Αγαπητοί συνάδελφοι, Κυρίες και κύριοι, Καταρχήν θα ήθελα να συγχαρώ το Τµήµα Ανατολική Κρήτης του Τεχνικού Επιµελητηρίου Ελλάδος για τη σηµερινή, πολύ ενδιαφέρουσα, ηµερίδα καθώς και να τους ευχαριστήσω, όπως και την Άλφα Εκθεσιακή, για την παρουσία µου στην εκδήλωση. Ονοµάζοµαι ηµήτρης Μαρράς, και ως Μηχανολόγος Μηχανικός, είµαι ιευθυντής Έργων για την Ελλάδα στην Gehrlicher Solar, έναν όµιλο, ο οποίος δραστηριοποιείται στο χώρο των φωτοβολταϊκών συστηµάτων, σε παγκόσµιο επίπεδο, για περισσότερα από 15 χρόνια. Στη σηµερινή µου οµιλία θα αναφερθώ κυρίως στην εγκατάσταση φωτοβολταϊκών συστηµάτων στη χώρα µας, τα οποία πρόσφατα άρχισαν να υλοποιούνται, καθώς και στους παράγοντες που καθορίζουν την απόδοσή τους, και συνεπώς διαδραµατίζουν ουσιαστικό ρόλο στην κερδοφορία µιας τέτοιας επένδυσης.
Αναµφισβήτητα, το µεγαλύτερο κόστος ενός φωτοβολταϊκού πάρκου αφορά στα φωτοβολταϊκά στοιχεία που θα περιλαµβάνει, τα λεγόµενα φωτοβολταϊκά πάνελς. Και οι περισσότεροι νέοι επενδυτές στην Ελλάδα εστιάζουν ακριβώς σε αυτή την παράµετρο, δηλαδή στην εξεύρεση των κατάλληλων πάνελς για τα συστήµατά τους. Οι δύο βασικές τεχνολογικές διαφοροποιήσεις των πάνελς αφορούν σε στοιχεία κρυσταλλικά και σε στοιχεία λεπτών επιστρώσεων, ή όπως είναι ευρέως γνωστά, στοιχεία τεχνολογίας thin-film. Στην παρούσα φάση δεν µας ενδιαφέρει να αναλύσουµε τις τεχνικές διαφορές των δύο αυτών διαφορετικών τεχνολογιών, αλλά, κυρίως, να διαπιστώσουµε πως κάθε µια από αυτές τις τεχνολογίες συµπεριφέρεται στο κλίµα της Κρήτης, ώστε να επιλέγουµε την καταλληλότερη, δηλαδή την πλέον κερδοφόρα, για τα συστήµατά που θα υλοποιήσουµε. Και για να γίνει η σύγκριση αυτή πιο σαφής, θα ήθελα να χρησιµοποιήσω το παράδειγµα που βλέπετε πίσω µου. Στο
φωτοβολταϊκό πάρκο της κοινότητας Tapfheim, στη Γερµανία, η εταιρεία Gehrlicher έχει εγκαταστήσει δύο υποσυστήµατα. Όπως µπορείτε να δείτε κι εσείς, το πρώτο τµήµα του συστήµατος αποτελείται από 12444 στοιχεία thin-film, συνολικής ισχύος 771,5 kwp, ενώ το δεύτερο υποσύστηµα αποτελείται από 2912 µονοκρυσταλλικά στοιχεία, συνολικής ισχύος 538,7 kwp. Χρησιµοποιήσαµε λοιπόν το πάρκο αυτό ως πεδίο δοκιµών (ως test field) και αυτό που επιδιώξαµε είναι να συγκρίνουµε στις ίδιες ακριβώς κλιµατολογικές συνθήκες, τη συµπεριφορά των δύο συστηµάτων σε σχέση µε τις αλλαγές της θερµοκρασίας, όσον αφορά στην απόδοσή τους. Να σηµειώσουµε ότι αν και το παράδειγµα που χρησιµοποιούµε είναι απλό, έχει επιλεχθεί για να δείξει άµεσα και µε σαφήνεια αποτελέσµατα µετρήσεων τα οποία έχουµε επαληθεύσει και σε πολύπλοκες συγκριτικές µετρήσεις. Ο Όµιλος Gehrlicher, έχει κατασκευάσει και λειτουργεί ένα φωτοβολταϊκό σύστηµα στο Εκθεσιακό Κέντρο του Μονάχου «Neue Messe», το οποίο αποτελεί το
µεγαλύτερο στο είδος του κέντρο µετρήσεων απόδοσης της ηλιακής τεχνολογίας, συγκρίνοντας όλα τα είδη φωτοβολταϊκών στοιχείων. Το συγκεκριµένο πεδίο δοκιµών δηµιουργήθηκε στα πλαίσια του προγράµµατος της Ευρωπαϊκής Ένωσης PV Enlargement και τα αποτελέσµατα των µετρήσεων είναι αντίστοιχα µε εκείνα που θα αναλύσουµε στη συνέχεια. Επανερχόµενοι λοιπόν στο παράδειγµά µας, περνάµε στην επόµενη διαφάνεια, όπου µπορείτε να δείτε στο διάγραµµα τις µετρήσεις των δύο υποσυστηµάτων στη διάρκεια ενός µήνα. Ειδικά για το συγκεκριµένο παράδειγµα επιλέξαµε έναν ζεστό µήνα στη Γερµανία, τον Ιούλιο του 2007, ώστε οι συνθήκες, όσον αφορά στις θερµοκρασίες, να είναι όσο το δυνατόν πλησιέστερες στις κλιµατολογικές συνθήκες της Κρήτης. Στον οριζόντιο άξονα του διαγράµµατος καταγράφεται η θερµοκρασία σε βαθµούς Κελσίου και στον κάθετο άξονα η απόδοση του συστήµατος, εκφρασµένη σε kwh ανά εγκατεστηµένο kwp. Με µπλε χρώµα, απεικονίζουµε τις µετρήσεις των κρυσταλλικών πλαισίων και µε κόκκινο τις µετρήσεις
των στοιχείων thin-film. Και τα αποτελέσµατα, όπως παρατηρείτε, είναι άκρως ενδιαφέροντα. Στην αρχή του διαγράµµατος, όπου οι θερµοκρασίες είναι χαµηλότερες, παρατηρούµε ότι η απόδοση του κρυσταλλικού συστήµατος είναι σχετικά υψηλότερη από την απόδοση του συστήµατος thin-film. Όσο όµως η θερµοκρασία αυξάνει και πλησιάζει τους 18 βαθµούς Κελσίου, βλέπουµε ότι οι δύο αποδόσεις αρχίζουν να ταυτίζονται. Και φθάνοντας στην θερµοκρασία των 20 βαθµών, η απόδοση του συστήµατος µε τεχνολογία thin-film αποκτά ένα σαφές προβάδισµα. Όσο η θερµοκρασία συνεχίζει να αυξάνεται, τόσο το σύστηµα τεχνολογίας thin-film γίνεται αποδοτικότερο και µε µεγάλη διαφορά από το κρυσταλλικό σύστηµα. Αρκεί να παρατηρήσουµε τι συµβαίνει όταν η θερµοκρασία φθάσει τους 28 βαθµούς Κελσίου. Η διαφορά στην απόδοση υπέρ της τεχνολογίας thin-film είναι ξεκάθαρη. Συνοψίζοντας λοιπόν τα στοιχεία του διαγράµµατος, το βασικό
συµπέρασµα που προκύπτει από το συγκεκριµένο τεστ είναι πως από θερµοκρασίες κοντά στους 20 βαθµούς Κελσίου και υψηλότερες, η απόδοση της τεχνολογίας thin-film, σε σχέση µε εκείνη των κρυσταλλικών είναι σαφώς µεγαλύετρη. Γεγονός που επαληθεύεται και από τα έργα που ήδη έχουµε υλοποιήσει στην Ισπανία και την Ελλάδα. Πως όµως αυτά τα αποτελέσµατα µας βοηθούν να συνάγουµε συµπεράσµατα σχετικά µε την ωφέλεια των συστηµάτων τεχνολογίας thin-film, συγκεκριµένα για την περιοχή της Κρήτης; Στο σηµείο αυτό, ας περάσουµε στην τρίτη µας διαφάνεια, η οποία είναι ιδιαίτερα κατατοπιστική. Στον πίνακα που βλέπουµε, αναγράφονται οι µέσες τιµές θερµοκρασίας στις ώρες υψηλής ηλιοφάνειας, ανά µήνα, του χρονικού έτους 2007 και συγκεκριµένα για την περιοχή της Νότιας Κρήτης. Ποια κρίσιµα συµπεράσµατα µπορούµε να συνάγουµε από τον πίνακα αυτό;
Στην πλειοψηφία των µηνών, στο διάστηµα από τον Απρίλιο έως και τον Νοέµβριο, η µέση θερµοκρασία υπερβαίνει τους 20 βαθµούς Κελσίου. Ειδικά τους καλοκαιρινούς µήνες και τον Σεπτέµβριο, η µέση θερµοκρασία σηµειώνει πολύ υψηλές τιµές, ξεπερνώντας τους 28 βαθµούς Κελσίου, που όπως παρατηρήσαµε στο προηγούµενο διάγραµµα, η διαφορά στην απόδοση του κρυσταλλικού συστήµατος και του συστήµατος thin-film είναι µεγάλη. Ακόµα όµως και για τους µήνες της χειµερινής περιόδου, η µέση τιµή θερµοκρασίας που σηµειώνεται, είναι κοντά στους 18 µε 20 βαθµούς Κελσίου, γεγονός που σηµαίνει ότι η απόδοση ενός κρυσταλλικού συστήµατος θα είναι παρόµοια µε εκείνη ενός συστήµατος thin-film. Καταλήγουµε λοιπόν εύκολα στο συµπέρασµα πως για να εξασφαλίσουµε από ένα φωτοβολταϊκό πάρκο στην Κρήτη υψηλές αποδόσεις και κατά συνέπεια υψηλή κερδοφορία, που άλλωστε είναι και το ζητούµενο, η χρήση της τεχνολογίας thin-film είναι η βέλτιστη
επιλογή, αφού συνδυάζει το πλεονέκτηµα της χαµηλότερης τιµής κόστους σε σχέση µε τα κρυσταλλικά στοιχεία µε εκείνο της υψηλότερης απόδοσης. Σε παγκόσµιο επίπεδο, τα τελευταία χρόνια, η τεχνολογία thin-film χρησιµοποιείται στην πλειοψηφία των µεγάλων έργων και έχει αναδειχθεί στην τεχνολογία που επιλέγουν οι µεγάλοι επενδυτές, αφού προσφέρει εξοικονόµηση πόρων και µεγάλες οικονοµικές απολαβές. Και η Κρήτη µε τη σειρά της, προσφέροντας ιδανικές συνθήκες και υψηλή ηλιοφάνεια, δίνει τη δυνατότητα στους επιχειρηµατίες, κάνοντας χρήση της τεχνολογίας thin-film, να εκµεταλλευτούν στο έπακρο τα πλεονεκτήµατα των επενδύσεων σε Ανανεώσιµες Πηγές Ενέργειας και ειδικά της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκά συστήµατα, εξασφαλίζοντας υψηλές και εγγυηµένες αποδόσεις.
Όπως προαναφέραµε, οι περισσότεροι νέοι επενδυτές στην Ελλάδα θεωρούν ως βασική παράµετρο για τη δηµιουργία φωτοβολταϊκών συστηµάτων, την εύρεση των κατάλληλων φωτοβολταϊκών πάνελς, θεωρώντας ως δευτερεύουσες τις υπόλοιπες παραµέτρους. Είναι όµως σωστή αυτή η τακτική; Τα φωτοβολταϊκά στοιχεία, εκτός των διαφορών τους σε τεχνολογία, που ήδη αναλύσαµε, αν είναι δηλαδή κρυσταλλικά ή thin-film, εγγυώνται µε σχετικές αποκλείσεις, συγκεκριµένες αποδόσεις. Η πλειοψηφία των πάνελς που παράγεται σήµερα έχουν δεδοµένη ποιότητα. Ποιά είναι λοιπόν εκείνα τα στοιχεία που συµβάλλουν ουσιαστικά στην µεγιστοποίηση της απόδοσης ενός συστήµατος; Και η απάντηση σε αυτό το ερώτηµα είναι απλή. Η διεθνής εµπειρία έχει δείξει ότι οι παράγοντες που διαδραµατίζουν τον ουσιαστικότερο ρόλο είναι πρώτον, ο σωστός σχεδιασµός του φωτοβολταικού συστήµατος και δεύτερον η σωστή εγκατάστασή του, µε τη χρήση του κατάλληλου συνοδού εξοπλισµού.
εν θα πρέπει να ξεχνάµε ότι τα φωτοβολταϊκά έργα δεν παύουν να είναι ενεργειακά τεχνικά έργα. Απαιτούν άριστη συνεργασία µεταξύ του πολιτικού µηχανικού, του µηχανολόγου µηχανικού, του ηλεκτρολόγου µηχανικού, όπως και όλων των άλλων ειδικοτήτων που εµπλέκονται στην αλυσίδα ενεργειών του σχεδιασµού και της υλοποίησης κάθε τεχνικού έργου. Και κλειδί για τον σωστό σχεδιασµό αποτελεί η εξειδικευµένη γνώση, η οποία προέρχεται και από την πολυετή ενασχόληση µε το συγκεκριµένο αντικείµενο. Η επιλογή των κατάλληλων φωτοβολταϊκών µονάδων και µετατροπέων τάσης, ο ηλεκτρολογικός σχεδιασµός, η δηµιουργία ρεαλιστικών χρονοδιαγραµµάτων υλοποίησης όλων των φάσεων του έργου καθώς και η ικανότητα τήρησης αυτών των χρονοδιαγραµµάτων στην διάρκεια της κατασκευής εγγυούνται την µακροχρόνια καλή λειτουργία του φ/β πάρκου και έχουν ως αποτέλεσµα την εξοικονόµηση χρόνου και χρήµατος. Ειδικά στην φάση του σχεδιασµού είναι ιδιαίτερα σηµαντικό να αναπτυχθεί µια
σειρά λύσεων διασύνδεσης και να αξιολογηθούν οι εναλλακτικές µέθοδοι εγκατάστασης ενός φ/β συστήµατος. Η έγκαιρή πρόβλεψη των εναλλακτικών µεθόδων εγκατάστασης αποφέρει σηµαντικά οφέλη, τόσο οικονοµικά όσο και χρονικά. Ένα φαινόµενο που παρατηρείται µε µεγάλη συχνότητα στην Ελλάδα, ειδικά εξαιτίας της πρόσφατης ανάπτυξης των φ/β συστηµάτων, είναι η τάση να αποφεύγεται η σωστή προετοιµασία, κυρίως µε στόχο την µείωση του κόστους της επένδυσης. Όµως στην πραγµατικότητα, η απουσία ολοκληρωµένου σχεδιασµού έχει επικίνδυνες συνέπειες και οδηγεί στην µείωση της ενεργειακής απόδοσης και κατά συνέπεια στην µείωση του κέρδους. Για παράδειγµα, η εδαφολογική µελέτη είναι ουσιαστική για την επιλογή της κατάλληλης µεθόδου στήριξης των βάσεων των φ/β πανέλς. Άρα, πρέπει να συνειδητοποιήσουµε όλοι και να καταστήσουµε σαφές και στους επενδυτές ότι το κόστος µιας ολοκληρωµένης µελέτης είναι πολύ µικρό σε σύγκρισή µε τη συνολική
αξία της επένδυσης και πάνω απ όλα ότι η ολοκληρωµένη µελέτη είναι αναγκαία για να εξασφαλίσουµε µακροχρόνια λειτουργία χωρίς προβλήµατα και µεγιστοποίηση των αποδόσεων. Βέβαια, εκτός από τον σωστό σχεδιασµό, ένα σύστηµα απαιτεί την χρήση εξειδικευµένου εξοπλισµού, ο οποίος έχει σχεδιαστεί µε βάση τις ιδιαίτερες απαιτήσεις των φωτοβολταϊκών έργων και προσφέρει ευκολία και ταχύτητα στην διαδικασία εγκατάστασης, εγγυούµενο ταυτόχρονα την αποφυγή λαθών και τη µείωση των απωλειών του συστήµατος (,για παράδειγµα σε υψηλές θερµοκρασίες, µεγιστοποιώντας τις ενεργειακές αποδόσεις.) Η χρήση εξοπλισµού εξειδικευµένης τεχνολογίας αφορά σε όλα τα επιµέρους τµήµατα του έργου, όπως είναι τα καλώδια, οι βάσεις στήριξης, οι σύνδεσµοι συγκράτησης των φ/β πλαισίων κ.λπ. Το τελευταίο στάδιο ενός φωτοβολταϊκού έργου αφορά στο να κατασκευαστεί και τεθεί σε λειτουργία. Και η τεχνογνωσία της εγκατάστασης δεν είναι απλό ζήτηµα. Κρύβει πάρα πολλά µυστικά.
Για το λόγο αυτό είναι πολύ σηµαντικό τα συνεργεία που πρόκειται να εγκαταστήσουν ένα σύστηµα, να ακολουθήσουν µε ακρίβεια τον σχεδιασµό του. Ο εναλλακτικός τρόπος σύνδεσης ενός τεχνικού ή η οποιαδήποτε λεγόµενη «πατέντα» που µπορεί να κάνει, γα τον οποιοδήποτε λόγο, είναι βέβαιο ότι θα µειώσει την αξιοπιστία του συστήµατος και θα δηµιουργήσει ενεργειακές απώλειες. Οι απώλειες όµως, όπως έχουµε ήδη εξηγήσει, συνεπάγονται µείωση της απόδοσης, άρα αφού µιλάµε για επένδυση µείωση των κερδών. Και όχι απλά µια πρόσκαιρη µείωση αλλά σταθερή απώλεια κερδών, καθ όλη τη διάρκεια λειτουργίας του συστήµατός µας. Εδώ, πρέπει να τονίσουµε τα οφέλη της συνεργασίας µεγάλων και αξιόπιστων εταιρειών µε τα τοπικά συνεργία. Αυτά τα συνεργεία γνωρίζουν ήδη πολύ καλά τις συνθήκες της περιοχής τους και η χρήση τους στην υλοποίηση των φωτοβολταϊκών πάρκων προσφέρει εξοικονόµηση χρόνου, άµεση διαθεσιµότητα και µειώνει σηµαντικά το κόστος της εγκατάστασης. Και ως γενικότερο αποτέλεσµα, τέτοιου είδους συνεργασίες µεταξύ µεγάλων εταιρειών και τοπικών ειδικών
αποφέρουν πολλαπλά οφέλη σε όλα τα επίπεδα. Οι σταθεροί δεσµοί που προκύπτουν, δηµιουργούν µόνιµες θέσεις εργασίας, υψηλή εξειδίκευση στον κλάδο και άρα υψηλό επίπεδο προσφερόµενων υπηρεσιών και, φυσικά, οδηγούν στη συνολική ανάπτυξη του κλάδου, αποφέροντας έτσι ακόµα µεγαλύτερα κέρδη στην τοπική, επιχειρηµατική, κοινότητα. Και να µην ξεχάσουµε να αναφέρουµε ότι κάθε φωτοβολταϊκό σύστηµα λειτουργεί όπως ένας ζωντανός οργανισµός. Απαιτεί σωστή συντήρηση. Η χρήση λοιπόν εξειδικευµένων τοπικών συνεργείων, υπό την επίβλεψη µιας µεγάλης εταιρείας, εξασφαλίζει εγγυηµένη ενεργειακή απόδοση και µακροχρόνια κερδοφορία. Στην Ελλάδα, η υλοποίηση φωτοβολταϊκών έργων βρίσκεται ακόµα στα πρώτα της στάδια και για το λόγο αυτό υπάρχει στροφή του επενδυτικού κόσµου σε εταιρείες µε πείρα και υψηλή εξειδίκευση. Οι εταιρείες αυτές διαθέτουµε ήδη, εκτός από την τεχνική γνώση και πληροφοριακά δεδοµένα από άλλες χώρες. Βέβαια, η αναγωγή των
αποτελεσµάτων των µετρήσεων µιας χώρας δεν µπορεί αυτόµατα να αναχθεί στα ελληνικά δεδοµένα, χωρίς να ληφθούν υπόψη οι ιδιαιτερότητες της περιοχής. ιαθέσιµο πληροφοριακό υλικό υπάρχει άφθονο αλλά απαιτείται η γνώση του ειδικού για τη σωστή αναγωγή του σε νέες συνθήκες, όπως αυτές της Κρήτης. Η µεταφορά τεχνογνωσίας, λαµβάνοντας υπόψη τις τοπικές συνθήκες, εγγυώνται την επιτυχία. Σαφώς, µε την αύξηση των έργων που υλοποιούνται στην Ελλάδα, θα αυξάνει και ο διαθέσιµος όγκος σχετικών πληροφοριών. Για να επισπεύσουµε λοιπόν αυτή τη διαδικασία και να αξιοποιήσουµε άµεσα τις νέες αυτές πληροφορίες, θα πρότεινα τη συλλογή των δεδοµένων από τα νέα έργα και την συνεργασία µε έγκυρους και αξιόπιστους ελληνικούς φορείς, όπως είναι το ΤΕΕ, ή όπως είναι το Πολυτεχνείο, χρησιµοποιώντας τα άµεσα στην εξέλιξη του σχεδιασµού φωτοβολταϊκών συστηµάτων, δίνοντας έµφαση στα τοπικά χαρακτηριστικά. Κυρίως στα χαρακτηριστικά των ενεργειακά πολλά υποσχόµενων περιοχών, όπως η Κρήτη. Εταιρείες, όπως ο Όµιλος
Gehrlicher, έχουν ήδη αναπτύξει τέτοιες δράσεις, αναπτύσσοντας έτσι τεχνολογία αιχµής και εξασφαλίζοντας την τεχνογνωσία του µέλλοντος. Κλείνοντας την οµιλία µου, θα ήθελα να σηµειώσω ότι δεν πρέπει να ξεχνάµε πως στην Ελλάδα ξεκινάµε τώρα (τώρα υλοποιούνται τα πρώτα έργα). Στην Gehrlicher πιστεύουµε ότι η Κρήτη δεν διαθέτει µόνο υψηλή ηλιοφάνεια αλλά και καταρτισµένο τεχνικό και επιστηµονικό προσωπικό. Ήρθε η ώρα να το εκµεταλλευτούµε! Σας ευχαριστώ πολύ.