Νοµοθεσία Ολοκλήρωση της δικαιοδοσίας των Τακτικών ιοικητικών ικαστηρίων, Συγκρότηση Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας των Τακτικών ιοικητικών ικαστηρίων και Ρύθµιση Μερικών Άλλων Θεµάτων. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΡΘΡΩΝ Αρθρο: 1 1. Υπάγονται στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων όλες οι διοικητικές διαφορές ουσίας που δεν έχουν µέχρι σήµερα υπαχθεί σε αυτή. 2. Στις διαφορές αυτές περιλαµβάνονται ιδίως αυτές που αναφύονται κατά την εφαρµογή της νοµοθεσίας που αφορά: α) τη δηµοτική και κοινοτική φορολογία γενικώς, β) τον καθορισµό των ορίων της εδαφικής περιφέρειας των δήµων και κοινοτήτων, γ) τις στρατιωτικές, ναυτικές και αεροπορικές επιτάξεις, δ) τα µεταλλεία και λατοµεία, ε) τα σήµατα, στ) τις σχέσεις µεταξύ Οργανισµού Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΟΓΑ) και ασφαλισµένων και ιδίως αυτές που αναφέρονται στην ασφάλιση προσώπων ή της γεωργικής παραγωγής, ζ) το κύρος των δηµοτικών και κοινοτικών εκλογών, καθώς και των αρχαιρεσιών για την ανάδειξη των οργάνων διοίκησης των νοµικών προσώπων δηµοσίου δικαίου, η) την ευθύνη του ηµοσίου, των οργανισµών τοπικής αυτοδιοίκησης και των νοµικών προσώπων δηµοσίου δικαίου προς αποζηµίωση, σύµφωνα µε τα άρθρα 105 και 106 του Εισαγωγικού Νόµου του Αστικού Κώδικα, "θ) Τις κάθε είδους αποδοχές (δεδουλευµένες ή µη) του προσωπικού γενικώς του ηµοσίου, των οργανισµών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτης και δεύτερης βαθµίδας και των νοµικών προσώπων δηµοσίου δικαίου, οι οποίες ρυθµίζονται από διατάξεις κανονιστικού περιεχοµένου." ι) τις διοικητικές συµβάσεις, ια) την είσπραξη των δηµόσιων εσόδων (Ν.. 356/1974 ΦΕΚ 90). "3. Στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων υπάγονται, εκδικαζόµενες ως διαφορές ουσίας οι διαφορές που αναφύονται κατά την εφαρµογή της νοµοθεσίας που αφορά: α) τη χορήγηση ή την ανάκληση αδειών ίδρυσης και λειτουργίας και την επιβολή κυρώσεων κατά τη λειτουργία καταστηµάτων και εργαστηρίων υγειονοµικού ενδιαφέροντος, καθώς και των επιχειρήσεων που εξοµοιούνται µε αυτά, περιλαµβανοµένων και των διαφορών που προκαλούνται από πράξεις, οι οποίες εκδίδονται κατ' εφαρµογή της νοµοθεσίας περί µηχανολογικών εγκαταστάσεων και αποτελούν προϋπόθεση για τη χορήγηση των ανωτέρω αδειών, β) τη χορήγηση, ανάκληση ή αφαίρεση άδειας κυκλοφορίας οχηµάτων και την επιβολή συναφών κυρώσεων, στις οποίες περιλαµβάνονται και οι προβλεπόµενες από τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, γ) την παραχώρηση δικαιώµατος και τον καθορισµό των όρων εκµετάλλευσης αυτοκινήτων δηµόσιας χρήσης (λεωφορείων, φορτηγών, επιβατηγών, βυτιοφόρων και λοιπών), τη µεταβολή της έδρας τους, καθώς και κάθε άλλη σχετική µεταβολή, δ) επιβολή πειθαρχικών ποινών σε µέλη επαγγελµατικών ενώσεων µε χαρακτήρα νοµικού προσώπου δηµοσίου δικαίου, όπως είναι, ιδίως, οι ιατρικοί, οδοντιατρικοί και φαρµακευτικοί σύλλογοι, το Τεχνικό Επιµελητήριο Ελλάδος, το Γεωτεχνικό Επιµελητήριο Ελλάδος, το Οικονοµικό Επιµελητήριο Ελλάδος, το Επιµελητήριο Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος και η Ενωση Ελλήνων Χηµικών." Αρθρο: 2
1. Οι εκτελεστές ατοµικές διοικητικές πράξεις, που εκδίδονται στις περιπτώσεις του προηγούµενου άρθρου, καθώς και οι παραλείψεις κατά τους όρους του άρθρου 19 παρ. 2 του Π.. 341/1978 (ΦΕΚ 71), των οργάνων του ηµοσίου ή των οργανισµών τοπικής αυτοδιοίκησης ή των νοµικών προσώπων δηµοσίου δικαίου υπόκεινται σε προσφυγή, και αν αυτό δεν προβλέπεται από τη σχετική νοµοθεσία. 2. Στις περιπτώσεις των άρθρων 105 και 106 του Εισαγωγικού Νόµου του Αστικού Κώδικα και όπου αλλού το ηµόσιο και τα πρόσωπα που αναφέρονται στην προηγούµενη παράγραφο ενέχονται σε αποζηµίωση, εγείρεται από το δικαιούµενο αγωγή. Αρθρο: 3 1. Οι κατά το άρθρο 1 διαφορές εκδικάζονται, όταν από το νόµο αυτόν δεν ορίζεται αλλιώς, από το τριµελές διοικητικό πρωτοδικείο. 2. Οι αποφάσεις του τριµελούς διοικητικού πρωτοδικείου, όταν από το νόµο αυτόν δεν ορίζεται αλλιώς,υπόκεινται σε έφεση στο τριµελές διοικητικό εφετείο. "3. Στις διαφορές της περίπτωσης θ' της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του νόµου αυτού, οι οποίες προκαλούνται από πράξεις ή παραλείψεις αφορώσες περιοδική παροχή, επιτρέπεται η άσκηση έφεσης ανεξαρτήτως από το ποσό της διαφοράς." Αρθρο: 4 Με την επιφύλαξη των ειδικότερα οριζοµένων στα επόµενα άρθρα 5, 6, 7 και 8, στις διαφορές του άρθρου 1 του νόµου αυτού εφαρµόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 3 έως 18, 19 (παρ. 2, 3, 4 και 5) 20 (παρ. 1 και 3), 21 (παρ. 1 έως 5), 22 (παρ. 1 και 3), 23 έως 32, 38 έως 48, 50 έως 65 και 77 έως 83 του Π.. 341/1978, των άρθρων 82 (παρ. 1 και 2) και 85 (παρ. 1 εδ. α' και 2) του κώδικα φορλογικής δικονοµίας, καθώς και των άρθρων 165 έως 170 και 172 έως 175 του ίδιου κώδικα, αν πρόκειται για έφεση κατ' απόφασης που εκδόθηκε ύστερα από άσκηση προσφυγής και των άρθρων 66 έως 76 του Π.. 341/1978, αν πρόκειται για έφεση κατ' απόφασης που εκδόθηκε ύστερα από έγερση αγωγής. Αρθρο: 5 Στις διαφορές της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του νόµου αυτού εφαρµόζονται οι δικονοµικές διατάξεις των νόµων 505/1976 (ΦΕΚ 353) και 1080/1980 (ΦΕΚ 246). Αρθρο: 6 1. Στις διαφορές της περίπτωσης ζ' της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του νόµου αυτού εφαρµόζονται οι δικονοµικές διατάξεις της νοµοθεσίας για την εκλογή των δηµοτικών και κοινοτικών αρχών καθώς και για τις αρχαιρεσίες προς ανάδειξη οργάνων διοίκησης των νοµικών προσώπων δηµοσίου δικαίου και συµπληρωµατικά οι διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 4 του νόµου αυτού. 2. Οπου στις διατάξεις αυτές αναφέρονται ως αρµόδιο το ειρηνοδικείο ή το µονοµελές πρωτοδικείο, καθίσταται αρµόδιο το µονοµελές διοικητικό πρωτοδικείο, όπου δε αναφέρεται το πολυµελές πρωτοδικείο ή εφετείο, καθίστανται αντιστοίχως αρµόδια το τριµελές διοικητικό πρωτοδικείο και το τριµελές διοικητικό εφετείο. Αρθρο: 7 1. Στις διαφορές της περίπτωσης ι' της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του νόµου αυτού εφαρµόζονται αναλόγως και οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 17
του Ν. 1266/1972 (ΦΕΚ 198), εκτός από την τελευταία περίοδό της. 2. Οι διαφορές δικάζονται, σε πρώτο και τελευταίο βαθµό, από το τριµελές διοικητικό εφετείο. 3. Κατά τόπο αρµόδιο δικαστήριο είναι εκείνο, στην περιφέρεια του οποίου καταρτίστηκε η σύµβαση. Αρθρο: 8 1. Στις διαφορές της περίπτωσης ια' της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του νόµου αυτού εφαρµόζονται αναλόγως οι διατάξεις του Ν.. 356/1974 (ΦΕΚ 90). 2. Οπου στις διατάξεις αυτές αναφέρονται ως αρµόδιο το ειρηνοδικείο ή το µονοµελές πρωτοδικείο, καθίσταται αρµόδιο το µονοµελές διοικητικό πρωτοδικείο, όπου δε αναφέρεται το πολυµελές πρωτοδικείο ή το εφετείο, καθίστανται αντιστοίχως αρµόδια το τριµελές διοικητικό πρωτοδικείο και το τριµελές διοικητικό εφετείο. Αρθρο: 9 1. Για την εκδίκαση των διαφορών του άρθρου 1 από τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια αρχίζει: α) για τις διοικητικές διαφορές των περιπτώσεων α, β και γ της παραγράφου 2 του άρθρου 1, από την έναρξη της ισχύος του νόµου αυτού, β) για τις διοικητικές διαφορές των περιπτώσεων δ, ε, στ και ζ από 11 Ιουνίου 1984 και γ) για τις λοιπές διοικητικές διαφορές από 11 Ιουνίου 1985. 2. Για την εφαρµογή των διατάξεων της προηγούµενης παραγράφου λαµβάνεται υπόψη ο χρόνος, κατά τον οποίο εκδόθηκε η διοικητική πράξη ή συντελέστηκε η παράλειψη ή κατά τον οποίο γεννήθηκε η αξίωση και είναι δυνατή η δικαστική επιδίωξή της. 3. Η προθεσµία του άρθρου 94 παράγραφος 1 του Συντάγµατος, που παρατάθηκε µε το άρθρο 33 του Ν. 1366/1983 (ΦΕΚ 81) µέχριτην 31.12.1983, παρατείνεται από την παραπάνωλήξη της έως την 11η Ιουνίου 1985. Αρθρο: 10 ιοικητικές πράξεις που εκδίδονται ή παραλείψεις που συντελούνται ή αξιώσεις που γεννιούνται και είναι δικαστικώς επιδιώξιµες µέχρι τις χρονολογίες, που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του προηγούµενου άρθρου, εξακολουθούν να υπόκεινται στα ένδικα ή ενδικοφανή µέσα, που προβλέπονται από τις ισχύουσες, κατά το χρόνο της έκδοσης, συντέλεσης ή γέννησής τους, διατάξεις και εκδικάζονται από τα προβλεπόµενα από τις διατάξεις αυτές αρµόδια δικαστήρια ή διοικητικά όργανα. " Σε περίπτωση αναίρεσης από το Συµβούλιο Επικρατείας αποφάσεων των ειδικών διοικητικών δικαστηρίων, αρµόδια για τη µετ' αναίρεση εκδίκαση των σχετικών υποθέσεων είναι τα αντίστοιχα τακτικά διοικητικά δικαστήρια". Αρθρο: 11 Από το χρόνο που ορίζεται στην περίπτ. β' της παραγρ. 1 του άρθρου 9, το Πρωτοβάθµιο ιοικητικό ικαστήριο Σηµάτων, που προβλέπεται από τον Α.Ν. 1998/1939 (ΦΕΚ 420) µετανοµάζεται σε ιοικητική Επιτροπή Σηµάτων. Η προεδρία των τµηµάτων της Επιτροπής αυτής ανατίθεται σε πάρεδρο της ιοίκησης. ικαίωµα προσφυγής κατά των αποφάσεων της παραπάνω Επιτροπής έχουν και τα εµπορικά, βιοµηχανικά, επαγγελµατικά και βιοτεχνικά επιµελητήρια. "2. Με την επιφύλαξη όσων ορίζονται στο άρθρο 10, από το χρόνο που ορίζεται στην περιπτ. α της παρ. 1 του άρθρο 9, το ιοικητικά ικαστήρια Στρατιωτικών ή Αεροπορικών Επιτάξεων και η Μόνιµη Εκτιµητική Επιτροπή Ναυτικών Επιτάξεων και Ναυλώσεων, που προβλέπονται από την κείµενη νοµοθεσία, λειτουργούν ως
συλλογικά όργανα της διοίκησης και µετονοµάζονται, αντιστοίχως, σε α) ιοικητική Επιτροπή Στρατιωτικών Επιτάξεων, β) ιοικητική Επιτροπή Αεροπορικών Επιτάξεων και γ) ιοικητική Επιτροπή Ναυτικών Επιτάξεων και Ναυλώσεων, ενώ καταργούνται τα κατά των αποφάσεών τους τυχόν προβλεπόµενα ένδικα µέσα. Κατά των αποφάσεων των Επιτροπών αυτών επιτρέπεται προσφυγή ενώπιον των τακτικών δικαστηρίων. ικαίωµα προσφυγής έχει και το Ελληνικό ηµόσιο. Οι προβλεπόµενοι από τις κείµενες διατάξεις ποσοτικοί περιορισµοί στην αρµοδιότητα της Μόνιµης Εκτιµητικής Επιτροπής Ναυτικών Επιτάξεων και Ναυλώσεων δεν ισχύουν για τη ιοικητική Επιτροπή Ναυτικών Επιτάξεων και Ναυλώσεων". Αρθρο: 12 1. Με προεδρικά διατάγµατα, εκδιδόµενα έπειτα από πρόταση του Υπουργού ικαιοσύνης, µπορούν να ρυθµίζονται δικονοµικά και διαδικαστικά θέµατα των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. 2. Για το σκοπό της προηγούµενης παραγράφου, δύναται να συσταθεί µε απόφαση του ίδιου Υπουργού πενταµελής νοµοπαρασκευαστική επιτροπή, αποτελούµενη από έναν Αντιπρόεδρο του Συµβουλίου της Επικρατείας εν ενεργεία ή επίτιµο ή ένα Σύµβουλο Επικρατείας, ως πρόεδρο και τέσσερις διοικητικούς δικαστές µε βαθµό τουλάχιστον εφέτη. Χρέη γραµµατέα εκτελεί δικαστικός υπάλληλος των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Στα µέλη της επιτροπής παρέχεται αποζηµίωση, που καθορίζεται µε κοινή απόφαση των Υπουργών ικαιοσύνης και Οικονοµικών. 3. Συνιστάται στο Υπουργείο ικαιοσύνης Επιτροπή, αποτελούµενη α) από έναν Αντιπρόεδρο του Συµβουλίου της Επικρατείας εν ενεργεία ή επίτιµο, ως Πρόεδρο, β) ένα Σύµβουλο ή Πρόεδρο του Συµβουλίου της Επικρατείας, γ) τρεις διοικητικούς δικαστές µε βαθµό τουλάχιστον εφέτη εν ενεργεία ή επίτιµους και δ) δύο δικηγόρους. Χρέη γραµµατέα εκτελεί δικαστικός υπάλληλος του Συµβουλίου της Επικρατείας ή των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Οι ανωτέρω ορίζονται µε απόφαση του Υπουργού ικαιοσύνης. Στην Επιτροπή αυτή ανατίθεται η σύνταξη ενιαίου κώδικα διοικητικής δικονοµίας για όλες τις διοικητικές διαφορές. Η επιτροπή οφείλει να τελειώσει το έργο της σε ένα εξάµηνο από τότε που θα συγκροτηθεί. Η διάταξη της τελευταίας περιόδου της προηγούµενης παραγράφου εφαρµόζεται και στην περίπτωση αυτή. Αρθρο: 13 (Καταργήθηκε από την περιπτ. ιδ' άρθρ. 113 Νόµ. 1756/24-26 Φεβρ. 1988 (ΦΕΚ Α' 35)). Αρθρο: 14 (Καταργήθηκε από την περιπτ. ιδ' άρθρ. 113 Νόµ. 1756/24-26 Φεβρ. 1988 (ΦΕΚ Α' 35)). Αρθρο: 15 (Καταργήθηκε από την περίπτ. ιδ' άρθρ. 113 Νόµ. 1756/24-26 Φεβρ. 1988 (ΦΕΚ Α' 35)). Αρθρο: 16 (Καταργήθηκε από την περιπτ. ιδ' άρθρ. 113 Νόµ. 1756/24-26 Φεβρ. 1988 (ΦΕΚ Α' 35)). Αρθρο: 17 (Καταργήθηκε από την περίπτ. ιδ' άρθρ. 113 Νόµ. 1756/24-26 Φεβρ. 1988 (ΦΕΚ
Α' 35)). Αρθρο: 18 (Καταργήθηκε από την περιπτ. ιδ' άρθρ. 113 Νόµ. 1756/24-26 Φεβρ. 1988 (ΦΕΚ Α' 35)). Αρθρο: 19 Με τη δηµοσίευση του νόµου αυτού καταργούνται οι θέσεις αντεπιτρόπων που συστήθηκαν µε την παράγραφο 1 του άρθρου δέκατου όγδοου του Ν. 4125/1960 (ΦΕΚ 202) και το εδάφιο α' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του Ν.. 82/1973 (ΦΕΚ 159). Αρθρο: 20 1. Από την 2η Ιανουαρίου 1984 οι οργανικές θέσεις των δικαστικών λειτουργών των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων αυξάνονται κατά εξήντα (60) και κατανέµονται κατά βαθµούς ως εξής: α) Των προέδρων εφετών κατά τρεις (3) θέσεις και ο συνολικός αριθµός τους ορίζεται σε είκοσι εννέα (29), β) Των εφετών κατά δεκαεπτά (17) θέσεις και ο συνολικός αριθµός τους ορίζεται σε εκατόν οκτώ (108), γ) Των προέδρων πρωτοδικών κατά επτά (7) θέσεις και ο συνολικός τους αριθµός ορίζεται σε εξήντα (60) και δ) Των πρωτοδικών και παρέδρων κατά τριάντα τρεις (33) θέσεις και ο συνολικός αριθµός τους ορίζεται σε διακόσιες πενήντα επτά (257). 2. Από την 1η Οκτωβρίου 1984 οι οργανικές θέσεις των δικαστικών λειτουργών των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων αυξάνονται κατά εξήντα (60) και κατανέµονται κατά βαθµούς ως εξής: α) Των προέδρων εφετών κατά τρεις (3) θέσεις και ο συνολικός αριθµός τους ορίζεται σε τριάντα δύο (32). β) Των εφετών κατά δεκαεπτά (17) θέσεις και ο συνολικός αριθµός τους ορίζεται σε εκατόν είκοσι πέντε (125). γ) Των προέδρων πρωτοδικών κατά επτά (7) θέσεις και ο συνολικός αριθµός τους ορίζεται σε εξήντα επτά (67) και δ) Των πρωτοδικών και παρέδρων κατά τριάντα τρεις (33) θέσεις και ο συνολικός αριθµός τους ορίζεται σε διακόσιες ενενήντα (290). 3. Από την 1η Οκτωβρίου 1985 οι οργανικές θέσεις των δικαστικών λειτουργών των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων αυξάνονται κατά εξήντα (60) και κατανέµονται κατά βαθµούς ως εξής: α) Των προέδρων εφετών κατά τρεις (3) θέσεις και ο συνολικός αριθµός τους ορίζεται σε τριάντα πέντε (35). β) Των εφετών κατά δεκαεπτά (17) θέσεις και ο συνολικός αριθµός τους ορίζεται σε εκατόν σαράντα δύο (142). γ) Των προέδρων πρωτοδικών κατά επτά (7) θέσεις και ο συνολικός αριθµός τους ορίζεται σε εβδοµήντα τέσσερις (74) και δ) Των πρωτοδικών και παρέδρων κατά τριάντα τρεις (33) θέσεις και ο συνολικός αριθµός τους ορίζεται σε τριακόσιες είκοσι τρεις (323). Αρθρο: 21 Οι θέσεις των δικαστικών λειτουργών που συνιστώνται µε το νόµο αυτόν, κατανέµονται στα δικαστήρια µε προεδρικά διατάγµατα που εκδίδονται µε πρόταση του Υπουργού ικαιοσύνης. Αρθρο: 22 Ο χρόνος, που απαιτείται για την προαγωγή πρωτοδίκη διοικητικών δικαστηρίων σε πρόεδρο διοικητικού πρωτοδικείου, περιορίζεται σε πέντε έτη. Στο χρόνο αυτόν συνυπολογίζεται και ο χρόνος υπηρεσίας του πρωτοδίκη ως παρέδρου. Αρθρο: 23 Στο διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών προίσταται Πρόεδρος Εφετών ιοικητικών
ικαστηρίων ή εφέτης και στα ιοικητικά Πρωτοδικεία Πειραιώς και Θεσσαλονίκης εφέτης διοικητικών δικαστηρίων. Οι δικαστικοί αυτοί λειτουργοί αποσπώνται από τα ιοικητικά Εφετεία Αθηνών, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης αντιστοίχως µε απόφαση του Ανώτατου ικαστικού Συµβουλίου ιοικητικής ικαιοσύνης, που καθορίζει και το χρόνο της απόσπασης. Οι αποσπώµενοι µπορούν να προεδρεύουν σε οποιοδήποτε τµήµα του ικαστηρίου, του οποίου είναι προϊστάµενοι. Αρθρο: 24 Η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 108 του ν. 4125/2960 αντικαθίσταται ως εξής: "2. Η απόφαση διατυπώνεται, κατά προτίµηση, στη γλώσσα που αναφέρεται στην παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 309/1976 (ΦΕΚ 100) και δηµοσιεύεται σε δηµόσια συνεδρίαση, από το σχέδιο της προηγούµενης παραγράφου. Κατά τη δηµοσίευση µπορεί να µετέχουν στη σύνθεση του δικαστηρίου και δικαστές που δεν έχουν µετάσχει στη συζήτηση, αρκεί οι δικαστές που είχαν µετάσχει σε αυτή να διατελούν ακόµα στην υπηρεσία". Αρθρο: 25 Οπου από τις κείµενες διατάξεις προβλέπεται συµµετοχή δικαστικών λειτουργών σε συµβούλια και επιτροπές, διορίζονται δικαστικοί λειτουργοί, εν ενεργεία ή µη, είτε των πολιτικών - ποινικών δικαστηρίων είτε των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, του Συµβουλίου της Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Με απόφαση του Υπουργού ικαιοσύνης ρυθµίζονται οι λεπτοµέρειες του άρθρου αυτού. Αρθρο: 26 Η παρ. 2 του άρθρου 61 του π.δ. 895/1981 "περί κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείµενον των ισχυουσών διατάξεων της περί εκλογής βουλευτών Νοµοθεσίας" (ΦΕΚ 227) (άρθρο 61 π.δ. 650/1974) αντικαθίσταται ως εξής: "2. Ως έφοροι των αντιπροσώπων της δικαστικής αρχής διορίζονται οι πάρεδροι του Συµβουλίου της Επικρατείας, οι εφέτες των διοικητικών και πολιτικών δικαστηρίων και οι αντεισαγγελείς εφετών". Αρθρο: 27 Η παράγραφος 1 εδάφ. α' του άρθρου 2 του ν. 820/1978 (ΦΕΚ 174) αντικαθίσταται ως εξής: "1α. Η είσπραξη του ποσοστού 20% του αµφισβητούµενου φόρου, που βεβαιώθηκε σύµφωνα µε τις ισχύουσες διατάξεις, µπορεί να ανασταλεί µερικά ή ολικά µε απόφαση του προέδρου του διοικητικού πρωτοδικείου, στο οποίο εκκρεµεί η προσφυγή, εάν, εξαιτίας έκδηλων σφαλµάτων της προσβαλλοµένης πράξης, πιθανολογείται η µερική ή ολική ευδοκίµηση της προσφυγής ή διαπιστώνεται, από συγκεκριµένα στοιχεία, αδυναµία καταβολής από τον αιτούντα". Αρθρο: 28 Το άρθρο 109 του ν.δ. 962/1971 "περί Κώδικος δικαστικών λειτουργών" αντικαθίσταται ως εξής: "Αρθρο 109. Σε θέση παρέδρου διοικητικού πρωτοδικείου διορίζεται όποιος επιτύχει σε διαγωνισµό, που ενεργείται από επιτροπή αποτελούµενη από: α) τον Πρόεδρο του Συµβουλίου της Επικρατείας ή το νόµιµο αναπληρωτή του, β) ένα συµβούλιο της Επικρατείας, που ορίζεται µαζί µε τον αντικαταστάτη του από την Ολοµέλεια του Συµβουλίου της Επικρατείας, γ) το Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών
δικαστηρίων ή το νόµιµο αναπληρωτή του. Αν δεν υπάρχει Γενικός Επίτροπος ούτε αναπληρωτής του, στην επιτροπή µετέχει ο αρχαιότερος από τους Αντεπιτρόπους και αν δεν υπάρχουν και Αντεπίτροποι, ο αρχαιότερος από τους προέδρους εφετών διοικητικών δικαστηρίων, δ) έναν πρόεδρο εφετών διοικητικών δικαστηρίων, που ορίζεται µαζί µε τον αντικαταστάτη του από το Ανώτατο Συµβούλιο ιοικητικής ικαιοσύνης και ε) έναν καθηγητή της Νοµικής Σχολής του Πανεπιστηµίου της Αθήνας, που ορίζεται µαζί µε τον αντικαταστάτη του από τη σχολή αυτή στην επιτροπή προεδρεύει ο ανώτερος σε βαθµό. Σε περίπτωση ισοβάθµιων προεδρεύει ο αρχαιότερος από τα µέλη του Συµβουλίου της Επικρατείας. Χρέη γραµµατέα εκτελεί δικαστικός υπάλληλος των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων µε βαθµό γραµµατέα εφετών Α' ή Β' τάξεως". Αρθρο: 29 1. Οι διατάξεις του άρθρου εικοστού πρώτου του ν. 4125/1960 (ΦΕΚ 202), όπως ισχύουν, εφαρµόζονται σε όλες τις διοικητικές διαφορές. 2. Για την εφαρµογή της προηγούµενης παραγράφου, η αγωγή, η τριτανακοπή, και η κύρια παρέµβαση λογίζονται ως προσφυγή και η αντέφεση ως έφεση. 3. Η ατέλεια που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 505/1976 καταργείται. Αρθρο: 30 "1. Για τη συζήτηση των καταψηφιστικών αγωγών, των προσφυγών µε καταψηφιστικό αίτηµα και κύριων παρεµβάσεων καταβάλλεται το δικαστικό ένσηµο που προβλέπεται από το ν. ΓΠΟΗ'/1912 (ΦΕΚ 3 Α'), όπως ισχύει, εκτός από τις προσφυγές για επιστροφή ποσών που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως." 2. Στις διαφορές µεταξύ οργανισµών κοινωνικής ασφαλίσεως και των ασφαλισµένων από τη σχέση ασφαλίσεως, σύµφωνα µε το νόµο, δεν καταβάλλει δικαστικό ένσηµο, όταν το αντικείµενο της αγωγής δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες δραχµές. 3. Το δικαστικό ένσηµο καταβάλλεται το αργότερο δύο εργάσιµες ηµέρες µετά την πρώτη συζήτηση επ' ακροατηρίω, αλλιώς η αγωγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Αρθρο: 31 Καταργούνται οι διατάξεις α) του άρθρου 8 του ν. 505/76 (ΦΕΚ 353), β) του άρθρου 1 παρ. 2 του ν. 3845/58 (ΦΕΚ 149), γ) του άρθρου 29 παρ. 8 του ν. 4242/62 (ΦΕΚ 135), δ) του άρθρου 33 παρ. 5 του ν. 702/77 (ΦΕΚ 268), ε) των άρθρων 2,3,4 και 5 του ν. 785/78 (ΦΕΚ 100), καθώς και κάθε άλλη διάταξη που δεν είναι σύµφωνη µε τις διατάξεις του νόµου αυτού ή που αναφέρεται σε θέµατα τα οποία ρυθµίζονται απ' αυτές. Αρθρο: 32 1. Οπου διατάξεις της κείµενης νοµοθεσίας, παραπέµπουν σε διατάξεις που καταργούνται µε τον παρόντα νόµο, θεωρείται ότι η παραποµπή γίνεται από αντίστοιχες διατάξεις του νόµου αυτού. 2. Οπου στον νόµο αυτόν, γίνεται παραποµπή στον κώδικα φορολογικής δικονοµίας, οι όροι "φορολογική διαφορά", "φορολογικός νόµος", "φορολογική δίκη", "φορολογικόν όργανον", "φορολογική διαδικασία", "φορολογική πράξις", νοούνται αντίστοιχα ως "διοικητική διαφορά", "διοικητικός νόµος", "διοικητική δίκη", "διοικητικό όργανο", "διαδικασία ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων", "διοικητική πράξη". 3. Οπου στη νοµοθεσία γίνεται χρήση του όρου "πράξις", περιλαµβάνεται και η παράλειψη. Επίσης, όπου αναφέρεται το " ηµόσιο", νοούνται στις ανάλογες περιπτώσεις και οι οργανισµοί τοπικής αυτοδιοίκησης καθώς και τα νοµικά
πρόσωπα δηµοσίου δικαίου. 4. Οπου ο νόµος αυτός παραπέµπει σε διατάξεις άλλου νοµοθετήµατος, θεωρούνται ότι η παραποµπή γίνεται σε αυτές όπως ισχύουν κάθε φορά. Αρθρο: 33 [ Αλλες τροποποιήσεις βλ. άρθρο 56 του Π 34/1995] 1. Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις του ν. 813/78 "περί εµπορικών µισθώσεων", όπως σήµερα έχει τροποποιηθεί ή συµπληρωθεί, το ηµόσιο ή τα Ν.Π... µπορούν, µέσα σε δύο µήνες από την έναρξη της ισχύος αυτού του νόµου, να καταγγείλουν, ανεξάρτητα από το χρόνο συµβατικής ή νόµιµης λήξης της σύµβασης, τις µισθώσεις των ακινήτων χώρων που τους ανήκουν, µε το σκοπό να χρησιµοποιηθεί ο όλος χώρος για τη δηµιουργία άλσους ή πλατείας ή για ανάλογη χρήση στη διάθεση του κοινού ή για άλλη δηµόσια ωφέλεια. Για το κύρος της καταγγελίας, αρκεί να αναφέρεται στο σχετικό έγγραφο ο λόγος που τη δικαιολογεί κατά το προηγούµενο εδάφιο. 2. Οι εκµισθωτές που αναφέρονται στην προηγούµενη παράγραφο οφείλουν να καταβάλουν ως αποζηµίωση στους µισθωτές ποσό ίσο µε τα µισθώµατα δώδεκα µηνών. Η λύση της µίσθωσης επέρχεται τρεις µήνες µετά την επίδοση της καταγγελίας και την πραγµατική προσφορά της αποζηµίωσης στον κάθε µισθωτή. 3. Αν ο µισθωτής αρνείται να αποδώσει το µίσθιο, διατάσσεται η αποβολή του από το αρµόδιο µονοµελές Πρωτοδικείο κατά τη διαδικασία των άρθρων 648 έως 662 του Κώδικα Πολιτικής ικονοµίας. Αρθρο: 34 [ Αλλες τροποποιήσεις βλ. άρθρο 56 του Π 34/1995] 1. Στην περίπτωση της παρ. 1 του προηγούµενου άρθρου, αν οι εργασίες κατεδάφισης δεν έχουν αρχίσει µέσα σε ένα χρόνο από την απόδοση όλων των µισθίων χώρων στο ηµόσιο ή τα Ν.Π..., η καταγγελία ανατρέπεται και ο µισθωτής έχει δικαίωµα επανεγκατάστασης, υπό τους όρους της µίσθωσης που καταγγέλθηκε. 2. Οι αγωγές για την άσκηση των δικαιωµάτων που προβλέπονται στην προηγούµενη παράγραφο εκδικάζονται κατά τη διαδικασία του άρθρου 25 του ν. 813/1978. Αρθρο: 35 1. Συνιστώνται οι εξής ειδικές νοµοπαρασκευαστικές επιτροπές: α) Για τη σύνταξη σχεδίου νόµου που θα περιλαµβάνει τις αναγκαίες τροποποιήσεις στον Κώδικα Ποινικής ικονοµίας, β) Για τη σύνταξη σχεδίου νόµου για τις αναγκαίες τροποποιήσεις στον Κώδικα Πολιτικής ικονοµίας. δ) Για τη σύνταξη σχεδίου νέου Πτωχευτικού Κώδικα και ε) Για τη σύνταξη σχεδίου Κώδικα Γραφείων Υποθηκών και Μεταγραφών. 2. Τα µέλη κάθε επιτροπής, που θα είναι κατ' ανώτατο όριο εννέα, ορίζονται µε απόφαση του Υπουργού ικαιοσύνης από καθηγητές και το επιστηµονικό προσωπικό των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυµάτων, δικαστικούς λειτουργούς, δικηγόρους, υποθηκοφύλακες και δηµόσιους υπάλληλους εν ενεργεία ή όχι. Καθήκοντα γραµµατέα θα εκτελεί υπάλληλος του Υπουργείου ικαιοσύνης. 3. Οι επιτροπές πρέπει να τελειώσουν το έργο τους µέσα σε ένα χρόνο από την έναρξη των εργασιών τους, θα λάβουν δε υπόψη τους και τυχόν σχέδια που έχουν καταρτισθεί κατά το παρελθόν από ανάλογες νοµοπαρασκευαστικές επιτροπές του Υπουργείου ικαιοσύνης. 4. Τα κείµενα που θα συντάξουν οι πιο πάνω ειδικές νοµοπαρασκευαστικές επιτροπές θα υποβληθούν στην Ολοµέλεια της Βουλής για κύρωση, σύµφωνα µε τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 76 παρ. 6 του Συντάγµατος (σχετικά µε την επιψήφιση κωδίκων).
Αρθρο: 36 1. Συνιστάται επιτροπή µε έργο τη µελέτη και πρόταση µέτρων για την πλήρη καθιέρωση της δηµοτικής γλώσσας στη δικαστική και συµβολαιογραφική πράξη. Η επιτροπή θα συγκροτηθεί µε απόφαση του Υπουργού ικαιοσύνης από είκοσι (20) το πολύ µέλη, νοµικούς (πανεπιστηµιακούς δασκάλους, δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς, δικηγόρους, συµβολαιογράφος) και φιλολόγους. Με την ίδια απόφαση του Υπουργού ικαιοσύνης µπορεί να ορισθεί ότι η Επιτροπή θα λειτουργεί σε κλιµάκια, καθώς και να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να αποφασίσει την κατά κλιµάκια διεξαγωγή του έργου της. 2. Με την ίδια ή άλλη απόφαση του Υπουργού ικαιοσύνης µπορούν να συσταθούν και ειδικότερες οµάδες εργασίας, απαρτιζόµενες είτε από µέλη της Επιτροπής είτε από άλλους νοµικούς και φιλόλογους, οι οποίες έργο θα έχουν την υποβοήθηση της Επιτροπής ιδίως: α) µε την κατάρτιση και την επίβλεψη της εκτύπωσης µεταγλωττισµένων στη δηµοτική υπηρεσιακών κειµένων και άλλων υποδειγµάτων, β) µε την οργάνωση σεµιναρίων δηµοτικής γλώσσας για τους δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς καθώς και για τους δικαστικούς γραµµατείς όλων των δικαιοδοσιών, και γ) µε τη µεταγλώττιση κωδίκων και άλλων νοµοθετηµάτων. 3. Οι µεταγλωττίσεις που προβλέπονται στην προηγούµενη παράγραφο θα αποτελούν ακριβή απόδοση των νοµοθετικών κειµένων, χωρίς καµιά νοηµατική αλλοίωση και χωρίς ορολογικές µεταβολές, όπου αυτές δεν είναι γλωσσικά απαραίτητες. Μετά την αρχική µεταγλώττιση από τις οµάδες που προβλέπονται να συσταθούν από την προηγούµενη παράγραφο, η Επιτροπή, στην ολοµέλειά της, επεξεργάζεται οριστικά τη γλωσσική απόδοση των νοµοθετηµάτων. Τα µεταγλωττισµένα κείµενα, στην τελική τους διατύπωση, δηµοσιεύονται µε Προεδρικά ιατάγµατα, που εκδίδονται ύστερα από πρόταση του Υπουργού ικαιοσύνης. Τρεις µήνες µετά τη δηµοσίευση αυτή το µεταγλωττισµένο κείµενο θα ισχύει ως επίσηµη απόδοση στη δηµοτική του αντίστοιχου κώδικα ή άλλου νοµοθετήµατος και θα χρησιµοποιείται από όλα τα κρατικά όργανα και λειτουργούς κατά την απονοµή και την εφαρµογή του δικαίου, ιδίως στις δικαστικές αποφάσεις, δικόγραφα και συµβόλαια. Σε περίπτωση νοηµατικής διαφοράς επικρατεί το αρχικό κείµενο του νόµου που είναι διατυπωµένο στην καθαρεύουσα. 4. Με την αρχική ή άλλη απόφαση του Υπουργού ικαιοσύνης καθορίζεται και κάθε λεπτοµέρεια σχετικά µε τη λειτουργία της επιτροπής, των κλιµακίων ή και των οµάδων εργασίας. Με κοινή απόφαση των Υπουργών ικαιοσύνης και Οικονοµικών καθορίζεται η αποζηµίωση για τα µέλη της επιτροπής. Αρθρο: 37 1. Με απόφαση του Υπουργού ικαιοσύνης µπορεί να παραταθεί ο χρόνος λειτουργίας νοµοπαρασκευαστικών επιτροπών που συνιστώνται στο Υπουργείο ικαιοσύνης, αν αυτό είναι αναγκαίο για την ολοκλήρωση του έργου τους. 2. Στους προέδρους, τα µέλη και τους γραµµατείς των Επιτροπών που συνιστώνται µε τα προηγούµενα άρθρα καταβάλλεται εφάπαξ αποζηµίωση που θα ορίσουν µε κοινή απόφαση οι Υπουργοί ικαιοσύνης και Οικονοµικών. Αρθρο: 38 1.Οι αποφάσεις όλων των δικαστηρίων, τα βουλεύµατα, εισαγγελικές προτάσεις, διατάξεις, εκθέσεις και κάθε είδους πράξεις, καθώς και όλα τα συµβόλαια, συντάσσονται στη δηµοτική γλώσσα, όπως αυτή καθορίζεται στο άρθρ.
2 παρ. 2 του Ν. 309/1976 (ΦΕΚ 10) και κατά το µονοτονικό σύστηµα, όπως έχει καθιερωθεί από το άρθρο δεύτερο του Νοµ. 1228/1982 (ΦΕΚ 15) και το διάταγµα 297/1982 (ΦΕΚ 52). 2.Για µια περίοδο προσαρµογής δύο χρόνων από τη δηµοσίευση τα παραπάνω κείµενα και στην καθαρεύουσα. Αρθρο: 39 1. Οι οργανικές θέσεις των ικαστικών Επιµελητών της περιφέρειας του Πρωτοδικείου Αθηνών, όπως καθορίστηκαν µε το άρθρ.7 του Νοµ. 1330/1983 "για την αύξηση του αριθµού των οργανικών θέσεων δικαστικών λειτουργών κλπ.", αυξάνονται κατά 41, οριζοµένου έτσι του συνολικού αριθµού αυτών σε 606. 2. Οι οργανικές θέσεις των ικαστικών Επιµελητών της περιφέρειας των κατωτέρω Πρωτοδικείων, όπως καθορίστηκαν µε το Π.. 382/1982, αυξάνονται ως εξής: α) Του Πρωτοδικείου Πειραιώς κατά 7, οριζοµένου έτσι του συνολικού αριθµού αυτών σε 130. β) Του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης κατά 8, οριζοµένου έτσι του συνολικού αριθµού αυτών σε 138. γ) Του Πρωτοδικείου Έδεσσας κατά µία (1), οριζοµένου έτσι του συνολικού αριθµού αυτών σε 15. δ) Του Πρωτοδικείου Ιωαννίνων κατά µία (1) οριζοµένου έτσι του συνολικού αριθµού αυτών σε 18. 3. Όσοι έλαβαν µέρος στο παρελθόν σε διαγωνισµούς δικαστικών επιµελητών και πέτυχαν σ' αυτούς αλλά δεν διορίστηκαν για λόγους κοινωνικών φρονηµάτων, πράγµα που αποδεικνύεται από επίσηµα έγγραφα, διορίζονται ανεξάρτητα από την ηλικία που έχουν τώρα και από την ύπαρξη ή όχι κενών οργανικών θέσεων, στην περιφέρεια του Πρωτοδικείου που διαγωνίστηκαν. Οι ενδιαφερόµενοι θα πρέπει να υποβάλουν σχετική αίτηση στο Υπουργείο ικαιοσύνης µέσα σε ανατρεπτική προθεσµία δύο µηνών από την έναρξη ισχύος αυτού του νόµου. Αρθρο: 40 Η ισχύς του παρόντος νόµου αρχίζει από τη δηµοσίευσή του στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται αλλιώς από τις διατάξεις του.