9
11
13
15
17
19
21
23
25
27
29
31
33
35
37
39
41
43
Επίσης γινότανε παιχνίδια Αγία Κυριακή - χωριό. Η φιλία φιλία, αλλά το χάσμα αγεφύρωτο. Μαζεύαμε χρήματα και αγοράζαμε φανέλες και κάλτσες και κάποιες φορές το Πάσχα, που μαζεύονταν σχεδόν όλα τα παιδιά, κλείναμε και αγώνα στο Αχίλλειο. Εκεί πηγαίναμε με τα καΐκια και γινότανε ομηρικές μάχες. Όλα αυτά έρχονται στο μυαλό μου τόσο ζωντανά σήμερα, που αισθάνομαι τα καλάμια των ποδιών μου να πονάνε και την ευτυχία των στιγμών να με πνίγει, που είχα την τύχη να ζήσω τόσο κοντά το σκληρό και το τρυφερό συνάμα και να γαλουχηθώ την αλμύρα της ευτυχίας και του πόνου στο ίδιο δάκρυ ταυτόχρονα. Ύστερα, πότε με τον ιδρώτα και πότε αφού γυρίζαμε στο σπίτι να πλυθούμε και να αλλάξουμε, πηγαίναμε στο καφενείο του καλλιτέχνη του χωριού μας Νίκου Χατζημανώλη και γίνονταν οι συζητήσεις σε ξέφρενα έντονους ρυθμούς, έχοντας πάντα μα πάντα το δίκιο με το μέρος μας. Και ωραίοι σαν Έλληνες που ήμασταν πίναμε το φραπέ ή την κόκα κόλα που είχαν διαδεχθεί το ταμ - ταμ και τη λεμονάδα και είχαν μπει στη ζωή μας για τα καλά. Εκεί προγραμματίζαμε την επόμενη αναμέτρηση που ήταν πλέον θέμα ωρών, αφού το σκηνικό ήταν επαναλαμβανόμενο καθ' όλη την εφηβεία και καθ' όλο το διάστημα που διαρκούσε όσο και οι διακοπές στο χωριό. Σήμερα η Χανή είναι φραγμένη με σύρμα αγκαθωτό να αγκυλώνει το όνειρο και ν' αφήνει ανοιχτές τις πληγές της ευτυχίας που οι λίγοι τυχεροί γνωρίσαμε και ζήσαμε, όπως άξιζε στο πνεύμα της εποχής το άσβεστο που σαν προβολέας έρχεται να φωτίσει τις πτυχές που η ζωή ξέρει καλά να τις κρύβει.
45
ΟΙ ΠΛΑΤΕΙΕΣ Οι λόγοι για να βρεθούμε στις πλατείες του χωριού ήτανε οι χοροί, τα πανηγύρια και οι γάμοι, η πρωτομαγιά που άρχιζε στους αγρούς της Χανής και τελείωνε στην Πλατεία του Αϊ Νικόλα και το βδομαδιάτικο πανηγύρι του Πάσχα. Τότε σύσσωμο το χωριό μαζευόταν στις πλατείες και χόρευε συνοδεία οργάνων. Τα όργανα στην αρχή ήτανε ντόπια. Αργότερα όμως άρχισαν να έρχονται ξένοι, γιατί δεν βρέθηκαν μιμητές οι ντόπιοι να τους ακολουθήσουν. Να μνημονεύσω εδώ κάποιους από τους οργανοπαίχτες που άφησαν έντονα τα σημάδια τους στη μνήμη μας. Ο Δημήτρης Λιάτσικος Βιολί, άριστος οργανοπαίκτης, είχε παίξει και στη φιλαρμονική της Νέας Υόρκης. Ο Σαράντης Τυλιγαδάς Βιολί. Ο Γιώργος Κλιάρης και ο Φώτης Σκόνδρας Κλαρίνο. Και οι Χρήστος Ντάτσιος και Κώστας Νιαώτης ή Σινάλης λαούτο. Τον Χρήστο Ντάτσιο τον θαύμαζε και μιλούσε κολακευτικά για αυτόν ο αείμνηστος Σίμωνας Καρράς, Διευθυντής προγραμμάτων της ΕΡΤ. Οι γυναίκες με την τοπική παραδοσιακή φορεσιά κινούσανε το χορό και μετά ο χορός γενικευόταν και χορεύανε όλοι χέρι - χέρι φτιάχνοντας κύκλους (τις ντάνες όπως λέγαμε στην ντοπιολαλιά μας) και οι παρατηρητές ένα γύρο βλέπανε, καμαρώνανε, κερνούσανε (ρένανε κατά το Τρικεριώτικο) χρήματα τον ή την πρώτη του χορού, ή νυφοδιαλέγανε, αφού άλλος τρόπος για να συναντηθούνε κορίτσια κι αγόρια δεν υπήρχε. Το χωριό μας είχε δύο πλατείες. Το αλώνι ή πλατεία τ' Αϊ - Νικόλα και την πλατεία με τα καφενεία, που θεωρείται και η κεντρική πλατεία του χωριού. Το αλώνι, την εποχή που εμείς πήγαμε στο χωριό, ήτανε με χώμα κάτω και το πλακόστρωσε ό ευεργέτης του χωριού μας, όπως και αλλού ανέφερα, ο αείμνηστος Ευάγγελος Καραβαγγέλης. Θυμάμαι τότε, όταν
χορεύανε, τη σκόνη που σηκωνόταν από τον βηματισμό τόσων ανθρώπων και μου φαινόταν σαν κάτι το μαγικό. Από το 1958 και μετά αυτό σταμάτησε και η πλατεία έχει την ίδια μορφή που έχει και σήμερα. Σ' αυτή την πλατεία γίνονταν οι γενικοί χοροί του Πάσχα και της Πρωτομαγιάς. Στους γάμους αν συμπίπτανε δύο μαζί, τότε εξ ανάγκης γινότανε αυτός που δηλωνόταν δεύτερος στην κοινότητα. Τους γάμους τους κάνανε κατά προτίμηση στην κεντρική πλατεία, που περιστοιχίζονταν από τα καφενεία του χωριού. Αυτό ήτανε ένα προνόμιο για το χωριό να έχει όλα του τα καφενεία συγκεντρωμένα στον ίδιο χώρο. Εδώ έβλεπες όλους τους συγχωριανούς σου, αντάλλασες απόψεις, έκλεινες τις δουλειές σου, οικοδομικές, αγροτικές, ναυτιλιακές κλπ. Παράλληλα στους γάμους, οι οικογένειες μπορούσανε να κάθονται πίνοντας την μπύρα τους και να βλέπουν τους χορούς και τα γλέντια των εμπλεκομένων και να συμμερίζονται τη χαρά τους, όταν δεν ήταν καλεσμένη στο δρώμενο. Το χωριό μας στην πλατεία του είχε εφτά καφενεία. Μαζί με τα καφενεία λειτουργούσανε και τα κουρεία τρία τον αριθμό. Το ένα το είχε ο αείμνηστος Σωτηρίου Ευστάθιος που μας έβαζε όρθιους πάνω στην καρέκλα και μας κούρευε και τ' άλλα δύο τα είχανε οι αδελφοί Χατζημανώλη συγχωρεμένοι και αυτοί. Το ένα ο Γιάννης και το άλλο ο Νίκος. Ο Γιάννης ήτανε πιο μεγάλος και πιο σοβαρός και το μαγαζί του το δούλευε σαν μπυραρία. Έφερνε ορχήστρες από το Βόλο τις μέρες των γιορτών για να γλεντάει ο κόσμος και έκανε μεζέδες για να αυξάνει την κατανάλωση μπύρας, που δεν τους έβρισκες σε άλλα καφενεία. Μια γωνία του καταστήματός του την χρησιμοποιούσε και ως κουρείο. Ο Νίκος ήτανε και αυτός κουρεύς επιδέξιος, όπως και ο αδελφός του ο Χαράλαμπος που διατηρούσε κουρείο στο Βόλο, άπαντες δεξιοτέχνες στο είδος. Ο Νίκος βρίσκονταν πιο κοντά στους νέους και είχε καλλιτεχνικές τάσεις. 47
49
ΤΟ ΠΑΣΧΑ Από το πρωί της Κυριακής των Βαΐων άρχιζε η ζωή στο χωριό να αλλάζει. Στη λειτουργία της προονομαζόμενης Κυριακής οι αρραβωνιασμένες φορούσανε την βαριά τους φορεσιά και πηγαίνανε ένα κλαδί από βαγιά στο ναό. Αυτό το ονομάζανε κλαμούρα και το δένανε με μια κορδέλα. Ο παπάς το ευλογούσε και κατόπιν τα παίρνανε στο σπίτι τους. Πιο παλιά υπήρχε το έθιμο του χορού των Βαΐων, αλλά εγώ δεν το θυμάμαι. Όλη η εβδομάδα κυλούσε κατανυκτικά, όπως σε όλη την Ελλάδα, αλλά στο χωριό μας ήταν και παραμένει εντυπωσιακή η μεγάλη Παρασκευή και το μεγάλο Σάββατο. Τη Μεγάλη Παρασκευή το πρωί, κατά την έξοδο του επιταφίου, ο κόσμος όλος έρανε με λουλούδια τον επιτάφιο και το βράδυ υπήρχε τέτοια αίγλη κατά την περιφορά που δεν περιγράφεται με λόγια. Παρά την πάροδο του χρόνου και τις αλλοιώσεις που έφεραν οι αποστάσεις και οι προσμίξεις των πληθυσμών, τα έθιμα αυτά έφθασαν ως τις μέρες μας. Το βράδυ του Σαββάτου από τα βεγγαλικά και τις κροτίδες γίνονταν αλαλαγμός. Αυτά περίσσευαν στον τόπο μας. Υπήρχανε σε αφθονία από τα καΐκια και από τις ανεμότρατες που πολλές φορές αλιεύανε δοχεία με μπαρούτι από τον πόλεμο και το φέρνανε στο χωριό γι' αυτό το λόγο. Έτσι, πολλές φορές είχε φθάσει στα χέρια μας και εμείς αισθανόμασταν σαν μικροί πυρπολητές. Επικίνδυνα πράγματα που μείνανε χαραγμένα στη μνήμη μας, για να μας συντροφεύουν τώρα που το καταλάγιασμα αναζητά τη δράση που από καιρό έπαψε να μας θυμάται. Από την Κυριακή του Πάσχα και μετά, το χωριό και ιδιαίτερα η πλατεία έπαιρναν πανηγυρική εικόνα.
51
52
54
56
Δημήτρης
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ σελ. 7) Η Ο Μ Ο Ρ Φ Ι Α Τ Ο Υ Κ Ο Σ Μ Ο Υ 8) Α Ρ Χ Η 9) Ο Π Α Τ Ε Ρ Α Σ 13) Η Μ Α Ν Α 16) Η Ε Π Ι Σ Τ Ρ Ο Φ Η 19) Η Ο Ι Κ Ο Γ Ε Ν Ε Ι Α 22) Η Γ Ε Ι Τ Ο Ν Ι Α 25) Τ Α Π Α Ι Χ Ν Ι Δ Ι Α 30) Π Ε Ρ Α Α Π' Τ Ο Σ Π Ι Τ Ι Μ Α Σ 32) Τ Ο Σ Χ Ο Λ Ε Ι Ο 34) Τ Ο Ν Ε Ρ Ο 37) Μ Ι Α Π Α Ρ Ε Α 40) Τ Ο Ν Η Σ Ι 43) Η Χ Α Ν Η 46) Ο Ι Π Λ Α Τ Ε Ι Ε Σ 50) Τ Ο Π Α Σ Χ Α 52) Ο Γ Α Μ Ο Σ 56) Σ Υ Μ Π Ε Ρ Α Σ Μ Α Τ Ι Κ Ο Σ Λ Ο Γ Ο Σ
978-960-91991-3-1