Τα Χρόνια στο Γυµνάσιο Με παραµύθια µαθαίνω, µε λουλούδια ανασαίνω, Και µε τα πόδια, στο σχολείο µου πηγαίνω. ύσκολα τα χρόνια στην δεκαετία του 50 σε όλους τους τοµείς πολύ περισσότερο όµως στην παιδεία. Φτώχια και δυστυχία ήταν απλωµένη παντού. Όσοι ήθελαν να σπουδάσουν έπρεπε να κάνουν θυσίες πολλές, οι ίδιοι και οι οικογένειες τους. Τελειώνοντας το ηµοτικό όσοι αποφασίζαµε να συνεχίσοµε στο Γυµνάσιο έπρεπε να πετύχουµε στις εξετάσεις που γινόντουσαν για την εισαγωγή, και παράλληλα να ξέρουµε ότι έπρεπε έξη µέρες την εβδοµάδα να διανύουµε δώδεκα χιλιόµετρα την ηµέρα πήγαινε έλα, προκειµένου να πάµε στο Σχολείο. Κάθε πρωί λοιπόν από το ξηµέρωµα ξεκινάγαµε καµιά δεκαπενταριά παιδιά αγόρια στην πλειονότητα, για να πάµε στο Γυµνάσιο. Ο δρόµος που ήταν χωµάτινος τα πρώτα χρόνια άσφαλτος προς το τέλος της δεκαετίας ήταν σχετικά εύκολος εκτός όταν έβρεχε. Έπρεπε να είµαστε παρόντες στο σχολείο στις επτά και µισή το πρωί, και καταλαβαίνει κανείς ποια έπρεπε να είναι η ώρα της αναχώρησης. Οι καιρικές συνθήκες και η ταχύτητα του βηµατισµού µας προσδιόριζε τι ώρα θα ξεκινάγαµε. Ο καθένας µας κρατούσε µια τσάντα κατά πλειονότητα πάνινη, µέσα στην οποία έβαζε βιβλία, τετράδια, µολύβια, και ένα πρόχειρο κολατσιό που του έδινε η µητέρα του. Όταν έβρεχε κρατάγαµε µία οµπρέλα εκτός από ελάχιστους που είχαν την τύχη να έχουν αδιάβροχο µουσαµά. Τα παπούτσια µας είχαν καρφιά για να µην φθείρονται εύκολα η σόλες από λάστιχο αυτοκινήτου. Για προστασία από το κρύο τον βαρύ χειµώνα φοράγαµε χοντρές πλεκτές µπλούζες και µάλλινα υφαντά πανωφόρια. Η συγκέντρωση και αναχώρηση γινόταν από το Σχολείο του χωριού. Τις χειµωνιάτικες µέρες που λειτουργούσε το λιοτρίβι της Κάτω Μηχανής προµηθευόµασταν από το σπίτι µας µία η δύο φέτες ζυµωτό ψωµί και λίγη ζάχαρη. Στηνόµασταν στην ουρά στο εργοστάσιο και µε παρακάλια πολλά ζητούσαµε να µας το ψήσουν και να µας το βουτήξουν στο αγουρέλαιο. Ρίχναµε στην συνέχεια επάνω την ζάχαρη και αρχίζαµε να το τρώµε µε βουλιµία. Μέχρι να φθάσουµε
στον Προφήτη Ηλία η λεγόµενη καπυρράδα, έτσι λέγανε το ψωµί αυτό, είχε γίνε άφαντη. Γέµιζαν τα χέρια µας λάδια πολλές φορές και τα ρούχα µας. Από την καθηµερινή εµπειρία µας είχαµε χαρτογραφήσει στο µυαλό µας την διαδροµή, και είχαµε αποφασίσει τις στάσεις που θα κάναµε. Λιγότερες η και καµία στον πηγαιµό λόγω της βιασύνης και της κατηφόρας του δρόµου, και δύο µε τρείς στον ερχοµό. Η πρώτη στάση στον ερχοµό ήταν η Αγία Τριάδα, η δεύτερη ήταν το Τεσµεδέλι και η τρίτη στάση ήταν η ιακλάδωση του Λισβορίου. Γνωρίζαµε µε σχολαστικότητα τις λεπτοµέρειες του δρόµου και πηγαίνοντας από µονοπάτια µέσα από κτήµατα κατορθώναµε να κάνουµε εξοικονόµηση χιλιοµέτρων, αποφεύγοντας τις στροφές. Ξέραµε από έξω και ανακατωτά πιά κτήµατα στην διαδροµή ανάλογα την εποχή είχαν ελιές βρώσιµες, αχλάδια, µούρα, σταφύλια και µποστάνια, και όλα αυτά για το σχετικό πλιάτσικο. Είναι αλήθεια πως αρκετές φορές µας είχανε κάνει τσακωτούς οι ιδιοκτήτες, και άλλοτε περιοριζόντουσαν στις ξυλιές που µας έριχναν, άλλοτε µας έκαναν αναφορά στο Γυµνάσιο µε συνέπεια η τιµωρία µε αποβολή µερικών ηµερών. Στις καθηµερινές διαδροµές γινόντουσαν πολλά και διάφορα περιστατικά. Πειράγµατα, µαλώµατα, αντιπαλότητες, ανταγωνισµοί, ζήλιες, καρφώµατα, σπιουνιές, και ερωτικά ειδύλλια. Ανεξάρτητα των όσων γινόντουσαν καλών η κακών, παντού διέκρινες την παιδική και εφηβική αθωότητα. Σε κάποιο σηµείο του δρόµου συναντούσαµε και τους µαθητές του διπλανού χωριού, και το τσούρµο γινότανε πολύ µεγάλο ολόκληρος λόχος. Οι µεγαλύτεροι στις τάξεις προστάτευαν τους νεοσύλλεκτους κάθε χρονιάς και τους µυούσαν στα µυστικά σχετικά µε την διαδροµή, τους καθηγητές, τα µαθήµατα και άλλα πολλά, προσπαθώντας να τους πονηρέψουν, και βέβαια µε στόχο να τους προσεταιριστούν στην δική τους οµάδα. Οι µικροί κάνανε κάποια θελήµατα των µεγάλων εξαργυρώνοντας την εύνοια τους. Τις ηµέρες που έβρεχε καταλαγιάζαµε για προστασία κάτω από γεφύρια η σε πρόχειρα εξοχικά καλύβια. Ανάβαµε φωτιές για να στεγνώσουµε τα βρεµένα ρούχα µας, και να ζεσταθούµε. Τότε οι πιο µεγάλοι ηλικιακά, αφού εξασφάλιζαν έστω και µε απειλές την εχεµύθεια των πιο µικρών, έβρισκαν την ευκαιρία να φουµάρουν τα πρώτα τσιγάρα της ζωής τους. Ορισµένοι από εµάς µερικές ηµέρες του χρόνου για την µετάβαση µας στο Γυµνάσιο χρησιµοποιούσαµε σαν µεταφορικό µέσο το
γαϊδούρι η το µουλάρι της οικογενείας µας. Αυτό βέβαια προϋπέθετε ότι δεν θα το χρησιµοποιούσαν την ηµέρα εκείνη για τις αγροτικές εργασίες, και ότι θα υπήρχε η ευχέρεια να µας δώσει ο πατέρας µας µία δραχµή για την παραµονή και φύλαξη του ζώου, στο πανδοχείο που λειτουργούσε στην πόλη, για τις ώρες που θα έµενε εκεί. Στο τέλος της δεκαετίας του 50 δύο µε τρία άτοµα από όλους µας είχαν το προνόµιο να αποκτήσουν ποδήλατο. Στην ηµερήσια διαδροµή όταν ακούγαµε τον θόρυβο αυτοκινήτου, από την εµπειρία µας καταλαβαίναµε εάν ήταν φορτηγό. Κρυβόµασταν στις φυλλωσιές και όταν πλησίαζε τρέχαµε και σκαρφαλώναµε κρυφά στην καρότσα µε κίνδυνο πέφτοντας να χτυπήσουµε. Όταν το κατορθώναµε είµαστε ευτυχείς γιατί θα φθάναµε πολύ γρήγορα στο χωριό και σχετικά ξεκούραστοι. Τους χειµερινούς µήνες πολλά φορτηγά κουβαλούσαν πυρήνα από τα λιοτρίβια και ανεβαίνοντας στην καρότσα γέµιζαν λάδια τα ρούχα µας. Αρκετές φορές γινόµασταν αντιληπτοί από τους οδηγούς που σταµατούσαν και µας κυνηγούσαν. Την εποχή εκείνη υπήρχε στο χωριό µας ένα αγοραίο ταξί µε οδηγό τον Παναγιώτη Σαµνιόγλου που είχε το παρατσούκλι Καλιόπα. Όσες φορές τύχαινε να µας βρει στον δρόµο µεταφέροντας πελάτες σταµατούσε και επιδεικτικά έλεγε µόνο σε εµένα να µπω στο ταξί ή να σκαρφαλώσω στην οροφή του εάν είχε πολλούς επιβάτες µέσα. Η προνοµιακή αυτή µεταχείριση οφειλόταν στην φιλία που είχε µε τον πατέρα µου. εν θα ξεχάσω την επιστροφή στο σχολείο την πρώτη ηµέρα µετά από τις Χριστουγεννιάτικες διακοπές. Όλες τις γιορτές, κανένας δεν άνοιγε βιβλίο ή τετράδιο. Η αντιγραφή, πέντε έξη αράδες, γράφονταν την τελευταία µέρα. Η πάνινη τσάντα, πεταµένη κάπου απ' την παραµονή των Χριστουγέννων, ξεθάβονταν το πρωί του Αγίου Ιωάννη επτά του Γενάρη µε το περιεχόµενό της απείραχτο και άγγιχτο. Όταν ήταν η εποχή που µας έδιναν τους ελέγχους όσοι είχαν πολλές αδικαιολόγητες απουσίες η κακούς βαθµούς σοφιζόντουσαν χίλιους τρόπους πλαστογραφίας τους, προκειµένου να τους παρουσιάσουν στους γονείς τους. Ένας όνοµα και µη χωριό, το είχε παρακάνει και είχε βάλει σε όλα τα µαθήµατα δεκαοκτώ και δεκαεννέα. Ο πατέρας του ενθουσιάστηκε και χάρηκε πολύ για τις επιδόσεις του κανακάρη του. Μετά από µερικές ηµέρες έγινε το εξής απροσδόκητο γεγονός. Ο πατέρας του βρέθηκε για υπόθεση του στο Ειρηνοδικείο του Πολυχνίτου και φεύγοντας συναντήθηκε µε τον Γυµνασιάρχη.
Αφού τον χαιρέτησε ο Γυµνασιάρχης του είπε πως περίµενε καλύτερα αποτελέσµατα από τον γιό του. Ο δύστυχος πατέρας µε υπερηφάνεια του λέει: να είσαι σίγουρος κύριε γυµνασιάρχα το άλλο δίµηνο οι βαθµοί του θα γίνουν εικοσάρια. Ο Γυµνασιάρχης πιστεύοντας πως τον κοροϊδεύει αποµακρύνθηκε εκνευρισµένος. Κάποτε ο καθηγητής των Μαθηµατικών είπε σε κάποιον να σηκωθεί στο µάθηµα. Αυτός προφασιζόµενος τον θλιµµένο έγειρε το κεφάλι του επάνω στο θρανίο και δεν µιλούσε. Σε ερώτηση του καθηγητού απάντησε πως είχε την προηγουµένη πεθάνει ο πατέρας του. Ο καθηγητής τον συλλυπήθηκε για το γεγονός και του είπε πως µια άλλη φορά θα τον εξέταζε. Μετά από ένα µήνα πάλι ζητά ο καθηγητής να σηκωθεί στο µάθηµα ο εν λόγω µαθητής. Πάλι προφασίζεται τον λυπηµένο λέγοντας ότι αυτή την φορά είχε πεθάνει η µητέρα του. Ο καθηγητής τον συλλυπήθηκε πάλι και του ευχήθηκε κουράγιο για την συµφορά που τον βρήκε. Πέρασαν τρείς µήνες και αποφασίζει ο καθηγητής να σηκώσει τον συγκεκριµένο µαθητή στο µάθηµα προκειµένου να του βάλει προφορικό βαθµό στον έλεγχο. Πάλι αυτός προφασιζόµενος τον λυπηµένο λέει στον καθηγητή ότι του συµβαίνει κάτι δυσάρεστο, ότι πέθανε η µητέρα του. Έλα όµως που ο καθηγητής θυµόταν όλες τις προηγούµενες δικαιολογίες και απευθυνόµενος στον µαθητή µε βλοσυρό ύφος του λέει: παλιοτόµαρο πατεράδες πολλούς µπορεί να έχεις µητέρα όµως µία και τον έκανε αναφορά στον Γυµνασιάρχη και τιµωρήθηκε µε αποβολή δέκα ηµερών. Αυτές είναι λίγες από τις άπειρες αναµνήσεις µου από την γυµνασιακή περίοδο της ζωής µου. ύσκολα χρόνια αλλά όµορφα γεµάτα αγνότητα και αγάπη Θεόφιλος Πατσάς
Όνομα αρχείου: ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΠΟΛΥΧΝΙΤΟΥ Κατάλογος: C:\1 DATA\AA-SYLLOGOS\Κ Ε Ι Μ Ε Ν Α\ΚΕΙΜΕΝΑ WORD\ΠΑΤΣΑΣ Πρότυπο: C:\Users\Θεοφιλος Πατσας\AppData\Roaming\Microsoft\Templates\Normal.dotm Τίτλος: Θέμα: Συντάκτης: Θεοφιλος Πατσας Λέξεις - κλειδιά: Σχόλια: Ημερομηνία δημιουργίας: 25/1/2013 6:26:00 μμ Αριθμός αλλαγής: 37 Τελευταία αποθήκευση: 9/5/2014 4:31:00 μμ Τελευταία αποθήκευση από: Θεοφιλος Πατσας Συνολικός χρόνος επεξεργασίας: 642 Λεπτά Τελευταία εκτύπωση: 9/5/2014 4:33:00 μμ Στοιχεία εγγράφου όπως καταγράφηκαν την τελευταία φορά που εκτυπώθηκε πλήρως Αριθμός σελίδων: 4 Αριθμός λέξεων: 1.320 (περίπου) Αριθμός χαρακτήρων: 7.128 (περίπου)