Μέρος 1. Για την οικονοµική και αναπτυξιακή πολιτική

Σχετικά έγγραφα
Αν. Καθ. Μαρία Καραμεσίνη ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Ημερίδα ΕΙΕΑΔ,«Η αγορά εργασίας σε κρίση», Αθήνα, 9 Ιουλίου 2012

ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΓΣΕΕ - AΔΕΔΥ. Η ελληνική οικονομία και η απασχόληση

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Οικονομική συγκυρία: Η εξέλιξη των βασικών μεγεθών Ηλίας Ιωακείμογλου

Μέρος 2. Η ελληνική οικονοµία κατά το

Η ελληνική οικονομία και η απασχόληση Ετήσια Έκθεση 2019 Βασικά συμπεράσματα και εμπειρικά ευρήματα της Έκθεσης

Μέρος 1. Κατευθύνσεις πολιτικής

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1. Αξιολόγηση των µακροοικονοµικών επιπτώσεων του ΚΠΣ III

Η επικαιρότητα. της μελέτης. Ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Υποχώρηση διεθνούς ζήτησης για τουριστικές υπηρεσίες

Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή. Παρουσίαση Έκθεσης Α τριμήνου 2018 Τετάρτη 30/5/2018

Τριμηνιαία Έκθεση για την Ελληνική Οικονομία Τεύχος 1/03

: ΠΤΩΣΗ ΟΙΚΟ ΟΜΙΚΗΣ ΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΕΠΙ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΤΟΥ ΕΡΕΥΝΗΤΗ ΣΩΤΗΡΗ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ ΜΕ ΤΙΤΛΟ ΔΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΪΌΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ (ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ

ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΟΕ ΡΟΥ ΓΣΕΕ ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ. Στην ανοικτή συνεδρίαση της ετήσιας Συνέλευσης των µελών του ΣΕΒ

: ΠΤΩΣΗ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ - ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΗΣ ΤΩΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ


ICAP: ΕΞΕΛΙΞΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΜΕΓΕΘΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Μακροοοικονοµικές προβολές εµπειρογνωµόνων του Eυρωσυστήµατος για τη ζώνη του ευρώ

«Η αγορά Εργασίας σε Κρίση»

Ι. Οικονομικές εξελίξεις στην Βουλγαρία (Ιανουάριος Σεπτέμβριος 2010)

Α) ΒΑΣΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ

Ομιλία κ. Νικόλαου Καραμούζη Αναπληρωτή Διευθύνοντος Συμβούλου της Τράπεζας Eurobank EFG. στην εκδήλωση πελατών Corporate Banking.

Φθινοπωρινές Οικονομικές Προβλέψεις 2014: Αργή ανάκαμψη με πολύ χαμηλό πληθωρισμό

ΤΡΙΜΗΝΟ ,7 +28,7 +0,6. 19 η ΕΡΕΥΝΑ. 3ο TΡΙΜΗΝΟ 2018

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ. 9 Απριλίου 2013

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

«Ο ρόλος του κλάδου των κατασκευών στην Ελληνική και Διεθνή Οικονομία»

SEE Economic Review, Αύγουστος 2012 Recoupling Fast. Περίληψη στα Ελληνικά

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ ΤΟΥ EΥΡΩΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΝΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩ

Μακροοικονομικές Προβλέψεις για την Κυπριακή Οικονομία

Μ ΕΛΟΣ ΤΗ Σ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΟΜ Ο Σ ΠΟ Ν Δ Ι Α Σ ΕΝΩΣΕΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΩΝ ΜΑΝΑΤΖΜΕΝΤ ( F EAC O ) Δελτίο τύπου

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΜΟΝΑΔΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ (ΜΚΕ)

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

Εαρινές προβλέψεις : από την ύφεση προς τη βραδεία ανάκαμψη

Το διεθνές οικονομικό περιβάλλον κατά το 2013 και η Ελλάδα

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

Ούτε άλλη στασιμότητα, ούτε νέες ανισότητες:

Εισαγωγικό Σηµείωµα. Η Ελλάδα σε Αριθµούς περιλαµβάνονται στην τρέχουσα έκδοση του τόµου «Η Ελλάδα σε Αριθµούς».

Σόφια, 11 Ιανουαρίου 2012 Α.Π.: ΟΕΥ 3070/1/ΑΣ 61

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΟΜΑΔΑ Α

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 8 η Μελετη «Εξελιξεις και Τασεις της Αγορας»

Τα οικονομικά των μνημονίων

θυσιάζονται, όταν παράγεται μία επιπλέον μονάδα από το αγαθό Α. Μονάδες 3

Ποιοτικά χαρακτηριστικά της ελληνικής αγοράς κατοικίας

Πίνακας 4.1 : Eργασιακά χαρακτηριστικά Εργατικό δυναµικό (άτοµα)

ΤΡΙΜΗΝΟ , η ΕΡΕΥΝΑ. 1ο TΡΙΜΗΝΟ 2018

ΚΕΝΤΡΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ 14 Οκτωβρίου 2013

Friday, July 22, Το ελληνικό παράδοξο και η κρίση του ευρώ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

Οικονομικές εξελίξεις και προοπτικές

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

Ίδρυµα Οικονοµικών & Βιοµηχανικών Ερευνών. Τριµηνιαία Έκθεση για την Ελληνική Οικονοµία

Ενημερωτικό δελτίο 1 ΓΙΑΤΙ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ Η ΕΕ ΕΝΑ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ;

Δελτίο Μακροοικονομικής Ανάλυσης Ελληνικής Οικονομίας Ιούλιος Δελτίο Τύπου ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ. Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης Ιούλιος 2017

Αριθμός Εργαζόμενων ΕΛΛΑΔΑ & Δ. ΕΥΡΩΠΗ Η.Π.Α ΝΟΤΙΟΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΕΥΡΩΠΗ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ ΣΥΝΟΛΟ

Τάσεις και προοπτικές στην Ελληνική Οικονομία. Νίκος Βέττας

ΕΑΣΕ/ICAP CEO Index Τέλος 3 ου τριμήνου Τριμηνιαίος Δείκτης Οικονομικού Κλίματος

ΤΕΣΤ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΝΩΣΕΩΝ (TEL)

Ελληνική επιχειρηματικότητα: Οικοδομώντας την ανάπτυξη. Θανάσης Ξύνας, Partner

Ηµερίδα του ΚΕΠΕΑ της ΓΣΕΕ µε θέµα: «Πολιτικές ενίσχυσης της Απασχόλησης»

Παρουσίαση του κ. Ευθύμιου Ο. Βιδάλη Αντιπρόεδρο Δ.Σ. ΣΕΒ Πρόεδρο Συμβουλίου ΣΕΒ για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη

ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ 2015

ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο Η έννοια της επιχείρησης. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος

Κοινωνική Περιβαλλοντική ευθύνη και απασχόληση. ρ Χριστίνα Θεοχάρη

Σύσταση ΣΥΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. σχετικά µε το εθνικό πρόγραµµα µεταρρυθµίσεων 2011 του Λουξεµβούργου. και την έκδοση γνώµης του Συµβουλίου

ΠΥΣ 6/ Πράξη 6 της Ρύθμιση θεμάτων για την εφαρμογή της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 4046/2012.

Στο 3,7% η ανάπτυξη της ελληνικής οικονοµίας το Στα ίδια περίπου επίπεδα η προβλεπόµενη άνοδος το 2006

Σύσταση για ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. με σκοπό να τερματιστεί η κατάσταση υπερβολικού δημοσιονομικού ελλείμματος στο Ηνωμένο Βασίλειο

Η Ελληνική Οικονομία στο Διεθνές Οικονομικό σύστημα Σημειώσεις

6. Μακροοικονομικές Προβλέψεις για την Κυπριακή Οικονομία

Μακροοικονομική Θεωρία Ι

Στρατηγικές της Λισσαβόνας: ένα ευρωπαϊκό όραμα χωρίς ευρωπαϊκές πολιτικές

Οι ενεργειακές δυνατότητες της Ελλάδας ως αναπτυξιακός παράγοντας

Κ Ε Ν Τ Ρ Ι Κ Η Τ Ρ Α Π Ε Ζ Α Τ Η Σ Κ Υ Π Ρ Ο Υ

ΑΝΕΡΓΙΑ, ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ

Ειδικό Παράρτημα Χρηματοοικονομικοί δείκτες: Ανάλυση κατά κλάδο και τομέα

Οικονομικά Αποτελέσματα Α Εξαμήνου 2017

Η κυπριακή οικονομία και η απασχόληση

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΠΑΝΕΛΛΑ ΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

Η Ελλάδα δεν είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση: Η αρχιτεκτονική της ευρωζώνης, η κατάρρευση των περιφερειακών οικονομιών και οι επιλογές πολιτικής

ΤΡΙΜΗΝΟ ,0% +30,6% +17,3% 21 η ΕΡΕΥΝΑ. 1ο TΡΙΜΗΝΟ 2019

Ρύθµιση θεµάτων για την εφαρµογή της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 4046/2012. ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Ετήσια Έκθεση Ελληνικού Εμπορίου 2010

Αθήνα, 14 και 15 Νοεμβρίου Τοποθέτηση του Προέδρου της Ο.Κ.Ε. κ. Χρ. Πολυζωγόπουλου. στην 1 η Συνεδρία με θέμα:

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

Νο.35 Ιούνιος 2007 Ισπανία: ο νέος μεγάλος εμπορικός μας εταίρος

- Εξέλιξη βασικών μακροοικονομικών δεικτών

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ Γραφείου ΟΕΥ Λουμπλιάνας

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΈΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ ΤΟΥ ΕΥΡΩΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΝΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩ

Οικονομικές εξελίξεις και προοπτικές

«Οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας το 2008» του Γκίκα Α. Χαρδούβελη

(1 ) (1 ) S ) 1,0816 ΘΕΜΑ 1 Ο

Η διεθνής οικονομία σήμερα

Μέρος Ι. Συμπεράσματα και προτάσεις πολιτικής

Κεφάλαιο 21: Αντιμετωπίζοντας τις συναλλαγματικές ισοτιμίες

Οι Προοπτικές της Ελληνικής Οικονοµίας στη Ζώνη του Ευρώ

Σεµινάριο ΣΦΥΡΗΛΑΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΝΤΑΞΗ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ - Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΣΥΝΔΙΚΑΤΩΝ

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ ΤΟΥ EΥΡΩΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΝΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩ

Transcript:

Μέρος 1. Για την οικονοµική και αναπτυξιακή πολιτική

Οι σηµαντικές εξελίξεις στην ελληνική οικονοµία κατά το 2005 και κατά το τρέχον έτος, κατά την γνώµη του ΙΝΕ, είναι η µείωση του ρυθµού µεγέθυνσης του ΑΕΠ, η επαναφορά στη δηµόσια συζήτηση και στα κέντρα λήψης αποφάσεων της λανθασµένης άποψης ότι η ανταγωνιστικότητα εξαρτάται κυρίως ή αποκλειστικά από το κόστος εργασίας ανά µονάδα προϊόντος, και τέλος, η απόπειρα σαρωτικών αλλαγών στις εργασιακές σχέσεις. 1 Η επιβράδυνση της οικονοµίας Κατά το 2005 διακόπηκε η ανοδική πορεία της ελληνικής οικονοµίας που είχε ως σηµείο εκκίνησης το έτος 1996. Παρόλο που οι επιδόσεις της παραµένουν καλές σε διεθνή σύγκριση, ο ρυθµός οικονοµικής µεγέθυνσης κατά το παρελθόν έτος (3,6%) παρουσίασε σηµαντική κάµψη έναντι της πενταετίας 2000-2004 (όταν κατά µέσο όρο ανερχόταν σε 4,5% περίπου). Σύµφωνα µε όλες τις προβλέψεις, ο ρυθµός οικονοµικής µεγέθυνσης δεν θα ανακάµψει και θα διατηρηθεί στα ίδια επίπεδα κατά το τρέχον και το επόµενο έτος. Η µέτρια κάµψη του ρυθµού αύξησης του ΑΕΠ αποκρύπτει την θεαµατική επιδείνωση των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου: κατά το πρώτο τρίµηνο του 2005 ανακόπηκε η δεκαετής περίοδος ταχείας ανόδου των ακαθάριστων επενδύσεων παγίου κεφαλαίου και κατά τα τρία επόµενα τρίµηνα υπήρξε καθαρή µείωση (συνολικά 1,2% σε ετήσιο ρυθµό). Σχεδόν µηδενική ήταν η αύξηση των επενδύσεων σε µηχανικό εξοπλισµό κατά το παρελθόν έτος έναντι µέσου ετήσιου ρυθµού αύξησης περίπου 8% κατά την πενταετία 2000-2004. Η στασιµότητα των επενδύσεων σε µηχανικό εξοπλισµό, σε συνδυασµό µε την επιβράδυνση της µεγέθυνσης του ΑΕΠ επέφερε σηµαντική επιβράδυνση και στην παραγωγικότητα της εργασίας. Αντιθέτως, ενθαρρυντικές είναι οι ενδείξεις σχετικά µε την πορεία της απασχόλησης. Κατά την εκτίµηση του ΙΝΕ, η βελτίωση αυτή δεν οφείλεται στις «διαρθρωτικές αλλαγές» στην αγορά εργασίας αλλά είναι το αποτέλεσµα της δεκαετούς µεγέθυνσης του ΑΕΠ µε ρυθµούς που υπερέβαιναν το 3%. Η επιδείνωση του 2005, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τις επενδύσεις παγίου κεφαλαίου, σύµφωνα µε όλες τις προβλέψεις δεν αποτελεί το προοίµιο µιας ακόµη µεγαλύτερης επιδείνωσης κατά το τρέχον και το επόµενο έτος. Εντούτοις, µεσοπρόθεσµα δεν είναι δυνατό να διατηρηθεί ο ρυθµός οικονοµικής µεγέθυνσης σε σχετικά υψηλά επίπεδα (άνω του 3,5%) παρά µόνον εάν ανακάµψουν οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου. Η εκτίµηση του ΙΝΕ είναι ότι οι δηµόσιες επενδύσεις θα έπρεπε να αναλάβουν ρόλο προωθητικό της µεγέθυνσης του ΑΕΠ και των ιδιωτικών επενδύσεων. Όπως αποδείχθηκε στο πρόσφατο παρελθόν (1990-2004), οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου δεν αυξάνονται παράλληλα µε την αύξηση της κερδοφορίας, αλλά κυρίως παράλληλα µε την συνολική ζήτηση. Οι απαισιόδοξες προσδοκίες που διαµόρφωσαν οι επιχειρήσεις σχετικά µε τη ζήτηση, αµέσως µετά τους Ολυµπιακούς Αγώνες, είναι η προφανής αιτία της κάµψης των επενδύσεων και του ρυθµού αύξησης του ΑΕΠ (αφού η κερδοφορία διατηρήθηκε σε υψηλά επίπεδα και τα επιτόκια παραµένουν χαµηλά).

Η ασκούµενη οικονοµική πολιτική φέρει σοβαρές ευθύνες για τη διαµόρφωση του αρνητικού επενδυτικού κλίµατος, όχι µόνον για τις αποφάσεις της, αλλά και για την αδικαιολόγητα ζοφερή εικόνα που δηµιούργησε σε σχέση µε τις εσωτερικές δυνάµεις και τις προοπτικές της ελληνικής οικονοµίας. Η µεταστροφή της, µε την αύξηση των δηµοσίων επενδύσεων, µπορεί να συµβάλει στην επαναφορά της ελληνικής οικονοµίας σε ταχύτερους ρυθµούς µεγέθυνσης και να αποµακρύνει τον κίνδυνο µιας σοβαρής επιδείνωσης µετά το 2008. 2 Κόστος εργασίας και ανταγωνιστικότητα Η οικονοµική πολιτική που ασκείται στην Ελλάδα βασίζεται στην άποψη ότι η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας θα προέλθει µέσω της µείωσης του κόστους εργασίας ανά µονάδα προϊόντος και µέσω των διαρθρωτικών αλλαγών στην αγορά εργασίας, παρά την επίσηµη ρητορική περί «οικονοµίας της γνώσης», βελτίωσης της ποιότητας των προϊόντων, αναπροσανατολισµού της παραγωγής σε προϊόντα υψηλής προστιθέµενης αξίας κλπ. Η άποψη αυτή, ενώ είχε υποχωρήσει κατά τι στη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας, επανήλθε κατά το 2005 µε σφοδρότητα, τόσο στα κέντρα λήψης αποφάσεων, όσο και στη δηµόσια συζήτηση. Ωστόσο, µετά από αρκετά έτη εφαρµογής της πολιτικής συµπίεσης του πραγµατικού κόστους εργασίας ανά µονάδα προϊόντος στην Ελλάδα (βλ. αναλυτικά στο Μέρος 3) είναι αδύνατο να επαληθευθούν οι προσδοκίες που στηρίχθηκαν στην απλοϊκή θεώρηση σύµφωνα µε την οποία το κόστος εργασίας ανά µονάδα προϊόντος είναι ο κυριότερος ή ο µοναδικός καθοριστικός παράγοντας της ανταγωνιστικότητας. Η σχέση του κόστους εργασίας και της ανταγωνιστικότητας παραµένει αµφίβολη και για τις άλλες χώρες, πέραν της Ελλάδας, και οι επιδόσεις όσων εξ αυτών έχουν υψηλότερο µοναδιαίο κόστος εργασίας παραµένουν εξαιρετικές στις διεθνείς αγορές. Αλλά και αντίστροφα, οι επιδόσεις πολλών χωρών µε χαµηλούς µισθούς και χαµηλό κόστος εργασίας ανά µονάδα προϊόντος δεν παρουσίασαν βελτίωση. Τέτοια είναι η περίπτωση και της Ελλάδας, όπου το κόστος εργασίας ανά µονάδα προϊόντος µεταξύ 1995 και 2005, υπολογισµένο σε εθνικό νόµισµα, αυξήθηκε λιγότερο από όσο στις 35 πιο ανεπτυγµένες χώρες του πλανήτη, µε τις οποίες διεξάγεται το µεγαλύτερο µέρος του εξωτερικού εµπορίου της Ελλάδας (βλ. αναλυτικά στο Μέρος 3 της έκθεσης για την ορθή σύγκριση του µοναδιαίου κόστους εργασίας µεταξύ χωρών). Γιατί, όµως, η µείωση του µοναδιαίου κόστους εργασίας δεν µετατρέπεται πάντοτε σε βελτίωση της ανταγωνιστικότητας; ιότι µεταξύ κόστους εργασίας ανά µονάδα προϊόντος και τιµής παρεµβάλλονται τα περιθώρια κέρδους. Στην Ελλάδα, οι τιµές αυξάνονται ταχύτερα από το µοναδιαίο κόστος εργασίας (ακόµη και αν λάβουµε υπόψη µας τις αυξήσεις στις τιµές των πρώτων υλών και άλλων στοιχείων του κόστους παραγωγής). Με άλλα λόγια, οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα συστηµατικά αυξάνουν τα περιθώρια κέρδους έτσι ώστε ακόµη και όταν οι αυξήσεις του κόστους εργασίας ανά µονάδα προϊόντος είναι µικρές, οι τιµές να αυξάνονται σηµαντικά. Απλούστερα, στην Ελλάδα κυριαρχεί ο «πληθωρισµός

κερδών». Η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονοµίας κατά την τελευταία πενταετία επιδεινώθηκε και αυτό το κρίνουµε µε βάση τους δείκτες του εξωτερικού εµπορίου (εξαγωγικές επιδόσεις, διείσδυση των εισαγωγών, εµπορικό έλλειµµα ως ποσοστό του ΑΕΠ κ.ά.), όχι επειδή αυξήθηκαν οι απαιτήσεις των εργαζοµένων στην Ελλάδα περισσότερο από όσο στις άλλες αναπτυγµένες χώρες, αλλά επειδή ανατιµήθηκε το ευρώ, αυξήθηκαν τα περιθώρια κέρδους στην Ελλάδα, και επειδή οι επιχειρήσεις κάνουν ελλιπή προσπάθειά για να βελτιώσουν τη διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα (ποιότητα, συσκευασία, δίκτυα εµπορίας, υγειονοµική ασφάλεια κλπ). Πρέπει να εγκαταλείψουµε, λοιπόν, την ιδεολογικοποιηµένη άποψη ότι το κόστος εργασίας καθορίζει την ανταγωνιστικότητα και να στραφούµε σε άλλες απόψεις, όπως αυτή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής 1 (DG II), σύµφωνα µε την οποία είναι ανταγωνιστική µια χώρα εάν: η παραγωγικότητά της αυξάνεται µε ρυθµό παρόµοιο ή ταχύτερο µε τον αντίστοιχο των χωρών εκείνων που είναι οι κυριότεροι ανταγωνιστές της στο διεθνές εµπόριο και διαθέτουν παρόµοιο επίπεδο ανάπτυξης, διατηρεί τις εξωτερικές της ισορροπίες µέσα σε συνθήκες ανοικτής οικονοµίας, διατηρεί την απασχόλησή της σε υψηλά επίπεδα. Ο ορισµός αυτός λαµβάνει υπόψη του το γεγονός ότι τα εθνικά παραγωγικά συστήµατα διαφέρουν ως προς τις ιστορικές και θεσµικές συνθήκες εντός των οποίων λειτουργούν, ως προς το µέγεθος και την δοµή των επιχειρήσεων, τις σχέσεις που αναπτύσσονται µεταξύ των προµηθευτών και των αγοραστών, την δικτύωσή τους, την ποιότητα του εργατικού δυναµικού που απασχολούν, και ως προς άλλα χαρακτηριστικά που έχουν µεγάλη σηµασία για τις επιδόσεις µιας χώρας στο διεθνές εµπόριο. Στην ανταγωνιστικότητα µιας χώρας µε την έννοια των παραπάνω ορισµών συµβάλει µεγάλος αριθµός ιστορικών, κοινωνικών, τεχνολογικών και πολιτικών συντελεστών όπως το επίπεδο της τεχνολογίας που χρησιµοποιείται στην χώρα, το µέγεθος των µονάδων παραγωγής, το εκπαιδευτικό επίπεδο του εργατικού δυναµικού, ο ρυθµός ανανέωσης του µηχανικού εξοπλισµού, ο ρυθµός αντικατάστασης εργασιακών λειτουργιών από µηχανικά συστήµατα, το είδος προϊόντων στα οποία διαθέτει συγκριτικό πλεονέκτηµα, δηλαδή το είδος προϊόντων που είναι σε θέση να παράγει οικονοµικότερα, οι ιστορικές της σχέσεις µε την διεθνή οικονοµία που εξηγούν την ύπαρξη η όχι σηµαντικών εµπορικών συναλλαγών µε συγκεκριµένες αγορές, τις γεωγραφικές περιοχές µε τις οποίες ανταλλάσσει προϊόντα, τις παραδοσιακές κοινωνικές σχέσεις µέσα στους χώρους εργασίας και τις επιπτώσεις τους ως προς τον σχηµατισµό των µορφών συλλογικής οργάνωσης της εργασίας, το πλαίσιο διαµόρφωσης των εργασιακών σχέσεων, η ποιότητα και η φήµη των προϊόντων κλπ. 1 European Economy No 63/1997, σελ.53-55

Το σύνολο των παραπάνω στοιχείων αποτελεί τη διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα σε αντιπαράθεση µε την ανταγωνιστικότητα τιµής που αναφέρεται στο ύψος των τιµών µε τις οποίες η εγχώρια παραγωγή ανταγωνίζεται τα ξένα προϊόντα, είτε στην εγχώρια αγορά είτε στις αγορές του εξωτερικού. Βεβαίως, υποτίθεται ότι όλοι συµφωνούν σε έναν τέτοιο, συνολικό ορισµό της ανταγωνιστικότητας, ο οποίος περιλαµβάνει µεγάλο πλήθος παραγόντων που την καθορίζουν. Εντούτοις, ο διάλογος γύρω από τα θέµατα της ανταγωνιστικότητας µεταξύ όλων των µερών που εµπλέκονται δεν είναι γόνιµος καθώς πίσω από την συνήθη ρητορική περί «οικονοµίας της γνώσης», βελτίωσης της ποιότητας των προϊόντων, αναπροσανατολισµού της παραγωγής σε προϊόντα υψηλής προστιθέµενης αξίας κλπ αποκρύπτεται επιµελώς, όπως απέδειξαν τα γεγονότα του 2005, η εµµονή στον ορισµό της ανταγωνιστικότητας µε βάση το κόστος εργασίας ανά µονάδα προϊόντος. 3 Η απόπειρα αποδιάρθρωσης των εργασιακών σχέσεων Αποτελεί τοµή, στην ιστορία των εργασιακών σχέσεων στην Ελλάδα, σε σχέση µε την προηγούµενη περίοδο, η ευθεία επίθεση στα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώµατα των εργαζοµένων που είχε ως σηµείο εκκίνησης τη συµφωνία στον ΟΤΕ, συνεχίζεται σήµερα µε την κρατική παρέµβαση στο ασφαλιστικό των Τραπεζών και την ιδεολογική προετοιµασία για παρεµβάσεις και ρυθµίσεις στο συνταξιοδοτικό, µε τα νοµοσχέδια για το κόστος των υπερωριών, τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας και αργότερα µε τη συνταγµατική αναθεώρηση του καθεστώτος της µονιµότητας των δηµοσίων υπαλλήλων. Η επίθεση αυτή έχει εισάγει την ελληνική οικονοµία στο στάδιο ολοκλήρωσης του νεοφιλελεύθερου προγράµµατος θέτοντας στο στόχαστρο όχι µόνο τις κοινωνικές κατακτήσεις των εργαζόµενων στη χώρα µας αλλά και τη δυνατότητα συλλογικής και οργανωµένης εκπροσώπησης και διαπραγµάτευσης. Από την έκβαση της αντιπαράθεσης του νεοφιλελεύθερου µετώπου, που συγκροτήθηκε και δραστηριοποιήθηκε κατά το 2005, µε τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζοµένων, κρίνονται όχι µόνο οι εργασιακές σχέσεις, αλλά και το µέλλον του συνδικαλισµού στη χώρα µας για τις επόµενες δεκαετίες. Με αποδυναµωµένες τις εργατικές ενώσεις είναι αµφίβολο αν θα διατηρηθούν βασικές ρυθµίσεις στην αγορά εργασίας που αφορούν στους κατώτατους µισθούς, στα θεσµικά ελάχιστα, τα ασφαλιστικά δικαιώµατα κλπ. Κατά την εκτίµηση του ΙΝΕ, η απόπειρα αποδυνάµωσης, απαξίωσης και κατάργησης των εργατικών ενώσεων, επιχειρείται προκειµένου να δηµιουργηθούν οι συνθήκες που θα επιτρέψουν τη συνολική «µεταρρύθµιση» του ασφαλιστικού, το οποίο είναι το πλέον ακανθώδες ζήτηµα για τους εργαζόµενους στην Ελλάδα. Η αναµέτρηση της κυβέρνησης µε τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζοµένων του ευρύτερου δηµόσιου τοµέα σχετίζεται και µε τον στόχο της ανόδου της χρηµατιστηριακής αξίας των µετοχών και την ιδιωτικοποίηση των δηµοσίων επιχειρήσεων

και οργανισµών και των υπό κρατικό έλεγχο τραπεζών πλην ίσως ελάχιστων εξαιρέσεων και την επέκταση της δράσης του ιδιωτικού κεφαλαίου σε όλους τους τοµείς κοινής ωφέλειας και παροχής κοινωνικών αγαθών. Η ιδιωτικοποίηση των δηµόσιων επιχειρήσεων και οργανισµών και των υπό κρατικό έλεγχο τραπεζών προϋποθέτει µειώσεις προσωπικού και ανατροπή των εργασιακών σχέσεων, ενώ συνεπάγεται τεράστια επιβάρυνση για τον κρατικό προϋπολογισµό, την κοινωνική ασφάλιση και άρα τους φορολογούµενους πολίτες και τους µισθωτούς του ιδιωτικού τοµέα. Μέσω της ανόδου της χρηµατιστηριακής αξίας των µετοχών επιδοτούνται οι µέτοχοι και καθίσταται ελκυστική για τους «επενδυτές» η πλήρης ιδιωτικοποίηση αυτών των επιχειρήσεων. Αντιστρόφως, η βαθµιαία διείσδυση του ιδιωτικού τοµέα σε τοµείς κοινής ωφέλειας και παροχής κοινωνικών αγαθών διαβρώνει ήδη τις εργασιακές σχέσεις στις πρώην κρατικές επιχειρήσεις και στον δηµόσιο τοµέα. Οι εργασιακές κατακτήσεις και τα συνταξιοδοτικά δικαιώµατα των εργαζοµένων στις δηµόσιες επιχειρήσεις και οργανισµούς πρέπει και µπορούν να διατηρηθούν, ταυτόχρονα µε την ορθολογική αναδιοργάνωση και την ανάπτυξη αυτών των επιχειρήσεων και οργανισµών. Η στρατηγική σηµασία του δηµόσιου τοµέα για την οικονοµική ανάπτυξη και τη διασφάλιση της πρόσβασης όλων των πολιτών στα κοινωνικά αγαθά επιβάλλει την ποιοτική αναβάθµιση των προϊόντων και των υπηρεσιών που παρέχουν οι δηµόσιες επιχειρήσεις και οργανισµοί προς το κοινωνικό σύνολο.