1 Τίτλος: «Επανοικειοποίηση της έννοιας της εργασίας στις σύγχρονες αστικές κοοπερατίβες Απόπειρα κριτικής προσέγγισης». Τριμελής Επιτροπή: Μιχάλης Σπουρδαλάκης. Γεράσιμος Κουζέλης. Σεραφείμ Σεφερειάδης. Αφετηρία της μεταπτυχιακής μου διπλωματικής εργασίας αποτέλεσαν προσωπικά ερωτήματα σχετικά με την ύπαρξη δυνατοτήτων αυτοοργάνωσης της εργασιακής συνθήκης καθώς και των ορίων αυτής εντός δομών που επιχειρούν να αντιπαρατεθούν με την υπάρχουσα και κυρίαρχη εκμεταλλευτική σχέση κεφαλαίου εργασίας. Για την παρουσίαση της παρούσας εργασίας έχω επιλέξει έναν «ανοιχτό» και επικαιροποιημένο τρόπο αφήγησης με την παράλληλη προβολή φωτογραφιών/σκίτσων/συνθημάτων. Επανοικειοποίηση της έννοιας της εργασίας: ως ο «αντεστραμμένος Λόγος» για την εργασία, ως συλλογική και αυτοοργανωμένη απόπειρα ανάκτησης, επανανοηματοδότησης και επαναπροσδιορισμού της, προκειμένου αυτή να αποκτήσει πρόσημο θετικό. Μετέχοντες σε συνεργατικό εγχείρημα [Το Καζάνι που βράζει] στη πόλη της Θεσσαλονίκης στον κλάδο του επισιτισμού, αναφέρουν χαρακτηριστικά: «Δεν πιστεύουμε πως στον καθένα μας αντιστοιχούν 10 πιρούνια αλλά πως το κάθε πιρούνι χωρίζεται στα 8». Συνεπώς τα μέσα παραγωγής ως συλλογική ιδιοκτησία «..λειτουργούν - σταματούν να λειτουργούν, παράγουν - παύουν να παράγουν, ανάλογα με τις συλλογικές μας αποφάσεις». Αντίστοιχα, σε άλλη κοοπερατίβα η πρακτική της αυτοεξυπηρέτησης προτάσσεται ως ένα διαφορετικό μοντέλο παραγωγής στον κλάδο, που θα αντιμάχεται «ψεύτικα χαμόγελα, ορθοστασία, καθωσπρεπισμό λεπτομερή εφαρμογή κανόνων «σωστού» σερβιρίσματος ή αλλιώς εξειδίκευση του νεροκουβαλητή γρήγορα και αποτελεσματικά καταγράφοντας αρκετά χιλιόμετρα ημερησίως». Η συλλογική αυτή επιλογή, δεν πλαισιώνεται
2 αποκλειστικά από την αναγκαιότητα βιοπορισμού, τη συνθήκη της μισθωτής και επισφαλούς εργασίας, την ανεργία, την τρέχουσα δομική κρίση του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής, την «κοινή ανάγκη να δοθεί λύση στο πρόβλημα της εργασίας» αλλά όπως και οι ίδιοι οι μετέχοντες δηλώνουν, η δυνατότητα της επιλογής αυτής δομήθηκε σε προϋπάρχουσες και πολυετείς συντροφικές κοινωνικοπολιτικές σχέσεις. Άρνηση της μισθωτής συνθήκης: Μια κριτική της μισθωτής εργασίας περιλαμβάνει και μια κριτική της σχέσης κεφαλαίου εργασίας κατανοώντας αυτή ως ενότητα που η κατάργηση του πόλου του κεφαλαίου «μοιραία» οφείλει να καταργήσει και τον πόλο της εργασίας καθώς η μισθωτή σχέση αποτελεί τη κοινωνική σχέση που δομεί τη σύγχρονη κοινωνία και η πρακτική και συλλογική προσκόλληση στην εργασία εντοπίζεται στα θεμέλια της σχέσης αυτής. Ο καπιταλισμός ως ένα δυναμικό κοινωνικό σύστημα που αφενός βασίζεται σε αυτούς τους οποίους «σκλαβώνει» και αφετέρου τους προσφέρει τα εργαλεία καταστροφής του, διαχειρίζεται τις οικονομικές και κοινωνικές κρίσεις ως «βαλβίδα αποσυμπίεσης» και αναζωογόνησης. Η καταγγελία της μισθωτής συνθήκης ως σχέσης εκμεταλλευτικής και ο «ευαγγελισμός» αντικατάστασης αυτής από τη συλλογική φαίνεται να αγνοεί ότι η άρνησή αυτή συχνά οδηγεί τα υποκείμενα στην «εύρεση εναλλακτικών» τρόπων αυτόεκμετάλλευσης όπου ο καθένας από πωλητής της εργασιακής του δύναμης δύναται να μεταμορφωθεί σε πωλητή προϊόντων και υπηρεσιών, σε καπιταλιστή τελικά του εαυτού του. Αν και οι σύγχρονες συνεργατικές λοιπόν εμφανίζονται να δομούνται σε μια λογική συλλογικής επιλογής όρων και συνθηκών εργασίας που αντιπαλεύουν τη μισθωτή σχέση εργασίας ωστόσο η παρούσα κρίση μάλλον αποδεικνύει ότι το κεφάλαιο για λόγους κερδοφορίας αρνείται να τους εντάξει στην έως σήμερα γνωστή «κανονικοποιημένη» μισθωτή συνθήκη. Σε αυτό το σημείο δρα συμπληρωματικά η ελεύθερη αγορά, η φάση της κυκλοφορίας του κεφαλαίου, εντός της οποίας δύναται ακόμα να αφομοιωθεί
3 παραγωγικά σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό η εργατική δύναμη που τελεί σε συνθήκη ανεργίας ή επισφάλειας, προσφέροντάς σε αυτή τη δυνατότητα της «αυτοδιαχειριζόμενης αυτοαπασχολούμενης» αναπαραγωγής της ως νέα «κινηματική επιχειρηματικότητα». Καθώς όμως αδυνατώ να σταθώ κριτικά σε ζητήματα που άπτονται τον καθημερινό βιοπορισμό των μετεχόντων στα συλλογικά αυτά εγχειρήματα, θα αρκεστώ να επισημάνω τον διαχωρισμό ανάμεσα στις συλλογικότητες που δεν επιλέγουν να προωθήσουν την πλάνη της αυτοδιαχείρισης ως δράσης επαναστατικού αυτοπροσδιορισμού αλλά τοποθετούν «εαυτούς» συλλογικά και ατομικά σε μια θέση κινηματικής εγρήγορσης που προκύπτει από την καθημερινή συνθήκη της αυτοεκμετάλλευσης και σε αυτές που διατρέχουν τον κίνδυνο να «απορροφηθούν» από το λόγο της «επαναστατικής» αυτοδιαχείρισης και διάχυσης αυτής αρνούμενοι να αντικρίσουν ότι αυτό το οποίο ορίζουν οι ίδιοι ως ριζοσπαστική επιλογή ίσως τελικά ετεροκαθορίζεται από τις άρρητες, καινοφανείς επιταγές του κεφαλαίου. Στο σημείο αυτό ενδιαφέρον παρουσιάζει ο επίκαιρος τρόπος με τον οποίο το ελληνικό κράτος εκ του πονηρού αντιμετωπίζει σήμερα στο νέο φορονομοσχέδιο τους εργαζομένους με μπλοκάκι: «αποδέξου ότι δεν είσαι εργαζόμενος για να φορολογείσαι τουλάχιστον σαν εργαζόμενος». Συνεταιριστικός τρόπος παραγωγής και σύγχρονες αστικές κοοπερατίβες: Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα σε πολιτικούς χώρους και ομάδες της πόλης της Θεσσαλονίκης είχε παγιωθεί η άποψη ότι το εστιατόριο «Μπούκα» λειτουργούσε με όρους κολεκτίβας καθότι ο ιδιοκτήτης του εστιατορίου και οι εργαζόμενοι σε αυτό συνδέονταν με πολυετείς πολιτικές σχέσεις (συμμετοχή σε πολιτική κατάληψη). Ωστόσο όπως προκύπτει από κείμενο της συνέλευσης των εργαζομένων «Η Μπούκα ποτέ δεν ήταν κολεκτίβα από τη στιγμή που το ωρομίσθιο είναι σταθερό και ετεροαποφασισμένο, όσο μεγάλο ή μικρό κι αν είναι. Από τη στιγμή που οι αποφάσεις παίρνονται από
4 συγκεκριμένους ανθρώπους. Από τη στιγμή που δεν υπήρχαν διαχειριστικές συνελεύσεις. Από τη στιγμή που η μορφή και το ύφος του μαγαζιού δεν αποφασιζόταν συλλογικά». Ήδη από το Φεβρουάριο 2010 ο ιδιοκτήτης του εστιατορίου με αφορμή τη μείωση της κίνησης στην αγορά προέβη μέσα από «συνελεύσεις ανακοινώσεις» σε περικοπές των ωρών εργασίας και σε μείωση των μισθών. Στα τέλη του ίδιου μήνα η εργοδοσία γνωστοποιεί στους εργαζόμενους τη διακοπή των ενσήμων για το μήνα Ιούνιο και τη παύση της εργασίας στο τέλος του ίδιου μήνα. Το γεγονός αυτό οδήγησε σε παραίτηση 5 από τους εργαζομένους της επιχείρησης ενισχύοντας τη διαδεδομένη έως τότε άποψη ότι «στη Μπούκα δεν απολύεται κανείς». Κατά την επόμενη χρονική περίοδο, αφενός σημειώνεται η προσωρινή περικοπή του πόστου ενός διανομέα (27-10-2010) και αφετέρου οι εσκεμμένες καθυστερήσεις και επιλεκτικές καταβολές μισθών μετατρέπονται σε καθεστώς. Υπό αυτές τις συνθήκες λοιπόν, οι εργαζόμενοι επιλέγουν στις 11 Μαρτίου 2011 να προβούν σε επίσχεση εργασίας και σε καταγγελία στην Επιθεώρηση Εργασίας. Ο Μαρξ επισημαίνει τα όρια του συνεταιριστικού μοντέλου το οποίο αν και αποτελεί το «πρώτο ρήγμα» ενάντια στο υπάρχον καπιταλιστικό ωστόσο εμφανίζεται εντός του, παράλληλα με αυτό, ως στάδιο μεταβατικό προς έναν κοινωνικό τρόπο παραγωγής. Υπογραμμίζει ότι «..τα εργοστάσια των συνεταιρισμών των ίδιων των εργατών είναι μέσα στα πλαίσια της παλιάς μορφής, το πρώτο ρήγμα στην παλιά μορφή παρ όλο που φυσικά παντού στην πραγματική τους οργάνωση αναπαράγουν και είναι υποχρεωμένα να αναπαράγουν όλες τις ελλείψεις του υπάρχοντος συστήματος. Μέσα στα πλαίσιά τους όμως έχει αρθεί η αντίθεση ανάμεσα στο κεφάλαιο και στην εργασία αν και στην αρχή μόνο στη μορφή γιατί οι εργάτες σαν συνεταιρισμός είναι οι ίδιοι κεφαλαιοκράτες του εαυτού τους δηλαδή χρησιμοποιούν τα μέσα παραγωγής για την αξιοποίηση της δικής τους εργασίας.
5 Αυτό-διαχείριση Αυτό-οργάνωση Αυτό-διεύθυνση : Στη θέση που διατυπώνεται από τα συνεργατικά εγχειρήματα, ότι εντός ενός συνεργατικού μοντέλου οργάνωσης της εργασίας ο εργαζόμενος κατέχει ο ίδιος πλέον τα μέσα παραγωγής, αυτοδιαχειρίζεται την εργασία του και μετατρέπεται ο ίδιος σε παραγωγός, γεγονός που οδηγεί στην κατάργηση της υπεραξίας που αντλεί το κεφάλαιο από την εργασία αφού εντός των συλλογικοτήτων «σπάει» ένας κρίκος της αλυσίδας εκμετάλλευσης μέσω της από-εμπορευματοποίησης της εργατικής δύναμης, συνθήκη η οποία στη γενικευμένη και κοινωνικοποιημένη της μορφή δύναται να αποτελέσει «εργαλείο» της κοινότητας για την ικανοποίηση των αναγκών των ελεύθερων παραγωγών, εύκολα μπορεί κανείς να αντιπαραβάλλει ένα από τα κινήματα ανακατειλημμένων επιχειρήσεων της Αργεντινής MNFRT( Movimiento Nacional de Fabricas Recuperadas por sus Trabajadores) το οποίο στηρίζει πιο συντηρητικές συνεταιριστικές πρακτικές, δεν επιθυμεί τη ρήξη με τον καπιταλισμό ως οικονομικό σύστημα αλλά επιλέγει να κάνει χρήση των μηχανισμών που το σύστημα παρέχει προκειμένου να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας. Ενδεικτική είναι η επιλογή της «θυσίας στην εργασία» κατά τους πρώτους μήνες της κατάληψης και της διατήρησης των διευθυντικών στελεχών στις επιχειρήσεις των οποίων όμως οι αποδοχές διαφοροποιούνται και συχνά είναι δεκαπλάσιες και εικοσαπλάσιες από τις αποδοχές των ειδικευμένων και ανειδίκευτων εργατών σε αυτές, αναπαράγοντας με τον τρόπο αυτό παραδεδομένες ιεραρχικές λογικές ικανοτήτων και παλαιότητας. Χρόνος εργασίας: Ρητή απόρριψη, από τους μετέχοντες, της ιεραρχίας, της παραγωγικότητας, του καταμερισμού εργασίας και της συσσώρευσης κεφαλαίου. Ισόποση αμοιβή και σε αναλογία με τις ώρες εργασίας του καθενός και όχι βάσει καταμερισμού των κερδών στο τέλος του μήνα. Ο Μαρξ
6 παρατηρεί σχετικά ότι ο χρόνος εργασίας σαν μέτρο αξίας υπάρχει μόνο ιδεατά και δεν μπορεί να χρησιμεύει σαν το υλικό όπου συγκρίνονται οι τιμές καθώς η τιμή δεν είναι ίση με την αξία για αυτό τον λόγο το στοιχείο που καθορίζει την αξία ο χρόνος εργασίας δεν μπορεί να είναι το στοιχείο όπου εκφράζονται οι τιμές. Σωματεία βάσης: Η συμμετοχή στα σωματεία βάσης προκρίνεται από ορισμένες συλλογικότητες ως ένας από τους βασικούς τρόπους συγκρότησης της ταξικής ταυτότητας των μετεχόντων ωστόσο η επιλογή αυτή κρίνεται προβληματική στο βαθμό που κινείται εκτός της μισθωτής συνθήκης ενώ γίνεται κατανοητή μόνο ως μορφή δράσης συλλογικής αλληλεγγύης στο σύνολο των εργαζομένων του κλάδου. Με δεδομένη συνεπώς την παραδοχή ότι τα συνεργατικά εγχειρήματα αποπειρώνται να πραγματώσουν, εντός του υπάρχοντος συστήματος κοινωνικής οργάνωσης, τις αρχές της συλλογικής εργασίας και αυτοδιαχείρισης είναι σαφές ότι αναπτύσσουν ταυτόχρονα και επιχειρηματική δραστηριότητα, αναδεικνύοντας με τον τρόπο αυτό, τη διφυή ταυτότητα ενός συλλογικού υποκειμένου που συνδυάζει ταυτόχρονα τα χαρακτηριστικά τόσο του «εργάτη» όσο και του «κεφαλαίου». Απεργία: Αλμπέρ Καμύ «Οι αμίλητοι» (1957): «Τα πρωινά, όταν πήγαινε στη δουλειά του, αντίθετα δεν του άρεσε πια να κοιτάζει τη θάλασσα, που ήταν πάντα πιστή στο ραντεβού αλλά που δε θα την ξανάβλεπε παρά το βράδυ. Εκείνο το πρωί έτρεχε με σκυμμένο κεφάλι, πιο βαρύς ακόμα από συνήθως, γιατί και η καρδιά του ήταν βαριά. όταν γύρισε απ τη συγκέντρωση το προηγούμενο βράδυ κι ανήγγειλε πως θα ξανάπιαναν δουλειά, χαρούμενη η Φερνάντ τον ρώτησε -Λοιπόν, το αφεντικό σας κάνει αύξηση;- Τ αφεντικό δεν έκανε καμιά απολύτως αύξηση, η απεργία είχε αποτύχει». Η απεργία αποτελεί το πρώτο επίπεδο άρνησης της παραγωγής κεφαλαίου, μια αφηρημένη και προσωρινή άρνηση της καπιταλιστικής παραγωγής καθώς αυτή
7 αντικαθίσταται μόνο από την πλήρη απουσία παραγωγής. Η άρνηση αυτή πρέπει να αναιρεθεί είτε με την επιστροφή στην παραγωγή υπό την ιδιωτικο καπιταλιστική ή κρατικο - καπιταλιστική διεύθυνση είτε με την επιστροφή στην παραγωγή υπό μία νέα διεύθυνση, την εργατική. Η εργατική αυτοδιεύθυνση όμως δεν μπορεί να υλοποιηθεί ως η διεύθυνση από τους εργαζομένους των ίδιων «παλιών» χώρων παραγωγής και της ίδιας «παλιάς» καθημερινής ζωής αλλά μόνο ως η πρακτική κριτική ολόκληρης της διάταξης και ανάπτυξης της κυκλοφορίας του εμπορεύματος, ως μια κριτική αναδημιουργίας όλων των καθημερινών σχέσεων χρήσης και οικειοποίησης με στόχευση την κατάργηση της κυριαρχίας της ανταλλακτικής αξίας και την αντικατάσταση αυτής από την κοινωνική αξία χρήσης προερχόμενης από μια παραγωγική διαδικασία που δεν θα αποδίδει απλώς μια αξία χρήσης στο τελικό προϊόν αλλά οι εργαζόμενοι ως παραγωγοί θα παράγουν αξία για αυτούς εντός της ίδιας της παραγωγικής διαδικασίας. 28 Ιουλίου 2012 μετά από εισήγηση του Δ.Σ. του σωματείου εργαζομένων της Χαλυβουργίας Ελλάδος, μετά από εννέα μήνες απεργίας αποφασίστηκε η αναστολή της, με μυστική ψηφοφορία κατά την οποία 107 ψήφισαν υπέρ της αναστολής των κινητοποιήσεων, 14 κατά ενώ 29 δεν ψήφισαν καθόλου. 48ωρη απεργία για τις 23 και 24 Νοεμβρίου 2012 αποφάσισε το σωματείο των εργαζομένων στην αλυσίδα καταστημάτων ΙΚΕΑ αντιδρώντας στις μειώσεις αμοιβών που προωθεί η εταιρεία μέσω ατομικών συμβάσεων εργασίας. «Εμείς οι εργαζόμενοι του τηλεφωνικού κέντρου της Phone Marketing S.A που για 114 ημέρες από το Μάρτιο 2012 έως και τον Ιούλιο 2012 βρισκόμασταν σε απεργία ενάντια στην εκ περιτροπής εργασία που μας επέβαλε ο εργοδότης μας, προβαίνουμε σε 3ωρη προειδοποιητική στάση εργασίας τη Δευτέρα 29-10-2012 ενάντια στη δεύτερη προσπάθεια της
8 Διοίκησης να μας επιβάλει ξανά το ίδιο μέτρο, με εργασία 8 ωρών την εβδομάδα και 130 ευρώ μισθό το μήνα».