ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΑΡΧΕΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ



Σχετικά έγγραφα

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΓΕΩΡΓΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ - ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ ΑΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ (και με τη προοδευτική δομή της ύλης του βιβλίου)

Αν. Καθ. Μαρία Καραμεσίνη ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Ημερίδα ΕΙΕΑΔ,«Η αγορά εργασίας σε κρίση», Αθήνα, 9 Ιουλίου 2012

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΕΠΙ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΤΟΥ ΕΡΕΥΝΗΤΗ ΣΩΤΗΡΗ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ ΜΕ ΤΙΤΛΟ ΔΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΪΌΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ (ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ

Ημερομηνία: Σεπτέμβριος 8, 2016

Α) ΒΑΣΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Η Θεωρία της Νομισματικής Ενοποίησης

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

ΚΟΣΤΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ. Κόστος προϊόντος. Οι παραγωγικές δαπάνες, οι οποίες συνθέτουν το κόστος παραγωγής, ονομάζονται και στοιχεία κόστους

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ. Φορολογική Πολιτική και Οικονομική Ανάπτυξη

Αγροτική Οικονομία. Ενότητα 1: Εισαγωγή

Μάθημα: Διεθνείς Επιχειρήσεις και Επενδύσεις

ΘΕΜΑ : Προσδιορισμός του εισοδήματος που αποκτάται από ατομική αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα και φορολόγηση αυτού

Στοιχεία Επιχειρηματικότητας ΙΙ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Είδη Κόστους. Εναλλακτικό κόστος ή κόστος ευκαιρίας Μέσο σταθμικό κόστος Απολογιστικό ή πραγματικό κόστος Προϋπολογιστικό Κόστος Κανονικό Κόστος

Ταμείου Αγροτικής Επιχειρηματικότητας,

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2ο Σ/Λ & Πολλαπλής Επιλογής Αντικείμενο μελέτης της μακροοικονομίας είναι (μεταξύ άλλων) η:

Επεξεργασία Μεταποίηση. ΝτουµήΠ. Α.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΑΠΟ ΟΛΑ ΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ: Η ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΣΤΗ ΓΕΩΡΓΙΑ 11

Βασικά Χαρακτηριστικά

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ & Δ ΤΑΞΗΣ ΕΣΠΕΡΙΝΩΝ

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «OIKONOMIKH»

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟ ΕΡΓΩΝ

Ε Π Ι Χ Ε Ι Ρ Η Μ Α Σ Ι Κ Ο Σ Η Σ Α & Κ Α Ι Ν Ο Σ Ο Μ Ι Α

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

ΔΕΙΓΜΑ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ

Αγροτική Οικονομία. Ενότητα 2: Συντελεστές παραγωγής (συνέχεια)

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΙΙ (ΕΠΑ.Λ.) ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑ 7,8,9,10

[Υπόδειξη: Τα αγαθά που χάνουν την υλική τους υπόσταση και τις ιδιότητες τους μετά την πρώτη χρήση τους ονομάζονται καταναλωτά.]

Ήδη αναφερθήκαμε στο Έδαφος ΕΔΑΦΟΣ

ιδιότητες των αναγκών

Μέθοδοι εκτίμησης της αξίας των κεφαλαιουχικών αγαθών της γεωργικής επιχείρησης (1)

ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ. Αγροτική Πολιτική 8 ου Εξαμήνου ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2009 ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

Διεθνής Οικονομική. Paul Krugman Maurice Obsfeld

«Η αγορά Εργασίας σε Κρίση»

Σύντομος πίνακας περιεχομένων

Η Ακαθάριστη Πρόσοδος μιάς γεωργικής επιχείρησης, είναι το άθροισμα :

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

«καθορισμός μακροχρόνιων στόχων και σκοπών μιας επιχείρησης και ο. «διαμόρφωση αποστολής, στόχων, σκοπών και πολιτικών»

Το διεθνές οικονομικό περιβάλλον κατά το 2013 και η Ελλάδα

Μακροοικονομική. Η ζήτηση χρήματος

Πρόλογος Εισαγωγή... 13

Ενημερωτικό δελτίο για το πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης για την Ελλάδα

Αρχές Οικονομικής Θεωρίας. Γ Λυκείου

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2019/0000(INI)

Η επικαιρότητα. της μελέτης. Ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Υποχώρηση διεθνούς ζήτησης για τουριστικές υπηρεσίες

1. Σκοπός της οικονομικής ανάπτυξης είναι η αύξηση του εισοδήματος των εργαζομένων.

Στις παρακάτω προτάσεις να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθμό της πρότασης και δίπλα του το γράμμα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση.

Επανάληψη ΕΣΔΔΑ με ασκήσεις πολλαπλής επιλογής 1. Στην Οικονομική επιστήμη ως οικονομικό πρόβλημα χαρακτηρίζουμε:

Πρώτον, την ανάγκη των παραγωγών να διασφαλίζουν ένα εγγυημένο εισόδημα.


Η νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική και η βιώσιμη αγροτική ανάπτυξη στην Ελλάδα

ΤΕΣΤ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΝΩΣΕΩΝ (TEL)


ΤΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΠΛΗΡΩΜΩΝ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2019

ECONOMIST CONFERENCES ΟΜΙΛΙΑ

ΜΕΡΟΣ Β Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών

Mακροοικονομική Κεφάλαιο 7 Αγορά περιουσιακών στοιχείων, χρήμα και τιμές


ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

Α.Ο.Θ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΑΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Η Θεωρία των Διεθνών Νομισματικών Σχέσεων

«Η επιχειρηματικότητα στις ορεινές περιοχές του Δήμου Πύλης»

ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο Η έννοια της επιχείρησης. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος

Κεφάλαιο 21: Αντιμετωπίζοντας τις συναλλαγματικές ισοτιμίες. Ερωτήσεις

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

Παραγωγικές Δαπάνες [Συνέχεια]

Νομισματική και Συναλλαγματική Πολιτική σε μια Μικρή Ανοικτή Οικονομία. Σταθερές ή Κυμαινόμενες Ισοτιμίες;

ΤΕΛΟΣ 1ΗΣ ΑΠΟ 4 ΣΕΛΙ ΕΣ

ΔΟΜΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ:

Εξετάσεις Θεωρίας και Πολιτικής Διεθνούς Εμπορίου Ιούλιος Όνομα: Επώνυμο: Επιθυμώ να μην περάσω το μάθημα εάν η βαθμολογία μου είναι του

Παράδειγμα 1: Ομόρρυθμος εμπορική επιχείρηση με φορολογητέα κέρδη ευρώ και απασχόληση 3 ατόμων (μισθωτών)

Αρχές γεωργικής οικονομίας και οργάνωση γεωργικών επιχειρήσεων

Εισαγωγή στην. χρηματοοικονομική ανάλυση

Λευκωσία, 10 Ιουλίου Frank Hoffer, Bureau for Workers Activities

Εισαγωγικές Έννοιες Επιχειρηματικότητας

ΑΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Γ Ι Ω Ρ Γ Ο Σ Κ Α Μ Α Ρ Ι Ν Ο Σ Ο Ι Κ Ο Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ο Σ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ

Κεφάλαιο 3. Παραγωγικότητα της εργασίας και συγκριτικό πλεονέκτημα: Το Ρικαρδιανό υπόδειγμα

Προηγμένες Υπηρεσίες Τηλεκπαίδευσης στο ΤΕΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΙΔΕΑ. Νικόλαος Καρανάσιος Επίκουρος Καθηγητής

Εισαγωγή στη Διεθνή Μακροοικονομική. Ισοζύγιο Πληρωμών, Συναλλαγματικές Ισοτιμίες, Διεθνείς Χρηματαγορές και το Διεθνές Νομισματικό Σύστημα

Ισορροπία στον Εξωτερικό Τομέα της Οικονομίας

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

Η Ελληνική Οικονομία στο Διεθνές Οικονομικό σύστημα Σημειώσεις

(Πολιτική. Οικονομία ΙΙ) Τμήμα ΜΙΘΕ. Καθηγητής Σπύρος Βλιάμος. Αρχές Οικονομικής ΙΙ. 14/6/2011Εαρινό Εξάμηνο (Πολιτική Οικονομία ΙΙ) 1

ΕΔΑΦΟΣ [3] ΟΜΩΣ: (Παγκόσμια Σύνοδος για το κλίμα, Παρίσι, Δεκέμβριος 2015)

Νικόλαος ΡΟΔΟΥΣΑΚΗΣ Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ)

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ 23

«ΑΠΟΘΕΜΑΤΙΚΑ ΝΟΜΙΣΜΑΤΑ ΣΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ. ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ» (σελ )

ΜΕΡΟΣ Β Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών

Μακροοικονομικές προβλέψεις για την κυπριακή οικονομία

Transcript:

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΑΡΧΕΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

Οικονομική της παραγωγής γεωργικών προϊόντων Η οικονομική της παραγωγής γεωργικών προϊόντων μελετά την εφαρμογή των αρχών της οικονομικής της παραγωγής στη διαδικασία λήψεως αποφάσεων ως προς τη χρήση των διαθέσιμων κάθε φορά συντελεστών παραγωγής για την παραγωγή προϊόντων φυτικής και ζωικής προέλευσης. Αντικείμενο της μελέτης της οικονομικής της παραγωγής αποτελεί η διερεύνηση των σχέσεων που αναπτύσσονται μεταξύ συντελεστών παραγωγής και προϊόντων, οι σχέσεις μεταξύ αυτών καθαυτών των συντελεστών παραγωγής και οι σχέσεις μεταξύ προϊόντων. Οι σκοποί της οικονομικής της παραγωγής είναι η βέλτιστη χρησιμοποίηση των περιορισμένων ποσοτήτων των εκάστοτε διαθέσιμων συντελεστών παραγωγής, με στόχο τη διαρκή μεγέθυνση του οικογενειακού, αλλά και εθνικού γεωργικού εισοδήματος. Παράλληλα, στόχο αποτελεί η διαρκής συρρίκνωση του απαιτούμενου κόστους παραγωγής μέσα από τους καλύτερους δυνατούς συνδυασμούς των συντελεστών παραγωγής. Βασικό ζητούμενο στην παραγωγική διαδικασία του πρωτογενή τομέα είναι η διαρκής αύξηση του όγκου των παραγόμενων προϊόντων ταυτόχρονα με τη διαρκή μείωση του κόστους παραγωγής τους. Προκειμένου να γίνει κατανοητός ο τρόπος εφαρμογής των αρχών της οικονομικής της παραγωγής, είναι απαραίτητο να γίνουν κατανοητοί μια σειρά από όρους που χρησιμοποιούνται, προκειμένου αυτές να εφαρμοστούν σε επίπεδο πεδίου και να δώσουν χρήσιμα, ποσοτικοποιημένα και μετρήσιμα αποτελέσματα που είναι απαραίτητα για κάθε επιστήμονα που δραστηριοποιείται στο χώρο της αγροτικής οικονομίας. Οι όροι αυτοί είναι: Τεχνική μονάδα: Απλή μονάδα παραγωγής που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό των τεχνικών συντελεστών που τελικά μετρούν το επίπεδο εφαρμογής της τεχνολογίας στη γεωργία. Τεχνικές μονάδες είναι το στρέμμα ή το εκτάριο, η ανθρωποώρα, η νομισματική μονάδα κα, ενώ τεχνικοί συντελεστές είναι πχ πόσες ώρες εργασίας ανά στρέμμα απαιτούνται ανά καλλιέργεια ή πόσες νομισματικές μονάδες απαιτούνται για την παραγωγή μιας μονάδας προϊόντος. Κλάδοι παραγωγής: Είναι μια ομάδα τεχνικών μονάδων. Οι πλέον βασικοί κλάδοι παραγωγής στη γεωργία είναι η φυτική και η ζωική παραγωγή, οι οποίοι μπορούν να υπάρχουν αυτοτελώς ή να συνυπάρχουν στο πλαίσιο λειτουργίας μιας γεωργικής εκμετάλλευσης

Γεωργική εκμετάλλευση: Είναι μια παραγωγική μονάδα με προσανατολισμό στην παραγωγή αγροτικών προϊόντων ή ομάδα κλάδων παραγωγής, την ευθύνη της διεύθυνσης της οποίας έχει ένας παραγωγός. Σκοπός ύπαρξης και λειτουργίας της εκμετάλλευσης είναι η παραγωγή προϊόντος μέσα από την πρόκληση κόστους παραγωγής. Γεωργική περιοχή: Είναι μια συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή όπου εντοπίζονται παραγωγικές δραστηριότητες στο χώρο είτε της φυτικής, είτε της ζωικής παραγωγής, είτε συνδυασμών των δύο κλάδων. Συντελεστές παραγωγής: Είναι εκείνοι οι παράγοντες που εμπλέκονται είτε οι ίδιοι είτε οι υπηρεσίες που προσφέρουν, σε μια διαδικασία που οδηγεί στην παραγωγή γεωργικού προϊόντος. Οι συντελεστές παραγωγής χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες, στους σταθερούς και στους μεταβλητούς. Σταθεροί είναι αυτοί που είναι ανεξάρτητοι από το μέγεθος των κλάδων παραγωγής και διαιρούνται σε αυτούς που μπορούν να εξυπηρετήσουν πολλούς κλάδους παραγωγής και σε αυτούς που εξυπηρετούν ένα κλάδο παραγωγής. Μεταβλητοί είναι αυτοί που το μέγεθός τους είναι άμεσα εξαρτημένο με το μέγεθος των κλάδων παραγωγής και μπορούν και κατανέμονται στους κλάδους αυτούς. Προϊόν και παραγωγή: Προϊόν είναι το αποτέλεσμα της χρήσης των συντελεστών παραγωγής ή της μετατροπής των υπηρεσιών που υπάρχουν σε αυτούς. Παραγωγή είναι η διαδικασία μετατροπής των υπηρεσιών δύο ή περισσοτέρων συντελεστών σε ένα ή περισσότερα προϊόντα. Ακαθάριστος πρόσοδος ή ακαθάριστο εισόδημα: Είναι η συνολικά παραγόμενη ποσότητα προϊόντων εκφρασμένη σε χρήμα η οποία επιτυγχάνεται σαν αποτέλεσμα της οικονομικής δραστηριότητας που αναπτύσσεται μέσα σε μια οικονομική μονάδα σε ορισμένο χρόνο. Ο τρόπος υπολογισμού διαφέρει ουσιαστικά όταν αντικείμενο έρευνας είναι το ακαθάριστο εισόδημα της γεωργικής εκμετάλλευσης και όταν αντικείμενο έρευνας είναι η πρόσοδος ενός κλάδου παραγωγής. Στην πρώτη περίπτωση υπολογίζονται οι πάσης φύσεως παραγωγές, υλικές και άυλες, φυσικά προϊόντα και παρεχόμενες υπηρεσίες που δημιουργούνται μέσα στην εκμετάλλευση. Στη δεύτερη περίπτωση υπάρχουν δύο τρόποι υπολογισμού. Η πρώτη προσέγγιση δέχεται ότι πρόσοδος κλάδου παραγωγής είναι το σύνολο του παραγόμενου από αυτόν προϊόντος άσχετα αν μέρος αυτού χρησιμοποιείται από την ίδια την εκμετάλλευση σαν συντελεστής παραγωγής ενός άλλου προϊόντος, συνήθως με μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία, μέσα από την χρήση ενός άλλου κλάδου παραγωγής.

Η δεύτερη προσέγγιση εντάσσει τον κλάδο παραγωγής σε ένα ευρύτερο πλαίσιο παραγωγικής διαδικασίας και δέχεται σαν ακαθάριστη πρόσοδο το σύνολο των προϊόντων εκφρασμένο σε χρήμα που διατίθεται εκτός των λοιπών κλάδων παραγωγής που εντάσσονται στην παραπάνω παραγωγική διαδικασία. Ο υπολογισμός της ακαθάριστης προσόδου αποτελεί έναν από τους πλέον αξιόπιστους δείκτες αξιολόγησης της πορείας της παραγωγικότητας της εκμετάλλευσης, γιατί όσο αυτή αυξάνει, με σταθερούς ή λιγότερο ταχέως αυξανόμενους συντελεστές παραγωγής, τόσο βελτιώνονται τα οικονομικά αποτελέσματα της εκμετάλλευσης. Κέρδος ή ζημία: Κέρδος είναι η πρόσθετη αμοιβή των χρησιμοποιούμενων συντελεστών παραγωγής στην παραγωγική δραστηριότητα μιας γεωργικής εκμετάλλευσης ή ενός κλάδου παραγωγής πέρα από την αμοιβή ή δαπάνη που υπολογίζεται ή καταβάλλεται για τη χρησιμοποίησή τους. Η επίτευξη κέρδους στη γεωργία συνήθως είναι το αποτέλεσμα επιτυχούς συνδυασμού των συντελεστών παραγωγής από την πλευρά του παραγωγού, ενώ στην περίπτωση ανεπιτυχούς συνδυασμού των συντελεστών παραγωγής προκύπτει ζημία. Υπάρχουν δύο τρόποι υπολογισμού του κέρδους ή της ζημίας, στον πρώτο αφαιρούνται από την ακαθάριστη πρόσοδο οι παραγωγικές δαπάνες και το αποτέλεσμα αφορά το σύνολο της γεωργικής εκμετάλλευσης ή του κλάδου παραγωγής και στον δεύτερο αφαιρείται από την τιμή πώλησης το κόστος παραγωγής της μονάδας του παραγόμενου προϊόντος. Στην πρώτη περίπτωση εξετάζεται η συνολική οικονομική πορεία της εκμετάλλευσης, ενώ στη δεύτερη η δημιουργία κέρδους ή ζημίας ανά παραγόμενο προϊόν στην εκμετάλλευση.

Συντελεστές παραγωγής γεωργικών προϊόντων Οι συντελεστές γεωργικής παραγωγής είναι το έδαφος, η εργασία και το κεφάλαιο. Έδαφος: Είναι εκείνο το κομμάτι γης, το οποίο μετά την επίδραση του κλίματος και των μηχανικών μέσων καλλιέργειας χρησιμεύει σαν πηγή θρεπτικών συστατικών για τα φυτά και σαν μέσο στήριξής τους. Κυριότερα χαρακτηριστικά του είναι η κλίση του, το υψόμετρο, η απόσταση από γεωργικό δρόμο, από κέντρο προμηθειών και από χώρο διάθεσης του παραγόμενου προϊόντος, το μέγεθός του, το σχήμα του και η γονιμότητά του. Οι ιδιότητες του εδάφους χωρίζονται σε τέσσερις μεγάλες κατηγορίες, τις φυσικές, τις χημικές, τις βιολογικές και τις οικονομικές. Στις φυσικές ιδιότητες συμπεριλαμβάνονται η μηχανική σύσταση του εδάφους, η κλίση του η έκθεσή του και το ανάγλυφο. Στις χημικές ιδιότητες, συμπεριλαμβάνεται η περιεκτικότητά του σε θρεπτικά στοιχεία και σε τι ποσότητες ανά μονάδα εδάφους, ενώ στις βιολογικές ιδιότητες παρουσιάζεται το μείγμα και οι πληθυσμοί των μικροοργανισμών που εμπεριέχονται σε αυτό. Όσον αφορά στις οικονομικές ιδιότητες, πιο σημαντικές είναι το αμετάθετο, το ανεπαύξητο και το άφθαρτο του εδάφους με καθοριστική επιρροή στην επιλογή και τον τρόπο καλλιέργειας και εκτροφής των καλλιεργούμενων φυτών και εκτρεφόμενων ζώων. Το αμετάθετο του εδάφους επηρεάζει την τελική εκλογή των καλλιεργούμενων φυτών που θα καλλιεργηθούν σε μια περιοχή ή των ζώων που θα εκτραφούν από τη σκοπιά της απόστασης αυτής της περιοχής από τους τόπους κατανάλωσης του προϊόντος, καθώς και του υφιστάμενου συγκοινωνιακού δικτύου. Ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα της επίδρασης αυτής της ιδιότητας του εδάφους στην αγροτική οικονομία είναι η επίδραση που είχε στα ελληνικά οπωροκηπευτικά ο πόλεμος στην πρώην Γιουγκοσλαβία. Η αποκοπή της χερσαίας πρόσβασης των ελληνικών προϊόντων στις αγορές του εξωτερικού και η επιβολή της θαλάσσιας οδού ως η μόνη λύση, άλλαξαν εκ βάθρων τα δεδομένα τόσο στο κόστος μεταφοράς όσο και στο χρόνο παράδοσης των εμπορευμάτων, μειώνοντας με τον τρόπο αυτό την ανταγωνιστικότητα της χώρας στις διεθνείς αγορές. Είναι προφανές ότι ο μόνος τρόπος άμβλυνσης των μειονεκτημάτων που συνεπάγονται του αμετακίνητου του εδάφους είναι η συνεχής βελτίωση των συγκοινωνιακών υποδομών, έτσι ώστε να μειώνεται ο απαιτούμενος χρόνος μεταφοράς των προϊόντων από το χώρο παραγωγής στους χώρους κατανάλωσης.

Το ανεπαύξητο του εδάφους προσεγγίζεται από δύο πλευρές, την φυσική και την οικονομική. Η φυσική έχει να κάνει με την έκταση της Γης, ενώ η οικονομική πτυχή αναφέρεται στις δυνατότητες βελτίωσης και παραγωγικότητας του εδάφους. Οι πλέον κλασικοί τρόποι υπέρβασης του οικονομικού ανεπαύξητου του εδάφους είναι η κατασκευή εγγείων βελτιώσεων και η άρδευση, τάση όμως που σήμερα αμφισβητείται έντονα λόγω της στρεβλής σε πολλές περιπτώσεις εφαρμογή τέτοιου είδους ενεργειών. Όταν τις προηγούμενες δεκαετίες ζητούμενο από τη γεωργία ήταν η συνεχής αύξηση της παραγωγικότητας, αλλά και η εύρεση νέων περιοχών που θα εντάσσονταν σε καθεστώς εκμετάλλευσης για γεωργικούς σκοπούς η πολιτεία προχώρησε σε πολύ μεγάλης έκτασης εγγειοβελτιωτικά έργα όπως αποστραγγίσεις λιμνών, όπως στην περιοχή της Μαγνησίας της λίμνης Κάρλας, καθώς και στην κατασκευή μεγάλων φραγμάτων, όπως στην περιοχή της Καρδίτσας το φράγμα Νικολάου Πλαστήρα. Μια άλλη πρακτική αποψίλωσης δασικών εκτάσεων και συρρίκνωσης βοσκησίμων εκτάσεων, προκειμένου τα εδάφη αυτά να χρησιμοποιηθούν για γεωργικούς σκοπούς βοήθησε βραχυπρόθεσμα στην αύξηση των γεωργικών γαιών, με πολύ βαρύ περιβαλλοντικό κόστος όμως και στις δύο πρακτικές σε μεσομακροπρόθεσμο επίπεδο. Με το πέρασμα του χρόνου αποδείχθηκε ότι η χρήση εδαφών που κατακλύζονταν με νερά, αποτελώντας ουσιαστικά τον πυθμένα λιμνών ήταν εδάφη μειωμένης γονιμότητας, μη εκπληρώνοντας τις προσδοκίες της εποχής για θεαματική αύξηση των εκτάσεων των γεωργικών γαιών. Όσον αφορά την αλλαγή χρήσης δασικών περιοχών και βοσκοτόπων σε γεωργική γη τα αποτελέσματα ήταν περίπου τα ίδια, αφού και σε αυτή την περίπτωση η χαμηλής γονιμότητας γη υποβαθμίστηκε περαιτέρω, λόγω της εντατικής καλλιέργειας σε συνδυασμό με την παντελή έλλειψη μέτρων προστασίας από την έκπλυση και τη διάβρωση που απομάκρυναν από τις περιοχές αυτές γόνιμο έδαφος, υποβαθμίζοντας μόνιμα τις περιοχές αυτές. Τέλος ο αυξημένος αριθμός ανόρυξης και χρήσης αρδευτικών γεωτρήσεων αύξησε μεν τις αρδεύσιμες εκτάσεις, υποβάθμισε όμως και ταπείνωσε τον υπόγειο υδροφορέα σε τέτοιο επίπεδο ώστε σήμερα πολλές περιοχές να αντιμετωπίζουν εντονότατα προβλήματα εύρεσης νερού καθώς και εμφάνιση φαινομένων εισχώρησης θαλάσσιου νερού και υφαλμύρωσης μεγάλης έκτασης παραλιακών περιοχών της χώρας. Από όλα τα παραπάνω, είναι προφανές ότι η διαδικασία υπέρβασης της ιδιότητας του ανεπαύξητου του εδάφους, όταν συνυπολογίζεται στη διαδικασία λήψης αποφάσεων η προστασία του περιβάλλοντος,

δεν αφήνει πολλά περιθώρια επεμβάσεων από τον ανθρώπινο παράγοντα, γιατί τα αποτελέσματα είναι περισσότερο αρνητικά παρά θετικά σε βάθος χρόνου και το κυριότερο είναι ότι οι αρνητικές επιπτώσεις τέτοιου είδους επεμβάσεων είναι μη αντιστρεπτές. Για αυτούς τους λόγους σήμερα παρόμοιες προσπάθειες, όχι μόνο έχουν εγκαταλειφθεί, αλλά υλοποιούνται έργα αποκατάστασης περιβαλλοντικών υποβαθμίσεων του παρελθόντος, όπως η επανασύσταση της λίμνης Κάρλας στην περιοχή της Μαγνησίας. Το άφθαρτο του εδάφους περιλαμβάνει το αμετάβλητο των φυσικών των χημικών και των βιολογικών ιδιοτήτων του εδάφους, με την προϋπόθεση για τα δύο τελευταία ότι τηρούνται οι σωστές καλλιεργητικές πρακτικές. Η αδυναμία αλλαγής αυτών των χαρακτηριστικών του εδάφους είναι ένα από τα πλέον σημαντικά πλεονεκτήματα του εδάφους και για αυτό το λόγο η απόκτηση γης θεωρείται έως και σήμερα σαν η πλέον ασφαλής επένδυση. Εργασία: Εργασία είναι η ηθελημένη προσπάθεια που καταβάλλεται από ανθρώπους για την παραγωγή οικονομικών αγαθών που στην περίπτωση της γεωργίας είναι γεωργικά προϊόντα. Η καταβαλλόμενη εργασία διακρίνεται σε χειρονακτική, όπου για την παραγωγή οικονομικού αποτελέσματος απαιτείται μυϊκή δύναμη και σε διευθύνουσα όπου η συμμετοχή του ανθρώπινου παράγοντα είναι πνευματική. Ένα σύνολο εργασιών που οδηγεί σε ένα συγκεκριμένο προϊόν και επομένως σε ένα οικονομικό αποτέλεσμα ονομάζεται «Έργο». Τέλος, όταν η ομάδα αυτή των εργασιών εκτελείται κατά κύριο λόγο από ένα άτομο υπάρχει συγκέντρωση εργασίας, ενώ όταν συμμετέχει ομάδα ανθρώπων για την παραγωγή του ίδιου αποτελέσματος με συγκεκριμένο αντικείμενο εργασίας ο καθένας, υπάρχει καταμερισμός. Τα κυριότερα πλεονεκτήματα της συγκέντρωσης είναι η εξάλειψη φαινομένων ανάπτυξης τάσεων μονοτονίας, λόγω της συνεχούς εναλλαγής των εκτελούμενων εργασιών και η ανάπτυξη δεξιοτήτων σε πολλές προκλήσεις που ανακύπτουν κατά τη διάρκεια εκτέλεσης των εργασιών, γεγονός που οξύνει συνεχώς το νου των εργαζομένων και τους καθιστά ικανούς να αντεπεξέλθουν σε σύνθετα προβλήματα που συχνά ανακύπτουν και στο χώρο της γεωργίας. Το κυριότερο μειονέκτημά της είναι η μη επίτευξη υψηλού επιπέδου παραγωγικότητας εξαιτίας της ανάλωσης μεγάλου χρονικού διαστήματος στη μετάβαση από τη μια εργασία στην άλλη, αλλά και στο χαμηλό βαθμό εξειδίκευσης που συνεπάγεται της πολυαπασχόλησης. Από

την άλλη πλευρά ο καταμερισμός είναι η καλύτερη προϋπόθεση για τη θεαματική αύξηση της παραγωγικότητας, κάτι που επιτυγχάνεται κύρια μέσω της εξειδίκευσης που προκύπτει από την εκτέλεση της ίδιας εργασίας σε βάθος χρόνου. Ένα ακόμη όφελος που προκύπτει από τον καταμερισμό είναι η δυνατότητα που προκύπτει απασχόλησης εργατικού δυναμικού χαμηλού μορφωτικού επιπέδου, κάτι που υπάρχει σε αγροτικές κοινωνικές ομάδες. Παρόλα όμως τα πλεονεκτήματα του καταμερισμού, στην ελληνική γεωργία κυριαρχεί η τάση της συγκέντρωσης λόγω του μικρού μεγέθους των αγροτικών εκμεταλλεύσεων που κυριαρχεί. Το μέγεθος των εκμεταλλεύσεων δεν επιτρέπει την απασχόληση σε αυτές ομάδας εργαζομένων με ένα και συγκεκριμένο αντικείμενο, λόγω του μικρού αντικειμένου που προκύπτει για κάθε επιμέρους εργασία. Η εργασία στην ελληνική γεωργική εκμετάλλευση είναι οικογενειακής μορφής, όπου τον πρώτο λόγο συνήθως έχει ο σύζυγος και σε μικρότερο βαθμό συνεισφέρουν η σύζυγος και τα παιδιά. Ανάλογα με τη μορφή της εκμετάλλευσης προκύπτει εξειδίκευση ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας με τις πιο βαριάς μορφής εργασίες να τις αναλαμβάνει ο σύζυγος, πχ καλλιέργεια χωραφιού και αυτές που απαιτούν λεπτούς χειρισμούς η σύζυγος ή τα παιδιά, πχ διαλογή και συσκευασία φρούτων. Κατά τη διάρκεια μια παραγωγικής διαδικασίας στη γεωργία εποχιακά προκύπτουν αυξημένες ανάγκες για εργασία, όπως στη περίοδο της συγκομιδής ή του κλαδέματος δενδρώνων. Τότε συνήθως απασχολούνται εποχιακά αμειβόμενοι εργάτες προκειμένου να ικανοποιηθεί ο περιοριστικός παράγοντας του χρόνου για την εκτέλεση των απαιτούμενων εργασιών. Ο τρόπος αμοιβής της εργασίας είναι σε χρήμα ή σε είδος. Εδώ και αρκετά χρόνια η δεύτερη μέθοδος έχει περιοριστεί σημαντικά, με την πρώτη ουσιαστικά να έχει επικρατήσει σε σχεδόν καθολικό βαθμό. Ο καθορισμός της αμοιβής του εργαζόμενου συνήθως γίνεται με βάση το χρόνο απασχόλησης, με βάση το παραγόμενο έργο ή με συνδυασμό των δύο. Όπως είναι γνωστό μονάδες μέτρησης του χρόνου είναι η ώρα, η ημέρα, ο μήνας ή το έτος και οι αντίστοιχες αμοιβές είναι το ωρομίσθιο, το ημερομίσθιο και μισθός σε ημερήσια ή σε ετήσια βάση. Ο δεύτερος τρόπος αμοιβής προκύπτει μετά από συμφωνία για την παραγωγή ορισμένου έργου. Τέλος, ο τρίτος τρόπος υπολογισμού της αμοιβής λαμβάνει υπόψη το χρονικό διάστημα απασχόλησης του εργαζόμενου για τον υπολογισμό της αμοιβής, υπό την προϋπόθεση όμως ότι θα έχει τελειώσει συγκεκριμένη ποσότητα έργου, ακόμα και αν χρειαστεί ο εργαζόμενος να εργαστεί και μετά το πέρας του εκ των προτέρων

συμφωνημένου ωραρίου χωρίς πρόσθετη υπερωριακή αμοιβή. Ο πρώτος τρόπος υπολογισμού της αμοιβής εφαρμόζεται όταν είναι απαραίτητη η επίβλεψη του εργαζόμενου κατά τη διάρκεια εκτέλεσης του έργου, γιατί μετά την περάτωσή του δεν είναι εφικτός ο έλεγχος της ποιότητας της εργασίας που έχει προσφερθεί από τον εργαζόμενο. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιου είδους εργασίας είναι η φύλαξη μιας κτηνοτροφικής μονάδας, όπου μετά τη λήξη της βάρδιας του εργαζόμενου δεν είναι εφικτός ο έλεγχος από τον εργοδότη της εργασίας του φύλακα. Ο εργοδότης όμως μπορεί να ελέγξει τον φύλακα κατά τη διάρκεια της βάρδιας αν είναι παρών στη μονάδα και εκτελεί επιμελώς τα καθήκοντά του, όπως αυτά έχουν περιγραφεί από την εργοδοσία. Η αμοιβή με βάση το παραγόμενο έργο είναι από τις πλέον συνήθεις μορφές αμοιβής εργαζομένων στο χώρο της γεωργίας, τόσο λόγω του επείγοντος χαρακτήρα των εργασιών στο χώρο όσο και της αδυναμίας και μη επιθυμίας του εργοδότη να βρίσκεται σε μια διαρκή επιτήρηση των εργαζομένων προκειμένου να εξασφαλίσει τη μέγιστη αποδοτικότητά τους. Συνήθεις μονάδες μέτρησης είναι πχ όσον αφορά συγκομιδή το στρέμμα ή το δέντρο ή το ζώο. Τέλος, ο τρίτος τρόπος υπολογισμού της αμοιβής εφαρμόζεται όταν η εργασία που πρέπει να εκτελεστεί είναι και επείγουσα, οπότε πρέπει να ολοκληρωθεί σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, αλλά και ο εργοδότης δεν έχει το χρόνο ή την ικανότητα να ελέγχει τον εργαζόμενο κατά τη διάρκεια υλοποίησης του έργου. Τέτοιου είδους εργασίες είναι συγκομιδή πολύ ευαίσθητων προϊόντων όπως φρούτα και λαχανικά ή η ολοκλήρωση εργασιών πολύ σημαντικών για τον παραγωγό όπως κλάδεμα ή εμβολιασμός δέντρων, αμπελώνων, λαχανικών κα. Ο τρόπος υπολογισμού του αριθμού των εργαζομένων σε μια γεωργική εκμετάλλευση μπορεί να στηρίζεται στις απαιτήσεις που η εκμετάλλευση έχει την εποχή με τις περισσότερες εργασίες, στην εποχή με τις λιγότερες εργασιακές απαιτήσεις ή σε κάποιο ενδιάμεσο στάδιο. Όταν η επιλογή του αριθμού των εργαζομένων γίνεται με την πρώτη προσέγγιση, ικανοποιούνται οι ανάγκες της εκμετάλλευσης σε εργασία, αλλά για κάποιο χρονικό διάστημα η εκμετάλλευση επιβαρύνεται με αμοιβές αργόμισθού προσωπικού, ενώ στη δεύτερη περίπτωση ουσιαστικά αδυνατεί να τηρήσει εργασιακά χρονοδιαγράμματα κατά την περίοδο των μεγάλων απαιτήσεων σε εργασία. Ο πιο συνήθης τρόπος υπολογισμού είναι ο ενδιάμεσος όπου είναι εφικτή η όσο το δυνατό μικρότερη επιβάρυνση της εκμετάλλευσης με περιττά λειτουργικά έξοδα και συγχρόνως η ικανοποίηση σε υψηλό ποσοστό των εργασιακών απαιτήσεων

της εκμετάλλευσης στην πλέον δύσκολη φάση λειτουργίας της. Αυτό που σήμερα κυρίως εφαρμόζεται είναι η εξασφάλιση πλήρους απασχόλησης για τα διαθέσιμα εργατικά χέρια σε κάθε γεωργική εκμετάλλευση προσαρμόζοντας ανάλογα την παραγωγική δραστηριότητα της εκμετάλλευσης και η κάλυψη των εργασιακών αναγκών που προκύπτουν σε ορισμένες φάσεις της παραγωγικής διαδικασίας και δεν μπορούν να καλυφθούν από το μόνιμο προσωπικό, από εποχικό. Αυτό που άλλαξε σε πολύ μεγάλο βαθμό τις εργασιακές σχέσεις στο χώρο της γεωργίας ήταν η μαζική προσέλευση αλλοδαπών οικονομικών μεταναστών κύρια από τις χώρες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού, βόρεια της Ελλάδας. Η χώρα που ουσιαστικά τροφοδότησε με εργατικά χέρια την ελληνική γεωργία ήταν η Αλβανία. Όταν εισήλθε στη χώρα το πρώτο κύμα μεταναστών, δεν υπήρχε για αυτούς κανένα θεσμοθετημένο εργασιακό δικαίωμα, η είσοδός τους στη χώρα θεωρούνταν παράνομη και οι συνθήκες εργασίας, καθώς και το ποσοστό της αμοιβής τους ήταν αποκλειστικά στη διακριτική ευχέρεια του εκάστοτε εργοδότη. Ακόμη, δεν θα πρέπει να λησμονηθεί ότι εξαιτίας όλης αυτής της κατάστασης, όπως περιγράφθηκε προηγουμένως, δεν ήταν δυνατή ή ύπαρξη οποιασδήποτε ασφάλειας τόσο υγειονομικής, όσο και συνταξιοδοτικής. Η φύση της εργασίας των αλλοδαπών ήταν εργάτες γης, ουσιαστικά χωρίς καμία εξειδίκευση, κύρια εξαιτίας του γεγονότος ότι δεν μπορούσε να συγκριθεί η αλβανική γεωργία με την ελληνική στον τομέα της χρησιμοποίησης της τεχνολογίας, αφού από την πρώτη ουσιαστικά απουσίαζε. Έτσι, ουσιαστικά αυτό το εργατικό δυναμικό, σε εκείνη τη χρονική περίοδο, κάλυπτε τις απαιτήσεις της γεωργίας σε χειρονακτική εργασία χαμηλής εξειδίκευσης. Σε πολλές περιπτώσεις μέρος της αμοιβής των εργατών γης πληρωνόταν σε είδος, όπως τροφή, ένδυση και υπόδηση, καθώς και παροχή στέγης. Κατά γενική ομολογία, η περίοδος εκείνη ήταν μια περίοδος άγριας εκμετάλλευσης εργατικού δυναμικού που στα νεότερα χρόνια η χώρα δεν είχε βιώσει ξανά, κάτι όμως που χρονικά δεν διήρκεσε πολύ, καθώς μέσα από την εφαρμοζόμενη μεταναστευτική πολιτική άρχισε η σταδιακή νομιμοποίηση των οικονομικών μεταναστών και η απόκτηση από την πλευρά τους εργασιακών δικαιωμάτων και ασφαλιστικής κάλυψης. Ένα ακόμα κέρδος και για τους εργοδότες παραγωγούς και για τους αλλοδαπούς εργάτες ήταν ότι μέσα από τη διαρκή ενασχόλησή τους με τις αγροτικές εργασίες, απόκτησαν την απαραίτητη εξειδίκευση ανά καλλιέργεια, με αποτέλεσμα και πιο χρηστικοί να γίνουν, να βελτιώσουν το εισόδημά τους και να ολοκληρώνουν με μεγαλύτερη

επιτυχία το έργο που τους είχε ανατεθεί. Η εύρεση φθηνού εργατικού δυναμικού που μπορούσε να απασχοληθεί στη γεωργία ελάττωσε σημαντικά την τάση της συγκέντρωσης που επικρατούσε στην ελληνική γεωργική εκμετάλλευση, ενισχύοντας τον καταμερισμό της εργασίας, την εξειδίκευση, μειώνοντας ταυτόχρονα τον έντονα οικογενειακό χαρακτήρα μέσα από τον οποίο εκτελούνταν οι γεωργικές εργασίες. Η εξέλιξη αυτή όσον αφορά τη διάρθρωση του εργατικού δυναμικού στην ελληνική γεωργία ήρθε στην πλέον κατάλληλη στιγμή, γιατί ο οικογενειακός χαρακτήρας στην εκτέλεση των καλλιεργητικών εργασιών είχε αρχίσει να ατονεί, εξαιτίας του γεγονότος της σταδιακής εξόδου των νεότερων γενιών από τη γεωργία και την ενασχόλησή τους με άλλα επαγγέλματα στο χώρο του δευτερογενή και τριτογενή τομέα. Η τάση αυτή είχε σαν αποτέλεσμα την ολοένα και πιο ορατή έλλειψη εργατικών χεριών, αλλά και την αδυναμία εκτέλεσης των απαραίτητων εργασιών στο σωστό χρόνο και με τον σωστό τρόπο από τους εναπομείναντες στη γεωργία, λόγω του υψηλού ηλικιακού τους μέσου όρου. Το κενό αυτό καλύφθηκε από τους αλλοδαπούς με ικανοποιητικά αποτελέσματα, διαμορφώνοντας σήμερα μια κατάσταση στη γεωργία όπου ο εργοδότης παραγωγός συμμετέχει από ελάχιστα έως καθόλου στην εκτέλεση των χειρονακτικών εργασιών, κρατώντας για τον εαυτό του το χειρισμό του μηχανολογικού εξοπλισμού του, καθώς και το γενικό συντονισμό της λειτουργίας της εκμετάλλευσης, σημαντικότερες συνιστώσες του οποίου είναι η διαδικασία λήψεως αποφάσεων ως προς το τι θα καλλιεργηθεί και η εμπορία των παραγόμενων προϊόντων. Τα οφέλη από αυτή την εξέλιξη δεν σταματούν εδώ. Η απεμπλοκή του αρχηγού της γεωργικής εκμετάλλευσης από ένα σημαντικό ποσοστό εργασιακού φόρτου χαμηλής προστιθέμενης αξίας και υψηλής σωματικής καταπόνησης αποτέλεσαν το πλέον κατάλληλο υπόστρωμα για την ανάπτυξη δραστηριοτήτων περισσότερο επιτελικού χαρακτήρα, κάτι που τα προηγούμενα χρόνια δεν γινόταν στο βαθμό που θα έπρεπε. Η δημιουργία ελεύθερου χρόνου για προβληματισμό ως προς το μέλλον της γεωργικής εκμετάλλευσης και η επιλογή της παραγωγικής κατεύθυνσης που θα ακολουθηθεί, αναδείχθηκε σαν αναγκαιότητα πλέον. Η τάση αυτή ενισχύθηκε πολύ περισσότερο από τη σταδιακή απελευθέρωση του εμπορίου των αγροτικών προϊόντων, εξέλιξη που αναπτύσσεται σε επόμενο κεφάλαιο. Σήμερα, αποτελεί πεποίθηση πλέον του αγροτικού κόσμου ότι είναι επιζήμιο για τον παραγωγό να επενδύει τον εργασιακό του χρόνο σε εργασίες που μπορούν να εκτελεσθούν από φθηνό εργατικό δυναμικό, με τους ίδιους να προσπαθούν να διερευνήσουν τον τρόπο λειτουργίας της αγοράς και να εντοπίσουν

ευκαιρίες αύξησης του παραγόμενου εισοδήματός τους. Με τον τρόπο αυτό αυξάνεται η επιχειρηματικότητα στην ύπαιθρο, ενισχύεται ο καταμερισμός της εργασίας, προωθείται η έννοια της εξειδίκευσης στην εκτέλεση των αγροτικών εργασιών με τελικό αποτέλεσμα την παραγωγή καλύτερων ποιοτικά προϊόντων που εμφανίζονται στην αγορά με αυξημένη ανταγωνιστικότητα. Κεφάλαιο: Είναι όλα τα υλικά μέσα και αγαθά που χρησιμοποιεί ο παραγωγός για την παραγωγή αγροτικών προϊόντων. Το κεφάλαιο διαιρείται σε δύο μεγάλες κατηγορίες, στο ενεργητικό και στο παθητικό. Ενεργητικό κεφάλαιο είναι το σύνολο των αγαθών που είναι απαραίτητα στην εκμετάλλευση, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η ομαλή λειτουργία της και να έχει τη δυνατότητα να ενεργεί. Κυριότερα στοιχεία του ενεργητικού κεφαλαίου είναι οι έγγειες βελτιώσεις, το σύνολο του μηχανολογικού εξοπλισμού, πολυετείς καλλιέργειες και εκτρεφόμενα ζώα, προκαταβολές καλλιέργειας, ηρτημένη εσοδεία, προμήθειες και όλα τα χρησιμοποιούμενα χρηματικά μέσα. Όταν τα χρησιμοποιούμενα μέσα που ανήκουν στον αρχηγό της γεωργικής εκμετάλλευσης ονομάζονται Καθαρά Περιουσία (ΚΠ) και όσα αποτελούν ιδιοκτησία τρίτων, αλλά χρησιμοποιούνται από την εκμετάλλευση ονομάζονται Παθητικό (Π). Το άθροισμα της καθαρής περιουσίας και του παθητικού αποτελεί το ενεργητικό κεφάλαιο της εκμετάλλευσης. Ε = ΚΠ + Π Μια άλλη, εξίσου σημαντική, διάκριση του κεφαλαίου είναι σε σταθερό και σε μεταβλητό. Σταθερό κεφάλαιο είναι αυτό που χρησιμοποιείται σε περισσότερες από μια καλλιεργητικές περιόδους και μεταβλητό αυτό που χρησιμοποιείται σε μία καλλιεργητική περίοδο. Παραδείγματα σταθερού κεφαλαίου είναι οι κτιριακές εγκαταστάσεις, μηχανολογικός εξοπλισμός ή πολυετείς φυτείες και παραδείγματα μεταβλητού κεφαλαίου είναι σπόροι, λιπάσματα, καύσιμα κα. Από οικονομικής πλευράς η διαφορά μεταξύ σταθερού και μεταβλητού κεφαλαίου είναι ότι το μεν σταθερό συμμετέχει κατά ένα μέρος της αξίας του ή του ωφελίμου χρόνου ζωής του κατά τη διάρκεια μιας καλλιεργητικής περιόδου, ενώ το μεταβλητό συμμετέχει με το σύνολο της αξίας του σε μια καλλιεργητική περίοδο.

Το σύνολο των ετήσιων δαπανών σε μια γεωργική εκμετάλλευση είναι η Απόσβεση, η Συντήρηση, το ασφάλιστρο και ο τόκος. Απόσβεση είναι η μείωση της αξίας που υφίσταται το σταθερό κεφάλαιο σε ετήσια βάση λόγω φθορών ή γήρανσης. Το πρώτο είδος απόσβεσης ονομάζεται λειτουργική απόσβεση και το δεύτερο χρονική απόσβεση. Στη γεωργία εφαρμόζεται σχεδόν πάντα η γραμμική απόσβεση, θεωρείται δηλαδή ότι κάθε χρόνο τα στοιχεία που αποτελούν το σταθερό κεφάλαιο μιας εκμετάλλευσης χάνουν ένα μέρος της αξίας τους που είναι όμοιο για όλα τα χρόνια του ωφέλιμου βίου τους και ίσο με το πηλίκο της συνολικής αξίας τους δια των ετών του ωφέλιμου βίου. Συντήρηση είναι το σύνολο των ετήσιων δαπανών που καταβάλλονται για το σύνολο των επισκευών που απαιτούνται από το σύνολο του σταθερού κεφαλαίου. Για τον υπολογισμό του υπάρχουν ειδικοί πίνακες για κάθε είδους σταθερό κεφάλαιο, ενώ για την εκπόνηση μελετών που αφορούν επενδύσεις στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις γίνεται αποδεκτό σαν κόστος συντήρησης, ποσοστό 3% επί της εκάστοτε υπολογιζόμενης ετήσιας απόσβεσης στοιχείων του σταθερού κεφαλαίου. Ασφάλιστρο είναι η δαπάνη που καταβάλλεται σε ασφαλιστικές εταιρείες, προκειμένου να καλυφθούν ζημιές που συμβαίνουν κατά τη παραγωγική διαδικασία από αστάθμητους ή απρόβλεπτους παράγοντες όπως καιρικές συνθήκες ή ακραίες εντομολογικές και φυτοπαθολογικές προσβολές. Τέλος, τόκος είναι το ποσό που καταβάλλεται ή υπολογίζεται σαν γινόμενο της αξίας μιας συγκεκριμένης μορφής σταθερού κεφαλαίου με το τρέχον επιτόκιο. Το ποσό αυτό καταβάλλεται όταν η συγκεκριμένη μορφή σταθερού κεφαλαίου δεν ανήκει στον παραγωγό και υπολογίζεται όταν συμβαίνει το αντίθετο. Η ένταξη της χώρας στη ζώνη του Ευρώ δημιούργησε νέα δεδομένα στον τομέα του θεσμικού ρίσκου, δημιουργώντας κατάλληλες προϋποθέσεις για σταθερότερες συνθήκες στο χώρο των νομισματικών ισοτιμιών. Η βαθμιαία απελευθέρωση του εμπορίου αγροτικών προϊόντων, που συντελείται στα πλαίσια του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), ανάγει την εξέλιξη αυτή σε θέμα μείζονος σημασίας για τις μελλοντικές εμπορικές σχέσεις των χωρών. Αυτό συμβαίνει γιατί έχει ήδη δημιουργηθεί μια ισχυρή τάση απομάκρυνσης από τη χρήση μεθόδων στήριξης του γεωργικού εισοδήματος που προκαλούν εμπορικές στρεβλώσεις, όπως επιδότηση στην τιμή του πωλούμενου προϊόντος και υιοθέτηση πιο ήπιων, όπως επιδότηση με βάση την καλλιεργούμενη έκταση σε συνδυασμό με περιοριστικούς μηχανισμούς.

Στη χώρα μας εμφανίζονταν επί μακρόν η συμμετοχή μας στο Ευρώ ως πανάκεια και προτάσσονταν μόνο τα προσδοκώμενα οφέλη, ενώ αγνοούνταν οι προκλήσεις και οι κίνδυνοι που συνεπάγεται η ένταξη μιας μικρής, διαρθρωτικά αδύναμης οικονομίας, όπως η ελληνική, στο νέο ανταγωνιστικό περιβάλλον της ΟΝΕ. Ως προς τα γενικώς προσδοκώμενα οφέλη της ΟΝΕ υπάρχει ταύτιση εκτιμήσεων. Η μείωση του κόστους των συναλλαγών και η εξάλειψη των συναλλαγματικών αβεβαιοτήτων δύναται να οδηγήσει σε αύξηση του εμπορίου και της παραγωγής. Η μεταβίβαση της νομισματικοπολιτικής ευθύνης στους νέους κοινούς θεσμούς θα απελευθερώσει την ελληνική νομισματική πολιτική από εσωτερικές πολιτικές πιέσεις, διασφαλίζοντας έτσι και στη χώρα μας την τόσο τραυματισμένη στο παρελθόν διαδικασία σταθερότητας των τιμών. Η νομισματική σταθερότητα αναμένεται να ενισχύσει τη ροπή για επενδύσεις. Στην ίδια κατεύθυνση θα λειτουργήσει η πτώση και σταθεροποίηση σε χαμηλά επίπεδα των ονομαστικών και πραγματικών επιτοκίων, τα οποία λόγω των συναλλαγματικών και πληθωριστικών αβεβαιοτήτων εμπεριέχουν ένα σημαντικό ποσοστό κινδύνου. Η αύξηση του ανταγωνισμού στις αγορές χρήματος και κεφαλαίου θα βελτιώσει τους όρους χρηματοδότησης και θα αυξήσει τα τραπεζικά προϊόντα, γεγονός που θα μπορούσε να συμβάλει στην αύξηση των επενδύσεων και των επιλογών των καταθετών. Εξάλλου, η αναμενόμενη διεθνής διάδοση του Ευρώ στις συναλλαγές, στις διεθνείς εκδόσεις νέων τίτλων, στις τοποθετήσεις κεφαλαίων και στο σχηματισμό συναλλαγματικών αποθεμάτων από τρίτες χώρες συνδέεται με σημαντικά οφέλη για τις οικονομίες των χωρών της ζώνης Ευρώ. Έτσι, προβλέπεται μείωση της ανάγκης για τήρηση υψηλών συναλλαγματικών αποθεμάτων και απελευθέρωση πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων. Τίτλοι σε Ευρώ που θα εκδίδονται από τις χώρες μέλη της ζώνης θα είναι διεθνώς ελκυστικοί και συνεπώς θα διατίθενται με ευνοϊκούς όρους. Η χρηματοδότηση ελλειμμάτων στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών καθίσταται φθηνότερη και ευκολότερη, δεδομένου ότι αφενός το μεγαλύτερο μέρος του εξωτερικού εμπορίου είναι ενδοκοινοτικό και οι αντίστοιχες πληρωμές θα γίνονται απρόσκοπτα στο κοινό νόμισμα και αφετέρου η διεθνής διάδοση του Ευρώ θα επιτρέπει πληρωμές των εισαγωγών από τρίτες χώρες με «ημεδαπό νόμισμα». Η εξωτερική ρευστότητα της ελληνικής οικονομίας διασφαλίζεται λοιπόν σε τεράστιο βαθμό. Επίσης, η κοινοτικοποίηση της νομισματικής πολιτικής αλλά και η απώλεια σημαντικού βαθμού αυτονομίας στα πεδία της δημοσιονομικής και εισοδηματικής πολιτική θα αναγκάσουν τη χώρα να

προβεί επιτέλους στις αναγκαίες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ώστε να αποκτήσει η ελληνική οικονομία ευέλικτους σύγχρονους ευρωπαϊκούς θεσμούς και μηχανισμούς. Τέλος, ενδεχομένως να προκύψουν και πολιτικά οφέλη από το Ευρώ. Αυτό θα συμβεί σε περίπτωση που η ΟΝΕ επιδράσει θετικά στη διαδικασία της ευρωπαϊκής πολιτικής ενοποίησης, δηλαδή προς ένα περισσότερο ομόσπονδο σύστημα με περισσότερη κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας και άμυνας, με αυξημένες δημοσιονομικές και λοιπές αρμοδιότητες. Αλλά και μόνο η συμμετοχή της χώρας στο Ευρώ αναβαθμίζει την εξωτερική θέση και εικόνα. Έτσι, οι εταίροι στην ΟΝΕ δεν θα επιθυμούσαν να βιώσουν μια όξυνση των σχέσεων της Ελλάδας με χώρες της περιοχής για το λόγο ότι αυτό ενδεχομένως να επηρέαζε αρνητικά την εξωτερική ισοτιμία του Ευρώ. Η συμμετοχή όμως της χώρας στην Ευρωζώνη συνιστά και μια πρόκληση, η οποία εμπεριέχει και κινδύνους. Η εμφάνιση και η ένταση των κινδύνων αυτών έχουν να κάνουν κυρίως με την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας συνολικά και των ελληνικών επιχειρήσεων ειδικότερα (ιδίως των ΜΜΕ καθώς και των μεγάλων δημόσιων επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών οι οποίες εμφανίζουν τη χαμηλότερη ανταγωνιστικότητα) τη στιγμή της ένταξης και με το πως αυτές θα ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του νέου ανταγωνιστικού περιβάλλοντος. Στο περιβάλλον αυτό ο ανταγωνισμός θα είναι αναμφισβήτητα εντονότερος. Τα όποια ανταγωνιστικά μειονεκτήματα ή οι όποιες αρνητικές οικονομικές εξελίξεις σε εθνικό επίπεδο δε θα δύνανται να αντιμετωπίζονται μέσω συναλλαγματικών ή νομισματικών προσαρμογών. Λόγω της μειωμένης κινητικότητας ορισμένων συντελεστών της παραγωγής (π.χ. εργασίας), αλλά και λόγω των αναφερθέντων περιορισμών στη δημοσιονομική πολιτική θα κληθούν στο μέλλον η εισοδηματική και η διαρθρωτική πολιτική να φέρουν το βάρος της πραγματικής προσαρμογής. Αυτό σημαίνει ότι θα απαιτείται στο εξής μεγαλύτερη ευελιξία στην πραγματική οικονομία και στον κοινωνικό τομέα. Για παράδειγμα, η αντιμετώπιση μιας μείωσης της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας θα απαιτεί πτώση των εισοδημάτων και των τιμών. Σε αντίθετη περίπτωση θα σημειώνεται αύξηση της ανεργίας, για την αντιμετώπιση της οποίας δεν θα υπάρχουν επαρκή μέσα και πόροι. Εξάλλου, η ελληνική οικονομία λόγω του μικρού μεγέθους της θα είναι λήπτης των λίγο ή πολύ ενιαίων ευρωπαϊκών τιμών για διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά και υπηρεσίες, γεγονός

που στερεί τη δυνατότητα εθνικού επηρεασμού των τιμών αυτών για την εξυπηρέτηση οικονομικών ή κοινωνικών επιδιώξεων. Λόγω της υπεροχής τους σε κεφάλαια, τεχνολογία, ανθρώπινο κεφάλαιο, υποδομές, δημόσια διοίκηση, κοινωνική σταθερότητα, οικονομίες συγκέντρωσης κλπ. αναμένεται το Ευρώ να ευνοήσει περισσότερο την ανάπτυξη των εν λόγω περιοχών και να διευρύνει έτσι το χάσμα μεταξύ κοινοτικού βορά και κοινοτικού νότου. Η παρατηρούμενη ενίσχυση των εισοδηματικών διαφορών μεταξύ των εθνικών περιφερειών στα περισσότερα κράτη μέλη ενισχύει αυτή την άποψη. Τα κράτη μέλη όμως έχουν θεσμοθετημένους μηχανισμούς μεταφοράς εισοδημάτων από τις πλουσιότερες στις φτωχότερες περιοχές τους, κάτι που δεν περιέχει η ΟΝΕ. Η πολιτική της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής της Ένωσης δεν συνιστά διορθωτικό μηχανισμό της Νομισματικής Ένωσης. Επίσης, δεν περιγράφεται λεπτομερώς και συγκεκριμένα στη Συνθήκη, με αποτέλεσμα να υπόκειται σε περιοδικές αναθεωρήσεις και αμφισβητήσεις. Ήδη, κατά τις διαπραγματεύσεις για τις δημοσιονομικές προοπτικές της ΕΕ για το διάστημα 2000-2006 υπήρξε αίτημα ορισμένων χωρών μελών για κατάργηση των χρηματοδοτήσεων από το Ταμείο Συνοχής της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, για μείωση των πόρων των Διαρθρωτικών Ταμείων για τις περιοχές του στόχου 1 καθώς και για μείωση των γεωργικών δαπανών. Εξάλλου, η ένταξη νέων μελών με πολύ χαμηλό επίπεδο ανάπτυξης ήδη προκαλεί πιέσεις για μεγαλύτερη μεταφορά πόρων προς αυτές και σε βάρος των σημερινών χωρών της Ένωσης. Το Ευρώ αναμένεται να προκαλέσει τάσεις και πιέσεις για εναρμόνιση διαφόρων επί μέρους εθνικών πολιτικών. Ήδη υπάρχει το αίτημα για φορολογική εναρμόνιση και για εναρμόνιση ορισμένων μέτρων κοινωνικής ασφάλισης. Εδώ θα πρέπει να υπάρξει προσοχή ώστε η εναρμόνιση να μην οδηγεί σε μείωση της ανταγωνιστικότητας των λιγότερο αναπτυγμένων περιοχών. Επίσης, ενδεχομένως να υπάρξει τάση για μια ενιαία διαμόρφωση των αμοιβών και των συνθηκών εργασίας, δεδομένου ότι το Ευρώ θα κάνει εύκολη τη σύγκριση μεταξύ αμοιβών και κόστους διαβίωσης σε όλα τα κράτη του «Ευρωχώρου». Κάτι τέτοιο θα είχε ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις: Μια εναρμόνιση των αμοιβών εργασίας προς τα κάτω θα δημιουργούσε κοινωνική έκρηξη στις χώρες του βορά και θα έβλαπτε τα μέγιστα την ανταγωνιστικότητα και την

παραγωγή των χωρών του νότου. Μια εναρμόνιση προς τα πάνω θα προκαλούσε πτώση της παραγωγής και αύξηση της ανεργίας στις φτωχότερες περιοχές της Ένωσης, που στηρίζουν την παραγωγή τους στο συγκριτικά φθηνότερο κόστος εργασίας. Για να αποφευχθούν τα παραπάνω θα πρέπει η εξέλιξη των αμοιβών της εργασίας να ακολουθεί την εξέλιξη της παραγωγικότητας. Τέλος, ένα ειδικό πρόβλημα σχετίζεται με την πιθανότητα εμφάνισης ασυμμετρικών διαταραχών στον «Ευρωχώρο». Σε περίπτωση εμφάνισης τέτοιων διαταραχών οι ελληνικές αρχές άσκησης οικονομικής πολιτικής θα διαθέτουν στο εξής περιορισμένα μέσα αντίδρασης και καταπολέμησης των όποιων αρνητικών εξελίξεων (π.χ. ύφεση, πληθωρισμός, χειροτέρευση ισοζυγίου πληρωμών). Λόγω της κοινοτικοποίησης της νομισματικής και συναλλαγματικής πολιτικής αλλά και λόγω των περιορισμών (θεσμικών και πραγματικών) στην άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής το μεγαλύτερο βάρος της πολιτικής έναντι αυτών των διαταραχών θα κληθούν να φέρουν άλλες πολιτικές όπως η εισοδηματική πολιτική για τον επηρεασμό των τιμών καθώς και πολιτικές για την γεωγραφική και τομεακή αύξηση της κινητικότητας των συντελεστών παραγωγής και ειδικότερα της εργασίας. Πρόκειται όμως για πολιτικές οι οποίες κοινωνικά δεν γίνονται εύκολα αποδεκτές και απαιτούν μεγαλύτερο χρόνο σχεδιασμού, εφαρμογής και επίδρασης. Αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση ασυμμετρικών διαταραχών κάθε θιγόμενο κράτος μέλος του «Ευρωχώρου» θα πρέπει τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα να φέρει το κόστος προσαρμογής. Η πιθανότητα εμφάνισης στην Ελλάδα ασυμμετρικών διαταραχών δεν δύναται να αποκλεισθεί. Και αυτό επειδή έχει ήδη διαπιστωθεί ότι όσο πιο ετερογενείς είναι οι οικονομικές διαρθρώσεις των χωρών μιας νομισματικής ένωσης και όσο πιο πολύ αποκλίνουν οι σχετικές ελαστικότητες στην προσαρμογή τιμών και εισοδημάτων τόσο πιθανότερη καθίσταται η εμφάνιση ασυμμετρικών διαταραχών εντός της ένωσης αυτής. Στην περίπτωση της Ελλάδος παρατηρούνται αποκλίσεις από τις άλλες κυρίαρχες οικονομίες της ΟΝΕ όπως είναι: Ο διογκωμένος αγροτικός τομέας τόσο όσον αφορά τη συμβολή του στην απασχόληση όσο και στο ΑΕΠ της χώρας. Για το λόγο αυτό το κόστος προσαρμογής στη νέα Κοινή Γεωργική Πολιτική ενδεχομένως να δημιουργήσει ασυμμετρικό σοκ στην Ελλάδα. Ο συγκριτικά μικρότερος μεταποιητικός τομέας, ο οποίος χαρακτηρίζεται από υπερβολικά μεγάλο αριθμό ΜΜΕ με προσανατολισμό στην εγχώρια αγορά, από

χαμηλό τεχνολογικό και οργανωτικό επίπεδο και γενικά από χαμηλή ανταγωνιστικότητα. Ο υπερβολικά μεγάλος για το επίπεδο ανάπτυξης της χώρας τομέας υπηρεσιών, ο οποίος χαρακτηρίζεται από χαμηλή παραγωγικότητα, μονοπωλιακή ή ολιγοπωλιακή οργάνωση, προστατευτισμό, εσωστρέφεια, κρατικό παρεμβατισμό και αντιστάσεις προσαρμογής. Η χρόνια ελλειμματική κατάσταση του εξωτερικού εμπορικού ισοζυγίου, η σύνθεση των εξαγωγών με παραδοσιακά προϊόντα όπως αγροτικά, έντασης εργασίας και πρώτων υλών, η αύξηση του εμπορίου με τα Βαλκάνια, η μεγάλη εξάρτηση των εξαγωγών υπηρεσιών από τον τουρισμό και την εμπορική ναυτιλία κ.α.. Συγκριτικά χαλαρότερη σύνδεση της εξέλιξης του Ελληνικού ΑΕΠ από το ΑΕΠ της ζώνης του Ευρώ. Ο μη συγχρονισμός της εξέλιξης των οικονομικών κύκλων της Ελλάδος και των άλλων εταίρων χωρών του «Ευρωχώρου» σημαίνει την ανάγκη για αποκλίνουσες πολιτικές σταθεροποίησης. Λόγω όμως του μικρού βάρους της Ελλάδος στα αρμόδια όργανα λήψης αποφάσεων της ΟΝΕ, είναι σχεδόν βέβαιο ότι στην περίπτωση που ο ελληνικός οικονομικός κύκλος έχει αντίθετη πορεία από αυτή των περισσότερων χωρών της ΟΝΕ, η χώρα θα έχει δυσκολίες να αντιμετωπίσει την προσπάθεια σταθεροποίησης της οικονομίας της αλλά και τις προκυκλικές για την Ελλάδα επιδράσεις της κυρίαρχης πολιτικής της ΟΝΕ. Η εκάστοτε διαμόρφωση στην πράξη του ισοζυγίου κόστους και οφελών της συμμετοχής της Ελλάδος στην ΟΝΕ είναι αδύνατον να προβλεφθεί. Η ex ante αναφορά σε ευκαιρίες και προκλήσεις δεν στοχεύει στην εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων αλλά στη διερεύνηση των πιθανών εξελίξεων με σκοπό την αρτιότερη προπαρασκευή και προσαρμογή της οικονομίας και της οικονομικής πολιτικής στο νέο περιβάλλον. Για το λόγο αυτό η έμφαση δίδεται περισσότερο στην πρόληψη των ενδεχόμενων κινδύνων και στην αξιοποίηση των ευκαιριών και λιγότερο στα με μεγάλη πιθανότητα αναμενόμενα πλεονεκτήματα της συμμετοχής της χώρας στον «Ευρωχώρο». Εδώ όμως θα πρέπει να τονισθεί ότι δεν υπάρχει αυτοματισμός στην εμφάνιση κόστους ή οφέλους. Το τι θα υπερισχύσει θα εξαρτηθεί πρωτίστως από τη στάση της ελληνικής οικονομικής πολιτικής, των αγορών και της κοινωνίας γενικότερα.

Κόστος παραγωγής γεωργικών προϊόντων Κόστος παραγωγής είναι η αμοιβή των εμπλεκόμενων συντελεστών στη διαδικασία παραγωγής αγροτικών προϊόντων. Στοιχεία του κόστους παραγωγής είναι το ενοίκιο εδάφους, η αμοιβή της εργασίας, καθώς και η αξία τόσο του μεταβλητού, όσο και της ετήσιας δαπάνης του σταθερού κεφαλαίου. Ο υπολογισμός του κόστους παραγωγής γίνεται είτε στο σύνολο της παραγόμενης ποσότητας και αυτό αναφέρεται σαν δαπάνη παραγωγής, είτε στη μονάδα του παραγόμενου προϊόντος, οπότε αναφέρεται απλά σαν κόστος παραγωγής. Ο υπολογισμός και η γνώση του κόστους παραγωγής για τη γεωργία και όχι μόνο, είναι πολύ σημαντικός παράγοντας που επιτρέπει στο μέλλον τη συνέχιση ή μη της ύπαρξης της συγκεκριμένης παραγωγικής διαδικασίας, καθώς και τη μέτρηση της ανταγωνιστικότητας του προϊόντος στην αγορά. Από την πρώτη στιγμή έγινε γνωστό ότι διαρκής στόχος της παραγωγής είναι η αύξηση της παραγωγικότητας και η μείωση του κόστους παραγωγής, γιατί μόνο μέσα από αυτό το μείγμα είναι δυνατή η αύξηση της ανταγωνιστικότητας που σημαίνει δυνατότητα του παραγωγού να διαθέτει στην αγορά ομοειδή, από πλευράς ποιότητας προϊόντα, σε χαμηλότερες τιμές, σε σχέση με άλλους παραγωγούς. Στο νέο διεθνοποιημένο περιβάλλον όμως που διαμορφώνεται και στο χώρο της γεωργίας, μέσα από τη σταδιακή απελευθέρωση του εμπορίου αγροτικών προϊόντων, αποτελεί μια από τις πλέον βασικές προϋποθέσεις ικανοποιητικής συμπεριφοράς του προϊόντος στην απελευθερωμένη πλέον αγορά αγροτικών προϊόντων. Οι μέχρι πρόσφατα εφαρμοζόμενες αγροτικές πολιτικές, κύρια από τον ανεπτυγμένο κόσμο, είχαν σαν στόχο να ικανοποιήσουν τις ανάγκες των χωρών αυτών για αγροτικά προϊόντα με ίδιες παραγωγές, μη επιτρέποντας ουσιαστικά σε πολλές περιπτώσεις, την ύπαρξη διεθνούς εμπορίου. Η ύπαρξη ενός τόσο προστατευτικού περιβάλλοντος υποβάθμισε την αξία υπολογισμού του κόστους παραγωγής, με αποτέλεσμα μοναδικός στόχος των παραγωγών να είναι η συνεχής αύξηση της παραγωγής, χωρίς όμως να εξετάζεται η ανταγωνιστικότητα της συγκεκριμένης παραγωγικής διαδικασίας σε συνθήκες ελεύθερης αγοράς. Έτσι, ενώ η ανταγωνιστικότητα των αγροτικών προϊόντων μειωνόταν, το μήνυμα που έδινε η αγορά δεν μπορούσε να βρει τους αποδέκτες παραγωγούς, εξαιτίας του προστατευτισμού. Είναι λοιπόν φανερό ότι σε καμία περίπτωση δεν είναι σωστό να μην αποδίδεται η σημασία που πρέπει στην παρακολούθηση του κόστους παραγωγής

κι ιδιαίτερα στις συνθήκες που σήμερα επικρατούν και θα συνεχίσουν να εξελίσσονται με ακόμα υψηλότερους βαθμούς απελευθέρωσης του εμπορίου. Είναι αναγκαίο διαρκής στόχος να είναι η μείωση του κόστους παραγωγής, μέσα από την ορθολογικότερη χρήση των συντελεστών παραγωγής, προκειμένου με ανταγωνιστικότερα προϊόντα και τιμές να κατακτηθούν μερίδια αγοράς σε εσωτερικό και διεθνές επίπεδο. Διαχείριση Κινδύνου στη Γεωργία Ορισμός του Κινδύνου στη Γεωργία «Ρίσκο είναι η αβεβαιότητα που επηρεάζει το status του καθένα και συχνά συνδέεται με αντιξοότητες και χάσιμο» (Bodie & Merton, 1998). Η αβεβαιότητα αυτή συνήθως εμπεριέχει την πιθανότητα απώλειας χρημάτων, επιβάρυνσης της υγείας, επηρεασμού των συντελεστών παραγωγής, καθώς και άλλου είδους συμβάντων που επηρεάζουν το status ενός ατόμου. Η αβεβαιότητα (κατάσταση στην οποία το άτομο δεν γνωρίζει με σιγουριά τι θα του συμβεί στο μέλλον) είναι κατάσταση για να υπάρξει ρίσκο, αλλά δε σημαίνει ότι πάντα η αβεβαιότητα οδηγεί σε μια κατάσταση που εμπεριέχει ρίσκο. Παράγοντες Δημιουργίας Ρίσκου Η αγορά των αγροτικών προϊόντων, όπου συνήθως η προσφορά και η ζήτηση είναι ανελαστικές, χαρακτηρίζεται από σοβαρές διακυμάνσεις των τιμών. Οι αλλαγές στις τιμές δημιουργούν σοβαρό ρίσκο στην παραγωγική διαδικασία, ρίσκο που μειώνεται με μέτρα που παρουσιάζονται στην ενότητα αυτή. Οι διακυμάνσεις στις τιμές των αγροτικών προϊόντων οφείλονται κατά κύριο λόγο στις βραχυπρόθεσμες ανελαστικότητες προσφοράς και ζήτησης. Η παραγωγή ενός αγροτικού προϊόντος είναι διαθέσιμη για μικρό χρονικό διάστημα και το μέγεθός της εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τις καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν κατά την καλλιεργητική περίοδο, οι οποίες διαφέρουν συνήθως από χρονιά σε χρονιά. Η διακύμανση στην παραγωγή δημιουργεί συνθήκες υπέρ ή υποπροσφοράς. Όσον αφορά στη ζήτηση, αυτή εμφανίζεται σταθερή και οι όποιες αλλαγές παρατηρούνται, σχετίζονται με αλλαγές στο εισόδημα, στο γούστο ή στις διατροφικές συνήθειες και όχι με την τιμή του προϊόντος. Οι δεδομένες ανελαστικότητες της προσφοράς και της ζήτησης