ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

Σχετικά έγγραφα
ΤΙΤΛΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ

ΣτΕ 2107/2010 [Παράνομη ανάκληση απόφασης για χαρακτηρισμό μνημείου]

ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ «ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΕΣ 2000»

Οριοθέτηση αναοριοθέτηση αρχαιολογικού χώρου πόλεως Βέροιας

ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΡΕΙΝΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Αποτυπώσεις Μνημείων και Αρχαιολογικών Χώρων

ΣΤΕ. 1587/2010 Τμήμα Ε Θέμα : Aνακατασκευή κτίσματος στην Ύδρα.

και τους δύο (2) μήνες για την νησιωτική, με τη συναίνεση του κατόχου του, που δηλώνει την εισαγωγή του. Εάν ο δηλών δεν επιθυμεί να παραμείνει το

Ο ΔΗΜΟΣ ΝΟΤΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ

Υπεύθυνος µαθήµατος : Β. Λαµπρινουδάκης Εισήγηση Βαγγέλης Παπούλιας ( )

Σελίδα 1 από 5. Τ

ΣΤΕ 2707/2018 [ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΣΙΩΠΗΡΗ ΑΠΟΡΡΙΨΗ ΑΊΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗ 'Η ΕΞΑΓΟΡΑ ΑΚΙΝΗΤΟΥ ΓΙΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥΣ ΣΚΟΠΟΥΣ]

94/ ) προστασίας και αξιοποίησης

Η Αθήνα είναι µια πόλη η οποία χαρακτηρίζεται από ιστορική συνέχεια. Kατοικείται από την εποχή του λίθου, αναπτύσσεται και επιβιώνει µέχρι και

ΣτΕ 1720/2012 [Νόμιμη απόφαση μη χαρακτηρισμού ως μνημείου συγκροτήματος κτιρίων («Μύλος») στη Θεσσαλονίκη]

Μελέτη Περίπτωσης Νέο Μουσείο Ακρόπολης

Η ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΗΣ ΥΔΑΤΟΡΕΜΑΤΩΝ ΣΤΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΝ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ

στο σχέδιο νόµου «Κύρωση του Μνηµονίου Συνεργασίας

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

Προστασία και αειφόρος ανάπτυξη ορεινών οικισμών. Η περίπτωση του αγίου Λαυρεντίου

Άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής 4. Άρθρο 2 Αγωγές παραλείψεως 5. Άρθρο 3 Φορείς νομιμοποιούμενοι προς έγερση αγωγής 5. Άρθρο 4 Ενδοκοινοτικές παραβάσεις 6

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί: 3) «αιτούν κράτος-μέλος»: το κράτος-μέλος από το έδαφος του οποίου έχει

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΙΣΗΓΗΣΗ: ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΣ ΠΟΛΕΟ ΟΜΙΚΟΣ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΣΤΟΥΣ ΠΑΡΑ ΟΣΙΑΚΟΥΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ. ΕΛΕΓΧΟΣ ΟΜΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ.

Κατά τη συνεδρίαση της 23ης Οκτωβρίου 2000, η Επιτροπή Πολιτιστικών Υποθέσεων ολοκλήρωσε την εξέταση του ανωτέρω σχεδίου ψηφίσµατος.

ΤΙΤΛΟΣ: ΚΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΥΛΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ

Αριθμός 101(Ι) του 2016 Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

Κατηγορία 14 : είδη επίπλωσης διακοσμητικά και μεταχειρισμένα : Ecu, μουσικά όργανα : Ecu, όλα τα άλλα είδη : Ecu.

ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΑΠΟ ΟΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ Ι ΡΥΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΤΩN ΠΟΣΟΤΙΚΩN ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΩN ΜΕΤΑΞΥ ΤΩN ΚΡΑΤΩN ΜΕΛΩN

Προς: Τα μέλη του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείου Θεσσαλονίκης. Θέμα: Ενιαίο τέλος ακινήτων νομικών προσώπων. Με συναδελφικούς χαιρετισμούς

ΑΡΧΑΙΑ (Ν. 3028/ 2002, για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς)

Περιεχόμενο: Αρχή διάκρισης των λειτουργιών

ΟΔΗΓΙΑ 93/13/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές

Διαχείριση Πολιτισμικών Δεδομένων

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

Ανοιχτή προκήρυξη του διεθνούς φωτογραφικού διαγωνισμού με θέμα: «Καταστροφή των μνημείων της Χριστιανικής Ανατολής»

ΔΙΑΤΗΡΗΤΕΕΣ ΟΙΚΟΔΟΜΕΣ: ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ, ΟΡΑΜΑ ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ. που γέννησες και ανάθρεψες τους γονείς και τους παππούδες μας.

Θέμα: Φορολογική αντιμετώπιση, για σκοπούς Φ.Π.Α., των δραστηριοτήτων του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ & ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ «Περιβαλλοντικά Προβλήματα & Δίκαιο» ΜΑΘΗΜΑ 3

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3911/92 του Συμβουλίου της 9ης Δεκεμβρίου 1992 σχετικά με την εξαγωγή πολιτιστικών αγαθών

ICOM και ΜΟΥΣΕΙΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

ΤΕΕ ΤΜΗΜΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΔΣΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΔΣΑ

Κ.Π.Ε. Κισσάβου Ελασσόνας Όλυμπος, από το Μύθο και την Ιστορία στην Αειφορική Διαχείριση Διήμερο Σεμινάριο Ενηλίκων Παρασκευή 13 Σάββατο 14 Ιουνίου

Η ιστορική εξέλιξη των μουσείων από την Αρχαία Ελλάδα έως και τον 20ο αιώνα

ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΣΥΝΤΗΡΗΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ & ΕΡΓΩΝ ΤΕΧΝΗΣ

Βλ. σχετικά στο έγγραφο Φ.3/1105/141440/ Δ1/ , άρθρα 18 και 25

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες η αποχαρακτηρισμένη έκδοση του προαναφερόμενου εγγράφου.

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΜΝΗΜΕΙΩΝ. Α) Συντήρηση των μνημείων. Β) Αποκατάσταση και αναστήλωση. Γ) Διαμόρφωση του αρχαιολογικού. χώρου

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

H ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ ΠΑΡΑΓΩΝ ΕΞΙΣΟΡΡΟΠΗΣΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΑΝΑΓΚΩΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

A8-0186/ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ κατάθεση: Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών


Η Περιβαλλοντική Πολιτική Στην Ελλάδα Μέσα Από Το Άρθρο 24 του Συντάγματος. Εύη Τζινευράκη Δικηγόρος

Διοικητικό Δίκαιο. Εισαγωγή στο Διοικητικό Δίκαιο 1 ο Μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

ΟΛΠ Α.Ε. ΟΜΙΛΙΑ ΛΙΝΑΣ ΜΕΝΔΩΝΗ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΩΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ: ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΧΡΗΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΤΟΜΕΑ

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ **************

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΣτΕ 1331/2018 [Μη νόμιμη άρση απαλλοτρίωσης για επέκταση μουσείου]

A8-0245/106. João Ferreira, João Pimenta Lopes, Miguel Viegas, Jiří Maštálka εξ ονόματος της Ομάδας GUE/NGL

Κατευθυντήριες Γραμμές του 2001 των Ηνωμένων Εθνών που αποσκοπούν στην δημιουργία ενός ευνοϊκού περιβάλλοντος για την ανάπτυξη των συνεταιρισμών

PUBLIC LIMITE EL. Βρυξέλλες, 17 Σεπτεμβρίου 2008 (24.09) (OR. fr) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ 13070/08 LIMITE CULT 99

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

1. Σύναψη, εποπτεία και επίβλεψη δημόσιας σύμβασης τεχνικού έργου αρμοδιότητας Φορέα που δεν διαθέτει οργανωμένη Τεχνική Υπηρεσία.

ΝΟΜΟΣ ΥΠ ΑΡΙΘΜ. 3525/2007 (ΦΕΚ Α 16/ )

Συντήρηση - Αποκατάσταση Επίπλων και Ξύλινων κατασκευών Δραστηριότητες Εργαστηρίου Δρ. Τσίποτας Δημήτριος

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

Βασιλική Παπαγεωργίου. Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Διαχείρισης Εθνικού Αρχείου Μνημείων, Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών

Πρόγραμμα επικαιροποίησης γνώσεων αποφοίτων ΑΕΙ στην οργάνωση, διοίκηση τουριστικών επιχειρήσεων και στην προώθηση τουριστικών προορισμών

ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ (ΦΕΚ Α 153/ ) Για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς.

ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ. Ν. 1597/1986, Προστασία και ανάπτυξη της κινηματογραφικής τέχνης, ενίσχυση της ελληνικής κινηματογραφίας και άλλες διατάξεις.

Εμπειρογνώμονας Υπεύθυνος τομέα Υπεύθυνος έργου

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 26 Οκτωβρίου 2010 (04.11) (OR. fr) 15448/10 CULT 97 SOC 699

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

ΘΕΜΑ : Ρύθμιση θεμάτων των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 47 του ν. 3028/2002 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ. Ιωάννα Καταπίδη, PhD, Research Fellow, University of Birmingham

(Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. της 14ης Μαιον 1991

Ο.Λ.Μ.Ε. Ερµού & Κορνάρου 2 ΤΗΛ: FAX: Αθήνα, 4.12.

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΚ) ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την καθιέρωση του ευρώ /* COM/96/0499 ΤΕΛΙΚΟ - CNS 96/0250 */

ΝΑΥΠΛΙΟ Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ ΗΠΑΛΙΑΠΟΛΗ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑ

Η ΚΟΙΝΗ ΕΠΟΠΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΟΛ,

2/1/2013. ο Αστικός Αναδασμός. η Μεταφορά Αναπτυξιακών ικαιωμάτων, και. το Τέλος Πολεοδομικής Αναβάθμισης.

Υπόθεση A8-0245/14 /225

H πόλη των Κορινθίων εποίκων και το λιµάνι τους, καθώς και τα αρχαιολογικά ίχνη όλων των προηγούµενων από αυτούς πολιτισµούς,

Ν.1850 / Κύρωση του Ευρωπαϊκού Χάρτη της Τοπικής Αυτονοµίας

Φορολογικό Δίκαιο. Η αρχή της φορολογιής ισότητας. Α. Τσουρουφλής

Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173)

Transcript:

ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΜΑΝΙΑΤΗΣ 2015-2016 ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΠΥΡΓΟΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2015

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: Τα μνημεία 4 1.1 Γενικά στοιχεία κυρίως για την αρχιτεκτονική κληρονομιά 4 1.1.1 Το μοντέρνο και το μεταμοντέρνο έναντι του παραδοσιακού 4 1.1.2 Η συνταγματική προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς 6 1.1.3 Η προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς με τη Σύμβαση της Γρανάδας 7 1.2 Βασικές ρυθμίσεις του Ν. 3028/2002 10 1.2.1 Αντικείμενο προστασίας 11 1.2.2 Έννοια όρων 12 1.2.3 Περιεχόμενο της προστασίας 15 1.2.4 Εθνικό Αρχείο Μνημείων 17 1.2.5 Προστασία άυλων πολιτιστικών αγαθών 18 Ενδεικτική απάντηση άσκησης αυτοαξιολόγησης 19 Εκφώνηση καταλόγου ελέγχου 1 19 Ενδεικτική απάντηση καταλόγου ελέγχου 1 19 ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: Μουσεία 20 2.1 Μουσεία 20 2.1.1 Η έννοια του μουσείου 20 2.1.2 Διαδικασία ίδρυσης κρατικού μουσείου ή αναγνώρισης άλλου 21 2.1.3 Λειτουργία των μουσείων 22 2.1.4 Κίνητρα αναγνωρίσεως και απαλλοτρίωση 25 2.2 Πρόσβαση και χρήση μνημείων και χώρων 27 2.2.1 Κανονιστικές διατάξεις για επισκέψεις και πολιτιστικές εκδηλώσεις 27 2.2.2 Άλλες ρυθμίσεις 34 Ενδεικτική απάντηση άσκησης αυτοαξιολόγησης 1 34 2

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: Μέτρα για την προστασία των πολιτιστικών αγαθών κατά το Ν. 3658/2008 35 3.1 Προϊστορία της νομοθέτησης 35 3.2 Διοικητικές διατάξεις του Ν. 3658/2008 36 3.2.1 Οι διοικητικές διατάξεις γενικά 37 3.2.2 Ειδικές διατάξεις του Ν. 3658/2008 για την έναρξη λειτουργίας της Διεύθυνσης 44 3.3 Ποινικές διατάξεις του Ν. 3658/2008 47 3.3.1 Ουσιαστικές ποινικές διατάξεις 47 3.3.2 Δικονομικές ποινικές διατάξεις 51 Ενδεικτικές απαντήσεις ασκήσεων αυτοαξιολόγησης 56 Εκφώνηση καταλόγου ελέγχου 3 57 Ενδεικτική απάντηση καταλόγου ελέγχου 3 57 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΤΙΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΘΕΣΜΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ 58 ΛΥΣΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΘΕΣΜΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙ- ΣΜΟΥ 61 ΣΥΝΟΨΗ 62 3

ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: Τα μνημεία 1.1 Γενικά στοιχεία κυρίως για την αρχιτεκτονική κληρονομιά Η αρχιτεκτονική κληρονομιά συνδέεται με την παράδοση και προστατεύεται από το Σύνταγμα και άλλα κείμενα. 1.1.1 Το μοντέρνο και το μεταμοντέρνο έναντι του παραδοσιακού Η μοντέρνα περίοδος της ιστορίας της αρχιτεκτονικής αρχίζει κατά την προτελευταία δεκαετία του δέκατου ένατου αιώνα. Στην περίοδο αυτή η αρχιτεκτονική έχει το χαρακτηριστικό γνώρισμα ότι αποτελεί τμήμα ενός παγκόσμιου πολιτισμού. Η συνεπής εκμετάλλευση των σχετικών νέων αρχών σε μεγάλη κλίμακα ξεκίνησε στις Η.Π.Α.. Στο Σικάγο συναντιέται ο πρώτος «ουρανοξύστης», οι πρώτες επιστημονικά μελετημένες θεμελιώσεις υψηλών κτιρίων, η πρώτη συστηματική μελέτη και χρήση ενός υψηλού κτιρίου γραφείων καθώς και η ανάπτυξη μίας αισθητικής που να ταιριάζει στις καινούργιες τεχνικές 1. Μια αυστηρά επιστημονική ανάλυση της λειτουργίας και των ανθρώπινων συνηθειών και μια αρχιτεκτονική της ερμηνεία σε σκυρόδεμα ή χάλυβα θα πρέπει να παράγουν μία καθολική λύση ενός προβλήματος. Κάτι τέτοιο πάντως δεν προϋποθέτει κάποιον ιδιαίτερο σεβασμό για την παράδοση ούτε όμως και μια εσκεμμένη αδιαφορία για αυτήν είτε έτσι είτε αλλιώς, το αποτέλεσμα είναι αναμφισβήτητα ένας αρχιτεκτονικός ρυθμός 2. Πέρα από αυτό το κίνημα του μοντερνισμού, σημαντική είναι και η ανάδυση του μεταμοντέρνου, το οποίο συμπίπτει ιστορικά με τα διάφορα κινήματα αμφισβήτησης της έβδομης δεκαετίας του εικοστού αιώνα. Ειδικότερα στο χώρο της αρχιτεκτονικής, μοντέρνες κατασκευές που ιδίως στην πρόσοψή τους έχουν και το στοιχείο του ρετρό 1 Ρ. Φυρνώ Τζόρνταν, Ιστορία της Αρχιτεκτονικής, Εκδόσεις Υποδομή, Αθήνα 1981, σσ. 409-410. 2 Ρ. Φυρνώ Τζόρνταν, Ιστορία της Αρχιτεκτονικής, Εκδόσεις Υποδομή, Αθήνα 1981, σσ. 450-451. 4

προκαλούν αμηχανία όσον αφορά τη φυσιογνωμία τους 3. Η στιλιστική τους ταυτότητα είναι σύγχρονη αλλά και με ετερόκλητα στοιχεία προερχόμενα από την παράδοση, με αποτέλεσμα να συνδυάζεται ο «διεθνής» ρυθμός του μοντερνισμού και η αρχιτεκτονική παράδοση, η οποία έχει κυρίως εθνική υπόσταση. Αξίζει να επισημανθεί ότι καμία κοινωνία δεν χαρακτηρίζει τον εαυτό της ως παραδοσιακό για τα στοιχεία που εκείνη δημιουργεί. Η παράδοση δηλώνει εκείνο που δεν ανήκει πλέον στον αρχικό του κύριο αλλά έχει κληροδοτηθεί στους διαδόχους του. Άρα, το μεταμοντέρνο εξ ορισμού δεν είναι παραδοσιακό για τη σημερινή κοινωνία μολονότι ενέχει έκδηλα στοιχεία αυτής της κατηγορίας. Πάντως, κυρίως περιλαμβάνει το μοντέρνο, το οποίο σε έκταση και σε σπουδαιότητα υπερέχει του πατροπαράδοτου και εστιάζει στο μέλλον, με την έννοια ότι τείνει να αποβεί λειτουργικό αντέχοντας στο χρόνο. Αφού κατά βάση το σύγχρονο και το μεταμοντέρνο συμπίπτουν, θα πρέπει να αναζητηθεί η περαιτέρω διάσταση του δεύτερου σε σχέση με το πρώτο. Το μεταμοντέρνο αποτελεί ένα είδος κριτικής παραλλαγής σε σχέση με τα κοινά δεδομένα που είναι τυπικά για το σήμερα. Καθώς οι κρατούσες μορφές και οι θεσμοποιημένοι μηχανισμοί δεν είναι πάντα άμοιροι προβλημάτων, η νέα Σχολή σκέψης τείνει να τους μετεξελίξει, δανειζόμενη στοιχεία άλλων εποχών. Μπορεί η παράδοση αποκομμένη από την τρέχουσα πραγματικότητα να μην είναι καλός σύμβουλος, όμως στοιχεία της είναι δυνατό να διανθίσουν ή και να διορθώσουν κατεστημένες φιγούρες του παρόντος. Αν το κίνημα του ρομαντισμού ήταν στραμμένο προς το χθες και επομένως ήταν εκτεθειμένο στη μομφή του συντηρητισμού λόγω παρελθοντολογίας, ο μεταμοντερνισμός δεν είναι συντηρητικός, όπως θα μπορούσε να φανεί υπό το πρίσμα του μοντερνισμού κατά τον οποίο αντιπροσωπεύει μία «αναπαλαίωση». Το μεταμοντέρνο επεξεργάζεται τις κρατούσες μορφές με βάση τον πλούτο άλλων εποχών και με βλέμμα προς το παρόν και το μέλλον 4. 3 Α. Μανιάτης, Εισαγωγή στο Σεμινάριο Κοινωνικών Επιστημών, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα Αθήνα Κομοτηνή 2006, σ. 144 επ., ιδίως σσ. 144-145. 4 A. Maniatis, Post-modernum, MOnuMENTA 01 Urban space Urban green space, 1/6/2008, www.monumenta.org. 5

1.1.2 Η συνταγματική προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς Η παρ. 1 του άρ. 24 του Συντάγματος διακρίνει το περιβάλλον σε φυσικό και πολιτιστικό, το οποίο μπορεί να ονομάζεται και ανθρωπογενές ή τεχνητό. Κατά τα πρώτα εδάφια της παραγράφου αυτής «Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξή του το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας». Πρόκειται για νέους συνταγματικούς κανόνες, που εισήχθησαν με την αναθεώρηση του 2001, καθόσον αναγνωρίζεται η προστασία αυτή όχι πλέον ως αρμοδιότητα της Πολιτείας αλλά και ως θεμελιώδες δικαίωμα του καθενός προσώπου, επομένως και των περιβαλλοντικών οργανώσεων των πολιτών, και κατοχυρώνεται πλέον συνταγματικά η αειφόρος προσέγγιση. Παρέχεται έτσι προστασία σε όλα τα στοιχεία και αγαθά του φυσικού περιβάλλοντος (φυσικά οικοσυστήματα) και πολιτιστικού περιβάλλοντος, το οποίο καλύπτει τόσο την πολιτιστική κληρονομιά, πρωτευόντως τη μνημειακή αλλά και την παραδοσιακή ή αρχιτεκτονική, όσο και τα οικιστικά πολιτιστικά αγαθά. Τα τελευταία (π.χ. πόλεις, οικισμοί) συγκροτούν το οικιστικό περιβάλλον, το οποίο αποτελεί τον χώρο που εξυπηρετεί κυρίως την οργανωμένη διαβίωση των ανθρώπων αλλά και την παραγωγική δραστηριότητα. Αυτό περιλαμβάνει μαρτυρίες της ατομικής και συλλογικής δράσης των ανθρώπων, χωρίς τα στοιχεία αυτά, αλλά και το ίδιο το οικιστικό περιβάλλον, να έχει κατ αρχήν και μνημειακό χαρακτήρα, πράγμα που σημαίνει ότι το οικιστικό περιβάλλον αντιστοιχεί σε γενική και όχι σε ιδιαίτερη, αυξημένη, συνταγματική προστασία, όπως αυτή αντιστοιχεί στην πολιτιστική κληρονομιά. Η αυξημένη προστασία καθιερώθηκε για πρώτη φορά με το συνταγματικό κείμενο του 1975, πράγμα που μπορεί να παραβληθεί με μία άλλη ταυτόχρονη εξέλιξη, την καθιέρωση της ελευθερίας της τέχνης, όπως και της έρευνας, στην παρ. 1 του άρ. 16 για την οποία δεν διαλάμβανε το Σύνταγμα του 1952. Πριν από το Σύνταγμα του 1975 δεν υπήρχε ειδική συνταγματική πρόβλεψη για τις αρχαιότητες ενώ το άρ. 18 παρ. 1 του κειμένου αυτού ορίζει ότι ειδικοί νόμοι ρυθμίζουν τα της ιδιοκτησίας και διαθέσεως αρχαιολογικών χώρων και θησαυρών. 6

Στην πολιτιστική κληρονομιά σε ευρεία έννοια, που υπάγεται στο πολιτιστικό περιβάλλον σε ευρεία έννοια το οποίο περιλαμβάνει και τα οικιστικά πολιτιστικά αγαθά, αναφέρεται η παρ. 6 του άρ. 24 του Συντάγματος. Ειδικότερα, «Τα μνημεία, οι παραδοσιακές περιοχές και τα παραδοσιακά στοιχεία προστατεύονται από το Κράτος. Νόμος θα ορίσει τα αναγκαία για την πραγματοποίηση της προστασίας αυτής περιοριστικά μέτρα της ιδιοκτησίας καθώς και τον τρόπο και το είδος της αποζημίωσης των ιδιοκτητών». Το Συμβούλιο της Επικρατείας ερμηνεύει με μεγάλη ευρύτητα τους όρους που περιέχονται στην παράγραφο αυτή και παρέχει με τον τρόπο αυτό σημαντική προστασία της αρχιτεκτονικής και γενικότερης πολιτιστικής κληρονομιάς. Υπερκαλύπτει έτσι την προστασία που παρέχει η Σύμβαση της Γρανάδας, της 3 ης Οκτωβρίου 1985, που ισχύει ως εσωτερικό δίκαιο της Ελλάδας και μάλιστα με υπέρτερη του νόμου τυπική ισχύ κατά την παρ. 1 του άρ. 28 του Συντάγματος. 1.1.3 Η προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς με τη Σύμβαση της Γρανάδας Με το Ν. 2039/1992 «Κύρωση της Σύμβασης για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της Ευρώπης» κυρώθηκε η σύμβαση της Γρανάδας που υπεγράφη από τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης. Αυτή η διεθνής σύμβαση περιέχει έναν ευρύ ορισμό της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς η οποία περιλαμβάνει μία τριάδα κατηγοριών από ακίνητα αγαθά. Ειδικότερα, ως μνημείο νοείται κάθε κατασκευή ιδιαίτερα σημαντική λόγω του ιστορικού, αρχαιολογικού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού, κοινωνικού ή τεχνικού ενδιαφέροντος, συμπεριλαμβανομένων των εγκαταστάσεων ή διακοσμητικών στοιχείων, που αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα τους. Ως αρχιτεκτονικά σύνολα ορίζονται ομοιογενή σύνολα αστικών ή αγροτικών κατασκευών, σημαντικών λόγω του ιστορικού, αρχαιολογικού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού, κοινωνικού ή τεχνικού τους ενδιαφέροντος, συναφή μεταξύ τους ώστε να σχηματίζουν ενότητες, που να μπορούν να οριοθετηθούν τοπογραφικά. Τέλος, ως τόποι νοούνται σύνθετα έργα του ανθρώπου και της φύσης, εν μέρει κτισμένα, τα οποία 7

αποτελούν εκτάσεις τόσο χαρακτηριστικές και ομοιογενείς, ώστε να μπορούν να οριοθετηθούν τοπογραφικά και τα οποία είναι σημαντικά λόγω του ιστορικού, αρχαιολογικού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού, κοινωνικού και τεχνικού τους ενδιαφέροντος. Είναι αξιοσημείωτο ότι κάθε συμβαλλόμενος υποχρεούται μεταξύ άλλων: α) να καθιερώσει ένα νομικό καθεστώς προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, β) να θέσει σε εφαρμογή, με βάση τη νομική προστασία των σχετικών ακινήτων, κατάλληλες διαδικασίες ελέγχου και αδειών και να φροντίσει έτσι ώστε τα προστατευόμενα ακίνητα να μην αλλοιωθούν, ερειπωθούν ή κατεδαφιστούν, γ) να αποκλείσει τη μετακίνηση του συνόλου ή τμήματος ενός προστατευόμενου μνημείου, εκτός από την περίπτωση κατά την οποία η υλική προστασία του μνημείου θα το απαιτούσε επιτακτικά, οπότε η αρμόδια υπηρεσία θα πρέπει να πάρει τις απαραίτητες προφυλάξεις για την αποσυναρμολόγηση, τη μεταφορά και την επανασυναρμολόγησή του σε κατάλληλο χώρο, δ) να λαμβάνει μέτρα, στο χώρο που περιβάλλει τα μνημεία, στο εσωτερικό των αρχιτεκτονικών συνόλων και των τόπων, τα οποία θα αποσκοπούν στη βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος, πράγμα που σημαίνει ότι τα συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να λαμβάνουν θετικά μέτρα που αποσκοπούν στη βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος τα ακίνητα μνημεία χώρου και να απέχουν από κάθε ενέργεια που βλάπτει αμέσως ή εμμέσως τα μνημεία ή τα αρχιτεκτονικά σύνολα ή τον περιβάλλοντα χώρο τους, ε) στα πλαίσια των δικών του εξουσιών, να εξασφαλίσει τη λήψη κατάλληλων και επαρκών μέτρων από τις αρμόδιες για την αντιμετώπιση των παραβάσεων της νομοθεσίας περί προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, τα οποία μπορούν να επιβάλλουν κατά περίπτωση στους υπαίτιους την υποχρέωση κατεδάφισης ενός καινούργιου κτιρίου κτισμένου παράνομα ή την αποκατάσταση της αρχικής κατάστασης του προστατευόμενου ακινήτου, στ) να υιοθετήσει πολιτική ολοκληρωμένης προστασίας, η οποία: α) θα τοποθετεί την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς μεταξύ των ουσιαστικών στόχων του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού και θα εξασφαλίζει ότι η επιταγή αυτή θα ληφθεί υπόψη στα διάφορα στάδια της εκπόνησης ρυθμιστικών σχεδίων και στις 8

διαδικασίες έγκρισης εργασιών, β) θα προωθεί προγράμματα αναστήλωσης και συντήρησης της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, γ) θα καθιστά τη συντήρηση, την αναβίωση και την ανάδειξη της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς σημαντικότατο στοιχείο της πολιτιστικής, περιβαλλοντολογικής και χωροταξικής πολιτικής, δ) θα ευνοεί, όταν υπάρχει δυνατότητα, και στα πλαίσια των διαδικασιών του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού, τη συντήρηση και τη χρησιμοποίηση των κτιρίων εκείνων των οποίων η σπουδαιότητα δεν δικαιολογεί την προστασία που παρέχεται από την παρούσα Σύμβαση αλλά τα οποία αποτελούν αξιόλογο συμπληρωματικό μέρος για το αστικό ή το αγροτικό περιβάλλον ή για την ποιότητα ζωής (π.χ. μειοψηφία σε απόφαση του Σ.Ε. θεώρησε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αιτιολογείται νομίμως για το λόγο ότι δεν ερευνήθηκε η δυνατότητα κηρύξεως του παρεμβαλλόμενου μεταξύ διατηρητέων μνημείων κτίσματος ως κτιρίου συνοδείας των διατηρητέων μνημείων 5 ), ε) θα ενθαρρύνει την εφαρμογή και την ανάπτυξη των παραδοσιακών τεχνικών και υλικών, απαραίτητες για το μέλλον της πολιτιστικής κληρονομιάς, ζ) με σεβασμό του αρχιτεκτονικού και ιστορικού χαρακτήρα της πολιτιστικής κληρονομιάς, να ενθαρρύνει τη χρήση των προστατευόμενων ακινήτων, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες της σύγχρονης ζωής και την προσαρμογή, όταν είναι δυνατό, παλιών κτιρίων για νέες χρήσεις, πράγμα που συνδέεται με την παρατήρηση ότι στις ρυθμίσεις της Σύμβασης, που αποτέλεσαν συνέχεια της Χάρτας της Βενετίας του 1964 και της Διακήρυξης του Άμστερνταμ του 1975 στο ζήτημα της διατήρησης της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, διαπιστώνεται η ανάγκη να ενσωματωθεί η διατήρηση στην πολεοδομία, να προστατευθούν τα ιστορικά σύνολα και το περιβάλλον τους και να ενταχθεί η κληρονομιά στην οικονομική και κοινωνική ζωή κάθε χώρας, με την προσαρμογή των χρήσεων των διατηρητέων μνημείων 6, η) να ενημερώσει την κοινή γνώμη για την αξία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς ως στοιχείου της πολιτιστικής ταυτότητας αλλά και ως πηγής έμπνευσης και δημιουργικότητας, για τις σύγχρονες και μελλοντικές γενιές καθώς και να προωθήσει, για αυτό το σκοπό, πολιτική πληροφόρησης και ευαισθητοποίησης, με τη βοήθεια κυρίως των σύγχρονων μέσων επικοινωνίας και διαφήμισης, σκοπεύοντας ιδιαίτερα: α. στην αφύπνιση ή στην αύξηση της ευαισθησίας του κοινού, από τη σχολική ηλικία, στα 5 Κατά την παρ. 4 του άρ. 10 της Συμβάσεως της Γρανάδας, Σ.Ε. 2231/2006. 6 Σ.Ε. 1100/2005. 9

θέματα προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς, στην ποιότητα του δομημένου περιβάλλοντος και της αρχιτεκτονικής έκφρασης, β. στο να καταστήσει εμφανή την ενότητα της πολιτιστικής κληρονομιάς και τους δεσμούς που υπάρχουν ανάμεσα στην αρχιτεκτονική, τις τέχνες, τις λαϊκές παραδόσεις και τους τρόπους ζωής, είτε αυτά είναι σε ευρωπαϊκό επίπεδο είτε σε εθνικό ή περιφερειακό, θ) να ανταλλάξει με τους άλλους συμβαλλόμενους πληροφορίες για την πολιτική συντήρησης της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και η οποία θα αφορά στοιχεία όπως οι μέθοδοι που υιοθετούνται για την καταγραφή, προστασία και συντήρηση των σχετικών ακινήτων. Η Σύμβαση εμπεριέχει και μία ρήτρα επικουρικότητας, κατά την οποία οι διατάξεις του κειμένου αυτού δεν επηρεάζουν την εφαρμογή ειδικών διατάξεων, περισσότερο ευνοϊκών για την προστασία των ακινήτων, οι οποίες περιέχονται στη σύμβαση που αφορά την προστασία της παγκόσμιας πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς, της 16 ης Νοεμβρίου 1972, και στην ευρωπαϊκή σύμβαση για την προστασία της αρχαιολογικής κληρονομιάς, γνωστή ως σύμβαση του Λονδίνου της 6 ης Μαΐου 1969. Η πρώτη από αυτές τις συμβάσεις έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με το Ν. 1126/1981 και η δεύτερη με το Ν. 1127/1981 7. 1.2. Βασικές ρυθμίσεις του Ν. 3028/2002 Ήδη από τους αρχαίους χρόνους τα έργα τέχνης κινδύνευαν από τον άνθρωπο, κυρίως σε περιόδους πολέμων. Το Forum των Ρωμαίων μπορεί να αναφερθεί ως η πρώτη διεθνής αγορά έργων τέχνης και οι συλλογές των Ρωμαίων πατρικίων ως οι πρόδρομοι των συλλογών των βασιλικών και αριστοκρατικών οικογενειών μετά το Μεσαίωνα 8. Στη Γαλλία υπό το Παλαιό Καθεστώς οι μονάρχες συγκέντρωναν στις συλλογές τους, τότε βασιλικές, τα αντικείμενα του παρελθόντος που τους φαίνονταν άξια διατηρήσεως. Αν στις 14 Αυγούστου 1792 η Δημοκρατία ψήφισε ένα διάταγμα που επέτρεπε την καταστροφή των συμβόλων του Παλαιού Καθεστώτος, στις 16 10

Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους έσπευσε να ψηφίσει τη διατήρηση των «αριστουργημάτων των τεχνών» 9. Από τις αρχές του 19 ου αιώνα κάνει την εμφάνισή του ένα νέο είδος διακίνησης πολιτιστικών αγαθών που αποδίδεται με τον όρο «ελγινισμός», από την αφαίρεση γλυπτών του Παρθενώνα από το Λόρδο Έλγιν 10. Πρόκειται για την απογύμνωση ενός αρχαιολογικού, ιστορικού ή καλλιτεχνικού συνόλου και το διαμελισμό των μνημείων του με σκοπό την εξαγωγή των κομματιών. Στη γαλλική έννομη τάξη θεσπίστηκε ένα πρώτο σύστημα προστασίας με το Ν. της 30 ης Μαρτίου 1887 για τα «Ιστορικά μνημεία» ενώ ο Ν. της 31 ης Δεκεμβρίου 1913, ο οποίος έχει επανειλημμένα τροποποιηθεί, εισήγαγε το τρέχον σύστημα 11. Στην ελληνική έννομη τάξη, πριν το Ν. 3028/2002 η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς ρυθμιζόταν από μία δέσμη νομοθετημάτων, με σημαντικότερα τον Κ.Ν. 5351/1932, που αφορά τις αρχαιότητες, και το Ν. 1469/1950, που αναφέρεται στα ειδικής κατηγορίας οικοδομήματα και έργα τέχνης, μεταγενέστερα του 1830. Επίσης, στην προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς αναφέρεται και το άρ. 4 του ΓΟΚ, το οποίο είναι εναρμονισμένο με τη Διεθνή Σύμβαση της Γρανάδας. Τα δύο πρώτα νομοθετήματα θεωρούνται εντελώς ξεπερασμένα και ανεπαρκή και το πρόβλημα αυτό κλήθηκε να θεραπεύσει η Πολιτεία θεσπίζοντας ένα νομοθέτημα που να θέτει ένα μοντέρνο θεσμικό πλαίσιο για την πολιτιστική κληρονομιά. Έτσι προέκυψε ο αρχαιολογικός ή ακριβέστερα πολιτιστικός Ν. 3028/2002, ο οποίος έχει τον κακότεχνο, ιδίως λόγω έκτασης και καθαρεύουσας, τίτλο «Για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς». 1.2.1 Αντικείμενο προστασίας 9 R.-E. Guibert, Monuments historiques. Régime juridique, fiscalité et subventions, Éditions du Puits Fleuri, 2002, σ. 9. 10 Βλ. μεταξύ πολλών Α. Μανιάτης, Η επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα στην Ελλάδα, ΕΕΝ 1998, σσ. 7-15. 11 R.-E. Guibert, Monuments historiques. Régime juridique, fiscalité et subventions, Éditions du Puits Fleuri, 2002, σ. 9. 11

Το αντικείμενο του νέου νόμου καθορίζεται σε σχέση με το χρόνο και το χώρο. Έτσι, στην προστασία του κατά το άρ. 1 υπάγεται η πολιτιστική κληρονομιά της Ελλάδας από τους αρχαιότατους χρόνους μέχρι και σήμερα. Η προστασία αυτή έχει ως σκοπό τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης χάριν της παρούσας και των μελλοντικών γενεών και την αναβάθμιση του πολιτιστικού περιβάλλοντος. Η πολιτιστική κληρονομιά της Χώρας αποτελείται από τα πολιτιστικά αγαθά που βρίσκονται εντός των ορίων της ελληνικής επικράτειας, συμπεριλαμβανομένων των χωρικών υδάτων, καθώς και εντός άλλων θαλάσσιων ζωνών στις οποίες η Ελλάδα ασκεί σχετική δικαιοδοσία σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Στο πλαίσιο των κανόνων του διεθνούς δικαίου, το ελληνικό Κράτος μεριμνά και για την προστασία των πολιτιστικών αγαθών που προέρχονται από την ελληνική επικράτεια, οποτεδήποτε και αν απομακρύνθηκαν από αυτή, και εκείνων που συνδέονται ιστορικά με την Ελλάδα, οπουδήποτε και αν βρίσκονται. Πρόκειται για μία σημαντική ρύθμιση, η οποία διαφέρει ουσιωδώς από τον προηγούμενο αρχαιολογικό νόμο ο οποίος περιόριζε το ενδιαφέρον του στα αρχαία της ελληνικής επικράτειας. Αυτή η καινοτόμος ρύθμιση έχει και πρακτική αξία, τουλάχιστον από την άποψη του δημοσίου λογιστικού, κατά το οποίο οποιαδήποτε εκταμίευση από τον κρατικό προϋπολογισμό γίνεται μόνο για νόμιμη αιτία. Άσκηση αυτοαξιολόγησης 1 Σε έναν οίκο δημοπρασιών της Μεγάλης Βρετανίας εκτίθεται ένα άγαλμα από έναν αρχαιοελληνικό ναό της Κάτω Σικελίας. Μπορεί το ελληνικό Δημόσιο να επιδιώξει την αγορά του; 1.2.2 Έννοια όρων Για την εφαρμογή των διατάξεων του πολιτιστικού νόμου στο άρ. 2 ορίζεται ότι ως πολιτιστικά αγαθά νοούνται οι μαρτυρίες της ύπαρξης και της ατομικής και συλλογικής δραστηριότητας του ανθρώπου. 12

Ως μνημεία νοούνται τα πολιτιστικά αγαθά που αποτελούν υλικές μαρτυρίες και ανήκουν στην πολιτιστική κληρονομιά της Χώρας και των οποίων επιβάλλεται η ειδικότερη προστασία βάσει των εξής διακρίσεων: Α. Αρχαία και νεότερα μνημεία Ως αρχαία μνημεία ή απλώς αρχαία νοούνται όλα τα πολιτιστικά αγαθά που ανάγονται στους προϊστορικούς, αρχαίους, βυζαντινούς και μεταβυζαντινούς χρόνους και χρονολογούνται έως και το 1830. Στα αρχαία μνημεία συμπεριλαμβάνονται σπήλαια και παλαιοντολογικά κατάλοιπα για τα οποία υπάρχουν ενδείξεις ότι συνδέονται με την ανθρώπινη ύπαρξη. Ως νεότερα μνημεία νοούνται τα πολιτιστικά αγαθά που είναι μεταγενέστερα του 1830 και των οποίων η προστασία επιβάλλεται λόγω της ιστορικής, καλλιτεχνικής ή επιστημονικής σημασίας τους, πράγμα που σημαίνει ότι πρόκειται για επίλεκτα στοιχεία σε αντιδιαστολή με τα αρχαία τα οποία θεωρούνται ως μνημεία στη βάση ενός καθαρά αντικειμενικού, χρονικού κριτηρίου. Έτσι, με απόφαση του Υφυπουργού Πολιτισμού χαρακτηρίστηκε στα 2005 ως μνημείο ένα κτίριο ιδιοκτησίας ιδιωτών, που βρίσκεται στην Πλατεία Δημοκρατίας, στο Αγρίνιο, γνωστό ως «Ξενοδοχείο ΠΑΛΛΑΣ», διότι είναι από τα λίγα αξιόλογα κτίρια τα οποία απομένουν στην περιοχή και συνδέεται με τις ιστορικές και πολιτιστικές μνήμες των κατοίκων της πόλης του Αγρινίου 12. Β. Ακίνητα και κινητά μνημεία Τα ακίνητα μνημεία συνίστανται σε: α) αυτά που υπήρξαν συνδεδεμένα με το έδαφος και παραμένουν σε αυτό ή στο βυθό της θάλασσας ή στον πυθμένα λιμνών ή ποταμών και β) σε αυτά που βρίσκονται στο έδαφος ή στο βυθό της θάλασσας ή στον πυθμένα λιμνών ή ποταμών και δεν είναι δυνατό να μετακινηθούν χωρίς βλάβη της αξίας τους ως μαρτυριών. Για τη δυνατότητα της μετακίνησης και την ιδιότητά τους ως ακινήτων αποφαίνεται ο Υπουργός Πολιτισμού, ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου, δηλαδή του κατά περίπτωση αρμόδιου συλλογικού οργάνου. Διευκρινίζεται ότι ως Συμβούλιο σε 12 Αριθ. ΥΠΠΟ/ΔΝΣΑΚ/94809/2470/19.12.2005 (ΦΕΚ Β 1883/30.12.2005). 13

αυτό το νόμο νοείται το κατά περίπτωση αρμόδιο γνωμοδοτικό συλλογικό όργανο 13, το οποίο εκδίδει απλή και όχι σύμφωνη γνώμη σε όλες τις απαιτούμενες περιπτώσεις του ίδιου νόμου. Στην κατηγορία β αναμφίβολα ανήκουν τα τμήματα διαμελισμένων μνημείων που, ενώ κάποτε υπήρξαν αμέσως ή εμμέσως συνδεδεμένα με το έδαφος, σήμερα είναι πεσμένα σ αυτό και δεν μπορούν να μετακινηθούν χωρίς βλάβη της αξίας τους ως μαρτυριών, π.χ. μία επιγραφή αποσπασμένη από τη βάση που τη συνέδεε με το έδαφος και πεσμένη στο έδαφος, η οποία σηματοδοτεί την ύπαρξη αρχαίας αγοράς σε συγκεκριμένη περιοχή. Εξάλλου, η γραμματική διατύπωση του νόμου δεν αποκλείει την ένταξη στην παρούσα ομάδα και το συνακόλουθο χαρακτηρισμό ως ακινήτου και ενός μνημείου που, ενώ δεν υπήρξε ποτέ συνδεδεμένο με το έδαφος, βρίσκεται στο έδαφος ή στο βυθό της θάλασσας ή στον πυθμένα λίμνης ή ποταμού και δεν μπορεί να μετακινηθεί χωρίς βλάβη της αξίας του ως μαρτυρίας, λ.χ. ενός ναυαγίου 14. Πέρα από τις δύο αυτές κατηγορίες, στα ακίνητα συμπεριλαμβάνονται οι εγκαταστάσεις, οι κατασκευές και τα διακοσμητικά και λοιπά στοιχεία που αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα τους, καθώς και το άμεσο περιβάλλον τους, με την έννοια του εδαφικού τμήματος που τα περιβάλλει. Είναι αξιοσημείωτο ότι η θεώρηση ενός μνημείου ως ακινήτου διαφοροποιείται σημαντικά από την έννοια του ακινήτου πράγματος, όπως αυτό ορίζεται στον ΑΚ, κατά τον οποίο ακίνητα πράγματα είναι το έδαφος και τα συστατικά του μέρη. Ως συστατικά θεωρούνται τα πράγματα που έχουν συνδεθεί σταθερά με το έδαφος, ιδίως οικοδομήματα. Άρα, η πρώτη κατηγορία ακινήτων μνημείων είναι αυτή που ταυτίζεται με την έννοια των ακινήτων πραγμάτων. Τα μνημεία που δεν είναι ακίνητα, κατά την προαναφερθείσα έννοια, θεωρούνται κινητά, πράγμα που σημαίνει ότι πολλά κινητά κατά την έννοια του ΑΚ πράγματα δεν θεωρούνται κινητά αλλά ακίνητα μνημεία. Ως αρχαιολογικοί χώροι νοούνται εκτάσεις στην ξηρά ή στη θάλασσα ή στις λίμνες και στους ποταμούς, οι οποίες περιέχουν ή στις οποίες υπάρχουν ενδείξεις ότι περιέχονται αρχαία μνημεία ή αποτέλεσαν ή υπάρχουν ενδείξεις ότι αποτέλεσαν από τους αρχαιότατους χρόνους έως και το 1830 μνημειακά, οικιστικά ή ταφικά σύνολα. 13 Κατά τους ορισμούς των διατάξεων των άρ. 49-51. 14 Γ. Καρύμπαλη -Τσίπτσιου, Τα μνημεία & η κατοχή τους (Κατά το Ν. 3028/2002 Για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς ), Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα Θεσσαλονίκη 2004, σσ. 31-32. 14

Μάλιστα, αυτοί περιλαμβάνουν και το απαραίτητο ελεύθερο περιβάλλον που επιτρέπει στα σωζόμενα μνημεία να συντίθενται σε ιστορική, αισθητική και λειτουργική ενότητα. Ως ιστορικοί τόποι νοούνται είτε εκτάσεις στην ξηρά ή στη θάλασσα ή στις λίμνες ή στους ποταμούς που αποτέλεσαν ή που υπάρχουν ενδείξεις ότι αποτέλεσαν το χώρο εξαίρετων ιστορικών ή μυθικών γεγονότων, ή εκτάσεις που περιέχουν ή στις οποίες υπάρχουν ενδείξεις ότι περιέχονται μνημεία μεταγενέστερα του 1830, είτε σύνθετα έργα του ανθρώπου και της φύσης μεταγενέστερα του 1830, τα οποία συνιστούν χαρακτηριστικούς και ομοιογενείς χώρους, που είναι δυνατό να οριοθετηθούν τοπογραφικά, και των οποίων επιβάλλεται η προστασία λόγω της λαογραφικής, εθνολογικής, κοινωνικής, τεχνικής, αρχιτεκτονικής, βιομηχανικής ή γενικά ιστορικής, καλλιτεχνικής ή επιστημονικής σημασίας τους. Εξάλλου, η πολιτιστική κληρονομιά περιλαμβάνει όχι μόνο τα ενσώματα αγαθά αλλά και τα άυλα πολιτιστικά αγαθά, πράγμα που αποτελεί μία σημαντική καινοτομία αυτού του νόμου. Ως τέτοια νοούνται εκφράσεις, δραστηριότητες, γνώσεις και πληροφορίες, όπως μύθοι, έθιμα, προφορικές παραδόσεις, χοροί, δρώμενα, μουσική, τραγούδια, δεξιότητες ή τεχνικές που αποτελούν μαρτυρίες του παραδοσιακού, λαϊκού και λόγιου πολιτισμού. Τέλος, ως Υπηρεσία νοείται η αρμόδια Κεντρική ή Περιφερειακή Υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού. 1.2.3 Περιεχόμενο της προστασίας Κατά το άρ. 3 του νόμου, η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς της Χώρας συνίσταται κυρίως: α) στον εντοπισμό, την έρευνα, την καταγραφή, την τεκμηρίωση και τη μελέτη των στοιχείων της, β) στη διατήρηση και στην αποτροπή της καταστροφής, της αλλοίωσης και γενικά κάθε άμεσης ή έμμεσης βλάβης της, 15

γ) στην αποτροπή της παράνομης ανασκαφής, της κλοπής και της παράνομης εξαγωγής, δ) στη συντήρηση και την κατά περίπτωση αναγκαία αποκατάστασή της, ε) στη διευκόλυνση της πρόσβασης και της επικοινωνίας του κοινού με αυτή, στ) στην ανάδειξη και την ένταξή της στη σύγχρονη κοινωνική ζωή και ζ) στην παιδεία, την αισθητική αγωγή και την ευαισθητοποίηση των πολιτών για την πολιτιστική κληρονομιά. Πρόκειται για μία περιπτωσιολογική προσέγγιση ενώ ο προηγούμενος αρχαιολογικός νόμος αρκούνταν στις γενικές απαγορεύσεις, κυρίως του άρ. 50, κατά το οποίο απαγορευόταν χωρίς άδεια της αρχαιολογικής υπηρεσίας η επιχείρηση έργου δυναμένου να βλάψει τούτο αμέσως ή εμμέσως, καθώς και η οποιαδήποτε εργασία σε κτίρια και λείψανα, ή σε ερείπια αρχαίων και αν ακόμη δεν επέφερε ζημία. Η διάταξη αυτή, όπως ερμηνεύτηκε, εφαρμόστηκε όχι μόνο σε περιπτώσεις άμεσης ή έμμεσης υλικής βλάβης του αρχαίου αλλά και για την αποφυγή της προσβολής του, από την ηχορύπανση του περιβάλλοντός του, ή και από άλλες ενέργειες, που προδίδουν καταφανή περιφρόνηση και έλλειψη του οφειλόμενου προς αυτό σεβασμού. Έτσι, το Αρχαιολογικό Συμβούλιο γνωμοδότησε αρνητικά στη λειτουργία καταστήματος, εντός αρχαιολογικού χώρου, με έντονη μουσική, διαχεόμενη στο περιβάλλον με εξωτερικά μεγάφωνα. Ομοίως υπήρξε αντίδραση στη διαφήμιση εταιρείας που είχε αντικαταστήσει τις φιάλες του αναψυκτικού της με τους κίονες του Παρθενώνα, καθώς και στην εμφάνιση μίας ηθοποιού πάνω στα λιοντάρια της Δήλου. Πάντως, η απαγορευτική διοικητική πρακτική είναι ευεπίφορη να εγείρει ζητήματα αντισυνταγματικότητας, από την άποψη θεμελιωδών δικαιωμάτων όπως η ελευθερία της έκφρασης, της τέχνης, της επιστήμης και της οικονομικής ελευθερίας. Εξάλλου, δεν αντιτίθεται στο ιδιοκτησιακό καθεστώς των χριστιανικών λατρευτικών μνημείων, τα οποία ανήκουν στην Εκκλησία, η παρέμβαση του Υπουργείου Πολιτισμού ως προς τη λατρευτική χρήση των μνημείων διότι η προστασία των μνημείων συνιστά υποχρέωση του κράτους. Επομένως, δεν είναι παράνομος ο περιορισμός της λατρείας σε μνημεία όπως στη Μονή Δαφνίου και στον Όσιο Λουκά. Η προστασία των μνημείων, αρχαιολογικών χώρων και ιστορικών τόπων περιλαμβάνεται στους στόχους οποιουδήποτε επιπέδου χωροταξικού, αναπτυξιακού, 16

περιβαλλοντικού και πολεοδομικού σχεδιασμού ή σχεδίων ισοδύναμου αποτελέσματος ή υποκατάστατών τους. Αυτή η ρύθμιση αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα που εμφανίζεται κυρίως στη διοικητική πρακτική, το οποίο συνίσταται στην έλλειψη πρόνοιας για την πολιτιστική κληρονομιά από την πλευρά των δημοσίων υπηρεσιών. Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι ο πολιτιστικός νόμος περιέχει χωρικές ρυθμίσεις που αφορούν την πολιτιστική κληρονομιά και ειδικότερα προβλέπει την προσωρινή οριοθέτηση των αρχαιολογικών χώρων και ιστορικών τόπων, που εμπίπτουν στην περιοχή των υπό εκπόνηση Γενικών Πολεοδομικών Σχεδίων και των Σχεδίων Χωρικής και Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτών Πόλεων, προκειμένου να αποτραπούν καταστρεπτικές επεμβάσεις οφειλόμενες σε αδυναμία ταχείας προώθησης της οριστικής οριοθέτησης αλλά και να μην εμποδίζεται η πρόοδος του πολεοδομικού σχεδιασμού λόγω της μεγάλης διάρκειας των αρχαιολογικών ερευνών πεδίου. 1.2.4 Εθνικό Αρχείο Μνημείων Κατά το άρ. 4 του πολιτιστικού νόμου, τα μνημεία καταγράφονται, τεκμηριώνονται και καταχωρούνται στο Εθνικό Αρχείο Μουσείων, που τηρείται στο Υπουργείο Πολιτισμού και επομένως οδηγεί στην υπό στοιχείο α του άρ. 3 προστασία της μνημειακής πολιτιστικής κληρονομιάς. Παρέχεται εξουσιοδότηση για την έκδοση προεδρικού διατάγματος, εκδιδόμενου με πρόταση του Υπουργού Πολιτισμού, με το οποίο ρυθμίζεται η οργάνωση και η λειτουργία του Εθνικού Αρχείου Μνημείων και προσδιορίζονται ο τρόπος καταγραφής των μνημείων, ο τρόπος προστασίας των δεδομένων, οι προϋποθέσεις άσκησης του δικαιώματος πρόσβασης σε αυτά για ερευνητικούς και άλλους λόγους και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια. Αυτή η κανονιστική διοικητική πράξη δεν έχει ακόμη εκδοθεί, πράγμα που αποτελεί ένα ευρύτερο φαινόμενο που στιγματίζει την εφαρμογή του πολιτιστικού νόμου. Σημαντική είναι η ρύθμιση κατά την οποία στο Αρχείο αυτό καταχωρίζεται, το αργότερο ανά τριετία, το πόρισμα επιθεώρησης για την κατάσταση κάθε ακινήτου μνημείου που διενεργείται από την αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου. Χάρη σε αυτήν την τακτική επιθεώρηση οι τυχόν βλάβες των μνημείων διαπιστώνονται κατά κανόνα 17

εγκαίρως και η Υπηρεσία υποχρεούται να ενεργήσει για την έγκαιρη αποκατάστασή τους. 1.2.5 Προστασία άυλων πολιτιστικών αγαθών Κατά το άρ. 5, το Υπουργείο Πολιτισμού μεριμνά για την αποτύπωση σε γραπτή μορφή, καθώς και σε υλικούς φορείς ήχου, εικόνας ή ήχου και εικόνας, την καταγραφή και την τεκμηρίωση άυλων πολιτιστικών αγαθών του παραδοσιακού, λαϊκού και λόγιου πολιτισμού που παρουσιάζουν ιδιαίτερη σημασία. Πρόκειται για μία καινοτόμο ρύθμιση, η οποία έχει μεγάλη πρακτική σημασία δεδομένου ότι η πολιτιστική παράδοση φθίνει και επομένως χρειάζεται να διασωθεί. Δεν έχει εκδοθεί ακόμη το προβλεπόμενο προεδρικό διάταγμα, κατόπιν προτάσεως του Υπουργού Πολιτισμού, για τον καθορισμό του τρόπου καταγραφής και αποτύπωσης των άυλων πολιτιστικών αγαθών, των αρμόδιων για την υλοποίηση των παραπάνω ενεργειών υπηρεσιών ή και φορέων και για τη ρύθμιση κάθε αναγκαίας λεπτομέρειας. 18

Ενδεικτική απάντηση άσκησης αυτοαξιολόγησης 1. Ναι, διότι μπορεί να εκταμιεύσει από τον κρατικό προϋπολογισμό το απαιτούμενο χρηματικό ποσό για νόμιμη αιτία, η οποία συνίσταται στην προστασία των πολιτιστικών αγαθών που συνδέονται ιστορικά με την Ελλάδα, οπουδήποτε και αν βρίσκονται. Εκφώνηση καταλόγου ελέγχου 1 1. Ένας σκελετός ζώου που βρίσκεται σε ανασκαφή υπάγεται στις προστατευτικές διατάξεις του πολιτιστικού Ν. 3028/2002; Ενδεικτική απάντηση καταλόγου ελέγχου 1 1. Κατά το άρ. 2 του Ν. 3028/2002 τα πολιτιστικά αγαθά νοούνται ως οι μαρτυρίες της ύπαρξης και της ατομικής και συλλογικής δραστηριότητας του ανθρώπου. Επομένως ένας σκελετός που δεν ανήκει σε άνθρωπο, εφόσον είναι μεμονωμένος και άσχετος προς τον άνθρωπο και το περιβάλλον του δεν υπάγεται στις προστατευτικές διατάξεις του νόμου αυτού. Αν όμως πρόκειται για κατοικίδιο, υποζύγιο ή κατάλοιπο κυνηγίου ή τροφής, πράγματα που συναρτώνται αμέσως με τον άνθρωπο και τον τρόπο της ζωής του, το αντικείμενο αυτό υπάγεται στις προστατευτικές διατάξεις του νόμου. 19

ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: Μουσεία 2.1 Μουσεία Ο αρχαιοελληνικός όρος «μουσείον» σήμαινε το τέμενος που ήταν αφιερωμένο στις Μούσες, κόρες του Δία και της Μνημοσύνης, και στις τέχνες που αντιπροσώπευαν. Τα πρώτα «μουσεία», τα οποία ιδρύθηκαν σχεδόν παράλληλα με το νεοελληνικό κράτος, αποτελούσαν κατ ουσίαν αποθήκες με τα σημερινά κριτήρια δεδομένου ότι θεωρούνταν προεχόντως, αν και όχι αποκλειστικά, ως χώροι συγκέντρωσης και φύλαξης των αρχαιοτήτων. Η ελληνική νομοθεσία τείνει να αντιμετωπίσει το μουσείο από αρχαιολογική αποθήκη σε σύνθετο πολιτιστικό κέντρο. 2.1.1 Η έννοια του μουσείου Μόνο στον ισχύοντα πολιτιστικό νόμο προβλέπεται ένας γενικός και σύγχρονος ορισμός των μουσείων, κρατικών ή μη, και αυτό γίνεται σε συνάρτηση με τη θέσπιση ενός συστήματος πιστοποίησής τους. Ειδικότερα, το άρθρο 45 ορίζει την έννοια του μουσείου με βάση τον ορισμό του Καταστατικού του Διεθνούς Συμβουλίου Μουσείων 15, διεθνούς μη κυβερνητικού οργανισμού με ρόλο συμβουλευτικό προς την UNESCO στον οποίο έγινε η Ελλάδα μέλος στα 1983. Συγκεκριμένα, ως μουσείο νοείται η υπηρεσία ή ο οργανισμός μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, με ή χωρίς ίδια νομική προσωπικότητα, που αποκτά, δέχεται, φυλάσσει, συντηρεί, καταγράφει, τεκμηριώνει, ερευνά, ερμηνεύει και κυρίως εκθέτει και προβάλλει στο κοινό συλλογές αρχαιολογικών, καλλιτεχνικών, εθνολογικών ή άλλων υλικών μαρτυριών του ανθρώπου και του περιβάλλοντός του, με σκοπό τη μελέτη, την εκπαίδευση και την ψυχαγωγία. 15 «ICOM». 20

Πέρα από τα μουσεία σε στενή έννοια, ως μουσεία μπορούν να θεωρηθούν επίσης υπηρεσίες ή οργανισμοί που έχουν παρεμφερείς σκοπούς και λειτουργίες, όπως αυτά του ανοικτού χώρου. Ως τέτοια μουσεία, χωρίς αυτοτελή νομική προσωπικότητα, είναι δυνατό να εκληφθούν και οι χώροι των σταθμών του «Μετρό», στους οποίους εκτίθενται τα κατά την κατασκευή κάθε σταθμού ευρεθέντα αρχαία 16. 2.1.2 Διαδικασία ίδρυσης κρατικού μουσείου ή αναγνώρισης άλλου Για την ίδρυση και λειτουργία μουσείου από το Δημόσιο εκδίδεται απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου, εφόσον διασφαλίζονται οι λειτουργίες και οι σκοποί που περιλαμβάνονται στον προαναφερθέντα ορισμό, στο πλαίσιο της γενικότερης πολιτικής μουσείων. Προς τούτο απαιτείται, μεταξύ άλλων, η ύπαρξη μίας ή περισσότερων συλλογών και η επάρκεια και καταλληλότητα των εγκαταστάσεων, του απασχολούμενου προσωπικού και των άλλων μέσων για την επίτευξη των στόχων του μουσείου. Εξάλλου, με απόφαση του ίδιου οργάνου ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου είναι δυνατή η αναγνώριση μουσείου που ιδρύεται από ή ανήκει σε άλλο νομικό πρόσωπο, μετά από αίτηση αυτού, εφόσον διασφαλίζονται οι λειτουργίες και οι σκοποί του ορισμού του μουσείου. Προς τούτο συνεκτιμώνται, μεταξύ άλλων, το ενδιαφέρον των συλλογών, η επάρκεια και η καταλληλότητα των εγκαταστάσεων, του απασχολούμενου προσωπικού και των άλλων μέσων και τρόπων επίτευξης των στόχων του μουσείου. Με κανονιστικού περιεχομένου απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού η οποία εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου, προσδιορίζονται περαιτέρω οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν τα μουσεία προκειμένου να εκδοθεί η απόφαση για την ίδρυση και λειτουργία κρατικού μουσείου ή η απόφαση αναγνώρισης μουσείου. Οι προϋποθέσεις αυτές μπορούν να εξειδικεύονται, κατά κατηγορίες μουσείων, οι οποίες καθορίζονται με κριτήρια όπως το περιεχόμενο των συλλογών, η γεωγραφική 16 Δ. Παπαπετρόπουλος, Νόμος 3028/2002 για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς. Κείμενο Σχόλια Ερμηνεία, Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα Θεσσαλονίκη 2006, σσ. 190-191. 21

περιοχή που καλύπτουν ή οι φορείς στους οποίους ανήκουν. Με την ίδια απόφαση ορίζεται η διαδικασία για την ίδρυση ή αναγνώριση, οι μελέτες και τα πιστοποιητικά που πρέπει να κατατεθούν, η δημοσιότητα που δίνεται στην αναγνώριση και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Επισημαίνεται ότι τα μουσεία διακρίνονται σε κρατικά και μη, με την πρώτη κατηγορία να υποδιαιρείται σε αυτά που είναι εντεταγμένα στις κατά τόπους αρχαιολογικές εφορείες και σε αυτά που αποτελούν ειδικές περιφερειακές υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού, όπως το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο και το Νομισματικό. Τα μη κρατικά Μουσεία διακρίνονται σε εκκλησιαστικά που διέπονται από το άρ. 45 του Ν. 540/1977, του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδας, και σε μουσεία που λειτουργούν ως Ν.Π.Ι.Δ., όπως είναι το Μουσείο Μπενάκη, το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, το Πολεμικό Μουσείο, το Μουσείο της πόλεως των Αθηνών, το ευρωπαϊκό Μουσείο Ελλάδος, το Μουσείο Σιδηροδρόμου, το Φιλοτελικό Μουσείο, το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του απολιθωμένου δάσους Λέσβου, και ένα πλήθος λαογραφικών μουσείων. Στα μη κρατικά μουσεία συγκαταλέγονται και τα μουσεία που έχουν ιδρυθεί με νόμο, όπως είναι το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης. Τα μουσεία που έχουν ιδρυθεί με νόμο και λειτουργούν, κατά την έναρξη ισχύος του πολιτιστικού νόμου, λογίζονται ως αναγνωρισμένα αλλά οφείλουν να προσαρμοστούν στις ρυθμίσεις του άρ. 45 και των κανονιστικών πράξεων που προβλέπονται σε αυτό, μέσα σε προθεσμία που καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού. 2.1.3 Λειτουργία των μουσείων Τα μουσεία οφείλουν να είναι ανοικτά στο κοινό σε προκαθορισμένες ημέρες και ώρες. Οφείλουν επίσης να διευκολύνουν την πρόσβαση στις συλλογές τους για λόγους μελέτης και έρευνας. Ασκείται η κριτική ότι τα ελληνικά μουσεία είναι ανοικτά σε όλους απλώς τυπικά, όπως άλλωστε ήταν ανέκαθεν, χωρίς να δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την ουσιαστική απόλαυση του δικαιώματος πρόσβασης σε αυτά, 22

δικαιώματος με ταυτόχρονα αμυντικές, θετικές και συμμετοχικές διαστάσεις, που κατοχυρώνεται με ένα πλέγμα κανόνων του Συντάγματος και του διεθνούς δικαίου 17. Τα μουσεία διέπονται από εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας, ο οποίος καταρτίζεται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού μετά από γνώμη του Συμβουλίου για αυτά που ανήκουν στο Δημόσιο, και κοινοποιείται στην Υπηρεσία. Αυτό κρίνεται απαραίτητο, διότι τον κανονισμό των μη δημοσίων μουσείων δεν τον εισηγείται η Υπηρεσία, πράγμα που γίνεται προκειμένου για τα δημόσια, αλλά το Διοικητικό Συμβούλιο του ιδιωτικού Μουσείου, οπότε η κοινοποίηση είναι απολύτως αναγκαία, για την ενημέρωση της Υπηρεσίας. Τα αντικείμενα που φυλάσσονται στα μουσεία πρέπει να καταχωρίζονται στο Εθνικό Αρχείο Μνημείων με ευθύνη της Διοίκησης των μουσείων. Τα αναγνωρισμένα μουσεία οφείλουν κάθε έτος να ενημερώνουν την Υπηρεσία για κάθε μεταβολή της κατάστασης των αντικειμένων των συλλογών τους, την τυχόν απώλειά τους και για τον εμπλουτισμό των συλλογών τους με νέα αντικείμενα. Αν κάποιο αντικείμενο διατρέχει άμεσο κίνδυνο φθοράς, απώλειας ή καταστροφής, εφαρμόζεται αναλόγως η διάταξη 18 η οποία αφορά τον κάτοχο κινητού αρχαίου και τον κύριο αρχαίου ή άλλου κινητού μνημείου. Συγκεκριμένα, η Υπηρεσία μπορεί να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα και να καταλογίσει τις σχετικές δαπάνες στο μουσείο ή να αποφασίσει τη μεταφορά του προς φύλαξη σε δημόσιο μουσείο ή άλλο κατάλληλο χώρο, μέχρι να εκλείψει οριστικά ο κίνδυνος. Σε περίπτωση κλοπής ή και παράνομης εξαγωγής εφαρμόζονται οι διατάξεις 19 που αφορούν τον κάτοχο κινητού αρχαίου. Η βασική ρύθμιση είναι δηλαδή ότι το μουσείο προστατεύεται έναντι τρίτων ως νομέας και απολαμβάνει την αυτοδύναμη προστασία της νομής ενώ δικαιούται να ασκήσει παράλληλα με το Δημόσιο τις αγωγές αποβολής και διαταράξεως της νομής ενώ αν το αρχαίο έχει εξαχθεί παράνομα, η διεκδίκηση γίνεται από το Δημόσιο και το αρχαίο ύστερα από την επιστροφή του αποδίδεται στον κάτοχο εκτός αν η εξαγωγή του οφείλεται σε δόλο ή αμέλειά του. 17 Δ. Βουδούρη, Κράτος και μουσεία. Το θεσμικό πλαίσιο των αρχαιολογικών μουσείων, Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα Θεσσαλονίκη 2003, σ. 480. 18 Του άρ. 24 ή 33. 19 Του άρ. 30. 23

Για τον εμπλουτισμό των μουσείων που δεν ανήκουν στο Δημόσιο με μνημεία εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 5 του άρ. 31 για τους συλλέκτες μνημείων, με απώτερο στόχο την αποτροπή της απόκτησης πολιτιστικών αγαθών που προέρχονται από παράνομες ανασκαφές και διακινήσεις. Επομένως, τα μη κρατικά μουσεία έχουν δικαίωμα να εμπλουτίζουν τις συλλογές τους με μνημεία που εισάγονται από το εξωτερικό ή αποκτώνται στην Ελλάδα κατά τις διατάξεις του ίδιου νόμου. Για τα μνημεία αυτά απαιτείται να υποβάλλουν δήλωση 20 στις αρχές, κατά περίπτωση. Τα μουσεία αυτά απαγορεύεται να αποκτούν ή να δέχονται ως δάνειο ή παρακαταθήκη, πολιτιστικά αγαθά για τα οποία υπάρχουν ενδείξεις ότι προέρχονται από κλοπή, παράνομη ανασκαφή ή από άλλη παράνομη ενέργεια ή ότι έχουν αποκτηθεί ή εξαχθεί κατά παράβαση της νομοθεσίας του κράτους προέλευσής τους και οφείλουν να ενημερώνουν χωρίς υπαίτια καθυστέρηση την Υπηρεσία για κάθε τέτοια προσφορά. Η απαγόρευση απόκτησης ή αποδοχής πολιτιστικών αγαθών για τα οποία υπάρχουν ενδείξεις ότι έχουν αποκτηθεί ή εξαχθεί κατά παράβαση της νομοθεσίας του κράτους προέλευσής τους, ισχύει και για τα μουσεία που ανήκουν στο Δημόσιο. Σημαντική είναι η ρύθμιση ότι τα αντικείμενα των συλλογών των μουσείων είναι ακατάσχετα. Η μεταβίβαση της κυριότητας των αντικειμένων των συλλογών των μουσείων που ανήκουν στο Δημόσιο δεν επιτρέπεται, εκτός αν γίνεται ανταλλαγή πολιτιστικών αγαθών που δεν είναι μνημεία, εφόσον δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία για την πολιτιστική κληρονομιά της Χώρας, δεν χρειάζονται για τη συμπλήρωση συλλογών άλλων μουσείων της Χώρας και δεν πλήττεται η ενότητα σημαντικών συλλογών, με ίσης σημασίας πολιτιστικά αγαθά που ανήκουν σε άλλα κράτη ή σε αλλοδαπά νομικά πρόσωπα και έχουν ιδιαίτερη σημασία για τις συλλογές των δημόσιων μουσείων της Χώρας 21. Η μεταβίβαση της κυριότητας αντικειμένων συλλογών αναγνωρισμένων μουσείων που ανήκουν σε Ν.Π.Δ.Δ. ειδικών σκοπών ή σε Ο.Τ.Α. ή σε Ν.Π.Ι.Δ. του ευρύτερου δημόσιου τομέα είναι δυνατή, κατ εξαίρεση, είτε στο Δημόσιο είτε, μετά από έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού ύστερα από 20 Του άρ. 24 ή 33. 21 Σύμφωνα με την παραπομπή της παρ. 11 του άρ. 45 στις διατάξεις της παρ. 2 του άρ. 25. 24

γνώμη του Συμβουλίου, κατά προτίμηση σε άλλα τέτοια νομικά πρόσωπα προκειμένου να κατατεθούν σε συλλογή μνημείου. Κατ εξαίρεση, μπορεί να επιτραπεί η μεταβίβαση της κυριότητας αντικειμένων των συλλογών άλλων αναγνωρισμένων μουσείων, είτε στο Δημόσιο είτε, μετά από έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού χορηγούμενη ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου, κατά προτίμηση σε άλλα νομικά πρόσωπα προκειμένου να κατατεθούν σε συλλογή μουσείου. Η ανταλλαγή αντικειμένων συλλογών αναγνωρισμένων μουσείων τα οποία δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία για αυτές ή για την πολιτιστική κληρονομιά της χώρας με αντικείμενα συλλογών μουσείων της αλλοδαπής που έχουν ιδιαίτερη σημασία μπορεί να επιτραπεί, κατ εξαίρεση, με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου. Ο περιορισμός αυτός όμως δεν ισχύει προκειμένου για ανανεώσιμα και αντικαταστατά δείγματα συλλογών της φυσικής ιστορίας. Η μεταβίβαση που πραγματοποιείται κατά παράβαση των προαναφερθεισών ρυθμίσεων 22 είναι άκυρη. Ο δανεισμός και η προσωρινή εξαγωγή αντικειμένων των συλλογών των μουσείων επιτρέπονται υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις των σχετικών διατάξεων του ίδιου νόμου 23. Η λειτουργία των αναγνωρισμένων μουσείων τελεί υπό την εποπτεία του Κράτους, ειδικότερα του Υπουργού Πολιτισμού, ο οποίος μπορεί να ανακαλεί την απόφαση με την οποία αναγνωρίστηκαν, μετά από γνώμη του Συμβουλίου, εάν παύσουν να πληρούνται οι προϋποθέσεις της έκδοσής της ή αν παραβιαστούν άλλες διατάξεις του άρ. 45. 2.1.4 Κίνητρα αναγνωρίσεως και απαλλοτρίωση Τα αναγνωρισμένα μουσεία έχουν ως κίνητρο αναγνωρίσεώς τους τη δυνατότητα να ενισχυθούν οικονομικά από το Υπουργείο που τα εποπτεύει και να απολαύσουν τα προνόμια: α) να προτιμώνται, όπως έχει ήδη επισημανθεί, μετά το Δημόσιο και πριν από τους συλλέκτες μνημείων στην ίδια τιμή, στην περίπτωση πώλησης μνημείων με 22 Της παρ. 11 του άρ. 45. 23 Της παρ. 1 του άρ. 25 και της παρ. 11 του άρ. 34 αντίστοιχα. 25

δημοπρασία ή δημόσιο πλειστηριασμό (δικαίωμα προτίμησης στην ίδια τιμή) 24, β) να αποκτούν κατά τα προαναφερθέντα για τους συλλέκτες μνημείων, από αυτούς αντικείμενα της συλλογής τους 25, έχοντας και σε αυτή την περίπτωση δικαίωμα προτίμησης στην ίδια τιμή έναντι συλλεκτών και εφόσον δεν έχει ασκήσει το όμοιο δικαίωμά του το Δημόσιο και γ) να απολαμβάνουν τα φορολογικά κίνητρα του ίδιου νόμου 26. Τα μνημεία, κατά τις διατάξεις αυτές περί προνομίων, αποκτώνται από αναγνωρισμένα μουσεία που έχουν δική τους νομική προσωπικότητα ή από νομικά πρόσωπα στα οποία ανήκουν αναγνωρισμένα μουσεία, υπό τον όρο ότι κατατίθενται στις συλλογές τους. Τέλος, για τις ανάγκες ανέγερσης, επέκτασης, εγκατάστασης, ανάδειξης και λειτουργίας μουσείου μπορεί να γίνει απαλλοτρίωση ή απευθείας εξαγορά κτιρίων ή εκτάσεων γης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρ. 18 και να ορίζεται ζώνη προστασίας στον περιβάλλοντα χώρο τους 27. Επισημαίνεται ότι ο παλαιός αρχαιολογικός νόμος δεν προέβλεπε δυνατότητα απαλλοτριώσεως, ούτε για ίδρυση ή επέκταση, αλλά προβλέφθηκε αργότερα, με τη διάταξη του άρ. ΙΙ του Ν.Δ. 4177/1961 η δυνατότητα απαλλοτριώσεως, όχι και απευθείας αγοράς, για την εκτέλεση μουσειακών έργων ή για τη βελτίωση του περιβάλλοντος μουσειακών κτισμάτων. Για παράδειγμα, με βάση το άρ. 45 αποφασίστηκε η απευθείας εξαγορά από το Υπουργείο Πολιτισμού ακινήτου για αρχαιολογικούς μουσειακούς σκοπούς, και ειδικότερα για τη στέγαση του υπό ίδρυση Νέου Αρχαιολογικού Μουσείου Λακωνίας 28. Άσκηση αυτοαξιολόγησης 1 Είναι δυνατό ένα ιδιωτικό μουσείο να αποκτήσει αντικείμενα από τη συλλογή ενός αναγνωρισμένου συλλέκτη μνημείων, ο οποίος θέλει να μεταβιβάσει αντικείμενα αυτά σε έναν άλλο συλλέκτη; 24 Κατά την παρ. 6 του άρ. 28. 25 Κατά την παρ. 11 του άρ. 31. 26 Κατά την παρ. 1 του άρ. 47. 27 Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρ. 17. 28 Υ.Α. των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών Πολιτισμού υπ αριθ. 1092331/8294/0010 (ΦΕΚ Β 1769/1.12.2004) «Απευθείας εξαγορά ακινήτου (πρώην εργοστασίου «Χυμοφίξ») για αρχαιολογικούς μουσειακούς σκοπούς στη Σπάρτη, νομού Λακωνίας». 26

2.2 Πρόσβαση και χρήση μνημείων και χώρων Για πρώτη φορά με τον ισχύοντα πολιτιστικό νόμο καθιερώνεται ένα νομοθετικό πλαίσιο για την πρόσβαση του κοινού σε μνημεία και αρχαιολογικούς χώρους και για την ιδιαίτερη χρήση τους. 2.2.1 Κανονιστικές διατάξεις για επισκέψεις και πολιτιστικές εκδηλώσεις Κατά το άρ. 46 του νόμου, με κανονιστικού περιεχομένου απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, η οποία εκδίδεται μετά από γνώμη του Συμβουλίου, καθορίζονται για το σύνολο ή κατηγορία οργανωμένων αρχαιολογικών χώρων, ιστορικών τόπων ή ακινήτων μνημείων ή μεμονωμένα για σημαντικούς χώρους ή μνημεία: α) οι όροι και οι προϋποθέσεις επίσκεψης του κοινού σε αυτούς, β) οι πολιτιστικές ή άλλες εκδηλώσεις που μπορούν να πραγματοποιούνται σε αυτούς, συμβατές με το χαρακτήρα τους ως μνημείων ή προστατευόμενων χώρων. Είναι δυνατή η πραγματοποίηση εκδήλωσης ή η παραχώρηση της χρήσης (λ.χ. θεατρικές ή μουσικές εκδηλώσεις) των παραπάνω, στο πλαίσιο της προαναφερθείσας κανονιστικής απόφασης μετά από άδεια (ατομική διοικητική πράξη) του Υπουργού Πολιτισμού, η οποία εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου και με την οποία μπορούν να επιβάλλονται ειδικοί όροι ως προς τη διεξαγωγή τους. Για τη χρήση των παραπάνω χώρων, τόπων και ακινήτων μνημείων κατά τις εκδηλώσεις αυτές καταβάλλεται τέλος στο Ν.Π.Δ.Δ. «Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων» (Τ.Α.Π.Α.). Με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού είναι δυνατή η απαλλαγή από την υποχρέωση καταβολής του τέλους για εκδηλώσεις που δεν έχουν κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Ως οργανωμένος αρχαιολογικός χώρος ορίζεται αυτός που ανήκει στην κυριότητα του Δημοσίου και αποτελεί αντικείμενο ιδιαίτερης μέριμνας για την ανάδειξη και προβολή του. Διευκρινίζεται ότι τέτοιος μπορεί να είναι και ένας ανασκαφικός χώρος. Για να αποκτήσει αυτήν την ιδιότητα ένας αρχαιολογικός χώρος απαιτείται απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού μετά από γνώμη του αρμόδιου Συμβουλίου (τοπικού ή κεντρικού). 27

Στα 2004 εκδόθηκε η προαναφερθείσα κανονιστική υπουργική απόφαση 29, κατά την οποία μόνο μετά από άδεια του Υπουργού Πολιτισμού είναι δυνατή η επίσκεψη των προαναφερθέντων χώρων πέρα από το ωράριο λειτουργίας τους. Για την είσοδο στους χώρους αυτούς καταβάλλεται από τους επισκέπτες το προβλεπόμενο κατά νόμο εισιτήριο, εκτός από τις ημέρες ελευθέρας εισόδου 30. Οι επισκέπτες καθώς και οι ξεναγοί και συνοδοί αυτών, οφείλουν να ακολουθούν τους κανόνες λειτουργίας των χώρων, να συμπεριφέρονται με κοσμιότητα και με τον οφειλόμενο προς τα μνημεία σεβασμό και να αποφεύγουν εν γένει κάθε πράξη που δύναται να διαταράξει την ησυχία, την ευταξία και να προκαλέσει φθορά. Δεν επιτρέπεται ιδίως η κατανάλωση τροφίμων και ποτών, η χρήση χωρίς νόμιμη άδεια τεχνητών μέσων αναπαραγωγής ήχου και μουσικών οργάνων, η ρύπανση και το κάπνισμα. Οι επισκέπτες οφείλουν να μην αγγίζουν τα εκθέματα, τις βιτρίνες και τα καλλιτεχνικά δημιουργήματα που είναι ενσωματωμένα στο μνημείο, να ακολουθούν τη σήμανση και να μην παραβιάζουν την περισχοίνιση και τους διαδρόμους επίσκεψης και γενικά να περιορίζουν την επίσκεψή τους στα επισκέψιμα τμήματα του χώρου, αποφεύγοντας τα σημεία τα οποία παρουσιάζουν επικινδυνότητα, είτε λόγω της φυσικής διαμόρφωσης του εδάφους, είτε λόγω της ετοιμορροπίας του μνημείου ή της εκτέλεσης έργων. Δεν επιτρέπεται η είσοδος στους χώρους αυτούς ατόμων που βρίσκονται σε μέθη, ή είναι υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών, ή βρίσκονται πρόδηλα σε κατάσταση που μπορεί να οδηγήσει σε βλάβη των μνημείων και των εκθεμάτων, ή να προσβάλει την ευταξία γενικά. Απαγορεύεται επίσης η είσοδος ζώων, με την εξαίρεση των σκύλων που οδηγούν άτομα με αναπηρία. Στους χώρους δεν επιτρέπεται ούτε η είσοδος οχημάτων, εκτός από οχήματα πρώτης ανάγκης και αυτών που εξυπηρετούν τη διεξαγωγή αρχαιολογικών έργων. Οι επισκέπτες καθώς και οι ξεναγοί και οι συνοδοί αυτών οφείλουν να ακολουθούν τις οδηγίες των αρμόδιων υπαλλήλων του Υπουργείου Πολιτισμού. 29 Αριθ. ΥΠΠΟ/ΔΟΕΠΥΙΤΟΠΥΝΣ/25/4746 (ΦΕΚ Β 88/23.1.2004) Πρόσβαση και χρήση μνημείων, αρχαιολογικών χώρων και ιστορικών τόπων. 30 Και με την επιφύλαξη της προβλεπόμενης από την παρ. 2 του άρ. 46 του Ν. 3028/2002 Κ.Υ.Α.. 28