ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑ ΑΣ ΗΜΕΡΙ Α «Παράνοµες Μεταποιητικές ραστηριότητες στον Αστικό Ιστό» Τίτλος Εισήγησης: «Παράνοµες µεταποιητικές επιχειρήσεις στο Νοµό Αττικής» Εισηγήτρια: κα Ν. Μπένου Καπέλη, Εντεταλµένη Νοµαρχιακή Σύµβουλος Αθηνών ΕΒΕΑ, 9 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2004 1
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ Η ίδρυση και λειτουργία εργαστηρίων, εργοστασίων και οι βιοµηχανικών αποθηκών διέπεται από τις διατάξεις του Ν.2516/97 (ΦΕΚ159Α) «Ίδρυση και λειτουργία βιοτεχνικών εγκαταστάσεων κλπ» και του Ν.2965/01 (ΦΕΚ 270Α) «Βιώσιµη ανάπτυξη Αττικής και άλλες διατάξεις», οι οποίες υλοποιούνται από τις Νοµαρχιακές Υπηρεσίες Βιοµηχανίας. Σύµφωνα µε τις ανωτέρω διατάξεις χορηγείται κατ αρχήν η άδεια εγκατάστασης και µετά την υλοποίηση των όρων αυτής χορηγείται η άδεια λειτουργίας. Πριν από την εφαρµογή του Ν.2965/01 στις 23-11-01, ίσχυσε για δέκα επτά χρόνια το Π..84/84. Η ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ Αν θελήσουµε να προσδιορίσουµε τη χρονική περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας δηµιουργήθηκε κατά κύριο λόγο το πρόβληµα το οποίο εξετάζουµε, αυτή η περίοδος είναι εκείνη της εφαρµογής του Π 84/84 και του Ν.2965/01, δηλαδή από το 1984 µέχρι σήµερα. Οι λόγοι εξαιτίας των οποίων δηµιουργήθηκε το υπόψη πρόβληµα είναι κατά τη γνώµη µας οι εξής: Περίοδος του Π 84/84 Η εικοσαετής εφαρµογή του Π..84/84 είχε σαν αποτέλεσµα αφ ενός µεν την προστασία του περιβάλλοντος επειδή απαγόρευε την ίδρυση ενός µεγάλου αριθµού µεταποιητικών δραστηριοτήτων επιτρέποντας περιορισµένο αριθµό, κυρίως µη ρυπογόνων µεταποιητικών επιχειρήσεων αφ ετέρου δε την ίδρυση µεγάλου αριθµού από τις αποκλεισµένες δραστηριότητες οι οποίες πέρασαν αναγκαστικά στην παρανοµία. Ο αποκλεισµός εποµένως µεγάλου αριθµού µεταποιητικών επιχειρήσεων, είναι ένας πρώτος λόγος δηµιουργίας παράνοµων επιχειρήσεων. Επί πλέον, η φιλοσοφία του Π..84/84 περιείχε αντιφάσεις οι οποίες συνέβαλαν στη δηµιουργία του προβλήµατος που εξετάζουµε και συγκεκριµένα η απαγόρευση της ίδρυσης στη Βιοµηχανική Περιοχή µίας µονάδας η οποία επιτρεπόταν να ιδρυθεί στη περιοχή Γενικής Κατοικίας. Παραδείγµατος χάριν επέτρεπε την ίδρυση ξυλουργείων και µονάδων µεταλλικών κατασκευών στις Βιοµηχανικές Περιοχές ενώ οι καθηµερινές ανάγκες των ανθρώπων απαιτούσαν τη λειτουργία των επιχειρήσεων αυτών εκεί που αυτοί ζούσαν, δηλαδή στις περιοχές Γενικής Κατοικίας. Αντίθετα, δεν επέτρεπε την ίδρυση στις Βιοµηχανικές Περιοχές των επαγγελµατικών εργαστηρίων όπως είναι τα φασονάδικα, εργαστήρια τροφίµων κλπ των οποίων όµως η ίδρυση επιτρεπόταν στη περιοχή Γενικής Κατοικίας. Και όµως, στη δεύτερη δεκαετία της εικοσαετούς ζωής του Π..84/84, προκειµένου να εξασφαλίσουν οι επιχειρηµατίες τη λειτουργία των επιχειρήσεών τους χωρίς τις διαµαρτυρίες ή τις καταγγελίες των περιοίκων όπως συχνά συνέβαινε στη Γενική Κατοικία, ζητούσαν να ιδρύσουν τις µονάδες τους στις Βιοµηχανικές Περιοχές που όµως απαγορευόταν. Τα αποτελέσµατα αυτής της κατάστασης ήταν να ιδρυθούν για διαφορετικούς λόγους, παράνοµα µεταποιητικές µονάδες κυρίως στη περιοχή Γενικής Κατοικίας όπου τα ενοίκια ήσαν προσιτά, δηλαδή στον αστικό ιστό. Η µεγάλη καθυστέρηση στη δηµιουργία νέων Βιοµηχανικών Περιοχών στις οποίες επιτρεπόταν η ίδρυση µικρών επαγγελµατικών εργαστηρίων όπως είναι τα µικρά ξυλουργεία και εργαστήρια αλουµινοκατασκευών είχε σαν αποτέλεσµα να αναγκάσει αυτής της κατηγορίας τους µικροβιοτέχνες να εγκατασταθούν στη Γενική Κατοικία. Αυτό συνέβη διότι οι υπάρχουσες Βιοµηχανικές Περιοχές είναι από µακρού κορεσµένες και τα τριάντα τέσσερα βιοτεχνικά πάρκα που ήσαν προγραµµατισµένα να ιδρυθούν από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 σήµερα είναι έτοιµα µόλις τέσσερα. Εξάλλου τα νοίκια στις βιοµηχανικές περιοχές είναι απαγορευτικά για τους µικροεπενδυτές. Εκτός όµως από τις απαγορεύσεις του Π..84/84 σχετικά µε την ίδρυση µεταποιητικών µονάδων, στη δηµιουργία του προβλήµατος συνέβαλε και ένας άλλος λόγος ο οποίος έχει σχέση µε το µικρό ύψος της εγκατεστηµένης ισχύος των µονάδων οι οποίες επιτρέπονταν να ιδρυθούν, το οποίο ήταν 15ΗΡ (ίπποι) κινητήρια ισχύς και 50KW (κιλοβάτ) θερµική ισχύς για τη Γενική Κατοικία, όπου λειτουργεί σήµερα ένας µεγάλος αριθµός των παράνοµων µεταποιητικών επιχειρήσεων. Όµως οι πιο πολλές από αυτές τις µικροµονάδες, είχαν ανάγκη µεγαλύτερης κινητήριας κυρίως ισχύος για να λειτουργήσουν, περίπου 25ΗΡ (ίπποι), όπως προκύπτει από την εµπειρία των νοµαρχιακών 2
Υπηρεσιών Βιοµηχανίας και των Εµποροβιοµηχανικών Επιµελητηρίων, γεγονός το οποίο τις απέτρεπε να ζητήσουν την άδεια εγκατάστασης και προτιµούσαν να περάσουν στη παρανοµία. Η έναρξη της λειτουργίας των µονάδων αυτών ήταν κατορθωτή διότι η Εφορία δεν ήταν υποχρεωµένη να ζητήσει την άδεια εγκατάστασης προκειµένου να χορηγήσει βεβαίωση έναρξης εργασιών. Κατά συνέπεια, οι επιχειρήσεις αυτές θεωρούσαν τα βιβλία τους και έκαναν έναρξη της λειτουργίας τους χωρίς κανένα πρόβληµα. Από το 2001 και εντεύθεν, µε την εφαρµογή του Ν.2965/01, οι Εφορίες απαιτούν τη προσκόµιση της άδειας εγκατάστασης προκειµένου να χορηγήσουν Βεβαίωση έναρξης εργασιών. Αυτή η πρόβλεψη όµως του Ν.2965/01, αφορά µόνο τις νεοϊδρυόµενες µεταποιητικές επιχειρήσεις και όχι αυτές οι οποίες λειτουργούν πριν από την εφαρµογή του νόµου. Το αποτέλεσµα είναι ότι οι µονάδες εκείνες οι οποίες λειτουργούν από µακρού χωρίς άδεια λειτουργίας και ζητάνε τη περιοδική θεώρηση των οικονοµικών βιβλίων τους από τις ΟΥ, συνεχίζουν να λειτουργούν ανενόχλητα, τη ίδια στιγµή που ένα τµήµα της Πολιτείας (Υπηρεσία Βιοµηχανίας) τις αντιµετωπίζει σαν παράνοµη επιχείρηση και ένα άλλο ( ΟΥ) σαν νόµιµη. Η ηλεκτροδότηση από τη ΕΗ µίας µεταποιητικής επιχείρησης ήταν κατά κανόνα δυνατή, παρά το γεγονός ότι το Π..84/84 προέβλεπε τη προσκόµιση στη ΕΗ της άδειας εγκατάστασης προκειµένου να ηλεκτροδοτήσει τη µονάδα. Αυτό συνέβαινε κυρίως στα υφιστάµενα κτίρια τα οποία ήσαν ηλεκτροδοτηµένα πριν από την εγκατάσταση της βιοτεχνικής µονάδας και µάλιστα όταν το κτίριο είχε ηλεκτροδοτηθεί κανονικά πριν από την εφαρµογή του Π..84/84 για τη λειτουργία νόµιµης βιοτεχνικής επιχείρησης η οποία έπαυσε να λειτουργεί και στο κτίριο τη διαδέχθηκε µία µεταποιητική επιχείρηση η οποία όµως δεν µπορούσε να εφοδιασθεί µε άδεια λειτουργίας, δηλαδή επρόκειτο για µία διάδοχη κατάσταση από τη πλευρά της.ε.η. Εκείνο το οποίο είχε παρατηρηθεί επίσης, ήταν ότι ζητούσε η ΕΗ τη πρωτοκολληµένη στην Υπηρεσία Βιοµηχανίας αίτηση χορήγησης άδειας εγκατάστασης προκειµένου να κάνει τη σύµβαση µε το νέο χρήστη του κτιρίου, αγνοώντας ότι η απάντηση της Υπηρεσίας Βιοµηχανίας µπορεί να ήταν αρνητική. Αυτό συνέβαινε διότι κατά τη γνώµη µας δεν υπήρχε ένα αποτελεσµατικό θεσµικό πλαίσιο συνεργασίας µεταξύ των Υπηρεσιών Βιοµηχανίας, Πολεοδοµίας και της.ε.η. προκειµένου η τελευταία να ηλεκτροδοτήσει το κτίριο εγκατάστασης της µεταποιητικής επιχείρησης. Σήµερα και ιδίως µετά την εφαρµογή του Ν.2965/01, η ΕΗ απαιτεί πάντα την άδεια εγκατάστασης προκειµένου να ηλεκτροδοτήσει το κτίριο ή να κάνει σύµβαση µε το νέο χρήστη του ήδη ηλεκτροδοτηµένου κτιρίου. Περίοδος του Ν.2965/01 Ο νέος νόµος 2965/01 ο οποίος αντικατέστησε το Π 84/84 και ρυθµίζει θέµατα σχετικά µε την ίδρυση και τη λειτουργία της βιοµηχανίας στο Νοµό Αττικής, παρά το γεγονός ότι επιτρέπει την ίδρυση και στη Γενική Κατοικία όπως και στις Βιοµηχανικές Περιοχές, όλων των µεταποιητικών δραστηριοτήτων αρκεί να είναι χαµηλής όχλησης, θέτει προϋποθέσεις οι οποίες έχουν σαν συνέπεια τη συνέχιση και διόγκωση του προβλήµατος της δηµιουργίας παράνοµων µεταποιητικών µονάδων. Οι κυριότεροι λόγοι είναι οι εξής: Τα όρια της εγκατεστηµένης ισχύος για τις νεοϊδρυόµενες µονάδες στη Γενική Κατοικία εξακολουθούν να παραµένουν χαµηλά, 16ΗΡ (ίπποι) κινητήρια ισχύς και 50KW (κιλοβάτ) θερµική ισχύς, τη στιγµή που οι σηµερινές ανάγκες µίας ικανοποιητικής λειτουργίας για το πλήθος των µικροµονάδων όπως αναφέρθηκε παραπάνω, απαιτούν κινητήρια ισχύ περίπου 25ΗΡ (ίππων). Για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας των µονάδων εκείνων οι οποίες είχαν ιδρυθεί, επεκταθεί, εκσυγχρονισθεί ή µετεγκατασταθεί κατά παράβαση του Π..84/84, προϋπόθεση είναι να έχουν εγκατεστηµένη ισχύ 16ΗΡ (ίππους) κινητήρια ισχύ και 50KW (κιλοβάτ) θερµική για τη Γενική Κατοικία, τη στιγµή που οι µονάδες αυτές ήδη λειτουργούν κατά κανόνα µε µεγαλύτερη ισχύ. Αυτό σηµαίνει ότι δεν είναι δυνατή η νοµιµοποίησή τους στη θέση που λειτουργούν και έτσι συνεχίζουν να παραµένουν στην ανωνυµία και στη παρανοµία. Για τις ίδιες αυτές µονάδες (δηλαδή τις προς νοµιµοποίηση είτε αυτές ιδρύθηκαν πριν από την έκδοση του Ν.2965/01 είτε µετά) απαιτείται η προσκόµιση οικοδοµικής άδειας βιοτεχνικής 3
χρήσης προκειµένου να χορηγηθεί άδεια λειτουργίας. Οι εν λόγω µονάδες λειτουργούν κυρίως σε χώρους οι οποίοι έχουν οικοδοµική άδεια για χρήση καταστήµατος, αποθήκης ή κατοικίας. Η αναθεώρηση της οικοδοµικής άδειας λόγω αλλαγής χρήσης και συνηθέστατα λόγω κτιριακής διαρρύθµισης που έχει πραγµατοποιηθεί, είναι αρκετά δαπανηρή και το κόστος ανέρχεται στη καλύτερη περίπτωση στα 2000 ενώ µπορεί εύκολα να ξεπεράσει τα 6000 εάν έχουν γίνει οι συνηθισµένες πολεοδοµικές παραβάσεις στο κτίριο (σε άλλη θέση οι χώροι υγιεινής ή κατασκευή ενός γραφείου κλπ), µε αποτέλεσµα να αποτρέπεται ο βιοτέχνης στο να µπει στη διαδικασία της νοµιµοποίησης. Εάν µάλιστα η προς νοµιµοποίηση µονάδα λειτουργεί σε υπόγειο χώρο, τότε η χορήγηση άδειας λειτουργίας είναι αδύνατη αφού δεν µπορεί κατά κανόνα να εκδοθεί µε τα σηµερινά δεδοµένα οικοδοµική άδεια βιοτεχνικής χρήσης. Η πρόνοια του νόµου για τα εργαστήρια - εργοστάσια τα οποία δεν µπορούν νοµιµοποιηθούν στις θέσεις που λειτουργούν, να µετεγκατασταθούν στις βιοµηχανικές περιοχές και πάρκα είναι κενού περιεχοµένου αφού σ αυτές δεν υπάρχουν πλέον οικόπεδα ή κτίρια ενώ καθυστερεί η δηµιουργία νέων βιοµηχανικών περιοχών, όπως προαναφέραµε. Ελαιώνας Θα θέλαµε τέλος να αναφερθούµε στη περιοχή του Ελαιώνα µε τις πάµπολλες βιοτεχνικές µονάδες, µικρές και µεγάλες, είναι ιδιαίτερη περίπτωση η οποία συµβάλλει τα µέγιστα στη διαιώνιση του προβλήµατος. Οι πιο πολλές παράνοµες µεταποιητικές επιχειρήσεις οι οποίες λειτουργούν στον Ελαιώνα δεν µπορούν να νοµιµοποιηθούν είτε διότι δεν το επιτρέπει η χρήση γης είτε διότι δεν είναι δυνατή η έκδοση οικοδοµικής άδειας, διότι έχουν καθυστερήσει υπερβολικά οι σχετικές πολεοδοµικές ρυθµίσεις των οικοπέδων (πράξεις εφαρµογής). Η µόνη διέξοδος για τις µονάδες αυτές, είναι οι µετεγκατάσταση σε βιοµηχανικές περιοχές και πάρκα, που όµως δεν υπάρχουν όπως προαναφέραµε. Το αποτέλεσµα είναι να παραµένουν και να λειτουργούν στην ανωνυµία και στη παρανοµία. Η ΠΡΟΤΑΣΗ Η λύση στο πρόβληµα έχει δύο σκέλη. Το ένα αφορά στον εντοπισµό των παράνοµων µεταποιητικών µονάδων οι οποίες πολύ εύκολα θα µπορούσαν να εντοπισθούν αρκεί τα Βιοτεχνικά Επιµελητήρια να απαιτούσαν από τα µέλη τους τη προσκόµιση άδειας λειτουργίας προκειµένου να κάνουν την ετήσια ανανέωση της εγγραφής των ή οι Εφορίες να είχαν σαν προϋπόθεση για τη θεώρηση βιβλίων φορολογικών βιβλίων τη προσκόµιση της άδειας λειτουργίας. Ο κατ αυτόν τον τρόπο εντοπισµός των παράνοµων µεταποιητικών µονάδων θα είχε σαν αποτέλεσµα τη διακοπή λειτουργίας αυτών από τις Υπηρεσίες Βιοµηχανίας, αφού θα αδυνατούσαν να εφοδιασθούν µε άδεια λειτουργίας για τους λόγους που αναλυτικά εκθέσαµε στο κύριο µέρος της εισήγησής µας. Το άλλο σκέλος όµως και το οποίο θα θέλαµε να καταθέσουµε στη παρούσα συνάντηση, δίνει πραγµατική λύση στο πρόβληµα και συνίσταται στη λήψη µέτρων από τη πλευρά της Πολιτείας, όπως: 1. Τα όρια της εγκατεστηµένης ισχύος για τη Γενική Κατοικία να είναι τα 20KW για τα επαγγελµατικά εργαστήρια. 2. Για την εγκατάσταση επαγγελµατικών εργαστηρίων σε χώρους κύριας χρήσης, ανεξάρτητα πότε κατασκευάσθηκε το κτίριο, να µην απαιτείται αλλαγή χρήσης σε βιοτεχνική. 3. Να επιταχυνθούν οι πράξεις εφαρµογής των γηπέδων στον Ελαιώνα. 4. Να επιταχυνθούν οι διαδικασίες ίδρυσης και λειτουργίας των τριάντα τεσσάρων περίπου προγραµµατισµένων ΒΙΠΑ-ΒΙΟΠΑ, ώστε αυτά να λειτουργήσουν σύντοµα. 5. Εφόσον δροµολογηθούν προς τακτοποίηση οι εκκρεµότητες σε Ελαιώνα και ΒΙΠΑ-ΒΙΟΠΑ, η απαίτηση του Ν.2965/01 της προσκόµισης άδειας εγκατάστασης προκειµένου να χορηγηθεί από την Εφορία Βεβαίωσης έναρξης εργασιών, να επεκταθεί και στις υπόλοιπες περιπτώσεις. ηλαδή να απαιτείται η προσκόµιση άδειας λειτουργίας προκειµένου να γίνει από τις ΟΥ η µεταβίβαση από φορολογική άποψη των µεταποιητικών επιχειρήσεων. 4
6. Επίσης και µε την ίδιες όπως ακριβώς προηγούµενα προϋποθέσεις, να απαιτείται η προσκόµιση άπαξ, της άδειας λειτουργίας προκειµένου η Εφορία να κάνει θεώρηση των φορολογικών βιβλίων, µίας µεταποιητικής επιχείρησης εφόσον βεβαίως δεν έχουµε περίπτωση ίδρυσης ή µεταβίβασης. 7. Να θεσπισθεί εκ νέου η χορήγηση µε προϋποθέσεις της προθεσµίας προς µεταφορά και της τεχνικής ανασυγκρότησης την οποία προέβλεπε ο Ν.3214/55 ΚΑΙ κατάργησε ο Ν.2516/97 (ΦΕΚ159Α) Ίδρυση και λειτουργία βιοµηχανικών και βιοτεχνικών εγκαταστάσεων, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα στη µονάδα η οποία δεν µπορεί να νοµιµοποιηθεί, να µπορεί όµως να λειτουργεί µε όρους για ένα χρονικό διάστηµα µέχρις ότου να µετεγκατασταθεί. 5