ΤΕΙ Ιονίων Νήσων Τμήμα Προστασίας & Συντήρησης Πολιτισμικής Κληρονομιάς ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΑΣ Μέθοδος Απόσπασης Τοιχογραφίας ΧΡΥΣΟΧΟΟΥ ΗΡΑ Συντηρήτρια Αρχαιοτήτων & Έργων Τέχνης
Απόσπαση και μεταφορά τοιχογραφιών Η απόσπαση και μεταφορά τοιχογραφιών (αποτοίχιση) είναι μιά επέμβαση που εφαρμόζεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν δεν είναι δυνατή η συντήρηση επί τόπου. Είναι μια δραστική επέμβαση που εφαρμόζεται μόνο σε περιπτώσεις στις οποίες το έργο κινδυνεύει άμεσα να καταστραφεί, εάν παραμείνει στο κτήριο που το φιλοξενεί ή όταν πρόκειται να γίνουν κάποιες αναστηλωτικές εργασίες κ.τ.λ. οπότε οι τοιχογραφίες αφαιρούνται, συντηρούνται και επανατοποθετούνται μετά το πέρας των εργασιών. Οι διάφορες τεχνικές που εφαρμόζονται απαιτούν λεπτομερή προμελέτη της επέμβασης και δοκιμές της ανθεκτικότητας της ζωγραφικής επιφάνειας και του υποστρώματος
Τρεις είναι οι βασικές μέθοδοι απόσπασης και μεταφοράς τοιχογραφιών. α) Αποτοίχιση μόνο της ζωγραφικής επιφάνειας. (Strappo). β) Αποτοίχιση της Ζωγραφικής μαζί με το κονίαμα ή μέρος του κονιάματος (Stacco). γ) Απόσπαση και μεταφορά της ζωγραφικής του κονιάματος και της τοιχοδομής (stacco a masselio)
α) Αποτοίχιση μόνο της ζωγραφικής επιφάνειας. (Strappo). Η μέθοδος αφορά την απόσπαση και μεταφορά μόνο του λεπτού στρώματος της ζωγραφικής και χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις που το κονίαμα της τοιχογραφίας έχει χάσει την συνοχή του σε μεγάλο βαθμό και είναι αδύνατη η επί τόπου στερέωση του. Επίσης εφαρμόζεται σε περιπτώσεις που απαιτείται η απόσπαση μεγάλων τμημάτων τοιχογραφίας δίχως να τεμαχιστεί και σε κοίλες επιφάνειες όπως τρούλοι, κόγχες ναών κλπ. Είναι η πιο δύσκολη σε εκτέλεση μέθοδος και απαιτεί προσεκτική προμελέτη και μεγάλη πείρα.
β) Αποτοίχιση της Ζωγραφικής μαζί με το κονίαμα ή μέρος του κονιάματος (Stacco). Είναι η περισσότερο συνηθισμένη μέθοδος απόσπασης και μεταφοράς τοιχογραφιών. Δεν είναι κατάλληλη για την απόσπαση πολύ μεγάλων τμημάτων. Προϋποθέτει την προστασία και καλή στήριξη της ζωγραφικής επιφάνειας πριν από την έναρξη των εργασιών τομής και απόσπασης του κονιάματος από τοιχοδομή.
γ) Απόσπαση και μεταφορά της ζωγραφικής του κονιάματος και της τοιχοδομής (stacco a masselio), Εφαρμόζεται σε ιδιαίτερες περιπτώσεις, όταν το κονίαμα είναι πολύ ανθεκτικό και δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί η stacco μέθοδος, σε επείγουσες σωστικές ανασκαφές και όπου απαιτείται η διατήρηση της τοιχοδομής π.χ. μεταφορά τοιχογραφημένων κιβωτιόσχημων ή θολωτών τάφων κλπ
Τοποθέτηση σε νέο υπόστρωμα Μια αποτοιχισμένη τοιχογραφία πρέπει να τοποθετείται αμέσως σε νέο υπόστρωμα. Η προετοιμασία νέου υποστρώματος προϋποθέτει μια σειρά εργασιών που εκτελούνται στο πίσω μέρος του έργου και περιλαμβάνουν την τοποθέτηση διαφόρων στρωμάτων που σκοπό έχουν να συγκρατήσουν, να ενισχύσουν και να προστατέψουν την τοιχογραφία στη νέα της κατάσταση. Τα κριτήρια επιλογής του νέου υποστρώματος, πρέπει να βασίζονται τόσο σε ικανοποιητικά αισθητικά αποτελέσματα όσο και στις φυσικοχημικές και μηχανικές ιδιότητες των υλικών που θα το αποτελέσουν.
Το νέο υπόστρωμα πρέπει να αποτελείται από υλικά που να είναι ανθεκτικά στην επίδραση της υγρασίας, της μόλυνσης του περιβάλλοντος, του φωτός, και των μικροοργανισμών. Επίσης, όσα από τα υλικά τοποθετούνται σε άμεση επαφή με το πίσω μέρος της τοιχογραφίας, πρέπει να ταιριάζουν σε χρώμα και υφή με το έργο και να μπορούν να αφαιρούνται εύκολα αν χρειασθεί. Τέλος το νέο υπόστρωμα πρέπει να είναι ελαφρύ αλλά άκαμπτο και το σύνολο του όγκου του να μη ξεπερνά κατά κανόνα τον όγκο του αρχικού υποστρώματος της τοιχογραφίας. Τα συνθετικά υλικά που χρησιμοποιούνται στην προετοιμασία νέων υποστρωμάτων για τοιχογραφίες είναι η διογκωμένη πολυουρεθάνη οι εποξικές ρητίνες και οι πολυεστερικές ρητίνες.
Καταρχήν πριν από οποιαδήποτε παρέμβαση πρέπει να γίνει αποτύπωση και λεπτομερής τεκμηρίωση της κατάστασης διατήρησης της τοιχογραφίας. Πριν ξεκινήσουμε την διαδικασία αποτοίχισης της τοιχογραφίας πρέπει να δούμε αν το χρωματικό στρώμα είναι πλήρως σε συνάφεια με το υπόστρωμα. Για να διαλέξουμε και τεχνική αποτοίχισης. Αν υπάρχει κάποιο πρόβλημα θα πρέπει να επέμβουμε, για να πετύχουμε την καλύτερη συνοχή χρωματικού στρώματος και υποστρώματος, με κάποιο συγκολλητικό υλικό με σύριγγα και ασκώντας πίεση (πρεσάροντας). Έπειτα καθαρίζουμε την χρωματική επιφάνεια από ρύπους, αιθάλη και σκόνες.
Κατά την διαδικασία της αποτοίχισης είναι αναγκαία η προστασία της ζωγραφικής επιφάνειας. Συνήθως για τον σκοπό αυτό κολλάμε πάνω στην ζωγραφική επιφάνεια, δύο φορές, γάζα ή τουλπάνι με κάποια φυσική ή συνθετική κόλλα (ακρυλικό πολυμερές). Όποιο είδος κόλλας και αν χρησιμοποιήσουμε πρέπει πάντα να είναι αντιστρέψιμη και να μη βάζει σε κίνδυνο την σταθερότητα των χρωμάτων.
Στην πράξη είναι σπάνιο να συναντήσουμε τοιχογραφίες όπου τα χρώματά τους να είναι εντελώς αδιάλυτα στο νερό. Αυτός είναι ένας ανασταλτικός παράγοντας για χρήση κόλλας που περιέχει νερό ή που κατά την αντιστρεψιμότητά της θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί νερό. Ένας τρόπος είναι, πριν την προστασία της ζωγραφικής επιφάνειας, να "μονώσουμε" κατά κάποιο τρόπο τα χρώματα με κάποια κόλλα που ο διαλύτης της να μην είναι το νερό, π.χ. την BEVA που ο διαλύτης της είναι το WHITE SPIRIT.
Αν το θέμα μας είναι αρκετά μεγάλο ίσως θα πρέπει να το χωρίσουμε σε μικρότερα μέρη και να το αποσπάσουμε τμηματικά. Δύο είναι οι κύριοι λόγοι που ίσως μας αναγκάσουν να αποσπάσουμε μια μεγάλη σε μέγεθος τοιχογραφία τμηματικά. Ο πρώτος λόγος είναι το βάρος. Αν επιλέξουμε την μέθοδο stacco αποσπάμε και ένα μεγάλο μέρος του κονιάματος με αποτέλεσμα το αποσπώμενο κομμάτι τοιχογραφίας να έχει μεγάλο βάρος, αυτό θα μας δυσκολέψει ιδιαίτερα στην μεταφορά του και ίσως προξενηθούν φθορές. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι το μέγεθος της πόρτας εξόδου μπορεί να είναι μικρότερο από το μέγεθος της τοιχογραφίας που θέλουμε να αποσπάσουμε.
Αν τελικά επιλέξουμε να αποτοιχίσουμε το θέμα μας τμηματικά πρέπει να το "κόψουμε" σε τέτοιες περιοχές ώστε να μη προξενηθούν φθορές σε σημαντικά στοιχεία του θέματος. Κατά μήκος της τομής που θα "κόψουμε" κολλάμε γάζα, η τομή κοπής σημειώνεται στο κέντρο της γάζας, έπειτα κάθετα της σημειωμένης τομής "τραβάμε" παράλληλες γραμμές, αυτές είναι οι λεγόμενες συμπτώσεις όπου θα μας βοηθήσουν στην σωστή επανατοποθέτηση των τμημάτων του θέματος της τοιχογραφίας, είναι κάτι σαν σημεία αναφοράς.
Εκτός της προστασίας της ζωγραφικής επιφάνειας με γάζες έχουμε ετοιμάσει και κάποιο αφρώδες υλικό, τοποθετημένο σε μια ξύλινη επιφάνεια, η όλη κατασκευή (φορέας), έχει ακριβώς το ίδιο μέγεθος με την τοιχογραφία που θα αποσπάσουμε Καθώς προστατεύουμε την ζωγραφική επιφάνεια πρέπει να αφήνουμε ένα περιθώριο γάζας τουλπανιού, περίπου 10cm,αυτό είναι που θα καρφωθεί περιμετρικά πάνω στον ξύλινο φορέα, με το αφρώδες υλικό που αναφέραμε παραπάνω, που θα δεχθεί και θα στηρίξει την αποσπώμενη τοιχογραφία.
Εφόσον έχουμε προστατέψει την ζωγραφική επιφάνεια της τοιχογραφίας και έχουμε πάρει όλα τα αναγκαία μέτρα, για την ασφαλή απόσπασή της, είμαστε έτοιμοι να ξεκινήσουμε το τελικό και πιο δύσκολο στάδιο της εργασίας μας, την απόσπαση της τοιχογραφίας. Αρχικά οριοθετούμε, το θέμα που πρόκειται να αποτοιχίσουμε, "κόβοντας" περιμετρικά με την βοήθεια σπάτουλας
Η απόσπαση της τοιχογραφίας πραγματοποιείται με την χρησιμοποίηση σιδερένιων ράβδων. Οι σιδερένιοι ράβδοι δουλεύονται πάντα με μια ελαφρά κλίση προς το εσωτερικό της τοιχογραφίας, για να αποφύγουμε τυχόν φθορά της ζωγραφικής επιφάνειας, και από το κατώτερο τμήμα του θέματος προς τα πάνω, ώστε τα αποσπώμενα κομμάτια του υποστρώματος να έχουν τρόπο διαφυγής.
Όταν αποσπαστεί η τοιχογραφία τοποθετείται πάνω στον ξύλινο φορέα με το αφρώδες υλικό και μεταφέρεται σε ένα ασφαλή, σταθερό και καθαρό πάγκο εργασίας. Ακολουθεί η συντήρησης της τοιχογραφίας και της τοποθέτησής της σε τελάρο αλουμινίου. Κάθε τοιχογραφία παρουσιάζει κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και η αντιμετώπισή της, την ώρα της απόσπασης, είναι ανάλογη της ιδιαιτερότητάς της.
Αρχαιολογικο Μουσειο Καρπαθου Ελένη Παπαβασιλείου Αρχαιολόγος, 4η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Βασιλική Γεωργοπούλου Συντηρήτρια, 4η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Εξωτερική άποψη του Αρχαιολογικού Μουσείου Καρπάθου.
Το πρώτο στάδιο αποτοίχισης της τοιχογραφίας από το τεταρτοσφαίριο της κόγχης του ναού των Αγ. Αποστόλων Μεσοχωρίου Καρπάθου. Το δεύτερο στάδιο αποτοίχισης.
Η τοιχογραφία από το ναό των Αγ. Αποστόλων Μεσοχωρίου Καρπάθου, όπως εκτίθεται σήμερα στο Μουσείο. Η τοιχογραφία πρόκειται για αποσπάσματα της Δέησης και των συλλειτουργούντων ιεραρχών Oι συνολικές διαστάσεις είναι το ύψος 2,52 μ., το πλάτος 2,07 μ. και το βάθος 0,645 μ.
Η 4 η εφορία στην ρόδο παράλαβε τις τοιχογραφίες σε τεμάχια, πάνω σε επίπεδα υποστηρίγματα από νοβοπάν. Συνήθως δημιουργείται ένα πρόχειρο καλούπι του φυσικού υποστηρίγματος, πάνω στο οποίο τοποθετούνται και μεταφέρονται στο εργαστήριο οι τοιχογραφίες μετά την αποτοίχισή τους, ώστε να μη χάνουν το σχήμα τους. Επειδή όμως για την κατασκευή αυτή απαιτείται εξοπλισμός και υλικά που ήταν δύσκολο να μεταφερθούν σε τόσο δύσβατη περιοχή της Καρπάθου, οι συντηρητές επέλεξαν την πιο ασφαλή μεταφορά των τοιχογραφιών σε μικρά κομμάτια και πάνω σε επίπεδες επιφάνειες
Η δυσκολία που προέκυψε από αυτή την οριζόντια τοποθέτηση των τμημάτων ήταν ότι θα έπρεπε να αποδώσουν εκ των υστέρων το χώρο στον οποίο εντάσσονταν, και τη θέση την οποία κατείχαν σε αυτόν, όταν αποτοιχίστηκαν. Γι αυτό, κατασκευάσαv ένα ξύλινο καλούπι της κόγχης σε πραγματικό μέγεθος πάνω στο οποίο μεταφέραv τα τοιχογραφημένα κομμάτια σύμφωνα με τις φωτογραφίες και τις μετρήσεις που ήταν διαθέσιμες.
Το καλούπι αποτελούνταν από τέσσερα τμήματα που συνδέθηκαν μεταξύ τους με βίδες, ενώ τα τμήματα του ημικυλίνδρου και του τεταρτοσφαιρίου από «νεύρα», τα οποία καλύφθηκαν με hardboard, προκειμένου να δημιουργηθεί συμπαγής επιφάνεια. Τα κενά συμπληρώθηκαν με ένα προσωρινό κονίαμα, το οποίο χρησίμευσε στη δημιουργία ενιαίας επιφάνειας αλλά και ως βάση για τα δύο επόμενα κονιάματα. Το προσωρινό κονίαμα αντικαθίσταται στην τελική φάση της αισθητικής αποκατάστασης από λεπτόκοκκο κονίαμα ειδικής σύνθεσης και χρωματισμού, το οποίο αποφασίζεται από τους επιμελητές της έκθεσης.
Η διαδικασία παραπέμπει στην παραδοσιακή κατασκευή υποστρώματος από τρεις στρώσεις ασβεστοκονιάματος διαφορετικής κοκκομετρίας και λειτουργίας. Η πρώτη που εφάπτεται με το υποστήριγμα είναι χοντρόκοκκη και αδρή για καλή πρόσφυση, ενώ εκείνη που υπόκειται της ζωγραφικής είναι λεπτόκοκκη και λεία, προκειμένου να εφαρμόζονται απρόσκοπτα το σχέδιο και τα λεπτά ζωγραφικά στρώματα.
Διασφάλιση αντιστρεψιμότητας Η δυνατότητα ασφαλούς αποχωρισμού της συντηρημένης τοιχογραφίας από το νέο της υποστήριγμα αποτελεί δεοντολογικό κανόνα κάθε συντήρησης. Η δυνατότητα αυτή εξασφαλίστηκε με την παρεμβολή διογκωμένης πολυστερίνης (φελιζόλ) ανάμεσα στο υπόστρωμα και το υποστήριγμα, η οποία διαλύεται εύκολα με ακετόνη, αν χρειαστεί. Λόγω της ελαστικότητάς τους, οι επίπεδες πλάκες φελιζόλ δεν ακολουθούν τις κυρτές επιφάνειες, στις οποίες πρέπει να κολληθούν, γι αυτό τις κόψανε σε μικρά τεμάχια, ώστε να ελαχιστοποιήσουν τις δυνάμεις επαναφοράς.
Κατασκευή υποστηρίγματος Επιλέξανε το αλουμίνιο ως υλικό υποστηρίγματος, προκειμένου να κατασκευάσουν ένα ελαφρύ ανθεκτικό και σύνθετο υποστήριγμα αποτελούμενο από επτά επιμέρους τελάρα
Σε αντίθεση με την τεχνική της πρόσδεσης του υποστρώματος στο ξύλινο τελάρο με ιμάντες, σε αυτή την περίπτωση χρησιμοποιήσαν την τεχνική της επικόλλησης του μεταλλικού τελάρου. Το πλεονέκτημα έγκειται κυρίως στο ότι το υπόστρωμα, το παρεμβαλλόμενο στρώμα και το υποστήριγμα έχουν ταυτόχρονα την απαραίτητη λειτουργική σύνδεση αλλά και αυτονομία.
Τέλος, προβήκαν σε καθαρισμό της ζωγραφικής επιφάνειας από επικαθίσεις, διακριτική αποκατάσταση των χρωμάτων, καθώς και του εμφανούς υποστρώματος Η μέθοδος αυτή συνέβαλε όχι μόνο στην ασφαλή διατήρηση της τοιχογραφιας, αλλά και στην αναγνώρισή της ως ευανάγνωστης ιστορικής και καλλιτεχνικής μαρτυρίας.