Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Ποιος θυμάται την επανάσταση; Θανάσης Τσεκούρας

Σχετικά έγγραφα
ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΦΑΚΕΛΟΣ ΟΙ ΚΟΜΜΑΤΙΚΕΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

Κεφάλαιο και κράτος: Από τα Grundrisse στο Κεφάλαιο και πίσω πάλι

Τρίτη (Κοµµουνιστική) ιεθνής εύτερο Συνέδριο ΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΣΜΟ Κοµµουνιστική Αποχική Φράξια του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόµµατος

Αθήνα, 4 Φεβρουαρίου 2013 ΝΟΕΣ ΔΟΕΣ ΤΟΕΣ ΝΟΕΣ ΑΠΟΔΗΜΟΥ. Γραφείο Προέδρου Γραφείο Γενικού Δ/ντή. Συντρόφισσες, σύντροφοι

Η κρίση της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων Η ιταλική και γερμανική ενοποίηση. Φύλλο Εργασίας

Λεωνιδας ΚυρΚος. Η δυναμική της ανανέωσης

ENA, Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών Ζαλοκώστα 8, 2ος όροφος T enainstitute.org

Ενότητα 13 - Κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις της βιομηχανικής επανάστασης

ζωή για τη δική της ευδαιμονία. Μας κληροδοτεί για το μέλλον προοπτικές χειρότερες από το παρελθόν. Αυτό συμβαίνει για πρώτη φορά.

Η ΡΩΣΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ - I ΡΥΣΗ ΚΑΙ ΕΞEΛΙΞΗ ΤΗΣ ΣΟΒΙΕΤΙΚHΣ EΝΩΣΗΣ

ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗΝ ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ: ΑΝΑΜΕΝΟΝΤΑΣ ΤΗ ΝΕΑ ΕΠΙΘΕΣΗ

ΔΙΑΦΟΡΑ ΤΜΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ

Σύντομη ανάλυση εκλογικού αποτελέσματος Σεπτεμβρίου 2015

Φορείς των νέων ιδεών ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΙ ΥΠΟΨΗΦΙΟΙ

χρεωκοπημένες πολιτικές τους...

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

«Τα Βήματα του Εστερναχ»

Συνέντευξη στη «Χώρα της Κυριακής» Συνέντευξη Τηλέμαχου Χυτήρη στη «Χώρα της Κυριακής»

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Το εργατικό κίνημα απέναντι στην κρίση Φραντζέσκος Φατούρος

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Σελ. ΠΡΟΛΟΓΟΣ... ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ... ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Σας ευχαριστώ για την πρόσκληση, χαιρετίζω την συνάντηση αυτή που γίνεται ενόψει της ανάληψης της Προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τη χώρα μου.

ΚΟΙΝΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ

Ανάλυση Πολιτικού Λόγου

ΣΗΜΕΙΑ ΟΜΙΛΙΑΣ ΓΙΩΡΓΟΥ Α. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΣΤΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ (ΛΙΣΑΒΟΝΑ, 4 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2013)

e-seminars Διοικώ 1 Επαγγελματική Βελτίωση Seminars & Consulting, Παναγιώτης Γ. Ρεγκούκος, Σύμβουλος Επιχειρήσεων Εισηγητής Ειδικών Σεμιναρίων

Β. Ι. Λένιν

12 Ο ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΑΚΡΟΔΕΞΙΑΣ

Εργατική Πρωτομαγιά: Δεν είναι αργία, είναι ΑΠΕΡΓΙΑ!

Σήμερα ξεκινάμε. Ξεκινάμε μια δύσκολη προσπάθεια υπό. αντίξοες συνθήκες, μια προσπάθεια αναγκαία, απαραίτητη,

ΠΕΑΕΑ 15/10/ ΔΣΕ

Σήμερα, ακούστηκε η φωνή του Έλληνα, η φωνή της Ελληνίδας.

Εισήγηση 21 θέσεων του Λένιν.

8 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΑΠΟ ΣΤΕΛΕΧΗ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΗΣ ΠΛΑΤΦΟΡΜΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΗΣ Κ.Ε. ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση H ενιαιομετωπική πολιτική συμμαχιών και ο ρόλος της ριζοσπαστικής Αριστεράς Δημήτρης Α. Κατσορίδας

Στη συνείδηση όλων μας μένει η πρωτομαγιά των εργατών στο Σικάγο, το1886, που τρία χρόνια αργότερα, το 1889, καθιερώθηκε ως διεθνής εργατική γιορτή.

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Το κράτος του ΠΑΣΟΚ και η εργατική τάξη Πέτρος Λινάρδος Ρυλμόν

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗΝ ΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ. Γ. ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 20ο ΑΙΩΝΑ

ΕΥΡΩΕΚΛΟΓΕΣ 2014: Η ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ

Διεθνής συνάντηση Η ΕΥΡΩΠΗ ΣΕ ΚΡΙΣΗ, RProject, 4/11/2016: Για μια στρατηγική υπέρ της εργασίας μέσα στην κρίση

Παρέμβαση Γιάννου Παπαντωνίου στην εκδήλωση με θέμα : «Αριστερά και Μεταρρυθμίσεις»

1) Σχετικά με την έννοια του ιμπεριαλισμού: Το ΚΚΕ αντιμετωπίζει αυτήν την έννοια, όπως την έχει

ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

Συντρόφισσες και σύντροφοι, φίλες και φίλοι,

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο. Αρχές Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων ΚΑΖΑΚΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑ, ΠΕ09 ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ

Μία από τις πιο επαναστατικές ιδέες των καιρών μας, υπήρξε η Τοπική Αυτοδιοίκηση.

ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ: Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΝΙΣΟΤΗΤΩΝ

2 ο Σεμινάριο ΕΓΚΥΡΗ ΠΡΑΞΗ & ΣΥΝΟΧΗ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ. Δίκτυο σχολείων για τη μη-βία

Καθοδηγόντας την ανάπτυξη: αγορές εναντίον ελέγχων. Δύο διαφορετικά συστήματα καθοδήγησης της ανάπτυξης εκ μέρους της αγοράς:

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Κομμουνισμός και Φιλοσοφία. Η θεωρητική περιπέτεια του Λουί Αλτουσέρ Παναγιώτης Σωτήρης

Κας. ΜΑΡΙΕΤΤΑΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ

Η λαϊκή άνοιξη του και οι αιτίες της ήττας.

Η Γαλλική επανάσταση ( )

Η εκδήλωση αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία σήμερα που επιχειρείται όλο και πιο έντονα η διαστρέβλωση και το ξαναγράψιμο της ιστορίας του Δευτέρου

NON PAPER ΤΟΜΕΑΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ ΑΛΛΑΓΗΣ

H φιλοσοφία γίνεται εύκολα μια νοσταλγική άσκηση. Άλλωστε, η σύγχρονη φιλοσοφία έχει την τάση να προβάλλει αυτή τη νοσταλγία. Σχεδόν πάντα, δηλώνει

Κοινωνιολογία του Πολιτισμού

Η ΚΡΙΣΗ ΞΕΠΕΡΑΣΤΗΚΕ ΚΑΘΩΣ ΛΕΝΕ;

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Mea culpa (?) Γιώργος Η. Οικονομάκης

Τι είναι ρεβιζιονισμός;

Απασχόληση και πολιτισµός, πυλώνες κοινωνικής συνοχής και ένταξης των µεταναστών για µια βιώσιµη Ευρώπη

ΕΝΩΣΗ ΝΟΜΑΡΧΙΑΚΩΝ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΕΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ ΟΜΙΛΙΑ ΜΕΛΟΥΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΤΟΥ ΣY.ΡΙΖ.Α.

Ι. Πανάρετος.: Καλησπέρα κυρία Γουδέλη, καλησπέρα κύριε Ρουμπάνη.

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ

Γεωργία Καζάκου, ΠΕ09. Οικονομολόγος. Πολιτική Παιδεία. Β Τάξη Γενικού Λυκείου

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ

Ευρωπαϊκή Ένωση. ΓΙΑΝΝΗΣ Ι. ΠΑΣΣΑΣ, MED ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΑ «ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ» 30 Σεπτεμβρίου Α. ΚΕΙΜΕΝΟ [Η πολιτική Ευρώπη]

ΕΛΛΑΔΑ ΕΘΝΙΚΟ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ

ΤΟΠΟΣ Επιστημονικές Εκδόσεις

Χαιρετισμός Ghassan Ghosn Γενικός Γραμματέας Διεθνούς Συνομοσπονδίας Αραβικών Συνδικάτων.

Συνέντευξη του Τηλέμαχου Χυτήρη στην εφημερίδα «Θεσσαλονίκη»

ΕΚΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ

Κώστας Σημίτης Ομιλία στην εκδήλωση για την αίτηση ένταξης της Ελλάδας στο Ευρώ

ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ ΓΕΝΙΚΑ ΟΡΙΣΜΟΣ ΑΙΤΙΑ

Η ΚΙΝΑ ΣΤΟΝ 21 Ο ΑΙΩΝΑ: ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗΣ

Αντιμετώπιση και Διαχείριση των Προβλημάτων στην Σύγχρονη Καθημερινή Πραγματικότητα

hp?f=176&t=5198&start=10#p69404

Κοινή Γνώμη. Κολέγιο CDA ΔΗΣ 110 Κομμωτική Καρολίνα Κυπριανού 11/02/2015

Μήπως το ίδιο γίνεται και στην Ελλάδα, έστω και υπό ιδιόμορφες συνθήκες; Γιατί εδώ και ένα χρόνο συγκυβερνάτε;

ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ (ΝΕΟ ΣΥΣΤΗΜΑ) ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΠΑΛΑΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ) ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2016

«Η πρόκληση της αλλαγής του κράτους σήµερα»

Η αξιολόγησή τους δε θα γίνει και δική μας!

Πανελλαδική πολιτική έρευνα γνώμης ΠΕΙΡΑΙΑΣ Μάρτιος 200 Μάρτιος 2008 Έρευνα 11-13/3

Παίρνουμε όλοι μέρος στις εκλογές του ΠΑΣΕ VODAFONE στις 14,15 και 16 Μαρτίου Ψηφίζουμε ΤΑΞΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ Δυναμώνουμε το ΠΑΜΕ

ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΚΑΙ ΕΞΟΥΣΙΑ

Ευρωεκλογές 2014: νέα δεδομένα νέοι διαχωρισμοί

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Δημοτικές εκλογές και κοινωνική πόλωση Συντακτική επιτροπή

Εισηγητής Δρ. Αβραάμ Παπασταθόπουλος. Δρ. Αβραάμ Παπασταθόπουλος

3. Να εξηγήσετε γιατί η αστική επανάσταση δεν κατόρθωσε να επιβληθεί και να οδηγήσει τη Ρωσία σ ένα φιλελεύθερο δηµοκρατικό πολίτευµα.

Κατά τη γνώμη σας βγαίνει το Πρόγραμμα;

Ενότητα 20 - Από την έξωση του Όθωνα (1862) έως το κίνημα στο Γουδί (1909) Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η άφιξη του βασιλιά Γεωργίου του Α.

Η λειτουργία της σύγχρονης επιχείρησης έχει τρεις πυλώνες αναφοράς: την εταιρική

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Οι πολιτικές συνέπειες του οικονομισμού Δημήτρης Μπελαντής

Ομιλία της υπουργού Εξωτερικών, κυρίας Ντόρας Μπακογιάννη, στην παρουσίαση του βιβλίου

Ευκαιρίες για την επιχειρηματικότητα μικρής κλίμακας

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Από τη «συντριβή της κρατικής μηχανής» στην «κρίση και μετεξέλιξη του κράτους» Γιάννης Μηλιός

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΑ

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

Transcript:

του Θανάση Τσεκούρα 1960: «Ο μαρξισμός είναι η αξεπέραστη φιλοσοφία της εποχής μας» (Ζ.Π. Σαρτρ) 1979: «Η έκρηξη του Μάη, τελικά πραγματοποίησε το αντίθετο απ' ό,τι σκόπευσε. Αν δεν υπήρχε ο Μάης, η αστική τάξη έπρεπε να τον εφεύρει». (Ρ. Ντεμπρέ). Δυο φράσεις αφορισμοί, δυο δεκαετίες, δυο καταστάσεις αντίθετες. Τα χρόνια της μεγάλης ελπίδας: αποσταλινοποίηση, Πράγα, Μάης του '68, «θερμό φθινόπωρο» στην Ιταλία, Πολιτιστική Επανάσταση, η έκρηξη στον Τρίτο Κόσμο, και λίγο αργότερα, η Χιλή, η Ένωση της Αριστεράς στη Γαλλία, ο ευρωκομουνισμός, η πτώση των δικτατοριών, η «επανάσταση των γαρύφαλλων»... Και ύστερα, τα χρόνια του γκρίζου και του μαύρου: ρηγκανισμός και θατσερισμός, νέος ψυχρός πόλεμος, «τα χρόνια του μολυβιού» και ο ιστορικός συμβιβασμός του Κράξι, η Γαλλία του Σιράκ και της συγκατοίκησης, το τέλος της μεγάλης «ουτοπίας». Η ώρα του απολογισμού έχει σημάνει από καιρό. Για την Αριστερά, όλη αυτή η περίοδος ήταν γόνιμη και δημιουργική στρατηγικές, τακτικές, στόχοι, ιδέες, συμμαχίες, θεωρητικές επεξεργασίες τέθηκαν σε κίνηση από τις πολιτικές δυνάμεις της Αριστεράς, έμπνευσαν πολιτικές πρωτοβουλίες. Η δεκαετία του '70 σήμανε την κατακόρυφη άνοδο των λαϊκών αγώνων, στις χώρες της καπιταλιστικής Ευρώπης και ταυτόχρονα την κρίση του καπιταλιστικού συστήματος και του κυρίαρχου μεταπολεμικού μοντέλου ανάπτυξης. Η επανάσταση στη Δύση έπαψε να αποτελεί ξεχασμένη προφητεία, έγινε δυνατότητα της αντικειμενικής εξέλιξης των κοινωνικών αντιθέσεων του συστήματος, ορίζοντας των πρωτοβουλιών των μαζών. Η μορφή του κινήματος της εργατικής τάξης και οι πολιτικές ηγεσίες, με επικεφαλής τα Κομμουνιστικά Κόμματα, κρίθηκαν και καθρεφτίστηκαν από τον τρόπο που απάντησαν μπροστά στην άνοδο των κοινωνικών αγώνων και τη βαθιά κρίση του καπιταλισμού: είναι ώριμη η σοσιαλιστική επανάσταση στη Δύση και η ανατροπή του καπιταλισμού; Και την ίδια στιγμή, τι σημαίνει σοσιαλιστική επανάσταση στις μητροπολιτικές χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού; Ο απολογισμός, για τους κομμουνιστές, είναι η απόλυτη αντίθεση στην παρελθοντολογία, μια και είναι η στιγμή που το παρελθόν προβάλλεται στο μέλλον, θέτοντας τα δύο προηγούμενα κεντρικά ερωτήματα, ταυτόχρονα νομιμοποιούμε την επικαιρότητα της σοσιαλιστικής επανάστασης και την πηγή της έμπνευσης μας, πρακτικά και συγκεκριμένα. Σίγουρα, η «συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης» συνεχίζει να είναι «η ζωντανή ψυχή του μαρξισμού». Και η τελεολογία - ακόμη και της επανάστασης, το όπιο του. 1. Το στοίχημα Η άνοδος των λαϊκών αγώνων στις χώρες της Δ. Ευρώπης έσπασε την χρόνια απομόνωση των πολιτικών δυνάμεων του σοσιαλισμού. Για πρώτη φορά μετά την εποχή των Λαϊκών Μετώπων και της Απελευθέρωσης, τα Κομμουνιστικά Κόμματα βγαίνουν από το περιθώριο των πολιτικών εξελίξεων, γίνονται εργαστήρια νέων πρωτοβουλιών που προδιαγράφουν μια ηγεμονική παρουσία μέσα στην κοινωνία. Ταυτόχρονα, στο σύνολο των κυρίαρχων δυνάμεων της Ευρωπαϊκής Αριστεράς επιχειρείται μια συνολική και σε βάθος αναδιοργάνωση της φυσιογνωμίας τους. Η κρίση του σύγχρονου καπιταλισμού και της σοσιαλδημοκρατίας, αλλά και η κρίση του Σελίδα 1 / 22

«υπαρκτού σοσιαλισμού», θέτουν με ένταση το πρόβλημα της αναζήτησης μιας νέας στρατηγικής της επανάστασης στη Δύση, που να αρνείται ταυτόχρονα τα προηγούμενα πρότυπα. Στη δεκαετία του '80, η Αριστερά φαίνεται να είναι σε θέση να επιβάλλει την εναλλακτική λύση στο καπιταλιστικό σύστημα: σαν πολιτική δύναμη της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού, μοιάζει να έφτασε η ώρα να γίνει πειστική και «υπεύθυνη» κυβερνητική δύναμη. Η κυβέρνηση της Αριστεράς θα είναι η απάντηση και το τελικό αποτέλεσμα του επαναστατικού δυναμικού των ταξικών αγώνων, θα είναι επίσης η κυβέρνηση των «μεγάλων μεταρρυθμίσεων» που θα ανοίξουν το δρόμο στη μετάβαση για το σοσιαλισμό, πέρα από τα αδιέξοδα της σοσιαλδημοκρατίας και του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Εδώ βρίσκεται, πίσω από την πολλαπλότητα των ειδικών προσδιορισμών, η «κοινή ουσία» στην οποία κοχλιώνεται η «νέα» φυσιογνωμία των δυνάμεων της Αριστεράς. Η πολιτική αυτή λειτουργεί η Ένωση της Αριστεράς στη Γαλλία και αργότερα η Σοσιαλιστική κυβέρνηση με τη συμμετοχή των κομμουνιστών, ο «ιστορικός συμβιβασμός» και η «κυβέρνηση των αποχών» (1976-79) στην Ιταλία, η νίκη του Σοσιαλιστικού Κόμματος στην Ισπανία, η Αλλαγή του ΠΑΣΟΚ, είναι αφέλεια να κρίνονται από τις διαφορές τους και όχι από τις σημαντικές ομοιότητες τους, δηλαδή σαν διαφορετικές μορφές εμφάνισης του ίδιου εγχειρήματος. Το μεγάλο άλμα είναι συνυφασμένο πριν απ' όλα με την εμφάνιση και τις επεξεργασίες του ευρωκομμουνισμού, σαν μήτρα και πιο προχωρημένη εμπειρία αυτής της πολιτικής, καθώς όλη αυτή την περίοδο λειτουργεί και σαν παρακαταθήκη πολιτικών πρωτοβουλιών όλων των δυνάμεων της Ευρωαριστεράς. Γι αυτό παρακάτω θα ασχοληθούμε ιδιαίτερα μ' αυτή την πλευρά του Ευρωκομμουνισμού, παίρνοντας κυρίως υπ' όψιν μας την εμπειρία του πιο προωθημένου και συνεπούς πειράματος του Ευρωκομμουνισμού, του ΚΚ της Ιταλίας. Ας θέσουμε ένα ακόμη ερώτημα: Η ελληνική Αριστερά ανήκει στον ίδιο κύκλο; Τι σχέση μπορεί να υπάρχει ανάμεσα στην χρεοκοπία του ΠΑΣΟΚ και του Ευρωκομμουνισμού, στον λαϊκισμό του Α. Παπανδρέου και στον εκλεπτυσμένο ευρωπαϊσμό του Λ. Κύρκου και πολύ περισσότερο του Ε. Μπερλιγκουέρ; Σύμφωνα με τις αναλύσεις για το ΠΑΣΟΚ που έχουμε επιχειρήσει από το πρώτο τεύχος αυτού του περιοδικού, η σύγκριση μας δεν είναι ιεροσυλία. Το ΠΑΣΟΚ, εκτός από έγκυρος διαχειριστής της στρατηγικής του ελληνικού καπιταλισμού, θεωρήθηκε και έγκυρος διαχειριστής των οραμάτων της Αριστεράς. Βέβαια, άλλες αναλύσεις που θεωρούν το ΠΑΣΟΚ σαν μεταμφιεσμένη Ένωση Κέντρου, ρεβάνς της κεντροαριστεράς, κλπ, είναι προφανές ότι αρνούνται Την σύγκριση. Και όπως θα δούμε στην συνέχεια, συνεχίζουν να βρίσκονται ενσωματωμένες στην στρατηγική της Αλλαγής (τίμια, συνεπής, ουσιαστική Αλλαγή) και να διαχειρίζονται τα ερείπια της. Η κυριαρχία στην Αριστερά και στο λαϊκό κίνημα του μεταλλαγμένου και σύγχρονου ρεφορμισμού, είναι αδιαμφισβήτητη - άρα, αδιαμφισβήτητη είναι και η ευθύνη του στην αποτυχία και την ήττα των λαϊκών αγώνων. Αλλά η παρακμή της Αριστεράς δεν αναφέρεται σε ένα τμήμα της, αλλά σε κάθε σύνολο ή υποσύνολο της. Σήμερα, όλες οι «πλατφόρμες» της Αριστεράς υφίστανται την ίδια χρεοκοπία. Το τέλος του ρεφορμισμού, είναι και τέλος του αριστερισμού, του παραδοσιακού σταλινισμού, του τριτοκοσμικού, του «αριστερού» εθνικισμού... Η «κυβέρνηση της Αριστεράς», οι μεταρρυθμίσεις στο κράτος και την οικονομία, η μετάβαση στο σοσιαλισμό μέσα από το («μετασχηματισμένο») αστικό κράτος, ενσάρκωσαν τις ελπίδες πολλών δεκαετιών των αγωνιστών της Αριστεράς, αφού η ώρα της κοινωνικής Αλλαγής έμοιαζε να πλησιάζει... Σωστή πολιτική, είναι αυτή που νικά. Η πολιτική της Αριστεράς ήταν για μια ακόμα φορά «ο μεγάλος οργανωτής των ηττών». Το άνθισμα των ελπίδων διαδέχτηκε η ανάκαμψη και η σταθεροποίηση της Δεξιάς, η επίθεση του κεφαλαίου, η ανατροπή του συσχετισμού των δυνάμεων υπέρ της (καπιταλιστικής) εξουσίας και η ματαίωση των περισσότερων κατακτήσεων των λαϊκών δυνάμεων. Ιταλία, Γαλλία, Ισπανία αλλά και Ελλάδα, μια αλυσίδα ηττών και παρακμής της Αριστεράς, για όσους δεν Σελίδα 2 / 22

εθελοτυφλούν. 2. Η σημαία της Αριστεράς: κυβερνητισμός. Αναφερθήκαμε προηγούμενα στην «κοινή ουσία» του εγχειρήματος των πολιτικών δυνάμεων της Αριστεράς. Ας την ορίσουμε με την πολιτική της έκφραση: προσανατολισμός των αγώνων στην είσοδο της Αριστεράς στην κυβέρνηση. Αυτή η πολιτική πρόταση καθορίζει τα καθήκοντα της φάσης πριν και μετά την είσοδο στην κυβέρνηση. Πριν, τα κομμουνιστικά κόμματα πρέπει να πάρουν στα σοβαρά τον ρόλο τους, σαν κυβερνητικά κόμματα. Κατ' αρχήν, να ξεκαθαρίσουν τη σχέση τους με το αναπτυγμένο λαϊκό κίνημα και τους αγώνες του. Η πιο προχωρημένη εκδοχή του ευρωκομμουνισμού, το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, είναι το εργαστήρι της πολιτικής της Αριστεράς στην Ευρώπη, και αξίζει τον κόπο να στηριχτούμε περισσότερο στην εμπειρία του. Δεν θα γυρίσει την πλάτη στην ανάπτυξη του κινήματος, όπως κάνει την ίδια στιγμή το Γαλλικό Κ.Κ. αλλά θα επιλέξει να «καβαλήσει τον τίγρη». Το 12ο Συνέδριο του Κόμματος (1968), από την μια επικυρώνει την προηγούμένη πολιτική του «ανοίγματος προς τα αριστερά», και από την άλλη σφραγίζει την μετάβαση σε μια νέα φάση. Ο Λόυγκο στην αναφορά του στο Συνέδριο, προτείνει την «επιβράδυνση» του κινήματος και την ώθηση των μαζών στον αγώνα για μια νέα κοινοβουλευτική πλειοψηφία που να συμπεριλαμβάνει και το K.K.I. Άμεσα, αυτό σήμαινε έλεγχο των αντικαπιταλιστικών εργατικών αγώνων, όπως κορυφώνονταν αυτή την περίοδο σε όλη την Ιταλία, και στροφή σε παραδοσιακότερες μορφές συνδικαλιστικού διεκδικητισμού, μια και οι πρώτοι κρίθηκαν ως «εργοστασιοκεντρικοί». Η γραμμή εκφράστηκε καθαρά: «από τους αγώνες στο εργοστάσιο, στους κοινωνικούς αγώνες», που βέβαια μόνο σ' αυτό που πραγματικά υποδηλώνεται δεν στόχευε 1. Και μετά η «συνδικαλιστική νίκη» έπρεπε να μεταφραστεί σε «εκλογική νίκη». Η πολιτική διέξοδος του κινήματος δρομολογήθηκε για μια άλλη στιγμή και σ' ένα άλλο τόπο έξω από το εργοστάσιο και τους μαζικούς χώρους, μέσα στο κοινοβούλιο. Στη Γαλλία, οι σύντροφοι κομμουνιστές είχαν αντίστοιχους μπελάδες μετά την ξαφνική ζάλη που προκάλεσε ο Μάης του '68 στην ηγεσία του κόμματος, έπρεπε να καταφέρουν «να αποσυνδέσουν τη βόμβα», με τον ίδιο τρόπο που παλιότερα έπρεπε «να ξέρουν να σταματήσουν μια απεργία». Το γιατί δεν μπορεί να εκφραστεί καλύτερα: «θα μας τινάξουν στον αέρα τις εξαιρετικές εκλογές που προετοιμάζαμε». Η είσοδος λοιπόν στην κυβέρνηση, αφού πρώτα πάρει διαστάσεις στρατηγικού στόχου, επιβάλλει την αναγκαία μετεξέλιξη σε κυβερνητικό κόμμα, δημιουργώντας νέες σχέσεις κόμματος και λαϊκού κινήματος. Ο κυβερνητισμός προϋποθέτει τον σεβασμό στην συνταγματική νομιμότητα, και αυτή με τη σειρά της στο «ιερό μυστήριο» της καθολικής ψηφοφορίας. Ο προσανατολισμός, λοιπόν του κόμματος, των αγωνιστών, των αγώνων, είναι η «μεγάλη πλειοψηφία» και οι «εξαιρετικές εκλογές». Το κόμμα είναι το γενικό επιτελείο που η δράση του αποσκοπεί στη σύνθεση της ευρύτερης κοινωνικής συναίνεσης της πλειοψηφίας του λαού, στη βάση ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου, όπου το «δημόσιο συμφέρον» της κοινωνίας επιτρέπει και επιβάλλει την Αλλαγή. Όπως παλιά λέγαμε, το κράτος είναι το πραγματικό κόμμα της αστικής τάξης. Όμοια, το Κόμμα θέλει να θεωρήσει τον εαυτό του, σαν το κράτος του λαϊκού κινήματος. Ο κυβερνητισμός αποκαθιστά την καινούρια σχέση. Το κόμμα εγκαλεί στο δικό του «δημόσιο συμφέρον», την Αλλαγή μέσα από την είσοδο στην κυβέρνηση. Οι πολίτες της ιδιωτικής κοινωνίας, και το κράτος «τους» από τη Σελίδα 3 / 22

μια, ο λαός και η μεγάλη πλειοψηφία και το κόμμα «τους», από την άλλη. Τα Κομμουνιστικά Κόμματα γίνονται σταδιακά κόμματα «σαν τ' άλλα», με μια αξιοσημείωτη διαφορά' η πολιτική δύναμη τους αντλείται από την σχέση εκπροσώπησης που διαθέτουν με τις λαϊκές δυνάμεις. Η δυνατότητα να ελέγξουν και να προσανατολίσουν το λαϊκό κίνημα αποτελεί το βασικό «διαπραγματευτικό χαρτί» τους, απέναντι στην κρατική εξουσία, και ιδιαίτερα σε στιγμές οξείας κρίσης του συστήματος και της παραδοσιακής πολιτικής διακυβέρνησης. Η «κρατικοποίηση» των Κομμουνιστικών Κομμάτων συνεπάγεται την υποταγή στην εικόνα της πολιτικής που επιβάλλει το κράτος, την κατανόηση και την παρέμβαση στις κοινωνικές διαδικασίες μέσα από την οπτική των κυρίαρχων νομικοπολιτικών ιδεολογιών. Η ίδια η εργατική τάξη, όταν σπάνια αναφέρεται, προσλαμβάνεται σαν «νομική κατηγορία», αντίστοιχη με τις νομικές κατηγορίες του «λάου» ή του «έθνους». Το εργοστάσιο, ο κατ' εξοχήν φυσικός χώρος της εργατικής πάλης, δεν θεωρείται σαν χώρος του «μη πολιτικού», του αποκλειστικού αγώνα για τα οικονομικά δικαιώματα 2. Οι διεκδικήσεις, οι διαδικασίες των συλλογικών συμβάσεων θέτουν σε κίνηση συνδιαλλαγής τα αντίστοιχα «υποκείμενα δικαίου»: οι «πολίτες»εργάτες από την μια, οι «πολίτες»κεφαλαιοκράτες, από την άλλη. Ότι μπορεί το κεφάλαιο, γίνεται ό,τι «θέλει» η εργατική τάξη. Και υπεράνω όλων, ο χώρος του «πολιτικού», της γενικής σύνθεσης, πάντα το κόμμα και ποτέ το συμβούλιο και το συνδικάτο, οι «πολιτικές ανάγκες» και οι «οικονομικές ανάγκες» στους αντίστοιχους πόλους τους. Η αναλογία με τα νομικοπολιτικά σχήματα του κράτους μοιάζει προφανής. Η «σχετική αυτονομία» (και απόλυτη υπεροψία) του κόμματος από τους επιμέρους κοινωνικούς αγώνες (π.χ. τους «εργοστασιοκεντρικούς»), και το καθήκον της συνολικής σύνθεσης, με το οποίο επιφορτίζεται το κόμμα. Η σχέση κόμματος συνδικάτων που θυμίζει την ανάλογη σχέση κράτους κοινωνίας των πολιτών. Και πάνω απ' όλα, η αναγνώριση της ίδιας διαδικασίας ανάδειξης της λαϊκής θέλησης, σαν μόνης που εξασφαλίζει τη λαϊκή κυριαρχία. Είναι πολλά τα παραδείγματα που πείθουν ότι το κόμμα αναδιοργανώνει τη σχέση του με την κοινωνία, κατά το μοντέλο του κράτους. Ο καθρέπτης της διαδικασίας της μετάβασης είναι η πολιτική, και πολιτική πλέον για την Αριστερά, σημαίνει κυβερνητισμός. 3. Οι «εξαιρετικές εκλογές»: εκλογικισμός και πολιτικισμός. Ταυτόχρονα με το στόχο καθορίζονται και τα μέσα. Οι κομμουνιστές πρέπει να σπάσουν το μόνιμο εκλογικό τους φράγμα διευρύνοντας την εκλογική πελατεία. Η «επιβράδυνση» του κινήματος γίνεται αναγκαίος όρος για την προσέλκυση μετριοπαθών ψηφοφόρων, ο πολυσυλλεκτισμός καθήκον του ανταγωνισμού που επιβάλλει. η πολιτική αγορά 3 Οι εκλογές είναι μια ιδιαίτερη στιγμή της ταξικής πάλης, που καταγράφει κέρδη - και ζημιές - που έχουν κερδισθεί - ή χαθεί, αλλού, στους αγώνες της εργατικής τάξης, την προηγούμενη περίοδο. Η καλύτερη εκλογική καμπάνια είναι η άνοδος και οι επιτυχίες των ταξικών αγώνων και η προνομιακή εκλογική «πελατεία» των κομμουνιστών, η πλειοψηφία της εργατικής τάξης. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι αρνούνται τις εκλογές. Απλώς επισημαίνει ένα «κοινωνιολογικό» γεγονός, που δεν μοιάζει τυχαίο. Την παρατεταμένη εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας της μετριοπαθούς μικροαστικής τάξης, στα παραδοσιακά κόμματα του κράτους, που δεν διαρρηγνύεται παρά σε περιόδους έντονης κοινωνικής κρίσης. Πράγμα που σημαίνει πολύ πιο έντονη προσπάθεια για να κερδηθεί ο μικροαστός ψηφοφόρος από τον εργάτη ψηφοφόρο. Το κέρδισμα της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης, οι κοινωνικοί αγώνες που αμφισβητούν την κρατική εξουσία και τους μηχανισμούς μέσα από τους οποίους εμπεδώνεται, είναι ο βασικότερος παράγοντας που θα συντελέσει σε ευρύτερα κοινωνικά, άρα και εκλογικά κέρδη. Ίσως γι' αυτό, έξω από κάθε άλλο, ο εκλογικισμός έχει αποδειχτεί μια λαθεμένη εκλογική τακτική. Σελίδα 4 / 22

Ο κυβερνητισμός προσπάθησε να λύσει αυτό το πρόβλημα χωρίς να το θέσει. Κάθε τάξη και το κόμμα της ανακαλύφθηκε η «κρυφή γοητεία» των συμμαχιών. Οι κομμουνιστές με την εργατική τάξη «τους», οι σύμμαχοι με τους μετριοπαθείς «τους», (π.χ. στη Γαλλία, οι Σοσιαλιστές με τους μικροαστούς και κεντρώους, στην Ιταλία η Χ.Δ. με τον καθολικό κόσμο). «Η συμμαχία λοιπόν αντιμετωπίζεται σαν συμβόλαιο ανάμεσα σε πολιτικές οργανώσεις, που η κάθε μια είναι ιδιοκτήτρια μέρους του εκλογικού σώματος» 4. Ο κυβερνητισμός, στη διεκδίκηση ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου με το λαό («πολίτες»), που μέλλει να επικυρωθεί από την κατάκτηση της εκλογικής πλειοψηφίας, ολοκληρώνεται από τη σύναψη συμμαχιών με πολιτικές συμφωνίες κορυφής. Αλλιώς, ο κυβερνητισμός πριν και για την είσοδο στην κυβέρνηση δεν είναι τίποτα άλλο, από την υποταγή στον εκλογικισμό και στον πολιτικισμό. Η κύρια υποθήκη για τον στόχο της εισόδου στη κυβέρνηση γίνεται ο έλεγχος και το μπλοκάρισμα του μαζικού κινήματος, ο προσανατολισμός του σε πρακτικές που εντάσσονται αρμονικά στο στόχο της κατάκτησης της μεγάλης εκλογικής πλειοψηφίας. Αφού η σοσιαλιστική επανάσταση και η κομμουνιστική προοπτική δεν βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη, αλλά ούτε καν στους ορατούς στόχους, η είσοδος στην κυβέρνηση γίνεται το υποκατάστατο της πραγματικής κατάληψης της εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της. Η εξουσία εκφράζει τον ιστορικό συσχετισμό των δυνάμεων σε κάθε στιγμή αφού, αυτός θεωρείται δεδομένος, ο στόχος της εισόδου στην κυβέρνηση δεν εγκαινιάζει καμιά διαδικασία μετάβασης στο σοσιαλισμό. Δεν ταυτίζεται καν με τις παραδοσιακές στοχεύσεις των Κομμουνιστικών Κομμάτων του σταδίου της «Προχωρημένης» ή «Αναπτυγμένης» Δημοκρατίας, δεν διακηρύττει ουσιαστικά τα αντίστοιχα προγράμματα μεταρρυθμίσεων, ενώ προϋποθέτει ταυτόχρονα πολύ χαλαρότερες κοινωνικές συσπειρώσεις απ' τις περίφημες «αντιμονοπωλιακές συμμαχίες» που θα απομόνωναν την μεγάλη αστική τάξη και θα άνοιγαν το δρόμο για το σοσιαλισμό. Το Κυβερνητικό Πρόγραμμα στηρίζεται παντού στην προτεραιότητα της ανάπτύξης και της γρήγορης εξόδου από την κρίση, και σ' αυτήν την προοπτική υποτάσσονται οι μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες της Κυβέρνησης της Αριστεράς. Και μπροστά στην ανάγκη της γρήγορης εξόδου από την κρίση, όταν η Αριστερά βρίσκεται στην Κυβέρνηση, κάθε χειροτέρευση των δεικτών της οικονομικής ανάπτυξης έχει σαν αποτέλεσμα στροφή προς συντηρητικότερες κατευθύνσεις και εγκατάλειψη κάθε σοβαρού μεταρρυθμιστικού σχεδίου. Τα παραδοσιακά ρεφορμιστικά σχέδια των κομμουνιστικών κομμάτων στηρίζονταν και αποκαθιστούσαν σχέσεις εκπροσώπησης με την εργατική τάξη, στην έκφραση της αμυντικής θέσης της όπως καθοριζόταν από το συσχετισμό των δυνάμεων. Λειτουργούσαν σαν πολιτική συμπύκνωση αυτού του αρνητικού συσχετισμού και του «αυθόρμητου» αμυντισμού των εργατικών αγώνων. Σ' αυτή την άγονη παράδοση στηρίζεται και ο νέος ρεφορμισμός του κυβερνητισμού, με μια σημαντική ποιοτική διαφορά: ότι αγωνίζεται να ανεβάσει αυτή την παράδοση, από το επίπεδο του συνδικαλιστικού διεκδικητισμού και των μειοψηφικών κοινοβουλευτικών αγώνων, στο κεντρικό κυβερνητικό επίπεδο και στον έλεγχο του κράτους. Γι αυτό υποτάσσεται πιο πολύ στις υπευθυνότητες που επιβάλλει η συγκυρία και η ανάγκη υπέρβασης της κρίσης, μεταρρυθμίζοντας πριν απ' όλα το δικό του ρεφορμιστικό πρόσωπο. Και όπου κάτι τέτοιο δεν ολοκληρώθηκε στον δρόμο για την κυβέρνηση, οι πρώτες εμπειρίες της διακυβέρνησης διέλυσαν τις αυταπάτες. Πολύ γρήγορα, φάνηκε η ικανότητα της εξουσίας να απορροφά τους μεταρρυθμιστές της. Και, ότι οι διαδοχικές «ουτοπίες» της Αριστεράς (μετασχηματισμός των κρατικών μηχανισμών, ομοιόμορφη ανάπτυξη των κλάδων της οικονομίας, αναδιανομή του εισοδήματος, κλπ.), όταν δεν εξυπηρετούν την καπιταλιστική διέξοδο από την κρίση, οφείλουν να εγκαταλείπονται. Η δεξιά στροφή των σοσιαλιστών στη Γαλλία το 1981, του ΠΑΣΟΚ το 1985 και η υποταγή του ΚΚΙ στην πολιτική λιτότητας της κυβέρνησης από το 1976, απέδειξαν πολύ καθαρά αυτή την πραγματικότητα. Σελίδα 5 / 22

4. Ο κυβερνητισμός μέσα στην ταξική πάλη. Μέχρι τώρα μιλήσαμε γενικά και αφηρημένα για τον κυβερνητισμό, σαν πολιτική στρατηγική της Αριστεράς επίτηδες, για να φανεί το γενικό μοντέλο πέρα από τις ιδιαίτερες εφαρμογές του. Ο «ιστορικός συμβιβασμός» στην Ιταλία, η Ένωση της Αριστεράς στη Γαλλία, η Αλλαγή του ΠΑΣΟΚ στην Ελλάδα, σε ό,τι και να διαφέρουν, εκφράζουν στην ουσία μια κοινή περιπέτεια. Την αποπεριθωριοποίηση των δυνάμεων της Αριστεράς, για πρώτη φορά μεταπολεμικά και το αίτημα του ελέγχου της Κυβέρνησης και της διαχείρισης του Κράτους, στην κατεύθυνση του... Αλλά, ας μείνουμε ακόμη στο πριν την κυβέρνηση. Ο κυβερνητισμός είναι πάνω απ' όλα μια πολιτική πρόταση στην συγκυρία. Το παράδειγμα της Ιταλίας είναι πάλι χαρακτηριστικό. Την εποχή που διαμορφώνεται ο «ιστορικός συμβιβασμός» η Ιταλική κοινωνία χαρακτηρίζεται από δύο φαινόμενα: την πρωτοφανή άνοδο των ταξικών αγώνων που είχαν φτάσει σε ένα νέο ποιοτικά αντικαπιταλιστικό επίπεδο. Οι μορφές και τα αιτήματα αυτών των αγώνων (εξισωτικές αυξήσεις μισθών, έλεγχος των ρυθμών παραγωγής, άγριες απεργίες) θα γίνονταν αργότερα τα κεντρικά συνθήματα του «θερμού φθινοπώρου». Ταυτόχρονα είχε ανατραπεί ο συσχετισμός δυνάμεων που είχε εδραιωθεί μια ολόκληρη εικοσαετία πριν, οδηγώντας σε οργανική κρίση την Χ. Δ. και τους παραδοσιακούς κυβερνητικούς συνασπισμούς. Για πρώτη φορά, η ανατροπή του καπιταλισμού έμπαινε πρακτικά στο προσκήνιο, καθώς ωρίμαζαν οι συνθήκες για μια αριστερή εναλλακτική λύση. Η γραμμή του Κόμματος εκείνη την περίοδο, έχει να κάνει με αυτή τη συγκυρία. Οι νέες μορφές των κοινωνικών αγώνων έπρεπε να ελεγχθούν από τα μέσα και να στραφούν σε παραδοσιακότερους στόχους. «Πρακτικά, αυτό σήμαινε δύο πράγματα. Από τη μια, σταδιακά επέτρεψε στο κόμμα και τα συνδικάτα να εγκαταλείψουν τον αγώνα στο επίπεδο των ζητημάτων που άφηναν ανοιχτά οι συμβάσεις (ώρες, ρυθμοί δουλειάς, ασφάλεια απασχόλησης και ιεραρχίας) όπου τα διευθυντικά στελέχη επεδίωκαν να επανακτήσουν τη θέση τους... Το κόμμα περιορίσθηκε στις άμεσες αμυντικές διεκδικήσεις και απομόνωσε τα πιο προχωρημένα μέτωπα των αγώνων που συνέχισαν να αναπτύσσονται. Από την άλλη, (το κόμμα) καταπιάστηκε με «κοινωνικές καμπάνιες», κλασικά ρεφορμιστικού τύπου γενικοί, αντικειμενικοί στόχοι ικανοί μόνο για την σταθεροποίηση του συστήματος, μεταφορά της διεύθυνσης από τα συμβούλια στο συνδικάτο. Αυτός ο τύπος ηγεσίας, σε μια φάση που η σύγκρουση των μαζών με το κεφάλαιο γενικευόταν και πολιτικοποιείτο, σκόπευε να περιορίσει τα «ανατρεπτικά στοιχεία του κινήματος». Στην πραγματικότητα είχε σαν αποτέλεσμα την υπονόμευση της δύναμης του κινήματος, να ανοίξει το δρόμο στον κορπορατισμό και την εξάντληση των μαζών»'. Το κεντρικό καθήκον απέναντι στο κίνημα ήταν να μπλοκαριστεί η έκδηλη τάση προς τη γενίκευση και την άμεση πολιτικοποίηση των αγώνων. Απέναντι στην κυβερνητική κρίση η γραμμή ήταν ανάλογη. Η κρίση της Χ.Δ. (διχασμός ΧΔ και ACLI, ριζοσπαστικοποίηση της CISL προς τα αριστερά, και των καθολικών φοιτητών), η μείωση της επιρροής της Σοσιαλδημοκρατίας (διάσπαση του PSU, ιδεολογική κρίση της ρεφορμιστικής διανόησης), επέτρεπαν την ανατροπή της πολιτικής ισορροπίας και την πειστικότητα μιας αριστερής εναλλακτικής λύσης. «Αλλά η Κομμουνιστική ηγεσία σχολαστικά αρνήθηκε αυτή την προοπτική. Προσφέρθηκε να βοηθήσει σε μια σταδιακή ανάρρωση της ΧΔ και του ΣΚ. Υιοθέτησε τη Χριστιανοδημοκρατική Αριστερά σαν ένα βασικό Καθολικό συνομιλητή. Αρνήθηκε τη διάλυση του Κοινοβουλίου σαν τον σημαντικότερο κίνδυνο της στιγμής"». Η πολιτική και κοινωνική κρίση ξεκαθάριζε δύο αντίθετες πολιτικές επιλογές: την όξυνση της κρίσης με την ριζοσπαστικοποίηση και πολιτικοποίηση των αγώνων από την μια, την σταθερότητα και την ανάρρωση του κράτους και του κυρίαρχου πολιτικού συστήματος με τη συμμετοχή του Κ.Κ. στην κυβέρνηση από την άλλη. Ο κυβερνητισμός του Κ.Κ. ήταν η πολιτική έκφραση της δεύτερης επιλογής. Η έντονη ταξική πάλη και η διάβρωση των θεσμών της πολιτικής κυριαρχίας απαιτούσε «έκτακτους» χειρισμούς από τη σκοπιά του κεφαλαίου και του κράτους. Το ΚΚ ανέλαβε λοιπόν τον κεντρικότερο ρόλο, ώστε το σύστημα να καταφέρει να απορροφήσει τις ρωγμές και τα τραύματα από την άνοδο των ταξικών αγώνων, να επανορθωθεί ο διαταραγμένος συσχετισμός δυνάμεων, και να αναδιατυπωθεί το συμβόλαιο της πολιτικής κυριαρχίας. Σελίδα 6 / 22

Η ικανότητα του ΚΚΙ, να παρακολουθεί και να συμμετέχει στο κίνημα, αντί να κλειστεί στο «οχυρό» του, (όπως το ΚΚΓ), η περίοδος των «αριστερών ανοιγμάτων», η ιστορία του, και ταυτόχρονα η αδυναμία του ίδιου του κινήματος και των οργανώσεων που βρίσκονταν αριστερά του ΚΚ, να διαμορφώσουν μια πλειοψηφική αντικαπιταλιστική στρατηγική, του επέτρεπαν να αναλάβει το εγχείρημα του ελέγχου και της αποδυνάμωσης του κινήματος από τα μέσα. Το ΚΚ, όλη αυτή την περίοδο δεν απομονώνεται από τις μάζες. Αντίθετα συνεχώς ανεβάζει την επιρροή του και τα εκλογικά ποσοστά του. Ταυτόχρονα είναι η περίοδος βαθμιαίας αποδυνάμωσης του κινήματος, απομαζικοποίησης και πτώσης των αγώνων, διάλυσης των οργανώσεων της επαναστατικής Αριστεράς. Η εργατική τάξη απομακρύνεται σιγά σιγά από το προσκήνιο παραχωρώντας τη θέση της στα νέα κοινωνικά κινήματα και στο νέο κύμα, που εκφράζει η Αυτονομία. Η κυβέρνηση Αντρεόττι (1976), κυβέρνηση Αντρεόττι Μπερλιγκουέρ, όπως καταγράφτηκε στην ιταλική ιστορία, είναι η ανταμοιβή του κυβερνητισμού και των πρωτοβουλιών του ΚΚΙ για τη σταθεροποίηση του συστήματος. Σ' ένα βιβλιαράκι 7 που συγκεντρώνει τα διάσημα πλέον άρθρα του Ε. Μπερλιγκουέρ αυτής της περιόδου πάνω στον «ιστορικό συμβιβασμό», σαν εισαγωγή υπάρχει ένα μόνιμο μότο: «Μόλις ένα μήνα πριν, αυτό που αργότερα θα ονομαστεί η "μαύρη μηχανορραφία", απλώθηκε πάνω στην Ιταλία... Αρχίζει έτσι, από μέρους της άκρας δεξιάς η εφαρμογή της "στρατηγικής της έντασης"». Και στο επόμενο άρθρο: «Οι δυναμιτιστικές απόπειρες με τις οποίες έκλεισε το 1969 δημιουργούσαν την αίσθηση ότι "κάτι μαγειρευόταν" από μέρους της άκρας δεξιάς...», και συνεχίζει σ' αυτό το μοτίβο. Αργότερα θα 'ρθει και η Χιλή 8. Η κομμουνιστική ηγεσία «διάβασε» πάλι περίφημα την ταξική πάλη, Η άνοδος του αντικαπιταλιστικού λαϊκού κινήματος είχε σαν αποτέλεσμα την κρίση του παλιού τρόπου διακυβέρνησης και της ΧΔ. Είναι φυσικό, ότι ο σκληρότερος πυρήνας του συντηρητικού κόσμου, πρόσκαιρα και λόγω της σύγχισης που προκαλεί ο φόβος των λαϊκών αγώνων, μπορεί να προσανατολιστεί προς το δεξιό εξτρεμισμό. (Πράγματι, το MSI, από το 5,8% το 1968, κερδίζοντας ψήφους από τη ΧΔ, φτάνει το 10,7% το 1970). Η κατάσταση αυτή δεν μεταφράζεται σε «κρίση της δημοκρατίας», αλλά πολύ περισσότερο σε «κρίση της ΧΔ», και κάνει έκδηλη και αναγκαία τη δημιουργία μιας εναλλακτικής λύσης στηριγμένης στη δυναμική των λαϊκών αγώνων. Ας συνοψίσουμε. Η όξυνση του αντικαπιταλιστικού αγώνα προς τα τέλη της δεκαετίας του '70, θέτει την καπιταλιστική εξουσία "σε οργανική κρίση, και την δυνατότητα της σοσιαλιστικής επανάστασης στο προσκήνιο, ανατρέποντας τους πραγματικούς συσχετισμούς δυνάμεων και τις μορφές κυριαρχίας των δεξιών κομμάτων. Τα ΚΚ εξέρχονται από το περιθώριο που βρίσκονταν όλη τη μεταπολεμική περίοδο, και μετατρέπονται δυνάμει σε ηγεμονικά κόμματα. Ο ευρωκομμουνισμός, μέσα από την πολιτική του έκφραση τον κυβερνητισμό, είναι η κυρίαρχη μορφή της μετάβασης. Απέναντι στην κρατική εξουσία καλείται να παίξει έναν συγκεκριμένο ρόλο: να καλύψει την «έλλειψη» σοσιαλδημοκρατίας στις χώρες της Λατινικής Ευρώπης, να ελέγξει τις αντικαπιταλιστικές ορμές του κινήματος μέσω ενός ιδιόμορφου «πολέμου θέσεων» στο εσωτερικό του κινήματος διασφαλίζοντας την ταξική κυριαρχία. Η προϊστορία είναι η αντίστοιχη περίοδος της Απελευθέρωσης. Απέναντι στο λαϊκό κίνημα, ο κυβερνητισμός διαθέτει ένα σημαντικό θέλγητρο: παίρνει τη μορφή ρεαλιστικής πρότασης εξουσίας. Ο κυβερνητισμός λοιπόν με ένα περίεργο τρόπο είναι κοινό φάρμακο για δύο ταυτόχρονες ασθένειες. Την αδυναμία της ταξικής κυριαρχίας και την αδυναμία του επαναστατικού κινήματος να την ανατρέφει. Σ' αυτό το σημείο βρίσκεται και η δική του δύναμη. Η «καμπύλη» της ταξικής πάλης στην Ιταλία είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστική: η άνοδος του λαϊκού κινήματος (1968 και μετά) και η κρίση της καπιταλιστικής κυριαρχίας, δυναμώνουν κατακόρυφα το Κ.Κ. και γεννούν την πολιτική του πρόταση, τον κυβερνητισμό. Η ύφεση του κινήματος (μετά το 1974 περίπου) είναι η περίοδος της πιο λαμπρής ακτινοβολίας, της ηγεμονίας του κυβερνητισμού. Με την κυβέρνηση Αντρεόττι Μπερλιγκουέρ, ο κυβερνητισμός λειτουργεί πλέον διευθυντικά, και είναι ταυτόχρονα το κομβικό σημείο που ο πραγματικός συσχετισμός των δυνάμεων ανατρέπεται σε βάρος της εργατικής τάξης, ανοίγοντας τον δρόμο για την αμφισβήτηση και την κατάργηση των κατακτήσεων όλης της προηγούμενης περιόδου. Σελίδα 7 / 22

Το 1979, είναι μια κρίσιμη χρονιά το Κ.Κ. αίρει την εμπιστοσύνη του από την κυβέρνηση Αντρεόττι και εγκαταλείπει την πολιτική του «ιστορικού συμβιβασμού». Αλλά την περίοδο που ο κυβερνητισμός λειτουργεί θα την εξετάσουμε εκτενέστερα, παρακάτω. Σήμερα, η καπιταλιστική εξουσία στην Ιταλία είναι σίγουρα πιο ισχυρή, από κάθε άλλη φορά τα τελευταία 25 χρόνια. Και ο «ιστορικός συμβιβασμός» μια στημένη λεμονόκουπα. 5. Η στροφή στον κυβερνητισμό: η προϊστορία Ο ευρωκομμουνισμός βέβαια δεν εξαντλείται στον κυβερνητισμό, αλλά σίγουρα είναι ένα πολυσύνθετο φαινόμενο που επιχείρησε να αναδιοργανώσει την συνολική φυσιογνωμία του κομμουνιστικού κινήματος και των οργανώσεων του. Παρ' όλα αυτά αξίζει να κριθεί κύρια πολιτικά' η πολιτική, λειτουργώντας σαν «πανεποπτική μηχανή» κρυσταλλώνει με συμπυκνωμένο τρόπο τους συσχετισμούς δύναμης και τις κοινωνικές αντιθέσεις, συνολικά. Είναι αδύνατο να διατυπωθεί μια συνολική θεωρία του ευρωκομμουνισμού για το κράτος, για τον μονοπωλιακό καπιταλισμό, τον ιμπεριαλισμό, τις κρίσεις κλπ., άρα και να κριθεί την ίδια στιγμή. Η ανομοιογένεια της ιστορικής παράδοσης (η επίδραση του σταλινισμού στη Γαλλία, η γιακωβίνικη παράδοση του «γαλλοκομμουνισμού»), οι μοναδικότητες των κοινωνικών σχηματισμών και της ιστορίας τους, καθιστούν παρόμοια εγχειρήματα άκυρα εξ αρχής, «τυφλοσούρτες» γενικής χρήσης. Και όμως η πολιτική έκφραση του ευρωκομμουνισμού την δεκαετία του '70, μπορεί να εξεταστεί, σαν ιδιαίτερη, κάθε φορά, παραλλαγή του κυβερνητισμού. Σ' αυτό το επίπεδο ενοποιούνται τις περισσότερες φορές όλα τα ρεύματα του ευρωκομμουνισμού. (Να, μια εύστοχη διατύπωση του Α. Βέμπερ: «Όχι, ο Ιγκράο, δεν λέει τα ίδια, αλλά η πολιτική του ΚΚΙ είναι η πολιτική του Αμέντολα εκφρασμένη στη γλώσσα του Ιγκράο. Ο Μπερλιγκουέρ κάνει τη μετάφραση...» Μήπως η πολιτική ενώνει, αντί να διχάζει; Και ο Πουλαντζάς θα αναλάδει την υπεράσπιση της επίσημης πολιτικής του Κόμματος, ενάντια στις επιθέσεις των Αλτουσέρ, Μπαλιμπάρ και άλλων για τις πολιτικότατες συνέπειες της εγκατάλειψης της έννοιας της δικτατορίας του προλεταριάτου, μαζί με τον γραμματέα του Κόμματος. Τελικά η πολιτική με κάποιους ενώνει και με κάποιους άλλους διχάζει. Τι αντιπροσωπεύει ο ευρωκομμουνισμός στην ιστορία του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος; Σίγουρα δεν είναι η «βαθιά επαναστατική τομή» απέναντι στη σταλινική παράδοση και τη κομμουνιστική στρατηγική της επανάστασης στη Δύση. Παρ' όλα αυτά, η εμφάνιση του στις αρχές της δεκαετίας του '70 και οι αντιθέσεις που προκάλεσε έδωσαν την εντύπωση ότι βρισκόμαστε στις παραμονές του «Δυτικού σχίσματος» στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα. Όταν αναφερόμαστε στην πολιτική έκφραση του ευρωκομμουνισμού, τον κυβερνητισμό, δεν εννοούμε μόνο την πολιτική τακτική σε μια συγκεκριμένη συγκυρία, αλλά πολύ περισσότερο την μορφή εμφάνισης του στρατηγικού στόχου της κομμουνιστικής πολιτικής, την σχέση της με το επίδικο αντικείμενο, δηλαδή το κράτος. Όπως τονίζει ο Ε. Μπαλιμπάρ, «η άμεση σχέση του κράτους με την ταξική πάλη είναι η κεντρική κατευθυντήρια γραμμή της υλιστικής ανάλυσης, που δεν πρέπει να χάνουμε ποτέ από μπροστά μας» 8 ". Οι οργανώσεις του εργατικού κινήματος σε κάθε συγκυρία, και ιδιαίτερα σε περιόδους οργανικής κρίσης του συστήματος, τίθενται μπροστά σε 3 κεντρικά ερωτήματα: 1) το ζήτημα της ωριμότητας της σοσιαλιστικής επανάστασης, 2) την αναγκαιότητα της κατάληψης της εξουσίας αποκλειστικά από την εργατική τάξη («η κρατική εξουσία δεν μπορεί να ανήκει παρά σε μια μόνο τάξη»), 3) την αναγκαιότητα της συντριβής των κρατικών μηχανισμών του αστικού κράτους, μια και ο ταξικός Σελίδα 8 / 22

ανταγωνισμός είναι ασυμφιλίωτος. Είναι χαρακτηριστικό, ότι σε περιόδους ύφεσης του εργατικού κινήματος, φαίνεται δυνατό να παραμεριστούν αυτά τα ερωτήματα άλλωστε όλες οι ρεφορμιστικές παρεκκλίσεις εστιάστηκαν στην προσπάθεια να αμβλυνθεί ο «βίαιος» χαρακτήρας τους. Αντίθετα, οι κάθετες αντιπαραθέσεις και διασπάσεις του εργατικού κινήματος και των οργανώσεων του, επικεντρώθηκαν σ' αυτά. Ο επαναστάτης τότε, Κάουτσκυ, έκφρασε με τον καλύτερο τρόπο, την κεντρική και ασυμφιλίωτη, αντίθεση με τους ρεφορμιστές της 2ης Διεθνούς, πού ήταν: «1. Ότι η εποχή της προλεταριακής επανάστασης έχει αρχίσει, 2. ότι ο καπιταλισμός είναι ήδη ώριμος για τον σοσιαλισμό, και γι' αυτό η προλεταριακή επανάσταση δεν είναι μια «ανώριμη» επανάσταση, 3. ότι ο πόλεμος έχει αρχίσει και ότι ο πόλεμος είναι η επανάσταση» 9. Η μεγάλη συζήτηση στη Ρωσία για την επανάσταση του 1905, έχει το ίδιο θέμα. Ας θυμηθούμε επίσης τις «θέσεις του Απρίλη» του Λένιν, και λίγο αργότερα την αμείλικτη αντιπαράθεση μεταξύ του Κάουτσκι από την μια («Τρομοκρατία και κομμουνισμός»), και των Λένιν («Ο αποστάτης Κάουτσκυ και η προλεταριακή επανάσταση») και Τρότσϋ" («Τρομοκρατία και κομμουνισμός»), από την άλλη πλευρά, για την Οκτωβριανή Επανάσταση και λίγο μετά, την συζήτηση μεταξύ 3ης Διεθνούς και Αυστρομαρξισμού, και μετά τον Πόλεμο την «έρπουσα», αλλά πεντακάθαρη αντίθεση Μάο και Στάλιν για την Κινέζικη Επανάσταση. Οι ταξικοί αγώνες που ξέσπασαν στην Δυτ. Ευρώπη, έθεσαν τα ίδια προβλήματα. Κάποιοι απάντησαν με τον εξής τρόπο 10 : «Στους αγώνες των τελευταίων χρόνων, η δυνατότητα της επανάστασης στη Δύση, έχει αρχίσει να φαίνεται φευγαλέα. Για πρώτη φορά, βλέπουμε το μαζικό κίνημα να εκφράζει ένα αντικαπιταλιστικό περιεχόμενο, με άμεσο τρόπο! Όλες οι επαναστάσεις του αιώνα μας, από τη Ρωσία μέχρι τη Κίνα, ήταν σοσιαλιστικές επαναστάσεις «κατά το ήμισυ». Η κατάκτηση της εξουσίας από το κόμμα της εργατικής τάξης και η εθνικοποίηση της οικονομίας βασίστηκε πάνω σε κινήματα με αρχικό περιεχόμενο την ολοκλήρωση της αστικοδημοκρατικής επανάστασης, την αγροτική μεταρρύθμιση, την εθνική ανεξαρτησία, την ειρήνη, και την εκβιομηχάνιση. Για πρώτη φορά στην Ιταλία, και γενικά στην Ευρώπη μετά το 1968, υπάρχει ένα μαζικό κίνημα που θέτει άμεσα αντικαπιταλιστικά αιτήματα. Κριτική της καπιταλιστικής διαίρεσης της εργασίας, της ουδετερότητας της επιστήμης και της τεχνολογίας, του κράτους σαν ιδιαίτερου θεσμού κ.λπ. Στη βάση των αντικαπιταλιστικών αιτημάτων της, η εργατική τάξη, πέτυχε να συνδεθεί με τις ανάλογες ανάγκες άλλων κοινωνικών ομάδων». Μια άλλη απάντηση, απόλυτα ανταγωνιστική, ήταν του Αμέντολα (και... του «μεταφραστή») που θεωρούσε ότι «η μετάβαση στο σοσιαλισμό είναι άκαιρο θέμα για την Ιταλία για λόγους διεθνούς και εθνικής πολιτικής η πλειοψηφία των Ιταλών δεν θέλει σοσιαλισμό» και γι' αυτό «να πάψουμε να σπρώχνουμε τους ανθρώπους μακρύτερα από εκεί που θέλουν να πάνε και να αγωνιστούμε για τον εκδημοκρατισμό της Ιταλικής κοινωνίας» 11. Τι κρύβει η μονιμότητα της ίδιας ουσιαστικά συζήτησης στους κόλπους του εργατικού κινήματος; Είναι το κομβικό σημείο, που διακρίνει ανεπιφύλακτα την κομμουνιστική πολιτική από τις «διαδοχικές μορφές» της αστικής πολιτικής μέσα στο εργατικό κίνημα και τις οργανώσεις του, κρυσταλλώνοντας ταυτόχρονα τις παράλληλες αντιθέσεις που αναπαράγονται στο θεωρητικό, ιδεολογικό, οργανωτικό, κλπ επίπεδο δράσης του κινήματος. Είναι σημαντικό, να διακρίνουμε την ποιότητα της συμπύκνωσης, που προσφέρει το πεδίο της πολιτικής πρακτικής του κινήματος της εργατικής τάξης. «Η υπόσταση της δημοκρατικής αρχής είναι ενωμένη στον Κάουτσκυ (και στους περισσότερους θεωρητικούς της 2ης Διεθνούς) με την υπόσταση της οικονομικής αρχής, έτσι που η μία δικαιώνει την άλλη. Αυτό έχει τέλεια αναπτυχθεί στη θεωρία του υπεριμπεριαλισμού. Κατά την έννοια του Κάουτσκυ, την ίδια στιγμή που η οικονομική ανάπτυξη του καπιταλισμού αυτόματα δημιουργεί τις υλικές συνθήκες του σοσιαλισμού, η ανάπτυξη της αστικής δημοκρατίας (που είναι δυνατή χάριν της οικονομικής ανάπτυξης, κοκ) δημιουργεί αυτόματα τις πολιτικές συνθήκες του» 12. Σελίδα 9 / 22

Παρόμοιες θεωρητικές επεξεργασίες, δεν έλειψαν ποτέ' η θεωρία του κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού που υιοθετήθηκε απόλυτα από τον ευρωκομμουνισμό, η θεωρία του «αυταρχικού κρατισμού «και της ιδιαίτερης «κρίσης του κράτους», που δεν οδηγεί στη «διπλή εξουσία», και άλλες «θεωρίες κατά παραγγελίαν», είναι επιφορτισμένες με τη θεωρητική νομιμοποίηση της επίσημης πολιτικής, άσχετα αν περιγράφουν πραγματικά και κάποια επιμέρους φαινόμενα. Ο ευρωκομμουνισμός κρίθηκε κύρια από την τοποθέτηση του μέσα στη συγκυρία στα ερωτήματα που «δεν πρέπει να χάνουμε ποτέ από τα μάτια μας». Η στρατηγική του αποτελεί «συνέχεια» στο εσωτερικό του κομμουνιστικού κινήματος, όσον αφορά την ωριμότητα της σοσιαλιστικής επανάστασης στις χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού, το ζήτημα της κατάληψης της εξουσίας από την εργατική τάξη, την αναγκαιότητα της συντριβής του κρατικού μηχανισμού. Η «τομή» έγκειται στην απομάκρυνση από τη φυσιογνωμία των κομμουνιστικών κομμάτων, όπως διαμορφώθηκε ιστορικά στη διάρκεια των Λαϊκών Μετώπων, της Αντίστασης και της Απελευθέρωσης. Με μια φράση, που θα ξεδιαλύνουμε παρακάτω, ο ευρωκομμουνισμός, αποτελεί στροφή του κομμουνιστικού κινήματος, στην κατεύθυνση της δεξιάς επιτάχυνσης του παραδοσιακού μετωπισμού. Μόνο αν μιλήσουμε για το μετωπισμό, μπορούμε να καταλάβουμε τις πραγματικές αλλαγές, που προκάλεσε η νέα επίσημη πολιτική των πιο ισχυρών κομμουνιστικών κομμάτων της Δύσης, ο κυβερνητισμός. 6. Η αυτοκριτική του μετωπισμού. Τα ευρωπαϊκά κομμουνιστικά κόμματα, μέχρι την δεκαετία του '70 είναι πιστά αντίγραφα της μορφής τους, στη φάση της Απελευθέρωσης και του Ψυχρού Πολέμου, που την διαδέχτηκε. Το Ι.Κ.Κ., είναι το κόμμα της «ματαιωμένης επανάστασης», για να θυμηθούμε τον χαρακτηρισμό, που του έδωσε ο Κλαουντίν. 13 Η επάνοδος του Τολιάττι στην Ιταλία και η στροφή της πολιτικής του κόμματος - η SVOLTA DI SALERNO, όπως έμεινε στην ιστορία - είναι το μεγάλο σχολείο της μετωπικής στρατηγικής, που καθόρισε τη φυσιογνωμία της μεταπολεμικής εξέλιξης του Κόμματος. Η αποφυγή με κάθε τρόπο της αποφασιστικής σύγκρουσης με την καπιταλιστική εξουσία - που μετά δικαιολογήθηκε και με αναφορά στην ελληνική τραγωδία - οδήγησε τη λαϊκή δυναμική από τους άμεσους αντικαπιταλιστικούς στόχους της σε στόχους και πρακτικές, που βοηθούσαν αποφασιστικά την απορρόφηση της, εξυπηρετώντας τελικά το σχέδιο ανασυγκρότησης και σταθεροποίησης της καπιταλιστικής εξουσίας, μετά την κρίση που προκάλεσε η πτώση του φασισμού και οι μεγάλοι απελευθερωτικοί αγώνες των μαζών. Και μετά, αφού «το χειρότερο αποφεύχθηκε, η επανάσταση και ο βόρειος άνεμος αναχαιτίστηκαν», οι συνθήκες ωρίμασαν για το κράτος και την εξουσία να εκδιώξει τους κομμουνιστές από την κυβέρνηση, σπρώχνοντας τους συνεχώς από τότε στο περιθώριο των πολιτικών εξελίξεων, και ταυτόχρονα να αμφισβητήσει και να ανατρέψει τους ευνοϊκούς συσχετισμούς δυνάμεων για το λαϊκό κίνημα και να ακυρώσει όλες τις προηγούμενες κατακτήσεις τους. Παρ' όλα αυτά, η στρατηγική της «ματαιωμένης επανάστασης», ο μετωπισμός κορυφώνεται, αντί να αμφισβητείται όλη την επόμενη περίοδο. Σε τι λοιπόν διαφέρει ο Μπερλιγκουέρ από τον Τολιάττι ή τον Μ. Τορέζ, ο μετωπισμός, σαν πολιτική στρατηγική του σταλινικού τριτοδιεθνισμού, από τον κυβερνητισμό, σαν πολιτική στρατηγική του ευρωκομμουνισμού; Απέναντι στα κομβικά ζητήματα που διαχωρίζουν την αστική πολιτική από την κομμουνιστική πολιτική, στην Σελίδα 10 / 22

επαναστατική συγκυρία του '50 και του '70, απάντησαν με τον ίδιο τρόπο η σοσιαλιστική επανάσταση δεν είναι στην ημερήσια διάταξη έλεγε και ο Τολιάττι αφού «το πρόβλημα σήμερα για τους Ιταλούς εργάτες δεν είναι να κάνουν ό,τι έκαναν στη Ρωσία», αλλά το επαναστατικότερο καθήκον όλων ήταν η ήττα της Γερμανίας, και γι' αυτό «πρέπει να εγγυηθούμε την τάξη και την πειθαρχία στα μετόπισθεν των συμμαχικών στρατευμάτων» 14. Αντί για την κατάληψη της εξουσίας και την συντριβή των κρατικών μηχανισμών, ακολουθεί μια στρατηγική πρόβλεψη που θα ζήλευαν και οι πιο «προχωρημένοι» ευρωκομμουνιστές: «Η δημοκρατική επανάσταση που προχωράει στη χώρα μας θα οδηγήσει στο πρώτο της στάδιο, σε μια Συντακτική Εθνοσυνέλευση...». Στα επόμενα στάδια, η πορεία προς το σοσιαλισμό θα γινόταν μέσα στα πλαίσια μιας «δημοκρατίας, οργανωμένης στη βάση ενός αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτικού συστήματος», στο οποίο «όλες οι μεταρρυθμίσεις κοινωνικού περιεχομένου θα πραγματοποιηθούν με σεβασμό προς τις δημοκρατικές μεθόδους» 15. Την ίδια περίοδο αναπτύσσονται ιδέες και προτάσεις που θα διακηρυχτούν αργότερα σαν την πεμπτουσία του ευρωκομμουνισμού: η σχέση σοσιαλισμού και δημοκρατίας, ο πολυκομματισμός, οι «εθνικοί δρόμοι», ακόμη και ήπιες κριτικές του σοβιετικού μοντέλου. Η στρατηγική του μετωπισμού, δεν αποτελεί το «σατανικό σχέδιο» της σταλινικής ηγεσίας του κομμουνιστικού κινήματος, απέναντι σε μια «επαναστατική» στρατηγική, που άλλωστε πουθενά δεν διατυπώθηκε. Αυτή η αντίληψη μας απογειώνει από τη συγκεκριμένη ιστορία του εργατικού κινήματος, των οργανώσεων του, τις συνέπειες των αγώνων του. Αντίθετα, ο μετωπισμός έγινε πολύ εύκολα «μαζική γραμμή» της πλειοψηφίας του εργατικού κινήματος, γιατί στηρίχθηκε σε τρεις παράγοντες: 1) Τη σύγκλιση με την επίσημη σταλινική γραμμή, που έθετε σαν κύριο καθήκον των κομμουνιστών την υπεράσπιση του σοσιαλιστικού στρατοπέδου. Στο εσωτερικό μεταφραζόταν στην πρωτοκαθεδρία του αγώνα για ειρήνη, δημοκρατία, απόκρουση των πιο σκοτεινών και επιθετικών δυνάμεων της αντίδρασης. Δεν ήταν η εποχή, βέβαια, της «εξ εφόδου» κατάληψης της εξουσίας, καθώς ο διεθνής συσχετισμός δυνάμεων δεν το επέτρεπε, αλλά η στιγμή που οι κομμουνιστές όλου του κόσμου «έπρεπε να πάρουν στα χέρια τους, τις σημαίες της ελευθερίας και της δημοκρατίας, που οι αστοί είχαν πετάξει στα σκουπίδια». 2) Η ήττα της επανάστασης, αμέσως μετά τον πόλεμο, ήταν η έναρξη μιας σκληρής και παρατεταμένης αποδυνάμωσης του εργατικού κινήματος στο πολιτικό επίπεδο. Δεν ήταν απλώς και μόνο μια συγκυριακή ήττα, που στο αμέσως επόμενο διάστημα θα ακολουθείτο από καινούριες περιόδους επιθετικής άνθησης των ταξικών αγώνων. Αντίθετα έπληξε αποφασιστικά την «καρδιά» του επαναστατικού κινήματος της εργατικής τάξης, αφού απονεύρωσε το νόημα του στρατηγικού στόχου, τη νομιμότητα και αναγκαιότητα της σοσιαλιστικής επανάστασης. Σ' αυτή την ιστορική «εγκατάλειψη» βρίσκονται οι σημαντικότερες και πιο μακροπρόθεσμες συνέπειες της μεταπολεμικής περιπέτειας του κομμουνιστικού κινήματος. Η σοσιαλιστική επανάσταση συνεχίζει να κατέχει κεντρική θέση στα προγράμματα των κομμουνιστικών κομμάτων, αλλά η ιδεολογία και η στρατηγική τους διαποτίζεται από την προσπάθεια αποφυγής της άμεσης σύγκρουσης, της αποφασιστικής ρήξης με την κρατική κυριαρχία, σαν τελικό σκοπό της επαναστατικής διαδικασίας. (Όπως έλεγε ο Τρότσκυ σε μια άλλη συγκυρία, «η πατροπαράδοτη προβολή ενός «τελικού σκοπού» υπογραμμίζει αρκετά την ιστορική απομάκρυνση από το σοσιαλισμό»). Με ένα περίεργο τρόπο, η εξουσία παίρνει τη ρεβάνς από την επιτυχία της Ρωσικής επανάστασης του '17. Αντί η Επανάσταση του '17 να ανοίξει την παρένθεση των σοσιαλιστικών επαναστάσεων στις αναπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες, ο καπιταλισμός καταφέρνει μεταπολεμικά να κλείσει την Οχτωβριανή Επανάσταση στην παρένθεση, κάνοντας την ένα «τυχαίο διάλειμμα» στην πορεία της ιστορίας. Και ο Κάουτσκυ παίρνει τη δική του ρεβάνς από τον Λένιν «...Το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα που διαδέχτηκε τη Κομμουνιστική Διεθνή, άρχισε να υιοθετεί την στρατηγική του Κάουτσκυ, στην περίοδο της συμμετοχής στην κυβέρνηση που ακολούθησε την πτώση της Γερμανίας του Χίτλερ. Μετά την παρένθεση του ψυχρού πολέμου και ειδικά μετά το 20ο Συνέδριο του Κ.Κ.Σ.Ε., ο Καουτσκισμός - ο κοινοβουλευτικός, δημοκρατικός και ειρηνικός δρόμος προς το Σελίδα 11 / 22

σοσιαλισμό έγινε de facto (χωρίς να αναγνωριστεί ανοιχτά) η γενική γραμμή του κομμουνιστικού κινήματος στις χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού» 16. 3) Η μεταπολεμική ανάπτυξη του «καπιταλισμού της σχετικής υπεραξίας», η ενδυνάμωση του Κράτους Προνοίας και οι νέες μορφές ελέγχου της εργατικής τάξης (συμμετοχή, αυξήσεις μισθών, κοινωνικές παροχές, κλ.π.), ήρθαν να ολοκληρώσουν τις συνέπειες της στρατηγικής ήττας της εργατικής τάξης. Η ακύρωση στην πράξη του στρατηγικού στόχου και η ταυτόχρονη ανάπτυξη του καπιταλισμού, δημιουργούν τις προϋποθέσεις για έναν μόνιμα αμυντικό προσανατολισμό των ταξικών αγώνων, που παίρνει τη μορφή του διεκδικητισμού στο συνδικαλιστικό επίπεδο, και της κεντρικότητας του κοινοβουλευτισμού στο πολιτικό επίπεδο. Ο μετωπισμός αντιπροσωπεύει την πολιτικοποίηση του αυθόρμητου αμυντισμού των αγώνων της εργατικής τάξης, νομιμοποιώντας τον σαν πολιτική στρατηγική. «Ο Τολιατισμός ήταν η ιδεολογία του συμβιβασμού, της σύνθεσης με κάθε τρόπο, του συμβιβασμού με κάθε μέσο... Οι λαϊκές δυνάμεις, αυτές ήταν το υποκείμενο ο όρος τάξη είχε ολότελα εξαφανιστεί από την κυκλοφορία, εκτός από τις περιπτώσεις λιτανείας». 17 Παρ' όλα αυτά, ο μετωπισμός είναι μια αποτυχημένη στρατηγική που οδήγησε στην συρρίκνωση και την αποδυνάμωση του κομμουνιστικού κινήματος. Κι αυτό γιατί είναι εξ αρχής στιγματισμένος από ενδογενείς αντιφάσεις. Η μόνιμη επιδίωξη των Κομμουνιστικών κομμάτων μεταπολεμικά και κυρίως μετά τον ψυχρό πόλεμο, είναι η νόμιμη καταγραφή τους σαν εθνικών, θεσμικών και δυνάμει κυβερνητικών πολιτικών δυνάμεων. Η μόνιμη αγωνία των Ιταλών κομμουνιστών για την υπεράσπιση του «πιο δημοκρατικού Συντάγματος του κόσμου» δεν υστερεί σε τίποτα από τις ευρωκομμουνιστικές αναλύσεις, περί των κομμάτων του «συνταγματικού τόξου». Τα εχέγγυα υπάρχουν και δεν αναφέρονται μόνο στον σεβασμό των κομμουνιστών στις δημοκρατικές παραδόσεις και την ανάληψη διαχειριστικών καθηκόντων στους περιφερειακούς κρατικούς μηχανισμούς (δήμοι, τοπικές περιφέρειες). Έχουν εγγραφεί στην ίδια την καρδιά της οργάνωσης του κρατικού συστήματος, στο «θαυμάσιο Σύνταγμα». «Όπως είπε ο Τολιάτι, πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια των εργασιών της Συντακτικής η συμβολή δύο μεγάλων ρευμάτων, ενός σοσιαλιστικού ρεύματος και ενός χριστιανικού ρεύματος αλληλεγγύης... «Για μένα», λέει ο Τολιάτι, πρόκειται για κάτι πολύ πιο ευγενές και υψηλό, για την αναζήτηση εκείνης της ενότητας που είναι αναγκαία για να καταρτισθεί το Σύνταγμα όχι του ενός ή του άλλου κόμματος, όχι της μιας ή της άλλης ιδεολογίας, αλλά το Σύνταγμα όλων των Ιταλών εργαζομένων, και επομένως ολόκληρου του έθνους». Κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου, οι κομμουνιστές έδρασαν σαν υπερασπιστές του Συντάγματος, και αργότερα θα εδραιωθεί μια άψογη αντίληψη του «συνταγματικού δρόμου στο σοσιαλισμό: «Το Σύνταγμα της Δημοκρατίας... δημιουργεί μερικές προϋποθέσεις που μπορούν όταν πραγματοποιηθούν, να ευνοήσουν αυτή την πρόσβαση (των εργαζομένων στην ηγεσία του κράτους) και να επιτρέψουν ένα σημαντικό ξεκίνημα της εθνικής κοινωνίας πάνω στο δρόμο του μετασχηματισμού της προς σοσιαλιστική κατεύθυνση». 18. Παρ' ότι όμως υπήρχαν όλες οι τυπικές προϋποθέσεις για την «αποκατάσταση» των κομμουνιστικών κόμματων σαν εθνικές και θεσμικές πολιτικές δυνάμεις, που συμμετέχουν ισότιμα στο επίσημο πολιτικό σύστημα διακυβέρνησης, κάτι τέτοιο ουδέποτε επιτράπηκε από τις πολιτικές δυνάμεις του αστισμού. Ο βασικότερος παράγοντας ήταν η αναφορά των κομμουνιστικών κομμάτων στο «σοσιαλιστικό στρατόπεδο» και τη Σοβιετική Ένωση και η αποδοχή απ' αυτά σε γενικές γραμμές του κοινωνικού μοντέλου των χωρών του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Το μόνιμο λοιπόν σημείο αναφοράς, ναρκοθετούσε κάθε στιγμή, όλες τις προσπάθειες «αποκατάστασης» των κομμουνιστικών κομμάτων. Ο μετωπισμός γίνεται εξ ορισμού, μια ιδιαιτέρα αντιφατική στρατηγική. Στο εσωτερικό του συνυπάρχουν από τη μια, ένα καθαρά ρεφορμιστικό στοιχείο (ολοκλήρωση της καπιταλιστικής ανάπτυξης, φετιχισμός της Σελίδα 12 / 22

δημοκρατίας, συνταγματισμός, κλ.π.), και από την άλλη μια αντικειμενική «άρνηση» αυτών των στοιχείων, μέσα από μια στρατηγική που εξαρτά την πορεία της από την κυρίαρχη αντίθεση ιμπεριαλισμού σοσιαλιστικού στρατοπέδου και διατηρεί σαν βασικό σημείο αναφοράς τον «υπαρκτό σοσιαλισμό». 19 Ταυτόχρονα, η στρατηγική του μετωπισμού, κλείνοντας το δρόμο στην μετεξέλιξη των κομμουνιστικών κομμάτων σε κυβερνητικά κόμματα, συντηρεί τον «ιστορικό» χαρακτήρα τους σαν κόμματα της εργατικής τάξης, μέσω της ακαταμάχητης ακτινοβολίας που διέθετε η «πατρίδα του κομμουνισμού». Τα κομμουνιστικά κόμματα αντιπροσώπευαν μια συγκεκριμένη - και συνάμα μυθοποιημένη - αντιπαλότητα στην καπιταλιστική κοινωνία, μια διαφορετική «κοινωνική τάξη πραγμάτων», που υπήρχε δίπλα στην ίδια ήπειρο, και ήταν ο «τελικός σκοπός» των αγώνων τους. Μ' αυτό τον τρόπο, αποτράπηκε η διαδικασία σοσιαλδημοκρατοποίησης των κομμουνιστικών κομμάτων το κόμμα μπορεί να συνδυάζει την «υπεύθυνη» τρέχουσα πολιτική του με τον «τελικό σκοπό» ενός «επαναστατικού» μέλλοντος, έστω υποθετικού και απομακρυσμένου. Αυτές τις αντιφάσεις κλήθηκε να αντιμετωπίσει και να λύσει ο ευρωκομμουνισμός, εξαφανίζοντας τα «επαναστατικά» στοιχεία του μετωπισμού, τις μόνιμες αγκυλώσεις που τον καθιστούσαν προβληματική και αδύναμη στρατηγική. Μ' αυτή την έννοια, ο κυβερνητισμός δεν είναι τίποτε άλλο, παρά μια δεξιά επιτάχυνση του μετωπισμού, μια «αυτοκριτική του κομμουνιστικού μετωπισμού, που αισθάνεται την ανάγκη να ξεκαθαρίσει τα μαξιμαλιστικά στοιχεία και τις ηγεμονικές φαντασίες που πάντοτε βασάνιζαν τα Λαϊκά Μέτωπα στο παρελθόν». Την ίδια στιγμή τα κομμουνιστικά κόμματα έρχονται πάλι στο προσκήνιο, σαν νόμιμες εθνικές και θεσμικές δυνάμεις, με όλη την «υπευθυνότητα» και την συνείδηση που πρέπει να διαθέτουν τα κυβερνητικά κόμματα. 7. Ο κυβερνητισμός λειτουργεί. Η κρίση της μετωπικής στρατηγικής και η σταδιακή μετάβαση στον ευρωκομμουνισμό είναι τα αποτελέσματα της σύγκλισης, τόσο της κρίσης του «υπαρκτού σοσιαλισμού» την δεκαετία του '70 και της αδυναμίας της Σ.Ε. να εμπνέει ένα σημείο αναφοράς για το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, όσο και της κρίσης του «καπιταλισμού της σχετικής υπεραξίας» και του κράτους Προνοίας με την ταυτόχρονη ανάπτυξη των κοινωνικών αγώνων, την ίδια περίοδο. Η αποτυχία του μετωπισμού κινδύνευε να εμφανίσει «γυμνά» τα κομμουνιστικά κόμματα, χωρίς πραγματική στρατηγική, σε μια έντονη περίοδο της ταξικής πάλης. Η κρίση της καπιταλιστικής εξουσίας δημιουργούσε τη δυνατότητα στα κομμουνιστικά κόμματα να σπάσουν τον κλειό της πολύχρονης απομόνωσης τους, να επεξεργαστούν και να προτείνουν νέα ηγεμονικά πρότυπα διεύθυνσης της κοινωνίας. Οι ταξικοί αγώνες έτειναν να ξεπεράσουν τον παραδοσιακό ορίζοντα των κομμουνιστικών κομμάτων, μέσα από νέα αιτήματα και πρωτότυπες μορφές αγώνων, δίνοντας κοινωνικό έδαφος να αναπτυχθούν και να μαζικοποιηθούν επαναστατικές οργανώσεις αντιπολιτευτικές στα επίσημα κομμουνιστικά κόμματα. Ενώ ο μετωπισμός αποτελεί το στρατηγικό τόπο, ενότητας και αντίθεσης ενός τυπικά ρεφορμιστικού σχεδίου με μια «επαναστατική» ιστορική παράδοση, όπως είπαμε προηγούμενα, ο ευρωκομμουνισμός και κύρια, η πολιτική στρατηγική του, ο κυβερνητισμός, συναρθρώνει το ρεφορμιστικό στοιχείο, υπό την κυριαρχία του τεχνοκρατισμού της διαχείρισης. Μάλιστα είναι χαρακτηριστικό, ότι όσο τα κομμουνιστικά κόμματα αισθάνονται να προσεγγίζουν το κατώφλι της διακυβέρνησης, τόσο περισσότερο ο παραδοσιακός ρεφορμισμός υποστέλλεται, κάτω από την εντεινόμενη πίεση του τεχνοκρατισμού, στενά προσανατολισμένου στις διαχειριστικές υποχρεώσεις. Ο τεχνοκρατισμός είναι βέβαια βασικό στοιχείο της μετωπικής στρατηγικής, αλλά υπερκαθορίζεται από τα υπόλοιπα στοιχεία που αντανακλούν τον χαρακτήρα των κομμουνιστικών κομμάτων, σαν κόμματα «της» Σελίδα 13 / 22

εργατικής τάξης και του «εναλλακτικού» κοινωνικού μοντέλου, ενώ στον κυβερνητισμό απελευθερώνεται και αποκτά τη δεσπόζουσα θέση. Η εμπειρία του Ιταλικού ευρωκομμουνισμού είναι μοναδική, καθώς εκεί ο κυβερνητισμός λειτούργησε πρακτικά και επίσης πρακτικά μπορεί να κριθεί. Η «αυτοκριτική» του μετωπισμού συνίσταται στις εξής πρωτοβουλίες: To K.K.I, εγκαταλείπει το στόχο να επιφέρει έναν σημαντικό κλονισμό των αστικών πολιτικών κομμάτων και πρώτα απ' όλα της Χ.Δ. που θα επιτρέψει να ανοίξουν οι διαδικασίες για το σχηματισμό της κυβέρνησης της «προχωρημένης δημοκρατίας», στην κατεύθυνση της κοινωνικής αλλαγής. Σαν βασικός στόχος πλέον, τίθεται η πίεση προς τη Χ.Δ. να κινηθεί προς τα «αριστερά» και η συμμαχία με τη Χ.Δ., σαν σύνολο. Η στροφή αυτή συμπληρώνεται με την υποταγή κάθε μεταρρυθμιστικού σχεδίου, στην αναγκαιότητα της «γρήγορης» διεξόδου από την κρίση. Ο Αμέντολα αναφέρεται ρητά στην ανάγκη η εργατική τάξη να αποδεχτεί να φέρει το «μεγαλύτερο βάρος των θυσιών που επιβάλλει ο αγώνας ενάντια στον πληθωρισμό». Ο συλλογισμός είναι σαφής: πρώτα, η ανάπτυξη και η διέξοδος από την κρίση, και μετά οι μεταρρυθμίσεις, στο κράτος και την οικονομία. Αυτή η στοχοθεσία έχει την εξής συνέπεια, σύμφωνα με τον Μάγκρι: «Το K.K.I, έχει τώρα αλλάξει το κοινωνικό μπλοκ, και την προγραμματική προοπτική, που σχεδιάζεται να εκφράζει η «κυβέρνηση συνασπισμού», μελλοντικά. Η παλιά συμμαχία των «αντιμονοπωλιακών» δυνάμεων έχει εξαφανιστεί. Ο νέος αντικειμενικός στόχος είναι μια σύγκλιση μεταξύ της εργατικής τάξης και των πιο «αναπτυγμένων» μερίδων του μεγάλου κεφαλαίου, πάνω σε ένα κοινό οικονομικό πρόγραμμα για τον περιορισμό του παρασιτισμού και την ανάπτυξη των κοινωνικών υπηρεσιών, που θα συμφιλιώσει αρμονικά την επείγουσα ανάγκη αύξησης της παραγωγικότητας και κάλυψης των αναγκών των εργαζομένων, μέσα στο σύστημα». 20 Αυτή η σύγκλιση, βέβαια έχει σαν προϋπόθεση την κοινωνική ειρήνη, αλλά και την υποστολή της σημαίας των μεταρρυθμίσεων. Γι αυτό, και το K.K.I, διστάζει να παρέμβει πρωταγωνιστικά, στα μοναδικά κινήματα κοινωνικών μεταρρυθμίσεων, που αναπτύσσονται αυτή την περίοδο (Νόμοι για το διαζύγιο, αμβλώσεις), από τον φόβο, μήπως δημιουργηθεί απόσταση και ρήξη με τον καθολικό κόσμο. Με τον ίδιο τρόπο, το Κ.Κ. παύει «συνειδητά» να είναι κόμμα της εργατικής τάξης, με την ιδιόμορφη έννοια που ήταν την προηγούμενη περίοδο του μετωπισμού. Εγκαταλείπει τον παραδοσιακό ρόλο της διαμεσολάβησης όλης της εργατικής τάξης απέναντι στο κράτος, έστω και στον ρεφορμιστικό ορίζοντα του κόμματος συνδικάτου. Μέσα στις επιπτώσεις πολυδιάσπασης και κατακερματισμού της εργατικής τάξης που δημιουργεί η ίδια η καπιταλιστική κρίση και οι κρατικές πολιτικές υπέρβασης της, το K.K.I, εγγράφεται καθαρά σαν το κόμμα ορισμένων μόνο τμημάτων της εργατικής τάξης και των υπόλοιπων εργαζομένων με τα οποία συνεχίζει να διατηρεί σχέσεις εκπροσώπησης ενώ αρνείται αυτόν τον διαμεσολαβητικό ρόλο σε μαζικές κατηγορίες εργαζομένων, που δέχονται τις βαρύτερες συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης (άνεργοι, κακοπληρωμένη και υποβαθμισμένη εργασία, νεολαία, μετανάστες, κλ.π.). Το Κ.Κ.Ι., συντελεί το ίδιο στην συνεχή διαίρεση της εργατικής τάξης, που διευκολύνει τόσο τη συνολική υποβάθμιση της εργατικής τάξης, όσο και την πραγματική καταστροφή ορισμένων τμημάτων της. Η θεωρία των «δυο κοινωνιών» προσπαθεί να μετατρέψει αυτή την διαίρεση σε καθαρή αντιπαράθεση μερίδων της εργατικής τάξης. Στην περίοδο της κυβέρνησης της Εθνικής Αλληλεγγύης (1976-79), τα φαινόμενα αυτά αποκτούν τρομακτικές διαστάσεις. Η επίθεση του κεφαλαίου και του κράτους ανατρέπει με επιτυχία τον πραγματικό συσχετισμό δυνάμεων, (η μάχη της FIAT αποτελεί κομβικό σημείο αυτής της διαδικασίας, καθώς λειτουργεί σαν προνομιακή ρήξη που επιλέγει το κεφάλαιο, και η έκβαση της κρίνει τον γενικότερο συσχετισμό), για να αμφισβητήσει έπειτα όλες τις Σελίδα 14 / 22