Περιεχόμενα. www.imga.gr



Σχετικά έγγραφα
Στὴν ἀρχὴ ἦταν ὁ Λόγος. Ὁ Λόγος ἦταν μαζὶ μὲ

α κα ρι ι ο ος α α νηρ ος ου ουκ ε πο ρε ε ευ θη εν βου λη η η α α σε ε ε βων και εν ο δω ω α α µαρ τω λω ων ουουκ ε ε ε

Μητρ. Βεροίας: «Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγά πης τοῦ Χριστοῦ;»

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. (Β Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Π α σα πνο η αι νε σα τω τον Κυ ρι. Π α σα πνο η αι νε σα α τω τον. Ἕτερον. Τάξις Ἑωθινοῦ Εὐαγγελίου, Ὀ Ν Ψαλµός. Μέλος Ἰωάννου Ἀ. Νέγρη.

EISGCGSG Dò. «Ἡ Εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ: Χθὲς καὶ σήμερον ἡ αὐτὴ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» Σάββατο, 22α Δεκεμβρίου 2012

11η Πανελλήνια Σύναξη Νεότητος της Ενωμένης Ρωμηοσύνης (Φώτο Ρεπορτάζ)

Εἰς τήν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας (Α Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Θωμᾶ.

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη...

1.2.3 ιαρ θρω τι κές πο λι τι κές Σύ στη μα έ λεγ χου της κοι νής α λιευ τι κής πο λι τι κής...37

Κυριακή 3 Μαρτίου 2019.

ΠΑΣΧΑΛΙΟΣ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΘΙΜΟΣ

Γενικὴ Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία Α

Τι μπορεί να δει κάποιος στο μουσείο της Ι.Μ. Μεγάλου Μετεώρου

Εὐλογημένη ἡ ἐπιθυμία τοῦ πλούσιου νέου σήμερα νά

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ 2017 Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΘΙΜΟΣ

Σᾶς εὐαγγελίζομαι τὸ χαρμόσυνο ἄγγελμα τῆς γεννήσεως τοῦ. Χριστοῦ, ποὺ ἀποτελεῖ τὴν κορυφαία πράξη τοῦ Θεοῦ νὰ σώσει τὸν

Ό λοι οι κα νό νες πε ρί με λέ της συ νο ψί ζο νται στον ε ξής έ να: Μά θε, μό νο προκει μέ νου. Friedrich Schelling. σελ. 13. σελ. 17. σελ.

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΚΔΟΣΕΩΝ


Οι τα α α α α α α α Κ. ε ε ε ε ε ε ε ε ε Χε ε ε. ε ε ε ε ε ε ρου ου βι ι ι ι ι ι ι. ιµ µυ στι κω ω ω ω ω ως ει κο ο

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἀσώτου.

Κυριακή 19 Μαΐου 2019.

ο Θε ος η η µων κα τα φυ γη η και δυ υ υ να α α α µις βο η θο ος ε εν θλι ψε ε ε σι ταις ευ ρου ου ου ου ου σαις η η µα α α ας σφο ο ο ο

Κυριακή 28 Ἰουλίου 2019.

Κυριακή 30 Ἰουνίου 2019.

ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΝΑΦΟΡΑ. Γι αυτό και εμείς, ενωμένοι με τους Αγγέλους και τους αγίους, διακηρύττουμε τη δόξα σου αναφωνώντας και λέγοντας (ψάλλοντας):

ΣΤΟ ΧΟΣ- Ε ΠΙ ΔΙΩ ΞΗ ΠΛΑΙ ΣΙΟ ΧΡΗ ΜΑ ΤΟ ΔΟ ΤΗ ΣΗΣ

Κυριακή 2 Ἰουνίου 2019.

ΤΡΙΤΗ ΑΝΑΦΟΡΑ. Ας υψώσουμε τις καρδιές μας. Είναι στραμμένες προς τον Κύριο. Ας ευχαριστήσουμε τον Κύριο τον Θεό μας. Άξιο και δίκαιο.

Πρός τούς ἀδελφούς μου

ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΟΝΟ ΕΝΑΣ ΘΕΟΣ!

Κυριακή 23 Ἰουνίου 2019.

Κυριακή 5 Μαΐου 2019.

ε ε λε η σον Κυ ρι ε ε ε

Εκεί όπου όντως ήθελε ο Θεός

ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ Β ΔΙΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΓΑΜΟΥ, ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ, ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΚΑΙ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ

Η Αγία Σοφία και οι κόρες της Πίστη, Ελπίδα, Αγάπη

Kataskinosis2017B_ ÎÔ Ï 8/28/17 6:58 PM Page 1. Κατασκήνωση «ΘΑΒΩ Ρ» τῆς Ὀρθοδόξου Ἀδελφότητος. «Η ΟΣΙΑ ΞΕΝΗ» στήν ΕΛΑΝΗ Κασσανδρείας

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναῒτου, συγγραφέως τῆς Κλίμακος. (Δ Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

ΜΑΘΗΜΑ 11 Ο Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Συναγμένοι στη Θεία Ευχαριστία: Η ουσία της Εκκλησίας. Διδ. Εν. 15

ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ

Ο Τριαδικός Θεός: οι γιορτές της Πεντηκοστής και του Αγίου Πνεύματος. Διδ. Εν. 14

(Θ. Λειτουργία Ἰωάννου Χρυσοστόμου)

ΔΕ 5. Ο Ευαγγελισμός της Μαρίας για τη γέννηση του Μεσσία

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΑ & ΘΕΟΤΟΚΙΑ ΕΣΠΕΡΑΣ 1-15 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ. Παρασκευή 1/08/2014 Ἑσπέρας Ψάλλοµεν τὸ Ἀπολυτίκιο τῆς 2/8/2014. Ἦχος.

Ἕνα συγκλονιστικό περιστατικό ἀκούσαμε σήμερα

«Να αγωνιζόμαστε για να μην ενδίδουμε στους πειρα σμούς»

Εἰς τήν Κυριακήν τῆς Σταυροπροσκυνήσεως (Γ Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Πριν από πολλά χρόνια ζούσε στη Ναζαρέτ της Παλαιστίνης μια νεαρή κοπέλα, η Μαρία, ή Μαριάμ, όπως τη φώναζαν. Η Μαρία ήταν αρραβωνιασμένη μ έναν

Σύνοδος οὐρανοῦ καί γῆς

ΑΣΚΗΣΗ, ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ

Κυριακή 14 Ἰουλίου 2019.

Λίγα λόγια για την προσευχή με το κομποσχοίνι.

Χριστιάνα Ἀβρααμίδου ΜΑΤΙΑ ΑΝΑΠΟΔΑ. Ποιήματα

Εἰς τόν Ἅγιον Ἰωάννην τόν Πρόδρομον.

Κυ ρι ον ευ λο γη τος ει Κυ ρι ε ευ. λο γει η ψυ χη µου τον Κυ ρι ον και πα αν. τα τα εν τος µου το ο νο µα το α γι ον αυ

Κυριακή 12 Μαΐου 2019.

ΑΣΚΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΘΑΡΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΘΗ

Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2019.

Μέτρο για όλα ο άνθρωπος; (Μέρος 2o)

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ (Δελφῶν καί Μιαούλη) Τηλ: Ἡ Θεία Κοινωνία.

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ:

Μητρ.Λεμεσού: Όταν δεν υπάρχει η ειρήνη του Θεού, τότε ζηλεύουμε και φοβόμαστε ο ένας τον άλλο

Κυριακή 29η Σεπτεμβρίου 2019 (Κυριακή Β Λουκᾶ).

5 Μαρτίου Το μυστήριο της ζωής. Θρησκεία / Θεολογία. Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς ( 1979)

Κυριακή 27 Ἰανουαρίου 2019

Βασικά Χαρακτηριστικά Αριθμητικών εδομένων

Ε υ _ λο _ γη _ τος _ ει _ Κυ _ ρι _ ε _ δι _ δα _ ξον _ με _ τ α_ δι _. Τ ων _ α _ γι _. ων _ ο _ χο _ ρος _ ευ _ ρε _ π η_ γη _ ην _ τ ης_

Θέμα: «Περὶ τοῦ προσώπου τοῦ Ἀναδόχου εἰς τὸ Μυστήριον τοῦ Βαπτίσματος».

Κυριακή 14 Ἀπριλίου 2019.

Νὰ συγκαλέσει πανορθόδοξη Σύνοδο ή Σύναξη των Προκαθημένων καλεί τον Οικουμενικό Πατριάρχη η Κύπρος αν ο στόχος δεν επιτευχθεί

Μεταφράσεις, μυστήρια καί ἄσκηση

Λόγοι Αγίων Πατέρων για την ταπείνωση

Μητρ. Δημητριάδος: Η Μακεδονία είναι μία και ελληνική

Θαύματα Αγίας Ζώνης (μέρος 4ο)

Περί αλλοιώσεως της Παιδείας: «Ο σκοπός είναι ανόσιος γιατί είναι ύπουλος»

ΠΕΡΙEΧΟΜΕΝΑ. Πρό λο γος...13 ΜΕ ΡΟΣ Ι: Υ ΠΑΙ ΘΡΙΑ Α ΝΑ ΨΥ ΧΗ

Η Ορθοδοξία ως βίωμα προσωπικής συναντήσεως με τον Χριστό

ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ Η ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

Εὐκλείδεια Γεωµετρία

ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ

Θεία Λειτουργία. Ο λαός προσφέρει τα δώρα Συμμετέχει ενεργητικά Αντιφωνική ψαλμωδία. Δρώμενο: Η αναπαράσταση της ζωής του Χριστού

Εἰς τήν Κυριακήν τῆς Τυρινῆς.

ΜΑΘΗΜΑTA ΓΙΑ ΜΕΡΟΣ Δ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ V ΜΑΘΗΜΑ 171. Ο Θεός είναι µόνο και µόνο Αγάπη και εποµένως το ίδιο είµαι κι Εγώ.

Σεραφείμ Πειραιώς: «Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι ο ευλογημένος καιρός»

Εὐκλείδεια Γεωµετρία

Πρωτομηνιά και Άνοιξη: Τρεις σπουδαίες Αγίες εορτάζουν

ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΦΟΣΙΩΣΕΩΣ

Το κήρυγμα και τα θαύματα του Χριστού μέσα από τη λατρεία. Διδ. Εν. 9

Μαθημα 1. Η λατρεία στη ζωή των πιστών σήμερα

Ακολουθίες στο Παρεκκλήσιο Αγίου Λουκά Κριμαίας

Πώς να μελετάμε τη Βίβλο

Να ξαναγράψετε το κείμενο που ακολουθεί συμπληρώνοντας τα κενά με τις

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Αι ιστορικαί χειροτονίαι των Γ.ΟΧ. υπό του αειμνήστου Επισκόπου Βρεσθένης κυρού Ματθαίου του Α’ το έτος 1948

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Μητρ. Βεροίας: Η ταπείνωση θεμέλιο κάθε αρετής

Transcript:

Περιεχόμενα Συναξάρι: Ἁγίας Μεγαλομάρτυρος Εἰρήνης...3 Πρόσωπο καὶ ἁγιότητα. Τοῦ Kαθηγητῆ Βασίλειου Τ. Γιούλτση... 5 Ἡ παρεξηγημένη ἁγιότητα. Τοῦ Σεβ. Μητρoπολίτου Περγάμου κ. Ἰωάννου Ζηζιούλα...8 Ἐκ Φαναρίου: Φαναριώτικος λόγος, ὁ λόγος τῆς ἐμῆς καρδίας...14 Ποιμένας καὶ θεραπευτὴς. Τοῦ Πρωτ. Ἀδαμαντίου Αὐγουστίδη...16 Μαζί μέ τούς γονεῖς: Ὅταν οἱ γονεῖς εἶναι θυμωμένοι...19 Μέ ἐνδιαφέρον γιά τούς νέους: Ἡ χαρὰ στὴν καθημερινὴ ζωὴ...20 Ἡ διέξοδος ἀπό τά ἀδιέξοδα εἶναι ὁ Χριστός. Τοῦ Ἱεροδ. Νικηφόρου Κουνάλη... 22 Δωρεές...23 Ἐπισκεφθεῖτε τήν ἱστοσελίδα μας www.imga.gr Ἐν Ἐσόπτρῳ Τριμηνιαία ἔκδοση τοῦ Πολιτιστικοῦ Κέντρου Ἐπικοινωνιακοῦ καί Μορφωτικοῦ Ἱδρύματος τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Γορτύνης καί Ἀρκαδίας. Ἐκδίδεται μέ τήν πρόνοια τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Γορτύνης καί Ἀρκαδίας κ. Μακαρίου. Ἰδιοκτήτης Ἐκδότης: Τμῆμα Ἐκδόσεων Πολιτιστικοῦ Κέντρου Ἐπικοινωνιακοῦ καί Μορφωτικοῦ Ἱδρύματος τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Γορτύνης καί Ἀρκαδίας. Ὑπεύθυνος ὕλης: π. Χαράλαμπος Παπαδόπουλος, τηλ. 6975853535, e mail: xarpap75@gmail.com Συντακτική Ἐπιτροπή: π. Χαράλαμπος Παπαδόπουλος, π. Χαράλαμπος Κοπανάκης. Μακέτα: Γιώργος Τεκονάκης. Ἐκτύπωση: ΤΥΠΟΚΡΕΤΑ. Οἰκονομικές εἰσφορές: Ἁγ. Γεωργίου 16, 70400 Μοῖρες, Ἡρακλείου Κρήτης Τηλ.: 28920 22208 Fax: 28920 24804

Συναξάρι Ἁγίας Μεγαλομάρτυρος Εἰρήνης Κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ ἁ γίου Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου, ὁ βασιλιὰς τῆς πόλεως Μαγεδῶνος (στὴν Περσία), Λικίνιος, εἶχε μία θυγατέρα ἐξαι ρετικῆς ὀ μορφιᾶς, ὀνόματι Πηνελόπη. Γιὰ νὰ τὴν προ στατεύσει ἀπὸ τὴν διαφθορὰ τοῦ κόσμου, τὴν εἶχε κλείσει ἀπὸ τὴν ἡλι κία τῶν ἕξι χρόνων σὲ ὑ ψηλὸ καὶ ἀ προσπέλαστο πύργο, ὅ που τὴν περιέβαλλε μὲ ἀφάνταστη πολυτέλεια καὶ ἀνέσεις. Τὴν ὑπηρε τοῦσαν δεκατρεῖς θε ραπαινίδες καὶ τὴν μόρφωσή της εἶχε ἀναλάβει ἕνας πάνσοφος γέροντας, ὀνό ματι Ἀπελλιανός. Μία ἡμέρα, ἡ κόρη εἶδε ἕνα περιστέρι νὰ μπαίνει στὸν πύργο, κρα τώντας στὸ ράμφος του ἕνα κλαδὶ ἐ λιᾶς ποὺ ἦλθε νὰ ἀποθέσει πάνω σὲ ἕνα χρυσὸ τραπέζι. Στὸ ἴδιο μέρος ἦλθε κατόπιν ἕνας ἀετὸς νὰ ἀφήσει ἕνα στεφάνι ἀπὸ ἄνθη ποὺ κρατοῦσε στὰ γαμψόνυχά του, καὶ τέλος ἕνα ἀποκρουστικὸ μαῦρο κοράκι ἔφερε ἐκεῖ ἕνα φίδι. Ἡ Πηνελόπη ρώτησε νὰ μάθει ἀπὸ τὸν δάσκαλό της τὴν σημασία τῶν σημείων αὐτῶν καὶ ἐκεῖνος τῆς ἐξήγησε ὅτι ἔμελλε νὰ λάβει τὸ βάπτισμα, σύμβολο τοῦ ὁποίου ἦταν τὸ κλαδὶ ἐλιᾶς, καὶ ἀφοῦ ἀντιμετώπιζε κατόπιν δοκιμασίες καὶ θλίψεις θὰ κέρδιζε τὸν βασιλικὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου. Λίγο μετὰ τὸ ὅραμα αὐτό, ἦλθε ἕνας ἄγγελος νὰ τὴν κατηχήσει στὴν χρι στιανικὴ πίστη καὶ τῆς ἔδωσε τὸ ὄνομα Εἰρήνη. Ἀφοῦ βαπτίσθηκε, ἡ Εἰρή νη ἀνέτρεψε τὰ εἴδωλα τοῦ πατέρα της καὶ ἀντι με τώπισε μὲ ἀνδρικὴ ἀπο φασιστικότητα τὶς ἀπειλὲς ἐκείνου. Ἔξαλλος ὁ Λικίνιος, διέταξε νὰ ρίξουν τὴν κόρη του κάτω ἀπὸ τὶς ὁπλὲς ἄγριων ἀ λό γων, ἕνα ἀπὸ αὐτὰ ὅ μως στράφηκε ἐναντίον τοῦ βασιλιᾶ καὶ τὸν ποδοπάτησε. Ἡ προσευχὴ τῆς θυγατέρας του ἐπανέφερε τὸν Λικίνιο στὴν ζωή, καὶ τότε μεταστράφηκε μαζὶ μὲ πλῆθος ὑπη κόων του, παραιτήθηκε ἀπὸ τὸν θρόνο καὶ ἀπο τραβήχ θηκε στὸν πύργο, ὅπου πέρασε τὴν ὑπό λοιπη ζωὴ του χύνοντας δάκρυα μετανοίας. Ὁ διάδοχός του στὸν θρόνο, Σε δεκίας, ἐπιχείρησε νά μεταστρέψει τὴν πριγκίπισσα στὴν εἰδωλο λατρία. Ἀντιμε τω πίζοντας ὅμως τὴν ἐπίμονη ἄρνησή της, διέταξε νὰ τὴν ρίξουν σὲ ἕναν λάκκο γεμάτο μὲ φίδια. Μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θε οῦ, ἡ Εἰρήνη ἀντεπεξῆλθε στὴν δοκιμασία αὐτή, ὅπως καὶ σὲ ἄλλα βασανιστήρια στὰ ὁποῖα τὴν ὑπέβαλαν, καὶ ἔφερε στὴν ἀληθινὴ πίστη πλῆθος εἰδωλολατρῶν. Ἐν Ἐσόπτρῳ 3

Ὁ Σεδεκίας ἐκθρονίσθηκε ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς του καὶ ὁ γιὸς τοῦ Σαβὼρ ἐξεστράτευσε ἐναντίον τους γιὰ νὰ λάβει ἐκδίκηση. Ὁ ἴδιος καὶ ὁ στρατὸς του ὅμως προσβλήθηκαν ἀπὸ τύφλωση καὶ ἀκινη το ποιήθηκαν. Ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη συνάντησαν τὴν Εἰρήνη ποὺ τοὺς θεράπευσε, ἀλλὰ αὐτοὶ παρέμειναν στὴν τυφλότητα τῆς ψυχῆς τους καὶ ὑπέβαλαν τὴν κόρη πάλι σὲ μαρτύρια, ἀναγκά ζοντάς την νὰ βαδίζει σὲ μία ἀπόσταση τριῶν μιλίων φορτωμένη ἕναν σάκκο ἄμμο καὶ μὲ τὰ πόδια τρυπημένα ἀπὸ καρφιά. Ἀγανακτι σμένη ἀπὸ τὴν προσβολὴ αὐτὴ κατὰ τῶν ἁγίων, ἡ γῆ ἄνοιξε τότε καὶ κατάπιε πλῆ θος ἀπίστων. Ἀπὸ τοὺς ἐπιζῶντες περισσότεροι ἀπὸ τρεῖς χιλιάδες μεταστρά φηκαν μόνο ὁ βασιλιὰς ἔμεινε ἀμετα νό ητος καὶ τιμωρήθηκε ἀπὸ ἄγγελο Κυρίου. Ἐλεύθερη πιά, ἡ Εἰρήνη διέτρεξε τὴν πόλη Μαγεδῶν κηρύττοντας τὸ Εὐαγγέλι ο καὶ ὁδήγησε στὸν Χριστὸ τοὺς περισσότερους κατοίκους. Μετέβη κατόπιν στὴν πόλη Καλλίνικον, ὅπου θριαμβεύοντας στὰ μαρτύρια στὰ ὁποῖα τὴν ὑπέβαλαν, μετέστρεψε στὴν πίστη τοὺς κατοίκους συμπεριλαμβανομένου τοῦ ἔπαρχου στὸν ὁποῖο ὁ βασιλιὰς εἶχε ἀναθέσει τὸν βασανισμό της. Ἡ φήμη τῆς ἁγίας ἔφθασε ἕως τὸν βασιλιὰ τῶν Περσῶν, Σαβώριο, ὁ ὁποῖος τὴν συνέλαβε καὶ τὴν ἀποκεφάλισε. Ἕνας ἄγγελος, ὅμως, τὴν ἐπανέφερε στὴν ζωή, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ συνεχίσει τὴν ἀπο στολή της. Κατευθύνθηκε τότε πρὸς τὴν πόλη Μεσημβρία, κρατώντας στὸ χέρι της ἕνα κλαδὶ ἐλιᾶς, ὡς σημεῖο νίκης ἐπὶ ὅλων τῶν δυνάμεων τοῦ θανάτου. Ἀφοῦ βάπτισε τὸν βασιλιὰ τῆς περιοχῆς ἐκείνης καὶ τοὺς ὑπηκόους του, ἐπέστρεψε στὴν πατρίδα της καὶ ἐν συνέχεια πέρασε ἀπὸ τὴν Ἔφεσο, ὅπου ἔκανε θαύματα ἀντάξια τῶν Ἀποστόλων πρὸς ἐπίρρωσιν τοῦ κηρύγματός της. Ὁλοκληρώνοντας τὸ ἀπο στο λικό της ἔργο, ἡ ἁγία Εἰρήνη πῆρε μαζί της τὸν δάσκαλό της Ἀπελλιανὸ καὶ ἕξι μαθητές της καὶ μπαίνοντας σὲ ἕναν νεόσκαπτο τάφο τοὺς ἔδωσε τὴν ἐντολὴ νὰ κυλήσουν πίσω της τὸν λίθο τοῦ μνημείου καὶ νὰ ἐπιστρέψουν μετὰ ἀπὸ τέσσερεις ἡμέρες. Δύο ἡμέρες ἀργότερα ὁ Ἀπελ λιανὸς ἦλθε στὸν τόπο αὐτὸ καὶ βρῆ κε τὸν λίθο μετατοπισμένο καὶ τὸν τάφο ἄδειο. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ πιστεύεται ὅτι ἡ ἁγία ἀνελήφθη στοὺς οὐρανοὺς ὅπως ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος. Πηγή: Νέος Συναξαριστὴς τῆς Ὀρθοδό ξου Ἐκκλησίας, ὑπὸ Ἱερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, ἔκδ. Ἴνδικτος (τόμος ἔνατος Μάϊος, σελ. 61 63) 4 Ἐν Ἐσόπτρῳ

Πρόσωπο καὶ ἁγιότητα τοῦ κ. Βασίλειου Τ. Γιούλτση, Ὁμότιμου Καθηγητῆ Παν/μίου Θεσσαλονίκης Εἶναι δύσκολο νὰ συλλάβει ὁ ἄνθρωπος τὸ νόημα τῆς ἁγιότητας. Στὴ σύγχρονη μάλιστα ἐποχὴ μὲ τὴν τρομα κτικὴ σύγχυση τῶν ἰδεῶν καὶ τῶν ἐναλλασσόμενων ἀντιφάσεων μπορεῖ νὰ εἶναι ἐλάχιστοι ἐκεῖνοι, ποὺ προβλη μα τί ζονται πάνω στὴ σημασία τῆς λέξης ἢ τὶς διαστάσεις τοῦ περιεχομένου της. Ἡ ἁγιότητα γιὰ τοὺς πολλοὺς μένει μία ἀπλησίαστη ἀξία, ποὺ συνδέεται μόνο μὲ τὸ Θεό. Παρ ὅλα αὐτὰ ἡ ἁγιότητα εἶναι δεμένη μὲ τὴ ζωή μας, ποὺ κυλᾶ ἀκόμα κι ἂν δὲ θέλουμε νὰ τὸ πιστέψουμε μέσα στὸ χῶρο καὶ τὸ χρόνο τῆς Ἐκκλησίας. Ἰδιαί τερα ὡς Χριστιανοὶ ζοῦμε σὲ μία χρονικὴ διάσταση, ποὺ εἶναι προβολὴ τοῦ παρελθόντος, καὶ τὸ πα ρελ θὸν ὡς παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἐκ φράζει τὴν ἱστορία, ποὺ γράφτηκε μὲ τὶς θυσίες καὶ τὸ αἷμα τῶν ἁγίων καὶ τῶν μαρτύρων. Τὸ γεγονός, μάλιστα, ὅτι ὁ καθένας μας ἔχει βαφτιστεῖ στὸ ὄ νομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, σημαίνει ἔντα ξη σὲ μία πραγματικότητα, ὅπου ὑπάρ χουν οἱ δυνατότητες καὶ τὰ μέσα γιὰ τὴν προσέγγιση τῆς ἁγιότητας. Τὸ μόνο ἐμπόδιο εἶ ναι ἡ ὑπέρβαση τοῦ ἑαυτοῦ μας ὄχι ἡ ἐκμηδένιση τῆς προσωπικότητας, ὄχι ἡ ἐξαφάνιση τῶν πνευματικῶν ποιοτήτων. Ἡ μοναδικὴ δυσκολία εἶναι ἡ ἀπο δέ σμευση ἀπὸ τὴ δουλεία τῶν αἰσθήσεων καὶ τῶν ἐνστίκτων καὶ στὴ συνέχεια ἡ χωρὶς περιορισμοὺς καὶ κρατούμενα ἀποδοχὴ τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἅγιοι, ποὺ ἔζησαν στὸ παρελθόν, δὲν εἶ χαν διαφορετικὲς δυνάμεις καὶ δυνατότητες ἀπὸ τὶς δικές μας. Οὔτε κι οἱ ἐποχές τους γιὰ τὴν ἁγιότητα ἦταν πιὸ πρόσφορες ἀπὸ τὴ δική μας. Ἔζησαν μέσα στὸν κόσμο, κάτω ἀπὸ τὶς ἴδιες ἠθικὲς καὶ πνευμα τικὲς συνθῆκες μ ἑκατομ μύρια συνανθρώπων τους, καὶ φυσικὰ μὲ ἑκατομμύρια Χρι στια νῶν. Ἡ διαφορὰ τους ὅ μως ἀπ ἐκείνους ἦταν ὅτι αὐτοὶ ἐναρμόνισαν τὴ ζωή τους μὲ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ καὶ δὲ δίστασαν νὰ τὸ ὁ μολογή σουν μὲ παρρησία ὅταν βρέθηκαν σὲ δίλημμα. Τὸ στοιχεῖο αὐτὸ τοῦ ἡρωϊσμοῦ εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἀρετὴ τοῦ ἁ γίου. Μία ἀρετὴ ποὺ τοῦ δίνει τὴ δύναμη νὰ βλέπει τὰ πάντα κάτω ἀπὸ τὸ φῶς τῆς αἰωνιό τητας, καὶ ἀπὸ τὴν προοπτικὴ αὐ τὴ νὰ ἀξιολογεῖ τὸν κόσμο, τὶς χαρές, τὶς λάμψεις, τὶς ἐπιδιώξεις ἢ τὶς ματαιότητές του. Ὁ ἅγιος δὲν προβάλλει τὸν ἑαυτό του. Προβάλλει πάντοτε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, καὶ σ αὐτὸ προσανατολίζεται καὶ ἐντά σ σεται ὁλοκληρωτικὰ μὲ μία ἐκπληκτικὴ ὑπακοή, ποὺ τὸν ἀποδεσμεύει ἀπὸ τὸν ἑαυτό του καὶ τὸν κόσμο. Κι ἐνῶ ζεῖ μέσα στὸν κόσμο μὲ ἀνθρώπινο σχῆμα καὶ προϋποθέσεις ἢ ὑποχρεώσεις, πολιτεύεται ὡς πολίτης τοῦ οὐρανοῦ, ὡς ἀληθινὸς ὑπήκο ος τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ἀποκτᾶ τὴ δυνατότητα νὰ ἀνυψώνεται πάνω ἀπὸ τὴ συμβατικότητα τῆς ζωῆς, πάνω ἀπὸ τὶς ἐφήμερες ἐκδηλώσεις της, πάνω ἀπὸ τὶς φαινομενικές της λαμπρότητες καὶ νὰ προσεγγίζει στὴ σφαίρα τοῦ πραγματικοῦ, τοῦ τέλειου, τοῦ ἰδανικοῦ, στὴ σφαίρα τῆς ἁγιότητας καὶ τοῦ θείου. Μία τέτοια προσέγγιση σημαίνει πίστη, δύναμη ψυχῆς καὶ θέληση, μπροστὰ στὴν ὁποία εἶναι ἀνίσχυρη κάθε πίεση, κάθε στέρηση, κάθε δέσμευση, κάθε ταπείνωση καὶ κάθε μαρτύριο. Ἐν Ἐσόπτρῳ 5

Αὐτὴ τὴ συγκλονιστικὴ πραγματικότητα τὴ βλέπουμε διάχυτη καὶ πλούσια στὴ ζωὴ τῶν ἁγίων καὶ τῶν μαρτύρων τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἐκεῖ ὅμως που διακρίνεται χαρακτηριστικότερα εἶναι στὴ ζωὴ τῆς Θεοτόκου, ποὺ δὲν εἶναι ἁπλῶς μία ἁγία, ἀλλ ἡ βασίλισσα τῶν ἁγίων, ἡ Παναγία μας. Σ αὐτὴν θ ἀναφερθοῦμε εὐλαβικὰ γιὰ ν ἀντλήσουμε δυνάμεις ἀπὸ τὴν ἁ γιό τητά της, ποὺ δύο χιλιάδες χρόνια τώρα παραμένει φωτεινὸς δείκτης γιὰ τὸν κάθε πιστό. Ἡ ἁγιότητα τῆς Παναγίας εἶναι κάτι ἀσύλληπτο γιὰ τὴν ἐποχή μας, ἀλλὰ καὶ γιὰ κάθε ἐποχή. Γιὰ ν ἀντιληφτοῦμε τὸ μέγεθός της, πρέπει νὰ σκεφτοῦμε τὶς εὐθύνες ποὺ δέχτηκε νὰ ἀναλάβει, δηλώνοντας στὸν ἀρχάγγελο τότε στὸν εὐαγγελισμὸ ὅτι ἀποδέχεται τὴν τιμὴ τοῦ Ὑψίστου γιὰ τὴ γέννηση τοῦ Ἰησοῦ. Σήμερα οἱ κοινωνικὲς συνθῆκες εἶναι πολὺ διαφορετικὲς ἀπὸ τὶς συνθῆκες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Σήμερα χιλιάδες κοπέλες σ ὅλο τὸν κόσμο καυχῶνται μὲ θρασύτητα γιὰ τὸν τίτλο τῆς ἀνύπαντρης μητέρας ποὺ κατέχουν, κι ὁ κοινωνικὸς ἔλεγ χος ἢ περιορίζεται μόνον στὸ κύκλο τῶν συγγενῶν τους ἢ εἶναι τελείως ἀνύ παρ κτος. Σήμερα ἡ οἰκογένεια ἔχει μεταβλη θεῖ σὲ ἰδιωτικὴ συμβατικότητα καὶ συνήθως οὔτε ἡ πολιτεία, οὔτε ἡ κοινωνία, πολὺ περισσότερο οὔτε ἡ θρησκεία μποροῦν νὰ ἐλέγξουν τὶς ἐκτροπὲς ἢ τὶς παραμορφώσεις της. Τότε ὅμως τὰ πράγματα ἦταν πολὺ δια φορετικά. Ποιὸς θὰ πίστευε στὰ λόγια τῆς ἁγνῆς παιδούλας, ὅτι ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ τὴ διάλεξε γιὰ τὴν ἁγιότητά της γιὰ νὰ γίνει μητέρα τοῦ Μεσσία; Τὸ νὰ φέρει στὸν κόσμο μία ἀνύπαντρη κοπέλα ἕνα παιδὶ, ἦταν αὐταπόδεικτο παραστράτημα κι ἡ ποινὴ τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου ἦταν σαφής πάντοτε λιθοβολισμός. Ἡ οἰκογένεια κλεισμένη στὰ στενὰ παραδοσιακά της πλαί σια, ποὺ τῆς ἐπέβαλε ἡ θρησκευτικὴ καὶ ἡ κοινωνικὴ αὐστηρότητα, δὲν μποροῦ σε νὰ νοηθεῖ χωρὶς πατέρα. Γι αὐτὸ καὶ μόνον ὁ ἀναλογισμὸς τῆς κοινωνικῆς κατακραυγῆς, τῆς γενικῆς περιφρόνησης καὶ τῶν φοβε ρῶν ποινῶν τοῦ λιθοβο λι σμοῦ καὶ τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου μετὰ ἀπὸ μία τέτοια διαπίστωση, θὰ μποροῦσε νὰ δημιουργήσει πανικό. Παρ ὅλα ὅμως αὐτὰ ἡ ταπεινὴ κόρη τῆς Ναζαρὲτ δηλώνει τὴν ἀπόλυτη ὑπακοή της στὸ Θεὸ κι ἀδιαφορεῖ γιὰ τὶς κοινωνικὲς συνέπειες τοῦ ἐγχειρήματός της. Αὐτὴ ἡ ὑπακοή, αὐτὴ ἡ πίστη χωρὶς κρατούμενα, αὐτὴ ἡ ἀναντίρρητη ἀποδο χὴ τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ μπροστὰ στὸν κίνδυνο μίας γενικῆς περιφρόνησης κι ἑνὸς πιθανότατα ἐξευτελιστικοῦ θανάτου, δείχνουν μία ὑπέροχη ψυχή, ἕναν ἀπα ράμιλλο πνευματικὸ κόσμο, μία ἀδαμά ντινη προσωπικότητα, μία ἀναμφισβήτητη ἁγιότητα. Αὐτὰ φυσικὰ ἦταν καὶ τὰ στοι χεῖα ποὺ προκάλεσαν τὴν εὔνοια τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιὰ νὰ γίνει τὸ θαῦμα τῆς ἐναν θρώπησης τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς θέωσης τοῦ ἀνθρώπου. Ἕνα θαῦμα ποὺ ἀποκαλύπτει τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ ταυτόχρονα τὴν ἀγάπη, τὴν ταπείνωση, τὴν ὑπακοή, τὴν πίστη καὶ τὴν ἁγιότητα τῆς Παρθένου. Ἐδῶ ἀκριβῶς βρίσκεται καὶ τὸ μεγαλεῖο τῆς Παναγίας. Βλέπει τὴ θεία εὔνοια καὶ ἀντιπροσφέρει ὅ,τι ἀκριβότερο ἔχει, ὅ,τι πολυτιμότερο διαθέτει. Κι αὐτὰ ὄχι μὲ βάση τὰ κριτήρια τοῦ κόσμου καὶ τῆς κοινωνίας, ἀλλὰ μὲ βάση τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἁγιότητα, λοιπὸν, μπορεῖ νὰ θεω ρη θεῖ συνάντηση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸ Θεό. Τὴ συνάντηση αὐτὴ προσδιορίζει πάντα κάτι σταθερὸ καὶ ἀναλλοίωτο, τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὁ νόμος Του. Ὁ ἄν θρωπος χρει άζεται νὰ ἐνταχτεῖ σ αὐτὸ τὸ θέλημα, κι ἀκριβῶς ἡ ὅλη του ἐπιτυχὴς προσπάθεια εἶναι αὐτὴ ποὺ θὰ προσδιορίσει τὸ βαθμὸ τῆς ἁγιότητας. Κατὰ συνέπεια ἡ ἁγιότητα δὲν εἶναι ἕνα στατικὸ ἀξιολογικὸ μέγεθος, πολὺ περισσότερο δὲν εἶναι μία ἀπλησία στη πνευματικὴ οὐτοπία. Εἶναι μία κλίμακα ἀρετῆς, ποὺ ἡ ἀντιστοιχία της ἀνταποκρίνεται στὴν πνευματικὴ ποιότητα τοῦ ἀνθρώπου, τὴ στιγμὴ ποὺ ἀγωνίζεται ἡρωϊκά νὰ συμ μορφωθεῖ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ἡ ἁγιότητα, δὲν εἶναι μονοπώλιο ὁρισμένων προικισμένων ἀνθρώπων ἢ κύκλων, ἀλλ ὁ καθένας μας μπορεῖ νὰ ζήσει στιγμές της, ὅταν ἀγωνιστεῖ νὰ ἀνα στεί λει ἀτομοκρατικὲς δεσμεύσεις, ποὺ τὸν μεταβάλλουν σὲ ἀνελεύθερη προσωπικό τητα, σὲ δοῦλο ἀναγκαιοτήτων ποὺ γεννᾶ ἡ σάρκα, οἱ αἰσθήσεις καὶ ἡ κοινωνία. Οἱ ὑπερβάσεις τῶν ἀναγκαιοτήτων αὐτῶν 6 Ἐν Ἐσόπτρῳ

εἶναι ἀναμφισβήτητα στιγμὲς ἁγιότητας, ἐνῶ ἡ δουλικὴ ἀποδοχὴ τους στιγμὲς πτώσης καὶ ἁμαρτίας. Ἡ προοδευτικὴ μείωση τῶν στιγμῶν αὐτῶν σημαίνει πρόοδο στὴν ἁγιότητα καὶ οὐσιαστικὴ προσέγγιση στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀξία, λοιπὸν, τῶν ἁγίων βρίσκεται στὸ γεγονὸς ὅτι μ ἕναν πραγματικὰ ἀξιοθαύμαστο ἀγώνα πέτυχαν νὰ μειώσουν στὸ ἐλάχιστο δυνατὸ τὶς στιγμὲς τῆς πτώσης κι ἔκαναν στὴ ζωὴ τους μονιμότερη τὴν ἁγιότητα. Αὐτὸ εἶναι καὶ τὸ μυστικό τῆς ἁγιότητας, ὁ ἐξαγιασμὸς τῶν λεπτομερειῶν τῆς ζωῆς κι ἡ μεταμόρφωσή τους σὲ εὐκαιρίες τελείωσης. Πίσω ἀπὸ τὸ μυστικὸ αὐτὸ, κρύβεται ὄχι μόνον ὁ δρόμος πρὸς τὴν ἁγιότητα, ἀλλὰ καὶ κάθε δρόμος πρὸς τὴν ἀρετὴ ἢ τὴν ἔντιμη ἐπιτυχία. Αὐτὸς ὁ δρόμος, ποὺ εἶναι ἄνο δος, καὶ πολὺ φυσικὸ νὰ ἔχει κι ὀπισθο χωρήσεις, φωτίζεται πάντοτε ἀπὸ τὴν κο ρυφὴ καὶ γίνεται στόχος τοῦ ἀνθρώπου. Μόνο τοῦ ἀνθρώπου, γιατί μόνον ὁ ἄν θρωπος εἶναι φτιαγμένος γιὰ ν ἀναζητᾶ τὸ τέλειο καὶ τὸ ἰδανικό. Γιὰ νὰ γίνουν ὅμως ὅλα αὐτὰ, χρειάζεται ὁ ἄνθρωπος νὰ φύγει ἀπὸ τὰ χαμηλά, νὰ σπάσει τὸ φράγμα τῆς ἀτομικότητας καὶ τοῦ βιολογισμοῦ ποὺ τὸν κρατᾶ δέσμιο στὶς μορφὲς τὶς ἀναγκαιότητας. Εἶναι ἀ παραίτητο νὰ προσεγγίσει τὴ σφαίρα τοῦ πνεύματος, γιὰ νὰ μεταβληθεῖ σὲ πρόσωπο καὶ ὡς πρόσωπο ν ἀναζητήσει τὴ συνάντηση μὲ τὸν προσωπικὸ Θεό, τὴν προσέγγιση στὴν ἁγιότητα. Κατὰ συνέπεια ἡ ἁγιότητα συνδέεται μὲ τὰ πρόσωπα κι οἱ ἅγιοι πρῶτα ἀπ ὅλα ἦταν πρόσωπα, ἀδιαμφισβήτητες προσωπικότητες. Προσωπικότητα ἦταν καὶ παραμένει πάντα κι ἡ Παναγία. Μία φωτεινὴ μορφὴ ποὺ στέκει ὡς πρότυπο κόρης, ὡς πρότυπο μητέρας καὶ ὡς πρότυπο ἁγίας. Μία μορ φὴ ποὺ μέσα ἀπὸ τοὺς αἰῶνες ἔγινε φάρος στὴ ζωὴ χιλιάδων ἀνθρώπων. Γιατί ἦταν πάντα στήριγμα καὶ καταφυγὴ τοῦ κάθε πονεμένου. Αὐτή της ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν ἀνθρώπινο πόνο τὴν ἔκανε στὴ συνείδηση τῶν πιστῶν Μεγαλόχαρη, Παντάνασσα, Παρηγορήτρα, Γοργοεπήκοο, Λαοδηγήτρια, Θεία Σκέπη. Τὰ θαύματα τῆς ἀγάπης της, καθημερινὰ συγκλονίζουν κι ἀποδει κνύουν μ ἕναν ἀξιοθαύμαστο τρόπο τὴ δύναμη ποὺ τῆς ἔδωσε ἡ ἁγιότητα. Μία δύναμη ἀγάπης ποὺ ἑλκύεται στὴ γῆ καὶ πάλι μὲ τὴν ἁγιότητα, τὴν πίστη, τὴν ταπείνωσή μας. Ἡ ἐποχὴ μας στεγνὴ ἀπὸ τὸν ὀρθολο γισμὸ ἀναζητᾶ διέξοδο καὶ λύσεις στὰ προβλήματα ποὺ τὴν ἀπασχολοῦν. Τὸ χά ος τῶν ἰδεολογιῶν γεννᾶ συνέχεια ἀντι φάσεις κι αὐτὲς μὲ τὴ σειρὰ τους νέες ἀ πει λὲς, γιὰ νὰ μεταβάλουν τὴ ζωή μας σὲ ἀπελπισία. Κρίσεις στὶς ἀξίες, κρίσεις στὰ συστήματα, κρίσεις στὶς φιλοσοφίες, κρίσεις στὴν ποιότητα τοῦ ἀνθρώπου. Κι ἀναζητᾶμε τὸ μεγάλο θαῦμα μίας παγκόσμιας εἰρήνης, ποὺ ὅσο πιὸ πολύ μᾶς τὴν ὑπόσχονται, τόσο αὐτὴ μᾶς ἀποφεύγει. Ἔχασαν πολλοὶ τὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν πίστη τους μέσα στὴν ἀπελπισία τους διακηρύσσουν, πὼς γιὰ νὰ μὴ γίνεται τίποτε, δὲν ὑπάρχει Θεός. Τραγικὸ τὸ κατάντημα τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου ποὺ θέλει μόνο θαύματα, πάντα θαύματα γιὰ νὰ πιστεύει. Σὰν τὸ μικρὸ παιδὶ ποὺ ἀγαπᾶ μετὰ ἀπὸ τὴ γεύση τοῦ γλυκοῦ καὶ τὴν ἀπόκτηση αὐτῶν ποὺ θέλει. Τὸ θαῦμα εἶναι ἐκδήλωση ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, μὰ γιὰ νὰ γίνει χρειάζεται μία σπίθα, ἕνα κάλεσμα, μία ζήτηση. Ὅλα αὐτὰ ἀνήκουν στὸν ἄνθρωπο κι ἐκφράζονται μὲ πίστη, μὲ ταπείνωση κι ἁγιότητα. Χωρὶς ταπείνωση καὶ πίστη κι ἁγιότητα, ἄδικα περιμένουμε τὰ θαύματα κι ἄδικα κυνηγᾶμε τὴν εἰρήνη. Ἂν θέλουμε λοιπὸν εἰρήνη, ἡσυχία, ὁμαλότητα, εἴτε ὡς ἄνθρωποι, εἴτε ἀκόμα καὶ ὡς λαοὶ πρέπει νὰ βροῦμε αὐτὸ ποὺ προκαλεῖ τὰ θαύματα. Κι εἴπαμε αὐτὸ πὼς εἶναι ἡ ἁγιότητα. Μέσα της εἶναι ἡ πίστη, ἡ ταπείνωση, ἡ ὑπομονή, ἡ ἀγάπη, ἡ συγχωρητικότητα, ἡ ἀνοχή, ἡ ἐλεημο σύνη, ἡ ἁγνότητα. Δὲν μᾶς ζητᾶ ὁ Θεὸς μὲ μιᾶς νὰ φθάσουμε στὴν κορυφή, μὲ μιᾶς νὰ τ ἀποκτήσουμε ὅλα αὐτὰ γιὰ νὰ σωθοῦμε. Ζητᾶ ν ἀρχίσουμε σιγὰ σιγὰ καὶ ν ἁγιάζουμε τὶς λεπτομέρειες τῆς ζωῆς. Ἔτσι θ ἀλλάξει ὁ κόσμος, γιατί τότε ἡ ἁγιότητα θὰ προκαλέσει τὸ μεγάλο θαῦμα. Τὸ βεβαιώνει ἡ Μεγαλόχαρη, ποὺ πάντα ἀπάντησε στὴν ἁγιότητα τῶν Χριστιανῶν μὲ θαῦμα. Πηγή: «Πνευματικότητα καὶ κοινωνικὴ ζωή», ἔκδ. Π. Πουρναρᾶ Θεσ/νίκη, σ. 105 112 Ἐν Ἐσόπτρῳ 7

Ἡ παρεξηγημένη ἁγιότητα τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Περγάμου κ. Ἰωάννου Ζηζιούλα, Ὁμότιμου Καθηγητῆ Πανεπιστημίου καί τ. Προέδρου τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν Ἡ Θ. Εὐχαριστία εἶναι ἡ κατ ἐξοχὴν «κοινωνία ἁγίων», εἶναι τὸ ἀποκορύφωμα τοῦ ἁγια σμοῦ, ὄχι μόνο γιατί αὐτὴ προσφέρει στὸν ἄνθρωπο τὴν τελειότερη καὶ πληρέστερη ἕνωση (σωματικὴ καὶ πνευματικὴ) μὲ τὸν μόνον ἅγιο, ἀλλὰ καὶ διότι ἀποτελεῖ τὸν πιὸ τέλειο εἰκονισμὸ τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ Ἡ λέξη «ἅγιος» ἢ «ἁ γιότητα» παραπέμπει σὲ κά τι ἐντελῶς ἄσχετο καὶ ξένο πρὸς τὴν ἐποχή μας, πρὸς τὸν πολιτισμὸ καὶ τὶς ἀναζη τή σεις τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου. Ποιὸς ἀπὸ τοὺς γονεῖς τῆς ἐποχῆς μας φιλοδοξεῖ νὰ κάνει τὰ παιδιὰ τοῦ «ἁγίους»; Ποιὸ ἀπὸ τὰ σχολεῖα μας καὶ τὰ ἐκπαιδευτικά μας προγράμματα καλλιεργοῦν τὴν ἁγιότητα ἢ τὴν προβάλλουν ὡς ὅραμα καὶ πρότυπο; Ὁ «ἐπι τυχημένος» ἄνθρωπος τῆς ἐποχῆς μας, τὸ ἰδανικό τῆς σύγχρονης παιδείας καὶ τοῦ πολιτισμοῦ μας, δὲν εἶναι κἄν ὁ «καλὸς κ ἀγαθὸς» τῶν κλασσικῶν χρόνων. Εἶναι ἐκεῖνος ποῦ ἐξασφαλίζει χρήματα, ἀνέσεις καὶ κοινωνικὴ προβολὴ αὐτὸ θέλουν οἱ γονεῖς ἀπὸ τὰ παιδιά τους, σ αὐτὸ κυρίως ἀποβλέπουν τὰ ἐκ παιδευ τικά μας συστήμα τα, αὐτὸ καλλιεργοῦν τὰ μέσα ἐπικοι νωνίας, αὐτὸ ὀνειρεύεται ἡ πλειονότητα τῶν νέων μας. Πράγματι, σὲ μία κοινωνία, ἡ ὁποία βιώνει ὡς τὸ σοβαρότερο πρόβλημά της τὴν ἀνεργία, καὶ κυριαρχεῖται ἀπὸ τὸ ἄγχος πῶς νὰ αὐξήσει τὸ κατὰ κεφαλὴν εἰσόδημα, τὸ νὰ γίνεται λόγος γιὰ ἁγίους καὶ ἁ γιότητα ἀπο τελεῖ πρόκληση, ἂν ὄχι πρόσκληση σὲ γέλωτα καὶ χλευασμό. Οὕτως, ἡ ἁγιό τητα ἀπο τελεῖ ἕνα «λησμονημένο ὅραμα». Λησμονημένο, γιατί κά πο τε ὑπῆρχε, γιατί αὐτὸ ἐνέ πνεε τὸν πολιτισμό μας, διό τι οἱ ἄνθρωποί μας ἄλ λοτε ζοῦ σαν μὲ τοὺς ἁγίους καὶ ἀν τλοῦσαν ἀπὸ αὐτοὺς τὸ μέ τρο τοῦ πολιτισμοῦ τους, αὐτοὶ ἦταν οἱ ἥρωες, οἱ μεγάλοι πρωταθλητές, οἱ «διάσημοι ποδοσφαιριστὲς» καὶ «στὰρ» τῶν χρόνων τους. Τώρα ἔχουν μείνει μόνο τὰ ὀνόματα τῶν ἁγίων μας, καὶ αὐτὰ «κουτσουρεμένα» καὶ ἀλλοιωμένα ἐπὶ τὸ ξενικώτερον, ἐνῶ οἱ ἄνθρωποι προτιμοῦν πλέον νὰ γιορτάζουν, ὄχι τὶς μνῆμες τῶν ἁγίων τους, μὰ τὰ δικά τους προσωπικὰ γενέθλια. Σὲ μία τέτοια ἐποχὴ τί νὰ πεῖ κανεὶς γιὰ τὴν ἁγιότητα; Ὁ λόγος του θὰ πέσει στὸ κενό. Μά, ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος, πῶς νὰ μὴ μιλήσει κανεὶς γιὰ κάτι τόσο κεντρικὸ καὶ θεμελιῶδες γιὰ τὴ ζωὴ τοῦ χριστιανοῦ; Γιατί ἡ πίστη μας χωρὶς τοὺς ἁγίους παύει νὰ ὑφίσταται. Διότι, ἂν λησμονήσουμε τὴν ἁγιότητα, δὲν ἀπομένει ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία παρὰ ὁ ταυτισμός της μὲ τὸν κόσμο, ἡ «ἐκκοσμίκευσή της» εἶναι πλέον ἀναπόφευκτη. Ἀλλὰ ἡ ἁγιότητα δὲν εἶναι μόνο «λησμονημένη» στὶς μέρες μας, εἶναι ὅταν καὶ ὅπως γίνεται λόγος γι αὐτήν, καὶ παρεξηγημένη. Τί σημαίνει ἁγιότητα, ὅταν τὴ δεῖ κανεὶς ὡς εἰκονισμὸ τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ὡς βίωμα καὶ πρόγευση τῶν ἐ σχάτων; 8 Ἐν Ἐσόπτρῳ

Ἡ παρεξηγημένη ἁγιότητα Ἂν ρωτήσει κανεὶς τυχαία τούς ἀν θρώπους στὸν δρόμο τί ἀποτελεῖ κατὰ τὴ γνώμη τους «ἁγιότητα», ἡ ἀπάντηση πού θὰ λάβει κατὰ κανόνα εἶναι περίπου ἡ ἑξῆς: ἅγιος εἶναι ἐκεῖνος πού δὲν κάνει ἁμαρτίες, πού τηρεῖ τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἠθικὸς ἀπὸ κάθε ἄποψη, μὲ μία φράση: «δὲν ἁμαρτάνει». Σὲ ὁρισμένες περιπτώσεις στὴν ἔννοια τῆς ἁγιότητας προστίθεται ἕνα στοιχεῖο καὶ μὲ χροιὰ μυ στι κισμοῦ, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ἅγιος εἶναι ἐκεῖνος ποῦ ἔχει ἐσωτερικὰ βιώματα, ἐπικοινωνεῖ μὲ τὸ «θεῖον», περιέρχεται σὲ ἔκσταση καὶ βλέπει πράγματα πού δὲν τὰ βλέπουν οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι, μὲ λίγα λό για ζεῖ ὑπερφυσικὲς καταστάσεις καὶ ἐνεργεῖ ὑπερφυσικὲς πράξεις. Ἔτσι ἡ ἔννοια τῆς ἁγιότητας φαίνεται νὰ συνδέεται στὴ σκέψη τῶν ἀνθρώπων μὲ κριτήρια ἠθικολογικὰ καὶ ψυχολογικά. Ὅσο πιὸ ἐνάρετος εἶναι κανείς, τόσο πιὸ ἅγιος εἶναι. Καὶ ὅσο πιὸ χαρισματικὸς εἶ ναι κάποιος καὶ ἐπιδεικνύει ἱκανότητες πού δὲν τὶς ἔχουν συνήθως οἱ ἄνθρωποι (ὅπως νὰ διαβάζει τὴ σκέψη μας, νὰ προβλέπει τὸ μέλλον μας κ.λπ.), τόσο περισσότερο μᾶς κάνει νὰ τὸν θεωροῦμε «ἅγιο». Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ ἀντίστροφα: ὅταν διαπιστώσουμε κάποιο ἐλάττωμα στὸν χαρα κτῆρα ἢ τὴ συμπεριφορὰ κάποιου (ὅτι τρώει πολύ, θυμώνει κ.λπ.), τότε τὸν διαγράφουμε ἀπὸ τοὺς «ἁγίους». Ἢ ἂν δὲν ἐκδηλώσει ὑπερφυσικὲς ἱκανότητες μὲ τὸν ἕναν ἢ τὸν ἄλλο τρόπο, μᾶς ξενίζει καὶ ἡ σκέψη ἀκόμη ὅτι θὰ μποροῦσε κάποιος νὰ εἶναι ἅγιος. Ἡ κοινὴ καὶ διαδεδομένη αὐτὴ ἀντί λη ψη γιὰ τὴν ἁγιότητα δημιουργεῖ ὁρισμένα βασικὰ ἐρωτηματικά, ὅταν τὴ θέσουμε στὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου, τῆς πίστεως καὶ τῆς παραδόσεώς μας. Ἂς ἀναφέρουμε μερικὰ ἀπὸ αὐτά: 1. Ἂν ἡ ἁγιότητα συνίσταται κυρίως στὴν τήρηση τῶν ἠθικῶν ἀρχῶν, τότε για τί ὁ Φαρισαῖος κατακρίθηκε ἀπὸ τὸν Κύ ριο, ἐνῶ δικαιώθηκε ὁ Τελώνης στὴ γνω στὴ σὲ ὅλους μας παραβολή; Συνηθίζουμε νὰ ἀποκαλοῦμε τὸν Φαρισαῖο «ὑποκρι τή», ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα δὲν ἔλεγε ψέματα, ὅταν ἰσχυριζόταν ὅτι τηροῦσε πιστὰ τὸν Νόμο, ὅτι ἔδινε τὸ 1/10 τῆς περιουσίας του στοὺς πτωχοὺς καὶ ὅτι τίποτε ἀπὸ ὅσα τοῦ ζητοῦσε ὁ Θεὸς ὡς πιστὸς Ἰου δαῖος δὲν παρέλειπε νὰ ἐφαρ μόσει. Ὅπως ἐπίσης δὲν ἔλεγε ψέματα ὅταν χαρακτήριζε τὸν τελώνη ἁμαρτωλὸ ὅπως καὶ ὁ τελώνης τὸν ἑαυτὸ του γιατί πράγματι ὁ τελώνης ἦ ταν ἄδικος καὶ παραβάτης τῶν ἠθικῶν κανόνων. 2. Παρόμοιο ἐρώτημα προκύπτει καὶ ἀπὸ τὴ χρήση τοῦ ὄρου «ἅγιος» ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο στὶς ἐπιστολές του. Ἀπευθυνόμενος στοὺς χριστιανοὺς τῆς Κορίνθου, τῆς Θεσσαλονίκης, τῆς Γαλατίας κ.λ.π., ὁ Παῦλος τοὺς καλεῖ «ἁ γί ους». Στὴ συνέχεια ὅμως τῶν ἐπιστολῶν αὐτῶν κατονομάζει μύρια ὅσα ἠθικὰ ἐ λατ τώμα τα τῶν χριστιανῶν αὐτῶν, τὰ ὁποῖα καὶ ἐπικρίνει δριμύτατα. Στὴν πρὸς Γαλάτας μάλιστα ἐπιστολὴ φαίνεται ὅτι ἡ ἠθικὴ κατάσταση τῶν ἐκεῖ «ἁ γίων» ἦταν τόσο ἀπογοητευτική, ὥ στε νὰ ἀναγκάζεται ὁ Παῦλος νὰ τοὺς γράψει: «εἰ γὰρ ἀλλήλους δάκνετε καὶ κατεσθίετε, βλέπετε μὴ ὑπ ἀλλήλων ἀναλω θεῖτε»! Πῶς συμβαίνει νὰ καλοῦ νται οἱ πρῶτοι χριστιανοὶ «ἅγιοι», ὅταν εἶναι βέβαιο ὅτι ἡ καθημερινή τους ζωὴ δὲν ἦταν σύμφωνη μὲ τὶς ἐπιταγὲς τῆς ἴδιας τῆς πίστεώς τους; Θὰ διανοεῖτο ἄραγε κανεὶς στὶς μέρες μας νὰ καλοῦ σε «ἅγιον» ἕναν ἀπὸ τοὺς χριστιανούς; Ἐν Ἐσόπτρῳ 9

3. Ἂν ἡ ἁγιότητα συνδέεται μὲ ὑπερ φυσικὰ χαρίσματα, τότε θὰ μποροῦσε νὰ τὴν ἀναζητήσει καὶ νὰ τὴ βρεῖ κανεὶς καὶ ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Εἶναι γνωστὸ ὅτι καὶ τὰ πονηρὰ πνεύματα ἐνεργοῦν ὑπερ φυσικὲς πράξεις. Οἱ ἅγιοι δὲν εἶναι μάντεις καὶ φακίρηδες, οὔτε κρίνεται ἡ ἁ γιό τητά τους ἀπὸ τέτοια «χαρίσματα». Ὑπάρχουν ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας γιὰ τοὺς ὁποίους δὲν ἀναφέρονται θαύμα τα, ἐνῶ ὑπῆρξαν θαυματοποιοί, οἱ ὁποῖ οι ποτὲ δὲν ἀναγνω ρί στηκαν ὡς ἅγιοι. Εἶναι, σχετικά, πολὺ ἐν διαφέ ροντα ὅσα γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν Α ἐπιστολή του πρὸς τοὺς Κορινθίους, οἱ ὁποῖοι, ὅπως πολλοὶ σήμερα, ἐντυπω σιάζονταν ἀπὸ ὑπερφυσικὲς ἐνέργειες: «καὶ ἐὰν ἔχω πίστιν ὥστε ὅρη μεθιστάνειν, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδὲν εἰμί». Τὸ νὰ διατάξεις ἕνα βουνὸ νὰ μετα κινηθεῖ, εἶχε πεῖ ὁ Κύριος ὅτι εἶναι δυνατόν, ἂν ἔχεις πίστη «ὡς κόκκον σινάπεως». Δὲν εἶναι ὅμως ἀπὸ μόνο του δεῖγμα ἁγιό τητας, δὲν εἶναι τίποτα «οὐ δέν», ἂν δὲν ὑπάρχει ἡ προϋπόθεση τῆς ἀγάπης, κάτι δηλαδὴ πού ὁποιο σδήπο τε ἄνθρωπος χωρὶς θαυματουργικὲς ἱκανότητες μπορεῖ νὰ ἔχει. Θαυματουργία καὶ ἁγιότητα δὲν ταυτίζονται, οὔτε συνυπάρχουν κατ ἀνάγκη. 4. Παρόμοια ἐρωτηματικὰ δημιουρ γοῦνται ἀπὸ τὴ σύνδεση τῆς ἁγιότητας μὲ ἀσυ νή θεις καὶ «μυστικὲς» ψυχολογικὲς ἐ μπει ρίες. Πολλοὶ ἀνατρέχουν σήμερα στὶς ἀνατολικὲς θρησκεῖες, γιὰ νὰ συναντήσουν ἐξαϋλωμένους «γκουρού», ἀν θρώπους ἐξαίρετης αὐτοπειθαρχίας, ἀσκήσεως καὶ προσευχῆς. Ἡ Ἐκκλησία μας δὲν τοὺς θεωρεῖ αὐτοὺς ἁγίους, ὅσο βαθιὲς καὶ ὑπερφυσικὲς καὶ ἂν εἶναι οἱ ἐμπειρίες τους, καὶ ὅσο σπουδαία καὶ ἂν εἶναι ἡ ἀρετή τους. Ἔτσι τελικὰ τίθεται τὸ ἐρώτημα: ὑ πάρχουν ἅγιοι ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας; Ἂν ἡ λέξη «ἅγιος» σημαίνει αὐτὸ πού γενικὰ ὁ κόσμος νομίζει καὶ πού περιγράφουμε πιὸ πάνω (δηλαδὴ ἠθικὸς βίος, ὑπερφυσικὰ χαρίσματα καὶ ὑπερφυσικὲς ἐμπειρίες), τότε πρέπει νὰ ὁμολογήσουμε ὅτι ὑ πάρ χουν ἅγιοι καὶ ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας (ἴσως μάλιστα συχνότερα ἐκτὸς παρὰ ἐντός). Ἂν πάλι θελήσουμε νὰ ποῦμε ὅτι ἡ ἁγιότητα εἶναι δυνατὴ μόνο στὴν Ἐκ κλησία, τότε πρέ πει νὰ ἀναζητήσουμε τὸ νόημα τῆς ἁγιότητας πέρα ἀπὸ τὰ κριτήρια πού ἀναφέρουμε πιὸ πάνω, πέρα δηλαδὴ ἀπὸ τὴν ἠθικὴ τελειότητα καὶ τὶς ὑπερφυσικὲς δυνάμεις καὶ ἐμπειρίες. Ἂς δοῦμε, λοιπόν, πῶς ἀντιλαμ βάνε ται ἡ Ἐκκλησία μας τὴν ἁγιότητα. Ἡ ἁγιότητα ὡς ἐκκλησιαστικὴ ἐμπει ρία Ὁ ὅρος «ἅγιος» ἔχει μία ἐνδιαφέρουσα ἱστορία. Ἡ ρίζα τῆς λέξεως στὴν ἑλληνικὴ γλώσσα εἶναι τὸ ἄγ, ἀπὸ τὸ ὁποῖο παράγονται μία σειρὰ ἀπὸ ὅρους, ὅπως τὸ ἁγνός, τὸ ἄγος κ.λπ. Τὴ βαθύτερη σημασία τῆς ρίζας αὐτῆς τὴν κρατάει τὸ ρῆμα ἄζεσθαι, πού σημαίνει τὸ δέος σὲ μία ἀπόκρυφη καὶ φοβερὴ δύναμη (Αἰσχύλου, Εὔμ. 384 κ.ε.), τὸ σέβας πρὸς τὸν φορέα τῆς Δύναμης (Ὁμήρου, Ὀδύσ. 9,200 κ.ε.) κ.λ.π. Ἔτσι στὸν ἀρχαῖο ἑλληνισμὸ ἡ ἁγιότητα συνδέεται μὲ τὴ δύναμη, μὲ αὐτὸ πού ὁ Otto ἀποκαλεῖ mysterium fascinosum et tremendum αὐτὸ πού προκαλεῖ ταυτόχρονα ἕλξη καὶ φόβο. Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἡ σημιτικὴ λέ ξη, πού μεταφράζεται ἀπὸ τοὺς Ἑβ δομή κο ντα μὲ τὸ «ἅγιος» εἶναι τὸ godes, πού συγγενεύει μὲ τὴν ἀσσυριακὴ kuddushu, καὶ πού δηλώνει «κόβω, χωρίζω», διακρίνω ριζικά, καθαιρῶ (ἐξ οὗ καὶ ἡ σύνδεση μὲ τὴν καθαρότητα καὶ ἁγνό τητα). Τὰ ἅγια πράγματα εἶναι αὐτὰ πού τὰ ξεχωρίζει κανεὶς ἀπὸ τὰ ὑπόλοιπα κυρίως στὴ λατρεία καὶ τὰ ἀφιερώνει στὸν Θεό. Ἔτσι ἡ Ἁγία Γραφὴ προχωρεῖ πέρα ἀ πὸ τὴν ψυχολογικὴ σημασία πού συνα ντοῦμε στοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες (τὸ δέος, τὸν φόβο, τὸν σεβασμὸ πρὸς μία ἀνώτερη δύναμη) καὶ συνδέει τὴν ἔννοια τοῦ «ἁγί ου» μὲ τὴν ἀπόλυτη ἑτερότητα, τὸ ἀπολύ τως Ἄλλο, πρᾶγμα ποῦ τελικὰ ὁδηγεῖ τὴν Ἁγία Γραφὴ στὴν ταύτιση τοῦ «ἁγίου» μὲ τὸν ἴδιο τὸν Θεό, στὴν ἀπόλυτη ὑπερβατι κό 10 Ἐν Ἐσόπτρῳ

Ὁ Προφήτης Ἠσαίας τητα σὲ σχέση μὲ τὸν κόσμο. Ἅγιος εἶναι μόνο ὁ Θεός, καὶ ἀπ Αὐτὸν καὶ μόνο καὶ τὴ σχέση μαζί Του πηγάζει κάθε ἁγιότητα. Γιὰ νὰ δηλωθεῖ μάλιστα μὲ ἔμφαση ἡ πίστη αὐτὴ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη (Ἡ σαΐας, ὁ προφήτης τῆς ἁγιότητας τοῦ Θεοῦ) καλεῖ τὸν Θεὸ τρεῖς φορὲς ἅγιο: «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος Σαβαώθ», πού σημαίνει στὴ μορφὴ τοῦ ἑβραϊσμοῦ, τῆς τριπλῆς ἐπανα λή ψεως, ἀπείρως ἅγιος (πρβ. τὸ 777 καὶ τὸ ἀντίθετό του 666, γιὰ τὸ ὁποῖο τόσος λόγος καὶ τόσος τρόμος γίνεται σήμερα). Συνεπῶς, γιὰ τὴν Ἁγία Γραφὴ ἡ ἁγιότητα ταυτίζεται μὲ τὸν Θεὸ καὶ ὄχι μὲ τὸν ἄνθρωπο ἢ τὰ ἱερὰ πράγματα, ὅπως στὸν ἀρχαῖο Ἑλληνισμό, γίνεται πρόσωπο, καὶ μάλιστα στοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ταυτίζεται μὲ τὴν Ἁγία Τριάδα, μὲ τὴν ὁποία οἱ Πατέρες ταυτίζονται καὶ τὸ τρεῖς φορὲς ἅγιος τοῦ Προφήτη Ἠσαΐα. Ἡ ἁγιότητα, συνεπῶς, γιὰ τὴ χριστιανικὴ πίστη δὲν εἶναι ἀνθρωποκεντρική, ἀλλὰ θεοκεντρική, καὶ δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὰ ἠθικὰ ἐπιτεύγματα τοῦ ἀνθρώπου, ὅσο σπουδαῖα καὶ ἂν εἶναι αὐτά, ἀλλὰ ἀπὸ τὴ δόξα καὶ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀπὸ τὸν βαθ μὸ τῆς προσωπικῆς σχέσεώς μας μὲ τὸν προσωπικὸ Θεό. (Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καὶ ἡ Θεοτόκος ὀνομάζεται «Παναγία» ἢ καὶ «Ὑπεραγία» ὄχι γιὰ τὶς ἀρετές Της, ἀλλὰ γιατί αὐτή, περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλον ἄνθρωπο, ἑνώθηκε προσωπικὰ μὲ τὸν ἅγιο Θεὸ δίνοντας σάρκα καὶ αἷμα στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ). Ἡ ἁγιότητα, λοιπὸν, δὲν εἶναι γιὰ τὴν Ἐκκλησία ἀτομικὸ κτῆμα κανενός, ὅσο «ἅγιος» κι ἂν εἶναι κανεὶς στὴ ζωή του, ἀλλὰ θέμα σχέσεως προσωπικῆς μὲ τὸν Θεό. Ὁ Θεὸς κατὰ τὴν ἐλεύθερη βούλησή Του ἁγιάζει ὅποιον Ἐκεῖνος θέλει, χωρὶς νὰ ἐξαρτᾶται ὁ ἁγιασμὸς ἀπὸ κάτι ἄλλο, παρὰ μόνο ἀπὸ τὴν ἐλεύθερη θέληση τοῦ ἁγιασμένου. Ὅπως τονίζει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, οἱ ἄνθρωποι δὲν συνεισφέρουμε τίποτε ἄλλο ἐκτὸς ἀπὸ τὴν προαίρεσή μας, χωρὶς τὴν ὁποία ὁ Θεὸς δὲν ἐνεργεῖ, ὁ δὲ κόπος καὶ ἡ ἄσκησή μας δὲν παράγει ὡς ἀποτέλεσμα τὴν ἁγιότητά μας, ἀφοῦ μποροῦν νὰ ἀποδειχθοῦν σκύβαλο χωρὶς καμιὰ ἀξία. Αὐτὴ ἡ ταύτιση τῆς ἁγιότητας μὲ τὸν ἴδιο τὸν Θεό, στὴ χριστιανικὴ πίστη ὁδηγεῖ στὴ σύνδεσή της μὲ τὴν ἴδια τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ. Ἁγιότητα σημαίνει πλέον τὸ νὰ δοξασθεῖ ὁ Θεὸς ἀπὸ ὅλο τὸν κόσμο. Δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι ὡς πρῶτο αἴτημα τῆς Κυριακάτικης προσευχῆς δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ τὸ «ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά Σου». Ἂν λάβουμε ὑπ ὄψιν μας ὅτι ἡ προσευχὴ αὐτὴ εἶναι ἐσχατολογική, δηλαδὴ ἀναφέρεται στὴν τελικὴ κατάσταση τοῦ κόσμου, εἶναι σαφὲς ὅτι αὐτὸ πού ζητοῦμε στὸ «Πάτερ ἡμῶν» εἶναι νὰ δοξασθεῖ ὁ Θεὸς ἀπὸ ὅλο τὸν κόσμο, νὰ ἔλθει ἡ στιγμὴ πού ὅλος ὁ κόσμος θὰ πεῖ μαζὶ μὲ τὰ Χερουβεὶμ αὐτὸ πού εἶδε καὶ ἄκουσε ὁ Ἡσαΐας στὸ ὅραμά του: «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ τῆς δόξης σου! ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις». Οἱ ἅγιοι δὲν ἐπιζητοῦν τὴ δική τους δόξα, ἀλλὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς δοξάζει τοὺς ἁγίους, ὄχι μὲ τὴ δική τους δόξα, ἀλλὰ μὲ τὴν ἴδια Του τὴ δόξα. Οἱ ἅγιοι ἁγιάζονται καὶ δοξάζονται ὄχι μὲ μία ἁγιότητα καὶ μία δόξα πού πηγάζει ἀπὸ μέσα τους, ἀλλὰ μὲ τὴν ἁγιότητα καὶ τὴ δόξα τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ (πρβ. βυζα ντινὴ ἁγιογραφία χρήση φωτὸς ἀπ ἔξω πρὸς τὰ ἔσω κ.λπ.). Αὐτὸ ἔχει ἰδιαίτερη σημασία γιὰ τὴ θέωση τῶν ἁγίων. Ὅπως ἀποσαφηνίστηκε κατὰ τὶς ἡσυ χα στικὲς ἔριδες τοῦ 14ου αἰώνα, σὲ ἀντί θεση πρὸς τὴ δυτικὴ θεολογία, ἡ ὁποία ἔκανε λόγο γιὰ «κτιστὴ» χάρη, δηλαδὴ Ἐν Ἐσόπτρῳ 11

χάρη καὶ δόξα πού ἀνήκει στὴν ἴδια τὴ φύση τῶν ἀνθρώπων δοσμένη ἀπὸ τὸν Θεὸ κατὰ τὴ δημιουργία, ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία, ὅπως τὴν ἀνέπτυξε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς καὶ οἱ ἄλλοι ἡσυχαστὲς τῶν χρόνων ἐκείνων, ἀντιλαμβάνεται τὸ φῶς πού βλέπουν οἱ ἅγιοι καὶ τὴ δόξα πού τοὺς περιβάλλει ὡς «ἄκτιστες» ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ ὡς τὸ φῶς καὶ τὴ δόξα αὐτοῦ τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ. Ὁ πραγματικὸς ἅγιος, εἶναι ἐκεῖνος πού δὲν ἐπιζητεῖ μὲ κανένα τρόπο τὴ δική του δόξα, ἀλλὰ μόνο τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ἐπιζητεῖ κανεὶς τὴ δική του δόξα, χάνει τὴν ἁγιό τητά του, γιατί σὲ τελικὴ ἀνάλυση δὲν ὑπάρχει ἄλλος ἅγιος ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Θεό. Ἁγιότητα σημαίνει μετοχὴ καὶ κοινωνία στὴν ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ αὐτὸ σημαίνει ἄλλωστε θέωση. Κάθε ἁγιότητα πού στηρίζεται στὶς ἀρετές μας, στὴν ἠθική μας, στὰ προσόντα μας, στὴν ἄσκησή μας κ.λ.π. εἶναι δαιμονική, καὶ δὲν ἔχει καμιὰ σχέση μὲ τὴν ἁγιότητα τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀπὸ τὶς παρατηρήσεις αὐτὲς γίνεται φανερὸ, γιατί ἡ κατ ἐξοχὴν πηγὴ τῆς ἁγιότητας βρίσκεται στὴ Θεία Εὐχαριστία. Ἂς ἀναλύ σουμε κάπως τὴ θέση αὐτή. Εἴπαμε ὅτι δὲν ὑπάρχει ἄλλη ἁγιότητα ἀπὸ ἐκείνη τοῦ Θεοῦ, καὶ ὅτι οἱ ἅγιοι δὲν διαθέτουν δική τους ἁγιότητα, ἀλλὰ μετέχουν στὴν ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι στὴν Ἐκκλησία δὲν ἔχουμε ἁγίους, παρὰ μόνον μὲ τὴν ἔννοια τῶν ἡγιασμένων. Ὅταν τὸν 4ο αἰώνα μ.χ. γίνονταν συζητήσεις σχετικὰ μὲ τὴ θεότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὸ κύριο ἐπιχείρημα τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου, γιὰ νὰ ἀποδείξει ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι Θεὸς καὶ ὄχι κτῖσμα, ἦταν ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲν ἁγιάζεται, ἀλλὰ μόνον ἁγιάζει. Ἂν ἁγιαζόταν, θὰ ἦταν κτῖσμα, διότι τὰ κτίσματα, καὶ συνεπῶς καὶ οἱ ἄνθρωποι, δὲν ἁγιάζουν, ἀλλὰ ἁ γιά ζονται. Ὁ Χριστὸς στὴν ἀρχιερατικὴ προσευχή Του, πού διασώζεται στὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιο καὶ τὴν ἀκοῦμε στὸ πρῶτο ἀπὸ τὰ «δώδεκα Εὐαγγέλια» τῆς Μ. Πέμπτης, λέγει τὴ βαρυσήμαντη φράση πρὸς τὸν Πατέρα: «ὑπὲρ αὐτῶν (τῶν μα θητῶν καὶ τῶν ἀνθρώπων, κατ ἐπέ κτα ση) ἐγὼ ἁγιάζω ἐμαυτόν, ἴνα καὶ αὐτοὶ ὦ σιν ἡγιασμένοι ἐν ἀληθείᾳ». Τὰ λόγια αὐτὰ λέγονται λίγο πρὶν ἀπὸ τὸ Πάθος καὶ σὲ σχέση μὲ τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο, ἔ χουν δὲ εὐχαριστιακὸ νόημα: ὁ Χριστὸς μὲ τὴ θυσία Του ἁγιάζει ὁ ἴδιος (ὡς Θεὸς) τὸν ἑαυτό Του (ὡς ἄνθρωπος) γιὰ ν ἁ για σθοῦ με ἐμεῖς κοινωνώντας τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα Του. Μὲ τὴ συμμετοχή μας στὴ Θεία Εὐχαριστία ἁγιαζόμεθα, δηλαδὴ γινόμαστε ἅγιοι κοινωνώντας μὲ τὸν ἕναν καὶ μόνον ἅγιο, τὸν Χριστό. Ἴσως δὲν ὑπάρχει πιὸ ἀποκαλυπτικὸ σημεῖο τῆς ζωῆς τοῦ χριστιανοῦ τοῦ τί εἶναι ἁγιότητα, ἀπὸ τὴν ἐκφώνηση τοῦ ἱερέως, ὅταν ὑψώνει τὸ Τίμιο Σῶμα λίγο πρὶν ἀπὸ τὴ Θ. Κοινωνία: «τὰ ἅγια τοῖς ἁγίοις», δηλαδὴ τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ Αἷμα Του εἶναι ἅγια καὶ προσφέρονται στοὺς «ἁγίους», τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας πρὸς κοινωνίαν. Ἡ ἀπάντηση τοῦ λαοῦ στὴν ἐκφώνηση αὐτὴ εἶναι συγκλονιστική, καὶ συνοψίζει ὅσα εἴπαμε πιὸ πάνω: «εἷς ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός». Ἕνας εἶναι μόνον ἅγιος, ὁ Χριστὸς ἐμεῖς εἴμαστε ἁμαρ τωλοὶ καὶ ἡ ἁγιότητά Του, στὴν ὁποία καλούμεθα νὰ συμμετάσχουμε καὶ ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοί, δὲν ἀποβλέπει σὲ τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ (εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός). Τὴν ὥρα ἐκείνη ἡ Ἐκκλησία βιώνει τὴν ἁγιότητα στὸ ἀποκορύφωμά της. Μὲ τὴν ὁμολογία «εἷς ἅγιος», κάθε ἀρετή μας καὶ κάθε ἀξία μας ἐκμηδενίζονται μπρο στὰ στὴν ἁγιότητα τοῦ μόνου ἁγίου. Αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι πρέπει νὰ προσερχώμεθα στὴ Θ. Κοινωνία χωρὶς προπαρασκευὴ καὶ ἀγώνα γιὰ τὴν ἄξια προσέλευσή μας. Σημαίνει ὅμως ὅτι ὅσο καὶ ἂν προετοι μα στοῦ με, δὲν γινόμαστε ἅγιοι προτοῦ κοι νω νήσουμε. Ἡ ἁγιότητα δὲν προηγεῖ ται τῆς εὐχαριστιακῆς κοινωνίας, ἀλλ ἕπεται. Ἂν εἴμαστε ἅγιοι πρὶν κοινωνήσουμε, τότε πρὸς τί ἡ Θ. Κοινωνία; Μόνον ἡ μετοχὴ στὴν ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ μᾶς ἁγιάζει, καὶ αὐτὸ εἶναι πού μᾶς προσφέρει ἡ Θ. Κοινωνία. Ἀπὸ τὴν παρατήρηση αὐτὴ πηγάζει μία σειρὰ ἀπὸ ἀλήθειες πού ἔ χουν σχέση μὲ τὸ θέμα μας. Ἡ πρώτη εἶναι ὅτι κατανοοῦμε μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ γιατί, ὅπως ἀναφέραμε στὴν ἀρχὴ τῆς ὁμιλίας μας, στὶς ἐπιστολὲς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ὅλα τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας καλοῦνται «ἅγιοι», παρὰ τὸ ὅτι δὲν χαρακτηρίζονται ἀπὸ ἠθικὴ τελειότητα. Ἐφ ὅσον ἁγιότητα γιὰ τοὺς ἀν θρώπους σημαίνει μετοχὴ στὴν ἁγιό τητα τοῦ Θεοῦ, ὅπως αὐτὴ προσφέρεται ἀπὸ τὸν Χριστό, ὁ Ὁποῖος ὑπὲρ ἡμῶν ἁγιάζει ἑαυτὸν μὲ τὴ θυσία Του, ὅλα τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, πού μετέχουν στὸν ἁγιασμὸ αὐτὸ μποροῦν νὰ καλοῦνται «ἅγιοι». 12 Ἐν Ἐσόπτρῳ

Ἡ Ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία καί ὁ Ἅγ. Ζωσιμᾶς Μὲ τὴν ἴδια «λογική», στὴ γλώσσα τῆς Ἐκκλησίας ἤδη ἀπὸ τοὺς πρώτους αἰῶνες καὶ τὰ στοιχεῖα τῆς Εὐχαριστίας ἔλαβαν τὸ ὄνομα «τὰ ἅγια» (πρβ. «τὰ ἅγια τοῖς ἁγίοις»), παρὰ τὸ ὅτι ἀπὸ τὴ φύση τους δὲν εἶναι ἅγια. Καὶ μὲ τὴν ἴδια αἰτιολογία ἡ Ἐκκλησία πολὺ νωρὶς ἐπίσης ἀπένειμε τὸν τίτλο «ἅγιος» στοὺς ἐπισκόπους. Πολ λοὶ σκανδαλίζονται σήμερα ὅταν λέμε «ὁ ἅ γιος δεῖνα» (ἕνας δημοσιογράφος πού εἶχε ὡς κύριο ἔργο του νὰ προβάλλει σκάνδαλα ἐπισκόπων, εἶχε καθιερώσει τὴ γραφὴ ὁ ἅγιος ἐντὸς εἰσαγωγικῶν δεῖ να. Πλήρης ἄγνοια τῆς σημασίας τοῦ ὅρου ἅγιος). Ὁ ἐπίσκοπος καλεῖται κατ αὐτὸν τὸν τρόπο ὄχι γιὰ τὶς ἀρετές του, ἀλ λὰ γιατί εἰκονίζει στὴ Θ. Εὐχαριστία τὸν μόνον ἅγιο, ὡς εἰκὼν τοῦ Χριστοῦ καὶ ὡς καθήμενος εἰς τόπον καὶ τύπον Θεοῦ, κατὰ τὸν ἅγιο Ἰγνάτιο. Ἡ θέση τοῦ ἐπι σκόπου στὴ Θ. Εὐχαριστία εἶναι ἐκείνη πού δικαιολογεῖ τὸν τίτλο «ἅγιος». Ὁ Ὀρ θόδοξος λαός, πρὶν ὑποστεῖ τὴ διάβρωση τοῦ εὐσεβισμοῦ, δὲν εἶχε καμία δυσκολία νὰ χρησιμοποιεῖ τὴ γλώσσα τοῦ εἰκονι σμοῦ, καὶ βλέπει τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ στὸ πρόσωπο ἐκείνου, πού τὸν εἰκονίζει μέσα στὴ Θ. Λειτουργία, δηλαδὴ στὸν ἐπίσκοπο. Ἔτσι ἡ Θ. Εὐχαριστία εἶναι ἡ κατ ἐξο χὴν «κοινωνία ἁγίων». Σ αὐτὴν ἀποβλέ πει ἡ ἄσκηση τῶν ὁσίων, ἡ ὁποία δὲν εἶναι ποτὲ σκοπός, ἀλλὰ μέσο πρὸς τὸν σκοπό, πού εἶναι ἡ εὐχαριστιακὴ κοινωνία. Τὸ σημεῖο αὐτὸ λησμονεῖται καὶ παραβλέπεται ἀπὸ πολλοὺς σύγχρονους θεολόγους, ἀκόμα καὶ Ὀρθοδόξους, οἱ ὁποῖοι, ἰδιαί τερα στὶς μέρες μας, τείνουν νὰ ταυτίσουν τὴν ἁγιότητα μὲ τὴν ἄσκηση. Ἡ περίπτωση τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας ὅμως εἶναι εὔγλωττη. Ἐπὶ σαράντα χρόνια ἀσκήθηκε σκληρὰ γιὰ νὰ καθαρθεῖ ἀπὸ τὰ πάθη, ἀλλὰ ὅταν κοινώνησε τῶν ἀχράντων Μυστηρίων ἀπὸ τὸν ἅγιο, τότε ἐτελεύτησε τὸν βίο ἔχοντας ἁγιασθεῖ. Ὁ σκοπὸς τῆς ἀσκήσεώς της ἦταν ἡ εὐχαριστιακὴ κοινωνία. Θὰ ἦταν ἁγία ἡ ὁσία Μαρία, ἂν εἶχε καθαρθεῖ ἀπὸ τὰ πάθη, ἀλλὰ δὲν εἶχε κοινωνήσει; Ἡ ἀπάντηση εἶναι μᾶλλον ἀρνητική. Ἀλλὰ ἡ Θ. Εὐχαριστία εἶναι τὸ ἀπο κορύφωμα τοῦ ἁγιασμοῦ, ὄχι μόνο γιατί αὐτὴ προσφέρει στὸν ἄνθρωπο τὴν τελειότερη καὶ πληρέστερη ἕνωση (σωματικὴ καὶ πνευματικὴ) μὲ τὸν μόνον ἅγιο, ἀλλὰ καὶ διότι ἀποτελεῖ τὸν πιὸ τέλειο εἰκο νισμὸ τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ τῆς καταστάσεως ἐκείνης, στὴν ὁποία θὰ ἁ γιά ζεται καὶ θὰ δοξάζεται ἀπὸ ὅλη τὴν κτίση αἰώνια καὶ ἀδιάκοπα ὁ «ἅγιος, ἅ γιος, ἅγιος, Κύριος Σαβαώθ». Ἐν Ἐσόπτρῳ 13

Ἐκ Φαναρίου Φαναριώτικος λόγος, ὁ λόγος τῆς ἐμῆς καρδίας τοῦ π. Χαραλάμπους Παπαδοπούλου Ὅλο καὶ περισσότερο γίνεται ἀντι ληπτὸ ἀπὸ τὸν κόσμο τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ θέλουν νὰ θεω ροῦν τὸν ἑαυτὸ τους ἐκτὸς αὐτῆς, ὅτι ὁ λό γος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου εἶ ναι ἕνας λόγος ξεχωριστὸς καὶ ἰδιαί τερος. Ἰδιαίτερος, ὄχι γιατί ὁμιλεῖται σὲ μία ἰδιαίτερη διάλεκτο, οὔτε διότι προέρχεται ἀπὸ ἕνα χῶρο ποὺ ἡ θύμησή του δημιουρ γεῖ ἕνα πλούσιο κόσμο συναισθημάτων καὶ ἀναμνήσεων σὰν τὰ πολύχρωμα σοκάκια τῆς Πόλεως, ἀλλὰ διότι πάνω ἀπὸ ὅ λα ὑπῆρξε ἀνέκαθεν λόγος οἰκουμε νι κός, λιτὸς καὶ σοφός, ποὺ ξεπερνάει θρη σκευτικοὺς καὶ ἐθνικοὺς φανατισμοὺς καὶ κάθε λογῆς ὁλοκληρωτισμούς. Ὁ Φαναριώτικος λόγος ποὺ ἀντηχεῖ αἰῶνες τώρα ἀπὸ τὴν Πόλη τῆς δόξης καὶ σήμερα τοῦ μαρτυρίου, στὴν οἰκουμενικὴ συ νείδηση τῆς ἀνθρωπότητας, διακρινόταν καὶ διακρίνεται, ἀπὸ τὴν ἐκ κλησιο λογικὴ του ἀκρίβεια, τὴν προφητικότητα καὶ κοινωνικὴ διορατικότητά του, καθὼς καὶ τὴν ἀκοίμητη ποιμαντικὴ εὐαισθησία καὶ ἐγρήγορση. Γνωρίζει μὲ μοναδικὸ τρόπο νὰ ἀφου γκράζεται καὶ νὰ ψηλαφᾶ τὶς ἑκάστοτε κοινωνικὲς μεταβολὲς καὶ τὶς ἐπιδράσεις αὐτῶν στοὺς τομεῖς τῆς ζωῆς, προσπαθώντας νὰ διαλλαγεῖ μὲ τὸν ἑκάστοτε ἱστο ρικὸ ἄνθρωπο καὶ τοὺς πολιτισμούς του, ἔχοντας πάντοτε ὡς πυξίδα τὴν ἀποκεκα λυ μένη Ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ στὴν Ἐκκλησία Του. Ὁ πατριαρχικὸς ἄμβων ὑπῆρξε καὶ ὑ πάρχει, ὀλιγόλογος καὶ ὄχι φλύαρος, οὐ σια στικὸς καὶ ὄχι σχολαστικός, δια κρι τικὸς καὶ ὄχι ἀδιάκριτος, διορατικὸς καὶ ὄχι κοντόφθαλμος, ἑνωτικὸς καὶ ὄχι διχαστικός, πραγματικὸς καὶ ὄχι εἰκονικός, μὲ φιλάνθρωπη ἀγωνία γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὰ ἑκάστοτε πολιτισμικὰ καὶ κοινωνικὰ δεδομένα ποὺ χαρακτηρίζουν τὴν ἱστορικὴ πραγματικότητά του. Ἕνας τέτοιος λόγος εἶναι καὶ αὐτὸς ποὺ ἀκολουθεῖ, τοῦ ὁποίου ἀποσπάσματα στα χυ ολογοῦμε παρακάτω ἀπὸ ὁμιλία ποὺ ἐκφωνήθηκε στὸν Ἱ. Μ. Ναὸ τοῦ Ἁγ. Μηνᾶ Ἡρακλείου Κρήτης κατὰ τὴν ἀκο λου θία τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου, τὴν 14ην Ἀπριλίου 1967. Ἐκφωνήθηκε ἀπὸ ἕναν Φαναριώτη Ἱε ράρχη ποὺ χαρακτηρίστηκε ὡς μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες ἐκκλησιαστικὲς μορφὲς τοῦ αἰώνα μας. Πρόκειται γιὰ τὸν Μακαριστὸ Γέροντα Μητροπολίτη Χαλκηδόνος Μελίτωνα Χατζῆ. Ὁ Φαναριώτης Ἱεράρχης ὑπῆρξε «ἀρι στο κράτης εἰς τοὺς τρόπους καὶ χρι στια νὸς τὸ φρόνημα, τολμηρὸς εἰς τὴν ψυ χήν, αὐστηρὸς τηρητὴς τῆς παραδόσεως, πι στὸς ἄχρι θανάτου εἰς τὴν ἰδέα τῆς ὀρ θοδο ξίας καὶ τῆς ἱερᾶς ἀποστολῆς τοῦ Φα ναρίου» τοῦ ὁποίου ὡς γνήσιος ἐκ φραστὴς διέθετε ἕνα συγκλονιστικὸ προ φη τικὸ λόγο ποὺ διαπερνοῦσε τὴν ρευστότητα καὶ τὴν μικρόψυχη θεώρηση τοῦ σήμερα μὲ ὅλες αὐτὲς τὶς ὑπεραπλουστεύσεις καὶ ἀφοριστικὲς γενικεύσεις. Σὲ ὁδηγοῦσε στὴν καρδιὰ τῶν πραγμάτων καὶ τῶν νοημάτων ποὺ ἔκρυβαν τὰ γεγονότα τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων, στοὺς ἀνοικτοὺς ὁρίζοντες τοῦ αὔριο, τοῦ δια φορετικοῦ, τοῦ ἀνυποψίαστου. 14 Ἐν Ἐσόπτρῳ

Ὁ Π. Πατριαρχικός Ναός τοῦ Ἁγ. Γεωργίου, Φανάρι Δὲν ἐξαντλοῦσε τὸν λόγο σὲ μία ἁπλῆ περιγραφικὴ φανέρωση τοῦ γεγονότος, ἀλλὰ ἔμπαινε μὲ ἕνα ἀπαράμιλλο τρόπο στὴν οὐσία καὶ τὴν ἀναγκαιότητα τῆς πραγμάτωσής του. Θὰ τὸν ἀκούσουμε νὰ μᾶς μιλάει γιὰ τὴν ἁγία σιωπὴ καὶ τὴν ὠφέλειά της. Αὐτὴ τὴν μεγάλη μὰ τόσο ξεχασμένη στὶς μέρες μας ἀρετὴ τῆς Ὀρθοδόξου πνευματικότητος. Καὶ εἶναι λόγος ἐπίκαιρος ὅσο ποτὲ ἄλλοτε, σὲ μία ἐποχὴ ποὺ δὲν ξέρει νὰ σιωπᾶ ἀπὸ τοὺς ἐξωτερικοὺς μὰ προ παντὸς ἀπὸ τοὺς ἐσωτερικοὺς θορύβους. Πού ξέχασε καὶ λησμόνησε στὴν ἐκ κοσμί κευση καὶ ἀποϊεροποίηση τοῦ μυστηρίου τῆς ζωῆς, νὰ σωπαίνει καὶ νὰ ἡ συχάζει. Νὰ εἰσέρχεται στὸ ταμεῖο τῆς ὑπάρξεώς της καὶ νὰ ἀφουγκράζεται τὴν σιωπῶσα φωνὴ τοῦ Θεοῦ. Τὴν ἠχὼ τῶν ἀποκαλυπτικῶν Του λόγων μέσα στὴν ἀνθρώπινη καρδιά, ποὺ ἔρχονται σὰν αὔρα ἁπαλή, σὰν ἦχος σιωπῆς, ὅπως τὴ βίωσε ὁ Προφήτης Ἠλίας καὶ τόσοι ἄλλοι Ἅγιοι τῆς καθ ἡμᾶς Παραδόσεως, τῆς οὐρανίου ἐμπειρίας καὶ ὄχι τῆς νοησιαρ χικῆς ρητορείας. Ἕνας χαριτωμένος ἁγιορείτης μονα χὸς ἔλεγε στὴν ἡμετέρα πολυλογοῦσα ἐποχή, ποὺ στέρεψε ἀπὸ σταλάγματα ἐν σιωπῇ σοφίας καὶ κούρασε μὲ τὴν πληθωρικότητα τῆς σοφιολογίας της «ὅτι ὁ καλὸς Θεὸς μᾶς ἔδωσε ἕνα στόμα καὶ δύο αὐτιά. Πιὸ πολὺ νὰ ἀκοῦμε καὶ λιγότερο νὰ μιλᾶμε». Ἂς ἀκούσουμε, λοιπὸν, τὴ φωνὴ τοῦ Φα ναρίου, τὸν λόγο τῆς ἐμῆς καρδίας. «Σιωπὴ ἐμπρὸς εἰς τὴν μεγάλην χαρὰν καὶ σιωπὴ ἐμπρὸς εἰς τὸν βαθὺν πόνον. Ἡ σιωπὴ κατεβαίνει μαζὶ μὲ τὸ παραπέτασμα εἰς τὸν νεκρικὸν θάλαμον τοῦ προ σφιλοῦς μας προσώπου. Σιγή συνοδεύει τὴν ἐσωτερικὴν ἡσυ χίαν καὶ περιβάλλει τὸ «ἄκτιστον φῶς» καὶ ἀνεβάζει εἰς τὰ ὕψη τῆς νοερᾶς προσευχῆς τὸν πνευματικὸν ἄνθρωπον. Ἡ σιωπὴ φρουρεῖ τὴν θύραν τοῦ ἁγίου, τὴν ἀγρυπνίαν τοῦ σοφοῦ, τὴν ἀπόφασιν τοῦ ἀληθινοῦ μάρτυρος...εἰς τὴν πε ριοχὴν τῆς μεγάλης σιωπῆς εὑρίσκεται ἄλλωστε τὸ μέγιστον μέρος τῆς ἱστορικῆς ἀνθρωπότητος. Αὐτοὶ ποὺ ἔφυγαν ἀπὸ τὸ χῶρον τοῦ λόγου. Εἶναι ἡ σιωπὴ τῆς αἰω νιότητος. Προσέχοντες βλέπομεν ὅτι ἡ σιωπὴ εἶναι συμπάρεδρος κάθε μεγάλης ἀξίας τῆς ζωῆς. Ἡ σιωπὴ τῆς ἁγιότητος, ἡ σιωπὴ τῆς σοφίας, ἡ σιωπὴ τῆς γενναιότητος, ἡ σιωπὴ τῆς καρτερίας, ἡ σιωπὴ τῆς ἀγάπης καὶ ἡ σιωπὴ τῆς θυσίας. Ζῶμεν τὴν κατ ἐξοχὴν ὥραν τῶν λό γων. Τῶν πολλῶν λόγων. Τῶν ποικίλων λό γων. Τῶν προχείρων λόγων. Τῶν εὐθυ νῶν λόγων. Τῶν ἐξάλλων λόγων. Τῶν λό γων τῶν ἀγοραίων. Καὶ γνωρίζετε ὅτι τὸ ἀντίτιμον αὐτῶν τῶν εὐθυνῶν καὶ ἐξάλ λων λόγων εἶναι βαρὺ καὶ ἀκριβό. Πληρώνεται μὲ τὸ χρυσοῦν νόμισμα τῆς σιω πῆς ἄλλων. Ἐξαγοράζεται μὲ τὴν ἐκ ποίησιν καὶ τὴν ἀπώλειαν τῶν πολυτίμων μας. Πέριξ μας ρίπτονται καὶ κυ κλοφο ροῦν συνθήματα πρόχειρα, παγίδες λέξεων, αἱ ὁποῖαι φθείρουν κάθε ὑψηλὴν ἔννοιαν καὶ φθηναίνουν ἱερώτατα ἰδε ώδη Ἐν μέσῳ τοιαύτης συγχύσεως πραγμάτων, ἂς ἀντιστῶμεν εἰς τὸν πειρασμὸν τοῦ εὐκόλου λόγου καὶ ἂς εἰσέλθωμεν εἰς τὸν χῶρον τῆς σιωπῆς, διὰ νὰ ἀκούσωμεν τὴν φωνὴν τοῦ Θεοῦ, τὴν φωνὴν τῆς συνειδήσεώς μας, τὴν φωνὴν τῆς ἱστορίας, τῶν παθημάτων μας καὶ τῶν σφαλμάτων τοῦ παρελθόντος καὶ νὰ ἀκροασθῶμεν τὰ βήματα τῶν ἐπερχομένων.. Εἶναι πολλοί, πάρα πολλοὶ οἱ σιωπηλοὶ ἄνθρωποι. Αὐτοὶ ποὺ δὲν θέλουν, ἢ δὲν ἠμποροῦν, ἢ δὲν πρέπει νὰ ὁμιλήσουν. Εἶναι πολλοί, πάρα πολλοὶ αὐτοί, οἱ ὁποῖοι δέονται μέσα εἰς τὴν σιγήν. Χωρὶς νὰ τολμοῦν νὰ εἴπουν τὰς εὐχάς των Δὲν ἔλειψε ποτὲ ἀπὸ τὴν γῆν ἡ Ἐκ κλησία τῆς κατακόμβης, ἡ Ἐκκλησία τῆς σιγῆς. Πρέπει νὰ εἰσέλθητε ἐνώπιον τῆς παρουσίας τῆς σιγῆς, διὰ νὰ τὴν συναντήσετε, νὰ τὴν ἀναγνωρίσετε, νὰ τὴν κατανοήσετε, νὰ συμπροσευχηθῆτε μαζί της, μὲ τὴν Ἐκκλησίαν τῆς σιωπῆς». Ἐν Ἐσόπτρῳ 15

Ποιμένας καὶ θεραπευτὴς τοῦ Πρωτ. Ἀδαμαντίου Αὐγουστίδη, Ψυχιάτρου, Λέκτορος Θεολ. Σχολῆς Παν/μίου Ἀθηνῶν Ἐπικεντρώνοντας τὴν προ σοχή μας στὸ πρακτικὸ περιεχόμενο τῶν ἐφαρ μογῶν τῆς Ποιμαντικῆς Ψυχολογίας καί, κυρίως, στὸ ἔργο τοῦ κληρικοῦ ποὺ καλεῖται νὰ ἀξιοποιήσει αὐτὰ τὰ δεδομένα, μποροῦ με νὰ καταλήξουμε στὰ ἑξῆς συμπεράσματα: α) Ὁ ὀρθόδοξος ἱερέας εἶναι καταρχὴν καὶ κατὰ κύριο λόγο ὁ ποιμένας καὶ πατέρας μιᾶς εὐχαριστιακῆς κοινότητας. Ἡ ἔμπνευση καὶ οἱ προϋποθέσεις τῆς διακονίας του ἔχουν ὡς πηγὴ καὶ ὡς κριτήριο ὀρθοπραξίας τὸ πρωταρχικό του ἔργο, ποὺ εἶναι ἡ προσφορὰ τῆς Θείας Εὐχαρι στίας καί, κατὰ φυσικὴ συνεπαγωγή, ὁ διὰ τῶν μυστηρίων ἁγιασμὸς τῶν ἐν Χριστῷ τέκνων του. Ταυτοχρόνως εἶναι ὁ κατε ξο χὴν ὑπεύθυνος γιὰ τὴ διδαχὴ «ἔργῳ» καὶ «λόγῳ» τῶν οὐσιωδῶν τῆς πίστεως. Πυ ρη νικὸς καὶ θεμελιώδης στόχος τῆς διακονίας του εἶναι ἡ ἐσχατολογικὴ νοηματο δό τηση τῆς ζωῆς τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐν Χριστῷ σωτηρία. β) Ἡ κοινωνικὴ διακονία τοῦ ποιμνίου του δὲν ἀποτελεῖ πάρεργο, ἀλλὰ θεμε λιῶδες ἔργο, διὰ τοῦ ὁποίου γίνεται ὁρατὴ καὶ μεθεκτὴ ἡ παρουσία τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Ἂν αὐτὸ τὸ ἔργο δὲν ἦταν σημαντικό, δὲν θὰ προέβαινε ἡ πρώτη Ἐκ κλησί α στὴν ἐκλογὴ τῶν ἑπτὰ διακόνων, οὔτε θὰ εἶχε λα μπρυν θεῖ ἡ ἱστορικὴ παρουσία τῆς Ἐκκλησί ας μὲ τόσα ἔργα φιλανθρωπίας καὶ ἀρωγῆς τῶν «κοπιώντων καὶ πεφορτισμένων». γ) Τὰ σύγχρονα κοινωνικὰ δεδομένα, ἀπαιτοῦν τὴ διεύρυνση καὶ τὴν ἐξά σκηση τοῦ ποιμα ντικοῦ κοινωνι κοῦ ἔρ γου καὶ στὰ καινούρια πεδία δραστηριοποιή σεως, ὅπως τὰ νοσοκομεῖα, ὁ χῶρος τῆς ψυ χι κῆς ὑγείας κ.τ.λ.. Τὰ ἐρευνητικὰ δεδομένα ὑποδεικνύουν ὅτι ἡ κοινω νικὴ καὶ ψυχο λογικὴ ὑπο στή ριξη τῶν σωματικῶς πασχόντων εἶναι κεφαλαιώδους σημασίας γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῆς ὑγεί ας ἤ, γενικότερα, γιὰ τὴ σθεναρότερη ἀντι με τώ πιση τοῦ stress ποὺ συνεπάγεται ἡ ἀσθένεια, ἡ ἀ ναπηρία καὶ ἡ νοσηλεία. Ἡ ἀπουσία τοῦ κληρικοῦ ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς χώρους ὄχι μόνο ἀποτελεῖ ἀθέτη ση βασι κῶν ὑπο χρεώσεων («ἠσθένη σα, καὶ ἐπεσκέψασθέ με»), ἀλλὰ ἀφήνει καὶ τὸ πεδίο ἀνοικτὸ στὴ δράση τῶν παραθρησκευτικῶν ὁμάδων πού, ὅλο καὶ περισσότερο, δραστηριο ποιοῦνται σ αὐτὸ τὸ πεδίο. δ) Ἡ διακονικὴ προσφορὰ τοῦ ἱερέα στὰ διάφορα καινοφανῆ πεδία δραστηριοποίησης, δὲν εἶναι δεδομένο ὅτι θὰ γίνει ἀποδεκτή. Εἶναι μάλιστα πολὺ πιθανὸ οἱ σωτηριολογικὲς διαστάσεις τῆς ποιμα ντικῆς του παρουσίας νὰ μὴ γίνονται κα τανοητὲς ἢ νὰ μὴ συμπεριλαμβάνονται στὰ ἐπιγνωστὰ ἐνδιαφέ ρο ντα πολλῶν ἐκ τῶν ἀποδεκτῶν τῆς κατὰ τὰ ἄλλα εὐ πρόσδεκτης, ἀρωγῆς του. Ἡ προσπάθεια παρουσίας καὶ παρέμβασης σὲ πολλοὺς ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς εἰδικοὺς τομεῖς διακονίας, ποὺ προαναφέρθηκαν, ἀπαιτεῖ μία «κενωτικὴ» παρουσία τοῦ ἱερέα, ὁ ὁποῖος καλεῖται νὰ ἀξιοποιήσει κάθε προσφερόμενη γνώση, μέθοδο καὶ τεχνικὴ ποὺ τὸν βοηθᾶ νὰ γίνει «τοῖς πᾶσι τὰ πάντα», γιὰ νὰ καταφέρει νὰ βοηθήσει καὶ νὰ σώσει «πάντως τινάς». 16 Ἐν Ἐσόπτρῳ

Ὅσα ἀναφέρθηκαν ἕως ἐδῶ, ἐπιτρέ πουν νὰ ἰσχυριστοῦμε ὅτι τὸ ζητούμενο γιὰ τὴν ὀρθόδοξη ποιμαντικὴ πράξη δὲν εἶναι ἡ, κατὰ ἀπομίμηση τῶν ἄλλων χρι στιανικῶν ὁμολογιῶν, δημιουργία ἀποϊε ροποιημένων ποιμαντικῶν συμβούλων. Πολὺ περισσότερο δὲν θὰ εἶχε νόημα ἡ δημιουργία μίας «κάστας» τεχνοκρατῶν ποιμένων ποὺ θὰ δραστηριοποιοῦνται στὰ πλαίσια ἑνὸς θρησκευτικοῦ τύπου κοινωνικο προνοιακοῦ ἀκτιβισμοῦ. Αὐτὸ ποὺ περιμένει σήμερα ἡ Ἐκ κλησί α ἀπὸ τὴν Ποιμαντικὴ Ψυχολογία πέρα ἀπὸ τὸ θεωρητικὸ καὶ ἐρευνητικό της ἔργο εἶναι ἡ καλλιέργεια καὶ ἡ ἐξασφά λιση τῶν προϋποθέσεων ἐκείνων, ὅπου οἱ κληρικοὶ θὰ τροφοδοτοῦνται μὲ ὅ,τι μπο ρεῖ νὰ ἐνισχύσει τὴ γνησιότητα τῆς ἱερα τικῆς τους ταυτότητας καὶ οἱ διακονοῦντες τὴν Ἐκκλησία κληρικοὶ καὶ λαϊκοὶ θὰ ἐμπλουτίζουν τὴ γνωστική τους φαρέτρα μὲ ὅσα ἐφόδια μποροῦν νὰ ἐνισχύσουν τὸ θεόσδοτο ἔργο τους. Ἐκτός ὅμως ἀπὸ αὐ τό, εἶναι ζωτικὴ ἀνάγκη σήμερα νὰ ἐ γκαθι δρύσει θεωρητικὴ καὶ (μετ) ἐκπαιδευτικὴ ὑποδομή, ὥστε νὰ ἐνισχυθεῖ ἡ ἐκκλησια στικὴ διακονία μὲ στελέχη ἐξειδικευμένα στὴν ποιμαντική τοῦ νοσοκομειακοῦ ἢ τοῦ βαρέως πάσχοντος ἀσθενοῦς καθὼς καὶ τοῦ περίγυρού του, τοῦ ψυχικῶς πάσχοντος, τῆς διαταραγμένης οἰκογένειας ἤ, ἀκόμα, τῶν ἐμπερίστατων ἀρνησιθέων. Οἱ τελευταῖοι μπορεῖ νὰ ἀρνοῦνται τὴ θρη σκευτικὴ ταυτότητα τοῦ ἱερέα. Ποιὸς «κοπιῶν καὶ πεφορτισμένος», ὅμως, μπο ρεῖ νὰ ἀντισταθεῖ στὴν προσφορὰ γνήσιας ἀγάπης, ἡ ὁποία ἐξ ὁρισμοῦ δὲν ἔχει σχέση μὲ ἰδιοτελῆ «ἱεραποστολικὰ» κίνητρα ἑνὸς θρησκευτικοῦ παρείσακτου στὸ χῶρο τοῦ νοσηλευτηρίου, ἀλλὰ συνιστᾶ παροχὴ «εἰδικῶν» ὑποστηρικτικῶν ὑπηρε σιῶν ἀπὸ ἕνα ἐξειδικευμένο μέλος τῆς εὐρύτερης θεραπευτικῆς ὁμάδας; Πρέπει νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι ἡ πλειοψηφία τῶν κληρικῶν δὲν εἶναι χαρι σματικοὶ καὶ πολύπειροι. Κατὰ συνέπεια εἶναι θεμελιώδους σημασίας, στὴ βασικὴ ἐκπαίδευση τῶν ἱερέων νὰ προσφέρονται ἐκεῖνες οἱ γνώσεις ποὺ θὰ τοὺς προστατεύσουν ἀπὸ λανθασμένους χειρισμούς, θὰ διευκρινίζουν τὰ ὅρια τοῦ πότε κανεὶς πρέπει νὰ παραπέμπει σὲ ἄλ λον ἐπα γ γελ ματί α εἰδικὸ (γιατρό, ψυχίατρο κ.τ.λ.) καὶ πότε ἕνας ἱερέας εἰδικευμένος σὲ κάποιον τομέα (π.χ. ψυχίατρος ἢ ψυχοθερα πευτὴς) θὰ βοηθοῦσε καλύτερα. Μὲ τὸ ἴδιο σκε πτικὸ καὶ τὶς ἴδιες θε ωρητικὲς προ δια γραφὲς μπορεῖ νὰ κατα νο ηθεῖ, ἐπίσης, τὸ νόημα καὶ ἡ χρησιμότητα μερι κῶν ἀκόμη πιὸ ἐξειδικευ μέ νων μορ φῶν διακονίας, ὅπως εἶναι τοῦ ἱε ρέ ως ὁ ὁποῖος εἶναι ταυτόχρονα εἰδικευμένος καὶ ἐπαγγελ ματικὰ δραστηριοποιημένος ἰα τρός, ψυχίατρος, κοινωνικὸς λει τουργός, ψυχολόγος, ψυχοθεραπευτὴς κ.τ.λ.. Οἱ τελευταῖοι, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀξιοποίησή τους στὴν ἐνεργὸ δραστηριότητα, μπο ροῦν νὰ ἀπο δειχθοῦν πολύτιμοι στὴν πρακτικὴ διάσταση τοῦ ἐκπαιδευ τικοῦ ἔργου τῆς Ποι μαντικῆς Ψυχολογίας, προσφέροντας ἐξει δι κευ μένες γνώσεις, κλινι κὴ καὶ πρακτικὴ ἐμπειρία καθὼς καὶ «ἔ δαφος» καὶ ἐποπτεία γιὰ τὴν πραγματοποίηση πρα κτικῆς ἐξάσκησης. Τὸ βέβαιο εἶναι ὅτι ὁ δρόμος εἶναι ἀ νηφορικὸς καὶ τὰ θεωρητικὰ καὶ πρακτικὰ προβλήματα ποὺ πρέπει νὰ ξεπεραστοῦν δὲν εἶναι λίγα. Ὁ θεραπευτής, ποὺ ἐξασκεῖ ταυτοχρόνως δύο «ἐπαγγέλματα», πρέπει νὰ ἔχει ἀπόλυτα ξεκαθαρισμένα μέσα τοῦ τὰ συστατικά τῆς ταυτότητάς του. Μόνο ἔτσι μποροῦν νὰ ἀποφευχθοῦν «τεχνικὰ» προβλήματα, ὅπως ἡ ὑπὲρ ἐξιδανίκευση τοῦ ἱερέα θεραπευτῆ ἀπὸ τὸν πιστό, ἡ ἐκζήτηση θαυματουργικῶν θεραπειῶν, ποὺ χρησιμοποιεῖται ὡς ψυχολογικὴ ἄμυ να στὴν ψυχοθεραπεία, ἡ σύγχυση μεταξύ του θεραπευτικοῦ, τοῦ συμ βουλευτικοῦ καὶ τοῦ ποιμαντικοῦ ρόλου ἤ, ἀκόμα, καὶ ἡ ἀνάδυση προσωπικῶν πνευματικῶν προβλημάτων ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ θερα πευτῆ. Ἐν Ἐσόπτρῳ 17

Ἄλλωστε, ἡ Ἱεραποστολικὴ εὐθύνη τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ βασικὸ καθῆκον, καὶ ἡ Ποιμαντικὴ Ψυχολογία καλεῖται νὰ ἀξιοποιήσει τὴν πνευματικὴ παρακαταθήκη τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης καὶ νὰ τὴ διατυπώσει ἔτσι, ὥστε νὰ καταστεῖ ὠφέλιμη καὶ γιὰ τὴν ἐπιστήμη τῆς Ψυχολογίας. Στὴ διεθνῆ ἐπιστημονικὴ κοινότητα αὐτὸς ὁ προβληματισμὸς ὑφίσταται ἤδη, καὶ στὴ βιβλιογραφία συναντῶνται προσπάθειες ἐμπλουτισμοῦ τῆς ψυχοθε ρα πευτικῆς τεχνικῆς μὲ θρησκευτικὰ στοιχεῖα, ἀκόμη καὶ προτάσεις γιὰ ἐπέ κταση τοῦ «βιοψυχοκοινωνικοῦ μοντέλου» σὲ «βιοψυχοκοινωνικὸ πνευματικὸ μοντέλο». Τοῦτο, γιατί ὅλο καὶ περισσότερο διαπιστώνεται ὅτι οἱ ψυχοθε ρα πευτικὲς θεωρίες δὲν ἔχουν τὰ ἀπα ραίτητα γνωστικὰ δεδομένα γιὰ νὰ ἀνταποκρι θοῦν στὶς ἀνάγκες τοῦ θρησκευόμενου ἀσθενοῦς, καθὼς οἱ ἐκπρόσωποι τῆς Ψυχολογίας συχνὰ ἀγνοοῦν ἢ ἔχουν παρεξηγήσει καίριας σημασίας ἀνθρωπο λο γικὰ στοιχεῖα ποὺ χαρακτηρίζουν τὸν πνευ ματικὰ ἀγωνιζόμενο ἄνθρωπο. Τὸ ἐρώτημα λοιπὸν εἶναι σαφές: ἔ χου με δικαίωμα νὰ ὀλιγωρήσουμε μπροστὰ στὰ σημεῖα τῶν καιρῶν, στὶς ἀνάγκες τῶν πιστῶν, στὴν πνευματικὴ ἔνδεια τοῦ σύγχρονου κόσμου, στὴν ἐπιστημονικὴ καὶ ἀνθρωπολογικὴ πρόσκληση καὶ πρόκλη ση τῶν ἐπιστημῶν τοῦ ἀνθρώπου; Ἡ ἀπάντηση εἶναι μᾶλλον αὐτονόητη. Ἐμεῖς θὰ ἀποφύγουμε νὰ κλείσουμε αὐτὴ τὴ μελέτη μὲ βαρύγδουπα συμπεράσματα καὶ προτάσεις. Μετὰ ἀπὸ ὅσα καταγράφηκαν ὡς ἐδῶ, ἂς δώσουμε τὸ δικαίωμα νὰ ἐξαγάγει καθένας μόνος του τὰ συμπεράσματά του. Ἀντ αὐτοῦ προτιμοῦμε, ὡς ἐπίλογο, νὰ παραθέσουμε τὸν προφη τικὸ λόγο τοῦ Γέροντος Χαλκηδόνος κυροῦ Μελίτωνος. Ἴσως αὐτὸς ὁ λόγος ἀποτελεῖ ἱκανὸ κριτήριο τοῦ πρὸς ποιὰ κατεύθυνση πρέπει νὰ κινηθοῦν τὰ συμπεράσματα καὶ οἱ κατευθύνσεις ποὺ προκύπτουν ἀπὸ τὸν ποιμαντικό, ποιμαντικοψυχολογικὸ καὶ ψυχολογικὸ προβληματισμὸ ποὺ προσπαθήσαμε νὰ καταθέσουμε σ αὐτὴ τὴν ἐργασία. «Ἡ χθὲς πρὸ πολλοῦ παρῆλθεν. Οὔτε κἄν τὴν σήμερον ζῶμεν σήμερον. Μᾶς προέλαβεν ἡ μεθαύριον. Εἶναι ἀπέλπιδα τὰ κτυπήματα εἰς τὴν θύραν τῆς Ἐκ κλησίας. Τὰ ἠκούσαμεν. Καὶ ἀφυπνί σθημεν. Καὶ ἤλθομεν πρός σᾶς. Ἂν δὲν ἀνηρχόμεθα, ὡς Ἐκκλησία, πρὸς τὴν πραγματικότητα τοῦ Θεοῦ. Ἂν δὲν κατηρχόμεθα πρὸς τὴν πραγματικότητα τῆς εἰκόνος Του, τοῦ ἀν θρώπου, καὶ τοῦ κόσμου Του αὐτῆς τῆς στιγμῆς, δὲν θὰ εἴμεθα Ἐκκλησία, θὰ εἴ μεθα μία ἔνδοξος, ἴσως θαυμαστή, ἱστο ρικὴ πραγματικότης, ἀλλὰ παρελθοντολογία καὶ μόνον. Ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι ζωή, εἶναι ἡ πάντοτε σήμερον ἐν τῇ ἀτέρμονι ἐκτάσει τῆς αἰωνιότητος». Τὸ δίλημμα σχετικὰ μὲ τὸ θέμα ποὺ ἀναπτύξαμε σὲ αὐτὴ τὴ μελέτη, εἶναι ἁπλὸ καὶ σαφές: Ἔχουμε, ἄραγε, τὸ δικαίωμα νὰ ἐπιμείνουμε σὲ μία νοοτροπία κατὰ τὴν ὁποία, «διαπνεόμενοι ἀπὸ ἕναν ψευδοαγγελισμό, ἀπορρίπτουμε ἀσυζητη τὶ τὸν κόσμο, καταντώντας ἄρνηση καὶ κοινωνικὸ «ὑγκύστρωμα», χωρὶς τὴν πα ραμικρὴ διάθεση διακονίας καὶ μαρτυρίας»; Καὶ αὐτὸ θὰ εἶναι «τίποτε πε ρισ σότερο ἢ λιγότερο ἀπὸ τὴν ἀθέτηση τῆς Ἱεραπο στο λῆς ὡς ἀναπνοῆς τῆς «Ἐκ κλησί ας»; Ἢ μήπως ἔφθασε πιὰ ὁ καιρὸς νὰ τολμήσουμε τὸ ἄνοιγμα, ἀξιοποιώντας μὲ ὀρ θόδοξο τρόπο τὴν ἐπιστήμη τῆς Ποι μα ντικῆς Ψυχολογίας καὶ τὸν κόπο καὶ τὶς γνώσεις τῶν ἐξειδικευμένων κληρικῶν θεραπευ τῶν; Ἄλλωστε πολλοὶ ἐξ αὐτῶν ἤδη δια κονοῦν μὲ συνέπεια σὲ δύσκολα πεδία εὐθυνῶν, ἀναμένοντας τὴν ἀπο δο χὴ καὶ τὴν κατανόηση, ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, τῶν ποιμαντικῶν ἀναγκῶν ποὺ ἐξυπηρε τοῦν, ὥστε, ἐμπνεόμενη ἀπὸ τὸ πρότυπό της θεσμοθέτησης τῶν διακόνων στὴν πρώτη Ἐκκλησία νὰ προχωρήσει καὶ σήμερα σὲ ἀνάλογα βήματα. Πηγή: «Ποιμένας και θεραπευτής», εκδ. Ἀκρίτας, σ. 108 114 18 Ἐν Ἐσόπτρῳ

Μαζί μέ τούς γονεῖς Ὅταν οἱ γονεῖς εἶναι θυμωμένοι Μία μέρα, ἀγανακτισμένη, ξεσπῶ, ταρακουνάω τὴν κόρη μου καὶ τῆς φωνάζω. Ἐκείνη κλαίει, μετὰ θυμώνει: Δὲν ἔχεις τὸ δικαίωμα, μαμά! Σοκαρίστηκα ἀμέσως. Εἶχε δίκιο, δὲν εἶχα τὸ δικαίωμα νὰ τὴν ταρακουνάω ἔτσι, νὰ τὴν τρομάζω. Ἤμουν βέβαια ἐκνευρι σμένη, ἀλλὰ αὐτὸς δὲν εἶναι λόγος νὰ τὴν πληγώσω. (Γιατί εἶναι μεγάλο ψυχικὸ τραῦμα νὰ νιώθεις φόβο μπροστὰ στὴ μητέρα σου.) Ἄκουσα τὴν κόρη μου. Ὁ θυμός μου δια λύθηκε, ζήτησα συγγνώμη καὶ τὴν πῆ ρα στὴν ἀγκαλιά μου γιὰ νὰ τὴν καθησυχάσω. Μία ἄλλη μέρα, δὲν ξέρω γιὰ ποιὸ λό γο, τῆς εἶπα ἀπότομα: Πόσο κουραστικὴ εἶσαι! Μὲ κοίταξε καὶ ἀποκρίθηκε: Δὲν ἔχεις τὸ δικαίωμα νὰ μοῦ τὸ λὲς αὐτό, μα μά. Αυτό εἶναι ἀλήθεια χρυσό μου, ἔχεις δίκιο. Κάθησα δίπλα της καὶ συνέχισα: Δὲν ἔχω δικαίωμα νὰ σοῦ λέω λέξεις πετραδάκια (σσ: τὰ γλυκόλογα εἶναι γλυ κὰ καὶ θωπευτικά, οἱ λέξεις πετραδάκια εἶναι σκληρὲς καὶ πονοῦν). Σοὺ τὸ εἶπα γιατί ἤμουν ἔξω φρενῶν. Ὅμως δὲν φταῖς ἐσὺ γιὰ τὴν ἀγανάκτησή μου. Κανονικὰ θὰ ἔπρεπε νὰ πῶ: Εἶμαι ἀγανακτισμένη καὶ ὄχι νὰ ξεσπάσω σὲ σένα. Ὅταν σοῦ λέω ὅτι εἶσαι κουραστική, σὲ πληγώνω κι αὐτὸ δὲν πρόκειται νὰ ἱκανοποιήσει τὴν ἀνάγκη μου γιὰ ἡρεμία. Συγχώρεσέ με. Κανεὶς δὲν εἶναι τέλειος, κι ἔχουμε τό σο συνηθίσει νὰ προβάλλουμε στὸν ἄλλο τὶς προσωπικές μας δυσκολίες, ποὺ εἶναι ψευδαίσθηση πὼς αὐτὸ δὲν θὰ μᾶς ξα νασυμβεῖ. Εἶναι ὅμως βασικὸ νὰ ἔχει τὸ παιδὶ τὴν ἄδεια νὰ νιώσει καὶ νὰ πεῖ ὅτι αὐτὸ εἶναι ἄδικο. Ὁ δίκαιος θυμὸς του μᾶς προσγειώνει στὴν πραγματικότητα, μποροῦμε νὰ συνειδητοποιήσουμε τί συμβαίνει μέσα μας καὶ νὰ ζητήσουμε συγγνώμη. Ἀντίθετα, ἂν τὸ παιδὶ δὲν μπορεῖ ἢ δὲν τολμᾶ νὰ ἀπαντήσει ὅταν ἕνας ἐνήλικας (ἢ ἕνα ἄλλο παιδὶ) τὸ μειώνει, τὸ πληγώνει, τὸ ταπεινώνει, τὸ γελοιοποιεῖ, ἂν δὲν θυμώνει, τότε παραμένει μειωμένο, ταπει νωμένο ἢ γελοιοποιημένο καὶ μπορεῖ νὰ κουβαλᾶ αὐτὸ τὸ τραῦμα γιὰ καιρό. Ἂν ὁ σεβασμὸς τοῦ παιδιοῦ δεσπόζει στὴ σχέ ση, οἱ προσβολὲς ποὺ λέγονται σὲ μία στιγ μὴ ἀγανάκτησης δὲν θὰ τὸ τραυματίσουν αὐτομάτως. Ἀλλὰ μία μόνο ἀδέξια λέξη ποὺ λέγεται σὲ μία εὐαίσθητη περίοδο, μπορεῖ νὰ μείνει χαραγμένη γιὰ χρόνια. Καλύτερα νὰ μὴν τὸ ρισκάρετε λοιπόν! Ἐξάλλου, τὸ νὰ ἔχει ὁ γονιὸς ἐπαφὴ μὲ τὰ συναισθήματά του ἀντὶ νὰ τὰ ρίχνει στὸ παιδί, τοῦ δίνει τὴ δυνατότητα νὰ παραμείνει συγκεντρωμένος στὸ ἄτομό του, νὰ ἔχει συνείδηση τοῦ ἑαυτοῦ του. Παραδόξως, ὅταν ἀποδίδει κανεὶς τὰ λάθη στὸ παιδί, γρήγορα ἐξαντλεῖται! Ἐν Ἐσόπτρῳ 19

Μέ ἐνδιαφέρον γιά τούς νέους Ἡ χαρὰ στὴν καθημερινὴ ζωὴ Ἀπὸ τὴν ψυχολόγο Δήμητρα Σταύρου (Β μέρος) Ἡ χαρὰ συνδέεται μὲ τὴ δημιουργία. Ἡ δημιουργία μπορεῖ νὰ εἶναι παροῦ σα σὲ κάθε ἄν θρωπο μέσα στὴν καθημερινό τητα. Τὸ μεγάλωμα ἑνὸς παιδιοῦ, ὁ ἐμπλουτισμὸς τῆς δουλειᾶς μας μὲ νέες γνώσεις ἢ πρακτικές, ἡ φροντίδα φυ τῶν καὶ κατοικιδίων, τὸ μαγείρεμα ἑνὸς φαγητοῦ χωρὶς νὰ ἀκο λουθοῦμε πιστὰ τὴ συνταγή... Εἶναι τόσο σημαντικὴ ἡ δημιουργία μέ σα στὴν καθημερινότητα, ποὺ ἄνθρωποι ποὺ τὴν στεροῦνται ἀπὸ τὸ περιβάλλον τῆς δουλειᾶς τους γιὰ παράδειγμα ἢ ἀπὸ ἄλλες προτεραιότητες ποὺ θέτουν (π.χ. τὸ κυνήγι τοῦ χρήματος ὡς αὐτοσκοπός, ἡ συνεχὴς ἀγωνία ἀναγνώρισης κ.λ.π.) ἀρ ρωσταίνουν ψυχικά. Ὅμως καὶ ἡ δημιουργία τῶν ἄλλων, μπορεῖ νὰ φέρει χαρὰ στὸ ὑποκείμενο. Αὐτὴ εἶναι ἡ περίπτωση τῆς ἐπαφῆς μὲ τὴν τέχνη ἢ ἄλλες μορφὲς ἀποτέλεσμα δημιουργικότητας ἄλλων ποὺ μπορεῖ νὰ συγκινεῖ καὶ νὰ δίνει αἴσθημα ἀνάτασης. Ἡ χαρὰ νὰ εἶναι κανεὶς συ νε πὴς στὶς ἀξίες του Ἡ συνέπεια στὶς ἀξίες δὲν σημαίνει τὴν ψυχικὴ ἀκαμψία, τοῦ νὰ μὴν ἐπιτρέπει δηλαδὴ κανεὶς τὴν ἀλλαγὴ στάσης, ἄποψης ἢ συμπεριφορᾶς. Ἀναφέρεται στὴν αἴσθηση ὅτι πράττουμε ἀκολουθώντας τὴν καρδιά μας. Εἶναι σημαντικὸ τὸ βράδυ, ὅταν κλείνουμε τὰ μάτια, λίγο πρὶν τὸν ὕπνο ποὺ ἔρχονται στὸ νοῦ τὰ γεγονότα τῆς ἡμέρας νὰ νοιώθουμε ἥσυχα μὲ ὅσα πράξαμε καὶ εἴπαμε. Ἡ συνέπεια στὶς ἀξίες ποὺ διέπουν τὴν κάθε ὕπαρξη κλείνουν τὸ δρόμο στὰ δαιμόνια τῆς ἀϋπνίας. Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἄνθρωποι εἴμαστε καὶ λάθη κάνουμε. Ἂς γίνουν τὰ λάθη ὄχι αἰτία αὐτοτιμωρίας, ἀλλὰ ἀναγνώρισης, κατανόησης, πηγὴ μάθησης καὶ ἀλλαγῆς. Ἡ χαρὰ σχετίζεται μὲ τὴ φύση Ἡ παρατήρηση τῆς φύσης καὶ ἡ συνειδητοποίηση ὅτι εἴμαστε μέρος της, μπορεῖ νὰ μᾶς βοηθήσει νὰ βροῦμε τὴ λύση σὲ πολλὰ διλήμματα. Ὅ,τι ἔρχεται ἐνάντια στὴ φύση μας ἢ τὴ φύση ὡς σύνολο, δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ ἀντιτίθεται στὴν ἀρχὴ τῆς ζωῆς καὶ νὰ συνδέεται μὲ τὸν πόνο καὶ τὴν καταστροφή. Ἡ χαρὰ νὰ φροντίζει κανεὶς τὸν ἑαυτό του Ἐνῶ ἡ χαρὰ συνδέεται κυρίως μὲ τὴ φροντίδα τῶν σχέσεων, δὲν πρέπει νὰ ξεχνᾶμε τὴ φροντίδα τοῦ ἑαυτοῦ. Γιατί φερόμαστε στοὺς ἄλλους ὅπως στὸν ἑαυτό μας. 20 Ἐν Ἐσόπτρῳ