ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ
EΙΣΑΓΩΓΗ Όλα τα μέλη της Πανεπιστημιακής κοινότητας είναι υποχρεωμένα να τηρούν τις διατάξεις της εκάστοτε ισχύουσας πανεπιστημιακής νομοθεσίας, των Κανονισμών και Εσωτερικών Κανονισμών (κανόνων) που εκδίδονται από τη Σύγκλητο και επικυρώνονται από το Συμβούλιο του Πανεπιστημίου και κάθε σχετικής με την ιδιότητά τους διάταξης για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους. Ο πειθαρχικός έλεγχος ακαδημαϊκού και άλλου εκπαιδευτικού προσωπικού αποτελεί το αντικείμενο του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Άρθρο 1. Γενικές Αρχές Πειθαρχικού Ελέγχου.... 3 Άρθρο 2. Καθορισμός Πειθαρχικών Αδικημάτων.... 3 Άρθρο 3. Καθορισμός Πειθαρχικών Ποινών.... 4 Άρθρο 4. Όργανα Πειθαρχικού Ελέγχου.... 5 Άρθρο 5. Διαδικασία Πειθαρχικού Ελέγχου.... 5 Άρθρο 6. Λήψη Αποφάσεων.... 8 Άρθρο 7. Παραγραφή Πειθαρχικών Αδικημάτων.... 8 2
Άρθρο 1. Γενικές αρχές πειθαρχικού ελέγχου. 1. Οι υποχρεώσεις των μελών του Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (ΔΕΠ) και του Συνεργαζόμενου Εκπαιδευτικού Προσωπικού (ΔΕΠ) ορίζονται από την ισχύουσα νομοθεσία, τους Κανονισμούς και τους Εσωτερικούς Κανονισμούς (κανόνες), οι οποίοι διέπουν τη λειτουργία του Ανοικτού Πανεπιστημίου Κύπρου. Η παραβίαση των κειμένων διατάξεων αποτελεί πειθαρχικό αδίκημα. Πειθαρχικό αδίκημα αποτελεί και η τέλεση πλημμελήματος ή κακουργήματος εντός του Πανεπιστημίου και εφόσον η πράξη σχετίζεται με τις λειτουργίες του. Πειθαρχικό αδίκημα συνιστά επίσης και η παράβαση των κανόνων συμπεριφοράς που πρέπει να επιδεικνύουν τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας, ώστε να μη διαταράσσεται η λειτουργία και να μη θίγεται το κύρος του Πανεπιστημίου και των λειτουργών του. 2. Για κάθε πειθαρχικό αδίκημα επιβάλλεται μία μόνο πειθαρχική ποινή. Πειθαρχικό αδίκημα που διαπράχθηκε πριν από την κατάγνωση της ποινής για άλλο αδίκημα, αλλά έγινε γνωστό μετά από αυτή, μπορεί να τιμωρηθεί με την επιφύλαξη των διατάξεων περί παραγραφής (άρθρο 7 των παρόντων εσωτερικών κανονισμών), εάν δικαιολογεί ποινή βαρύτερη από αυτήν που επιβλήθηκε. Άρθρο 2. Καθορισμός Πειθαρχικών Αδικημάτων. 1. Πειθαρχικά αδικήματα είναι: (α) Η μη έγκαιρη εγκατάσταση μέλους ΔΕΠ, εκλεγμένου σε μία από τις τέσσερις ακαδημαϊκές βαθμίδες, μετά το διορισμό του, στην έδρα του Πανεπιστημίου ή εάν το μέλος ΔΕΠ μεταβάλει μεταγενέστερα τη μόνιμη διαμονή του. (β) Η μη τήρηση εν γένει των όρων απασχόλησης των μελών ΔΕΠ. Κάθε μέλος ΔΕΠ υποχρεούται, κατά τις εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας και εφόσον δεν απουσιάζει για λόγους εκπαιδευτικούς ή υγείας ή κανονικής άδειας, να δαπανά ικανό μέρος του χρόνου του στο Πανεπιστήμιο, ώστε να είναι δυνατή η αγαστή συνεργασία του με τα θεσμικά όργανα του Πανεπιστημίου και τους φοιτητές. (γ) Η συνεχής αναίτια απουσία μέλους ΔΕΠ από το εκπαιδευτικό έργο κατά τη διάρκεια του ακαδημαϊκού έτους, η οποία υπερβαίνει τις δύο εβδομάδες, ή απουσία υπαιτίως χωρίς νόμιμη άδεια, σύμφωνα με τις σχετικές πρόνοιες των εσωτερικών κανονισμών απουσίας του Πανεπιστημίου. (δ) Η απουσία μέλους ΔΕΠ που συμμετέχει σε συλλογικό πανεπιστημιακό όργανο από τρεις συνεχόμενες συνεδριάσεις ή πέντε μη συνεχείς μέσα στο ίδιο ακαδημαϊκό έτος, χωρίς άδεια του προεδρεύοντος ή/και 3
χωρίς επαρκή αιτιολόγηση, ιδίως εάν δεν προσέρχεται στις συνεδριάσεις των οικείων Εκλεκτορικών Σωμάτων ή δεν παρίσταται σε όλη τη διάρκειά τους. (ε) Η αθέτηση ή άρνηση εκτέλεσης του διδακτικού και εξεταστικού τους έργου, όπως αυτό προβλέπεται από τους οικείους Κανονισμούς και Εσωτερικούς Κανονισμούς, καθώς και σχετικών αποφάσεων των οργάνων του Πανεπιστημίου. (στ) Η σκοπίμως ανακριβής χρήση του καθηγητικού τίτλου εκ μέρους μέλους ΔΕΠ που αποτελεί αντιποίηση τίτλου και συνιστά παραβίαση των κανονισμών της ακαδημαϊκής δεοντολογίας. (ζ) Η παράβαση των κανόνων συμπεριφοράς που πρέπει να επιδεικνύουν τα μέλη ΔΕΠ και η σκαιά και ανοίκεια συμπεριφορά εκ μέρους τους έναντι μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας. (η) Η σεξουαλική παρενόχληση, η άσεμνη επίθεση και γενικά η ανάρμοστη συμπεριφορά εις βάρος άλλου μέλους της πανεπιστημιακής κοινότητας. 2. Γενικά, πειθαρχικό αδίκημα αποτελεί κάθε είδους παραβίαση της υφιστάμενης νομοθεσίας, των κανονισμών και εσωτερικών κανονισμών του Πανεπιστημίου, καθώς και της ακαδημαϊκής δεοντολογίας. Άρθρο 3. Καθορισμός Πειθαρχικών Ποινών. 1. Οι μορφές ποινών ή κυρώσεων τις οποίες επισύρουν τα πειθαρχικά αδικήματα είναι οι εξής: (α) Έγγραφη επίπληξη. (β) Αναστολή ετήσιας προσαύξησης. (γ) Χρηματική ποινή (πρόστιμο) που δεν υπερβαίνει τις απολαβές τριών μηνών ή σε περίπτωση υποτροπής τις απολαβές έξι μηνών. (δ) Υποβιβασμός της μισθολογικής κλίμακας στην αμέσως κατώτερη κλίμακα. (ε) Υποχρεωτική αργία (προσωρινή παύση) για περίοδο μέχρι δύο εξαμήνων. (στ) Αναγκαστική αφυπηρέτηση. (ζ) Απόλυση (οριστική παύση). 2. Οι επιβαλλόμενες πειθαρχικές ποινές πρέπει να είναι ανάλογες προς τη βαρύτητα του πειθαρχικού αδικήματος, τις ειδικές συνθήκες τέλεσής του και το βαθμό της υπαιτιότητας. 3. Οι τιμωρούμενοι με την ποινή της υποχρεωτικής αργίας (προσωρινή παύση) λαμβάνουν το ήμισυ των τακτικών αποδοχών τους. 4
4. Η πειθαρχική ποινή της απόλυσης (οριστική παύση) επιβάλλεται σε ιδιαιτέρως σοβαρές περιπτώσεις πειθαρχικών αδικημάτων, τα οποία, λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών υπό τις οποίες διαπράττονται και του διαπιστωμένου βαθμού υπαιτιότητας του διωκόμενου, μαρτυρούν έλλειψη συνείδησης των βασικών τους υποχρεώσεων ως μέλους ΔΕΠ ή εκθέτουν σοβαρά το κύρος του Πανεπιστημίου. 5. Για τους απασχολούμενους με σύμβαση, όπως τα μέλη του Συνεργαζόμενου Εκπαιδευτικού Προσωπικού, η ποινή της παύσης συνεπάγεται αυτοδικαίως την καταγγελία της σύμβασής τους. Άρθρο 4. Όργανα Πειθαρχικού Ελέγχου. 1. Συλλογικό πειθαρχικό όργανο για τα μέλη ΔΕΠ και τα μέλη ΣΕΠ είναι το Πειθαρχικό Συμβούλιο Ακαδημαϊκών Υποθέσεων, η σύσταση του οποίου ορίζεται με απόφαση της Συγκλήτου και επικυρώνεται από το Συμβούλιο του Πανεπιστημίου. 2. Η διάρκεια της θητείας του Πειθαρχικού Συμβουλίου Ακαδημαϊκών Υποθέσεων, ορίζεται διετής. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο υπάγεται και αναφέρεται στη Σύγκλητο του Πανεπιστημίου και το αποτελούν τρεις πρωτοβάθμιοι Καθηγητές. Σε περίπτωση περιορισμένου αριθμού πρωτοβάθμιων καθηγητών, η Σύγκλητος δύναται να ορίσει εξωτερικό πρωτοβάθμιο Καθηγητή. Επίσης, η Σύγκλητος ορίζει και αναπληρωματικό μέλος για περιπτώσεις που υπάρχει νομικό κώλυμα ή σύγκρουση συμφερόντων. 3. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο Ακαδημαϊκών Υποθέσεων διορίζει, για κάθε πειθαρχικό έλεγχο, ερευνώντα λειτουργό. Σε κάθε περίπτωση, ο ερευνών λειτουργός πρέπει να είναι μόνιμο μέλος του διδακτικού ερευνητικού προσωπικού υψηλότερης βαθμίδας από τον πειθαρχικά ελεγχόμενο. Σε περίπτωση πειθαρχικού ελέγχου πρωτοβάθμιου Καθηγητή ο ερευνών λειτουργός είναι Καθηγητής. Σε περίπτωση περιορισμένου αριθμού πρωτοβάθμιων καθηγητών, η Σύγκλητος δύναται να ορίσει εξωτερικό πρωτοβάθμιο Καθηγητή. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο Ακαδημαϊκών Υποθέσεων ενημερώνει τον πειθαρχικά ελεγχόμενο για την έναρξη της πειθαρχικής διαδικασίας. 4. Χρέη γραμματέα του Πειθαρχικού Συμβουλίου Ακαδημαϊκών Υποθέσεων ασκεί διοικητικός λειτουργός του Πανεπιστημίου, που ορίζεται από το Πρυτανικό Συμβούλιο ή τη Σύγκλητο. Άρθρο 5. Διαδικασία Πειθαρχικού Ελέγχου. 1. Η κίνηση της πειθαρχικής διαδικασίας ανήκει στον Κοσμήτορα της Σχολής για θέματα της αρμοδιότητάς του και στον Πρύτανη ή στο νόμιμο αναπληρωτή του, ο οποίος και ασκεί τον πειθαρχικό έλεγχο. 5
2. Αφού ασκηθεί πειθαρχικός έλεγχος, ο Πρύτανης, μετά από γνώμη της Συγκλήτου ή του οργάνου που ασκεί αρμοδιότητες Συγκλήτου, μπορεί να αποφασίσει ότι ο παραπεμπόμενος οφείλει να απέχει από την άσκηση των καθηκόντων του μέχρι την έκδοση της πειθαρχικής απόφασης. Η απόφαση σχετικά με την αποχή από τα καθήκοντα κοινοποιείται στον παραπεμπόμενο μέσω του Πρύτανη ή του ασκούντα καθήκοντα Πρύτανη. Μέλος ΔΕΠ ή ΣΕΠ απέχει υποχρεωτικά από την άσκηση των καθηκόντων του, αν καταδικάστηκε σε στερητική της ελευθερίας ποινή από πρωτόδικο δικαστήριο για πράξη σε βαθμό κακουργήματος ή για κλοπή, υπεξαίρεση, απάτη, πλαστογραφία, ψευδορκία, ψευδή καταμήνυση, συκοφαντική δυσφήμιση ή για έγκλημα σχετικά με το νόμισμα ή την υπηρεσία ή κατά της γενετήσιας αξιοπρέπειας ή είναι προσωρινά κρατούμενο για οποιοδήποτε έγκλημα και για όσο χρόνο κρατείται. Η αποχή από την άσκηση των καθηκόντων παύει στην περίπτωση αυτή με την έκδοση της αθωωτικής απόφασης ή του βουλεύματος που αποφαίνεται ότι δεν υπάρχει αφορμή για κατηγορία. Ο πειθαρχικός έλεγχος δεν αναστέλλεται από την ποινική δίωξη, εκτός εάν το οικείο συμβούλιο αποφασίσει διαφορετικά. 3. Οποιαδήποτε έγγραφη καταγγελία σχετική με τη διάπραξη πειθαρχικού αδικήματος διαβιβάζεται στον Κοσμήτορα της οικείας Σχολής. Ο Κοσμήτορας εκτιμά τη βαρύτητα της καταγγελίας στη βάση των προσκομιζομένων στοιχείων και εκθέτει με εισήγησή του προς τη Σύγκλητο τους λόγους για τους οποίους πρέπει να κινηθεί διαδικασία πειθαρχικού ελέγχου. Σε περίπτωση που η έγγραφη καταγγελία διαβιβαστεί σε όργανο ιεραρχικά ανώτερο του Κοσμήτορα, όπως Πρύτανη και Αντιπρύτανη και αν κατά την κρίση των Οργάνων αυτών στοιχειοθετείται, εκ πρώτης όψεως, υπόθεση, τότε η διαδικασία πειθαρχικού ελέγχου παραπέμπεται απευθείας από τον Πρύτανη στον πρόεδρο του Πειθαρχικού Συμβουλίου Ακαδημαϊκών Υποθέσεων. Σε περίπτωση καταγγελίας εις βάρος Κοσμήτορα ή Αναπληρωτή Κοσμήτορα, της καταγγελίας επιλαμβάνεται ο Πρύτανης ή ο Αντιπρύτανης. 4. Σε όλες τις περιπτώσεις διάπραξης πειθαρχικών αδικημάτων, όπως αυτές περιγράφονται στο άρθρο 2 των παρόντων Εσωτερικών Κανονισμών, ο πειθαρχικός έλεγχος ασκείται πρωτοβάθμια από το Πειθαρχικό Συμβούλιο Ακαδημαϊκών Υποθέσεων. 5. Η πειθαρχική διαδικασία ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου Ακαδημαϊκών Υποθέσεων αρχίζει με τη διατύπωση της κατηγορίας, ώστε το μέλος ΔΕΠ ή ΣΕΠ που ελέγχεται πειθαρχικά να γνωρίζει την εναντίον του υπόθεση. 5.1. Στο μέλος ΔΕΠ ή ΣΕΠ που ελέγχεται πειθαρχικά παρέχονται από το Πειθαρχικό Συμβούλιο αντίγραφα των μαρτυρικών καταθέσεων και οποιωνδήποτε άλλων σχετικών εγγράφων, δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ημέρες πριν το Πειθαρχικό Συμβούλιο τον/την καλέσει για απολογία. 5.2. Η ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου διεξάγεται και συμπληρώνεται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στις πιο κάτω διατάξεις. 6
5.3. Στο μέλος ΔΕΠ ή ΣΕΠ που ελέγχεται πειθαρχικά παρέχεται η ευκαιρία να ακουστεί τόσο πριν από τη διαπίστωση της ενοχής όσο και πριν από την επιβολή της ποινής. 5.4. Αφού ο ερευνών λειτουργός συλλέξει όλα τα απαραίτητα στοιχεία, το Πειθαρχικό Συμβούλιο καλεί, σε εύλογο χρονικό διάστημα, τον πειθαρχικά ελεγχόμενο σε απολογία. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο δύναται να καλέσει και μάρτυρες και να απαιτήσει την προσέλευσή τους. 5.5. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ακρόασης της υπόθεσης ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου και οι δυο πλευρές έχουν το δικαίωμα να παρασταθούν με νομικούς συμβούλους. Η ακρόαση της υπόθεσης διεξάγεται όσο είναι δυνατό, με τον ίδιο τρόπο όπως η ακρόαση ποινικής υπόθεσης που εκδικάζεται συνοπτικά. Η διαδικασία ακρόασης προβλέπει τα εξής: 5.5.1. Αν ο κατηγορούμενος εμφανιστεί κατά την ημερομηνία που ορίστηκε από το Πειθαρχικό Συμβούλιο για την ακρόαση της υπόθεσης, η ακρόαση διεξάγεται όπως προνοείται στον παρόντα Εσωτερικό Κανονισμό. Αν ο κατηγορούμενος δεν εμφανιστεί κατά την εν λόγω ημερομηνία, τότε ύστερα από απόδειξη ότι του επιδόθηκε η κλήση σ αυτό η ακρόαση της υπόθεσης διεξάγεται στην απουσία του. 5.5.2. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο έχει επίσης εξουσία: (α) να απαιτήσει προσαγωγή κάθε εγγράφου που σχετίζεται με την κατηγορία (β) να αποδεχτεί οποιαδήποτε μαρτυρία, έγγραφη ή προφορική, έστω και αν αυτή δε θα γινόταν δεκτή σε πολιτική ή ποινική διαδικασία (γ) να αναβάλλει την ακρόαση από καιρό σε καιρό, νοουμένου ότι η ακρόαση προχωρεί το ταχύτερο δυνατόν 5.5.3. Κατά την ακρόαση τηρούνται πρακτικά της διαδικασίας. 5.5.4. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο μπορεί με την απόφασή του: να βρει τον πειθαρχικά ελεγχόμενο ένοχο όλων των αδικημάτων ή για οποιαδήποτε από αυτά για τα οποία κατηγορείται και να του επιβάλει οποιαδήποτε από τις πειθαρχικές ποινές, τις οποίες οι περιστάσεις της υπόθεσης θα δικαιολογούσαν, αφού προηγουμένως τον ακούσει ως προς την επιμέτρηση της ποινής, να απαλλάξει τον πειθαρχικά ελεγχόμενο από την κατηγορία. 7
5.5.5. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο με βάση την εμπεριστατωμένη εκτίμηση των στοιχείων του παρουσιάζονται, εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση, υπογραμμένη από τον Πρόεδρο του οργάνου, η οποία κοινοποιείται στον πειθαρχικά ελεγχόμενο και τη Σύγκλητο του Πανεπιστημίου. 5.5.6. Ο πειθαρχικά ελεγχόμενος δύναται εντός δεκαπέντε (15) ημερών να υποβάλει έφεση προς τη Σύγκλητο. 5.6. Η άσκηση πειθαρχικού ελέγχου είναι ανεξάρτητη από τυχόν ποινική δίωξη. Σε περίπτωση τελεσίδικης καταδίκης μέλους ΔΕΠ ή ΣΕΠ για ποινικό αδίκημα, εξαιρουμένων των οδικών αδικημάτων, το Πειθαρχικό Συμβούλιο Ακαδημαϊκών Υποθέσεων, μετά από εντολή της Συγκλήτου, εξετάζει την καταδίκη και υποβάλλει έκθεση προς τη Σύγκλητο. Άρθρο 6. Λήψη Αποφάσεων. 1. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο με βάση την εμπεριστατωμένη εκτίμηση των στοιχείων του παρουσιάζονται, εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση, υπογραμμένη από τον Πρόεδρο του οργάνου, η οποία κοινοποιείται στον πειθαρχικά ελεγχόμενο και τη Σύγκλητο του Πανεπιστημίου. 2. Εφόσον υποβληθεί έφεση, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 5.5.6 πιο πάνω, η Σύγκλητος εξετάζει την υπόθεση και αποφασίζει την επιβολή ή όχι ποινής. Τυχόν τροποποίηση της πειθαρχικής ποινής που προβλέπει το Πειθαρχικό Συμβούλιο από τη Σύγκλητο πρέπει να είναι επαρκώς αιτιολογημένη. Η Σύγκλητος, εκτός από την πειθαρχική ποινή, μπορεί να εξετάσει την τροποποίηση ή και να ακυρώσει την καταδίκη του εφεσείοντος. 3. Η απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου Ακαδημαϊκών Υποθέσεων υπόκειται σε επικύρωση από τη Σύγκλητο του Πανεπιστημίου ως δευτεροβάθμιο όργανο. Άρθρο 7. Παραγραφή Πειθαρχικών Αδικημάτων. 1. Τα πειθαρχικά αδικήματα του παρόντος Εσωτερικού Κανονισμού παραγράφονται ως εξής: μετά τριετία από την επιβολή των πειθαρχικών ποινών (α) και (β) του άρθρου 3 μετά πενταετία από την επιβολή των πειθαρχικών ποινών (γ) και (δ) του άρθρου 3 μετά εξαετία από την επιβολή των πειθαρχικών ποινών (ε), (στ) και (ζ). 2. Η παραγραφή διακόπτεται, εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων περί διακοπής της παραγραφής αξιοποίνων πράξεων. Παραπτώματα που διαπράχθηκαν πριν από το διορισμό στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο 8
Κύπρου τιμωρούνται πειθαρχικώς εάν δικαιολογούν την οριστική απόλυση, εκτός εάν εκδικάστηκαν κατά τη διάρκεια προγενέστερης υπηρεσίας στο Δημόσιο ή σε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου. Οι παρόντες Εσωτερικοί Κανονισμοί Πειθαρχικού Ελέγχου Ακαδημαϊκού και άλλου Εκπαιδευτικού Προσωπικού του Ανοικτού Πανεπιστημίου Κύπρου εγκρίθηκαν από τη Διοικούσα Επιτροπή του Πανεπιστημίου κατά την 39 η Συνεδρία της που έλαβε χώρα στις 17 Μαΐου 2013. Νοείται ότι η εφαρμογή τους δεν έχει αναδρομική ισχύ έναντι προηγούμενων σχετικών αποφάσεων. 9