ΗΜΕΡΙ Α ΙΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΗ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΜΝΗΜΕΙΩΝ Το παράδειγµα της Μονής αφνίου Σάββατο 04.02.2017 09:00-14:00 Πολιτιστικό Ίδρυµα της Τράπεζας Κύπρου (Περιοχή Φανερωµένης, Λευκωσία) Η ΕΚ ΗΛΩΣΗ ΤΕΛΕΙ ΥΠΟ ΤΗΝ ΑΙΓΙ Α ΤΟΥ ΕΞΟΧΟΤΑΤΟΥ ΠΡΕΣΒΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑ ΟΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΚΟΥ ΗΛΙΑ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΥ
ΠΡOΓΡΑΜΜΑ 09:00-09:30 Προσέλευση 09:30-10:00 Χαιρετισμοί: - Πρέσβης της Ελλάδος στην Κύπρο, κος Ηλίας Φωτόπουλος - Υπουργός Μεταφορών Επικοινωνιών και Έργων, κος Μάριος Δημητριάδης - Διευθύντρια Τμήματος Αρχαιοτήτων, κα Μαρίνα Σολομίδου-Ιερωνυμίδου - Πρόεδρος Ε.Τ.Ε.Κ., κος Στέλιος Αχνιώτης - Διευθυντής Πολιτιστικών Υπηρεσιών, κος Παύλος Παρασκευάς - Πρόεδρος Κυπριακού ICOMOS, κος Χρύσανθος Πισσαρίδης Προεδρείο: Δρ. Μαρίνα Σολομίδου - Ιερωνυμίδου, Διευθύντρια Τμήματος Αρχαιοτήτων Αντωνία Θεοδοσίου, Αρχιτέκτονας και Μηχανικός Περιβάλλοντος, μέλος Δ.Σ. ICOMOS 10:00-10:20 Η εκπαίδευση ως αφετηρία για τη διεπιστημονική προσέγγιση στη συντήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς. Δρ. Στεφανία Χλουβεράκη, Καθηγήτρια Εφαρμογών, Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης Τ.Ε.Ι. Αθήνας. 10:20-10:40 Οι προκλήσεις στα έργα της διεύθυνσης συντήρησης αρχαίων και νεωτέρων μνημείων. Μαρία Μερτζάνη, Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων.
10:40-11:10 Η οικοδομική ιστορία της Ιεράς Μονής Δαφνίου. Φάσεις και επεμβάσεις. Νίκος Δεληνικόλας, Αρχιτέκτων Μηχανικός, Προϊστάμενος Τμήματος Μελετών Βυζαντινών Μνημείων επί τιμή. 11:10-11:40 Διάλειμμα: Καφές 11:40-12:10 Η αποκατάσταση του Καθολικού και των πτερύγων κελλιών της Μονής Δαφνίου: διεπιστημονική προσέγγιση, συνέργεια και αλληλοεπιμόρφωση. Δρ. Ανδρονίκη Μιλτιάδου, Πολιτικός Μηχανικός, Επίκουρος Καθηγήτρια, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών. 12:10-12:30 Η συντήρηση των εντοίχιων ψηφιδωτών της Μονής Δαφνίου. Ελισάβετ Αναματερού, Υπεύθυνη του Υποέργου Συντήρησης των Εντοίχιων ψηφιδωτών στην Ι. Μ. Δαφνίου, Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων. 12:30-13:00 Οι εργασίες στερέωσης των τειχών της Μονής Δαφνίου. Το έργο της 1ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, διεπιστημονική προσέγγιση στην πράξη. Βασιλική Παπαγεωργίου, Διεύθυνση Διαχείρισης Εθνικού Αρχείου Μνημείων, Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών, Προϊσταμένη της πρώην 1ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Δρ. Αργυρώ Καραμπερίδη, Εφορεία Αρχαιοτήτων Αθηνών, Τμήμα Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιολογικών Χώρων, Μνημείων Αρχαιογνωστικής Έρευνας και Μουσείων. 13:00-14:00 Συζήτηση
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΔΑΦΝΙΟΥ Η Mονή Δαφνίου είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου και βρίσκεται στη δυτική είσοδο του λεκανοπεδίου, στο μέσο περίπου της διαδρομής της Ιεράς Οδού, που οδηγεί από την Αθήνα στην Ελευσίνα, πιθανότατα στη θέση που παλαιότερα καταλάμβανε το Ιερό του Δαφναίου Απόλλωνα. Η ίδρυση του μεγάλου και πλούσιου αυτού καθιδρύματος φαίνεται ότι συνδέεται με κύκλους της αυτοκρατορικής αυλής, χωρίς ωστόσο να είναι γνωστή ούτε η ταυτότητα του κτήτορα, ούτε η ακριβής χρονολογία ίδρυσής του. Η Μονή προστατεύεται από ισχυρό οχυρωματικό περίβολο τετράγωνου σχήματος, στο κέντρο του οποίου δεσπόζει το Kαθολικό. Στο εσωτερικό του περιβόλου σώζεται επίσης συγκρότημα κελιών που διαμορφώνει εσωτερική αυλή στα νότια του ναού ενώ ξεχωρίζουν τα ερείπια της Τράπεζας στην βόρεια πλευρά του. Ερείπια του υπόλοιπου μοναστηριακού συγκροτήματος έχουν ανασκαφεί στο νότιο τμήμα του χώρου και κατά μήκος του περιβόλου. Το Καθολικό, σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη, χρονολογείται στο β μισό του 11ου αιώνα. Ανήκει στον αρχιτεκτονικό τύπο του ελληνικού ηπειρωτικού οκταγωνικού ναού. Παρεκκλήσια καταλαμβάνουν τους γωνιακούς χώρους του κτηρίου. Στα δυτικά υπάρχει επιμήκης νάρθηκας, ενώ κάτω από το ναό ανοίγεται υπόγεια θολωτή κρύπτη. Λίγο μεταγενέστερος είναι ο εξωνάρθηκας που προστέθηκε στα δυτικά με μορφή ανοιχτής στοάς. Η σημερινή μορφή του εξωνάρθηκα, με τα οξυκόρυφα τόξα στην πρόσοψη και τις επάλξεις στον όροφο, είναι αποτέλεσμα των εργασιών αποκατάστασης που, μετά από ισχυρό σεισμό, εκτέλεσαν οι Κιστερκιανοί μοναχοί, στους οποίους είχε παραχωρηθεί η Μονή το 1207 από τον Δούκα των Αθηνών, Όθωνα ντε λα Ρος. Η εσωτερική διακόσμηση του Καθολικού ακολουθούσε το γνωστό από επώνυμα κτήρια της Κωνσταντινούπολης διακοσμητικό σύστημα, με ορθομαρμαρώσεις και γλυπτό διάκοσμο στο κατώτερο τμήμα και ψηφιδωτά στα ανώτερα μέρη. Οι ψηφιδωτές παραστάσεις που κοσμούν το ναό αποτελούν κορυφαία έκφραση της βυζαντινής τέχνης. Χρονολογούνται στα τέλη του 11ου αιώνα. Στην τέχνη τους συνδυάζεται η υψηλή πνευματικότητα της χριστιανικής θρησκείας με ζωντανές αναμνήσεις από την ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα. Οι ραδινές μορφές, με τις σωστές αναλογίες και τις συγκρατημένες κινήσεις μεταφέρουν πρότυπα αρχαίων αγαλμάτων και αναγλύφων, όπως αυτά που σώζονταν στην Αθήνα
του 11ου αιώνα. Αδιαμφισβήτητη θεωρείται και η προέλευση του συνεργείου των ψηφοθετών από την Κωνσταντινούπολη, το σημαντικότερο καλλιτεχνικό κέντρο της εποχής και πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας. Το εικονογραφικό πρόγραμμα του ναού ακολουθεί το σχήμα που άρχισε να διαμορφώνεται στη βυζαντινή τέχνη από τον 9ο αιώνα, για να παγιωθεί στα επόμενα χρονικά μνημεία. Η μορφή του Χριστού Παντοκράτορα - Παντεπόπτη περιστοιχισμένου από προφήτες κυριαρχεί στο ανώτερο τμήμα του ναού, τον τρούλο. Στο χώρο του Ιερού εικονίζεται η βρεφοκρατούσα Θεοτόκος, πλαισιωμένη από τους αρχαγγέλους. Αφηγηματικές σκηνές από τη ζωή του Χριστού και της Παναγίας κοσμούν τις υπόλοιπες επιφάνειες του ναού, συνδέοντας τη διακόσμηση με το εκκλησιαστικό εορτολόγιο. Την αφήγηση συμπληρώνουν οι παραστάσεις του νάρθηκα με θέματα από τα Πάθη του Χριστού και τον Βίο της Παναγίας. Μεμονωμένες μορφές αγίων, ολόσωμων ή σε μετάλλια, καταλαμβάνουν τις υπόλοιπες επιφάνειες. Τον 17ο 18ο αιώνα, μετά την καταστροφή των ορθομαρμαρώσεων, ο διάκοσμος του Καθολικού συμπληρώθηκε με τοιχογραφημένες παραστάσεις στα κατωτέρα τμήματα του κυρίως ναού.
Μετά την κατάληψη της Αθήνας από τους Τούρκους το 1458 η Μονή αποδόθηκε και πάλι στους ορθοδόξους μοναχούς. Η λειτουργία της ως θρησκευτικού κέντρου έπαυσε μετά την Ελληνική Επανάσταση και την ίδρυση του Νεοελληνικού κράτους. Στη συνέχεια και αφού για μικρό χρονικό διάστημα λειτούργησε ως στρατώνας και ψυχιατρείο, ανέλαβε την φροντίδα της η Αρχαιολογική Υπηρεσία. Πλέον, και μετά από ένα ευρύ πρόγραμμα εργασιών αποκατάστασης του μνημείου και συντήρησης των ψηφιδωτών, αποτελεί επισκέψιμο μνημείο και οργανωμένο αρχαιολογικό χώρο. Το 1990, η Μονή Δαφνίου, μαζί με τη Μονή Οσίου Λουκά Φωκίδας και τη Νέα Μονή της Χίου, εντάχθηκαν ως σειριακή εγγραφή στον Κατάλογο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς (WHL) της UNESCO, καθώς αποτελούν εξέχοντα δείγματα μοναστηριακών συγκροτημάτων της μεσοβυζαντινής περιόδου, ανήκουν στον ίδιο αρχιτεκτονικό τύπο του ελλαδικού οκταγωνικού ναού και κοσμούνται με πολυτελείς ορθομαρμαρώσεις, γλυπτά και ψηφιδωτά υψηλής τέχνης που αντανακλούν τις τάσεις της τέχνης της Κωνσταντινούπολης, αποτέλεσαν δε το πρότυπο για μία σειρά σημαντικών μνημείων στον ελλαδικό χώρο.
ΠΕΡΙΛΗΨΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΟΜΑ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ ΟΜΙΛΗΤΏΝ Η εκπαίδευση ως αφετηρία για την διεπιστημονική προσέγγιση στην συντήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς. Στεφανία Χλουβεράκη Καθηγήτρια Εφαρμογών Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης Τ.Ε.Ι. Αθήνας. Ήδη από το 1974 ο Καθ. Phillipot διατύπωσε προτάσεις για τη διαμόρφωση κατάλληλων εκπαιδευτικών προγραμμάτων εξειδίκευσης στη συντήρηση. Η προσπάθεια αυτή ήταν καινοτόμα στο να προσδιορίσει το μαθησιακό περιεχόμενο βάσει των ειδικοτήτων που εμπλέκονται στη συντήρηση της ακίνητης πολιτιστικής κληρονομιάς, προάγοντας έτσι μια ολιστική και διεπιστημονική προσέγγιση. Το 1993 το ICOMOS εξέδωσε οδηγίες για την εκπαίδευση στη συντήρηση μνημείων όπου τονίζεται η ανάγκη για μια ολιστική προσέγγιση της πολιτιστικής κληρονομιάς, βασισμένη στον πολιτιστικό πλουραλισμό και την πολυμορφία. Στη σύγχρονη εκπαίδευση, στο χώρο της συντήρησης αρχαιοτήτων επιχειρείται η ολιστική προσέγγιση της γνώσης και η σύνδεσή της με την κοινωνία μέσω της διεπιστημονικής διερεύνησης θεμάτων. Τα προγράμματα σπουδών εστιάζουν στο μαθησιακό στόχο, αντλούν γνώσεις από διαφορετικούς επιστημονικούς χώρους και καλλιεργούν ικανότητες και δεξιότητες εμπλέκοντας εκπαιδευτικούς από διαφορετικές ειδικότητες. Οι διδάσκοντες λειτουργούν σαν μια ομάδα συνεργασίας και διερευνούν όλες τις πτυχές ενός προβλήματος, προάγοντας έτσι την διεπιστημονική προσέγγιση και προετοιμάζοντας τους σπουδαστές για την ένταξή τους σε ομάδες εργασίας. Η Δρ. Στεφανία Χλουβεράκη σπούδασε στο Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης του Τ.Ε.Ι. Αθήνας και εκπόνησε τη διδακτορική της διατριβή στο Institute of Archaeology, University College London, όπου μελέτησε τις λίθινες διακοσμητικές επενδύσεις των Μινωικών Ανακτόρων. Από το 1993 έχει οργανώσει και επιβλέψει προγράμματα εφαρμογής και εκπαίδευσης στη συντήρηση ψηφιδωτών και αρχαιολογικών χώρων στην Ιορδανία και τη Συρία, ενώ από το 1997 μέχρι το 2014 ήταν επικεφαλής του Εργαστηρίου Συντήρησης W.D.E. Coulson INSTAP-EC. Από το 2007 διδάσκει Συντήρηση Ψηφιδωτών στο Τ.Ε.Ι. Αθήνας. Είναι μέλος του Συμβουλίου της Διεθνούς Επιτροπής για τη Συντήρηση Ψηφιδωτών (ICCM) από το 2008 και αντιπρόεδρος από το 2014.
Οι προκλήσεις στα έργα της Διεύθυνσης Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων. Μαρία Μερτζάνη Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων. Η Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων με βασικά εργαλεία το ανθρώπινο επιστημονικό δυναμικό της και την προηγούμενη εμπειρία σε ευρωπαϊκά προγράμματα, υλοποίησε το χρονικό διάστημα 2011-2015, 21 έργα και υποέργα ΕΣΠΑ σε όλη την Ελλάδα με τη μέθοδο της αρχαιολογικής αυτεπιστασίας. Σημαντική ήταν η συνεργασία της με άλλες υπηρεσίες του Υπουργείου σε όλα τα επίπεδα εκτέλεσης και προγραμματισμού. Στα έργα αυτά εφαρμόσθηκε μεθοδολογία διεπιστημονικού χαρακτήρα καθώς και αρχές που διέπουν την επιστήμη της συντήρησης σε όλες τις κατηγορίες των μνημείων. Στην ομιλία, παρουσιάζονται οι προκλήσεις στην εκτέλεση έργων με διεπιστημονικό χαρακτήρα, μέσα σε αυστηρό χρονοδιάγραμμα και διαχειριστική γραφειοκρατία. Η Μαρία Μερτζάνη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1967. Σπούδασε Συντήρηση Αρχαιοτήτων στο Ινστιτούτο Αρχαιολογίας (UCL) στο Λονδίνο, ενώ αργότερα συνέχισε τις σπουδές της σε μεταπτυχιακό επίπεδο, στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Από το 1995 εργάστηκε ως Σύμβουλος της UNESCO στη συλλογή ισλαμικών αντικειμένων Al Sabah στο Κουβέιτ. Στη συνέχεια εργάστηκε ως εργαστηριακός συνεργάτης στο Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης του Τ.Ε.Ι. Αθήνας, συμμετείχε σε πολλά ερευνητικά προγράμματα καθώς και σε ανασκαφές στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Από το 2005 είναι μόνιμη υπάλληλος του Ελληνικού Υπουργείου Πολιτισμού, όπου υπηρέτησε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης και τη Γ ΕΠΚΑ. Από τον Ιούλιο του 2014 είναι Προϊσταμένη στη Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων.
Η οικοδομική ιστορία της Ι. Μονής Δαφνίου. Φάσεις και επεμβάσεις. Νίκος Δεληνικόλας Αρχιτέκτων Μηχανικός, Προϊστάμενος Τμήματος Μελετών Βυζαντινών Μνημείων επί τιμή, Διεύθυνση Αναστήλωσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων. Από το σεισμό του 1999, οι έρευνες στη Μονή Δαφνίου, τεχνολογικής, αρχαιολογικής και αισθητικής φύσεως, είτε σύντομες όπως υλικών και ανασκαφικές, οπτικής ταύτισης κονιαμάτων και τρόπων δόμησης, είτε μακροχρόνιες και συνεχιζόμενες, όπως της ενόργανης παρακολούθησης του φορέα του Καθολικού, υπήρξαν οι ελάχιστες δυνατές και πάντα εξαρτημένες από το στόχο της διάσωσης και της αποκατάστασης του συγκροτήματος και όχι της αναζήτησης απαντήσεων στα ευρύτερα ερωτήματα ιστορικής τεκμηρίωσής του. Εν τούτοις, αρκετά στοιχεία ήρθαν στο φως και απαντήσεις δόθηκαν σε παλιά ερωτήματα, διευρύνοντας την έρευνα σε ένα πιο γόνιμο έδαφος. Ορισμένες από αυτές τις νέες απαντήσεις θα παρουσιάσουμε επιγραμματικά, με άξονα τις διαδοχικές περιπέτειες και την οικοδομική ιστορία, όπως προέκυψαν ανιχνεύοντας την ιστορική παθολογία των κτισμάτων, δηλαδή τις αλλοιώσεις και ανοικοδομήσεις μετά από βλάβες προερχόμενες από ποικίλα αίτια, με σημαντικότερα τους σεισμούς και τις εχθρικές ενέργειες. Η περιοχή του Δαφνίου αποτελεί γεωλογικό ρήγμα και πέρασμα μέσα από το όρος Αιγάλεω. Είναι η κύρια χερσαία είσοδος στο λεκανοπέδιο των Αθηνών και επομένως το συγκρότημα του Δαφνιού, Οχυρό και Μοναστήρι, υποδεχόταν πρώτο τους ειρηνικούς ταξιδιώτες, αλλά και πρώτο υπέμενε την επιθετικότητα των εισβολέων. Ο Νίκος Δεληνικόλας είναι Αρχιτέκτων Μηχανικός (Ε.Μ.Π. 1977). Κατά τα έτη 1973-2008 απασχολήθηκε στους πέντε νομούς ευθύνης της 1ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων του Υπουργείου Πολιτισμού. Συμμετείχε σε όλο το εύρος αντικειμένων της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και ειδικότερα στην προστασία ιστορικών οικισμών και περιβάλλοντος, στην διενέργεια και τεκμηρίωση ανασκαφών, στην μελέτη και εκτέλεση αποκατάστασης μνημείων και συνόλων, στην μελέτη και εφαρμογή επανεκθέσεων αρχαιοτήτων. Την περίοδο 2008-2011 υπήρξε Προϊστάμενος Μελετών Βυζαντινών Μνημείων της Διεύθυνσης Αναστήλωσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων. Σε όλη την διάρκεια της θητείας του, αλλά και μετά την συνταξιοδότησή του, συμμετέχει στην σύνταξη μελετών και την επίβλεψη των έργων της Ιεράς Μονής Δαφνίου. Έχει συγγράψει επιστημονικές εργασίες και έχει συμμετάσχει σαν εκπαιδευτής σε Σεμινάρια Αναστήλωσης του Τεχνικού Επιμελητηρίου.
Η αποκατάσταση του Καθολικού και των πτερύγων κελλιών της Μονής Δαφνίου: διεπιστημονική προσέγγιση, συνέργεια και αλληλοεπιμόρφωση. Ανδρονίκη Μιλτιάδου Δρ. Πολιτικός Μηχανικός, Επίκουρος Καθηγήτρια, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών. Λόγω των σοβαρών βλαβών που προκλήθηκαν στην Ι.Μ. Δαφνίου από το σεισμό των Αθηνών της 7ης Σεπτεμβρίου 1999, κατέστη αναγκαία η πραγματοποίηση μεγάλης κλίμακας εργασιών στερέωσης, αποκατάστασης και συντήρησης, που περιελάμβαναν όχι μόνον το Καθολικό και τα μεγάλης τέχνης εντοίχια ψηφιδωτά του, αλλά και τα κτήρια του εσωτερικού περιβόλου,τον εξωτερικό περίβολο και όλα τα ερειπωμένα κτίσματα. Για το σκοπό αυτό, πραγματοποιήθηκαν από τις συναρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού σταδιακά όλες οι αναγκαίες διεπιστημονικές έρευνες, τεκμηριώσεις και μελέτες, σε συνεργασία, όπου απαιτήθηκε, με τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα και άλλους ερευνητικούς φορείς της ημεδαπής και αλλοδαπής, ώστε σήμερα, δεκαεπτά χρόνια μετά το σεισμό, να έχουν ολοκληρωθεί σε μεγάλο βαθμό τα έργα αποκατάστασης και συντήρησης αυτού του Μνημείου Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Στην ομιλία αυτή θα παρουσιασθούν συνοπτικά οι διεπιστημονικές μελέτες, έρευνες και εργασίες αποκατάστασης των πτερύγων κελλιών και του Καθολικού της Μονής. Έμφαση θα δοθεί στη διεπιστημονική συνεργασία στην πράξη, από την επομένη του σεισμού μέχρι σήμερα,για την εξεύρεση της βέλτιστης λύσης αντιμετώπισης των δύσκολων θεμάτων στερέωσης, αποκατάστασης και συντήρησης του μνημείου, καθώς επίσης στη σημασία της υιοθέτησης της σταδιακής εκπόνησης μελετών και εκτέλεσης εργασιών. Καθοριστική είναι πάντα η όσμωση που αναπτύσσεται ανάμεσα στις διάφορες ειδικότητες του επιστημονικού αλλά και του εργατοτεχνικού προσωπικού, μέσω της συνεχούς ανταλλαγής απόψεων και αλληλοεπιμόρφωσης από το γραφείο και το εργαστήριο μέχρι το εργοτάξιο. Η Ανδρονίκη Μιλτιάδου είναι Διπλωματούχος Πολιτικός Μηχανικός (Ε.Μ.Π., 1978), κατέχει Master of Arts in Conservation Studies (IAAS, University of York, 1986) ενώ είναι Διδάκτωρ της École Nationale des Ponts et Chaussées του Παρισιού (1990). Από τα τέλη του 2015 είναι Επίκουρος Καθηγήτρια στη Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Ε.Μ.Π. Από το 1991 διδάσκει στο
«Raymond Lemaire International Centre for Conservation» του Καθολικού Πανεπιστημίου, της Leuven του Βελγίου και από το 1998 στο Διατμηματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Προστασία Μνημείων» του Ε.Μ.Π. Την περίοδο 2008-2013 υπήρξε Επίκουρος Καθηγήτρια με το ΠΔ/407 στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Πανεπιστημίου της Πάτρας. Aπό το 1980 έως το 2015, εργάστηκε στο Υπουργείο Πολιτισμού. Διετέλεσε Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Τεχνικών Ερευνών Αναστήλωσης (η οποία δημιουργήθηκε με δική της πρωτοβουλία), της Διεύθυνσης Μελετών Μουσείων και Πολιτιστικών Κτηρίων και της Ειδικής Υπηρεσίας Προβολής και Αξιοποίησης της Πολιτιστικής Κληρονομιάς και Σύγχρονης Δημιουργίας. Έχει εκπονήσει μελέτες και επιβλέψει εργασίες στερέωσης και αποκατάστασης πολλών σημαντικών μνημείων και ιστορικών κτηρίων. Έχει επίσης αναπτύξει την έρευνα σε θέματα διερεύνησης της μηχανικής συμπεριφοράς της τοιχοποιίας πριν και μετά από επεμβάσεις (υλικά και τρόπος δομήσεως, μέθοδοι και τεχνικές επισκευής και ενίσχυσής τους, επί τόπου διερευνητικές εργασίες για τον εντοπισμό αφανών στοιχείων και για την αποτίμηση της αποτελεσματικότητας των επεμβάσεων κ.λπ.). Είναι συγγραφέας πολλών επιστημονικών εργασιών επί των θεμάτων αυτών. Μέλος της Διεθνούς Επιτροπής του ICOMOS για την Ανάλυση και Δομητική Αποκατάσταση της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς (ISCARSAH), από την ίδρυσή της (1996) έως σήμερα. Η συντήρηση των εντοίχιων ψηφιδωτών της Μονής Δαφνίου. Ελισάβετ Αναματερού Υπεύθυνη του Υποέργου Συντήρησης των Εντοίχιων ψηφιδωτών στην Ι. Μ. Δαφνίου, Διεύθυνσης Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων. Ο σεισμός του 1999 στην Αθήνα προκάλεσε σοβαρές ζημιές στην Ι.Μ. Δαφνίου και στον ψηφιδωτό διάκοσμο (192 τ.μ.), στάθηκε όμως η αφορμή να ενεργοποιηθεί η αρχή ενός προγράματος που συγχρηματοδοτήθηκε από το Ελληνικό Κράτος και την Ευρωπαϊκή Ένωση, για μια ολιστική προσέγγιση ως προς την αναστήλωση και συντήρηση του μνημείου και των ψηφιδωτών. Μέσα στους αιώνες, τα ψηφιδωτά του Καθολικού έχουν υποστεί την καταπόνηση από διάφορους σεισμούς, με αποτέλεσμα να απολεσθεί ένα μεγάλο μέρος τους. Αρκετές προσπάθειες συντήρησης πρέπει να έγιναν σε διάφορες περιόδους και ειδικότερα από τα τέλη του 19ου αι.
Το παρόν πρόγραμμα σχεδιάστηκε και πραγματοποιήθηκε σε τρεις φάσεις. Η πρώτη φάση περιλάμβανε τα πρώτα σωστικά μέτρα, για να περιοριστούν οι απώλειες, ενώ συγχρόνως ξεκίνησε λεπτομερής τεκμηρίωση της παθολογίας και των παλαιότερων επεμβάσεων. Στη δεύτερη φάση, έγιναν ερευνητικά προγράμματα που περιλάμβαναν την φωτογραμμετρική αποτύπωση των ψηφιδωτών, διερευνήθηκαν τα κονιάματα δομής και εξετάστηκαν οι πρώτες ύλες και συνθέσεις των υλικών επέμβασης (κονιάματα και ενέματα). Παράλληλα, αναπτύχθηκε ο κατάλληλος εξοπλισμός για την πλήρωση των κενών στα υποστρώματα των ψηφιδωτών. Η τρίτη φάση ήταν ουσιαστικά η συντήρηση των ψηφιδωτών, η οποία έχει ολοκληρωθεί πλέον, με εξαίρεση τις ψηφιδωτές παραστάσεις των τεσσάρων μικρών τόξων που υποβαστάζουν τον τρούλλο, συνολικής επιφάνειας 13,3 τ.μ. Η ανακοίνωση διαπραγματεύεται τη στρατηγική των επεμβάσεων και παραθέτει την πρόταση για την έκθεση των τεσσάρων παραστάσεων των τεσσάρων μικρών τόξων. Η Ελισάβετ-Αγγελική Αναματερού είναι υπεύθυνη του Εργαστηρίου Συντήρησης Ψηφιδωτού στην Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων. Γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1963. Σπούδασε Συντήρηση Κεραμικών στο Instituto per l Arte e Restauro στη Φλωρεντία της Ιταλίας. Το 1995 αποφοίτησε από το τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης της ΣΓΤΚΣ του Τ.Ε.Ι. Αθήνας. Από το 1987 έως και σήμερα έχει εργαστεί σε πολυάριθμα προγράμματα συντήρησης ψηφιδωτών σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας. Από το 1995 ως μόνιμη υπάλληλος στη Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων, αναλαμβάνει καθήκοντα στη Μονή Δαφνίου. Από το 2001 μέχρι το 2011 διετέλεσε εργαστηριακός συνεργάτης στο μάθημα της συντήρησης του ψηφιδωτού στα Τ.Ε.Ι. Αθήνας. Το 2010 ορίστηκε υπεύθυνη συντήρησης των εντοιχίων ψηφιδωτών της Μονής Δαφνίου. Από τον Αύγουστο του 2010 μέχρι τον Αύγουστο του 2014 διετέλεσε Προϊσταμένη στο Τμήμα Συντήρησης Προϊστορικών, Κλασσικών, Ελληνιστικών και Ρωμαϊκών Αρχαιοτήτων και από τον Αύγουστο του 2014 μέχρι τον Οκτώβριο του 2014 υπήρξε Προϊσταμένη στο Τμήμα Συντήρησης Νεωτέρων και Σύγχρονων Μνημείων καθώς και αντικειμένων Λαϊκού Πολιτισμού. Έχει συμμετάσχει με εισηγήσεις και δημοσιεύσεις σε συνέδρια και ημερίδες με αντικείμενο τη συντήρηση του ψηφιδωτού. Έχει επίσης εργαστεί στην οργάνωση και υλοποίηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων που απευθύνονται στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, καθώς και σε θεραπευτικές κοινότητες.
Οι εργασίες στερέωσης των τειχών της Μονής Δαφνίου. Το έργο της 1ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, διεπιστημονική προσέγγιση στην πράξη. Βασιλική Παπαγεωργίου Δ/νση Διαχείρισης Εθνικού Αρχείου Μνημείων, Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών, Προϊσταμένη της πρώην 1ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Αργυρώ Καραμπερίδη Εφορεία Αρχαιοτήτων Αθηνών, Τμήμα Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιολογικών χώρων, Μνημείων Αρχαιογνωστικής Έρευνας και Μουσείων. Κατά την περίοδο 2011-2014, η 1η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, με χρηματοδότηση από το «Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο Αναφοράς» (ΕΣΠΑ) εκτέλεσε με την μέθοδο της αυτεπιστασίας το έργο «Αποκατάσταση μεγάλου περίβολου της Ι.Μ. Δαφνίου, A φάση». Το έργο αποτελεί την πρώτη, προπαρασκευαστική φάση μιας συνολικότερης επέμβασης και κύριο σκοπό είχε την άρση των ιδιαίτερα επικίνδυνων ετοιμορροπιών, την απομάκρυνση όλων των νεωτερικών επεμβάσεων που επιβάρυναν αισθητικά και στατικά το μνημείο, καθώς και πιλοτικές εφαρμογές στερεώσεων και αποκαταστάσεων, προκειμένου να καταστεί δυνατή η ολοκληρωμένη επέμβαση αποκατάστασης των τειχών σε δεύτερη φάση. Το έργο αποτελεί παράδειγμα διεπιστημονικής συνεργασίας, καθώς για την επιτυχή ολοκλήρωσή του συνέβαλαν ποικιλοτρόπως επιστήμονες διαφόρων ειδικοτήτων, καθώς και εξειδικευμένο τεχνικό και εργατικό προσωπικό. Παράλληλα, η 1η ΕΒΑ, ως Υπηρεσία με αρμοδιότητά τη συνολική διαχείριση του μνημείου, διαμόρφωσε δομές και αντιμετώπισε τις δυσκολίες της λειτουργίας του χώρου ως ανοιχτό επισκέψιμο εργοτάξιο, ενώ συμμετείχε στην εποπτεία των λοιπών έργων που βρίσκονταν σε εξέλιξη. Η Βασιλική Παπαγεωργίου είναι Αρχαιολόγος, απόφοιτος του Τμήματος Ιστορίας-Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (1991 Κατεύθυνση Αρχαιολογία και Ιστορία Τέχνης, 1994 Κατεύθυνση Ιστορία). Είναι κάτοχος διατμηματικού μεταπτυχιακού διπλώματος Βυζαντινών Σπουδών της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων (2001). Από το 1993 εργάζεται στο Υπουργείο Πολιτισμού
και Αθλητισμού, μετά από επιτυχή συμμετοχή στον ειδικό διαγωνισμό της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Έχει υπηρετήσει στην 5η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Σπάρτης, στην 8η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων, στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου, στην 1η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Αθηνών, της οποίας διετέλεσε και Διευθύντρια κατά τα έτη 2011-2014. Από το 2014 είναι Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Διαχείρισης Εθνικού Αρχείου Μνημείων, Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών. Έχει υλοποιήσει ανασκαφές σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, έχει συμμετάσχει σε πολλά έργα αναστήλωσης μνημείων και έχει ασχοληθεί με οργάνωση μουσείων, μόνιμων και περιοδικών εκθέσεων. Επιστημονικά έχει ασχοληθεί με θέματα που άπτονται της βυζαντινής αρχαιολογίας και τέχνης (τοπογραφία Αιτωλοακαρνανίας και Αττικής, ανασκαφικά ευρήματα, κ.α.). Έχει οριστεί μέλος πολλών επιτροπών και έχει ασχοληθεί με το θεσμικό και νομικό πλαίσιο λειτουργίας του Υπουργείου Πολιτισμού. H Αργυρώ Καραμπερίδη είναι Αρχαιολόγος, απόφοιτος του Τμήματος Ιστορίας- Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων (1990). Είναι κάτοχος διδακτορικού διπλώματος του ίδιου Πανεπιστημίου (2006). Από το 1992 εργάζεται στο Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, μετά από επιτυχή συμμετοχή στον ειδικό διαγωνισμό της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Έχει υπηρετήσει στην 9η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Θεσσαλονίκης, στην 8η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων, στην 1η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Αθηνών. Από το 2014 είναι Προϊσταμένη του Τμήματος Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιολογικών Χώρων, Μνημείων, Αρχαιογνωστικής Έρευνας και Μουσείων, καθώς και αναπληρώτρια Διευθύντρια της Εφορείας Αρχαιοτήτων Αθηνών. Έχει ασχοληθεί επιστημονικά και έχει συγγράψει μελέτες και άρθρα με θέματα που άπτονται της βυζαντινής και μεταβυζαντινής Αρχαιολογίας και Τέχνης (βυζαντινή και μεταβυζαντινή ζωγραφική, αρχιτεκτονική, ανασκαφικά ευρήματα, παλαιοχριστιανικά ψηφιδωτά κ.α.). Της έχει απονεμηθεί το «Έπαθλο Μαρίας Θεοχάρη» (ΧΑΕ 2011) για το έργο της. «Η Μονή Πατέρων και η ζωγραφική του 16ου και 17ου αι. στην περιοχή της Ζίτσας Ιωαννίνων», Ιωάννινα 2009.
info@ icomos.org.cy ΣΥΝΔΙΟΡΓΑΝΩΤΕΣ: ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΗΣ: Η εκδήλωση τελεί υπό την αιγίδα του εξοχότατου Πρέσβη της Ελλάδος στην Κύπρο κου Ηλία Φωτόπουλου.