Ι. Platon Νόµοι 641e 644b

Σχετικά έγγραφα
πρῶτον μὲν τοῦτον τὸν λόγον ἀναλάβωμεν ὃν σὺ λέγεις περὶ τῶν δοξῶν μέν congr. cmpl. subj. bep. bij bijzinskern

Ὁ πιστὸς φίλος. Πιστεύω¹ τῷ φίλῳ. Πιστὸν φίλον ἐν κινδύνοις γιγνώσκεις². Ὁ φίλος τὸν

Αὕτη δ ἐστίν ἡ καλουμένη πόλις καί ἡ κοινωνία ἡ πολιτική.

ΘΕΜΑ 1o Λυσία, Ἐν βουλῇ Μαντιθέῳ δοκιμαζομένῳ ἀπολογία, 1-3

3. δυνητικό: ἄν, ποὺ σημαίνει κάτι ποὺ μπορεὶ ἤ ποὺ μποροῦσε νὰ γίνει.

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ: ΠΛΑΤΩΝ ΚΑΙ Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΙΔΕΩΝ

Κείμενο διδαγμένο από το πρωτότυπο Δημοσθένους, Ὑπὲρ τῆς Ῥοδίων ἐλευθερίας, 17-18

2o ΘΕΜΑ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ

ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Αριστοτέλους Πολιτικά, Θ 2, 1 4)

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΑΠΑΝΤΗΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Β ΛΥΚΕΙΟΥ (ΑΓΝΩΣΤΟ)

ΘΕΜΑ 61ο Λυσία, Ἐν βουλῇ Μαντιθέῳ δοκιμαζομένῳ ἀπολογία, 9-11

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΑ Β ΓΥΜΝΑΙΟΥ

ΘΕΜΑ 2o Λυσία, Ἐν βουλῇ Μαντιθέῳ δοκιμαζομένῳ ἀπολογία, 1-3

1st and 2nd Person Personal Pronouns

1. ιδαγµένο κείµενο από το πρωτότυπο Θουκυδίδου Ἱστοριῶν Β 36

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ Μ.ΤΕΤΑΡΤΗ 11 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2012 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

EDU IT i Ny Testamente på Teologi. Adjunkt, ph.d. Jacob P.B. Mortensen

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ, ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Α. ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ...

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ. Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Θουκυδίδου Περικλέους Ἐπιτάφιος (ΙΙ, 41)

65 B Cope (1877)

ΠΡΩΤΑΓΟΡΑ 322Α - 323Α

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Αριστοτέλους Ηθικά Νικομάχεια Β 1,5-8

1. ιδαγμένο κείμενο από το πρωτότυπο Πλάτωνος Πρωταγόρας (323Α-Ε)

ΝΟΜΟΙ A. [624a] Ἀθηναῖος θεὸς ἤ τις ἀνθρώπων ὑμῖν, ὦ ξένοι, εἴληφε τὴν αἰτίαν τῆς τῶν νόμων διαθέσεως;

1. ιδαγμένο κείμενο από το πρωτότυπο. Πλάτωνος Πρωταγόρας, (324 Α-C).

εἰ δὲ μή, παῦσαι ἤδη, ὦ θαυμάσιε, πολλάκις μοι λέγων τὸν αὐτὸν λόγον, bepaling cmpl. attribuut complement (object)

ΤΕΛΟΣ 1ΗΣ ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙΔΕΣ

αὐτόν φέρω αὐτόν τὸ φῶς τὸ φῶς αὐτόν τὸ φῶς ὁ λόγος ὁ κόσμος δι αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω αὐτόν

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ 2013 ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΕΜΠΤΗ 15 ΜΑΪΟΥ 2014 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

Δ ι α γ ω ν ί ς μ α τ α π ρ ο ς ο μ ο ί ω ς η σ 1

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ (διαγώνισμα 3)

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΚΛΙΜΑΚΑ ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ

Βυζαντινοί Ιστορικοί και Χρονογράφοι ΙI

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. ΕΝΟΤΗΤΑ 4η

ιδαγμένο κείμενο Αριστοτέλους, Ηθικά Νικομάχεια (Β1, 1-3 και Β6, 1-4)

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ: Α. «Ἐπεί δ ἡ πόλις τῶν συγκειµένων τοῖς ἀπό συµβόλων κοινωνοῦσι»:να µεταφράσετε το απόσπασµα που σας δίνεται. Μονάδες 10 Β. Να γράψετε σ

44 Χρόνια Φροντιστήρια Μέσης Εκπαίδευσης

ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΞΗ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΤΕΛΟΣ 1ης ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙΔΕΣ

Στο απόσπασμα που ακολουθεί αναφέρεται στην αξιοκρατική επιλογή των αρχόντων κατά το παρελθόν.

ιδαγµένο κείµενο 'Αριστοτέλους 'Ηθικά Νικοµάχεια (Β6, 4-10)

Σε μια περίοδο ή ημιπερίοδο σύνθετου λόγου οι προτάσεις συνδέονται μεταξύ τους με τρεις τρόπους:

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Ἀριστοτέλους, Ἠθικὰ Νικομάχεια Β 6, 9-13

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΤΑΞΗ

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία

ΘΕΜΑ 331ο: Ξενοφῶντος Ἑλληνικά, 2, 4,

ΘΕΜΑ 1o Λυσία, Ἐν βουλῇ Μαντιθέῳ δοκιμαζομένῳ ἀπολογία, 1-3

Δειγματική Διδασκαλία του αδίδακτου αρχαιοελληνικού κειμένου στη Β Λυκείου με διαγραμματική παρουσίαση και χρήση της τεχνολογίας

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΑ Γ ΓΥΜΝΑΙΟΥ

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ: ΠΛΑΤΩΝ ΚΑΙ Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΙΔΕΩΝ

Περὶ Εἰρήνης Λόγος ή Συµµαχικὸς Προοίµιο (απόσπασµα)

ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ (Β1, 1-4) Διττῆς δὴ τῆς ἀρετῆς οὔσης, τῆς μὲν διανοητικῆς τῆς δὲ ἠθικῆς,

ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟ 22 ΜΑΪΟΥ 2004 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

Α. ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Ἀριστοτέλους Πολιτικὰ Α1,1 και Γ1, 1-2. απόσπασμα α

Η ελεύθερη έκφραση μέσω του τύπου. Κάνω κάτι πιο φιλελεύθερο Η πίστη και η αφοσίωση στην ιδέα της ελευθερίας.

Α. Διδαγμένο κείμενο : Ηθικά Νικομάχεια Αριστοτέλους ( Β1, 5-7 & 7-8 )

ιδαγμένο κείμενο Αριστοτέλους Πολιτικά Θ 2.1-4

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ. Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Πλάτων, Πολιτεία 615C-616Α Αρδιαίος ο τύραννος

ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Αριστοτέλης Ηθικά Νικομάχεια (Β6, 9-13 και 519b)

ΜΑΡΤΙΟΣ Θ 2014 ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ Η ΛΙΤΑΝΕΥΣΙΣ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Αριστοτέλους Πολιτικά (Γ1, 1-2, 3-4/6/12) Τῷ περὶ πολιτείας ἐπισκοποῦντι, καὶ τίς ἑκάστη καὶ ποία

Ήρθε η ώρα να ασχοληθούμε με τη σύνδεση των προτάσεων στα αρχαία ελληνικά. Παράλληλα θα δίνονται παραδείγματα και στα Νέα Ελληνικά (ΝΕ)

Το υποκείμενο. Όλα τα υποκείμενα: ρημάτων / απαρεμφάτων / μετοχών μεταφράζονται με Ονομαστική. 1. Ονομαστική: όταν είναι υποκείμενο ρήματος

Δ ι α γ ω ν ί ς μ α τ α π ρ ο ς ο μ ο ί ω ς η σ 1

Ο πύργος της Βαβέλ Πως «εξηγεί» η ιουδαιοχριστιανική θρησκεία την ποικιλία γλωσσών στον κόσμο

ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙΔΑΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΑΞΗ / ΤΜΗΜΑ : Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΠΕΡΙΟΔΟΥ : ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2017 ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ: 7

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ. 1. ιδαγμένο κείμενο από το πρωτότυπο. Πλάτωνος Πρωταγόρας, 322Α-323Α.

ΘΕΜΑ 96ο: Θουκυδίδου Ἱστορίαι, 3, Να μεταφραστεί το τμήμα: Δράσαντες δὲ τοῦτο μή τις ἐπιστροφὴ γένηται. Μονάδες 30

ΣΤΑΔΙΑ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΑΓΝΩΣΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Δ ι α γ ω ν ί ς μ α τ α π ρ ο ς ο μ ο ί ω ς η σ 1

Περικλέους Σταύρου Χαλκίδα Τ: & F: chalkida@diakrotima.gr W:

ιδαγμένο κείμενο Πλάτωνος Πρωταγόρας 324A C

Αρχαία Ελληνικά ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Ἐπειδὴ πᾶσαν πόλιν ὁρῶμεν κοινωνίαν τινὰ οὖσαν καὶ πᾶσαν κοινωνίαν ἀγαθοῦ

Η Θεωρια Αριθμων στην Εκπαιδευση

ιδαγμένο κείμενο Θουκυδίδη Περικλέους Ἐπιτάφιος (37)

ΛΥΚΕΙΟ ΣΟΛΕΑΣ Σχολική χρονιά Ονοματεπώνυμο: Τμήμα:

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΤΑΞΗ

Ενότητα 9 η Οι νόμοι επισκέπτονται το Σωκράτη στη φυλακή

Αποστολικοί Πατέρες και Απολογητές. Tuesday, March 5, 13


ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 35

12 οὐδὲ γὰρ ἐγὼ παρὰ ἀνθρώπου παρέλαβον αὐτό, οὔτε ἐδιδάχθην, ἀλλὰ δι' ἀποκαλύψεως Ἰησοῦ Χριστοῦ". ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ ΕΤΟΥΣ 2004 ΦΥΛΛΑ

Σελίδα 1 από 5 Μ Ν Κ Κ Δ 4 Μ Ζ Μ Ν Μ Θ Μ : ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Μ Θ Μ ΩΝ: Ν Κ Μ

ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2011

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Πλάτωνος Πρωταγόρας 323C-324Α

Αντίστροφα θέματα. Επειδή γνωρίζω ότι εσύ είσαι ενάρετος νέος, σου λέγω ότι δεν πρέπει να συναναστρέφεσαι τους σοφιστές.

ἐκτὸς ἐπ ἀσπαλάθων κνάµπτοντες, καὶ τοῖς ἀεὶ παριοῦσι σηµαίνοντες ὧν ἕνεκά τε καὶ ὅτι εἰς τὸν Τάρταρον ἐµπεσούµενοι ἄγοιντο.» Α. Από το κείµενο που

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ. Α. Από το κείμενο που σας δίνεται να μεταφράσετε το απόσπασμα: «Οὐ γὰρ ταὐτὰ πάντες ὑπολαμβάνουσι τὸν μετέχοντα μὴ βάναυσον».

ἡ πάλαι γλῶττα ἡ Ἑλληνικὴ, κατὰ τὸν αὐτὸμορφον τρόπον ὑπὸ Ἰακώβου τοῦ Δονάλδοῦ γέγραπται

ΘΕΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΩΝ ΠΑΝΕΛΛΑ ΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2014 ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Διδαγμένο κείμενο Ἀριστοτέλους Πολιτικά (Θ2, 1-4)

1 Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ λόγος, καὶ ὁ λόγος ἦν πρὸς τὸν θεόν, καὶ θεὸς ἦν ὁ λόγος. 2 οὗτος

«ΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ»

Πῶς σὺ Ιουδαῖος ὢν παρ ἐμοῦ πεῖν αἰτεῖς γυναικὸς Σαμαρίτιδος οὔσης;

Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΡΗΣΕ ΕΝΟΣ ΛΕΠΤΟΥ ΣΙΓΗ. Ἡ καρδιά (ἔλεγε κάποτε ὁ γέροντας Παΐσιος) εἶναι ὅπως τό ρολόι.

ΘΕΜΑ 361ο: Ξενοφῶντος Ἑλληνικά, 2, 4,

ιδαγμένο κείμενο Θουκυδίδη Περικλέους Ἐπιτάφιος (40)

Transcript:

Ι. Platon Νόµοι 641e 644b ΑΘ. Αλλὰ χρὴ ποιεῖν οὕτως, ὑµᾶς τε ἐπὶ τὸ µαθεῖν καὶ ἐµὲ ἐπὶ τὸ δηλῶσαι πειρώµενον ἁµῶς γέ πως, συντεῖναι, τὸν λόγον. πρῶτον δέ µου ἀκούσατε τὸ τοιόνδε. τὴν πόλιν ἅπαντες ἡµῶν Ελληνες ὑπολαµβάνουσιν ὡς φιλόλογός τέ ἐστι καὶ πολύλογος, Λακεδαίµονα δὲ καὶ Κρήτην, τὴν µὲν βραχύ λογον, τὴν δὲ πολύνοιαν µᾶλλον ἢ πολυλογίαν ἀσκοῦσαν σκοπῶ δὴ µὴ δόξαν ὑµῖν παράσχωµαι περὶ σµικροῦ πολλὰ λέγειν, µέθης πέρι, σµικροῦ πράγµατος, παµµήκη λόγον ἀνα καθαιρόµενος. τὸ δὲ ἡ κατὰ φύσιν αὐτοῦ διόρθωσις οὐκ ἂν δύναιτο ἄνευ µουσικῆς ὀρθότητός ποτε σαφὲς οὐδὲ ἱκανὸν ἐν τοῖς λόγοις ἀπολαβεῖν, µουσικὴ δὲ ἄνευ παιδείας τῆς πάσης οὐκ ἂν αὖ ποτε δύναιτο ταῦτα δὲ παµπόλλων ἐστὶν λόγων. ὁρᾶτε οὖν τί ποιῶµεν εἰ ταῦτα µὲν ἐάσαιµεν ἐν τῷ παρόντι, µετεκβαῖµεν δ εἰς ἕτερόν τινα νόµων πέρι λόγον. ΜΕ. Ω ξένε Αθηναῖε, οὐκ οἶσθ ἴσως ὅτι τυγχάνει ἡµῶν ἡ ἑστία τῆς πόλεως οὖσα ὑµῶν πρόξενος. ἴσως µὲν οὖν καὶ πᾶσιν τοῖς παισίν, ἐπειδὰν ἀκούσωσιν ὅτι τινός εἰσιν πόλεως πρόξενοι, ταύτῃ τις εὔνοια ἐκ νέων εὐθὺς ἐνδύεται ἕκαστον ἡµῶν τῶν προξένων τῇ πόλει, ὡς δευτέρᾳ οὔσῃ πατρίδι µετὰ τὴν αὑτοῦ πόλιν καὶ δὴ καὶ ἐµοὶ νῦν ταὐτὸν τοῦτο ἐγγέγονεν. ἀκούων γὰρ τῶν παίδων εὐθύς, εἴ τι µέµφοιντο ἢ καὶ ἐπαινοῖεν Λακεδαιµόνιοι Αθηναίους, ὡς Η πόλις ὑµῶν, ὦ Μέγιλλε, ἔφασαν, ἡµᾶς οὐ καλῶς ἢ καλῶς ἔρρεξε ταῦτα δὴ ἀκούων, καὶ µαχόµενος πρὸς αὐτὰ ὑπὲρ ὑµῶν ἀεὶ πρὸς τοὺς τὴν πόλιν εἰς ψόγον ἄγοντας, πᾶσαν εὔνοιαν ἔσχον, καί µοι νῦν ἥ τε φωνὴ προσφιλὴς ὑµῶν, τό τε ὑπὸ πολλῶν λεγόµενον, ὡς ὅσοι Αθηναίων εἰσὶν ἀγαθοὶ διαφερόντως εἰσὶν τοιοῦτοι, δοκεῖ ἀληθέστατα λέγεσθαι µόνοι γὰρ ἄνευ ἀνάγκης αὐτοφυῶς, θείᾳ µοίρᾳ ἀληθῶς καὶ οὔτι πλαστῶς εἰσιν ἀγαθοί. θαρρῶν δὴ ἐµοῦ γε ἕνεκα λέγοις ἂν τοσαῦτα ὁπόσα σοι φίλον. ΚΛ. Καὶ µήν, ὦ ξένε, καὶ τὸν παρ ἐµοῦ λόγον ἀκούσας τε καὶ ἀποδεξάµενος, θαρρῶν ὁπόσα βούλει λέγε. τῇδε γὰρ ἴσως ἀκήκοας ὡς Επιµενίδης γέγονεν ἀνὴρ θεῖος, ὃς ἦν ἡµῖν οἰκεῖος, ἐλθὼν δὲ πρὸ τῶν Περσικῶν δέκα ἔτεσιν πρότερον παρ ὑµᾶς κατὰ τὴν τοῦ θεοῦ µαντείαν, θυσίας τε ἐθύσατό τινας ἃς ὁ θεὸς ἀνεῖλεν, καὶ δὴ καὶ φοβουµένων τὸν Περσικὸν Αθηναίων στόλον, εἶπεν ὅτι δέκα µὲν ἐτῶν οὐχ ἥξουσιν, ὅταν δὲ ἔλθωσιν, ἀπαλλαγήσονται πράξαντες οὐδὲν ὧν ἤλπιζον, παθόντες τε ἢ δράσαντες πλείω κακά. τότ οὖν ἐξενώθησαν ὑµῖν οἱ πρόγονοι ἡµῶν, καὶ εὔνοιαν ἐκ τόσου ἔγωγε ὑµῖν καὶ οἱ ἡµέτεροι ἔχουσιν γονῆς. ΑΘ. Τὰ µὲν τοίνυν ὑµέτερα ἀκούειν, ὡς ἔοικεν, ἕτοιµ ἂν εἴη τὰ δ ἐµὰ βούλεσθαι µὲν ἕτοιµα, δύνασθαι δὲ οὐ πάνυ ῥᾴδια, ὅµως δὲ πειρατέον. πρῶτον δὴ οὖν πρὸς τὸν λόγον ὁρισώµεθα παιδείαν τί ποτ ἐστὶν καὶ τίνα δύναµιν ἔχει διὰ γὰρ ταύτης φαµὲν ἰτέον εἶναι τὸν προκεχειρισµένον ἐν τῷ νῦν λόγον ὑφ ἡµῶν, µέχριπερ ἂν πρὸς τὸν θεὸν ἀφίκηται. ΚΛ. Πάνυ µὲν οὖν δρῶµεν ταῦτα, εἴπερ σοί γε ἡδύ. ΑΘ. Λέγοντος τοίνυν ἐµοῦ τί ποτε χρὴ φάναι παιδείαν εἶναι, σκέψασθε ἂν ἀρέσκῃ τὸ λεχθέν. ΚΛ. Λέγοις ἄν. ΑΘ. Λέγω δή, καί φηµι τὸν ὁτιοῦν ἀγαθὸν ἄνδρα µέλ λοντα ἔσεσθαι τοῦτο αὐτὸ ἐκ παίδων εὐθὺς µελετᾶν δεῖν, παίζοντά τε καὶ σπουδάζοντα ἐν τοῖς τοῦ πράγµατος ἑκάστοις προσήκουσιν. οἷον τὸν µέλλοντα ἀγαθὸν ἔσεσθαι γεωργὸν ἤ τινα οἰκοδόµον, τὸν µὲν οἰκοδοµοῦντά τι τῶν παιδείων οἰκοδοµηµάτων παίζειν χρή, τὸν δ αὖ γεωργοῦντα, καὶ ὄργανα ἑκατέρῳ σµικρά, τῶν ἀληθινῶν µιµήµατα, παρασκευάζειν τὸν τρέφοντα αὐτῶν ἑκάτερον, καὶ δὴ καὶ τῶν µαθηµάτων ὅσα ἀναγκαῖα προµεµαθηκέναι προµανθάνειν, οἷον τέκτονα µετρεῖν ἢ σταθµᾶσθαι καὶ πολεµικὸν ἱππεύειν παίζοντα ἤ τι τῶν τοιούτων ἄλλο ποιοῦντα, καὶ πειρᾶσθαι διὰ τῶν παιδιῶν ἐκεῖσε τρέπειν τὰς ἡδονὰς καὶ ἐπιθυµίας τῶν παίδων, οἷ ἀφικοµένους αὐτοὺς δεῖ τέλος ἔχειν. κεφάλαιον δὴ παιδείας λέγοµεν τὴν ὀρθὴν τροφήν, ἣ τοῦ παίζοντος τὴν ψυχὴν εἰς ἔρωτα µάλιστα ἄξει τούτου ὃ δεήσει γενόµενον ἄνδρ αὐτὸν τέλειον εἶναι τῆς τοῦ πράγµατος ἀρετῆς ὁρᾶτε οὖν εἰ µέχρι τούτου γε, ὅπερ εἶπον, ὑµῖν ἀρέσκει τὸ λεχθέν.

ΚΛ. Πῶς γὰρ οὔ; ΑΘ. Μὴ τοίνυν µηδ ὃ λέγοµεν εἶναι παιδείαν ἀόριστον γένηται. νῦν γὰρ ὀνειδίζοντες ἐπαινοῦντές θ ἑκάστων τὰς τροφάς, λέγοµεν ὡς τὸν µὲν πεπαιδευµένον ἡµῶν ὄντα τινά, τὸν δὲ ἀπαίδευτον ἐνίοτε εἴς τε καπηλείας καὶ ναυκληρίας καὶ ἄλλων τοιούτων µάλα πεπαιδευµένων σφόδρα ἀνθρώπων οὐ γὰρ ταῦτα ἡγουµένων, ὡς ἔοικ, εἶναι παιδείαν ὁ νῦν λόγος ἂν εἴη, τὴν δὲ πρὸς ἀρετὴν ἐκ παίδων παιδείαν, ποιοῦσαν ἐπιθυµητήν τε καὶ ἐραστὴν τοῦ πολίτην γενέσθαι τέλεον, ἄρχειν τε καὶ ἄρχεσθαι ἐπιστάµενον µετὰ δίκης. ταύτην τὴν τροφὴν ἀφορισάµενος ὁ λόγος οὗτος, ὡς ἐµοὶ φαίνεται, νῦν βούλοιτ ἂν µόνην παιδείαν προσαγορεύειν, τὴν δὲ εἰς χρήµατα τείνουσαν ἤ τινα πρὸς ἰσχύν, ἢ καὶ πρὸς ἄλλην τινὰ σοφίαν ἄνευ νοῦ καὶ δίκης, βάναυσόν τ εἶναι καὶ ἀνελεύθερον καὶ οὐκ ἀξίαν τὸ παράπαν παιδείαν καλεῖσθαι. ἡµεῖς δὴ µηδὲν ὀνόµατι διαφερώµεθ αὑτοῖς, ἀλλ ὁ νυνδὴ λόγος ἡµῖν ὁµολογηθεὶς µενέτω, ὡς οἵ γε ὀρθῶς πεπαιδευ µένοι σχεδὸν ἀγαθοὶ γίγνονται, καὶ δεῖ δὴ τὴν παιδείαν µηδαµοῦ ἀτιµάζειν, ὡς πρῶτον τῶν καλλίστων τοῖς ἀρίστοις ἀνδράσιν παραγιγνόµενον καὶ εἴ ποτε ἐξέρχεται, δυνατὸν δ ἐστὶν ἐπανορθοῦσθαι, τοῦτ ἀεὶ δραστέον διὰ βίου παντὶ κατὰ δύναµιν.

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΝΥΠΝΙΟΥ ΗΤΟΙ ΒΙΟΣ ΛΟΥΚΙΑΝΟΥ Αρτι µὲν ἐπεπαύµην εἰς τὰ διδασκαλεῖα φοιτῶν ἤδη τὴν ἡλικίαν πρόσηβος ὤν, ὁ δὲ πατὴρ ἐσκο πεῖτο µετὰ τῶν φίλων ὅ τι καὶ διδάξαιτό µε. τοῖς πλείστοις οὖν ἔδοξεν παιδεία µὲν καὶ πόνου πολλοῦ καὶ χρόνου µακροῦ καὶ δαπάνης οὐ µικρᾶς καὶ τύχης δεῖσθαι λαµπρᾶς, τὰ δ ἡµέτερα µικρά τε εἶναι καὶ ταχεῖάν τινα τὴν ἐπικουρίαν ἀπαιτεῖν εἰ δέ τινα τέχνην τῶν βαναύσων τούτων ἐκµάθοιµι, τὸ µὲν πρῶτον εὐθὺς ἂν αὐτὸς ἔχειν τὰ ἀρκοῦντα παρὰ τῆς τέχνης καὶ µηκέτ οἰκόσιτος εἶναι τηλι κοῦτος ὤν, οὐκ εἰς µακρὰν δὲ καὶ τὸν πατέρα εὐφρανεῖν ἀποφέρων ἀεὶ τὸ γιγνόµενον. ευτέρας οὖν σκέψεως ἀρχὴ προὐτέθη, τίς ἀρίστη τῶν τεχνῶν καὶ ῥᾴστη ἐκµαθεῖν καὶ ἀνδρὶ ἐλευθέρῳ πρέπουσα καὶ πρόχειρον ἔχουσα τὴν χορηγίαν καὶ διαρκῆ τὸν πόρον. ἄλλου τοίνυν ἄλλην ἐπαινοῦντος, ὡς ἕκαστος γνώµης ἢ ἐµπει ρίας εἶχεν, ὁ πατὴρ εἰς τὸν θεῖον ἀπιδών, παρῆν γὰρ ὁ πρὸς µητρὸς θεῖος, ἄριστος ἑρµογλύφος εἶναι δοκῶν Οὐ θέµις, εἶπεν, ἄλλην τέχνην ἐπικρατεῖν σοῦ παρόντος, ἀλλὰ τοῦτον ἄγε δείξας ἐµέ δίδασκε παραλαβὼν λίθων ἐργάτην ἀγαθὸν εἶναι καὶ συναρµοστὴν καὶ ἑρµογλυφέα δύναται γὰρ καὶ τοῦτο, φύσεώς γε, ὡς οἶσθα, ἔχων δεξιῶς. ἐτεκµαίρετο δὲ ταῖς ἐκ τοῦ κηροῦ παι διαῖς ὁπότε γὰρ ἀφεθείην ὑπὸ τῶν διδασκάλων, ἀποξέων ἂν τὸν κηρὸν ἢ βόας ἢ ἵππους ἢ καὶ νὴ ί ἀνθρώπους ἀνέπλαττον, εἰκότας, ὡς ἐδόκουν τῷ πατρί ἐφ οἷς παρὰ µὲν τῶν διδασκάλων πληγὰς ἐλάµβανον, τότε δὲ ἔπαινος εἰς τὴν εὐφυίαν καὶ ταῦτα ἦν, καὶ χρηστὰς εἶχον ἐπ ἐµοὶ τὰς ἐλπίδας ὡς ἐν βραχεῖ µαθήσοµαι τὴν τέχνην, ἀπ ἐκείνης γε τῆς πλαστικῆς. Αµα τε οὖν ἐπιτήδειος ἐδόκει ἡµέρα τέχνης ἐνάρχεσθαι, κἀγὼ παρεδεδόµην τῷ θείῳ µὰ τὸν ί οὐ σφόδρα τῷ πράγµατι ἀχθόµενος, ἀλλά µοι καὶ παιδιάν τινα οὐκ ἀτερπῆ ἐδόκει ἔχειν καὶ πρὸς τοὺς ἡλικιώτας ἐπίδειξιν, εἰ φαινοίµην θεούς τε γλύφων καὶ ἀγαλµάτια µικρά τινα κατασκευά ζων ἐµαυτῷ τε κἀκείνοις οἷς προῃρούµην. καὶ τό γε πρῶτον ἐκεῖνο καὶ σύνηθες τοῖς ἀρχοµένοις ἐγίγνετο. ἐγκοπέα γάρ τινά µοι δοὺς ὁ θεῖος ἐκέλευσεν ἠρέµα καθικέσθαι πλακὸς ἐν µέσῳ κειµένης, ἐπειπὼν τὸ κοινὸν ἀρχὴ δέ τοι ἥµισυ παντός. σκληρότερον δὲ κατενεγκόντος ὑπ ἀπει ρίας κατεάγη µὲν ἡ πλάξ, ὁ δὲ ἀγανακτήσας σκυτάλην τινὰ πλησίον κειµένην λαβὼν οὐ πρᾴως οὐδὲ προτρεπτικῶς µου κατήρξατο, ὥστε δάκρυά µοι τὰ προοίµια τῆς τέχνης. Αποδρὰς οὖν ἐκεῖθεν ἐπὶ τὴν οἰκίαν ἀφικνοῦµαι συνεχὲς ἀναλύζων καὶ δακρύων τοὺς ὀφθαλµοὺς ὑπόπλεως, καὶ διηγοῦµαι τὴν σκυτάλην καὶ τοὺς µώλωπας ἐδείκνυον, καὶ κατηγόρουν πολλήν τινα ὠµότητα, προσθεὶς ὅτι ὑπὸ φθόνου ταῦτα ἔδρασε, µὴ αὐτὸν ὑπερβάλωµαι κατὰ τὴν τέχνην. ἀνα κτησαµένης δὲ τῆς µητρὸς καὶ πολλὰ τῷ ἀδελφῷ λοιδορησαµένης, ἐπεὶ νὺξ ἐπῆλθεν κατέδαρθον ἔτι ἔνδακρυς καὶ τὴν σκυτάλην ἐννοῶν. Μέχρι µὲν δὴ τούτων γελάσιµα καὶ µειρακιώδη τὰ εἰρηµένα τὰ µετὰ ταῦτα δὲ οὐκέτι εὐκατα φρόνητα, ὦ ἄνδρες, ἀκούσεσθε, ἀλλὰ καὶ πάνυ φιληκόων ἀκροατῶν δεόµενα ἵνα γὰρ καθ Οµηρον εἴπω, θεῖός µοι ἐνύπνιον ἦλθεν ὄνειρος ἀµβροσίην διὰ νύκτα, ἐναργὴς οὕτως ὥστε µηδὲν ἀπολείπεσθαι τῆς ἀληθείας. ἔτι γοῦν καὶ µετὰ τοσοῦτον χρόνον τά τε σχήµατά µοι τῶν φανέντων ἐν τοῖς ὀφθαλµοῖς παραµένει καὶ ἡ φωνὴ τῶν ἀκουσθέντων ἔναυλος οὕτω σαφῆ πάντα ἦν. ύο γυναῖκες λαβόµεναι ταῖν χεροῖν εἷλκόν µε πρὸς ἑαυτὴν ἑκατέρα µάλα βιαίως καὶ καρτερῶς µικροῦ γοῦν µε διεσπάσαντο πρὸς ἀλλήλας φιλο τιµούµεναι καὶ γὰρ καὶ ἄρτι µὲν ἂν ἡ ἑτέρα ἐπεκράτει καὶ παρὰ µικρὸν ὅλον εἶχέ µε, ἄρτι δ ἂν αὖθις ὑπὸ τῆς ἑτέρας εἰχόµην. ἐβόων δὲ πρὸς ἀλλήλας ἑκατέρα, ἡ µὲν ὡς αὐτῆς ὄντα µε κε κτῆσθαι βούλοιτο, ἡ δὲ ὡς µάτην τῶν ἀλλο τρίων ἀντιποιοῖτο. ἦν δὲ ἡ µὲν ἐργατικὴ καὶ ἀνδρικὴ καὶ αὐχµηρὰ τὴν κόµην, τὼ χεῖρε τύλων ἀνάπλεως, διεζωσµένη τὴν ἐσθῆτα, τιτάνου καταγέµουσα, οἷος ἦν ὁ θεῖος ὁπότε ξέοι τοὺς λίθους ἡ ἑτέρα δὲ µάλα εὐπρόσωπος καὶ τὸ σχῆµα εὐπρεπὴς καὶ κόσµιος τὴν ἀναβολήν.

Τέλος δ οὖν ἐφιᾶσί µοι δικάζειν ὁποτέρᾳ βου λοίµην συνεῖναι αὐτῶν. προτέρα δὲ ἡ σκληρὰ ἐκείνη καὶ ἀνδρώδης ἔλεξεν Εγώ, φίλε παῖ, Ερµογλυφικὴ τέχνη εἰµί, ἣν χθὲς ἤρξω µανθάνειν, οἰκεία τέ σοι καὶ συγγενὴς οἴκοθεν ὅ τε γὰρ πάππος σου εἰποῦσα τοὔνοµα τοῦ µητροπάτορος λιθοξόος ἦν καὶ τὼ θείω ἀµφοτέρω καὶ µάλα εὐδοκιµεῖτον δι ἡµᾶς. εἰ δ ἐθέλεις λήρων µὲν καὶ φληνάφων τῶν παρὰ ταύτης ἀπέχεσθαι, δείξασα τὴν ἑτέραν ἕπε σθαι δὲ καὶ συνοικεῖν ἐµοί, πρῶτα µὲν θρέψῃ γεννικῶς καὶ τοὺς ὤµους ἕξεις καρτερούς, φθόνου δὲ παντὸς ἀλλότριος ἔσῃ καὶ οὔποτε ἄπει ἐπὶ τὴν ἀλλοδαπήν, τὴν πατρίδα καὶ τοὺς οἰκείους κατα λιπών, οὐδὲ ἐπὶ λόγοις. ἐπαινέσονταί σε πάντες. Μὴ µυσαχθῇς δὲ τοῦ σχήµατος τὸ εὐτελὲς µηδὲ τῆς ἐσθῆτος τὸ πιναρόν ἀπὸ γὰρ τοιούτων ὁρµώµενος καὶ Φειδίας ἐκεῖνος ἔδειξε τὸν ία καὶ Πολύκλειτος τὴν Ηραν εἰργάσατο καὶ Μύρων ἐπῃνέθη καὶ Πραξιτέλης ἐθαυµάσθη. προσκυ νοῦνται γοῦν οὗτοι µετὰ τῶν θεῶν. εἰ δὴ τούτων εἷς γένοιο, πῶς µὲν οὐ κλεινὸς αὐτὸς παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις ἔσῃ, ζηλωτὸν δὲ καὶ τὸν πατέρα ἀποδείξεις, περίβλεπτον δὲ ἀποφανεῖς καὶ τὴν πατρίδα; Ταῦτα καὶ ἔτι τούτων πλείονα διαπταίουσα καὶ βαρβαρίζουσα πάµπολλα εἶπεν ἡ Τέχνη, µάλα δὴ σπουδῇ συνείρουσα καὶ πείθειν µε πειρωµένη ἀλλ οὐκέτι µέµνηµαι τὰ πλεῖστα γὰρ ἤδη µου τὴν µνήµην διέφυγεν. Επεὶ δ οὖν ἐπαύσατο, ἄρχεται ἡ ἑτέρα ὧδέ πως Εγὼ δέ, ὦ τέκνον, Παιδεία εἰµὶ ἤδη συνήθης σοι καὶ γνωρίµη, εἰ καὶ µηδέπω εἰς τέλος µου πεπείρασαι. ἡλίκα µὲν οὖν τὰ ἀγαθὰ ποριῇ λιθοξόος γενόµενος, αὕτη προείρηκεν οὐδὲν γὰρ ὅτι µὴ ἐργάτης ἔσῃ τῷ σώµατι πονῶν κἀν τούτῳ τὴν ἅπασαν ἐλπίδα τοῦ βίου τεθειµένος, ἀφανὴς µὲν αὐτὸς ὤν, ὀλίγα καὶ ἀγεννῆ λαµβάνων, ταπεινὸς τὴν γνώµην, εὐτελὴς δὲ τὴν πρόοδον, οὔτε φίλοις ἐπιδικάσιµος οὔτε ἐχθροῖς φοβερὸς οὔτε τοῖς πολίταις ζηλωτός, ἀλλ αὐτὸ µόνον ἐργάτης καὶ τῶν ἐκ τοῦ πολλοῦ δήµου εἷς, ἀεὶ τὸν προὔχοντα ὑποπτήσσων καὶ τὸν λέγειν δυνά µενον θεραπεύων, λαγὼ βίον ζῶν καὶ τοῦ κρείτ τονος ἕρµαιον ὤν εἰ δὲ καὶ Φειδίας ἢ Πολύ κλειτος γένοιο καὶ πολλὰ θαυµαστὰ ἐξεργάσαιο, τὴν µὲν τέχνην ἅπαντες ἐπαινέσονται, οὐκ ἔστι δὲ ὅστις τῶν ἰδόντων, εἰ νοῦν ἔχοι, εὔξαιτ ἂν σοὶ ὅµοιος γενέσθαι οἷος γὰρ ἂν ᾖς, βάναυσος καὶ χειρῶναξ καὶ ἀποχειροβίωτος νοµισθήσῃ. Ην δ ἐµοὶ πείθῃ, πρῶτον µέν σοι πολλὰ ἐπιδείξω παλαιῶν ἀνδρῶν ἔργα καὶ πράξεις θαυ µαστὰς καὶ λόγους αὐτῶν ἀπαγγελῶ, καὶ πάντων ὡς εἰπεῖν ἔµπειρον ἀποφανῶ, καὶ τὴν ψυχήν, ὅπερ σοι κυριώτατόν ἐστι, κατακοσµήσω πολλοῖς καὶ ἀγαθοῖς κοσµήµασι σωφροσύνῃ, δικαιοσύνῃ, εὐσεβείᾳ, πρᾳότητι, ἐπιεικείᾳ, συνέσει, καρτερίᾳ, τῷ τῶν καλῶν ἔρωτι, τῇ πρὸς τὰ σεµνότατα ὁρµῇ ταῦτα γάρ ἐστιν ὁ τῆς ψυχῆς ἀκήρατος ὡς ἀληθῶς κόσµος. λήσει δέ σε οὔτε παλαιὸν οὐδὲν οὔτε νῦν γενέσθαι δέον, ἀλλὰ καὶ τὰ µέλ λοντα προόψει µετ ἐµοῦ, καὶ ὅλως ἅπαντα ὁπόσα ἐστί, τά τε θεῖα τά τ ἀνθρώπινα, οὐκ εἰς µακράν σε διδάξοµαι. Καὶ ὁ νῦν πένης ὁ τοῦ δεῖνος, ὁ βουλευσάµενός τι περὶ ἀγεννοῦς οὕτω τέχνης, µετ ὀλίγον ἅπασι ζηλωτὸς καὶ ἐπίφθονος ἔσῃ, τιµώµενος καὶ ἐπαι νούµενος καὶ ἐπὶ τοῖς ἀρίστοις εὐδοκιµῶν καὶ ὑπὸ τῶν γένει καὶ πλούτῳ προὐχόντων ἀποβλεπό µενος, ἐσθῆτα µὲν τοιαύτην ἀµπεχόµενος, δείξασα τὴν ἑαυτῆς πάνυ δὲ λαµπρὰν ἐφόρει ἀρχῆς δὲ καὶ προεδρίας ἀξιούµενος. κἄν που ἀποδηµῇς, οὐδ ἐπὶ τῆς ἀλλοδαπῆς ἀγνὼς οὐδ ἀφανὴς ἔσῃ τοιαῦτά σοι περιθήσω τὰ γνωρίσ µατα ὥστε τῶν ὁρώντων ἕκαστος τὸν πλησίον κινήσας δείξει σε τῷ δακτύλῳ, Οὗτος ἐκεῖνος λέγων. ἂν δέ τι σπουδῆς ἄξιον ἢ τοὺς φίλους ἢ καὶ τὴν πόλιν ὅλην καταλαµβάνῃ, εἰς σὲ πάντες ἀποβλέψονται κἄν πού τι λέγων τύχῃς, κεχη νότες οἱ πολλοὶ ἀκούσονται, θαυµάζοντες καὶ εὐδαιµονίζοντές σε τῆς δυνάµεως τῶν λόγων καὶ τὸν πατέρα τῆς εὐποτµίας. ὃ δὲ λέγουσιν, ὡς ἄρα καὶ ἀθάνατοι γίγνονταί τινες ἐξ ἀνθρώπων, τοῦτό σοι περιποιήσω καὶ γὰρ ἢν αὐτὸς ἐκ τοῦ βίου ἀπέλθῃς, οὔποτε παύσῃ συνὼν τοῖς πεπαι δευµένοις καὶ προσοµιλῶν τοῖς ἀρίστοις. ὁρᾷς τὸν ηµοσθένην ἐκεῖνον, τίνος υἱὸν ὄντα ἐγὼ ἡλίκον ἐποίησα. ὁρᾷς τὸν Αἰσχίνην, ὡς τυµ πανιστρίας υἱὸς ἦν, ἀλλ ὅµως αὐτὸν δι ἐµὲ Φίλιππος ἐθεράπευεν. ὁ δὲ Σωκράτης καὶ αὐτὸς ὑπὸ τῇ Ερµογλυφικῇ ταύτῃ τραφείς, ἐπειδὴ τάχιστα συνῆκεν τοῦ κρείττονος καὶ δραπετεύσας παρ αὐτῆς ηὐτοµόλησεν ὡς ἐµέ, ἀκούεις ὡς παρὰ πάντων ᾄδεται.

Αφεὶς δὲ αὖ τοὺς τηλικούτους καὶ τοιούτους ἄνδρας καὶ πράξεις λαµπρὰς καὶ λόγους σεµνοὺς καὶ σχῆµα εὐπρεπὲς καὶ τιµὴν καὶ δόξαν καὶ ἔπαινον καὶ προεδρίας καὶ δύναµιν καὶ ἀρχὰς καὶ τὸ ἐπὶ λόγοις εὐδοκιµεῖν καὶ τὸ ἐπὶ συνέσει εὐδαιµονίζεσθαι, χιτώνιόν τι πιναρὸν ἐνδύσῃ καὶ σχῆµα δουλοπρεπὲς ἀναλήψῃ καὶ µοχλία καὶ γλυφεῖα καὶ κοπέας καὶ κολαπτῆρας ἐν ταῖν χεροῖν ἕξεις κάτω νενευκὼς εἰς τὸ ἔργον, χαµαι πετὴς καὶ χαµαίζηλος καὶ πάντα τρόπον ταπει νός, ἀνακύπτων δὲ οὐδέποτε οὐδὲ ἀνδρῶδες οὐδὲ ἐλεύθερον οὐδὲν ἐπινοῶν, ἀλλὰ τὰ µὲν ἔργα ὅπως εὔρυθµα καὶ εὐσχήµονα ἔσται σοι προνοῶν, ὅπως δὲ αὐτὸς εὔρυθµός τε καὶ κόσµιος ἔσῃ, ἥκιστα πεφροντικώς, ἀλλ ἀτιµότερον ποιῶν σεαυτὸν λίθων. Ταῦτα ἔτι λεγούσης αὐτῆς οὐ περιµείνας ἐγὼ τὸ τέλος τῶν λόγων ἀναστὰς ἀπεφηνάµην, καὶ τὴν ἄµορφον ἐκείνην καὶ ἐργατικὴν ἀπολιπὼν µετέβαινον πρὸς τὴν Παιδείαν µάλα γεγηθώς, καὶ µάλιστα ἐπεί µοι καὶ εἰς νοῦν ἦλθεν ἡ σκυτάλη καὶ ὅτι πληγὰς εὐθὺς οὐκ ὀλίγας ἀρχοµένῳ µοι χθὲς ἐνετρίψατο. ἡ δὲ ἀπολειφθεῖσα τὸ µὲν πρῶτον ἠγανάκτει καὶ τὼ χεῖρε συνεκρότει καὶ τοὺς ὀδόντας συνέπριε τέλος δέ, ὥσπερ τὴν Νιόβην ἀκούοµεν, ἐπεπήγει καὶ εἰς λίθον µετε βέβλητο. εἰ δὲ παράδοξα ἔπαθε, µὴ ἀπιστή σητε θαυµατοποιοὶ γὰρ οἱ ὄνειροι. Η ἑτέρα δὲ πρός µε ἀπιδοῦσα, Τοιγαροῦν ἀµείψοµαί σε, ἔφη, τῆσδε τῆς δικαιοσύνης, ὅτι καλῶς τὴν δίκην ἐδίκασας, καὶ ἐλθὲ ἤδη, ἐπίβηθι τούτου τοῦ ὀχήµατος, δείξασά τι ὄχηµα ὑπο πτέρων ἵππων τινῶν τῷ Πηγάσῳ ἐοικότων ὅπως εἰδῇς οἷα καὶ ἡλίκα µὴ ἀκολουθήσας ἐµοὶ ἀγνοήσειν ἔµελλες. ἐπεὶ δὲ ἀνῆλθον, ἡ µὲν ἤλαυνε καὶ ὑφηνιόχει, ἀρθεὶς δὲ εἰς ὕψος ἐγὼ ἐπεσκόπουν ἀπὸ τῆς ἕω ἀρξάµενος ἄχρι πρὸς τὰ ἑσπέρια πόλεις καὶ ἔθνη καὶ δήµους, καθάπερ ὁ Τριπτόλεµος ἀποσπείρων τι εἰς τὴν γῆν. οὐκέτι µέντοι µέµνηµαι ὅ τι τὸ σπειρόµενον ἐκεῖνο ἦν, πλὴν τοῦτο µόνον ὅτι κάτωθεν ἀφορῶντες ἄνθρω ποι ἐπῄνουν καὶ µετ εὐφηµίας καθ οὓς γενοίµην τῇ πτήσει παρέπεµπον. είξασα δέ µοι τὰ τοσαῦτα κἀµὲ τοῖς ἐπαινοῦ σιν ἐκείνοις ἐπανήγαγεν αὖθις, οὐκέτι τὴν αὐτὴν ἐσθῆτα ἐκείνην ἐνδεδυκότα ἣν εἶχον ἀφιπτάµενος, ἀλλά µοι ἐδόκουν εὐπάρυφός τις ἐπανήκειν. καταλαβοῦσα οὖν καὶ τὸν πατέρα ἑστῶτα καὶ περιµένοντα ἐδείκνυεν αὐτῷ ἐκείνη τὴν ἐσθῆτα κἀµέ, οἷος ἥκοιµι, καί τι καὶ ὑπέµνησεν οἷα µικροῦ δεῖν περὶ ἐµοῦ ἐβουλεύσαντο. Ταῦτα µέµνηµαι ἰδὼν ἀντίπαις ἔτι ὤν, ἐµοὶ δοκεῖν ἐκταραχθεὶς πρὸς τὸν τῶν πληγῶν φόβον. Μεταξὺ δὲ λέγοντος, Ηράκλεις, ἔφη τις, ὡς µακρὸν τὸ ἐνύπνιον καὶ δικανικόν. εἶτ ἄλλος ὑπέκρουσε, Χειµερινὸς ὄνειρος, ὅτε µή κισταί εἰσιν αἱ νύκτες, ἢ τάχα που τριέσπερος, ὥσπερ ὁ Ηρακλῆς, καὶ αὐτός ἐστι. τί δ οὖν ἐπῆλθεν αὐτῷ ληρῆσαι ταῦτα πρὸς ἡµᾶς καὶ µνησθῆναι παιδικῆς νυκτὸς καὶ ὀνείρων παλαιῶν καὶ γεγηρακότων; ἕωλος γὰρ ἡ ψυχρολογία. µὴ ὀνείρων τινὰς ὑποκριτὰς ἡµᾶς ὑπείληφεν; οὔκ, ὦγαθέ οὐδὲ γὰρ ὁ Ξενοφῶν ποτε διηγούµενος τὸ ἐνύπνιον, ὡς ἐδόκει αὐτῷ κεραυνὸς ἐµπεσὼν καίειν τὴν πατρῴαν οἰκίαν καὶ τὰ ἄλλα, ἴστε γάρ οὐχ ὑπόκρισιν τὴν ὄψιν οὐδ ὡς φλυαρεῖν ἐγνω κὼς αὐτὰ διεξῄει, καὶ ταῦτα ἐν πολέµῳ καὶ ἀπογνώσει πραγµάτων, περιεστώτων πολεµίων, ἀλλά τι καὶ χρήσιµον εἶχεν ἡ διήγησις. Καὶ τοίνυν κἀγὼ τοῦτον τὸν ὄνειρον ὑµῖν διηγησάµην ἐκείνου ἕνεκα, ὅπως οἱ νέοι πρὸς τὰ βελτίω τρέπωνται καὶ παιδείας ἔχωνται, καὶ µάλιστα εἴ τις αὐτῶν ὑπὸ πενίας ἐθελοκακεῖ καὶ πρὸς τὴν ἥττω ἀποκλίνει, φύσιν οὐκ ἀγεννῆ διαφθείρων. ἐπιρρωσθήσεται εὖ οἶδ ὅτι κἀκεῖνος ἀκούσας τοῦ µύθου, ἱκανὸν ἑαυτῷ παράδειγµα ἐµὲ προστησάµενος, ἐννοῶν οἷος µὲν ὢν πρὸς τὰ κάλλιστα ὥρµησα καὶ παιδείας ἐπεθύµησα, µηδὲν ἀποδειλιάσας πρὸς τὴν πενίαν τὴν τότε, οἷος δὲ πρὸς ὑµᾶς ἐπανελήλυθα, εἰ καὶ µηδὲν ἄλλο, οὐδενὸς γοῦν τῶν λιθογλύφων ἀδοξότερος.