Η Οσία Σοφία, η ασκήτρια της Κλεισούρας Καστοριάς. Τό χειρόγραφό του Ἰσαάκ



Σχετικά έγγραφα
«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Λόγοι για την παιδαγωγική της οικογένειας (Γέρων Εφραίμ Κατουνακιώτης)

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Σχολικές αναμνήσεις. Η γιαγιά του Χάρη θυμάται

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. (Β Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Η πορεία προς την Ανάσταση...

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Κάιν καί Ἄβελ. ΜΑΘΗΜΑ 3ο. Γένεσις 4,1-15

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Εικόνες: Eύα Καραντινού

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ. Όμορφος κόσμος

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

Χριστούγεννα. Ελάτε να ζήσουμε τα. όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

Θαύματα Αγίας Ζώνης (μέρος 4ο)

Δουλεύει, τοποθετώντας τούβλα το ένα πάνω στο άλλο.

Τα παραμύθια της τάξης μας!

Ἡ πιστή Ρούθ (Χριστούγεννα)

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Πριν από πολλά χρόνια ζούσε στη Ναζαρέτ της Παλαιστίνης μια νεαρή κοπέλα, η Μαρία, ή Μαριάμ, όπως τη φώναζαν. Η Μαρία ήταν αρραβωνιασμένη μ έναν

ΓΙΑΤΙ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ

ΤΙ ΑΠΕΓΙΝΕ Ο ΠΑΡΑΞΕΝΟΣ ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΥΝΕΧΕΙΑΣ. Β ο Δημοτικό Σχολείο Ευόσμου

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Κατανόηση προφορικού λόγου

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ:

Ο Γέροντας Ιωσήφ εμφανίσθηκε πολλές φορές μετά την κοίμηση του

Ελάτε να ζήσουμε τα Χριστούγεννα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

Πόλεμος για το νερό. Συγγραφική ομάδα. Καραγκούνης Τριαντάφυλλος Κρουσταλάκη Μαρία Λαμπριανίδης Χάρης Μυστακίδου Βασιλική

Μια ιστορία με αλήθειες και φαντασία

Το παραμύθι της αγάπης

«Η τύχη του άτυχου παλικαριού»

Μια μεγάλη γιορτή πλησιάζει

Γράφουν τα παιδιά της Β 1 Δημοτικό Σχολείο Αγίου Δημητρίου

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Ἡ παραβολή τοῦ Σποριᾶ

Η Αγία Σοφία και οι κόρες της Πίστη, Ελπίδα, Αγάπη

Κυριακή 3 Μαρτίου 2019.

Μαρτυρίες για τη προσωπικότητα του Γέροντα Αιμιλιανού

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ. Η χαρά της αγάπης

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

Το δικό µου σκυλάκι. Ησαΐα Ευτυχία

πανέτοιμος για να έλθει είναι πολύ πρόθυμος και έτοιμος κάθε στιγμή με ευχαρίστηση, με χαρά, με καλή διάθεση, να έλθει να επισκιάσει και να βοηθήσει

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ 12. Οιδίποδας Επτά επί Θήβας

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Ας µιλήσουµε Ελληνικά

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

«Η νίκη... πλησιάζει»

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 4 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

ΜΙΑ ΤΡΕΛΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΜΕ ΠΕΝΤΕ ΣΚΥΛΟΥΣ

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

Ο ΓΑΜΟΣ ΤΗΣ ΑΦΡΟΔΩΣ. Διασκευή ενός κεφαλαίου του λογοτεχνικού βιβλίου. (Δημιουργική γραφή)

Η καλύτερη στιγμή των Χριστουγεννιάτικων διακοπών

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Συγγραφέας. Ραφαέλα Ρουσσάκη. Εικονογράφηση. Αμαλία Βεργετάκη. Γεωργία Καμπιτάκη. Γωγώ Μουλιανάκη. Ζαίρα Γαραζανάκη. Κατερίνα Τσατσαράκη

ασκάλες: Ριάνα Θεοδούλου Αγάθη Θεοδούλου

The G C School of Careers

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

ΟΝΟΜΑ: 7 ο ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ

Γυμνάσιο Αγ. Βαρβάρας Λεμεσού. Τίτλος Εργασίας: Έμαθα από τον παππού και τη

Αυτός είναι ο αγιοταφίτης που περιθάλπει τους ασθενείς αδελφούς του. Έκλεισε τα μάτια του Μακαριστού ηγουμένου του Σαραντάριου.

ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΕΛΠΙΔΑ. Είμαι 8 χρονών κα μένω στον καταυλισμό μαζί με άλλες 30 οικογένειες.

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ Η ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΩΤΟΓΗΡΟΥ Πρωτοδίκου Διοικητικών Δικαστηρίων ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΑΛΚΙΔΟΣ

Μια φορά και έναν καιρό ζούσε στα βάθη του ωκεανού µια µικρή σταγόνα, ο Σταγονούλης. Έπαιζε οληµερίς διάφορα παιχνίδια µε τους ιππόκαµπους και τις

ΕΡΓΑΛΕΙΟΘΗΚΗ. Γραμματοσειρές

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών

Η γυναίκα με τα χέρια από φως


THE ENGLISH SCHOOL ΑΓΓΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

Θαύματα Αγίας Ζώνης (μέρος 6ο)

Γεια σας, παιδιά. Είμαι η Μαρία, το κοριτσάκι της φωτογραφίας, η εγγονή

Μάθημα: Νέα Ελληνική Λογοτεχνία ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ ( ) Αναφορά στον Γκρέκο (απόσπασμα)

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη


Στὴν ἀρχὴ ἦταν ὁ Λόγος. Ὁ Λόγος ἦταν μαζὶ μὲ

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

1. Ποιος μαθητής πήγε στους Αρχιερείς; Τι του έδωσαν; (Μτ 26,14-16) Βαθ. 1,0 2. Πόσες μέρες έμεινε στην έρημο; (Μκ 1,12)

Ο γιος του ψαρά. κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει...

Κεφάλαιο 5. Κωνσταντινούπολη, 29 Μαίου 1453, Τρίτη μαύρη και καταραμένη

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2016 ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΚΑΤΆ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΦΥΛΕΤΙΚΩΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ

ΝΗΦΟΣ: Ένα λεπτό µόνο, να ξεµουδιάσω. Χαίροµαι που σε βλέπω. Μέρες τώρα θέλω κάτι να σου πω.

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Η κλέφτρα των ονείρων Ο δράκος που άρπαξε την αγάπη Το ελιξίριο της ευτυχίας... 47

Κάποια μέρα, όπως όλοι παντρεύονται, έτσι παντρεύτηκε και ο Σοτός. Σον ρωτάει η γυναίκα του:

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη...

Μια φορά κι ένα γαϊδούρι

Εθνικό δασικό πάρκο Πέτρας του Ρωμιού

Transcript:

Η Οσία Σοφία, η ασκήτρια της Κλεισούρας Καστοριάς Ἡ ἀσκήτρια τῆς Κλεισούρας Γερόντισσα Σοφία Χοτοκουρίδου, μία λαϊκή ἀσκήτρια, παράδειγμα γιά ὅλους μας. Τό χειρόγραφό του Ἰσαάκ Μέρα ἀπό τίς σημαντικές καί πολύτιμες ἀναμνήσεις τοῦ Γέροντος Νεκταρίου, ὁ μοναδικός ἀπό τούς συγγενεῖς της μέ τόν ὁποῖο διατηροῦσε ἀγαθές σχέσεις ἡ Σοφία, ὁ Ἰσαάκ Σαουλίδης, κατά παράκλησή μας, κατέγραψε ὅσα στοιχεῖα θυμόταν ἀπό τήν ζωή τῆς θείας του. Τά βιογραφικά αὐτά, ὅπως τά κατέγραψε στίς 15 Ἀπριλίου 1992, ὁ πρωτανηψιός της, ἔχουν ὡς ἀκολούθως: «Ἡ ζωή τῆς Σοφίας Χοτοκουρίδου, τό γένος Ἀμανατίου Σαουλίδου.»Ἔγεννηθή το ἔτος 1883 εἰς τό χωρίον Σαρή-ποπά τῆς ἐπαρχίας Ἀρδάσης Τριπόλεως, Νόμου Τραπεζούντας τοῦ Πόντου. Κατά τό ἔτος 1907 ἐνυμφεύθη τόν Ἰορδάνη Χοτοκουρίδην εἰς Χωρίον Τό(γ)ρούλ (Ἄρδασαν). Τό 1910 ἀπέκτησε τέκνον μέ τόν Ἰορδάνην. Τό 1912 τό παιδί ἀπέθανεν καί τόν πατέρα τοῦ τόν ἐπεστράτευσαν οἱ Τοῦρκοι εἰς τήν Ὀρντού.

Τό 1914 κηρύσσεται ὁ Ἅ' Παγκόσμιος Πόλεμος καί χάθηκαν τά ἴχνη τοῦ Ἰορδάνη, ἐπίσης ἡ Σοφία ἔφυγε ἀπό τό χωριό Λετσούχ καί πῆγε στό γιαλό στήν Ὀρντού. Στά χειμαδιά τό καλοκαίρι, στό χωριό τούς χειμῶνες. Στό γιαλό ἡ Σοφία τότε χάθηκε. Τό 1915 ἔγινεν ἡ σφαγή τῶν Ἀρμεναίων τόν πατέρα τῆς Σοφίας τόν πῆραν οἱ Τοῦρκοι γιά ἀγγαρεῖες, μεταφορά πυρομαχικῶν τοῦ στρατοῦ στά βάθη τῆς περιφερείας Τριπόλεως, στό Κιουρτοῦν. Ἐκεῖ ἔγινεν ἡ ἐξόντωσις τῶν Ἀρμεναίων. Τό 1916 ἡ Σοφία ἔφυγε ἀπό τήν Ὀρντού καί χάνονται τά ἴχνη της. Τό 1919 τό Πάσχα μέ τό πλοῖον ἤρθαμεν, ἤρθαμεν στόν Πειραιᾶν τά καράβια. Τόν Αὔγουστον, ἀπό τόν Πειραιᾶν στήν Θεσσαλονίκη, στόν Σταθμό τῶν τρένων, στό Χαρμάνκιοϊ. Λέγω στόν πατέρα, θά πάγω νά βρῶ τήν θεία μου. Ὁ πατέρας δέν μέ ἀφήνει, ἐγώ εἶμαι 14 χρονῶ, θά χαθεῖς, μέ λέει. Καταυλισμός 300 οἰκογένειες στό Σταθμό. Γιά ἀναχώρηση, γιά χωριά Πτολεμαΐδος. Ἐγώ δέν ἄκουσα τόν πατέρα μου, πῆγα ξυπόλυτος στήν Καλαμαριά. Ἐκεῖ βρῆκα πρόσφυγες γυναῖκες, ρωτῶ γιά τήν θεία μ'. Τήν εἴχαμε χαϊδεμένη, τήν λέγαν Τσόφα, ἐγώ ἤξερα Τσόφα. Γενομένη συζήτηση, ἔγινε σύγχυση μεταξύ γυναικών, ἀνάμεσα μία κυρία λέγει στήν ἄλλη Τσόφα εἶναι ἡ Σοφία. Αὐτοῦ σταματήσαμε. Μέ ρωτάει ἄν ξέρω ὀλίγα γράμματα, λέγω κάτι ξεύρω. Ἀπό ἐδῶ θά κατεβεῖς στό Ντεπῶ μέ τά πόδια, ἐκεῖ θά βρεῖς τό τράμ, θά ἀνεβεῖς στό τράμ, θά μετρᾶς ἕως 6 στάσεις. Θά κατεβεῖς καί θά βρεῖς τήν ἐκκλησία τήν Ἀνάληψη, θά κατεβεῖς-ἄν δέν μπορεῖς νά κατεβεῖς, ὁ τραμιέρης θά σέ πεῖ. Μπῆκα στήν εἴσοδο τῆς ἐκκλησίας, στό βάθος βλέπω ἕναν κύριο, τόν φωνάζω ἐ, θεῖο, θεῖο. Ἦλθε κοντά μου, μέ ρωτᾶ τί θέλεις, παιδί μου; Τήν θεία μου Σοφία.

Ἀπό τότες μετ' ὀλίγον πέρασε ἡ Σοφία ἀπό τή μιά μεριά στήν ἄλλη. Μέ τά ράσα, κρατοῦσε ψωμί καί μισό καρπούζι. Ἦλθε κοντά μου, μέ ρωτᾶ, μέ λέγει ποιός εἶσαι, παιδί μου; Τήν λέγω ὁ Ἰσαάκ. Ὁ Ἰσαάκ, παιδί μου, ποῦ εἶσθε; Τώρα ἐδῶ εἴμαστε στό Σταθμόν, κοντά στό Εὔοσμον. Ποῦ εἶναι ὁ πασά μ', ἡ μάννα, ὁ πατέρας καί ἄλλοι συγγενεῖς μας; Ὅλοι πέθαναν ἀπό τήν χολέραν. Ἡ θεία ἐλιγώθηκε ἀπό τόν πόνο καί πέφτει στό χῶμα. Βρέθηκαν περαστικοί καί τήν συνέφεραν. Πήγαμε στό κελλί της. Μετά δυό ὧρες τήν παίρνω καί πήραμε ἄδεια ἀπό τόν ἐπιστάτη. Βαδίζαμε. Μέ τό τράμ ἕως τό Βαρδάρ καί ἐκεῖ μέ τά πόδια στό Εὔοσμον Σταθμόν. Φτάσαμε περί 11 ὥραν νυκτερινήν. Ὅλη νύκτα οἱ χωριανοί ὅλοι ὅλο ρωτοῦσαν. Γιά τούς δικούς τους. Αὔγουστος 1919. Φεύγουμε γιά Καϊλάρια, νέο ὄνομα Πτολεμαΐδα. Φτάσαμε στήν Ἄρδασα, μετά στήν Ἀναρράχη, παλαιόν ὄνομα Τεπρέ, ὁ μπαμπάς, ἡ θεία κι ἐγώ. Ὁ Ἀβραάμ ἔμεινε στήν Ἀθήνα γιά νά φέρει τήν ἀδερφή τῆς Σοφίας. Τό 1924 ἦλθε ὁ Ἀβραάμ παντρεμένος. Γιά 18 μῆνες μᾶς κύταζε ἡ Σοφία, τό φαγητό, μᾶς ἐπλένε τά ροῦχα. Τό 1925 φεύγει ἡ Σοφία μέ ἕνα μικρόν μπόγον, τά ρουχαλάκια της, καί πηγαίνει στήν Φλώρινα, στόν Ἅγιον Μάρκον, ἕως τό 1927. Τότε ὀνειρεύεται τήν Παναγία ποῦ τῆς εἶπε, ἡ θέση σου εἶναι ἄλλου, θά πᾶς στό χωριό σου. Δίπλα στό βουναλάκι εἶναι ἡ Παναγία ἡ Κλεισούρα.

Τόν Αὔγουστο τοῦ 1927 ἡ Σοφία ἔρχεται στό χωριό καί μᾶς ζητάει νά τήν πᾶμε στό μοναστήρι. Σέ δέκα ἥμερες πήγαμε ἐκεῖ, στήν μνήμη τῆς Παναγίας. Ἐκεῖ βρήκαμε τόν ἡγούμενο καί μία ἡγουμένισσα, Πελαγία, παράλυτη ἀπό τόν πόλεμο καί τάς ὑγρᾶς φύλακας στήν Καστοριά. Ἀπό τό 1927 ζοῦσε ἡ Σοφία στό μοναστήρι στήν Κλεισούρα. Στόν πόλεμο τό 1940 κρατοῦσε τό μοναστήρι μόνη της μέ 30 δωμάτια ἕως νά τελειώσει ὁ πόλεμος τό 1941. Ἄρχισε ὁ ἀνταρτικός πόλεμος τό 1944. Στό χωριό τήν Κλεισούρα, στή θέση Νταούλι οἱ ἀντάρτες σκοτώνουν ἕναν γερμανό ἀγγελιοφόρο πού ἐρχόταν μέ τό μηχανάκι ἀπό τό Ἀμύνταιο. Κόπτουν τά ὄργανά του καί τά βάζουν στό στόμα ὡσάν τσιγάρο. Ἐκεῖ ἔφτασαν οἵ Γερμανοί ἀπό τό Ἀμύνταιο καί τήν Καστοριά. Βάζουν φωτιά στό χωριό καί καῖνε περί τά 350 ἄτομα. Κατεβαίνουν στό μοναστήρι, ἐκεῖ ψάχνουν γιά τούς ἀντάρτες καί ἡ βενζίνη ἕτοιμη στά πετόνια. Ἡ Σοφία ἀγρυπνεῖ μέ τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας στήν ἀγκαλιά. Γονατίζει τούς φιλάει τά πόδια, σέρνεται στό χῶμα. Μή, λέει, ἡ Παναγία θυμώνει καί κλαίει ἡ εἰκόνα μπροστά στό τάγμα. Ὁ ἀξιωματικός τή διώχνει, αὐτή πίσω δέν κάνει καί λιγοθυμάει καταγῆς. Τότες ὁ ἀξιωματικός μετάνιωσε καί τήν ἄκουσε. Ἔψαξαν σέ ὅλους τους τόπους, ταβάνια, ὑπόγεια γιά ἀντάρτες. Ἡ ζωή τῆς Σοφίας ἦταν ὅλον τόν καιρό μέ χόρτα καί σαρδέλλες, παστά. Κρεββάτι δέν γνώρισε, στό τζάκι δίπλα καί τό κορμί τῆς τό σκέπαζε μέ φύλλα. Ὅσοι τήν ἐπισκέπτονταν τούς ἕψηνε καφέ.

Ὅταν τελείωσε ὁ ἐμφύλιος πόλεμος, πήγαμε τά ἀνήψια στό μοναστήρι, πήγαμε στό δωμάτιό της, τί νά δοῦμε, γεμάτο πελεκούδια. Ὑπῆρχε φόβος νά καεῖ τό μοναστήρι. Τήν ὥρα ποῦ ἔλειπε, τά πελεκούδια τά πετάξαμε, ἀπό κάτω εἶχε 7 δοχεῖα λάδι. Ἐπειδή ἦταν μαζώματα ἡ Ἐπιτροπή τά ἔδωσε στίς φτωχές οἰκογένειες στήν Κλεισούρα. 1974 Μάιος. Κοιμήθηκε ἡ Σοφία(6 Μαΐου 1974). Ἡ Μητρόπολις Καστοριᾶς καί Κοζάνης καί ἐμεῖς τά ἀνήψια τό ἀνακοινώσαμε στό κοινό. Τήν Σοφία τήν ἑτοίμασαν 14 ἱερεῖς καί ἀρχιμανδρίτες, περιφέρειας Πτολεμαΐδος καί Ἀμυνταίου καί μία μοναχή ἀπό τά νησιά μας. Ἔγινε μέ πολύν κόσμο. Ἐκάναμε τήν κηδεία, τά 40, τό χρονικόν. Μετά 8 χρόνια τήν ξεθάψαμε. Παραβρέθηκαν οἱ κάτοικοι τῆς Κλεισούρας. Στόν τάφο ἐπάνω εἶχαν ρίξει 25 πόντους τσιμέντο μέ πέλματα. Ὅταν ἔσπασε τό τσιμέντο βγῆκε ἕνα ἄρωμα, μᾶς εἶπαν οἱ γυναῖκες ἀπό τήν Κλεισούρα. Ἔγινε ὁλονυκτία μέ ἀρκετόν κόσμο, ἦταν καί ἀπό τήν Ἀναρράχη μερικοί. Τά ὀστᾶ τῆς εἶναι σέ ἀσφαλές μέρος. Στά τελευταῖα της ἡ Σοφία παρέδωσε τό ἕνα κλειδί ποῦ εἶχε, τό ἄλλο τό εἶχε ὁ Σύλλογος Κλεισουριέων. Ὅσα θυμήθηκα ἐγώ ὁ ἀνεψιός της Ἰσαάκ Κῶν/νοῦ Σαουλίδης Ἀναρράχη Πτολεμαῖδος» *Τό σημείωμα τοῦ Ἰσαάκ, σέ τέσσερεις δίστηλες σελίδες, κλείνει ὡς ἕξης: "5/Μαίου 1994 "Ὅσα Θυμήθηκα ἐγώ ὁ ἀνηψιός τῆς Ἰσαάκ Κῶν/νοῦ Σαουλίδης. Ἀναρράχη Πτολεμαΐδος. "

*** Ὁ κ. Ἐλευθέριος Μ. στήν ἐπιστολή του ποῦ προαναφέρθηκε συνεχίζει: "Ἤμουν μικρό παιδί καί, ὅπως εἶναι φυσικό, μοῦ ἄρεσαν τά παιχνίδια στήν μεγάλη αὐλή τῆς Παναγίας. Ὅμως τό ἀπόγευμα ξεχνοῦσα τό παιχνίδι προσωρινά γιατί ἀρεσκόμουν στίς Ἱστορίες τῆς γιαγιᾶς ΣΟΦΙΑΣ, βλέποντας τήν νά μιλάει γιά τήν Παναγία, γιά τήν ἐγχείρηση σκωληκοειδίτιδας ποῦ τήν εἶχε κάνει. Σέ ἐκεῖνο τό σημεῖο τό σημάδι τῆς ἐγχείρησης ἦταν μία ἁπλή ψιλή γραμμή, χωρίς ραφές, πολύ λεπτή. Ἡ γιαγιά ΣΟΦΙΑ ἔδειχνε συχνά το σημάδι. Θυμᾶμαι ἕνα περιστατικό. Ὅπως μαζευόμαστε τά βράδια καί ἀκούγαμε τίς ἱστορίες, μπροστά μας ἕνα καζάνι πάνω στήν φωτιά καί μέσα ἔβραζαν καλαμπόκια. Ἕνα ἀπό τά παιδιά διαμαρτυρήθηκε γιατί πῆρε μικρό καλαμπόκι καί ἡ γιαγιά ΣΟΦΙΑ ἔβαλε τά χέρια τῆς μέσα στό καζάνι, ἀνακάτεψε μέ ἄνεση καί ἔβγαλε μέ ἄνεση ἕνα μεγάλο καλαμπόκι γιά νά δώσει στό παιδί. Αὐτό ὅσο τό σκέφτομαι μεγάλος πλέον, καταλαβαίνω ὅτι δέν γινόταν ἔτσι ἁπλά, καί εἶναι ἀδύνατον, ὅσο τό σκέφτομαι, νά γινόταν χωρίς νά καοῦν τά χέρια τῆς γιαγιᾶς." Βάπτισε πολλά παιδιά ἡ μακαριά γερόντισσα ἀπό τά γύρω χωριά. Πολλές οἰκογένειες ποῦ δέν μποροῦσαν νά "κρατήσουν" παιδί τό ἔταζαν στήν Παναγία. Ὅλα σχεδόν τά κορίτσια ποῦ ἔχουν τό ὄνομα Σοφία στήν περιοχή, αὐτή τά βάπτισε. Βάπτισε καί ἀγόρια. Σέ κάποιο ἀγόρι ἀπό τήν Κλεισούρα ἔδωσε τό ὄνομα Ἰορδάνης, μοναδικό σέ ὅλο το χωριό. Ἦταν τό ὄνομα τοῦ χαμένου συζύγου της. Ἕνα ἄλλο ἀγόρι, ποῦ τό ὀνόμασε Χαράλαμπο, μεγάλωσε καί σέ ἡλικία τριάντα περίπου ἐτῶν ἀποφάσισε νά παντρευτεῖ. Ὁ πατέρας του τότε τοῦ λέει: "Παιδί

μου, γιά νά παντρευτεῖς πρέπει νά πᾶς νά πάρεις τήν εὐχή τῆς νονᾶς σου, νά τῆς φιλήσεις τό χέρι καί ὑστέρα σου δίνω καί ἐγώ, ὁ πατέρας σου, τήν εὐχή μου." Τό παιδί δικαιολογημένα ἀντέδρασε, ὅλα του τά χρόνια δέν εἶχε ἀκούσει γιά τήν Σοφία, οὔτε καί τήν εἶδε ποτέ ἀπό μωρό. Πῶς θά τόν γνώριζε τώρα; "Ἄν δέν πᾶς στήν Σοφία, οὔτε καί ἐγώ σου δίνω τήν εὐχή μου", ἀντέτεινε ὁ γονιός. Ξεκινάει λοιπόν ὁ Χάρης σχεδόν ἀπογοητευμένος γιά τό μοναστήρι. Ἡ Σοφία τόν περίμενε στήν μέσα αὐλή. Τόν φωνάζει μέ τό ὄνομα ποῦ τοῦ ἔδωσε στήν βάπτιση. Γιαβρού μ', Χαράλαμπε μ', ἔλ' ἀδά (=ἀγαπημένο μου παιδί, Χαράλαμπέ μου, ἔλα κοντά μου). Τόν ἀγκαλιάζει στοργικά καί τοῦ εὔχεται, μιλώντας του καί γιά τήν μελλοντική σύζυγό του, ποῦ ποτέ δέν τήν εἶχε δεῖ. Ἐπί πλέον τόν παρακαλεῖ: "Ἐγώ, παιδί μου, γέρασα, δέν μπορῶ νά σέ στεφανώσω. Νά βρεῖς ἕναν καλό κουμπάρο. Τό κορίτσι ποῦ θά πάρεις καλό εἶναι, μόνον σέ παρακαλῶ νά στείλεις τήν ὥρα τοῦ γάμου μία κούρσα νά μέ πάρει θέλω νά χαιρετήσω τά στέφανα". Γύρισε στό χωριό ὁ Χάρης καί τάχε χαμένα. Ἔκανε ὅμως ἀκριβῶς ὅπως τοῦ ζήτησε ἡ νονά του, καί ἀπό τότε ἄρχισε νά τήν ἐπισκέπτεται συχνότερα καί νά δέχεται τίς συμβουλές της. Ὁ π. Νικόλαος Γκίκαρνας, ἐφημέριος στό χωριό Κλεισούρα, διηγεῖται τό ἕξης: "Ἦταν ἑτοιμοθάνατο ἕνα παιδί στό χωριό, στήν Κλεισούρα. Τό παίρνουν καί τρέχουν στό μοναστήρι νά τό βαφτίσουν πρίν νά πεθάνει. Τότε ἡ Σοφία τό κάνει ἀεροβάπτισμα καί τό ὀνομάζει Χάρη, Θεοχάρη, νά ρθεϊ ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ νά σωθεῖ τό παιδί."

Ὁ ἴδιος ὁ κ. Θεοχάρης συμπληρώνει: "Ἡ μακαρίτισσα ἡ μάννα μου, Σουλτάνα τό ὄνομά της, εἶχε χάσει τρία παιδιά καί μόλις γεννήθηκα ἐγώ, τήν 1η Αὐγούστου 1946, εἶπαν νά μέ 'χαρίσουν' στό μοναστήρι, στήν Παναγία, κι ἄν θέλει, νά ζήσω. Μέ πῆγαν στό μοναστήρι χωρίς κουμπάρο καί εἶπαν ὅτι ὁποῖος παρουσιαστεῖ πρῶτος, αὐτός θά μέ βαφτίσει. Ἀκούει ἡ καλογριά, ἡ Σοφία, ἀπό μέσα τα κλάματα καί μᾶς ἀνοίγει. Ὅλοι περίμεναν κανένα ὄνομα Θανάση, Πέτρο, ἀλλά αὐτή εἶπε θά ρθεῖ τοῦ Θεοῦ ἡ Χάρη καί θά σωθεῖ τό παιδί. Καί ἔτσι ἔζησα μέ τό ὄνομα Θεοχάρης." Ὁ ἀδελφός του Θεοχάρη, κ. Περικλῆς Β., φιλόλογος, μιλάει μέ μεγάλη θέρμη γιά τήν ἁγιότητα τῆς Σοφίας. "Δίχως κανένα ψεγάδι, ἄν ἀξίζει κάποιος νά τιμηθεῖ σάν ἅγιος, αὐτή εἶναι ἡ Σοφία. Ἄκακος ἄνθρωπος. Χωρίς κανένα ψεγάδι", προσθέτει μέ μεγάλη ἀγάπη καί σεβασμό στήν μνήμη της. *** Ἡ ἐγχείρηση τῆς Παναγίας Κάποτε ἡ Σοφία ἀσθένησε βαριά. Διπλώθηκε στήν μέση ἀπό τόν πόνο. Στήν ἀρχή δημιουργήθηκε ἕνα πρήξιμο, ποῦ σιγά σιγά αὐξανόταν. Στήν συνέχεια ἄνοιξε καί ἔβγαινε δυσῶδες ὑγρό, γιά ἀρκετές ἡμέρες. Μερικοί μιλοῦν γιά περιτονίτιδα. Ἄλλοι ὑποστηρίζουν ὅτι τήν ἔσχισε τό σκληρό λάστιχο ἀπό τήν πρόχειρη φούστα ποῦ φοροῦσε. Ὅπως ὅμως φαίνεται ἀπό τίς περιγραφές, ὅσων παρακολουθοῦσαν τήν ὑπόθεση, πρέπει νά ἦταν "περισκωληκοειδικό ἀπόστημα", σύμφωνα μέ τήν Ἰατρική ὁρολογία. Καί αὐτή ἡ μακαριά στούπωνε στήν πληγή πανιά καί φυτίλια ἀπό τίς κανδῆλες. Ἄρχισε νά σαπίζει.

Ἡ παπαδιά τοῦ πάπα-φώτη καί ὁ ἴδιος τήν παρακαλοῦσαν νά φωνάξουν γιατρό. Μύριζε, ἀλλά δέν δεχόταν καμία βοήθεια οὔτε περιποίηση. "Θά 'ρθει ἡ Παναγία νά μέ πάρει τόν πόνο. Μοῦ τό ὑποσχέθηκε", ἔλεγε, ὅπως θυμᾶται ἄλλο πρόσωπο, ἀπό διήγηση τῆς ἴδιας της Σοφίας. Ὁ π. Παναγιώτης Π., ἐφημέριος σήμερα στήν Καστοριά, μᾶς διηγήθηκε" ὅσα ἔμαθε ἀπό τόν γαμπρό τοῦ Ἄγγελο Ρ. ἀπό τό Ἀμύνταιο. Ὁ ἴδιος ὁ κ. Ἄγγελος θυμᾶται μέ μεγάλη ἀκρίβεια τό γεγονός: «Τό 1967, Σεπτέμβριο μήνα, εἴχαμε πάει κατασκήνωση μέ τούς προσκόπους Ἀμυνταίου στήν Παναγία. Στήσαμε τίς σκηνές ἔξω ἀπό τό μοναστήρι, στό ἁλώνι, καί συχνά κατεβαίναμε μέσα στήν ἐκκλησία.»ἦταν ἡ ἥμερά της ἑορτῆς, 8 Σεπτεμβρίου. Ἐπίασε ἕνας καιρός, καταρρακτώδης βροχή, καί ἀναγκαστήκαμε νά μαζέψουμε τά πράγματα ἀπό τήν κατασκήνωση καί νά ρθοῦμε μέσα στήν αὐλή τοῦ μοναστηρίου. Τακτοποιηθήκαμε καί μαζευτήκαμε στήν τραπεζαρία. Ἐκεῖ ἀκούγαμε ἕνα παραπονιάρικο βογγητό νά βγαίνει ἀπό τό τρίτο τζάκι. Πλησιάζουμε καί βλέπουμε ἕνα μαῦρο κουβάρι, ἀπό ὁπού ἀκουγόταν τά βογγητά. Ἀναγνωρίσαμε πῶς ἦταν ἡ Σοφία, ποῦ πονοῦσε πολύ. Ἦταν καί ἕνας λαϊκός, ἀπό τό Βαρυκό, στό μοναστήρι. Τοῦ ἀναφέραμε τό γεγονός καί ἐκεῖνος εἶπε "ἔχει ζόρια ἡ γριά".»ἡ Σοφία σάν νά παραμιλοῦσε, ἕνα κουφό, πονεμένο παραμιλητό. Ἀνάμεσα στίς λέξεις ποῦ δέν καταλάβαινες, ἔλεγε συνέχεια "ἡ Παναγία, ἡ Παναγία..." Τελικά οἱ μεγαλύτεροι τήν σήκωσαν προσεκτικά καί τήν ξάπλωσαν ἐπάνω στό τραπέζι. Ὁ Γιῶργος, ἕνας ἀπό τούς βαθμοφόρους, ἦταν πρωτοετής στήν Ἰατρική, ὁ πατέρας

τοῦ ἦταν διοικητής τότε στά Τ.Ε.Α. Ἀμυνταίου. Αὐτός τήν κύτταξε καί τήν ἐξέτασε. Ἦταν καί ὁ Κωνσταντῖνος Γεωργακόπουλος, ὀρθοπεδικός γιατρός σήμερα στήν Φλώρινα, καί ὁ φίλος μου ὁ Ἀναστάσιος Ἀθανασίου, ποῦ συγχωρέθηκε πρόσφατα,-ταγματάρχης. Ἡ δυσωδία ἦταν μεγάλη καί ἡ πληγή ἤθελε ἄμεση χειρουργική ἐπέμβαση.»ὅλη νύχτα ἡ Σοφία βογγοῦσε. Τήν ἄλλη μέρα, δυό-τρεῖς πρόσκοποι ξυπνήσαμε πολύ πρωΐ. Βγήκαμε στήν αὐλή καί ὁ γέρος ὑπάλληλος μᾶς καλημέρισε. Ἔχουμε θαῦμα σήμερα, πρόσθεσε. Ἡ Σοφία πῆγε στήν βρύση καί ἔριχνε ἀπάνω της νερό. Τήν πλησιάσαμε καί τά παιδιά τῆς σήκωσαν τό ροῦχο. Εἴδαμε ὅλοι, μέ τά μάτια μας, μιά φρεσκοκλεισμένη οὐλή, ἀπό τό στῆθος μέχρι κάτω, στήν σκωληκοειδίτιδα. Καθίσαμε καί ἄλλες ἡμέρες στό μοναστήρι. Τήν βλέπαμε νά γυρίζει στήν αὐλή καί νά διηγεῖται τό θαῦμα. Δέν φαινόταν νά δυσκολεύεται, σάν ἐγχειρισμένη. Ἦταν θαῦμα, βλέπεις. Σέ ἄλλους ἔδειχνε καί τήν πληγή, μέ ὁλοφάνερη χαρά.»ὕστερα, εἶχε μία παράξενη μυρωδιά ἡ Σοφία. Ὄχι σάν γυναίκα ἤ σάν γριά, ἀλλά ὅπως μυρίζει ἡ ἐκκλησία. Κάτι ἀνάμεσα ἀπό μελισσοκέρι, λάδι καί θυμίαμα. "Πέρασαν τριάντα χρόνια καί σάν νά τήν βλέπω μπροστά μου. Σάν νά ἦταν χθές." Σέ λεωφορεῖο μέ εὐλαβεῖς ἀπό τήν Ἀθήνα, διηγεῖται ἡ ἴδια τό ἀπίστευτο γεγονός, ὅπως σώζεται σέ μαγνητοταινία: "Ἦρθε ἡ Παναγία, μέ τόν ἀρχάγγελο Γαβριήλ καί τόν Ἅγιο Γεώργιο, ἦταν καί ἄλλοι ἅγιοι. Εἶπε ὁ ἀρχάγγελος, θά σέ κόψουμε τώρα. Ἐγώ εἶπα, εἶμαι ἁμαρτωλή, νά ἐξομολογηθῶ, νά κοινωνήσω καί νά μέ κόψεις.

Δέν θά πεθάνεις, εἶπε, ἐγχείρηση θά σέ κάνουμε, εἶπε καί μέ ἄνοιξε.» Τά διηγοῦνταν ἀθῶα καί ἁπλοϊκά, σάν νά ἔγινε τό πιό φυσικό πράγμα. Καί σήκωνε χωρίς καμία ντροπή τήν μπλούζα ἤ τό φόρεμά της, γιά νά δείξει τήν τομή ποῦ ἔκλεισε μόνη της. Περίμενε τήν ἐπέμβαση τῆς Παναγίας, ὅπως τῆς τό ὑποσχέθηκε ἡ ἴδια. Καί τό θαῦμα ἔγινε. Ἀμφιβολία στά λόγια τῆς Σοφίας δέν χωροῦσε καμία ἀπολύτως. Ἡ κ. Κίτσα Κ., μία ἀπό τίς πιό πιστές της μαθήτριες θυμᾶται καί συμπληρώνει τό γεγονός: "Ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ τήν ἔσκισε μέ τό σπαθί, καί βγῆκε μεγάλη βρωμιά-ἔβγαλαν οἱ ἅγιοί τα σπλάχνα ἔξω καί τά ἀκούμπησαν δίπλα, σέ ἕνα κάθισμα, ἐπάνω στήν ποδιά της. Ὁ Ἀρχάγγελος καθάρισε πολύ προσεκτικά τήν πληγή, μέ τίς ὑποδείξεις τῆς Παναγίας." Ἡ κ. Βασιλική Κ. προσθέτει ὅτι στήν συνέχεια ἡ Παναγία ἔβαλε στό στόμα τῆς Σοφίας ἕνα ἄσπρο μικρό χαπάκι, ὅπως τό ἀνέφερε ἡ ἴδια καί σέ πολλούς ἄλλους. Τό πρωΐ εἶχε θεραπευτεῖ τελείως. Σέ ἄλλη μαθήτρια της ἤ Σοφία εἶπε πῶς ἦταν μαζί καί ἡ Ἁγία Κυριακή μέ τήν Ἁγία Παρασκευή, καί πῶς τό σπαθί τοῦ Ἀρχαγγέλου ἦταν ξύλινο. Ἡ Σοφία ἦταν τότε 84 ἐτῶν. Ἦρθαν τρεῖς χειροῦργοι ἀπό τήν Ἀθήνα καί γιατροί ἀπό τήν Κοζάνη καί ἔλεγξαν τήν πληγή, ὁπού φαινόταν καθαρά ἡ τομή ποῦ εἶχε κλείσει, ἀκριβῶς σάν χειρουργική ἐπέμβαση. ***

Ἡ ἀγάπη λοιπόν τῆς Σοφία δέν σταματοῦσε μόνο στούς ἀνθρώπους. Ἁπλωνόταν καί ἀγκάλιαζε ὅλη τήν κτίση, λογικά καί ἄλογα, ἥμερα καί ἄγρια. Στό ἄγριο βουνό γύρω ἀπό τό μοναστήρι, κυκλοφοροῦσαν τότε πολλές ἀρκοῦδες, λύκοι καί ἄλλα ἀγρίμια. Μέ ὅλα αὐτά ἡ Σοφία εἶχε συμφιλιωθεῖ. Ἀπό τίς πολλές σχετικές ἀναφορές, καταγράφουμε δύο τρεῖς, ποῦ ἔχουν ἰδιαίτερη χάρη. Συνταξιοῦχος στρατιωτικός, ποῦ συνήθιζε νά ἐπισκέπτεται τήν Σοφία μέχρι τά τελευταῖα της, ἀπό τότε ποῦ ὑπηρετοῦσε στήν περιοχή, στόν πόλεμο καί ἀργότερα τό '49, διηγοῦνταν κάτι ἀπίστευτο γιά τά σημερινά δεδομένα. Εἶχε μία ἀρκούδα ἡ Σοφία καί τήν ἔθρεφε στό χέρι, μέ ψωμί καί μέ ὅ,τι ἄλλο φαγώσιμο εἶχε. Καί τό μεγαλόσωμο ἀλλά ἄκακο ἐκεῖνο θηρίο ἔπαιρνε τήν τροφή, τῆς ἔγλυφε τά χέρια καί τά πόδια, ἀπό εὐγνωμοσύνη, καί πάλι χανόταν στό δάσος. Αὐτήν τήν ἀρκούδα τήν εἶχε καί ὄνομα, ἔλα, Ρούσα μ', ἔλα νά τρώεις ψωμόπον, τῆς ἔλεγε. Ὁ Δημήτρης Γ., γεννημένος τό 1960, ἀπό τήν Πτολεμαΐδα, προσθέτει ὅτι πολλές φορές, ὅπως καί ὁ ἴδιος το εἶδε, τήν ἀρκούδα ἡ Σοφία τήν ἔδενε στήν βρύση τοῦ μπαχτσέ. Ἄν ὅμως τύχαινε κάποιος ἀνήξερος νά ἀντικρύσει αὐτό τό θέαμα, τήν ἀρκούδα δηλαδή δεμένη, ἡ τήν Σοφία νά τήν ταΐζει στό χέρι, δίχως καμία προφύλαξη, πάγωνε ἀπό τόν φόβο του. Τήν ἀρκούδα τήν εἶχε δεῖ, τότε ποῦ ζοῦσε στό μοναστήρι, καί ἡ Βασιλική Κ. ἀπό τό Βαρυκό. Κάποιος μάλιστα τότε στρατιωτικός θέλησε νά τήν σκοτώσει, μή γνωρίζοντας τήν οἰκειότητά της μέ τήν Σοφία. Αὐτή μόλις τόν εἶδε μέ προτεταμένη τήν κάνη τοῦ ὅπλου

του, ἔβαλε τῆς φωνές καί ὅταν τόν πλησίασε ἐνῶ ἐκεῖνος πήγαινε νά δικαιολογήσει τήν ἐνέργειά του, ἐκείνη τοῦ ἐξήγησε τήν φιλία της καί τήν ἀκακία τοῦ ζώου. Ἄλλοι προσκυνητές εἶδαν τρία φίδια νά κοιμοῦνται μαζί της, στό προσκέφαλό της, καί οὔτε τήν πείραζαν οὔτε τά πείραζε. Ἡ κ. Κίτσα' λέει πῶς "τά φίδια ἦταν λεπτούτσικα, σάν σαΐτες. Ὅταν τά ἔβλεπες, φοβόσουν ἀλλά ἡ Σοφία μᾶς ἔλεγε: Μή φοᾶσαι, ἀτά κι τσουμπίζνε ξάϊ [=μή φοβᾶσαι, αὐτά δέν τσιμποῦν καθόλου]." Κάποιοι, ποῦ τήν εἶχαν συνοδεύσει νά ἀνάψουν τά καντήλια τῆς Ἁγίας Τριάδας, εἶδαν νά περιφέρεται ἐκεῖ μέσα στό ἐκκλησάκι ἕνα μεγάλο φίδι. Ἀμέσως ταράχτηκαν καί προσπάθησαν νά τό σκοτώσουν, ὅμως ἡ Σοφία τούς ἀποπῆρε. "Ἀφοῦ δέν σᾶς πειράζει, μήν τό πειράζετε, πρόσθεσε. Αὐτό εἶναι τῆς ἐκκλησίας." *** Λόγια ὅπως τά μνημονεύουν οἱ μαθητές Ὅταν συγγενεῖς ἤ φίλοι, παρακαλοῦσαν τήν μακαρία Σοφία νά μετακινηθεῖ ἀπό τό μοναστήρι, ἔλεγε μέ ἀφοπλιστική ἁπλότητα: "νά ρωτήσω τόν Κύριον καί τήν Κυρίαν", ἐννοώντας τόν Χριστό καί τήν Παναγία Μητέρα του. "Ἐγώ τηρῶ αὐτά ποῦ μέ λέει ἡ Παναγία". Σέ καμία ἄλλη περίπτωση δέν χρησιμοποιοῦσε αὐτές τίς λέξεις, ὅλους τους προσφωνοῦσε ὡς: ἀδελφέ, ἀδελφή. Ἔλεγε μάλιστα "ἕνας εἶναι ὁ Κύριος καί μία ἡ Κυρία, ὅλοι ἐμεῖς οἱ ἄλλοι εἴμαστε ἀδελφοί". Ἐφάρμοζε στήν ζωή τῆς τήν προφητική παραγγελία τοῦ Θεοῦ: "Ἐπί τίνα ἐπιβλέψω, ἄλλ' ἡ ἐπί τόν ταπεινόν καί ἠσύχιον καί τρέμοντα τούς λόγους μου" (Ἤσ. 66, 2).

Στίς μαννάδες, μέ πολύ πόνο, ἔλεγε: "Συμβουλέψτε τά κορίτσια σας νά φυλάξουν τήν τιμή τους, μέχρι τόν γάμο τους, νά βαδίσουν τόν δρόμο τοῦ Χριστοῦ. Τά ἀγόρια νά μένουν καθαρά μέχρι τόν γάμο. Ὅταν ὁ παπάς ἀνοίγει τό Εὐαγγέλιο στόν γάμο, στέλνει ὁ Χριστός τόν ἄγγελο καί στεφανώνει τήν παρθενία." Ἄλλες φορές ἔκλαιε μέ λυγμούς καί ἔλεγε: "Ἀλοίμονο, ἀλοίμονο, γιατί δέν θά ὑπάρχει, στά χρόνια ποῦ ἔρχονται, παρθενία. "Κι θά πομέν ἅπαν σήν γῆν παρθενία. Καί παρακαλεῖ ἡ Παναϊα τόν Υἱόν. Τ' ἀγουρόπο κι μετανοοῦν (= Δέν θά ἀπομείνει ἐπάνω στήν γῆ ἡ ἀρετή τῆς παρθενίας. Γι' αὐτό καί παρακαλεῖ ἡ Παναγία τόν Υἱό της. Ἄλλα τά ἀγόρια δέν μετανοοῦν) Ἐλᾶτε ὅλοι, μικροί μεγάλοι, ἐλᾶτε στήν Παναγία, ἄν ἀγαπᾶτε, ἐλᾶτε στήν Παναγία. Ἄχ, ἄν κάνουμε ἕνα καλό, λέμε κάναμε ἕναν καλόν. Μέ ποιά δύναμη κάναμε τό καλό; Μέ τήν δύναμη τοῦ Θεοῦ' ἔδωσε σέ ὁ Θεός εὐλογία καί ἔκανες τό καλό. Πρῶτα τόν Θεόν νά τιμᾶτε, ὑστέρα τήν Παναγίαν, ὑστέρα τους Ἀγγέλους, ὑστέρα τους Ἀποστόλους, ὑστέρα τους Ἁγίους. Οἱ Ἀπόστολοι ὅλοι ἐσταυρώθηκαν ὅπως ὁ Χριστός. Οἱ Ἄγγελοι μιλᾶνε κάθε μέρα. Ὁ Θεός στέλνει τούς Ἀγγέλους, γιά νά δοῦν ἄν ὁ κόσμος μετανοεῖ. Οἱ Ἄγγελοι γέμισαν τό σύννεφο. Μικροί μεγάλοι νά ἔρθουν στήν μετάνοια, νά μετανοοῦν. Νά γνωρίζουν ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἐπάνω. Αὐτοί δέν τό γνωρίζουν, σάν τά ἄλογα ζῶα τρῶνε τήν Παρασκευή. Παρακαλῶ τόν Θεό νά μετανοοῦν, αὐτοί δέν μετανοοῦν.

Σᾶς παρακαλῶ, ὁποῖος κάνει ὑπομονή, χαρά σ' αὐτόν. Ὅποιος κάνει ὑπομονή, σάν τόν ἥλιο θά λάμψει. Πολλή ὑπομονή νά κάνετε. Τό στόμα τό χρυσό ἐμίλησε καί εἶπε: Οἱ πεθεράδες νά σκεπάζουν, οἱ γεροντάδες νά σκεπάζουν. Οἱ νέοι νά φυλάγουν τά λόγια τοῦ Θεοῦ' τριαντάφυλλα στό στόμα, χρυσό κρασάκι στό στόμα (=ἡ Θεία Κοινωνία), νά εἶναι πάντα μέ τόν Θεόν. Καί οἱ νέοι νά βάλουν στό νοῦ τούς τά παντάψηλα τοῦ Θεοῦ λόγια. Τά λόγια τοῦ Θεοῦ σάν τριαντάφυλλα νά εἶναι μέσα εἰς τήν καρδίαν Σᾶς παρακαλῶ, ἀδέρφια, πολλά ὑπομονήν *** Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ'. Τήν ὡραιότητα. Σοφίας γέγονας, μῆτερ ἀοίδιμε, Σοφία σέμνωμα, τῆς Θεομήτορος, ἐν τῇ Μονή ἀσκητικῶς, τόν βίον σου διελθοῦσα, ὅθεν καί ἀπείληφας τῶν καμάτων σου ἔπαινον κατατραυματίσασα τῶν δαιμόνων τάς φάλαγγας, καί πρέσβειρα Χριστῷ παρεστώσα μή ἐπιλάθου τῶν ποθῶ τιμώντων σε. Μεγαλυνάριον. Σοφισθεῖσα, μῆτερ, πνευματικῶς ὅλον σου τόν βίον ἐν τελεία ὑπομονή διῆλθες, Σοφία, καί νῦν τού σου νυμφίου τό κάλλος ἐποπτεύεις ἐν ταῖς παστάσιν αὐτοῦ. Πηγή: Κατάνυξις