«Απ τις επόμενες κιόλας ημέρες φάνηκαν οι πρώτες αλλαγές στην καθημερινή μας ζωή. Τα σχολεία έμειναν για λίγο κλειστά, εμείς πανηγυρίζαμε, αλλά ευτυχώς, τα μαθήματα γρήγορα ξανάρχισαν, γιατί είχα βαρεθεί τα πρωινά στο σπίτι.» «Η μητέρα μου έφερε από το γειτονικό χαρτοπωλείο μπλε χαρτιά, τις κόλλες που ντύναμε τα τετράδια και τα βιβλία μας, για να καλύψουμε τα τζάμια των παραθύρων. Οι διαταγές για συσκότιση κατά τη νύχτα ήταν πολύ αυστηρές. Τα ιταλικά αεροπλάνα δεν έπρεπε να μπορούν να διακρίνουν ούτε αχτίδα από το φως, αν αποφάσιζαν να χτυπήσουν την Αθήνα. Μόλις τελειώσαμε, το σπίτι βυθίστηκε σε ένα βαθύ μπλε σκοτάδι, που ύστερα από λίγο έκανε τη μητέρα να βάλει τις φωνές». «Έπρεπε να προστατεύσουμε και τα τζάμια μας από τυχόν εκρήξεις, που θα μπορούσαν να τα σπάσουν και να τινάξουν τα κομμάτια τους μακριά, με κίνδυνο να προκαλέσουν τραυματισμούς. Κολλήσαμε, λοιπόν, στα τζάμια των παραθύρων χάρτινες λωρίδες σε σχήμα Χ και πάνω και κάτω από κάθε Χ κολλήσαμε καλού- κακού οριζόντιες λωρίδες χαρτιού για μεγαλύτερη ασφάλεια. Εγώ βρήκα μπροστά μου ελεύθερο άσπρο χαρτί και κάθε τόσο ζωγράφιζα εκεί ό,τι μου έκανε εντύπωση από αυτά που έβλεπα ή άκουγα την εποχή εκείνη».
«Επίσημη γερμανική παρέλαση Προχτές το απόγευμα ανακοινώθηκε ξαφνικά πως η εκστρατεία της Ελλάδας είχε λήξει οριστικά και πως την επόμενη θα γινόταν επίσημη παρέλαση στην Αθήνα. Τα μέτρα που έλαβαν, δημιουργώντας γύρω στο χώρο του Αγνώστου Στρατιώτη μια περιοχή, όπου απαγορεύτηκε αυστηρότατα κάθε κίνηση πολιτών, ως και το άνοιγμα των παραθύρων, μου γέννησαν την εντύπωση ότι θα ερχόταν κανένα πολύ επίσημο πρόσωπο». 1941, Αθήνα, σελ. 10. «27 Απριλίου 41 Ξυπνούμε με τη δόνηση δύο τρομερών εκρήξεων. Τι να συμβαίνει; Ο Ραδιοφωνικός σταθμός Αθηνών την είδηση ότι αναμένεται εντός ολίγου η είσοδος των γερμανικών στρατευμάτων και τη διαταγή του στρατιωτικού διοικητού Αθηνών να μείνουμε όλοι στα σπίτια. Στις 8.10 μπαίνουν τα πρώτα γερμανικά τμήματα στους έρημους δρόμους των Αθηνών» Δούνιας, Μ., 1987, «Το ημερολόγιο του Μίνου Δούνια», Αθήνα, σελ. 25.
«4 Δεκεμβρίου Χειμώνας δυνατός και πρόωρος. Η πείνα έχει απλώσει τη φοβερή σκιά της παντού. Η Αθήνα γίνεται ένας τόπος φρίκης. Στην οδό Κηφισίας, στην οδό Σταδίου, στην οδό Πανεπιστημίου άνθρωποι πέφτουν αναίσθητοι από την πείνα. Το κάρο κουβαλά τους πεθαμένους. Το αυτοκίνητο που γυρνά στους κεντρικούς δρόμους και περισυλλέγει με τη βία τα αλητόπαιδα, που αντιστέκονται και ξεφωνίζουν». Θεοτοκάς, Γ., 2005, «Τετράδια Ημερολογίου 1939-1953», Εστία, Αθήνα, σελ. 320-321. «Ο επισιτισμός της Αθήνας Ο πληθυσμός της Αθήνας έχει αυξήσει πολύ. Ίσως να είναι μιάμιση φορά περισσότερος από πριν. Συνάμα κόπηκαν κι όλες οι συγκοινωνίες με τα μέρη από όπου ανεφοδιάζεται ο τόπος. Είναι φυσικό να δημιουργήθηκε σχεδόν αμέσως σοβαρότατη ανεπάρκεια τροφίμων. Οι βιτρίνες των καταστημάτων που πουλούν φαγώσιμα είτε είδη ενδυμασίας αδειάζουν ή επιδείχνουν άχρηστα πράματα» 1941, Αθήνα, σελ. 10. «16 Οκτωβρίου 41 Η ακρίβεια της ζωής έχει φτάσει στο απροχώρητο! Οι μισθοί ανέβηκαν 20% τα δε τρόφιμα μέχρι 1000% κι έχει ακόμη τράτο. Πολλοί αναγκάζονται να πουλούν τα υπάρχοντά τους για να συντηρήσουν την οικογένεια». Δούνιας, Μ., 1987, «Το ημερολόγιο του Μίνου Δούνια», Αθήνα, σελ. 94.
«Οι ουρές που σχηματίζονται, κάθε φορά που σε ένα μανάβικο ή ένα παντοπωλείο πουλιούνται λίγα φρούτα ή κανένα άλλο φαγώσιμο, είναι τεράστιες κι ο κόσμος συνήθισε να χάνει ώρες και ώρες για να πάρει μια οκά ντομάτες ή μερικές σαρδέλες. Οι ντομάτες και τα κολοκυθάκια έφτασαν 100 δρχ. η οκά! Οι μελιτζάνες 140. Το γάλα, νερωμένο πουλιέται 80 δρχ. η οκά. Φυσικά με τέτοιες συνθήκες οργιάζει η μαύρη αγορά. Εκείνοι που καταγίνονται με το εμπόριο των τροφίμων έχει δημιουργήσει μυστηριώδη κέντρα, όπου γίνονται οι αγοραπωλησίες». 1941, Αθήνα, σελ. 139. «Όταν μπήκε ο Απρίλης, η ζωή στην Αθήνα ήταν πλέον δύσκολη. Απ τους γονείς μου άκουγα ότι η μαύρη αγορά ήταν στις δόξες της. Τα τρόφιμα διανέμονταν με τα οικογενειακά δελτία τροφίμων και απαραίτητα με επίδειξη δελτίου ταυτότητας. Όταν η μητέρα μου με έπαιρνε μαζί της στην αγορά, παντού έβλεπα ανθρώπους με άδειες τσάντες και τον κόσμο στημένο στις ουρές με τις ώρες. Ειδικά στα κρεοπωλεία υπήρχε και ένας αστυφύλακας, για να επιβλέπει».
«29 Ιουνίου 41 Η μαύρη αγορά και η εξόντωσή της είναι η μόνη φροντίδα της σημερινής αξιοδάκρυτης κυβέρνησης. Αυτά διαβάζουμε καθημερινώς στις εφημερίδες. Στάχτη στα μάτια του κόσμου. Να πώς δουλεύει ο μηχανισμός: α) Επίταξη σε τεράστιες ποσότητες. Μόλις φτάσει κανένα καράβι με πατάτες, με φρούτα, λαχανικά, επιτάσσεται αυτομάτως. β) Στην ελευθέρα αγορά οι Γερμανοί πληρώνουν οποιαδήποτε τιμή Στο Άργος, στο Ναύπλιο, στον Πειραιά, στη Θεσσαλονίκη, στο Βόλο και άλλα μέρη, έχουν δημιουργηθεί εργοστάσια κονσέρβας. Χιλιάδες τόνοι κονσέρβες από τηγανιτές πατάτες, από ντομάτα, κολοκυθάκια, μελιτζάνες, κρέας και ψάρια φεύγουν για τη Γερμανία». Δούνιας, Μ., 1987, «Το ημερολόγιο του Μίνου Δούνια», Αθήνα, σελ. 53. «Η κατάσταση των παιδιών. Πήρα από τον Κουτσουμάρη μια έκθεσή του για τις διαπιστώσεις που έκανε στο Δημόσιο Ψυχιατρείο, όπου είχαν μαζέψει καμιά χιλιάδα παιδιά 3-13 χρονών. Οι λεπτομέρειες είναι ανατριχιαστικές. Προχτές στην πλατεία Δεξαμενής, γύρω σε ένα από τα μεγάλα δοχεία σκουπιδιών, τέσσερις έφηβοι τρώγανε σκουπίδια». 1941, Αθήνα, σελ. 224.
«29 Ιανουαρίου 42 Ο αγαπητός φίλος Ν. μέτρησε σήμερα περί τα σαράντα παιδάκια που ψάχναν στα απορρίμματα του Γερμανικού Κολεγίου Αθηνών για να βρουν κάτι να φάνε. Στην Αθήνα πάντως κοινό το θέαμα ανθρώπων που μαζεύουν από το δρόμο φλούδια πορτοκαλιού για να χουν κάτι να μασήσουν». Δούνιας, Μ., 1987, «Το ημερολόγιο του Μίνου Δούνια», Αθήνα, σελ. 121. «12 Οκτώβρη 44 Η Αθήνα ελεύτερη! Ολωσδιόλου απροσδόκητα σήμερα το πρωί κατά τις 10 παρουσιάστηκε η Αθήνα σημαιοστολισμένη. Ο Γερμανός στρατιωτικός διοικητής παρέδωσε την πόλη των Αθηνών στο Δήμαρχο Αθηνών. Η γερμανική σημαία κατέβηκε από την Ακρόπολη. Πανζουρλισμός». Δούνιας, Μ., 1987, «Το ημερολόγιο του Μίνου Δούνια», Αθήνα, σελ. 176. «Δεν έχω δει ποτέ μου κόσμο να έχει τέτοια χαρά και ενθουσιασμό. Το μεσημέρι πια η πλατεία Συντάγματος ήταν κατάμεστη από κόσμο, ο ένας φιλούσε και αγκάλιαζε τον άλλον. Οι καμπάνες χτυπούσαν σε όλη την πόλη» Θεοτοκάς, Γ., 2005, «Τετράδια Ημερολογίου 1939-1953», Εστία, Αθήνα, σελ. 507, 509.
«Σχηματίζονταν μακριές ουρές που φώναζαν και διαμαρτύρονταν και έφταναν σπρώχνοντας ως το περιφερειακό γραφείο Τα παπούτσια και τα ρούχα αντιπροσωπεύουν τέτοιες συνθήκες στις παρούσες συνθήκες, ώστε τα πνεύματα εξάπτονται και αυθόρμητα προξενείται αταξία». Mazower, M., 1944, «Στην Ελλάδα του Χίτλερ. Η εμπειρία της Κατοχής», Αλεξάνδρεια, Αθήνα, σελ. 398. «Ο κόσμος έφερνε συμβολικά δώρα για να δείξει την εκτίμησή του για τα εφόδια που έπαιρνε και ποσότητες από αμύγδαλα, πορτοκάλια και αυγά αποθέτονταν, λίγα κάθε φορά, στις πόρτες της αποθήκης». Mazower, M., 1944, «Στην Ελλάδα του Χίτλερ. Η εμπειρία της Κατοχής», Αλεξάνδρεια, Αθήνα, σελ. 398. «Αν σας περισσεύει μαλλί από τα μαξιλάρια και τα στρώματά σας, δώσατέ τα επί αποδείξει εις τους Δήμους και τα Κοινότητας απανταχού της Ελλάδος για να γίνουν από αυτό το νήματα πλεξίματος δια τους γενναίους μας στρατιώτες» Καιροφύλας, Γ., 2001, «Η Αθήνα του 40 και της Κατοχής», Ίρις, Αθήνα, 30.