ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ

Σχετικά έγγραφα
ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΟ ΚΛΙΜΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ & Κλίµα / Χλωρίδα / Πανίδα της Κύπρου

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο

Μετεωρολογία Κλιματολογία (ΘΕΩΡΙΑ):

Δομή της παρουσίασης.

2. Τι ονομάζομε μετεωρολογικά φαινόμενα, μετεωρολογικά στοιχεία, κλιματολογικά στοιχεία αναφέρατε παραδείγματα.

Ο.Ε.Φ. / Α.Σ. ΤΥΜΠΑΚΙΟΥ

Υγρασία Θερμοκρασία Άνεμος Ηλιακή Ακτινοβολία. Κατακρημνίσματα

Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ. και ΚΛΙΜΑ

Θέμα μας το κλίμα. Και οι παράγοντες που το επηρεάζουν.

Μελέτη και κατανόηση των διαφόρων φάσεων του υδρολογικού κύκλου.

Κλιματική αλλαγή και συνέπειες στον αγροτικό τομέα

ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΙ Υ ΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΑ ΑΣΙΚΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ

ΤΕΙ Καβάλας, Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος Μάθημα Μετεωρολογίας-Κλιματολογίας Υπεύθυνη : Δρ Μάρθα Λαζαρίδου Αθανασιάδου

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους

ΦΥΣΙΚΗ -ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑ

Αρχές Μετεωρολογίας και Κλιματολογίας (Διάλεξη 10)

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ)

ΡΑΔΙΟΧΗΜΕΙΑ 2. ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7. ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΡΑΔΙΕΝΕΡΓΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

Ομιλία του καθηγητού Χρήστου Σ. Ζερεφού, ακαδημαϊκού Συντονιστού της ΕΜΕΚΑ

ΚΛΙΜΑ. ιαµόρφωση των κλιµατικών συνθηκών

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ


Kεφάλαιο 10 ο (σελ ) Οι κλιµατικές ζώνες της Γης

2. Περιγράφουμε τα στοιχεία του καιρού, σαν να είμαστε μετεωρολόγοι.

ΤΕΙ Καβάλας, Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος Μάθημα: Μετεωρολογίας-Κλιματολογίας. Υπεύθυνη : Δρ Μάρθα Λαζαρίδου Αθανασιάδου

Αγρομετεωρολογία - Κλιματολογία

Εξωγενείς. παράγοντες ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ

Πρόληψη δασικών πυρκαγιών και δασική καύσιμη ύλη

ΑΣΚΗΣΗ 6 ΒΡΟΧΗ. 1. Βροχομετρικές παράμετροι. 2. Ημερήσια πορεία της βροχής

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΑ ΑΠΟΒΛΗΜΑΤΑ

Το νερό στο φυσικό περιβάλλον συνθέτει την υδρόσφαιρα. Αυτή θα μελετήσουμε στα επόμενα μαθήματα.

ΤΕΙ Καβάλας, Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος Μάθημα: Μετεωρολογία-Κλιματολογία. Υπεύθυνη : Δρ Μάρθα Λαζαρίδου Αθανασιάδου

ΑΣΚΗΣΗ. Πυκνότητα και πορώδες χιονιού. Ποια είναι η σχέση των δυο; Αρνητική ή Θετική; Δείξτε τη σχέση γραφικά, χ άξονας πυκνότητα, ψ άξονας πορώδες

4.1 Εισαγωγή. Μετεωρολογικός κλωβός

ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΛΙΒΑΔΙΚΗΣ ΒΛΑΣΤΗΣΗΣ

Περιβαλλοντικά Συστήματα

Ευστάθεια αστάθεια στην ατμόσφαιρα Αναστροφή θερμοκρασίας - μελέτη των αναστροφών, τα είδη τους και η ταξινόμηση τους

Δασική Εδαφολογία. Γεωχημικός, Βιοχημικός, Υδρολογικός κύκλος

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους

ΑΙΟΛΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΑΠΕ

Άσκηση 3: Εξατμισοδιαπνοή

Δάση & Πυρκαγιές: αναζητείται ελπίδα

ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑ E ΕΞΑΜΗΝΟ


ΓΕΝΙΚΗ ΚΛΙΜΑΤΟΛΟΓΙΑ - ΚΛΙΜΑ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ και ΚΛΙΜΑ ΕΛΛΑ ΟΣ

Παναγιώτης Γ. Κοσμόπουλος 1, Παναγιώτης Θ. Νάστος 1,

Το σημερινό θέμα μας είναι το φυσικό περιβάλλον. Το φυσικό περιβάλλον είναι ένα πολύπλοκο σύστημα που συνεχώς μεταβάλλεται και εξελίσσεται και

Ακραία Κλιματικά Φαινόμενα και Κλιματική Αλλαγή: Η περίπτωση της Ελλάδας

Εργασία Γεωλογίας και Διαχείρισης Φυσικών Πόρων

«Οι επιπτώσεις της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής στο περιβάλλον, την κοινωνία και την οικονομία της Ελλάδος»

Oι Κατηγορίες Κλιμάτων :

Πως επηρεάζεται το μικρόκλιμα μιας περιοχής από την τοπογραφία (πειραματική έρευνα) Ομάδα Μαθητών: Συντονιστής καθηγητής: Λύκειο Αγίου Αντωνίου

Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ 1.ΕΙΣΑΓΩΓΗ 2.ΤΟ ΝΕΡΟ ΣΤΗ ΦΥΣΗ

Οδυσσέας - Τρύφων Κουκουβέτσιος Γενικό Λύκειο «Ο Απόστολος Παύλος» Επιβλέπουσα Καθηγήτρια: Ελένη Βουκλουτζή Φυσικός - Περιβαλλοντολόγος MSc,

Επιμέλεια : Οι μαθητές & οι μαθήτριες της Β τάξης : Αναγνωστοπούλου Δανάη Βενουζίου Λυδία Γκατένιο Ολίνα. Ρομπίσα Ελίνα.

ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΟΥ ΘΕΡΜΟΚΗΠΙΟΥ

1. Το φαινόµενο El Niño

Αναδάσωση. Εισαγωγή. Το δάσος. Η φωτιά. Αναδάσωση: φυσική ή τεχνητή;

Μετεωρολογία. Ενότητες 8 και 9. Δρ. Πρόδρομος Ζάνης Αναπληρωτής Καθηγητής, Τομέας Μετεωρολογίας-Κλιματολογίας, Α.Π.Θ.

ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΠΕΙΛΗΣ ΑΠΟ ΔΑΣΙΚΕΣ ΠΥΡΚΑΓΙΕΣ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΣΕ ΜΙΞΗ ΜΕ ΔΑΣΗ ΣΤΗΝ ΑΤΤΙΚΗ

Θ Δημοτικό Σχολείο Πάφου. «Κουπάτειο» Τάξη : Δ

Προδιαγεγραμμένη καύση και αντίπυρ: Επιστημονική τεκμηρίωση

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΟΡΕΙΒΑΤΙΚΟΣ ΣΥΝ ΕΣΜΟΣ ΑΘΗΝΩΝ

''Σεπτέμβριος 2015: οι ακραίες μέγιστες θερμοκρασίες στο 1ο δεκαήμερο και κλιματολογικά στοιχεία του μήνα''

Επιβεβαίωση του μηχανισμού ανάπτυξης της θαλάσσιας αύρας.

Κλωβός προστασίας ενός VP2.

Αθανασίου Έκτωρ, Ζαμπέτογλου Αθανάσιος, Μπογκντάνι Φίντο, Πάνος Δημήτριος, Παπαλεξίου Ευαγγελία Μαθητές Α Λυκείου, Αριστοτέλειο Κολλέγιο

ΚΙΝΗΣΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΩΝ ΡΕΥΜΑΤΩΝ. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ

1. Τα αέρια θερµοκηπίου στην ατµόσφαιρα είναι 2. Η ποσότητα της ηλιακής ακτινοβολίας στο εξωτερικό όριο της ατµόσφαιρας Ra σε ένα τόπο εξαρτάται:

Φύλλο Εργασίας 1: Μετρήσεις μήκους Η μέση τιμή

Γεωγραφική κατανοµή των βροχοπτώσεων 1. Ορισµοί

Το κλίμα της Ελλάδος. Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία Σ ε λ ί δ α 1

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΛΕΚΑΝΩΝ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΥΓΡΟΤΟΠΙΚΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΣΤΗΝ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ

Εξάτμιση και Διαπνοή

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ

Όταν τα υδροσταγονίδια ή παγοκρύσταλλοι ενός νέφους, ενώνονται μεταξύ τους ή μεγαλώνουν, τότε σχηματίζουν μεγαλύτερες υδροσταγόνες με βάρος που

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ. Aτµόσφαιρα της Γης - Η σύνθεση της ατµόσφαιρας Προέλευση του Οξυγόνου - Προέλευση του Οξυγόνου

γεωγραφικό γλωσσάρι για την έκτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω για τη γη» του ΟΕΔΒ)

Το μεγαλύτερο μέρος της γης αποτελείται από νερό. Το 97,2% του νερού αυτού

Ανακύκλωση & διατήρηση Θρεπτικών

25/11/2010. Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 4 η Παρόχθιες Ζώνες στην Ελλάδα Χειμερινό Παρόχθια ζώνη

ΥΛΗ Προστασία και Διαχείριση Περιβάλλοντος Ευριπίδου 18, Αθήνα

Κορυφώνεται η έξοδος του Δεκαπενταύγουστου: «Χαμός» σε λιμάνια, ΚΤΕΛ, αεροδρόμια

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: Η έννοια του οικοσυστήματος 11

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ KOPPEN Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1) το

Σε αντίθεση με τις θάλασσες, το νερό των ποταμών δεν περιέχει σχεδόν καθόλου αλάτι - γι' αυτό το λέμε γλυκό νερό.

Οδηγίες Χρήσης. Εισαγωγή. Δεδομένα του Συστήματος

ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΣΤΑ ΛΙΒΑΔΙΑ

Α1.5 «Aνακρίνοντας» τους χάρτες

SafeChania 2015: The Knowledge Triangle in the Civil Protection Service (Education, Research, Innovation)

Γενικές Αρχές Οικολογίας

1. Τοπικοί άνεµοι και ατµοσφαιρική ρύπανση

Βγήκαν τα Μερομήνια Δείτε τι καιρό θα έχουμε τον ερχόμενο χειμώνα

ΜΑΡΤΙΟΥ 2012 ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΑΣΟΠΟΝΙΑΣ

Η υγρασία του εδάφους επηρεάζει τους οικολογικούς παράγοντες:

Η Αφρική είναι η τρίτη σε μέγεθος ήπειρος του πλανήτη μας, μετά την Ασία και την Αμερική. Η έκτασή της είναι, χωρίς τα νησιά, 29,2 εκατομμύρια τετρ. χ

Μετεωρολογία Κλιματολογία (ΘΕΩΡΙΑ):

ΒΙΟΚΛΙΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ΘΕΡΜΟΚΗΠΙΩΝ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΡΥΘΜΙΣΗ ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑΣ. Δρ. Λυκοσκούφης Ιωάννης

Περιγραφή θέσης ήλιου

ΒΙΟΚΛΙΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ΘΕΡΜΟΚΗΠΙΩΝ ΤΕΙ ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Transcript:

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΠΑΡΑΓΟΝΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΥΡΚΑΓΙΩΝ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ 2004 2005 ΚΑΡΑΜΗΤΗΛΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΚΑΛΑΜΠΟΚΙΔΗΣ ΚΩΣΤΑΣ ΜΕΛΗ ΤΡΙΜΕΛΟΥΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ: ΦΕΙΔΑΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΟΥΚΟΥΛΑΣ ΣΩΤΗΡΗΣ Μυτιλήνη 2006

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ..4 ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΗΣ ΠΥΡΚΑΓΙΩΝ. 4 ΟΙ ΠΥΡΚΑΓΙΕΣ ΩΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ 6 ΟΙ ΠΥΡΚΑΓΙΕΣ ΩΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ.. 6 ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ 7 ΣΤΟΧΟΙ 8 ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ...10 ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΥΡΚΑΓΙΕΣ...10 ΧΡΗΣΗ ΝΕΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ.11 ΟΙ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΙΝΔΥΝΟΥ.11 ΠΥΡΟ-ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΑ..15 ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ 21 ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ.21 ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΒΛΑΣΤΗΣΗΣ..21 ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΚΑΙΡΟΥ 2004 2005 24 ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΚΛΙΜΑΤΙΚΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΠΕΡΙΟΔΟΥ 2004 2005 43 ΟΜΒΡΟΘΕΡΜΙΚΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΑ.46 ΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΤΩΝ ΠΥΡΚΑΓΙΩΝ.53 Η ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ..62 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ...67 ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΠΑΡΑΓΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΠΥΡΚΑΓΙΑΣ 67 Συσχετίσεις εμφάνισης πυρκαγιών και μετεωρολογικών παραγόντων της 1

ημέρας εμφάνισης των πυρκαγιών του έτους 2004.67 Συσχετίσεις εμφάνισης πυρκαγιών και μετεωρολογικών παραγόντων της ημέρας εμφάνισης των πυρκαγιών του έτους 2005.73 Συσχετίσεις εμφάνισης πυρκαγιών και μετεωρολογικών παραγόντων της ημέρας εμφάνισης των πυρκαγιών της περιόδου 2004 2005..79 Συσχετίσεις εμφάνισης πυρκαγιών και μετεωρολογικών παραγόντων μιας ημέρας πριν την εμφάνιση των πυρκαγιών του έτους 2004.85 Συσχετίσεις εμφάνισης πυρκαγιών και μετεωρολογικών παραγόντων μιας ημέρας πριν την εμφάνιση των πυρκαγιών του έτους 2005.91 Συσχετίσεις εμφάνισης πυρκαγιών και μετεωρολογικών παραγόντων μιας ημέρας πριν την εμφάνιση των πυρκαγιών της περιόδου 2004 2005..96 Συσχετίσεις εμφάνισης πυρκαγιών και μέσου όρου μετεωρολογικών παραγόντων των πέντε ημερών πριν την εμφάνιση των πυρκαγιών του έτους 2004.101 Συσχετίσεις εμφάνισης πυρκαγιών και μέσου όρου μετεωρολογικών παραγόντων των πέντε ημερών πριν την εμφάνιση των πυρκαγιών του έτους 2005..107 Συσχετίσεις εμφάνισης πυρκαγιών και μέσου όρου μετεωρολογικών παραγόντων των πέντε ημερών πριν την εμφάνιση των πυρκαγιών της περιόδου 2004 2005 112 Συσχετίσεις εμφάνισης πυρκαγιών και μέσου όρου μετεωρολογικών παραγόντων των τριάντα ημερών πριν την εμφάνιση των πυρκαγιών του έτους 2004..117 Συσχετίσεις εμφάνισης πυρκαγιών και μέσου όρου μετεωρολογικών παραγόντων των τριάντα ημερών πριν την εμφάνιση των πυρκαγιών του έτους 2005..123 Συσχετίσεις εμφάνισης πυρκαγιών και μέσου όρου μετεωρολογικών παραγόντων των τριάντα ημερών πριν την εμφάνιση των πυρκαγιών της περιόδου 2004 2005 128 ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΠΑΡΑΓΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΜΕΓΕΘΟΥΣ ΚΑΜΕΝΗΣ Σ.131 Συσχετίσεις μεγέθους καμένης έκτασης και μετεωρολογικών παραγόντων της ημέρας εμφάνισης των πυρκαγιών..134 Συσχετίσεις μεγέθους καμένης έκτασης και μετεωρολογικών παραγόντων μίας μέρας πριν την εμφάνιση των πυρκαγιών..137 Συσχετίσεις μεγέθους καμένης έκτασης και μέσων όρων μετεωρολογικών παραγόντων πέντε ημερών πριν την εμφάνιση των πυρκαγιών 140 Συσχετίσεις μεγέθους καμένης έκτασης και μέσων όρων μετεωρολογικών παραγόντων τριάντα ημερών πριν την εμφάνιση των πυρκαγιών 143 ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΠΑΡΑΓΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΤΥΠΟΥ ΧΡΗΣΗΣ...146 Συσχετίσεις τύπου της χρήσης γης που κάηκε και μετεωρολογικών παραγόντων της ημέρας εμφάνισης των πυρκαγιών..147 2

Συσχετίσεις τύπου της χρήσης γης που κάηκε και μετεωρολογικών παραγόντων μίας ημέρας πριν την εμφάνιση των πυρκαγιών...161 Συσχετίσεις τύπου της χρήσης γης που κάηκε και μέσου όρου των μετεωρολογικών παραγόντων των πέντε ημερών πριν την εμφάνιση των πυρκαγιών. 175 Συσχετίσεις τύπου της χρήσης γης που κάηκε και μέσου όρου των μετεωρολογικών παραγόντων των τριάντα ημερών πριν την εμφάνιση των πυρκαγιών. 189 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 203 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 205 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι.. 206 CD-ROM ΜΕ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΑ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ ΚΑΜΕΝΗΣ Σ ΚΑΙ Μ.Ο. ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ 3

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η έννοια της πυρκαγιάς και των μετεωρολογικών παραγόντων πρέπει να γίνουν κατανοητοί από τη στιγμή που και οι δύο παίζουν σημαντικό ρόλο παρακάτω. Πυρκαγιά είναι μια χημική αντίδραση ενός υλικού που καίγεται με το οξυγόνο του αέρα. Κατά τη διάρκειά της εκλύονται μεγάλα ποσά θερμότητας, ενώ μετατρέπονται τα προϊόντα της καύσης σε αέρια. Η φωτιά είναι ένα φυσικό φαινόμενο και οφείλεται στην καύση (Κωνσταντινίδης, 2003). Οι μετεωρολογικοί παράμετροι αναφέρονται στην πίεση, στη θερμοκρασία, στην υγρασία, κ.α.. Δε θα χρησιμοποιηθούν όλοι οι μετεωρολογικοί παράμετροι που υπάρχουν, διότι δεν επηρεάζουν όλοι τις πυρκαγιές και δε θα ήταν σκόπιμο να γίνει κάτι τέτοιο. Οι πυρκαγιές είναι αναπόσπαστη διαταραχή των χερσαίων οικοσυστημάτων. Σε κλίματα όπως είναι το μεσογειακό, δεν είναι σπάνιο φαινόμενο. Το κλιματικό πρότυπο των περιοχών με μεσογειακό κλίμα είναι η παρουσία των θερμών ξηρών καλοκαιριών και των μέτρια βροχερών, με διάφορες διαβαθμίσεις, ήπιων χειμώνων. Αυτό το χαρακτηριστικό του κλίματος δημιουργεί μια μόνιμη έλλειψη νερού στις περιοχές αυτές με συνέπεια την μεγάλη ευφλεκτικότητα των δασών τους. Η Λέσβος είναι μια περιοχή με κατεξοχήν μεσογειακό κλίμα. Ενώ άλλες περιοχές εξαιρούνται, το νησί αυτό με οποιαδήποτε μέθοδο και αν οριοθετήσουμε τις περιοχές με μεσογειακό κλίμα βρίσκεται εντός των ορίων. Η Λέσβος είναι από άποψη βιοποικιλότητας και φυσικών παραγόντων ένα παράδειγμα ύπαρξης μεσογειακού κλίματος σε μια περιοχή. Η ύπαρξη πυρκαγιών είναι χαρακτηριστικό των περιοχών με μεσογειακό κλίμα και αφορά και τις τέσσερις περιοχές του πλανήτη που απαντάται το μεσογειακό κλίμα και ας βρίσκονται χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά η μια από την άλλη. Οι πυρκαγιές είναι ένα πολυσύνθετο χωρικό φαινόμενο και αποτελούν μία από τις σημαντικότερες φυσικές καταστροφές σε ένα περιβάλλον σαν αυτό της Μεσογείου. Κάθε χρόνο σε ολόκληρη τη χώρα ξεσπούν πλήθος πυρκαγιών οι οποίες και κατακαίουν δασικά και γεωργικά οικοσυστήματα. Μια οποιαδήποτε πυρκαγιά δεν αποτελεί και κατ ανάγκη καταστροφή, αλλά καταστροφή γίνεται όταν αναστατώνει και αποδιοργανώνει τη ζωή του πληθυσμού, καταστρέφει δασικές και γεωργικές εκτάσεις ή αφαιρεί τη ζωή ανθρώπων και ζώων ή σπάνιων ειδών της πανίδας και της χλωρίδας (Καλαμποκίδης, 2005). ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΗΣ ΠΥΡΚΑΓΙΩΝ Η πυρκαγιά όπως έχει προαναφερθεί είναι μια χημική διαδικασία και φυσικό φαινόμενο. Για να προκληθεί μια πυρκαγιά είναι απαραίτητοι τρεις παράγοντες, γνωστοί ως το τρίγωνο της πυρκαγιάς. Ο πρώτος είναι η καύσιμη ύλη, δηλαδή ουσιαστικά το τι καίγεται κατά τη διάρκεια μιας πυρκαγιάς. Τα δέντρα, τα νεκρά φύλλα, τα χόρτα, η οργανική ύλη του εδάφους, τα κλίματα, οι θάμνοι και πολλά άλλα εύφλεκτα υλικά καίγονται εύκολα σε αντίθεση με τα χλωρά φύλλα και το ξύλο που δεν καίγονται τόσο εύκολα, αλλά καίγονται και αυτά όταν 4

υπάρξουν οι κατάλληλες συνθήκες. Γενικότερα, το καθετί που βρίσκεται σε μια δασική και γεωργική έκταση ακόμα και μια χωματερή, θα καεί. Συνήθως δεν υπάρχει φυσική έλλειψη καυσίμου σε μια πυρκαγιά. Ο δεύτερος παράγοντας που είναι απαραίτητος για την πρόκληση μιας πυρκαγιάς είναι το οξυγόνο. Το οξυγόνο βρίσκεται σε αφθονία στη γήινη ατμόσφαιρα, μάλιστα το 20% της επιφανειακής ατμόσφαιρας αποτελείται από οξυγόνο. Η πυρκαγιά για να αναπτυχθεί καταναλώνει οξυγόνο. Ο άνεμος, ακόμα και ένα απαλό αεράκι τροφοδοτεί τη φωτιά με οξυγόνο και έτσι αναπτύσσεται. Όταν ο άνεμος έχει μεγάλη ένταση τότε η πυρκαγιά μεταδίδεται εξαιρετικά γρήγορα. Πρέπει να σημειωθεί ότι και η ίδια η φωτιά δημιουργεί τον δικό της άνεμο ακόμα και όταν υπάρχει νηνεμία στην περιοχή. Αυτός ο άνεμος παρουσιάζεται ως ζεστός αέρας που καταναλώνεται και δημιουργεί ένα κενό στην ατμόσφαιρα που καλείται να αναπληρώσει ο αέρας από κάποια άλλη περιοχή. Την τελευταία πλευρά του τριγώνου της πυρκαγιάς αποτελεί η θερμότητα. Για να καεί ένα εύφλεκτο υλικό, πρέπει να φτάσει στη θερμοκρασία ανάφλεξης. Τα περισσότερα υλικά έχουν θερμοκρασία ανάφλεξης 316 417 ο C. Όμως τα υγρά φύλλα και το ξύλο δεν καίγονται τόσο εύκολα. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι περιέχουν νερό. Για να καούν αυτά πρέπει να εξατμιστεί όλο το νερό που υπάρχει. Το νερό είναι γνωστό ότι βράζει στους 100 ο C οπότε ώσπου να εξατμιστεί όλο το νερό η θερμοκρασία παραμένει ίδια και πολύ μακριά από την θερμοκρασία ανάφλεξης των υλικών. Έτσι τα πράσινα υγρά δέντρα ή φύλλα δεν πιάνουν τόσο εύκολα φωτιά, όσο τα ξηρά. Μόλις αρχίσει η πυρκαγιά, με τη θερμότητα που εκπέμπεται ξηραίνονται τα γειτονικά φύλλα και οι κορμοί με αποτέλεσμα να επιτρέπεται η μετάδοση της φωτιάς. Η φωτιά κερδίζει ταχύτητα καθώς προχωρά, προκαλώντας περισσότερη ξήρανση στην καύσιμη ύλη με τη δική της θερμότητα. Το αποτέλεσμα είναι ο κίνδυνος της δασικής πυρκαγιάς να είναι μεγαλύτερος όταν επικρατεί ξηρασία και μικρότερος όταν υπάρχει υγρασία. Η καύσιμη ύλη και το οξυγόνο μπορεί να υπάρχουν παντού και συνέχεια αλλά δεν ισχύει κάτι τέτοιο για την θερμοκρασία. Αυτοί οι τρεις παράγοντες αποτελούν και το τρίγωνο της πυρκαγιάς, στο οποίο όποια πλευρά και αν σταματήσει να υπάρχει τότε το τρίγωνο δεν υφίσταται οπότε δεν υφίσταται και πυρκαγιά. Οι πυρκαγιές αναπτύσσονται συνήθως σε περιοχές όπου η υγρή περίοδος συνοδεύεται από μια μακρά ξηρή και θερμή εποχή. Η βιομάζα των φυτών αναπτύσσεται κατά τη διάρκεια της υγρής περιόδου και μετατρέπεται σε καύσιμη ύλη για τη περίοδο της ξηρασίας. Μεγαλύτερες πυρκαγιές προκύπτουν από την περίοδο της ξηρασίας όπου συνοδεύεται με ανέμους. Στην περιοχή του Αιγαίου όπου βρίσκεται και η Λέσβος, το καλοκαίρι συνήθως υπάρχουν τα μελτέμια. Τα μελτέμια είναι άνεμοι που πνέουν στο Αιγαίο με μέτριες έως ισχυρές εντάσεις κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Με την παρουσία τους λοιπόν, οι πυρκαγιές μεταφέρονται με μεγάλη ταχύτητα και παράλληλα δημιουργούν νέες εστίες σε μεγάλες σχετικά αποστάσεις από το κύριο μέτωπο τις φωτιάς, πράγμα που κάνει την κατάσβεση της δυσκολότερη. 5

Οι βασικοί παράγοντες που επιδρούν στην έναρξη, εξάπλωση και συμπεριφορά των πυρκαγιών είναι τα χαρακτηριστικά της καύσιμης ύλη που είναι η υφή, το μέγεθος, η συσσώρευση και η κατανομή, της τοπογραφίας που είναι η έκθεση, η κλίση, το υψόμετρο και η διαμόρφωση του εδάφους και οι μετεωρολογικές συνθήκες οι οποίες είναι ο άνεμος, η θερμοκρασία και η σχετική υγρασία. Ως καύσιμη ύλη χαρακτηρίζεται όλο το ζωντανό ή νεκρό οργανικό βλαστητικό υλικό που προκαλεί ή υφίσταται ανάφλεξη και καίγεται και υπάρχει είτε στο έδαφος (φυλλόστρωμα, βελόνες, κλαδιά, κορμοί, χόρτα, θάμνοι, δενδρύλλια και δέντρα) είτε πάνω στα δέντρα (κλαδιά, φύλλωμα, όρθια νεκρά δέντρα) (Pyne et al., 1996). ΟΙ ΠΥΡΚΑΓΙΕΣ ΩΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ Οι πυρκαγιές μπορούν να αποβούν μοιραίες για ένα οικοσύστημα όταν η συχνότητα εμφάνισής τους είναι πολύ υψηλή. Στην Ελλάδα έχουμε καταλήξει να καίγονται τα δάση πάνω από δυο φορές τον αιώνα, ενώ υπολογίζεται ότι χωρίς τον άνθρωπο, κάθε πευκοδάσος καιγόταν μία φορά κάθε 100 με 150 χρόνια από κεραυνό. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει ώριμο μεσογειακό δάσος που κάηκε και προστατεύτηκε, χωρίς να αναγεννηθεί με φυσικό τρόπο. Οι περιοχές του πλανήτη που έχουν μεσογειακό κλίμα είναι ιδιαίτερα ευάλωτες από την πλευρά των πυρκαγιών. Μπορεί στη χώρα μας να μην είχαμε έντονες καταστροφές από πυρκαγιές τα τελευταία πέντε χρόνια, αλλά σε αντίθεση με τη χώρα μας, στην Πορτογαλία, μια περιοχή με μεσογειακό κλίμα επίσης, τα τελευταία χρόνια οι καταστροφές ήταν εντονότατες. Μάλιστα το 80% με 90% των δασών της έχουν καεί τα τελευταία χρόνια. Σημαντικό ρόλο έπαιξε η διοργάνωση των ολυμπιακών αγώνων στη χώρα μας, στην οποία κατά τη διάρκειά τους ολόκληρος ο κρατικός οργανισμός λειτουργούσε άψογα και παράλληλα λόγο της αυξημένης κίνησης των τουριστών υπήρχε συνεχώς, μια επαγρύπνηση του κρατικού μηχανισμού. Οι πυρκαγιές μπορούν να καταστρέψουν τεράστιες εκτάσεις δασών αν υπάρχουν βέβαια και οι κατάλληλες προϋποθέσεις όπως μεγάλη ένταση του ανέμου, χαμηλή υγρασία καύσιμης ύλης κ.τ.λ. Ακόμα, καταστρέφουν τα φυσικά οικοσυστήματα, πλήττουν σοβαρά την οικονομία ενώ μπορούν να επηρεάσουν την παραγωγή διάφορων προϊόντων των αγροτών. Επιπλέον, καταστρέφουν το τοπίο από άποψη αισθητικής και ακόμα επιδεινώνουν το πρόβλημα της διάβρωσης, της ερημοποίησης και της ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Οι πυρκαγιές είναι ένα φαινόμενο χαοτικό, δε μπορούμε να τις ελέγξουμε απόλυτα και ας ξέρουμε αρκετά πράγματα γι αυτές. ΟΙ ΠΥΡΚΑΓΙΕΣ ΩΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ Η φωτιά δεν αποτελεί κατά ανάγκη ολική καταστροφή για ένα οικοσύστημα. Είναι ένας φυσικός παράγοντας διαταραχής του οικοσυστήματος. Βοηθάει στην αποικοδόμηση της 6

οργανικής ύλης. Στα μεσογειακά δάση η ύπαρξη οργανικής ύλης είναι ιδιαίτερα έντονη. Αυτό οφείλεται στην ανικανότητα των αποικοδομητών να αποσυνθέτουν τα μεγάλα ποσά οργανικής ύλης που δημιουργούνται, λόγο της έλλειψης των δύο βασικών συστατικών που χρειάζονται για αυτήν τη διαδικασία, την κατάλληλη θερμοκρασία και την κατάλληλη υγρασία. Οι περίοδοι που υπάρχουν οι κατάλληλες συνθήκες για μεγάλες ταχύτητες αποικοδόμησης στα μεσογειακά οικοσυστήματα είναι πολύ μικρές. Οι περισσότερο κατάλληλες συνθήκες είναι το φθινόπωρο και την άνοιξη ενώ το χειμώνα και το καλοκαίρι οι συνθήκες είναι σχεδόν απαγορευτικές. Οι πυρκαγιές κάνουν τα οργανικά υλικά να αποσυντεθούν. Πρόκειται για μια απαραίτητη διεργασία του φυσικού περιβάλλοντος στον κύκλο της ροής ενέργειας. Με αυτήν τη διαδικασία επιτυγχάνεται η επιστροφή των ανόργανων στοιχείων στο περιβάλλον και την επαναχρησιμοποίησή τους από τους φυτικούς και ζωικούς οργανισμούς. Υπολογίζεται ότι αν η διεργασία αυτή είχε σταματήσει το 1600 μ.χ. θα είχε συσσωρευτεί, έως σήμερα, στην επιφάνεια της γης, ένα στρώμα νεκρής ύλης ύψους 1 χιλιομέτρου. Πρέπει να σημειωθεί σε αυτό το σημείο ότι δε γίνεται εξ ολοκλήρου και αποκλειστικά η αποικοδόμηση στα μεσογειακά οικοσυστήματα από την φωτιά, αλλά είναι ένας πολύ βοηθητικός παράγοντας. Ακόμα, με τη βοήθεια της, πολλά δάση που είχαν γίνει γηρασμένα και δε μπορούσαν να ανανεώνονται ξαναγεννήθηκαν και ξανάγιναν υγιή. Συγκεκριμένα, οι πυρκαγιές είναι παράγοντας επαναδημιουργίας και ανανέωσης των οικοσυστημάτων και εμφανίζονται κυρίως κατά την περίοδο ξηρασίας. Οι σπόροι χρειάζονται ανόργανο έδαφος και ηλιακό φως για να αναπτύξουν ριζικό σύστημα. Σε ένα ωριμασμένο δάσος δεν υπάρχουν αυτά. Από την μία γιατί το έδαφος είναι καλυμμένο με οργανικό υλικό που δεν έχει αποδομηθεί και από την άλλη τα ψηλά γερασμένα δέντρα δεν αφήνουν τις ακτίνες του ήλιου να περάσουν στο έδαφος. Μετά τη φωτιά υπάρχει αφθονία ανόργανης ύλης, φως άπλετο και στο έδαφος υπάρχουν οργανικά υλικά. Τα είδη διαφοροποιούνται με την πάροδο του χρόνου στο οικοσύστημα από τη στιγμή που θα παρουσιαστεί η φωτιά. Τον πρώτο χρόνο μετά τη φωτιά αρχίζει να εμφανίζεται ποώδης βλάστηση, δηλαδή μονοετή ή διετή φυτά χωρίς ξυλώδη κορμό. Μετά από πέντε έως επτά χρόνια αρχίζει να εμφανίζεται θαμνώδης βλάστηση με μακί ή φρύγανα, η οποία αντικαθιστά σταδιακά την ποώδη βλάστηση. Κατόπιν δυο ή τριών δεκαετιών αναπτύσσονται τα πρώτα δέντρα όπου και εκτοπίζουν με αργούς ρυθμούς τη χαμηλή θαμνώδη βλάστηση. Με την πάροδο ενός αιώνα γίνεται πλήρης αντικατάσταση της θαμνώδους βλάστησης. Η ίδια η φύση δείχνει ότι έχει αναπτύξει διάφορους μηχανισμούς ώστε να αντιμετωπίζει τέτοια καταστροφικά γεγονότα όπως η φωτιά. ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ Παρά τις καταστροφικές συνέπειες κάποιων πυρκαγιών δεν πρέπει να λησμονούνται και τα ευεργετικά αποτελέσματά τους που έχουμε προαναφέρει. Γι αυτό το λόγο δεν πρέπει να εξαλειφθούν τελείως οι πυρκαγιές αλλά να διαχειριστούν. Ένα φαινόμενο για το οποίο δεν 7

είναι γνωστή η αιτία δημιουργίας του είναι δύσκολο και να διαχειριστεί. Για παράδειγμα στη χώρα μας το 1/3 των πυρκαγιών που ξεσπούν, δεν είναι γνωστή η αιτία που δημιουργούνται ενώ από φυσικά αίτια δημιουργούνται μόλις το 5%. Ο αριθμός των πυρκαγιών που οφείλονται σε ανθρωπογενή αίτια αυξάνεται. Η ανάγκη να αντιμετωπίζονται αυτές οι πυρκαγιές ώστε να μην προκαλούν ανεπανόρθωτες ζημιές στα οικοσυστήματα είναι ιδιαίτερα έντονη ιδίως τα τελευταία χρόνια όπου οι φωτιές έχουν αυξημένη συχνότητα στα δάση. ΣΤΟΧΟΙ Γνωρίζοντας τα ευεργετικά αποτελέσματα των πυρκαγιών σε μερικές περιπτώσεις, οι άνθρωποι δε μπορούν να εξαλείψουν τις πυρκαγιές. Αυτό που μπορεί να γίνει εφικτό είναι να γίνει μια προσπάθεια διαχείρισης των πυρκαγιών. Κάνουμε λόγο για περιορισμό των καμένων εκτάσεων, για την ελάττωση των ανθρωπογενών πυρκαγιών, για την μείωση των οικολογικών βλαβών και για την ελαχιστοποίηση του κόστους κατάσβεσης. Όλα τα παραπάνω μπορούν να επιτευχθούν μόνο με την σωστή προετοιμασία των κατάλληλων σωμάτων αντιμετώπισης τέτοιων καταστροφών, τη λήψη σωστών μέτρων και της τήρησής τους για να επιτευχθεί η πρόληψη αλλά και η πρόγνωση τέτοιων φαινομένων. Η πρόγνωση των φυσικών καταστροφών είναι αυτό που οι περισσότεροι επιστήμονες προσπαθούν να καταφέρουν. Πολλές φορές έχουν παρουσιασθεί διάφορες μελέτες και ερευνητικά προγράμματα που παρουσιάζουν διάφορους τρόπους ώστε να γίνουν προγνώσεις. Καμία όμως δεν έχει διαπιστωθεί ότι έχει μεγάλο ποσοστό επιτυχίας. Από τη στιγμή που η πρόγνωση δεν είναι εφικτή η πρόληψη είναι το μοναδικό στάδιο των φυσικών καταστροφών που μπορεί να βοηθήσει ώστε να αποφευχθούν οι καταστροφικές συνέπειες τέτοιων φαινομένων. Για παράδειγμα στους σεισμούς οι πρόληψη αφορά στην αντισεισμική κατασκευή των κτιρίων, στην σωστή εκπαίδευση των πολιτών και άλλων τέτοιων μέτρων έτσι και στις πυρκαγιές η πρόληψη αφορά στη λήψη μέτρων ώστε να προλάβουμε την εκδήλωση του φαινομένου και στην προσπάθεια για την ταχύτερη δυνατή αντιμετώπισή του. Δεν πρέπει να λησμονείται ότι όσα περισσότερα χρήματα ξοδεύονται στην πρόληψη τόσα λιγότερα ξοδεύονται στην καταστολή και ακόμα λιγότερα στην αποκατάστασή όταν συμβαίνουν καταστροφές. Βέβαια, το δύσκολο κομμάτι τις πρόληψης είναι η αναμονή των αποτελεσμάτων, τα οποία γίνονται ορατά μακροπρόθεσμα. Με την πρόληψη των φωτιών επιτυγχάνεται η μείωση των ανθρωπογενών πυρκαγιών και των οικολογικών βλαβών που επιφέρουν. Εξαιρετικά βοηθητικό για τις πυρκαγιές θα ήταν η δημιουργία ενός συστήματος κινδύνου. Τα συστήματα κινδύνου είναι το σύνολο των λογισμικών ηλεκτρονικών υπολογιστών, μετεωρολογικών σταθμών, δορυφόρων και εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού που βοηθούν στην ποσοτική αλλά και ποιοτική εκτίμηση του κινδύνου 8

(Καλαμποκίδης, 2005). Με τα συστήματα κινδύνου μπορεί να βρεθεί το ποσοστό κινδύνου έναρξης και εξάπλωσης μιας πυρκαγιάς για μια μέρα σε κάθε περιοχή, κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες. Δεν υπάρχει μόνο ένα είδος τέτοιου συστήματος αλλά αντιθέτως υπάρχουν πολλά. Μάλιστα αυτό μπορούμε να το διαπιστώσουμε εάν συγκρίνουμε τα συστήματα που μπορεί να χρησιμοποιεί η κάθε χώρα στον πλανήτη. Λόγω του ότι χρησιμοποιούν πολλούς παράγοντες και μεταβλητές υπάρχουν πολλοί συνδυασμοί που μπορούν να γίνουν. Το αποτέλεσμα είναι να γίνονται διάφοροι συνδυασμοί ώστε να ανακαλυφθεί το πιο επιτυχημένο σύστημα κινδύνου. Για να βρεθεί το ποσοστό κινδύνου μιας πυρκαγιάς μπορεί να χρησιμοποιηθεί μια μεγάλη γκάμα παραμέτρων οι οποίες εντάσσονται σε τέσσερις κατηγορίες. Οι τέσσερις κατηγορίες είναι οι εξής: oι μετεωρολογικές παράμετροι, η βλάστηση, η συμπεριφορά της φωτιάς και οι κοινωνικοοικονομικές παράμετροι. Στην παρούσα εργασία θα εξεταστούν οι μετεωρολογικές παράμετροι. Σκοπός της εργασίας είναι να βρεθεί εάν υπάρχει σχέση μεταξύ κάποιων μετεωρολογικών παραμέτρων με την εμφάνιση πυρκαγιών. Αυτό μπορεί να βοηθήσει μετέπειτα στη δημιουργία κάποιου συστήματος κινδύνου που θα χρησιμοποιεί τις μετεωρολογικές παραμέτρους που θα βρεθεί ότι υπάρχει κάποια σχέση, ενώ ακόμα θα βοηθήσει στην αποφυγή σφαλμάτων που δημιουργούνται σε περίπτωση που χρησιμοποιούνται παράμετροι που δεν έχουν καμία σχέση με τα φαινόμενα αυτά. Για να επιτευχθεί αυτό αρχικός στόχος ήταν οι συλλογή δεδομένων και μετέπειτα η επεξεργασία τους ώστε να γίνει η στατιστική ανάλυση. 9

ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΥΡΚΑΓΙΕΣ Η Λέσβος είναι ένα νησί με μεγάλη φυσική ιστορία και αυτό γίνεται αντιληπτό από την ύπαρξη του απολιθωμένου δάσους, ενώ παράλληλα έχει κατοικηθεί νωρίς από τον άνθρωπο και έχει χρησιμοποιηθεί έντονα με αποτέλεσμα, την ύπαρξη άγονων και μη καλλιεργήσιμων εκτάσεων. Ο άνθρωπος δε γνώριζε τις συνέπειες της εντατικής καλλιέργειας παλαιότερα με αποτέλεσμα την κατάρρευση του φυσικού περιβάλλοντος σε πολλές περιοχές. Εκτός αυτών, η Λέσβος είναι πολύπαθη από πλευράς πυρκαγιών. Η παρουσία του Μεσογειακού κλίματος στην περιοχή, οι μεγάλες εκτάσεις δασών και γεωργικών εκτάσεων σηματοδοτούν και την αυξημένη επικινδυνότητα έναρξης πυρκαγιάς. Λόγο της μεγάλης ευφλεκτικότητας της καύσιμης ύλης την περίοδο ξηρασίας αλλά και κάποιων γεωργικών εργασιών, όπως για παράδειγμα η καύση ξερών χόρτων έχει ως αποτέλεσμα τη συχνή ύπαρξη πυρκαγιών. Η συνεχόμενη εμφάνιση πυρκαγιών στην ίδια περιοχή και σε συνδυασμό με την εντατική βόσκηση, μπορεί να αποβεί μοιραία για την περιοχή. Κάτω από τις συνθήκες που προαναφέρθηκαν, το έδαφος μπορεί να αρχίσει να διαβρώνεται. Η διάβρωση είναι μια από τις καταστροφές που δεν αντιμετωπίζεται εύκολα και συνήθως δεν υπάρχουν τρόποι αντιμετώπισης ιδίως σε περιοχές με προχωρημένο πρόβλημα. Η διάβρωση είναι ένα μείζον πρόβλημα. Στη Λέσβο υπάρχουν τέτοιες περιοχές στα δυτικά του νησιού. Γι αυτό το λόγο πρέπει οι περιοχές που βρίσκονται στα ανατολικά και δεν έχουν τέτοιο σοβαρό πρόβλημα να προσεχθούν ιδιαιτέρως, ώστε μελλοντικά να μη μετατραπούν σε ερημικές εκτάσεις. Η πρόληψη και η σωστή αντιμετώπιση των πυρκαγιών είναι ένα φλέγον θέμα για το νησί. Όπως και στις υπόλοιπες περιοχές του πλανήτη με Μεσογειακό κλίμα, έτσι και στο νησί αυτό, τα καιρικά φαινόμενα με τις ραγδαίες βροχοπτώσεις και τα συχνά κατακλυσμικά φαινόμενα, η τοπογραφία με τις μεγάλες κλίσεις, τα σαθρά υποστρώματα αλλά και η ύπαρξη του ανθρώπου στην περιοχή κάνουν την περιοχή ιδιαίτερα ευαίσθητη στην διάβρωση. Η βλάστηση είναι ένας παράγοντας που βοηθάει στην προστασία του εδάφους από τη διάβρωση. Το πρόβλημα γίνεται μεγαλύτερο με την ανεξέλεγκτη υλοτομία, τις φωτιές και τη βόσκηση, με την εγκατάλειψη των παραδοσιακών τρόπων καλλιέργειας, την εγκατάλειψη των αναβαθμίδων και τις διανοίξεις δρόμων. Η βλάστηση δεν είναι μόνο ένας βοηθητικός παράγοντας για την προστασία του εδάφους από την διάβρωση. Έχει πολλές ευεργετικές λειτουργίες στο περιβάλλον. Εκτός της διάβρωσης βοηθάει και στην αποφυγή πλημμύρων. Μετά από μια πυρκαγιά, η διάβρωση του εδάφους μπορεί να μην παρατηρηθεί άμεσα αλλά τα καταστροφικά αποτελέσματά της φαίνονται μακροπρόθεσμα. Σε αντίθεση, οι πλημμύρες κάνουν αμέσως την εμφάνισή τους μετά από μια φωτιά. Λόγο της έλλειψης φυτικών ειδών στο έδαφος και σε περίπτωση, όχι σπάνια για τη χώρα μας, που το ποσό των κατακρημνισμάτων είναι μεγάλο το χώμα που 10

υπάρχει στο έδαφος από μόνο του, είναι αδύνατο να συγκρατήσει μεγάλες ποσότητες νερού. Μάλιστα, υπάρχουν πολλές περιπτώσεις που το νερό όχι μόνο δεν απορροφάται από το χώμα αλλά απορρέει αμέσως παρασύροντας και χώμα μαζί. Μετά από μια σύντομη ανάλυση των προβλημάτων, που μπορούν να προκύψουν μετά από μια πυρκαγιά με καταστροφικά αποτελέσματα, γίνεται αντιληπτή η αναγκαιότητα για προσπάθειες διαχείρισης των πυρκαγιών. ΧΡΗΣΗ ΝΕΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ Η ραγδαία εξέλιξη των νέων τεχνολογιών και ειδικότερα όσον αφορά στις πυρκαγιές, της χαρτογραφίας και της ανάλυσης χωρικών δεδομένων, αποτελεί πολύ σημαντικό βοηθητικό παράγοντα για τη διαχείρισή τους. Η αντιμετώπιση των πυρκαγιών απαιτεί τη διαχείριση μεγάλου όγκου δεδομένων τα οποία μεταβάλλονται συνεχώς. Μπορεί τα προηγούμενα χρόνια κάτι τέτοιο να φαινόταν ακατόρθωτο, αλλά πλέον είναι εφικτό. Οι υπερσύγχρονες μεθόδους αυτοματοποίησης των εργασιών που προσφέρουν τα γεωγραφικά συστήματα πληροφοριών (GIS), τα οποία έχουν τη δυνατότητα ανάλυσης και παρουσίασης γεωγραφικών δεδομένων μέσα από τη δημιουργία βάσεων δεδομένων, της τηλεπισκόπισης και το παγκόσμιο σύστημα εντοπισμού θέσης (GPS) κάνουν την διαχείριση διάφορων στοιχείων εφικτή. Με τη συμβολή των παραπάνω παραγόντων, είναι δυνατόν να συγκροτηθεί ένα πλήρες σύστημα θωράκισης των χερσαίων οικοσυστημάτων από καταστροφικές πυρκαγιές και να βελτιωθεί η δασοπροστασία με αποτελεσματικότητα χωρίς υπερβολές και παραπληροφόρηση (Καλαμποκίδης, 2004). ΟΙ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΙΝΔΥΝΟΥ Στη δημιουργία κάποιου συστήματος κινδύνου όπως έχει προαναφερθεί και στην εισαγωγή μπορεί να χρησιμοποιηθούν οι μετεωρολογικές παράμετροι, που έχουν ιδιαίτερα αυξημένη βαρύτητα στα συστήματα αυτά. Τα καιρικά φαινόμενα μπορούν να αλλάξουν την κατάσταση μιας φωτιάς, να την εξαλείψουν ή και να την ενισχύσουν τόσο που δε θα μπορεί να γίνει εφικτή η κατάσβεσή της. Οι ανάγκες αντιμετώπισης των πυρκαγιών και ιδιαίτερα των δασικών πυρκαγιών έκανε επιτακτική την ανάγκη εγκατάστασης νέων αυτόματων μετεωρολογικών σταθμών και ενός δικτύου επικοινωνίας αυτών. Η επιλογή των θέσεων για την εγκατάσταση των νέων αυτών μετεωρολογικών σταθμών έγινε με κριτήριο την πιο αξιόπιστη συλλογή δεδομένων που θα επιτρέπουν την ασφαλέστερη εκτίμηση κινδύνου πυρκαγιάς (Θεοδώρου και Μπαλατσός, 2001). Οι κλασικοί σταθμοί της ΕΜΥ δε μπορούσαν να προσφέρουν επίκαιρες πληροφορίες ώστε να ενημερώνονται τα συστήματα κινδύνου, γι αυτό το λόγο οι καινούργιοι σταθμοί προσφέρουν μεγαλύτερη ακρίβεια. Δεν πρέπει να λησμονείται, ότι σε αυτά τα συστήματα παρά των 11

υπόλοιπων σημαντικών παραγόντων, μεγάλη βαρύτητα λαμβάνουν οι μετεωρολογικές παράμετροι. Σε ολόκληρη την Ελλάδα τοποθετήθηκαν τέτοιοι σταθμοί αφού μελετήθηκαν αρχικά πυρολογικά στοιχεία παρελθόντων ετών και στοιχείων ευφλεκτικότητας της βλάστησης. Οι θέσεις αυτές εντοπίζονται σε παραλιακές, υποορεινές και λοφώδεις περιοχές τις χώρας. Αυτές οι περιοχές χαρακτηρίζονται από εύφλεκτη βλάστηση και συγκεκριμένα από φρύγανα, αείφυλλους και πλατύφυλλους θάμνους αλλά και πευκοδάση τα οποία και αποτελούν σύνηθες σημεία έναρξης πυρκαγιών. Επιπλέον, αυτές οι θέσεις καλύπτουν και την ανάγκη επικοινωνίας των σταθμών μέσω δικτύων κινητής τηλεφωνίας, υπάρχει ευκολία πρόσβασης και βρίσκονται σε δημόσιες, δημοτικές ή κοινοτικές δασικές εκτάσεις ή τέλος, σε δασικές εκτάσεις που ανήκουν σε δασικούς συνεταιρισμούς (Θεοδώρου και Μπαλατσός, 2001). Οι μετεωρολογικοί σταθμοί διαθέτουν όργανα μέτρησης (sensors) και μια μονάδα συλλογής, η οποία μπορεί να επεξεργάζεται μερικώς τα δεδομένα, να αποθηκεύει και να μεταδίδει τις μετρήσεις. Επίσης, διαθέτουν σύστημα αποτελούμενο από φωτοβολταϊκό στοιχείο, που θα τους προσφέρει αυτονομία ενέργειας, συνδεδεμένο με επαναφορτιζόμενες μπαταρίες. Ακόμα, απαραίτητο για την επικοινωνία των σταθμών με την κεντρική μονάδα συλλογής δεδομένων είναι και μια συσκευή κινητής τηλεφωνίας. Η επικοινωνία των σταθμών γίνεται με τηλεφωνική κλήση, που προωθείται μέσω των υφιστάμενων δικτύων κινητής τηλεφωνίας στη μονάδα συλλογής. Η κεντρική μονάδα συλλογής αποτελείτε από έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή με μόντεμ συνδεδεμένο σε τηλεφωνική γραμμή και διαθέτει ειδικό πρωτόκολλο επικοινωνίας με το οποίο καλούνται οι σταθμοί διαδοχικά, σε προγραμματισμένες ή έκτακτες τηλεφωνικές κλήσεις για τη συλλογή δεδομένων. Η αποθήκευση, η διαχείριση και η επεξεργασία των στοιχείων γίνεται με τη βοήθεια ενός ειδικού προγράμματος. Στο πλαίσιο αυτό εγκαταστάθηκαν τέσσερις αυτόματοι μετεωρολογικοί σταθμοί στη Λέσβο. Ο ένας κοντά στο πολεοδομικό συγκρότημα της Μυτιλήνης στην τοποθεσία Ξενία, όπου και βρίσκεται το Πανεπιστήμιου Αιγαίου, ένας δεύτερος στην Αγία Παρασκευή κοντά στην Καλλονή, ένας τρίτος στην Πτερούντα και ένας τελευταίος, στο Ακράσι (Χάρτης 1). Όλοι οι σταθμοί συνδέονται με έναν υπολογιστή που παρακολουθεί και τηρεί τις μετρούμενες τιμές στο εργαστήριο γεωγραφίας φυσικών καταστροφών του Τμήματος Γεωγραφίας. Οι τέσσερις αυτοί σταθμοί δίνουν τα μετεωρολογικά στοιχεία για τα σημεία που βρίσκονται. Με τη βοήθεια όμως τις χωρικής παρεμβολής και των Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών έγινε εφικτό με μια απλή διαδικασία να βρίσκονται και οι τιμές για τα υπόλοιπα σημεία του νησιού. Αυτή η μέθοδος ήταν απαραίτητη να γίνει διότι πρέπει να είναι γνωστά τα στοιχεία σε οποιοδήποτε σημείο του νησιού που πιθανότατα έγιναν οι αναφλέξεις των πυρκαγιών. Συγκεκριμένα έγινε μια μέθοδος χωρικής παρεμβολής με σημεία που ονομάζεται Πολύγωνα Thiessen (Thiessen Polygons). Με την τεχνική αυτή αποδώσαμε σε κάποιες περιοχές την τιμή του κοντινότερου μετεωρολογικού σταθμού. Έτσι, ουσιαστικά χωρίστηκε το νησί σε τέσσερις περιοχές και ανάλογα σε ποια περιοχή έγινε η ανάφλεξη της πυρκαγιάς χρησιμοποιήθηκαν και 12

τα αντίστοιχα δεδομένα του μετεωρολογικού σταθμού (Χάρτης 2). Αυτή η διαδικασία έκανε και εφικτή τη στατιστική ανάλυση των πυρκαγιών με τα μετεωρολογικά δεδομένα. Χάρτης 1 : Θέσεις μετεωρολογικών σταθμών στην περιοχή της Λέσβου. 13

Χάρτης 2 : Περιοχές που χωρίστηκε η Λέσβος σύμφωνα με την τοποθεσία των μετεωρολογικών σταθμών. 14

Τα μετεωρολογικά δεδομένα συλλέχθηκαν και από τους τέσσερις μετεωρολογικούς σταθμούς που βρίσκονται στη Λέσβο, με σκοπό να συσχετιστούν οι περιοχές ανάφλεξης με τον πιο κοντινό σταθμό. Τα δεδομένα που συλλέχθηκαν ήταν για τα έτη 2004 και 2005 και οι τιμές ήταν ανά ώρα για κάθε μέρα των χρόνων. Η επεξεργασία των δεδομένων κρίθηκε απαραίτητη διότι οι ωριαίες τιμές δεν ήταν βοηθητικές για τη στατιστική ανάλυση. Το αποτέλεσμα ήταν να συγκεντρωθούν οι μέσες τιμές κάθε μέρας του κάθε μετεωρολογικού παράγοντα που χρειαζόταν στην στατιστική ανάλυση. Περισσότερες πληροφορίες θα δοθούν παρακάτω. ΠΥΡΟ-ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΑ Η πυρο-μετεωρολογία με πιο απλά λόγια είναι τα προειδοποιητικά σημάδια του καιρού για τις αλλαγές που μπορούν να προκληθούν σε μια πυρκαγιά (Καλαμποκίδης, 2005). Όσο βελτιώνονται οι γνώσεις πάνω στην πυρο-μετεωρολογία τόσο πιο προβλέψιμες και υπολογίσιμες μπορούν να γίνουν οι πυρκαγιές. Ο καιρός επηρεάζει τις πυρκαγιές μέσω του ανέμου, της θερμοκρασίας και της υγρασίας, της βροχόπτωσης και της ατμοσφαιρικής σταθερότητας. Συνήθως, οι άνεμοι είναι αυτοί που δημιουργούν τα περισσότερα προβλήματα. Οι άνεμοι επηρεάζουν έντονα τις πυρκαγιές. Απομακρύνουν την υγρασία από την περιοχή, επιτυγχάνοντας την ξήρανση της καύσιμης ύλης, κατά την έναρξη της πυρκαγιάς, βοηθάνε στην καύση, αυξάνοντας την παροχή οξυγόνου, βοηθάνε στη διάδοσή της, μεταφέροντας θερμότητα και καιγόμενα κομμάτια ύλης στις κοντινές περιοχές και φτάνοντας τις φλόγες πλησιέστερα στην άκαυτη ύλη, βοηθώντας στην ξήρανσή της και άρα στη μετέπειτα πιο εύκολη καύση της και τέλος, η διεύθυνση του ανέμου καθορίζει και τη διεύθυνση εξάπλωσης της πυρκαγιάς. Οι άνεμοι, χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες, τους γενικούς ανέμους, τις καταιγίδες και τους τοπικούς ανέμους. Οι γενικοί άνεμοι αφορούν τους ανέμους που πνέουν σε μεγάλη κλίμακα σε ολόκληρη την ήπειρο, οι καταιγίδες αφορούν στους ανέμους που δημιουργούνται από την σταδιακή έξαρση μιας καταιγίδας και οι τοπικοί αφορούν σε ανέμους που δημιουργούνται σε τοπική κλίμακα. Οι γενικοί άνεμοι χωρίζονται με τη σειρά τους σε δύο υποκατηγορίες, τους μετωπικούς ανέμους και τους ανέμους βαθμίδας. Μια βασική αρχή που επηρεάζει τον καιρό είναι ότι ο θερμός αέρας ανυψώνεται στα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιρας ενώ ο ψυχρός αέρας κάνει το αντίθετο. Αυτή η κίνηση ψυχρού και θερμού αέρα οφείλεται στην διαφορετική πυκνότητα. Ο θερμός αέρας είναι λιγότερο πυκνός συγκριτικά με τον ψυχρό, έτσι λόγο της βαρύτητας της γης ο θερμός έχει την τάση να ανεβαίνει ενώ ο ψυχρός να κατεβαίνει. Όταν 15

μία μάζα θερμού αέρα ανεβαίνει ψηλά, έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργεί στην περιοχή που ήταν ένα κενό, το οποίο λέγεται περιοχή με χαμηλή πίεση. Αυτό το κενό καλείται να αναπληρώσει ο ψυχρός αέρας. Όταν η περιοχή γεμίσει με μάζα ψυχρού αέρα δημιουργείται μια περιοχή υψηλών πιέσεων. Αυτή η κίνηση ονομάζεται άνεμος. Όσο μεγαλύτερη είναι η διαφορά μεταξύ χαμηλών και υψηλών πιέσεων τόσο ισχυρότερος είναι ο άνεμος. Όταν δύο αέριες μάζες με διαφορετική θερμοκρασία και υγρασία έλθουν σε επαφή τότε δεν αναμειγνύονται μεταξύ τους, αλλά τείνουν να διατηρήσουν την αυτοτέλειά τους. Έτσι, διαχωρίζονται μεταξύ τους με μια διακριτή κεκλιμένη επιφάνεια που ονομάζεται μετωπική επιφάνεια και η τομή της επιφάνειας αυτής με την επιφάνεια του εδάφους λέγεται μέτωπο (Φείδας, 2001). Όποτε μέτωπα θερμού και ψυχρού αέρα προσπαθούν να καταλάβουν τον ίδιο χώρο θα πρέπει να είναι ανανεωμένη κάποια αναταραχή. Το ψυχρό μέτωπο είναι μία μάζα ψυχρού αέρα που κινείται για να αντικαταστήσει μια μάζα θερμού αέρα, ενώ το θερμό μέτωπο είναι ακριβώς το αντίθετο. Τα μέτωπα παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην κατεύθυνση και την ένταση του ανέμου. Οι μετωπικοί άνεμοι μπορεί να αλλάξουν κατεύθυνση μέχρι και 180 ο με το πέρασμα ενός μετώπου και ακόμα η έντασή τους μπορεί να αυξηθεί δραματικά. Οι άνεμοι βαθμίδας είναι αυτοί που πνέουν ψηλά στην ατμόσφαιρα και είναι αυτοί που οδηγούν τα καιρικά συστήματα πάνω απ όλη τη γη. Αυτοί οι άνεμοι δεν επηρεάζονται από την τοπογραφία της γης. Όταν ένας τέτοιος άνεμος χτυπήσει πάνω σε μια υψηλή οροσειρά, η οποία είναι προσήνεμη προς τη ροή του, ένας απομονωμένος κυματοειδής σχηματισμός μπορεί να αναπτυχθεί στην υπήνεμη πλευρά της οροσειράς. Εάν αυτοί οι σχηματισμοί φτάσουν στο έδαφος τότε είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο να σχηματιστούν ισχυροί άνεμοι. Η δεύτερη κατηγορία ανέμων είναι οι άνεμοι που δημιουργούνται από την ύπαρξη καταιγίδων σε μια περιοχή. Μια καταιγίδα μπορεί να γίνει αντιληπτή όταν σύννεφα που ονομάζονται Σωρείτες (cumulus) αρχίζουν να συγκεντρώνονται πάνω από μια περιοχή λόγο, αστάθειας της ατμόσφαιρας, της ύπαρξης υγρασίας και ενός μηχανισμού που δίνει το έναυσμα για κάθετη ανοδική κίνηση του αέρα όπως για παράδειγμα η διάβαση ενός μετώπου. Στο πρώτο στάδιο της καταιγίδας δημιουργούνται ανοδικά ρεύματα στην περιοχή. Καθώς η καταιγίδα τροφοδοτείται με υδρατμούς με τους ανοδικούς ανέμους προχωράει στο δεύτερο στάδιο όπου οι ανοδικοί άνεμοι συνεχίζουν να υπάρχουν και παράλληλα δημιουργούνται και καθοδικά ρεύματα. Αυτά τα καθοδικά ρεύματα μπορούν σε πολλές περιπτώσεις να φτάσουν και τα 50-70 μίλια την ώρα. Σε αυτό το στάδιο κάνουν και την εμφάνισή τους οι ηλεκτρικές εκκενώσεις. Στο τρίτο στάδιο της καταιγίδας, αυτό του κατευνασμού, εξασθενεί χωρίς να υπάρχουν ανοδικές κινήσεις και με αποτέλεσμα οι άνεμοι, η θερμοκρασία και η πίεση να επιστρέφουν στο επίπεδο που ήταν πριν αρχίσει η καταιγίδα. Οι τοπικοί άνεμοι είναι άνεμοι που δημιουργούνται λόγο της γεωμορφολογίας κυρίως της περιοχής και εμφανίζονται σε όλες τις γεωγραφικές περιοχές. Βέβαια, αντί αυτών των 16

ανέμων μπορούν να υπερισχύσουν άλλοι ευρύτερης κλίμακας λόγο έντονων καιρικών φαινομένων. Οι άνεμοι που αναπτύσσονται πάνω από ωκεανούς, θάλασσες και μεγάλες λίμνες λέγονται επίγειος και απόγειος αύρα. Το νερό είναι γνωστό ότι έχει μεγάλη θερμοχωρητικότητα. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να συγκρατήσει τη θερμοκρασία πολύ περισσότερο απ ό,τι η ξηρά, αλλά και ότι το νερό αλλάζει πολύ πιο αργά θερμοκρασία απ ό,τι η ξηρά. Όταν ο ήλιος ανατέλλει το πρωί, θερμαίνει την ξηρά πιο γρήγορα απ ό,τι τη θάλασσα. Ο αέρας που βρίσκεται πάνω από τη στεριά θερμαίνεται, με αποτέλεσμα να ανεβαίνει και υψηλότερα. Έτσι, δημιουργείται μια περιοχή χαμηλών πιέσεων. Πιο απλά, δημιουργείται ένα κενό αέρα το οποίο προσπαθεί να αναπληρώσει ο αέρας που βρίσκεται πάνω από τη θάλασσα. Αυτός ο αέρας είναι ψυχρότερος από τη στιγμή που βρισκόταν πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργείται ένας τοπικός άνεμος από τη θάλασσα, προς τη στεριά, που ονομάζεται θαλάσσια αύρα. Τη νύχτα, αυτή η διαδικασία αντιστρέφεται. Επειδή τη νύχτα η στεριά ψύχεται πιο γρήγορα απ ότι η θάλασσα, πάνω από τη θάλασσα δημιουργείται ένα σύστημα χαμηλών πιέσεων λόγο του θερμού αέρα που βρίσκεται πάνω από τη θάλασσα. Ο θερμός αυτός αέρας ανυψώνεται και έτσι ο αέρας που βρίσκεται πάνω από τη στεριά μετακινείται προς τη θάλασσα, για να αναπληρώσει το κενό αυτό. Ο άνεμος αυτός ονομάζεται απόγειος αύρα. Ένα ακόμα είδος τοπικών ανέμων είναι και αυτοί που δημιουργούνται εξαιτίας τις έκθεσης. Αυτοί οι άνεμοι ονομάζονται άνεμοι ανάβασης και κατάβασης. Η έκθεση είναι η κατεύθυνση που κοιτάζει η πλαγιά του βουνού. Καθώς ανεβαίνει ο ήλιος, η πρώτη πλευρά που θερμαίνεται είναι η ανατολική, με αποτέλεσμα ο πρώτος άνεμος που δημιουργείται σε αυτές τις πλευρές να είναι αναβατικός. Οι νότιες και δυτικές πλευρές είναι αυτές που δέχονται και την ισχυρότερη ακτινοβολία, με αποτέλεσμα στις πλευρές αυτές οι άνεμοι ανάβασης να είναι και ισχυρότεροι. Οι άνεμοι ανάβασης έχουν κατεύθυνση από τις κοιλάδες, προς τις κορυφές των βουνών. Καθώς ο ήλιος φεύγει από τις διάφορες εκθέσεις και εμφανίζονται οι σκιές, εμφανίζονται οι άνεμοι κατάβασης. Στις νότιες και δυτικές πλευρές, οι άνεμοι αυτοί εμφανίζονται πολύ αργότερα συγκριτικά με τις υπόλοιπες πλευρές. Γενικότερα, οι άνεμοι κατάβασης είναι ασθενέστεροι από αυτούς της ανάβασης. Τα μελτέμια ή αλλιώς ετήσιες είναι μιας μορφής τοπικών ανέμων για την περιοχή του Αιγαίου. Κατά τη θερινή περίοδο στην περιοχή του βορείου Αιγαίου εμφανίζονται ισχυροί άνεμοι. Αυτοί οι άνεμοι, εμφανίζονται κατά τη θερινή περίοδο και δημιουργούνται λόγω του συνδυασμού του αντικυκλώνα των Αζορών, ο οποίος επεκτείνεται μέχρι τα Βαλκάνια, ή των αντικυκλώνων που αναπτύσσονται στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο, με το θερμό χαμηλό των Ινδιών, που επεκτείνεται μέχρι και την Κύπρο (Παπαδόπουλος, 2001). Οι άνεμοι αυτοί πνέουν με διευθύνσεις από βορειοανατολικές μέχρι βορειοδυτικές. Στο Βόρειο Αιγαίο, είναι βορειοανατολικοί, στο κεντρικό είναι βόρειοι και στο νότιο βόρειοι μέχρι βορειοδυτικοί. Τα μελτέμια αρχίζουν να εμφανίζονται από τον Μάιο, αλλά έχουν μικρή συχνότητα αλλά και 17

ένταση. Αυτά ονομάζονται Πρόδρομοι Ετησίες. Η κορύφωσή τους γίνεται τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο, όπου η συχνότητά και η έντασή τους αυξάνεται φτάνοντας και πάνω από 8 μποφόρ. Από τις αρχές του Σεπτέμβρη και έπειτα υπάρχει η εξασθένισή τους. Αυτοί ονομάζονται Μετόπωροι Ετησίες. Γενικότερα όμως, πνέουν κατά τη διάρκεια της ημέρας και κυρίως το απόγευμα με μεγάλες εντάσεις, ενώ εξασθενούν κατά τη διάρκεια της νύχτας. Παράλληλα όμως αυτοί οι άνεμοι, επηρεάζονται από τη μορφολογία του εδάφους. Η παρουσία των νησιών με βουνά, όπως συμβαίνει στην περιοχή του Αιγαίου, δημιουργεί άλλους ανέμους οι οποίοι δεν μπορούν να προβλεφθούν. Η υγρασία στον αέρα ή στην καύσιμη ύλη επηρεάζει έντονα τις πυρκαγιές, όχι μόνο στην εμφάνισή τους αλλά και στο πως καίει μια φωτιά. Ο όρος υγρασία του αέρα αναφέρεται στη περιεκτικότητα της ατμόσφαιρας σε υδρατμούς. Η ατμόσφαιρα, στα κατώτερα κυρίως στρώματα (>6,5 km), περιέχει πάντοτε υδρατμούς η ποσότητα των οποίων μεταβάλλεται τόσο χωρικά όσο και χρονικά. Συνήθως θεωρούμε τον ατμοσφαιρικό αέρα σαν μίγμα δύο αερίων, του ξηρού αέρα και των υδρατμών (Φείδας, 2001). Η ένταση της εξάτμισης εξαρτάται από τρεις παράγοντες: τη θερμοκρασία του νερού και του αέρα (αυξάνει με την αύξηση της θερμοκρασίας), την υπάρχουσα ποσότητα υδρατμών στην ατμόσφαιρα (μειώνεται με την αύξηση των υδρατμών στην ατμόσφαιρα) και την κίνηση του αέρα (αυξάνεται με την αύξηση της ταχύτητας του ανέμου) (Φείδας, 2001). Η υγρασία της ατμόσφαιρας μεταφράζεται με διάφορους τρόπους. Στη συγκεκριμένη εργασία θα εξεταστεί η σχετική υγρασία (RH), που είναι ίση με την ποσότητα του νερού στον αέρα προς την ποσότητα νερού που θα μπορούσε να κρατήσει στον κορεσμό, πολλαπλασιασμένο με το 100. Αρχικά, πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο θερμός αέρας κρατάει περισσότερο εξατμιζόμενο νερό απ ό,τι ο ψυχρός. Ο αέρας όταν φτάνει στο σημείο του κορεσμού του, δηλαδή στο σημείο όπου ο αέρας δε μπορεί να κρατήσει άλλο νερό, τότε εμφανίζονται τα κατακρημνίσματα, η ομίχλη, η πάχνη ή η πρωινή δρόσος (Φείδας, 2001). Η ποσότητα του νερού στον αέρα παραμένει ίδια κατά τη διάρκεια της ημέρας. Συγκριτικά με το μεσημέρι, καθώς προχωράει η μέρα και φτάνουμε στο απόγευμα, η ποσότητα του νερού που μπορεί να συγκρατήσει ο αέρας μειώνεται, με αποτέλεσμα η σχετική υγρασία να αυξάνεται. Καθώς προχωράει η νύχτα και η θερμοκρασία μειώνεται περισσότερο, η σχετική υγρασία είναι συγκριτικά μεγαλύτερη όπου φτάνει το μέγιστο σημείο λίγο μετά την ανατολή του ήλιου. Το αντίθετο συμβαίνει όταν η θερμοκρασία της ημέρας φτάνει στο μέγιστο σημείο της, όπου η σχετική υγρασία είναι μικρή. Αυτό συμβαίνει γιατί ο αέρας μπορεί να συγκρατήσει μεγαλύτερα ποσά υδρατμών ενώ παράλληλα οι υδρατμοί που υπάρχουν είναι οι ίδιοι. Γενικότερα, η ποσότητα των υδρατμών στην ατμόσφαιρα μεταβάλλεται πολύ λίγο κατά τη διάρκεια του εικοσιτετραώρου. Έτσι, η ημερήσια πορεία της σχετικής υγρασίας εξαρτάται από την ημερησία πορεία της θερμοκρασίας και μάλιστα σε γενικές γραμμές είναι αντίστροφη της πορείας της θερμοκρασίας του αέρα (Φείδας, 2001). Από τα παραπάνω μπορεί να γίνει αντιληπτό ότι, οι φωτιές δυσκολεύονται να ξεσπάσουν και να αναπτυχθούν νωρίς το πρωί και αργά τη νύχτα. Αντιθέτως, καθώς ο ήλιος 18

ανεβαίνει και ο αέρας γίνεται θερμότερος και το ποσοστό της σχετικής υγρασίας γίνεται μικρότερο, οι φωτιές είναι πιο εύκολο να ξεσπάσουν και παράλληλα από τη στιγμή που και ο αέρας γίνεται ξηρότερος γίνονται και πιο δραστικές. Όπως η υγρασία του αέρα επηρεάζει τις πυρκαγιές, το ίδιο συμβαίνει και με την υγρασία της καύσιμης ύλης. Από τα παραπάνω βγαίνει το συμπέρασμα ότι όσο ξηρότερος είναι ο αέρας τόσο πιο εύκολα έχουμε ανάφλεξη. Το ίδιο συμβαίνει και με την καύσιμη ύλη. Όταν η περιεκτικότητα της καύσιμης ύλης σε υγρασία είναι υψηλή, ουσιαστικά όταν είναι υγρή, τόσο πιο δύσκολα γίνεται η ανάφλεξη, ενώ το αντίθετο συμβαίνει όταν υπάρχει χαμηλό ποσοστό υγρασίας στην καύσιμη ύλη. Η μικρή ημερήσια μεταβολή στα ποσοστά της σχετικής υγρασίας επηρεάζει περισσότερο την ύλη με μικρή διάμετρο, δηλαδή τις πευκοβελόνες και τα μικρά κλαδάκια. Αυτό σημαίνει ότι η καύσιμη ύλη με μικρή διάμετρο στεγνώνει και υγραίνει εύκολα κατά τη διάρκεια της ημέρας, καθώς η σχετική υγρασία πέφτει. Την ύλη με μεγαλύτερες διαμέτρους δεν την επηρεάζουν οι ημερήσιες μεταβολές, αλλά το πόσο διάστημα παραμένει η υγρασία σε αυτό. Δηλαδή, αν βρέχει καταρρακτωδώς για 5 λεπτά η καύσιμη ύλη μεγάλης διαμέτρου θα απορροφήσει πολύ λίγη υγρασία άρα και θα στεγνώσει γρηγορότερα. Εάν, η ίδια ποσότητα βροχής πέσει σε 5 ώρες τότε θα απορροφηθεί μεγαλύτερο ποσοστό ξηρασίας από την καύσιμη ύλη, άρα θα πάρει και περισσότερο χρόνο να στεγνώσει. Ουσιαστικά, μικρό ποσοστό υγρασίας καύσιμης ύλης σημαίνει μεγαλύτερη ευκολία ανάφλεξης και πιο επιθετική πυρκαγιά ενώ μεγάλα ποσοστά υγρασίας σημαίνει δυσκολία στην ανάφλεξη άρα και επιβράδυνση στην καύση των πυρκαγιών. Η σχετική υγρασία του αέρα και η υγρασία της καύσιμης ύλης είναι δύο μεταβλητές που έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά (Καλαμποκίδης, 2005). Η βροχόπτωση είναι ένα ακόμα στοιχείο του καιρού που επηρεάζει τις πυρκαγιές. Ουσιαστικά η βροχόπτωση επηρεάζει το ποσοστό υγρασίας της καύσιμης ύλης. Όταν η βροχή έχει μεγάλη ένταση δε διαποτίζει το υπόστρωμα με αποτέλεσμα, το νερό που πέφτει στο έδαφος απλά να απορρέει στα διάφορα ποτάμια της περιοχής ή στη θάλασσα. Όταν η βροχόπτωση έχει μικρή ένταση βοηθάει το υπόστρωμα και την καύσιμη ύλη να συλλάβει όλους τους υδρατμούς και την υγρασία. Η κατάσταση της ατμόσφαιρας είναι ακόμη ένα χαρακτηριστικό της μετεωρολογίας των πυρκαγιών. Η ατμόσφαιρα μπορεί να είναι σταθερή ή ευσταθής, ασταθής και ουδέτερη. Όταν η ατμόσφαιρα είναι σταθερή παρατηρούνται ήπιοι επιφανειακοί άνεμοι και δεν υπάρχουν κάθετοι σχηματισμοί στην ατμόσφαιρα. Σε τέτοιες περιπτώσεις η θερμοκρασία μειώνεται καθώς αυξάνεται το ύψος που βρισκόμαστε. Στην ευσταθή ατμόσφαιρα οι πυρκαγιές είναι εύκολο να αντιμετωπιστούν, διότι οι άνεμοι που επικρατούν δεν έχουν μεγάλες ταχύτητες. Αντίθετα με την ευσταθή ατμόσφαιρα, η ασταθής δημιουργεί πολλά προβλήματα. Η θερμοκρασία μειώνεται σε μεγαλύτερη κλίμακα καθ ύψος, ενώ οι πιέσεις που ασκούνται από τον άνεμο είναι μεγαλύτερες. Το αποτέλεσμα είναι να υπάρχουν μεγαλύτερων ταχυτήτων άνεμοι στην περιοχή. Σε μια ασταθή ατμόσφαιρα, οποιαδήποτε ανοδική κίνηση 19

του αέρα τονίζεται. Ένα σταθερό σύστημα κοντά στην επιφάνεια μπορεί να γίνει ασταθές, όταν ο αέρας θερμανθεί αρκετά από τον ήλιο. Τέλος, υπάρχει και η ουδέτερη κατάσταση της ατμόσφαιρας, όπου επικρατεί καλή μίξη στην ατμόσφαιρα. Ο καιρός παίζει σημαντικό ρόλο στην ανάφλεξη αλλά και στη συμπεριφορά της πυρκαγιάς. Βέβαια, πρέπει να τονιστεί ότι δεν είναι και η μοναδική παράμετρος που επηρεάζει τις πυρκαγιές. Άλλες παράμετροι είναι η βλάστηση, διάφορες κοινωνικοοικονομικές παράμετροι όπως για παράδειγμα η δόμηση, και η τοπογραφία. Η τοπογραφία είναι όπως και ο καιρός, μια παράμετρος με διάφορες μεταβλητές, όπως είναι η κλίση, η έκθεση, η θέση και το υψόμετρο. Το ίδιο ισχύει και για την βλάστηση που ουσιαστικά είναι και η καύσιμη ύλη. Η συμπαγότητα, η ποσότητα, η διάταξη, το μέγεθος και η περιεχόμενη υγρασία είναι τα χαρακτηριστικά της καύσιμης ύλης. 20

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ Το νησί της Λέσβου είναι η περιοχή μελέτης της συγκεκριμένης εργασίας. Η Λέσβος βρίσκεται στα βορειοανατολικά της Ελλάδας και ανήκει στο νομό Λέσβου της περιφέρειας του βορείου Αιγαίου. Η πρωτεύουσα του είναι η Μυτιλήνη που βρίσκεται στα ανατολικά του νησιού. Είναι το τρίτο νησί σε μέγεθος στη χώρα με έκταση 1672 km 2. Η Λέσβος ανήκει στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου Πελάγους και απέχει 188 ν.μ. από τον Πειραιά και 218 ν.μ. από τη Θεσσαλονίκη. Το νησί της Λέσβου χαρακτηρίζεται από μια ποικιλία βλαστητικών ειδών, κλιματικών συνθηκών και γεωμορφολογικών σχηματισμών. Το κλίμα είναι μεσογειακό µε ξηροθερμικά καλοκαίρια και ήπιους χειμώνες µε μέτριες βροχοπτώσεις. Η μέση ετήσια βροχόπτωση είναι περίπου 670 mm και η μέση ετήσια θερμοκρασία είναι 18 0 C, µε μεγάλη διακύμανση μεταξύ της ελάχιστης και της μέγιστης ημερήσιας θερμοκρασίας. Το νησί χαρακτηρίζεται από την πολύ μεγάλη ηλιοφάνεια καθ όλη τη διάρκεια του έτους. Όσον αφορά στη γεωμορφολογία του νησιού η Λέσβος έχει έντονες διαφοροποιήσεις, το ίδιο συμβαίνει και στην βλάστηση. Το νησί είναι ηφαιστιογενές και το ανάγλυφο είναι ηµιορεινό µε έντονες κλίσεις. Λόγο του μεγέθους της, δεν αντικρίζουμε μόνο ένα είδος γεωμορφολογικών σχηματισμών αλλά γίνεται το αντίθετο. Οι πιο σημαντικές πεδιάδες, είναι της Καλλονής, του Ιππείου, του Περάματος και της Ερεσού και τα κυριότερα βουνά είναι ο Λεπέτυμνος, ο Όλυμπος και το Ψηλοκούδουνο. Ο Όλυμπος είναι και η υψηλότερη κορυφή της Λέσβου και φτάνει τα 968 μέτρα. Υπάρχουν χείμαρροι, που διαρρέουν τις πεδινές εκτάσεις, όπως ο Τσικνιάς, ο Τσιχλιώτας, ο Μυλοπόταμος, ο Σεδούντας και ο Αλμυροπόταμος. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΒΛΑΣΤΗΣΗΣ Γενικά η χλωρίδα της Λέσβου είναι πλούσια και ακόμα και οι χρήσεις γης χαρακτηρίζονται από μεγάλη ποικιλία (Χάρτης 3). Στο νησί μπορεί να απαντηθούν από άγονες και ερημοποιημένες εκτάσεις μέχρι πυκνά δάση πεύκων και ελαιώνες. Τα ανατολικά και κεντρικά τμήματα είναι κατάφυτα από ελαιώνες, πεύκα, έλατα, πλατάνια, καστανιές, οξιές και βελανιδιές. Ποιο συγκεκριμένα, γεωργικές εκτάσεις υπάρχουν διάσπαρτες σε ολόκληρο το νησί αλλά το μεγαλύτερο ποσοστό βρίσκεται στα ανατολικά και κεντρικά του νησιού. Οι περισσότερες γεωργικές εκτάσεις αφορούν στην καλλιέργεια της ελιάς η οποία είναι και μια από τις κύριες οικονομικές δραστηριότητες του νησιού. Το μεγαλύτερο ποσοστό των χρήσεων μετά τις γεωργικές εκτάσεις καταλαμβάνεται από βοσκότοπους και φρύγανα. Η Λέσβος είναι ένα νησί με ιδιαίτερα ανεπτυγμένο τον πρωτογενή τομέα παραγωγής. Το 21

έδαφος ανάλογα την περιοχή είναι κατάλληλο και για τη γεωργία αλλά και την κτηνοτροφία, κάτι που έχουν εκμεταλλευτεί οι κάτοικοί της ιδιαίτερα. Οι βοσκότοποι και τα φρύγανα συναντούνται σε ολόκληρο το νησί αλλά οι μεγαλύτερες εκτάσεις βρίσκονται στα δυτικά και βορειοδυτικά του νησιού. Στο νησί δεν συναντάται μόνο ένα είδος δάσους αλλά περισσότερα. Ταξιδεύοντας στη Λέσβο παρατηρούνται δάση μαύρης πεύκης, τραχείας πεύκης, δρυός και καστανιάς. Τα δάση καστανιάς περιορίζονται στα υψηλά σημεία του βουνού Όλυμπος και δεν συναντιούνται αλλού ενώ οι βελανιδιές (δρυς), οι οποίες δεν ευδοκιμούν και σε μεγάλα ύψη συναντιόνται διάσπαρτες δυτικά και βόρεια του νησιού. Το μεγαλύτερο ποσοστό των δασών καταλαμβάνεται από την τραχεία πεύκη και ο μεγαλύτερος πληθυσμός της βρίσκεται στα κεντρικά του νησιού. Δάσος μαύρης πεύκης συναντάται μόνο στα δυτικά του νησιού και είναι περιορισμένα σε μια σχετικά μικρή έκταση. Τα δάση αυτά βρίσκονται κοντά σε πληθυσμούς της τραχείας πεύκης. Εγκαταλελειμμένοι αγροί και βραχώδεις εκτάσεις υπάρχουν διάσπαρτες σε όλο το νησί αλλά το μέγεθος τους δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλο. Οι περισσότερες βραχώδεις εκτάσεις βρίσκονται στα βορειοανατολικά του νησιού. Επίσης, σε ένα μικρό ποσοστό της γης της Λέσβου υπάρχουν μικτά δάση αλλά και αλυκές ενώ υπάρχουν και άγονες εκτάσεις, μία στα δυτικά του νησιού κοντά στο Σίγρι, μία στον κόλπο της Γέρας και μία μεγαλύτερη από τις υπόλοιπες περιοχές στον Κόλπο της Καλλονής. Τέλος, παρατηρούμε την ύπαρξη αείφυλλων και πλατύφυλλων θάμνων, γνωστή ως μακία βλάστηση. Αυτό το είδος της βλάστησης είναι αντιπροσωπευτικό για τις περιοχές με Μεσογειακό κλίμα, γι αυτό το λόγο αυτού του είδους οι θαμνώνες υπάρχουν και διάσπαρτοι σε ολόκληρη την περιοχή. Ο κύριος όγκος βέβαια, βρίσκεται ανατολικά. 22

Χάρτης 3 : Κατανομή της βλάστησης του νησιού της Λέσβου. 23

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΚΑΙΡΟΥ 2004 2005 Το κλίμα της Λέσβου είναι Μεσογειακό, όπως έχει ήδη προαναφερθεί. Είναι αναμενόμενο τα καλοκαίρια να είναι θερμά και ξηρά, οι χειμώνες ήπιοι αλλά βροχεροί και ακόμα να υπάρχει μια αρκετά μεγάλη περίοδος ξηρασίας (περίπου 3 με 5 μήνες). Συγκεκριμένα όμως για τα χρόνια που θα μελετηθούν, θα γίνει μία εκτενέστερη αναφορά. Η περιοχή μελέτης θα χωριστεί σε τέσσερις υποπεριοχές, ώστε να γίνει μια καλύτερη περιγραφή του καιρού, που επικρατούσε τα προηγούμενα δύο χρόνια. Ενώ θα ήταν αναμενόμενο να έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά και οι τέσσερις περιοχές διότι βρίσκονται στην ίδια γεωγραφική περιοχή δε συμβαίνει κάτι τέτοιο. Αντιθέτως έχουμε διαφορές οι οποίες είναι σε κάποιες περιπτώσεις μικρές, ενώ σε κάποιες άλλες αξιοπρόσεχτες. Αρχικά, για το έτος 2004 στην περιοχή που εντοπίζεται νοτιοανατολικά (Διάγραμμα 1), μπορούμε να πούμε ότι οι πιο ακραίες τιμές εμφανίζονται τους μήνες Ιανουάριο και Αύγουστο. Η μέση θερμοκρασία κυμάνθηκε από 7,3 ο C τον Ιανουάριο μέχρι 25,3 ο C τον Αύγουστο. Παρατηρώντας και το παρακάτω διάγραμμα η κατανομή της θερμοκρασίας είναι ομαλή και δεν παρατηρούνται έντονες και ακραίες διακυμάνσεις ανά μήνα. Το ίδιο παρατηρείται και για το έτος 2005 στην ίδια περιοχή με τη μόνη διαφορά ότι η ελάχιστη μέση θερμοκρασία βρίσκεται στο μήνα Φεβρουάριο με τιμή 7,3 ο C και η μέγιστη μέση τιμή μέσης θερμοκρασίας παρατηρείται το μήνα Ιούλιο με τιμή 26,2 ο C. ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΜΕΣΗΣ ΜΗΝΙΑΙΑΣ ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑΣ (ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ) 30 25 ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ ( o C) 20 15 10 5 2005 2004 0 Jan. Feb. Mar. Apr. May Jun. Jul. Aug. Sep. Oct. Nov. Dec. ΜΗΝΕΣ Διάγραμμα 1 : Κατανομή μέσης μηνιαίας θερμοκρασίας αέρα για την περιοχή του Πανεπιστημίου για το 2004 και το 2005. 24

Για την ίδια περιοχή η σχετική υγρασία ακολουθεί την αναμενόμενη κατανομή (Διάγραμμα 2). Μεγαλύτερες τιμές υπάρχουν τους χειμερινούς μήνες και οι ελάχιστες τους καλοκαιρινούς. Για το έτος 2004 έχουμε μέγιστη μέση σχετική υγρασία τον Ιανουάριο 73% ενώ τον Ιούλιο ελάχιστη με τιμή 49,7% και για το έτος 2005 η μέγιστη τιμή εμφανίζεται τον Φεβρουάριο και η ελάχιστη τον Ιούνιο με τιμές 66,9% και 45,1% αντίστοιχα. Επιπλέον, γενικότερα το 2004 είχε μεγαλύτερα ποσοστά υγρασίας συγκριτικά με το 2005. ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΜΕΣΗΣ ΜΗΝΙΑΙΑΣ ΣΧΕΤΙΚΗΣ ΥΓΡΑΣΙΑΣ (ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ) 80 70 ΣΧΕΤΙΚΗ ΥΓΡΑΣΙΑ (%) 60 50 40 30 20 2005 2004 10 0 Jan. Feb. Mar. Apr. May Jun. Jul. Aug. Sep. Oct. Nov. Dec. ΜΗΝΕΣ Διάγραμμα 2 : Κατανομή μέσης μηνιαίας σχετικής υγρασίας για την περιοχή του Πανεπιστημίου για το 2004 και το 2005. Η ταχύτητα του ανέμου είναι και η επόμενη μεταβλητή που θα μελετηθεί (Διάγραμμα 3). Απ ότι παρατηρείτε από τα παρακάτω διαγράμματα για τα δύο έτη 2004 2005 ο άνεμος στην ευρύτερη περιοχή του σταθμού του πανεπιστημίου δεν έχει τα ίδια χαρακτηριστικά. Το 2004 έχουμε έντονες διακυμάνσεις ανά εποχή ενώ το 2005 υπάρχουν έντονες διακυμάνσεις ανά μήνα. Αυτό που πρέπει να σημειωθεί, είναι αυτό που παρατηρείται τους καλοκαιρινούς μήνες. Το 2004 έχουμε ανέμους οι οποίοι ξεπερνάνε από πλευράς έντασης την άνοιξη και το φθινόπωρο ενώ το 2005 οι καλοκαιρινοί μήνες έχουν τις μικρότερες εντάσεις συγκριτικά με τους υπόλοιπους μήνες του έτους. Αυτό μπορεί να αποδοθεί στα μελτέμια, των οποίων η εμφάνιση δε γίνεται κάθε χρόνο με την ίδια ένταση. Τα μελτέμια ιδίως στην περιοχή του Αιγαίου παίζουν σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση αλλά κυρίως στην εξάπλωση των πυρκαγιών. Από τα διαγράμματα αυτά μπορεί να γίνει αντιληπτό ότι το 2004 υπήρχαν μελτέμια μεγαλύτερων εντάσεων ενώ το 2005 δεν συνέβη το ίδιο. 25