Διεθνής Σύμβαση για την Ασφάλεια της Ανθρώπινης Ζωής στη Θάλασσα (SOLAS) Σύμβαση περί παραβάσεων και άλλων τινών πράξεων τελουμένων επί αεροσκαφών

Σχετικά έγγραφα
ΝΟΜΟΣ: 2148/1993 ΦΕΚ: Α 96/

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Η Γενική Συνδιάσκεψη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας,

Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την άσκηση των Δικαιωμάτων των Παιδιών

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4136, 25/7/2007 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΛΙΜΑΝΙΩΝ ΚΑΙ ΓΙΑ ΣΥΝΑΦΗ ΘΕΜΑΤΑ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. της. πρότασης απόφασης του Συμβουλίου

ΔΙΟΡΘΩΣΗ Ανφορικά με τον περί της Διεθνούς Συμβάσεως Eurocontrol και της Πολυμερούς Συμφωνίας της Σχετικής με τα Τέλη Διαδρομής (Κυρωτικό)

ΝΟΜΟΣ 4431/2016. Άρθρο πρώτο

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 14 Μαρτίου 2017 (OR. en)

Κύρωση διεθνούς σύμβασης εργασίας υπ' αριθμ. 160 «για τις στατιστικές της εργασίας». (ΦΕΚ 252/Α/ )) Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

GSC.TFUK. Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 9 Ιανουαρίου 2019 (OR. en) XT 21105/1/18 REV 1. Διοργανικός φάκελος: 2018/0427 (NLE) BXT 124

ΣΥΜΒΑΣΗ ΑΦΟΡΩΣΑ ΤΗ ΔΙΑΝΟΜΗ ΣΗΜΑΤΩΝ ΦΟΡΕΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΜΕΤΑΔΙΔΟΜΕΝΩΝ ΔΙΑ ΔΟΡΥΦΟΡΟΥ ΣΥΝΑΦΘΕΙΣΑ ΣΤΙΣ ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ ΤΗΝ 21η ΜΑΪΟΥ 1974

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 30 Νοεμβρίου 2004 (OR. en) 14811/04 EUROPOL 54 JAI 459

ΑΝΑΤΥΠΩΣΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ. Προς τη Βουλή των Ελλήνων

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

14o Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών το οποίο τροποποιεί το σύστημα ελέγχου της Σύμβασης

Σύμβαση για την ίση μεταχείριση ημεδαπών και αλλοδαπών στην κοινωνική ασφάλεια, 1962 Νο

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 18 Ιουλίου 2014 (OR. en)

14797/12 IKS/nm DG B4

Ε.Ε. Παρ Ι(Ι), Αρ. 4361,

ανάμειξη των παιδιών σε ένοπλη σύρραξη

155(Ι)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ (ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΟΥ ΛΙΜΕΝΑ) ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2011

ΝΟΜΟΣ 2918/2001 (Φ.Ε.Κ. 119/Α/ ) Ο ΠΡΟΕ ΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ. Άρθρο πρώτο ΙΕΘΝΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 182

(Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ ΠΟΥ ΚΑΤΑΡΤΙΣΤΗΚΑΝ ΣΕ ΣΥΝΔΥΑΣΜΟ ΜΕ ΤΟ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/0106(COD) της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4088, 21/7/2006

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

(2011/431/EE) (8) Για να είναι επιλέξιμες για χρηματοδοτική συμμετοχή, οι

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 20 Νοεμβρίου 2012 (OR. en) 14796/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0078 (NLE) SOC 818 ME 8 COWEB 155

Κύρωση της 149/77 Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας «για την απασχόληση και τους όρους εργασίας και ζωής του νοσηλευτικού προσωπικού» (ΦΕΚ 203/Α/ )

Στην Αθήνα σήμερα την. μεταξύ των κάτωθι συμβαλλόμενων:

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Βρυξέλλες, COM(2015) 424 final ANNEX 1 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. της. Πρότασης για απόφαση του Συμβουλίου

της 22ης Συνόδου της Επιτροπής Προστασίας του Θαλασσίου Περιβάλλοντος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. στην. Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου

5538/11 GA/ag,nm DG C 1 B

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΟΥ ΒΕΛΓΙΟΥ, Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ, Η ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΔΑΝΙΑΣ, Η ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ,

Σύσταση για ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΤΙΤΛΟΣ: ΚΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΤΟΥ ΠΟΔΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΚΤΕΛΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΑ ΦΩΝΟΓΡΑΦΗΜΑΤΑ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Βρυξέλλες, COM(2009)81 τελικό

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

L 320/8 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. στην. Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 26 Φεβρουαρίου 2013 (OR. en) 6206/13 Διοργανικός φάκελος: 2012/0262 (NLE) JUSTCIV 22 ATO 17 OC 78

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για τον καθορισμό της σύνθεσης της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Βρυξέλλες, 7 Μαΐου 2012 (OR. en)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. στην. Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Άρθρο2. 1. Κάθε Μέλος µπορεί, αφού

Επιτροπή Νομικών Θεμάτων ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. προς την Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας. Συντάκτρια γνωμοδότησης (*) : Eva Lichtenberger

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 8 Αυγούστου 2017 (OR. en)

Σ Η Μ Ε Ι Ω Μ Α ( ιά ενηµέρωση της ιεραρχίας ΓΕΕΘΑ)

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 17ης Ιουνίου 2004

για το εναρμονισμένο σύστημα ονοματολογίας και κωδικοποίησης των εμπορευμάτων

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. της. Πρότασης ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Τροποποίηση των Συνθηκών - Πρωτόκολλο σχετικά με τα μελήματα του ιρλανδικού λαού όσον αφορά τη Συνθήκη της Λισσαβώνας

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Τμήμα 2. Αρμοδιότητα, καθήκοντα και εξουσίες. Άρθρο 55. Αρμοδιότητα

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

Ο ΠΡΟΕ ΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ. Άρθρο πρώτο

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3831, 5/4/2004 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΖΩΝΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

P7_TA(2010)0160 Ευρωπαϊκό ταμείο για τους πρόσφυγες για την περίοδο (τροποποίηση της απόφασης αριθ. 573/2007/ΕΚ του Συμβουλίου) ***I

P7_TA-PROV(2011)0032 Μηχανισμός χρηματοδότησης της αναπτυξιακής ***II

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 24 Απριλίου 2012 (OR. en) 8179/12 Διοργανικός φάκελος : 2012/0014 (NLE)

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

(2010/711/ΕΕ) (11) Για να είναι επιλέξιμες για χρηματοδοτική συμμετοχή, οι

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. στην. Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

TREE.2 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 14 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2018/0434 (COD) PE-CONS 17/19 AVIATION 13 PREP-BXT 28 CODEC 212

L 351/40 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

34. ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΤΙΤΛΟΣ Ι. Άρθρο 1

ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ. στην πρόταση για ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

LIMITE EL ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 13 Νοεμβρίου 2012 (21.11) (OR. en) 16127/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0076 (NLE) SOC 922 NT 30

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ Κοινοτικό Γραφείο Φυτικών Ποικιλιών

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 12 Δεκεμβρίου 2012 (OR. en) 18855/2/11 REV 2. Διοργανικός φάκελος: 2011/0094 (CNS) PI 194 OC 106

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. στην. Πρόταση για απόφαση του Συμβουλίου

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. στην. Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου

Transcript:

Διεθνής Σύμβαση για την Ασφάλεια της Ανθρώπινης Ζωής στη Θάλασσα (SOLAS) Διεθνής Σύμβαση για τη Ναυτική Έρευνα και Διάσωση (SAR) Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας Διεθνής Σύμβαση για τους Λαθρεπιβάτες Σύμβαση περί παραβάσεων και άλλων τινών πράξεων τελουμένων επί αεροσκαφών Σύμβαση για την καταστολή της παράνομης κατάληψης αεροσκαφών Διεθνής Σύμβαση για την καταστολή παράνομων πράξεων κατά της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας Πρωτόκολλο για την καταστολή παρανόμων πράξεων βίας σε αερολιμένες που εξυπηρετούν τη διεθνή πολιτική αεροπορία Παράρτημα 9 της Σύμβασης του Σικάγου για την Πολιτική Αεροπορία 1

Διεθνής Σύμβαση για την Ασφάλεια της Ανθρώπινης Ζωής στη Θάλασσα (Safety of Life at Sea: SOLAS) Υιοθετήθηκε στις 1.11.1974 Έναρξη ισχύος: 25.5.1980 Κείμενο: United Nations Treaty Series, vol. 1184, p. 3 (αποσπάσματα) [όπως κυρώθηκε με το Ν. 1045/1980: «περί κυρώσεως της υπογραφείσης εις Λονδίνον Διεθνούς Συμβάσεως περί Ασφαλείας της Ανθρωπίνης Ζωής εν Θαλάσση 1974 και άλλων τινών διατάξεων» (ΦΕΚ 95, τ. Α ) και τροποποιήθηκε με το Π.Δ. 199/2005 «κύρωση των τροποποιήσεων της διεθνούς σύμβασης περί ασφαλείας της ανθρωπίνης ζωής στην θάλασσα (ΠΑΑΖΕΘ SOLAS 74), όπως αυτές υιοθετήθηκαν την 5 η Δεκεμβρίου 2000 με την απόφαση MSC 99 (73) της Επιτροπής Ναυτικής Ασφάλειας (MSC) του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΙΜΟ)» (ΦΕΚ 239, τ. Α ) και με το Π.Δ. 137/2007 «κύρωση των τροποποιήσεων της Διεθνούς Σύμβασης περί ασφαλείας της ανθρώπινης ζωής στην θάλασσα (ΠΑΑΖΕΘ SOLAS 74) όπως αυτές υιοθετήθηκαν την 20.5.2004 με τις αποφάσεις MSC 152 (78)/20.5.2004 και MSC 153 (78)/20.5.2004 καθώς και κύρωση του Πρωτοκόλλου του 1988 το οποίο αναφέρεται στη Διεθνή Σύμβαση ΠΑΑΖΕΘ SOLAS 1974 όπως αυτές υιοθετήθηκαν την 20.5.2004 με την απόφαση MSC 154 (78)/20.5.2004, της Επιτροπής Ναυτικής Ασφάλειας (MSC) του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΙΜΟ)», (ΦΕΚ 174, τ. Α )] Κεφάλαιο V: Ασφάλεια ναυσιπλοΐας Ορισμοί Κανονισμός 2.- 1. Προστίθεται η ακόλουθη νέα παράγραφος 5 μετά την υφιστάμενη παράγραφο 4: «5. Υπηρεσία έρευνας και διάσωσης. Η αποδοτικότητα των λειτουργιών της παρακολούθησης του κινδύνου, της επικοινωνίας, του συντονισμού και της έρευνας και διάσωσης, συμπεριλαμβανομένης της παροχής ιατρικών συμβουλών, βασικής ιατρικής βοήθειας, ή ιατρικής διακομιδής, μέσω της χρήσης δημοσίων και ιδιωτικών πόρων συμπεριλαμβανομένων συνεργαζομένων αεροσκαφών, πλοίων, και άλλων σκαφών και εγκαταστάσεων». Υπηρεσίες έρευνας και διάσωσης Κανονισμός 7.- 1. Κάθε συμβαλλόμενη κυβέρνηση αναλαμβάνει την υποχρέωση να εξασφαλίσει ότι έχουν ληφθεί να αναγκαία μέτρα για επικοινωνία ανάγκης και συντονισμό στην περιοχή ευθύνης της και για την διάσωση κινδυνευόντων προσώπων στην πέριξ των ακτών της θάλασσα. Αυτές οι διατάξεις πρέπει να περιλαμβάνουν τον καθορισμό, λειτουργία και συντήρηση τέτοιων ευκολιών έρευνας και διάσωσης που θεωρούνται πρακτικά δυνατές και αναγκαίες, λαμβάνοντας υπόψη την πυκνότητα της θαλάσσιας κυκλοφορίας και των ναυτιλιακών κινδύνων και, όσο είναι πρακτικά δυνατό, πρέπει να παρέχει επαρκή μέσα εντοπισμού και διάσωσης τέτοιων προσώπων. 2. Κάθε συμβαλλόμενη κυβέρνηση αναλαμβάνει την υποχρέωση παροχής προς τον Οργανισμό πληροφοριών που αφορούν τις υπάρχουσες ευκολίες έρευνας και διάσωσης και τα σχέδια για αλλαγές των, εάν υπάρχουν. 3. Επιβατηγά πλοία στα οποία εφαρμόζεται το Κεφάλαιο Ι πρέπει να φέρουν επί του πλοίου σχέδιο συνεργασίας με τις κατάλληλες υπηρεσίες έρευνας και διάσωσης σε περίπτωση ανάγκης. Το σχέδιο πρέπει να εκπονείται μετά από συνεργασία πλοίου, εταιρείας όπως καθορίζεται στον Κανονισμό ΙΧ/1, και των υπηρεσιών έρευνας και διάσωσης. Το σχέδιο πρέπει να περιλαμβάνει προβλέψεις για τον προγραμματισμό εκτέλεσης περιοδικών ασκήσεων για έλεγχο της αποτελεσματικότητάς του. Το σχέδιο πρέπει να συντάσσεται βάσει των οδηγιών που έχουν καταρτισθεί από τον Οργανισμό. Μηνύματα κινδύνου: υποχρεώσεις και διαδικασίες Κανονισμός 33.- 1. Ο πλοίαρχος του ταξιδεύοντος πλοίου που είναι σε θέση να παράσχει βοήθεια, με τη λήψη πληροφορίας από οποιαδήποτε πηγή ότι άτομα κινδυνεύουν στη θάλασσα, υποχρεούται να 2

πλεύσει ολοταχώς προς βοήθειά των ενημερώνοντας περί τούτου, εάν είναι δυνατόν, αυτά ή την Υπηρεσία έρευνας και διάσωσης. Αυτή η υποχρέωση για παροχή βοήθειας εφαρμόζεται ανεξαρτήτως εθνικότητας ή της ιδιότητας των ατόμων αυτών ή από των συνθηκών υπό τις οποίες ευρέθηκαν. Εάν το πλοίο που λαμβάνει συναγερμό κινδύνου δεν μπορεί ή στις ειδικές συνθήκες του συμβάντος, θεωρεί αναίτιο ή μη αναγκαίο να προστρέξει σε βοήθεια, ο πλοίαρχος πρέπει να καταχωρήσει στο ημερολόγιο του πλοίου το λόγο για τον οποίο δεν προστρέχει σε βοήθεια των κινδυνευόντων ατόμων λαμβάνοντας υπόψη την σύσταση του Οργανισμού, για ανάλογη ενημέρωση των αρμόδιων Υπηρεσιών έρευνας και διάσωσης. 1-1. Τα συμβαλλόμενα κράτη θα συντονίζονται και θα συνεργάζονται για να εξασφαλίσουν ότι οι πλοίαρχοι των πλοίων που παρέχουν βοήθεια επιβιβάζοντας άτομα ευρισκόμενα σε κίνδυνο στη θάλασσα αποδεσμεύονται από τις υποχρεώσεις τους με την ελάχιστη περαιτέρω παρέκκλιση από τον προτιθέμενο πλου του πλοίου, υπό την προϋπόθεση ότι η αποδέσμευση του πλοιάρχου του πλοίου από τις υποχρεώσεις κατά τον παρόντα Κανονισμό δεν θα θέσει περαιτέρω σε κίνδυνο την ασφάλεια της ζωής στη θάλασσα. Το συμβαλλόμενο κράτος που είναι υπεύθυνο για την περιοχή έρευνας και διάσωσης στην οποία παρέχεται τέτοια βοήθεια θα έχει την βασική ευθύνη για την εξασφάλιση επίτευξης αυτού του συντονισμού και της συνεργασίας, ώστε οι επιζώντες στους οποίους παρέχεται βοήθεια να αποβιβάζονται από το πλοίο που παρέχει την βοήθεια και να μεταφέρονται σε ασφαλές σημείο, λαμβανομένων υπόψη των ειδικών συνθηκών της περίστασης και των οδηγιών που θα δίνονται από τον Οργανισμό. Στις περιπτώσεις αυτές τα αρμόδια συμβαλλόμενα κράτη πρέπει να μεριμνήσουν ώστε αυτή η αποβίβαση να επιτευχθεί όσο το δυνατόν συντομότερα. 2. Ο πλοίαρχος κινδυνεύοντος πλοίου ή η ενδιαφερόμενη Υπηρεσία έρευνας και διάσωσης, μετά από διαβούλευση, όσο μπορεί να είναι δυνατό, με τους πλοιάρχους των πλοίων που απαντούν στο συναγερμό κινδύνου, έχει το δικαίωμα να επιτάξει ένα ή περισσότερα εκ των πλοίων στο μέτρο που ο πλοίαρχος του κινδυνεύοντος πλοίου ή η Υπηρεσία έρευνας και διάσωσης θεωρούν καλύτερα ικανά προς παροχή βοήθειας, και ο πλοίαρχος ή οι πλοίαρχοι του πλοίου ή των πλοίων που επιτάσσονται έχουν το καθήκον να συμμορφωθούν με την επίταξη, εξακολουθώντας να πλέουν ολοταχώς προς βοήθεια των κινδυνευόντων ατόμων. 3. Οι πλοίαρχοι των πλοίων πρέπει να αποδεσμεύονται της υποχρέωσης που επιβάλλεται από την παράγραφο 1 όταν πληροφορούνται ότι τα πλοία των δεν έχουν επιταχθεί και ότι ένα ή περισσότερα πλοία έχουν επιταχθεί και συμμορφούνται με την επίταξη. Η απόφαση πρέπει να κοινοποιείται, αν είναι δυνατόν, στα άλλα επιταχθέντα πλοία και στην Υπηρεσία έρευνας και διάσωσης. 4. Ο πλοίαρχος πλοίου πρέπει να αποδεσμεύεται της υποχρέωσης που επιβάλλεται από την παράγραφο 1 και, αν το πλοίο του έχει επιταχθεί, από την υποχρέωση που επιβάλλεται από την παράγραφο 2 όταν πληροφορείται από τα άτομα σε κίνδυνο ή από την Υπηρεσία έρευνας και διάσωσης ή από τον πλοίαρχο άλλου πλοίου που έχει προσεγγίσει αυτά τα άτομα ότι η βοήθεια δεν είναι πλέον απαραίτητη. 5. Οι διατάξεις του παρόντος Κανονισμού δεν αντιτίθενται προς τη Διεθνή Σύμβαση περί Ενοποιήσεως Ορισμένων Κανόνων που Αφορούν την Βοήθεια και την Διάσωση στη Θάλασσα που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες την 23 η Σεπτεμβρίου 1910 1, ιδιαιτέρως προς την υποχρέωση παροχής βοήθειας που επιβάλλεται από το άρθρο 11 αυτής της Σύμβασης. 6. Οι πλοίαρχοι των πλοίων που έχουν επιβιβάσει άτομα που κινδυνεύουν στην θάλασσα, θα τα μεταχειρίζονται με ανθρωπιστική συμπεριφορά, στα πλαίσια των δυνατοτήτων και των περιορισμών του πλοίου. Ασφαλής ναυσιπλοΐα και αποφυγή επικίνδυνων καταστάσεων Κανονισμός 34.- Η υφισταμένη παράγραφος 3 διαγράφεται. 1 Διεθνής Σύμβαση για την Διάσωση 1989 υπογραφείσα στο Λονδίνο στις 28 Απριλίου 1989, τέθηκε σε ισχύ την 14 η Ιουλίου 1996. Σημείωση της επιμελήτριας: Η Σύμβαση της 23 ης Σεπτεμβρίου 1910 έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με το Ν. 3886/6.8.1911, ΦΕΚ 224/12.8.1911, τ. Α. 3

Διακριτική ευχέρεια πλοιάρχου Κανονισμός 34 1. - Ο πλοιοκτήτης, ο ναυλωτής, η εταιρεία που διαχειρίζεται το πλοίο, όπως ορίζεται στον Κανονισμό ΙΧ/1, ή οποιοδήποτε άλλο άτομο δεν θα εμποδίζει ούτε θα περιορίζει τον πλοίαρχο του πλοίου από την λήψη ή εκτέλεση οποιασδήποτε απόφασης η οποία, κατά την επαγγελματική κρίση του πλοιάρχου, είναι απαραίτητη για την ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα και την προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος. 4

Διεθνής Σύμβαση για τη Ναυτική Έρευνα και Διάσωση (Search and Rescue: SAR) όπως τροποποιήθηκε με την Απόφαση MSC70(69), έκδοση 2000 [όπως κυρώθηκε με το Ν. 1844/1989 «Κύρωση Σύμβασης για τη Ναυτική Έρευνα και Διάσωση και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 100, τ. Α ) και τροποποιήθηκε με το Π.Δ. 201/2000 «Κύρωση τροποποιήσεων έτους 1998 της Διεθνής Σύμβασης για τη Ναυτική Έρευνα και Διάσωση,1979, όπως αυτές υιοθετήθηκαν με την Απόφαση 70 (69) της Επιτροπής Ναυτικής Ασφάλειας (MSC) του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού», ΦΕΚ 181, τ. Α )] Κύρωσις Άρθρο 1.- Με την επιφύλαξη που αναφέρεται στο άρθρο 2 του νόμου αυτού, κυρώνεται και έχει την ισχύ που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος η "Διεθνής σύμβαση για τη ναυτική έρευνα και διάσωση 1979", που υπογράφτηκε στου Αμβούργο της 27η Απριλίου 1979 μαζί με το Παράρτημα που επισυνάπτεται, τα κείμενα των οποίων σε πρωτότυπο στην αγγλική γλώσσα και σε μετάφραση στην ελληνική έχουν ως εξής: Διεθνής Σύμβαση για τη Ναυτική Έρευνα και Διάσωση, 1979 Τα μέρη της Σύμβασης, Διαπιστώνοντας τη μεγάλη σημασία που αποδίδεται σε διάφορες συμβάσεις σχετικά με την παροχή βοήθειας σε άτομα που κινδυνεύουν στη θάλασσα και την καθιέρωση από κάθε παράκτιο κράτος επαρκών και αποτελεσματικών ρυθμίσεων για επιτήρηση των ακτών και για υπηρεσίες έρευνας και διάσωσης. Έχοντας υπόψη Σύσταση υπ` αριθ. 40 που υιοθετήθηκε από τη Διεθνή Διάσκεψη για Ασφάλεια της Ανθρώπινης Ζωής στη θάλασσας, 1960, η οποία αναγνωρίζει τη σκοπιμότητα συντονιστικών ενεργειών για την ασφάλεια πάνω και υπεράνω της επιφάνειας της θάλασσας, μεταξύ ενός αριθμού διακυβερνητικών οργανισμών. Επιθυμώντας να αναπτύξουν και να προάγουν τις δραστηριότητες αυτές με την καθιέρωση ενός διεθνούς σχεδίου ναυτικής έρευνας και διάσωσης που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της ναυτιλιακής κίνησης για τη διάσωση ατόμων που κινδυνεύουν στη θάλασσα. Ευχόμενα την προαγωγή της συνεργασίας μεταξύ των οργανισμών έρευνας και διάσωσης όλου του κόσμου και μεταξύ εκείνων που συμμετέχουν σε επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης στη θάλασσα. Συμφώνησαν τα ακόλουθα: Γενικές υποχρεώσεις που απορρέουν από τη Σύμβαση Άρθρο I.- Τα μέρη αναλαμβάνουν να υιοθετήσουν όλα τα νομοθετικά ή άλλα κατάλληλα μέτρα που απαιτούνται για να τεθεί σε πλήρη ισχύ η Σύμβαση και το Παράρτημά της, που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της Σύμβασης. Αν δεν προβλέπεται ρητά διαφορετικά αναφορά στη Σύμβαση αποτελεί ταυτόχρονα αναφορά στο Παράρτημά της. Άλλες συνθήκες ερμηνείας Άρθρο II.- 1. Τίποτα μέσα στη Σύμβαση δεν θίγει την κωδικοποίηση και ανάπτυξη του Δικαίου της Θάλασσας από τη Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της θάλασσας, η οποία συγκλήθηκε σύμφωνα με την απόφαση 2750 (ΧΧV) της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, ούτε τις παρούσες ή τις μελλοντικές απαιτήσεις και νομικές απόψεις οποιουδήποτε κράτους αναφορικά με το δίκαιο της θάλασσας και τη φύση και έκταση της δικαιοδοσίας του παράκτιου και του κράτους σημαίας. 2. Καμιά διάταξη της σύμβασης δεν ερμηνεύεται ότι θίγει υποχρεώσεις ή δικαιώματα σκαφών όπως αυτά προβλέπονται σε άλλα διεθνή κείμενα. 5

Τροποποιήσεις Άρθρο III.- 1. Η Σύμβαση μπορεί να τροποποιηθεί με οποιαδήποτε από τις διαδικασίες που προορίζονται στις ακόλουθες παραγράφους (2) και (3). 2. Τροποποίηση μετά από εξέταση στα πλαίσια του Διακυβερνητικού Ναυτιλιακού Συμβουλευτικού Οργανισμού (από δω και πέρα αποκαλουμένου Οργανισμού): (α) Κάθε τροποποίηση που προτείνεται από ένα μέρος και διαβιβάζεται στον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού (από δω και πέρα αποκαλούμενο Γενικό Γραμματέα) ή κάθε τροποποίηση που θεωρείται αναγκαία από το Γενικό Γραμματέα σαν αποτέλεσμα τροποποίησης σε μια αντίστοιχη διάταξη του Παραρτήματος 12 της Σύμβασης για τη Διεθνή Πολιτική Αεροπορία, κοινοποιείται σ` όλα τα μέλη του Οργανισμού και σ` όλα τα μέρη έξι τουλάχιστον μήνες πριν την εξέταση της από την Επιτροπή Ναυτικής Ασφάλειας του Οργανισμού. (β) Τα μέρη, ανεξάρτητα αν είναι ή όχι μέλη του Οργανισμού, δικαιούνται να συμμετέχουν στις εργασίες της Επιτροπής Ναυτικής Ασφάλειας για την εξέταση και την υιοθέτηση των τροποποιήσεων. (γ) Οι τροποποιήσεις υιοθετούνται με την πλειοψηφία των 2/3 των μερών που είναι παρόντα και ψηφίζουν στην Επιτροπή Ναυτικής Ασφαλείας με τον όρο ότι τουλάχιστον το 1/3 των μερών θα παρευρίσκεται κατά το χρόνο υιοθέτησης της τροποποίησης. (δ) Οι τροποποιήσεις που υιοθετούνται σύμφωνα με την υποπαράγραφο (γ) κοινοποιούνται από το Γενικό Γραμματέα σ όλα τα μέρη για αποδοχή. (ε) Τροποποίηση σ` ένα άρθρο ή στις παραγράφους 2.1.4, 2.1.5, 2.1.7, 2.1.10, 3.1.2 ή 3.1.3,του Παραρτήματος θεωρείται ότι έγινε αποδεκτή την ημερομηνία κατά την οποία ο Γενικός Γραμματέας έλαβε έγγραφο αποδοχής από τα 2/3 των μερών. (στ) Τροποποίηση στο Παράρτημα εκτός των παραγράφων 2.1.4, 2.1.5, 2.1.7, 2.1.10, 3.1.2 ή 3.1.3, θα θεωρείται ότι έγινε αποδεκτή μετά την παρέλευση ενός έτους από την ημερομηνία που κοινοποιήθηκε στα μέρη για αποδοχή. Όμως, αν μέσα στην περίοδο αυτή του ενός έτους περισσότερα από το 1/3 των μερών ανακοινώσουν στο Γενικό Γραμματέα ότι αντιτίθενται στην τροποποίηση, η τροποποίηση θα θεωρηθεί ότι δεν έχει γίνει αποδεκτή. (ζ) Τροποποίηση ενός άρθρου ή στις παραγράφους 2.1.4, 2.1.5, 2.1.7, 2.1.10, 3.1.2 ή 3.1.3, του παραρτήματος τίθεται σε ισχύ: (1) Σε σχέση με τα μέρη που την έχουν αποδεχθεί, έξη μήνες μετά την ημερομηνία που θεωρείται ότι έχει γίνει η αποδοχή. (ii) Σε σχέση με τα μέρη εκείνα τα όποια την αποδέχονται μετά την πλήρωση του όρου της υποπαραγράφου (ε) και πριν αρχίσει η ισχύς της τροποποίησης, την ημερομηνία που αρχίζει η ισχύς της τροποποίησης. (iii) Σε σχέση με τα μέρη εκείνα τα οποία την αποδέχονται μετά την ημερομηνία που αρχίζει η ισχύς της τροποποίησης, 30 ημέρες μετά την κατάθεση του εγγράφου αποδοχής. (η) τροποποίηση στο Παράρτημα εκτός των παραγράφων 2.1.4, 2.1.5, 2.1.7, 2.1.10, 3.1.2 ή 3.1.3, τίθεται σε ισχύ σε σχέση με όλα τα μέρη, εκτός από εκείνα που έχουν αντιταχθεί στην τροποποίηση βάσει της υποπαραγράφου (στ) και τα οποία δεν έχουν αποσύρει τις αντιρρήσεις, έξι μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία θεωρείται ότι έγινε η αποδοχή. Όμως, πριν την ημερομηνία που καθορίστηκε για τη θέση σε ισχύ, οποιοδήποτε μέρος μπορεί να ειδοποιήσει το Γενικό Γραμματέα ότι εξαιρεί τον εαυτόν του από την εφαρμογή τής τροποποίησης για μια περίοδο μέχρι ενός έτους, από την ημερομηνία που αρχίζει η ισχύς της ή για μεγαλύτερη χρονική περίοδο που θα καθορισθεί με πλειοψηφία 2/3 των μερών που είναι παρόντα και ψηφίζουν στην Επιτροπή Ναυτικής Ασφάλειας κατά το χρόνο υιοθέτησης της τροποποίησης. 3. Τροποποίηση από διάσκεψη: (α) Με αίτηση ενός μέρους για την οποία συμφώνησε τουλάχιστον το 1/3 από τα μέρη, ο Οργανισμός θα συγκαλεί διάσκεψη των μερών για την εξέταση τροποποιήσεων στη Σύμβαση. Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις κοινοποιούνται από το Γενικό Γραμματέα σ` όλα τα μέρη 6 τουλάχιστον μήνες πριν από την εξέταση τους από τη διάσκεψη. 6

(β) Οι τροποποιήσεις υιοθετούνται από μια τέτοια διάσκεψη από την πλειοψηφία των 2/3 από τα μέρη που είναι παρόντα και ψηφίζουν με τον όρο ότι τουλάχιστον το 1/3 των μερών θα παρευρίσκεται κατά το χρόνο υιοθέτησης της τροποποίησης. Οι τροποποιήσεις που υιοθετήθηκαν με αυτόν τον τρόπο, κοινοποιούνται από το Γενικό Γραμματέα σ όλα τα μέρη για αποδοχή. (γ) Αν δεν αποφασίσει διαφορετικά η διάσκεψη, η τροποποίηση θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτή και τίθεται σε ισχύ σύμφωνα με τις διαδικασίες που περιγράφονται τις υποπαραγράφους (2)(ε), 2(στ), (2)(ζ) και (2)(η) αντίστοιχα, με τον όρο ότι η αναφορά στην υποπαράγραφο (2)(η) στην Επιτροπή Ναυτικής Ασφάλειας διευρυνθείσα σύμφωνα με τη υποπαράγραφο (2)(β) εκλαμβάνεται ότι εννοεί αναφορά στη διάσκεψη. 4. Κάθε δήλωση αποδοχής ή αντίθεσης σε μια τροποποίηση ή οποιαδήποτε ειδοποίηση που έχει δοθεί σύμφωνα με την παράγραφο (2)(η) υποβάλλεται εγγράφως στο Γενικό Γραμματέα ο οποίος θα ενημερώνει όλα τα μέρη για οποιαδήποτε τέτοια υποβολή και για την ημερομηνία παραλαβής της. 5. Ο Γενικός Γραμματέας πληροφορεί τα κράτη για όλες τις τροποποιήσεις που τίθενται σε ισχύ, μαζί με την ημερομηνία κατά την οποία κάθε τέτοια τροποποίηση τίθεται σε ισχύ. Υπογραφή, επικύρωση, αποδοχή, έγκριση και προσχώρηση Άρθρο IV.- 1. Η Σύμβαση παραμένει ανοικτή για υπογραφή στα Κεντρικά Γραφεία του Οργανισμού από την 1η Νοεμβρίου 1979 μέχρι 31 Οκτωβρίου 1980 και μετέπειτα παραμένει ανοικτή για προσχώρηση. Τα κράτη μπορούν να γίνουν μέλη της Σύμβασης με: (α) υπογραφή χωρίς επιφύλαξη ως προς την επικύρωση,αποδοχή ή έγκριση, ή (β) υπογραφή υποκείμενη σε επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση και ακολουθούμενη από επικύρωση αποδοχή ή έγκριση ή (γ) προχώρηση. 2. Η επικύρωση, αποδοχή, έγκριση ή προσχώρηση θα επιτυγχάνεται με την κατάθεση εγγράφου για το σκοπό αυτό στο Γενικό Γραμματέα. 3. Ο Γενικός Γραμματέας ενημερώνει τα κράτη για κάθε υπογραφή ή κατάθεση εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης και για την ημερομηνία της κατάθεσης. Θέση σε ισχύ Άρθρο V.- 1. Η Σύμβαση τίθεται σε ισχύ 12 μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία 15 κράτη έγιναν μέρη σ αυτή σύμφωνα με το άρθρο IV. 2. Η ισχύς για τα κράτη τα οποία επικυρώνουν, αποδέχονται, εγκρίνουν ή προσχωρούν στη Σύμβαση σύμφωνα με το άρθρο IV και αφού ο όρος της παραγράφου 1 έχει εκπληρωθεί και πριν ακόμα η Σύμβαση τεθεί σε ισχύ, αρχίζει κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της Σύμβασης. 3. Η ισχύς για τα κράτη τα οποία επικυρώνουν, αποδέχονται, εγκρίνουν ή προσχωρούν στη Σύμβαση μετά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της Σύμβασης, αρχίζει 30 ημέρες μετά την ημερομηνία κατάθεσης ενός εγγράφου σύμφωνα με το άρθρο IV. 4. Οποιοδήποτε έγγραφο επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης κατατίθεται, μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος μιας τροποποίησης της Σύμβασης σύμφωνα με το άρθρο III θα εφαρμόζεται στη Σύμβαση, όπως αυτή τροποποιήθηκε, και η Σύμβαση, όπως τροποποιήθηκε, τίθεται σε ισχύ για το κράτος που καταθέτει τέτοιο έγγραφο 30 ημέρες μετά την ημερομηνία κατάθεσής του. 5. Ο Γενικός Γραμματέας πληροφορεί τα κράτη για την ημερομηνία που θα αρχίσει να ισχύει η Σύμβαση. Καταγγελία Άρθρο VI.- 1. Η Σύμβαση μπορεί να καταγγελθεί από οποιοδήποτε μέρος σε οποιοδήποτε χρόνο μετά παρέλευση πέντε ετών από την ημερομηνία που αρχίζει να ισχύει η Σύμβαση για το μέρος αυτό. 2. Η καταγγελία πραγματοποιείται με την κατάθεση εγγράφου καταγγελίας στο Γενικό Γραμ ματέα που γνωστοποιεί στα κράτη τη λήψη οποιουδήποτε εγγράφου καταγγελίας και την ημερομηνία 7

παραλαβής του, καθώς επίσης και την ημερομηνία που αρχίζει να ισχύει η καταγγελία αυτή. 3. Μια καταγγελία τίθεται σε ισχύ σ ένα έτος ή και σε μεγαλύτερο χρονικό διάστημα που θα μπορεί, να καθορίζεται στο έγγραφο καταγγελίας, μετά την παραλαβή της από το Γενικό Γραμματέα. Κατάθεση και καταχώρηση Άρθρο VII.- 1. Η Σύμβαση κατατίθεται στο Γεν. Γραμματέα που διαβιβάζει κυρωμένα αντίγραφά της στα κράτη. 2. Μόλις η Σύμβαση τεθεί σε ισχύ, ο Γενικός Γραμματέας, διαβιβάζει το κείμενό της στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών για καταχώριση και δημοσίευση σύμφωνα με το άρθρο 102 του Χάρτου των Ηνωμένων Εθνών. Γλώσσες Άρθρο VIIΙ.- Η Σύμβαση διατυπώθηκε σ` ένα αντίτυπο στις γλώσσες κινέζικη, αγγλική, γαλλική, ρώσικη και ισπανική, κάθε κείμενο είναι το ίδιο αυθεντικό. Επίσημες μεταφράσεις στην αραβική, γερμανική και ιταλική γλώσσα θα ετοιμαστούν και θα κατατεθούν μαζί με το υπογραμμένο πρωτότυπο. ΕΓΙΝΕ ΣΤΟ ΑΜΒΟΥΡΓΟ στις 27 Απριλίου 1979. ΣΕ ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ οι υπογεγραμμένοι, δεόντως εξουσιοδοτημένη από τις αντίστοιχες κυβερνήσεις τους για το σκοπό αυτόν, υπέγραψαν τη Σύμβαση αυτή. Για την Αλγερία Για την Αυστραλία Για τη Βραζιλία Για τον Καναδά Για την Κίνα Για την Κύπρο Για την Τυνησία Για την Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών Για τη Νιγηρία Για την Πολωνία Για τη Σαουδική Αραβία Για την Ισπανία Για την Κούβα Για το Τρινινάντ και Τομπάγκο Για τη Γαλλία Για τη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας Για την Αργεντινή Για το Βέλγιο Για τη Βουλγαρία Για τη Χιλή Για την Ελβετία Για τη Δανία Για την Τουρκία Για την Ελλάδα Για τη Νορβηγία Για την Πορτογαλία Για τη Σιγκαπούρη Για τη Σουηδία Για την Ταϊλάνδη Για τη Φινλανδία Για τη Γκαμπόν Για το Ηνωμένο Βασίλειο Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας Για την Ιταλία Για την Ακτή του Ελεφαντοστού Για τη Λιβερία Για την Ολλανδία Για την Ινδία Για τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής Για τη Βενεζουέλα Για το Ζαίρ Για την Ιρλανδία Για το Κουβέϊτ Για το Μεξικό Για τη Νέα Ζηλανδία Για την Ενωμένη Δημοκρατία του Καμερούν Για την Ουρουγουάη Για τη Γιουγκοσλαβία 8

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Κεφάλαιο 1: Όροι και ορισμοί 1.1. «Θα» χρησιμοποιείται στο Παράρτημα για να προσδιορίσει μία διάταξη, η ομοιόμορφη εφαρμογή της οποίας απαιτείται απ` όλα τα μέρη προς όφελος της ασφάλειας της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα. 1.2. «Θα πρέπει» χρησιμοποιείται στο Παράρτημα για να προσδιορίσει μία διάταξη, η ομοιόμορφη εφαρμογή της οποίας συνίσταται σε όλα τα μέρη προς όφελος της ασφάλειας της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα. 1.3. Οι όροι που ακολουθούν χρησιμοποιούνται στο Παράρτημα με τις ακόλουθες έννοιες:.1 «Έρευνα». Μία επιχείρηση, συνήθως συντονισμένη από ένα κέντρο διάσωσης ή υπο-κέντρο διάσωσης, που χρησιμοποιεί επαρκές προσωπικό και μέσα για εντοπισμό ατόμων που κινδυνεύουν..2 «Διάσωση». Μία επιχείρηση για διάσωση ατόμων που κινδυνεύουν η οποία παρέχει αρχικά στους κινδυνεύοντες ιατρικές ή άλλες φροντίδες και μεταφέρει αυτούς σε ασφαλές μέρος..3 «Υπηρεσία έρευνας και διάσωσης». Η λειτουργία της παρακολούθησης του κινδύνου, η επικοινωνία, ο συντονισμός και οι διαδικασίες έρευνας και διάσωσης συμπεριλαμβανομένων και των διατάξεων για ιατρικές συμβουλές, ιατρική βοήθεια ή ιατρική αποβίβαση με την χρήση δημοσίων και ιδιωτικών μέσων εμπλέκοντας συνεργαζόμενα αεροσκάφη, πλοία και άλλα σκάφη καθώς και εγκαταστάσεις..4 «Περιοχή έρευνας και διάσωσης». Μία περιοχή με καθορισμένες διαστάσεις που συνδέεται με ένα κέντρο έρευνας και διάσωσης εντός της οποίας παρέχονται υπηρεσίες έρευνας και διάσωσης..5 «Κέντρο συντονισμού διάσωσης». Μονάδα υπεύθυνη για την ανάπτυξη αποτελεσματικής οργάνωσης των υπηρεσιών έρευνας και διάσωσης και τον συντονισμό της διεξαγωγής επιχειρήσεων έρευνας και διάσωσης εντός της περιοχής έρευνας και διάσωσης..6 «Υπο-κέντρο διάσωσης». Μία μονάδα που υπάγεται στο κέντρο συντονισμού διάσωσης και έχει οργανωθεί για να συμπληρώσει το κέντρο σύμφωνα με τις ειδικές διατάξεις των υπευθύνων αρχών..7 «Ευκολία έρευνας και διάσωσης». Οποιοδήποτε κινούμενο μέσο συμπεριλαμβανομένων των καθορισμένων μονάδων έρευνας και διάσωσης που χρησιμοποιούνται για την διεξαγωγή επιχειρήσεων έρευνας και διάσωσης..8 «Μονάδα έρευνας και διάσωσης». Μία μονάδα που συγκροτείται από εκπαιδευμένο προσωπικό και είναι εφοδιασμένη με κατάλληλο εξοπλισμό για την ταχύτερη διεξαγωγή των επιχειρήσεων έρευνας και διάσωσης..9 «Σταθμός Επιφυλακής». Οποιαδήποτε ευκολία που λειτουργεί ως ενδιάμεσος σταθμός μεταξύ του ατόμου που αναφέρει την ανάγκη και του κέντρου συντονισμού διάσωσης ή του υποκέντρου διάσωσης..10 «Φάση ανάγκης». Γενικός όρος που σημαίνει ανάλογα με την περίπτωση φάση αβεβαιότητας, φάση κινητοποίησης ή φάση κινδύνου..11 «Φάση αβεβαιότητας». Κατάσταση στην οποία υπάρχει αβεβαιότητα ως προς την ασφάλεια του ατόμου, πλοίου ή άλλου σκάφους..12 «Φάση συναγερμού». Κατάσταση κατά την οποία υπάρχει φόβος ως προς την ασφάλεια ατόμου, πλοίου ή άλλου σκάφους..13 «Φάση κινδύνου». Κατάσταση κατά την οποία υπάρχει λογική βεβαιότητα ότι άτομο, πλοίο ή άλλο σκάφος απειλείται από σοβαρό και επικείμενο κίνδυνο και χρειάζεται άμεση βοήθεια..14 «Συντονιστής χώρου ατυχήματος». Πρόσωπο στο οποίο έχει ανατεθεί ο συντονισμός των επιχειρήσεων εντός καθορισμένης περιοχής..15 «Γενικός Γραμματέας». Ο Γενικός Γραμματέας του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού. Κεφάλαιο 2: Οργάνωση και Συντονισμός 2.1. Ρυθμίσεις για την παροχή και τον συντονισμό υπηρεσιών έρευνας και διάσωσης. 2.1.1. Τα Μέρη, όσο αυτά είναι ικανά να ενεργήσουν ατομικά ή σε συνεργασία με άλλα κράτη και αν είναι αναγκαίο και με τον Οργανισμό, θα συμμετέχουν στην ανάπτυξη των υπηρεσιών έρευνας και διάσω 9

σης έτσι ώστε να εξασφαλισθεί ότι παρέχεται βοήθεια σε οποιοδήποτε άτομο που κινδυνεύει στη θάλασσα. Με τη λήψη πληροφορίας ότι οποιοδήποτε άτομο βρίσκεται ή φαίνεται ότι βρίσκεται σε κίνδυνο στη θάλασσα οι αρμόδιες αρχές του Μέρους αυτού θα λάβουν άμεσα μέτρα για να εξασφαλισθεί ότι παρέχεται η απαραίτητη βοήθεια. 2.1.2. Τα μέρη είτε από μόνα τους ατομικά ή αν είναι απαραίτητο σε συνεργασία με άλλα κράτη θα αναπτύξουν τα ακόλουθα βασικά στοιχεία για την υπηρεσία έρευνας και διάσωσης:.1 νομικό πλαίσιο.2 προσδιορισμός της αρμόδιας Αρχής.3 οργάνωση των διαθέσιμων μέσων.4 μέσα επικοινωνίας.5 συντονισμός και επιχειρησιακές διαδικασίες και.6 διαδικασίες για την βελτίωση της υπηρεσίας περιλαμβάνοντας τον σχεδιασμό, τις εσωτερικές και διεθνείς σχέσεις συνεργασίας και την εκπαίδευση Τα μέρη όσο αυτό είναι πρακτικό, θα ακολουθούν τα σχετικά ελάχιστα πρότυπα και τις κατευθυντήριες οδηγίες που τέθηκαν από τον Οργανισμό. 2.1.3. Με σκοπό την παροχή επαρκούς υποδομής επικοινωνίας των σταθμών ξηράς, την αποδοτική μετάδοση σήματος κινδύνου και τον κατάλληλο επιχειρησιακό συντονισμό για την αποτελεσματική υποστήριξη των υπηρεσιών έρευνας και διάσωσης τα μέρη ατομικά ή σε συνεργασία με άλλα κράτη θα εξασφαλίσουν ότι επαρκείς περιοχές έρευνας και διάσωσης καθορίζονται σε κάθε θαλάσσια περιοχή σύμφωνα με τις παραγράφους 2.1.4. και 2.1.5. Τέτοιες περιοχές θα πρέπει να είναι συνεχόμενες και όσο είναι εφικτό, όχι επικαλυπτόμενες. 2.1.4 2. Κάθε περιοχή έρευνας και διάσωσης θα καθιερωθεί με συμφωνία των ενδιαφερομένων μερών. Ο Γενικός Γραμματέας θα ενημερωθεί για τη συμφωνία αυτή. 2.1.5. Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί συμφωνία για τις ακριβείς διαστάσεις μιας περιοχής έρευνας και διάσωσης, από τα ενδιαφερόμενα μέρη, τα μέρη αυτά θα καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για να επιτύχουν συμφωνία για κατάλληλες ρυθμίσεις, με τις οποίες θα παρέχεται παντού στην περιοχή ισοδύναμος συντονισμός των υπηρεσιών έρευνας και διάσωσης. Ο Γενικός Γραμματέας θα ενημερώνεται για τις ρυθμίσεις αυτές. 2.1.6. Συμφωνία για τις περιοχές ή ρυθμίσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2.1.4 και 2.1.5 θα καταγράφονται από τα ενδιαφερόμενα μέρη ή θα αναφέρονται σε γραπτά σχέδια αποδεκτά από τα μέρη. 2.1.7. Η οριοθέτηση των περιοχών έρευνας και διάσωσης δεν σχετίζεται και δεν θα θίγει την οριοθέτηση οποιουδήποτε συνόρου μεταξύ των κρατών. 2.1.8. Τα μέρη θα πρέπει, όπου αυτό είναι εφαρμόσιμο, να εξασφαλίζουν την συνοχή μεταξύ των ναυτικών και αεροναυτικών τους υπηρεσιών έρευνας και διάσωσης ενώ θα εξετάζουν την οριοθέτηση περιοχών έρευνας και διάσωσης, οι οποίες θα οριοθετούνται με συμφωνία, σύμφωνα με την παράγραφο 2.1.4 ή με την επίτευξη συμφωνίας με κατάλληλες ρυθμίσεις σύμφωνα με την παράγραφο 2.1.5. 2.1.9. Τα μέρη που έχουν αποδεχθεί την ευθύνη για την παροχή υπηρεσιών έρευνας και διάσωσης σε καθορισμένη περιοχή θα χρησιμοποιούν τις μονάδες έρευνας και διάσωσης καθώς και άλλες διαθέσιμες ευκολίες για παροχή βοήθειας σε άτομο που βρίσκεται ή φαίνεται ότι βρίσκεται σε κίνδυνο στην 2 Σημείωση της επιμελήτριας: Σύμφωνα με το Άρθρο 2 του Ν. 1844/1989, με τον τίτλο «όρια περιοχής ευθύνης»: η περιοχή έρευνας και διάσωσης που αναφέρεται στις παραγράφους 2.1.4. και 2.1.5. του παραρτήματος της Σύμβασης αυτής είναι η περιοχή εντός της οποίας η Ελλάδα έχει ήδη αναλάβει την ευθύνη για τους σκοπούς της έρευνας και διάσωσης που έχει καθορισθεί σύμφωνα με τη σχετική Σύμβαση του Σικάγου για τη Διεθνή Πολιτική Αεροπορία της 7ης Δεκεμβρίου 1944 και τα περιοχικά σχέδια του Διεθνούς Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO) καθώς και τον Κανονισμό 15 του Κεφαλαίου V της Διεθνούς Σύμβασης για την Ασφάλεια της Ζωής στη Θάλασσα της 17ης Ιουνίου 1960 (SOLAS 1960). Η περιοχή αυτή, που αποτελεί την πλέον κατάλληλη ρύθμιση κατά την έννοια της παραγράφου 2.1.5. του Παραρτήματος της Σύμβασης αυτής, ανακοινώθηκε στο Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό (IMO) με το έγγραφο αρ. 44/7.1.1975 του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας και σ` αυτήν την περιοχή η Ελλάδα από μακρού αδιαλείπτως διενεργεί επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης. 10

θάλασσα. 2.1.10. Τα μέρη θα εξασφαλίσουν την παροχή βοήθειας σε κάθε άτομο που βρίσκεται σε κίνδυνο στη θάλασσα. Αυτό θα το πράττουν ανεξάρτητα της εθνικότητας ή της κατάστασης του ατόμου αυτού ή των περιστάσεων στις οποίες το άτομο αυτό βρέθηκε. 2.1.11. Τα μέρη θα διαβιβάζουν στο Γενικό Γραμματέα πληροφορίες για τις υπηρεσίες τους έρευνας και διάσωσης περιλαμβανομένων των:.1 Εθνική αρχή υπεύθυνη για τις υπηρεσίες ναυτικής έρευνας και διάσωσης,.2 Τοποθεσία των εγκατασταθέντων κέντρων συντονισμού διάσωσης ή άλλων κέντρων που συντονίζουν την έρευνα και διάσωση για περιοχή ή περιοχές έρευνας και διάσωσης καθώς και των σχετικών επικοινωνιών τους, 3 Όρια της περιοχής τους ή των περιοχών, Έρευνας και Διάσωσης καθώς και της κάλυψης που παρέχεται από τους σταθμούς ξηράς που περιέχουν τα μέσα επικοινωνίας για καταστάσεις κινδύνου και ασφάλειας, και.4 Κύριοι τύποι των διατιθέμενων μονάδων έρευνας και διάσωσης Τα μέρη κατά προτεραιότητα θα εκσυγχρονίζουν τις πληροφορίες που παρέχουν σε σχέση με οποιεσδήποτε γενόμενες σημαντικές αλλαγές. Ο Γενικός Γραμματέας θα ενημερώνει όλα τα μέρη για τις πληροφορίες που έχει λάβει. 2.1.12. Ο Γενικός Γραμματέας θα ενημερώνει όλα τα μέρη για τις συμφωνίες ή τις ρυθμίσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2.1.4 και 2.1.5. 2.2. Ανάπτυξη εθνικών υπηρεσιών έρευνας και διάσωσης 2.2.1. Τα μέρη θα αναπτύξουν κατάλληλες εθνικές διαδικασίες για συνολική ανάπτυξη, συντονισμό και βελτίωση των υπηρεσιών έρευνας και διάσωσης. 2.2.2. Προς υποστήριξη αποτελεσματικών επιχειρήσεων έρευνας και διάσωσης, τα μέρη θα:.1 εξασφαλίζουν την συντονισμένη χρήση των διαθέσιμων ευκολιών και.2 αναπτύσσουν στενή συνεργασία μεταξύ υπηρεσιών και οργανισμών, ώστε να μπορούν να συνεισφέρουν στη βελτίωση της υπηρεσίας έρευνας και διάσωσης σε τομείς όπως των επιχειρήσεων, σχεδιασμού, εκπαίδευσης, ασκήσεων και έρευνας και ανάπτυξης. 2.3. Εγκατάσταση κέντρων συντονισμού διάσωσης και υπο- κέντρων διάσωσης 2.3.1. Για την συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της παραγράφου 2.2. τα μέρη, εξ` ιδίων ή σε συνεργασία με άλλα κράτη, θα εγκαταστήσουν κέντρα συντονισμού διάσωσης για τις υπηρεσίες τους έρευνας και διάσωσης καθώς και υπο-κέντρα διάσωσης καθόσον αυτά θεωρούνται αναγκαία. 2.3.2. Κάθε κέντρο συντονισμού διάσωσης και υπο- κέντρο διάσωσης συγκροτούμενο σύμφωνα με την παράγραφο 2.3.1. θα διευθετεί την λήψη των σημάτων κινδύνου προερχομένων από την περιοχή του, εντός της έρευνας και διάσωσης. Κάθε τέτοιο κέντρο επίσης θα ρυθμίζει τις επικοινωνίες με τα κινδυνεύοντα άτομα με τα μέσα έρευνας και διάσωσης καθώς και με τα άλλα κέντρα συντονισμού διάσωσης ή υποκέντρα διάσωσης. 2.3.3. Κάθε κέντρο συντονισμού διάσωσης θα λειτουργεί σε 24ωρη βάση και θα είναι συνεχώς επανδρωμένο με εκπαιδευμένο προσωπικό που έχει καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας. 2.4. Συντονισμός με τις αεροναυτικές υπηρεσίες 2.4.1. Τα μέρη θα εξασφαλίσουν τον καλύτερο δυνατό συντονισμό μεταξύ των ναυτικών και αεροναυτικών υπηρεσιών, έτσι ώστε να παρέχουν τις αποτελεσματικότερες και αποδοτικότερες υπηρεσίες έρευνας και διάσωσης εντός και πάνω από τις περιοχές τους έρευνας και διάσωσης. 2.4.2. Οποτεδήποτε είναι πρακτικά δυνατό, κάθε μέρος θα πρέπει να ιδρύσει ενιαία κέντρα συντονισμού διάσωσης και υπο-κέντρα διάσωσης για την εξυπηρέτηση των ναυτικών και αεροναυτικών σκοπών. 2.4.3. Όταν ιδρύονται ξεχωριστά ναυτικά και αεροναυτικά κέντρα συντονισμού ή υπο-κέντρα διάσωσης προς εξυπηρέτηση της ίδιας περιοχής, το ενδιαφερόμενο μέρος θα μεριμνήσει για τον όσο το δυνατόν καλύτερο συντονισμό, μεταξύ των κέντρων ή υποκέντρων. 11

2.4.4. Τα μέρη θα εξασφαλίσουν την χρήση κοινών διαδικασιών, όσο είναι αυτό δυνατόν, για τις μονάδες έρευνας και διάσωσης, που επιλέχθηκαν για ναυτικούς σκοπούς και εκείνων που επιλέχθηκαν για αεροναυτικούς σκοπούς. 2.5. Περιγραφή των ευκολιών έρευνας και διάσωσης Τα μέρη θα προσδιορίσουν όλες τις κατάλληλες ευκολίες που είναι ικανές να λάβουν μέρος σε επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης και μπορούν να επιλέξουν κατάλληλες ευκολίες σαν μονάδες έρευνας και διάσωσης. 2.6. Εξοπλισμός των μονάδων έρευνας και διάσωσης 2.6.1. Κάθε μονάδα έρευνας και διάσωσης θα εφοδιάζεται με τον απαραίτητο εξοπλισμό για το έργο της. 2.6.2. Κιβώτια και συσκευασίες που περιέχουν εξοπλισμό επιβίωσης για ρίψη στους ναυαγούς θα πρέπει να επιδεικνύουν την γενική φύση του περιεχομένου τους με σύμβολα σύμφωνα με τα πρότυπα που υιοθετήθηκαν από τον Οργανισμό. Κεφάλαιο 3 : Συνεργασία μεταξύ κρατών 3.1. Συνεργασία μεταξύ των κρατών 3.1.1. Τα μέρη θα συντονίσουν τις υπηρεσίες έρευνας και διάσωσής τους και όποτε είναι αναγκαίο θα πρέπει να συντονίσουν τις επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης μ` εκείνες των γειτονικών κρατών. 3.1.2. Εκτός αν συμφωνηθεί διαφορετικά μεταξύ των ενδιαφερομένων κρατών, ένα μέρος θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί, σύμφωνα με τους εφαρμοστέους εθνικούς νόμους, κανόνες και κανονισμούς την άμεση είσοδο εντός ή υπεράνω της χωρικής θάλασσας ή του εδάφους του, των μονάδων διάσωσης άλλων μερών αποκλειστικά και μόνο για τον σκοπό έρευνας της θέσης των ναυτικών ατυχημάτων και για τη διάσωση των ναυαγών από αυτά τα ατυχήματα. Σε τέτοιες περιπτώσεις οι επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης θα συντονίζονται, όσο είναι πρακτικά δυνατό, από το αρμόδιο κέντρο συντονισμού διάσωσης του μέρους το οποίο ενέκρινε την είσοδο ή από άλλη αρμόδια αρχή η οποία έχει ορισθεί από το μέρος αυτό. 3.1.3. Εκτός αν συμφωνηθεί διαφορετικά μεταξύ των ενδιαφερομένων κρατών, οι αρχές ενός μέρους το οποίο επιθυμεί οι μονάδες διάσωσής του να εισέλθουν εντός και υπεράνω της χωρικής θάλασσας ή του εδάφους ενός άλλου μέρους με αποκλειστικό σκοπό την έρευνα του στίγματος των ναυτικών ατυχημάτων και την διάσωση των επιζώντων απ` αυτά τα ατυχήματα, θα διαβιβάζουν το αίτημα, δίνοντας πλήρη στοιχεία για την αποστολή που έχει σχεδιασθεί και για τους λόγους που είναι αναγκαία, προς το κέντρο συντονισμού διάσωσης του άλλου μέρους ή σε άλλη τέτοια Αρχή, η οποία έχει ορισθεί από το μέρος αυτό. 3.1.4. Οι υπεύθυνες αρχές των μερών θα:.1 γνωρίζουν άμεσα την λήψη ενός τέτοιου αιτήματος και.2 υποδεικνύουν, όσο το δυνατόν συντομότερα, τις συνθήκες αν υπάρχουν με βάση τις οποίες η αποστολή που έχει σχεδιασθεί μπορεί ν` αναληφθεί 3.1.5. Τα μέρη πρέπει να συνάπτουν συμφωνίες με τα γειτονικά κράτη διατυπώνοντας τους όρους εισόδου των μονάδων διάσωσης του ενός εντός ή υπεράνω από τα αντίστοιχα χωρικά ύδατα ή το έδαφος του άλλου. Τέτοιες συμφωνίες θα πρέπει επίσης να προβλέπουν την άμεση είσοδο των μονάδων αυτών με τις ελάχιστες δυνατές διατυπώσεις. 3.1.6. Κάθε μέρος θα πρέπει να εξουσιοδοτεί τα κέντρα συντονισμού διάσωσής του:.1 να ζητούν από τα άλλα κέντρα συντονισμού διάσωσης τόση βοήθεια όση χρειάζεται συμπεριλαμβανομένων των πλοίων, αεροσκαφών, προσωπικού ή εφοδίων.2 να χορηγούν κάθε αναγκαία άδεια για την είσοδο των πλοίων, αεροσκαφών, προσωπικού ή εφοδίων εντός ή υπεράνω της χωρικής θάλασσας ή του εδάφους του και.3 να προβαίνουν στις απαραίτητες ρυθμίσεις με τις αρμόδιες τελωνειακές, μεταναστευτικές, υγειονομικές ή άλλες αρχές με σκοπό την επίσπευση της εισόδου αυτής. 12

3.1.7. Κάθε μέρος θα εξασφαλίζει ότι τα δικά του κέντρα συντονισμού διάσωσης, όταν απαιτηθεί, θα παρέχουν βοήθεια στα άλλα κέντρα συντονισμού διάσωσης περιλαμβάνοντας στην βοήθεια, πλοία, αεροσκάφη, προσωπικό ή εξοπλισμό. 3.1.8. Τα μέρη πρέπει να συνάπτουν συμφωνίες με τα άλλα κράτη, όπου αυτό είναι απαραίτητο, για την καλύτερη συνεργασία και συντονισμό της έρευνας και διάσωσης. Τα μέρη θα εξουσιοδοτούν την υπεύθυνη αρχή τους προκειμένου να αναπτύξουν επιχειρησιακά σχέδια και ρυθμίσεις με τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών για την συνεργασία και συντονισμό της έρευνας και διάσωσης. Κεφάλαιο 4 : Επιχειρησιακές διαδικασίες 4.1. Προπαρασκευαστικά μέτρα 4.1.1. Κάθε κέντρο συντονισμού διάσωσης και υπο-κέντρο διάσωσης θα έχει διαθέσιμες τις πιο πρόσφατες πληροφορίες, ειδικότερα αυτές που αφορούν τις ευκολίες έρευνας και διάσωσης και τις διαθέσιμες επικοινωνίες για τις επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης στην περιοχή του. 4.1.2. Κάθε κέντρο συντονισμού διάσωσης και υπο-κέντρο διάσωσης θα πρέπει να έχει άμεση πρόσβαση σε πληροφορίες που αφορούν το στίγμα, την πορεία, την ταχύτητα των πλοίων που κινούνται εντός της περιοχής του, καθώς και τον τρόπο επικοινωνίας μ` αυτά, τα οποία ενδεχόμενα μπορούν να παρέξουν βοήθεια σε άτομα, πλοία ή άλλα σκάφη που κινδυνεύουν στην θάλασσα. Οι πληροφορίες αυτές πρέπει είτε να τηρούνται στο κέντρο συντονισμού διάσωσης ή να αποκτώνται εύκολα, όταν απαιτηθεί. 4.1.3. Κάθε κέντρο συντονισμού διάσωσης και υπο-κέντρο διάσωσης θα καταρτίσει λεπτομερή επιχειρησιακά σχέδια για την διεξαγωγή των επιχειρήσεων έρευνας και διάσωσης. Όταν είναι απαραίτητο, τα σχέδια αυτά θα καταρτίζονται από κοινού με τους εκπροσώπους αυτών που ενδεχομένως θα βοηθήσουν τις υπηρεσίες έρευνας και διάσωσης ή αυτών που ωφελούνται αυτών των υπηρεσιών. 4.1.4. Τα κέντρα συντονισμού διάσωσης ή υπο-κέντρα θα ενημερώνονται για την κατάσταση ετοιμότητας των μονάδων έρευνας και διάσωσης. 4.2. Πληροφορίες σχετικές με έκτακτες ανάγκες 4.2.1. Τα μέρη θα εξασφαλίσουν, είτε σε ατομική βάση είτε σε συνεργασία με άλλα κράτη την 24ωρη ικανότητά τους για ταχεία και αξιόπιστη λήψη των σημάτων κινδύνου από τον εξοπλισμό που διατίθεται για αυτόν τον σκοπό, εντός των περιοχών έρευνας και διάσωσης. Οποιοσδήποτε σταθμός επιφυλακής που λαμβάνει ένα σήμα κινδύνου θα:.1 αναμεταδίδει άμεσα το σήμα στο αρμόδιο κέντρο συντονισμού διάσωσης ή υποκέντρο και θα βοηθά, αν αυτό είναι αναγκαίο, τις επικοινωνίες έρευνας και διάσωσης και.2 γνωρίζει λήψη του σήματος, αν αυτό είναι εφικτό. 4.2.2. Τα μέρη, όπου αυτό είναι απαραίτητο, θα εξασφαλίσουν ότι γίνονται ουσιαστικές ρυθμίσεις για την καταγραφή του επικοινωνιακού εξοπλισμού και για την ανταπόκριση σε καταστάσεις ανάγκης έτσι ώστε κάθε κέντρο συντονισμού διάσωσης ή υπο-κέντρο να έχει ταχεία πρόσβαση στις σχετικές καταγεγραμμένες πληροφορίες. 4.2.3. Οποιαδήποτε αρχή ή υπηρεσία έρευνας και διάσωσης έχει λόγο να πιστεύει ότι άτομο, πλοίο ή άλλο σκάφος βρίσκεται σε κατάσταση ανάγκης θα διαβιβάζει όσο το δυνατό ταχύτερα, στο υπεύθυνο κέντρο συντονισμού διάσωσης ή υπο-κέντρο διάσωσης όλες τις σχετικές πληροφορίες. 4.2.4. Τα κέντρα συντονισμού διάσωσης και υπο-κέντρα διάσωσης αμέσως μόλις λάβουν πληροφορίες ότι άτομο, πλοίο ή άλλο σκάφος βρίσκεται σε κατάσταση ανάγκης θα εκτιμούν αυτές τις πληροφορίες και θα καθορίζουν την κατάσταση ανάγκης και την έκταση των απαιτούμενων επιχειρήσεων σύμφωνα με την παράγραφο 4.4. 4.3. Αρχική ενέργεια Οποιαδήποτε μονάδα έρευνας και διάσωσης δεχθεί πληροφορίες για ένα περιστατικό κινδύνου αρχικά θα προβεί σε άμεσες ενέργειες εάν φυσικά είναι σε θέση να βοηθήσει, και σε κάθε περίπτωση χωρίς καθυστέρηση θα ενημερώσει το κέντρο διάσωσης ή υπο-κέντρο διάσωσης στην περιοχή του οποίου έχει 13

αναφερθεί το συμβάν. 4.4. Φάσεις κατάστασης ανάγκης Προς υποβοήθηση του καθορισμού των αναγκαίων επιχειρησιακών διαδικασιών οι καταστάσεις ανάγκης θα διαχωρίζονται από το ενδιαφερόμενο κέντρο συντονισμού διάσωσης ή υπο-κέντρο διάσωσης ως ακολούθως: 4.4.1 Φάση αβεβαιότητας.1 Αναφορά για αγνοούμενο άτομο ή καθυστερημένο πλοίο ή άλλο σκάφος ή.2 Αναφορά για άτομο, πλοίο ή άλλο σκάφος που απέτυχε να αναφέρει την θέση του ή την ασφάλειά του 4.4.2 Φάση κινητοποίησης.1 Όταν, μετά την φάση αβεβαιότητας, οι προσπάθειες για επίτευξη επικοινωνίας με άτομο, πλοίο ή άλλο σκάφος ήταν ανεπιτυχείς και οι έρευνες που έγιναν προς άλλες σχετικές υπηρεσίες απέβησαν άκαρπες ή.2 Όταν έχουν ληφθεί πληροφορίες που δείχνουν ότι πλοίο ή άλλο σκάφος έχει περιέλθει σε κατάσταση περιορισμένης επιχειρησιακής ικανότητας αποκλείοντας το ενδεχόμενο να έχει περιπέσει σε κατάσταση κινδύνου. 4.4.3 Φάση κινδύνου.1 Όταν λαμβάνονται θετικές (σαφείς) πληροφορίες ότι ένα άτομο, πλοίο ή άλλο σκάφος βρίσκεται σε κίνδυνο και έχει ανάγκη άμεσης βοήθειας ή.2 Όταν, μετά την φάση κινητοποίησης περαιτέρω ανεπιτυχείς προσπάθειες προς επίτευξη επικοινωνίας με το άτομο, πλοίο ή άλλο σκάφος και οι άκαρπες εκτεταμένες έρευνες κατατείνουν στην πιθανότητα η κατάσταση κινδύνου να υπάρχει ή.3 Όταν λαμβάνονται πληροφορίες που δείχνουν ότι πλοίο ή άλλο σκάφος έχει περιέλθει σε κατάσταση περιορισμένης επιχειρησιακής ικανότητας με πιθανό το ενδεχόμενο να περιπέσει σε κατάσταση κινδύνου. 4.5. Διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται από τα κέντρα συντονισμού διάσωσης και υποκέντρα διάσωσης κατά την διάρκεια των φάσεων έκτακτης ανάγκης 4.5.1. Με την έναρξη κήρυξης της φάσης αβεβαιότητας το κέντρο συντονισμού διάσωσης ή υποκέντρο διάσωσης, ανάλογα, θα αρχίσει έρευνες προσδιορισμού της ασφάλειας του ατόμου, πλοίου ή άλλου σκάφους ή θα κηρύξει την φάση κινητοποίησης. 4.5.2. Με την κήρυξη της φάσης κινητοποίησης το κέντρο συντονισμού διάσωσης ή το υπο-κέντρο διάσωσης, ανάλογα, θα επεκτείνει τις έρευνες για το αγνοούμενο άτομο, πλοίο ή άλλο σκάφος κινητοποιώντας τις αρμόδιες υπηρεσίες έρευνας και διάσωσης και θα προβαίνει στις ενδεδειγμένες ενέργειες σε συνάρτηση με τις περιστάσεις του συγκεκριμένου συμβάντος. 4.5.3. Με την κήρυξη της φάσης κινδύνου το κέντρο συντονισμού διάσωσης ή το υπο-κέντρο διάσωσης, ανάλογα θα ενεργήσει σύμφωνα με τα προκαθορισμένα επιχειρησιακά σχέδια που περιγράφονται στην παράγραφο 4.1. 4.5.4. Έναρξη των επιχειρήσεων έρευνας και διάσωσης για αντικείμενο του οποίου η θέση είναι άγνωστη Σε περίπτωση που κηρυχθεί η φάση έκτακτης ανάγκης για έρευνα αντί κειμένου του οποίου η θέση είναι άγνωστη θα εφαρμόζονται τα παρακάτω..1 Όταν υπάρχει κατάσταση ανάγκης, το κέντρο συντονισμού διάσωσης ή υποκέντρο διάσωσης, εκτός εάν είναι γνωστό ότι άλλα κέντρα έχουν προβεί σε ενέργειες, θα αναλάβει την ευθύνη έναρξης των απαραίτητων ενεργειών και θα συνεννοηθεί με τα άλλα κέντρα ως προς τον καθορισμό ενός κέντρου που θα αναλάβει περαιτέρω τον συντονισμό..2 Αν δεν έχει αποφασισθεί διαφορετικά με συμφωνία μεταξύ των ενδιαφερομένων κέντρων, το κέντρο που θα ορισθεί θα είναι το υπεύθυνο κέντρο στην περιοχή του οποίου εντοπίσθηκε το αντικείμενο έρευνας κατά την τελευταία αναφορά και 14

.3 Μετά την κήρυξη της φάσης κινδύνου το κέντρο που συντονίζει τις επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης θα ενημερώσει, αν αυτό είναι απαραίτητο, τα άλλα κέντρα για όλες τις πτυχές της έκτακτης ανάγκης και την μετέπειτα εξέλιξη του συμβάντος. 4.5.5. Διαβίβαση πληροφοριών σε άτομα, πλοία ή άλλα σκάφη για τα οποία έχει κηρυχθεί η φάση έκτακτης ανάγκης Οποτεδήποτε είναι δυνατό το αρμόδιο για τις επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης κέντρο συντονισμού διάσωσης ή υπο-κέντρο διάσωσης, θα διαβιβάζει στο άτομο, πλοίο ή άλλο σκάφος για το οποίο έχει κηρυχθεί η φάση έκτακτης ανάγκης, τις σχετικές πληροφορίες για τις δράσεις έρευνας και διάσωσης που έχουν αναληφθεί. 4.6. Συντονισμός σε περίπτωση που εμπλέκονται δύο ή περισσότερα μέρη Σε επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης που εμπλέκονται περισσότερα από ένα μέρη, κάθε μέρος, όταν του ζητηθεί αυτό από το κέντρο συντονισμού διάσωσης της περιοχής, θα προβεί στις αναγκαίες ενέργειες σύμφωνα με τα σχέδια της επιχείρησης που αναφέρονται στην παράγραφο 4.1. 4.7. Συντονισμός ενεργειών έρευνας και διάσωσης στο χώρο του ατυχήματος 4.7.1. Οι ενέργειες των μονάδων έρευνας και διάσωσης και άλλων ευκολιών που εμπλέκονται στις επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης θα συντονίζονται στο χώρο του ατυχήματος για την εξασφάλιση των πλέον ουσιαστικών αποτελεσμάτων 4.7.2. Όταν το κέντρο συντονισμού διάσωσης ή υποκέντρο διάσωσης θεωρεί αναγκαία την εμπλοκή πολλών μονάδων, ως συντονιστής στο χώρο ατυχήματος θα πρέπει να ορισθεί το ικανότερο άτομο, όσο το δυνατόν νωρίτερα και κατά προτίμηση πριν την άφιξη των μονάδων στην καθορισμένη περιοχή της επιχείρησης. Στον συντονιστή του χώρου ατυχήματος θα ανατίθενται συγκεκριμένες ευθύνες λαμβάνοντας υπόψη τις ικανότητές του και τις επιχειρησιακές απαιτήσεις. 4.7.3. Εάν δεν υπάρχει αρμόδιο κέντρο συντονισμού διάσωσης ή για οποιοδήποτε λόγο το υπεύθυνο κέντρο συντονισμού διάσωσης δεν είναι ικανό να συντονίσει την αποστολή της έρευνας και διάσωσης τα εμπλεκόμενα μέσα θα πρέπει να ορίσουν με κοινή συμφωνία έναν Συντονιστή χώρου του ατυχήματος. 4.8. Τερματισμός και αναβολή των επιχειρήσεων έρευνας και διάσωσης 4.8.1. Οι επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης θα συνεχίζονται, εάν αυτό είναι εφικτό, μέχρις ότου εκλείψουν όλες οι λογικές ελπίδες για διάσωση των επιζώντων. 4.8.2. Κανονικά το υπεύθυνο κέντρο συντονισμού διάσωσης ή το ενδιαφερόμενο υπο-κέντρο διάσωσης θα αποφασίζει πότε θα διακοπούν οι επιχειρήσεις έρευνας κα διάσωσης. Εάν δεν υπάρχει κέντρο συντονισμού των επιχειρήσεων ο συντονιστής στον χώρο ατυχήματος μπορεί να λάβει αυτή την απόφαση. 4.8.3. Όταν ένα κέντρο συντονισμού διάσωσης ή υπό-κεντρο διάσωσης θεωρεί, με βάση αξιόπιστες πληροφορίες, ότι η επιχείρηση έρευνας και διάσωσης είναι επιτυχής ή ότι η κατάσταση έκτακτης ανάγκης παύει να ισχύει, η επιχείρηση έρευνας και διάσωσης θα περατώνεται και παράλληλα θα ενημερώνεται η αρχή, μέσα ή υπηρεσία η οποία έχει ενεργοποιηθεί ή ειδοποιηθεί. 4.8.4. Εάν μία επιχείρηση έρευνας και διάσωσης στο χώρο ατυχήματος γίνει ανέφικτη και το κέντρο συντονισμού διάσωσης ή υπο-κέντρο διάσωσης συμπεραίνει ότι ενδέχεται να υπάρχουν επιζώντες, το κέντρο μπορεί προσωρινά να αναστείλει τις επί τόπου δραστηριότητες αναμένοντας τις νεώτερες εξελίξεις και παράλληλα θα ενημερώνει οποιαδήποτε αρχή, ευκολία ή υπηρεσία η οποία έχει ενεργοποιηθεί ή ειδοποιηθεί. Οι μετέπειτα λαμβανόμενες πληροφορίες θα αξιολογούνται και οι επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης θα επαναρχίζουν όταν αυτό κρίνεται δικαιολογημένο βάσει αυτών των πληροφοριών. Κεφάλαιο 5: Συστήματα αναφοράς πλοίου 5.1. Γενικά. 5.1.1. Τα συστήματα αναφοράς πλοίων θα καθιερώνονται είτε ατομικά από τα μέρη ή σε συνεργασία με άλλα Κράτη, όπου αυτό θεωρείται αναγκαίο, για να διευκολύνουν τις επιχειρήσεις έρευνας και 15

διάσωσης. 5.1.2. Τα μέρη τα οποία σχεδιάζουν την καθιέρωση ενός συστήματος αναφοράς πλοίων θα πρέπει να λάβουν υπόψη τις σχετικές συστάσεις του Οργανισμού. Τα μέρη θα πρέπει επίσης να εξετάσουν, εάν τα υπάρχοντα συστήματα αναφοράς ή άλλες πηγές των δεδομένων θέσης του πλοίου μπορεί να παρέχουν επαρκείς πληροφορίες για την περιοχή και να αναζητούν την ελαχιστοποίηση μη αναγκαίων επιπρόσθετων αναφορών εκ μέρους των πλοίων, ή την ελαχιστοποίηση της ανάγκης για τα κέντρα συντονισμού διάσωσης να ελέγχουν με πολλαπλά συστήματα αναφοράς για τον καθορισμό της διαθεσιμότητας των πλοίων για παροχή βοήθειας στις επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης. 5.1.3. Το σύστημα αναφοράς πλοίου θα πρέπει να παρέχει ενημερωμένες και ενημερούμενες πληροφορίες για τις κινήσεις των πλοίων έτσι ώστε σε περίπτωση περιστατικού κινδύνου να:. 1 μειώνει τον χρόνο μεταξύ της απώλειας επαφής με το πλοίο και της έναρξης των επιχειρήσεων έρευνας και διάσωσης στις περιπτώσεις όπου δεν έχει ληφθεί σήμα κινδύνου..2 επιτρέπει τη γρήγορη αναγνώριση των πλοίων που μπορεί να κληθούν για να δώσουν βοήθεια,.3 επιτρέπει την οριοθέτηση μιας περιοχής έρευνας περιορισμένης έκτασης, στην περίπτωση που η θέση ατόμου, πλοίου ή άλλου σκάφους σε κίνδυνο είναι άγνωστη ή αβέβαιη και.4 διευκολύνει την παροχή άμεσης ιατρικής βοήθειας ή συμβουλών. 5.2. Επιχειρησιακές απαιτήσεις 5.2.1. Τα συστήματα αναφοράς πλοίου θα πρέπει να ικανοποιούν τις ακόλουθες απαιτήσεις:.1 Παροχή πληροφοριών, στις οποίες θα περιέχονται σχέδια πλου και αναφορών στίγματος, που θα μπορούσαν να κάνουν δυνατό τον καθορισμό των τρεχουσών και μελλοντικών θέσεων των πλοίων που συμμετέχουν..2 Διατήρηση υποτύπωσης των πλοίων..3 Λήψη αναφορών σε κανονικά χρονικά διαστήματα από τα πλοία που συμμετέχουν..4 Απλότητα στη σχεδίαση και εφαρμογή του συστήματος και.5 Χρήση ενός διεθνώς συμφωνημένου πρότυπου τύπου αναφοράς πλοίων και διαδικασιών. 5.3. Τύποι αναφορών 3 5.3.1. Ένα σύστημα αναφοράς πλοίων πρέπει να περιλαμβάνει τους παρακάτω τύπους αναφορών πλοίου σύμφωνα με τις συστάσεις του Οργανισμού:.1 Σχέδιο πλου.2 Αναφορά θέσης και.3 Τελική αναφορά 5.4. Χρήση συστημάτων 5.4.1. Τα Μέρη θα πρέπει να ενθαρρύνουν όλα τα πλοία να αναφέρουν τις θέσεις τους όταν ταξιδεύουν σε περιοχές όπου έχουν γίνει ρυθμίσεις για συλλογή πληροφοριών θέσεων για τους σκοπούς έρευνας και διάσωσης. 5.4.2. Τα μέρη που καταγράφουν πληροφορίες για τη θέση των πλοίων θα πρέπει να διασπείρουν όσο είναι πρακτικά δυνατό τις πληροφορίες αυτές σ` άλλα κράτη, όταν τους ζητηθεί για σκοπούς έρευνας και διάσωσης. 3 Όπως διευκρινίζονται στην Απόφαση Α.851 (20): γενικές αρχές για τα συστήματα αναφορών και τις απαιτήσεις αναφορών των πλοίων, συμπεριλαμβανομένων οδηγιών για την αναφορά περιστατικών που αφορούν επικίνδυνα προϊόντα, επιβλαβείς ουσίες και / ή θαλάσσιους ρύπους. 16

Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας Υιοθετήθηκε στο Montego Bay της Τζαμάϊκα στις 10.12.1982 Έναρξη ισχύος: 16.11.1994 σύμφωνα με το άρθρο 308 Κείμενο: United Nations Treaty Series, vol. 1833, p. 3 [όπως κυρώθηκε με το Ν. 2321/1995: Κύρωση της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας και της Συμφωνίας που αφορά την εφαρμογή του Μέρους ΧΙ της Σύμβασης (ΦΕΚ 136, τ. Α )] Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή: Άρθρο πρώτο.- Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, η οποία υπογράφηκε στο Μοντέγκο Μπαίυ την 10η Δεκεμβρίου 1982, καθώς και η Συμφωνία η σχετική με την εφαρμογή του μέρους XI της Σύμβασης που υπογράφηκε στη Νέα Υόρκη την 28η Ιουλίου 1994, των οποίων τα κείμενα σε πρωτότυπο στην αγγλική γλώσσα και σε μετάφραση στην ελληνική έχουν ως εξής: ΣΥΜΒΑΣΗ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ Τα κράτη μέρη στην παρούσα Σύμβαση, Παρακινούμενα από την επιθυμία να διευθετήσουν, σε πνεύμα αμοιβαίας κατανόησης και συνεργασίας όλα τα θέματα που σχετίζονται με το δίκαιο της θάλασσας και έχοντας επίγνωση της ιστορικής σημασίας της παρούσας Σύμβασης ως μιας σημαντικής συμβολής στη διατήρηση της ειρήνης της δικαιοσύνης και της προόδου για όλους τους λαούς της ανθρωπότητας, Επισημαίνοντας ότι οι εξελίξεις μετά τις Συνδιασκέψεις των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας που έλαβαν χώρα στη Γενεύη το 1958 και το 1960, κατέστησαν εντονότερη την ανάγκη για μία νέα και γενικά αποδεκτή Σύμβαση για το δίκαιο της θάλασσας, Έχοντας επίγνωση ότι τα προβλήματα του ωκεάνειου χώρου είναι στενά συνυφασμένα μεταξύ τους και πρέπει να εξετάζονται στο σύνολο τους, Αναγνωρίζοντας την ανάγκη εγκαθίδρυσης μέσω της παρούσας Σύμβασης, και λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την κυριαρχία όλων των κρατών, έννομης τάξης σχετικά με τις θάλασσες και τους ωκεανούς η οποία θα διευκολύνει την διεθνή επικοινωνία και θα προαγάγει τις ειρηνικές χρήσεις των θαλασσών και ωκεανών, τη δίκαιη και αποτελεσματική χρησιμοποίηση των πόρων τους, τη διατήρηση των ζωντανών πλουτοπαραγωγικών πόρων τους και την μελέτη, προστασία και διαφύλαξη του θαλάσσιου περιβάλλοντος Έχοντας υπόψη ότι η επίτευξη αυτών των στόχων θα συμβάλλει στην υλοποίηση μιας δίκαιης και ισόνομης διεθνούς οικονομικής τάξης η οποία θα λαμβάνει υπόψη τα συμφέροντα και τις ανάγκες όλης της ανθρωπότητας και ιδιαίτερα τα ειδικά συμφέροντα και ανάγκες των αναπτυσσόμενων χωρών, είτε αυτά είναι παράκτια είτε δεν έχουν ακτές. Επιθυμώντας με την παρούσα Σύμβαση να αναπτύξουν τις αρχές που διαλαμβάνονται στην Απόφαση 2749 (XXV) της 17ης Δεκεμβρίου 1970, στην οποία η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών επίσημα διακήρυξε μεταξύ άλλων ότι η περιοχή θαλάσσιου και ωκεάνιου βυθού και το υπέδαφος των, πέρα από τα όρια εθνικής δικαιοδοσίας, καθώς και οι πόροι αυτής, αποτελούν κοινή κληρονομιά της ανθρωπότητας, και ότι η εξερεύνηση και εκμετάλλευση αυτών θα πραγματοποιούνται για το καλό όλης της ανθρωπότητας, ανεξάρτητα απ' την γεωγραφική θέση των κρατών, Θεωρώντας ότι η κωδικοποίηση και προοδευτική ανάπτυξη του δικαίου της θάλασσας που επιτεύχθηκε στην παρούσα Σύμβαση θα συμβάλλει στην ενίσχυση της ειρήνης, της ασφάλειας, της συνεργασίας και των φιλικών σχέσεων μεταξύ όλων των εθνών, σύμφωνα με τις αρχές της δικαιοσύνης και των ίσων δικαιωμάτων, και θα προαγάγει την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη όλων των λαών της υφηλίου, σύμ 17