Το μέλλον της πνευματικής ιδιοκτησίας και οι άδειες Creative Commons Της Διονυσίας Καλλινίκου Αθήνα 2 Μαρτίου 2007 1. Βασικές έννοιες και νομοθετική πολιτική για την πνευματική ιδιοκτησία Ο ψηφιακός αιώνας που διανύουμε ίσως να μην αποτελεί την ιδανική εποχή για την πνευματική ιδιοκτησία. Το διαδίκτυο έφερε τη μεγάλη ανατροπή, παρά το ότι η νομοθεσία εξασφάλισε σχετικά έγκαιρα το θεσμικό πλαίσιο προστασίας σε διεθνές επίπεδο με τις Συνθήκες Internet και σε κοινοτικό επίπεδο με την Οδηγία 2001/29. Είναι γνωστό ότι η νομική προστασία του δημιουργού και των δικαιούχων συγγενικών δικαιωμάτων στο διαδίκτυο επιτυγχάνεται με τους εξής τρόπους: α) αναγνωρίζονται ή ενισχύονται τα λεγόμενα «ψηφιακά δικαιώματα» που έχουν απόλυτο και αποκλειστικό χαρακτήρα, ενώ παράλληλα προβλέπονται περιορισμοί και εξαιρέσεις με στόχο την εξισορρόπηση των συμφερόντων μεταξύ των δικαιούχων και των χρηστών και του ευρύτερου κοινού, β) προβλέπονται υποχρεώσεις κατάλληλης έννομης προστασίας κατά της εξουδετέρωσης των τεχνολογικών μέτρων, καθώς και κατά των παρανόμων δραστηριοτήτων που αλλοιώνουν τις ηλεκτρονικές πληροφορίες διαχείρισης των δικαιωμάτων, και γ) θεσπίζονται κατάλληλες κυρώσεις και μέσα έννομης προστασίας κατά της προσβολής των δικαιωμάτων. Στις αρχές του 21 ου αιώνα το ερώτημα για το μέλλον της πνευματικής ιδιοκτησίας αφορά την ίδια την ύπαρξή της. Η πνευματική ιδιοκτησία θα συνεχίσει να λειτουργεί ως θεσμός και ως δικαίωμα; Κατά την κλασική αντίληψη η απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι θετική: η πνευματική ιδιοκτησία θα συνεχίσει να υπάρχει και να λειτουργεί σύμφωνα με τις κλασικές αρχές και τους κανόνες που πάντα κατάφεραν να προσαρμοστούν σε κάθε νέα τεχνολογία γιατί εξασφαλίζει πράγματι τη χρηματοδότηση της πνευματικής δημιουργίας, προάγει τον πολιτισμό και έχει μεγάλη οικονομική σημασία αφού οι πολιτιστικές επιχειρήσεις αποτελούν βασικούς συντελεστές συνεισφοράς στο εθνικό εισόδημα. Το δίκαιο της πνευματικής ιδιοκτησίας έχει το χαρακτηριστικό γνώρισμα ότι ρυθμίζει την προστασία ενός αντικειμένου με άυλη φύση. Τα έργα ως άυλα αγαθά έχουν καθολικό, παγκόσμιο και μοναδικό χαρακτήρα, ενώ μέσα από αυτά διαγράφεται η ιδιαιτερότητα, η ατομικότητα και η προσωπικότητα του δημιουργού τους. Στο χώρο των άυλων αγαθών η πνευματική ιδιοκτησία θεωρείται γενικά το πιο κατάλληλο μέσο προστασίας για τους εξής κυρίως λόγους: α) ο απόλυτος και αποκλειστικός χαρακτήρας εξασφαλίζει αποτελεσματική προστασία έναντι της αναπαραγωγής και γενικότερα της χρήσης του έργου χωρίς προηγούμενη άδεια β) ισχύει η αρχή της προστασίας χωρίς διατυπώσεις, και γ) η προστασία αφορά τη μορφή και όχι την ιδέα πάνω στην οποία βασίζεται το έργο, έτσι ώστε να μην εμποδίζεται η πρόοδος των τεχνών και επιστημών, ούτε να διαμορφώνονται μονοπώλια τα οποία εμποδίζουν την ανεξάρτητη ανάπτυξη και την ελευθερία του καλλιτέχνη να δημιουργεί. 1/18
Το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας αναγνωρίστηκε ως δικαίωμα με απόλυτο, απεριόριστο και αποκλειστικό χαρακτήρα, αλλά τέθηκαν ορισμένα όρια τα οποία προσδιορίζονται με βάση την έννοια του έργου, ενώ ρητοί περιορισμοί προβλέπονται όσον αφορά τη διάρκεια και την έκταση του δικαιώματος. Στο πεδίο εφαρμογής της πνευματικής ιδιοκτησίας ανήκουν τα έργα ως άυλα αγαθά, ενώ δεν ενδιαφέρει ο υλικός φορέας πάνω στον οποίο το έργο είναι ενσωματωμένο. Είναι γνωστό ότι βασικά στοιχεία του έργου είναι η μορφή και η πρωτοτυπία. Η ιδέα δεν αποτελεί αντικείμενο προστασίας με το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας παρά μόνο αν πάρει ορισμένη μορφή. Η ιδέα είναι ελεύθερη και προσιτή στον καθένα και παρά τις αμφιβολίες και τους προβληματισμούς που κατά καιρούς διατυπώθηκαν, ο διαχωρισμός αυτός μεταξύ μορφής και ιδέας αποτελεί βασικό κανόνα για τον καθορισμό των ορίων της πνευματικής ιδιοκτησίας. Στο πνεύμα αυτό δεν προστατεύονται οι διαδικασίες, οι μέθοδοι λειτουργίας και οι μαθηματικές έννοιες αυτές καθεαυτές. Η προστασία δεν εκτείνεται και στα επίσημα κείμενα με τα οποία εκφράζεται η άσκηση πολιτειακής αρμοδιότητας και ιδίως στα νομοθετικά, διοικητικά ή δικαστικά κείμενα, καθώς και στις εκφράσεις λαϊκής παράδοσης, στις ειδήσεις και στα απλά γεγονότα ή στοιχεία, εκτός αν μπορούν να υπαχθούν στην κατηγορία των συλλογών ή των παραγώγων έργων. Εκείνο που αξίζει να σημειωθεί είναι ότι το έργο δεν θα πρέπει να συγχέεται με την πληροφορία. Η πνευματική ιδιοκτησία δεν προστατεύει τις ιδέες, τα απλά γεγονότα ή στοιχεία και κατά συνέπεια δεν προστατεύει την πληροφορία αυτή καθεαυτή. Ούτε το έργο είναι πληροφορία. Τα έργα του λόγου ή τα μουσικά έργα που διατίθενται στο διαδίκτυο δεν αποτελούν πληροφορίες, αλλά εξακολουθούν να παραμένουν έργα και να προστατεύονται με τους κανόνες της πνευματικής ιδιοκτησίας. Κατά συνέπεια εξακολουθούν να ανήκουν στο δημιουργό ή στον εκάστοτε δικαιούχο και η χρήση τους είναι νόμιμη σύμφωνα με τις αρχές που διέπουν το δίκαιο της πνευματικής ιδιοκτησίας που δεν υπερκαλύπτεται από το δικαίωμα πληροφόρησης. Αυτή καθεαυτή η πρόσβαση στο έργο με την έννοια της παθητικής ιδιωτικής χρήσης, καθώς και η πληροφορία που εμπεριέχεται σε αυτό, δεν ανήκουν στο πεδίο της πνευματικής ιδιοκτησίας. Ο νόμος αναγνωρίζει στο δημιουργό το περιουσιακό δικαίωμα ως ένα γενικό δικαίωμα εκμετάλλευσης που αποτελείται από επί μέρους εξουσίες δικαιώματα, προσδιορίζει την έννοια της δημόσιας χρήσης (δημόσια θεωρείται κάθε χρήση που κάνει το έργο προσιτό σε κύκλο προσώπων ευρύτερο από το στενό κύκλο της οικογένειας και το άμεσο κοινωνικό περιβάλλον, ανεξαρτήτως από το αν τα πρόσωπα αυτά του ευρύτερου κύκλου βρίσκονται στον ίδιο ή σε διαφορετικούς χώρους), αλλά δεν μπορεί ποτέ να απαγορεύσει στον αναγνώστη να διαβάσει ένα βιβλίο, όσες φορές θέλει ή στον αγοραστή ενός CD να ακούσει μουσική, όσο θέλει. Ο αναγνώστης μπορεί να αντλήσει από ένα έργο, όσες ιδέες και πληροφορίες θέλει. Η πνευματική ιδιοκτησία δεν εμποδίζει τις ενέργειες αυτές γιατί τότε θα αναγνώριζε στον 2/18
εκάστοτε συγγραφέα τη δυνατότητα να μονοπωλήσει τις ιδέες του. Πέρα από τα εννοιολογικά όρια της πνευματικής ιδιοκτησίας, ο νόμος θέτει περιορισμούς που αφορούν τη διάρκεια και την έκταση του δικαιώματος. Σύμφωνα με το κοινοτικό κεκτημένο η διάρκεια προστασίας στο εθνικό δίκαιο προσδιορίζεται με βάση όλη τη ζωή του δημιουργού και εβδομήντα χρόνια μετά το θάνατό του. Η διάρκεια αυτή σε εθνικό επίπεδο ισχύει τόσο για το ηθικό όσο και το περιουσιακό δικαίωμα. Μετά την πάροδο αυτού του χρόνου το έργο πέφτει στο δημόσιο τομέα και η εκμετάλλευσή του είναι ελεύθερη με την επιφύλαξη της άσκησης από το Δημόσιο εκπροσωπούμενο από τον Υπουργό Πολιτισμού, των εξουσιών αναγνώρισης της πατρότητας και περιφρούρησης της ακεραιότητας του έργου. Μετά τη λήξη της διάρκειας αυτής υπάρχει βέβαια και το ενδεχόμενο εφαρμογής άλλων διατάξεων, όπως η νομοθεσία για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, όπου για ορισμένες πράξεις χρειάζεται η άδεια δημόσιας αρχής (Ν. 3028/2002 ΦΕΚ Α 153/2002). Ας σημειωθεί ότι για τα συγγενικά δικαιώματα η διάρκεια προστασίας είναι πενήντα χρόνια, σύμφωνα με τις ειδικές ρυθμίσεις του νόμου (άρθρο 52 Ν. 2121/1993, όπως ισχύει). Το περιουσιακό δικαίωμα υπόκειται σε ορισμένους περιορισμούς που αφορούν το περιεχόμενο και την έκτασή του. Οι περιορισμοί αυτοί που συνήθως εφαρμόζονται αναλόγως και στα συγγενικά δικαιώματα, προβλέπονται σε όλες τις εθνικές νομοθεσίες, στις διεθνείς συμβάσεις και στις κοινοτικές οδηγίες. Δικαιολογούνται για λόγους κοινωνικής, πολιτιστικής και εκπαιδευτικής πολιτικής, αποβλέπουν στην προστασία του δημοσίου συμφέροντος στην ανάγκη πληροφόρησης του κοινού και γενικά εξυπηρετούν ανάγκες του κοινωνικού συνόλου. Η ιδιωτική χρήση αποτελεί έναν από τους περιορισμούς του περιουσιακού δικαιώματος, αλλά συγχρόνως συνιστά και μία σημαντική πηγή χρηματοδότησης του δημιουργού και των δικαιούχων συγγενικών δικαιωμάτων με την καθιέρωση της εύλογης δίκαιης αμοιβής. Το θέμα της αναπαραγωγής για ιδιωτική χρήση ρυθμίζεται από το άρθρο 18 Ν. 2121/1993 που προβλέπει την καταβολή εύλογης αμοιβής σε οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης. Σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 9 της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης, οι εθνικές νομοθεσίες διατηρούν την ευχέρεια να επιτρέψουν περιορισμούς του δικαιώματος αναπαραγωγής σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις με τον όρο ότι η αναπαραγωγή αυτή δεν βλάπτει την κανονική εκμετάλλευση του έργου, ούτε προκαλεί αδικαιολόγητη βλάβη στα νόμιμα συμφέροντα του δημιουργού. Η Διεθνής Σύμβαση Βέρνης με το άρθρο 9 παράγραφος 2 δεν επιβάλλει στον εθνικό νομοθέτη να θεσπίσει περιορισμούς για το δικαίωμα αναπαραγωγής, απλώς του δίνει τη σχετική ευχέρεια. Όταν όμως καθιερώνονται περιορισμοί στο εν λόγω δικαίωμα, οι περιορισμοί αυτοί είναι σύμφωνοι με το γράμμα και το πνεύμα της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης, εφόσον πληρούνται τα τρία αυτά κριτήρια, δηλαδή προβλέπονται σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις, δεν βλάπτεται η κανονική 3/18
εκμετάλλευση του έργου και δεν προκαλείται αδικαιολόγητη βλάβη στα νόμιμα συμφέροντα του δημιουργού. Ο νομοθέτης έχει, κατά συνέπεια, ελεγχόμενη ελευθερία γιατί αν αποφασίσει να επιβάλλει περιορισμούς στο δικαίωμα, οι περιορισμοί αυτοί υπόκεινται στους όρους του άρθρου 9 παράγραφος 2 της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης, στα κριτήρια που είναι γνωστά ως «τεστ διαδικασία των τριών σταδίων» (three step test). Στο ίδιο πνεύμα η Συνθήκη WIPO για την πνευματική ιδιοκτησία επιτρέπει στα συμβαλλόμενα μέρη να προβλέπουν στη νομοθεσία τους σε ειδικές περιπτώσεις, περιορισμούς ή εξαιρέσεις στα δικαιώματα που αναγνωρίζονται στο δημιουργό, εφόσον δεν βλάπτεται η κανονική εκμετάλλευση του έργου και δεν προκαλείται αδικαιολόγητη βλάβη στα νόμιμα συμφέροντα του δημιουργού (άρθρο 10). Η ρύθμιση αυτή ακολουθεί την προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 9 παράγραφος 2 της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης που προβλέπει το τέστ διαδικασία των τριών σταδίων (three steps test). Η Συνθήκη WIPO για τις ερμηνείες εκτελέσεις και τα φωνογραφήματα προβλέπει επίσης αντίστοιχη διάταξη για τους περιορισμούς και εξαιρέσεις στα δικαιώματα των ερμηνευτών ή εκτελεστών καλλιτεχνών και των παραγωγών φωνογραφημάτων (άρθρο 16). Η Οδηγία 2001/29 περιέχει έναν εξαντλητικό και κλειστό κατάλογο «εξαιρέσεων και περιορισμών. Αυτό γίνεται κυρίως γιατί έπρεπε να ληφθούν υπόψη οι διαφορετικές νομικές παραδόσεις των κρατών μελών (αιτιολ. σκέψη 32). Ο κλειστός χαρακτήρας έχει την έννοια ότι τα κράτη μέλη δεν μπορούν να προβλέψουν στην εθνική τους νομοθεσία άλλους περιορισμούς από τους αναφερόμενους στην Οδηγία (άρθρο 5). Από τους περιορισμούς, όμως, αυτούς υποχρεωτικό χαρακτήρα (mandatory exceptions) έχει μόνο η ρύθμιση που αφορά τις προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής (άρθρο 5 παράγραφος 1), ενώ για κάθε άλλη περίπτωση ο χαρακτήρας των εξαιρέσεων είναι δυνητικός (permissible exceptions). Αυτό σημαίνει ότι τα κράτη μέλη έχουν απλώς την ευχέρεια να θεσπίσουν ή όχι τους προβλεπόμενους περιορισμούς. Ας σημειωθεί ότι όλοι οι περιορισμοί υπόκεινται στο τεστ των τριών σταδίων, εφαρμόζονται δηλαδή μόνο σε ειδικές περιπτώσεις που δεν αντίκεινται στην κανονική εκμετάλλευση του έργου ή άλλου προστατευόμενου αντικειμένου και δεν θίγουν αδικαιολόγητα τα έννομα συμφέροντα του δικαιούχου. Η ερμηνεία όμως όλων αυτών των διατάξεων που προβλέπουν τη διαδικασία των τριών σταδίων θα πρέπει να γίνει σύμφωνα με το πνεύμα της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης (άρθρο 9 παράγραφος 2) που αποτελεί την αρχική πηγή οριοθέτησης των περιορισμών. Το τεστ των τριών σταδίων έχει αναχθεί σε οδηγό για το νομοθέτη και το δικαστή με συνέπεια να κρίνεται σε κάθε περίπτωση αν ο συγκεκριμένος περιορισμός βλάπτει την κανονική εκμετάλλευση του έργου ή τα έννομα συμφέροντα του δικαιούχου. Η δικαστική αυτή κρίση έχει ιδιαίτερη σημασία γιατί το τελικό αποτέλεσμα της εφαρμογής της διαδικασίας των τριών σταδίων κρίνεται σε εθνικό επίπεδο. Αν ανατρέξουμε στις διεθνείς συμβάσεις, θα διαπιστώσουμε ότι περιέχουν πάντοτε ένα κοινό πλέγμα προστασίας του δημιουργού 4/18
και των δικαιούχων συγγενικών δικαιωμάτων. Πρόκειται για την αρχή της εθνικής μεταχείρισης και για τις ρυθμίσεις που παρέχουν ένα ελάχιστο όριο προστασίας των δικαιούχων. Στη συνέχεια προβλέπονται ρυθμίσεις για το περιουσιακό δικαίωμα και ορισμένες που αφορούν το ηθικό δικαίωμα, για την επιβολή των δικαιωμάτων, ενώ πρόσφατα θεσπίστηκε το νομοθετικό πλαίσιο για τα τεχνολογικά μέτρα και τις πληροφορίες διαχείρισης. Προσδιορίζεται το αντικείμενο του δικαιώματος, αλλά αφήνεται στον εθνικό δικαστή και στην επιστήμη να καθορίσουν την έννοια της πρωτοτυπίας. Το συμβατικό δίκαιο της πνευματικής ιδιοκτησίας έχει μείνει έξω από τη διεθνείς συμβάσεις. Το ίδιο ισχύει και για τη συλλογική διαχείριση. Οι αποκλίσεις αυτές επιτρέπουν σε κάθε έννομη τάξη να διαμορφώσει την προστασία ανάλογα με τη νομική της παράδοση και το νομικό πολιτισμό της. Τα κράτη δεν δέχθηκαν και δεν είναι δυνατό να δεχθούν την αλλοίωση του νομικού τους συστήματος, των παραδόσεων και της εθνικής τους κυριαρχίας. Διαφορετική αντιμετώπιση θα οδηγούσε στη παγκοσμιοποίηση του δικαίου της πνευματικής ιδιοκτησίας, χωρίς πολιτιστική και νομική πολυμορφία. Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί ότι η νομοθετική πολιτική για την πνευματική ιδιοκτησία και τα συγγενικά δικαιώματα ασκείται στα μεγάλα διεθνή fora που έχουν την απαιτούμενη εξειδίκευση στα θέματα αυτά. Κατεξοχήν αρμόδιος φορέας σε διεθνές επίπεδο είναι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Διανοητικής Ιδιοκτησίας (WIPO) που εδρεύει στη Γενεύη. Στις Συνεδριάσεις και στις Επιτροπές του μετέχουν εκπρόσωποι των συμβαλλομένων Κρατών, αλλά και μη κυβερνητικές οργανώσεις. Σε διεθνές επίπεδο οι πιο γνωστοί οργανισμοί που λαμβάνουν επίσης πρωτοβουλίες για τα θέματα αυτά είναι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Eμπορίου, η UNESCO και το Συμβούλιο Ευρώπης. Τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ενωσης συμβάλλουν και αυτά ουσιαστικά στη διαμόρφωση του κοινοτικού κεκτημένου με την έκδοση κοινοτικών οδηγιών και συστάσεων. Σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση πολιτικής για τα θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας αναλαμβάνει η νομική επιστήμη και θεωρία που διατυπώνεται σε διεθνές, κοινοτικό και εθνικό επίπεδο από τους θεωρητικούς του δικαίου και τους εμπειρογνώμονες. Ουσιώδης είναι και η συμβολή της νομολογίας που διαμορφώνεται μέσα από τις αποφάσεις του ΔΕΚ και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, από τη διαδικασία επίλυσης διαφορών στον ΠΟΕ και από τα εθνικά δικαστήρια. Το διαδίκτυο έδωσε τη δυνατότητα ψηφιακού διαλόγου και πληροφόρησης μέσα από κυβερνητικά ή ιδιωτικά sites που έχουν αναλάβει την ενημέρωση του κοινού για τα θέματα αυτά. Οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης, οι ενώσεις προάσπισης επαγγελματικών συμφερόντων των δικαιούχων και οι ενώσεις των χρηστών δίνουν σημαντικές πληροφορίες για τα πνευματικά και συγγενικά δικαιώματα. Η συζήτηση για τα θέματα αυτά ξεπέρασε τον κύκλο των ειδικών και τον εθνικό χώρο και πήρε παγκόσμιο χαρακτήρα για το λόγο ότι τα έργα βρίσκονται σήμερα παντού χωρίς να το θέλουμε ή να το καταλαβαίνουμε. 5/18
Η εθνική πολιτική για την πνευματική ιδιοκτησία θα πρέπει αναπόφευκτα να κινηθεί με βάση το κοινοτικό κεκτημένο και τις διεθνείς εξελίξεις. Η εθνική πολιτική στο χώρο της πνευματικής ιδιοκτησίας δεν μπορεί παρά να είναι η πολιτική των ισορροπιών και της συναίνεσης. Η πνευματική ιδιοκτησία ανήκει στα ιδιωτικά δικαιώματα και αποβλέπει κυρίως στην προστασία του δημιουργού. Η πρωτοβουλία των χειρισμών αφορά αποκλειστικά το δικαιούχο. Tο κράτος παρεμβαίνει για να θεσπίσει τη νομοθεσία και να διασφαλίσει με κάθε τρόπο την τήρηση των κανόνων με γνώμονα το δημιουργό, το δημόσιο συμφέρον και το συμφέρον της ολότητας. Σε διεθνές επίπεδο βασικός είναι ο ρόλος του WIPO που με το νομοθετικό του έργο και τις έγκυρες μελέτες του συνεισφέρει στην προστασία των έργων της διανοίας ανά τον κόσμο. Ας σημειωθεί επίσης ότι σύμφωνα με το πρόγραμμα του WIPO φαίνεται ότι θα προχωρήσει το έτος 2007 η διαδικασία για την ψήφιση της νέας Συνθήκης για την ενίσχυση της προστασίας των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών. Το διαδίκτυο έχει παγκόσμιο χαρακτήρα, αλλά οι διεθνείς ρυθμίσεις δεν είναι σκόπιμο να εξυπηρετούν μονόπλευρα εκείνους που ηγούνται της τεχνολογίας και της βιομηχανίας. Οι προτεινόμενες λύσεις και νέες προσεγγίσεις θα πρέπει να μη διαβρώσουν τις αρχές που εδώ και αιώνες ισχύουν και ειδικότερα να μην οδηγήσουν στην υιοθέτηση κανόνων που προέρχονται από άλλα νομικά συστήματα και από άλλες παραδόσεις αποξενωμένες από το εθνικό θεσμικό πλαίσιο. Το ζητούμενο είναι να μπορεί να επωφελείται από το σύστημα της πνευματικής ιδιοκτησίας, όχι μόνο ο επώνυμος καλλιτέχνης ή ο πανίσχυρος δικαιούχος, αλλά και ο μικρός και ασήμαντος καλλιτέχνης ή ο συγγραφέας που απευθύνεται σε μικρό αναγνωστικό κοινό γιατί χρησιμοποιεί την μητρική του γλώσσα η οποία διαβάζεται και ομιλείται από λίγους. Η Ευρωπαϊκή Ψηφιακή Βιβλιοθήκη αυτό το χάσμα προσπαθεί να καλύψει, να δώσει δηλαδή σε όλους τους λαούς της Ευρώπης τη δυνατότητα να διατηρήσουν την ευρωπαϊκή τους ταυτότητα και την πολιτιστική τους κληρονομιά με σεβασμό στην πνευματική ιδιοκτησία. Λέγεται ότι η πνευματική ιδιοκτησία είναι το αγαπημένο παιδί της Ευρώπης, αφού μέσα σε δώδεκα περίπου χρόνια το κοινοτικό κεκτημένο στον τομέα αυτό περιλαμβάνει οκτώ κοινοτικές Οδηγίες. Οι επτά πρώτες αφορούν την εναρμόνιση του ουσιαστικού δικαίου και ειδικότερα τη νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών, την εκμίσθωση, το δημόσιο δανεισμό και τα συγγενικά δικαιώματα, τη ραδιοτηλεοπτική μετάδοση μέσω δορυφόρου και την καλωδιακή αναμετάδοση, τη διάρκεια προστασίας, τη νομική προστασία των βάσεων δεδομένων, ορισμένες πτυχές του δικαιώματος του δημιουργού και των συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας, καθώς και το δικαίωμα παρακολούθησης. Η όγδοη Οδηγία έχει στόχο την εναρμόνιση των μέτρων και διαδικασιών που αφορούν το σεβασμό και την επιβολή των δικαιωμάτων της διανοητικής ιδιοκτησίας. Περαιτέρω θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει εκδώσει τη Σύσταση της 18ης Μαΐου 2005 που αφορά τη 6/18
συλλογική διαχείριση των δικαιωμάτων για τις νόμιμες επιγραμμικές (online) μουσικές υπηρεσίες. Στόχος της Σύστασης αυτής είναι η χορήγηση αδειών πολλαπλής εδαφικής ισχύος για τα μουσικά έργα, ώστε να ενισχυθεί η ασφάλεια δικαίου των εμπορικών χρηστών και να υποστηριχθεί η ανάπτυξη των νομίμων επιγραμμικών υπηρεσιών, έτσι ώστε να αυξηθούν τα νόμιμα έσοδα των δικαιούχων (Αιτ.Σκ. 8). Στα επιγραμμικά δικαιώματα υπάγονται το δικαίωμα αναπαραγωγής, το δικαίωμα παρουσίασης στο κοινό είτε με τη μορφή αποκλειστικού δικαιώματος για το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας είτε με τη μορφή εύλογης αμοιβής για τα συγγενικά δικαιώματα, καθώς και το δικαίωμα διάθεσης ενός μουσικού έργου στο κοινό (Βλ. τους σχετικούς ορισμούς που προβλέπονται στη Σύσταση της 18ης Μαΐου 2005). Σύμφωνα με το περιεχόμενο της Σύστασης οι δικαιούχοι πρέπει να έχουν το δικαίωμα να αναθέτουν τη διαχείριση των online δικαιωμάτων στην εδαφική εμβέλεια της επιλογής τους ανεξάρτητα από το κράτος μέλος κατοικίας ή ιθαγένειας τόσο του συλλογικού διαχειριστή όσο και των δικαιούχων. Το ζήτημα αυτό δεν είναι απλό και θα πρέπει να συνδεθεί με τη διαδικασία που ξεκίνησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά της CISAC για τις συμβάσεις αμοιβαιότητας. Η Επιτροπή επιζητεί την κατάργηση των τοπικών περιορισμών που υποχρεώνουν αφενός, τους δημιουργούς και άλλους δικαιούχους να αναθέτουν τη διαχείριση των δικαιωμάτων τους στον εθνικό οργανισμό συλλογικής διαχείρισης και αφετέρου, τους χρήστες να παίρνουν την άδεια χρήσης του ρεπερτορίου από τον εθνικό οργανισμό συλλογικής διαχείρισης. Η Σύσταση της 24 ης Αυγούστου 2006 αφορά την ψηφιοποίηση και επιγραμμική προσβασιμότητα πολιτιστικού υλικού, καθώς και την ψηφιακή διαφύλαξη. Απώτερος στόχος είναι η δημιουργία ευρωπαϊκής πολιτικής σχετικά με την ψηφιοποίηση και προσβασιμότητα του πολιτιστικού υλικού, την προώθηση μιας ευρωπαϊκής ψηφιακής βιβλιοθήκης, τη βελτίωση των συνθηκών ψηφιοποίησης και τη θέσπιση εθνικών στρατηγικών για τη διαφύλαξη και πρόσβαση στο ψηφιακό υλικό με πλήρη πάντοτε σεβασμό στα πνευματικά δικαιώματα. Οι δύο Συστάσεις έχουν τη σημασία τους. Με την πρώτη Σύσταση και σε συνδυασμό με τη διαδικασία αντιρρήσεων κατά της CISAC, η Επιτροπή προσπαθεί να ρυθμίσει το πεδίο διαχείρισης των online δικαιωμάτων προς όφελος της οικονομίας. Με τη δεύτερη Σύσταση οι στόχοι φαίνονται ότι είναι καθαρά πολιτιστικοί και έχουν σχέση με τη διατήρηση της ευρωπαϊκής πολιτιστικής πολυμορφίας και κληρονομιάς, ενώ ο σεβασμός των πνευματικών δικαιωμάτων αποτελεί βασική προϋπόθεση. Το περιεχόμενο της Σύστασης αυτής μπορεί να βοηθήσει στη διαμόρφωση και μιας εθνικής πολιτικής για την ψηφιοποίηση, πρόσβαση και διάσωση του πολιτιστικού περιεχομένου είτε αυτό αποτελεί αντικείμενο πνευματικής ιδιοκτησίας είτε εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της νομοθεσίας για την πολιτιστική κληρονομιάς. Σε σχέση με το κοινοτικό κεκτημένο είναι σκόπιμο να τονιστεί ότι η χώρα μας ήταν το πρώτο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης που εναρμόνισε την εθνική νομοθεσία με την Οδηγία 2001/29 για την κοινωνία της πληροφορίας. Η ολοκλήρωση της διαδικασίας 7/18
εναρμόνισης με την Οδηγία 2001/29 μέσα στην προβλεπόμενη προθεσμία (22-12-2002) και η επιτυχής και εξισορροπημένη ενσωμάτωση των κοινοτικών κανόνων στο εθνικό δίκαιο αποτέλεσαν έναν από τους βασικούς λόγους για την απονομή του βραβείου «Cyber Champion» (2002) στο πλαίσιο της θετικής δυναμικής της Ελληνικής Διοίκησης για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας. Στη συνέχεια η Ελλάδα κύρωσε με νόμο τις Συνθήκες Internet (2003). Σε εθνικό επίπεδο, μετά την ισχύ του Ν. 2121/1993, σημαντικό ρόλο έπαιξαν οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης. Πολλοί από αυτούς ιδρύθηκαν με πρωτοβουλία των αντίστοιχων επαγγελματικών σωματείων και έχουν εδώ και αρκετά χρόνια αναλάβει τη διαχείριση τόσο των παραδοσιακών όσο και των ψηφιακών δικαιωμάτων. Οι δυσκολίες εφαρμογής του νόμου σε ορισμένες περιπτώσεις επιλύθηκαν με συναινετικές διαδικασίες ή με την υπογραφή συλλογικών συμβάσεων ή ιδιωτικών συμφωνητικών, ενώ σε πολλές φορές η δικαστική παρέμβαση ήταν είναι αναπόφευκτη. Τα θέματα που απασχολούν τώρα αφορούν κυρίως τη δημόσια εκτέλεση στα ξενοδοχεία και ειδικότερα στα δωμάτια, τη ραδιοφωνική μετάδοση φωνογραφημάτων και ηχητικών ερμηνειών, την εύλογη αμοιβή για την ιδιωτική αναπαραγωγή σε σχέση με ορισμένα ψηφιακά τεχνικά μέσα, το δικαίωμα εκμίσθωσης, την απεριόριστη φωτοτυπική αναπαραγωγή, την παράνομη πώληση πειρατικών CD και DVD, την παράνομη χρήση λογισμικού και την είσπραξη αμοιβών για τα αλλοδαπά ρεπερτόρια. Ορισμένα από τα προβλήματα και κυρίως αυτά που έχουν σχέση με την επιβολή των δικαιωμάτων αντιμετωπίζονται σε σχετικό σχέδιο νόμου. 2. Τα ψηφιακά διλήμματα και η νέα προσέγγιση Βρισκόμαστε στην αρχή ενός νέου αιώνα στον οποίο η τεχνολογία έχει αναμφίβολα κυρίαρχο ρόλο. Οσοι κατέχουν τα δίκτυα επιζητούν την ιδιοκτησία του περιεχομένου στο όνομα της πληροφόρησης του κοινού, των συνταγματικών ελευθεριών και των κοινόχρηστων. Εντονη είναι η επιθυμία να υπαχθούν οι πνευματικές δημιουργίες στα πράγματα κοινής χρήσης. Πολλοί είναι εκείνοι που υποστηρίζουν τη διάθεση των έργων στο διαδίκτυο χωρίς τους φραγμούς της νομοθεσίας. Το δίλημμα είναι ψηφιακό. Ο νομοθέτης όμως κατάφερε να προσαρμόσει τους κλασικούς κανόνες στο νέο ψηφιακό περιβάλλον. Η σύνδεση της πνευματικής ιδιοκτησίας με το εμπόριο επιτεύχθηκε σε διεθνές επίπεδο με τη Συμφωνία TRIPS. Η διανοητική ιδιοκτησία θεωρήθηκε ένας από τους βασικούς συντελεστές στην οικονομία των χωρών και έτσι καθιερώθηκαν ρυθμίσεις με στόχο την αντιμετώπιση του διεθνούς εμπορίου προϊόντων που αποτελούν αντικείμενο απομίμησης ή παραποίησης. Παράλληλα τονίστηκε η ανάγκη προστασίας του δημοσίου συμφέροντος και η ανάπτυξη της τεχνολογίας, ενώ θεσμοθετήθηκε η δυνατότητα επίλυσης των διαφορών που ανακύπτουν μεταξύ των Κυβερνήσεων για θέματα διανοητικής ιδιοκτησίας σύμφωνα με τη διαδικασία της Συμφωνίας TRIPS. Οι οικονομικές μελέτες αποδεικνύουν ότι η προστιθέμενη αξία των πολιτιστικών επιχειρήσεων που έχουν σχέση 8/18
με την πνευματική ιδιοκτησία κυμαίνεται περίπου σε ποσοστό 5% του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος. Το βασικό επιχείρημα είναι ότι η προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας συμβάλλει ουσιαστικά στην οικονομία. Οι εθνικές κυβερνήσεις πιέστηκαν και αναθεώρησαν τη νομοθεσία τους, τα αμφισβητούμενα θέματα επιλύθηκαν στη διαδικασία επίλυσης διαφορών στον ΠΟΕ, η Ευρωπαϊκή Ενωση και τα κράτη μέλη δούλεψαν εντατικά για το κοινοτικό κεκτημένο και η διεθνής κοινότητα προχώρησε στην ψήφιση των Συνθηκών Internet. Τα πνευματικά δικαιώματα γίνονται ένα από τα βασικά θέματα συζητήσεων σε πολιτικό επίπεδο για τις χώρες που δεν τηρούν επαρκώς τη νομοθεσία. Οι μεγάλοι δικαιούχοι θέλουν να δουν τον «πειρατή» να οδηγείται στο αυτόφωρο και στη φυλακή, εγκύκλιοι τονίζουν την ανάγκη επιβολής της νομοθεσίας, επιστολές και σχετικά έγγραφα προτρέπουν τη διοίκηση και κάθε εμπλεκόμενο να σεβαστεί με κάθε τρόπο την πνευματική ιδιοκτησία. Παράλληλα όμως άρχισε να διαπλάθεται ένα κλίμα αμφισβήτησης. Νέα φιλοσοφικά ρεύματα διαμόρφωσαν το θεωρητικό υπόβαθρο για το ανοιχτό περιεχόμενο και την ελεύθερη πρόσβαση, ενώ η τεχνολογία άρχισε να ξεπερνάει το νόμο. Η πνευματική ιδιοκτησία αντιμετωπίζεται με δυσπιστία, ενώ το κοινό εκφράζει σταθερά την άποψη ότι οι νομικοί κανόνες θέτουν φραγμό στη διάδοση της γνώσης. Ο «πειρατής» έχει τη συμπάθεια του κοινού και σε πολλές περιπτώσεις οι νομοθετικές ρυθμίσεις μένουν γράμμα κενό. θεσπισθεί. Η τεχνολογία δίνει τη δυνατότητα διακίνησης των έργων με δωρεάν λογισμικό και με ψηφιακές άδειες χρήσης, ενώ ο δημιουργός μπορεί να χρηματοδοτήσει το έργο του χωρίς τη διαμεσολάβηση των γνωστών πολιτιστικών επιχειρήσεων. Το πρόβλημα είναι κυρίως οικονομικό. Η οικονομικές δραστηριότητες που έχουν σχέση με την πνευματική ιδιοκτησία καταλαμβάνουν μεγάλους κλάδους. Στον ψηφιακό χώρο επιζητείται μία νέα οικονομική κατανομή. Το γεγονός αυτό δεν έχει γίνει ακόμη από όλους αντιληπτό, ενώ προβάλλεται σχεδόν πάντοτε το συμφέρον του κοινού. Η ανακατανομή των οικονομικών μεγεθών δεν είναι κάτι νέο και πάντα διέτρεχε το δίκαιο της πνευματικής ιδιοκτησίας, είτε στις σχέσεις μεταξύ των δημιουργών και των άλλων δικαιούχων, είτε στις σχέσεις τους με τις πολιτιστικές επιχειρήσεις. Σε κάποια στιγμή ερχόταν η ισορροπία για να βρεθεί κάτι άλλο αργότερα. Το ίδιο θα γίνει και στη νέα τάξη πραγμάτων που διαμορφώνεται. Οι τεχνολογικές δυνατότητες είναι τεράστιες και δεν είναι δυνατό να σταματήσει η πρόοδος. Η ίδια η αγορά και η ευελιξία εκ μέρους των δικαιούχων κατά την άσκηση του δικαιώματος θα δώσουν τη λύση. Αλλωστε έχει αρχίσει η online διάθεση των έργων με άδεια και έναντι αμοιβής, ενώ πολλά δημιουργήματα διακινούνται ελεύθερα στο διαδίκτυο, χωρίς να έχουν μετατραπεί σε κοινόχρηστα. α) Λογισμικό ανοιχτού κώδικα και Γενική Δημόσια Αδεια Έχει ήδη ξεκινήσει ένας κοινωνικός, φιλοσοφικός και πολιτικός διάλογος επαναπροσδιορισμού των κανόνων που έχουν Το ψηφιακό δίλημμα και η τεχνολογική πρόκληση οδήγησαν σε πρωτοποριακές αναζητήσεις και προτάσεις με στόχο τον 9/18
επαναπροσδιορισμό της πνευματικής ιδιοκτησίας. Ελεύθερο λογισμικό, ελεύθερη κουλτούρα, ελεύθερο όπως ελευθερία, copyleft αντί copyright, general public license, creative commons είναι η νέα θεώρηση της πνευματικής ιδιοκτησίας. Πρόκειται για την πρωτοβουλία ανοιχτής πηγής (Open Source Initiative OSI) ή ανοιχτού περιεχομένου (Open Content) που στηρίζεται στη λογική της μη εμπορευσιμότητας του διαδικτύου και επιζητεί την αποδέσμευση από τους κανόνες της πνευματικής ιδιοκτησίας. Η πρώτη προσπάθεια για τη δημιουργία ελεύθερου λογισμικού ξεκίνησε το 1983 με τη σύσταση του Ιδρύματος Ελεύθερου Λογισμικού (Free Software Foundation) από τον Richard Stallman. Παράλληλα διαμορφώθηκε το κίνημα του Λογισμικού Ανοιχτού Κώδικα (Open Source Initiative) που εκφράζεται από τον Eric Raymond. Τα δύο κινήματα προωθούν την ελεύθερη διακίνηση του λογισμικού και την πρόσβαση στον πηγαίο κώδικα, ενώ εμφανίζουν κάποιες διαφορές κυρίως ιδεολογικές. Στόχος είναι η ανάπτυξη λογισμικού με διαθέσιμο τον πηγαίο κώδικα (source code) που αναπτύσσεται με βάση τη διαρκή συνεργασία. Πρόκειται για το λογισμικό ανοιχτού κώδικα (open source) το οποίο διατίθεται, χρησιμοποιείται, αναπαράγεται, τροποποιείται και διανέμεται περαιτέρω ελεύθερα με βάση τους όρους που προβλέπονται στη Γενική Δημόσια Άδεια (General Public License GPL) η οποία αναπτύχθηκε από τον Stallman. Τα βασικά κριτήρια που πρέπει να πληρούνται για το λογισμικό ανοιχτού κώδικα είναι α) η ελεύθερη διάθεση του πηγαίου κώδικα και β) η αναπαραγωγή, τροποποίηση και βελτίωση του προγράμματος με τον όρο ότι οι νέες τροποποιήσεις, καθώς και ο πηγαίος κώδικας, θα διατίθενται ελεύθερα σε όλους. Η αρχή στην οποία στηρίζεται το λογισμικό ανοιχτού κώδικα είναι ότι κανείς δεν αποκτά δικαιώματα και κατά συνέπεια κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει την περαιτέρω χρήση και εφαρμογή του προγράμματος που διατίθεται με βάση τους όρους της Γενικής Δημόσιας Αδειας ή σύμφωνα με τους όρους άλλων παρεμφερών αδειών χρήσης (βλ π.χ. IBM Public License, The Educational Community License, EU DataGrid Software License σε www.opensource.org/licenses). Τα προγράμματα αυτά έχουν τύχει αντικείμενο πολλών εφαρμογών και το πιο γνωστό είναι το λειτουργικό σύστημα LINUX που αναπτύχθηκε από το Φιλανδό Linus Torvalds. Το συγκεκριμένο πρόγραμμα αποτελεί τη βάση των λογισμικών αυτού του τύπου και η χρήση του έχει επεκταθεί σε όλο τον κόσμο. Δεν θα πρέπει όμως να θεωρηθεί ότι ο χρήστης του ελεύθερου λογισμικού θα αποφύγει την πνευματική ιδιοκτησία και ειδικότερα όσον αφορά τα ζητήματα που έχουν σχέση με την άδεια χρήσης. Η Γενική Δημόσια Άδεια, καθώς και οι άλλες παρεμφερείς άδειες, νομικά ανήκουν στις άδειες εκμετάλλευσης της πνευματικής ιδιοκτησίας. Η απάντηση στο ερώτημα αν το ελεύθερο λογισμικό προστατεύεται με την πνευματική ιδιοκτησία είναι καταφατική. Η θέση αυτή γίνεται πλέον γενικά αποδεκτή και τονίζεται ότι το ελεύθερο λογισμικό δεν ανήκει στο δημόσιο τομέα, αλλά διατηρεί όλα τα πλεονεκτήματα της πνευματικής ιδιοκτησίας. Το πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή 10/18
προστατεύεται ως έργο λόγου ή ως λογοτεχνικό έργο, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, το κοινοτικό κεκτημένο και τις διεθνείς συμβάσεις, χωρίς να χρειάζεται η τήρηση διατυπώσεων. Το πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή καλύπτει το κριτήριο της πρωτοτυπίας, εφόσον είναι «αποτέλεσμα προσωπικής πνευματικής εργασίας του δημιουργού του» (άρθρο 2 παράγραφος 3 Ν. 2121/1993), ορισμός που επιτρέπει την υπαγωγή στην έννοια του έργου σχεδόν όλων των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών. Η ελεύθερη και δωρεάν χρήση δεν αναιρεί την πνευματική ιδιοκτησία. Η εκμετάλλευση του έργου αποτελεί τρόπο άσκησης του περιουσιακού κυρίως δικαιώματος του δημιουργού και κατά συνέπεια η πρόθεση ελεύθερης χρήσης και γενικότερα μη εμπορικής εκμετάλλευσης του προγράμματος δεν εμποδίζει ούτε καταργεί την προστασία με την πνευματική ιδιοκτησία. Τα έργα τα οποία ο ίδιος ο δημιουργός αφήνει ελεύθερα στο διαδίκτυο εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου και κατά συνέπεια αποτελούν αντικείμενο πνευματικής ιδιοκτησίας, αφού η χρήση τους θα πρέπει να γίνει σύμφωνα με τους συμβατικούς όρους που έχουν τεθεί από το δημιουργό ή τον εκάστοτε δικαιούχο. Το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας έχει απόλυτο και αποκλειστικό χαρακτήρα και η ελεύθερη διάθεση του έργου συνήθως αποσκοπεί στη δωρεάν δυνατότητα χρήσης, σύμφωνα με τους συμβατικούς όρους που θέτει ο δικαιούχος. Οποιεσδήποτε πάντως νομικές αντιρρήσεις που ήθελαν το ελεύθερο λογισμικό έξω από το πεδίο εφαρμογής της πνευματικής ιδιοκτησίας αναιρούνται με την απόφαση της 19 ης Μαΐου 2004 του Δικαστηρίου του Μονάχου που δέχθηκε την προσβολή ελεύθερου λογισμικού για παράβαση των όρων της Γενικής Δημόσιας Αδειας. Με βάση το σκεπτικό ότι ο δημιουργός μπορεί να καταρτίζει συμβάσεις εκμετάλλευσης ή να παρέχει άδειες εκμετάλλευσης (άρθρο 13 παράγραφοι 1 και 2 Ν. 2121/1993), η Γενική Δημόσια Αδεια θα μπορούσε, όπως προαναφέρθηκε, να υπαχθεί στις συμβάσεις της πνευματικής ιδιοκτησίας και να χαρακτηρισθεί ως μη αποκλειστική άδεια εκμετάλλευσης που παρέχει άδεια χρήσης του λογισμικού με συμβατικούς όρους. Η σημασία του νομικού αυτού χαρακτηρισμού έγκειται στο γεγονός ότι για τη Γενική Δημόσια Άδεια με βάση την αρχή της εδαφικότητας εφαρμόζονται οι διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας για την πνευματική ιδιοκτησία (βλ. ιδίως άρθρα 12, 13, 14, 15 και 17 Ν. 2121/1993), καθώς και οι ρυθμίσεις του Αστικού Κώδικα ή του Εμπορικού Δικαίου. Κατά συνέπεια τα δικαιώματα τα οποία δεν μεταβιβάζονται με τη Γενική Δημόσια Άδεια παραμένουν στο δημιουργό σύμφωνα με την αρχή της αυτοτέλειας και του μερισμού των εξουσιών και σύμφωνα με τη θεωρία του σκοπού της σύμβασης (βλ. άρθρο 15 παράγραφοι 1 και 4 Ν. 2121/1993). Στο πνεύμα αυτό, η χορήγηση Γενικής Δημόσιας Αδειας για χρήση ελεύθερου λογισμικού εξαρτάται από την τήρηση των συμβατικών όρων, όπως, τα άρθρα 2 και 3 της άδειας αυτής που αφορούν τους όρους σχετικά με την τροποποίηση του λογισμικού, τη δωρεάν διάθεση σε κάθε τρίτο με του ίδιους όρους, την περαιτέρω διανομή του προγράμματος με τον 11/18
πηγαίο κώδικα και τη σχετική δήλωση περί τροποποίησης, καθώς και το άρθρο 4 που προβλέπει την κατάργηση κάθε δικαιώματος το οποίο προβλέπεται από την άδεια χρήσης σε περίπτωση παράβασης των όρων της άδειας. Οι συμβατικοί όροι ως προς την άδεια χρήσης του λογισμικού είναι έγκυροι στο μέτρο που δεν αντιβαίνουν στα άρθρα 178 και 179 ΑΚ και στις αρχές του εθνικού δικαίου. Περαιτέρω μπορεί να υποστηριχθεί ότι οι συμβατικοί αυτοί όροι έχουν απόλυτη ενέργεια και όχι απλώς ενοχική, αφού, σύμφωνα με την κρατούσα στη θεωρία άποψη (Γ. Κουμάντου, σ. 227 επ. και 324 επ. Λ. Κοτσίρη, σ. 189-191), ο άυλος χαρακτήρας της πνευματικής ιδιοκτησίας επιτρέπει τη σύγχρονη χρήση από πολλούς και κάνει σκόπιμη την αναγνώριση απόλυτης ενέργειας στις συμβάσεις και άδειες εκμετάλλευσης, όταν παραβιάζεται συμβατικός όρος που απορρέει από απόλυτο και αποκλειστικό δικαίωμα. Με βάση τις σκέψεις αυτές, οι όροι της Γενικής Δημόσιας Αδειας ισχύουν έναντι παντός, ενώ η μη τήρησή τους συνιστά προσβολή του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας και συνεπάγεται την επιβολή των κυρώσεων που προβλέπονται στο νόμο. Άλλωστε η θέση αυτή συμπίπτει με την άποψη ότι οι περιοριστικοί όροι που αναγράφονται στον υλικό φορέα πάνω στον οποίο έχουν εγγραφεί τα έργα, όπως π.χ. η μη δυνατότητα χρήσης του φωνογραφήματος για ραδιοτηλεοπτική μετάδοση χωρίς την άδεια του δικαιούχου, έχει απόλυτη ενέργεια και δεσμεύει τους τρίτους και κατά συνέπεια η παράβαση του περιοριστικού αυτού όρου από τρίτους συνιστά προσβολή του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας. Για το λογισμικό ανοιχτού κώδικα που δημιουργείται από περισσότερα φυσικά πρόσωπα εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τα έργα συνεργασίας ή τα συλλογικά έργα (άρθρο 7 παράγραφοι 1 και 2 Ν. 2121/1993, όπως ισχύει). Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2 Ν. 2121/1993, τεκμαίρεται ως δικαιούχος της πνευματικής ιδιοκτησίας σε προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών το φυσικό ή νομικό πρόσωπο του οποίου το όνομα ή η επωνυμία εμφανίζεται πάνω στον υλικό φορέα, κατά τρόπο που συνήθως χρησιμοποιείται για την ένδειξη του δικαιούχου. Κατά του τεκμηρίου επιτρέπεται ανταπόδειξη. Η ρύθμιση αυτή διευκολύνει την απόδειξη της ιδιότητας του δημιουργού ιδίως όταν ζητείται η δικαστική προστασία και μπορεί να έχει πρακτική χρησιμότητα και για τη δικαστική προστασία του λογισμικού ανοιχτού κώδικα. Σύμφωνα με τη Γενική Δημόσια Άδεια κάθε αντίγραφο του προγράμματος θα πρέπει να περιλαμβάνει δήλωση για την πνευματική ιδιοκτησία με αναφορά του ονόματος του αρχικού δημιουργού και σε περίπτωση που έγιναν τροποποιήσεις θα πρέπει να γίνεται αναφορά στο χρήστη που τροποποίησε το πρόγραμμα, ενώ θα πρέπει να περιλαμβάνεται και η ημερομηνία τροποποίησης. Ο όρος αυτός δεν δημιουργεί πρόβλημα γιατί δέχεται την προστασία του ηθικού δικαιώματος και ειδικότερα της εξουσίας αναγνώρισης της πατρότητας (άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο ζ Ν. 2121/1993). Προβλήματα δημιουργεί ο όρος που επιτρέπει τις τροποποιήσεις του προγράμματος, γιατί αντίκειται στην εξουσία περιφρούρησης της ακεραιότητας του έργου (άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο γ). Το εθνικό 12/18
δίκαιο δεν επιτρέπει καμία απόκλιση ως προς το ηθικό δικαίωμα για το λογισμικό. Το γαλλικό δίκαιο προβλέπει ειδική εξαίρεση για την εξουσία υπαναχώρησης, ενώ αναγνωρίζει ένα περιορισμένο δικαίωμα όσον αφορά την εξουσία αναγνώρισης της ακεραιότητας, αφού ο προγραμματιστής μπορεί να αντιταχθεί στις τροποποιήσεις του προγράμματος, αν βλάπτεται η τιμή και η φήμη του (βλ. άρθρο L. 121-8). Ο όρος αυτός της Γενικής Δημόσιας Αδειας θα μπορούσε να εκτιμηθεί θετικά στο εθνικό δίκαιο μόνο στο πλαίσιο εφαρμογής του άρθρου 16 Ν. 2121/1993 και να θεωρηθεί ότι η συναίνεση του δημιουργού για πράξεις ή παραλείψεις που θα αποτελούσαν προσβολή του δικαιώματος, αποτελεί τρόπο άσκησης του δικαιώματος και δεσμεύει το δημιουργό. β) Οι άδειες Creative Commons (CC) Στην ιδέα του λογισμικού ανοιχτού κώδικα βασίστηκε ο καθηγητής Lawrence Lessig ο οποίος ίδρυσε το 2001 το ίδρυμα Creative Commons με έδρα τις ΗΠΑ και γραφεία στο Βερολίνο και Λονδίνο (http:// creativecommons.org). Βασικός στόχος είναι να μπορεί ο δημιουργός να χορηγεί άδεια χρήσης του έργου του με πιο ελεύθερο και ανοιχτό τρόπο. Οι απόψεις του Lessig καταγράφονται στο βιβλίο του «Free Culture» που προσφέρεται δωρεάν στο διαδίκτυο για μη εμπορική χρήση. Σε προηγούμενο έργο του με τίτλο «The future of ideas» είχε ήδη υποστηρίξει τη μεταλλαγή του copyright και των προστατευομένων έργων σε περιεχόμενο που θα μπορούσε να γίνει αντικείμενο ελεύθερης χρήσης με δυνατότητα περαιτέρω δημιουργίας (Lawrence Lessig, «The future of ideas The fate of the commons in a connected world», Vintage Books, New York, 2001, σ. 255 : Rebuilding the Creative Commons). Οι άδειες Creative Commons (CC) επιτρέπουν την ελεύθερη χρήση πέρα από τα όρια του fair use και των νόμιμων περιορισμών ως προς την έκταση του περιουσιακού δικαιώματος. Στο χρήστη επιτρέπεται ιδίως η αναπαραγωγή, η διανομή, η παρουσίαση στο κοινό και η μετατροπή του έργου. Στα βιβλία του ο Lessig προτείνει τη μικρότερη διάρκεια προστασίας, την τήρηση διατυπώσεων, την καταχώρηση και το μαρκάρισμα των έργων. Σκοπός των προτάσεων αυτών δεν είναι η ανατροπή και κατάργηση της πνευματικής ιδιοκτησίας, αλλά ο επαναπροσδιορισμός των κανόνων της και η δημιουργία νέας ισορροπίας με βάση τις αρχές του διαδικτύου. Ειδικότερα, το μαρκάρισμα των έργων με το σύμβολο CC (Creative Commons) θα βοηθήσει, κατά την άποψη αυτή, στη λειτουργία ενός νέου δημόσιου τομέα όχι με εξαναγκασμό των δημιουργών ή με τρόπο πειρατικό, αλλά με βάση την άδεια που ο ίδιος ο δικαιούχος ελεύθερα χορηγεί με όρο την περαιτέρω διασκευή-προσαρμογή και διανομή. Η δυνατότητα δημιουργίας παράγωγου έργου μετατρέπει, στο ψηφιακό περιβάλλον, το χρήστη σε δημιουργό και παραγωγό και επιτρέπει σε κάθε άτομο να συμβάλλει στη συλλογική δημιουργία. Η ελεύθερη διασκευή και μετατροπή καθιστά το περιεχόμενο προσιτό στο κοινό με τους συμβατικούς όρους που οι ίδιοι οι δημιουργοί θα διαγράψουν, αλλά οπωσδήποτε με στόχο τη δημιουργία ενός συμβατικού δημόσιου τομέα πάνω στον οποίο μπορούν να παραχθούν άλλα έργα. Η ένδειξη Some Rights Reserved επιτρέπει τη μη εμπορική χρήση του έργου που μπορεί να κυκλοφορεί ελεύθερα στο 13/18
διαδίκτυο, αλλά και στη συνήθη έντυπη μορφή με αμοιβή από κάποιον εκδοτικό οίκο. Το σύστημα των αδειών CC δεν έχει στόχο να τροποποιήσει τη νομοθεσία, αλλά προτείνει ευέλικτους τρόπους άσκησης του δικαιώματος μέσω των συγκεκριμένων αδειών. Σε νομικό επίπεδο είναι γνωστό ότι το περιουσιακό δικαίωμα μεταβιβάζεται και ασκείται μέσω των συμβάσεων και αδειών εκμετάλλευσης. Από την άποψη αυτή οι άδειες Creative Commons μπορούν να ενταχθούν στη κατηγορία των αδειών εκμετάλλευσης. Ο δημιουργός έχει τη δυνατότητα επιλογής μεταξύ έξι αδειών Creative Commons: α) σύμφωνα με την πρώτη άδεια (the attribution license) ο χρήστης έχει υποχρέωση αναφοράς του ονόματος του αρχικού δημιουργού, ενώ μπορεί να τροποποιήσει και να χρησιμοποιήσει το έργο για εμπορικό ή μη σκοπό, β) η δεύτερη άδεια (the attribution + share-alike license) επιτρέπει στο χρήστη την τροποποίηση του έργου με αναφορά στο όνομα του αρχικού δημιουργού, αλλά με ρητή υποχρέωση διανομής του παράγωγου έργου σύμφωνα με τους όρους της άδειας CC, ενώ είναι δυνατή η χρήση του έργου για εμπορικό ή μη σκοπό, γ) η τρίτη άδεια (the attribution + non-commercial license) επιτρέπει την τροποποίηση του έργου, απαγορεύει την εμπορική χρήση, ενώ η αναφορά στο όνομα του αρχικού δημιουργού είναι υποχρεωτική, δ) η τέταρτη άδεια (the attribution + noncommercial + share-alike license) έχει ακριβώς το ίδιο περιεχόμενο με την προηγούμενη αλλά η διανομή του παράγωγου έργου που τυχόν δημιουργηθεί θα πρέπει να γίνεται κατά τους όρους της άδειας CC, ε) η πέμπτη άδεια (the attribution + non-commercial + no-derivative works license) βρίσκεται πιο κοντά στο δικό μας εθνικό νομικό και ιδεολογικό σύστημα πνευματικής ιδιοκτησίας, γιατί επιτάσσει την αναφορά του ονόματος του δημιουργού, επιτρέπει τη μη εμπορική χρήση του έργου, ενώ απαγορεύει οποιαδήποτε τροποποίηση αυτού, στ) στο ίδιο περίπου πνεύμα κινείται η έκτη άδεια (the attribution + no-derivative works license) που προβλέπει υποχρέωση αναφοράς του ονόματος του δημιουργού και απαγορεύει στο χρήστη τη δημιουργία παραγώγου έργου. Οι άδειες αυτές άρχισαν να διατίθενται στο κοινό περίπου στα τέλη του έτους 2002. Κάθε άδεια παραχωρείται σε τρεις μορφές: α) σε μορφή αναγνώσιμη από τον καθένα που αποτελεί περίληψη των βασικών όρων της άδειας (human-readable format, the Commons Deed), β) σε μορφή νομικού κειμένου που περιλαμβάνει τους συμβατικούς όρους της άδειας (lawyer-readable format, the Legal Code), και γ) σε μορφή μηχανής που περιέχει μεταδεδομένα και δίνει τη δυνατότητα αναγνώρισης των έργων τα οποία διατίθενται στο διαδίκτυο με άδεια CC από μηχανές αναζήτησης (machine-readable format, Resource Description Framework metadata). Εργα με άδειες Creative Commons μπορούν να αναζητηθούν από το Yahoo και Google (http://search.yahoo.com/search/options και http://www.google.com/advanced-search). Το προτεινόμενο σύστημα βασίζεται στη λογική των αδειών χρήσης εκ μέρους του δικαιούχου και είναι δύσκολο να λειτουργήσει στα κλασικά έργα που προστατεύονται με την πνευματική ιδιοκτησία, όπως μουσικά ή οπτικοακουστικά, κυρίως λόγω της άσκησης του ηθικού δικαιώματος. Η διασκευή του 14/18
έργου με την επιφύλαξη του άρθρου 16 Ν. 2121/1993 προσβάλλει το ηθικό δικαίωμα ως προς την εξουσία περιφρούρησης της ακεραιότητας. Εξάλλου υπάρχει προσβολή και ως προς την εξουσία δημοσίευσης που φαίνεται ότι αναλώνεται με βάση την άδεια από την πρώτη δημοσίευση, ενώ στον ψηφιακό χώρο η εξουσία αυτή μπορεί να μην υπαχθεί στη θεωρία της ανάλωσης. Ας σημειωθεί ακόμη ότι υφίσταται πρακτική δυσκολία άσκησης της εξουσίας υπαναχώρησης ως προς τα έργα λόγου. Το δικαίωμα αναγνώρισης της πατρότητας είναι, επίσης, δύσκολο να εφαρμοσθεί λόγω της πληθώρας των δημιουργών. Η χορήγηση της άδειας για απεριόριστο χρόνο έρχεται σε αντίθεση με τους κανόνες για τις συμβάσεις και άδειες εκμετάλλευσης, καθώς και με τις διατάξεις των άρθρων 178 και 179 ΑΚ. Απώτερος στόχος των αδειών Creative Commons είναι η δημιουργία ενός δημόσιου τομέα με βάση τους συμβατικούς όρους που θέτουν οι δικαιούχοι. Τα νομικά προβλήματα που ανακύπτουν, όπως ήδη αναφέρθηκε, είναι πολλά, αλλά το σημείο που θα πρέπει να διευκρινισθεί είναι ότι με την άδεια αυτή το έργο δεν βγαίνει από το πεδίο εφαρμογής της πνευματικής ιδιοκτησίας. Στο Προοίμιο της άδειας προβλέπεται ρητά ότι το έργο προστατεύεται με την πνευματική ιδιοκτησία (The work is protected by copyright or other applicable law...). Κατά συνέπεια τη λύση σε κάθε νομικό ζήτημα θα δώσουν οι ρυθμίσεις της πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν καταρχήν σε εθνικό επίπεδο λαμβανομένων υπόψη των διεθνών υποχρεώσεων κάθε κράτους, καθώς και του κοινοτικού κεκτημένου για τα είκοσι πέντε κράτη μέλη. Οι όροι για τη δημιουργία παραγώγων έργων και οι ορισμοί για τα συλλογικά έργα δεν μπορούν πάντως να λειτουργήσουν το ίδιο σε κάθε έννομη τάξη λόγω του ηθικού δικαιώματος, αλλά και λόγω της άσκησης του περιουσιακού δικαιώματος το οποίο μεταβιβάζεται ή παραχωρείται για εκμετάλλευση με βάση τις ειδικές ρυθμίσεις του εθνικού δικαίου (άρθρα 12 επ. Ν. 2121/1993) και τους κανόνες του αστικού και εμπορικού δικαίου. Δυσκολία δημιουργεί η γενική εφαρμογή της άδειας αυτής για όλες ανεξαιρέτως τις κατηγορίες έργων, όπως π.χ. στα μουσικά, οπτικοακουστικά ή καλλιτεχνικά. Για τα έργα αυτά η σημασία του ηθικού δικαιώματος είναι μεγάλη. Βέβαια η ανταπάντηση στην άποψη αυτή είναι ότι μία από τις πρώτες άδειες που κυκλοφόρησαν αφορούσαν τα καλλιτεχνικά έργα. Η Free Art License διατυπώθηκε το έτος 2000 από τεχνολόγους και καλλιτέχνες με στόχο την ενίσχυση της δυνατότητας πρόσβασης του κοινού στα καλλιτεχνικά έργα, αλλά και τη συνέχιση της δημιουργικής διαδικασίας που έχουν αναλάβει καλλιτέχνες που ασχολούνται με τη σύγχρονη τέχνη. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή, διανομή και μετατροπή του έργου με την επιφύλαξη αναφοράς του ονόματος του αρχικού δημιουργού, καθώς και τόπου όπου βρίσκεται το πρωτότυπο. Η άδεια αυτή αποσκοπεί στη συνέχιση της δημιουργικής διαδικασίας από την ολότητα, έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένας δημόσιος τομέας με έργα καλλιτεχνικά. Ενας από τους βασικούς όρους είναι η απαγόρευση της εμπορικής χρήσης. Παρόμοιες άδειες που βασίζονται στην ίδια φιλοσοφία και με παρεμφερείς όρους, αφορούν και άλλα έργα, όπως π.χ. τα μουσικά 15/18
και επιστημονικά. Η πραγματικότητα είναι ότι όλες οι άδειες αυτές βασίζονται στη Γενική Δημόσια Άδεια που μπορεί να λειτουργήσει ευκολότερα για το λογισμικό, γιατί αφορά μία συγκεκριμένη κατηγορία έργων. Τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών υπόκεινται πράγματι σε κανόνες δημιουργίας που βασίζονται στην τεχνολογία και τα μαθηματικά και είναι κοινοί για όλους όσους ασχολούνται με το συγκεκριμένο τομέα. Για το λόγο αυτό όσον αφορά το λογισμικό πολλά προβλήματα μπορούν να ξεπεραστούν, έτσι ώστε να υπάρχει ενιαίος τρόπος άσκησης των δικαιωμάτων με βάση τη Γενική Δημόσια Άδεια. Το ίδιο όμως δεν είναι εύκολο να γίνει για όλα τα άλλα έργα τα οποία απαριθμούνται ενδεικτικά στο νόμο. Ο κατάλογος των προστατευομένων έργων δεν είναι περιοριστικός (βλ. άρθρο 2 παράγραφος 1 Ν. 2121/1993), αλλά αφήνεται στην κρίση του εθνικού δικαστή ο προσδιορισμός της έννοιας της πρωτοτυπίας, με συνέπεια να μην μπορεί να υπάρξει ομοιογένεια προστασίας του αντικειμένου. Η άδεια των Creative Commons είναι προφανές ότι βασίζεται στις ανάγκες της ψηφιακής τεχνολογίας που επιτρέπει τη διαδραστικότητα. Οι συμβατικοί όμως όροι που θα πρέπει να τηρηθούν έρχονται, όπως προαναφέρθηκε, σε αντίθεση με ορισμένους από τους κανόνες της πνευματικής ιδιοκτησίας, ιδίως όσον αφορά τα παράγωγα έργα και το ηθικό δικαίωμα. Πρόκειται πάντως για σύμβαση πνευματικής ιδιοκτησίας με προκαθορισμένο και τυποποιημένο περιεχόμενο που έχει τα χαρακτηριστικά της σύμβασης προσχώρησης και δεν αφήνει καμία συμβατική ελευθερία στο δικαιούχο. Με την πρόσφατη απόφαση (9-3-2006) του Δικαστηρίου του Άμστερνταμ έγινε δεκτό ότι φωτογραφίες που είχαν δημοσιευθεί με την άδεια CC και σχετική ανακοίνωση ότι πρόκειται για δημόσια φωτογραφία (this photo is public) δεν μπορούσαν να αναδημοσιευθούν σε εβδομαδιαίο περιοδικό (the Duch weekly Weekend) χωρίς να τηρηθούν οι όροι της άδειας CC και κατά συνέπεια κρίθηκε ότι οι πράξεις του ιδιοκτήτη του περιοδικού που κυκλοφορούσε στο εμπόριο συνιστούσαν προσβολή της πνευματικής ιδιοκτησίας. Το αποτέλεσμα της απόφασης πέρα από το ότι οι συμβατικοί όροι της άδειας CC είναι δεσμευτικοί για το χρήστη, συνίσταται στο ότι η άδεια αυτή τελικά ανήκει στο χώρο της πνευματικής ιδιοκτησίας και αποτελεί άδεια εκμετάλλευσης με όλες τις συνέπειες του δικαιώματος. Θα πρέπει επίσης να αναφερθεί η απόφαση (17-2-2006) ισπανικού δικαστηρίου που δέχθηκε ότι οι άδειες CC επιτρέπουν στους τρίτους να χρησιμοποιούν μουσική ελεύθερα και χωρίς αμοιβή απορρίπτοντας το αίτημα του οργανισμού συλλογικής διαχείρισης για προσβολή του δικαιώματος, αφού τα μουσικά έργα που είχαν χρησιμοποιηθεί δεν ανήκαν στο ρεπερτόριο του οργανισμού συλλογικής διαχείρισης. Η υπόθεση αυτή έρχεται κοντά σε μία πρακτική που ακολουθείται από πολλούς εμπορικούς χώρους να χρησιμοποιούν μουσική που δεν ανήκει σε ρεπερτόριο οργανισμών συλλογικής διαχείρισης. 3. Το μέλλον των νέων αδειών Οι αρχές που διέπουν τη Γενική Δημόσια Άδεια και τις άδειες Creative Commons δεν επιφέρουν αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας, άλλωστε και οι ίδιες οι άδειες αυτές ανήκουν στην πνευματική ιδιοκτησία. Η νομοθεσία για 16/18
την πνευματική ιδιοκτησία που ισχύει σε εθνικό, κοινοτικό και διεθνές επίπεδο παραμένει ανέπαφη. Οι νέες αρχές που διατυπώνονται οδηγούν στη συνύπαρξη δύο κατηγοριών αδειών εκμετάλλευσης ή χρήσης. Οι άδειες που βασίζονται στους σταθερούς κανόνες τις πνευματικής ιδιοκτησίας και οι άδειες που βασίζονται στις αρχές της Γενικής Δημόσιας Άδειας καθώς και των Creative Commons που αφορούν κυρίως τον ψηφιακό τομέα, αλλά που δεν καταφέρουν να ξεφύγουν από την πνευματική ιδιοκτησία. Το έργο και στη μία και στην άλλη περίπτωση υπόκειται στους γνωστούς και θεσμοθετημένους κανόνες του copyright που είτε το θέλουμε είτε όχι θα πρέπει να εφαρμοσθούν, ιδίως σε περίπτωση προσβολής του δικαιώματος. Κατά συνέπεια αφού το ζητούμενο δεν είναι η ανατροπή της πνευματικής ιδιοκτησίας, αλλά η ανάπτυξη ευέλικτων συστημάτων αδειοδότησης, αν υπάρχουν δημιουργοί που θέλουν να παραχωρήσουν τα έργα τους στην ολότητα με τους κανόνες των Creative Commons δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί τη συμβατική αυτή ελευθερία των δικαιούχων, αρκεί να είναι σαφής η συνέπεια των ενεργειών αυτών και να μην καταλήγει στην ανατροπή των δικαιωμάτων των δικαιούχων. Ας σημειωθεί πάντως ότι η Γενική Δημόσια Άδεια λογισμικού ανοιχτού κώδικα ανήκει ήδη στα αποδεκτά συστήματα διακίνησης του λογισμικού και χρησιμοποιείται σε ευρύτερο επίπεδο με δυνατότητα δυναμικής υποστήριξης και από την Πολιτεία. Οι άδειες αυτές έχουν μια ιδιομορφία απευθύνονται στο χρήστη με τους όρους που προαναφέρθηκαν ο οποίος όμως αν έχει τη γνώση και την επιθυμία μπορεί να μετατραπεί σε δημιουργό. Η διαδικασία αυτή είναι συνεχής και εξελισσόμενη και κανείς δεν γνωρίζει που θα καταλήξει. Η έννοια του συγγραφέα μεταλλάσσεται γιατί όλοι οι χρήστες γίνονται εν δυνάμει δημιουργοί. Το ερώτημα που τίθεται είναι: Το ηθικό δικαίωμα τί γίνεται; Η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν έχει προχωρήσει σε εναρμόνιση, αλλά υπάρχουν τα εθνικά δίκαια και οι διεθνείς συμβάσεις. Οι ρυθμίσεις αυτές τί γίνονται; Θα καταργήσουμε τα διεθνή κείμενα και θα ξαναγυρίσουμε στην προστασία εντός των ορίων της επικράτειας; Όλα αυτά είναι ερωτήματα που θα μας απασχολήσουν τα επόμενα χρόνια. Αν και πιστεύω ότι το βιβλίο έχει τη δική του χάρη και διαχρονικότητα που δεν εξασφαλίζουν πάντοτε τα ηλεκτρονικά κείμενα, τα οποία όμως έχουν το πλεονέκτημα να διανέμονται στο κοινό με μεγάλη ταχύτητα. Οι άδειες Creative Commons θα μπορούσε να εφαρμοσθούν σε ορισμένες μορφές έργων που βασίζονται στην ψηφιακή τεχνολογία. Ας αναφερθούν νέες μορφές κειμενογραφίας, όπως τα συλλογικά μυθιστορήματα φαντασίας (collaborative fiction), ψηφιακή ποίηση (digital poetry) που στηρίζει τη δημιουργία στις δυνατότητες του λογισμικού, του ηλεκτρονικού υπολογιστή και της επικοινωνίας μέσω του διαδικτύου, καθώς και η εργοδική λογοτεχνία (ergodic literature). Ο όρος εργοδικός (από τις ελληνικές λέξεις έργον+οδός) προέρχεται από τις θετικές επιστήμες και σημαίνει την ιδιότητα ορισμένων συστημάτων να εξελίσσονται μέσα στο χρόνο σύμφωνα με νόμους των πιθανοτήτων και να παίρνουν μία μορφή διαφορετική από αυτήν που ξεκίνησαν. Με τον ίδιο τρόπο η εργοδική λογοτεχνία απαιτεί από τον αναγνώστη μία ιδιαίτερη προσπάθεια στην ανάγνωση και όχι απλώς να γυρίζει τις 17/18