ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ

Σχετικά έγγραφα
Σχεδιασμός Καθαρών Βιομηχανιών

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ. Η έννοια του οικοσυστήματος αποτελεί θεμελιώδη έννοια για την Οικολογία

Τι είναι άμεση ρύπανση?

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Οργάνωση και λειτουργίες του οικοσυστήματος Ο ρόλος της ενέργειας. Κεφάλαιο 2.2

Ανακύκλωση & διατήρηση Θρεπτικών

3.2 ΕΝΖΥΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΚΑΤΑΛΥΤΕΣ

Πρόλογος Το περιβάλλον Περιβάλλον και οικολογική ισορροπία Η ροή της ενέργειας στο περιβάλλον... 20

Ποιοτικά Χαρακτηριστικά Λυµάτων

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2ο Πρόσληψη ουσιών και πέψη Εισαγωγή

ΕΡΓΑΣΙΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ 3.1 ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ

Πέµπτη, 22 Μαΐου 2008 Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑ

Βιολογία Γενικής Παιδείας Κεφάλαιο 2 ο : Άνθρωπος και Περιβάλλον

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2016

ΠΡΟΤΥΠΟ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ

ΒΙΟΓΕΩΧΗΜΙΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ Βιογεωχημικός κύκλος

ΡΥΠΑΝΣΗ. Ρύπανση : η επιβάρυνση του περιβάλλοντος με κάθε παράγοντα ( ρύπο ) που έχει βλαπτικές επιδράσεις στους οργανισμούς ΡΥΠΟΙ

Κωνσταντίνος Π. (Β 2 ) ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ

ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ και ΡΥΠΑΝΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Απόστολος Βλυσίδης Καθηγητής ΕΜΠ

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ. 1. Ποια από τις παρακάτω ενώσεις αποτελεί πρωτογενή ρύπο; α. το DDT β. το νιτρικό υπεροξυακετύλιο γ. το όζον δ.

ΦΩΤΟΣΥΝΘΕΣΗ. Αυτότροφοι και ετερότροφοι οργανισμοί. Καρβουντζή Ηλιάνα Βιολόγος

Περιβαλλοντική μηχανική

Κεφάλαιο 3 ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ

Η βιολογική κατάλυση παρουσιάζει παρουσιάζει ορισμένες ορισμένες ιδιαιτερότητες ιδιαιτερότητες σε

3.1 Ενέργεια και οργανισμοί..σελίδα Ένζυμα βιολογικοί καταλύτες...σελίδα Φωτοσύνθεση..σελίδα Κυτταρική αναπνοή.

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΜΑ

ΒΙΟΛΟΓΙΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ 3

Σενάριο 10: Οργάνωση και λειτουργίες του οικοσυστήματος - Ο ρόλος ενέργειας

ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗ ΜΙΚΡΟΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ Η ΚΙΝΗΤΙΚΗ ΤΗΣ

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ & ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΕΠΑΛ (ΟΜΑΔΑ Β )

Από τον Δρ. Φρ. Γαΐτη* για το foodbites.eu

Φοιτητες: Σαμακός Φώτιος Παναγιώτης 7442 Ζάπρης Αδαμάντης 7458

Άνθρωπος και Περιβάλλον

Εργασία Βιολογίας. Β. Γιώργος. Εισαγωγή 3.1 ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ. Μεταφορά ενέργειας στα κύτταρα

Σήµερα οι εξελίξεις στην Επιστήµη και στην Τεχνολογία δίνουν τη

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ. ΘΕΜΑ Β Β1. Στήλη Ι Στήλη ΙΙ 1 Α 2 Β 3 Α 4 Α 5 Β 6 Β 7 Α

Βιολογία Γενικής Παιδείας Γ Λυκείου. Άνθρωπος και Περιβάλλον (Κεφ.2)

ΕΡΓΑΣΙΑ ΟΙΚΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΘΕΜΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ: ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΜΟΥ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΗ: ΑΣΚΟΡΔΑΛΑΚΗ ΜΑΝΟΥ ΕΤΟΣ

3.1 Ενέργεια και οργανισμοί Όλοι οι οργανισμοί με εξαίρεση τους φωτοσυνθετικούς εξασφαλίζουν την απαραίτητη ενέργεια διασπώντας θρεπτικές ουσίες που

KΕΦΑΛΑΙΟ 3ο Μεταβολισμός. Ενότητα 3.1: Ενέργεια και Οργανισμοί Ενότητα 3.2: Ένζυμα - Βιολογικοί Καταλύτες

ΘΕΜΑ 1 Ο Α. Να επιλέξετε τη φράση που συμπληρώνει ορθά κάθε μία από τις ακόλουθες προτάσεις:

ÏÅÖÅ. 3. Ποιοι από τους παρακάτω οργανισµούς δεν παράγουν αντιβιοτικά: α. τα πρωτόζωα β. οι µύκητες γ τα φυτά δ. τα βακτήρια Μονάδες 5

Κεφάλαιο 1: Εισαγωγή. Κεφάλαιο 2: Η Βιολογία των Ιών

ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ / Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΕΙΡΑ: ΘΕΡΙΝΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 08/01/2012

BΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΒΙΟΧΗΜΕΙΑΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΧΗΜΙΚΗ ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΥΤΤΑΡΩΝ

Δ. Μείωση του αριθμού των μικροοργανισμών 4. Να αντιστοιχίσετε τα συστατικά της στήλης Ι με το ρόλο τους στη στήλη ΙΙ

Περιβαλλοντικά Συστήματα Ενότητα 8: Οικοσυστήματα (II)

Εργασία Βιολογίας 3.1 ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ

ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ

Εισαγωγή στην Επιστήμη του Μηχανικού Περιβάλλοντος Δ Ι Δ Α Σ Κ Ο Υ Σ Α Κ Ρ Ε Σ Τ Ο Υ Α Θ Η Ν Α Δ Ρ. Χ Η Μ Ι Κ Ο Σ Μ Η Χ Α Ν Ι Κ Ο Σ

ΥΔΑΤΙΝΗ ΡΥΠΑΝΣΗ ΥΔΑΤΙΝΗ ΡΥΠΑΝΣΗ-ΟΡΙΣΜΟΣ

ΒΙΟΓΕΩΧΗΜΙΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ. Το σύνολο των μετασχηματισμών βιολογικής ή χημικής φύσης που λαμβάνουν χώρα κατά την ανακύκλωση ορισμένων στοιχείων

1. Να οξειδωθούν και να παράγουν ενέργεια. (ΚΑΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ)

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους

ΚΥΚΛΟΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ. Η ύλη που υπάρχει διαθέσιμη στη βιόσφαιρα είναι περιορισμένη. Ενώσεις και στοιχεία όπως:

Εδαφοκλιματικό Σύστημα και Άμπελος

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ

ΡΥΠΑΝΣΗ. Ρύποι. Αντίδραση βιολογικών συστημάτων σε παράγοντες αύξησης

Εργασία για το μάθημα της Βιολογίας. Περίληψη πάνω στο κεφάλαιο 3 του σχολικού βιβλίου

3.1 Ενέργεια και οργανισμοί

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ. της Νικολέτας Ε. 1. Να οξειδωθούν και να παράγουν ενέργεια. (ΚΑΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ)

οµή, οργάνωση και λειτουργία οικοσυστηµάτων

που χάνεται κατά την καλλιέργεια και του Ν στην ατμόσφαιρα συνεισφέρει στο φαινόμενο του θερμοκηπίου,, στην τρύπα του όζοντος και στην όξινη βροχή.

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΙΚΑ ΛΥΜΕΝΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΚΕΦ. 2ο

6 CO 2 + 6H 2 O C 6 Η 12 O O2

ΘΕΜΑ 1 Ο ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΕΙΡΑ: ΘΕΡΙΝΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 12/01/2014

ΘΕΜΑΤΑ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ

ΒΙΟΛΟΓΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ 2004

Τι ξέρει ένας Μηχανικός Περιβάλλοντος;

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΧΡΗΣΗ ΟΖΟΝΤΟΣ ΣΤΗΝ ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ ΣΕ ΠΥΡΓΟΥΣ ΨΥΞΗΣ

4. Ως αυτότροφοι οργανισμοί χαρακτηρίζονται α. οι καταναλωτές Α τάξης. β. οι παραγωγοί. γ. οι αποικοδομητές. δ. οι καταναλωτές Β τάξης.

ΔΕΙΚΤΕΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ και ΔΕΙΚΤΕΣ ΕΠΑΡΚΕΙΑΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ. Ενότητα 4: Ερευνώντας τη Φωτοσύνθεση

Παρουσίαση Εννοιών στη Βιολογία της Γ Λυκείου. Κεφάλαιο εύτερο Ενότητα: Ερημοποίηση Ρύπανση

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ

ΦΥΣΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ Η ΣΧΕΣΗ ΜΑΣ ΜΕ ΤΗ ΓΗ Δ. ΑΡΖΟΥΜΑΝΙΔΟΥ

Περιβαλλοντικά Συστήματα Ενότητα 7: Οικοσυστήματα (I)

Ισορροπία στη σύσταση αέριων συστατικών

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΣ ΟΜΙΛΟΣ «ΑΛΦΑ» ΒΙΟΛΟΓΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ - ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Διαγώνισμα στα Κεφάλαια 1 & 2 19/2/2012

Για την αντιμετώπιση του προβλήματος της διάθεσης των παραπάνω αποβλήτων, τα Ελληνικά τυροκομεία ως επί το πλείστον:

ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΗΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ - 2

Εργασία στο μάθημα: ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΜΗΧΑΝΙΚΟΥΣ. Θέμα: ΕΥΤΡΟΦΙΣΜΟΣ

ΜΗ ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΕΣ ΠΗΓΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

Διαχείριση Αποβλήτων

7. Βιοτεχνολογία. α) η διαθεσιμότητα θρεπτικών συστατικών στο θρεπτικό υλικό, β) το ph, γ) το Ο 2 και δ) η θερμοκρασία.

Περιβαλλοντική μηχανική

Θέµατα Βιολογίας Γενική Παιδεία Γ Λυκείου 2000

Α4. Επιδερµική εξάτµιση είναι η εξάτµιση του νερού από την επιφάνεια: α. των λιµνών β. των φύλλων των χερσαίων φυτών γ. της θάλασσας δ. του εδάφους.

Θέµατα Βιολογίας Γενική Παιδεία Γ Λυκείου 2000

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ. ΖΗΤΗΜΑ 1 ο

Υδατικοί Πόροι -Ρύπανση

Τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων. Ανόργανη Χημεία. Ενότητα 11 η : Χημική ισορροπία. Δρ. Δημήτρης Π. Μακρής Αναπληρωτής Καθηγητής.

µε βελτιωµένες ιδιότητες ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ ρ. Αντώνιος Παπαδόπουλος

ΕΚΑΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. ιαχείριση Αποβλήτων

ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ:Κ.Κεραμάρης ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟ

Περιβαλλοντική Μηχανική

B ΚΥΚΛΟΣ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΤΙΚΩΝ ΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΩΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΘΕΜΑ Α ΘΕΜΑ Β

Μαργαρίτα πεταλούδα βάτραχος φίδι

3.1 ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ

Transcript:

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ Σχολή Χηµικών Μηχανικών ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΒΛΥΣΙ ΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Καθηγητής ΑΘΗΝΑ 2007

1. ΟΡΙΣΜΟΙ Οικοσύστηµα: Στοιχειώδη, αυτόνοµη, µονάδα βιόσφαιρας η οποία θα µπορούσε να αποτελέσει σχεδόν κλειστό σύστηµα ως προς τα ισοζύγια µάζας και ενέργειας, µε σταθερά περιοδικούς χρόνους, µικρής σχετικής διάρκειας, ανακύκλωσης όλων των στοιχείων που το απαρτίζουν. Αυτή η ιδιότητά, της περιοδικής ανακύκλωσης, αποτελεί το κύριο χαρακτηριστικό του κάθε οικοσυστήµατος που οφείλεται κυρίως σε βιολογικές και δευτερευόντως σε φυσικοχηµικές ισορροπίες που έχουν επέλθει µετά από µακροχρόνιες επιδράσεις, σχετικά σταθερών περιβαλλοντικών παραγόντων, κυρίως της θερµοκρασίας και της υγρασίας. Τα οικοσυστήµατα είναι ανοικτά ως προς την ενέργεια που λαµβάνουν, η οποία προέρχεται σχεδόν αποκλειστικά από τον ήλιο. Ελάχιστα οικοσυστήµατα βρέθηκαν σήµερα που λαµβάνουν την ενέργεια τους από την γεωθερµία. Η ηλιακή ενέργεια εισάγεται στα οικοσυστήµατα αποκλειστικά µέσω της διεργασίας της φωτοσύνθεσης και συσσωρεύεται µε τη µορφή της χηµικής ενέργειας στα οργανικά µόρια που συνθέτονται από την βιόµαζα του οικοσυστήµατος. Όσο µεγαλύτερη είναι η ποσότητα βιόµαζας που περιέχει ένα οικοσύστηµα τόσο µεγαλύτερη είναι και η δυνατότητά του να αξιοποιεί την ηλιακή ενέργεια. Όσο µεγαλύτερη συσσώρευση ενέργειας επιτυγχάνεται σε ένα οικοσύστηµα τόσο αυξάνεται και η δυνατότητα του να συνθέτει ποσοτικά και ποιοτικά πολυπλοκότερα οργανικά µόρια. Ένα οικοσύστηµα αναπτύσσεται ποσοτικά µέχρι τα όρια που του επιτρέπουν οι ποσότητες των στοιχείων, που διαθέτονται σ αυτό, για την σύνθεση της βιόµαζας του. Έχουν βρεθεί πάνω από 45 στοιχεία που απαρτίζουν ένα κύτταρο αλλά όµως πέντε από αυτά, ο άνθρακας, το υδρογόνο, το οξυγόνο, το άζωτο και ο φώσφορος είναι τα πλέον 2

σηµαντικά για την ποσοτική ανάπτυξη της ζωής. Ένας µέσος µοριακός τύπος της βιόµαζας ενός οικοσυστήµατος, ως προς τα πέντε αυτά στοιχεία, είναι ο εξής: C 5 H 7 O 2 NP 0.2. Το υδρογόνο και το οξυγόνο διαθέτονται άφθονα σε όλα τα οικοσυστήµατα µέσω του νερού, όµως τα υπόλοιπα στοιχεία διαθέτονται σε στέρηση. Όλα τα οικοσυστήµατα είναι ανοικτά ως προς τον άνθρακα και το άζωτο λόγο της ατµοσφαιρικού αέρα ο οποίος διαθέτει τον άνθρακα µε τη µορφή του διοξειδίου του άνθρακα και άζωτο µε τη µορφή του µοριακού αζώτου. Όλα τα οικοσυστήµατα διαθέτουν µηχανισµούς πρόσληψης του διοξειδίου του άνθρακα, µέσω της φωτοσύνθεσης, καθώς και ατµοσφαιρικού αζώτου, µέσω της λειτουργίας ειδικών νιτροβακτηρίων, αλλά οι ρυθµοί µεταφοράς και ενσωµάτωσης, των στοιχείων αυτών, στη βιοµάζα των οικοσυστηµάτων είναι πολύ αργή. Από την άλλη πλευρά τα οικοσυστήµατα, ως προς τον φώσφορο, είναι κλειστά συστήµατα και εποµένως συνήθως ο φώσφορος αποτελεί τον περιοριστικό παράγοντα ανάπτυξης τους. Η Σχήµα 1: Παραστατική ανάπτυξη ενός οικοσυστήµατος Σ ένα οικοσύστηµα, οποιοδήποτε οργανικό µόριο που υπάρχει σ αυτό, ανακυκλώνεται δηλαδή τα στοιχεία που απαρτίζουν το µόριο θα µεταποιηθούν σε µία σειρά άλλων µορίων αλλά µετά από κάποιο χρονικό διάστηµα θα επανέλθουν ποσοτικά στην µορφή του αρχικού µορίου απ όπου ξεκίνησαν. Παράδειγµα: ο άνθρακας, µε τη µορφή του διοξειδίου του άνθρακα, προσλαµβάνεται από τα φυτά µε τον µηχανισµό της φωτοσύνθεσης, και µετατρέπεται σε γλυκόζη, κατόπιν υφίσταται µία σειρά µετασχηµατισµών µε µηχανισµούς βιοσύνθεσης και βιοαποσύνθεσης καταλήγοντας και πάλι σε διοξείδιο του άνθρακα. Αυτή 3

η ιδιότητα της ανακύκλωσης αποτελεί χαρακτηριστικό όλων των οικοσυστηµάτων. Ο χρόνος ανακύκλωσης όµως είναι ειδικό χαρακτηριστικό του κάθε οικοσυστήµατος. Σχήµα 2: Φυσική εξέλιξη ενός οικοσυστήµατος Οι κύριοι µηχανισµοί λειτουργίας ενός οικοσυστήµατος οφείλονται στον έµβιο κόσµο που περιέχεται στο οικοσύστηµα αυτό και ο οποίος αποτελείται από ένα πλήθος διαφόρων κατηγοριών οργανισµών. Ο έµβιος κόσµος ενός οικοσυστήµατος µπορεί να παρασταθεί σαν µία πυραµίδα (σχήµα 1) χωριζόµενο σε οριζόντιες φέτες όπου η κάθε φέτα αντιστοιχεί και στη ποσότητα βιοµάζας κάποιας κατηγορίας οργανισµού. Στη βάση της πυραµίδας ανήκουν οι απλούστεροι µονοκύτταροι οργανισµοί και όσο ανερχόµαστε προς την κορυφή τόσο συναντούµε και πιο πολύπλοκους στη λειτουργία τους οργανισµούς. Το εµβαδόν της κάθε φέτας ελαττώνεται ανερχόµενοι προς την κορυφή καθότι κάθε οργανισµός τρέφεται από τους παρακάτω του (βιοµάζα υποστρώµατος) και εποµένως ένα µέρος του υποστρώµατος δαπανάται για τις ενεργειακές ανάγκες της φέτας. Εποµένως η κάθε φέτα «ρυθµίζει» ή «ελέγχει» ποσοτικά όλες τις παρακάτω φέτες αλλά η ίδια «ελέγχεται» από όλες τις παραπάνω. Κάθε φέτα ανταγωνίζεται σκληρά για την επιβίωσή της, δηλαδή για την εξασφάλιση της απαραίτητης µάζας και ενέργειας που απαιτείται για την συντήρησή της καθώς και την διατήρηση της θέσης της στην ιεραρχία της πυραµίδας. Με βάση των θρεπτικών αναγκών, διακρίνουµε δύο χαρακτηριστικές κατηγορίες οργανισµών σε κάθε οικοσύστηµα: τη βάση της πυραµίδας και τη κορυφή της. Η βάση της πυραµίδας τρέφει όλες τις άλλες φέτες αλλά η ίδια τρέφεται από το 4

ανόργανο περιβάλλον του οικοσυστήµατος. Η κορυφή της πυραµίδας τρέφεται από όλες τις άλλες φέτες και εποµένως αποτελεί τον επιβήτορα του κάθε οικοσυστήµατος. Η βάση είναι κοινή για όλα τα οικοσυστήµατα και την αποτελούν κυρίως τα βακτήρια και ελάχιστα οι µύκητες και τα µονοκύτταρα πρωτόζωα. Τα βακτήρια είναι οι απλούστεροι οργανισµοί που υπάρχουν στον πλανήτη, τρέφονται µε διαλυτά οργανικά και ανόργανα µόρια γι αυτό και ονοµάζονται πρώτιστοι µικροοργανισµοί. Ο ανταγωνισµός και ο συναγωνισµός όλων των οργανισµών µεταξύ τους καταλήγει σε µία δυναµική ισορροπία τους όπου το κάθε είδος οργανισµού βρίσκει την θέση του στο οικοσύστηµα ποσοτικά και ιεραρχικά. Όσο υψηλότερα ανεβαίνει η κορυφή τόσο αυξάνεται η ποικιλοµορφία του οικοσυστήµατος. Αλλαγή των συνθηκών που επικρατούν στο οικοσύστηµα π.χ. θερµοκρασίας, υγρασίας, θρεπτικών συστατικών κ.ά. διαταράσσουν τις ισορροπίες µεταξύ των οργανισµών δίνοντας την «ευκαιρία» µιας νέας µοιρασιάς της ιεραρχίας σε µία νέα κατάσταση ισορροπίας. Απότοµες αλλαγές µπορεί να επιφέρουν πλήρη αδυναµία του οικοσυστήµατος να «προλάβει» να ισορροπήσει και πάλι έτσι ώστε επέρχεται ο υποβιβασµός του δηλαδή η ελάττωση της κορυφής του. Η ποικιλοµορφία ενός οικοσυστήµατος αποτελεί τον µηχανισµό αντίστασης του στις απότοµες εξωτερικές µεταβολές. Σχήµα 3: Επίδραση της ρύπανσης στην ανάπτυξη ενός οικοσυστήµατος Με δεδοµένο ότι το εµβαδόν της πυραµίδας εκφράζει την συνολική βιοµάζα ενός οικοσυστήµατος, η εξέλιξη του χρονικά έχει ως εξής: Στην έναρξη λειτουργίας του ένα οικοσύστηµα είναι υποβαθµισµένο δηλαδή το εµβαδόν της πυραµίδας, σε σχέση µε την δυνατότητα ανάπτυξής του, είναι µικρό καθώς και η κορυφή του είναι χαµηλά. Όσο περνά ο χρόνος, µε πολύ αργούς ρυθµούς αυξάνεται σταδιακά η βιοµάζα του οικοσυστήµατος δίνοντας την απαραίτητη ενεργειακή δυνατότητα ανόδου της κορυφής. Οι ρυθµοί αυτοί επηρεάζονται επίσης και από την θερµοκρασία, την υγρασία και το ph του περιβάλλοντος. Όσο το οικοσύστηµα αυξάνει τη βιοµάζα του και ανεβάζει την κορυφή του τόσο αυξάνονται και οι ρυθµοί µεταφοράς µάζας από το ανόργανο υπόστρωµά 5

του εντός της βιοµάζας. Αν οι εξωτερικές συνθήκες παραµένουν σταθερές τότε, όσο το οικοσύστηµα εξελίσσεται, η κορυφή της πυραµίδας ανέρχεται µε µία σχετικά ανάλογη ανάπτυξη της βάσης της. Η φυσιολογική αυτή εξέλιξη του οικοσυστήµατος «σκοντάφτει» συνήθως στην έλλειψη ενός στοιχείου που είναι απαραίτητο για την περαιτέρω αύξηση της βιοµάζας. Το στοιχείο αυτό ονοµάζεται περιοριστικός παράγοντας ανάπτυξης (ή θρέψης) του οικοσυστήµατος και συνήθως είναι είτε ο άνθρακας είτε το άζωτο είτε ο φώσφορος. Από εκεί και πέρα, το οικοσύστηµα, για να σταθεροποιηθεί ακόµα περισσότερο, αυξάνει την κορυφή του είτε µε εισαγωγή από άλλα οικοσυστήµατα ανώτερων οργανισµών (βραχυπρόθεσµα) είτε µεταλλάσσοντας δικούς του οργανισµούς από κατώτερους σε ανώτερους (µακροπρόθεσµα). Στη περίπτωση αυτή όµως αυξανοµένης της κορυφής της πυραµίδας ελαττώνεται ανάλογα η βάση της έτσι ώστε το εµβαδόν της να παραµένει σταθερό. Η αύξηση της ποικιλοµορφίας ενός οικοσυστήµατος αυξάνει επίσης και την ποικιλοµορφία των οργανικών µορίων που ανακυκλώνονται σ αυτό µε παράλληλη αύξηση του µέσου µοριακού βάρους και ελάττωση του ρυθµού ανακύκλωσης. Έτσι µε τον τρόπο αυτό το οικοσύστηµα αυξάνει την ικανότητά του να προσλαµβάνει και να συσσωρεύει την ενέργεια που του προσφέρεται. Κάποτε ο άνθρωπος αποτελούσε µέρος των οικοσυστηµάτων, σήµερα συνήθως αποτελεί εξωτερικό παράγοντα που µε τις δραστηριότητές του καταλύει την βασική ιδιότητα ενός οικοσυστήµατος δηλαδή του κλειστού συστήµατος των οικοσυστηµάτων ως προς τα ισοζύγια µάζας και ενέργειας. Ρύπανση περιβάλλοντος: Κάθε διαταραχή των περιοδικών χρόνων ανακύκλωσης των στοιχείων ενός οικοσυστήµατος που οφείλεται σε δραστηριότητες του ανθρώπου. Αν η διαταραχή είναι παροδική και µικρής έντασης τότε το οικοσύστηµα επανέρχεται στην αρχική του κατάσταση µετά την αποµάκρυνση της διαταραχής. Αν η διαταραχή είναι µόνιµη και µικρής έντασης τότε το οικοσύστηµα ισορροπεί σε µία νέα θέση δηλαδή επέρχεται µόνιµη αλλαγή των περιοδικών χρόνων ανακύκλωσης των στοιχείων του. Η µεταβολή αυτή όταν αφορά την επιβράδυνση των περιοδικών χρόνων τότε η διαταραχή ονοµάζεται τοξική ρύπανση για το οικοσύστηµα αλλά όταν αφορά την επιτάχυνση των περιοδικών χρόνων τότε ονοµάζεται οργανική ρύπανση ή ευτροφική ρύπανση. Η πρόσθεση θρεπτικών για τους µικροοργανισµούς συστατικών σε ένα οικοσύστηµα αποτελεί κλασική περίπτωση ευτροφισµού. Ανάλογα µε την ένταση της διαταραχής είναι και ο χρόνος που απαιτείται για την σταθεροποίηση των νέων ισορροπιών που θα επέλθουν στο οικοσύστηµα. Αν οι παροδικές ή µόνιµες διαταραχές σε ένα οικοσύστηµα είναι µεγάλης έντασης τότε υπάρχει περίπτωση το οικοσύστηµα να απαιτεί άπειρο χρόνο για να µπορέσει να ξανά ισορροπήσει. Στη περίπτωση αυτή η ρύπανση επιφέρει ολοκληρωτική καταστροφή στο οικοσύστηµα. 6

Η ποικιλοµορφία ενός οικοσυστήµατος αυξάνει τις πιθανότητες επιβίωσης του στις απότοµες µεταβολές των συνθηκών από εξωτερικούς φυσικούς παράγοντες που επηρεάζουν κυρίως την κορυφή του και όχι την βάση Τέτοιες µεταβολές είναι π.χ. οι απότοµες µεταβολές των καιρικών συνθηκών. Όµως αυτό δεν ισχύει στη περίπτωση απότοµων µεταβολών στην βάση του οικοσυστήµατος όπως είναι η ρύπανση που προκαλείται από τον άνθρωπο. Με την οργανική ρύπανση, µετατοπίζεται ο περιοριστικός παράγοντας ενός οικοσυστήµατος δίνοντας την ευκαιρία στο οικοσύστηµα να αναπτύξει περαιτέρω την συνολική ποσότητα βιοµάζας του. Όµως η δυνατότητα αυτή αφορά άµεσα µόνο τη βάση της πυραµίδας η οποία αναπτύσσεται ακολουθώντας τον ρυθµό µεταβολής των θρεπτικών όσο µεγάλος και να είναι. Αν το οικοσύστηµα, προ της ρύπανσης, είχε µετεξελιχθεί αρκετά, ανεβάζοντας την κορυφή του, τότε όσο πιο ψηλά έχει ανέβει αυτή και όσο η οργανική ρύπανση είναι πιο µεγάλη και απότοµη τόσο πιο γρήγορη και αποφασιστική είναι η κατάρρευση του οικοσυστήµατος. Παρόµοια είναι και η επίδραση της τοξικής ρύπανσης. Στη περίπτωση όµως αυτή η κατάρρευση προέρχεται από την απότοµη συρρίκνωση της βάσης του οικοσυστήµατος. Έτσι όσο πιο πρωτόγονο στην ανάπτυξή του είναι ένα οικοσύστηµα τόσο πιο αποτελεσµατικά αντιµετωπίζει την επιβίωσή του λόγω ρύπανσης. Η τοξικότητα αφορά την παρεµπόδιση ανάπτυξης ενός οικοσυστήµατος ενώ η επικινδυνότητα αφορά την ανθρώπινη υγεία όπου άµεσα ή έµµεσα µπορεί να επιδράσει µία ρύπανση. Ένα απόβλητο µπορεί να είναι τοξικό για το περιβάλλον αλλά να µην είναι επικίνδυνο για τον άνθρωπο, µπορεί να είναι επικίνδυνο για τον άνθρωπο και να µην είναι τοξικό για το περιβάλλον και τέλος να είναι και τοξικό και επικίνδυνο. Η τελευταία περίπτωση είναι και η πλέον συνηθισµένη. Τα όρια συγκέντρωσης ρύπων ώστε να µην επέλθει καταστροφή ενός οικοσυστήµατος, ονοµάζονται όρια τοξικότας του οικοσυστήµατος. Κάθε οικοσύστηµα έχει τα δικά του ιδιαίτερα όρια τοξικότητας για κάθε παράµετρο ρύπανσης και τα οποία καθορίζονται µε βάσει τις αρχές και τις µεθόδους της Επιστήµης Περιβάλλοντος και της Οικολογικής Μηχανικής. Μία ορθολογική ανάπτυξη ανθρώπινων δραστηριοτήτων σ ένα οικοσύστηµα απαιτεί την, όσο το δυνατόν, ακριβή γνώση των ορίων τοξικότητάς του. Ανάλογα ορίζονται και τα όρια επικινδυνότητας. Η τοξικότητα και η επικινδυνότητα µιας ουσίας δεν έχει νόηµα χωρίς την αναφορά στη συγκέντρωσή της διότι όλες οι ενώσεις γίνονται τοξικές και επικίνδυνες από κάποια συγκέντρωση και πάνω. Οικολογία: Η επιστήµη που µελετά τις επιδράσεις όλων των έµβιων όντων στα οικοσυστήµατα και το αντίστροφο. Επιστήµη Περιβάλλοντος: Η επιστήµη που µελετά τις επιδράσεις του ανθρώπου στα οικοσυστήµατα και το αντίστροφο. Η Επιστήµη Περιβάλλοντος σε συνεργασία µε την Οικολογική Μηχανική καθορίζουν τα όρια επικινδυνότητας εκποµπής ρύπων. 7

Οικολογική Μηχανική: Η επιστήµη που προβλέπει, µέσω µοντέλων προσοµοίωσης, τις πιθανές µεταβολές που µπορούν να επέλθουν σ ένα οικοσύστηµα από την επίδραση ανθρωπίνων δραστηριοτήτων. Τα µοντέλα πρόβλεψης ανθρώπινης δράσης αντίδραση οικοσυστήµατος έχουν στοχαστικό χαρακτήρα εποµένως απαιτείται η στενή συνεργασία της Περιβαλλοντικής Στατιστικής µε την Οικολογική Μηχανική. Η ακρίβεια των στοχαστικών µοντέλων που οικοδοµούνται εξαρτάται από την διαδικασία στατιστικής επιβεβαίωσης διόρθωσης µοντέλου που απαιτεί µεγάλο βάθος χρόνου. Οι Τεχνολογίες Περιβάλλοντος περιλαµβάνουν: α) Αντιρρυπαντική Τεχνολογία: Η επιστήµη που καθορίζει το σύνολο των τεχνολογιών που πρέπει να εφαρµοστούν, στην έξοδο µιας ανθρώπινης δραστηριότητας, ώστε οι εκποµπές ρύπων στο περιβάλλον να µην υπερβαίνουν τα όρια επικινδυνότητας του οικοσυστήµατος. Οι Τεχνολογίες Περιβάλλοντος είναι κατασταλτικές τεχνολογίες και εφαρµόζονται εφ όσον έχουν εξαντληθεί όλες οι πιθανές λύσεις που µπορούν να προκύψουν από την εφαρµογή των Καθαρών Τεχνολογιών και των Τεχνολογιών Ανακύκλωσης οι οποίες αποτελούν προληπτικές τεχνολογίες. β) Καθαρές Τεχνολογίες: Η επιστήµη που ασχολείται µε τις τεχνικές και τις µεθόδους που µπορούν να µεταβάλλουν την διαδικασία µιας παραγωγικής δραστηριότητας ώστε να µεγιστοποιήσουν την χρήση των α υλών και της ενέργειας που ισοδυναµεί µε ελαχιστοποίηση των απορριπτόµενων παραπροϊόντων (απόβλητα). γ) Τεχνολογίες Ανακύκλωσης: Η επιστήµη που ασχολείται µε την αξιοποίηση των παραγοµένων παραπροϊόντων (αποβλήτων), από οποιαδήποτε δραστηριότητα, σαν α ύλες άλλων δραστηριοτήτων. Η ανακύκλωση των παραπροϊόντων στην ίδια δραστηριότητα αποτελεί αντικείµενο των Καθαρών Τεχνολογιών ενώ η ανάπτυξη νέων δραστηριοτήτων για την δυνατότητα αξιοποίησης παραπροϊόντων µιας δραστηριότητας αποτελεί αντικείµενο των Τεχνολογιών Ανακύκλωσης σε συνεργασία µε την Επιστήµη Υλικών. Σήµερα τα κατάλοιπα των προϊόντων µιας δραστηριότητας, µετά την χρήση τους ανεξαρτήτου αποστάσεως από το σηµείο παραγωγής τους, ανήκουν διοικητικά και λειτουργικά στα παραπροϊόντα της δραστηριότητας και εποµένως αυτά πρέπει να συνυπολογιστούν στην αξιοποίηση ή στην επεξεργασία όλων των παραπροϊόντων στον τόπο παραγωγής. Παράδειγµα αποτελούν τα υλικά συσκευασίας, πχ η φιάλη από ΡΕΤ πόσιµου νερού, η οποία µε τη νέα νοµοθεσία πρέπει να επιστρέφεται στη βιοµηχανία παραγωγής πόσιµου νερού η οποία και ευθύνεται για την διαχείρισή της και όχι η ηµοτική Επιχείρηση ιαχείρισης Στερεών Οικιακών Απορριµµάτων. Μ αυτόν τον τρόπο η 8

βιοµηχανία εξαναγκάζεται να εξεύρει κατάλληλη τεχνολογία ανακύκλωσης ή επεξεργασίας των υλικών συσκευασίας της. Στη προσπάθειά της αυτή, για βιώσιµη λύση, θα πρέπει να συνεργαστεί, πιθανώς, µε την Επιστήµη Υλικών. Έτσι πολλές βιοµηχανίες εξαναγκάστηκαν να επιστρέψουν σε γυάλινες ή χάρτινες συσκευασίες για τις οποίες γενικά υπάρχουν βιώσιµες τεχνολογίες ανακύκλωσης ή αξιοποίησης. Πολλές φορές όταν, µετά την εφαρµογή Καθαρών Τεχνολογιών και Τεχνολογιών Ανακύκλωσης, για τα εναποµένοντα παραπροϊόντα (απόβλητα) οι εφαρµόσιµες Τεχνολογίες Περιβάλλοντος δεν είναι και βιώσιµες τότε, πιθανώς, απαιτείται ο επανασχεδιασµός της παραγωγής των προϊόντων µε διαφορετικές α ύλες ή ακόµη και την αλλαγή των προϊόντων. Στη περίπτωση αυτή απαιτείται η συµβολή της Επιστήµης Υλικών. Η αλληλοσυσχέτιση όλων των επιστηµών στη προσπάθεια να περιοριστεί, µε βιώσιµο τρόπο, η επίδραση στο περιβάλλον της παραγωγής ενός προϊόντος παρουσιάζεται στο παρακάτω διάγραµµα. 9

10