ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

Σχετικά έγγραφα
ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 72/

Κατευθυντήριες γραμμές για την ικανότητα απορρόφησης ζημιών των τεχνικών προβλέψεων και των αναβαλλόμενων φόρων

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 71/

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 61/

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 68/

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 67/

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τη φερεγγυότητα ομίλου

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 70/

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 73/

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 62/

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 76/

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 75/

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 65/

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 105/

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 69/

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 152/

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την αντιμετώπιση των συνδεδεμένων επιχειρήσεων, περιλαμβανομένων των συμμετοχών

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΡΙΘΜ. 123/

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την αναγνώριση και αποτίμηση στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού εκτός των τεχνικών προβλέψεων

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 80/

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τα κεφάλαια κλειστής διάρθρωσης

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 85/

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις ειδικές παραμέτρους για κάθε επιχείρηση

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3833, 8/4/2004

Συνεδρίαση 114/

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ, αφού έλαβε υπόψη:

Κατευθυντήριες οδηγίες σχετικά με την αξιολόγηση ιδίων κινδύνων και φερεγγυότητας

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 153/

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 64/

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

Κατευθυντήριες γραμμές

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

1.3. Οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές απευθύνονται στις εποπτικές αρχές κατά την οδηγία Φερεγγυότητα II.

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Γενικοί κανόνες σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων (αντ)ασφάλισης

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την υποβολή στοιχείων για τους σκοπούς της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας

ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ. Φερεγγυότητα ΙΙ και Όμιλοι

Επισκόπηση των εναλλακτικών επιλογών και διακριτικών ευχερειών που ορίζονται στην οδηγία 2013/36/ΕΕ και στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ.

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την εφαρμογή των μέτρων για τις μακροπρόθεσμες εγγυήσεις

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3918, 5/11/2004

132(Ι)/2013 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟN ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΕΩΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΣΥΝΑΦΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΝΟΜΟ

Κατευθυντήριες γραμμές για τα όρια των συμβάσεων

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμός (ΕΕ) 2015/2303 της Επιτροπής της 28

Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα

Κατευθυντήριες γραμμές ΕΑΤ. σχετικά με τη συγκριτική αξιολόγηση των αποδοχών EBA/GL/2012/4

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΡΙΘΜ. 125/

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την υποβολή στοιχείων και τη δημοσιοποίηση

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 156/

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

Αριθ. L 126/20 Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2015/534 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ

Κατευθυντήριες γραμμές

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 113/

Τακτική ανταλλαγή πληροφοριών στο πλαίσιο λειτουργίας των κολλεγίων εποπτικών αρχών

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 154/

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3989, 6/5/2005 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 1985 ΜΕΧΡΙ 2005

Τελικές κατευθυντήριες γραμμές

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 131/

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Συνεδρίαση 158/

Επισκόπηση των εναλλακτικών επιλογών και διακριτικών ευχερειών που ορίζονται στην οδηγία 2013/36/ΕΕ και στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ.

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις μεθόδους καθορισμού των μεριδίων αγοράς για υποβολή πληροφοριών

Θέμα: Ελεγκτικές διαδικασίες επί της έκθεσης φερεγγυότητας και χρηματοοικονομικής κατάστασης από νόμιμους ελεγκτές ή ελεγκτικά γραφεία

ΔΙΕΘΝΕΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΤΥΠΟ 1 «ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ»

ΟΔΗΓΙΕΣ ΟΔΗΓΙΑ 2011/89/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. της 8ης Νοεμβρίου 2011.

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τον κίνδυνο βάσης

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 77/

Ε.Ε. Παρ. ΙΙΙ(Ι) Αρ. 4839, Αριθμός 563 ΟΔΗΓΙΑ ΟΔ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ ΚΥΠΡΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Έκθεση Φερεγγυότητας & Χρηματοοικονομικής Κατάστασης Ομίλου - Σύνοψη

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τη μέθοδο εξέτασης

Σχέδιο νόμου για την ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ. Άρθρο 1

BROKERS UNION ΜΕΣΙΤΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΩΝ Α.Ε.

Κατευθυντήριες γραμμές

Συνεδρίαση 262/

ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΑΚΙΝΗΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ Α.Ε.Ε.Α.Π. Ενδιάμεσες Συνοπτικές Ατομικές Οικονομικές Kαταστάσεις

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την επιχειρησιακή λειτουργία των σωμάτων εποπτών

Ε.Ε. Παρ.ΙΙΙ(Ι) Αρ.4608, Κ.Δ.Π. 483/2012

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ (Οι αριθμοί παραπέμπουν στις σελίδες)

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 63/

ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΙΜΗΝΟ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ ΣΤΙΣ 31 ΜΑΡΤΙΟΥ 2006

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

ΠΕΙΡΑΙΩΣ ASSET MANAGEMENT ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΜΟΙΒΑΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ. Βάσει των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Ενδιάμεσες συνοπτικές, εταιρικές και ενοποιημένες, οικονομικές καταστάσεις για το τρίμηνο που έληξε την 31 Μαρτίου 2006

Υπόδειγμα Β.2.1: Κατάστασης Αποτελεσμάτων κατά λειτουργία Ατομικές χρηματοοικονομικές καταστάσεις

Transcript:

5611 ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΕΥΧΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Αρ. Φύλλου 413 19 Φεβρουαρίου 2016 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ Υιοθέτηση Κατευθυντήριων Γραμμών της Ευρωπα ϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (EIOPA) σχετικά με την ικανότητα απορρόφησης ζημιών των τεχνικών προβλέ ψεων και των αναβαλλόμενων φόρων (EIOPA BoS 14 177/27.11.2014).... 1 Υιοθέτηση Κατευθυντήριων Γραμμών της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξε ων (EIOPA) σχετικά με τη φερεγγυότητα ομίλου (GroupSolvency, EIOPA BoS 14 181/27.11.2014)... 2 ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ Αριθμ. πράξης 72/12.2.2016 (1) Υιοθέτηση Κατευθυντήριων Γραμμών της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (EIOPA) σχετικά με την ικανότητα απορρόφησης ζη μιών των τεχνικών προβλέψεων και των αναβαλλό μενων φόρων (EIOPA BoS 14 177/27.11.2014). ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Η ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Αφού έλαβε υπόψη: α) το άρθρο 55Α του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος, όπως ισχύει, β) τον Ν.4364/2016 «Προσαρμογή της ελληνικής νο μοθεσίας στην Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δρα στηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγ γυότητα ΙΙ), στα άρθρα 2 και 8 της Oδηγίας 2014/51/ ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 σχετικά με την τροποποίηση των Οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, και των Κα νονισμών (ΕΚ) αριθμ. 1060/2009, (ΕΕ) αριθμ. 1094/2010 και (ΕΕ) αριθμ. 1095/2010, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (εφεξής ΕΑΑΕΣ) και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών, καθώς και στο άρθρο 4 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2011, σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών οντοτήτων που ανήκουν σε χρηματοπιστωτικούς ομί λους ετερογενών δραστηριοτήτων και συναφείς δια τάξεις της νομοθεσίας περί της ιδιωτικής ασφάλισης και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α 13) και ιδίως το άρθρο 46 αυτού, γ) τον Κανονισμό υπ αριθμ. 1094/2010 του Ευρωπαϊ κού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη Σύσταση Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΕ L 331 της 15.12.2010), και ιδίως το άρθρο 16 αυτού, δ) τον κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμό (ΕΕ) 2015/35 της Επιτροπής για τη συμπλήρωση της Οδηγίας 2009/138/ ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτή των ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II) (ΕΕ L 12 της 17.1.2015), ε) τις Κατευθυντήριες Γραμμές σχετικά με την ικανότη τα απορρόφησης ζημιών των τεχνικών προβλέψεων και των αναβαλλόμενων φόρων (EIOPA BoS 14 177/27.11.2014) στο κείμενο των οποίων αναφέρεται ότι εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2016, και στ) ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκύ πτει δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζει: Να υιοθετήσει τις Κατευθυντήριες Γραμμές της Ευρω παϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντά ξεων σχετικά με την ικανότητα απορρόφησης ζημιών των τεχνικών προβλέψεων και των αναβαλλόμενων φόρων (EIOPA BoS 14 177/27.11.2014), ως εξής: Άρθρο 1 Σκοπός και ορισμοί 1. Σκοπός της παρούσας είναι να θεσπισθεί πλαίσιο οδηγιών για την εφαρμογή της περίπτωσης (γ) του άρθρου 79 του Ν.4364/2016 καθώς και των άρθρων 83, 205, 206 και 207 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35. 2. Για τις ανάγκες της παρούσας, λαμβάνονται υπό ψη οι ορισμοί που δίδονται στις αντίστοιχες έννοιες στα κείμενα του Ν.4364/2016, της Οδηγίας 2009/138/ ΕΚ (Φερεγγυότητα ΙΙ) και των Κανονισμών που αναφέ ρονται ανωτέρω. Σε περίπτωση απόκλισης μεταξύ των ορισμών των ιδίων εννοιών στην ελληνική απόδοση των ως άνω κειμένων, προκρίνεται η ορολογία που υιοθετεί ο Ν.4364/2016.

5612 ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ) Ειδικότερα, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί: α) «Αποτιμήσεις ή ισολογισμός της Φερεγγυότητας ΙΙ»: Οι αποτιμήσεις όλων των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού, σύμφωνα με τις μεθόδους που καθορίζονται στο Ν.4364/2016, στον Κανονισμό (ΕΕ) 2015/35, στην κεί μενη ευρωπαϊκή νομοθεσία αμέσου εφαρμογής και σε κάθε άλλη απόφαση η οποία έχει εκδοθεί κατ εξουσι οδότηση των ανωτέρω. β) «Αποτιμήσεις για φορολογικούς σκοπούς»: Οι αποτι μήσεις όλων των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού, σύμφωνα με τις μεθόδους που καθορίζονται από την εκάστοτεισχύουσα φορολογική νομοθεσία. γ) «στιγμιαία απώλεια»: η στιγμιαία απώλεια που ανα φέρεται στο άρθρο 207 παράγραφος 1 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35. ΚΕΦΑΛΑΙΟ I ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΗΣ ΖΗΜΙΩΝ ΤΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΠΡΟΒΛΕΨΕΩΝ Άρθρο 2 (1η κατευθυντήρια γραμμή) Υπολογισμός της Βασικής Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας 1. Κατά τον υπολογισμό, σύμφωνα με το άρθρο 83 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35, του αντικτύπου ενός σε ναρίου στα βασικά ίδια κεφάλαια, οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις: α) διατηρούν αμετάβλητες τις ταμειακές ροές που σχετίζονται με μελλοντικές προαιρετικές παροχές και δεν προβαίνουν σε επανεκτίμηση της παρούσας αξίας τους, και β) όταν το σενάριο επηρεάζει τη χρονική διάρθρωση των επιτοκίων άνευ κινδύνου ειδικά στην περίπτωση που το σενάριο αφορά στιγμιαίες μεταβολές του επι πέδου των επιτοκίων προβαίνουν σε επανεκτίμηση της παρούσας αξίας μόνον των ταμειακών ροών που σχετίζονται με εγγυημένες παροχές. 2. Όταν οι επιχειρήσεις διαμορφώνουν τις μελλοντικές ενέργειες διαχείρισης που έπονται ενός σεναρίου σύμ φωνα με την περίπτωση (α) της παραγράφου 2 του άρ θρου 83 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35, λαμβάνουν υπόψη τους τις απαιτήσεις της παραγράφου 1 του παρόντος. Άρθρο 3 (2η κατευθυντήρια γραμμή) Μέθοδος προσδιορισμού της κεφαλαιακής απαίτησης των επιμέρους υποενοτήτων κινδύνου κατά τον υπολογισμό της Βασικής Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 2 της παρούσας, κατά τον υπολογισμό της Βασικής Κεφαλαι ακής Απαίτησης Φερεγγυότητας, όταν η κεφαλαιακή απαίτηση μιας ενότητας ή υποενότητας κινδύνου βα σίζεται στον αντίκτυπο ενός σεναρίου, οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις δύνανται να υπολο γίζουν τον αντίκτυπο αυτό εμμέσως, χρησιμοποιώντας ως βάση τους αντίστοιχους υπολογισμούς για την Κα θαρή Βασική Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας, ως ακολούθως: α) υπολογίζεται η αξία των μελλοντικών προαιρετι κών παροχών λαμβάνοντας υπόψη τον αντίκτυπο του σεναρίου, β) υπολογίζεται η διαφορά μεταξύ της αξίας των μελ λοντικών προαιρετικών παροχών που είναι ενσωματω μένες στη βέλτιστη εκτίμηση των τεχνικών προβλέψεων και της αξίας που αναφέρεται στο στοιχείο (α), γ) το αποτέλεσμα της περίπτωσης (β) ανωτέρω προ στίθεται στην αντίστοιχη κεφαλαιακή απαίτηση της επιμέρους ενότητας ή υποενότητας κινδύνου της Καθα ρής Βασικής Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας. Άρθρο 4 (3η κατευθυντήρια γραμμή) Αντίκτυπος σεναρίων στις μελλοντικές προαιρετικές παροχές κατά τον υπολογισμό της Καθαρής Βασικής Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας Κατά τους υπολογισμούς της περίπτωσης (β) της παραγράφου 2 του άρθρου 206 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35, όταν οι επιχειρήσεις προσδιορίζουν τον αντί κτυπο ενός σεναρίου στις μελλοντικές προαιρετικές παροχές που περιλαμβάνονται στις τεχνικές προβλέ ψεις, λαμβάνουν υπόψη τα ακόλουθα: α) τον αντίκτυπο του σεναρίου στα μελλοντικά κέρδη, και β) τις μελλοντικές ενέργειες διαχείρισης που σχετίζο νται με τη διανομή μελλοντικών προαιρετικών παροχών, κάτω από το συγκεκριμένο σενάριο. 2. Κατά τον υπολογισμό της Καθαρής Βασικής Κε φαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας, οι επιχειρή σεις λαμβάνουν υπόψη την επίπτωση στις μελλοντικές προαιρετικές παροχές λόγω μεταβολής της χρονικής διάρθρωσης των επιτοκίων άνευ κινδύνου που χρησι μοποιείται για την προεξόφληση των ταμειακών ροών, είτε αυτή οφείλεται σε εφαρμογή σεναρίων είτε σε άλλους λόγους. Άρθρο 5 (4η κατευθυντήρια γραμμή) Ποσοστά συμμετοχής σε μελλοντικά κέρδη Κατά τους υπολογισμούς της περίπτωσης (β) της παραγράφου 2 του άρθρου 206 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35, σε περίπτωση που οι παραδοχές σχετικά με τις μελλοντικές ενέργειες διαχείρισης που έπονται ενός σεναρίου περιλαμβάνουν τη μεταβολή των ποσοστών συμμετοχής στα μελλοντικά κέρδη, οι επιχειρήσεις, όταν καθορίζουν την παραδοχή για την ανωτέρω μεταβο λή, λαμβάνουν υπόψη τους τόσο τη φύση, όσο και την ένταση της υποκρυπτόμενης ακραίας μεταβολής που περιλαμβάνεται στο σενάριο αυτό. Άρθρο 6 (5η κατευθυντήρια γραμμή) Ενέργειες διαχείρισης 1. Οι παραδοχές που χρησιμοποιούν οι επιχειρήσεις σχετικά με τις μελλοντικές ενέργειες διαχείρισης όσον αφορά στη διανομή μελλοντικών προαιρετικών παροχών συνάδουν υποχρεωτικά με την υφιστάμενη επιχειρημα τική πρακτική τους. 2. Κατά τον υπολογισμό της προσαρμογής για την ικα νότητα απορρόφησης ζημιών των τεχνικών προβλέψεων, οι επιχειρήσεις χρησιμοποιούν παραδοχές σχετικά με τις μελλοντικές ενέργειες διαχείρισης τους σε επίπε δο ανάλυσης και λεπτομέρειας που να αντικατοπτρίζει όλους τους σημαντικούς και σχετικούς νομικούς, κανο νιστικούς ή συμβατικούς περιορισμούς περί διανομής μελλοντικών προαιρετικών παροχών.

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ) 5613 ΚΕΦΑΛΑΙΟ II ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΗΣ ΖΗΜΙΩΝ ΤΩΝ ΑΝΑΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΦΟΡΩΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ Άρθρο 7 (6η κατευθυντήρια γραμμή) Βαθμός ανάλυσης υπολογισμού Ο υπολογισμός της προσαρμογής για την ικανότητα απορρόφησης ζημιών των αναβαλλόμενων φόρων δι ενεργείται αναλυτικά και λεπτομερώς, ούτως ώστε να αντικατοπτρίζει τις σημαντικότερες συναφείς νομοθε τικές και κανονιστικές φορολογικές διατάξεις. Άρθρο 8 (7η κατευθυντήρια γραμμή) Αρχές και μέθοδοι αποτίμησης 1. Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις, κατά τον υπολογισμό της προσαρμογής για την ικανό τητα απορρόφησης ζημιών των αναβαλλόμενων φόρων, περιλαμβάνουν τους θεωρητικούς αναβαλλόμενους φό ρους DTNotional ως ακολούθως: α) Υπολογίζονται οι διαφορές μεταξύ των αποτιμή σεων της Φερεγγυότητας ΙΙ και των αποτιμήσεων για φορολογικούς σκοπούς, οι οποίες προκύπτουν ως απο τέλεσμα εφαρμογής της στιγμιαίας απώλειας, β) Από τις διαφορές της περίπτωσης (α) ανωτέρω, υπολογίζονται αυτές οι οποίες αφορούν σε ουσιώδεις προσωρινές διαφορές, γ) Η κάθε μία προσωρινή διαφορά της περίπτωσης (β) ανωτέρω, πολλαπλασιάζεται με τον αντίστοιχα εφαρ μοζόμενο σε αυτήν φορολογικό συντελεστή (θεωρητική αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση DTANotional ή θεωρητική αναβαλλόμενη φορολογική υποχρέωση DTLNotional). Η προσαρμογή για την ικανότητα απορρόφησης ζη μιών των αναβαλλόμενων φόρων προσδιορίζεται από το μέρος των θεωρητικών αναβαλλόμενων απαιτήσεων και υποχρεώσεων τα οποία αναγνωρίζονται σύμφωνα με τα άρθρα 9 ως 15 της παρούσας. 3. Κατά τους υπολογισμούς της παραγράφου 1 της παρούσας, οι επιχειρήσεις, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 15 Κανονισμού (EE) 2015/35, λαμβάνουν υπόψη όλα τα στοιχεία ενεργητι κού και υποχρεώσεων που αναγνωρίζονται για σκοπούς φερεγγυότητας ή φορολογικούς σκοπούς. 4. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 3 της παρούσας, οι επιχειρήσεις δύνανται να εφαρμόζουν κατά τους υπο λογισμούς της παραγράφου 1 έναν ή περισσότερους μέ σους φορολογικούς συντελεστές, υπό την προϋπόθεση ότι είναι σε θέση να αποδεικνύουν ότι οι εν λόγω μέσοι φορολογικοί συντελεστές έχουν τεθεί σε κατάλληλο επίπεδο και ότι με την ως άνω μέθοδο αποφεύγονται ουσιώδεις ανακρίβειες υπολογισμού της προσαρμογής. Άρθρο 9 (8η κατευθυντήρια γραμμή) Επιμερισμός ζημιών 1. Σε περίπτωση που ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση εφαρμόζει την παρέκκλιση της παραγρά φου 3 του άρθρου 8 του παρόντος και ο υπολογισμός της προσαρμογής σε συγκεντρωτικό επίπεδο δεν αντι κατοπτρίζει τις σημαντικές συναφείς νομοθετικές και κανονιστικές φορολογικές διατάξεις, τότε υποχρεωτικά επιμερίζει τις αιτίες της ζημιάς της παραγράφου 1 του άρθρου 207 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35 στους κινδύ νους που λαμβάνονται υπόψη από τις βασικές κεφαλαι ακές απαιτήσεις φερεγγυότητας και από την κεφαλαια κή απαίτηση για λειτουργικό κίνδυνο, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 207 του ίδιου Κανονισμού. 2. Σε περίπτωση που η κατανομή της ανωτέρω πα ραγράφου 1 του παρόντος δεν αντικατοπτρίζει τις ση μαντικότερες συναφείς νομοθετικές και κανονιστικές φορολογικές διατάξεις, η επιχείρηση κατανέμει τη ζημία στα διάφορα στοιχεία ενεργητικού ή παθητικού αναλυ τικά και λεπτομερώς. Άρθρο 10 (9η κατευθυντήρια γραμμή) Ρυθμίσεις για τη μεταβίβαση κερδών ή ζημιών 1. Όταν μια ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση: α) είτε έχει προσχωρήσει σε συμβάσεις μεταβίβασης κέρδους ή ζημίας σε άλλη επιχείρηση, β) είτε δεσμεύεται από συμφωνίες μεταβίβασης κέρ δους ή ζημίας που προκύπτουν από την εκάστοτε ισχύ ουσα φορολογική νομοθεσία (φορολογικοί όμιλοι), γ) είτε δεσμεύεται από συμφωνίες περίεν ισχύι ή αναμενόμενης μεταβίβασης κέρδους ή ζημίας, μέσω συμψηφισμού των εν λόγω ζημιών με κέρδη άλλης επι χείρησης στο πλαίσιο των εκάστοτε ισχυόντων κανόνων φορολογικής ενοποίησης (ενιαία φορολογική οντότητα), η επιχείρηση λαμβάνει υπόψη τις εν λόγω συμφωνίες για τον υπολογισμό της προσαρμογής της ικανότητας απορρόφησης ζημιών των αναβαλλόμενων φόρων. 2. Όταν έχει συμβατικά συμφωνηθεί και είναι πιθανό να μεταβιβαστεί μια ζημία σε άλλη επιχείρηση ή όταν τέτοιου είδους μεταβίβαση ζημιών πραγματοποιείται ή αναμένεται να πραγματοποιηθεί μέσω συμψηφισμού των εν λόγω ζημιών με κέρδη άλλης επιχείρησης («πα ραλήπτρια επιχείρηση») αφότου η επιχείρηση («μετα βιβάζουσα επιχείρηση») υποστεί στιγμιαία απώλεια, η μεταβιβάζουσα επιχείρηση αναγνωρίζει τη σχετική προ σαρμογή αναβαλλόμενου φόρου μόνο στον βαθμό που η πληρωμή ή άλλη παροχή θα ληφθεί ως αντάλλαγμα της μεταβίβασης των θεωρητικών φορολογικών ζημιών και εφόσον επιτρέπεται από την εκάστοτε φορολογική νομοθεσία. 3. Εφόσον επιτρέπεται από την εκάστοτε ισχύουσα φορολογική νομοθεσία, η μεταβιβάζουσα επιχείρηση αναγνωρίζει την εισπρακτέα πληρωμή ή παροχή μόνο στον βαθμό που θα ήταν δυνατό να αναγνωριστεί η προσαρμογή του αναβαλλόμενου φόρου σύμφωνα με το άρθρο 11 του παρόντος σε περίπτωση που δεν με ταβιβαζόταν η ζημία. 4. Εφόσον επιτρέπεται από την εκάστοτε φορολογική νομοθεσία, η μεταβιβάζουσα επιχείρηση αναγνωρίζει εισπρακτέες πληρωμές ή παροχές μόνον εάν η ρύθμιση ή η σύμβαση είναι νομικά ισχυρή και εκτελεστή από τη μεταβιβάζουσα επιχείρηση σε σχέση με τη μεταβίβαση των εν λόγω στοιχείων. 5. Εάν η αξία της εισπρακτέας πληρωμής ή παρο χής εξαρτάται από τη φερεγγυότητα ή τη φορολογική θέση της παραλήπτριας επιχείρησης ή από αυτήν της υφιστάμενης φορολογικής ενοποίησης (ενιαία φορολο γική οντότητα) συνολικά, η μεταβιβάζουσα επιχείρηση βασίζει την αποτίμηση της εισπρακτέας πληρωμής ή

5614 ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ) των εισπρακτέων παροχών σε αξιόπιστη εκτίμηση της αξίας που αναμένεται να εισπραχθεί ως αντάλλαγμα της μεταβιβασθείσας ζημίας. 6. Η μεταβιβάζουσα επιχείρηση επαληθεύει ότι η πα ραλήπτρια επιχείρηση είναι σε θέση να τηρήσει τις υποχρεώσεις της σε ακραίες καταστάσεις, δηλαδή αφού υποστεί τις ακραίες μεταβολές της Κεφαλαιακής Απαί τησης Φερεγγυότητας, εφόσον η παραλήπτρια επιχεί ρηση υπόκειται στο πεδίο εφαρμογής του Ν. 4364/2016 ή της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ. 7. Η μεταβιβάζουσα επιχείρηση λαμβάνει υπόψη κάθε πληρωτέο φόρο επί της εισπρακτέας πληρωμής ή πα ροχής στο αναγνωρισμένο ποσό θεωρητικών αναβαλ λόμενων φόρων. 8. Εάν η παραλήπτρια επιχείρηση σε ατομική βάση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του Ν. 4364/2016 ή της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, δεν αναγνωρίζει τη μεταβιβασθεί σα ζημία στον υπολογισμό της προσαρμογής για την ικανότητα απορρόφησης ζημιών των αναβαλλόμενων φόρων. ΚΕΦΑΛΑΙΟ III ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΗΣ ΖΗΜΙΩΝ ΤΩΝ ΑΝΑΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΦΟΡΩΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ Άρθρο 11 (10η κατευθυντήρια γραμμή) Προσωρινός χαρακτήρας 1. Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις αναγνωρίζουν θεωρητικά αναβαλλόμενα φορολογικά περιουσιακά στοιχεία (θεωρητικές αναβαλλόμενες φο ρολογικές απαιτήσεις) μόνον εφόσον οφείλονται σε προσωρινές φορολογικές διαφορές. 2. Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις δεν αναγνωρίζουν θεωρητικά αναβαλλόμενα φορολο γικά περιουσιακά στοιχεία (θεωρητικές αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις DTANotional) εκτός και αν απο δεικνύουν ότι μπορούν να συμψηφίζονται έναντι πα ρελθουσών φορολογικών υποχρεώσεων ή τρεχουσών ή πιθανών μελλοντικών φορολογικών υποχρεώσεων, εφόσον ο συμψηφισμός επιτρέπεται από την εκάστοτε φορολογική νομοθεσία. Άρθρο 12 (11η κατευθυντήρια γραμμή) Αποφυγή διπλού υπολογισμού 1. Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις υπολογίζουν την διαφορά των αναγνωρισμένων θεω ρητικών αναβαλλόμενων φορολογικών περιουσιακών στοιχείων (DTANotional) της παραγράφου 2 του άρθρου 11 της παρούσας, από τα ήδη αναγνωρισμένα φορολο γικά αναβαλλόμενα περιουσιακά στοιχεία (DTA) που περιλαμβάνονταιστον ισολογισμό της Φερεγγυότητας ΙΙ ως ακολούθως: LAC DTA DTA DTANotional 2. Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις υπολογίζουν την διαφορά των αναγνωρισμένων θεω ρητικών αναβαλλόμενων φορολογικών υποχρεώσεων (DTLNotional), μείον τις ήδη αναγνωρισμένες αναβαλλό μενες φορολογικές υποχρεώσεις (DTL) που περιλαμ βάνονται στον ισολογισμό της Φερεγγυότητας ΙΙ ως ακολούθως: LAC DTL = DTLNotional DTL 3. Εάν η στιγμιαία απώλεια έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων (δηλαδή εάν ), οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις θέτουν: LAC DTA = 0, εκτός εάν είναι σε θέση να αποδείξουν ότι τα μελλο ντικά φορολογητέα κέρδη θα είναι διαθέσιμα σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 15 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35, λαμβάνοντας υπόψη την στιγμιαία απώλεια και τον αντίκτυπό της στην τρέχουσα και μελλοντική χρηματοοικονομική κατάσταση της επιχείρησης. 4. Για την εφαρμογή της παραγράφου 3 του παρόντος, η αύξηση των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτή σεων δεν μπορεί να υποστηρίζεται από τις ίδιες ανα βαλλόμενες φορολογικές υποχρεώσεις ή μελλοντικά φορολογητέα κέρδη που ήδη υποστηρίζουν την ανα γνώριση των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσε ωνστον ισολογισμό της Φερεγγυότητας ΙΙ. 5. Η προσαρμογή για την ικανότητα απορρόφησης ζημιών των αναβαλλόμενων φόρων (LAC) ισούται με το άθροισμα του και του και δεν μπορεί να είναι θετική: LAC = min (LAC DTA + LAC DTL, 0) 6. Για τον υπολογισμό και την αναγνώριση των θε ωρητικών αναβαλλόμενων φορολογικών περιουσιακών στοιχείων (απαιτήσεων), οι επιχειρήσεις ακολουθούν τις αρχές που προβλέπονται στο άρθρο 15 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35. Άρθρο 13 (12η κατευθυντήρια γραμμή) Αναγνώριση βάσει μελλοντικών κερδών 1. Εάν η αναγνώριση των θεωρητικών αναβαλλόμενων φορολογικών περιουσιακών στοιχείων (απαιτήσεων) βα σίζεται σε εκτίμηση των μελλοντικών φορολογητέων κερδών, οι επιχειρήσεις αναγνωρίζουν τις ανωτέρω θεω ρητικές αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις μόνον εφόσον θεωρούν ότι είναι πιθανό να διαθέτουν επαρκή μελλοντικά φορολογητέα κέρδη έχοντας υποστεί απώ λεια ίση με την περιγραφόμενη στην παράγραφο 1 του άρθρου 207 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35. 2. Οι επιχειρήσεις κατά την εκτίμηση του προσωρινού χαρακτήρα των θεωρητικών αναβαλλόμενων φορολο γικών απαιτήσεων και του χρονικής διάρθρωσης των μελλοντικών φορολογητέων κερδών, χρησιμοποιούν κατάλληλες μεθόδους που πληρούν τις ακόλουθες απαιτήσεις: α) η εκτίμηση διενεργείται σύμφωνα με την παρά γραφο 3 του άρθρου 15 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35, β) στην εκτίμηση λαμβάνονται υπόψη οι προοπτικές της επιχείρησης κάτω από την υπόθεση ότι έχει υποστεί στιγμιαία απώλεια. Άρθρο 14 (13η κατευθυντήρια γραμμή) Απαλλαγή από τον υπολογισμό όταν η απόδειξη της επιλεξιμότητας είναι επαχθής Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις δύνανται να παραβλέπουν τις θεωρητικές αναβαλλόμε νες φορολογικές απαιτήσεις, και να τις θεωρούν ίσες

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ) 5615 με μηδέν (0), κατά τον υπολογισμό της προσαρμογής για την ικανότητα απορρόφησης ζημιών, σε περίπτωση που είναι εξαιρετικά επαχθές για την επιχείρηση να αποδείξει την επιλεξιμότητά τους. Άρθρο 15 (14η κατευθυντήρια γραμμή) Θεωρητικές αναβαλλόμενες φορολογικές υποχρεώσεις Με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 του άρθρου 207 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35, οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις, κατά τον υπολογισμό της προσαρμογής για την ικανότητα απορρόφησης ζημιών των αναβαλλόμενων φόρων, περιλαμβάνουν τις θεωρητικές αναβαλλόμενες φορολογικές υποχρεώσεις (DTLNotional) που απορρέουν από τη στιγμιαία απώλεια. ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΗΣ ΖΗΜΙΩΝ ΤΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΠΡΟΒΛΕΨΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΝΑΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΦΟΡΩΝ ΣΕ ΕΠΙΠΕΔΟ ΟΜΙΛΟΥ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 16 (15η κατευθυντήρια γραμμή) Πεδίο εφαρμογής 1. Η συμμετέχουσα ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εφαρμόζει την προσαρμογή για την ικανότητα απορρόφησης ζημιών των τεχνικών προβλέψεων και των αναβαλλόμενων φόρων, όταν ο υπολογισμός της φερεγγυότητας του ομίλου πραγματοποιείται στη βάση ενοποιημένων λο γαριασμών (μέθοδος 1) ή με συνδυασμό των μεθόδων 1 και 2. 2. Στην περίπτωση που ο υπολογισμός της φερεγγυό τητας του ομίλου πραγματοποιείται με συνδυασμό των μεθόδων 1 και 2, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 178 του Ν. 4364/2016, τότε η προσαρμογή για την ικανότητα απορρόφησης ζημιών των τεχνικών προβλέψεων και των αναβαλλόμενων φόρων εφαρμόζε ται μόνον στα ενοποιημένα δεδομένα που προσδιορίζο νται στις περιπτώσεις (α), (β) και (γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 335 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35. 3. Συμμετέχουσες ασφαλιστικές και αντασφαλιστι κές επιχειρήσεις, εταιρείες ασφαλιστικών συμμετοχών και μικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών για τις οποίες ο υπολογισμός της φερεγγυότητας του ομίλου πραγματοποιείται με τη μέθοδο 2, δεν εφαρμό ζουν την προσαρμογή για την ικανότητα απορρόφησης ζημιών των τεχνικών προβλέψεων και των αναβαλλό μενων φόρων. ΚΕΦΑΛΑΙΟ V ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΗΣ ΖΗΜΙΩΝ ΤΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΠΡΟΒΛΕΨΕΩΝ ΣΕ ΕΠΙΠΕΔΟ ΟΜΙΛΟΥ Άρθρο 17 (16η κατευθυντήρια γραμμή) Σενάρια Όταν η τυποποιημένη μέθοδος απαιτεί την επιλογή μεταξύ εναλλακτικών σεναρίων (ενδεικτικά, κινδύνου επιτοκίων, συναλλαγματικού κινδύνου, κινδύνου ανικα νότητας νοσηρότητας σε ασφαλίσεις υγείας) η επιλο γή αυτή πραγματοποιείται σε επίπεδο ομίλου, η οποία μπορεί να μην ταυτίζεται με την αντίστοιχη επιλογή των συνδεδεμένων επιχειρήσεων. Προκειμένου να υπολογι στεί η ικανότητα απορρόφησης ζημιών των τεχνικών προβλέψεων για τις υποενότητες κινδύνου της κεφα λαιακής απαίτησης του ομίλου, το σενάριο που αφορά στον όμιλο εφαρμόζεται σε κάθε μία ασφαλιστική και αντασφαλιστική επιχείρηση που ενοποιείται σύμφωνα με τις περιπτώσεις (α), (β) και (γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 335 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35, βάσει της εφαρμογής του τύπου που αναφέρεται στο άρθρο 18. Άρθρο 18 (17η κατευθυντήρια γραμμή) Υπολογισμός της καθαρής Βασικής Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας 1. Κατά τον προσδιορισμό της ικανότητας απορρό φησης ζημιών των τεχνικών προβλέψεων ενός ομίλου σε επίπεδο υποενοτήτων κινδύνου της κεφαλαια κής απαίτησης φερεγγυότητάς του, η συμμετέχουσα ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, η εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή η μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών υπολογίζει την καθαρή βασική Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας του ομίλου σε επίπεδο υποενότητας κινδύνου βάσει του μαθηματικού τύπου της παρούσας παραγράφου, λαμβάνοντας υπόψη το σενάριο που έχει επιλεγεί σύμφωνα με το άρθρο 17 της παρούσας. Κατά την εφαρμογή του εν λόγω μαθηματικού τύπου λαμβάνεται υπόψη η επιμέρους δυνατότητα απορρό φησης ζημιών των τεχνικών προβλέψεων για κάθε μία ασφαλιστική και αντασφαλιστική επιχείρηση που ενο ποιείται σύμφωνα με τις περιπτώσεις (α), (β) και (γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 335 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35. Όπου: είναι το ποσοστό που χρησιμοποιείται για την κατάρτιση των ενοποιημένων λογαριασμών, είναι το συνολικό ποσό μελλοντικών προ αιρετικών παροχών της κάθε επιχείρησης σε ατομική βάση, προσαρμοσμένο για συναλλαγή εντός του ομίλου (ενδοομιλικές), εφόσον απαιτείται, σύμφωνα με την πα ράγραφο 2 του άρθρου 339 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35, τα και καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 17 της παρούσας, τα και είναι η συνάθροι ση των και για κάθε ασφαλιστική και αντασφαλιστική επιχείρη ση, είτε βάσει των σχετικών πινάκων συσχέτισης της τυποποιημένης μεθόδου είτε βάσει του εγκεκριμένου εσωτερικού υποδείγματος. 2. Η τιμή της nbscr της παραγράφου 1 του άρθρου 206 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35 υπολογίζεται είτε ως συνάθροιση λαμβάνοντας υπόψη τους πίνακες συσχέ τισης της τυποποιημένης μεθόδου είτε από το εγκε κριμένο εσωτερικό υπόδειγμα. Η τιμή των μελλοντικών

5616 ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ) προαιρετικών παροχών της παραγράφου 1 του άρθρου 206 του ανωτέρω Κανονισμού αντιστοιχεί στο τμήμα των μελλοντικών προαιρετικών παροχών το οποίο σχε τίζεται μόνον με τα ενοποιημένα δεδομένα των περι πτώσεων (α), (β) και (γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 335 του ιδίου Κανονισμού. Άρθρο 19 (18η κατευθυντήρια γραμμή) Συναλλαγές εντός του ομίλου Κατά την κατάρτιση των ενοποιημένων δεδομένων, εάν το τμήμα της βέλτιστης εκτίμησης των τεχνικών προβλέψεων που σχετίζεται με μελλοντικές προαιρε τικές παροχές των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων σε ατομική βάση επιδέχεται προσαρμογές για συναλλαγές εντός του ομίλου, σύμφωνα με την πα ράγραφο 2 του άρθρου 339 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35, τότε το συνολικό ποσό των μελλοντικών προαιρετικών παροχών σε επίπεδο ομίλου προσαρμόζεται αναλόγως. Άρθρο 20 (19η κατευθυντήρια γραμμή) Ανώτατο όριο Η προσαρμογή για την απορρόφηση ζημιών των τεχνι κών προβλέψεων σε επίπεδο ομίλου δεν υπερβαίνει σε καμία περίπτωση το άθροισμα των προσαρμογών για την απορρόφηση ζημιών των τεχνικών προβλέψεων των επιμέρους ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχει ρήσεων που ενοποιούνται σύμφωνα με τις περιπτώσεις (α), (β) και (γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 335 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35. Άρθρο 21 (20η κατευθυντήρια γραμμή) Εναλλακτικός υπολογισμός 1. Κατά παρέκκλιση του άρθρου 18 της παρούσας, σε περίπτωση που υφίσταται εύλογο επίπεδο ομοιογένειας των μελλοντικών προαιρετικών παροχών μεταξύ της τυ χόν συμμετέχουσας ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής επιχείρησης και των επιμέρους ασφαλιστικών και αντα σφαλιστικών επιχειρήσεων που ενοποιούνται σύμφωνα με τις περιπτώσεις (α), (β) και (γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 335 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35 εντός του ομίλου, η συμμετέχουσα ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, η εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή η μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών μπορεί να υπολογίζει την ικανότητα απορρόφησης ζημιών των τεχνικών προβλέψεων σε επίπεδο ομίλου σύμφωνα με το άρθρο 22 της παρούσας. 2. Για να μπορεί μια συμμετέχουσα ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμ μετοχών να εφαρμόζει την παρέκκλιση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, θα πρέπει να μπορεί να αποδεικνύει στην Τράπεζα της Ελλάδος, εφόσον εκείνη δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου, άλλως στην αρχή εποπτείας του ομίλου, ότι εξασφα λίζεται το εύλογο επίπεδο ομοιογένειας μεταξύ των μελλοντικών προαιρετικών παροχών εντός του ομίλου, σύμφωνα με το επιχειρηματικό προφίλ και το προφίλ κινδύνου του ομίλου. Άρθρο 22 (21η κατευθυντήρια γραμμή) Εναλλακτικός υπολογισμός 1. Για την εφαρμογή του άρθρου 21 της παρούσας, η συμμετέχουσα ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχεί ρηση, η εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή η μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών υπολογίζει την προσαρμογή για την ικανότητα απορρόφησης ζη μιών των τεχνικών προβλέψεων χρησιμοποιώντας την ακόλουθη μέθοδο: Όπου: είναι η προσαρμογή για την ικανότητα απορρόφησης ζημιών των τεχνικών προβλέψεων σε ατο μική βάση για κάθε ασφαλιστική και αντασφαλιστική επιχείρηση που ενοποιείται σύμφωνα με τις περιπτώσεις (α), (β) και (γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 335 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35, είναι το ποσοστό που χρησιμοποιείται για την κατάρτιση των ενοποιημένων λογαριασμών, το ποσοστό αντικατοπτρίζει την ανα λογική προσαρμογή λόγω των ωφελειών από τη διαφο ροποίηση εντός ενός ομίλου, και ειδικότερα ο αριθμητής είναι η Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας που υπολογίζεται βάσει των ενοποιημένων δεδομένων της περίπτωσης (α) της παραγράφου 1 του άρθρου 336 του ως άνω Κανονι σμού, αλλά πριν από την προσαρμογή της ικανότη τας απορρόφησης ζημιών των τεχνικών προβλέψεων και των αναβαλλόμενων φόρων, δηλαδή ισούται με, ο δε παρονομαστής είναι η Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας πριν από την προσαρμογή της ικανότητας απορρόφησης ζημιών των τεχνικών προβλέψεων και των αναβαλλόμενων φόρων για κάθε επιμέρους ασφαλιστική και αντασφαλιστική επιχείρηση που ενοποιείται σύμφωνα με τις περιπτώσεις (α), (β) και (γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 335 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35. ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΗΣ ΖΗΜΙΩΝ ΤΩΝ ΑΝΑΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΦΟΡΩΝ ΣΕ ΕΠΙΠΕΔΟ ΟΜΙΛΟΥ Άρθρο 23 (22η κατευθυντήρια γραμμή) Υπολογισμός Η συμμετέχουσα ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, η εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή η μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών υπολο γίζει την προσαρμογή για την ικανότητα απορρόφησης ζημιών των αναβαλλόμενων φόρων σύμφωνα με τον ακόλουθο τύπο: Όπου:

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ) 5617 είναι το ποσοστό που χρησιμοποιείται για την κατάρτιση των ενοποιημένων λογαριασμών, είναι η προσαρμογή για το αποτέλεσμα απορρόφησης ζημιών των αναβαλλόμενων φόρων σε ατομική βάση για κάθε ασφαλιστική και αντασφαλιστική επιχείρηση που ενοποιείται σύμφωνα με τις περιπτώσεις (α), (β) και (γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 335 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35, είναι η Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγ γυότητας πριν από την προσαρμογή της ικανότητας απορρόφησης ζημιών των αναβαλλόμενων φόρων και μετά από την προσαρμογή για την ικανότητα απορ ρόφησης ζημιών των τεχνικών προβλέψεων για κάθε επιμέρους ασφαλιστική και αντασφαλιστική επιχείρηση που ενοποιείται σύμφωνα με τις περιπτώσεις (α), (β) και (γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 335 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35, και είναι η Κεφαλαιακή Απαίτηση Φε ρεγγυότητας που υπολογίζεται βάσει των ενοποιημέ νων δεδομένων της περίπτωσης (α) της παραγράφου 1 του άρθρου 336 του ως άνω Κανονισμού μετά την προσαρμογή της ικανότητας απορρόφησης ζημιών των τεχνικών προβλέψεων και πριν από την προσαρμογή της ικανότητας απορρόφησης ζημιών των αναβαλλόμενων φόρων δηλαδή ισούται, σε περίπτωση χρήσης της τυ ποποιημένης μεθόδου, με Άρθρο 24 Η ισχύς της παρούσας αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου 2016. Η παρούσα πράξη να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να αναρτηθεί στον ιστότοπο της Τράπεζας της Ελλάδος. Ο Διοικητής ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ F Αριθμ. πράξης 71/12.2.2016 (2) Υιοθέτηση Κατευθυντήριων Γραμμών της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξε ων (EIOPA) σχετικά με τη φερεγγυότητα ομίλου (GroupSolvency, EIOPA BoS 14 181/27.11.2014) ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ Η ΕΚΕΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Αφού έλαβε υπόψη: α) το άρθρο 55Α του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος, όπως ισχύει, β) τον Ν.4364/2016 «Προσαρμογή της ελληνικής νο μοθεσίας στην Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δρα στηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγ γυότητα ΙΙ), στα άρθρα 2 και 8 της Oδηγίας 2014/51/ ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 σχετικά με την τροποποίηση των Οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, και των Κα νονισμών (ΕΚ) αριθμ. 1060/2009, (ΕΕ) αριθμ. 1094/2010 και (ΕΕ) αριθμ. 1095/2010, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (εφεξής ΕΑΑΕΣ) και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών, καθώς και στο άρθρο 4 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2011, σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών οντοτήτων που ανήκουν σε χρηματοπιστωτικούς ομί λους ετερογενών δραστηριοτήτων και συναφείς δια τάξεις της νομοθεσίας περί της ιδιωτικής ασφάλισης και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α 13) και ιδίως το άρθρο 46 αυτού, γ) τον Κανονισμό υπ αριθμ. 1094/2010 του Ευρωπαϊ κού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη Σύσταση Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΕ L 331 της 15.12.2010), και ιδίως το άρθρο 16 αυτού, δ) τον κατ εξουσιοδότηση Κανονισμό (ΕΕ) 2015/35 της Επιτροπής για τη συμπλήρωση της Οδηγίας 2009/138/ ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτή των ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II) (ΕΕ L 12 της 17.1.2015), ε) τις Κατευθυντήριες Γραμμές σχετικά με τη φε ρεγγυότητα ομίλου (GroupSolvency, EIOPA BoS 14 181/ 27.11.2014) στο κείμενο των οποίων αναφέρεται ότι εφαρ μόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2016, και στ) ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκύ πτει δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζει: Να υιοθετήσει τις Κατευθυντήριες Γραμμές της Ευ ρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (EIOPA) σχετικά με τη φερεγγυότητα ομί λου(eiopa BoS 14 181/27.11.2014), ως εξής: Άρθρο 1 Σκοπός και Ορισμοί 1. Σκοπός της παρούσας είναι να θεσπισθεί πλαίσιο οδηγιών για την εφαρμογή των άρθρων 170 ως 192 και 216 ως 218 του Ν.4364/2016 καθώς και των άρθρων 328 ως 342 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35. 2. Για τις ανάγκες της παρούσας, λαμβάνονται υπό ψη οι ορισμοί που δίδονται στις αντίστοιχες έννοιες στα κείμενα του Ν.4364/2016, της Οδηγίας 2009/138/ ΕΚ (Φερεγγυότητα ΙΙ) και των Κανονισμών που αναφέ ρονται ανωτέρω. Σε περίπτωση απόκλισης μεταξύ των ορισμών των ιδίων εννοιών στην ελληνική απόδοση των ως άνω κειμένων, προκρίνεται η ορολογία που υιοθετεί ο Ν.4364/2016. Ειδικότερα, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί: α) «Κολλέγιο εποπτικών αρχών»: η μόνιμη δομή συ νεργασίας, συντονισμού και διευκόλυνσης της διαδικα σίας λήψης αποφάσεων μεταξύ των ενδιαφερόμενων εποπτικών αρχών που σχετίζονται με την εποπτεία του ομίλου της περίπτωσης (ε) της παραγράφου 1 του άρθρου 170 του Ν. 4364/2016 ή το «σώμα εποπτικών αρχών» του Τμήματος 1 του Κεφαλαίου IV του Τίτλου ΙΙ του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35, ή το «σώμα εποπτών» της περίπτωσης (ε) της παραγράφου 1 του άρθρου 212 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, β) «εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών»: η μητρική επιχείρηση της περίπτωσης (στ) της παραγράφου 1 του άρθρου 170 του Ν. 4364/2016, που δεν είναι μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών και η κύρια

5618 ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ) δραστηριότητα της οποίας είναι η απόκτηση και κατοχή συμμετοχών σε θυγατρικές επιχειρήσεις, εφόσον οι εν λόγω θυγατρικές είναι αποκλειστικά ή κυρίως ασφαλι στικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις, ή ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις τρίτης χώρας, εκ των οποίων θυγατρικών επιχειρήσεων η μία τουλάχιστον είναι ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, ή η «ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου» της περίπτωσης (στ) της παραγράφου 1 του άρθρου 212 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, γ) «μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών»: νοείται τόσο η σύμφωνα με την περίπτωση (δ) της παραγράφου 25 του άρθρου 3 ή την περίπτωση (η) της παραγράφου 1 του άρθρου 170 του Ν.4364/2016 μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, όσο και η «εταιρεία χρηματοπιστωτικών συμμετοχών» της περίπτωσης (η) της παραγράφου 1 του άρθρου 212 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, δ) «ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές για την επο πτεία ομίλου (supervisory authorities concerned for group supervision)»: οι ενδιαφερόμενες για την εποπτεία ενός ομίλου εποπτικές αρχές, που διαθέτουν τις αρμοδιότη τες και εξουσίες όπως περιγράφονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 203 του Ν.4364/2016, ε) «Αποτιμήσεις της Φερεγγυότητας ΙΙ»: Οι αποτιμήσεις όλων των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού, σύμφω να με τις μεθόδους που καθορίζονται στο Ν.4364/2016, στον Κανονισμό (ΕΕ) 2015/35, καθώς και στην κείμενη ευρωπαϊκή νομοθεσία αμέσου εφαρμογής και σε κάθε άλλη απόφαση η οποία έχει εκδοθεί κατ εξουσιοδότηση των ανωτέρω. Άρθρο 2 (1η κατευθυντήρια γραμμή) Πεδίο εφαρμογής της εποπτείας ομίλου για τον υπολογισμό της φερεγγυότητάς του 1. Στο πεδίο εφαρμογής της εποπτείας ομίλου όπως αυτός ορίζεται στην περίπτωση (γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 170 του Ν.4364/2016, για τον υπολογισμό της φερεγγυότητάς του: α) εντάσσονται όλες οι επιχειρήσεις του ομίλου που δεν έχουν εξαιρεθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 172 του Ν.4364/2016, και β) συμπεριλαμβάνονται όλοι οι κίνδυνοι που απορ ρέουν από τις επιχειρήσεις της περίπτωσης (α) της παρούσας. 2. Επιχειρήσεις που διοικούνται σε ενιαία βάση με οποιαδήποτε συμμετέχουσα ή συνδεδεμένη επιχείρηση ενός ομίλου, σύμφωνα με την παράγραφο 7 του άρθρου 32 του Ν.4308/2014, εντάσσονται στο πεδίο εφαρμο γής της εποπτείας του ομίλου εφόσον αξιολογούνται, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 170 του Ν.4364/2016, από την Τράπεζα της Ελλάδος ότι ασκούν ή είναι δυνατόν να ασκήσουν δεσπόζουσα ή σημαντική επιρροή. 3. Η συμμετέχουσα ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, η εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή η μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών είναι υπεύθυνες για τον υπολογισμό της φερεγγυότητας του ομίλου και διασφαλίζουν την ορθή εφαρμογή της πα ραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Άρθρο 3 (2η κατευθυντήρια γραμμή) Διαδικασία ενοποίησης Η συμμετέχουσα ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επι χείρηση, η εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών, ή η μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, καθοδηγούν τις συνδεδεμένες με αυτές επιχειρήσεις του ομίλου, σχετικά με τον τρόπο προετοιμασίας των δεδομένων που απαιτούνται για τον υπολογισμότης φερεγγυότητας του ομίλου. Παρέχουν τις απαραίτητες οδηγίες για την κατάρτιση των ενοποιημένων, συνδυαστικών, ή συγκεντρωτικών δεδομένων ανάλογα με τη χρησιμοποιούμενη μέθοδο υπολογισμού. Διασφαλίζουν ότι οι οδηγίες τους εφαρμόζονται επαρκώς και ομοιογενώς εντός του ομίλου, ειδικότερα αυτές που αφορούν στην αναγνώριση και αποτίμηση στοιχείων ενεργητικού και υποχρεώσεων, καθώς και στον συνυπολογισμό και στον τρόπο αντιμετώπισης των συνδεδεμένων επιχειρήσεων. Άρθρο 4 (3η κατευθυντήρια γραμμή) Αξιολόγηση σημαντικής και δεσπόζουσας επιρροής Κατά τον καθορισμό του πεδίου εφαρμογής του ομί λου, η συμμετέχουσα ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, η εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών, ή η μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών,διασφα λίζουν την εφαρμογή κάθε απόφασης που έχει ληφθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου, άλλως από την αρχή εποπτεί ας του ομίλου, σχετικά με το επίπεδο επιρροής που ασκείται πραγματικά από οποιαδήποτε επιχείρηση σε άλλη επιχείρηση. Άρθρο 5 (4η κατευθυντήρια γραμμή) Περιπτώσεις εφαρμογής της εποπτείας ομίλου Δεδομένου ότι οι περιπτώσεις (α), (β), (γ) και (δ) της παραγράφου 2 του άρθρου 171 του Ν.4364/2016 στις οποίες εφαρμόζεται η εποπτεία φερεγγυότητας σε επίπεδο ομίλου δεν είναι αμοιβαία αποκλειόμενες, η Τράπεζα της Ελλάδος, εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου, εξετάζειτην ανάγκη εφαρμογής, εντός του ιδίου ομίλου, περισσοτέρων της μίας εκ των ως άνω περιπτώσεων εποπτείας. Άρθρο 6 (5η κατευθυντήρια γραμμή) Μητρική ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών, ή η μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών με έδρα σε τρίτη χώρα. 1. Σε περίπτωση ομίλου, του οποίου η μητρική επιχεί ρηση είναι ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή μικτή χρηματοοι κονομική εταιρεία συμμετοχών με έδρα σε τρίτη χώρα, και ο οποίος σχηματίζει υπο όμιλο που εντάσσεται είτε στην περίπτωση (α) είτε στην περίπτωση (β) της παρα γράφου 2 του άρθρου 171 του Ν.4364/2016, η Τράπεζα της Ελλάδος, εφόσον δρα ως οιονεί αρχή εποπτείας του

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ) 5619 ομίλου, κατά το άρθρο 215 του Ν.4364/2016, διασφαλίζει, κατόπιν διαβούλευσης με τις άλλες ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές, ότι η εποπτεία του ως άνω ομίλου εφαρμόζεται σε επίπεδο τελικής μητρικής επιχείρησης,η οποία έχει την έδρα της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ομοίως, εφ όσον η Τράπεζα της Ελλάδος δρα, στην περίπτωση της παρούσης παραγράφου, ως ενδιαφε ρόμενη εποπτική αρχή, συμμετέχει στις αντίστοιχες διαβουλεύσεις με τις λοιπές ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές και την οιονεί αρχή εποπτείας του ομίλου. 2. Ωστόσο, εάν η μητρική ασφαλιστική ή αντασφα λιστική επιχείρηση, εταιρεία ασφαλιστικών συμμετο χών, ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών έχει έδρα εκτός του Ενιαίου Οικονομικού Χώρου και υπόκειται σε εποπτεία ισοδύναμη με την εποπτεία σε επίπεδο ομίλου, όπως προβλέπεται στο άρθρο 215 του Ν.4364/2016, η Τράπεζα της Ελλάδος, εφόσον δρα ως οιονεί αρχή εποπτείας του ομίλου, συνεργάζεται με την εποπτική αρχή της τρίτης χώρας για άσκηση της εποπτείας του ομίλου και δύναται να απαλλάσσει, κατά περίπτωση, τον όμιλο αυτό από την εποπτεία ομίλου σε επίπεδο τελικής μητρικής επιχείρησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εάν αυτό συνεπάγεται την αποτελεσματικότερη εποπτεία του ομίλου και δεν εμποδίζει τις εποπτικές δραστηριότητες των ενδιαφερόμενων εποπτικών αρχών σε σχέση με τις επιμέρους αρμοδιότητές τους. 3. Κατόπιν διαβούλευσης με τις άλλες ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές, η Τράπεζα της Ελλάδος εφόσον δρα ως οιονεί εποπτική αρχή του ομίλου επιτυγχάνει απο τελεσματικότερη εποπτεία του ομίλου όταν πληρούνται τα εξής κριτήρια: α) η εποπτεία του ομίλου σε παγκόσμιο επίπεδο πα ρέχει τη δυνατότητα αξιόπιστης αξιολόγησης των κιν δύνων στους οποίους είναι εκτεθειμένος ο εντός του Ενιαίου Οικονομικού Χώρου υπο όμιλος και οι οντότητες που τον αποτελούν, αφού ληφθεί υπόψη η διάρθρωση του ομίλου, η φύση, η κλίμακα και η πολυπλοκότητα των κινδύνων, καθώς και η κατανομή των κεφαλαίων εντός του ομίλου, β) υφίσταται συνεργασία μεταξύ της αρχής εποπτείας του ομίλου της τρίτης χώρας και των εντός του Ενιαίου Οικονομικού Χώρου ενδιαφερομένων εποπτικών αρχών για την εποπτεία του ομίλου, και η εν λόγω συνεργασία δομείται και οργανώνεται μέσω τακτικών συνεδριάσεων και κατάλληλης ανταλλαγής πληροφοριών στο πλαίσιο ενός κολλεγίου εποπτικών αρχών, στο οποίο προσκα λούνται να μετάσχουν οι εντός του Ενιαίου Οικονομικού Χώρου ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές για την επο πτεία του ομίλου και η EIOPA, γ) στις ανωτέρω τακτικές συνεδριάσεις μεταξύ των ενδιαφερομένων για την εποπτεία του ομίλου εποπτι κών αρχών, συμφωνείται ετήσιο πρόγραμμα εργασίας και κοινοί επιτόπιοι έλεγχοι. Ομοίως, εφ όσον η Τράπεζα της Ελλάδος δρα, στην περίπτωση της παρούσης παραγράφου, ως ενδιαφε ρόμενη εποπτική αρχή, συμμετέχει στις αντίστοιχες διαβουλεύσεις με τις λοιπές ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές και την οιονεί αρχή εποπτείας του ομίλου. 4. Σε περίπτωση ομίλου, η μητρική επιχείρηση του οποίου είναι ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρη ση, εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή μικτή χρη ματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών με έδρα εκτός του Ενιαίου Οικονομικού Χώρου, ο οποίος δεν υπό κειται σε ισοδύναμη εποπτεία σύμφωνα με το άρθρο 215 του Ν.4364/2016 και που σχηματίζει υπο όμιλο ο οποίος εντάσσεται είτε στην περίπτωση (α) είτε στην περίπτωση (β) της παραγράφου 2 του άρθρου 171 του Ν.4364/2016, η εποπτεία της φερεγγυότητας του ως άνω ομίλου εφαρμόζεται στο επίπεδο της τελικής μητρικής επιχείρησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε περίπτωση που ο ως άνω όμιλος δεν σχηματίζει υπο όμιλο ο οποίος να εντάσσεται είτε στην περίπτω ση (α) είτε στην περίπτωση (β) της παραγράφου 2 του άρθρου 171 του Ν.4364/2016, η Τράπεζα της Ελλάδος, μπορεί, δυνάμει της παραγράφου 2 του άρθρου 217 του Ν.4364/2016, να απαιτήσει την ίδρυση εταιρείας ασφα λιστικών συμμετοχών ή μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών, που να έχει την έδρα της στην Ευρωπαϊκή Ένωση και να εφαρμόσει τις διατάξεις του Τίτλου ΙΙΙ της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ ή το Τρίτο Μέρος του Ν.4364/2016 στις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις του ομίλου του οποίου ηγείται η εν λόγω εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή μικτή χρηματο οικονομική εταιρεία συμμετοχών. Άρθρο 7 (6η κατευθυντήρια γραμμή) Εταιρείες ασφαλιστικών συμμετοχών μικτής δραστηριότητας Εάν η μητρική επιχείρηση ενός ομίλου είναι εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών μικτής δραστηριότητας, ο υπολογισμός της φερεγγυότητας του ομίλου δεν εφαρ μόζεται στην ίδια την εταιρεία ασφαλιστικών συμμετο χών μικτής δραστηριότητας, αλλά σε κάθε τμήμα του ομίλου που εντάσσεται σε μία από τις περιπτώσεις (α), (β) ή (γ) της παραγράφου 2 του άρθρου 171 του Ν.4364/2016. Άρθρο 8 (7η κατευθυντήρια γραμμή) Εφαρμογή της μεθόδου υπολογισμού Στον υπολογισμό της φερεγγυότητας ενός ομίλου εντάσσονται όλες οι επιχειρήσεις του ομίλου που πε ριλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής της εποπτείας του ομίλου, όπως αυτό έχει καθοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 2 της παρούσας, ανεξαρτήτως εάν, για τον υπολογισμό της φερεγγυότητας του ομίλου,ο όμιλος εφαρμόζει την μέθοδο 1, ή την μέθοδο 2, ή έναν συνδυ ασμό και των δύο αυτών μεθόδων. Άρθρο 9 (8η κατευθυντήρια γραμμή) Επιλογή της μεθόδου υπολογισμού και αξιολόγησης των συναλλαγών στο εσωτερικό του ομίλου Η Τράπεζα της Ελλάδος, εφόσον δρα ως αρχή επο πτείας ενός ομίλου,όταν αποφασίζει περί του εάν η αποκλειστική εφαρμογή της μεθόδου 1 δεν είναι η εν δεδειγμένη, λαμβάνει υπόψη της, κατά την αξιολόγηση της συνδρομής της περίπτωσης (ε) της παραγράφου 1 του άρθρου 328 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35, την τυ χόν ύπαρξη συναλλαγών στο εσωτερικό του ομίλου μεταξύ των συνδεδεμένων επιχειρήσεων που τελούν υπό αξιολόγηση για χρήση της μεθόδου αφαίρεσης και άθροισης, και όλων των άλλων οντοτήτων του ομίλου, που συγκαταλέγονται στον υπολογισμό της φερεγγυ ότητας του ομίλου.

5620 ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (ΤΕΥΧΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ) Άρθρο 10 (9η κατευθυντήρια γραμμή) Αναλογικό Μερίδιο 1. Στην περίπτωση συνδεδεμένης επιχείρησης, η οποία συνδέεται με άλλη επιχείρηση κατά την έννοια της πα ραγράφου 1 του άρθρου 12 της Οδηγίας 83/349/ΕΟΚ ή κατά την έννοια της παραγράφου 7 του άρθρου 32 του Ν.4308/2014 (ΦΕΚ Α 251), η συμμετέχουσα ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, η εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών, ή η μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμ μετοχών,καθορίζουν το αναλογικό μερίδιο που εφαρ μόζεται κατά τον υπολογισμό της φερεγγυότητας του ομίλου, λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις του παρόντος άρθρου: 2. Το αναλογικό μερίδιο που εφαρμόζεται κατά τον υπολογισμό της φερεγγυότητας του ομίλου δεν εξαρ τάται από την επιλογή της μεθόδου υπολογισμού. 3. Το αναλογικό μερίδιο που εφαρμόζεται κατά τον υπολογισμό της φερεγγυότητας του ομίλου ισούται με 100%. 4. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 3 του παρόντος, σε περίπτωση που ένας όμιλος επιθυμεί να χρησιμο ποιεί ποσοστό άλλο από αυτό που καθορίζεται στην παράγραφο 3 του παρόντος, υποβάλλει σχετική αίτη ση στην Τράπεζα της Ελλάδος, εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου, άλλως στην αρχή εποπτείας του ομίλου, εξηγώντας τον λόγο για τον οποίο το ποσοστό που αιτείται είναι κατάλληλο. Η Τράπεζα της Ελλάδος, εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου, κατόπιν διαβούλευσης με τις λοιπές ενδιαφερόμενες για την εποπτεία του ομίλου εποπτικές αρχές καθώς και με τον ίδιο τον όμιλο, αποφασίζει για την καταλληλότητα του αναλογικού μεριδίου που αιτείται ο όμιλος. Ομοίως, εφ όσον η Τράπεζα της Ελλάδος δρα, στην περίπτωση της παρούσας παραγράφου, ως ενδιαφε ρόμενη εποπτική αρχή, συμμετέχει στις αντίστοιχες διαβουλεύσεις με τις λοιπές ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές, την αρχή εποπτείας του ομίλου και τον ίδιο τον όμιλο. 5. Κατά τον υπολογισμό της φερεγγυότητας του ομίλου σύμφωνα με τη μέθοδο 1, η συμμετέχουσα ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, η εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή η μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών,καθορίζουν το αναλογικό μερίδιο που κατέχουν στις συνδεδεμένες επιχειρήσεις τους, λαμβάνοντας τα ακόλουθα: α) ποσοστό 100% στις επιχειρήσεις των περιπτώσε ων (α) και (β) της παραγράφου 1 του άρθρου 335 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35, εκτός εάν έχει αποφασιστεί διαφορετικά σύμφωνα με το άρθρο 11 της παρούσας, β) το ποσοστό που χρησιμοποιείται για την κατάρτιση των ενοποιημένων λογαριασμών στις επιχειρήσεις της περίπτωσης (γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 335 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35, γ) την αναλογία του εγγεγραμμένου κεφαλαίου που κατέχει, άμεσα ή έμμεσα, η συμμετέχουσα ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, η εταιρεία ασφαλιστι κών συμμετοχών, ή η μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, στις επιχειρήσεις της περίπτωσής (ε) της παραγράφου 1 του άρθρου 335 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/35. Άρθρο 11 (10η κατευθυντήρια γραμμή) Κριτήρια για την αναγνώριση του αναλογικού μεριδίου ελλείμματος φερεγγυότητας θυγατρικής 1. Για την εφαρμογή της παραγράφου 1 του άρθρου 179 του Ν.4364/2016 και προκειμένου να αποδειχθεί ότι η ευθύνη μητρικής επιχείρησης που κατέχει μερίδιο του κεφαλαίου μιας ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής θυγατρικής επιχείρησης είναι αυστηρά περιορισμένη στο τμήμα αυτό του κεφαλαίου, η εν λόγω μητρική επιχείρηση παρέχει στην Τράπεζα της Ελλάδος,εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου, άλλως στην αρχή εποπτείας του ομίλου, στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι πληρούνται όλα τα ακόλουθα: α) δεν υφίστανται συμφωνίες μεταφοράς κερδών ή ζημιών χρήσης, ούτε παρέχονται κανενός είδους εγγυήσεις από τη μητρική προς την θυγατρική, ούτε υφίστανται συμφωνίες διατήρησης καθαρής αξίας, ή άλλες συμφωνίες είτε με τη μητρική επιχείρηση είτε με οποιαδήποτε άλλη συνδεδεμένη επιχείρηση του ομίλου, που να προβλέπουν την παροχή χρηματικής ή χρημα τοδοτικής στήριξης, β) η επένδυση στη θυγατρική δεν θεωρείται για τη μητρική επιχείρηση στρατηγική επένδυση, γ) η μητρική επιχείρηση δεν αποκομίζει από τη συμ μετοχή της στη θυγατρική οποιοδήποτε πλεονέκτημα υπό τη μορφή συναλλαγών εντός του ομίλου, όπως δάνεια, συμφωνίες αντασφάλισης, ή συμφωνίες παροχής υπηρεσιών, δ) η θυγατρική δεν αποτελεί βασική συνιστώσα του επιχειρηματικού μοντέλου του ομίλου, ιδίως σε επίπε δο προσφοράς προϊόντων, πελατειακής βάσης, ανά ληψης ασφαλιστικών κινδύνων, διανομής, επενδυτικής στρατηγικής και διαχείρισης επενδύσεων επιπλέον, δεν δραστηριοποιείται με την ίδια επωνυμία, ή το ίδιο εμπορικό σήμα και δεν υφίστανται διασυνδεδεμένες αρμοδιότητες στο επίπεδο των μελών της διοίκησης του ομίλου, και ε) υφίσταται γραπτή συμφωνία μεταξύ της μητρικής επιχείρησης και της θυγατρικής η οποία, σε περίπτω ση ελλείμματος φερεγγυότητας, περιορίζει ρητώς τη στήριξη της μητρικής επιχείρησης στην εν λόγω θυγα τρική στο τμήμα του κεφαλαίου που κατέχει. Επιπλέον, η θυγατρική πρέπει να διαθέτει σαφή στρατηγική για την αντιμετώπιση τυχόν ελλειμμάτων φερεγγυότητας, όπως εγγυήσεις από μειοψηφούντες μετόχους. 2. Η Τράπεζα της Ελλάδος, εφόσον δρα ως αρχή επο πτείας ενός ομίλου, δεν επιτρέπει σε μητρική επιχείρηση να λαμβάνει υπόψη το αναλογικό μερίδιο ελλείμματος φερεγγυότητας θυγατρικής ασφαλιστικής ή αντασφα λιστικής επιχείρησης, εφόσον η εν λόγω θυγατρική επιχείρηση περιλαμβάνεται στο πεδίο εφαρμογής του εσωτερικού υποδείγματος που χρησιμοποιεί ο όμιλος για τον υπολογισμό της ενοποιημένης Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητάς του. Στην περίπτωση αυτή λαμβάνεται υπόψη το συνολικό έλλειμμα φερεγγυότητας της εν λόγω θυγατρικής 3. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, η Τράπεζα της Ελλάδος, εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου,διαβουλεύεται με τις λοιπές ενδι αφερόμενες εποπτικές αρχές και με τον ίδιο τον όμιλο, ξεχωριστά για κάθε μία περίπτωση και λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του εν λόγω ομίλου.