ναδίρ (το) (Ουσιαστικό, άκλ.) (να-δίρ) [λόγ. < γαλλ. nadir]

Σχετικά έγγραφα
Η κατακόρυφη ενός τόπου συναντά την ουράνια σφαίρα σε δύο υποθετικά σηµεία, που ονοµάζονται. Ο κατακόρυφος κύκλος που περνά. αστέρα Α ονοµάζεται

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

όγκος (ο) (Ουσιαστικό, Ο14 ) (ό-γκος) [αρχ. γκος]

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΝΕΟ ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

Β.Π. Ουράνιος Ισηµερινός Ν.Π.

χαιρετώ (Ρήμα, Ρ5) (ενεστ. χαι-ρε-τώ, αόρ. χαιρέτησα, παθ. αόρ. χαιρετήθηκα) [µεσν. χαιρετ < αρχ. χαίρω]

ΑΓΑΠΩ ΤΟΥΣ ΗΡΩΕΣ Οι 300 του. Λεωνίδα. και οι επτακόσιοι Θεσπιείς. Κείμενα: Αναστασία Δ. Μακρή Εικόνες: Μιχάλης Λουκιανός

θάμνος (ο) (Ουσιαστικό, Ο14) (θά-μνος) [αρχ. θάµνος < επίρρ. θαµ (= συχνά)]

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Γ Ρ Α Π Τ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν

Οι τα α α α α α α α Κ. ε ε ε ε ε ε ε ε ε Χε ε ε. ε ε ε ε ε ε ρου ου βι ι ι ι ι ι ι. ιµ µυ στι κω ω ω ω ω ως ει κο ο

Θέμα μας το κλίμα. Και οι παράγοντες που το επηρεάζουν.

Κώστας Λεµονίδης - Κάπως Αµήχανα

Συγγραφέας: Μαρίνα Ματθαιουδάκη Δεξιότητα: Κατανόηση γραπτού λόγου Τύπος κειμένου: Αγγελία Θεματική: Αγορά

α κα ρι ι ο ος α α νηρ ος ου ουκ ε πο ρε ε ευ θη εν βου λη η η α α σε ε ε βων και εν ο δω ω α α µαρ τω λω ων ουουκ ε ε ε

Το ημερολόγιό μου Πηνελόπη

λακωνικός, -ή, -ό (Επίθετο, Ε2, έμψυχα και άψυχα) (λα-κω-νι-κός) [αρχ. λακωνικ ς < Λάκων]

Κατανόηση γραπτού λόγου

Διάστημα. Βάλε στη σωστή απάντηση (μία κάθε φορά). Για να κάνει η Γη μια πλήρη περιστροφή γύρω από τον Ήλιο, χρειάζεται:

Επιλεγμένες Ασκήσεις Φυλλαδίου 1 8/3/2017

ύβρις και ύβρη (η) (Ουσιαστικό, Ο27) (ύ-βρις, γεν. -εως, πληθ. -εις) [αρχ. βρις]

2. Περιγράφουμε τα στοιχεία του καιρού, σαν να είμαστε μετεωρολόγοι.

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

Λογοτεχνικό Εξωσχολικό Ανάγνωσμα. Εργασία Χριστίνας Λιγνού Α 1

Eπιστήμη με άρωμα γυναίκας

Α ομάδα. Β. Αντιγόνη Άννα Δ. Μαρία Μ. Μιχάλης Ν. Μαρία

The G C School of Careers

ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΙΟΥ 2014

Γλωσσικό τεστ για παιδιά ηλικίας μηνών

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΑ

Να συμπληρώσετε κάθε μια από τις προτάσεις 1, 2, 3, 4 και 5, επιλέγοντας τη. 1. Ο χώρος τέλεσης της χριστιανικής λατρείας ονομάστηκε ναός

4/11/2018 ΝΑΥΣΙΠΛΟΙΑ ΙΙ ΓΈΠΑΛ ΚΑΡΑΓΚΙΑΟΥΡΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ. ΘΕΜΑ 1 ο

Θρησκευτικά Α Λυκείου GI_A_THI_0_8712 Απαντήσεις των θεμάτων ΘΕΜΑ Α1

ΓΙΑΤΙ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ

Π α σα πνο η αι νε σα τω τον Κυ ρι. Π α σα πνο η αι νε σα α τω τον. Ἕτερον. Τάξις Ἑωθινοῦ Εὐαγγελίου, Ὀ Ν Ψαλµός. Μέλος Ἰωάννου Ἀ. Νέγρη.

1 ο ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΦΥΛΛΟ «Jeu speech» ΠΩΣ ΕΙΣΑΙ;

Κεφάλαιο 5. Κωνσταντινούπολη, 29 Μαίου 1453, Τρίτη μαύρη και καταραμένη

Διάρροια του ταξιδιώτη σε ξένες χώρες? Ομοιοπαθητική!!

ΠΕΡΙΓΡΑΦΩ ΕΙΚΟΝΕΣ ΜΕ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥΣ. Μια ολοκληρωμένη περιγραφή της εικόνας: Βρέχει. Σήμερα βρέχει. Σήμερα βρέχει όλη την ημέρα και κάνει κρύο.

ο Θε ος η η µων κα τα φυ γη η και δυ υ υ να α α α µις βο η θο ος ε εν θλι ψε ε ε σι ταις ευ ρου ου ου ου ου σαις η η µα α α ας σφο ο ο ο

4. Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΪΚΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ

Εισαγωγή. Οι τροποποιήσεις των Κανονισμών Παιδιάς της IHF 2016 Το Shootout. Συζήτηση Μην ξεχνάτε

Κα λόν ύπ νο και όνειρ α γλυκά

Μαραθώνιος Messier. η απόλυτη ολονύκτια παρατήρηση. Άγγελος Κιοσκλής Μάρτιος 2006 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΣΤΡΟΝΟΜΙΚΗ ΕΝΩΣΗ

ΔΕΑ (Δόκιμοι Έφεδροι Αξιωματικοί)

1. η παράσταση κάθε αντικειμένου που σχηματίζεται

ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ 1. Ποιο από τα παρακάτω αποτυπώνει τη διαμονή σας, αυτό το ακαδημαϊκό έτος;

Η ευλογημένη συνάντηση.

ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. 5η Ενότητα: Συζητώντας για την εργασία και το επάγγελμα ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Εισαγωγικά κείμενα

ΑΝ ΚΑΙ ΖΩ ΣΤΟΝ ΒΥΘΌ, το ξέρω καλά πια. Ο καλύτερος τρόπος να επικοινωνήσεις με τους ανθρώπους και να τους πεις όσα θέλεις είναι να γράψεις ένα

Διάλογος 5: Συνομιλία προσωπική ιστορία

Η ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΓΡΑΠΤΟΥ ΛΟΓΟΥ (ΤΟ ΕΧΩ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΜΑΖΙ ΜΟΥ)

Θέμα. Σωματική Υγιεινή και. Παιδική Ανάπτυξη

Β. ποια είναι η κατεύθυνση της μαγνητικής βελόνας (μαγνητικής πυξίδας) πάνω σε ένα ιστιοφόρο πλοίο

ΕΚΦΡΑΖΟΝΤΑΣ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ Η ΑΓΑΠΗ

ΟΔΥΣΣΕΙΑ: ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΚΑΙ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ

β. εκφράζουν αλήθειες για τον Χριστό, τη Θεοτόκο, την Αγία Τριάδα, τους αγίους

Κατανοώντας τη Σχέση Στόματος & Σώματος

Απόστολος Θηβαίος - Παιδικές Ζωγραφιές

2. Η παρακάτω φωτογραφία δείχνει (επιλέξτε τη µοναδική σωστή απάντηση):

Σκοπός του παιχνιδιού. Περίληψη

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Ποια είναι η ερώτηση αν η απάντηση είναι: Τι έχει τέσσερις τοίχους;

Μαγειρεύοντας ιστορίες

Ένα ακόμα σκαλί. Επαναληπτικό μάθημα. 1 Διάλεξε τη σωστή απάντηση και σημείωσέ τη με 3

Ἔκτασις. οι τα α α Δ. α α α α Δ. ου ου ου ου ου ου ου ου ου ου ου ου ου. υ υ υ υ υ υ υ υ υ υ µυ υ στι ι ι Μ. ι ι ει ει κο ο νι ι ι ι ι ι ι

μάθημα πρώτο: συναστρία 6 μάθημα δεύτερο: Ήλιοσ 8 μάθημα τρίτο: σελήνη 32 μάθημα τέταρτο: ερμησ 50 μάθημα πεμπτο: αφροδίτη 64 μάθημα εκτο: αρης 76

A READER LIVES A THOUSAND LIVES BEFORE HE DIES.

Α. Κείμενο: Μαρούλα Κλιάφα, Ο δρόμος για τον Παράδεισο είναι μακρύς. 1 Δεκεμβρίου. Αγαπημένη μου φίλη Ελένη,

Μια φορά κι έναν καιρό, όχι πολλά χρόνια πριν, μια ζεστή καλοκαιρινή μέρα, είχε τόση ζέστη, καύσωνα, που μέχρι και ο ήλιος αναγκάστηκε να φορέσει

8. Η γλώσσα ως κώδικας επικοινωνίας

ΟΙ ΑΛΛΑΓΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ Ο «ΚΥΚΛΟΣ» ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ

[Ένας φίλος που...τρώγεται]

Πένυ Παπαδάκη: «Οι άνθρωποι που αγαπούν το βιβλίο δεν επηρεάζονται από την κρίση» ΘΑΝΑΣΗΣ ΞΑΝΘΟΣ 15 ΙΟΥΝΙΟΥ 2017

Θα κάνω δίαιτα! Τι κάνει η Χριστίνα; Τι σκέφτεται;

ΦΥΣΑ ΑΕΡΑΚΙ ΦΥΣΑ ΜΕ!

ISBN

ΟΝΟΜΑ ΜΑΘΗΤΗ/ΤΡΙΑΣ: ΟΝΟΜΑ ΣΧΟΛΕΙΟΥ: Ένας οδηγός για τα δικαιώματα των παιδιών σε συνεργασία με την:

Διατροφικές συνήθειες στον αρχαίο πολιτισμό της Ελλάδας

β) Ποιες λέξεις ή φράσεις δηλώνουν την πορεία που ακολουθεί ο συγγραφέας στην περιγραφή του τοπίου;

THE ENGLISH SCHOOL ΑΓΓΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΥΓΙΕΙΝΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗ

Ο ιερέας- φύλακας «άγγελος» των παιδιών με καρκίνο

1 H Ελλάδα Κάνετε ερωτήσεις και απαντήσεις. Χρησιμοποιήσετε τις λέξεις κοντά, μακριά, δίπλα, απέναντι, δεξιά, αριστερά, πίσω... Καβάλα. Θάσος.

Πορτογαλία Θρησκείες

The G C School of Careers

ΥΠΟΤΡΟΦΙΕΣ 2015 ΘΕΜΑΤΑ ΓΛΩΣΣΑΣ. Γενναίος Εκκλησία Άμμος Κομπολόι Ναύτης. Όσφρηση Αδειούχος Ξένοιαστος Αειθαλή Κάστρο

2016 Πάρης Ανδρέου Όλα τα δικαιώματα κατοχυρωμένα

A. Morales Ortiz- C. Martínez Campillo, Καλώς ορίσατε στην Ελλάδα. Materiales para la enseñanza del Griego Moderno (Nivel inicial)

Πετσάλης Διομήδης,Θ, Δεκατρία Χρόνια, Αθήνα 1983, σελ

Πώς Διηγούμαστε ή Αφηγούμαστε ένα γεγονός που ζήσαμε

Χρήστος Ιωάννου Τσαρούχης. Στάλες. Ποίηση

ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΚΑΝΟΝΩΝ ΕΝΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΓΙΑ 2 ΩΣ 4 ΠΑΙΚΤΕΣ

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

ΚΛΙΜΑ. ιαµόρφωση των κλιµατικών συνθηκών

Ειδικά κεφάλαια παραγωγής ενέργειας

Μια μέρα μαζεύτηκαν όλα τα τρόφιμα που βρίσκει ο άνθρωπος στη φύση. Σκέφτηκαν να παίξουν ένα παιχνίδι και χωρίστηκαν σε ομάδες.

Για παιδιά 5-8 ετών. Με προεγγραφή. Στη Βιβλιοθήκη.

Κ ώ δ ι κ α ς Σ υ μ π ε ρ ι φ ο ρ ά ς ΚΜΣ Σχολική Χρονιά

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ. Η ενδυμασία και η σημασία της για τον άνθρωπο

ΕΡΓΑΣΙΑ ΟΙΚΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΘΕΜΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ: ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΜΟΥ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΗ: ΑΣΚΟΡΔΑΛΑΚΗ ΜΑΝΟΥ ΕΤΟΣ

Transcript:

ναδίρ (το) (Ουσιαστικό, άκλ.) (να-δίρ) [λόγ. < γαλλ. nadir] ναός (ο) (Ουσιαστικό, Ο13) (να-ός) [αρχ. να ς < ναίω (= κατοικώ)] 1. το σημείο στο οποίο η κατακόρυφη γραμμή που περνάει από τον παρατηρητή, συναντά προς τα κάτω τον ουράνιο θόλο: Το ναδίρ και το ζενίθ βρίσκονται σε αντίθετη κατεύθυνση. 2. το κατώτερο σημείο μιας εξέλιξης, σε αντίθεση με το ζενίθ: Η επίδοσή του βρέθηκε ξαφνικά από το ζενίθ στο ναδίρ. το κτίριο, ο τόπος όπου συγκεντρώνονται οι πιστοί μιας θρησκείας και τελούν τη λατρεία τους: Ο ναός του Αγίου Σπυρίδωνα βρίσκεται στο κέντρο της Κέρκυρας. Αντ.: ζενίθ (1, 2) Συνών.: εκκλησία, Οίκος Θεού Σύνθ.: πρόναος Προσδιορ.: αφιερωμένος, αναστηλωμένος, ενοριακός, πάνσεπτος, περίστυλος Φράσεις: Ναός της Θέμιδος (= το δικαστήριο) ναύτης (ο) (Ουσιαστικό, Ο5) (ναύ-της, γεν. -η, πληθ. -ες, γεν. -ών) [αρχ. ναύτης < να ς (= πλοίο)] αυτός που εργάζεται σε πλοίο ή υπηρετεί τη θητεία του σ αυτό χωρίς να είναι βαθμοφόρος: Στο πλοίο υπηρετούν τη θητεία τους δέκα ναύτες. Συνών: ναυτικός Σύνθ.: ναυτεργάτης, ναυτοδικείο, πεζοναύτης, αστροναύτης, κοσμοναύτης Οικογ. Λέξ.: ναυτικό, ναυτικός, ναυτιλία, ναυτιλιακός Προσδιορ.: γενναίος, δόκιμος, έφεδρος 133

νερό νερό (το) (Ουσιαστικό, Ο31) (νε-ρό) [µεσν. νερ ν < µτγν. νηρ ν < αρχ. νεαρ ν] νέφος (το) (Ουσιαστικό, Ο37) (νέ-φος, γεν. -ους, πληθ. -η) [αρχ. νέφος] νικώ (Ρήμα, Ρ5) (ενεστ. νι-κώ, αόρ. νίκησα, παθ. αόρ. νικήθηκα, παθ. μτχ. νικημένος) [αρχ. νικ ] 1. υγρό άχρωμο, άοσμο και άγευστο, που είναι απαραίτητο για τη ζωή ανθρώπων, ζώων και φυτών: Το νερό της θάλασσας είναι αρμυρό. 2. το νερό της βροχής, η βροχή: Σήμερα έριξε πολύ νερό. 1. σύννεφο: Τα νέφη συγκεντρώθηκαν στον ουρανό και έφεραν δυνατή βροχή. 2. δηλητηριώδες σύννεφο από καπνούς και αέρια: Το νέφος δημιουργεί πολλά προβλήματα στους κατοίκους των μεγάλων πόλεων. 1. (μτβ.) κερδίζω τους αντιπάλους μου σε μάχη ή αγώνα: Οι Έλληνες νίκησαν τους Πέρσες στη μάχη του Μαραθώνα. 2. (μτβ.) (μτφ.) συγκρατώ, ελέγχω: Νίκησε το πάθος του για το κάπνισμα. Συνών.: ύδωρ Σύνθ.: νεροποντή, χιονόνερο Οικογ. Λέξ.: νερώνω, νερουλάς Προσδιορ.: αποσταγμένο, γλυφό, γάργαρο Φράσεις: Πίνω νερό στ όνομά του (= τον εκτιμώ) Βάζω το νερό στ αυλάκι (= αρχίζει κάτι να λειτουργεί σωστά) Μια τρύπα στο νερό (= τίποτε) Βάζω νερό στο κρασί (= μετριάζω) Συνών.: νεφέλη Σύνθ.: σύννεφο, νεφοσκεπής Οικογ. Λέξ.: νεφελώδης, νεφέλωμα Προσδιορ.: ραδιενεργό, φωτοχημικό Αντίθ.: ηττώμαι (1, 2), χάνω Συνών: επικρατώ, επιβάλλομαι Σύνθ.: κατανικώ Οικογ. Λέξ.: νίκη, νικητής, νικητήριος, Νίκη, Νικήτας Φράσεις: Νικώ κατά κράτος (= νικώ ολοκληρωτικά) νιώθω (Ρήμα, Ρ4) (ενεστ. νιώ-θω, αόρ. ένιωσα) [µεσν. γνώθω < αρχ. γιγνώσκω] 1. (αμτβ.) αισθάνομαι: Νιώθω πολύ καλά σήμερα. 2. (μτβ.) συναισθάνομαι: Ένιωσα το λάθος μου και το διόρθωσα. 3. (μτβ.) καταλαβαίνω, αντιλαμβάνομαι: Του μιλάς και δε νιώθει τι του λες. Συνών.: κατανοώ (3) 134

νόημα (το) (Ουσιαστικό, Ο40) (νό-η-μα, γεν. ήματος, πληθ. ήματα) [αρχ. νόηµα < νο ] νοημοσύνη (η) (Ουσιαστικό, Ο26) (νο-η-μο-σύ-νη, γεν. -ης, πληθ. - ) [< αρχ. νοήµων] νοικιάζω (Ρήμα, Ρ4) (ενεστ. νοι-κιά-ζω, αόρ. νοίκιασα, παθ. αόρ. νοικιάστηκα, παθ. μτχ. νοικιασμένος) [µεσν. νοικιάζω < ελνστ. νοικιάζω < αρχ. νοίκιον] νόμος (ο) (Ουσιαστικό, Ο14) (νό-μος) [αρχ. νόµος < νέµω (= µοιράζω)] Προσοχή! νόµος = γραπτός κανόνας δικαίου νοµός = διοικητικό διαµέρισµα κράτους 1. σημασία, έννοια: Τα παιδιά κατάλαβαν το νόημα του ποιήματος. 2. γνέψιμο, νεύμα: Τους έκανε νόημα να φύγουν. η πνευματική ικανότητα του να καταλαβαίνει κανείς και να προσαρμόζεται σε νέες καταστάσεις, για να πετυχαίνει τους στόχους του: Οι μεγάλοι επιστήμονες διακρίνονται για την υψηλή νοημοσύνη τους. 1. (μτβ.) δίνω ένα χρηματικό ποσό, για να χρησιμοποιήσω ένα ακίνητο ή κάποιο αντικείμενο: Νοίκιασε για δική του χρήση ένα μικρό διαμέρισμα στο κέντρο της πόλης. 2. (μτβ.) παίρνω ένα χρηματικό ποσό, για ν αφήσω κάποιον να χρησιμοποιεί ένα χώρο ή ένα ακίνητο: Νοικιάζω δυο διαμερίσματα σε φοιτητές. 1. γραπτός κανόνας δικαίου που ρυθμίζει τις σχέσεις των πολιτών μεταξύ τους και με την πολιτεία: Ο νόμος αυτός αναφέρεται στα δικαιώματα των παιδιών. 2. κανόνας που ρυθμίζει την ανθρώπινη συμπεριφορά: Η προστασία της ζωής είναι γι αυτόν βασικός νόμος και για το λόγο αυτό προσφέρει τις υπηρεσίες του εθελοντικά σ ένα Κέντρο Περίθαλψης Άγριων Ζώων. νόμος Οικογ. Λέξ.: νοώ, νους, νόηση, νοημοσύνη, νοήμων, νοηματικός Προσδιορ.: αινιγματικό, αλληγορικό (1, 2), ασύλληπτο Συνών: ευφυΐα Οικογ. Λέξ.: νοήμων Προσδιορ.: ανώτερη, συναισθηματική, χαμηλή, υψηλή Φράσεις: Δείκτης νοημοσύνης (= βαθμός ευφυΐας) Συνών: μισθώνω, εκμισθώνω Οικογ. Λέξ.: ενοίκιο, νοίκιασμα, νοικάρης, ενοικιαστής, ενοικιαστήριο, ξενοίκιαστος, ανοίκιαστος Συνών.: νομοθέτημα, θέσπισμα, αρχή Σύνθ.: νομοθέτης, νομοσχέδιο, νομομαθής, νομοταγής, άνομος, σύννομος, παράνομος Οικογ. Λέξ.: νόμιμα (επίρρ.), νόμιμος, νομιμότητα, νομικός Προσδιορ.: άγραφος, θείος αντεργατικός, εκλογικός, φορολογικός Φράσεις: Παίρνω το νόμο στα χέρια μου (= τιμωρώ κάποιον με το δικό μου τρόπο) 135

νομός 136 νομός (ο) (Ουσιαστικό, Ο13) (νο-μός) [νοµ ς < αρχ. νέ- µω (= µοιράζω)] νοσηρός -ή, -ό (Επίθετο, Ε1, έμψυχα και άψυχα) (νο-ση-ρός) [αρχ. νοσηρ ς < νόσος] νόστιμος, -η, -ο (Επίθετο, Ε2, έμψυχα και άψυχα) (νό-στι-μος) [αρχ. νόστιµος < νόστος (= επιστροφή στην πατρίδα)] 3. (μτφ.) οι αρχές, η αστυνομία, τα δικαστήρια: Οι κλέφτες έπεσαν στην παγίδα του νόμου. 4. (στην επιστήμη) κάθε θεμελιώδης αρχή που προκύπτει ύστερα από παρατήρηση και πείραμα και περιγράφει τη λειτουργία του κόσμου και των φυσικών φαινομένων: Ο νόμος της παγκόσμιας έλξης είναι από τους βασικούς νόμους της Φυσικής. καθένα από τα τμήματα στα οποία χωρίζεται διοικητικά ένα κράτος, το οποίο διοικείται από τον αιρετό νομάρχη: Η Θεσσαλία αποτελείται από τέσσερις νομούς. 1. που μπορεί να προκαλέσει κάποια αρρώστια: Το νοσηρό κλίμα αυτής της περιοχής οφείλεται στα πολλά έλη που υπάρχουν. 2. αυτός που δεν είναι υγιής, ο ασθενικός, ο φιλάσθενος: Εμφανίζει συμπτώματα που δείχνουν τη νοσηρή κατάσταση του οργανισμού. 1. που έχει ευχάριστη γεύση, γευστικός: Μαγειρεύει πάντα πολύ νόστιμα φαγητά. 2. (μτφ.) που είναι ευχάριστος ή χαριτωμένος: Μας διηγήθηκε μια νόστιμη ιστορία. Σύνθ.: νομάρχης, νομαρχία Αντίθ.: υγιεινός, υγιής Συνών: νοσογόνος, παθογόνος Οικογ. Λέξ.: νόσος, νόσημα, νοσηρότητα Προσδιοριζ.: κλίμα, τόπος, περιβάλλον Αντίθ.: άγευστος, άνοστος Συνών: εύγευστος Οικογ. Λέξ.: νόστιμα (επίρρ.), νοστιμιά, νοστιμάδα, νοστιμίζω, νοστιμεύω, νοστιμούλης Προσδιοριζ.: φαγητό, ιστορία

νότος (ο) (Ουσιαστικό, Ο14) (νό-τος, γεν. -ου, πληθ. - ) [αρχ. νότος] ντύνω (Ρήμα, Ρ1) (ενεστ. ντύ-νω, αόρ. έντυσα, παθ. αόρ. ντύθηκα, παθ. μτχ. ντυμένος) [µεσν. ντύνω < αρχ. νδύω] νύξη (η) (Ουσιαστικό, Ο27) (νύ-ξη, γεν. -ης, -εως, πληθ. -εις) [αρχ. νύξις < νύσσω (= κεντώ, τρυπώ)] νύχτα (η) (Ουσιαστικό, Ο19) (νύ-χτα) [αρχ. ν ξ, νυκτ ς] 1. ένα από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα: Ταξίδεψαν με το καράβι προς το νότο. 2. ο άνεμος που πνέει από το σημείο αυτό: Ο νότος είναι πάντοτε πιο ζεστός από το βοριά. 1. (μτβ.) φορώ σε κάποιον ρούχα, βάζω κάλυμμα σε κάτι: Η μητέρα έντυσε το παιδί με τα καλά ρούχα του, για να πάει στην παρέλαση. 2. (αμτβ.) (μέσ.) φορώ ο ίδιος ρούχα, ενδύματα: Ντύνεται πάντα πολύ προσεγμένα. 1. επιφανειακή αναφορά σε κάτι χωρίς λεπτομέρειες: Έκανε μια πρώτη νύξη στο διευθυντή του για αύξηση του μισθού. 2. υπαινιγμός, υπονοούμενο: Του έκανε συγκεκριμένη νύξη σχετικά με το θέμα που είχαν ξανασυζητήσει. το χρονικό διάστημα από τη δύση ως την ανατολή του ηλίου: Στις 21 Ιουνίου έχουμε την πιο σύντομη νύχτα του χρόνου. νύχτα Αντίθ.: βορράς Συνών.: νοτιά, όστρια Οικογ. Λέξ.: νότια (επίρρ.), νοτιάς Αντίθ.: γδύνω, ξεντύνω, γδύνομαι, ξεντύνομαι Σύνθ.: ξεντύνω Οικογ. Λέξ.: ένδυμα, ντύμα, ενδυμασία, ντύσιμο Σύνθ.: κατάνυξη Προσδιορ.: σαφής, προσβλητική Αντίθ.: ημέρα Σύνθ.: νυχτόβιος, νυχτοφύλακας, μερόνυχτο, μεσάνυχτα Οικογ. Λέξ.: νυχτερινός, νυχτερίδα, νυχτιάτικα (επίρρ.), νυχτικό, νυχτώνω Προσδιορ.: άγια, μαγευτική, μαύρη Φράσεις: Η μέρα με τη νύχτα (= για μεγάλη διαφορά) Μέρα νύχτα (= συνεχώς) Όνειρο θερινής νυκτός (= για κάτι το απραγματοποίητο) Κάνω τη νύχτα μέρα (= δουλεύω ασταμάτητα) 137

νωπός νωπός, -ή, -ό (Επίθετο, Ε1, άψυχα) (νω-πός) [µεσν. νεωπ ς] 1. φρέσκος: Μαγειρέψαμε νωπά ψάρια. 2. (μτφ.) πρόσφατος: Είναι νωπά τα λόγια του στ αυτιά μου. Αντίθ.: συντηρημένος, κατεψυγμένος Σύνθ.: νωπογραφία Προσδιοριζ.: κρέας, φρούτα, λαχανικά, αναμνήσεις 138