Προτεινόμενες λύσεις Πανελλήνιες 2016 ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ 18/5/2016 Διδαγμένο κείμενο Α1. Μετάφραση Και με ανάλογο τρόπο οι οικοδόμοι και όλοι οι υπόλοιποι (τεχνίτες) γιατί χτίζοντας τα σπίτια με καλό τρόπο θα γίνουν καλοί οικοδόμοι, χτίζοντάς τα με κακό τρόπο (θα γίνουν) κακοί. Γιατί, αν τα πράγματα δεν ήταν έτσι, (ή αν δε συνέβαιναν έτσι τα πράγματα), καθόλου δεν θα χρειαζόταν ο άνθρωπος που θα δίδασκε, αλλά όλοι θα γινόταν καλοί ή κακοί (ή όλοι οι τεχνίτες θα ήταν καλοί ή κακοί από τη γέννησή τους). Το ίδιο, λοιπόν, συμβαίνει με τις αρετές δηλαδή, κάνοντας όσα συμβαίνουν στη συναλλαγή μας με τους άλλους ανθρώπους γινόμαστε άλλοι δίκαιοι και άλλοι άδικοι, ενώ κάνοντας όσα έχουν μέσα τους το στοιχείο του φόβου και συνηθίζοντας να φοβόμαστε ή να έχουμε θάρρος γινόμαστε άλλοι ανδρείοι και άλλοι δειλοί. Το ίδιο συμβαίνει και με τις επιθυμίες και με την οργή, δηλαδή άλλοι σώφρονες και πράοι (ήρεμοι) γίνονται, ενώ άλλοι ακόλαστοι και οργίλοι. Οι πρώτοι με το να συμπεριφέρονται σ αυτά με αυτόν τον συγκεκριμένο τρόπο και οι άλλοι με τον άλλο. Με δύο λόγια, λοιπόν, τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας διαμορφώνονται με τις όμοιες ενέργειες. Γι αυτό πρέπει στις ενέργειές μας να προσδίδουμε μια ορισμένη ποιότητα επειδή σύμφωνα με τις διαφορές αυτών των ενεργειών ακολουθούν (διαμορφώνονται) τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας. Β1. «καί διαφέρει τούτῳ πολιτεία πολιτείας ἀγαθὴ φαύλης»: με τη φράση αυτή ο Αριστοτέλης θέλει να συνδέσει την αξία των πολιτευμάτων με την ηθική αρετή των πολιτών (που την αποκτούν με τη βοήθεια των νομοθετών). Ο Αριστοτέλης συνήθως κάνει διάκριση ανάμεσα στα ορθά πολιτεύματα και τις παρεκβάσεις τους, δηλαδή τις εκτροπές από αυτά. Αυτή τη διάκριση τη συναντούμε και Σελίδα 1 / 6
στα Πολιτικά. Ως προς τη σημασία, λοιπόν, της λέξης «φαύλης», το επίθετο φαῦλος έχει στο κείμενο σημασία διαφορετική από τη συνηθισμένη. Συνήθως σημαίνει «ασήμαντος», «κακός», «ευτελής». Όμως, ο Αριστοτέλης εννοεί με αυτή τη φράση όχι το κακό πολίτευμα, αλλά το λιγότερο καλό. Δηλαδή κατά τον Αριστοτέλη δεν υπάρχουν κακά πολιτεύματα, υπάρχουν καλά και λιγότερο καλά. Σε αντίθεση με τον Πλάτωνα, ο οποίος πίστευε ότι υπάρχει ένα σωστό πολίτευμα, η ιδανική πολιτεία, ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι όλες οι μορφές των πολιτευμάτων έχουν θετικές και αρνητικές πλευρές. Στη συγκεκριμένη φράση προϋποτίθεται ότι ο νομοθέτης επιδιώκει σε κάθε περίπτωση το καλό των πολιτών απλώς μπορεί να μην έχει πάντοτε επιτυχία στον στόχο του αυτόν. Παρόμοια, σε άλλο χωρίο των Ηθικών Νιχομαχείων, ο Αριστοτέλης κάνει λόγο για νόμο που είναι κείμενος ὀρθῶς και έχει επιτυχία, και για νόμο ἀπεσχεδιασμένον (δηλαδή προχειροφτιαγμένο), που δεν έχει επιτυχία. Το κριτήριο, λοιπόν, που κάνει ένα πολίτευμα καλό ή λιγότερο καλό (φαύλο) είναι το αν και κατά πόσο οι νομοθέτες βοήθησαν τον πολίτη να κατακτήσει με τη δική τους καθοδήγηση την αρετή και κατ επέκταση την ευδαιμονία. «καὶ διὰ τῶν αὐτῶν καὶ γίνεται πᾶσα ἀρετὴ καὶ φθείρεται»: ο Αριστοτέλης αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίον κατατακτάται η ηθική αρετή. Στο πλαίσιο λοιπόν αυτό αναφέρει ότι «κάθε αρετή γίνεται και φθείρεται» για τις ίδιες αιτίες και με τα ίδια μέσα. Τα ρήματα γίνεται και φθείρεται μας παραπέμπουν στο ζεύγος λέξεων γένεσις και φθορά που απασχόλησαν πολύ τη φιλοσοφική του σκέψη. Μάλιστα, υπάρχει και ένα έργο του Αριστοτέλη με τίτλο «Περί γενέσεως καί φθορᾶς». Και τα δύο αυτά μέλη της αντίθεσης έχουν στην ενότητα αυτή άμεση σχέση τόσο με τον εθισμό όσο και με την ηθική πράξη. Εκείνο, δηλαδή, που έχει κυρίως σημασία είναι η άσκηση και ο εθισμός, η ποιότητα των ενεργειών του ανθρώπου, οι καλοί ή κακοί τρόποι δράσης και συμπεριφοράς. Ανάλογα με αυτούς, διαμορφώνονται οι καλές ή κακές συνήθειες, που διαμορφώνουν και τις ηθικές αρετές. Πιο συγκεκριμένα, οι αρετές καλλιεργούνται και γίνονται κτήμα των ανθρώπων με την κατάλληλη άσκηση και τον εθισμό τους σ' αυτές από τη μικρή ηλικία, αφού έχουν οι ίδιοι αναγνωρίσει από πριν την αξία της ηθικής πράξης για την ολοκλήρωσή τους μέσω της κατάκτησης της ηθικής αρετής. Αντιθέτως, με την προσφορά μιας ακατάλληλης εκπαίδευσης και εφόσον οι άνθρωποι δεν είναι σε θέση να αναγνωρίσουν τα γνήσια ηθικά πρότυπα ζωής, δεν θα προσεγγίσουν ποτέ τις ηθικές αξίες, αλλά θα βαδίζουν παραδομένοι στα πάθη τους, Σελίδα 2 / 6
απομακρυσμένοι από την ανακάλυψη και την αξιοποίηση των «φύσει» στοιχείων της οντότητάς τους. Κάνοντας, επομένως, χρήση των ίδιων στοιχείων, αλλά από διαφορετικές αφετηρίες κινούμενοι, άλλοι άνθρωποι θα οδηγηθούν στην αρετή και θα γίνουν ηθικοί («γίνεται πᾶσα ἀρετή») και άλλοι θα απομακρυνθούν από την απόκτησή της και έτσι η αρετή θα εκφυλιστεί («φθείρεται»). «ἐκ τῶν ὁμοίων ἐνεργειῶν αἱ ἕξεις γίνονται»: η λέξη ἕξις προέρχεται από το ρήμα ἔχω (μέλλ.: ἕξω από το θέμα σεχ- < Ηεχ- < έχ- + παραγωγική κατάληξη - σις, η οποία δηλώνει ενέργεια). Η αρχική σημασία της λέξης ἕξις στα αρχαία ελληνικά είναι το να έχει κανείς συνέχεια κάτι που το έχει αποκτήσει (πβ. τη γνωστή φράση έξις δευτέρα φύσις= η ιδιότητα που αποκτήθηκε με τον εθισμό είναι μόνιμη και σταθερή, σαν να υπάρχει από τη φύση). Η ἕξις όμως δεν είναι μόνο ενέργεια, είναι και αυτό που την ακολουθεί: η μόνιμη κατάσταση, η ιδιότητα που προκύπτει από συνήθεια ή από άσκηση και με αυτήν την σημασία τη χρησιμοποιεί ο Αριστοτέλης, δίνοντάς της ηθικό περιεχόμενο (ἕξεις: τα μόνιμα ηθικά γνωρίσματα, τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας, καλά ή κακά). Στα νέα ελληνικά η λέξη έξη έχει κυρίως ψυχολογικό περιεχόμενο και είναι η συνήθεια (ή ο τρόπος συμπεριφοράς) ως αποτέλεσμα επανάληψης, μάθησης ή συνεχούς επίδρασης του ίδιου παράγοντα. Επομένως οι αρετές είναι έξεις (μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα) που δημιουργούνται με την επανάληψη όμοιων ενεργειών από μικρή ηλικία. Όπως διαβάζουμε αλλού στα Ηθικά Νικομάχεια, συμβαίνει και το αντίστροφο: οι ἕξεις γίνονται η πηγή των αντίστοιχων ενεργειών, και έτσι δημιουργείται ένας κύκλος. Ας πάρουμε ως παράδειγμα την ανδρεία: συνηθίζοντας να περιφρονούμε τους κινδύνους γινόμαστε ανδρείοι, και, αφού γίνουμε ανδρείοι, μπορούμε να αντιμετωπίζουμε ακόμη καλύτερα αυτά που προκαλούν φόβο. Β2. α) Ο Αριστοτέλης θέλει να αποδείξει ότι η διαδικασία απόκτησης των αρετών είναι όμοια με τη διαδικασία απόκτησης των τεχνών. Όπως, δηλαδή, εξασκούμενος κάποιος με τον σωστό ή με τον λάθος τρόπο σε κάποια τέχνη, γίνεται καλός ή κακός τεχνίτης, έτσι και ενεργώντας με τον σωστό ή τον λανθασμένο τρόπο σε δραστηριότητες της καθημερινής του ζωής, ο άνθρωπος αποκτά ένα καλό ή κακό στοιχείο στον χαρακτήρα του. Στη συγκεκριμένη αναλογία μάς οδηγεί το επίρρημα οὕτω, καθώς και το επίρρημα ὁμοίως. Το οὕτω δηλαδή συνδέει με τα προηγούμενα και δηλώνει αναλογία προς αυτά. Σε αυτό εμπεριέχεται ό,τι έχει ειπωθεί παραπάνω, που αποτελεί το α σκέλος της Σελίδα 3 / 6
αναλογίας. Τέλος, με το επίρρημα ὁμοίως ο Αριστοτέλης περνά στα συναισθήματα και στις ψυχικές διακυμάνσεις. Σημείωση ως προς τη συλλογιστική πορεία: Η ολοκληρωμένη εικόνα της αναλογίας και κυρίως το α σκέλος αυτής υπάρχει στο κείμενο του Αριστοτέλη, αλλά όχι στο χωρίο, το οποίο ζητείται να σχολιαστεί από τους μαθητές. Θεωρούμε δεδομένο ότι με το επίρρημα οὕτω εννοούνται όσα λέει ο φιλόσοφος και παραπάνω (από το δοθέν προς σχολιασμό απόσπασμα), αν και η επιλογή μόνο του συγκεκριμένου αποσπάσματος προς σχολιασμό θα μπορούσε να θεωρηθεί άστοχη και ασαφής. Και αυτό, γιατί το συγκεκριμένο απόσπασμα δεν έχει μία ολοκληρωμένη συλλογιστική πορεία. Αν θεωρηθεί αναλογία, λείπει η ανάπτυξη του α σκέλους αυτής (αυτό δηλαδή που συμβαίνει με τις τέχνες), ενώ αν θεωρηθεί επαγωγικός συλλογισμός λείπει το συμπέρασμα αυτού. Πιο συγκεκριμένα, ο επαγωγικός συλλογισμός που φαίνεται να αναπτύσσεται διακόπτεται και πάλι, καθώς αφαιρείται από το δοθέν απόσπασμα το συμπέρασμά του, που είναι «Καὶ ἑνὶ δὴ λόγῳ ἐκ τῶν ὁμοίων ἐνεργειῶν αἱ ἕξεις γίνονται». Επομένως, η ολοκληρωμένη εικόνα είτε της αναλογίας είτε του επαγωγικού συλλογισμού μπορεί τελικά να γίνει κατανοητή μόνο αν λάβουμε υπόψη όσα λέγονται πριν και μετά από το δοθέν απόσπασμα του υπουργείου. β) Ο Αριστοτέλης τεκμηριώνει την παραπάνω άποψη μέσα από συγκεκριμένα παραδείγματα. Πιο συγκεκριμένα: στις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους, άλλοι γινόμαστε δίκαιοι και άλλοι άδικοι, ανάλογα με τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφερόμαστε στους άλλους, στα πράγματα που μας προξενούν τον φόβο, άλλοι συνηθίζουμε να φοβόμαστε (οπότε γινόμαστε δειλοί) και άλλοι συνηθίζουμε να δείχνουμε θάρρος και γινόμαστε γενναίοι, σχετικά με τις επιθυμίες μας, άλλοι από εμάς συνηθίζουμε να τις αντιμετωπίζουμε συγκρατημένοι και έτσι γινόμαστε εγκρατείς και άλλοι συνηθίζουμε να υποκύπτουν σε αυτές και γινόμαστε ακόλαστοι και σχετικά με τα πράγματα που μας προξενούν οργή, άλλοι συνηθίζουμε να τα αντιμετωπίζουμε με ηρεμία και γινόμαστε πράοι και άλλοι συνηθίζουμε να τα αντιμετωπίζουμε με βίαιο τρόπο και γινόμαστε οργίλοι. Σελίδα 4 / 6
Β3. Εισαγωγή, σχολικό βιβλίο σελίδα 128: «Ένας λόγιος... η ψυχοσύνθεση του Πλάτωνα». Β4. γηγενής: γινόμενον (και γενικά οποιαδήποτε παράγωγο του ρήματος γίγνομαι) εσθλός: ἐστίν (και γενικά οποιοδήποτε παράγωγο του ρήματος εἰμί) μισαλλοδοξία: συναλλάγμασι δέος: δεινοῖς, δειλοί στρεβλός: ἀναστρέφεσθαι Αδίδακτο κείμενο Γ1. Μετάφραση Μου φαίνεται, είπα εγώ, ότι αναφέρεις ικανοποιητικό αποδεικτικό στοιχείο, ότι δηλαδή δεν είναι αυτή η τέχνη των ρητόρων, την οποία, αν αποκτούσε κάποιος, θα ήταν ευτυχισμένος. Και όμως εγώ νόμιζα ότι κάπου εδώ θα φανεί η ειδική γνώση, την οποία βέβαια από παλιά επιζητούμε. Και πράγματι και οι ίδιοι οι άντρες, οι ρήτορες, όταν συναναστρέφομαι με αυτούς, μου φαίνονται ότι είναι πάρα πολύ σοφοί, Κλεινία, και η ίδια η τέχνη τους είναι θεϊκή και ανώτερη. Κι όμως δεν είναι καθόλου παράδοξο γιατί αποτελεί μέρος της τέχνης των μάγων και (είναι) λίγο κατώτερη από εκείνη. Γιατί αφενός (η τέχνη) των μάγων είναι γήτεμα και των φιδιών και των αραχνών και των σκορπιών και των άλλων ζώων και ασθενειών, αφετέρου (η τέχνη των λογοποιών) τυχαίνει να γοητεύει και να παρηγορεί και τους δικαστές και τα μέλη της εκκλησίας του δήμου και τα υπόλοιπα πλήθη. Γ2. φάτε τινῶν εὒδαιμον ᾠήθη πεφάνθω παλαίτερον κήλησι τύχοιεν ἐσομέναις Σελίδα 5 / 6
Γ3.α. μοι: δοτική προσωπική του κρίνοντος προσώπου στο «δοκεῖς» εὐδαίμων: κατηγορούμενο στο «τις» μέσω του συνδετικού ρήματος «ἄν εἲη» ἣν: αντικείμενο στο «ζητοῦμεν» ἐκείνης: γενική συγκριτική στο «ὑποδεεστέρα» οὖσα: κατηγορηματική μετοχή γιατί εξαρτάται από το ρήμα «τυγχάνει» και αναφέρεται στο υποκείμενο «ἡ δέ» Γ3.β. κτησάμενος: επιρρηματική υποθετική μετοχή, συνημμένη στο υποκείμενο του ρήματος «τις» και λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός της προϋπόθεσης στο ρήμα «ἄν εἲη». Συνιστά λανθάνοντα υποθετικό λόγο. Η απόδοση είναι το «ἄν εἲη» (δυνητική ευκτική). Άρα έχουμε την απλή σκέψη του λέγοντος. Επομένως στην υπόθεση θέλουμε εἰ ευκτική. Υπόθεση εἰ κτήσαιτο Απόδοση ἄν εἲη επιμέλεια// Γιάννηλερ Κατερίνα Τσιότσιου Όλγα Σελίδα 6 / 6