Θρεπτική αξία της βλάστησης σε θαμνώνες παλιουριού στα Πορρόϊα Σερρών

Σχετικά έγγραφα
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΕΙΔΙΚΉ ΓΡΑΜΜΑΤΕΊΑ ΔΑΣΏΝ

Επίδραση της έντασης κοπής στην παραγωγή και ποιότητα της βοσκήσιμης ύλης της Amorpha fruticosa L.

Παραγωγή και θρεπτική αξία ξυλωδών φυτών σε λιβάδια της επαρχίας Λαγκαδά Θεσσαλονίκης

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ «Βιοποικιλότητα και θρεπτική αξία της βλάστησης σε θαμνώνες Paliurus spina christi στην κεντρική βόρεια Ελλάδα»

Χρήση των λειτουργικών ομάδων φυτών για τη μελέτη των αλλαγών των χρήσεων γης σε ημίξηρα μεσογειακά λιβάδια

Λιβαδοκτηνοτροφική ανάπτυξη στο Βόρειο Έβρο

Επίδραση της έντασης κοπής στην παραγωγή και ποιότητα της βοσκήσιμης ύλης του Morus alba L. κατά τη θερινή περίοδο

Ποικιλότητα βλάστησης λιβαδικών οικοτόπων στα

Κτηνοτροφικά ξυλώδη φυτά: Ο ρόλος τους στα Μεσογειακά συστήματα παραγωγής

Μακροχρόνιες επιδράσεις της βόσκησης στην ποικιλότητα των υπαλπικών λιβαδιών

Επίδραση της θερινής βόσκησης στην ποιότητα της βοσκήσιμης ύλης ορισμένων ξυλωδών ειδών, τα οποία

Xημική σύσταση των βαλανιδιών του είδους Quercus ithaburensis subsp. macrolepis (Kotschy) Hedge & Yaltirik διαφορετικών γεωγραφικών προελεύσεων

Επιπτώσεις των πυρκαγιών στην υπέργεια βιομάζα θαμνολίβαδων της επαρχίας Λαγκαδά Θεσσαλονίκης

Διερεύνηση των συστημάτων εκτροφής μικρών μηρυκαστικών στην Επαρχία Λαγκαδά Θεσσαλονίκης

Παραγωγή και θρεπτική αξία βοσκήσιμης ύλης ποολίβαδων σε διαφορετικές υψομετρικές ζώνες της Ηπείρου και της Θεσσαλίας

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΛΙΒΑΔΙΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΠΗΓΩΝ ΤΡΟΦΗΣ

Γεωγραφική κατανομή των ειδών των γενών Lathyrus sp. και Vicia sp. στην Ελλάδα

Αύξηση της παραγωγής βοσκήσιμης ύλης τη χειμερινή περίοδο με τη χρησιμοποίηση γενετικά βελτιωμένων

Συγκριτική μελέτη της χλωριδικής ποικιλότητας σε σειρές φρυγανολίβαδων ενός μικρού νησιού του ανατολικού Αιγαίου

Χλωριδικές μονάδες βλάστησης και συστήματα

Δασολιβαδικά Συστήματα. Θ. Παπαχρήστου & Π. Πλατής Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών

Μεταβολή της παραγωγής ποωδών φυτών σε σχέση με τη θαμνοκάλυψη κατά το πρώιμο εαρινό στάδιο σε λιβάδια της Επαρχίας Λαγκαδά Θεσσαλονίκης

Εκτίμηση του βαθμού αποκατάστασης της βλάστησης μετά από πυρκαγιά σε θαμνώνες αείφυλλων πλατύφυλλων σε σχέση με το στάδιο δευτερογενούς διαδοχής

ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ. Απόστολος Κυριαζόπουλος. Σπουδές. Ερευνητικά Ενδιαφέροντα

Επίδραση της υδατικής καταπόνησης στη θρεπτική αξία πληθυσμών Lotus corniculatus L. στη Βόρεια Ελλάδα

Εποχιακή μεταβολή της θρεπτικής αξίας της ασφάκας (Phlomis fruticosa L.) στην ημιορεινή ζώνη της Ηπείρου

Ποσοτική και ποιοτική μεταβολή της βοσκήσιμης ύλης ποολίβαδων της χαμηλής οικολογικής ζώνης στην περιφέρεια Θεσσαλίας

Οικολογία βόσκησης και διαχείριση λιβαδιών: Η περίπτωση των θαμνολίβαδων

Παραγωγή και θρεπτική αξία ποώδους βλάστησης σε σχέση με την κάλυψη των δένδρων σε δασολίβαδα δρυός και οξιάς στην επαρχία Λαγκαδά Θεσσαλονίκης

Επίδραση της συχνότητας των κοπών στην παραγωγή και ποιότητα βοσκήσιμης ύλης της Dactylis glomerata L. κατά τη διάρκεια του χειμώνα

ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΣΤΑ ΛΙΒΑΔΙΑ

Επίδραση βόσκησης και σκίασης στη θρεπτική αξία της ποώδους βλάστησης, σε αγροδασολιβαδικά συστήματα

«ΧΩΡΙΚΗ ΜΟΝΤΕΛΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΤΗΣ ΠΕΡΔΙΚΑΣ (ALECTORIS GRAECA) ΣΤΗ ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑ»

Παραγωγή κατά λειτουργικούς τύπους φυτών σε σχέση με τις αλλαγές χρήσης γης σε μεσογειακά λιβάδια

Ο Ελληνικός βούβαλος.

Επίδραση της κοπής στην περιεκτικότητα σε ολικούς διαθέσιμους υδατάνθρακες της Amorpha fruticosa L.

( ) , ) , ; kg 1) 80 % kg. Vol. 28,No. 1 Jan.,2006 RESOURCES SCIENCE : (2006) ,2 ,,,, ; ;

Η αντοχή των πολυετών αγρωστωδών σε συνθήκες έντονης βόσκησης

Υποβάθμιση των λιβαδιών στην Ελλάδα: η περίπτωση της δυτικής Ηπείρου

Αξιολόγηση της αισθητικής αξίας δασογεωργικών και γεωργικών συστημάτων

Α. Τίτλος ΔΕ_2 (Εργαστήριο Διαχείρισης Λιβαδιών)

ΚΛΙΜΑΤΟΛΟΓΙΑ CLIMATOLOGY

Μεταβολή της βιομάζας σε σχέση με τη διαδοχή της βλάστησης σε λιβάδια της επαρχίας Λαγκαδά Θεσσαλονίκης

Επίδραση της έντασης κοπής στην αλλομετρική δομή τριών ξυλωδών ειδών

ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΛΙΒΑΔΙΚΗΣ ΒΛΑΣΤΗΣΗΣ

Λιβάδια - Θαµνότοποι

Εποχιακές μεταβολές των δραστηριοτήτων αιγών και προβάτων σε κοινόχρηστα λιβάδια της βόρειας Ελλάδας

ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΒΟΣΚΗΣΗΣ ΣΤΑ ΛΙΒΑΔΙΚΑ ΦΥΤΑ

Ελαφρές κυψελωτές πλάκες - ένα νέο προϊόν για την επιπλοποιία και ξυλουργική. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ και ΜΠΑΡΜΠΟΥΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ

Research on Economics and Management

Επιδράσεις της υπερβόσκησης και των πυρκαγιών στην παραγωγή των λιβαδιών του όρους Ψηλορείτη

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΜΑΖΟΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΑΛΕΠΙΟ ΠΕΥΚΗ (PINUS HALEPENSIS) ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ ΤΑΤΟΪΟΥ ΠΑΡΝΗΘΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ»

Το πρόβλημα της βόσκησης στα δάση της χερσονήσου του Ακάμα στην Κύπρο

Δυνατότητες αξιοποίησης του προγράμματος απογραφής βοσκοτόπων στη διαχείριση των λιβαδιών της

ΠΑΝΔΠΗΣΖΜΗΟ ΠΑΣΡΩΝ ΣΜΖΜΑ ΖΛΔΚΣΡΟΛΟΓΩΝ ΜΖΥΑΝΗΚΩΝ ΚΑΗ ΣΔΥΝΟΛΟΓΗΑ ΤΠΟΛΟΓΗΣΩΝ ΣΟΜΔΑ ΤΣΖΜΑΣΩΝ ΖΛΔΚΣΡΗΚΖ ΔΝΔΡΓΔΗΑ

Πολυλειτουργικότητα λιβαδιών και ανάπτυξη ορεινών και μειονεκτικών περιοχών

Οργανικός Άνθρακας στα Δασικά Εδάφη της Ελλάδας

Διαχρονικές μεταβολές στην αύξηση του ανωρόφου και υπορόφου σε νεοφυτεία τραχείας πεύκης διαφορετικών φυτευτικών συνδέσμων

Curran et al.,**. Davies et al ,**, ,***,**/

Accumulation of Soil Arsenic by Panax notoginseng and Its Associated Health Risk

ΜΕΛΕΤΗ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗΣ ΠΑΡΑΓΟΜΕΝΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ Φ/Β ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΕΓΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΩΝ ΣΕ ΕΛΛΑ Α ΚΑΙ ΤΣΕΧΙΑ

Α. Τίτλος ΔΕ_3 (Εργαστήριο Διαχείρισης Λιβαδιών)

3 ο Πανελλήνιο Λιβαδοπονικό Συνέδριο Καρπενήσι 4-6 Σεπτεµβρίου 2002 Λιβαδοπονία και ανάπτυξη ορεινών περιοχών

Η συμβολή των λιβαδικών πόρων του νομού Έβρου στην ποιότητα ζωής: Μια μεθοδολογική προσέγγιση

Μεταβολές της κάλυψης της ποώδους βλάστησης και της συνολικής παραγωγής βοσκήσιμης ύλης σε

ΠΩΣ ΕΠΗΡΕΑΖΕΙ Η ΜΕΡΑ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ ΤΙΣ ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΠΡΙΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ

Ταξινόμηση και διαχρονική παρακολούθηση των βοσκόμενων δασικών εκτάσεων στη λεκάνη απορροής του χειμάρρου Μπογδάνα Ν. Θεσσαλονίκης

Μελέτη ακαρεοπανίδας σε υπέργειο τμήμα και έδαφος φυσικού λειμώνα του Νομού Ιωαννίνων

Resurvey of Possible Seismic Fissures in the Old-Edo River in Tokyo

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΠΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ. Πτυχιακή εργασία

Βόσκηση αιγών και προβάτων σε εποχιακά υπολείμματα

ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ Δασολόγος

Μεταπτυχιακή διατριβή. Ανδρέας Παπαευσταθίου

ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙO ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ & ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ

Μεταπτυχιακή Διατριβή

Λιβαδικά Οικοσυστήματα και Κλιματική Αλλαγή

Η αλληλεπίδραση ανάμεσα στην καθημερινή γλώσσα και την επιστημονική ορολογία: παράδειγμα από το πεδίο της Κοσμολογίας

Εκτίμηση της βοσκοϊκανότητας του πρεμνοφυούς δρυοδάσους «Λαιμός» της περιοχής Μπουραζανίου Κόνιτσας

Σχέδιο απογραφής δασολιβαδικών συστημάτων στην Ελλάδα

Μεταβολή της φυτοποικιλότητας των ψευδαλπικών λιβαδιών του Τυμφρηστού κατά την υψομετρική διαβάθμιση

HIV HIV HIV HIV AIDS 3 :.1 /-,**1 +332

; +302 ; +313; +320,.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΑΕΡΙΩΝ ΡΥΠΩΝ ΒΕΝΖΙΝΟΚΙΝΗΤΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΕΥΤΕΡΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ 2009

θρεπτική αξία λιβαδικών φυτών και χρησιμοποίηση των

Πανόραμα εργασιών στα πρακτικά των Πανελλήνιων Λιβαδοπονικών Συνεδρίων της Ελληνικής Λιβαδοπονικής Εταιρείας ( )

Επίδραση της έντασης βόσκησης και των σχεδιασμένων συστημάτων στην παραγωγικότητα και την ευρωστία του

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Κεφάλαιο 1: Κεφάλαιο 2: Κεφάλαιο 3:

Ταξινόμηση των λιβαδιών Το βασικό κριτήριο ταξινόμησης είναι τα κυριαρχούντα είδη φυτών διότι: είναι σημαντικότερα από οικολογική και οικονομική

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ

Διαχειριστικά σχέδια βόσκησης: Η συμπεριφορά βόσκησης αγροτικών ζώων αναπόσπαστο συστατικό τους

Ποικιλότητα φυτικών ειδών στα ορεινά ποολίβαδα του Φαλακρού όρους του δικτύου Φύση 2000

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ

«ΑΝΑΠΣΤΞΖ ΓΠ ΚΑΗ ΥΩΡΗΚΖ ΑΝΑΛΤΖ ΜΔΣΔΩΡΟΛΟΓΗΚΩΝ ΓΔΓΟΜΔΝΩΝ ΣΟΝ ΔΛΛΑΓΗΚΟ ΥΩΡΟ»

,,, (, ) , ;,,, ; -

Η σημασία της βοσκοφόρτωσης στη διαχείριση των βοσκοτόπων: Οδηγίες εφαρμογής

Μακροχρόνιες επιδράσεις της βόσκησης στη βιοποικιλότητα των λιβαδιών

ΑΘΗΝΑ 2013 ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΜΕΝΟΥ ΥΔΑΤΟΣ (ΛYΜΑΤΩΝ) FRAMME - LIFE08 NAT/GR/ ΡΟΔΟΣ

Η παλυνολογία εξετάζει την παλαιοβλάστηση τα παλαιο-περιβάλλοντα το παλαιο-κλίμα Την επίδραση του ανθρώπου (π.χ. γεωργία)

ΜΙΑ ΟΛΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΓΑIΔΟΥΡΙΝΟΥ ΓΑΛΑΚΤΟΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

Transcript:

Θρεπτική αξία της βλάστησης σε θαμνώνες παλιουριού στα Πορρόϊα Σερρών Π. Παπαπορφυρίου 1, Α.Π. Κυριαζόπουλος 1, Ζ.Μ. Παρίση 2 1 Τμήμα Δασολογίας και Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Πανταζίδου 193 Τ.Κ. 68200, Ορεστιάδα email: popirfir@hotmail.com 2 Τμήμα Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Τ.Κ. 54124, Θεσσαλονίκη Περίληψη Τα λιβάδια αποτελούν το σημαντικότερο σε έκταση εδαφικό πόρο της χώρας μας, καταλαμβάνοντας πάνω από το 40% της έκτασής της. Τα θαμνολίβαδα αποτελούν ένα μεγάλο τμήμα των λιβαδικών εκτάσεων στη βόρεια Ελλάδα. Ένα μέρος των φυλλοβόλλων θαμνολίβαδων κυριαρχείται από το Παλιούρι (Paliurus spina christi Miller) το οποίο παρέχει αξιόλογη βοσκήσιμη ύλη για τα αγροτικά ζώα. Είναι είδος εξαιρετικά ανθεκτικό στη βόσκηση. Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν να εκτιμηθεί η χημική σύσταση (CP, NDF, ADF, ADL) και να υπολογιστεί η πεπτικότητα ξηρής ουσίας (DMD) του παλιουριού και της ποώδους βλάστησης του υπορόφου σε περιοχές με διαφορετικό υψόμετρο στα κεντρικά της βόρειας Ελλάδας. Για την εκπλήρωση αυτού του σκοπού επιλέχθηκαν δύο περιοχές στα Πορρόϊα Ν. Σερρών: στα Υψηλά Πορρόϊα και στα Χαμηλά Πορρόϊα σε θαμνώνες παλιουριού, με γνώμονα το υψόμετρο. Στις περιοχές αυτές επιλέχθηκαν δειγματοληπτικές επιφάνειες, από τις οποίες έγινε συλλογή ετήσιων κλαδίσκων και φυλλώματος παλιουριού καθώς και υπέργειας βιομάζας της ποώδους βλάστησης για την εκτίμηση της θρεπτικής τους αξίας. Η περιεκτικότητα σε ολικές πρωτεϊνες (CP) του παλιουριού βρέθηκε στατιστικώς σημαντικά υψηλότερη στα Χαμ. Πορρόϊα, ενώ δεν διαπιστώθηκε σημαντική διαφορά στα NDF, ADF, ADL και στο DMD του παλιουριού μεταξύ των δύο περιοχών. Επίσης, δεν διαπιστώθηκαν σημαντικές διαφορές στο CP της ποώδους βλάστησης μεταξύ των δύο περιοχών. Το NDF και το ADF της ποώδους βλάστησης διέφεραν σημαντικά μεταξύ των δύο περιοχών, η υψηλότερη τιμή εμφανίζεται στα Χαμ. Πορρόϊα. Το ADL δεν διέφερε σημαντικά μεταξύ των περιοχών. Το DMD βρέθηκε στατιστικώς σημαντικά υψηλότερο στα Υψ. Πορρόϊα. Οι διαφοροποιήσεις στη θρεπτική αξία μπορούν να αποδοθούν στις υψομετρικές διαφορές και στη διαφορετική σύνθεση της βλάστησης. Λέξεις κλειδιά: χημική σύσταση βοσκήσιμης ύλης, πεπτικότητα ξηρής ουσίας, θάμνοι, Paliurus, ποώδης βλάστηση. Εισαγωγή Είναι τεκμηριωμένο ότι, λόγω της υπάρχουσας σύνθεσης της κτηνοτροφίας στη Μεσογειακή ζώνη, τα δέντρα και οι θάμνοι θεωρούνται πολύτιμες πηγές τροφής για τα αγροτικά ζώα (Temel and Tan 2011). Τα φύλλα, οι βλαστοί και οι καρποί των ξυλωδών ειδών (δέντρων και θάμνων) θεωρούνται σημαντική πηγή θρεπτικών ουσιών για την εκτροφή αγροτικών και άγριων φυτοφάγων ζώων, κατά τη διάρκεια της κρίσιμης καλοκαιρινής περιόδου σε ημίξηρα και ύφυγρα Μεσογειακά οικοσυστήματα (Holechek 1984). Αυτό συμβαίνει διότι παρέχουν σχετικά υψηλής ποιότητας βοσκήσιμη ύλη, τα μεν αειθαλή όλο το έτος, τα δε φυλλοβόλα σε κρίσιμες περιόδους του έτους (Kökten et al. 2012). Το παλιούρι (Paliurus spina christi Miller) είναι ένας θάμνος κοινός στη Μεσόγειο (πλην νησιών), στη Βαλκανική χερσόνησο και τις ακτές της Μαύρης Θάλασσας (Tutin et al. 1968-1980). Στην Ελλάδα, εξαπλώνεται στη θερμότερη περιοχή της παραμεσογειακής ζώνης βλάστησης (Αθανασιάδης 1986). Το παλιούρι βόσκεται κατά κύριο λόγο από τις αίγες, ενώ για μικρό ΛΙΒΑΔΙΑ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ: ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ 233

χρονικό διάστημα κυρίως κατά την περίοδο της έκπτυξης νεαρών τρυφερών βλαστών, βόσκεται και από τα βοοειδή. Είναι είδος εξαιρετικά ανθεκτικό στη βόσκηση λόγω της έντονης παρουσίας αγκαθιών. Οι Temel and Tan (2011) διαπίστωσαν ότι, μεταξύ των ξυλωδών ειδών που διερεύνησαν, το παλιούρι είχε ιδιαίτερα υψηλή θρεπτική αξία καθώς εμφάνισε χαμηλές τιμές NDF και ADF και υψηλή περιεκτικότητα σε ολικό άζωτο (Ν). Η θρεπτική αξία της βοσκήσιμης ύλης εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Οι πιο σημαντικοί από αυτούς είναι η γενετική τους συγκρότηση, το φαινολογικό στάδιο (McDonald et al. 1995), η τοπογραφία (Stephens and Krebs 1986), το έδαφος (Adams and Rieske 2003), το κλίμα (Burke et al. 1997), το υψόμετρο και η κλίση (Kraus et al. 2004) μιας περιοχής καθώς και η βοτανική σύνθεση της βλάστησης (Marinas et al. 2003, Arzani et al. 2006). Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν να εκτιμηθεί η θρεπτική αξία του παλιουριού και της ποώδους βλάστησης του υπορόφου του στα Πορρόϊα Σερρών, σε δυο περιοχές με διαφορετικά υψόμετρα. Μέθοδοι και Υλικά Η έρευνα διεξήχθη σε θαμνώνες παλιουριού, σε δύο περιοχές στα Πορρόϊα Σερρών, στα τέλη Μαΐου του 2011. Οι περιοχές διακρίθηκαν στα «Υψηλά Πορρόϊα» με υψόμετρο 235 μ, (23 02 10, 41 16 40 ) και στα «Χαμηλά Πορρόϊα» με υψόμετρο 101 μ, (23 01 47, 41 15 30 ). Οι περιοχές έρευνας ανήκουν στη μεταβατική ζώνη μεταξύ ημίξηρου (semiarid) και υφύγρου (subhumid) βιοκλιματικού ορόφου, όπου επικρατούν από ψυχροί έως δριμείς χειμώνες με μέση ελάχιστη θερμοκρασία ψυχρότερου μήνα περίπου 0 ºC (Μαυρομμάτης 1978). Τα εδάφη ανήκουν στην κατηγορία των όξινων ορφνών δασικών εδαφών και από πετρογραφική άποψη κυριαρχούν τα μεταμορφωμένα πετρώματα (γνεύσιοι, σχιστόλιθοι με ενστρώσεις μαρμάρων και αμφιβολίτες, σε μικρότερη όμως έκταση). Η βλάστηση ανήκει στην παραμεσογειακή ζώνη βλάστησης (Quercetalia pubescentis) που καλύπτεται από θαμνώνες Paliurus spina christi και Quercus coccifera και από δάση των Q. pubescens, Q. petraea ssp. medwediewii, Carpinus orientalis, Ostrya carpinifolia. Στις περιοχές αυτές έγινε συλλογή ετήσιων κλαδίσκων διαμέτρου ως 1 εκ. του παλιουριού καθώς και υπέργειας βιομάζας της ποώδους βλάστησης του υπορόφου του για την εκτίμηση της θρεπτικής τους αξίας με πλαίσια διαστάσεων 50x50 εκ. Όλη η ποώδης βλάστηση μέσα στα πλαίσια κόπηκε με κοπτήρα σε ύψος δύο εκατοστών από την επιφάνεια του εδάφους. Ειδικότερα, συνελέχθησαν έξι δείγματα παλιουριού και έξι δείγματα ποώδους βλάστησης στα Υψ. Πορρόϊα, καθώς επίσης, 12 δείγματα παλιουριού και 12 δείγματα ποώδους βλάστησης στα Χαμ. Πορρόϊα στο στάδιο της ανθοφορίας. Στη συνέχεια, τα δείγματα μεταφέρθηκαν στο εργαστήριο όπου ξηράθηκαν στους 60 C για 48 ώρες, αλέσθηκαν με τη χρήση κόσκινου διαμέτρου οπών 1 χλστ. Διερευνήθηκαν ξεχωριστά το κάθε άτομο παλιουριού χωρίς να γίνει διαχωρισμός φύλλων και βλαστών και συνολικά η ποώδης βλάστηση από κάθε δειγματοληπτικό πλαίσιο. Για την εκτίμηση της χημικής τους σύστασης προσδιορίστηκε η περιεκτικότητα σε ολικό άζωτο (N) με τη μέθοδο Kjeldahl (A.O.A.C. 1990) και υπολογίστηκαν οι ολικές πρωτεΐνες (Crude Protein, CP) ως (N x 6,25). Επίσης, προσδιορίστηκαν οι αδιάλυτες ινώδεις ουσίες σε ουδέτερο απορρυπαντικό διάλυμα (Neutral Detergent Fiber, NDF), οι αδιάλυτες ινώδεις ουσίες σε όξινο απορρυπαντικό διάλυμα (Acid Detergent Fiber, ADF) καθώς και η περιεκτικότητα σε λιγνίνη (Acid Detergent Lignin, ADL), με τη μέθοδο των Van Soest et al. (1991). Οι αναλύσεις των NDF, ADF, ADL, πραγματοποιήθηκαν με τον αναλυτή ινωδών ουσιών ANKOM 220 (Ankom Technology, NY, USA) χωρίς την προσθήκη αμυλάσης. Όλα τα παραπάνω εκφράστηκαν σε γρ/χλγρ επί του ξηρού βάρους της βοσκήσιμης ύλης. Τέλος, υπολογίστηκε η πεπτικότητα ξηρής ουσίας (DMD) σε ποσοστά (%) με τον τύπο των Oddy et al. (1983) ως εξής: DMD% = 83,58 0,824 ADF% + 2,626 N%. Τα αποτελέσματα αναλύθηκαν με το στατιστικό πακέτο SPSS 20 for Windows. Αρχικά, έγινε ο έλεγχος της κανονικότητας των δεδομένων όλων των μεταβλητών της χημικής ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΙΒΑΔΟΠΟΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ 234

σύστασης και της πεπτικότητας ώστε να διερευνηθεί αν τα στοιχεία ακολουθούσαν κανονική κατανομή. Ως κριτήριο ελέγχου της κανονικότητας επιλέχθηκε η μέθοδος ελέγχου της κοιλότητας (skewness) και κυρτότητας (kurtosis). Στη συνέχεια, έγινε ο έλεγχος των μέσων όρων των μεταβλητών με το t στατιστικό τεστ ανεξάρτητων δειγμάτων (independent measures t-test) (Fowler et al. 1998). Αποτελέσματα Συζήτηση Η περιεκτικότητα σε ολικές πρωτεΐνες (CP) του παλιουριού βρέθηκε σημαντικά υψηλότερη στα Χαμηλά Πορρόϊα συγκριτικά με τα Υψηλά (Πίνακας 1) πιθανότατα λόγω της μεγαλύτερης έντασης βόσκησης. Γενικά, η περιεκτικότητα του παλιουριού σε ολικές πρωτεΐνες είναι ιδιαίτερα υψηλή για ξυλώδες είδος που δεν ανήκει στην οικογένεια των ψυχανθών. Το αποτέλεσμα αυτό συμφωνεί με τα αποτελέσματα των Temel and Tan (2011) οι οποίοι διαπίστωσαν ότι, μεταξύ των ξυλωδών ειδών που διερεύνησαν, το Paliurus spina christi και το Gonocytisus angulatus εμφάνισαν την υψηλότερη τιμή CP. Σχετικά με την περιεκτικότητα των ινωδών ουσιών (NDF), των ινωδών ουσιών (ADF), της λιγνίνης (ADL) και την πεπτικότητα ξηρής ουσίας (DMD) του παλιουριού, δεν προέκυψαν στατιστικά σημαντικές διαφορές, αν και υπήρξε η τάση τα NDF, ADF, ADL να είναι χαμηλότερα και παράλληλα το DMD να είναι υψηλότερο στα Χαμηλά Πορρόϊα. Αυτό πιθανόν να οφείλεται στο ότι, στα χαμηλά τα φυτά βόσκονταν περισσότερο καθώς και στο γεγονός ότι η χημική σύνθεση των φυτών δεν είναι ίδια σε κάθε περιοχή, διότι είναι διαφορετικές οι αυξητικές περίοδοι στα ποικίλα ενδιαιτήματα (Stephens and Krebs 1986). Πίνακας 1. Χημική σύσταση (γρ/χλγρ) και πεπτικότητα ξηρής ουσίας (%) της βοσκήσιμης ύλης του παλιουριού Περιοχές έρευνας CP NDF ADF ADL DMD Υψ. Πορρόϊα 157,09α* 314,64α 263,84α 76,31α 68,31α Χαμ. Πορρόϊα 173,38β 305,12α 248,78α 71,15α 70,34α * Μέσοι όροι που ακολουθούνται από διαφορετικό γράμμα στην ίδια στήλη διαφέρουν σημαντικά (Ρ<0,05) Η περιεκτικότητα των ολικών πρωτεϊνών (CP) της ποώδους βλάστησης δεν διέφερε σημαντικά μεταξύ των δύο περιοχών (Πίνακας 2). Αντίθετα, η περιεκτικότητα σε NDF και ADF, διέφερε σημαντικά μεταξύ των δύο περιοχών και η μεγαλύτερη τιμή παρατηρείται στα Χαμ. Πορρόϊα. Πίνακας 2. Χημική σύσταση (γρ/χλγρ) και πεπτικότητα ξηρής ουσίας (%) της βοσκήσιμης ύλης της ποώδους βλάστησης Περιοχές έρευνας CP NDF ADF ADL DMD Υψ. Πορρόϊα 145,69α* 478,36α 360,31α 85,02α 60,01α Χαμ. Πορρόϊα 132,60α 538,19β 393,48β 74,07α 56,73β * Μέσοι όροι που ακολουθούνται από διαφορετικό γράμμα στην ίδια στήλη διαφέρουν σημαντικά (Ρ<0,05) Αυτό θα μπορούσε ίσως να αποδοθεί στη διαφορετική σύνθεση της βλάστησης (Marinas et al. 2003, Arzani et al. 2006). Η Παπαπορφυρίου (2014) διαπίστωσε ότι, το μεγαλύτερο ποσοστό των αγρωστωδών εμφανίζεται στα Χαμ. Πορρόϊα (24,41%) σε σύγκριση με τα Υψ. Πορρόϊα (16,70%). Τα αγρωστώδη είναι πιθανό να περιέχουν σχετικά περισσότερους ινώδεις ιστούς στους βλαστούς απ ότι στα φύλλα, συγκριτικά με άλλα είδη (Arzani et al. 2006). Δηλαδή, ο βαθμός ενίσχυσης των κυτταρικών τοιχωμάτων των αγρωστωδών με λιγνίνη, υπερέχει έναντι των άλλων φυτικών ειδών. Οι ίδιοι βρήκαν ότι, τα αγρωστώδη είχαν υψηλότερες τιμές ADF συγκριτικά με τις πλατύφυλλες πόες, συμπεριλαμβανομένων και των ψυχανθών, λόγω της μεγαλύτερης αναλογίας βλαστών / φύλλων των αγρωστωδών κατά την ΛΙΒΑΔΙΑ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ: ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ 235

περίοδο συλλογής των δειγμάτων και λόγω των ανατομικών τους διαφορών. Η περιεκτικότητα σε λιγνίνη (ADL) δεν διέφερε σημαντικά μεταξύ των δύο περιοχών. Η πεπτικότητα ξηρής ουσίας (DMD) βρέθηκε σημαντικά υψηλότερη (P<0,05) στα Υψ. Πορρόϊα συγκριτικά με αυτή στα Χαμ. Πορρόϊα. Αυτό ήταν αναμενόμενο, αφού η περιεκτικότητα σε δομικούς υδατάνθρακες ήταν σημαντικά χαμηλότερη στα Υψ. Πορρόϊα. Αυτή η διαφορά θα μπορούσε επίσης να αποδοθεί στη διαφορετική σύνθεση της βλάστησης. Το μεγαλύτερο ποσοστό των ψυχανθών παρουσιάζεται στα Υψ. Πορρόϊα (20,67%) σε σύγκριση με εκείνο στα Χαμ. Πορρόϊα (16,89%) και παράλληλα, το μικρότερο ποσοστό αγρωστωδών εμφανίζεται στα Υψ. Πορρόϊα (16,70%) σε σχέση με εκείνο στα Χαμ. Πορρόϊα (24,41%) (Παπαπορφυρίου 2014). Η βοτανική σύνθεση, η χημική σύσταση και το φαινολογικό στάδιο, επηρεάζουν την πεπτικότητα. Τα αγρωστώδη έχουν μικρότερη DMD σε σχέση με τις πλατύφυλλες πόες και τους θάμνους, διότι τα πρώτα λιγνινοποιούνται γρηγορότερα αφού ωριμάζουν νωρίτερα. Η πεπτικότητα των θάμνων και των αγρωστωδών είναι γενικά χαμηλότερη από αυτή των ψυχανθών και των πλατύφυλλων ποών (Marinas et al. 2003). Συμπεράσματα Το παλιούρι είναι ένα ξυλώδες είδος με βοσκήσιμη ύλη υψηλής θρεπτικής αξίας με ιδιαίτερα υψηλή περιεκτικότητα σε CP. Οι διαφορές στο υψόμετρο και στην ένταση της βόσκησης επηρέασαν μόνο την περιεκτικότητα σε CP, που ήταν σημαντικά υψηλότερη στα Χαμ. Πορρόϊα. Όσον αφορά τη θρεπτική αξία της ποώδους βλάστησης, σημαντικές διαφορές βρέθηκαν στην περιεκτικότητα σε NDF και ADF που είχαν υψηλότερες τιμές και στην πεπτικότητα DMD που είχε χαμηλότερες τιμές στα Χαμ. Πορρόϊα. Οι διαφορές αυτές μπορούν να αποδοθούν στη διαφορετική σύνθεση της βλάστησης. Συμπερασματικά, οι θαμνώνες παλιουριού παράγουν βοσκήσιμη ύλη υψηλής θρεπτικής αξίας για τα αγροτικά ζώα και μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως βοσκότοποι κυρίως την περίοδο της άνοιξης. Βιβλιογραφία Adams, A.S. and L.K. Rieske. 2003. Prescribed fire affects white Oak seedling phytochemistry: implications for insect herbivory. Forest Ecology and Management, 176: 37-47. A.O.A.C. 1990. Official methods of analysis. 15th ed. Association of Official Analytical Chemists. Washington, District of Columbia, U.S.A. pp. 746. Arzani, H., M. Basiri, F. Khatibi and G. Ghorbani. 2006. Nutritive value of some Zagros Mountain rangeland species. Small Ruminant Research, 65: 128-135. Burke, I.C., W.K. Lauenroth and W.J. Parton. 1997. Regional and temporal variation in net primary production and nitrogen mineralization in grasslands. Ecology, 78: 1330-1340. Fowler, J., L. Cohen and P. Jarvis. 1998. Practical Statistics for Field Biology. Second Edition. John Wiley & Sons Ltd. Baffins Lane, Chichester. West Sussex, England. pp. 268. Holechek, J.L. 1984. Comparative contribution of grasses, forbs and shrubs to the nutrition of range ungulates. Rangelands, 6: 261-263. Kökten, K., M. Kaplan, R. Hatipoğlu, V. Saruhan and S. Çinar. 2012. Nutritive value of Mediterranean shrubs. The Journal of Animal and Plant Sciences, 22: 188-194. Kraus, T.E.C., R.J. Zasoski and R. A. Dahlgren. 2004. Fertility and ph effects on polyphenol and condensed tannin concentrations in foliage and roots. Plant and Soil, 262: 95-109. Marinas, A., R. García González and M. Fondevila. 2003. The nutritive value of five pasture species occurring in the summer grazing ranges of the Pyrenees. Animal Science, 76: 461-469. McDonald, P., R.A. Edwards, J.F.D. Greenhalgh and C.A. Morgan. 1995. Animal Nutrition. Longman Scientific and Technical. New York, U.S.A. pp. 607. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΙΒΑΔΟΠΟΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ 236

Oddy, V.H., G.E. Robards and S.G. Low. 1983. Prediction of in vivo dry matter digestibility from the fiber nitrogen content of a feed. pp. 395-398. In: Feed Information and Animal Production (G.E. Robards and R.G. Packham, eds). Commonwealth Agricultural Bureaux. Farnham Royal, U.K. Stephens, D.W. and J.R. Krebs. 1986. Foraging Theory. Princeton University Press. Princeton, New Jersey, U.S.A. pp.247. Temel, S. and M. Tan. 2011. Fodder values of shrub species in maquis in different altitudes and slope aspects. The Journal of Animal and Plant Sciences, 21: 508-512. Tutin, T.G., N.A. Burges, A.O. Chapter, J.R. Edmondson, V.H. Heywood, D.M. Moore, D.H. Valentine, S.M. Walter and D.A. Webb. 1968-1980. Flora Europaea. Vol. 2. Cambridge University Press. Cambridge, England. Van Soest, P.J., J.B. Robertson and B.A. Lewis. 1991. Methods for Dietary Fiber, Neutral Detergent Fiber and Nonstarch Polysaccharides in Relation to Animal Nutrition. Journal of Dairy Science, 74: 3583-3597. Αθανασιάδης, Ν.Η. 1986. Δασική Βοτανική Μέρος ΙΙ, Δέντρα και Θάμνοι των Δασών της Ελλάδος. Εκδόσεις Γιαχούδη Γιαπούλη. Θεσσαλονίκη. σελ. 309. Μαυρομμάτης, Γ.Ν. 1978. Χάρτης των Βιοκλιματικών Ορόφων της Ελλάδος. 1:1.000.000. Ίδρυμα Δασικών Ερευνών Αθηνών. Παπαπορφυρίου, Π. 2014. Βιοποικιλότητα και θρεπτική αξία της βλάστησης σε θαμνώνες Paliurus spina christi στην κεντρική βόρεια Ελλάδα. Μεταπτυχιακή Διατριβή. Τμήμα Δασολογίας και Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων. Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Ορεστιάδα. σελ. 127. ΛΙΒΑΔΙΑ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ: ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ 237

Nutritive value of vegetation in Christ s thorn shrublands in Porrogia, Serres Greece P. Papaporfyriou 1, A.P. Kyriazopoulos 1, Z.M. Parissi 2 1 Department of Forestry and Management of the Environment and Natural Resources, Democritus University of Thrace, 193 Pantazidou str., 68200, Orestiada, Greece email: popirfir@hotmail.com 2 Department of Forestry and Natural Environment, Aristotle University of Thessaloniki, 54124, Thessaloniki, Greece Abstract Rangelands constitute the most significant land resource of our country, occupying over than 40% of its surface. Shrublands constitute a large part of rangeland areas in northern Greece. Deciduous shrublands dominated by the Christ s thorn (Paliurus spina christi Miller) are considered to be very important, due to the fact that they provide nutritious forage for grazing animals. Christ s thorn is a species extremely resistant to grazing. The objective of this research was the determination of the chemical composition (CP, NDF, ADF, ADL) and the estimation of Dry Matter Digestibility (DMD) of Christ s thorn and its understory herbaceous vegetation in central north Greece, at two regions of different altitude. Two areas were selected in Porrogia Serres; High and Low Porrogia, in Christ s thorn shrublands for this purpose, taking into account the differences between altitudes. Several sampling areas were selected within each location where annual twigs and foliage of Christ s thorn were collected. Furthermore, the above - ground biomass of the understory herbaceous vegetation was collected for the estimation of its nutritive value. CP content of Paliurus was significantly higher in Low Porrogia, while no significant differences were detected for NDF, ADF, ADL and DMD contents between the two study areas. No significant differences were also detected for CP and ADL contents of the herbaceous vegetation between the two study areas. NDF and ADF contents of the herbaceous vegetation were significantly higher in Low Porrogia, while DMD content was significantly higher in High Porrogia. These differences could be associated with the differences in altitude and vegetation composition. Key words: forage chemical composition, dry matter digestibility, shrubs, Paliurus, herbaceous vegetation. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΙΒΑΔΟΠΟΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ 238