Εισηγητής: Διονύσιος Ραυτόπουλος, Ειδικός Επιστήμονας -Οικονομολόγος

Σχετικά έγγραφα
Πληροφορίες: Διονύσιος Ραυτόπουλος Ειδικός Επιστήμονας Αθήνα 27 Δεκεμβρίου Αριθ. Πρωτ.

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΥΣΤΑΣΗ (Άρθρο 4 παρ. 5 Ν. 3297/2004)

Αρμόδιος: Δημήτρης Μάρκου Αναπληρωτής Συνήγορος του Καταναλωτή Αθήνα 12 Ιουλίου 2012 Αριθ. Πρωτ. :6693

Αρμόδια: Δρ. Βασιλική Μπώλου Αθήνα 13 Μαρτίου 2013 Βοηθός Συνήγορος του Καταναλωτή Αριθ. Πρωτ. :6787

Αρμόδια: Δρ. Βασιλική Μπώλου Αθήνα 25 Φεβρουαρίου 2013 Βοηθός Συνήγορος του Καταναλωτή Αριθ. Πρωτ. :4995

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΥΣΤΑΣΗ (Άρθρο 4 παρ. 5 ν. 3297/2004 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει)

Αρμόδια : Δρ. Αθηνά Κοντογιάννη Αναπληρώτρια Συνήγορος Καταναλωτή. Εισηγητής: Ανδρέας Μαντζουράνης. Αθήνα 12 Μαρτίου 2018 Αριθ. Πρωτ.

ΘΕΜΑ: Έγγραφη Σύσταση Πόρισμα. ΣΧΕΤ. : Αρ. πρωτ. B/5976/ , Β/8293/ έγγραφά μας.

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ HELLENIC CAPITAL MARKET COMMISSION

Πληροφορίες: Μαρία Αρχοντάκη Ειδική Επιστήμονας Αθήνα 5 Δεκεμβρίου 2012 Ηλεκτρον. Δ/νση:marchontaki@synigoroskatanaloti.gr Αριθ. Πρωτ.

Εισηγήτρια: Ελένη Αθανασίου Ειδικός Επιστήμονας Αθήνα 15 Ιουλίου Αριθ. Πρωτ.

Πολιτική Κατηγοριοποίησης Πελατών

Αρμόδια : Δρ. Αθηνά Κοντογιάννη Αναπληρώτρια Συνήγορος Καταναλωτή. Εισηγητής: Ανδρέας Μαντζουράνης. Αθήνα 3 Οκτωβρίου 2017 Αριθ. Πρωτ.

ΠΡΑΞΗ ΙΟΙΚΗΤΗ ΑΡΙΘΜ. 2501/ ΘΕΜΑ: Ενηµέρωση των συναλλασσοµένων µε τα πιστωτικά ιδρύµατα για τους όρους που διέπουν τις συναλλαγές τους.


ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΠΕΛΑΤΩΝ

Ε Γ Γ Ρ Α Φ Η Σ Υ Σ Τ Α Σ Η Π Ο Ρ Ι Σ Μ Α

Αθήνα, 3 Ιουνίου 2008 Αριθ. Πρωτ. : 661. Ε Γ Γ Ρ Α Φ Η Σ Υ Σ Τ Α Σ Η Π Ο Ρ Ι Σ Μ Α (Άρθρο 4 παρ. 5 ν. 3297/2004)

Κατηγοριοποίηση πελατών

Παράρτημα Ι - Υπόδειγμα ενημερωτικού δελτίου για τους καταθέτες

Σύστηµα Εγγύησης Καταθέσεων & Επενδυτικών Υπηρεσιών

Λ. ΑΛΕΞΑΝ ΡΑΣ 144, ΑΘΗΝΑ / ΤΗΛ.: , , ΦΑΞ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΟΜΙΛΟΥ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ. Πολιτική κατηγοριοποίησης πελατών


ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΕΝΤΟΛΩΝ

Οι παράγοντες που λαμβάνονται υπ όψη στην Πολιτική Βέλτιστης Εκτέλεσης είναι οι εξής :

ΠΡΟΣ: CITIBANK International plc ΚΟΙΝ.:

Αθήνα, 8 Iανουαρίου 2008 Αριθ. πρωτ. : 13

Δηµοσιοποιήσεις σύµφωνα µε το Παράρτηµα 1 της Απόφασης 9/459/2007 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, όπως τροποποιήθηκε µε την Απόφαση 9/572/23.12.

Αρμόδια : Δρ. Αθηνά Κοντογιάννη Αναπληρώτρια Συνήγορος Καταναλωτή. Εισηγητής: Ανδρέας Μαντζουράνης. Αθήνα 18 Ιανουαρίου 2017 Αριθ. Πρωτ.

Οι σκοποί για τους οποίους γίνεται επεξεργασία δεδομένων μου, συνίστανται στους εξής:

ΘΕΜΑ: Αναφορά του κ... (αρ. πρωτ. εισερχ / ).

ATHOS ASSET MANAGEMENT Α.Ε.Δ.Α.Κ. Πολιτική Αποφυγής Σύγκρουσης Συμφερόντων

Εισηγήτρια:: Ελένη Αθανασίου Ειδικός Επιστήμονας Αθήνα 28 Ιανουαρίου Αριθ. Πρωτ.

Δημοσιοποιήσεις σύμφωνα με το Παράρτημα 1 της Απόφασης 9/459/2007 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, όπως τροποποιήθηκε με την Απόφαση 9/572/23.12.

Εισηγήτρια: Δήμητρα Χατζηγιαννάκη Βοηθός Ειδική Επιστήμονας Αθήνα 13 Απριλίου 2017 Αριθ. Πρωτ. :13439 ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΥΣΤΑΣΗ - Π Ο Ρ Ι Σ Μ Α

α) των άρθρων 2, 55Α και 55Γ του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος,

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΝΤΟΠΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΙΑΧΕΙΡΙΣΕΩΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΩΣ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ

Γενική Περιγραφή Αγοράς Στόχου (Target Market) 1. Γενικά. 2. Ορισμοί

ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ για τα Τ.Ε.Α. που διαχειρίζονται τα ΙΔΙΑ τις επενδύσεις τους

«Θεσμός εξασφάλισης των επενδυτών και υποστήριξης της αξιοπιστίας της αγοράς των επενδυτικών υπηρεσιών»

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4364,

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΥΣΤΑΣΗ (Άρθρο 4 παρ. 5 ν. 3297/2004)

ο περί Ανοικτού Τύπου Οργανισμών Συλλογικών Επενδύσεων Νόμος του 2012

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΥΣΤΑΣΗ (άρθρο 3 παρ. 1 ν. 3297/2004)

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΕΘΕΛΟΝΤΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΧΗ ΠΡΟΣΥΜΒΑΤΙΚΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ ΓΙΑ ΣΤΕΓΑΣΤΙΚΑ ΔΑΝΕΙΑ («ΣΥΜΦΩΝΙΑ»)

Χρήστος Βλ. Γκόρτσος Επίκουρος Καθηγητής Διεθνούς Οικονομικού Δικαίου, Πάντειο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Γενικός Γραμματέας Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών

ΑΠΟΦΑΣΗ 86ης/ τoυ Διοικητικού Συμβουλίου

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΟΡΩΝ ΣΥΜΒΑΤΙΚΗΣ ΣΧΕΣΗΣ

ΤΕΚΕ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΓΓΥΗΣΗΣ ΚΑΤΑΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ T.E.K.E. Ενηµερωθείτε πώς λειτουργεί και πώς σας καλύπτει. ΤΡΑΠΕΖΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ. Αρμόδια: Αθήνα 2 Νοεμβρίου 2016 Αριθ. Πρωτ. :33585 Δρ. Κοντογιάννη Αθηνά Αναπληρώτρια Συνήγορος του Καταναλωτή

α) Παρέχει πλήρη και επικαιροποιημένα στοιχεία επικοινωνίας στους δανειστές ή σε όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό τους.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΡΗΣΗΣ ΑΡΧΕΙΩΝ

ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΠΑΡΑΓΡΑΦΩΝ. Σύναψη σύμβασης παροχής πιστώσεων για χρηματιστηριακές συναλλαγές

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΕΝΤΟΛΩΝ

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΥΣΤΑΣΗ - ΠΟΡΙΣΜΑ

ΔΗΛΩΣΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ

ΠΡΟΣ: 2. κ. ********* ******** ********** ********** ΚΟΙΝ.:

ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΕΚ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 11 Π.Δ. 190/2006 ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗ ΣΑΣ. Η επιχείρηση με την επωνυμία «ΒΕΣΥΡΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΟΥ

ΗΛΙΑΣ Α. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΑΚΗΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Α.Ε.Π.Ε.Υ. ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΠΟΠΤΙΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ

ΜΕΡΟΣ Ι - ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Ε.Ε.Τ.Ε. αριθμ. πράξης: 32-07/10/ Υποβολή μηνιαίων αναλυτικώ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

για περισσότερες πληροφορίες καλέστε στο

ΑΠΟΦΑΣΗ 8/335/ του ιοικητικού Συµβουλίου. Θέµα : Απλοποιηµένο ενηµερωτικό δελτίο αµοιβαίων κεφαλαίων του ν. 3283/2004.

ΑΠΟΦΑΣΗ. Η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ)

Ερωτήσεις και απαντήσεις σε συνέχεια της επαναλειτουργίας της Χρηματιστηριακής Αγοράς

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΛΕΓΧΟΥ

Ενημερωτικό φυλλάδιο Προς τους Δανειολήπτες/ Οφειλέτες με Οικονομικές Δυσχέρειες (Κώδικας Δεοντολογίας του Ν.4224/2013)

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΑΡΑΠΟΝΩΝ

Βλ. άρθρο 2 παρ. 18 του νόμου 4465/ Βλ. άρθρο 2 παρ. 10 και 11 του νόμου 4465/2017.

5199/14 ADD 1 ΔΙ/νκ 1 DGG 1B

Εγκύκλιος υπ αριθμ. 50

ΑΠΟΦΑΣΗ 6γ/86/ τoυ Διοικητικού Συμβουλίου

Ερωτήσεις. Καταθετών Επενδυτών. Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων (TEKE)

ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΓΓΥΗΣΗΣ ΚΑΤΑΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΕΝ ΥΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

- Παράγωγα σχετιζόμενα με εμπορεύματα και εκκαθαρίζονται με ρευστά διαθέσιμα.

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Όροι Χρεωστικού Υπολοίπου σε Χρήματα DEGIRO

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟΣ ΟΔΗΓΟΣ ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΟΣ

Συνεδρίαση 262/

3. Πολιτική και διαδικασίες διακυβέρνησης προϊόντων (1η, 2η, 3, 4η και 12η κατευθυντήριες γραμμές)

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ

ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 3016/2002

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΠΟΦΥΓΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 3/ Εξέταση αιτιάσεων από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις

MiFID II MiFIR: Αναγκαίες προσαρμογές στο νέο περιβάλλον

Στρατηγικές και διαδικασίες των τραπεζών και εσωτερική επιθεώρησή τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗΣ. Άρθρο 4 Σκοπός Ορισμοί

ΠΑΡΟΧΗ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, αφού έλαβε υπόψη:

Συνεδρίαση 26/

ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΙΤΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΠΟΝΩΝ ΠΕΛΑΤΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ (ΥΠΟΨΗΦΙΩΝ ΠΕΛΑΤΩΝ) ΤΗΣ VOLTERRA

Η ΟΔΗΓΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΓΟΡΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ (MIFID)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ / ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΜΕΡΙΔΙΟΥΧΟΥΣ ΤΩΝ ΑΜΟΙΒΑΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ

HOUSEMARKET A.E. ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ ΟΜΙΛΟΥ FOURLIS HOUSEMARKET ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΕΜΠΟΡΙΑΣ ΕΙΔΩΝ ΟΙΚΙΑΚΗΣ ΧΡΗΣΕΩΣ ΕΠΙΠΛΩΝ ΚΑΙ ΕΙΔΩΝ ΕΣΤΙΑΣΗΣ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΕΝΤΟΛΩΝ

Αριθμός 38(Ι) του 2017 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 1997 ΕΩΣ 2017

ΑΠΟΦΑΣΗ 2/804/ τoυ Διοικητικού Συμβουλίου. Θέμα: Τροποποίηση του Κανονισμού Εκκαθάρισης Συναλλαγών επί Παραγώγων

Transcript:

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αρμόδια: Βασιλική Μπώλου Βοηθός Συνήγορος του Καταναλωτή Εισηγητής: Διονύσιος Ραυτόπουλος, Ειδικός Επιστήμονας -Οικονομολόγος Αθήνα 21 Νοεμβρίου 2011 Αριθ. Πρωτ. :10329 ΠΡΟΣ: 1. HSBC Bank plc. Λ. Μεσογείων 109-111 115 26 Αθήνα 2. Χ ΚΑΤΑΓΓΕΛΟΝΤΑ ΘΕΜΑ: Η από 13.3.2009 αναφορά του Χ ΚΑΤΑΓΓΕΛΟΝΤΑ Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων μας, κατ άρθρο 4 παρ. 5 ν. 3297/2004 (ΦΕΚ 259 Α ), με σκοπό τη συναινετική επίλυση της διαφοράς που ανέκυψε, κατόπιν της από 13.3.2009 αναφοράς του Χ ΚΑΤΑΓΓΕΛΟΝΤΑ (αριθμ. πρωτ. εισερχ. 1139Α / 13.3.2009), σας αποστέλλουμε την παρούσα, για να σας γνωρίσουμε τα κάτωθι: Κατόπιν ενδελεχούς ελέγχου του φακέλου της υπό κρίση διαφοράς και μετά τη συνάντηση προς επίτευξη συμβιβασμού που έλαβε χώρα στα γραφεία της Αρχής την 6.4.2011, και η οποία απέβη άκαρπη, διαπιστώνουμε τα ακόλουθα: 1. Η Ανεξάρτητη Αρχή «Συνήγορος του Καταναλωτή» δέχθηκε την αναφορά του Χ ΚΑΤΑΓΓΕΛΟΝΤΑ, στην οποία δόθηκε ο αριθμ. πρωτ. 1139Α /13.3.2009. Στην ως άνω έγγραφη αναφορά του, ο καταναλωτής καταγγέλλει την HSBC Bank για παραπλανητική προσυμβατική ενημέρωση κατά την αγορά ομολόγων εκδόσεως της τράπεζας Landsbanki. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του καταναλωτή ο τελευταίος αντιλήφθηκε τον κίνδυνο που περιέκλειε η επένδυσή του, όταν η εκδότρια εταιρεία του ομολόγου (Landsbanki Islands) σταμάτησε την καταβολή των τοκομεριδίων, μετά την οικονομική κρίση που ακολούθησε την κατάρρευση της Lehman Brothers τον Σεπτέμβριο του 2008, οπότε και εθνικοποιήθηκε και τελούσε υπό εκκαθάριση. Ως αποτέλεσμα των παραπάνω η αποτίμηση του ομολόγου να βρίσκεται σε ιδιαίτερα 1

χαμηλά επίπεδα με το ανάλογο αρνητικό αντίκτυπο επί του αρχικώς επενδεδυμένου κεφαλαίου. Με το υπ αριθμ. πρωτ. Β/2311/18.3.2009 έγγραφό του, ο «Συνήγορος του Καταναλωτή» διαβίβασε στην HSBC Bank την παραπάνω αναφορά και ζήτησε να εκτεθούν εγγράφως οι απόψεις της. Επί του ανωτέρω εγγράφου, η εταιρία απέστειλε την υπ αριθμ. πρωτ. εισερχομένου Β/2976/13.4.2009 απαντητική επιστολή της, στην οποία ανέφερε ότι ο καταναλωτής μετά την αγορά του ομολόγου λάμβανε τακτική έγγραφη ενημέρωση σχετικά με την πορεία της αξίας του. 2. Σύμφωνα με την πρώτη παράγραφο του κεφαλαίου Α της ΠΔ/ΤΕ 2501/2002 (ΦΕΚ Α 277/18.11.2002) τα πιστωτικά ιδρύματα που λειτουργούν στην Ελλάδα οφείλουν : «Να ενημερώνουν κατάλληλα τους συναλλασσόμενους για τη φύση και τα χαρακτηριστικά των προσφερομένων προϊόντων και υπηρεσιών και εν γένει για τους όρους και τις προϋποθέσεις που διέπουν τις τραπεζικές συναλλαγές». Επίσης, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του κεφαλαίου Β της ΠΔ/ΤΕ 2501/2002 αναφέρεται ότι: «Τα πιστωτικά ιδρύματα οφείλουν να παρέχουν κατ ελάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία και πληροφορίες, ώστε οι συναλλασσόμενοι με αυτά να σχηματίζουν πριν από τη σύναψη της σύμβασης σαφή εικόνα για τις παρεχόμενες υπηρεσίες και προϊόντα, όταν αυτά δεν αποτελούν αντικείμενο εξατομικευμένης διαπραγμάτευσης. Σε ό,τι αφορά τα σύνθετα τραπεζικά προϊόντα, των οποίων η απόδοση προσδιορίζεται βάσει στοιχείων και δεικτών και τα οποία προσιδιάζουν στο χαρακτήρα των επενδυτικών προϊόντων, η ενημέρωση των συναλλασσομένων πρέπει να περιλαμβάνει ειδικές πληροφορίες, ούτως ώστε να διευκολύνεται η συγκρισιμότητα των προϊόντων αυτών με ομοειδή, αμιγώς καταθετικά ή αμιγώς επενδυτικά προϊόντα, καθώς και η κατανόηση της αναμενόμενης απόδοσης και των πιθανών κινδύνων. Ειδικότερα, για τη διευκόλυνση της κατανόησης και συγκρισιμότητας των παραπάνω προϊόντων, τα πιστωτικά ιδρύματα οφείλουν να προβαίνουν σε : Αναγωγή του ποσοστού απόδοσης σε ετήσια βάση κατά το χρόνο της επένδυσης, ανεξάρτητα από το χρονικό ορίζοντα της τοποθέτησης σαφή και αναλυτική περιγραφή των παραγόντων που προσδιορίζουν την απόδοση των προϊόντων με εναλλακτικές παραδοχές ως προς τις κύριες συνιστώσες του προϊόντος (δείκτες χρηματιστηρίων, εξέλιξη συναλλαγματικής ισοτιμίας κ.λ.π), παραθέτοντας δύο τουλάχιστον αντιπροσωπευτικά παραδείγματα.». 3. Σύμφωνα με τον «Κώδικα Δεοντολογίας Επιχειρήσεων Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών» (ΥΑ 122/1997, ΦΕΚ Β 340 1997) και πιο συγκεκριμένα βάση της τρίτης Αρχής (εδάφιο (γ) της παραγράφου 2 του άρθρου 3): «Οι εταιρίες που κατά το νόμο παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες και τα απασχολούμενα από αυτές φυσικά και νομικά πρόσωπα οφείλουν να ενημερώνονται σχετικά με την οικονομική κατάσταση, τους στόχους και την εμπειρία των πελατών τους στον τομέα των επενδύσεων ούτως ώστε να παρέχουν τις κατάλληλες επενδυτικές συμβουλές». Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 6 της ΥΑ 122/1997: «Όταν μία εταιρία παρέχει αμέσως η εμμέσως επενδυτική συμβουλή σε πελάτες ευθύνεται, σύμφωνα με την τρίτη αρχή, για την καταλληλότητα της παρεχόμενης συμβουλής ως προς τον πελάτη. Η καταλληλότητα της συμβουλής συναρτάται τόσο προς τον πελάτη όσο και προς τον επενδυτικό του στόχο για κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. Η εταιρία ευθύνεται για την ενημέρωση του πελάτη, με τρόπο εύλογο καταληπτό, ως προς τα ειδικά χαρακτηριστικά των επενδυτικών του επιλογών, εφιστώντας σε κάθε περίπτωση τη 2

προσοχή του στους αναλαμβανόμενους κινδύνους, το κόστος και τη ρευστότητα της επένδυσης, την επίπτωσή της στη διάρθρωση του χαρτοφυλακίου επενδύσεών του, τα χαρακτηριστικά που την διαφοροποιούν από άλλες επενδύσεις τις οποίες έχει κάνει ο πελάτης προηγουμένως καθώς και κάθε άλλο στοιχείο που θα ήταν απαραίτητο σε επενδυτή με τα χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου πελάτη για τη διαμόρφωση της επενδυτικής του απόφασης. Χωρίς αυτό να περιορίζει με οποιονδήποτε τρόπο την ευθύνη των εταιριών (και των καλυπτομένων προσώπων) για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την τρίτη αρχή, συνιστάται ενδεικτικά ότι κάθε εταιρία οφείλει: α) Να κατατάσσει τους πελάτες ανά κατηγορία οικονομικής επιφάνειας και επενδυτικής εμπειρίας και να υιοθετεί διαδικασίες για την παρακολούθηση της παρεχομένης πληροφόρησης ανά κατηγορία, β) να λαμβάνει με τη συμπλήρωση ερωτηματολογίου ή με άλλο έγγραφο μέσο, πριν από την παροχή της συμβουλής και σε περιοδική βάση με συχνότητα όχι μικρότερη του έτους, τα απαραίτητα στοιχεία για την κατηγοριοποίησή τους και τη διαμόρφωση των παρεχομένων προς αυτούς πληροφοριών και συμβουλών, γ) να λαμβάνει με τη συμπλήρωση ερωτηματολογίου ή με άλλο πρόσφορο έγγραφο μέσο, πριν από την παροχή της συμβουλής και σε περιοδική βάση με συχνότητα όχι μικρότερη του έτους, λεπτομερή ενημέρωση για τους επενδυτικούς τους στόχους, δ) να προσφέρει στους πελάτες της κατά την παροχή της συμβουλής έγγραφη αναλυτική παρουσίαση των επενδυτικών κινδύνων, τουλάχιστον ως προς τις επενδύσεις που επιλέγουν να υλοποιήσουν μέσω αυτής. 4. Σύμφωνα με την τέταρτη Αρχή του «Κώδικα Δεοντολογίας Επιχειρήσεων Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών» (ΥΑ 122/1997): «Οι εταιρείες και τα απασχολούμενα από αυτές φυσικά και νομικά πρόσωπα θα γνωστοποιούν στους πελάτες τους όλες τις απαραίτητες και χρήσιμες πληροφορίες στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων τους με αυτούς». Αναλυτικότερα, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 7 της ΥΑ 122/1997: «Η απόφαση του πελάτη για την ανάθεση στην εταιρία της παροχής των υπηρεσιών αυτών θα πρέπει να βασίζεται σε πλήρη και επαρκή πληροφόρηση ως προς τα επιμέρους στοιχεία της συναλλαγής. Βασικό στοιχείο της πληροφόρησης που θα πρέπει να παρέχει η εταιρία κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων είναι το καθεστώς λειτουργίας της και οι υπηρεσίες που δικαιούται και δύναται να παρέχει, με τρόπο ώστε, μεταξύ άλλων, να είναι σαφής η διαφοροποίηση της εταιρίας από κάθε άλλη μορφή εταιρίας παροχής επενδυτικών υπηρεσιών. Θα πρέπει επίσης να προσδιορίζονται με σαφήνεια τα επιμέρους στοιχεία των προσφερομένων υπηρεσιών και οι όροι της συμβατικής σχέσης μεταξύ της εταιρίας και του πελάτη». Επίσης, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 7 της ΥΑ 122/1997: «γ)η εταιρία οφείλει να συνάπτει με τον πελάτη αναλυτική σύμβαση από την οποία να προκύπτουν με τρόπο σαφή οι υποχρεώσεις που αναλαμβάνει ο πελάτης έναντι της εταιρίας και οι προβλεπόμενοι περιορισμοί της ευθύνης της εταιρίας αναφορικά με τις παρεχόμενες υπηρεσίες. Οι συμβάσεις αυτές πρέπει να προσδιορίζουν, τουλάχιστον: (αα) την ακριβή φύση των παρεχομένων υπηρεσιών, για το σύνολο των επενδυτικών προϊόντων,. (θθ) τις πάσης φύσης υποχρεώσεις της εταιρίας για την παροχή πληροφοριών στον πελάτη ως προς τις παρεχόμενες υπηρεσίες με αναλυτική παρουσίαση του περιεχομένου και της περιοδικότητας των πληροφοριών που θα παρέχονται καθώς και κάθε άλλου απαραίτητου στοιχείου». 3

5. Σύμφωνα με το άρθρο 9ε του Ν. 2251/1994 όπως τροποποιήθηκε και ισχύει σχετικά με τις παραπλανητικές παραλείψεις: «1. Μια εμπορική πρακτική θεωρείται παραπλανητική όταν, στο πραγματικό της πλαίσιο, λαμβανομένων υπόψιν όλων των χαρακτηριστικών της και των περιστάσεων, καθώς και των περιορισμών του συγκεκριμένου μέσου επικοινωνίας, παραλείπει ουσιώδεις πληροφορίες που χρειάζεται ο μέσος καταναλωτής, ανάλογα με το συγκεκριμένο πλαίσιο, για να λάβει τεκμηριωμένη απόφαση συναλλαγής, και ως εκ τούτου τον οδηγεί ή ενδέχεται να τον οδηγήσει να λάβει απόφαση συναλλαγής την οποία διαφορετικά δεν θα ελάμβανε. 2. Παραπλανητική παράλειψη τεκμαίρεται και όταν ο προμηθευτής αποκρύπτει ουσιώδεις πληροφορίες ή τις παρέχει κατά τρόπο ασαφή, ακατάληπτο, διφορούμενο ή εκτός χρόνου κατά τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1, ή όταν δεν προσδιορίζει την εμπορική επιδίωξη της εμπορικής πρακτικής, εφόσον αυτή δεν είναι ήδη προφανής από το συγκεκριμένο πλαίσιο και όταν, και στις δύο αυτές περιπτώσεις, τούτο έχει ή ενδέχεται να έχει ως αποτέλεσμα να λάβει ο μέσος καταναλωτής απόφαση για συναλλαγή την οποία, διαφορετικά, δεν θα είχε λάβει. 3. Όταν το μέσο που χρησιμοποιείται για την ανακοίνωση της εμπορικής πρακτικής επιβάλλει περιορισμούς τόπου ή χρόνου, οι περιορισμοί αυτοί, καθώς και τα μέτρα που λαμβάνει ο προμηθευτής για να καταστήσει την πληροφορία προσιτή στους καταναλωτές με άλλο τρόπο, λαμβάνονται υπόψιν προκειμένου να διαπιστωθεί αν η πληροφορία έχει παραλειφθεί. 4. Στην περίπτωση της πρόσκλησης για αγορά, θεωρούνται ουσιώδεις οι ακόλουθες πληροφορίες, αν δεν είναι ήδη προφανείς από το συγκεκριμένο πλαίσιο: α) τα κύρια χαρακτηριστικά του προϊόντος, στο βαθμό που ενδείκνυνται σε σχέση με το μέσο και το προϊόν». 6. Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 8 του Ν. 2251/1994 όπως τροποποιήθηκε και ισχύει: «Ο παρέχων υπηρεσίες ευθύνεται για κάθε περιουσιακή ζημία ή ηθική βλάβη που προκάλεσε παράνομα και υπαίτια, με πράξη ή παράλειψή του, κατά την παροχή αυτών στον καταναλωτή. Ως παρέχων υπηρεσίες νοείται όποιος, στο πλαίσιο της άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας παρέχει υπηρεσία, κατά τρόπο ανεξάρτητο.». 7. Όπως προκύπτει από τα κατατεθέντα στη Αρχή μας έγγραφα των μερών, το μοναδικό προσυμβατικό έγγραφο για την αγορά του ομολόγου που προσκομίστηκε από το τραπεζικό ίδρυμα είναι η φόρμα προφορικών οδηγιών του πελάτη (verbal instructions customer s file annotation form) στο οποίο αναφέρεται το ποσό, η ημερομηνία λήξης του ομολόγου και το όνομα του εκδότη. Δεν υφίσταται καμιά άλλη έγγραφη προσυμβατική πληροφόρηση αναφορικά με τους: α) όρους του τραπεζικού ομολόγου (επιτόκιο, τιμή κτήσης, δυνατότητα ανάκλησης από τον εκδότη, ημερομηνίες εκκαθάρισης τοκομεριδίων, ύπαρξη εγγυητή) β) κινδύνους που εμπεριέχονται στην συγκεκριμένη επένδυση γ)στοιχεία του εκδότη του ομολόγου (κλάδος και τόπος δραστηριοποίησης, οικονομικά στοιχεία, θέση στην αγορά). Επίσης, δεν υφίσταται καμία κατηγοριοποίηση του πελάτη αναφορικά με τον κίνδυνο που είναι διατεθειμένος να αναλάβει, τον χρονικό ορίζοντα που είναι διατεθειμένος να επενδύσει αλλά και τις επενδυτικές του γνώσεις και στόχους. 8. Με βάση τα παραπάνω, με σκοπό τη συμβιβαστική επίλυση της υπό κρίση διαφοράς, ο Συνήγορος του Καταναλωτή: 4

Ι) Απευθύνει σύσταση σύμφωνα με τις διατάξεις της 5 του άρθρου 4 του Ν. 3297/2004, προς την εταιρεία HSBC Bank plc να προβεί σε αποκατάσταση του επενδυμένου κεφαλαίου του Χ ΚΑΤΑΓΓΕΛΟΝΤΑ ως αποζημίωση βάση της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του Ν. 2251/1994. II) Καλεί την εταιρεία HSBC Bank plc και τον Χ ΚΑΤΑΓΓΕΛΟΝΤΑ, να γνωστοποιήσουν στην Αρχή εγγράφως, εντός δέκα (10) ημερών, εάν αποδέχονται τα διαλαμβανόμενα στην παρούσα έγγραφη σύσταση. ΙΙΙ). Αποφασίζει ότι σε περίπτωση που η HSBC Bank plc δεν αποδεχθεί τα διαλαμβανόμενα στην παρούσα σύσταση, τότε ο Συνήγορος του Καταναλωτή δύναται να ενεργήσει σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην παρ.5 του άρθρου 4 του Ν. 3297/2004 (ΦΕΚ Α 259/23.12.04). Ο ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ Ευάγγελος Ζερβέας ΚΟΙΝ: 1. Γενική Γραμματεία Καταναλωτή Διεύθυνση Προστασίας Καταναλωτή Τμήμα Β' Πλατεία Κάνιγγος 101 81 Αθήνα 2.Τράπεζα της Ελλάδος Διεύθυνση Εποπτείας Πιστωτικού Συστήματος Τομέας Διαφάνειας Τραπεζικών Συναλλαγών Ε. Βενιζέλου 21 102 50 Αθήνα Εσωτερική Διανομή: Γραφείο Βοηθού Συνηγόρου του Καταναλωτή κ. Δρ. Β. Μπώλου 5