Δικαστές: Βασίλειος Στέφος, Πρόεδρος Πρωτοδικών, Χρ. Τζίμα, Μαρ. Δήμου, Πρωτοδίκες

Σχετικά έγγραφα
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: 21722/2011 (αριθµός κατάθεσης αγωγής 22752/2008) ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΑΚΤΙΚΗ ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ

Αριθμός απόφασης : 153/2019

Αριθµός απόφασης 7765/2010 www,dikigoros.gr

Αρ. Απόφασης 5679/2015 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ _ *

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 11 Οκτωβρίου 2011 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Αριθμός απόφασης 4013/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων)

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 59/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ

2417/2015. Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη 8oϊei. Συμβουλίου Διοικήσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών χωρίς. Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στην

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 6537/2001

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΡΙΝΘΟΥ ΤΑΚΤΙΚΉ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 278/2016 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΙΙΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΡΙΝΘΟΥ

Απόφαση Αναστολής Πλειστηριασμού Κατοικίας σε Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά

ΑΠΟΦΑΣΗ 1202/2016 Αριθμός έκθεσης κατάθεσης αγωγής: 1484/ ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ

Αριθμός Απόφασης 333 /2013 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ (Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων)

Προς: Τα μέλη του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείου Θεσσαλονίκης

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/499/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 07/2018

Αριθµός απόφασης 5819/2008 Αριθµός καταθέσεως αγωγής /2007 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΕΙ ΙΚΗ ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ

εναγομένου στην πολιτική δίκη της καταδολίευσης δανειστών (παυλιανή αγωγή)». Το άρθρο

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την παρουσία της Γραμματέως

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ (τόπος έδρας) (Διαδικασία Εκουσίας Δικαιοδοσίας) ΑΙΤΗΣΗ (άρθρου 4 παρ. 1 ν. 3869/2010)

Αριθμός 287/2011 (αριθ. έκθ. κατ. δικογράφου: /ΕΜ / ) ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ

ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΑΡΙΘΜΟΣ 2422/2012

Σελίδα 1 από 6 ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Αριθμός Απόφασης 1499/2015 ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

απορροφώσας και της απορροφώµενης τράπεζας και τη µε αριθµό 38385/ πράξη του συµβολαιογράφου Αθηνών Γεωργίου

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ :.90./2012 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΕΚΟΥΣΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 267/2019 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΣΙΘΙΟΥ. οποίος ορίσθηκε από το Διευθύνοντα το Πρωτοδικείο Λασιθίου Πρόεδρο

Αριθμός Απόφασης 3424/2018 Αριθμός κατάθεσης αίτησης: 25529/2627/2018 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΑΒΑΛΑΣ ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΧΩΡΙΣ ΠΙΝΑΚΙΟ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: 365/2012 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ

Της αναιρεσείουσας: Π. συζύγου Λ. Ν., κατοίκου..., η οποία δεν παρασταθηκε στο ακροατήριο.

Αριθμός απόφασης. ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (ειδική διαδικασία-ανακοπές)

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ-ΑΝΑΚΟΠΕΣ

το ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑ(ΟΥ

Δικαστές: Ευσταθία Μελά Πρόεδρος Πρωτοδικών, Νικόλαος Μανιώτης, Πρωτοδίκης, Μαρία Βασδέκη, Πρωτοδίκης Εισηγήτρια.

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

Αριθμός 1349/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1' Πολιτικό Τμήμα

ΑΠΟΦΑΣΗ 223/2016 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του, στην Αθήνα, στις 6 Ιουνίου 2017, για να δικάσει την αγωγή:

Αριθμός απόφασης: 70/2015 Το Ειρηνοδικείο Ναυπλίου Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Ναυπλίου Αγγελική Χριστοπούλου και από τη Γραμματέα του

παράλληλο ζήτημα: ένα ακόμα δικαστήριο που αφορά στην καταδολίευση δανειστών αυτή τη φορά όμως όχι στο ποινικό σκέλος, αλλά στο αστικό.

Άρειος Πάγος 171/2016 Σύμβαση εξαρτημένης εργασίας και πλασιέ

IΙΙ. ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εφετείο Λαµίας


Αριθμός ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ ΣΕ ΤΑΚΤΙΚΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

της υπ αριθμ. 52/2013 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Κοζάνης (τακτική

Αριθµός απόφασης 16892/2010 Αριθµός κατάθεσης αγωγής /2009 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΑΚΤΙΚΗ ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη δόκιμη Ειρηνοδίκη Θ. Α. και τη Γραμματέα Α. Λ.

Αριθμός απόφασης 214 /2019 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΧΙΟΥ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ. Αριθμός Απόφασης: 69/2015. (Αριθμός εκθέσεως καταθέσεως αίτησης: 23/ / ~

Αριθμός απόφασης 226/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (ειδική διαδικασία-ανακοπές)

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη που όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης και από το Γραμματέα

Αριθµός Απόφασης 1627/200 7

ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 4594/2014

Αρχές Δικαίου Επιχειρήσεων Διάλεξη 3 η. Νικόλαος Καρανάσιος

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘ Η Ν ΩΝ Διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρ. 3 παρ. 2 Ν. 3869/2010)

Εφετείο Αθηνών Αριθμός απόφασης 1252/2009

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του Πρωτοδικείου Κω την για να δικάσει την ακόλουθη υπόθεση μεταξύ:

Νάξου. Με αυτό το περιεχόμενο ο λόγος αυτός της εφέσεως είναι επαρκώς ορισμένος και το Εφετείο, το οποίο έκρινε ομοίως απορρίπτοντας τον περί

ΝΟΜΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΑΚΙΝΗΤΑ ΛΑΡΙΣΑΣ

ΜΠρΑθ 732/2014 Πυλωτή - Θέσεις στάθμευσης αυτοκίνητων - Εκκρεμοδικία -.

Αριθμός Απόφασης 7784/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ *******************

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ 8188/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 4273/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ (ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ)

Συνυποβαλλόμενα έγγραφα θεμελίωσης εγγραπτέου δικαιώματος

Αριθμός απόφασης 23892/2009 Αριθμός κατάθεσης α' αίτησης 10534/2009 Αριθμός κατάθεσης β' αίτησης 10535/2009

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ 12069/2013

Αριθμός 1118/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

ΑΡΙΘΜΟΣ 1299 ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ ΕΤΑΙΡΙΚΗΣ ΜΕΡΙΔΑΣ ΟΜΟΡΡΥΘΜΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΦΑΡΜΑΚΕΙΟΥ ΑΞΙΑ ΜΕΤΑΒΙΒΑΖΟΜΕΝΗΣ ΜΕΡΙΔΑΣ 1.470,00 ΕΥΡΩ ΣΥΜΦΩΝΗΘΕΝ ΤΙΜΗΜΑ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: 293/2013 ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΥΡΙΟΥ

Απόφαση 137 / 2018 (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 137/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α2' Πολιτικό Τμήμα

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Ειρθεσ 8971/2006. Δικαστής: Μαριάννα Κουϊνέλη. Δικηγόροι: Χ. Ματζιώρης - Α. Αργυριάδης.

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΡΣΗ ΥΠΟΘΗΚΩΝ & ΠΡΟΣΗΜΕΙΩΣΕΩΝ τ. ΟΕΚ (ΟΑΕΔ)

Αριθµός απόφασης 135/2013 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ Ε ΕΣΣΑΣ ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια, στο ακροατήριο του, την 21η Οκτωβρίου 2016, για να δικάσει την με αριθμό καταθέσεως ΕιΜ192/ αγωγή, μεταξύ:

Αριθμός 95/2013 ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΛΑΡΙΣΑΣ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός 1594/ ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ

ΜΠρΑθ 10689/2008 [Διαδικασία συνδιαλλαγής κατά τον ΠτΚ - Προληπτικά μέτρα*] (παρατ. Ι. Σπυριδάκης)

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΑΚΤΙΚΗ ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ

Αριθμός αποφάσεως 665/2014. (Διαδικασία Μισθωτικών διαφορών)

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ-ΑΝΑΚΟΠΕΣ. Αριθμός απόφασης 443/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (ειδική διαδικασία-ανακοπές)

1 6. ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ 222/2011

ΜονΠρωτΑθ 4870/2006 Πρόεδρος: Δημήτριος Μάκος Γραμματέας: Χρυσάνθη Βαρβαρέσου Δικηγόροι: Γεώργιος Καπόγιαννης, Κωνσταντίνος Παπαβασιλείου

Μεταβίβαση λόγω ενεχύρου. Ο ενεχυράσας οφειλέτης που πλήρωσε ακάλυπτη επιταγή, αποκτώντας εκ νέου τον τίτλο, καθίσταται κομιστής της επιταγής.

ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΩΝ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΩΝ (ΠΔ 67/ , ΠΔ 95/ )

Πυλωτή - Θέσεις στάθμευσης αυτοκίνητων - Αναγνώριση ακυρότητας μεταβιβαστικού συμβολαίου -.

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ)

Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών Αριθμός απόφασης 733/2011

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 20 Οκτωβρίου 2016 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Αριθμός 925/2002 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Ζ' Πολιτικό Τμήμα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

There are no translations available.

Αριθμός απόφασης 88 /2016 ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΗΓΟΥΜΕΝΙΤΣΑΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ. ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ (ν.3869/2010)

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Transcript:

939, 941, 942, 943 Α.Κ. Παυλιανή αγωγή Διάρρηξη καταδολιευτικής δικαιοπραξίας Προϋποθέσεις Γονική παροχή Έκταση διάρρηξης μόνον κατά το μέτρο της ζημίας του δανειστή ήτοι μέχρι του ποσού που απαιτείται για να καλυφθεί η απαίτησή του Στοιχεία της αγωγής Ευθύνη εγγυητού πιστωτικής συμβάσεως Τεκμήριο γνώσης του τρίτου ως προς τον καταδολιευτικό σκοπό Έκταση δεδικασμένου από την απόφαση στη δίκη ανακοπής κατά διαταγής πληρωμής * Δικαστές: Βασίλειος Στέφος, Πρόεδρος Πρωτοδικών, Χρ. Τζίμα, Μαρ. Δήμου, Πρωτοδίκες Δικηγόρος του γραφείου μας: Κυριάκος Μακαρώνας σε συνεργασία με τον δικηγόρο Λάρισας κ. Γεώργιο Βέβη * * * * * Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρ. 939, 941, 942, 943 Α.Κ., σαφώς συνάγεται ότι οι δανειστές δικαιούνται να απαιτήσουν τη διάρρηξη κάθε απαλλοτρίωσης που έγινε από τον οφειλέτη προς βλάβη τους, εφόσον η υπόλοιπη περιουσία δεν επαρκεί για την ικανοποίησή τους. Προϋποθέσεις προστασίας των δανειστών είναι: 1) Απαλλοτρίωση εκ μέρους του οφειλέτη, 2) απαλλοτρίωση με πρόθεση βλάβης των δανειστών, η οποία πρόθεση θεωρείται ότι υπάρχει όταν ο οφειλέτης γνωρίζει ότι. με την απαλλοτρίωση του περιουσιακού του στοιχείου θα περιέλθει σε τέτοια οικονομική κατάσταση, ώστε η περιουσία που του απομένει να μην επαρκεί για την ικανοποίηση των δανειστών, αφού στην περίπτωση αυτή είναι προφανές ότι ο οφειλέτης γνωρίζει ότι συνέπεια της πράξης 1 / 8

του είναι η βλάβη των δανειστών, την οποία αποδέχεται, 3) βλάβη των δανειστών, δηλαδή ελάττωση της περιουσίας του οφειλέτη σε τέτοιο βαθμό, ώστε η υπόλοιπη περιουσία του να μην αρκεί προς ικανοποίηση των δανειστών. Η αφερεγγυότητα αυτή του οφειλέτη, που είναι ένα από τα στοιχεία τις αγωγής, πρέπει να υπάρχει κατά το χρόνο εγέρσεως της αγωγής, που είναι ο κρίσιμος χρόνος για τον προσδιορισμό της βλάβης των δανειστών, η οποία υπάρχει μόνο όταν ο οφειλέτης είναι κατά το χρόνο αυτό αφερέγγυος, 4) γνώση του τρίτου ότι ο οφειλέτης απαλλοτριώνει προς βλάβη των δανειστών, η οποία γνώση τεκμαίρεται όταν ο τρίτος είναι κατά την απαλλοτρίωση σύζυγος ή συγγενής σε ευθεία γραμμή ή σε πλάγια γραμμή εξ αίματος έως και τον τρίτο βαθμό ή από αγχιστεία έως τον δεύτερο, ενώ η ανωτέρω γνώση δεν απαιτείται αν η απαλλοτρίωση έγινε από χαριστική αιτία. Το τεκμήριο όμως αυτό, το οποίο δεν ισχύει εάν από την απαλλοτρίωση μέχρι την έγερση της αγωγής παρήλθε έτος, είναι μαχητό και επομένως μπορεί να ανατραπεί αν ο σύζυγος ή ο συγγενής ισχυριστεί και αποδείξει ότι δεν γνώριζε ότι ο απαλλοτριώσας προέβη στην απαλλοτρίωση με πρόθεση βλάβης των δανειστών του (ΟλΑΠ 6/2003 ΕλΔ 44, σελ. 401, ΑΠ 1189/2003 ΕλΔ 45, σελ. 460, ΑΠ 637/2001ΕλΔ 43, σελ. 1410, ΕφΑΘ 3389/2003 ΕλΔ 46, σελ. 561, ΕφΑΘ 2742/2003 ΕλΔ 45, σελ, 242). Ως απαλλοτρίωση κατά την έννοια των παραπάνω διατάξεων θεωρείται και η λόγω γονικής παροχής κατ' άρθ. 1509 ΑΚ γενομένη, διότι το γεγονός ότι η απαλλοτρίωση (διάθεση) αυτή γίνεται προς εκπλήρωση σχετικής ηθικής υποχρέωσης του γονέα προς το τέκνο δεν μπορεί να δικαιολογήσει ούτε τη βλάβη των δανειστών, ούτε την προτίμηση εκπληρώσεως από τον οφειλέτη των ηθικών υποχρεώσεων του έναντι των νομίμων (ΑΠ 818/1996 ΕλΔ 40, σελ. 123, ΕφΑΘ 274272003 ό.π., ΕφΑΘ 2344/2002 ΕλΔ 43, σελ. 1715).[ (ΕφΑΘ 5061/2004, Δ/ΝΗ 2005/563)]. Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 939 και 943 του ΑΚ προκύπτει ότι η με αυτές θεσπιζόμενη διάρρηξη των απαλλοτριώσεων, που έγιναν από τους οφειλέτες προς βλάβη των δανειστών τους, επέρχεται κατά τόσο μόνον καθόσον ζημιώνεται αυτός που προσβάλλει την πράξη της απαλλοτριώσεως, δηλαδή κατά το μέρος της που απαιτείται για να καλυφθεί η απαίτηση του, η οποία διαφορετικά δεν μπορεί να ικανοποιηθεί. Ενόψει δε του ότι η εξεύρεση αυτού του μέρους εξαρτάται από τη σχέση του ποσού της απαιτήσεως που πρέπει να ικανοποιηθεί προς το ποσό της αξίας του περιουσιακού στοιχείου που απαλλοτριώθηκε κατά την άσκηση της αγωγής, πρέπει, για το κατά το άρθρο 216 ΚΠολΔ ορισμένο της, τα ποσά αυτά να αναφέρονται σ' αυτήν. Ακόμη, μεταξύ των στοιχείων που πρέπει να περιέχει, για το ορισμένο της, η παραπάνω αγωγή διαρρήξεως περιλαμβάνεται και εκείνο της αφερεγγυότητας του οφειλέτη, ότι δηλαδή η υπόλοιπη περιουσία που δεν αρκεί για την ικανοποίηση του ενάγοντος δανειστή. Στην τελευταία περίπτωση ο ενάγων με την παυλιανή αγωγή δανειστής πρέπει να επικαλεσθεί σ' αυτήν τη συγκεκριμένη περιουσία, που απέμεινε στον οφειλέτη, και την αξία αυτής, ώστε να κριθεί εάν από αυτήν είναι δυνατόν ή όχι να ικανοποιηθεί η απαίτησή του (ΕίρΘεσ 937/1998 ΔΕΕ 1998.1243, ΕφΘεσ 2127/1999 ΔΕΕ 20Ο0.ΐ74).[ΕφΘεσ 1734/2004, ΑΡΜ 2005/21]. Περαιτέρω, όπως συνάγεται από τις διατάξεις των άρθρων 847 και 851 ΑΚ με τη σύμβαση εγγυήσεως ο εγγυητής αναλαμβάνει απέναντι στον αντισυμβαλλόμενο του, που είναι έναντι άλλου δανειστής, την ευθύνη ότι θα καταβληθεί σ' αυτόν η οφειλή του άλλου, Με αυτή τη σύμβαση ο εγγυητής ενέχεται προς τον αντισυμβαλλόμενο του όπως κάθε γνήσιος οφειλέτης απέναντι στον δανειστή του και συνεπώς όταν καταβάλει σε αυτόν, εκπληρώνει μεν την παροχή του πρωτοφειλέτη, συγχρόνως όμως εκπληρώνει και τη δική του οφειλή. Είναι συνεπώς και ο εγγυητής οφειλέτης κατά την έννοια του άρθρου 939 ΑΚ και κάθε απαλλοτρίωση που έγινε από εκείνον προς βλάβη του αντισυμβαλλομένου του και δανειστή 2 / 8

του, εφόσον δεν επαρκεί η υπόλοιπη περιουσία εκείνου για την ικανοποίηση αυτού, υπόκειται σε διάρρηξη κατά τους όρους των διατάξεων του περί καταδολιεύσεως δανειστών κεφαλαίου ΑΚ (ΑΠ 673/2003 Νόμος. ΑΠ 881/2000 ο.π., ΑΠ 262/1998 Δ/νη 40.124, ΑΠ 393/1998 ΝοΒ 47.424, Κορνηλάκης ο.π., σελ. 474) 1796/2006 ΑΠ (414009). Στην προκείμενη περίπτωση, η ενάγουσα ιστορεί με την αγωγή της ότι ο πρώτος των εναγομένων της οφείλει 293,470,29, ως υπόλοιπο επιδικασθείσας απαίτησης με την 3695/2003 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία εκδόθηκε βάσει της αναφερομένης σύμβασης πίστωσης με ανοικτό (αλληλόχρεο) λογαριασμό, και τις ταυτάριθμες αυξητικές πράξεις, που καταρτίσθηκε μεταξύ αυτής και της αναφερομένης πιστούχου ανώνυμης εταιρίας, την πληρωμή του καταλοίπου της οποίας εγγυήθηκε ο εν λόγω διάδικος (πρώτος εναγόμενος). Ότι στις 30.6.2001 η πιστούχος εταιρία αναγνώρισε το κατάλοιπο των αναφερομένων λογαριασμών κίνησης, και έκτοτε συνεχίσθηκε η κίνηση αυτών, παραθέτοντας όλα τα κονδύλια χρεοπιστώσεων του λογαριασμού, μετά την επικαλούμενη αναγνώριση του καταλοίπου και το μη οριστικό κλείσιμο του λογαριασμού μέχρι και την 30.06.2002 οπότε η ίδια προέβη, όπως είχε δικαίωμα, σε οριστικό κλείσιμο του λογαριασμού, που την ημέρα εκείνη εμφάνιζε χρεωστικό κατάλοιπο εις βάρος της πιστούχου συνολικού ύψους 1.395.230,82. Ότι έκτοτε μετέφερε τα χρεωστικά υπόλοιπα στους λογαριασμούς καθυστέρησης, που επίσης αναφέρει, οι οποίοι, μετά τις γενόμενες χρεοπιστώσεις παρουσίαζαν την 31.01.2003 χρεωστικό υπόλοιπο συνολικού ύψους 2.003.093,30, πλέον τόκων, παραθέτοντας επίσης όλα τα κονδύλια χρεοπιστώσεων του λογαριασμού. Ότι σχετικά με τον πρώτο εναγόμενο, με την ανωτέρω 3695/2003 διαταγή πληρωμής της επιδικάστηκε το ποσό των 293.470,29, ποσό για το οποίο ευθύνεται μέχρι του ύψους της εγγυήσεως του, το οποίο "επιτάχθηκε να πληρώσει ο πρώτος των εναγομένων με την από 22.05.2003 επιταγή της προς πληρωμή της ως άνω διαταγής. Ότι ο πρώτος των εναγομένων, προκειμένου να ματαιώσει την εναντίον του αξίωση, μεταβίβασε: α) με το 1271/24.07.2002 συμβόλαιο γονικής παροχής του συμβολαιογράφου που μνημονεύει, που μεταγράφηκε νόμιμα, προς τον δεύτερο και τρίτη των εναγομένων (τέκνα του) το ανήκον κατά κυριότητα σ 'αυτόν ποσοστό 2/3 εξ αδιαιρέτου του περιγραφομένου οικοπέδου, β) με το 1272/25.07.2002 συμβόλαιο γονικής παροχής του συμβολαιογράφου που μνημονεύει, που μεταγράφηκε νόμιμα, προς τον δεύτερο των εναγομένων (υιό του), το ανήκον κατά κυριότητα σ αυτόν ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου των περιγραφομένων οριζοντίων ιδιοκτησιών, με σκοπό τη βλάβη της ενάγουσας, ο οποίος τεκμαίρεται ότι ήταν γνωστός στα τέκνα του, διότι δεν παρήλθε έτος από την απαλλοτρίωση ως το χρόνο άσκησης της αγωγής και γ) με το 289/25.09.2002 συμβόλαιο πώλησης του συμβολαιογράφου που μνημονεύει, που μεταγράφηκε νόμιμα, προς τον τέταρτο και πέμπτη των εναγομένων, κατά το 1/2 σε έκαστο, της ανήκουσας κατά πλήρη κυριότητα σ' αυτόν περιγραφόμενης οριζόντιας ιδιοκτησίας, εν γνώσει των τελευταίων ότι η μεταβίβαση γινόταν προς βλάβη της. Ότι η συνολική αξία της ανωτέρω μεταβιβασθείσας περιουσίας του δευτέρου των εναγομένων ανέρχεται στο ποσό των 99.895,90. Με βάση τα περιστατικά αυτά και διατεινόμενη περαιτέρω ότι η υπόλοιπη περιουσία του πρώτου των εναγομένων δεν αρκεί για την ικανοποίηση της αξίωσης της, ζητά τη διάρρηξη των ανωτέρω μεταβιβαστικών δικαιοπραξιών ως καταδολιευτικών και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στα δικαστικά της έξοδα. Η αγωγή παραδεκτά εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, το οποίο είναι αρμόδιο καθ' ύλην και κατά τόπο (άρθρα 18,22 ΚΠολΔ) κατά την προκειμένη τακτική διαδικασία. Είναι δε επαρκώς ορισμένη κατ' άρθρο 216 ΚΠολΔ, παρά τα αντίθετα υποστηριζόμενα από τους α' β και γ των 3 / 8

εναγομένων, διότι σ' αυτήν (την αγωγή) αναφέρεται ότι η συνολική αξία των ακινήτων που απαλλοτριώθηκαν, ανέρχεται, με βάση το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας ακινήτων, σε 99.895,90, εφόσον δε κατά την αγωγή η ληξιπρόθεσμη απαίτηση κατά του πρώτου των εναγομένων είναι μεγαλύτερη από την ανωτέρω συνολική αξία όλων των παραπάνω ακινήτων, ώστε να είναι αναγκαία η διάρρηξη όλων των απαλλοτριώσεων, δεν απαιτείται η αναφορά της αξίας καθενός ακινήτου. Επίσης, η αγωγή είναι νόμιμη στηριζομένη στις διατάξεις των άρθρων 939, 941.943ΑΚ και 176 του ΚΠολΔ. Συνεπώς, πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω για να κριθεί αν είναι βάσιμη και από ουσιαστική άποψη, δεδομένου ότι για το παραδεκτό της συζήτησης της, προηγήθηκε απόπειρα εξώδικης επίλυσης της διαφοράς, κατ' άρθρο 214 Α ΚΠολΔ, η οποία όμως απέβη άκαρπη (βλπ. την από 13.11.2003 δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου της ενάγουσας Βασιλικής Γκιάτα - Ωρολογοπούλου). Από την εκτίμηση των καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων που εξετάστηκαν νομότυπα στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και από όλα τα έγγραφα που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Μεταξύ της ενάγουσας και της ομόρρυθμης εταιρίας με την επωνυμία «Α.Κ. Ο.Ε.», η οποία μετατράπηκε στη συνέχεια σε ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «Π.Ε.Β.Ε. Α.Ε.» καταρτίσθηκαν η υπ' αριθμ. σύμβαση πίστωσης ανοικτού λογαριασμού ύψους 36.000.000 δραχμών, την οποία υπέγραψε ο πρώτος εναγόμενος ως εγγυητής, το από πρόσθετο σύμφωνο και οι υπ αριθμ. και,,, και πράξεις μεταβολής του ύψους της πίστωσης, δυνάμει το οποίων αυξήθηκε το ύψος της πίστωσης σε 1.760,821,720. Σε εκτέλεση της παραπάνω σύμβασης με ανοικτό λογαριασμό και των πράξεων μεταβολής του ύψους αυτής, κινήθηκε από το Κατάστημα της ενάγουσας, ο με αριθμό 118364-33402 και 33402 (καθ/νος) και στη συνέχεια από το κατάστημα της ενάγουσας στην ο με αριθμό λογαριασμός υπό δύο μερίδες, η μία με ένδειξη και η άλλη με την ένδειξη. Στις 30.062001 η πιστούχος εταιρία αναγνώρισε το κατάλοιπο του λογαριασμού ενώ από την ημερομηνία αυτή μέχρι τις 30.06.2002 οπότε η ενάγουσα έκλεισε τους ανωτέρω λογαριασμούς το ύψος αυτών ανήλθε στο ποσό των 1.395.230,82 συνολικά. Στη συνέχεια οι ανωτέρω λογαριασμοί εμφάνισαν την 31.01.2003 συνολικό χρεωστικό κατάλοιπο 1.442.581,09 και η ενάγουσα επεδίωξε και πέτυχε κατά των ενεχομένων από την ανωτέρω σύμβαση και του πρώτου εναγομένου ως εγγυητή την με αριθμό 3695/2003 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, δυνάμει της οποίας ο πρώτος εναγόμενος επιτάχθηκε να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 293.470,29 με το νόμιμο τόκο από 01.02.2003, ποσό το οποίο κατά την άποψη της ενάγουσας αντιστοιχούσε στην αναληφθείσα από αυτόν υποχρέωση από την ανωτέρω σύμβαση ανοικτού αλληλόχρεου λογαριασμού. Την ανωτέρω διαταγή πληρωμής ανέκοψε ο πρώτος εναγόμενος με την υπ αριθμ. 6458/2003 ανακοπή του ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθήνας επί της οποίας εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 1279/2005 τελεσίδικη απόφαση (βλπ. το υπ' αριθμ. 5004/2008 πιστοποιητικό του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Αθηνών με το οποίο πιστοποιείται ότι από τη δημοσίευση της εν λόγω απόφασης στις 23.022005 έως και τις 12.05.2008 (ήτοι χρονικό διάστημα ανώτερο της τριετίας) δεν ασκήθηκε κατά αυτής οιοδήποτε τακτικό ή έκτακτο ένδικο μέσο. Δυνάμει της αποφάσεως αυτής, αναγνωρίστηκε τελεσίδικα ότι η υποχρέωση του πρώτου εναγομένου με την ιδιότητα του εγγυητή της ανωτέρω σύμβασης ανοικτού αλληλόχρεου λογαριασμού ανέρχεται μόνο μέχρι του ποσού των 105.649,30 με το νόμιμο 4 / 8

τόκο από 01.02.2003 και με ανατοκισμό των τόκων υπερημερίας ανά εξάμηνο και όχι μέχρι του αιτηθέντος ποσού των 293.470,29, Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο πρώτος εναγόμενος με το συμβόλαιο αγοράς του Συμβολαιογράφου Λάρισας, που μεταγράφηκε νόμιμα, είχε καταστεί κύριος νομέας και κάτοχος κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου (το υπόλοιπο ποσοστό (1/2) ανήκε στη σύζυγό του ) μιας οριζόντιας ιδιοκτησίας του τρίτου (Γ) πάνω από το ισόγειο ορόφου πολυκατοικίας κτισμένης σε οικόπεδο εμβαδού 135 τ.μ. που βρίσκεται εντός του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου της πόλης Λάρισας, στο στην οδό και κατά τον τίτλο κτήσεως με καθαρή επιφάνεια 79 τ.μ. και μεικτή 101 τ.μ.. Το εξ αδιαιρέτου ποσοστό του επί του ανωτέρω ακινήτου μεταβίβασε κατ ισομοιρία με το συμβόλαιο πώλησης της συμβολαιογράφου Λάρισας, που μεταγράφηκε νόμιμα, στους τέταρτο και πέμπτη των εναγομένων. Η μεταβίβαση αυτή, που έλαβε χώρα τον Σεπτέμβριο του 2002, ήτοι ένα μόνο μήνα μετά το κλείσιμο του λογαριασμού από την ενάγουσα, ήταν αποτέλεσμα πολύμηνων διαπραγματεύσεων μεταξύ του πρώτου και του τέταρτου των εναγομένων, που είχαν αρχίσει ήδη από την άνοιξη του έτους 2002, όπως κατέθεσε και ο μάρτυρας «...Τους και εγώ τους έφερα σε επαφή, εγώ έμαθα πρώτος ότι πουλιέται... οι διαπραγματεύσεις για το συγκεκριμένο διαμέρισμα ξεκίνησαν την άνοιξη του 2002». Ειδικότερα, ο τέταρτος των εναγομένων, ο οποίος είναι καθηγητής, εργαζόταν ως από τις 16.07.2001 στην ίδια οικοδομή που βρίσκεται το επίδικο και συγκεκριμένα στον δεύτερο όροφο αυτής σε μισθωμένο χώρο (βλπ. το από 10.07.2001 ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης). Όταν πληροφορήθηκε από τον ανωτέρω μάρτυρα ότι πωλείται το επίδικο θεώρησε ότι πρόκειται για καλή επαγγελματική επένδυση για τον ίδιο. καθόσον το επίδικο διαμέρισμα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως φροντιστηριακός χώρος, ίδιος μάλιστα με το χώρο στον οποίο ήδη εργαζόταν, χωρίς να χρειαστεί να μετακινηθεί από την οικοδομή και να αλλάξει την έδρα στην οποία είχε γίνει γνωστός στον επαγγελματικό του κύκλο. Το τίμημα στα οποίο κατέληξαν οι συμβαλλόμενοι ( και το ζεύγος ), ήταν αυτό των 59.500,00, τίμημα που θεωρείται εύλογο για το συγκεκριμένο ακίνητο κατά το χρόνο της αγοράς (26.09.2002) (βλπ. κατάθεση ανωτέρω μάρτυρα). Μάλιστα για να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους από την αγορά του επιδίκου, το ζεύγος προέβη σε σύναψη στεγαστικού δανείου με την Τράπεζα Α.Ε. όπως προκύπτει από την από σύμβαση στεγαστικού δανείου, γεγονός που αναφέρεται και στο συμβόλαιο πώλησης, στο τρίτο φύλλο αυτού: «...με τίμημα, που συμφωνήθηκε και είναι πραγματικό, εύλογο και δίκαιο και ανάλογο μεταξύ παροχής και αντιπαροχής. Από το παραπάνω τίμημα ευρώ ( ) κατέβαλαν σήμερα οι αγοραστές και έλαβαν οι πωλητές εντός του γραφείου μου και ενώπιον μου. Το υπόλοιπο του τιμήματος ανέλαβαν την υποχρέωση να καταβάλουν αναλογικά οι αγοραστές και δέχθηκαν να λάβουν οι πωλητές από δάνειο που εγκρίθηκε και που θα πάρουν οι αγοραστές από την Τράπεζα Α.Ε. κατά τους όρους που δίνει τα δάνεια η παραπάνω Τράπεζα και για τούτο οι συμβαλλόμενοι δίνουν τη συναίνεση τους από τώρα με το συμβόλαιο αυτό να εγγράψει η παραπάνω τράπεζα για ασφάλεια του δανείου, των τόκων και άλλων σχετικών εξόδων στα βιβλία Υποθηκών Λάρισας πρώτη υποθήκη στο παραπάνω διαμέρισμα κ.λ.π...». Πράγματι, η τράπεζα δυνάμει της υπ αριθμ. /24.10.2002 αποφάσεως του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λάρισας, ενέγραψε πρώτη υποθήκη στο επίδικο για το ποσό των όπως προκύπτει από το υπ' αριθμ. 31488-31489 /25.10.2002 πιστοποιητικό του Υποθηκοφύλακα Λάρισας. Από κανένα έγγραφο στοιχείο (όπως εγγραφή στα βιβλία 5 / 8

του Υποθηκοφυλακείου) δεν μπορούσαν οι αγοραστές (το ζεύγος ) να γνωρίζουν τις υποχρεώσεις του πωλητή έναντι της ενάγουσας, παρά μόνο από πληροφορίες, τις οποίες όμως θα τις γνώριζαν μόνο αν υπήρχε μεταξύ τους (του πωλητή και των αγοραστών) κάποια ιδιαίτερη φιλική σχέση, γεγονός που δεν αποδείχθηκε από τα ανωτέρω αποδεικτικά στοιχεία. Αντιθέτως, από όσα αναφέρονται ανωτέρω, η αγορά του επιδίκου από το ζεύγος, εκείνη την εποχή, φαίνεται να είναι απολύτως αναμενόμενη και ανταποκρινόμενη στις επαγγελματικές ανάγκες του τέταρτου εναγομένου. Συνακόλουθα, η αγωγή ως προς τους τέταρτο και πέμπτη των εναγομένων πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη, καθόσον δεν αποδείχθηκε, όπως προαναφέρθηκε, ότι αυτοί γνώριζαν το γεγονός ότι ο πωλητής ήταν οφειλέτης της ενάγουσας και απαλλοτρίωνε το ακίνητο προς βλάβη της δανείστριας τράπεζας. Τα δικαστικά έξοδα αυτών πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της ενάγουσας που ηττάται (άρθρο 176 ΚΠολΔ) κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο πρώτος εναγόμενος, με το συμβόλαιο γονικής παροχής της συμβολαιογράφου Λάρισας, που μεταγράφηκε νόμιμα, είχε καταστεί κύριος, νομέας και κάτοχος ποσοστού 2/3 εξ αδιαιρέτου, επί ενός οικοπέδου που βρίσκεται εντός του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου του Δ.Δ., του Δήμου, εκτάσεως 2.957 τ.μ. και κατά πρόσφατη εμβαδομέτρηση 2.954,62 τ.μ. εντός του οποίου βρίσκεται ισόγεια οικία με πυλωτή, συνολικής επιφάνειας 189,90 τ.μ. που χτίστηκε δυνάμει της υπ' αριθμ. οικοδομικής άδειας του τμήματος πολεοδομίας Λάρισας, ενώ με το πωλητήριο συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Λάρισας, που μεταγράφηκε νόμιμα, είχε καταστεί κύριος, νομέας και κάτοχος κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου των οριζόντιων ιδιοκτησιών πολυκατοικίας που βρίσκεται εντός της πόλεως της Λάρισας, επί της οδού κτισμένης επί οικοπέδου συνολικής εκτάσεως 1.200,56 τ.μ.. Και ειδικότερα του: με στοιχεία Κ7 καταστήματος του πρώτου πάνω από το ισόγειο ορόφου, εμβαδού 40 τμ και του με στοιχεία Π13 χώρου στάθμευσης αυτοκινήτου του πρώτου υπογείου ορόφου, εμβαδού 11,90 τμ. Το εξ αδιαιρέτου ποσοστό του επί του προαναφερομένου οικοπέδου στο Δήμο μεταβίβασε κατά πλήρη κυριότητα στα τέκνα του και (δεύτερο και τρίτη των εναγομένων) λόγω γονικής παροχής (βλπ. το με αριθμό συμβόλαιο της άνω συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νόμιμα), ενώ το εξ αδιαιρέτου ποσοστό του επί των ανωτέρω αναφερομένων οριζόντιων ιδιοκτησιών στην οδό, μεταβίβασε κατά πλήρη κυριότητα στο τέκνο του (δεύτερο εναγόμενο)λόγω γονικής παροχής (βλπ. το με αριθμό συμβόλαιο της άνω συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νόμιμα). Σημειωτέον ότι τα άνω ακίνητα αποτελούσαν και κατά το χρόνο μεταβίβασης και σήμερα, τα μοναδικά περιουσιακά του στοιχεία. Στις μεταβιβάσεις αυτές ο πρώτος εναγόμενος προέβη, προκειμένου να μη διαθέτει προσωπική περιουσία, από την οποία στρεφόμενη εναντίον του η ενάγουσα δανείστρια θα μπορούσα να ικανοποιήσει την ένδικη απαίτηση της. Στην κρίση αυτή άγεται το Δικαστήριο συνεκτιμώντας το χρόνο κατά τον οποίο έγινε η μεταβίβαση (τον Ιούλιο του 2002) ήτοι κατά το χρόνο που έκλεισε το λογαριασμό η ενάγουσα (0.2.08.2002) γεγονός για το οποίο είχε ειδοποιηθεί πριν από μερικούς μήνες ο πρώτος εναγόμενος, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι δεν αποδείχθηκε ιδιαίτερος λόγος για τον οποίο ο πρώτοις εναγόμενος προέβη τη δεδομένη στιγμή σε γονική παροχή της περιουσίας του, γεγονός που δηλώνει ότι οι μεταβιβάσεις έγιναν από τον πρώτο εναγόμενο, ώστε να μη διαθέτει περιουσιακά στοιχεία και πιέζεται από την ενάγουσα δανείστρια προς ικανοποίηση της μέσω αυτών, Ο ανωτέρω καταδολιευτικός σκοπός του, εξάλλου, ήταν οπωσδήποτε σε γνώση των συνεναγομένων τέκνων του (δεύτερο και τρίτη 6 / 8

των εναγομένων), γεγονός άλλωστε που τεκμαίρεται καθόσον η έγερση της υπό κρίση αγωγής έγινε εντός του έτους από την απαλλοτρίωση ενώ από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν καταρρίφθηκε το μαχητό αυτό τεκμήριο της γνώσης τους. Συνακόλουθα, οι προσβαλλόμενες δικαιοπραξίες πρέπει να διαρρηχθούν ως καταδολιευτικές, αφού αποδεικνύεται ότι έγιναν με αποκλειστικό σκοπό του πρώτου εναγομένου να εμποδίσει την δανείστριά του ενάγουσα να ικανοποιήσει, από την αξία των μεταβιβασθέντων, την απαίτηση της και ο σκοπός αυτός ήταν σε γνώση των τέκνων του (δευτέρου και τρίτης των εναγομένων). Κατά τα άρθρα 939 και 943 ΑΚ, η διάρρηξη της απαλλοτρίωσης επέρχεται κατά τόσο μόνον, όσο ζημιώνεται αυτός, που προσβάλλει την πράξη αυτή, δηλαδή κατά το μέρος που απαιτείται για να καλυφθεί η απαίτηση του, που διαφορετικά δεν μπορεί να ικανοποιηθεί. Η εξεύρεση του μέρους αυτού εξαρτάται από τη σχέση του ποσού της απαίτησης που πρέπει να ικανοποιηθεί προς το ποσό της αξίας του περιουσιακού στοιχείου που απαλλοτριώθηκε (ΑΠ 1200/82 ΕλλΔνη 24.216, ΕφΑΘ 3133/1994 ΕλλΔνη 36,686). Στην προκείμενη δε περίπτωση, η απαίτηση ανέρχεται σε 105.649,30 πλέον τόκων και εξόδων. Η αντικειμενική αξία του μεριδίου του πρώτου εναγομένου επί των μεταβιβασθέντων ακινήτων ανέρχεται: α) όσον αφορά το οικόπεδο στο Δήμο στο ποσό των 49.197,06 και β) όσον αφορά τις οριζόντιες ιδιοκτησίες στην οδό, στη στο ποσό των 20.948,84. Η αξία αυτή υπολείπεται της αγοραίας αξίας των προαναφερομένων ακινήτων. Η τελευταία ανέρχεται σε ποσό 140.000,00 ευρώ για το πρώτο ακίνητο, ήτοι για το ποσοστό των 2/3 εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου στο Δήμο, (η συνολική αξία του οποίου υπολογίζεται στις 200,000,00 ) και στο ποσό των 50.000,00 για το ποσοστό του 1/2 εξ αδιαιρέτου επί των οριζοντίων ιδιοκτησιών στη Συνεπώς, πρέπει να διαρρηχθεί η μεταβίβαση του ποσοστού του πρώτου εναγομένου επί του οικοπέδου στο Δήμο, μετά τη διάρρηξη της οποίας, θα καλυφθεί η απαίτηση της ενάγουσας ύψους 105.649,30 πλέον τόκων και εξόδων και επομένως, δεν κρίνεται αναγκαία και η διάρρηξη της μεταβίβασης του ποσοστού του πρώτου εναγομένου επί των οριζοντίων ιδιοκτησιών στην. Συνακόλουθα, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η κρινόμενη αγωγή όσον αφορά τους πρώτο, δεύτερο και τρίτη των εναγομένων, να κηρυχθεί διερρηγμένη η προσβαλλόμενη απαλλοτριωτική δικαιοπραξία για το προαναφερόμενο ακίνητο και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι σε μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων. Απορρίπτει την αγωγή ως προς τους τέταρτο και πέμπτη των εναγομένων. Καταδικάζει την ενάγουσα στα δικαστικά έξοδα των ανωτέρω εναγομένων (τέταρτου και πέμπτης), τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων διακοσίων (1.200,00 ) ευρώ. Απορρίπτει ό,τι στο σκεπτικό κρίθηκε απορριπτέο ως προς τους πρώτο, δεύτερο και τρίτη των εναγομένων. Δέχεται εν μέρει την αγωγή κατά τα λοιπά ως προς τους ανωτέρω. Διαρρηγνύει τη δικαιοπραξία γονικής παροχής, που καταρτίσθηκε δυνάμει του υπ' αριθμ. οριστικού συμβολαίου της Συμβολαιογράφου Λάρισας και αφορά το αναφερόμενο στο σκεπτικό ποσοστό επί ακινήτου (οικόπεδο) και 7 / 8

Καταδικάζει τους πρώτο, δεύτερο και τρίτη των εναγομένων στα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας ποσού τριών χιλιάδων εκατόν πενήντα (3.150,00) ευρώ. 8 / 8