γέννηµα καί θρέµµα Ρωµηοί Παπισµός καί Οὐνία Στίς ἡµέρες µας ὅλοι ἀσχολοῦνται µέ τό πρόβληµα πού ἀνέκυψε, δηλαδή τήν διείσδυση τοῦ Παπισµοῦ στίς ἀνατολικές χῶρες, ἐκεῖ ὅπου ὑπῆρχε ὁ λεγόµενος ὑ- παρκτός σοσιαλισµός. Ἡ διείσδυση αὐτή εἶναι φοβερή µέ συνταρακτικές συνέπειες. Ἀλλά ἀκόµη γίνεται λόγος καί γιά τήν δράση τῆς Οὐνίας, τήν ὁποία χρησιµοποιεῖ ὁ Πάπας σέ βάρος τῆς Ὀρθοδοξίας. Πολλοί µελετοῦν αὐτά τά προβλήµατα καί προτείνουν λύσεις. Μερικοί ἐξεπλάγησαν τώρα γιά τήν εἴσδυση τῆς Οὐνίας καί τήν στάση τοῦ Παπισµοῦ. Ἀλλά, ὅσοι βλέπαµε τά πράγµατα ἀπό παλαιότερα, καί διαθέταµε µιά ἐκκλησιολογική εὐαισθησία, δέν περιµέναµε τά σύγχρονα γεγονότα γιά νά ἐκφράσουµε τίς ἐπιφυλάξεις µας. Τόσο ἀπό τήν ἐκκλησιαστική ἱστορία, ὅσο καί ἀπό παλαιότερα γεγονότα γνωρίζαµε καλά ὅτι στόχος καί σκοπός τοῦ Παπισµοῦ εἶναι νά ὑποδουλώση τήν Ὀρθοδοξία ἤ τοὐλάχιστον νά τήν µειώση καί νά τήν θέση στό περιθώριο. Γιατί εἶναι γεγονός ὅτι ὁ ὀρθόδοξος τρόπος ζωῆς διαφέρει σαφῶς ἀπό τόν λεγόµενο φράγκικο τρόπο ζωῆς. Ἑποµένως δέν εἶναι καινούριο φαινόµενο, ἀλλά πολύ παλαιό, χρονολογεῖται τουλάχιστον δέκα αἰῶνες. Ὁ Παπισµός, διά τῆς Οὐνίας, προσπάθησε νά διαλύση τήν Ὀρθοδοξία καί γενικά τήν Ρωµηοσύνη, ἀφοῦ ἡ Οὐνία εἶναι στήν πραγµατικότητα ὁ δούρειος ἵππος τοῦ Παπισµοῦ. Πρέπει νά τονισθῆ ὅτι ἡ ὕπαρξη τῆς Οὐνίας εἶναι δόγµα τοῦ Παπισµοῦ, τῶν Φράγκων, γιά νά ὑποτάξη τούς Ὀρθοδόξους, καί νά διαλύση τήν Ὀρθοδοξία. Ἑποµένως, ἀφοῦ εἶναι δόγµα τοῦ Παπισµοῦ, δέν µποροῦµε ἁπλῶς νά πολεµοῦµε τήν Οὐνία, ἀλλά πρέπει νά στραφοῦµε καί πρός τόν Παπισµό, ὁ ὁποῖος δηµιούργησε αὐτόν τόν τρόπο προσηλυτισµοῦ τῶν Ὀρθοδόξων. Ἐπίσης, πρέπει νά ὑπογραµµισθῆ ὅτι ὁ σύγχρονος Παπισµός δέν εἶναι ἡ Παλαιά Ρωµαϊκή Ἐκκλησία, ἡ παλαιά Ρώµη, ἀλλά οἱ αἱρετικοί Φράγκοι, πού µισοῦσαν καί µισοῦν τήν Ὀρθοδοξία.
1. Ὁ σύγχρονος Παπισµός Μελετώντας τήν σχέση τοῦ Παπισµοῦ µέ τήν Ὀρθοδοξία ἤ καλύτερα τήν σχέση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας µέ τόν Παπισµό, πρέπει νά ποῦµε ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Παλαιᾶς Ρώµης µέχρι τό 1009 µ.χ., παρά τίς ὅποιες µικρές διαφορές στά ἤθη καί στά ἔθι- µα, ἦταν Ὀρθόδοξη. Δέν ξεχνοῦµε ὅτι πολλοί ἀρχαῖοι Πάπες συγκαταλέγονται στό ὀρθόδοξο ἁγιολόγιο, καί ὅτι ἡ Παλαιά Ρώµη ὑποστήριζε τόν Μ. Ἀθανάσιο, καί γενικά τούς ἀγῶνες τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν, ὅπως τοῦ Ἀρείου, τοῦ Μακεδονίου κλπ. Ἡ Παλαιά Ρώµη εἶχε κοινωνία καί ἑνότητα µέ τήν Νέα Ρώµη, πού ἦταν ἡ Κωνσταντινούπολη καί ὅλα τά Ὀρθόδοξα Πατριαρχεῖα, καί µαζί, ἐν κοινωνίᾳ καί ἑνότητι, συµµετεῖχαν στίς ἐργασίες τῶν Οἰκουµενικῶν Συνόδων, ἔχοντας τήν ἴ- δια διδασκαλία καί ζωή. Τό πρόβληµα ἄρχισε νά ἀναφύεται ὅταν ἐµφανίστηκαν στό προσκήνιο οἱ Φράγκοι, ἕνας βάρβαρος καί ἀπολίτιστος λαός, ὁ ὁποῖος ἔθεσε ὡς στόχο τήν κατάληψη τοῦ Παπικοῦ θρόνου, τήν ἀνασύσταση τῆς Δυτικῆς Αὐτοκρατορίας, τήν κυριαρχία στήν γνωστή σήµερα Εὐρώπη, καί φυσικά τήν ἐξόντωση τῆς Ἀνατολικῆς Αὐτοκρατορίας, τῆς λεγοµένης Ρωµηοσύνης. Ὁ Καθηγητής π. Ἰωάννης Ρωµανίδης ἔχει ἀσχοληθῆ ἰδιαιτέρως µέ τό θέµα αὐτό, πού θά ἀναπτύξουµε στήν συνέχεια, καί εἶναι πρωτοπόρος στήν παρουσίαση τῆς ἀπόψεως ὅτι ἡ σύγχρονη λεγοµένη Ρωµαϊκή Ἐκκλησία στήν πραγµατικότητα εἶναι φράγκικη. Ὅλες οἱ ἀπόψεις πού θά ἐκτεθοῦν πιό κάτω βρίσκονται ἀναλυτικά καί τεκµηριωµένα στό βιβλίο του «Ρωµηοσύνη». Οἱ Φράγκοι παρουσιάσθηκαν ὡς Ὀρθόδοξοι, πολέµιοι τῶν Ἀρειανῶν, στήν πραγµατικότητα ὅµως ἦταν κατ ὄνοµα Χριστιανοί, ἀφοῦ παρέµειναν στίς πεποιθήσεις τους εἰδωλολάτρες, ἐπειδή προσήρµοσαν τήν Ὀρθοδοξία στίς φράγκικες εἰδωλολατρικές δεισιδαιµονίες τους. Ετσι στήν Δύση µέχρι τόν 8ο αἰώνα µ.χ. ὑπῆρχαν ἀπό τήν µιά πλευρά οἱ Ρωµαῖοι, µέ ἕδρα τήν Παλαιά Ρώµη, πού ἦταν Ὀρθόδοξοι καί ἑνωµένοι µέ τήν Ὀρθόδοξη Ἀνατολική Ἐκκλησία, καί ἀπό τήν ἄλλη οἱ Φράγκοι, πού εἶχαν δική τους ἱεραρχία καί ἐπεδίωκαν νά κυριαρχήσουν στό δυτικό µέρος τῆς Ρωµαϊκῆς Αὐτοκρατορίας.
Τό ἔτος 794 µ.χ. οἱ Φράγκοι κατεδίκασαν τήν Ζ' Οἰκουµενική Σύνοδο, πού ἐθέσπισε τήν τιµητική προσκύνηση τῶν ἱερῶν εἰκόνων. Εἶναι δέ γνωστό ὅτι ἡ Δυτική Ρω- µαϊκή Ἐκκλησία δέχθηκε τίς ἀποφάσεις τῆς Ζ' Οἰκουµενικῆς Συνόδου. Παρά τίς ἀντιδράσεις τῶν Ὀρθοδόξων Παπῶν οἱ Φράγκοι τό 809 µ.χ. ἀνεκήρυξαν ὡς δόγµα τήν προσθήκη τοῦ filioque, ὅτι δηλαδή τό Ἅγιον Πνεῦµα ἐκπορεύεται καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ, ὄχι ἐκ µόνου τοῦ Πατρός, ὅπως πιστεύει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἔτσι, ἐνῶ οἱ Ὀρθόδοξοι Πάπες δέχθηκαν τίς ἀποφάσεις τῆς Ζ' Οἰκουµενικῆς Συνόδου καί ἀπέρριψαν τήν προσθήκη τοῦ filioque, οἱ Φράγκοι ἔκαναν τά ἀντίθετα. Μάλιστα, ὁ τότε Ὀρθόδοξος Πάπας τῆς Ρώµης Λέων Γ' ἀντέδρασε µέ τό νά χαράξη σέ δύο ἀργυρές πλάκες τό Σύµβολο τῆς Πίστεως χωρίς τό filioque καί νά τό τοποθετήση στόν Ναό τοῦ Ἁγίου Πέτρου. Ἔγραψε καί τήν ἑξῆς ἐπιγραφή: «Ταῦτα Λέων ἔθηκα δ ἀγάπην καί φύλαξιν τῆς ὀρθοδόξου πίστεως». Μέ τήν Η' Οἰκουµενική Σύνοδο, τό 879, οἱ Ὀρθόδοξοι, ἀνατολικοί καί δυτικοί, ὑπό τήν ἡγεσία τοῦ ἁγίου Φωτίου τοῦ Μεγάλου καί τοῦ Πάπα Ἰωάννου τοῦ Η' κατεδίκασαν τό φραγκικό filioque καί ἀναθεµάτισαν τούς Φράγκους, χωρίς νά τούς ἀναφέρουν ὀνοµαστικά. Δηλαδή, ἀναθεµάτισαν ὅσους δέν δέχονταν τήν Ζ' Οἰκουµενική Σύνοδο καί ὅσους προσέθεσαν στό Σύµβολο τῆς Πίστεως κάτι. Δέν τούς ἀνέφεραν ὅµως διότι οἱ Φράγκοι εἶχαν ἐπιδοθῆ σέ σφαγές τῶν Ὀρθοδόξων. Ἔτσι, οἱ ἀνατολικοί καί δυτικοί Ρωµαῖοι εἶναι Ὀρθόδοξοι, καί οἱ Φράγκοι ἑτερόδοξοι. Τήν περίοδο αὐτήν στήν Δύση γίνεται ἕνας τροµερός πόλεµος µεταξύ τῶν Φράγκων ἑτεροδόξων ἐπισκόπων καί τῶν Ρωµαίων Ὀρθοδόξων ἐπισκόπων. Οἱ Φράγκοι ἐξαπέλυσαν ἕναν ἀπηνῆ διωγµό. Ἔλεγαν ὅτι οἱ Γραικοί, οἱ Ρωµαῖοι, περιέπεσαν σέ λάθη, καί εἶναι γνωστά τά συγγράµµατα Contra Errores Graccorum, «ἐναντίον τῶν πλανῶν τῶν Γραικῶν». Ἐπίσης, παρουσίαζαν τήν φράγκικη θεολογία ὡς καλύτερη καί ἀνώτερη θεολογία, καί ὅλους τούς ὀρθοδόξους ἐπισκόπους ὡς ἀνήθικους, ἐνῶ τούς δικούς τους Φράγκους ὡς ἁγίους. Τελικά, µέ τήν παραίτηση τοῦ τελευταίου Ὀρθοδόξου Πάπα τῆς Ρώµης Ἰωάννου ΙΗ', τό 1009, καί τήν ἄνοδο στόν θρόνο τῆς Ρώµης, τό 1014, τοῦ πρώτου Ἰταλοφράγκου Πάπα Βενεδίκτου Η', ὁ ὁποῖος προσέθεσε τό filioque στό Σύµβολο τῆς Πίστε-
ως, διαγράφηκε ὁ Πάπας ἀπό τά δίπτυχα τῶν Ἀνατολικῶν Πατριαρχείων καί ἔχουµε τό σχίσµα τῶν Ἐκκλησιῶν. Αὐτό βέβαια ὁριστικοποιήθηκε ἀργότερα, τό 1054, ὁπότε ἔχουµε καί τά ἀναθέµατα. Τό γεγονός, πάντως, εἶναι ὅτι ὁ χωρισµός τῆς Παλαιᾶς ἀπό τήν Νέα Ρώµη ἔγινε µέ τήν κατάληψη τοῦ παπικοῦ θρόνου ἀπό τούς Φράγκους. Γι αὐτό λέµε ὅτι ὁ σύγχρονος Παπισµός δέν εἶναι ἡ Παλαιά Ὀρθόδοξη Ρωµαϊκή Ἐκκλησία, µέ ἕδρα τήν ἀρχαία Ρώµη, ἀλλά οἱ αἱρετικοί Φράγκοι πού µισοῦσαν καί µισοῦν ἀκόµη τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἡ Ἱερά Ἐξέταση, οἱ βιαιοπραγίες καί οἱ σταυροφορίες, οἱ σφαγές ἐναντίον τῶν Ὀρθοδόξων, ἡ σχολαστική θεολογία µέ τήν µεταφυσική, εἶναι καρποί τῶν αἱρετικῶν Φράγκων πού κατέλαβαν τόν παπικό θρόνο, τό 1014. Προηγουµένως οἱ Ρωµαῖοι Ἐπίσκοποι ἦταν Ὀρθόδοξοι, ἑνωµένοι µέ τά Πατριαρχεῖα τῆς Ἀνατολῆς. Τά ὅσα εἴπαµε προηγουµένως, ὅτι, πρῶτον, ὁ σύγχρονος Παπισµός δέν εἶναι ἡ ἀρχαία Ρωµαϊκή Ἐκκλησία µέ ἕδρα τήν Παλαιά Ρώµη, ἀλλά οἱ Φράγκοι πού µισοῦν τήν Ρωµηοσύνη, καί, δεύτερον, ὅτι οὐσιαστικά κάθε αἱρετικός καί ἀναθεµατισµένος ἀπό τίς Οἰκουµενικές Συνόδους εἶναι ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας, µᾶς ὁδηγοῦν σ ἕνα τρίτο σηµεῖο, ὅτι στόν Παπισµό, οὐσιαστικά, δέν ὑπάρχει ἀποστολική παράδοση καί ἀποστολική διαδοχή. Μιλώντας γιά ἀποστολική παράδοση ἐννοοῦµε τήν ὀρθόδοξη πίστη καί ὡς δόγµα καί ὡς ζωή, καί µιλώντας γιά ἀποστολική διαδοχή ἐννοοῦµε τήν µετάδοση τῆς ἱερωσύνης ἀπό τούς Ἀποστόλους µέχρις ἡµῶν. Ἐφ ὅσον λοιπόν στόν Παπισµό ἔχουµε ἀλλοίωση τῆς ἀποστολικῆς παραδόσεως καί ἀποκοπή ἀπό τήν Ἐκκλησία, δέν µποροῦµε νά κάνουµε λόγο γιά ἀποστολική διαδοχή. Ὁ Καθηγητής π. Ἰωάννης Ρωµανίδης, ἀναλύοντας τό θέµα τῆς φεουδαρχίας τῶν Φράγκων καί τοῦ φραγκικοῦ φεουδαλισµοῦ, γράφει ὅτι καί ἡ ἱερωσύνη τῶν Φράγκων, τελικά, περιεπλάκη µέσα στήν ἀτµόσφαιρα τοῦ φεουδαλισµοῦ. Στήν ἀρχή, δηλαδή, οἱ Φράγκοι παρουσιάσθηκαν ὡς ἐλευθερωτές καί σωτῆρες τῶν Ρωµαίων ἀπό τούς αἱρετικούς Ἀρειανούς Γότθους, Βουργουνδούς καί Λογγοβάρδους, ἀφήνοντας ὅµως τούς Ρω- µαίους στίς προηγούµενες διοικητικές τους θέσεις. Τελικά ὅµως κατέλαβαν οἱ ἴδιοι αὐτές τίς διοικητικές θέσεις, µετατρέποντας τήν Ἐκκλησία τῶν Ρωµαίων σέ µέσο, διά
τοῦ ὁποίου τούς κυβερνοῦν καί τούς ὑποδουλώνουν. Ἔτσι, οἱ Φράγκοι γίνονται κατά φύσιν εὐγενεῖς καί οἱ Ρωµαῖοι πού ζοῦσαν στήν Δύση γίνονται δουλοπάροικοι. Αὐτό δέν εἶναι ἀνεξάρτητο ἀπό τήν διάκριση µεταξύ ἀνωτέρου καί κατωτέρου Κλήρου, ἀφοῦ στόν ἀνώτερο κλῆρο εἰσέρχονται οἱ Φράγκοι καί µόνον στόν κατώτερο (πρεσβύτεροι) οἱ Ρωµηοί. Φυσικά, πρέπει νά ποῦµε ὅτι τέτοια διάκριση µεταξύ ἀνωτέρου καί κατωτέρου κλήρου δέν ὑπάρχει στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση. Τό γεγονός εἶναι ὅτι στά τέλη τοῦ ἕκτου αἰώνα ἐµφανίζονται ἀρκετοί Φράγκοι ἐ- πίσκοποι µέ ρηγικό διορισµό καί ὄχι µέ κανονική ἐκλογή. Ἐπικράτησε κατά διαστήµατα οἱ Ρῆγες νά πωλοῦν τίς ἐπισκοπικές καί µητροπολιτικές θέσεις. Κατά τό τέλος τοῦ ἑ- βδόµου αἰώνα καί ἀρχές τοῦ ὀγδόου δέν συνέρχονταν σέ ἐκκλησιαστικές Συνόδους, γιατί οἱ εὐγενεῖς Φράγκοι ἐπίσκοποι συνέρχονταν σέ ἐθνικές συνελεύσεις µαζί µέ τά µέλη τοῦ σώµατος ὅλων τῶν εὐγενῶν, ὅπου ψηφίζονταν καί οἱ ἐκκλησιαστικοί νόµοι. Μέ αὐτές τίς προϋποθέσεις δέν µπορεῖ κανείς νά κάνη λόγο γιά ἀποστολική παράδοση καί ἀποστολική διαδοχή. Ἡ ἱερωσύνη ἔχασε τήν πνευµατική πατρότητα καί τήν θεραπευτική µέθοδο καί ἔγινε ἁπλῶς µιά διοίκηση µέ φέουδα καί κοσµική ἐξουσία, ἔγινε πολιτική καί οἰκονοµική ὀργάνωση. Οἱ Φράγκοι ἐπίσκοποι καταπίεζαν τούς Ρωµηούς κληρικούς καί Χριστιανούς, µέ συνέπεια νά δηµιουργηθῆ ἄσβεστο µίσος µεταξύ τῶν δύο. Γεγονός, πάντως, εἶναι ὅτι δέν µποροῦµε νά κάνουµε λόγο γιά ἱερωσύνη, ἀ- φοῦ γνωρίζουµε καλά ὅτι ἡ ἱερωσύνη, ὅπως διασώζεται στήν πατερική παράδοση, ἐντάσσεται µέσα στήν θεραπευτική ἀγωγή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἄλλωστε, δέν νοοῦνται τά µυστήρια ἔξω ἀπό τήν ἄσκηση, οὔτε ἄσκηση ἔξω ἀπό τήν µυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ µόνη καί ἀληθινή Ἐκκλησία εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη. Ἔξω ἀπό αὐτήν δέν ὑπάρχουν Ἐκκλησίες, ἀλλά αἱρετικές συναθροίσεις καί αἱρετικά διδασκαλεῖα. Ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι χωρισµένη καί, φυσικά, δέν µποροῦµε νά µιλοῦµε γιά ἕνωση «Ἐκκλησιῶν». Ὁ σύγχρονος Παπισµός, πού ταυτίζεται µέ τήν φραγκική κυριαρχία, εἶναι στήν πραγµατικότητα µιά πολιτικοοικονοµική ὀργάνωση πού ἀποβλέπει σέ ἄλλους σκοπούς στήν κοσµική κυριαρχία καί, φυσικά, πάνω ἀπό ὅλα στήν διάλυση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί τῆς Ρωµηοσύνης.
Μέσα ἀπό αὐτό τό πρίσµα πρέπει νά βλέπουµε καί τίς σύγχρονες µεθόδους καί τίς διεισδύσεις τοῦ Πάπα στήν Ἀνατολική Εὐρώπη, στά Βαλκάνια καί στόν χῶρο τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἀπό προσωπική πείρα γνωρίζουµε καί τίς φοβερές συνέπειες τῆς ἀναµείξεως τοῦ Παπισµοῦ στήν Μέση Ἀνατολή, στό χῶρο τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἀκόµη, παρά τά τόσα χρόνια πού πέρασαν εἶναι νωπά τά τραύµατα πού προκάλεσαν οἱ σταυροφορίες τῶν Φράγκων µέ σκοπό νά διαλύσουν τήν Ρωµηοσύνη. Τελικά, ἡ πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως δέν εἶναι ἀνεξάρτητη ἀπό τίς σταυροφορίες. Κυρίως κατά τήν Δ' σταυροφορία ἡ Κωνσταντινούπολη κυριεύθηκε καί λεηλατήθηκε ἀπό τούς Φράγκους καί ἀπό τότε δέν µπόρεσε νά ἀνανήψη. 2. Τό πρόβληµα τῆς Οὐνίας Ἕνα ἀπό τά σύγχρονα προβλήµατα, πού ἀπασχολοῦν τήν ἀνά τόν κόσµο Ὀρθοδοξία, εἶναι καί τό πρόβληµα τῆς Οὐνίας. Στήν συνέχεια θά δοῦµε τί εἶναι ἡ Οὐνία, ποιός εἶναι ὁ σκοπός της, καί τελικά τί κακό µπορεῖ νά κάνη στήν Ὀρθοδοξία, γιατί ἔχει σχέση µέ τά προηγούµενα. Ἡ Σύνοδος τοῦ Λατερανοῦ (1215) στήν ὁποία συµµετεῖχαν καί ἀντιπρόσωποι τῶν Λατινικῶν Πατριαρχείων τῆς Ἀνατολῆς, πού εἶχαν ἱδρυθῆ µετά τήν κατάληψη τῶν περιοχῶν ἐκείνων ἀπό τούς σταυροφόρους, θεωρεῖται ὡς ἡ ἀρχή τῆς Οὐνίας. Κατά τήν Σύνοδο αὐτή οἱ παπικοί ἐπέτρεψαν στούς Ὀρθοδόξους τῆς Ἀνατολῆς νά κρατήσουν τά ἐκκλησιαστικά τους ἔθιµα. Ἡ Σύνοδος ἀπεφάσισε: «Ἐάν ἔν τινι διαµερίσµατι ζῶσι διάφορα ἔθνη µετά διαφόρων γλωσσῶν καί ἐκκλησιαστικῶν ρυθµῶν (ritus), ὁ ἐπίσκοπος νά ἐκλέξῃ ἀξίους ἄνδρας, οἱ ὁποῖοι δι ἕκαστον ἔθνος νά τελῶσι τήν θείαν λατρείαν ἐν τῇ γλώσσῃ καί τῷ ρυθµῷ αὐτοῦ». Ἡ Οὐνία ὅµως δηµιουργήθηκε µέ βούλα τοῦ Πάπα Ἰννοκεντίου Δ', τό 1254, διά τῆς ὁποίας ἐπετράπη στούς ἀνατολικούς ὀρθοδόξους, νά διατηροῦν τά ἤθη καί τά ἔθιµά τους, χωρίς δηλαδή νά ἀσπάζωνται τά δόγµατα τῆς φραγκικῆς - παπικῆς «Ἐκκλησίας» ἐξωτερικά. Μόνον ἔπρεπε νά ἀναγνωρίζουν τόν Πάπα καί νά τόν µνηµονεύουν στίς ἀκολουθίες καί τίς διάφορες λατρευτικές πράξεις.
Στήν πραγµατικότητα ἡ Οὐνία εἶναι ἕνα ἑνωτικό σύστηµα, δηλαδή ἕνας τρόπος πού ἐφεῦραν οἱ Ἰησουίτες, ὥστε νά γίνη ἡ ἕνωση τῶν «Ἐκκλησιῶν». Βαθύτερος σκοπός ἦταν ἡ προσωρινή ἀποδοχή τῶν ὀρθοδόξων παραδόσεων, µέ ἀπώτερο στόχο τήν κατάργησή τους καί τήν πλήρη ἕνωση µέ τούς Λατίνους. Ἔτσι, οἱ Οὐνίτες διατηροῦν ὅλα τά ὀρθόδοξα ἔθιµα καί παραδόσεις, ὅπως τήν ἐξωτερική ἐνδυµασία, τήν ἐκκλησιαστική περιβολή τῶν Κληρικῶν, τόν τρόπο τῶν ἱεροπραξιῶν, τῶν ἀκολουθιῶν καί ὅλων τῶν µυστηρίων. Μόνον ὄφειλαν νά µνηµονεύουν τόν Πάπα. Ἀπό τό ἔτος 1254 ἄρχισε νά ἐφαρµόζεται αὐτό τό δόλιο σύστηµα τῆς Οὐνίας. Μέ αὐτόν τόν τρόπο οἱ Ὀρθόδοξοι δέν θά µποροῦσαν νά καταλάβουν ὅτι ὑπάρχουν ση- µαντικές δογµατικές διαφορές, καί ἔτσι νά γίνη ἡ ἕνωση τῶν «Ἐκκλησιῶν». Στήν πράξη ἡ Οὐνία ἄρχισε νά ἐφαρµόζεται µετά τήν Σύνοδο τῆς Φερράρας - Φλωρεντίας (1438-39), ὁπότε ἔγινε ἡ λεγόµενη ψευδένωση τῶν «Ἐκκλησιῶν» κάτω ἀπό σκληρές συνθῆκες. Φυσικά, ποτέ δέν πραγµατοποιήθηκε αὐτή ἡ ἕνωση, γιατί ἡ Ἐκκλησία, στό πρόσωπο τοῦ ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ καί ἄλλων Πατέρων, δέν τήν δέχθηκε. Ἡ Οὐνία σέ εὐρεία κλίµακα ἐπιβλήθηκε, διά τῆς συνόδου τῆς Βρέστης, τό 1596 στήν Πολωνία καί στήν νοτιοδυτική Ρωσία, ὅπου ἔλαβε καί τήν ὀνοµασία της, ἀπό τήν πολωνική λέξη «unia». Ἔτσι, λοιπόν, ἡ Οὐνία, πού σηµαίνει ἕνωση, εἶναι µιά προσπάθεια τῶν Φράγκων νά ἀφοµοιώσουν τήν Ὀρθοδοξία καί νά κάνουν τούς Ὀρθοδόξους Λατίνους. Σέ πολλούς δηµιουργεῖται ἡ ἐντύπωση ὅτι οἱ Οὐνίτες εἶναι κάτι µεταξύ Λατίνων καί Ὀρθοδόξων. Ὅµως δέν εἶναι µιά ἐνδιάµεση κατάσταση, ἀλλά εἶναι Λατίνοι, οἱ ὁ- ποῖοι διατηροῦν ἐξωτερικά τά ἤθη καί ἔθιµα τῶν Ὀρθοδόξων γιά νά παραπλανήσουν καί νά ἐπιτύχουν τόν σκοπό τους, πού εἶναι ἡ ὑπαγωγή ὅλων τῶν Χριστιανῶν στόν Πάπα. Αὐτός ὁ τρόπος εἶναι δόλιος. Ἐνῶ στίς ἡµέρες µας γίνεται ὁ διάλογος µεταξύ Λατίνων καί Ὀρθοδόξων, γιά νά ἐξετασθοῦν οἱ δογµατικές διαφορές, ὁ Πάπας ἔχει τήν Οὐνία γιά νά παραπλανᾶ τούς Ὀρθοδόξους. Αὐτό ὑποκρύπτει δολιότητα καί ὑποκρισία. Τότε, πρός τί ὁ διάλογος µεταξύ Λατίνων καί Ὀρθοδόξων; Φαίνεται καθαρά ὅτι σκοπός τῆς Οὐνίας εἶναι νά ὑποδουλωθοῦν οἱ Ὀρθόδοξοι στόν Πάπα, νά ἀλλοτριωθοῦν ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση, νά δηµιουργηθῆ σύγχυση, µέ φοβερές καί συνταρακτικές συνέπειες γιά τήν Ὀρθοδοξία.
Προηγουµένως εἴδαµε ὅτι, ἐνῶ ἡ Οὐνία ἄρχισε ἐπισήµως τό 1254, ἐν τούτοις, κυρίως, ἐπεκτάθηκε µετά τήν ψευδένωση, πού πραγµατοποιήθηκε στήν Φερράρα- Φλωρεντία. Γνωρίζουµε ἀπό τήν ἐκκλησιαστική ἱστορία ὅτι ἐκεῖνος πού ἀγωνίστηκε ἡ- ρωϊκά καί πατερικά στήν Φερράρα-Φλωρεντία ἦταν ὁ ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικός, ἐπίσκοπος Ἐφέσου. Αὐτός µέ µερικούς ἄλλους δέν ὑπέγραψε τήν ἕνωση καί ἔτσι ἐξανάγκασε τόν Πάπα νά πῆ: «Λοιπόν ἐποιήσαµεν οὐδέν». Μετά ὅµως ἀπό τήν Σύνοδο αὐτή ὑπῆρχαν µερικοί Ὀρθόδοξοι Κληρικοί οἱ ὁποῖοι ἤθελαν νά ἐπιβάλλουν τήν ἕνωση. Ἐπειδή ὅµως ὁ λαός τήν ἀρνήθηκε, γι αὐτό οἱ ἴδιοι, ἀφ ἑνός µέν ἐκήρυτταν ὅτι δέν ὑπάρχουν οὐσιαστικές διαφορές µεταξύ Λατίνων καί Ὀρθοδόξων, ἀφ ἑτέρου δέ ἔκαναν τροµερό πόλεµο ἐναντίον τῶν Ὀρθοδόξων ἐκείνων πού δέν ἤθελαν νά γίνουν Οὐνίτες, µεταξύ τῶν ὁποίων συγκαταλέγονταν καί ὁ ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικός. Ἔτσι, λοιπόν, οἱ Λατινόφρονες Ὀρθόδοξοι ἀπήτησαν ἀπό τόν Αὐτοκράτορα Ἰωάννη Παλαιολόγο νά ἐξορίση τόν ἅγιο Μάρκο. Εὑρισκόµενος ὁ ἅγιος στήν Λῆµνο, τό 1440-1441, ἐξόριστος, ἀπέστειλε µιά ἐπιστολή «τοῖς ἁπανταχοῦ τῆς γῆς καί τῶν νήσων εὑρισκοµένοις ὀρθοδόξοις χριστιανοῖς», στήν ὁποία χρησιµοποιεῖ πολλά κοσµητικά ἐπίθετα γιά τούς «Ὀρθοδόξους» αὐτούς, πού εἶναι στήν πραγµατικότητα Οὐνίτες, καί ἀναιρεῖ τίς ἀπόψεις τους γιά τά θέµατα αὐτά. Πρέπει νά ποῦµε ὅτι πρόκειται γιά «Ὀρθοδόξους», οἱ ὁποῖοι ἐξωτερικά τηροῦσαν τίς παραδόσεις τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλά ἀνεγνώριζαν ὡς κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας τόν Πάπα, λέγοντας ὅτι δέν ὑπάρχουν δογµατικές διαφορές µεταξύ τῶν δύο «Ἐκκλησιῶν». Θά ἤθελα νά δοῦµε µέ συντοµία αὐτήν τήν ὑπέροχη ἐπιστολή, τόσο ἐπειδή προέρχεται ἀπό ἕναν ἅγιο καί ὁµολογητή τῆς πίστεώς µας, ὅσο καί ἐπειδή παρουσιάζει ὅλο τόν χαρακτήρα τῶν ἑνωτικῶν, ἀλλά καί τό πρόσωπο τῆς Οὐνίας...