ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΑΤΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ /νση: Λ. Συγγρού 15 17 Τ.Κ.: 117 43 Αθήνα Τηλ.: 213 20 63 776 213 20 63 537 Συνεδρίαση 18 η Απόφαση υπ αριθµ. 345/2011 Στην Αθήνα, σήµερα στις 20/05/2011, ηµέρα ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ και ώρα 12:00, στο Κατάστηµα της Περιφέρειας Αττικής, συνήλθε σε τακτική συνεδρίαση η Οικονοµική Επιτροπή, ύστερα από πρόσκληση της Προέδρου της, που κοινοποιήθηκε νόµιµα στα µέλη της, στις 18/05/2011 Θέµα 5 ο Εισήγηση σχετικά µε την έγκριση ή µη της ασκηθείσας µε αρ. καταθ. 261/06-05-2011 αίτησης απευθυνόµενης ενώπιον του Συµβουλίου της Επικρατείας για την αναίρεση της 2136/2010 απόφασης του 16 ου Τριµελούς ιοικητικού Εφετείου Αθηνών που εκδόθηκε επί προσφυγής του Ν.Π.Ι.. µε την επωνυµία «Οικοδοµικός Συνεταιρισµός Ο ΑΓΙΟΣ ΣΠΥΡΙ ΩΝ Συν.Π.Ε.». Παρόντες: Η Πρόεδρος της Οικονοµικής Επιτροπής, κα Βασιλάκου Λιλίκα Τα τακτικά µέλη της Οικονοµικής Επιτροπής κ.κ.: Βουδούρης Παναγιώτης Βασιλάκης Μιχαήλ Αγγελόπουλος Παναγιώτης Κανελλάκης Κωνσταντίνος Μαριδάκης Στυλιανός Σπυρίδων Σπυρίδων Ζαφειρίου Ελένη Τα αναπληρωµατικά µέλη της Οικονοµικής Επιτροπής: Προµπονάς Ιάκωβος Γιοµπαζολιάς Γεράσιµος Καραθάνος Χαράλαµπος Απόντες: Τα τακτικά µέλη της Οικονοµικής Επιτροπής: Μπάστας Κωνσταντίνος Κουρούσης Χρήστος Γεωργιάδης Σπυρίδων-Άδωνις Χρέη Γραµµατέα της Οικονοµικής Επιτροπής εκτελεί η υπάλληλος της Περιφέρειας κα Τρουλάκη Άννα. Αφού διαπιστώθηκε απαρτία, η Πρόεδρος της Επιτροπής, κα Βασιλάκου Λιλίκα, δίνει τον λόγο στην κα. Σκουλά, η οποία ενηµερώνει τα µέλη της Οικονοµικής Επιτροπής για τα εξής: Ο ανωτέρω Οικοδοµικός Συνεταιρισµός είχε ασκήσει κατά της Νοµαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ανατολικής Αττικής την από 28-2-2006 προσφυγή του (αρ. καταχ. 66/2006) ενώπιον του ιοικητικού Εφετείου Αθηνών, όπως αυτή συµπληρώθηκε µε το από 6-7-2008 δικόγραφο προσθέτων λόγων (αρ. καταχ. 50/2008), µε την οποία ζητούσε την ακύρωση της υπ αρ. 421/05/27-12-2005 απόφασης του Νοµάρχη Ανατολικής Αττικής. Με την προρρηθείσα απόφαση του Νοµάρχη Ανατολικής Αττικής είχε επιβληθεί σε βάρος του προσφεύγοντος πρόστιµο ύψους 25.000 σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 30 του Ν. 1650/1986, όπως τροποποιήθηκαν µε τις διατάξεις του Ν. 3010/2002 για παραβίαση διατάξεων της περιβαλλοντικής νοµοθεσίας και δη διότι εκτελούσε εργασίες κατασκευής έργων υποδοµής στο «ασαµάρι» Πικερµίου, άνευ των περιβαλλοντικών αδειοδοτήσεων και χωρίς να έχει γίνει οριοθέτηση - 1 -
των ρεµάτων. Η εν λόγω απόφαση εκδόθηκε ύστερα από την από 19-4-2004 έκθεση αυτοψίας της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος (ΕΥΕΠ) Τοµέα Νοτίου Ελλάδος, κατά την οποία διαπιστώθηκε ότι εκτελούνται έργα οδοποιίας, αγωγών οµβρίων και ακαθάρτων, καθώς και τα συνοδά αυτών, χωρίς να έχει προηγηθεί η περιβαλλοντική αδειοδότησή τους, την υπ αρ. 565/25-5- 2004 έκθεση ελέγχου της ίδιας Υπηρεσίας, την υπ αρ. οικ. 924/16-7-2004 πράξη βεβαίωσης παράβασης της ίδιας Υπηρεσίας µε την οποία βεβαιώνεται ότι το εν προκειµένω αναιρεσίβλητο εκτελούσε εργασίες κατασκευής υποδοµής στον οικισµό «Ο Άγιος Σπυρίδων» στη θέση «ασαµάρι» άνευ των απαιτουµένων από τις ισχύουσες διατάξεις περιβαλλοντικών αδειοδοτήσεων και την οικ. 932 /16-7-2004 εισήγηση της ΕΥΕΠ για την επιβολή προστίµου. Επί της ανωτέρω προσφυγής εκδόθηκε η ανωτέρω δικαστική απόφαση, µε την οποία αυτή έγινε δεκτή. Ειδικότερα µε την ανωτέρω απόφαση κρίθηκε ότι ναι µεν κατά τις διατάξεις του άρθρου 4 του Ν. 1650/1986 και τις διατάξεις των κατ εξουσιοδότηση αυτού ΚΥΑ, απαιτείται πριν από την εκτέλεση έργων που έχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον η έγκριση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, ύστερα από σχετική µελέτη και ότι µεταξύ των έργων αυτών περιλαµβάνονται και οι εργασίες πολεοδοµίας, πλην όµως οι διατάξεις αυτές δεν έχουν εφαρµογή κατά το στάδιο πραγµατοποίησης έργου πολεοδοµίας, όταν ο χώρος για τον οποίο προορίζεται το έργο έχει χαρακτηριστεί πριν από την ισχύ του Ν. 1650/1986 µε το γενικό πολεοδοµικό σχέδιο ή το εγκεκριµένο ρυµοτοµικό (πολεοδοµικό) σχέδιο, µε τα οποία (σχέδια) η θέση του έργου καθορίζεται κατά τρόπο οριστικό και δεσµευτικό για τη ιοίκηση, που οφείλει να θεωρεί δεδοµένη τη χωροθέτηση. Με το σκεπτικό αυτό κρίθηκε περαιτέρω ότι εφόσον στην προκειµένη περίπτωση το ρυµοτοµικό σχέδιο της ιδιοκτησίας του προσφεύγοντος στη θέση «ασαµάρι» της Κοινότητας Πικερµίου εγκρίθηκε πριν την ισχύ του Ν. 1650/1986 µε το Β /γµα από 10-6-1970 (ΦΕΚ 130 ) και καθορίστηκαν οι όροι και περιορισµοί δόµησης των οικοπέδων αυτών και η οικιστική καταλληλότητα από τη ιοίκηση, συνάγεται ότι οι εργασίες που υπολείπονται να εκτελεστούν για την ολοκλήρωση των έργων υποδοµής και οι οποίες διεκόπησαν προκειµένου να εγκριθούν οι απαιτούµενοι περιβαλλοντικοί όροι δεν συνιστούν κατά την έννοια των διατάξεων του Ν. 1650/1986 νέο έργο ή µετεγκατάσταση υφισταµένου και συνεπώς δεν έχουν εφαρµογή στην προκειµένη περίπτωση οι διατάξεις του εν λόγω άρθρου. Με δεδοµένο ότι η απόφαση αυτή επιδόθηκε την 08-03-2011 το Γραφείο µας άσκησε ήδη αίτηση αναίρεσης κατά της ανωτέρω δικαστικής απόφασης προκειµένου να µην απολεσθεί η προθεσµία άσκησής της και προς αποφυγήν τετελεσµένων γεγονότων. Σηµειώνουµε εν προκειµένω ότι ναι µεν στο άρθρο 53 του Π /τος 18/1989 ορίζεται ότι δεν επιτρέπεται η άσκηση αναίρεσης όταν το ποσό της διαφοράς που άγεται ενώπιον του Συµβουλίου της Επικρατείας είναι κατώτερο από σαράντα χιλιάδες (40.000) ευρώ, πλην όµως σύµφωνα µε το γ εδάφιο της διάταξης της παρ. 3 του άνω άρθρου, όπως αυτό ίσχυε κατά τον κρίσιµο (σύµφωνα µε το άρθρο 77 του ίδιου Π /τος) χρόνο δηµοσίευσης της ανωτέρω απόφασης ( 20-9-2010), ήτοι προ της τροποποίησής της µε το Ν. 3900/2010 (ΦΕΚ Α 213/17-12-2010) επιτρέπεται κατ εξαίρεση η άσκηση αίτησης µε αντικείµενο κατώτερο από το ανωτέρω ποσό, όταν υφίσταται αντίθεση της αναιρεσιβαλλοµένης αποφάσεως προς τη νοµολογία του Συµβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανώτατου δικαστηρίου ή προς άλλες αποφάσεις διοικητικών δικαστηρίων. Στην προκειµένη περίπτωση µε την υπ αρ. 11611/2009 αµετάκλητη απόφαση του 30 ου Μονοµελούς Τµήµατος του ιοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία έκρινε επί προσφυγής του ίδιου ως άνω Οικοδοµικού Συνεταιρισµού κατά της 20718/2015/3-1-2004 απόφασης της Νοµαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ανατολικής Αττικής, µε την οποία είχε επιβληθεί πρόστιµο 2.500 κατ εφαρµογή του Ν. 1650/1986, έχει κριθεί αντίθετα ότι απαιτείται σχετική µελέτης διευθέτησης του ρέµατος, που να συνοδεύεται από υδραυλική και περιβαλλοντική µελέτη. Ειδικότερα µε την προρρηθείσα υπ αρ. 20718/2015/3-1-2004 απόφαση της Νοµαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ανατολικής Αττικής, είχε επιβληθεί πρόστιµο 2.500 κατ εφαρµογή του Ν. 1650/1986, λόγω παραβίασης των ισχυουσών διατάξεων της περιβαλλοντικής νοµοθεσίας και ειδικότερα για µπάζωµα ρέµατος στη θέση ασαµάρι Πικερµίου, καθώς µετά από καταγγελία είχε διαπιστωθεί ότι είχε κατασκευαστεί αγωγός οµβρίων ανάµεσα στα ΟΤ 61 και 65 του εγκεκριµένου µε το Β /γµα 10/30-6-1970 (ΦΕΚ 130 /70) σχεδίου πόλεως στην έκταση του συνεταιρισµού «Άγιος Σπυρίδων» «Πικερµίου», κάθετα στο ρέµα που δεν είχε οριοθετηθεί, ούτε διευθετηθεί και είχε µπαζωθεί ανάντι, γεγονός που εµπόδιζε τη φυσική ροή του ρέµατος. Με την υπ αρ. 11611/2009 απορριπτική της ανωτέρω προσφυγής απόφαση του ιοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών κρίθηκε, σύµφωνα και µε πάγια νοµολογία του ΣτΕ 2873/2004, 2215/2002,1242/2008 κ.α.) ότι από τις διατάξεις του Ν. 1650/1986 (άρθρα 1, 18, 30 παρ. 1, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 του Ν. 3010/2002), της υπ αρ. 593888/3363/24/31-8-1988 (ΦΕΚ Β 638) ΚΥΑ, του άρθρου 5 του Ν. 3010/2002, µε το οποίο αντικαταστάθηκαν οι παρ. 1, 2 και 3 του - 2 -
άρθρου 6 του Ν. 880/1979, όπως η παράγραφος 3 συµπληρώθηκε από το άρθρο 6 παρ. 1 γ του Ν. 2052/1992 και του άρθρου 24 του Συντάγµατος, συνάγεται ότι το Κράτος υποχρεούται να διατηρεί τα πάσης φύσεως υδατορέµατα στη φυσική τους κατάσταση προς διασφάλιση της λειτουργίας τους ως οικοσυστηµάτων, επιτρεποµένης µόνο της εκτέλεσης των απολύτως αναγκαίων τεχνικών έργων διευθέτησης της κοίτης των πρανών τους προς διασφάλιση της ελεύθερης ροής των υδάτων, απαγορεύεται δε καταρχήν κάθε αλλοίωση της φυσικής κατάστασής τους. Κρίθηκε περαιτέρω ότι η ένταξή τους σε πολεοδοµική ρύθµιση είναι επιτρεπτή µόνο όταν τούτο επιβάλλουν οι ανάγκες ενός ευρύτερου πολεοδοµικού και µόνο εφόσον διασφαλίζεται η επιτέλεση της φυσικής τους λειτουργίας. Πρωταρχικός όρος για την ένταξη των ρεµάτων σε πολεοδοµική ρύθµιση είναι η προηγούµενη αποτύπωσή του και ο καθορισµός της οριογραµµής τους για το σύνολο του υδατορέµατος. Η οριοθέτηση γίνεται µε την επί τοπογραφικού υψοµετρικού διαγράµµατος αποτύπωση του ρέµατος σε κατάλληλη κλίµακα κατόπιν ειδικής µελέτης υδρογεωλογικής και υδραυλικής, η οποία πρέπει να λαµβάνει υπόψη και τη λειτουργία του ρέµατος ως οικοσυστήµατος, ενώ σε καµία περίπτωση η αποτύπωση δεν αφορά µόνο στην πραγµατική κατάσταση της κοίτης, η οποία ενδεχοµένως έχει διαµορφωθεί και από αυθαίρετες επιχώσεις ή άλλες επεµβάσεις (ΣτΕ 3849/2006, 2656/1999, 4654/1996). Με το σκεπτικό αυτό το ιοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών έκρινε ότι οποιαδήποτε παρέµβαση -κατασκευή έργων απαγωγής οµβρίων υδάτων σε θέσεις, όπου η φύση τα παροχετεύει (ρέµατα) αποτελεί έργο διευθέτησης του ρέµατος για την υλοποίηση της οποίας απαιτείται η σχετική µελέτης διευθέτησης του ρέµατος, που συνοδεύεται από υδραυλική και περιβαλλοντική µελέτη και ότι ως εκ τούτου ο Οικοδοµικός Συνεταιρισµός όφειλε να προβεί στις δέουσες ενέργειες προ της κατασκευής του εν θέµατι αγωγού οµβρίων υδάτων (ανάµεσα στα ΟΤ 61 και 65). Επίσης όπως έχει κριθεί από το Συµβούλιο της Επικρατείας πριν από την εκτέλεση οποιουδήποτε έργου εντός ή εκτός σχεδίου πόλεως απαιτείται ο καθορισµός των αναγκαίων περιβαλλοντικών όρων για την εναρµόνισή τους µε την αποστολή του ρέµατος, ενώ εάν κατά την ένταξη στο ρυµοτοµικό σχέδιο δεν έχει γίνει οριοθέτηση των ρεµάτων ναι µεν δεν µπορεί να ελεγχθεί παρεµπιπτόντως η παράλειψη οριοθέτησης των ρεµάτων αυτών, πλην όµως η αποτύπωσή τους στα οικεία διαγράµµατα έχει την έννοια ότι η κοίτη τους θα παραµείνει αδόµητη, δοθέντος ότι ο χώρος, τον οποίο καταλαµβάνει το ρέµα, µετά την οριοθέτησή του, δεν µπορεί να χαρακτηρισθεί ως οικοδοµήσιµος χώρος ή ως χώρος προοριζόµενος για την ανέγερση κοινωφελών κτιρίων, αλλά αποκλειστικώς ως κοινόχρηστος χώρος, αποκλειοµένης κάθε εργασίας επιχώσεως ή καλύψεως του ρέµατος, (βλ ΣτΕ 319/2002, 2890/2006, καθώς και ΕΘ 702/2008). Ενόψει των ανωτέρω ασκήσαµε την προρρηθείσα µε αρ. καταθ. 261/6-5-2011 αίτηση για την αναίρεση της 2136/2010 απόφαση του ιοικητικού Εφετείου Αθηνών Ειδικότερα όπως αναφέρουµε και στην ασκηθείσα αίτηση αναίρεσης µόνο το γεγονός της ένταξης στο ρυµοτοµικό σχέδιο της περιοχής και ο καθορισµός όρων και περιορισµός δόµησης προ του Ν. 1650/1986, δεν συνεπάγεται τη µη εφαρµογή του νόµου αυτού και την απαλλαγή της υποχρέωσης, προ της εκτέλεσης έργων υποδοµής, για λήψη της απαιτούµενης περιβαλλοντικής αδειοδότησης και οριοθέτησης των ρεµάτων. Από τις διατάξεις των άρθρων 24 παραγρ. 1 του Συντάγµατος, του ν. 1650/1986, (Α 160), του άρθρου 2 παρ. 3 του ν.δ. της 17-7/16-8-1923 "Περί σχεδίων πόλεων, κωµών και συνοικισµών του Κράτους και οικοδοµής αυτών" (Α 228) του άρθρου 18 του Κεφαλαίου ΙΙ του π.δ. της 3-4-1929 "Περί ΓΟΚ" (ΦΕΚ 155), το οποίο διατηρήθηκε σε ισχύ µε το άρθρο 31 παραγρ. 3 του ν. 1577/1985 (Α 210), του άρθρου 6 παρ. 1-3 του ν. 880/1979 (Α 58), όπως οι παράγραφοι αυτοί αντικαταστάθηκαν µε το άρθρο 5 του ν. 3010/2002 (Α 91) και του άρθρου 6 του Κτιριοδοµικού Κανονισµού [υπ αριθµ. 3046/304/30-1/3-2-1989 απόφαση Αναπληρωτού Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και ηµοσίων Εργων ( 59), ο οποίος έχει εκδοθεί επί τη βάσει του άρθρου 26 του ισχύοντος Γενικού Οικοδοµικού Κανονισµού (ν. 1577/1985)], προκύπτει ότι τα ρέµατα, ως στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος, αποτελούν αντικείµενο συνταγµατικής προστασίας (άρθρ. 24 Συντ.), η οποία αποβλέπει στην διατήρηση της φυσικής τους καταστάσεως και στην διασφάλιση της επιτελούµενης από αυτά λειτουργίας της απορροής των υδάτων. Ως εκ τούτου, όπως έχει κριθεί και νοµολογιακά, η ένταξη των ρεµάτων σε πολεοδοµική ρύθµιση είναι επιτρεπτή µόνον όταν επιβάλλεται από επιτακτικές ανάγκες ενός ευρύτερου πολεοδοµικού σχεδιασµού, βασισµένου σε όρους και προϋποθέσεις που διασφαλίζουν την ανεµπόδιστη επιτέλεση της φυσικής τους λειτουργίας. Πρωταρχικός όρος για την ένταξη ρέµατος σε πολεοδοµική ρύθµιση είναι η προηγουµένη αποτύπωση και ο καθορισµός της οριογραµµής του σύµφωνα µε την διαδικασία, την οποία διαγράφουν οι προπαρατεθείσες διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 880/1979 (ως ισχύει), κατά τρόπον ώστε η µελετωµένη πολεοδοµική επέµβαση να γίνεται εν όψει της υπάρξεως του ρέµατος και της επιτελουµένης από αυτό λειτουργίας. Όταν υπάρχει ρέµα οφείλει η ιοίκηση, πριν προβεί στην - 3 -
πολεοδοµική ρύθµιση, να σταθµίσει τις επιπτώσεις της εντάξεως στο ευρύτερο περιβάλλον, µε το οποίο συνδέεται οργανικά το ρέµα και να καθορίσει τους αναγκαίους περιβαλλοντικούς όρους για την εναρµόνιση της πολεοδοµικής ρυθµίσεως µε την αποστολή του ρέµατος, σύµφωνα µε τις ανωτέρω διατάξεις του ν. 1650/1986. Ακόµη, από το γεγονός ότι το Σύνταγµα προστατεύει το φυσικό περιβάλλον αβιάστως συνάγεται ότι ο χώρος, τον οποίο καταλαµβάνει το ρέµα, µετά την κατά τα ανωτέρω οριοθέτησή του, δεν µπορεί να χαρακτηρισθεί ως οικοδοµήσιµος χώρος ή ως χώρος προοριζόµενος για την ανέγερση κοινωφελών κτιρίων, αλλά αποκλειστικώς ως κοινόχρηστος χώρος, αποκλειοµένης κάθε εργασίας επιχώσεως ή καλύψεως του ρέµατος. Η εκτέλεση των απολύτως αναγκαίων τεχνικών έργων για την διευθέτηση της κοίτης και των πρανών του ρέµατος δεν επιτρέπεται, παρά µόνον για την διασφάλιση της ελευθέρας ροής των υδάτων. Συνεπώς οποιαδήποτε παρέµβαση -κατασκευή έργων απαγωγής οµβρίων υδάτων σε θέσεις, όπου η φύση τα παροχετεύει (ρέµατα) αποτελεί έργο διευθέτησης του ρέµατος για την υλοποίηση της οποίας απαιτείται η σχετική µελέτης διευθέτησης του ρέµατος, που συνοδεύεται από υδραυλική και περιβαλλοντική µελέτη, ενώ (όπως έχει κριθεί) σε καµία περίπτωση η οριοθέτηση δεν αφορά µόνον την πραγµατική κατάσταση της κοίτης, η οποία ενδεχοµένως έχει διαµορφωθεί και κατόπιν αυθαίρετων επιχώσεων ή άλλων ανθρώπινων επεµβάσεων (ΣτΕ 2890/2006, 319/2002, ΕΘ 702/2008). Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι πριν από την εκτέλεση οποιουδήποτε έργου εντός ή εκτός σχεδίου πόλεως απαιτείται ο καθορισµός των αναγκαίων περιβαλλοντικών όρων για την εναρµόνισή τους µε την αποστολή του ρέµατος, και ότι ο χώρος, τον οποίο καταλαµβάνει το ρέµα, µετά την οριοθέτησή του, δεν µπορεί να χαρακτηρισθεί ως οικοδοµήσιµος χώρος ή ως χώρος προοριζόµενος για την ανέγερση κοινωφελών κτιρίων, αλλά αποκλειστικώς ως κοινόχρηστος χώρος, αποκλειοµένης κάθε εργασίας επιχώσεως ή καλύψεως του ρέµατος. Εξάλλου, όπως έχει κριθεί νοµολογιακά εάν κατά την ένταξη στο ρυµοτοµικό σχέδιο δεν έχει γίνει οριοθέτηση των ρεµάτων ναι µεν δεν µπορεί να ελεγχθεί παρεµπιπτόντως η παράλειψη οριοθέτησης των ρεµάτων αυτών, πλην όµως η αποτύπωσή τους στα οικεία διαγράµµατα έχει την έννοια ότι η κοίτη τους θα παραµείνει αδόµητη (βλ ΣτΕ 319/2002, 2890/2006, καθώς και ΕΘ 702/2008). Ενόψει των ανωτέρω κατά την άποψή µας, µόνο το γεγονός ότι έχει εγκριθεί το ρυµοτοµικό σχέδιο της περιοχής προ της έναρξης ισχύος του νόµου αυτού και έχουν καθοριστεί οι όροι και οι περιορισµοί δόµησης και η οικιστική καταλληλότητα της περιοχής και ότι έχει εκτελεστεί µέρος των έργων αυτών, δεν άγει σε απαλλαγή από την υποχρέωση λήψης περιβαλλοντικής αδειοδότησης. Εξάλλου στην ανωτέρω δικαστική απόφαση δεν διαλαµβάνεται κρίση κατά πόσο στα διαγράµµατα του εγκεκριµένου ρυµοτοµικού σχεδίου αποτυπώνονται ρέµατα. Σηµειώνουµε ότι στην προκειµένη περίπτωση όπως προκύπτει από το υπ αρ. 36204/9-10- 2008 έγγραφο της /νσης Πολ/κου Σχεδιασµού του ΥΠΕΧΩ Ε µε το Β /γµα 10/30-6-1970 (ΦΕΚ 130 /70) εγκρίθηκε σχέδιο πόλεως στην έκταση του συνεταιρισµού «Άγιος Σπυρίδων» «Πικερµίου», µε το οποίο προβλέπονται οικοδοµήσιµοι χώροι µέσα στις κοίτες ρεµάτων. Ως αναφέρεται στο εν λόγω έγγραφο έχουν διαπιστωθεί παρεµβάσεις (µπαζώµατα, εργασίες διευθέτησης της ροής των υδάτων κλπ) χωρίς να έχει προηγηθεί η οριοθέτηση των ρεµάτων και κατά παράβαση της περιβαλλοντικής νοµοθεσίας µε αποτέλεσµα την υποβάθµισή τους. Μάλιστα µε το έγγραφο αυτό παρακαλείτο η /νση Νοµοθετικού Έργου του ΥΠΕΧΩ Ε να συντάξει σχέδιο απόφαση Υπουργού για την αναστολή χορήγησης οικοδοµικών αδειών και εκτέλεσης οικοδοµικών εργασιών στις παραρεµάτιες ζώνες των ρεµάτων της έκτασης του εν συνεταιρισµού που βρίσκονται εντός σχεδίου και δη για ζώνη ρέµατος εύρους 25 µέτρων εκατέρωθεν των µπλε γραµµών (βαθιές γραµµές ρεµάτων) όπως αυτές εµφαίνονται στις πινακίδες του εγκεκριµένου ΡΣ (Β /τος 10/30-6-1970) της έκτασης του Ο.Σ. Ο Άγιος Σπυρίδων. Σηµειωτέον ότι έχουν εκδοθεί εν προκειµένω οι υπ αρ. 51071/2008 (ΦΕΚ ΑΑΠ 560/09.12.2008) και 40357/30-9-2009 (ΦΕΚ ΑΑΠ 519/2-10-2009) αποφάσεις του Υφυπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και ηµοσίων Έργων, καθώς και η υπ αρ. 610/4-1- 2011 (ΦΕΚ ΑΑΠ 11/7-2-2011 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Περιβάλλοντος και Κλιµατικής Αλλαγής, µε τις οποίες ανεστάλη η χορήγηση οικοδοµικών αδειών και εκτέλεση οικοδοµικών εργασιών στις παραρεµάτιες ζώνες των ρεµάτων της εντός εγκεκριµένου ρυµοτοµικού σχεδίου περιοχής του συνεταιρισµού "Άγιος Σπυρίδων" Πικερµίου (Ν. Αττικής). Μετά τα παραπάνω, έχουµε την άποψη, ότι το ζήτηµα θα πρέπει να εισαχθεί στην Οικονοµική Επιτροπή προκειµένου να αποφασίσει εάν εγκρίνει την ασκηθείσα αίτηση αναίρεσης ή µη. Μετά από διαλογική συζήτηση µεταξύ των µελών της η Οικονοµική Επιτροπή κατά πλειοψηφία αποφασίζει - 4 -
Την έγκριση της ασκηθείσας µε αρ. καταθ. 261/06-05-2011 αίτησης απευθυνόµενης ενώπιον του Συµβουλίου της Επικρατείας για την αναίρεση της 2136/2010 απόφασης του 16 ου Τριµελούς ιοικητικού Εφετείου Αθηνών που εκδόθηκε επί προσφυγής του Ν.Π.Ι.. µε την επωνυµία «Οικοδοµικός Συνεταιρισµός Ο ΑΓΙΟΣ ΣΠΥΡΙ ΩΝ Συν.Π.Ε.». Το αναπληρωµατικό µέλος της Επιτροπής κ. Καραθάνος ψηφίζει κατά, µε την επισήµανση ότι υπάρχει τελεσίδικη απόφαση και δεν πρέπει να καθυστερούµε έργα ανάπτυξης. Η Πρόεδρος Βασιλάκου Λιλίκα Η Γραµµατέας Τρουλάκη Άννα Τα Μέλη Βουδούρης Παναγιώτης Βασιλάκης Μιχαήλ Αγγελόπουλος Παναγιώτης Κανελλάκης Κωνσταντίνος Μαριδάκης Στυλιανός Σπυρίδων Σπυρίδων Ζαφειρίου Ελένη Προµπονάς Ιάκωβος Γιοµπαζολιάς Γεράσιµος Καραθάνος Χαράλαµπος - 5 -