1 εαρινό 2016, Φ.Π. Μανακίδου ΟΜΗΡΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ ΕΙΣ ΑΠΟΛΛΩΝΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΚΑΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΎΜΝΟΥΣ ΚΑΛΛΙΜΑΧΟΥ (2 ΚΑΙ 4) * με κόκκινα σημειώνω τα καλλιμαχικά ανάλογα στα έγγραφα/eclass έχετε τον ομηρικό ύμνο στην έκδοση Allen/Oxford (με νεοελληνική μετάφραση σε 7 σελίδες). Ενδιαφέρει το πρώτο τμήμα του ύμνου, το δηλιακό, Δήλιον (στ.1-207). Υποενότητες αυτού του τμήματος : δύο υποενότητες το γένος= η γέννηση στ. 19-126 και η ἀνατροφή και ἐπιτηδεύματα = η ωρίμανση και συνήθειες στ.127-206. 1. Ο Απόλλωνας βρίσκεται με το τόξο στο παλάτι του Δία και η προνομιακή θέση της μητέρας του Λητούς που τον υποδέχεται εκεί. Η μητέρα χαίρεται που γέννησε τοξοφόρον και καρτερόν υἱόν (1-13, 13). 2. Ο χαιρετισμός στη Λητώ που γέννησε ἀγλαά τέκνα (Αρτεμις στην Ορτυγία και Απόλλωνα στην Δήλο) στο Κύνθιον όχθον κοντά στον φοίνικα και στα ρείθρα του Ινωπού. (14-18 και ξανά 25-26 πρὸς Κύνθου ὄρος κραναῇ ἐνὶ νήσῳ/ Δήλῳ ἐν ἀμφιρύτῃ) NARRATIO 19 126, 127 206 Αρχίζει η υμνολογία, πῶς γάρ σ ὑμνήσω πάντως εὔυμνον ἐόντα; στ. 19 (= 207. Καλλ. 2.31!). Οι στίχοι 19-24 είναι η τυπική ἀπορία για την εὐπορίαν του θεού. 20 παντοκρατορία του τραγουδιού πάντῃ γάρ τοι, Φοῖβε, νομὸς βεβλήαται ᾠδῆς... (παντού Φοίβε, η έκταση του τραγουδιού πέφτει πάνω σου). Εδώ γίνεται και μία διάκριση σε θάλασσα και νησιά (βλ. Δήλο) και σε βουνά και ποταμούς (βλ. Δελφοί). Η αντίθεση θάλασσας- στεριάς θα δώσει την σειρά της στη βασική αντίθεση ανάμεσα στην ταπεινή γέννηση του Απόλλωνα σε ένα βραχώδες νησί, την κραναήν Δήλο, και στην δόξα των μελλοντικών του άθλων. 25 ὥς σε πρῶτον Λητὼ τέκε χάρμα βροτοῖσι... 29 ἔνθεν ἀπορνύμενος πᾶσι θνητοῖσι ἀνάσσεις (δηλ. το νόημα είναι από το μικρό αυτό μέρος έγινες μεγάλος άναξ. Αυτό ονομάζεται κατά τον Αριστοτέλη ἐξ οἵων εἰς οἷα, π.χ. από ψαράς ολυμπιονίκης, απο γιος μαίας Σωκράτης...) 30-44/50 Ο πρώτος γεωγραφικός κατάλογος (υπάρχουν άλλοι 2 στον ύμνο) (στον Καλλ. 4.271-273 μιλά η Δήλος στον νεογέννητο Απόλλωνα ότι θα είναι Δήλιος και καμία άλλη γη δεν θα αγαπήσει ο θεός όσο αυτή...). ΑΣ ΠΡΟΣΕΞΟΥΜΕ ΤΗΝ αναφορά στο πόλις Μερόπων ἀνθρώπων= Κως στον στ. 42 οπότε περνάμε στην Κω του ύμνου στη Δήλο με την προφητεία για τη γέννηση σε αυτή του Πτολεμαίου Β (4.160-196). Η παράθεση είναι με την
2 κίνηση των δεικτών ωρολογιού (Κρήτη, μετά δυτικό Αιγαίο, Θράκη, Ιωνία και κάτω πάλι Κάρπαθος και μετά προς την Δήλο/Ρήναια την πιο κοντινή γειτονιά της Δήλου. 45-49 οι άλλες περιοχές μάλ ἐτρομέον καὶ ἐδείδισαν... (στον Καλλ. 4.55-196. Επίσης στον Καλλ. 4.30-54 γιατί η Ἀστερίη μετονομάζεται σε Δήλο). 51-88 διάλογος Λητούς και Δήλου για να γίνει η δεύτερη το ἕδος του γιου Φοίβου Απόλλωνα (στον Καλλ. μέσα στην ενότητα της γέννησης 202-3 η Δήλος προς Λητώ και μετά η Ίρις μιλά προς Ήρα 215-227 και μετά η Ήρα μιλά 240-248). Στον στ. 45 ξεκινά η narratio (αφήγηση): 45-88 οι περιπλανήσεις της Λητώς και η συζήτηση με τη Δήλο, το επεισόδιο με τις θεές, την Ειλείθυια και την γέννηση (89-126). Με τον στίχο 119 εμφανίζεται επιτέλους ο ίδιος ο θεός στο φως. Η έμφαση βρίσκεται πάλι στην αντίθεση ανάμεσα στην άσημη Δήλο και το μεγαλείο του θεού. Η Δήλος δεν είναι η ίδια εύφορη, αλλά θα αποκτήσει έναν εύφορο ναό του θεού. Ολη η περιγραφή περισσότερο δείχνει μία αδυναμία του θεού και μία μείωσή του. Η Δήλος εκφράζει τους φόβους της για τον ἀτάσθαλον Α. και μήπως λόγω των ελαττωμάτων της εκείνος προτιμήσει άλλη χώρα για να στήσει ναό και ἄλσεα και ζητά από τη Λητώ να ορκιστεί μέγαν ὅρκον. Οι φήμες λένε ότι αυτός ο θεός είναι ἀτάσθαλος, δηλ. βίαιος, πώς αυτό συνδυάζεται με τις γνωστές του ιδιότητες ως θεός το υμέτρου, της αυτογνωσίας και γενικώς της τάξης; Πρέπει να δεχθούμε ότι το επίθετο εδώ είναι πολύ σκόπιμα επιλεγμένο. Ο θεός των Ελλήνων είναι αγέραστος και αθάνατος, αλλά από κάπου ξεκινά, έχει μία συγκεκριμένη γέννηση. Αυτό το γεγονός τον εξισώνει προς στιγμήν με τους θνητούς και τον κάνει δέσμιο των δικών τους αναγκών και ελλείψεων. Ένας τέτοιος θεός είναι και ο Απόλλων που θα μπορούσε να γίνει ατάσθαλος και αχάριστος όπως οι θνητοί που ως ατάσθαλοι δεν σέβονται τους κανόνες. Δεν γίνεται όμως και η Δήλος το κατοχυρώνει αυτό με έναν όρκο. Ο διάλογος και ειδικά τα λόγια της Δήλου επιδεικνύουν την ταπεινότητά της και εκείνης και τα όρια που έχει ακόμη και ο θεός. Και τελικά η Δήλος δεν παίρνει το χρηστήριον που ζήτησε αλλά έναν βωμό και τέμενος. Η Λητώ δίνει τον όρκο της Στυγός για θυώδην βωμόν και τέμενος τίσει δέ σέ γ ἔξοχα πάντων (88). Η διαφορά με τον Καλλίμαχο είναι ότι σε εκείνον οι τόποι φοβούνται τη ζήλεια της Ήρας, ενώ στον ομηρικό ύμνο φοβούνται τον ίδιο τον θεό!! Ο Καλλίμαχος δεν θα μπορούσε να βάλει τις περιοχές να φοβούνται έναν θεό που ομοιάζει με τον ίδιο τον Πτολεμαίο! Επίσης άλλη διαφορά είναι η αρχική μείωση του θεού στον ομηρικό ύμνο, της Δήλου ως της πιο άσημης περιοχής και επίσης τα 9 μερόνυχτα του τοκετού της Λητώς που χωρίς την Ειλείθυια δεν θα μπορούσε να γεννήσει. Τίποτε από αυτά δεν υπάρχει στον Κ. μήπως πάλι για να μην δυσαρεστήσει τον Πτολεμαίο και εμμέσως τη μητέρα του (που μάλλον δεν ζει πλέον, αλλά είναι θεοποιημένη).
3 89-126 (στον Καλλ. 4.197-274 το σύνολο της σκηνής γέννησης με κυρίως γέννα τους στ.249-274) Η γέννα, οι ωδίνες Λητώς, διάφορες θεές της παραστέκονται (Διώνη, Ρεία, Ἰχναίη, Θέμις, Αμφιτρίτη) πλην της Εἰλείθυιας, η Ίρις πηγαίνει και την βρίσκει και την πείθει να παρασταθεί. Τότε γεννά στο μαλακό λειμώνα γονατιστή και στον φοίνικα βάζει τα χέρια της και θεαὶ δ ὀλόλυξαν ἅπασαι. Λούσιμο του Φοίβου από τις θεές, σπαργάνωμα με λευκό ένδυμα και χρυσή κλωστή και η Θέμις με νέκταρ και αμβροσία και χαῖρε δὲ Λητὼ/ οὕνεκα τοξοφόρον καὶ καρτερὸν υἱὸν ἔτικτεν (στ. 125-6 πρβλ. 12-13). Διπλή η γέννηση τουθεού, μία από τη μήτρα της Λητώς και μία από τα σπάργανα. Η παρουσία της Θέμιδος είναι αποφασιστική, διότι επενδύει το ποίημα με ηθικό: όσοι δεν ξέρουν την θέμιδα, διαπράττουν ύβριν και άρα ατασθαλίας, Με συμβολικό τρόπο η Θέμις δείχνει ότι ο Απόλλωνα δεν θα έχει σχέση με την ύβριν, αλλά με την θέμιδα. Μαζί με την δίκην, η θέμις μάχεται την ύβριν, δηλαδή κάθε υπέρβαση. Ανάλογη συμβολική έχει και ο γάμος του Δία με την Μήτιν στην Θεογονία 886-900 (για την εξυπνάδα του Δία). (στον Καλλ. 4. οι Δηλιάδες Νύμφες λένε το ιερό μέλος της Ἐλειθυίης, στ.257 και ακούγεται η ολολυγή 256-8). Η άλλη διαφορά είναι ο ρόλος της Ιριδος που στον Κ. είναι εχθρικός απέναντι στη Δήλο, και στον ομηρικό ύμνο είναι μάλλον φιλικός αφού καλεί η ίδια την Ειλίθυια να βοηθήσει τον τοκετό. 127-132 γρήγορη ανάπτυξη Φοίβου και μιλά στις αθάνατες 130-132: 131 εἴη μοι κίθαρίς τε φίλη καὶ καμπύλα τόξα (Καλλ.2.19 ἢ κίθαριν ἢ τόξα) 132 χρήσω δ ἀνθρώποισι Διὸς νημερτέα βουλήν. (Καλλ. 2.42-45) 133-139: ο Φοίβος ἀρκεσικόμης και ἑκατηβόλος (Καλλ. 2.38, 43) προχωρά, όλες οι θεές θαυμάζουν και προπάντων η Δήλος που γεμίζει με χρυσό (135-6) και χαρά επειδή είναι η αγαπητή του θεού (στον Καλλ. χρυσός εμφανίζεται παντού στη Δήλο με τη γέννηση του Απόλλωνα 4.260-263 και φυσικά και στον ύμνο στον Απόλλωνα υπάρχει η ίδια αφθονία χρυσού 32-34). 146 ἀλλὰ σὺ Δήλῳ Φοῖβε μάλιστ ἐπιτέρπεαι ἦτορ (Καλλ. 4.269-70 μιλά η ίδια η Δήλος στο μόλις γεννηθέντα Απόλλωνα Δήλιος Ἀπόλλων κεκλήσεται, οὐδέ τις ἄλλη/ γαιάων τοσσόνδε θεῷ πεφιλήσεται ἄλλῳ, και μετά 275-6 τῷ καὶ νησάων ἁγιωτάτη ἐξέτι κείνου/ κλῄζῃ, Ἀπόλλωνος κουροτρόφος). στ.147-176 Η παρέκβαση για την εορτή της Δήλου Το μέρος της ιωνικής πανηγύρεως προς τιμή του Απόλλωνα. Πρώτα περιγράφεται γενικά, μετά ειδικά για το χορό των Δηλιάδων που υμνούν πρώτον τον Απόλλωνα, μετά και την Λητώ και την Άρτεμη, μετά μνησάμεναι ἀνδρῶν τε παλαιῶν ἠδὲ γυναικῶν και θέλγουσι τους ανθρώπους και
4 μιμούνται όλες τις διαλέκτους (φωνάς) και ήχους (κρεμβαλιαστύν) των ανθρώπων. Στο τρίτο τμήμα ο ποιητής αποχαιρετά τις κοπέλες και την πανήγυριν και επιστρέφει στο εγκωμιαστικό του θέμα. Έμφαση στην χάριν που ένας θεατής αποκομίζει από αυτή την γιορτή και στην τέρψιν (ἴδοιτο χάριν, τέρψαιτο δὲ θυμόν, 153). Εντέλει είναι ένα θαῦμα λόγω του ότι η μίμηση είναι τελείως πιστή και η ψευδαίσθηση μεγάλη. Ακολουθεί από τον ποιητή ένα τυπικό κλείσιμο που επιστρέφει στην δοξολογία του Απόλλωνα που προς στιγμήν ξεχάστηκε και γι αυτό ο ποιητής λέγει ἱλήκοι, ας είναι ευμενής. Ο ξένος ο δυστυχής (ξεῖνος ταλαπείριος 168) σημαίνει ότι ένας ακροατής της ποίησης επιδιώκει να ευχαριστηθεί (τέρπεσθε μάλιστα) και να λησμονήσει τις συμφορές του όπως έχει πει ο Ησίοδος στην Θεογονία για τον ρόλο των Μουσών και του Απόλλωνα και του θνητού αοιδού, δηλ. λησμοσύνην τε κακῶν καὶ ἄμπαυμα μερμηράων, στ. 53 και 102-3 αἶψ ὅγε δυσφροσυνέων ἐπιλήθεται, οὐδέ τι κηδέων μέμνηται. Από την άλλη αυτό που προέχει είναι η αλήθεια, είναι η δόξα η αληθινή, το κλέος ἐτήτυμον 174 και 176. Αυτή η ντουμπλέτα της ευχαρίστησης και της αλήθειας ισχύει και στην Οδύσσεια για τον αφηγητή Οδυσσέα. Αυτό που γίνεται εδώ είναι ότι ο ποιητής του ομηρικού ύμνου παρουσιάζει έναν μικρό ύμνο για τις Δηλιάδες και στη συνέχεια γρήγορα τον σταματά, επειδή ξέρει ότι οι ίδιες οι Δηλιάδες είναι σε θέση μόνες τους να συνεχίσουν τον ρόλο της ποίησης. Με την αναφορά αυτή όμως ο ποιητής βρίσκει την ευκαιρία να μιλήσει θεωρητικά για την ίδια την ποίηση και συγκεκριμένα να κάνει έναν έπαινο της ποίησης στοιχείο που αργότερα γίνεται σημαντικό κομμάτι της εγκωμιαστικής ποίησης, όπως μας την δείχνουν οι επινίκιες ωδές του Πίνδαρου. Μετά από μία πορεία του Απόλλωνα η 2 η ολύμπια σκηνή 186-206 έχει ενδιαφέρον. Ο Απόλλωνας πάει από την Πυθώ (όπου έχει πάει με την φόρμιγγα και τραγουδώντας) στον Όλυμπο και εκεί βρίσκει την συγκέντρωση των θεών (ὁμήγυρις), που τους αρέσει η κιθάρα και το τραγούδι. Η σκηνή περιγράφει τις Μούσες που υμνούν τα αθάνατα δώρα των θών και τις τλημοσύνες των ανθρώπων, που ζουν ἀφραδέες και ἀμήχανοι και δεν βρίσκουν θεραπεία για το θάνατο και τα γηρατειά. Εκεί είναι οι Χάριτες, οι Ώρες, η Αρμονία, η Ήβη, η Αφροδίτη που χορεύουν κρατημένες απο το χέρι. Εκεί και η Άρτεμη και ο Άρης και ο Ερμής που παιζουν. Ο Απόλλων ἐγκιθαρίζει και έχει φως και λάμψη. Εκεί τέρπονται η Λητώ και ο Δίας που βλέπουν τον γιο τους να παίζει στους αθάνατους θεούς. πῶς τ ἄρ σ ὑμνήσω πάντως εὔυμνον ἐόντα; 207
5 Β ΤΜΗΜΑ O υπόλοιπος ύμνος αφορά τη σχέση του Απόλλωνα με τους Δελφούς, που στον Καλλίμαχο παρουσιάζεται στη σύντομη αναφορά στο φόνο του Πυθώνα στο τελικό κομμάτι του δεύτερου ύμνου (2.97-104). Εκεί μεταξύ πολλών άλλων γίνεται λόγος για τον παιάνα και συγκεκριμένα για την Κρήσα στον Παρνασσό (πρβλ. στον Ύμνο στη Δήλο 178 γίνεται λόγος πάλι για πεδία κρισσαῖα εννοώντας τους Δελφούς). Οι αναφορές στον παιάνα που ενδιαφέρουν και τον ύμνο του Καλλίμαχου είναι μέσα στην προφητεία της Τελφούσας ότι στους Δελφούς προσάγοιεν Ἰηπαιήονι δῶρα (στ.272) και μετά στην ίδρυση των Δελφών. Η ιστορία έχει ως εξής: ο Απόλλωνα οδηγεί κάποιους Κρητικούς στην περιοχή προκειμένου να γίνουν οι ὀργίονες (= μύστες) που θα υπηρετούν στην Πυθώ. Αυτοί φτάνουν στον κόλπο της Κρίσας, τους αποκαλύπτεται ο θεός που τους ορίζει τι να κάνουν, δηλ. να κάνουν βωμό στην παραλία και θυσίες και μετά να προσεύχονται σε αυτόν ως δελφίνιον και εκεί ο βωμός αυτός θα είναι δέλφειος καὶ ἐπόψιος (! στ.495-6). Μετά το δείπνο τους καλεί να τραγουδήσουν τον ιήπαιονα ύμνο ώσπου να φτάσουν στον τόπο όπου θα κατασκευάσουν έναν πλούσιο ναό (στ. 500-1): ἔρχεσθαί θ ἅμ ἐμοὶ καὶ ἰηπαιήον ἀείδειν/ εἰς ὅ κε χῶρον ἵκησθον ἵν ἕξετε πίονα νηόν. Έτσι και γίνεται και ο Απόλλων μπαίνει επικεφαλής και έχοντας λύρα στα χέρια κιθαρίζει γλυκά και οι Κρητικοί πηγαίνοντας προς την Πυθώ τραγουδούσαν τον ἰηπαιήονα, όπως της Κρήτης οι υμνωδοί και εκείνοι που η θεά Μούσα μέσα στα στήθη τους απόθεσε μελίφωνο τραγούδι (στ. 514-519): ἦρχε δ ἄρα σφιν ἄναξ Διὸς υἱὸς Ἀπόλλων/ φόρμιγγ ἐν χείρεσσιν ἔχων ἐρατὸν κιθαρίζων/ καλὰ καὶ ὗψι βιβάς. οἱ δὲ ῥήσσαντες ἕποντο/ Κρῆτες πρὸς Πυθὼ καὶ ἰηπαιήον ἄειδον,/ οἷοί τε Κρητῶν παιήονες οἳσί τε Μοῦσα/ ἐν στήθεσσιν ἔθηκε θεὰ μελίγηρυν ἀοιδήν. Ετσι φτάσανε στον Παρνασό που απολαμβάνει τιμές από πολλούς ανθρώπους (πολλοῖσι τετιμένος ἀνθρώποισι). Επίσης σε αυτό το δελφικό ή πυθικό τμήμα του ομηρικού ύμνου γίνεται αναφορά στην δράκαινα που ζει στην περιοχή των Δελφών (στ. 300), η Ήρα την είχε ορίσει τροφό του τέρατος Τυφωέα που η Ήρα γέννησε από μόνη της για να εκδικηθεί τον Δία για τη γέννηση της Αθηνάς, και την οποίαν φοβερή και τρομερή δράκαιναν σκοτώνει ο Απόλλων με το τόξο του (στ. 300-4 και το επεισόδιο του φόνου στους στ.354-370). Αυτή συνδέεται με την ετυμολόγηση της περιοχής Πυθώς και της επωνυμίας του Απόλλωνα ως Πύθειος, δηλ. από το ρήμα πύθω (: σαπίζω): τύποι του ρήματος απαντούν στους στ. 363 (ο Απόλλωνας λέει στην δράκαινα να σαπίσει, και μετά πάλι στον στ. 369 (πύσει) : και ἐξ οὓ νῦν Πυθὼ κεκλήσκεται, οἱ δὲ ἄνακτα Πύθειον καλέουσιν ἐπώνυμον οὓνεκα κεῖθι/ αὐτοῦ πῦσε πέλωρ μένος ὀξέος Ἠελίοιο (στ.372-374). Συνεπώς το δεύτερο και εκτενέστερο τμήμα είναι άκρως αιτιολογικό (η θέσπιση της λατρείας στους Δελφούς) και το ποίημα είναι μία πορεία από την ταπεινή γέννηση στην ταπεινή Δήλο προς την ένδοξη θέση του στην Πυθώ. Αυτή η κίνηση προϋποθέτει ότι η πρώιμη ιστορία του Απόλλωνα θα ρίξει φως στις μετέπειτα δράσεις του. Μερικά από τα βασικά θέματα του ύμνου είναι η άγονη φύση των 2 τόπων, Δήλου και
6 Δελφών, ο φόβος της Δήλου για την ἀτασθαλίαν του Απόλλωνα, ο ρόλος που παίζει η Θέμις στο μεγάλωμα του θεού, και η διάσταση μεταξύ ὕβρεως που είναι η θέμις των ανθρώπων που είναι η κλιμάκωση του τελευταίου λόγου του Απόλλωνα και του ύμνου γενικώς (στ.541-544): ὕβρις θ, ἣ θέμις ἐστὶ καταθνητῶν ἀνθρώπων, ἄλλοι ἔπειθ ὑμῖν σημάντορες ἄνδρες ἔσονται, τῶν ὑπ ἀναγκαίῃ δεδμήσεσθ ἤματα πάντα. εἴρηταί τοι πάντα, σὺ δὲ φρεςὶ σῇσι φύλαξαι. (κι αν κάποιος λόγος σας θρασύς ή πράξη θα προκύψει κι αυθάδεια, που είναι συνήθεια των θνητών ανθρώπων, άλλοι θα σας διαδεχθούνε άνδρες αρχηγοί, που κάτω από τη βία τους θάσαστε πάντα υποταγμένοι)