ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ 29 05 2008 Γ Τάξη Ηµερήσιου Γενικού Λυκείου Aπαντήσεις θεµάτων Αρχαίων Ελληνικών Πανελλήνιες Εξετάσεις 2008 Α. Έτσι, λοιπόν, κάθε ειδικός αποφεύγει την υπερβολή και την έλλειψη, επιζητεί το µέσο και αυτό επιλέγει, και το µέσο όχι σε σχέση µε τα πράγµατα αλλά σε σχέση µε εµάς. Αν λοιπόν κάθε τέχνη εκπληρώνει σωστά το έργο της µε αυτό τον τρόπο αποβλέποντας δηλαδή στο µέσο και κατευθύνοντας τα έργα της σ αυτό (γι αυτό συνηθίζουν να λένε στο τέλος για τα τέλεια έργα ότι δεν είναι δυνατόν ούτε να τους αφαιρέσουµε ούτε να τους προσθέσουµε τίποτα, γιατί, καθώς από τη µια µεριά η υπερβολή και η έλλειψη φθείρουν την τελειότητα, ενώ από την άλλη η µεσότητα τη διαφυλάσσει, οι καλοί τεχνίτες, όπως λέµε, εργάζονται αποβλέποντας σ αυτή), και αν η αρετή είναι ακριβέστερη και ανώτερη από κάθε τέχνη, όπως ακριβώς και η φύση, µπορεί να έχει για στόχο της το µέσο. Και εννοώ την ηθική αρετή γιατί αυτή έχει σχέση µε τα συναισθήµατα και τις πράξεις και αυτά είναι εκείνα στα οποία υπάρχει υπερβολή και έλλειψη και µεσότητα. Β1. Στην ενότητα αυτή ο Αριστοτέλης εισάγει µια νέα, θεµελιώδη έννοια της φιλοσοφίας του: την έννοια της µεσότητας. Απαραίτητη προϋπόθεση για να µπορέσουµε να µιλήσουµε για µεσότητα είναι να αναφερόµαστε σε πράγµατα τα οποία έχουν συνοχή και είναι διαιρετά (ἐν παντί δή συνεχεῖ καί διαιρετῷ). Αυτά τα πράγµατα λοιπόν, είναι δυνατόν να µοιραστούν σε δύο µέρη άνισα ένα µεγαλύτερο κι ένα µικρότερο- ή σε δύο ίσα µέρη (ἔστι λαβεῖν τό µέν πλεῖον τό δ' ἔλαττον τό δ' ίσον). Η µεσότητα όµως, η οποία θα επιτευχθεί, αν χωρίσουµε το πράγµα σε δύο ίσα µέρη είναι δυνατόν να προσδιοριστεί µε δύο κριτήρια:
α. σε σχέση µε το ίδιο το πράγµα, δηλαδή µε αντικειµενικά κριτήρια (κατ' αὐτό τό πράγµα) β. σε σχέση µε εµάς, δηλαδή µε υποκειµενικά κριτήρια (πρός ἡµας). Στη συνέχεια ο Αριστοτέλης εξηγεί ότι, όταν µιλάµε για τη µεσότητα σε σχέση µε το ίδιο το πράγµα, εννοούµε το συγκεκριµένο εκείνο σηµείο το οποίο απέχει εξίσου από τα δύο άκρα του πράγµατος. Και το σηµείο αυτό είναι ένα και το ίδιο για όλους τους ανθρώπους (Λέγω δέ του µέν πράγµατος µέσον τό ἴσον ἀπέχον ἀφ' ἑκατέρου τῶν ἄκρων, ὅπερ ἔστιν εν καί τό αὐτό πᾶσιν). Για παράδειγµα, αν το 10 θεωρείται πολύ και το 2 θεωρείται λίγο, τότε το 6 είναι το µέσο ανάµεσα στα δύο άκρα του 10 και του 2, καθώς απέχει κατά 4 και από τα δύο. Το έξι λοιπόν είναι η µεσότητα και είναι µία και ίδια για όλους τους ανθρώπους καθώς εξετάζεται σε σχέση µε το ίδιο το πράγµα. Σε αντίθεση µε τη µεσότητα σε σχέση µε το ίδιο το πράγµα, η οποία προσδιορίζεται µε αντικειµενικά κριτήρια και είναι ίδια για όλους, η µεσότητα σε σχέση µε εµάς, σε σχέση µε τους ανθρώπους είναι υποκειµενική και ποικίλει από άνθρωπο σε άνθρωπο, ανάλογα µε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του (την ηλικία, την ιδιοσυγκρασία κλπ.). Η µεσότητα, λοιπόν, σε σχέση µε τον ίδιο τον άνθρωπο ορίζεται ως το σηµείο αυτό, το οποίο, πάντα µε αναφορά στον άνθρωπο δεν αποτελεί ούτε υπερβολή ούτε έλλειψη (πρός ἡµᾶς δέ ὅ µήτε πλεονάζει µήτε ελλείπει). εν είναι ούτε λιγότερο ούτε περισσότερο από το αναγκαίο. Και το σηµείο βέβαια αυτό διαφοροποιείται από άνθρωπο σε άνθρωπο (τοῦτο δ' οὐχ ἐν οὐδέ ταυτόν πασιν ). Ορίζεται µε υποκειµενικά κριτήρια και είναι σχετικό. Και πάλι ο Αριστοτέλης θα χρησιµοποιήσει το παράδειγµα για να καταστήσει σαφέστερη τη θεωρητική του σκέψη. Αναφέρεται λοιπόν ως παράδειγµα η ποσότητα του φαγητού που πρέπει να λάβει ένας άνθρωπος. Νωρίτερα αναφέραµε ότι η µεσότητα ανάµεσα στο δύο και το δέκα είναι το έξι,
όταν την εξετάζουµε σχετικά µε το ίδιο το πράγµα. Όταν όµως την εξετάζουµε σε σχέση µε τον άνθρωπο, τα πράγµατα διαφοροποιούνται. Έτσι, αν οι δύο µνες φαγητού είναι λίγες για έναν άνθρωπο και οι δέκα πολλές, το µέσον δεν είναι κατ ανάγκη το έξι. Για το Μίλωνα µπορεί και οι έξι µνες να είναι λίγες, ενώ για κάποιον αθλητή που µόλις ξεκινά να γυµνάζεται µπορεί να είναι πολλές. Καταλαβαίνουµε λοιπόν, ότι η ιδανική ή η σωστή ποσότητα φαγητού δεν είναι ίδια για κάθε άνθρωπο αλλά διαφοροποιείται είναι σχετική. Στη συνέχεια, ο Αριστοτέλης προσθέτει τα παραδείγµατα του στίβου και τη πάλης. Ένας αθλητής που προπονείται για πολύ καιρό θα τρέξει µεγαλύτερη απόσταση ή θα ασκηθεί στην πάλη για περισσότερη ώρα από κάποιον που µόλις έχει αρχίσει να προπονείται. Στο σηµείο αυτό, η φιλοσοφία του Αριστοτέλη µας θυµίζει τη διδασκαλία των σοφιστών, οι οποίοι υποστήριζαν ότι δεν υπάρχει µία αντικειµενική αλήθεια, αλλά ότι η αλήθεια είναι διαφορετική για τον κάθε άνθρωπο. Βέβαια, πρέπει να διευκρινίσουµε ότι ο Αριστοτέλης, µολονότι κάνει λόγο για τη σχετικότητα των πραγµάτων, περιορίζει, τη σχετικότητα αυτή εξηγώντας ότι υπάρχει ένα κριτήριο µε βάση το οποίο πρέπει να ορίζεται η µεσότητα και αυτό είναι ο ορθός λόγος. Β2. Ο Αριστοτέλης επεκτείνει το συλλογισµό του σχετικά µε την επιδίωξη της µεσότητας στην αρετή και στη φύση. Λέει λοιπόν ότι, εφόσον η τέχνη επιδιώκει τη µεσότητα και εφόσον η αρετή και η φύση είναι πιο ακριβείς και ανώτερες από τις τέχνες τότε θα επιδιώκουν και αυτές τη µεσότητα. Από τον παραπάνω συλλογισµό προκύπτει µια σύγκριση ανάµεσα στην τέχνη από τη µια και τη φύση και την αρετή από την άλλη. α. τέχνη αρετή Κοινό σηµείο: Τόσο η τέχνη, όσο και η αρετή δηµιουργούν µορφές. ιαφοροποίηση: -Η τέχνη µορφοποιεί την ύλη. - Η αρετή µορφοποιεί την ανθρώπινη προσωπικότητα. Καθώς η ανθρώπινη προσωπικότητα είναι ανώτερη από την ύλη, είναι λογικό ότι και η αρετή είναι ανώτερη από την τέχνη. β. τέχνη φύση Κοινό σηµείο: Τόσο η τέχνη, όσο και η φύση δηµιουργούν µορφές
ιαφοροποίηση: - Η φύση δηµιουργεί τα πρωτότυπα αντικείµενα, ενώ η τέχνη αντιγράφει τα έργα της φύσης. - Τα έργα της φύσης εξελίσσονται διαρκώς. Κάθε φυσική ύπαρξη τείνει προς την τελειότερη µορφή της. Αντίθετα, τα έργα της τέχνης µένουν αµετάβλητα, δεν τείνουν πουθενά. Για τους παραπάνω δύο λόγους η φύση είναι ανώτερη από την τέχνη. Β3. Βλ. σχολικό εγχειρίδιο σελ. 152 153 «Η ψυχή του ανθρώπου...έχει σχέση µε τις διανοητικές µας αρετές (µε τη σοφία λ.χ. ή τη φρόνηση)» Β4. ἀναλογία: λόγος, υπολογιστής ληπτέον: λήψη, αντιληπτικός αἱρεῖται: διαίρεση, εξαίρετος ἄγουσα: οδηγός, ηγέτης προσθεῖναι: θέση, νοµοθέτης Γ. Εγώ λοιπόν κατέθεσα ως κατήγορος, όσο πιο άριστα µπορούσα και ξέρω καλά, ότι από τη µια πλευρά άλλοι απ τους ακροατές απορούν, πως τέλος πάντων µπόρεσα µε τέτοια ακρίβεια ν ανακαλύψω τα σφάλµατά τους, αυτός όµως µε κοροϊδεύει επειδή δεν έχω αναφέρει ούτε το ελάχιστο από τις υπάρχουσες παρανοµίες τους. Εσείς λοιπόν αφού συνυπολογίσετε και όσα έχουν ειπωθεί και όσα έχουν παραληφθεί, καταδικάστε τον µε την πιο βαριά ποινή, αφού λάβετε υπόψη ότι είναι ένοχος εξαιτίας της έγγραφης καταγγελίας και (ότι είναι) µεγάλη ευτυχία για την πόλη να απαλλαγεί από τέτοιου είδους πολίτες. ιάβασε σ αυτούς, τους νόµους και τους όρκους και την έγγραφη καταγγελία.
Γ1.α. καταγελ καταγελῷεν ε ρηκα εἴπετε ξευρε ν ἐξευρίσκειν καταψηφίσασθε καταψηφιοῦνται παραλελειµµένα παραλέλειπται Γ1.β. τούτων ταύταις µαρτήµατα ἁµαρτήµασι µᾶλλον µάλα µεγάλη µεγίστας πόλει πόλι Γ2.α. τῶν ἀκροωµένων επιθετική µετοχή ως γενική διαιρετική στο «ἄλλοι» ἐξευρεῖν τελικό απαρέµφατο, αντικείµενο στο ρήµα «ἐδυνήθην» τούτων γενική υποκειµενική στο «ἁµαρτήµατα» αὐτοῦ αντικείµενο στο ρήµα «καταψηφίσασθε» ἐνθυµηθέντες επιρρηµατική, χρονική µετοχή, συνηµµένη στο υποκείµενο του ρήµατος «ὑµεῖς» τοιούτων επιθετικός προσδιορισµός στο «πολιτών»
Γ2.β. ἐδυνήθην «ὅπως ποθ ἐδυνήθην ἁµαρτήµατα» ευτερεύουσα ονοµατική, πλάγια ερωτηµατική πρόταση, µονοµερής, µερικής άγνοιας. Εισάγεται µε το αναφορικό επίρρηµα «ὅπως». Εκφέρεται µε οριστική γιατί δηλώνει το πραγµατικό. Λειτουργεί ως αντικείµενο στο ρήµα «θαυµάζουσιν». εἴρηκα: «ὅτι οὐδὲ εἴρηκα κακῶν». ευτερεύουσα επιρρηµατική, αιτιολογική πρόταση. Εισάγεται µε το «ὅτι» γιατί δηλώνει πραγµατική αιτιολογία. Εκφέρεται µε οριστική και δηλώνει αίτιο πραγµατικό. Λειτουργεί ως επιρρηµατικός προσδιορισµός της αιτίας». Επιµέλεια θεµάτων: Κατερίνα Κεφαλωνίτου (διδαγµένο) Ελισάβετ Μυαλά (αδίδακτo)