ÓÅÉÑÁ: ÌÉÊÑÇ ÐÕÎÉÄÁ ΤΙΤΛΟΣ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΥ: it s the FiRst DAY OF school FOREVER! Από τις Εκδόσεις Feiwel and Friends, Νέα Υόρκη 2011 TÉÔËÏÓ ÂÉÂËÉÏÕ: Πρώτη μέρα στο νέο σχολείο για πάντα ÓÕÃÃÑÁÖÅÁÓ: R. L. stine ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: Μαλβίνα Αβαγιανού ÅÐÉÌÅËÅÉÁ ÄÉÏÑÈÙÓÇ ÊÅÉÌÅÍÏÕ: Αναστασία Σακελλαρίου ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΣΗ ΕΞΩΦΥΛΛΟΥ: Αλεξία Οθωναίου ΣΥΝΘΕΣΗ ΕΞΩΦΥΛΛΟΥ: Γιώργος Παζάλος ÇËÅÊÔÑÏÍÉÊÇ ÓÅËÉÄÏÐÏÉÇÓÇ: Ελένη Σταυροπούλου EÊÔÕÐÙÓÇ: Άγγελος Ελεύθερος & ΣΙΑ Ο.Ε. ÂÉÂËÉÏÄÅÓÉÁ: Κωνσταντίνα Παναγιώτου & ΣΙΑ Ο.Ε. R. L. stine, 2011 All rights reserved. EÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å., ÁèÞíá 2013 Ðñþôç Ýêäïóç: Ιανουάριος 2013 ÉSBN 978-960-496-575-5 Τυπώθηκε σε χαρτί ελεύθερο χημικών ουσιών, προερχόμενο αποκλειστικά και μόνο από δάση που καλλιεργούνται για την παραγωγή χαρτιού. Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις του Ελληνικού Νόμου (Ν. 2121/1993 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) και τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται απολύτως η άνευ γραπτής αδείας του εκδότη κατά οποιονδήποτε τρόπο ή μέσο αντιγραφή, φωτοανατύπωση και εν γένει αναπαραγωγή, διανομή, εκμίσθωση ή δανεισμός, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση, παρουσίαση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή (ηλεκτρονική, μηχανική ή άλλη) και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου. ÅÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å. PSICHOGIOS PUBLICATIONS S.A. äñá: ÔáôïÀïõ 121 Head office: 121, Tatoiou Str. 144 52 Ìåôáìüñöùóç 144 52 Metamorfossi, Greece Âéâëéïðùëåßï: Ìáõñïìé Üëç 1 Bookstore: 1, Mavromichali Str. 106 79 ÁèÞíá 106 79 Áthens, Greece Ôçë.: 2102804800 Tel.: 2102804800 Telefax: 2102819550 Telefax: 2102819550 www.psichogios.gr www.psichogios.gr e-mail: info@psichogios.gr e-mail: info@psichogios.gr
Στην Τζιν, την κοπέλα με τις πιο τρομακτικές ιδέες
1 Λοιπόν, ξεκινάμε. Είμαι ο Άρτι Χάουαρντ. Και αυτή είναι η χειρότερη μέρα της ζωής μου. Αναρωτιέστε αν υπάρχει χειρότερη μέρα από τη δική μου; Ωραία, λοιπόν, φανταστείτε ότι έχετε ραντεβού με τον οδοντίατρο. Ο οδοντίατρος σας ανοίγει μια τεράστια τρύπα στο δόντι με τον τροχό. Και όλο τροχίζει και τροχίζει. Για ώρες ολόκληρες. Φανταστείτε λίγο πώς νιώθετε. Ο οδοντίατρος δεν κάνει ούτε ένα διάλειμμα. Όλο σκαλίζει και τροχίζει, τροχίζει και σκαλίζει, όλο και πιο βαθιά, μέχρι που ο τροχός φτάνει στον εγκέφαλό σας. Το νιώθετε; Το φαντάζεστε; Λοιπόν η μέρα που θα σας αφηγηθώ είναι χειρότερη. Πολύ χειρότερη. Ξεχάστε τώρα τον οδοντίατρο. Αυτά είναι ψιλοπροβληματάκια. Πείτε ότι δεν υπάρχει καν. Η δική μου ιστορία είναι πολύ πιο βασανιστική. Εκείνο το πρωινό ξεκίνησε πολύ επώδυνα. Εκεί που
Ρ. Λ. ΣΤΑΪΝ κοιμόμουν του καλού καιρού, χτύπησε ξαφνικά το ξυπνητήρι, με αποτέλεσμα να πέσω από το κρεβάτι. Το κεφάλι μου έσκασε σαν καρπούζι στο ξύλινο πάτωμα και έκανε δυο γκέλες. Δε σας κάνω πλάκα μέχρι που είδα αστεράκια, όπως στα κινούμενα σχέδια. Μέχρι εκείνη τη στιγμή κοιμόμουν πολύ βαθιά. Έπειτα, όμως, ξύπνησα για τα καλά ανοιγοέκλεινα συνέχεια τα μάτια, προσπαθώντας να διώξω τον τρομακτικό πονοκέφαλο. Το δωμάτιο στριφογύριζε σαν σβούρα. Πριν προλάβω καλά καλά να σηκωθώ, μπήκε η μαμά στο δωμάτιο. «Άρτι, τι κάνεις, παιδί μου, στο πάτωμα;» «Τις πρωινές μου ασκήσεις», απάντησα. Εντάξει, το παραδέχομαι. Πετάω κάτι εξυπνάδες πού και πού. Όμως το χιούμορ δεν έβλαψε ποτέ κανέναν, σωστά; Ο μπαμπάς μου με φωνάζει «εξυπνάκια» και πιστέψτε με δεν το λέει με την καλή έννοια. Καλύτερα, όμως, εξυπνάκιας παρά τούβλο, έτσι δεν είναι; «Δεν έχεις χρόνο για ασκήσεις», είπε η μαμά. «Σήμερα αρχίζει το σχολείο, το ξέχασες;» Μούγκρισα. «Πώς να το ξεχάσω, αφού μου το έχεις θυμίσει ένα εκατομμύριο φορές;» Η μαμά με βοήθησε να σηκωθώ. Με κοίταξε καχύποπτα.
ΠΡΩΤΗ ΜΕΡΑ ΣΤΟ ΝΕΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ «Πού βρέθηκε αυτό το καρούμπαλο;» «Το κέρδισα στο λόττο!» της είπα. Έτριψα το κεφάλι μου. Με πονούσε. Οπότε σταμάτησα να το τρίβω. Η μαμά άρχισε να μαζεύει τα ρούχα που είχα πετάξει στο πάτωμα το προηγούμενο βράδυ. Ώρες ώρες γίνεται πολύ εξυπηρετική. Μου χάρισε ένα χαμόγελο. «Ελπίζω να σου αρέσει το καινούριο σου σχολείο». Η μαμά έχει υπέροχο χαμόγελο. Μεταξύ μας, μπορεί να είναι και η πιο όμορφη μαμά του κόσμου. Έχει κατάξανθα μαλλιά και βαθυγάλανα μάτια και όποτε χαμογελάει κάνει λακκάκια στα μάγουλά της. Λέει ότι μετά το πανεπιστήμιο έκανε για λίγο καιρό το μοντέλο. Αναγκάστηκε, όμως, να τα παρατήσει γιατί της αρέσει πολύ το φαγητό. Σε όλη μου την οικογένεια αρέσει το φαγητό. Για την ακρίβεια, το λατρεύουμε. Μάλλον γι αυτό δεν είμαστε και οι πιο μικροκαμωμένοι άνθρωποι του κόσμου. Θα μπορούσε κάποιος να μας χαρακτηρίσει παχουλούτσικους. Αν και θα ήταν μεγάλη αγένεια από μέρους του. Ανοιγοέκλεισα ξανά τα μάτια. Δε μου είχε φύγει ακόμη η ζαλάδα από το πέσιμο. «Το καινούριο μου σχολείο;» ρώτησα. «Το Γυμνάσιο Άαρντβαρκ;» «Δεν το λένε Άαρντβαρκ. Άρντμορ το λένε», μου είπε η μαμά. «Τι σ έχει πιάσει και το λες έτσι;»
Ρ. Λ. ΣΤΑΪΝ «Αφού είναι αστείο», απάντησα. «Με τα αστεία δεν πρόκοψε κανείς, νεαρέ μου», απάντησε η μαμά. Της αρέσει πολύ αυτή η έκφραση. Εμένα πάλι καθόλου. Ξέρω πολύ καλά ότι στη μαμά δεν αρέσουν καθόλου τα αστεία. Κι εκείνη κι ο μπαμπάς μου είναι πολύ σοβαροί. Διδάσκουν οικονομικά στο πανεπιστήμιο. Πολύ σοβαρά πράγματα, όπως καταλαβαίνετε. Η μαμά βγήκε από το δωμάτιο κουβαλώντας έναν μπόγο άπλυτα. «Μην ξεχάσεις το ραντεβού σου με την οδοντίατρο μετά το σχολείο», φώναξε από το διάδρομο. «Το ξέχασα ήδη!» φώναξα κι εγώ. Νομίζει ότι τα εντεκάχρονα δεν έχουν μνήμη. Γι αυτό έχει βαλθεί να μου θυμίζει τα πάντα χίλιες φορές. «Να πάρεις και το κινητό σου», είπε η μαμά. «Θα πας στο γιατρό με το λεωφορείο και θα με πάρεις μόλις φτάσεις». «Μάλιστα», απάντησα. Ωραία. Ώρα να ντυθούμε. Τι να βάλω για να εντυπωσιάσω τους καινούριους μου φίλους στο Άαρντβαρκ; Δε θα σας πω ψέματα το συγκεκριμένο ζήτημα με βασάνιζε πολύ τις τελευταίες μέρες. Μάλιστα, προχθές έβγαλα όλα μου τα μπλουζάκια από την ντουλάπα και τα αράδιασα πάνω στο κρεβάτι μου. Ποιο να βάλω; Ποιο;
ΠΡΩΤΗ ΜΕΡΑ ΣΤΟ ΝΕΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ Αποφάσισα ότι το μπλουζάκι μου έπρεπε να είναι μαύρο. Όπως και να το κάνουμε, το μαύρο είναι πολύ κουλ. Περιεργάστηκα τα υποψήφια ρούχα μου. Να τι έγραφαν: ΣΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ LOL ΕΙΜΑΙ ΘΕΟΣ Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΣΟΥ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΤΑ ΜΠΑΖΑ ΠΡΟΣΟΧΗ! ΒΑΡΥ ΦΟΡΤΙΟ! Σίγουρα όχι το τελευταίο. Καλά, ποιος μου το έδωσε αυτό το μπλουζάκι; Κατέληξα σ ένα μαύρο μπλουζάκι με κόκκινα γράμματα το οποίο πολύ απλά έγραφε: t-shirt. Δεν το λες και ξεκαρδιστικό. Τουλάχιστον, όμως, δε θα γινόμουν ρεζίλι. Φόρεσα την μπλούζα κι ένα τζιν με σκισίματα στα γόνατα, ξεθωριασμένο πια από την υπερβολική χρήση. Στη συνέχεια προσπάθησα να πατικώσω λίγο τις μαύρες μπούκλες μου, που έμοιαζαν με τρελά ελατήρια. Δεν προλαβαίνω να τις χτενίσω κι εκείνες πετάγονται πάλι όρθιες. Μπόινγκ. Κάθε πρωί δίνω μάχη με τα μαλλιά μου και κάθε φορά χάνω. Τέλος πάντων. Έτοιμος; Φύγαμε. Πήρα το κινητό μου και κοίταξα την οθόνη. Ούτε μηνύματα ούτε αναπάντητες. Λογικό, αφού δεν ξέρω ούτε άνθρωπο εδώ. Η ένδειξη της μπαταρίας αναβόσβηνε στην άκρη της οθόνης. Είχα ξεχάσει να το φορτίσω.
Ρ. Λ. ΣΤΑΪΝ Μικρό το κακό. Θα το έβαζα να φορτίσει όσο έτρωγα το πρωινό μου. Βρήκα το φορτιστή. Έχωσα το βύσμα στην υποδοχή του τηλεφώνου. Έσκυψα για να τον βάλω στην πρίζα. Και Ζζζζζζζζζααααααααπ.
2 Μαντέψτε ποιος ένιωσε ένα ηλεκτρικό κύμα να διαπερνάει όλο του το σώμα! Σωστά μαντέψατε. Ο Άρτι Χάουαρντ. Άρχισα να χοροπηδάω γύρω γύρω σαν πολεμιστής ζουλού. Τα αθλητικά μου χτυπούσαν με δύναμη το πάτωμα λες και χόρευα κλακέτες σε γρήγορη κίνηση. Μου ήταν αδύνατο να ελέγξω τα πόδια και τα χέρια μου. Όταν πέρασε επιτέλους ο πόνος, ένιωσα τα αυτιά μου να βουίζουν. Κι αν αναρωτιέστε αν ένιωθα ζαλάδα, η απάντηση είναι: Τρομερή! Αναγκάστηκα να ξαναχτενίσω τα μαλλιά μου. Τώρα στέκονταν όρθια σαν καρφιά. Κατέβηκα γρήγορα τις σκάλες και πήγα στην κουζίνα για το πρωινό μου. Παρατήρησα το βρόμικο πιάτο στη συνηθισμένη θέση του μπαμπά και υπέθεσα ότι είχε ήδη φύγει για δουλειά. Η μαμά στεκόταν μπροστά από την καφετιέρα, δίπλα στο νεροχύτη. Ο Γουάοζερ ήταν κάτω
Ρ. Λ. ΣΤΑΪΝ από το τραπέζι και παρακαλούσε να πέσει κανένα ψίχουλο στο πάτωμα. Ο Γουάοζερ είναι ο σκύλος μας και καμιά φορά τον φωνάζουμε «ο Απ Όλας». Είναι κατά το ήμισυ ξανθό λαμπραντόρ μαζί με λίγο απ όλα. Μια μέρα έπεσε από το τραπέζι ένα ολόκληρο παϊδάκι, το οποίο προσγειώθηκε ακριβώς μπροστά του. Νομίζω ότι από τότε δεν το χει κουνήσει ρούπι από το τραπέζι. Ο μικρός μου αδελφός, ο Έντι, καθόταν στην καρέκλα του με το βλέμμα καρφωμένο στην τεράστια στοίβα από βάφλες που είχε μπροστά του. Είπα ότι ο Έντι είναι ο μικρός μου αδελφός, όμως δεν είναι ακριβώς μικρός. Όλα πάνω του είναι ολοστρόγγυλα, κυρίως το πρόσωπο και το σώμα του. Έχει κι αυτός μαύρα μαλλιά που μοιάζουν με ελατήρια σαν τα δικά μου και του μπαμπά. Όμως έχει πάρει τα μεγάλα γαλανά μάτια της μαμάς κι έτσι φαίνεται σαν μεγάλος μπέμπης. Μη σας παραπλανεί, όμως, η εμφάνισή του. Ο Έντι δεν είναι ένα μικρό αθώο παιδάκι. Δε λέω, καλός είναι, όμως πιστέψτε με δε θέλετε να βρεθείτε πολύ κοντά του. Κατ αρχάς, δαγκώνει. Ναι, το ξέρω, είναι μόλις πέντε χρόνων. Παρ όλα αυτά του αρέσει να δαγκώνει. Η μαμά το βρίσκει πολύ χαριτωμένο. Όμως εγώ φοβάμαι ότι θα με κολλήσει λύσσα.
ΠΡΩΤΗ ΜΕΡΑ ΣΤΟ ΝΕΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ Ένας άλλος λόγος για τον οποίο πρέπει να αποφεύγετε τον Έντι είναι ότι είναι εντελώς ατσούμπαλος. Όταν μιλάει, κουνάει το βαρελίσιο σώμα του πέρα-δώθε και κάνει απότομες χειρονομίες με τα χέρια του. Σκουντουφλάει διαρκώς πάνω σε διάφορα αντικείμενα και τα ρίχνει κάτω, με αποτέλεσμα να λερώνει τα πάντα σε απόσταση είκοσι μέτρων. Για τόσο μικρός και στρουμπουλός τύπος, έχει πολύ καλό ρεκόρ! Είναι λες και τα χέρια του είναι από λάστιχο! Φτάνουν μέχρι την άλλη άκρη του τραπεζιού και βουτάνε το φαγητό από το πιάτο σου. Να μη σας τα πολυλογώ, τελικά κάθισα απέναντί του. Εκείνος σκούντησε το ποτήρι του με μια άτσαλη χειρονομία, χύνοντας όλη την πορτοκαλάδα. Ο χυμός άρχισε να κυλάει προς το μέρος μου και να στάζει από το πλάι του τραπεζιού. «Έι» Πετάχτηκα όρθιος. Δεν παίζει να λερώσω με πορτοκαλάδα το απαίσιο τζιν μου. Μου πήρε αιώνες να το κάνω το πιο τέλειο «απαίσιο» τζιν και δεν ήθελα να μου το κάνει χάλια ο μικρός. Ο Έντι έβαλε τα γέλια. Για την ακρίβεια, κακάρισε. Σαν τους τρελούς επιστήμονες στα κινούμενα σχέδια. Η μαμά ήρθε τρέχοντας με μια πετσέτα για να σκουπίσει το χυμό. «Έντι, μη γελάς. Δεν είναι αστείο», τον μάλωσε. Ο Έντι κακάρισε πιο δυνατά.
Ρ. Λ. ΣΤΑΪΝ «Πιο πολύ πίνει το πάτωμα παρά εσύ», του είπε. «Τότε προφανώς δε μου αρέσει ο χυμός», είπε με την κλαψιάρικη, μπεμπεδίστικη φωνή του. Όπως καταλάβατε, δεν είμαι ο μοναδικός εξυπνάκιας σ αυτό το σπίτι. Όταν στέγνωσε τελείως το τραπέζι, ξανακάθισα. «Έντι, σου έχω πει ότι εσένα δε σε γέννησε η μαμά;» τον ρώτησα. «Σε έβγαλαν από τη μύτη κάποιου». «Άρτι, σταμάτα τις αηδίες», είπε η μαμά. «Γιατί; Την αλήθεια λέω», απάντησα. «Έτσι γεννιούνται δηλαδή τα μωρά;» είπε ο Έντι. Το παιζε χαζός. Εκείνη τη στιγμή ακούστηκε ο ήχος της φρυγανιέρας. Μπόινγκ. Οι βάφλες πετάχτηκαν ψηλά. Τις άρπαξα και τις έβαλα στο πιάτο μου. Πήγα να πιάσω το σιρόπι. Δυστυχώς, είχε κι ο Έντι την ίδια ιδέα μ εμένα. «Θέλω κι άλλο», είπε. Ζούληξε το μπουκάλι. Μια πηχτή καφετιά μάζα εκτοξεύτηκε, διέσχισε όλο το τραπέζι και έσκασε σαν χλαπάτσα πάνω στα μαλλιά μου. Στην αρχή δεν μπορούσα να το πιστέψω. Πολύ σύντομα, όμως, ένιωσα τη γλίτσα να γλιστράει στο πρόσωπό μου. «Μαμά!» ούρλιαξα. Σήκωσα το χέρι και το ακούμπησα στα μαλλιά μου. Τώρα το χέρι μου είχε γίνει μούσκεμα και κολλούσε ολόκληρο.
ΠΡΩΤΗ ΜΕΡΑ ΣΤΟ ΝΕΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ Ο Έντι άρχισε να χασκογελάει. «Ουπς», είπε. Ποτέ δε ζητάει συγγνώμη για τίποτα. Το μόνο που ξέρει να λέει είναι «Ουπς». Ολόκληρη η αριστερή πλευρά του κεφαλιού μου είχε γεμίσει σιρόπια. «Μαμά, κοίτα τι έκανε!» φώναξα. «Το βλέπω», είπε η μαμά. «Έχεις πασαλειφτεί ολόκληρος». Κοίταξε αυστηρά τον Έντι. «Τι έκανες στον αδελφό σου;» «Ουπς», επανέλαβε ο Έντι. Η μαμά, φυσικά, τον βρήκε για άλλη μια φορά αξιολάτρευτο. Πώς τη σκαπουλάρει πάντα ο άτιμος μ αυτό το ουπς! Σηκώθηκα έξαλλος. «Πάω πάω να ξεπλύνω αυτή την αηδία από τα μαλλιά μου», είπα. Η μαμά κοίταξε το μπρούντζινο ρολόι-τηγάνι που κρεμόταν πάνω από το νεροχύτη. «Δεν προλαβαίνεις τώρα», είπε. «Θέλεις να αργήσεις την πρώτη μέρα στο καινούριο σου σχολείο;» «Όχι, αλλά ούτε με λέτσο θέλω να μοιάζω την πρώτη μέρα στο καινούριο μου σχολείο!» ούρλιαξα. «Έχει πάει και στην μπλούζα σου», μου έδειξε ο Έντι. «Συγγνώμη, γλυκέ μου, αλλά δεν προλαβαίνεις», είπε η μαμά. «Πάρε μια πετσέτα και σκούπισέ το όσο καλύτερα μπορείς».
Ρ. Λ. ΣΤΑΪΝ Πριν προλάβω να κουνηθώ, ο Γουάοζερ έκανε ένα σάλτο, κόλλησε τις μεγάλες του πατούσες στους ώμους μου και άρχισε να γλείφει το σιρόπι από την μπλούζα μου. «Άσε με! Φύγε από πάνω μου, Γουάοζερ!» Η γλώσσα του ήταν όση η παλάμη μου. ΚΚΚΚΡΡΡΡΡΑΚΚΚΚΚ. Τα νύχια του μου έσκισαν ολόκληρο το μανίκι. Όταν τελικά κατάφερα να τον ξεκολλήσω από πάνω μου, ανέβηκα τις σκάλες τρέχοντας. Τέλειο πρωινό, σκέφτηκα. Ωραία ξεκινάει η μέρα μου. Μπήκα γρήγορα στο δωμάτιό μου. Έβγαλα το μπλουζάκι που έγραφε t-shirt. Φόρεσα ένα μαύρο μπλουζάκι με στάμπα ένα ανθρώπινο κίτρινο περίγραμμα από κιμωλία. Έμοιαζα με σκηνή εγκλήματος. Ίσως να ήταν λίγο βαρύ για την πρώτη μέρα του σχολείου. Όμως δεν είχα άλλη επιλογή. Σιγά μη φορούσα την μπλούζα που έγραφε LOL. Θα με κορόιδευε όλος ο κόσμος. Πήγα στο μπάνιο και προσπάθησα να αφαιρέσω το σιρόπι από τα μαλλιά μου με τη βούρτσα. Όμως κόλλησε και η βούρτσα στα μαλλιά μου. Σκέψου κάτι γρήγορα, Άρτι. Δεν είχα καιρό για χάσιμο. Άρπαξα ένα καπέλο του μπέιζμπολ από την ντουλάπα μου και έχωσα μέσα την αφάνα μου. Πολύ καλύτερα. Ήταν η πρώτη μου μέρα σε και-
ΠΡΩΤΗ ΜΕΡΑ ΣΤΟ ΝΕΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ νούριο σχολείο και ήθελα να κάνω καλή εντύπωση. Ήθελα να πουλήσω μούρη, πώς να το κάνουμε; «Κάνε γρήγορα», ακούστηκε η μαμά από κάτω. «Θα αργήσεις». «Έρχομαι», της φώναξα. Έριξα μια τελευταία ματιά στον καθρέφτη και κατέβηκα τις σκάλες. Η μαμά με περίμενε στο τέλος της σκάλας. «Α, ξέχασα να σου πω», μου είπε. «Πρέπει να πας και τον Έντι στο νηπιαγωγείο». «Γιούπι», πανηγύρισε ο Έντι και μου πάτησε το πόδι με όλη του τη δύναμη. Με ξενύχιασε. Έριξα την τσάντα στον ώμο μου και βγήκα κουτσαίνοντας από το σπίτι, σέρνοντας το πόδι μου. «Και να του κρατάς το χέρι όταν περνάτε το δρόμο», είπε η μαμά. Α, ναι. Έτσι θα πουλούσα σίγουρα μούρη.