητες υδροκίνησης, αλλά και νέο σύστηµα µετάδοσης της κινητικής ενέργειας του νερού, εφόσον είχαν να κάνουν πλέον µε πολλές µηχανές. Τα προβλήµατα αυτά επιλύθηκαν σταδιακά είτε µε ήδη υπάρχουσες τεχνικές είτε µε δικές τους επινοήσεις, οι οποίες τους εξασφάλισαν την πλήρη εκµηχάνιση της παραγωγής. Η ηλεκτροδότηση της περιοχής στις αρχές της δεκαετίας του 1950 άλλαξε εντελώς τα δεδοµένα στον τοµέα της ξυλουργίας. Είχαν πλέον όλοι οι βιοτέχνες του Μετσόβου τη δυνατότητα να εντάξουν µηχανές στα εργαστήριά τους, και, όχι µόνο όσοι διέθεταν ξυλουργεία δίπλα από το ποτάµι. Τότε έχουµε και τη δηµιουργία του πρώτου σύγχρονου µηχανικού πριονιστηρίου, το οποίο έθεσε οριστικό τέλος στους υδροκίνητους «καταρράκτες» 20. Οι υδροκίνητες ξυλουργικές µονάδες από την τεχνολογική «πρωτοπορία» που βρισκόταν µέχρι τότε περνούν στο περιθώριο, εφόσον η τοποθεσία που βρίσκονταν κτισµένες παρέµεινε εκτός των δικτύων ηλεκτροδότησης και των αυτοκινητοδρόµων. Όµως, η συµβολή τους στη διατήρηση και περαιτέρω ανάπτυξη της βιοτεχνίας ξύλου στην περιοχή του Μετσόβου ήταν καθοριστική. 19 Η οικογένεια Χρόνα από το 1910 και µετά, όπως συνάγεται από τα τεφτέρια της, αρχίζει τη µαζική παραγωγή σαµαρόξυλων και πολύ πιθανόν να χρησιµοποιούσε για την παραγωγή τους τα νεροπρίονα που είχε στην κατοχή της. 20 Πρόκειται για την ξυλουργική µονάδα του Ιδρύµατος Τοσίτσα που λειτουργεί και σήµερα. ηµιουργήθηκε το 1955 και εξοπλίστηκε µε σύγχρονα για την εποχή µηχανήµατα. Αποτέλεσε σηµαντικό σταθµό για την ανάπτυξη της ξυλουργικής βιοτεχνίας στο Μέτσοβο, αφού µπορούσε ο κάθε βιοτέχνης της περιοχής να κάνει χρήση των µηχανηµάτων του εργοστασίου χωρίς να πληρώσει. 7

Αυτή τη στιγµή σώζεται µία νεροκίνητη ξυλουργική µονάδα στην ποταµιά του Μετσόβου, το γνωστό σε όλους του µετσοβίτες πριόνι της οικογένειας Ζαρκάδη. Οι υποδοµές που ενσωµατώνει συνιστούν ένα άριστο οπτικό δείγµα των όσων ανάπτυξα παραπάνω. Με µικρές επεµβάσεις και την επανακατασκευή του «καταράκτη» µπορεί να µετατραπεί σε ένα µουσείο της ξυλουργικής τεχνολογίας της Πίνδου. Όµως, σε ένα τόπο όπου η ξυλουργική τέχνη υπάρχει από αιώνες και εκδηλώνεται µε πολλές µορφές, αυτό το κτίσµα δεν αποτελεί παρά τµήµα της ξυλουργικής παράδοσης του Μετσόβου. Μπορεί, ωστόσο, να αποτελέσει το δυναµικό πυρήνα µίας ευρύτερης προσπάθειας ανάδειξης αυτής της παράδοσης. εν αναφέροµε µόνο σε ένα συµβατικό εκθεσιακό χώρο όπου θα εκτίθενται εργαλεία ή αντικείµενα, αλλά σε µία µουσειακή αντίληψη όπου θα οδηγεί τον ενδιαφερόµενο σε γνώση των εφαρµογών και των τεχνικών που είχαν αναπτύξει οι µετσοβίτες στον ξυλουργικό τοµέα και, τέλος, θα τον κατευθύνει σε κτίσµατα του οικισµού όπου διασώζονται µοναδικά δείγµατα της ξυλουργικής τέχνης από τους προηγούµενους αιώνες, ενώ, ταυτόχρονα θα λαµβάνει γνώση των βιοτεχνιών που την υποστήριζαν, όπως η σιδηρουργία που κατασκεύαζε πλήθος εργαλείων των ξυλουργών. Με αυτόν τον τρόπο θα δίνεται στην ολότητά της η λειτουργία αυτής της τέχνης ως οικονοµική δοµή δείγµα του επιπέδου της τεχνολογίας, αλλά και ως καλλιτεχνική έκφραση µίας ορεινής κοινωνίας. Σήµερα, στον Ελλαδικό χώρο µουσείο σχετικό µε την ξυλουργία δεν υπάρχει, αλλά και δεν νοµίζω ότι υπάρχει περιοχή πέραν του Μετσόβου, που µπορεί να στηρίξει σοβαρά µία ανάλογη προσπάθεια. ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ Στην υπό µελέτη περιοχή όλη η σχετική µε το θέµα µας τεχνική ορολογία προέρχεται από τη βλαχική γλώσσα, η οποία έως τις πρόσφατες δεκαετίες κυριαρχούσε στην προφορική επικοινωνία των ντόπιων. Η χρήση του ελληνικού αλφάβητου, προκειµένου να παρουσιάσω τους τεχνικούς όρους που χρησιµοποιούσαν οι ξυλουργοί, θα µε οδηγούσε σε µία διαστρεβλωµένη καταγραφή τους, κάτι που συνεπάγεται γλωσσολογική και κατ επέκταση επιστηµονική ανακρίβεια. Έτσι, προτίµησα η απόδοση αυτών των όρων να γίνει µε το κατά βάση φωνητικό αλφάβητο των γλωσσολόγων Ν. Κατσάνη και Κ. Ντίνα, που δηµοσιεύτηκε σε συγκεκριµένο επιστηµονικό σύγγραµµα 21. Οι τεχνικοί όροι που θα παρουσιαστούν παρακάτω καταγράφτηκαν στο Μέτσοβο και στη Βωβούσα. Η κάθε λέξη θα δίνεται στο ιδίωµα του Μετσόβου και θα διευκρινίζεται ως προς την προέλευσή της, µόνο όταν διαφοροποιείται η φωνητική της απόδοση, ή απαντάται στην µία από τις δύο περιοχές. Αν δε δίνεται διευκρίνηση προέλευσης της λέξης σηµαίνει ότι είναι κοινή και για τις δύο περιοχές. Όπου είναι εφικτό δίνω και τη µετάφραση της λέξης, διαφορετικά θα δίνεται µία περιγραφική ερµηνεία του όρου. Amaxicó=Στα δασικά νεροπρίονα της Βωβ. είναι ο ξύλινος εναέριος διάδροµος, ο οποίος στήνονταν πάνω από εδαφικά χάσµατα µε σκοπό την κύλιση υλοτοµηµένων κορµών από το σηµείο υλοτόµησης στο σηµείο όπου ήταν εγκατεστηµένο το νεροπρίονο. Αnéme=ανέµη. Ξύλινος κύλινδρος στηριγµένος σε βάσεις που βρίσκονταν πίσω από τον ξυλοπριστικό µηχανισµό του νεροπρίονου. Έφερε λαβές και συνδέονταν µε το πίσω µέρος του τροχήλατου οχήµατος µε µία τριχιά ή αλυσίδα. Όταν ήθελαν να επαναφέρουν το τροχήλατο όχηµα στην αρχική του θέση έστεφαν τον κύλινδρο, µε αποτέλεσµα η τριχιά να περιτυλίγετε πάνω του και, έτσι, να ελκύεται το βαγονέτο προς τα πίσω. Αrăbắ=αραµπάς. Το τροχήλατο όχηµα του νεροπρίονου πάνω στο οποίο τοποθετούνταν τα κούτσουρα που προωθούνταν για πριόνισµα. 21 Βλ. Ν. Κατσάνης Κ. Ντίνας, Γραµµατική της Κοινής Κουτσοβλαχικής, Αρχείο Κουτσοβλαχικών Μελετών, Θεσσαλονίκη, 1990, σ. 27. 8

Αrneálă=ρίνη. Árpe=πτερύγια. Τα πτερύγια του υδροτροχών ( Βωβ. cúpe). Αvláke ή avláke di ápă=αύλακας ή νεραύλακας. Το τεχνητό κανάλι µέσου του οποίου διοχετεύονταν το νερό από το ποτάµι ή το ρέµα στο νεροπρίονο ή το ξυλουργείο. Bratşóle=Πριόνι χειρός µε διπλή πλαισιωτή λαβή. Χρησιµοποιούνταν για την κοπή σανίδων. Ήταν το κατεξοχήν επαγγελµατικό πριόνι των τεχνιτών. bríme: Τοιχώµατα της στέρνας κατασκευασµένα από ξεραµένη λάσπη. Βútšumu=κούτσουρο, κορµοτεµάχιο. Cánalu=Ο ξύλινος υδραγωγός που τροφοδοτούσε µε νερό τα συστήµατα κίνησης των νεροπρίονων και των ξυλουργείων. Αρχικά ήταν τετράγωνος και µεταγενέστερα κυλινδρικός. Παλαιότερα αποκαλούνταν και cărută ( Βωβ. căruti ). Η τεχνική του στεφανιού (tsérkiu) για την περίσφιξη και συγκράτηση ξύλινων κυλινδρικών δοχείων ήταν γνωστή πριν την εισαγωγή της λαµαρίνας, εφόσον από πολύ παλιά οι βαρελοποιοί του Μετσόβου περίζωναν τα βαρέλια µε στεφάνια κατασκευασµένα από λεπτά και ευλύγιστα κλαδιά πεύκου ή συκοµουριάς. Όµως, τέτοιου είδους στεφάνια δεν είχαν την αντοχή να συγκρατήσουν τους µεγάλους υδραγωγούς των µύλων, γι αυτό κατέφευγαν στην κατασκευή τετράγωνων αγωγών τους οποίους περίζωναν µε τα cĺéi. Ενδιαφέρον έχει από αυτήν την άποψη η σηµασιολογία της λέξης cărútă. Στο βλάχικο ιδίωµα του Μετσόβου, εκτός από τους υδραγωγούς των µύλων και των άλλων υδροκίνητων µηχανισµών, µε αυτήν την λέξη εννοούσαν και τα µεγάλα συνήθως κατακόρυφα ξύλινα δοχεία, όπου µέσα τους έριχναν µετά το πάτηµα τα στέµφυλα και τον ζωµό των σταφυλιών, για να υποστούν ζύµωση. Υπάρχουν ενδείξεις ότι σε παλιότερες εποχές πριν την έλευση της λαµαρίνας αυτά τα βαρέλια τα περίζωναν µε cĺéi, όπως και τους υδραγωγούς των µύλων, προκειµένου τα τοιχώµατα τους να αντέξουν στις πιέσεις που ασκούσε ο µούστος κατά την ζύµωση του. εν αποκλείεται, λοιπόν, η τεχνική κατασκευής των παλιότερων υδραγωγών να προήλθε από την κατασκευή αυτών των βαρελιών, γι αυτό και χρησιµοποιείται και στις δύο περιπτώσεις ο ίδιος όρος. Άλλωστε, µε την λέξη cărútă συνήθως εννοούσαν τους παλιού τύπου τετράγωνους υδραγωγούς, ενώ οι νεότεροι σωληνοειδείς δηλώνονταν µε την λέξη cánalu. Caráctu=«καταρράκτης». Ο µηχανισµός του νεροπρίονου, όπως αποκαλούνταν σε µία µεταγενέστερη περίοδο. Călăúzu=οδηγός. Κοµµάτι µέταλλο που έχωναν στο κούτσουρο ως ένδειξη του σηµείου όπου έπρεπε να πριονιστεί Cắĺiuri=Οι ράγες πάνω στις οποίες κυλούσε το τροχήλατο όχηµα του νεροπρίονου (Βωβ. arăbucánaĺi ). Cắndžî ή cî ndžî= γάντζοι. 1) Αρχικά τα διχαλωτά µεταλλικά άγκιστρα που ήταν στερεωµένα πάνω στις υπερυψωµένες άκρες του τροχήλατου οχήµατος. Με αυτά ασφάλιζαν το κούτσουρο ώστε να µην το παρασέρνει προς τα πάνω η λεπίδα του πριονιού, καθώς αυτή το πριόνιζε. 2) Αργότερα η λέξη «cắndžî» άλλαξε σηµασία και σήµαινε ένα µικρό σιδερένιο βαγονέτο που κινούνταν µε γρανάζια. Το είχαν προσαρµόσει στις υδροκίνητες πριονοκορδέλες. Πάνω του τοποθετούσαν και ασφάλιζαν µικρά κορµοτεµάχια, τα οποία πριόνιζαν, για να βγάλουν τα σαµαρόξυλα. Για τα άγκιστρα των νεροπρίονων αργότερα χρησιµοποίησαν την λέξη yándzuri. căpitằńi=προσκέφαλα. 1) Οι υπερυψωµένες ξύλινες έδρες που υπήρχαν στην πίσω και πρόσθια πλευρά του τροχήλατου οχήµατος του νεροπρίονου. Ήταν κατασκευασµένες σαν καθίσµατα ώστε να ακουµπούν πάνω τους τα κούτσουρα εµποδίζοντας, ταυτόχρονα, τη µετατόπισή τους µπροστά ή πίσω ( Βωβ. măxilắri και proskéfale). 2) ύο µεγάλα τετράγωνης διατοµής κούτσουρα επί των οποίων εδράζονταν η στροφαλοφόρος άτρακτος. cărúĺi =καρούλια. 1) Οι τροχοί του τροχήλατου οχήµατος. Επίσης και ródzî (βωβ. arócute ). 2) Οι ξύλινες τροχαλίες του συστήµατος ιµαντοκίνησης. 9

căvắĺii=στα δασικά νεροπρίονα της Βωβ. είναι το φορτίο που τοποθετούνταν επί του τροχήλατου οχήµατος σε κάθε διαδροµή του. Ανάλογα µε τον αριθµό των «căvắĺii» υπολογίζονταν η παραγωγικότητα, δηλαδή πόσες φορές φορτώθηκε το τροχήλατο όχηµα µε κορµοτεµάχια µέσα σε ένα εικοσιτετράωρο. Clápă=Ξύλινο πλαίσιο µε εσοχές στις εσωτερικές τους πλευρές ώστε να εισέρχεται συρταρωτά µία ξύλινη πλάκα. Cĺéi=κλειδιά. Ξύλινοι σφιγκτήρες οι οποίοι περίζωναν τα σανιδένια τοιχώµατα των τετράγωνων υδραγωγών. Crémase=κρέµαση. Η υψοµετρική διαφορά της υδατόπτωσης (από τη στέρνα στον υδροτροχό) µέσω της οποίας εξασφαλίζεται η υδροστατική πίεση. Curmuĺiáre= Η τµήση των υλοτοµηµένων κορµών σε µικρότερα τµήµατα. Curastáre=πριόνι όµοιου σχήµατος µε την bratşóle µε τη διαφορά ότι έφερε ειδική λεπίδα για το πριόνισµα καµπύλων επιφανειών. CuŃuráră=Ειδικό τσεκούρι όπου έφερε στην άκρη της λεπίδας άγκιστρο ώστε να µπήγεται µέσα στο κορµοτεµάχιο και να το σέρνει. Dácă=Τµήµα κούτσουρου κοµένο κατά το διαµήκη άξονα. Στα δασικά νεροπρίονα της Βωβ ο αντίστοιχος τρόπος κοπής ενός κούτσουρου σε τέσσερα τµήµατα αποκαλούνταν tetráscu ή crútse. Discáre=η διάσχιση η πρίση. Doádze=Τα βαρελοσάνιδα. Dzáve=Στα δασικά νεροπρίονα της Βωβ. είναι οι δύο ξύλινες λαβίδες οι οποίες συγκρατούσαν την µεταλλική λεπίδα. δése=δέση. Το σηµείο του ποταµού ή του ρέµατος όπου µε ειδικό φράγµα εγκλωβίζεται το νερό προκειµένου να στραφεί προς τον νεραύλακα. Επίσης και múma di avláke (βωβ. aδési). Dúgu=ζυγός. Η ξύλινη λαβίδα, η οποία βρίσκονταν στερεωµένη στην κάτω στενή ράβδο του κατακόρυφου πλαισίου του πριονιού. Η πάνω πλευρά στήριζε την µεταλλική λεπίδα του πριονιού και η κάτω τον κατακόρυφο διωστήρα. Duyramắ Ξύλα κοµµένα σε µορφή καδρονιού. Fterotíre =φτερωτή. Ο πτερυγιοφόρος τροχός που στρέφονταν µε την πίεση του νερού και έθετε σε κίνηση τους µηχανισµούς. ( Βωβ. fterotíră). Fúsu=άτρακτος, άξονας.1) Η στροφαλοφόρος άτρακτος του νεροπρίονου. 2 ) Ξύλινος κυλινδρικός άξονας που βρίσκονταν στο πρόσθιο µέρος του ξυλοπριστικού µηχανισµού (Βωβ. fúsulu di la pĺeácu=ο άξονας του συστήµατος ώσης ή fusicu=µικρός άξονας). 3) O άξονας στον οποίο στηρίζονταν ο τροχός του ξυλοπριστικού µηχανισµού. Τον προσδιόριζαν και ως fúsulu di tu tšeárke =ο άξονας του τροχού. Fúrcă=1) O κατακόρυφος διωστήρας του νεροπρίονου. 2) ο οριζόντιος διωστήρας του νεροπρίονου. Āiulé=Μπάλα κανονιού την οποία κρέµαγαν ως αντίβαρο από το ράβδο του συστήµατος ώσης του τροχού, για να µην εκτινάσσεται. Glétă= Ειδική σιδερένια ράβδος µε την οποία µετατόπιζαν τα κούτσουρα που τοποθετούσαν πάνω στο τροχήλατο όχηµα (Βωβ. gîlétă). Gráte ή grátă Ξύλινο ή µεταλλικό κιγκλίδωµα τοποθετηµένο κάθετα στο άνω στόµιο του υδραγωγού. Εµπόδιζε τα παρασυρόµενα από το νερό ξύλα ή άλλα υλικά να εισέλθουν στον αγωγό( Βωβ. scáră ). kinắri: Στα δασικά νεροπρίονα της Βωβ. είναι οι πρώτες παραγόµενες σανίδες κατά την πρίση των κορµοτεµαχίων των οποίων οι πλάγιες άκρες του παρουσίαζαν έλλειψη. Limbă=γλώσσα. Πεπλατυσµένα τµήµατα των σιδερένιων αξόνων της στροφαλοφόρου ατράκτου. 10

Mănúšă=χερούλι. Η λαβή, η οποία µέσω τριχιών συνδέονταν µε το σύστηµα ώσης του τροχού, το οποίο και µετακινούσε προς τα πάνω όταν ήθελαν να απεγκλωβίσουν τον τροχό. Musúre=Κούτσουρο µεγάλης διαµέτρου σκαµµένο εσωτερικά και προσαρµοσµένο στην κάτω άκρη του υδραγωγού. Στην εµπρόσθια όψη του προσάρµοζαν δύο σιφούνια ένα για το νεροπρίονο και ένα για τη φτερωτή, που κινούσε τα υπόλοιπα µηχανήµατα. Στα δασικά νεροπρίονα της Βωβούσας ήταν σκαµµένο εσωτερικά κατά χωνοειδή τρόπο και έφερε µπροστά στενή τρύπα (βωβ. Bitšu ). Xifúne=σιφούνι. Στενό σωληνοειδές στόµιο προσαρµοσµένο στο κάτω άκρο του υδραγωγού, από όπου εκσφενδονίζονταν το νερό στα φτερά του υδροτροχού. (Βωβ. sópe ). Óócănă=1) Η σανίδα, που έφραζε το στόµιο του σιφουνιού, µε σκοπό τη διακοπή της ροής του προς τον υδροτροχό. 2) Οι ξύλινες ή και µεταλλικές πλάκες των θυρίδων του αύλακα και της στέρνας. ( Βωβ. clápă ). Papĺeácu=Το σύστηµα ώσης του τροχού του ξυλοπριστικού µηχανισµού (Βωβ pĺeácu ). Pasétu=µέτρο. Οι εγκοπές που χάραζαν στην πίσω έδρα του τροχήλατου οχήµατος ως υποδιαιρέσεις του µέτρου. Pănáre=ακροσάνιδα Τα εξωτερικά καµπυλωτά µέρη του κούτσουρα που αφαιρούνταν, ώστε να τετραγωνιστεί. Επίσης márdzine (Βωβ. căpắki ). Pắrtsî=Οι σανίδες που παράγονταν στα νεροπρίονα µετά την πρίση του κορµοτεµαχίου. Επίσης και meriéritsi. Plătắri=πλάτες. Επιµήκη δοκάρια που πλαισίωναν από τα πλάγια τις ράγες του νεροπρίονου. Plótšî=πλάκες. Πεπλατυσµένες σανίδες που παράγονταν µετά την πρίση του κορµοτεµαχίου. Προορίζονταν για την κατασκευή των σαµαρόξυλων. Prtareáo=θυρίδα. Ήταν τοποθετηµένη εντός της στέρνας και την άνοιγαν όταν ήθελαν να την εκκενώσουν από το νερό. Portaréi = θυρίδες 1) θυρίδες στα πλάγια του αύλακα. Συνήθως ήταν δύο και φράσσονταν από µία ξύλινη ή µεταλλική πλάκα, που εισέρχονταν συρταρωτά εντός σταθερού κάθετου πλαισίου ή δύο ξύλων στερεωµένων κάθετα. Όταν ήθελαν να εκτρέψουν την ροή του νερού τραβούσαν τις πλάκες προς τα πάνω και το νερό έφευγε από τα πλάγια. Priónắ=πριονάς. Ο ασχολούµενος µε τα δασικά νεροπρίονα. Prióne=πριόνι 1) Το νεροπρίονο ως µηχανή. 2) Η τοποθεσία που βρίσκεται το νεροπρίονο. 3) Η λεπίδα του πριονιού (βλ. šáră ). 4) Το πριονιστήριο ή άλλου τύπου ξυλουργείο που χρησιµοποιεί υδραυλική ενέργεια για την κίνηση των µηχανηµάτων του. Rizbóiu=αργαλειός. 1) η φέρουσα κατασκευή του ξυλοπριστικού µηχανισµού, που περιελάµβανε τι κολόνες και τα πλαϊνά τµήµατα. 2) Το ξύλινο πλαίσιο που έφερε στην µέση στερεωµένο το οδοντωτό µεταλλικό έλασµα του πριονιού. Sindrắki ή sindrắtšî= Στα δασικά νεροπρίονα της Βωβ. είναι τα ξύλινα κανάλια στα οποία διοχέτευαν το νερό στα σηµεία που ο αύλακας συναντούσε εδαφικά χάσµατα. Strî mbu=στραβός, κουτσός. Ο µεταλλικός στρόφαλος (Βωβ. šcĺiópu ). Stămătíră=σταµατήρας. Μοχλός µέσω του οποίου έλεγχαν την ροή του νερού ( Βωβ. condinătóru ). Stérnă=στέρνα. Αποταµιευτήρας νερού για τις δύσκολες µέρες του καλοκαιριού όπου η παροχή του ήταν περιορισµένη. Sírte = αλυσίδα. Η αλυσίδα που έλκυε το βαγονέτο του νεροπρίονου (Bωβ. alisíδă). Súle Τα µεταλλικά τµήµατα του στροφαλοφόρου άξονα τα οποία έµπηγαν στο µέσο των κυκλικών προσόψεων, που φέρει στα δύο άκρα του. Šáră=πριόνι 1) Ο δίχειρος ελκοπρίονας µε τον οποίο γινόταν η υλοτόµηση των δένδρων ή η εγκάρσια τµήση των κορµοτεµαχίων. Αργότερα το αποκάλεσαν και cóftră (Βωβ. žácă). 2) Το χειροκίνητο µετά πλαισίου πριόνι πρίσης υλοτοµηµένων κορµοτεµαχίων προς παραγωγή σανίδων. Το τελευταίο έκανε την ίδια δουλειά µε το νεροπρίονο (αργότερα το αποκάλεσαν 11

hiropríonă). Αξίζει να σηµειωθεί ότι η şáră χρησιµοποιήθηκε από τους υλοτόµους µόλις τον τελευταίο αιώνα αντικαθιστώντας το τσεκούρι σε συγκεκριµένες εργασίες. 4) Tο οδοντωτό έλασµα που πριόνιζε τα κορµοτεµάχια. Επίσης και prióne ( Βωβ lepíδă ή lepíδă di prióne ). Šése=έδρα.1) Οι επίπεδες επιφάνειες που διαµόρφωναν στα κούτσουρα όταν τους αφαιρούσαν τα καµπυλωτά µέρη. Σχετική φράση: adáru šésea=διαµορφώνω την έδρα, δηλαδή τετραγωνίζω το κορµοτεµάχιο. 2) Ειδική εγκοπή που άνοιγαν στον κορµό του δένδρου ώστε να διευκολυνθεί η πτώση του προς την επιθυµητή κατεύθυνση. Επίσης και xéδră η scáră. Šócoru=Στα δασικά νεροπρίονα της Βωβ. η κοπή των ξύλων µε τα νερά προς τα έξω ώστε να έχουν αδρή επιφάνεια. Témblă=1) Κατακείµενος κορµός δένδρου. 2) Χοντρό ξύλο ορθογώνιας διατοµής το οποίο επικάθονταν επί των δύο κουζινέτων που συγκρατούσαν την µεταλλική ράβδο της ατράκτου. Turnătură=Στα δασικά νεροπρίονα της Βωβ. είναι µία ξύλινη πλάκα που τοποθετούνταν όρθια εντός του αύλακα και ανάγκαζε το νερό να αλλάξει πορεία Tsáki=τράγοι. Στα δασικά νεροπρίονα της Βωβ. 1) Τα δύο τελευταία οριζόντια κούτσουρα της βάσης του νεροπρίονου όπου πάνω τους στηρίζονταν το σύνολο του ξυλοπριστικού µηχανισµού. 2) Τρόπος τοποθέτησης των σανίδων ώστε να υποστούν φυσική ξήρανση. Tséte= τσέτουλα. Τεµάχιο ξύλου, που έφερε πάνω του εγκοπές ισοδύναµες µε τις υποδιαιρέσεις του µέτρου. Με αυτό υπολόγιζαν το πάχος των σανίδων που θα παράγονταν. Ttšeárke ή tšárke. Ο τροχός του ξυλοπριστικού µηχανισµού Ńupátă îngústă=υλοτοµικό τσεκούρι µε στενή λεπίδα ώστε να διατρυπά εύκολα το ξύλο. Χρησιµοποιούνταν στα πρώτα στάδια της υλοτόµησης για τη διάνοιξη εγκοπής στον κορµό ενός δένδρου. Ńupátă înlátă=υλοτοµικό τσεκούρι µε πλατιά λεπίδα. Με αυτό γινόταν η ρίψη του δένδρου. θimeáĺi=θεµέλια. Στα δασικά νεροπρίονα βάση κατασκευασµένη από διασταυρούµενα κούτσουρα πάνω στην οποία εδράζονταν ο ξυλοπριστικός µηχανισµός του νεροπρίονου Veargă=ράβδος. Στα δασικά νεροπρίονα της Βωβ. η ξύλινη ράβδος του συστήµατος όσης του τροχού ( veargă di pĺeácu). Veară=σκουλαρίκι. Στα δασικά νεροπρίονα της Βωβ. ειδική λαβίδα στερεωµένη στην κάτω στενή ράβδο του πλαισίου του πριονιού, η οποία συγκρατούσε τον οριζόντιο διωστήρα. Závă=Η λαβίδα που βρίσκονταν στην επάνω στενή ράβδο του κατακόρυφου πλαισίου του πριονιού, η οποία συγκρατούσε την µεταλλική λεπίδα του πριονιού. 12

13

14

Βιβλιογραφία Αγριαντώνη, Χ., «Οι απαρχές της εκβιοµηχάνισης στην Ελλάδα τον 19o αι»., Εµπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1986. Bοdoz, J., «Αι δυνατότητες αναπτύξεως της βιοµηχανίας του ξύλου εν Ηπείρω», Ηπειρωτική Εστία, τεύχ. 101, Ιωάννινα, 1960. Hammond, N. G.L., «Ήπειρος», µετ. Α. Γιάγκα, Ηπειρωτική Βιβλιοθήκη, Αθήναι, 1971. Γρίσπου, Π., «ασική ιστορία της νεωτέρας Ελλάδος», Υπουργείο Εθνικής Οικονοµίας- Τοµεύς Γεωργίας Γενική ιεύθυνσις ασών, Αθήνα, 1973. Κατσάνη, Ν. Ντίνου, Κ., «Γραµµατική της Κοινής Κουτσοβλαχικής», Αρχείο Κουτσοβλαχικών Μελετών, Θεσσαλονίκη, 1990. Κουτσουκλένου, Ν., «Ο Υλοτόµος», Σελίδες απ τη Φωκίδα, Εταιρεία Φωκικών Μελετών, Άµφισσα, 1994. Μουζάκη, Σ., «Τα νεροπρίονα στην Πίνδο. Μία Ελάχιστα γνωστή εφαρµογή Υδροκίνησης. Έρευνα ιαπιστώσεις Προτάσεις», Τεχνολογία, τ. 7, σ. 54-56, Αθήνα, 1994. Μουζάκη, Σ., «Τιµές αγαθών και πολιτισµικά στοιχεία για τους κινητούς κτηνοτροφικούς πληθυσµούς του Βελεστίνου. Μαρτυρίες από έγγραφα και δεφτέρια του τέλους του 19 αι. Αρχείο Βασιλάκη βοβουσιώτου κατοίκου βελεστίνου» στο «Υπέρεια».Πρακτικά Β Συνεδρίου «Φεραί βελαστίνο Ρήγας», τόµ. 2 ος, Αθήνα, 1994. Μουζάκη, Σ., «Νεροπρίονα της Πίνδου. Μία άγνωστη δραστηριότητα των βλάχικών κοινοτήτων», Πρακτικά Επιστηµονικής Συνάντησης. «Το Νερό πηγή Ζωής Κίνησης Καθαρµού», Αθήνα, 1999. Μούσιου, Γ., «Τούργια Κρανιά, Ιστορία λαογραφία», Αθήνα, 1999. Μπελαβίλου, Ν., «Αναζητώντας τα ίχνη της ιστορικής Βιοµηχανίας στις ελληνικές πόλεις», στο συλλογικό «Ιστορικός βιοµηχανικός εξοπλισµός στην Ελλάδα», Πανεπιστηµιακές εκδόσεις ΕΜΠ, Αθήνα, 1998. Νοµικού,.Σ., Η υδροκίνηση στην προβιοµηχανική Ελλάδα, ΠΤΙ. ΕΤΒΑ Γ.Γ.Περιφ. Πελοποννήσου, Αθήνα, 1997. Οικονοµίδου, Φ. Μπότσιου, «Υδροκίνηση: Μαντάνια, νεροτριβές, υδροπρίονα. Μία πρώτη προσέγγιση σε εργαστήρια του Β. Ελλαδικού Χώρου», Πρακτικά Α Τριηµέρου Εργασίας, ΠΤΙ. ΕΤΒΑ, Αθήνα, 1991. Οικονοµόπουλου, Α., «Οι υδροπρίονες εν Ελλάδι», ασικόν Περιοδικόν, τ.1 ον, Αθήνα, 1926. Οικονοµόπουλου, Α., «Η εξέλιξις της δασοπονίας εν τη, νέα, Ελλάδι. Από της απελευθερώσεως αυτής µέχρι του έτους 1940», Πανεπιστήµιον Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη, 1942. Πλατάρη, Γ., «Το σηµειωµατάρι ενός Μετσοβίτη» 1871-1943, Αθήνα, 1972. Πορφυρίου Μοναχού Σιµωνοπετρίτη Σ. Μαµαλούκου, «Τα νεροπρίονα της Σιµωνόπετρας», «Το Νερό πηγή Ζωής Κίνησης Καθαρµού». Πρακτικά Επιστηµονικής συνάντησης, Αθήνα, 1999. Σαράντου, Κ.Π., «Το χωριό Περιβόλι Γρεβενών», Αθήνα, 1977. Wace, A. Thompson, M., «Οι νοµάδες των Βαλκανίων», µτφ. Π. Καραγιώργος, Φιλολογικός Ιστορικός, Λογοτεχνικός Σύνδεσµος (Φ.Ι.Λ.Ο.Σ), Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη, 1989. 15

The Application of Hydraulic drive in the Woodwork Handcraft of Pindos The handcraft's past and a proposal for a Museum Exhibition Th. Dasoulas, Doctoral Researcher, University of Ioannina Department of History and Archaeology Abstract The purpose of this article is to present a so far unknown aspect of the economic and technological history of Greece. It concerns the pre-industrial phase of Pindos woodwork handcraft and more specifically the financial-technical developments that took place in the end of the 19 th and the beginning of the 20 th century in the region of Metsovo, which led to the creation of the first woodwork units in Pindos. The water-driven saw, a device which appeared in the forests of Pindos in mid 19 th century is considered to be the technological starting point of these developments, bringing about a spectacular growth in logging production. However, while the water-driven saw remained until the end a mere logging tool for the other carpenters, for the carpenters of Metsovo it marked the beginning of production automation and eventually the creation of water-powered woodwork units. This particular development was recorded in the framework of a multi-annual research initiative relative to the study of past financial structures in the region of central Pindos. It was based on three axes: 1) Recording, through personal interviews, the terminology used for the techniques and methods forming the technical framework of the local carpentry in previous centuries, 2) Recording the remaining technical infrastructures through designs and photographs, 3) Studying the archives. The investigation of the causes leading to the above technical-financial evolution forms the final conclusion of this study. The handcraft traditions and the commercial spirit developed by the residents of Metsovo during the Ottoman period were the driving forces of a different financial perception which pushed the local woodwork handcraft towards the above developments. 16